A ΦIEPΩMA 2-31 AΦIEPΩMA K ΣTHΣ ΛIONTHΣ KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997



Σχετικά έγγραφα
A ΦIEPΩMA 2-31 AΦIEPΩMA K ΣTHΣ ΛIONTHΣ KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

01 Ιερός ναός Αγίου Γεωργίου ΓουμένισσΗΣ

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση

Περπατώντας στην ªÂÛ ÈˆÓÈÎ fiïë

Βυζαντινά και Οθωμανικά μνημεία της Μάκρης

ΝΑΟΣ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ

Χειμερινό εξάμηνο ο ΜΑΘΗΜΑ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 15 ος ΑΙΩΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ-ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Διδάσκουσα: Μπαλαμώτη Ελένη

ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΕΣ ΟΙΚΟΔΟΜΕΣ: ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΟΡΑΜΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ. που γέννησες και ανάθρεψες τους γονείς και τους παππούδες μας.

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ»

Ε.Μ.Π. ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΘΕΜΑ 6 ΤΟΜΕΑΣ 1 ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ

ΤΑ ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΜΕΤΟΧΙΑ ΣΤΟ ΝΕΡΟΚΟΥΡΟΥ

Νεοκλασική μορφολογία και βασικές αρχές δόμησης

ΟΜΟΔΟΣ ΟΨΕΙΣ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ. χατζηπέτρου_ελένη. Περιοχές-Όψεις

Πανεπιστήμιο Κύπρου ΑΡΗ 311. Τμήμα Αρχιτεκτονικής Εαρινό Εξάμηνο 2013 ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ. Χωριό: Πέρα Ορεινής Θέμα μελέτης: Προσόψεις.

Το ρωμαϊκό κράτος κλονίζεται

ι. ΣΤΑΔΙΟ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ ιι. ΣΤΑΔΙΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ιιι. ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ & ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ

ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΩΡΟΥ ΤΟΥ ΟΘΩΜΑΝΙΚΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ ΠΑΖΑΡ ΧΑΜΑΜ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ

Γενικό Λύκειο Καρπερού Δημιουργική Εργασία: Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ

Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ.

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν

ΛΕΥΚΟΣ ΠΥΡΓΟΣ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ

Βυζαντινά Μνημεία της Θεσσαλονίκης

ΘΕΜΑ: «Προτάσεις για την Τουριστική Ανάπτυξη και προβολή της Τοπικής Κοινότητας Στράτου» Κύρια πύλη δευτερεύουσα πύλη πύλη Ακρόπολης Παραποτάμια πύλη

Υπόγειο δίκτυο πρόσβασης Ένα νέο έδαφος

«Α σ τ ι κ ό π ε ρ ι β α λ λ ο ν τ ι κ ό μ ο ν ο π ά τ ι Λ α υ ρ ί ο υ»

n o 816 THE PRIVATE HOUSE. Κομψότητα νέας γενιάς στην καρδιά της Αθήνας

Α ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΟΙ ΔΗΜΟΤΕΣ ΞΕΝΑΓΟΥΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥΣ

ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Στο εν λόγω τεύχος παρουσιάζονται οι εκλαϊκευμένες κατευθύνσεις δόμησης σε τέσσερα παραρτήματα, ως εξής:

Προστασία και ανάπλαση του ιστορικού συνόλου της Χαλέπας Χανίων. Στο δρόμο προς την θεσμοθέτηση.

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

ΡΑΠΤΗΣ ΠΤΕΛΕΑ ΛΕΙΒΑΔΑΚΙ

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΠΛΑΝΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ. Αρχιτεκτονική. Περιβαλλοντική αρχιτεκτονική

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

Η Λίνδος απέχει 50 χλμ. νότια από την πόλη της Ρόδου. Ο οικισμός διατηρεί το χρώμα και την ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής. Κυρίαρχο στοιχείο ο

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

ΑΝΑΔΙΑΤΑΞΗ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΒΑΡΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ

Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΊΚΗΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ

Προστατευόμενα μνημεία και χώροι, στην Υπάτη και την ευρύτερη περιοχή

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

«ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΟΥ ΚΤΙΡΙΟΥ ΠΡΩΗΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΦΑΓΕΙΩΝ, ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΩΣ ΑΙΘΟΥΣΑ ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ»

ΝΑΥΠΛΙΟ Ταυτότητα του τόπου και αειφόρος ανάπτυξη. ΕΛΕΝΗ ΜΑΪΣΤΡΟΥ αρχιτέκτων καθηγήτρια ΕΜΠ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 9. "Χαλκίδα - Ιστορική Εξέλιξη και Σύγχρονα Ζητήματα Σχεδιασμού"

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΜΠΑΝΑΡΙΟΥ>> ΠΕΡΙΟΧΗ:ΚΑΣΤΑΝΙΑ ΔΗΜΟΣ ΣΕΡΒΙΩΝ-ΝΟΜΟΣ ΚΟΖΑΝΗΣ

Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική

ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΚΡΙΠΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ Α1 Β ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Πολυκατοικία. Γ. Σάββενας. Γιώργος Αρχιτέκτων Μηχ/κος Ε.Μ.Π. Πόλη της Ρόδου (Ανάληψη)

Ομάδα «Αναποφάσιστοι» : Αθανασοπούλου Ναταλία, Μανωλίδου Εβίτα, Μήτση Βασιλική, Στέφα Αναστασία

ΞΑΠΛΩΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ. Στρατηγική Συν-Κατοίκησης

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση.

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Β. ΓΙΑΤΗΧΑΛΚΙΔΑ. γενικά: πρωτεύουσα ν.ευβοίας 80 χλμ από την Αθήνα κάτοικοι επίσημα

Αποκατάσταση και Επανάχρηση κτιρίων (522) ΕΙΣΗΓΉΤΡΙΑ : ΣΟΦΙΑ ΜΑΡΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΕΜΠ. MSC ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΠΟΛΕΩΝ ΚΑΙ ΚΤΙΡΙΩΝ ΕΑΠ

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Της Μαρίας Αποστόλα

ΕΜΠ / ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ / ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ / ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2008

Η πρώτη οπτική επαφή με τα Αμπελάκια δίνει στον ταξιδιώτη την εντύπωση ότι αυτό το χωριό διαφέρει από τα άλλα... και όντως αυτό συμβαίνει.

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2016 Εκκλησίες της Σωτήρας. Πρόγραμμα Μαθητικών Θρησκευτικών Περιηγήσεων «Συνοδοιπόροι στα ιερά προσκυνήματα του τόπου μας»

Ιστορία της πόλης και της πολεοδομίας

Το Μεσαιωνικό Κάστρο Λεμεσού.

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη. 1. Ο χώρος τέλεσης της χριστιανικής λατρείας ονομάστηκε ναός

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης

Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ «ΑΓ. ΣΟΦΙΑ» Η ΝΕΚΡΟΠΟΛΗ

ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΟΜΗΜΕΝΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ ΣΤΑ ΖΑΓΟΡΟΧΩΡΙΑ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΒΙΤΣΑΣ

ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ. Μουσειακή παρουσίαση του οικοδομικού προγράμματος του Αυτοκράτορα Αδριανού. Μουσείο Ακρόπολης, Ισόγειο.

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 02/03/ :53:35 EET

Α.4.6. Οικιστικό απόθεμα

ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. Ερείπια μινωικού οικισμού μαρτυρούν κατοίκηση της ευρύτερης περιοχής των Έξω Λακωνίων σε παλαιότερες εποχές.

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

Κείμενο Εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού στο Πελέντρι. Ελληνικά

Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου

Η θεώρηση και επεξεργασία του θέματος οφείλει να γίνεται κυρίως από αρχιτεκτονικής απόψεως. Προσπάθεια κατανόησης της συνθετικής και κατασκευαστικής

/πόλη. Ορισµός-Ρόλος στην οθωµανική θρησκεία/π. Τυπολογία (κατασκευή)-οργάνωση χώρου, λειτουργία (προσφερόµενες υπηρεσίες)

Η Πόλη έξω από τα Â Ë

Ακολούθησέ με... στην Καστροπολιτεία του Μυστρά

γυναίκας που σύμφωνα με την παράδοση ήταν η Θεοδώρα, κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, η οποία είχε ασπασθεί το χριστιανισμό. Το 1430, με την κατάληψη

Ακολούθησέ με... στην Καστροπολιτεία του Μυστρά

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Τίρυνθας

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

ΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΣΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΙΣΤΟΡΙΑ 8 - ΕΜΒΑΘΥΝΣΕΙΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Θ.ΠΑΓΩΝΗΣ, Ε.ΜΙΧΑ ΣΠΟΥΔ. ΟΜΑΔΑ: Β.ΧΑΤΖΗΚΟΥΤΟΥΛΗ, Ε.ΝΕΟΦΥΤΟΥ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΧΕΔΙΩΝ. Το οικόπεδο μας ανήκει στον κύριο Νίκο Δαλιακόπουλο καθώς και το γειτονικό οικόπεδο.

ο εκτοπισμός της κατοικίας από το Γκαζοχώρι

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

Τα οθωμανικά μνημεία της πόλης της Μυτιλήνης

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Το οικόπεδο που μας δίνεται να αναπτύξουμε την κτιριακή σύνθεση χαρακτηρίζεται από την έντονη κλίση προς τη θάλασσα

ΤΑΞΗ Ε. Pc8 ΝΤΙΝΟΣ & ΒΑΣΙΛΙΚΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΑΠΟΤΥΠΩΣΕΙΣ

ΣΚΟΠΟΣ: Η σύνδεση της καλλιτεχνικής δημιουργίας με το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία ενός πολιτισμού.

Η Παγκόσμια Κληρονομιά της Κύπρου

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Transcript:

A ΦIEPΩMA KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 2-31 AΦIEPΩMA H αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης. Tου Kωστή Λιόντη Oθωμανικά μνημεία. Aποτελούν τεκμήρια της μεσαιωνικής περιόδου και έ- χουν κηρυχθεί διατηρητέα. Tης E. Xατζητρύφωνος Mεταβυζαντινή αρχιτεκτονική. Oι ναοί συγκροτούν ομάδα μνημείων με ιστορική και αρχιτεκτονική ενότητα. Tης M. Kαμπούρη Bαμβούκου H Aνω Πόλη. Iστορικά, δημογραφικά και πολεοδομικά χαρακτηριστικά του παραδοσιακού οικισμού Tου Aγι I. Aναστασιάδη H αρχιτεκτονική από τον 19ο στον 20ό αι. O εκσυγχρονισμός με νέα κτίρια και δημόσια έργα δίνει στην πόλη ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά. Tου Bασίλη Kολώνα H συνοικία των Eξοχών. Tου Bασίλη Kολώνα Bιομηχανικά κτίρια και σύνολα. H πιο «ευρωπαϊκή» από τις όψεις της νεώτερης αρχιτεκτονικής της πόλης (1870-1940). Tης Oλγας Tραγανού Δεληγιάννη Tα Λαδάδικα. Aπό λιτή α- γορά του λιμανιού... σε πολύχρωμη πιάτσα διασκέδασης... Tης Aλ. Kαραδήμου Γερόλυμπου Πυρκαγιά του 17 και ανασχεδιασμός. Πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες «παραμόρφωσαν» το εμπνευσμένο σχέδιο του Eμπράρ. Tης Aλ. Kαραδήμου Γερόλυμπου Aρχιτεκτονική του Mεσοπολέμου. Eντονη η οικοδομική δραστηριότητα, πρόσφερε στην πόλη μια σειρά νέων κτιριακών τύπων και μορφών. Tου Bασίλη Kολώνα H πρώτη μεταπολεμική περίοδος. H διάδοση και η προσαρμογή του μοντερνισμού στην αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης. Tου Nίκου Kαλογήρου Eξώφυλλο: Kτίσμα του 1907 σε σχέδια του Π. Aρραγκόνι για κατοικία του Aχμέτ Kαπαντζή. Σήμερα, μετά την ολοκλήρωση των εργασιών συντήρησης και αποκατάστασης φιλοξενεί την έδρα του Oργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας 97 (φωτ.: K. Λιόντης). Yπεύθυνος «Eπτά Hμερών»: BHΣ. ΣTAYPAKAΣ Aρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης H Θεσσαλονίκη είναι μία πόλη με πλούσιο, από κάθε άποψη, παρελθόν και ταυτόχρονα, από τις μόνες στον ελλαδικό χώρο με σταθερή φυσιογνωμία πόλεως, από την ί- δρυσή της ακόμη. Στην κάθε εποχή, προσαρμοσμένη, μετασχηματιζόταν χωρίς ποτέ να χάσει την έννοια του άστεως, με όλες του τις Eπιμέλεια αφιερώματος: K ΣTHΣ ΛIONTHΣ διαστάσεις: κοινωνική, οικονομική, πολεοδομική. Eξ αρχής χτισμένη στο μυχό του Θερμαϊκού, η γεωγραφική της θέση θέση κλειδί, υπολογίσιμη και πάντα ζωτική στα Bαλκάνια στάθηκε καθοριστικός παράγοντας. Tα υπόλοιπα ήρθαν ως αποτέλεσμα. O σημερινός πολεοδομικός ι- στός διασώζει κτίσματα ή ερείπια όλων των ιστορικών περιόδων. Iχνη με άλλα λόγια του κάθε κτήτορα που πέρασε από δω. Aν και μεμονωμένα χρωματίζουν τη σύγχρονη εικόνα της πόλης και υπενθυμίζουν τις επάλληλες παρουσίες πολιτισμών που διάβηκαν απ την πόλη. H αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης, με την τωρινή εκδοχή του ό- ρου, έχει αφετηρία το ρεύμα εκσυγχρονισμού που ξεκίνησε, σε μεγάλη κλίμακα, τις τελευταίες δεκαετίες του περασμένου αιώνα. Aκολουθώντας αρχιτεκτονικές καινοτομίες και νεωτερισμούς της εποχής, απέκτησε καθαρά ευρωπαϊκή φυσιογνωμία και ενισχύθηκε, έγινε πιο έντονος, ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας της. Hρθε όμως το μεγάλο πλήγμα του 1917. O Aύγουστος εκείνης της χρονιάς ήταν, για την όψη της πόλης, συμφορά. Tο λεγόμενο σήμερα ιστορικό κέντρο έγινε, σε 32 ώρες, στάχτη. H καταστρεπτικότητα της φωτιάς, αφού πρώτα έκαψε, σταμάτησε στον πολιούχο της πόλης, τον Aγιο Δημήτριο. Oι φλόγες αφάνισαν εμπορικά, κοινοτικά και βιοτεχνικά κτίρια, κατοικίες, καθώς και μνημεία. Σώθηκε μόνο η Aνω Πόλη. Παρά τη συμφορά, οι αρχές της εποχής κινήθηκαν δραστήρια. Ωστόσο, ο εμπνευσμένος ανασχεδιασμός της καμένης περιοχής, που έγινε αμέσως έπειτα από Διεθνή Eπιτροπή με επόπτη τον Γάλλο αρχιτέκτονα Eμπράρ, αντί να διαφυλαχτεί και ακολουθηθεί κατά γράμμα, αλλοιώθηκε. Kαθώς φαίνεται ερχόταν κόντρα στις πολιτικές και κοινωνικές νοοτροπίες Oψη του Mεσοπολέμου. H οδός Bενιζέλου στο ύψος του Aγίου Mηνά, εκεί που στρίβει το ηλεκτροκίνητο τραμ. (Φωτ. περ. «Tάμαριξ» T.χ 1, Iανουάριος 1977). των δεκαετιών που μεσολάβησαν ώς σήμερα. Oπως και αλλού στην Eλλάδα, δόθηκαν κι εδώ λύσεις μάλλον ευκαιριακές. Tο σχέδιο Eμπράρ ήταν ασύμφορο και καθόλου λειτουργικό στην εφαρμογή του για τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, το καθεστώς αντιπαροχής και το μόλις πρόσφατο «κόλπο» μεταφοράς συντελεστή δόμησης. Zυγίζοντας τις ευθύνες, βαραίνουν περισσότερο τους πολιτικούς άρχοντες και λιγότερο τους πολίτες, αφού αυτής της σπουδαιότητας αποφάσεις παίρνονται μόνο από τη δημόσια εξουσία και τις τοπικές αρχές. Eπικρατώντας λοιπόν αυτή η λογική, χάθηκε η ευκαιρία να αποκτήσει η πόλη μοντέρνα ανθρώπινη φυσιογνωμία και ταυτόχρονα, με προβλέψεις, να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες. H σημερινή όψη της Θεσσαλονίκης δεν διαφέρει και πολύ από άλλη ελληνική πόλη. Γιγαντώθηκε αρρωστημένα σε ύψος και σε πλάτος. Για να λυτρωθεί το κυκλοφοριακό, θυσιάζει κάθε ελεύθερο χώρο. Πανταχού η παρουσία του αυτοκινήτου. Mάλιστα, ζηλεύοντας άλλες πόλεις και για να βρίσκεται σε πλήρη αρμονία, σηκώνει, στα όρια της παραδοσιακής Aνω Πόλης, σύγχρονα οχυρά: πολυκατοικίες επτά πατωμάτων. Eτσι, βυζαντινές ή μεταβυζαντινές εκκλησίες, ή και γιατί όχι, οθωμανικά μνημεία, θάβονται βαθιά σε πηγάδες πολυκατοικιών. Kαι όλα κυλούν ωραία και λαμπρά καθώς ζούμε μεσοτοιχία με τα προγονικά μνημεία. Kι αν πάλι ποτέ χρειαστεί, όπως φέτος που έχουμε πυρετό με το χρίσμα της πολιτιστικής, τα καλούμε σε γενική επιστράτευση. Kατάλληλα, προσφέρονται για εθνικούς και πανηγυρικούς σκοπούς... Συνδέσεις με προηγούμενα δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα, ξεπεράσαμε τα όρια του πρέποντος και φτάσαμε στην οργή. Aς είναι. Tο αφιέρωμα πάντως δεν έ- χει προθέσεις και ύφος καταγγελίας. Bέβαια νήξεις για τα πιθανά λάθη υπάρχουν και πρέπει να υ- πάρχουν. O προσανατολισμός του όμως είναι άλλος. Mε κείμενα των συνεργατών και φωτογραφίες, στοχεύει στην ανάδειξη της αρχιτεκτονικής εικόνας όπως αυτή εμφανίζεται κατά θεματική και χρονική περίοδο. Για τη βυζαντινή άποψη και τα α- ντίστοιχα με αυτήν την περίοδο μνημεία της Θεσσαλονίκης, υπάρχει προηγούμενο αφιέρωμα των EΠTA HMEPΩN (25 Δεκ. 1992) και το σημερινό έρχεται ως λογική του συνέχεια. Yπενθυμίζουμε, επίσης, πως δημοσίευμα του Bασίλη Kολώνα στο αφιέρωμα «Oι Eβραίοι της Eλλάδας» (3 Mαρ. 1996), διερευνά και υπογραμμίζει τη συμβολή της εβραϊκής κοινότητας στον αρχιτεκτονικό εκσυγχρονισμό της Θεσσαλονίκης. Aκόμη, εικόνες της πόλης συναντά κανείς και στο αφιέρωμα «Θεσσαλονίκη 1916» (21 Iαν. 1996). Δημοσιεύονται εκεί φωτογραφίες, όψεις της πόλης πριν την αποτεφρώσει η πυρκαγιά του 17. Tέλος, πρέπει να διευκρινισθεί ότι η παράταξη των θεμάτων έγινε κατά χρονολογική σειρά. 2 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

Oθωμανικά μνημεία Tα σωζόμενα κτίρια αποτελούν τεκμήρια της μεσαιωνικής περιόδου και έχουν κηρυχθεί διατηρητέα Tης Eυαγγελίας Xατζητρύφωνος Aρχιτέκτονος YΠΠO OTAN η Θεσσαλονίκη έπεσε τελικά στα οθωμανικά χέρια στα 1430, ό- πως είναι γνωστό από τις πηγές, ή- ταν μια κατεστραμένη, άδεια πόλη από την μακρά πολιορκία και την ε- πακόλουθη λεηλασία. Oι προσπάθειες άρχισαν σχεδόν αμέσως ώστε να ξαναγυρίσει στη ζωή και να υπηρετήσει το σκοπό για τον οποίο και κατακτήθηκε: να συνεχίσει να είναι ότι ήταν για το Bυζάντιο στην υπηρεσία όμως της οθωμανικής αυτοκρατορίας: ένα σημαντικό εμπορικό λιμάνι και σημαντικό μεταπρατικό κέντρο στο βόρειο άκρο του Aιγαίου. Eτσι η πρώτη αυτή οθωμανική περίοδος χαρακτηρίζεται από ευνοϊκές συνθήκες προσέλκυσης πληθυσμού ποικίλης προέλευσης ε- θνικότητας και θρησκείας στη Θεσσαλονίκη και από έντονη οικοδομική δραστηριότητα που αναπτύσσεται επάνω στα σπαράγματα της βυζαντινής πόλης. Mε τις συνηθισμένες αρχαίες πρακτικές της λιθορυχίας, τη χρήση των παλιών δομικών υλικών και αρχιτεκτονικών μελών και ενσωμάτωσης, συχνά, παλιότερων ερειπίων στις νέες κατασκευές αναδύεται η νέα αρχιτεκτονική της πόλης. Tο γεγονός ότι η περίοδος αυτή είναι η χρονική συνέχεια της λαμπρής παλαιολόγιας περιόδου έχει βέβαια τη σημασία του τόσο από την άποψη της χωροθέτησης των νέων σημαντικών κτιρίων στον ιστό της πόλης. Eνα αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής που αναπτύσσεται στο β μισό του 15ου αιώνα στη Θεσσαλονίκη είναι η συνέχιση της βυζαντινής οικοδομικής παράδοσης και τεχνολογίας καθώς και οι έντονες βυζαντινές επιρροές στην αρχιτεκτονική. Eτσι η οθωμανική αρχιτεκτονική του 15ου αι., στη Θεσσαλονίκη, παρά το γεγονός ότι αντανακλά μια ε- πώδυνη ιστορική τομή είναι παράλληλα μια συνέχεια. Tο γεγονός, ότι υπεύθυνοι συντηρητές δημοσίων κτιρίων στην πόλη ήταν, σύμφωνα με πηγές, Eλληνες Xριστιανοί ίσως παίζει ρόλο σ αυτό. Στην ίδια περίοδο γίνονται μετατροπές θρησκευτικών κτιρίων με προσθήκες ή άλλες αλλαγές. Eτσι οι βυζαντινοί χώροι λατρείας, οι περισσότεροι χωρίς να χάσουν τη λατρευτική τους χρήση, μετατρέπονται από χριστιανικούς ναούς σε ι- σλαμικά τεμένη με επεμβάσεις αναγκαίες για τη θρησκευτική έκφραση της νέας εξουσίας. Oι υπόλοιποι ναοί, μη μπορώντας να έχουν την αναγκαία φροντίδα των χριστιανών που είναι πλέον μειοψηφία στην ί- Συνέχεια στην 4η σελίδα Tο Mπέη Xαμάμ, γνωστό ως λουτρά «Παράδεισος». Bρίσκεται την Eγνατία οδό, απέναντι στην Παναγία των Xαλκέων. Διπλό λουτρό, με αντρικό και γυναικείο τμήμα, κτίστηκε με εντολή του Mουράτ του B στα 1444, δηλαδή 14 χρόνια μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης. Στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας 97, πρόκειται να φιλοξενήσει στους χώρους του έκθεση με θέμα: «Kοσμική μεσαιωνική αρχιτεκτονική στα Bαλκάνια, 1300-1500 και η διατήρησή της» (φωτ.: K. Λιόντης). Tο Mπεζεστένι. Xτίστηκε γύρω στα 25 χρόνια μετά το Mπέη Xαμάμ. Ως κτίριο είναι ενδεικτικό της εμπορικής σημαίας της Θεσσαλονίκης. Hταν χώρος δοσοληψιών, διαπραγματεύσεων, φύλαξης πολύτιμων αγαθών και βέβαια εμπορίου. Στη διάρκεια των αιώνων δεν άλλαξε ποτέ η χρήση του. Περιελάμβανε πολλά μαγαζιά όπως και σήμερα. Στον ίδιο τύπο ανήκουν το Mπεζεστένι στις Σέρρες, στο Γαλατά, στο Σεράγιεβο, στη Λάρισα κ.α. (φωτ.: K. Λιόντης). KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH 3

Συνέχεια από την 3η σελίδα δια τους την πόλη, καταστρέφονται βαθμιαία και εξαφανίζονται. Tο ίδιο σε μεγαλύτερο βαθμό φαίνεται να συνέβει με όλα τα μεγάλα κτίρια της βυζαντινής περιόδου που τόσο για συμβολικούς λόγους όσο και για πρακτικούς μεταβλήθηκαν αργά ή γρήγορα σε οικοδομικό υλικό για νέες κατασκευές. Tα σωζόμενα Eίναι αλήθεια ότι τα λίγα οθωμανικά μνημεία που απέμειναν στη Θεσσαλονίκη, δεν κάνουν εύκολη υπόθεση το να αποκτήσει κανείς μια πλήρη εικόνα της ιστορικής περιόδου των 500 χρόνων της πόλης που ακολούθησε τη βυζαντινή. Oμως, παρ όλα αυτά τα σωζόμενα μνημεία είναι πολύ χαρακτηριστικά, ιδιαίτερα για την αρχιτεκτονική των δημόσιων κτιρίων της πρώτης φάσης της περιόδου αυτής. Eτσι α- πό τον 15ο αιώνα και τον 16ο έχουμε: 4 λουτρά, 1 τζαμί, ένα μπεζεστένι, ένα πτωχοκομείο το Aλατζά Iμαρέτ, το Λευκό Πύργο, τμήματα τειχών και του Eπταπυργίου, δύο μιναρέδες, έναν τάφο. Aπό τους ε- πόμενους αιώνες σώζονται λίγα κτίσματα όχι τα σημαντικότερα, ό- πως ένα ταφικό μνημείο, κάποιες βρύσες. Πρέπει να σημειώσουμε ό- τι κιβωτό για τα οθωμανικά μνημεία της Θεσσαλονίκης αποτελεί το βιβλίο του Bασίλη Δημητριάδη «Tοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά την Tουρκοκρατία 1430-1912», παρά τις όποιες αδυναμίες του σε διάφορες ερμηνείες που περιέχει. Oπως για όλα τα μνημεία της Θεσσαλονίκης, έτσι και για τα ο- θωμανικά αρχίζει μετά τους σεισμούς του 1978 μια νέα περίοδος που χαρακτηρίζεται από την έρευνα και τη συντήρησή τους. Tα περισσότερα από αυτά ήταν αφιερώματα και αποτελούν δημόσια κτίρια. Σήμερα είναι όλα κηρυγμένα μνημεία και προστατεύονται από το νόμο περί Aρχαιοτήτων από την αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Πολιτισμού, την 9η Eφορεία Bυζαντινών και Mεταβυζαντινών Aρχαιοτήτων. H αρχιτεκτονική και η ιστορία τους μιλούν για μια ακόμη όψη της πόλης. Tα κύρια σημεία της αρχιτεκτονικής τους είναι οι επιλογές για τη μετάβαση από την κυβική βάση ε- νός κτιρίου στον ημισφαιρικό τρούλο, οι τρόποι στήριξης και οι τρόποι πλινθοπερίκλειστης δόμησης, όπου συχνά οι περιοχές ανάμεσα στα πλίνθινα πλαίσια μιμούνται δόμους. Eνδεικτικά για την αρχιτεκτονική αυτή είναι τα σημαντικότερα μνημεία που σώζονται: Tο παλαιότερο Στην κατηγορία των δημόσιων λουτρών ανήκει το παλαιότερο κτίριο που σώζεται από την περίοδο αυτή στη Θεσσαλονίκη, το λεγόμενο Mπέη Xαμάμ. Tα δημόσια λουτρά της πόλης ήταν αφιερώματα συνδεδεμένα με κάποιο τέμενος ή ναό που είχε μετατραπεί σε τέμενος. Mε Tο πτωχοκομείο Aλατζα Iμαρέτ, από BΔ η κύρια είσοδος. Xτίστηκε από τον Iνεγκιόλ Iσαάκ Πασά στα 1484 και είναι έ- να από τα πιο ελκυστικά μνημεία της πρώτης οθωμανικής περιόδου στη Θεσσαλονίκη. O θρησκευτικός και ο κοινωνικός χαρακτήρας στα κτίρια αυτού του είδους, είναι δύσκολο να ξεχωρίσουν. O χώρος χρησιμοποιήθηκε μερικά χρόνια για καλλιτεχνικές εκδηλώσεις και σήμερα βρίσκεται στο στάδιο συντήρησης (φωτ.: K. Λιόντης). αυτή την έννοια το θρησκευτικό στοιχείο αποτελεί δέσμευση για τον σχεδιασμό, την εσωτερική λειτουργικότητα και την εξέλιξή τους. Tο Mπέη Xαμάμ, γνωστό σήμερα ως λουτρά «Παράδεισος» κτίστηκε κατ εντολήν του Mουράτ του B στα 1444, σύμφωνα με την επιγραφή του, δηλαδή 14 χρόνια μετά την ά- λωση. Eίναι τοποθετημένο επί της Eγνατίας οδού στο νότιο άκρο της περιοχής της ρωμαϊκής αγοράς και συμμετρικά προς αυτήν, απέναντι στην Παναγία των Xαλκέων. Δεν έχει ε- ρευνηθεί τι προϋπήρχε στην περιοχή αυτή. Tο Mπέη Xαμάμι είναι ένα διπλό λουτρό με ανδρικό και γυναικείο τμήμα. Bρίσκει κανείς εδώ μια τυπολογία που δείχνει όχι μόνον τις προθέσεις αλλά τις γνώσεις την εμπειρία και τη συνθετική ικανότητα του αρχιτέκτονα που συνεδύασε τη βυζαντινή αντίληψη με τις απαιτήσεις της εποχής του. Oι αρχιτεκτονικές λύσεις που χρησιμοποιούνται στο κτίριο συγκρίνονται με αυτές σημαντικών κτιρίων της ίδιας εποχής ή και προγενέστερων στην Προύσα κυρίως και στην περιοχή της. H δόμηση είναι από πλίνθους και αργούς λίθους. O πλούτος της αρχιτεκτονικής σύνθεσης αλλά και αυτός της ε- σωτερικής διακόσμησης με τους σταλακτίτες των τρούλων και των λοφίων των ζεστών χώρων και τις τοιχογραφίες των μεγαλύτερων τρούλων είναι μοναδικός. Σήμερα αποκατεστημένο κατά το ήμυσι πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για πρώτη φορά ως εκθεσιακός χώρος φιλοξενώντας την έκθεση «Kοσμική μεσαιωνική αρχιτεκτονική στα Bαλκάνια, 1300 1500, και η διατήρησή της». Mπεζεστένι Σχεδόν δυόμισι δεκαετίες μετά το σουλτανικό αυτό λουτρό, χτίζεται το Mπεζεστένι της Θεσσαλονίκης, ένα καίριο, για την πόλη κτίριο και ενδεικτικό για την εμπορική της σημασία. Aπλό στην τυπολογία του, με έξι ίσους ημισφαιρικούς μολυβδοσκέπαστους τρούλους, με δίδυμα τόξα σε δύο ισχυρότατους εσωτερικούς πεσσούς και χαρακτηριστική δόμηση με πλίνθους και λίθους, α- ποτελούσε χώρο δοσοληψιών και διαπραγματεύσεων, φύλαξης πολύτιμων αγαθών και τρέχοντος εμπορίου υφασμάτων και πολύτιμων λίθων. Περιελάμβανε πολλά μαγαζιά, όπως και σήμερα, αλλά με διαφορετικό περιεχόμενο. H χρήση του ως κέντρου εμπορίου δεν άλλαξε ποτέ, μόνον προσαρμόστηκε στην αλλαγή των αναγκών και των εποχών. Mπεζεστένια σαν αυτό της Θεσσαλονίκης χτίστηκαν πολλά κατά τον 15ο και 16ο αιώνα, όσο η οθωμανική αυτοκρατορία επεκτεινόταν και ανερχόταν οικονομικά. Στον τύπο του Mπεζεστενίου Θεσσαλονίκης ανήκουν αυτό των Σερρών, του Γαλατά στην Kωνσταντινούπολη, του Σεράγιεβο, της Λάρισας κ.ά. Σήμερα το Mπεζεστένι της Θεσσαλονίκης, αναστηλωμένο πλέον, είναι επισκέψιμο και στους χώρους πάνω από τα ισόγεια καταστήματα, με δυνατότητες παραλαβής νέων χρήσεων πολιτιστικού χαρακτήρα. Λίγα χρόνια αργότερα, στα 1484, χτίζεται ένα από τα πιο ελκυστικά κτίσματα αυτής της περιόδου, το πτωχοκομείο Aλατζά (πολύχρωμο) Iμαρέτ από τον Iνεγκιόλ Iσαάκ Πασά. Tο κτίριο έχει έναν δίδυμο κεντρικό χώρο με δύο τρούλους, που πλαισιώνεται από τέσσερις μικρότερους τρουλαίους χώρους συμμετικά και βαθμιδωτά δίπλα στον κεντρικό. Στη δυτική πλευρά μπροστά στην κύρια είσοδο ένα τρουλαίο προστώο με τον κεντρικό του τρούλο ψηλώτερο από τους άλλους, ενώ στη νότια πλευρά υψωνόταν ο πολύχρωμος μιναρές, σήμερα μισογκρεμισμένος. Tο μνημείο κτίστηκε με εξαιρετική φροντίδα από άριστα υλικά πλίνθοι και λαξευμένοι λίθοι σε πλινθοπερίκλειστο σύστημα. Θύρες και παράθυρα είναι πλαισιωμένα με μαρμάρινα πλαίσια και στο εσωτερικό οι τοίχοι και οι τρούλοι καλυμμένοι με φυτόμορφο ζωγραφικό διάκοσμο και διακοσμητική επιγραφή, ενώ ένα νεώτερο ανάγλυφο μιχράμπ κοσμεί την ανατολική πλευρά του κεντρικού χώρου. Aξίζει να σημειώσουμε ότι στα κτίρια του είδους αυτού ο λατρευτικός και ο κοινωνικός χαρακτήρας είναι δύσκολο να ξεχωρίσουν. Σήμερα το Aλατζά Iμαρέτ, αφού χρησιμοποιήθηκε μερικά χρόνια για προγράμματα ειδικής κατάρτισης του Δήμου Θεσσαλονίκης και για καλλιτεχνικές εκδηλώσεις είναι αντικείμενο εργασιών συντήρησης με σκοπό να συνεχίσει την ύπαρξή του ως χώρος πολιτισμού. Aπό την πρώτη αυτή οθωμανική περίοδο στη Θεσσαλονίκη σώζεται ένα μόνο τζαμί, το λεγόμενο Xαμζάμπεη γνωστό από τον κινηματογράφο που στεγαζόταν εκεί, το «Aλκαζάρ». Παρά την κεντρική του θέση σήμερα δίπλα στο δημαρχείο επί 4 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

της Eγνατίας οδού, ήταν περιφερειακό τέμενος. Xτίζεται στα 1467 την εποχή του Mουράτ του B με εντολή της κόρης του Xαμζάμπεη προς τιμή του. Aργότερα γίνονται αλλαγές και προσθήκες μεταξύ των οποίων και ένας μιναρές. Tο όλο συγκρότημα προσαρμόζεται στην ύπαρξη παρακείμενου λουτρού που δεν σώζεται σήμερα και φθάνει στη σημερινή του μορφή περί τα 1620. Tο κύριο κτίσμα είναι ένας μεγάλος απλός τρουλαίος χώρος, περιστοιχισμένος με στοές και ένα αίθριο με περίστωο. Στον 20ό αι. επί χρόνια η χρήση του λατρευτικού αυτού μνημείου ήταν εμπορική. Σήμερα, με σημαντικές ζημιές από τους σεισμούς, μετά τη διεξαγωγή αρχιτεκτονικής τεκμηρίωσης, εκπονειται μελέτη α- ναστήλωσης με σκοπό τη χρησιμοποίησή του για πολιτιστικούς σκοπούς. Aλλα λουτρά Tο τζαμί Xαμζάμπεη, γνωστό ως «Aλκαζάρ» από τον κινηματογράφο που στεγαζόταν εδώ. Περιφερειακό τέμενος, χτίστηκε στα 1467 και είναι το μόνο σωζόμενο τζαμί από την πρώτη οθωμανική περίοδο. Στον 20ό αι. και μέχρι σήμερα η χρήση του μνημείου είναι εμπορική. Mετά τους σεισμούς έγινε μελέτη αναστήλωσης, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχουν ξεκινήσει εργασίες (φωτ.: K. Λιόντης). O τουρμπές (μαυσωλείο) Mούσα Mπάμπα, στην πλατεία Tερψιθέας στην Aνω Πόλη. Eίναι ένα από τα οψιμότερα οθωμανικά μνημεία της Θεσσαλονίκης (φωτ.: K. Λιόντης). Eνα άλλο σημαντικό κτίριο της κατηγορίας των δημόσιων λουτρών είναι το λουτρό της αγοράς Παζάρ Xαμάμ γνωστό παλαιότερα και ως Γιαχουντί Xαμάμ, αλλά και με άλλα ονόματα που δείχνουν τις αλλαγές που υπέστη ως προς τη χρήση του ή ως προς τη σημασία του στην περιοχή. Oικοδομήθηκε ως αφιέρωμα του Xαλίλ Aγά, αξιωματούχου του χαρεμιού της Πύλης, λίγο πριν το 1500 στο κέντρο της εμπορικής περιοχής κοντά στα παραθαλάσσια τείχη. Mεγάλες επεμβάσεις επισκευής έγιναν σε αυτό κατά τον 19ο αιώνα, οι ο- ποίες στην ουσία επιβάρυναν το κτίριο. Aρχαίο υλικό αρχιτεκτονικών μελών από τα ρωμαϊκά, παλαιοχριστιανικά, βυζαντινά κτίρια έχει χρησιμοποιηθεί τόσο στην αρχική οικοδόμηση του κτιρίου όσο και στις ε- πισκευές του. Διπλό λουτρό και αυτό, έχει τη χαρακτηριστική οθωμανική αρχιτεκτονική με τις βυζαντινές επιδράσεις στο σύστημα κατασκευής και δόμησης, με πλούσιο ε- σωτερικό διάκοσμο από σταλακτίτες και σταμπωτές διακοσμήσεις στο κονίαμα και με ενδιαφέρουσες κατασκευαστικές λύσεις. Eίναι θαμμένο περί τα δύο μέτρα στο έδαφος είχε κλεισμένες τις κύριες όψεις του μέχρι πρόσφατα από προσκτίσματα και ακόμα μέχρι τώρα είναι μεγάλο μέρος του στα χέρια αυθαίρετων χρηστών. Σήμερα αναστηλώνεται και μια ευρεία επέμβαση ανάπλασης γίνεται στην περιοχή του. Δυο δεκαετίες μετά το Λουτρό της Aγοράς, γύρω στα 1520 χτίζεται το Λουτρό Πασά Xαμάμ γνωστό ως «Φοίνικας» από τον Kεζερίμ Kασίμ Πασά, σαντζάκμπεη της Θεσσαλονίκης, κοντά στα δυτικά τείχη. Eίνα έ- να μονό λουτρό πάνω σχεδόν στο δυτικό οκτάγωνο της παλαιοχριστιανικής Θεσσαλονίκης λίγο νοτιότερα από το πρόπυλο της μονής του γνωστού βυζαντινού ναού των Aγ. Aποστόλων. Tο κτίριο είναι απλούστερο από τα προηγούμενα, αλλά η δόμησή του είναι εξαιρετικά επιμελημένη. Xρησιμοποιήθηκε ως λουτρό μέχρι το 1978 και από τότε είναι κενό, ενώ μια μελέτη τεκμηρίωσης έχει γίνει από την αρμόδια υπηρεσία. Eνδιαφερόμενοι πολίτες έχουν επίσης κάνει ενέργειες για την ανάδειξή του. Bόρεια του ναού του Aγίου Δημητρίου βρίσκεται το λεγόμενο Γιενί Xαμάμ, το γνωστό σήμερα κέντρο πολλαπλών χρήσεων «Aίγλη». Πρόκειται για πολύ μεγάλο κτίσμα διπλού λουτρού που σήμερα σώζεται μόνον κατά το ένα τρίτο περίπου, α- φού είναι κατεδαφισμένοι όλοι οι ζεστοί χώροι του. Eίναι και αυτό από τη βοριοδυτική πλευρά του θαμμένο περί τα 2,5 μέτρα, στο μήκος της οδού Kασσάνδρου. Φέρεται ότι ανήκε στο συγκρότημα του αφιερώματος του Kασιμιέ Tζαμί, που ήταν ο ναός του Aγ. Δημητρίου και ότι κτίστηκε το 1531. Yπάρχουν όμως ενδείξεις στις πηγές ότι πιθανόν παλιότερο λουτρό να βρισκόταν εκεί, η υπόθεση όμως δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς. Πάντως σημαντικές ε- πεμβάσεις και επισκευές της οθωμανικής περιόδου είναι ορατές στο μνημείο. Eπιπλέον οι σημερινοί δυο τρουλαίοι χώροι υποδοχής που σώζονται έχουν ενοποιηθεί στον 20ο αιώνα για να παραλάβουν σύγχρονες χρήσεις. Eίναι το μόνο από τα ο- θωμανικά μνημεία της κατηγορίας του στη Θεσσαλονίκη που γίνεται χρήση πέτρινων μεγάλων δόμων και όχι μόνον χρήση του πλινθοπερίκλειστου συστήματος. Kαι το τελευταίο όμως χρησιμοποιήθηκε εδώ μ έναν ιδιαίτερο τρόπο. Σύμφωνα με ορισμένα ερευνητικά συμπεράσματα πιθανότατα το κτίσμα να έγινε σύμφωνα με τα πρότυπα του περίφημου αρχιτέκτονα Σινάν. Λευκός Πύργος H οικοδόμηση του συμβόλου της Θεσσαλονίκης, του Λευκού Πύργου, με τη μορφή που μας είναι γνωστός, προς το παρόν τοποθετείται χρονολογικά σ αυτή την ιστορική περίοδο, δηλαδή περί το 1535 επί Σουλεϊμάν του Mεγαλοπρεπούς στο πλαίσιο μιας ευρείας επισκευής. H μεγάλη ομοιότητά του όμως με τον πύργο του Pούμελι Xισάρ του 1451 2 καθώς και ορισμένα πρώιμα διακοσμητικά στοιχεία στη δόμησή του της εξωτερικής δυτικής όψης, δικαιολογεί την υπόθεση ότι στα 1531 2 έγιναν στην πραγματικότητα μόνον επισκευές και προσθήκες σε προϋπάρχον κτίσμα. Tο μνημείο είχε χρήση φυλακής, φημισμένης για τη σκληρότητά της και ήταν γνωστό ως Πύργος του Aίματος. O τοίχος του περιβόλου του δεν υπάρχει πια γκρεμίστηκε μαζί με τα παραλιακά τείχη. Σήμερα ο Λευκός Πύργος, α- ναστηλωμένος πλέον είναι μουσείο και στεγάζει στους χώρους του έκθεση για την παλαιοχριστιανική Θεσσαλονίκη και ένα αναψυκτήριο στον τελευταίο όροφο. Mετασκευές και φάσεις μεγάλων τμημάτων των τειχών της πόλης και ορισμένοι πύργοι ανήκουν επίσης στην οθωμανική της περίοδο, όπως για παράδειγμα ο πύργος του Tριγωνίου, στα ανατολικά τείχη, χτισμένος στη γνωστή σε μας μορφή στα μέσα του 16ου αιώνα. Tο ίδιο ισχύει για κάποιες επεμβάσεις στο Eπταπύργιο. Kάποια μικρότερα και οψιμότερα μνημεία, όπως ένα ιδιωτικό λουτρό στην Aνω Πόλη, το Mαυσωλείο του Mουσά Mπαμπά στην Πλατεία Tερψιθέας, σώζονται ακόμη σήμερα. Συστήματα ύδρευσης έχουν επίσης εντοπιστεί, αλλά το υλικό αυτό δεν έχει καταγραφεί ακόμη. Aξίζει να αναφέρουμε ότι τα οθωμανικά μνημεία άρχισαν να μελετώνται μερικά χρόνια μετά το σεισμό του 1978 και συνεπώς δεν είναι ε- παρκώς δημοσιευμένα. Iδιαίτερα η εσωτερική διακόσμησή τους και η ζωγραφική δεν έχουν καθόλου μελετηθεί. Aνασκαφική έρευνα γύρω από τα μνημεία αυτά, η οποία θα έδινε στοιχεία για τον βυζαντινό ιστό της πόλης και τον τρόπο ή τις συνθήκες που τα οθωμανικά κτίρια τοποθετήθηκαν σ αυτόν, δεν έχει γίνει γνωστό και το αστικό περιβάλλον δυσκολεύει επιπλέον μια τέτοια προοπτική. H υπόθεση ότι τα μνημεία της πρώιμης οθωμανικής περιόδου είναι δυνατό να περικλείουν στοιχεία και πληροφορίες για την προγενέστερη από αυτά και τη σύγχρονή τους ιστορία συνήθως δεν α- ντιμετωπίζεται με επάρκεια δια διάφορους αντικειμενικούς λόγους. Παράλληλα, τα μνημεία της περιόδου αυτής είναι σχεδόν τα μόνα μεσαιωνικά μνημεία που λόγω του χαρακτήρα και του είδους τους είναι σε θέση να παραλάβουν νέες χρήσεις σήμεα και να εμπλουτίσουν το δυναμικό των πολιτιστικών χώρων της Θεσσαλονίκης. KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH 5

Mεταβυζαντινή αρχιτεκτονική Oι ναοί συγκροτούν ομάδα μνημείων με ιστορική και αρχιτεκτονική ενότητα Tης Mαρίας Kαμπούρη Bαμβούκου Eπ. Kαθηγήτριας Aρχιτεκτονικής H MAKPOXPONH περίοδος της τουρκοκρατίας στη Θεσσαλονίκη, α- ποτέλεσμα της πτώσης της πόλης στα χέρια των Tούρκων το 1430, χαρακτηρίζεται από αλλεπάλληλες καταστροφές, δοκιμασίες, διωγμούς, αλλά και ασταμάτητες προσπάθειες συνέχισης της πολιτιστικής παράδοσης και ανάκτησης της ελευθερίας της. Mέσα σε ένα καθεστώς δημογραφικών αλλαγών, εθνικών και γλωσσικών ανακατατάξεων, εκπατρισμών και νέων εποικισμών θα α- ναπτυχθεί η τέχνη, η γνωστή ως μεταβυζαντινή, συνέχεια της τέχνης της άλλοτε κραταιάς αυτοκρατορίας του Bυζαντίου. H Θεσσαλονίκη, κέντρο του Eλληνισμού με αδιάσπαστη ιστορική συνέχεια, έχει να επιδείξει σε όλους τους δύσκολους αυτούς χρόνους μια ξεχωριστή ανοδική οικονομική πορεία και πολιτιστική ακτινοβολία στον ευρύτερο χώρο των Bαλκανίων. Iδιαίτερο χαρακτηριστικό της πόλης αποτελεί η σύνθεση του πληθυσμού της από τρεις διαφορετικές ε- θνότητες, την ελληνική, την τουρκική και την εβραϊκή. H εγκατάσταση των Eβραίων είναι ένα γεγονός δεμένο άρρηκτα με την τύχη και την ι- στορική πορεία της πόλης. Στα τέλη του 18ου αι., αρχές του 19ου αι., έ- πειτα από πολλές ανακατατάξεις, η εθνικοθρησκευτική σύνθεση του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης διαμορφώνεται ως εξής: οι Mουσουλμάνοι (Tούρκοι, Nτονμέδες, Aλβανοί...) ανέρχονται σε 30 χιλιάδες, οι Eλληνες σε 16 και οι Eβραίοι σε 12 χιλιάδες. Σταυροδρόμι H Θεσσαλονίκη, τόπος συνάντησης ανάμεσα σε Aνατολή και Δύση, σταυροδρόμι εμπορικών δρόμων και θαλάσσιων επικοινωνιών, θα παραμείνει μια δεσπόζουσα κυριαρχική πόλη στα νότια Bαλκάνια σε όλη την Tουρκοκρατία. Mια πόλη, από τις πιο γραφικές και γοητευτικές με την ποικιλία και τον πλούτο των μνημείων και της αρχιτεκτονικής της. Oι ξένοι ταξιδιώτες και περιηγητές μιλούν γι αυτήν με θαυμασμό και ενδιαφέρον στις ταξιδιωτικές αναμνήσεις και διηγήσεις τους. Eντυπωσιάζονται από τα ψηλά μεσαιωνικά κάστρα με τους ογκώδεις πύργους, τις ωραίες βυζαντινές εκκλησίες στεφανωμένες με τους τρούλους, τα τζαμιά με τους πανύψηλους μιναρέδες, τις μικρές και σκιερές πλατείες, τη γεμάτη κίνηση και ζωντάνια εμπορική αγορά και τη ζεστή αρχιτεκτονική των σπιτιών της με τα διάτρητα καφασωτά και τα πολλαπλά σαχνισιά 2. O Aγιος Mηνάς, δυτική όψη, η είσοδος. Aπό το 1806 κάηκε δύο φορές και ξαναχτίστηκε. H σημερινή του μορφή, κτίσμα του 1852, είναι έργο του αρχιτέκτονα Pάλλη Πλιούφου (φωτ. K. Λιόντης). Θαυμάζουν το ευρύχωρο λιμάνι με τα χιλιάδες αραγμένα καράβια, το ζωντανό πλήθος των ναυτικών, ε- μπόρων, εργατών που ξεχύνεται στους γραφικούς και δαιδαλώδεις δρόμους. Mιλούν για τις απασχολήσεις των κατοίκων, τις ενδυμασίες τους, χωρίς να παραλείπουν να σχολιάζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τη νοοτροπία των τριών θρησκευτικών ομάδων που κατοικούν σ αυτήν. H Θεσσαλονίκη δεν είναι μόνο ένα μεγάλο εμπορικό και οικονομικό κέντρο της Mακεδονίας και των Bαλκανίων. Eίναι συγχρόνως μια πόλη με πνευματική και καλλιτεχνική δραστηριότητα, όπου οι τέχνες συνεχίζουν να αναπτύσσονται με περισσή δημιουργικότητα και φαντασία. Oι ξένοι ταξιδιώτες, όπως ο Ami Boué (αρχές του 19ου αι.), δίνουν τη πρώτη θέση στους Eλληνες τεχνίτες της πόλης. Ωστόσο, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν για τον Eλληνισμό μετά την Aλωση είχαν αρνητικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη της τέχνης και ιδιαίτερα της αρχιτεκτονικής. Tαπεινές και απέριττες Aπό τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα τέχνης των χρόνων της τουρκοκρατίας στη Θεσσαλονίκη είναι οι μεταβυζαντινές εκκλησίες, ταπεινές και απέριττες, ενδεικτικές, ω- στόσο, του καλλιτεχνικού μαρασμού στον οποίο οι κατακτητές θέλησαν να καταδικάσουν το ελληνικό στοιχείο με τις απαγορεύσεις τους. Eίναι γνωστό ότι οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης, όπως άλλωστε και όλοι οι χριστιανοί, δεν είχαν δικαίωμα να χτίζουν καινούργιους ναούς, η δε επισκευή των παλιών απαιτούσε ειδική άδεια. Oι πηγές διασώζουν ονόματα προκρίτων και πλούσιων Θεσσαλονικέων που κατάφερναν να ξεπερνούν τα εμπόδια αυτά με γενναιόδωρες προσφορές στον σουλτάνο και τις ε- παρχιακές αρχές. Oι μεταβυζαντινοί ναοί, οι περισσότεροι συγκεντρωμένοι στο ανατολικό μέρος της πόλης, κατά μήκος του «Φαρδύ» δρόμου των Eλλήνων της σημερινής Eγνατίας αποτελούσαν τους πυρήνες γύρω από τους οποίους οργανώθηκε η θρησκευτική και κοινωνική ζωή των χριστιανών. Στους σκοτεινούς αιώνες μετά το 1453, η ορθόδοξη πίστη υ- πήρξε το καταφύγιο και η παρηγοριά του υπόδουλου ελληνικού λαού. Oι Eλληνες της Θεσσαλονίκης, συσπειρωμένοι γύρω από τις περιφρονημένες από τους Tούρκους εκκλησίες α- γωνίζονταν να περισώσουν ό,τι μπορούσαν από την πνευματική και καλλιτεχνική τους κληρονομιά. H συνοικία του Aγίου Aθανασίου, η περιοχή γύρω από την Kαμάρα και το Iπποδρόμιο αποτελούσαν ένα συγκρότημα ελληνικών συνοικιών που ήταν, ό- πως αναφέρει και ο καθηγητής Aπ. Bακαλόπουλος, ό,τι το Φανάρι για την Πόλη. Oι χριστιανικοί ναοί κρυμμένοι πίσω από σπίτια, μικρομάγαζα και παπαδικά, σε αντίθεση με τις εβραϊκές συναγωγές που ήταν πάνω στους δρόμους, όπως παρατηρεί ο Γάλλος ιεραπόστολος Souciet (1735), αποτελούν τους καλύτερους μάρτυρες των δύσκολων χρόνων της πόλης κάτω από τον τουρκικό ζυγό. Oι μεταβυζαντινές εκκλησίες, ως κτίσματα του μεγαλύτερου αστικού κέντρου της Mακεδονίας, δεν μπορούν να συγκριθούν με τα μεγάλα μοναστηριακά καθιδρύματα του 16ου και 17ου αι., της πιο λαμπρής, χωρίς υ- περβολή, περιόδου της μεταβυζαντινής μοναστηριακής αρχιτεκτονικής. Tα μοναστηριακά συγκροτήματα με τα καθιερωμένα προνόμια από την ο- θωμανική εξουσία θα αποτελέσουν σημαντικές εστίες καλλιτεχνικής δραστηριότητας και θα δώσουν εξαιρετικά δείγματα ναοδομίας (Aθως, Mετέωρα), τη στιγμή που ο υπόλοιπος Eλληνισμός περνά μια βαθιά οικονομική και πνευματική κρίση. Στη θέση παλαιών Σύμφωνα με τις πηγές, οι περισσότεροι μεταβυζαντινοί ναοί έχουν κτιστεί στη θέση παλαιοτέρων βυζαντινών. Bρίσκουμε στα κείμενα ότι στις δύο πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. ανακαινίσθηκαν ή επισκευάστηκαν τουλάχιστον επτά από τις δώδεκα μεταβυζαντινές εκκλησίες, που, δυστυχώς, στις μέρες μας, έχουν υποστεί πολλές αλλοιώσεις. H οικοδομι- 6 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

κή αυτή δραστηριότητα συμπίπτει με μια γενικότερη οικονομική και πνευματική άνθηση που γνώρισε το ελληνικό στοιχείο της πόλης από τον 18ο αιώνα και εξής. Aπό τις 12 χριστιανικές εκκλησίες της Tουρκοκρατίας έχουν σωθεί μέχρι σήμερα οι εξής: ο Aγιος Aθανάσιος, η Παναγία η Γοργοεπήκοος ή Παναγούδα, η Yπαπαντή, η Παναγία η Λαγωδιανή ή Λαγουδιάτου, η Παναγία η Tρανή, η Nέα Παναγία, ο Aγιος Aντώνιος και ο Aγιος Mηνάς. Oι υπόλοιποι πέντε έχουν ξανακτιστεί πρόσφατα στις παλαιότερες θέσεις τους 3. Tύπος και χαρακτηριστικά Oι παραπάνω ναοί αποτελούν μια ομάδα μνημείων με ιστορική και αρχιτεκτονική ενότητα και ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Aνήκουν στον τύπο της τρίκλητης ξυλόστεγης βασιλικής, που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. H επικράτηση αυτή ερμηνεύτηκε από ορισμένους μελετητές ως προσπάθεια αναβίωσης παλαιοχριστιανικών προτύπων και σχετίστηκε με τη δράση του πατριάρχη Kαλλινίκου του Δ. H γενικευμένη χρήση του τύπου, πάντως, πρέπει να θεωρηθεί α- ποτέλεσμα πολλών συγχρόνως παραγόντων, όπως κατασκευαστικών, λειτουργικών, κοινωνικών και συμβολικών. Oι εκκλησίες αυτές δεν έχουν νάρθηκα, ούτε, όμως, και την τόσο τυπική εξωτερική στοά (χαγιάτι), που σε σχήμα Π ή Γ περιέχει συνήθως τους μεταβυζαντινούς ναούς. Aνάμεσα στα κοινά τυπολογικά χαρακτηριστικά τους αξίζει να επισημάνουμε την ύπαρξη πρόναου ή προστώου στο δυτικό μέρος του ναού, όπως και την εμφάνιση του γυναικωνίτη, στοιχείου αρκετά όψιμου στις μεταβυζαντινές εκκλησίες. Aλλες ομοιότητες παρατηρούνται σε επί μέρους μορφολογικά και κατασκευαστικά στοιχεία, όπως στη διαμόρφωση των α- νοιγμάτων, στις τοιχοποιίες και στα διάφορες διακοσμητικά στοιχεία, των οποίων ορισμένα πρότυπα βρίσκονται στην ισλαμική αρχιτεκτονική. Xαρακτηριστικό παράδειγαμ η χρήση της φαλτσογωνιάς με τους ψευδοσταλακτίτες στους εξωτερικούς τοίχους μερικών μνημείων (Aγιος Aθανάσιος, Παναγία η Γοργοεπήκοος). Tα παραπάνω στοιχεία καθώς και άλλα διακοσμητικά θέματα δεν προκύπτουν πάντα από οικοδομικούς ή πρακτικούς λόγους, αλλά α- ποτελούν και ένα είδος μανιέρας. Aνανέωση O Aγιος Aθανάσιος στην Eγνατία οδό, N.A. άποψη. Eγχάραγμα στο υπέρθυρο της νότιας εισόδου μας δίνει την ημερομηνία οικοδόμησης: 15 Nοεμβρίου 1818 (φωτ.: K. Λιόντης). Aπό τα μέσα του 19ου αι., η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική γνωρίζει μια ανανέωση, αποτέλεσμα της τάσης εκσυγχρονισμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά και της ελευθερίας δράσης που είχαν αποκτήσει οι διάφορες εθνικοθρησκευτικές κοινότητες μετά το 1856 (έτος καθιέρωσης του Xάτι Xουμαγιούν) σχετικά με την επισκευή ή την ανέγερση εκκλησιών, κοινοτικών κτιρίων, εκπαιδευτηρίων, νοσοκομείων κ.ά. Eνα πρώτο δείγμα της ανανεωτικής αυτής τάσης αποτελεί ο Aγιος Mηνάς (1852) έργο του αρχιτέκτονα Pάλλη Πλιούφου, με εξωτερική στοά σε σχήμα Π γύρω από τον κεντρικό πυρήνα της τρίκλιτης βασιλικής. H Aγιος Aντώνιος. H δυτική όψη και η κύρια είσοδος του ναού (φωτ.: Γ. Πούπης). σύνθεση αυτή επιτρέπει μεγαλύτερες διαστάσεις, ανάταση στο εσωτερικό του ναού και σε συνδυασμό με τα πολλά και μεγάλα παράθυρα δημιουργεί μία άλλη αίσθηση μεγαλοπρέπειας. H δημιουργία του τύπου της βασιλικής με περιστύλιο, οργανικά δεμένο με τον πυρήνα του ναού, μπορεί να ερμηνευτεί κυρίως ως ο- φειλόμενη σε κατασκευαστικούς λόγους ή και στη συνεχή αύξηση του πληθυσμού. O Aγιος Mηνάς, παρά τους νεωτερισμούς του, παραμένει ένα παράδειγμα θρησκευτικού κτίσματος, πολύ κοντά ακόμη στη μεταβυζαντινή παράδοση, ένα κτίσμα που φανερώνει τις στενές καλλιτεχνικές σχέσεις που υπήρχαν πάντα ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και την Kωνσταντινούπολη. Eκτός από τις μεγαλύτερες διαστάσεις των ναών, την εξωτερική στοά, τα πολλά και μεγάλα παράθυρα, τις επιμελημένες τοιχοποιίες, έ- να άλλο χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό στοιχείο της τελευταίας περιόδου της τουρκοκρατίας, είναι η κατασκευή των καμπαναριών, η χρήση των οποίων ήταν απαγορευμένη έως τότε. Aντιπροσωπευτικό δείγμα αποτελεί το κωδωνοστάσιο της Παναγίας Γοργοεπηκόου (1867), ελεύθερο στο χώρο, σε αντίθεση με άλλα κωδωνοστάσια, που είναι ενσωματωμένα στο ογκομετρικό περίγραμμα του ναού. H άνθηση της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής συνεχίζεται σε όλο το τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. και μέχρι την απελευθέρωση το 1912. Kτίζονται νέες εκκλησίες τόσο μέσα στον παραδοσιακό ιστό της πόλης, όσο και στις νέες συνοικίες εκτός των τειχών. Tα μνημεία της περιόδου αυτής, η Eυαγγελίστρια (1875), ο Συνέχεια στην 8η σελίδα KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH 7

τα ξυλόγλυπτα τέμπλα. Στην ίδια τεχνική με το τέμπλο ήταν δουλεμένα συνήθως και τα εκκλησιαστικά έπιπλα, οι άμβωνες, οι δεσποτικοί θρόνοι, τα αναλόγια, πολλές φορές δε και τα στασίδια. Xαρακτηριστικό δείγμα μεταβυζαντινής εκκλησιαστικής ξυλογλυπτικής στη Θεσσαλονίκη αποτελεί το τέμπλο της Nέας Παναγίας (18ος αιώνας), συνδυασμός χαμηλού ανάγλυφου και διάτρητου διακόσμου. Παράλληλα με τα ξυλόγλυπτα αυτά εικονοστάσια, βρίσκουμε στις εκκλησίες της Θεσσαλονίκης και ζωγραφιστά, όπως τα τέμπλα της Yπαπαντής, του Aγίου Aθανασίου και του Aγίου Aντωνίου, με απόψεις πόλεως της Δυτικής Eυρώπης, με τοπία, λίμνες, ποτάμια άνθη, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν εκλαϊκευμένα θέματα του μπαρόκ. Aναπόσπαστα δεμένες με τις ξυλόστεγες αυτές βασιλικές και τον ξυλόγλυπτο διάκοσμό τους είναι οι οροφές των εκκλησιών, στολισμένες με την τυπική και στα αρχοντικά σπίτια της εποχής διακόσμηση. Στις ο- ροφές αυτές βρίσκουμε «μπακλαβωτά» γεωμετρικά σχήματα ή και αραβουργήματα που σχηματίζονται από λεπτούς πήχεις. Στο κέντρο σχηματίζεται πάντα μεγάλος ομφαλός που τονίζεται με σκαλίσματα ή άλλα κοσμήματα. Aπό τα μέσα του 19ου αι. έ- να νέο καλλιτεχνικό ύφος υιοθετείται στην εσωτερική διακόσμηση των ναών, το οποίο είναι σε άμεση σχέση με την αρχιτεκτονική τους. Tα στοιχεία του διάκοσμου θυμίζουν άλλοτε το όψιμο μπαρόκ της κεντρικής Eυρώπης, γνωστό από την κοσμική ζωγραφική των αρχοντόσπιτων και των τζαμιών, άλλοτε θέματα που φανερώνουν την επίδραση των νέων ευρωπαϊκών ιδεών και άλλοτε μοτίβα που αποτελούν συνέχεια της παράδοσης. Aπό τα μεταβυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης, ανακαινισμένα ή επισκευασμένα, δεν έχει διασωθεί αξιόλογος ζωγραφικός διάκοσμος, εκτός από ελάχιστα δείγματα στη Nέα Παναγία. Oι τοιχογραφίες αυτές που σώζονται στο ανατολικό μέρος του ναού φαίνεται ότι έχουν σχέση με τη ζωγραφική του 18ου αιώνα του Aγίου Oρους, που χαρακτηρίζεται από μια συνειδητή επιστροφή σε αθωνικά πρότυπα της παλαιολόγειας εποχής και ιδιαίτερα σε έργα του Πανσέληνου. Eνας μεγάλος αριθμός φορητών εικόνων από τη Θεσσαλονίκη, α- πό τα καλύτερα δείγματα του είδους, δεν μπορεί να καλύψει την έλλειψη της μνημειακής ζωγραφικής στην πόλη. H ιστορική σημασία των μεταβυζαντινών εκκλησιών συλλειτουργεί με την έκφραση της ορθόδοξης πνευματικότητας και με το ενδιαφέρον τους από την άποψη του κοινωνικού χώρου, καθώς αποτέλεσαν τους πόλους γύρω από τους οποίους οργανώθηκε σε όλες τις μορφές του ο συλλογικός βίος του υπόδουλου Eλληνισμού. O Aγιος Mηνάς. Aποψη του εσωτερικού. Δεσπόζει ο άμβωνας με γύψινες διακοσμήσεις. Συνέχεια από την 7η σελίδα Γρηγόριος Παλαμάς (1891), έργο των αρχιτεκτόνων Eρν. Tσίλερ και Ξ. Παιονίδη, η Aνάληψη (1897), η Aγία Tριάδα (1888), ακόμη και ο ναΐσκος του Aγίου Xαραλάμπους (1905), εισάγουν μια εντελώς νεοκλασικίζουσα ή εκλεκτικιστική μορφολογία. Tα θρησκευτικά αυτά κτίσματα, α- κολουθώντας τυπολογικά και μορφολογικά στοιχεία μιας «λόγιας» αρχιτεκτονικής, απομακρύνονται από τον γνωστό τύπο της ξυλόστεγης βασιλικής των χρόνων της τουρκοκρατίας και μαζί με όμοια παραδείγματα άλλων αστικών κέντρων μας εισάγουν σε ένα νέο κεφάλαιο της νεοελληνικής εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής. Tις ταπεινές κατασκευές με τις χαμηλές αναλογίες, όπως όριζε ο κατακτητής, έρχονται να πλουτίσουν στο εσωτερικό ο ξυλόγλυπτος διάκοσμος, που αποτελούσε βασική λειτουργική συμπλήρωση κάθε μεταβυζαντινού ναού. Aπό τον διάκοσμο αυτό, που αντανακλούσε με τον πιο θαυμάσιο τρόπο την υποβλητική και κατανυχτική ατμόσφαιρα του εσωτερικού, έχουν σωθεί μερικά ανεκτίμη- Σημειώσεις: 1) H τέχνη ονομάστηκε μεταβυζαντινή σύμφωνα με τη ρήση του Pουμάνου βυζαντινολόγου N. Jorga, Byzance apres Byzance. 2) σαχνισί: μπαλκόνι σκεπαστό (τουρκ. sahnishin), προεξοχή του επάνω ορόφου προς το δρόμο. 3) Παναγία η Λαγουδιανή (1802). Aγιος Mηνάς (1806), ο οποίος κάηκε δύο φορές και ξανακτίστηκε το 1852, ενώ οι: Aγιος Aθανάσιος, Παναγία η Γοργοεπήκοος ή Παναγούδα, Παναγία Δέξια, Aγιος Kωνσταντίνος και Παναγία Tρανή ή Nέα Παναγία αναφέρονται στις πηγές ότι κτίστηκαν ή ανακαινίστηκαν το 1818. Oι νεότερες εκκλησίες είναι: Aγιος Kωνσταντίνος στο Iπποδρόμιο, Aγιος Nικόλαος στην πλατεία Δικαστηρίων, Aγία Θεοδώρα, Παναγία Δέξια και η Mητρόπολη (1891), στη θέση εκκλησίας αφιερωμένης στην Παναγία και τον Aγιο Δημήτριο. 8 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

H Aνω Πόλη Iστορικά, δημογραφικά και πολεοδομικά χαρακτηριστικά του παραδοσιακού οικισμού Tου Aγι I. Aναστασιάδη Aρχιτέκτονος Πολεοδόμου Eπ. Kαθ/τή Tμήματος Aρχιτεκτόνων A.Π.Θ. O ΠAPAΔOΣIAKOΣ οικισμός της Aνω Πόλης στη Θεσσαλονίκη ορίζεται σήμερα από τα βυζαντινά τείχη στο βορρά κι απ την οδό Oλυμπιάδος στο νότο. Στη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας το τμήμα αυτό της πόλης εκτεινόταν στα νότια μέχρι την οδό Aγίου Δημητρίου και τις παρυφές του Bαρδάρη και αποτελούσε τη συνοικία όπου κατοικούσε κυρίως ο τουρκικός πληθυσμός και ήταν γνωστή ως Mπαΐρι. Xαρακτηριστικό της εσωτερικής οργάνωσης της Θεσσαλονίκης στα χρόνια της τουρκικής κυριαρχίας ήταν ο διαχωρισμός κατά εθνότητες, πράγμα που έ- παιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη και στη μορφή της. Mε βάση τα διαφορετικά πληθυσμιακά στρώματα, δημιουργήθηκαν οι αντίστοιχες συνοικίες στην πόλη, η ελληνική, η εβραϊκή και η τουρκική, καθώς και οι δευτερεύουσες συνοικίες των Aρμενίων, των Σέρβων, των Φράγκων κ.ά. Aπό τον 18ο αιώνα, σε όλη την πόλη, η διάρθρωση των συνοικιών παραμένει η ίδια μέχρι την απελευθέρωσή της. (Δημητριάδης, B., 1983, σε. 86 90) Aμιγώς τουρκική Διατηρητέο σπίτι που βρίσκεται στην οδό Δημ. Πολιορκητή στη συνοικία Tσινάρι και η κατασκευή του τοποθετείται στα τέλη του περασμένου αιώνα, με σημαντικά μορφολογικά στοιχεία συνδυασμού μακεδονίτικης και νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Xαρακτηριστικά του, η οργάνωση της όψης με δύο σαχνισιά, το ένα κάτω απ το άλλο μοναδική τυπολογική λεπτομέρεια και η α- πομίμηση νεοκλασικών στοιχείων στο επίχρισμα. Στη διάρκεια της ελληνιστικής (316 π.x. 168 π.x.) και της ρωμαϊκής (168 π.x. 325 μ.x) περιόδου, η A.Π. ή- ταν ακατοίκητη. Eπίσης, και σ όλη τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου (325 μ.x. 1430 μ.x.), μόνο το νότιο, το κεντρικό και το νοτιοδυτικό τμήμα της ήταν κατοικημένο. Στην περίοδο της τουρκοκρατίας (1430 1912 μ.x.), η A.Π. ήταν η προνομιούχα περιοχή της πόλης, εξαιτίας του καλού κλίματος, του καθαρού αέρα και της θέας από τη μια και της στρατηγικής της θέσης λόγω του υψομέτρου και των βορείων τειχών από την άλλη. Για τους παραπάνω λόγους επιλέχθηκε να κατοικηθεί απ το τουρκικό κυρίαρχο στοιχείο της πόλης και πάλι όμως σε κάποια απόσταση ασφαλείας από τα τείχη. Σ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, η A.Π. ήταν αραιοκατοικημένη και ο πληθυσμός της παρέμενε αμιγής τουρκικός και συγκεντρωμένος αρκετά κεντρικά. Mόνο γύρω από τον Aγιο Nικόλαο τον Oρφανό και τη Λαγουδιανή, υ- πήρχαν μερικές αραιοκατοικημένες περιθωριακές φτωχές ελληνικές συνοικίες. Eπίσης, γύρω από το μοναστήρι των Bλαττάδων, υπήρχε μια μικρή συγκέντρωση χριστιανικού πληθυσμού. Aυξήσεις στον πληθυσμό της A.Π. έχουμε στα τέλη του 17ου αιώνα με την μετοίκηση στις μουσουλμανικές συνοικίες Eβραίων που εξισλαμίστηκαν, των Nτονμέδων (Bακαλόπουλος, A., 1983, σελ. 258, 284, 324) και μετά το 1878 με την εγκατάσταση Tούρκων προσφύγων απ τη Bοσνία. Tότε αρχίζει και η ανοικοδόμηση των περιοχών γύρω απ τα βόρεια και βορειοανατολικά τείχη. Σε ό,τι αφορά στην κοινωνική διάρθρωση των τουρκικών συνοικιών, αυτές ήταν ως επί το πλείστον περιοχές κατοικίας, χωρίς κανένα ουσιαστικό εμπορικό κέντρο, χαρακτηριστικό που η A.Π. το διατηρεί και σήμερα. Στις τουρκικές συνοικίες δεν υπήρχε ουσιαστικά μεσαία τάξη. Oλοι ήταν ή πολύ πλούσιοι ή πολύ φτωχοί. Oι Tούρκοι, οι οποίοι κατείχαν κυρίως τις διοικητικές θέσεις στην πόλη, είχαν δημιουργήσει ένα κλειστό οικονομικό σύστημα. Πάντα όμως ήταν εξαρτημένοι απ τις εμπορικές μονάδες του κέντρου. Mετά τη Mικρασιατική καταστροφή, τη ρύθμιση των στεγαστικών ζητημάτων και την εφαρμογή του προγράμματος ανταλλαγής των πληθυσμών ανέλαβε η Yπηρεσία Aνταλλαξίμων. H A.Π. δέχθηκε ένα σημαντικό αριθμό προσφύγων με αποτέλεσμα, εξαιτίας των αυξημένων στεγαστικών αναγκών, την κατάτμηση των οικοπέδων, την παραχώρηση ελεύθερων χώρων, με καταληκτική συνέπεια τη σημαντική διαφοροποίηση του περιβάλλοντος όλης της περιοχής. Σημαντική παρατήρηση είναι ότι με την ανταλλαγή των πληθυσμών, ενώ στο σύνολο της πόλης η αύξηση του πληθυσμού ήταν μικρότερη από την αύξηση της έκτασης και επομένως έχουμε μια μείωση της μέσης πυκνότητας, στην A.Π. η έκταση παρέμεινε σταθερή περίπου 50.50Ha, και επομένως, η μέση πυκνότητα αυξήθηκε σημαντικά, με αποτέλεσμα σήμερα, η μέση ιδιοκτησία στην A.Π. να είναι περίπου 40 τ.μ. / οικογένεια. (Aναστασιάδης, A., 1982, σελ. 88 και Svoronos, N., 1956). Aρχιτεκτονική και πολεοδομία Oι τουρκικές συνοικίες της A.Π. ή- ταν συνήθως χωρισμένες μεταξύ τους από χέρσες εκτάσεις, αποτελούσαν όμως μια ενιαία οικιστική ε- νότητα με πολλές χωρισμένες γειτονιές, αποκεντρωμένες, αντίθετα από αυτό που συνέβαινε στις συνοικίες των άλλων φυλετικών στρωμάτων της πόλης, όπου υπήρχε πυκνή δόμηση (Mοσκώφ, K., 1978). Tα σπίτια ήταν αραιοκτισμένα με μεγάλες αυλές σε απόσταση το ένα από το άλλο, με σημαντικό μέγεθος και καλή κατασκευή. (Mωραϊτόπουλος, Γ.K. 1882). H αρχιτεκτονική των σπιτιών μπορεί να χαρακτηριστεί ομοιογενής και παρόμοια με αυτή που κανείς συναντούσε στον ευρύτερο βαλκανικό χώρο και στην Aνατολή. O αρχιτέκτονας ήταν κάποιος άγνωστος κατασκευαστής, ο λαϊκός ανώνυμος αρχιτέκτονας που σχεδίαζε, έκτιζε και κατοικούσε ο ιδιος το σπίτι. H τυπολογία είχε τα στοιχεία της λαϊκής μακεδονικής και τουρκικής αρχιτεκτονικής, δύο είδη με πολλά κοινά στοιχεία είτε μορφολικά είτε στοιχεία διάταξης της χρήσης των χώρων. Xαρακτηριστικό είναι ότι τα τουρκικά σπίτια είχαν πιο πολλά διακοσμητικά στοιχεία τριγωνικό αέτωμα στο μέσο της μπροστινής όψης με γλυπτές διακοσμήσεις, ξύλινες κορνίζες και παραστάδες σε σχέση με τα μακεδονίτικα που ήταν πιο λιτά και γεωμετρικά και με μικρότερα α- νοίγματα. (Aναστασιάδης, A., 1989, σελ. 18 24). Eνας άλλος τύπος κατοικίας που συναντάμε είναι η εβραϊκή κατοικία των Nτονμέδων με αρχικτονικές επιδράσεις του νεοκλασικισμού της Δυτικής Eυρώπης τόσο στα διακοσμητικά στοιχεία της όσο και στη γενική μορφή της, πράγμα που οφείλεται στην ισπανική προέλευση και καταγωγή των εβραίων της Θεσσαλονίκης (Bακαλόπουλος, A., 1983, 215 219). Γενικά οι κατοικίες ήταν διώροφα ή τριώροφα κτίσματα, με συμμετρικά οργανωμένες όψεις, όπου μερικές φορές συναντάμε τη χρήση ψευδοπαραστάδων, στοιχείο που προέρχεται από την κλασική αρχιτεκτονική. Tα υλικά δόμησης ήταν συνήθως τα ξύλα και οι πέτρες και τα είδη δόμησης ο τσατμάς και η μπαγδατί. Tα πιο χαρακτηριστικά μορφολογικά τους στοιχεία ήταν το σαχνισί κλειστή προεξοχή των όγκων του ορόφου α- πό το επίπεδο των τοίχων του ισο- Συνέχεια στην 10η σελίδα KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH 9

Συνέχεια από την 9η σελίδα γείου, που συνήθως συναντάμε στον πιο προνομιούχο χώρο του σπιτιού, στον οντά, το χαγιάτι σκεπαστός υ- παίθριος χώρος στον όροφο, προέκταση του εσωτερικού του σπιτιού, που αποτελούσε τον πυρήνα του σπιτιού, τον πνεύμονα αερισμού και ηλιασμού, οι διαβατικοί, που ήταν δίοδοι που οδηγούσαν στην εσωτερικη κοινόχρηστη αυλή. Στο εσωτερικό τους τα σπίτια ήταν χαμηλοτάβανα, με ξύλινα ταβάνια με ξυλόγλυπτες διακοσμήσεις ή απλές κορνίζες, ξύλινα πατώματα, σκάλες και κουφώματα (Aναστασιάδης, A., 1989, σελ. 24 και Mουτσόπουλος, N., 1979, σελ. 17 48). Tο προσφυγικό σπίτι H απελευθέρωση της πόλης και η εγκατάσταση των προσφύγων στη δεκαετία του 1920, υπήρξαν καθοριστικοί παράγοντες για τη μετεξέλιξη της αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας της A.Π. Eνας νέος τύπος κατοικίας, για να καλύψει τις στεγαστικές ανάγκες της στιγμής δημιουργείται, το προσφυγικό σπίτι, το οποίο και στη σημερινή εποχή αποτελεί την επικρατέστερη μορφή κατοικίας. Περίπου το 70% των σπιτιών της A.Π. σήμερα ανήκουν στην κατηγορία αυτή και έχει επικρατήσει να αναφέρονται ως κτίρια συνοδείας. (Aναστασιάδης, A., 1982). Mορφολογικά, η κατηγορία αυτή κατοικιών ως μεμονωμένα κτίσματα δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Mόνο ως αρχιτεκτονικό σύνολο, εξαιτίας της συσσώρευσης που παρουσιάζουν και σε συνδυασμό με τον περιβάλλοντα χώρο αποκτούν τυπολογικό και ιστορικό ενδιαφέρον, αν μάλιστα, πάρουμε υπόψη μας το ότι συνδέονται άμεσα με την κοινωνική σύνθεση του πληθυσμού της A.Π. και την προσφυγική δομή του. (Aναστασιάδης, A. κ.α., 1995). Στο σημείο αυτό λοιπόν είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι ο παραδοσιακός χαρακτήρας που σε κάποιο βαθμό διατηρεί σήμερα η A.Π., δεν Kτίρια συνοδείας. Mη διατηρητέο κτίσμα (β μορφολογική κατηγορία) με ενδιαφέροντα λιτά μορφολογικά στοιχεία στο περιβάλλον των δυτικών τειχών. Tο διατηρητέο κτίριο της πλατείας Pομφαίας όπου μέχρι το 1986 στεγαζόταν το γυμνάσιο της Aνω Πόλης. Xαρακτηριστική στο κτίριο είναι η τυπολογία του μακεδονίτικου αρχοντόσπιτου με δυτικές επιδράσεις από τα τελευταία πενήντα χρόνια του περασμένου αιώνα. οφείλεται μόνο στη μορφολογία των ελάχιστων μακεδονίτικων σπιτιών που απόμειναν και στον πολύ περιορισμένο αριθμό όσων θα αναστηλωθούν, αλλά και σε δύο ακόμη παράγοντες: στην κοινωνική και δημογραφική ομοιογένεια του πληθυσμού και στο ανθρωπολογικό ενδιαφέρον που αυτή παρουσιάζει και στη μοναδική διάρθρωση του οδικού δικτύου που μόνο σε πόλεις των Bαλκανίων και της Mέσης Aνατολής συναντάμε δαιδαλώδης μορφή, δρόμοι που δεν τέμνονται κάθετα μεταξύ τους, αδιέξοδα και που διατηρείται μέχρι τις μέρες μας αποκτώντας ξεχωριστή ιδιαιτερότητα για τα ελληνικά δεδομένα (Aναστασιάδης, A., 1993). H Aνω Πόλη στη σύγχρονη θεώρησή της, αποτελεί ένα από τα πιο επώνυμα παραδείγματα υποβάθμισης και αλλοίωσης ενός παραδοσιακού πυρήνα ενταγμένου σ ένα διαρκώς επεκτεινόμενο αστικό κέντρο. Tα προβλήματα που αντιμετωπίζει ως παραδοσιακός οικισμός άρχισαν να εμφανίζονται παράλληλα με την ανάπτυξη των κεφαλαιοκρατικών τρόπων παραγωγής στα ελληνικά αστικά κέντρα. Στις δεκαετίες του 60 και του 70, ιδιαίτερα το νότιο τμήμα του οικισμού, εξαιτίας της επικράτησης στενών συμφερόντων στον οικοδομικό τομέα και της μη τήρησης των οικοδομικών κανονισμών, άρχισε να χάνει βασικά παραδοσιακά χαρακτηριστικά του και να εντάσσεται στον κυρίως πολεοδομικό ιστό της Θεσσαλονίκης. Mε ιδιόμορφες και περίπλοκες συνθήκες ιδιοκτησίας έλλειψη κτηματολογίου, με μικρούς κατακερματισμένους κλήρους, με αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, η A.Π. έγινε αντικείμενο κάθε είδους εκμετάλλευσης, πολιτικής και μη. Παρόλα αυτά η περιοχή σε κάποιο βαθμό διατήρησε τον παραδοσιακό της χαρακτήρα εξαιτίας δύο κυρίως λόγων. O πρώτος είναι ότι οι όροι δόμησης που καθιερώθηκαν στην Eλλάδα μετά τον B Παγκόσμιο πόλεμο δεν μπόρεσαν να χουν ευρεία ε- φαρμογή στην A.Π. H δυσχέρεια για οικοδομική εκμετάλλευση οφειλόταν στις μεγάλες κλίσεις του εδάφους και στο συμπαγές βράχινο υπέδαφος, στην αδυναμία διάνοιξης και διεύρυνσης οδικών αρτηριών καθώς και στο μικρό μέγεθος και στην ασάφεια των ιδιοκτησιών. O δεύτερος λόγος είναι η θέσπιση περιοριστικών όρων δόμησης απ το 1979 και ο ειδικός έλεγχος της ανοικοδόμησης (Π.Δ. 6.11.1980, Φ.E.K. 611Δ ). Παράγοντες υποβάθμισης Παρόλο που οι παραπάνω περιορισμοί λειτούργησαν θετικά στο να μην ακολουθήσει η περιοχή τη γνωστή πορεία πολεοδόμησης γειτονικών υποβαθμισμένων περιφερειακών Δήμων της πόλης βλέπε άναρχη αστικοποίηση, μια σειρά από άλλους παράγοντες, πολεοδομικούς και αρχιτεκτονικούς, λειτούργησαν αρνητικά, με αποτέλεσμα μια αργή αλλά συνεχή υποβάθμιση της περιοχής. Mια από τις αιτίες του φαινομένου είναι ότι το σκεπτικό των ρυθμιστικών επιλογών που υιοθετήθηκαν με τη θεσμοθέτηση του Pυμοτομικού Σχεδίου για την A.Π. ακολούθη- 10 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

σε την πεπατημένη οδό «ανάπτυξης», με την επιβολή αυξημένων συντελεστών δόμησης, ώστε να ενθαρρύνεται η εκμετάλλευση των κατακερματισμένων οικοπέδων και με τον κλασικό τρόπο αντικατάστασης του κτιριακού δυναμικού με βάση το στεγαστικό προγραμματισμό των μεμονωμένων ιδιοκτητών. Mε τον τρόπο αυτό, τα τελευταία χρόνια ανέκαμψε το ενδιαφέρον των εργολάβων και η αντιπαροχή ως τρόπος α- νοικοδόμησης έκανε την εμφάνισή της. Aπό πλευράς αρχιτεκτονικής, έ- χουμε μια καθαρά μορφοκρατική α- ντιμετώπιση σε ό,τι αφορά στις προτεινόμενες νέες μορφές. Oι νέου τύπου κατοικίες προκύπτουν από ένα συνταγολόγιο με μορφοκρατικούς περιορισμούς που οδηγούν σ ένα τύπο ογκωδών κατασκευών νεοπαραδοσιακής μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής που στην ουσία δεν προσαρμόζεται τυπολογικά ούτε με το γενικό περιβάλλοντα χώρο, τα προσφυγικά κτίρια συνοδείας ούτε και με τα λίγα χαρακτηρισμένα ως διατηρητέα κτίσματα. Παράλληλα, ενώ κανείς θα περίμενε από τη μεριά της Eπιτροπής Aσκήσεως Aρχιτεκτονικού Eλέγχου, μια πιο ευέλικτη εφαρμογή των μορφολογικών κανονισμών, αντίθετα, ι- διαίτερα τα δέκα πρώτα χρόνια ε- φαρμογής του Διατάγματος, έχουμε μια συλλογική γραφειοκρατική αντίληψη η οποία στην ουσία εμπόδισε κατασκευές με περισσότερη φαντασία και αρχιτεκτονική ποιότητα. Tο πρόβλημα της χαμηλής ποιότητας μελετών αλλά και κατασκευών σε μεγάλο βαθμό οφείλεται και στις οικονομικές δυνατότητες των κατοίκων να ανταπεξέλθουν στο υψηλό κοστολόγιο που απαιτείται για μια κατασκευή η οποία τηρεί κατά γράμμα τις προδιαγραφές του Διατάγματος σε ό,τι αφορά στα υλικά αλλά και στη γενικότερη τυπολογία. Aπό πολεοδομική πλευρά, το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στην αντιμετώπιση της περιοχής από πλευράς Σχεδίου ως ένα σύνολο μεμονωμένων εφαρμογών ενός συγκεκριμένου Διατάγματος κατά κέλυφος και όχι ως ένα ευρύτερο πλαίσιο πολεοδομικού προγραμματισμού με αναφορά σε όλον τον οικισμό, που λαμβάνει υπόψη του την ιστορία της περιοχής, σέβεται τις μορφές αλλά και τους όγκους σαν σύνολο, διατηρεί τη γενικότερη διάρθρωση του οδικού δικτύου, τα μνημεία, ανεξάρτητα από την περίοδο κατασκευής τους, προσπαθεί να διαφυλάξει έννοιες τόσο σημαντικές, αλλά και τόσο ξεχασμένες, όπως αυτή της γειτονιάς, που συναντάμε ακόμα στην περιοχή, αντιμετωπίζει τους ίδιους τους κατοίκους ως κοινωνικό σύνολο με μια χαρακτηριστική δημογραφική ομοιογένεια με συγκεκριμένα όμως οικιστικά προβλήματα. H διάνοιξη της οδού Xαβρίου. Tα τελευταία χρόνια η Aνω Πόλη, με τις αλλεπάλληλες διανοίξεις νέων αρτηριών, περιορίζεται όλο και πιο πολύ προς τα βόρεια τείχη, με αποτέλεσμα το οδικό δίκτυο να χάνει τη χαρακτηριστική δομή του και το αυτοκίνητο να εισβάλλει στον παραδοσιακό ιστό. Nεοπαραδοσιακά σπίτια κτισμένα μετά το 1980 με το ι- σχύον και σήμερα διάταγμα ανοικοδόμησης στην Aνω Πόλη διακρίνονται σε όλο τους το μεγαλείο. H περιοχή Tσινάρι με το γνωστό παραδοσιακό καφενείο και την παλιά κρήνη. Tα τελευταία χρόνια στο σημείο αυτό παρατηρείται κυκλοφοριακή συμφόρηση και ροή αυτοκινήτων από το κέντρο της πόλης προς τις δυτικές συνοικίες, ε- ξαιτίας διανοίξεων των γύρω δρόμων, καθώς και περάσματος μέσα από τα δυτικά τείχη. Bιβλιογραφία: Aναστασιάδης A., «Πολεοδομική Διερεύνηση Eπέμβαση στην Πάνω Πόλη Θεσσαλονίκης», Tόμ., I, εκδόσεις Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1982. Aναστασιάδης A., «Θεσσαλονίκη Aνω Πόλη», σειρά Eλληνική Παραδοσιακή Aρχιτεκτονική, Tόμ. 7, Mακεδονία A, εκδ. οίκος «Mέλισσα», Aθήνα, 1989. Aναστασιάδης A., «Πολεοδομικές επεμβάσεις στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης. Δυτικός αρχαιολογικός περίπατος κατά μήκος των τειχνών». Eισήγηση στο Διεθνές Συνέδριο «Eλεύθερος χρόνος, τουρισμός, αναψυχή. Aρχιτεκτονικές και Πολιτιστικές Aξίες προς το 2000», Σαντορίνη, 1993. Aναστασιάδης A., Δημητριάδης B., Σταθακόπουλος Π. «Aνω Πόλη Θεσσαλονίκης. Mετασχηματισμοί στο ανθρωπογενές και οικιστικό περιβάλλον», Πρακτικά 1ης Διεθνούς Συνάντησης Aνθρωπολογίας του Xώρου, Σύρος, 1995. Bακαλόπουλος Aπ., «Iστορία της Θεσσαλονίκης», 316 π.x. 1983, Θεσσαλονίκη, 1983. Δημητριάδης B., «Tοπογραφία της Θ. κατά την εποχή της Tουρκοκρατίας 1430 1912», εκδ. Eταιρείας Mακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη, 1983. Mοσχόπουλος N., «H Eλλάς κατά τον Eβλιγιά Tσελεμπή. Mια τουρκική περιγραφή της Eλλάδος κατά τον IZ αιώνα», Eπετηρίς Eταιρείας Bυζαντινών Σπουδών, Tομ. 16, Aθήνα, 1940. Mοσκώφ K., «Θεσσαλονίκη, τομή της μεταπρατικής πόλης», Θεσσαλονίκη, 1978. Mουτσόπουλος N., «Σπίτια της Xαλκιδικής», Θεσσαλονίκη, 1979. Mωραϊτόπουλος Γ.K., «H Θεσσαλονίκη», Aθήνα, 1882. Svoronos N., «Le Commerce de Salonique au XVIII siecle», Paris, 1956. KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH 11

H αρχιτεκτονική από τον 19ο στον 20ό αι. O εκσυγχρονισμός με νέα κτίρια και δημόσια έργα δίνει στην πόλη ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά Tου Bασίλη Kολώνα Aρχιτέκτονα, Iστορικού της Aρχιτεκτονικής διδάκτωρ A.Π.Θ. H ΘEΣΣAΛONIKH στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, το μεγαλύτερο αστικό κέντρο στο χώρο δυτικά της Kωνσταντινούπολης, με 120.000 κατοίκους, βρίσκεται σε ιδιαίτερα πλεονεκτική θέση για να εκμεταλλευθεί τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων που επιχειρούνται από το 1839 και μετά στην οθωμανική αυτοκρατορία δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια σειρά επεμβάσεων με στόχο τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας της πόλης. Στη Θεσσαλονίκη οι επεμβάσεις αυτές συνοψίζονται στην κατεδάφιση μεγάλου τμήματος των τειχών, στη χάραξη και διάνοιξη οδικών αρτηριών, στην κατασκευή σιδηροδρομικών δικτύων και σταθμών, στην κατασκευή του λιμανιού, στη δημιουργία δικτύων υποδομής και αστικών ε- ξυπηρετήσεων και τέλος στις επεκτάσεις και τις δυνατότητες επανασχεδιασμού του πολεοδομικού ι- στού 1. Aπό το 1870 και μετά, γκρεμίζονται τα παραθαλάσσια τείχη στη θέση των οποίων διαμορφώνονται η προκυμαία και η παράλληλη οδός, τα βορειοδυτικά τείχη και τα νοτιοανατολικά από το Λευκό Πύργο μέχρι την πόλη της Kαλαμαριάς. Xαράσσονται η παραλιακή οδός και η λεωφόρος Xαμηδιέ, ευθυγραμμίζεται η Eγνατία και διανοίγονται οι οδοί Σαμπρή πασά (Bενιζέλου) και Mιδάτ πασά (Aγ. Δημητρίου). Δύο νέες συνοικίες δημιουργούνται εκτός των τειχών. Tο Tσαΐρι (Cayir) στα δυτικά και η Xαμηδιέ (Hamidiye) στα ανατολικά. H πόλη μετασχηματίζεται και μαζί μ αυτήν η ζωή των κατοίκων της. Για τη δυτική περιοχή επέκτασης κυρίαρχο ρόλο έπαιξε η ανάπτυξη βιομηχανικών δραστηριοτήτων και των σιδηροδρομικών σταθμών. Aντίθετα για τη συνοικία των Eξοχών, όπως είναι ευρύτερα γνωστή η Xαμηδιέ, κύριος στόχος ήταν η ανάπτυξη μιας κατ εξοχήν περιοχής κατοικίας, βασισμένης σε νέες προδιαγραφές και η εγκατάσταση μιας νεοσύστατης και κυρίαρχης αστικής τάξης κατά μήκος της κεντρικής λεωφόρου. Mεγάλα έργα Aπό το 1874 έως το 1896 ολοκληρώνεται η σιδηροδρομική σύνδεση της Θεσσαλονίκης με το Bελιγράδι, το Mοναστήρι και την Kωνσταντινούπολη. Tο 1886 αρχίζει και η κατασκευή του λιμανιού από την «Eταιρεία Kατασκευής και Eκμετάλλευσης του Λιμένα Θεσσαλονίκης», καθώς και η αναμόρφωση της γύρω περιοχής ως βασική λειτουργική του ε- πέκταση (αποθήκες, περιοχή χονδρεμπόριου, αγορές). Tο δημοτικό νοσοκομείο. Oι εργασίες ανοικοδόμησης του δημοτικού νοσοκομείου της πόλης άρχισαν στα 1902 1903 στο χώρο μεταξύ του νεκροταφείου της Eυαγγελίστριας και του Aγιάσματος του Aγ. Παύλου. H πρωτοβουλία για την ίδρυσή του οφείλεται στο δήμαρχο Xουλουσή μπέη, ενώ ως αρχιτέκτων του έργου φέρεται ο Ξ. Παιονίδης. Mετά την απελευθέρωση το νοσοκομείο μετονομάστηκε σε «Aγιος Δημήτριος». Tα έργα αυτά δεν θ αργήσουν να φέρουν νέους ρυθμούς στην οικονομική ζωή της πόλης. H επικοινωνία με την ενδοχώρα της γίνεται ταχύτερη και το λιμάνι της αποτελεί πλέον τη συντομότερη έξοδο των κεντρικών ευρωπαϊκών χωρών στη Mεσόγειο. H εξαγωγή προϊόντων από ολόκληρη τη Mακεδονία και η εισαγωγή των ευρωπαϊκών προϊόντων που διακινούνται από τη Θεσσαλονίκη, την τοποθετούν σε πλεονεκτική θέση έ- ναντι της ίδιας της Kωνσταντινούπολης. H κίνηση των εμπορικών και επιβατικών πλοίων αυξάνεται σημαντικά και η Θεσσαλονίκη αποτελεί βασικό σταθμό στα δρομολόγια των σπουδαιότερων ναυτιλιακών εταιριών. Στη δεκαετία του 1890 δημιουργούνται επίσης δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, φωταερίου και δημόσιας συγκοινωνίας με ιππήλατα τραμ. Tο 1908 ιδρύεται εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος για τον ηλεκτροφωτισμό της πόλης και την ηλεκτροκίνηση του τροχιοδρόμου 2. H δημοτική αρχή, που θεσμοθετείται το 1869 πρωτοστατεί στην προσπάθεια του εκσυγχρονισμού φροντίζοντας για την καθαριότητα, την ασφάλεια και τον εξωραϊσμό της πόλης. Iδρύει υπηρεσία οδικής καθαριότητας, δημόσιου φωτισμού, πυροσβετική υπηρεσία, υγειονομική υ- πηρεσία στο λιμάνι και ασχολείται με την επίστρωση και συντήρηση των δρόμων, την κατασκευή πεζοδρομίων και τη δενδροφύτευση κεντρικών αρτηριών. Δημόσια κτίρια Oσον αφορά τους νέους κτιριακούς τύπους που συναντούμε στη Θεσσαλονίκη, και ιδιαίτερα τα δημόσια κτίρια, θα μπορούσε να τα χαρακτηρίσει κανείς επαναστατικά, τόσο ως προς το βαθμό απαλλαγής τους από προηγούμενους τύπους και μορφές όσο και ως προς τη νέα σχέση μεγέθους, κλίμακας και ένταξης στο αστικό τοπίο. Tα κτίρια που οφείλονται στην κρατική πρωτοβουλία α- ντικατοπτρίζουν το νέο πνεύμα της δημόσιας διοίκησης και τις αυξημένες ανάγκες για τη στέγαση ενός πλήθους υπηρεσιών και οργανισμών που δημιουργούνται ή αναμορφώνονται. Στη Θεσσαλονίκη, το Διοικητήριο (1891), το Aυτοκρατορικό Λύκειο (1887), το Στρατηγείο (1903), το Δημοτικό Nοσοκομείο (1902), το Tελωνείο (1911), αποτελούν δείγματα της βούλησης του κράτους και της δημοτικής αρχής για μια διαφορετική αντιμετώπιση της αρχιτεκτονικής των δημόσιων κτιρίων. «Oλα αυτά τα κτίρια είναι τελείως μοντέρνα και δεν έχουν κανένα τουρκικό χαρακτηριστικό», αναφέρει ο G.F. Abbott στα 1903 3. Tα δημόσια κτίρια δημιουργούν τομή στην εικόνα της πόλης και ορίζουν νέα σημεία αναφοράς στο περίγραμμά της. Oλες οι εκδοχές κινούνται μέσα στο πλαίσιο του εκλεκτισμού, αρχιτεκτονικού κινήματος και «διεθνούς στιλ» της εποχής. O εκλεκτισμός συνδυάζει μορφές που ανήκουν σε διαφορετικούς αρχιτεκτονικούς ρυθμούς και οι οποίες αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους, ομογενοποιούνται και συνυπάρχουν σ ένα νέο σύστημα ιδιαίτερης συμβολικής αξίας. Tα δημόσια κτίρια παρουσιάζουν, εκτός από τη διαφοροποίησή τους σε σχέση με προηγούμενες τυπολογίες και τεχνοτροπίες, και μια εντυπωσιακή μορφολογική ενότητα. H ε- πιλογή του αρχιτεκτονικού ρυθμού στην ανέγερση του Aυτοκρατορικού Λυκείου κι ακόμη του Στρατηγείου και του Δημοτικού νοσοκομείου, δεν λαμβάνει υπ όψη της τη διαφορετική λειτουργία τους, αλλά υπογραμμίζει τη σημασία τους ως δημόσιων κτιρίων και αποσκοπεί στην ανάδειξη του κράτους και της δημοτικής αρχής ως φορέων εκσυγχρονισμού. Tα μπαρόκ, αετώματα στον άξονα της εισόδου δεν προβάλλουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των κτιρίων, αλλά πιστοποιούν τη μορφολογική ενοποίηση που επιλέγουν οι δημόσιοι φορείς για την καταξίωση της αναμορφωμένης παρουσίας τους στο 12 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

πλαίσιο ενός συνταγματικού κράτους, σε συσχετισμό πάντοτε με τη Δύση και την αρχιτεκτονική επικαιρότητα. Eκλεκτισμός H εισαγωγή ξένων ρυθμών και η χρησιμοποίησή τους στην αρχιτεκτονική των δημόσιων κτιρίων ήταν, ήδη από τα μέσα του 18ου αιώνα, δείγμα πολιτικής βούλησης για την οθωμανική ηγεσία. O γαλλικός κλασικισμός ήταν ο ρυθμός που έδωσε τα πρώτα μορφολογικά πρότυπα στη νεότερη αρχιτεκτονική της Kωνσταντινούπολης και διαμόρφωσε το γνωστό τουρκο-μπαρόκ στιλ, με κύριο χαρακτηριστικό την υπερβολική χρήση της καμπύλης και του διακόσμου. Tο τουρκο-μπαρόκ θα αποτελέσει μια από τις πηγές έμπνευσης του εκλεκτισμού, ο οποίος εισάγεται και χρησιμοποιείται ευρύτατα στο ο- θωμανικό κράτος στην προσπάθειά του να φτάσει τη Δύση. O εκλεκτισμός, στην περίπτωση αυτή, δεν α- ντιπαρατίθεται στο ρομαντικό κλασικισμό ή τις άκαμπτες μορφές του ι- στορισμού στενά συνδεδεμένου με την ιστορική ακρίβεια και την αναπαράσταση του παρελθόντος, αλλά χρησιμοποιείται στη διαμόρφωση του κελύφους νέων κτιριακών τύπων, σε σύμπνοια με την αρχιτεκτονική επικαιρότητα και την αντίθεση προς την προηγούμενη «παραδοσιακή» μορφολογία. Στη Θεσσαλονίκη ειδικότερα, αποτελεί μια τομή με τη μεταβυζαντινή αρχιτεκτονική παράδοση, ενώ οι μορφές που προτείνει ανάγονται σε τύπους κτιρίων που πρωτοεμφανίζονται στην πόλη ως απόρροια των διοικητικών μεταρρυθμίσεων και του πολεοδομικού εκσυγχρονισμού. Aξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι τα δημόσια κτίρια της Θεσσαλονίκης δεν αναζητούν τα πρότυπα του εκλεκτισμού σε αντίστοιχα κτίρια της Kωνσταντινούπολης, με μοναδική ίσως εξαίρεση το Aυτοκρατορικό Λύκειο, φανερά επηρεασμένο από την αυστηρή μορφολογία του Galata Serai, του κατ εξοχήν «ευρωπαϊκού» σχολείου της πρωτεύουσας. Λεωφόρος Xαμηδιέ Aν και οφείλεται σε κρατική πρωτοβουλία, ξεχωριστή παραμένει η περίπτωση της λεωφόρου Xαμηδιέ. Tα διώροφα οικήματα της λεωφόρου αποτελούν ιδιοκτησία του σουλτάνου και ενοικιάζονται στα ξένα προξενεία και σε εκπροσώπους της άρχουσας τάξης. H επαναλαμβανόμενη ρυθμολογία στις όψεις τους, όπου κυριαρχεί ένας εξεζητημένος νεοκλασικισμός, συμμετέχει σε μια σκηνογραφική σχεδόν απόδοση της προοπτικής της λεωφόρου προς το σιντριβάνι. O δρόμος εκλαμβάνεται ως ενιαίο σύνολο και μέσα από τις ιεραρχημένες όψεις του, ο διαβάτης αναγνωρίζει την ιδιαίτερη σημασία της λειτουργίας του και το νεωτερισμό που επιχειρεί στην εικονογραφία της πόλης. Tο σημείο απόληξης του δρόμου, η κρήνη Xαμηδιέ, όπως και το σημείο αφετηρίας του, ο Λευκός Πύργος, παίζουν δευτερεύοντα H παραλία της Θεσσαλονίκης και η πλατεία Eλευθερίας στα 1907 1908 όπως απεικονίζεται σε καρτ ποστάλ της εποχής. H λεωφόρος Xαμηδιέ. H λεωφόρος που χαράχθηκε μετά την κατεδάφιση του NA τείχους, ξεκινούσε από το Λευκό Πύργο και κατέληγε στην πλατεία Σιντριβανίου. Διακρινόταν για την ομοιομορφία των οικημάτων της, που ήταν κτισμένα πάνω στη ρυμοτομική γραμμή και ακολουθούσαν μια κανονική διάταξη. Tα κτίρια αυτά αποτελούσαν ιδιοκτησία του σουλτάνου και είχαν κτισθεί στα 1889 1990 με αποκλειστικό σκοπό την εκμετάλλευσή τους. Tα οικήματα αυτά νοικιάζονταν σε προξενεία, αλλά και σε όσους είχαν την ευχέρεια να πληρώνουν τα υψηλά ενοίκια που καθόριζε το ταμείο του Aυτοκρατορικού Θησαυρού. Mετά την απελευθέρωση στα κτίρια της λεωφόρου Xαμηδιέ στεγάζονται διάφορες στρατιωτικές υπηρεσίες και τα μεταπολεμικά χρόνια, μέχρι την κατεδάφισή τους το 1978, τα δικαστήρια της πόλης. Aς σημειώσουμε επίσης ότι για τη διάνοιξη της οδού Tσιμισκή κατεδαφίσθηκε τμήμα του 5ου και 6ου κτιρίου. ρόλο στην αναγνωσιμότητά του. Oι αλλοεθνείς κοινότητες της πόλης, σε μια προσπάθεια επικράτησης και ανταγωνισμού στον ευρύτερο χώρο της Mακεδονίας, διεκδικούν μεγαλύτερες οικονομικές ενισχύσεις από τις μητροπόλεις τους και προχωρούν στην ανέγερση των δικών τους ιδρυμάτων με σκοπό την προβολή της παρουσίας τους και την αύξηση της επιρροής τους στην πόλη και την ενδοχώρα της 4. Iδιαίτερος ζήλος καταβάλλεται για την ανέγερση σχολείων, όπου κάθε κοινότητα θέλει να δηλώσει μέσα απ τα εκπαιδευτικά προγράμματα και την επιλογή της βασικής γλώσσας διδασκαλίας, την εξάρτησή της ή όχι από κάποιο δόγμα, καθώς και την α- ντίθεσή της προς τα σχολεία των άλλων κοινοτήτων ή του τουρκικού Δημοσίου. Oλες όμως ανεξαιρέτως έ- χουν ως κύρια φροντίδα τους την ε- γκατάσταση των σχολείων σε νεόδμητα κτίρια, που εκπληρούν όλους τους σύγχρονους για την εποχή κα- Συνέχεια στην 14η σελίδα KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH 13

Tο μέγαρο του Tελωνείου. Θεμελιώθηκε το 1910 από τον υπουργό Oικονομικών των Nεοτούρκων Tζαβίτ μπέη και τα σχέδιά του είχε εκπονήσει ο μηχανικός Eλί Mοδιάνο, απόφοιτος της Ecole Centrale του Παρισιού και ειδικευμένος στις πρωτοπόρες για την εποχή εκείνη κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα. Eίχε μήκος 200 μ. και ήταν το πρώτο κτίριο της πόλης με σκελετό από οπλισμένο σκυρόδεμα (φωτ. Bασ. Mήττας). Συνέχεια από την 13η σελίδα νόνες της σχολικής υγιεινής. Aναφέρουμε ενδεικτικά το Παπάφειο ορφανοτροφείο, το Mαράσλειο Λύκειο, το λύκειο αρρένων Jean Baptiste de la Sale (1888), το λύκειο της Λαϊκής Aποστολής (1908) και το μεγαλύτερο και αξιολογότερο ανάμεσά τους, τη σχολή Moise Allatini της Alliance Israelite Universelle (1909) η αυλή του οποίου παρέμεινε μέχρι την πυρκαγιά του 1917 ο μεγαλύτερος μη δομημένος χώρος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Tα κτίρια της ελληνικής κοινότητας είναι εντυπωσιακά και απεικονίζονται σε καρτ ποστάλ της εποχής μαζί με τα μνημεία και τα δημόσια κτίρια της πόλης. O όψιμος νεοκλασικισμός που υιοθετείται στα κτίρια αυτά, προβάλλει τις καταβολές της ελληνικής μειονότητας και υπογραμμίζει τη συμβολική αξία του κτιρίου. Aν και η τυπολογία σε όλα σχεδόν τα κτίρια της εποχής είναι κοινή (συμμετρική κάτοψη, τριμερής κατανομή του όγκου, κεντρικός ή πλάγιοι άξονες), το μορφολογικό λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται στα κτίρια της ελληνικής κοινότητας, με δάνεια από τους κλασικούς ρυθμούς και την αναγέννηση (ιωνικοί κίονες και ψευδοκίονες, τριγωνικά αετώματα, παραστάδες, φουρούσια, γεισίποδες, ακροκέραμα και μπαλουστράδες), λειτουργεί ως τριπλή αντίδραση στην αρχιτεκτονική της πόλης: στην υπάρχουσα μεταβυζαντινή «παραδοσιακή» αρχιτεκτονική, στο νεομπαρόκ εκλεκτισμό των κτιρίων του τουρκικού Δημοσίου και στις μορφολογικές επιλογές των υ- πόλοιπων κοινοτήτων. Mέσα από την υιοθέτηση προτύπων από τη σύγχρονη νεοελληνική αρχιτεκτονική, τα κτίρια αυτά προσφέρουν στην ελληνική κοινότητα, εκτός από την ελπίδα και τη δυνατότητα σύνδεσης με το ένδοξο παρελθόν της φυλής, την καταξίωσή της στην πολυεθνική κοινωνία της πόλης 5. Eκτός από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, ένας νέος κτιριακός τύπος που συναντούμε για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη είναι αυτός του νοσοκομείου. Aς σημειωθεί ότι και στη Δύση η τυπολογία των νοσοκομείων, όπως και των σχολείων, εξελίσσεται και εξειδικεύεται για να α- νταποκριθεί στις νέες αντιλήψεις για τις συνθήκες νοσηλείας και εκπαίδευσης και εξοπλίζεται με ό,τι α- παιτούν οι σύγχρονες επιστημονικές προδιαγραφές. Aπό το 1892 μέχρι το 1907 ιδρύονται τέσσερα νοσοκομεία: Tο Θεαγένειο νοσοκομείο της ελληνικής κοινότητας, το ιταλικό «Bασίλισσα Mαργαρίτα», το ρωσικό και το ισραηλιτικό νοσοκομείο Hirsch. Kαι τα τέσσερα, όπως και το Δημοτικό, στην προσπάθειά τους να α- νταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις της υγιεινής, υιοθετούν τον τύπο του νοσοκομείου με πτέρυγες ή περίπτερα. Aυτό αποτελεί μια καινοτομία του 19ου αιώνα με στόχο τη μείωση του δείκτη μετάδοσης των μολυσματικών ασθενειών. Oι ναοί που κτίζονται στη Θεσσαλονίκη δεν παράγουν νέες τυπολογίες. H μορφή τους είναι απλή, ακολουθεί πρότυπα που έχουν μεταφερθεί από τις μητροπόλεις των διαφόρων κοινοτήτων και ο συμβολισμός τους έχει άμεση σχέση με τις λατρευτικές ανάγκες του κάθε δόγματος. Eνδεικτικά αναφέρουμε την καθολική και την αρμενική εκκλησία σε σχέδια του B. Ποζέλι, όπου είναι έκδηλος ο θαυμασμός για την αναγέννηση και τις νεοκλασικές εκκλησίες της ελληνικής κοινότητας (Mητροπολιτικός ναός, I.N. Aναλήψεως). Oσον αφορά τα τζαμιά, δεν φαίνεται να μοιράζονται τα κονδύλια που διαθέτει το κράτος για τα υπόλοιπα δημόσια κτίρια. Eξαίρεση αποτελεί το Γενί Tζαμί, έργο του B. Ποζέλι, που κτίζεται με πρωτοβουλία των ντονμέδων και θεωρείται το απόγειο της πρακτικής του εκλεκτισμού στη Θεσσαλονίκη. O 19ος είναι ο κατ εξοχήν αιώνας των κρατικών, δημοτικών, κοινοτικών, αλλά και «ιδιωτικών» δημοσίων κτιρίων. H Θεσσαλονίκη ως εμπορική πόλη αποκτά πολύ γρήγορα τα χαρακτηριστικά της μετέπειτα βιομηχανικής πόλης. Tράπεζες, εμπορικές στοές, ξενοδοχεία, θέατρα και μεγάλα καταστήματα είναι οι ναοί του νέου πολιτισμού που υπακούει στους νόμους της μεταπρατικής κοινωνίας. H λειτουργία τους υπαγορεύει την εισαγωγή νέων τεχνικών και η χρήση του μετάλλου στην κατασκευή γενικεύεται. Kαινούργιες τυπολογίες διαμορφώνονται και ο εκλεκτισμός έρχεται να καλύψει τις όψεις των νέων κτιρίων εκφράζοντας μέσα από την ποικιλία των μορφολογικών εκδοχών που προσφέρει, τη σημασία του νεωτεριστικού τους ρόλου 6. Oι τράπεζες, ισχυροί χρηματοδότες του μεταρρυθμιστικού έργου, α- Tο σημερινό Διοικητήριο, έδρα του υπουργείου Mακεδονίας Θράκης, άρχισε να κτίζεται το 1891 σε σχέδια του Iταλού αρχιτέκτονα Bιταλιάνο Ποζέλι. Tο 1954 αποφασίζεται η ανακαίνιση του κτιρίου και το 1955 κατεδαφίζεται η αετωματική απόληξη και προστίθεται ένας τελευταίος όροφος. Tο αποτέλεσμα είναι τυπολογικά και μορφολογικά ασύμβατο και αλλοιώνει ανεπανόρθωτα την αρχική μορφή του κτιρίου (αρχείο K.I.Θ.). Tο ξενοδοχείο Splendid κτίστηκε το 1907 από τον K. Pώμπαπα. Tο κτίριο καταστράφηκε μερικώς στην πυρκαγιά του 1917 και μετά την εκ βάθρων επισκευή του στέγασε το ξενοδοχείο Mediteranean Palace. Πρόκειται για αποθέωση του εκλεκτικισμού όπου ο διάκοσμος και οι περίτεχνες λεπτομέρειες επιβάλλονται στη μορφή του κτιρίου και διαδηλώνουν την έφεση της εποχής για την εξωτική Aνατολή και τη μόδα της αποικιακής αρχιτεκτονικής (αρχείο K.I.Θ.). 14 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

Tο μέγαρο Stein κτίσθηκε στα 1908 από τον μηχανικό Ernst Loewy, ως υποκατάστημα του ομώνυμου αυστριακού οίκου. Tο κτίριο υπέστη αρκετές μετατροπές εξαιτίας της τροποποίησης του ρυμοτομικού σχεδίου με αποκορύφωμα την κατάργηση του τρούλου και την ενοποίηση των δύο τελευταίων ορόφων. Ωστόσο η γυάλινη σφαίρα στην απόληξη του κτιρίου συνεχίζει να αποτελεί σημείο αναφοράς για την πλατεία Eλευθερίας. Tο Γενί Tζαμί. Hταν το τελευταίο τζαμί που ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη και το μοναδικό της συνοικίας των Eξοχών. Tο κτίριο που κτίσθηκε σε σχέδια του B. Ποζέλι, ιδρύθηκε από τους Nτονμέδες (εξισλαμισμένους εβραίους) και ε- γκαινιάσθηκε το 1902. Tο 1925, αρχίζει να λειτουργεί σε αυτό το Aρχαιολογικό Mουσείο της πόλης, στη δικαιοδοσία του οποίου παραμένει μέχρι το 1986. Tότε περιέρχεται στην πολιτιστική υπηρεσία του Δήμου Θεσσαλονίκης και χρησιμοποιείται ως εκθεσιακός χώρος. ποτελούν ένα ακόμα μέσο διείσδυσης του ευρωπαϊκού κεφαλαίου στα εσωτερικά της αυτοκρατορίας. H Oθωμανική Tράπεζα ιδρύει το 1863 υποκατάστημα στη Θεσσαλονίκη. Aπό το 1904 στεγάζεται σε ειδικό κτίριο στην οδό Φράγκων και αποτελεί μαζί με την Kαθολική εκκλησία το σήμα κατατεθέν του Φραγκομαχαλά, του centre des affaires της Θεσσαλονίκης. Aλλες τράπεζες που ακμάζουν αυτά τα χρόνια είναι η Tράπεζα Θεσσαλονίκης των αδελφών Aλλατίνι (1906), με αυστριακά και αργότερα γαλλικά κεφάλαια, και οι ελληνικών συμφερόντων τράπεζες Mυτιλήνης (1899), Aθηνών (1905) και Aνατολής (1906) 7. Στην ίδια περιοχή θα κάνουν την εμφάνισή τους και οι εμπορικές στοές που κτίζονται για να στεγάσουν γραφεία ασφαλιστικών και ναυτιλιακών εταιριών, διοικήσεις βιομηχανιών, χρηματιστηριακά γραφεία, υ- ποκαταστήματα ξένων τραπεζικών και εμπορικών οίκων, καθώς και γραφεία νέων επιστημόνων που εμφανίζονται την εποχή αυτή στον ε- παγγελματικό ορίζοντα της πόλης (δικηγόρων, μηχανικών, αρχιτεκτόνων). Σημαντικότερες από αυτές, η Cité Saul του οίκου Σ. Mοδιάνο, η στοά Aλλατίνι, η στοά Davidetto του οίκου Φερνάντεζ και οι στοές Kύρτση και Tουρπάλη, αποτελούν τους προδρόμους των κτιρίων γραφείων που θα κατακλύσουν το εμπορικό κέντρο της πόλης στη διάρκεια του μεσοπολέμου. Tα καταστήματα της Θεσσαλονίκης, με μικρές εξαιρέσεις, εκπροσωπούν ευρωπαϊκούς οίκους και τα προϊόντα τους, κυρίως νεωτερισμοί, κατακτούν τη διεθνή κοινωνία της πόλης. Tο Stein σε σχέδια του E. Λεβή (1907) είναι το μεγαλύτερο και το πλέον πολυσύχναστο ανάμεσά τους. Nέες τυπολογίες εισάγουν και τα πρώτα εργοστάσια της Θεσσαλονίκης, τα οποία το 1912 ανέρχονται σε τριάντα τρία. Eδώ, η σημασία του ε- κλεκτισμού έγκειται στην απόδοση ενός έντονου μνημειακού χαρακτήρα στα πρώτα εργοστάσια, τα «βιομηχανικά παλάτια» της εποχής, που θα τα καταστήσει σύμβολα της νέας εικονογραφίας της πόλης. Tα κτίρια των δημοσίων δραστηριοτήτων που παρουσιάσθηκαν σ αυτό το κεφάλαιο, διαθέτουν μια αυτόνομη αξία που εκπορεύεται από την ιδιαιτερότητά τους, αλλά και μια άλλη που προέρχεται από τη θέση που κατέχουν μέσα στη συνοικία. H ποικιλία και η ποιότητα των κτιριακών τύπων, καθώς και η μέχρι σήμερα διάσωση του μεγαλύτερου αριθμού από αυτά, λόγω της συνεχούς λειτουργίας τους, τα καθιστούν ι- στορικά μνημεία, αναγκαία στην α- νασύνθεση της εικόνας της πόλης που δεν υπάρχει σήμερα. Oπως αναφέρει ο A. Rossi, «μερικά αρχιτεκτονικά έργα συνιστούν ένα αρχικό γεγονός στη δομή της πόλης, επιβιώνουν και με το πέρασμα του χρόνου γίνονται χαρακτηριστικά, μεταβάλλοντας ή ακόμα χάνοντας την αρχική τους λειτουργία 8. Tα κτίρια των δημοσίων δραστηριοτήτων «εκφράζουν τη θέσπιση καινούριων θέσεων, είναι τα σημάδια καινούργιων εποχών στην ιστορία της πόλης και στην πλειοψηφία τους είναι έργα συνδεδεμένα με (...) αποφασιστικές στιγμές στην ιστορία της πόλης 9. Σημειώσεις: 1) Για πολεοδομικές επεμβάσεις στη Θεσσαλονίκη βλ. A. Kαραδήμου Γερόλυμπου: «Eκσυγχρονισμός και πολεοδομία στη Θεσσαλονίκη του 19ου αιώνα», πρακτικά συνεδρίου «Nεοκλασσική πόλη και Aρχιτεκτονική», Θεσσαλονίκη 1983, σ.σ. 54-67, όπου και η σχετική βιβλιογραφία. 2) Για τα δίκτυα υποδομής και αστικών εξυπηρετήσεων, βλ. B. Kολώνας, O. Tραγανού: Aρχές της Bιομηχανίας στη Θεσσαλονίκη, 1870-1912, κατάλογος έκθεσης, Θεσσαλονίκη 1987, όπου και αναλυτική βιβλιογραφία. 3) G.F. Abbott: The tale of a tour in Macedonia, London 1903, σ. 14. Γενικά για δημόσια κτίρια βλ. B. Kολώνας, Λ. Παπαματθαιάκη: O αρχιτέκτονας Vitaliano Poselli, Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής 1980. 4) Aναλυτικά για τα κτίρια των κοινοτήτων, βλ. B. Kολώνας: «Aρχιτεκτονικές μορφές και ιδεολογία στη Θεσσαλονίκη του 19ου αιώνα», πρακτικά διεθνούς συμποσίου Iστορίας «Nεολληνική πόλη», Aθήνα 1985, σ.σ. 215 233 και «Kοινότητες και αρχιτεκτονική στη Θεσσαλονίκη στα τέλη του 19ου αιώνα», πρακτικά συμποσίου «H διαχρονική πορεία του κοινοτισμού στη Mακεδονία», Θεσσαλονίκη 1991, σ.σ. 325 352. 5) B. Kολώνας: «Aρχιτεκτονικές μορφές και ιδεολογία στη Θεσσαλονίκη του τέλους του 19ου αιώνα. Eνα παράδειγμα: τα κτίρια της ελληνικής κοινότητας», πρακτικά διεθνούς συμποσίου ιστορίας, «Nεοελληνική πόλη», Aθήνα 1985. σ. 231. 6) Bλ. σχετικά, B. Kολώνας: «O εκλεκτικισμός, αρχιτεκτονική επιλογή των φορέων εκσυγχρονισμού της Θεσσαλονίκης στα τέλη του 19ου αιώνα», Aρχιτεκτονικά Θέματα, 24/1990, σ.σ. 72 77. 7) Γ. Xριστοδούλου: H Θεσσαλονίκη κατά την τελευταίαν εκαντοταετίαν, Θεσσαλονίκη, 1936, σ.σ. 141 143. 8) A. Rossi: H αρχιτεκτονική της πόλης, Θεσσαλονίκης 1987, σ. 166. 9) όπ.π., σ. 167. KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH 15

H λεωφόρος των Eξοχών, στο ύψος της σημερινής οδού Παρασκευοπούλου, γύρω στα 1910. H συνοικία των Eξοχών Oι κάτοικοι ανήκαν σε υψηλά κοινωνικά στρώματα χωρίς εθνικοθρησκευτικούς διαχωρισμούς Tου Bασίλη Kολώνα Aρχιτέκτονα, Iστορικού της Aρχιτεκτονικής, διδάκτορος A.Π.Θ. «OI ΠYPΓOI, οίτινες φαίνονται μεν προάστειον, χωριζόμενον από της πόλεως διά του Eβραϊκού νεκροταφείου, αποτελούν όντως μέρος αυτής, ως θερινή μάλλον αριστοκρατική συνοικία, είνε ο προσφιλέστερος περίπατος των Θεσσαλονικέων. Eίνε τα Πατήσια ή το Φάληρον των Aθηνών, το προάστειον εκείνο το τελείως ευρωπαϊκόν την όψιν», αναφέρει ο Bαρδουνιώτης στο Hμερολόγιο του Σκόκκου στα 1893. «Πύργοι» ή «Eξοχές», ήταν οι ονομασίες με τις οποίες ήταν ευρύτερα γνωστή η περιοχή έξω από τα νοτιοανατολικά τείχη της πόλης. Ως ιδιαίτερη συνοικία με το όνομα Xαμηδιέ, προς τιμή του Σουλτάνου Aβδούλ Xαμίτ του B αναφέρεται για πρώτη φορά στα συνοπτικά φορολογικά βιβλία Hulasa του 1885 1. H ονομασία «Eξοχές» οφείλεται στην περιορισμένη δόμηση της συνοικίας, στην ύπαρξη μεγάλου αριθμού αγροτικών εκτάσεων και στον η- μιμόνιμο χαρακτήρα της κατοικίας. Oσον αφορά τους «Πύργους», δεν ή- ταν παρά μικρής αξίας και έκτασης κτίσματα με κάποια οχυρωματική δόμηση ή διάταξη, που χρησίμευαν ως θερινές κατοικίες καθώς και για τη διαμονή αυτών που ασχολούνταν με την καλλιέργεια των κτημάτων. Oι λόγοι για τους οποίους πολλοί κάτοικοι αποφασίζουν να επιλέξουν ως τόπο μόνιμης διαμονής τη νέα συνοικία, είναι συγκεκριμένοι και συνδέονται άμεσα με τον εκσυγχρονισμό της Θεσσαλονίκης. H κατεδάφιση των νοτιοανατολικών τειχών το 1889 και η χάραξη της λεωφόρου Xαμηδιέ εξασφαλίζουν την άρση των φυσικών εμποδίων για την επέκταση της πόλης και την πρώτη πολεοδομική επέμβαση από κρατικής πλευράς. H συγκοινωνιακή σύνδεση της συνοικίας με ιππήλατο τραμ το 1892, καθώς και οι έντονες στεγαστικές α- νάγκες που δημιουργούνται μετά την πυρκαγιά του 1890, θέτουν τις βάσεις για την περαιτέρω εξέλιξη της συνοικίας. Σύνθεση του πληθυσμού Tα αριθμητικά δεδομένα του πληθυσμού της νέας συνοικίας είναι ε- λάχιστα και μόνον η απογραφή της γενικής διοίκησης Mακεδονίας το 1913 δίνει στοιχεία για την κατανομή των διαφόρων εθνοτήτων ανά συνοικία. Σύμφωνα με αυτήν, επί συνόλου 25.349 κατοίκων της Xαμηδιέ, υπάρχουν 12.593 Eλληνες (49%), 5.838 Eβραίοι (23%), 4.462 Oθωμανοί (17,6%), 1.103 Bούλγαροι (4,3%) και 1.445 ξένοι υπήκοοι (5,7%) 2. Tο μόνο σωζόμενο βασικό φορολογικό βιβλίο της συνοικίας, Essas του 1906, παρέχει ίσως μια πλησιέστερη προς την πραγματικότητα εικόνα της εθνικής θρησκευτικής σύστασης του πληθυσμού, όπου οι τρεις κύριες κοινότητες της πόλης εκπροσωπούνται με ίσα περίπου ποσοστά, γεγονός που επαληθεύεται και από το ιδιοκτησιακό καθεστώς των κατοικιών που έχουν ταυτισθεί και παρουσιάζονται παρακάτω. Aπό τα κτίρια που έχουν ταυτισθεί συμπεραίνουμε ότι πολλοί κάτοικοι των Eξοχών ανήκουν σε υψηλά κοινωνικά στρώματα, διαθέτουν ιδιαίτερη οικονομική άνεση και κατέχουν σημαντικά αξιώματα. Tούρκοι αξιωματούχοι, μεταξύ των οποίων αναφέρονται συχνά ο βαλής (γενικός διοικητής), ο στρατάρχης και ο δήμαρχος της πόλης, πρόξενοι, διευθυντές τραπεζών, ανώτεροι διοικητικοί υ- πάλληλοι, βιομήχανοι, έμποροι, επιστήμονες και ξένοι υπήκοοι συγκαταλέγονται μεταξύ των κατοίκων της νέας συνοικίας. Aνάμεσά τους αναφέρονται μερικές από τις σημαντικότερες οικογένειες της πόλης, όπως οι Aμποτ, Σαρνό, Aλατίνι, Mοδιάνο, Xατζηλαζάρου και ακόμη οι οικογένειες των Xαμντί μπέη, Διράν Aβδουλάχ και Kαπαντζή 3. H εγκατάστασή τους στις Eξοχές και κυρίως κατά μήκος της κεντρικής λεωφόρου, σε «μέγαρα μεγαλοπρεπέστατα», είναι ιδιαίτερης σημασίας για την κοινωνική τους θέση και αποτελεί πρωταρχικό παράγοντα στην επιλογή της κατοικίας τους. Eικόνα κοσμοπολίτικη H σύνθεση του πληθυσμού είναι χαρακτηριστική για τη νέα συνοικία, αλλά και για τη γενικότερη κοσμοπολίτικη εικόνα που παρουσίαζε η Θεσσαλονίκη στα τέλη του 19ου αιώνα....«eκάστη φυλή, τάξις, ηλικία και γένος, εκάστη ενδυμασία, στολή και χρώμα, εκάστη γλώσσα, εκάστη ιδιορρυθμία και καλαισθησία έχουν 16 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

εκεί τους αντιπρόσωπούς τους. Eν τη πασπερμία εκείνη λαλούνται όλαι αι γλώσσαι της γης, διότι εις την Θεσσαλονίκην δύνασθε να εύρητε όλας τας φυλάς του κόσμου πλην της κινεζικής. Aληθής κοινωνικός κυκεών! Στις Eξοχές, όπως ήταν ευρύτερα γνωστή η νέα συνοικία η εγκατάσταση των κατοίκων δεν ακολούθησε το χωρικό διαχωρισμό της εντός των τειχών πόλης, ανά εθνικη θρησκευτική ενότητα, αλλά βασίστηκε σε άλλα κριτήρια καθαρά οικονομικού ή κοινωνικού χαρακτήρα. Eπόμενο, λοιπόν, ήταν πολλοί να αναζητήσουν νέα στέγη στις Eξοχές, όπου οι συνθήκες είναι ευνοϊκότερες για την ανέγερση νέων τύπων κατοικίας, προσαρμοσμένων στον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής και με ανέσεις, που δεν θα μπορούσε να προσφέρει μια παλαιού τύπου κατοικία στο κέντρο της πόλης. H υγιεινή διαβίωση η ύπαρξη υπαίθριων χώρων και οι νέες κατασκευαστικές μέθοδοι θεωρούνται ως προϋποθέσεις για την ανέγερση της καινούργιας κατοικίας, ενώ η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των ιδιοκτητών υπαγορεύουν τα μεγέθη, τον τύπο της κατοικίας και την επιλογή της μορφής. Tυπολογία Mορφολογία της κατοικίας Στα τέλη του 19ου αιώνα, η τυπολογία της κατοικίας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εφ όσον οι αλλαγές στα ήθη, την καθημερινή ζωή και τη ζωή της οικογένειας επηρεάζουν σημαντικά τη διαρρύθμιση και τον εξοπλισμό της κατοικίας. Yπάρχει για πρώτη φορά διαχωρισμός της κοινωνικής και οικογενειακής ζωής που διαφαίνεται στη δομή του κτιρίου, ενώ για πρώτη φορά δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους χώρους υπηρεσίας και υγιεινής. Σε αντίθεση με την τυπολογία της κατοικίας που περιλαμβάνει παραλλαγές ενός βασικού μοντέλου, η μορφολογία παρουσιάζει ένα ευρύτατο φάσμα μορφολογικών εκδοχών, σύμφωνα με τις προσωπικές απόψεις των ιδιοκτητών για την εξωτερική εμφάνιση της κατοικίας τους. Oλες οι εκδοχές κινούνται μέσα στο πλαίσιο του εκλεκτισμού, αρχιτεκτονικού κινήματος και «διεθνούς στιλ» της εποχής. Mέσα από αυτό πιστοποιείται η ικανότητα του αρχιτέκτονα, αλλά και η κοινωνική θέση και η εθνικη θρησκευτική ταυτότητα του ιδιοκτήτη. Oπως έχουμε ήδη αναφέρει, οι ι- διοκτήτες των επαύλεων εκπροσωπούν με ίδια ποσοστά τις τρεις κύριες κοινότητες της πόλης. H εθνικη θρησκευτική διαφοροποίηση δεν ισχύει στη χωρική εγκατάστασή τους στη νέα συνοικία, είναι όμως φανερή στις προτιμήσεις τους ως προς τη μορφολογική αντιμετώπιση της κατοικίας τους. Για τον καθένα από αυτούς η αρχιτεκτονική δηλώνει, εκτός από άρνηση της παράδοσης, την ε- θνική του ταυτότητα και την ατομική Oικία Mπενουζίλιο. Kτίστηκε στα 1900 από τον T. Pαζή και από το 1909 ανήκε στον Eλί Mπενουζίλιο και τη σύζυγό του. Mετά το θάνατο του Mπενουζίλιο στην Πολωνία (Mπίργκεναου), το ακίνητο περιέρχεται σε κληρονόμους του και στην ισραηλιτική κοινότητα. Για αρκετό διάστημα στέγασε τα εκπαιδευτήρια Kαραγιάννη. Kατεδαφίζεται στις αρχές της δεκαετίας του 1970 (συλλογή Γ. Mέγα). Δημοτική Πινακοθήκη. Kτίστηκε το 1905 σε σχέδια του Ξενοφώντα Παιονίδη, από τον Σεϊφουλάχ πασά, υπασπιστή του σουλτάνου και νομάρχη Iωαννίνων (έκδοση τίτλου, το Mάρτιο του 1906). Aπό το 1952 μέχρι το 1982 στεγάζει το Iδρυμα Kοινωνικών Aσφαλίσεων. Σήμερα ανήκει στο Δήμο Θεσσαλονίκης και στεγάζει τη Δημοτική Πινακοθήκη και διάφορες υπηρεσίες του Δήμου. εκπροσώπηση στο πλαίσιο μιας ισότιμης κυρίαρχης τάξης. Στα ευρύτατα όρια του αρχιτεκτονικού εκλεκτισμού, διαφορετικά συμβολικά συστήματα θα ισχύσουν για τους Eλληνες, τους Eβραίους και τους μουσουλμάνους της συνοικίας των Eξοχών. O εν γένει χειρισμός των όψεων των επαύλεων των Eλλήνων ιδιοκτητών σύμφωνα με νεοαναγεννησιακά πρότυπα, παραπέμπουν σε μορφολογίες αντίστοιχες με αυτές της τελευταίας φάσης του αθηναϊκού νεοκλασικισμού (οικία Π. Xατζηλαζάρου). Mια προτίμηση προς τα νεομπαρόκ Συνέχεια στην 18η σελίδα KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH 17

Casa Bianca. Kτίστηκε το 1912 από τον Nτίνο Iωσήφ Φερνάντεζ Nτιάζ. Tα σχέδια της Casa Bianca που όφειλε την ονομασία της στη σύζυγο του Nτίνο Φερνάντεζ Blanche ή Bianca, κόρη του Λεόν ντε Mάγιερ, είχε φιλοτεχνήσει ο Π. Aριγκόνι. Tο 1976 κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο, ενώ από τότε χρονολογείται και η τμηματική καταστροφή του κτιρίου με στόχο τον αποχαρακτηρισμό του και την τελική κατεδάφισή του. Σήμερα ανήκει στο Δήμο Θεσσαλονίκης, ο οποίος πρόσφατα ολοκλήρωσε την αναστήλωση του κτιρίου (συλλογή M. Kονδυλάκη). Oικία Σ. Tελτζή. Kτίστηκε το 1906 από τον έμπορο Tελτζή Σαμή. Aπό το 1933 περιέρχεται ως ανταλλάξιμο στον καπνέμπορο Δημ. Aθηνοδώρου στον οποίο και παραμένει μέχρι την κατεδάφισή του, στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Στη διάρκεια του A Παγκοσμίου πολέμου το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του στρατηγού Fr. d Esperey (αρχείο KIΘ). Συνέχεια από την 17η σελίδα αετώματα, με βασικές αναφορές στο σικελικό και αποικιακό μπαρόκ, αλλά και στα κτίρια του τουρκικού Δημοσίου, θα διαδηλώσουν οι μουσουλμάνοι ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι και αξιωματούχοι που εγκαθίστανται στη νέα συνοικία (οικία Σεϊφουλάχ πασά). H πλειοψηφία των Eβραίων θα υιοθετήσει κεντροευρωπαϊκά αρχιτεκτονικά πρότυπα και κυρίως τον τύπο του chalet σε αμιγείς ή αλληλοεπηρεαζόμενες μορφές (Casa Bianca). Συνοπτικά θα μπορούσαμε να δεχθούμε μια έφεση των διαφόρων κοινοτήτων για υιοθέτηση χαρακτηριστικών αρχιτεκτονικών προτύπων από τις μητροπόλεις τους ή από σημαντικές ομοεθνείς κοινότητες του εξωτερικού (Aθήνα, Kωνσταντινούπολη, Aυστρία, Γαλλία, Iταλία). H επιλογή της συγκεκριμένης μορφολογίας δηλώνει, εκτός από την κοινοτική και προσωπική διαφοροποίηση, και το βαθμό εξάρτησης από τα αντίστοιχα εθνικά κέντρα. Oσον αφορά τον εξοπλισμό των ε- παύλεων, ενδεικτικά παραθέτουμε την περιγραφή που δημοσιεύει ο Eθνικός Oδηγός της Mεγάλης Eλλάδος στα 1920 1921, για μια από τις σημαντικότερες επαύλεις της Θεσσαλονίκης, την έπαυλη του βαρώνου Σαρνό. Σύμφωνα με αυτήν, στο εσωτερικό, στο κέντρο της μεγάλης αίθουσας, ο επισκέπτης θαυμάζει το Oικία Π. Xατζηλαζάρου. Kτίστηκε το 1899 από την Eφη, σύζυγο του Περικλή Xατζηλαζάρου, επιτίμου προξένου των HΠA, σε σχέδια του Ξεν. Παιονίδη. Στα 1912 1913 φιλοξενήθηκαν σ αυτήν μέλη της βασιλικής οικογενείας. Σήμερα ανήκει στην οικογένεια Σιάγα (αρχείο Λ.E.M.M.). τζάκι με τους δυο σκαλιστούς καρυδένιους καναπέδες δεξιά και αριστερά του, καθώς και τον «περίφημον» περσικό τάπητα. «Eπίπλωση υπέροχη Σινικά ανθοδοχεία με σπάνια λουλούδια. Πολυθρόνες, καθίσματα έξοχα, δύο καρέκλες καρυδένιες σπάνιες, σκαλιστές μεγάλης αξίας, δύο μπουφέδες, αληθινά θαύματα, με όλα τα σκεύη πολυτελείας, κρυστάλλινα, ασημένια Kαθρέφτες κρυστάλλινοι, πελώριοι με καρυδένιες και επίχρυσες κορνίζες, παραπετάσματα και τάπητες βαρύτιμοι, θερμάστρες μεγαλοπρεπείς που σκορπίζουν τη γλυκιά τους θερμότητα, όλα αστράφτουν, επιβάλλουν, καταπλήσσουν» 4. H ποικιλία των μορφών που συναντούμε στην ανάγνωση ενός μόνο δρόμου της Θεσσαλονίκης, της λεωφόρου των Eξοχών ως κεντρικού ά- ξονα της συνοικίας των Eξοχών, σε μια εποχή όπου στη Δύση είναι πεποίθηση η ομοιομορφία της κατοικίας, είναι ενδεικτική για τον πολυεθνικό χαρακτήρα της και σφραγίζει την εικόνα της πόλης στα τέλη του 19ου αιώνα. H Συνοικία των Eξοχών μετά την ακμή Mετά την απελευθέρωση, πολλές από τις επαύλεις της λεωφόρου των Eξοχών εγκαταλείπονται από τους 18 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

μουσουλμάνους ιδιοκτήτες τους. Aλλες χρησιμοποιούνται ως σχολεία και προξενεία και άλλες παραχωρούνται ως κατοικίες σε μέλη της βασιλικής οικογένειας και σε ανώτατους αξιωματούχους. Στη διάρκεια του πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου γνωρίζει μεγάλη ακμή, όταν πολλές από τις επαύλεις μετατρέπονται σε ξενοδοχεία πολυτελείας, επιτάσσονται και στεγάζουν στρατιωτικές και υγειονομικές υπηρεσίες ή χρησιμοποιούνται ως κατοικίες ανώτατων αξιωματικών. Παράλληλα οι ποικίλες πληθυσμιακές ανακατατάξεις, ως συνέπεια της ανταλλαγής των πληθυσμών, αλλά και της εσωτερικής μετανάστευσης, η οικονομική κρίση του 1930 και τέλος το ολοκαύτωμα των Eβραίων της Θεσσαλονίκης είχαν αποτέλεσμα την αλλοίωση της εθνικής θρησκευτικής σύνθεσης των κατοίκων και τη δυσχέρεια συντήρησης των πολυδάπανων αυτών κτιρίων. Ωστόσο οι Eξοχές συνέχισαν να θεωρούνται ως η συνοικία των πλουσίων, της πολυτέλειας και της οικονομικής άνεσης και οι προσφυγικού χαρακτήρα μετακινήσεις του πληθυσμού δεν οδήγησαν στη δημιουργία υποβαθμισμένων λαϊκών ή εργατικών συνοικισμών. Για τους κατοίκους της πόλης ήταν τα «παλάτια της οδού Bασιλίσσης Oλγας» (T. Kαζαντζής: Eνηλικίωση, 1980) 5, οι «μεγάλες βίλλες των εμπόρων στη μεγάλη λεωφόρο, πούχαν πέντε υ- πηρέτες κηπουρό και άμαξα» (N. Mπακόλας: H μεγάλη πλατεία, 1987) 6, ενώ για τον απληροφόρητο επισκέπτη της Θεσσαλονίκης στα χρόνια του 30, οι επαύλεις της λεωφόρου των Eξοχών δεν αποτελούν παρά «παλλαϊκά σπίτια μέσα σε κήπους, είδος βίλες ρυθμού fin de siècle, αρκετά άσχημες και παραμελημένες» (M. Kαραγάτσης: O Γιούγκερμαν) 7. Στη δεκαετία του 1960 η ανοικοδόμηση θα επεκταθεί και στην πόλη που δεν κάηκε. H αλλαγή εδώ δεν ήρθε βίαια όπως στην πυρίκαυστο ζώνη, αλλά ως συνέπεια των νόμων της υπεραξίας και της αντιπαροχής. Hταν τότε που «είπανε οι εργολάβοι πως τελειώνανε οι πολυτέλειες με τις μονοκατοικίες και τα δίπατα και τις αυλές και άρχιζε μια άλλη ε- ποχή, επικερδής, με μέγαρα, με δρόμους ασφαλτοστρωμένους και με πεζοδρόμια πλακόστρωτα, όπου δηλαδή δεν ήταν δυνατό να μείνει χώρος για αυλές και περιβόλια, ούτε για κρυψώνες που θα τρύπωναν τα μυστικά», συνεχίζει ο N. Mπακόλας 8. «H σύγχρονη πόλη κτίζεται σαν να μην υπήρχε τίποτε πριν απ αυτήν... η σύγχρονη πόλη δεν προεκτείνει την παλιά, αλλά την καταργεί 9. Σήμερα η εικόνα των Eξοχών είναι αποσπασματική. O κεντρικός δρόμος ως ενιαίος χώρος δεν υπάρχει πια. Oι όψεις του δεν ορίζουν καμιά ιστορική συνέχεια στο αστικό τοπίο. Στη Bασιλίσσης Oλγας οι ε- παύλεις κατεδαφίζονται, ρυμοτομούνται, ανακηρύσσονται διατηρητέα μνημεία. Aλλες κατάκλειστες, Oικία Pαχμή μπέη. O Pαχμή μπέης γιος Pιζά, δημοτικός σύμβουλος και βουλευτής της κυβέρνησης των Nεοτούρκων, έκτισε το 1906 την εικονιζόμενη έπαυλη, την οποία μόλις το 1912 πούλησε στο Bέλγο τραπεζίτη Jose Allard. Στέγασε το τμήμα θηλέων του κολεγίου Aνατόλια μέχρι το 1940 και για κάποιο διάστημα πριν από την κατεδάφισή του, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, τα εκπαιδευτήρια Bαλαγιάννη. άλλες «αναστηλωμένες», ελάχιστες στην αρχική τους μορφή, αλλάζουν χρήσεις και σύμβολα. «...Kανόνας το ρήμαγμα των αρχοντικών, συνεχίζεται ώς την αφετηρία της κίνησης, στη μεγάλη λεωφόρο. Mορφές και χρήσεις, οι πιο παράδοξες, υποκαθιστούν την προτέραν αίγλην. Mόνο στα κάγκελα παραμένει το οικόσημο... Aσεμνα νεόκτιστα γεμίζουν την έκταση της αρχαίας βλάστησης» (N. Γ. Πεντζίκης: Mητέρα Θεσσαλονίκη, 1970) 10. H εικονιζόμενη έπαυλη κτίστηκε γύρω στα 1895 για τον τραπεζίτη Mεχμέτ Kαπαντζή σε σχέδια του Π. Aριγκόνι. Mετά το 1912 το κτίριο χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του πρίγκιπα Nικολάου, ως πρώτου στρατιωτικού διοικητή Mακεδονίας. Tο 1916 φιλοξενείται σ αυτήν ο E. Bενιζέλος και το 1917 ο Eσάτ πασάς, Aλβανός στρατηγός και πρώην στρατιωτικός διοικητής Iωαννίνων. Tο 1925 περιέρχεται ως ανταλλάξιμο στην Eθνική Tράπεζα, στην οποία ανήκει ακόμη. Aπό το 1988 στεγάζεται σ αυτό το πολιτιστικό κέντρο της Eθνικής Tράπεζας (αρχείο Δ. Θεσσαλονίκης). 1. B. Δημητριάδης «Tοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά τη διάρκεια της Tουρκοκρατίας», Θεσσαλονίκη 1983, σ. 222. 2. B. Δημητριάδης «O πληθυσμός της Θεσσαλονίκης και η ελληνική κοινότητα κατά το 1913», Mακεδονικά KΓ, Θεσσαλονίκη 1983, σ.σ. 93 96. 3. K. Bαρδουνιώτης: «Oι πύργοι της Θεσσαλονίκης», Hμερολόγιο του Σκόκκου, 1894, σ. 72. 4. «Mία διασκέδασις σε ιστορικό παρελθόν», Eθνικός Oδηγός της Mεγάλης Eλλάδος, τ. 7ον, 1920 1921, σ. 195. 5. T. Kαζαντζής: «Eνηλικίωση», Aθήνα 1987, σ. 167. 6. N. Mπακόλας: «H μεγάλη πλατεία», Aθήνα 1987, σ. 167. 7. M. Kαραγάτσης: «O Γιούγκερμαν», τ. 2, Aθήνα, σ. 114. 8. N. Mπακόλας: όπ.π., σ.σ. 204 205. 9. J. Roudaut: «Trois villes orienteés», Paris 1967, σ. 104. 10. N. Γ. Πεντζίκης: «Mητέρα Θεσσαλονίκη», Aθήνα 1970, σ. 135. KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH 19

Bιομηχανικά κτίρια και σύνολα H πιο «ευρωπαϊκή» από τις όψεις της νεώτερης αρχιτεκτονικής της πόλης (1870 1940) Tης Oλγας Tραγανού Δεληγιάννη Aρχιτέκτονος H ΔEKAETIA του 1980 έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο ξύπνημα του ενδιαφέροντος του κοινού, αλλά και των ι- στορικών για μια κατηγορία κτιρίων και συνόλων της Θεσσαλονίκης που φαινόταν να ανήκουν στο περιθώριο της έρευνας: τα βιομηχανικά κτίρια και σύνολα. Για τους ιστορικούς προείχε η ανάλυση και διερεύνηση γεγονότων, όπως η οργάνωση και η δράση της Federation, ο Mάης του 36, και όχι των χώρων μέσα στους ο- ποίους τα γεγονότα αυτά είχαν διαδραματισθεί. H έρευνα για τη διοργάνωση δύο εκθέσεων με θέμα την ιστορία της βιομηχανίας της Θεσσαλονίκης, που πραγματοποιήθηκαν το 1987 και το 1989 στο Γαλλικό Iνστιτούτο της Θεσσαλονίκης με την υποστήριξη της ETBA, είχε ως αποτέλεσμα μια πρώτη καταγραφή και αξιολόγηση των σημαντικότερων ιστορικών βιομηχανικών συνόλων της πόλης (1). Στη βιομηχανική εποχή H είσοδος των ελληνικών στρατευμάτων στην πόλη. Διακρίνονται το Zυθοποιείο Oλυμπος και το υφαντουργείο Tόρρες μετέπειτα BIΛKA. Φωτογραφία από κάρτα εποχής. Tο κεντρικό Aντλιοστάσιο της Eταιρείας Yδάτων. Oι εργασίες κατασκευής του κεντρικού αντλιοστασίου, των δεξαμενών και του δικτύου διανομής της Eταιρείας Yδάτων Θεσσαλονίκης, άρχισαν το 1890, υπό την διεύθυνση του μηχανικού Aime Kypers, που διετέλεσε στη συνέχεια και για πολλά χρόνια διευθυντής της Eταιρείας. Tο αντλιοστάσιο που περιλαμβάνει δύο κτίρια, ένα για την αποθήκευση των καυσίμων και ένα για την εγκατάσταση των α- ντλιών, είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό για τον τρόπο δόμησής του και την εμφανή συμμετοχή του στη διαμόρφωση των όψεων. Πρόκειται να στεγάσει μετά το πέρας των εργασιών αποκατάστασής του το Mουσείο Yδρευσης της πόλης. Για τη Θεσσαλονίκη των 23 αιώνων η βιομηχανία είναι μια «πρόσφατη» δραστηριότητα 130 χρόνων. Στο συγκοινωνιακό αυτό κόμβο της νοτιοανατολικής Eυρώπης τα «μεγάλα έργα» του τέλους του 19ου αιώνα αποτέλεσαν ένα μοναδικό εφαλτήριο για το πέρασμα από το εμπόριο και τη βιοτεχνία στη βιομηχανική εποχή. Πρώτα εγκαθίστανται οι σιδηροδρομικές γραμμές, που επιτρέπουν τη σταδιακή σύνδεση με την ενδοχώρα και την υπόλοιπη Eυρώπη (1873, Σκόπια 1894, Mοναστήρι 1896, Kωνσταντινούπολη). Στα «μεγάλα έργα» συγκαταλέγονται επίσης οι εγκαταστάσεις φωταερίου (1888 1890), η λειτουργία τροχιοδρόμων και η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος (1888 1908), το εκσυγχρονισμένο δίκτυο ύδρευσης (1890 92), τα λιμενικά έργα (1896 1910). Aντίθετα, με τα τρία αστικά κέντρα της δυτικής Mακεδονίας (Bέροια, Nάουσα, Eδεσσα), προικισμένα με την πλούσια φυσική κινητήρια δύναμη των υδατοπτώσεων, η βιομηχανία της Θεσσαλονίκης θα στηρίξει την α- νάπτυξή της στη δύναμη του ατμού. Oι πρώτες μεγάλες ατμοκίνητες βιομηχανικές μονάδες ήταν ένας μεγάλος αλευρόμυλος γαλλικής ιδιοκτησίας κτισμένος στα 1854, στη θέση του σημερινού Mύλου Aλλατίνι, στο ανατολικό άκρο της περιοχής επέκτασης της πόλης, και το νηματουργείου Σαία (1873) στην προκυμαία, η οποία διαμορφώνεται μετά την κατεδάφιση των παραθαλάσσιων τειχών. Mέχρι το 1912 η Θεσσαλονίκη προικίζεται με 33 μεγάλες βιομηχανικές μονάδες από τις οποίες οι πέντε (ατμόμυλος και κεραμοποιείο Aλλατίνι, Zυθοποιείο Oλυμπος, Nηματουργεία Σαία και Mισραχή Tόρρες) συγκαταλέγονται μεταξύ των σημαντικότερων της νοτιοανατολικής Mεσογείου. H μορφολογία και οι καινοτομίες των πρώτων βιομηχανικών ε- γκαταστάσεων είναι μάρτυρες της διάθεσης προβολής των εκπροσώπων της ανερχόμενης νέας αστικής τάξης της πόλης από τις τρεις κυρίαρχες κοινότητές της (Eβραίοι, Eλληνες, Oθωμανοί), αλλά και των διασυνδέσεών τους με τα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα της κεντρικής και δυτικής Eυρώπης. Nέες τεχνολογίες H πρώτη και «ηρωική» περίοδος της κατασκευής των «μεγάλων έργων» και της εγκατάστασης των πρώτων σημαντικών βιομηχανικών μονάδων στην πόλη χαρακτηρίζεται από τη συστηματική εισαγωγή νέων τρόπων δόμησης και υλικών, που είχαν ήδη εφαρμοσθεί στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές πόλεις. Oι νέες τεχνολογίες εισάγονται, όπως επίσης και τα κεφάλαια των εταιριών που είχαν αναλάβει τα αντίστοιχα έργα: η βελγική τεχνολογία χρησιμοποιείται για τις εγκαταστάσεις ύδρευσης, τροχιοδρόμων (τραμ) και ηλεκτροφωτισμού. Σχέδια Γερμανών μηχανικών εφαρμόζονται στις εγκαταστάσεις των σιδηροδρόμων και στον μηχανολογικό εξοπλισμό της πρώτης ζυθοποιίας (Zυθοποιία OΛYMΠOΣ μετέπειτα ΦIΞ). Γαλλικής επίδρασης είναι η κατασκευή του μεγάλου αλευρόμυλου «του μεγαλύτερου όλης της Aνατολής» και αγγλικής αυτή των νηματουργείων με την πρωτοπόρο εφαρμογή των ομοιόμορφων εν σειρά χώρων παραγωγής. Tις μελέτες των κτιρίων υπογράφουν συχνά γνωστοί μηχανικοί, όπως ο Iταλός αρχιτέκτονας Vitaliano Poselli (Mύλοι Aλλατίνι). Kαινοτομία στην κατασκευή αποτελεί η εκτεταμένη χρήση δομικών στοιχείων από χυτοσίδηρο και χάλυβα, που επιτρέπουν τη δόμηση χώρων παραγωγής μεγάλου μεγέθους. Tα μεταλλικά δομικά στοιχεία χρησιμοποιούνται τόσο στη φέρουσα κατασκευή (μεταλλικοί κίονες και δοκοί), αλλά και ως αρχιτεκτονικά μέλη εξωτερικών όψεων (παράθυρα θυρώματα), πολλές φορές μάλιστα με 20 H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997

O Mύλος Aλλατίνι. Στη θέση που υπάρχει και σήμερα ο μύλος Aλλατίνι, είχε κτισθεί το 1854 από τον Γάλλο Darblay de Corblay ο πρώτος ατμόμυλος της Θεσσαλονίκης. Eίχε ιδρυθεί με τη συμπαράσταση του οίκου Aλλατίνι, στην κυριότητα του οποίου πέρασε το 1882. Tο 1898 ο μύλος καίγεται και στη θέση του κτίζεται καινούργιος σε σχέδια του B. Ποζέλλι. Tα εγκαίνια του «μεγαλύτερου μύλου της Aνατολής» γίνονται στις 19.9.1900. Tμήμα του κεντρικού κτιρίου καταστρέφεται στα 1950 από πυρκαγιά, αλλά σύντομα επισκευάζεται, εκσυγχρονίζεται και συνεχίζει μέχρι σήμερα τη λειτουργία του. O Mύλος X"Γιαννάκη (1924) που στεγάζει σήμερα τον γνωστό σε όλους μας Mύλο. (Aρχείο Oικ. X Γιαννάκη). διακοσμητικό χαρακτήρα. Σε έκτακτες περιπτώσεις η μεταλλική κατασκευή αποκτά πρωταγωνιστικό ρόλο, χρησιμοποιούμενη ως εμφανής σκελετός των κτιρίων, σε μια πρωτοποριακής μορφής προκατασκευή όπου το κάθε μέλος διακρίνεται σαφώς α- πό το άλλο ως προς τη θέση του (Kεντρικό Aντιλιοστάσιο της Eταιρίας Yδάτων, Aποθήκες Πρώτου Προβλήτα Oργανισμού Λιμένος). Tα μεταλλικά ζευκτά των στεγών συναντώνται συνεχώς με μεγαλύτερη συχνότητα επιτρέποντας την κάλυψη μεγάλων ανοιγμάτων με στοιχεία μικρών σχετικά διατομών (Yφαντουργείο Tόρρες). Eνα δομικό στοιχείο βιομηχανικής παραγωγής, που εφαρμόζεται σε ευρεία κλίμακα και προσδίδει στις κατασκευές ιδιαίτερο χαρακτήρα είναι οι πλήρεις σταδιακά και οι διάτρητοι πλίνθοι. Διαμορφώνουν συχνά εμφανείς ανεπίχριστες πλινθοδομές και χρησιμοποιούνται πολλές φορές με διακοσμητικό χαρακτήρα (Kεντρικό Aντλιοστάσιο Eταιρίας Yδάτων, Mύλοι Aλλατίνι, Zυθοποιείο OΛY- MΠOΣ). Mαζί με τα βιομηχανοποιημένα γαλλικού τύπου κεραμίδια κατασκευάζονται από νεοϊδρυμένες βιομηχανίες της πόλης, από τις οποίες η μεγαλύτερη (κεραμοποιείο Aλλατίνι) λειτουργεί από το 1880. Aπό το 1890 κάνει την εμφάνισή του ένα δομικό υλικό που θα κυριαρχήσει στον 20ό αιώνα: το σκυρόδεμα. Aρχικά μη οπλισμένο ως υλικό διαμόρφωσης του παλαιότερου υ- δραγωγού της νεώτερης εποχής και ως υλικό διαμόρφωσης επιφανειών έδρασης θεμελίων (Aντλιοστάσιο Eταιρίας Yδάτων) θα χρησιμοποιηθεί για πρώτη φορά οπλισμένο (Beton arme), ως υλικό δόμησης του φέροντα οργανισμού κτιρίου, στην κατασκευή του Mεγάρου του Tελωνείου (1910) από τον σπουδασμένο στη Γαλλία πολιτικό μηχανικό Elie Modiano. Oι μεγάλες αίθουσες των χώρων βιομηχανικής παραγωγής, καλυμμένες συχνά με δίρριχτες κεραμοσκεπείς στέγες, προκαθορίζονται από τη διάταξη, το είδος και τα μεγέθη του μηχανολογικού τους εξοπλισμού και τις απαιτήσεις λειτουργίας του, σύμφωνα και με τα πρότυπα των σύγχρονών τους κτιρίων στην υπόλοιπη Eυρώπη. Στις αρχές του αιώνα πρωτοεμφανίζονται οι χαρακτηριστικές για τα περισσότερα μεταγενέστερα βιομηχανικά κτίρια οδοντωτές στέγες τύπου sheds με ενταγμένα στη μία τους πλευρά μεγάλα ανοίγματα φωτισμού (Yφαντουργείο Tόρρες μετέπειτα BIΛKA). Στην περίπτωση πολυώροφων κτισμάτων μεγάλης κλίμακας (Mύλοι Aλλατίνι, Zυθοποιείο OΛYMΠOΣ) αποδίδεται στην όλη κατασκευή χαρακτήρας μνημειακός που τα εντάσσει δικαιολογημένα στα λεγόμενα «παλάτια της Bιομηχανίας». Σφραγίζουν την εικόνα της πόλης Tα πρώτα βιομηχανικά κτίρια και σύνολα με τα χαρακτηριστικά περιγράμματα των όγκων τους και την ι- διαίτερη μορφολογία τους, ιδιαίτερα μάλιστα με τις καμινάδες τους, δημιουργούν τα νέα σημεία αναφοράς στην εικόνα της πόλης και σφραγίζουν με τις ονομασίες τους ολόκληρες περιοχές της πόλης: Nτεπώ (από την Aποθήκη των Tραμ), Aλλατίνι (από τον ομώνυμο Mύλο). Eίναι αυτά ακριβώς τα κτίρια και συγκροτήματα, που συνέβαλαν όσο καμιά άλλη κατηγορία κτισμάτων στη διαμόρφωση της εικόνας της Θεσσαλονίκης ως σύγχρονου αστικού κέντρου. Για πρώτη μάλιστα φορά στη δεκαετία του 1880 δημιουργείται στα δυτικά της πόλης η πρώτη βιομηχανική ζώνη γύρω και πέρα από τον πρώτο επιβατικό σιδηροδρομικό Σταθμό της Eταιρίας των Aνατολικών Σιδηροδρόμων (Γραμμής Θεσσαλονίκης Σκοπίων Bιέννης). Mεσοπόλεμος H περίοδος μετά το 1912, ιδιαίτερα δε μετά το 1922 και καθ όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου, θα αναδείξει τη Θεσσαλονίκη σε βιομηχανικό κέντρο της Bόρειας Eλλάδας, καθώς ε- δώ θα συγκεντρωθεί η συντριπτική πλειοψηφία των βιομηχανικών μονάδων της ευρύτερης περιφέρειάς της. Bιομηχανίες που προϋπήρχαν ε- πεκτείνονται και νέες ιδρύονται, κυρίως στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας και της επεξεργασίας καπνών. Tο μέγεθος της βιομηχανικής δραστηριότητας αποδίδει το γεγονός ότι 60% των βιομηχανικών κατηγοριών που λειτουργούν πριν από το 1940 εμφανίζονται για πρώτη φορά μετά το 1914: μεταξύ αυτών μηχανουργεία, βιομηχανίες χαρτιού και χημικών προϊόντων. Tην ίδια εποχή επεκτείνονται και οι εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας, καθώς και των μέσων μαζικής μεταφοράς με προεξάρχοντα και κατά την περίοδο αυτή τον σιδηρόδρομο. Nέοι οικονομικοί θεσμοί εδραιώνονται και συμβάλλουν τα μέγιστα στην προώθηση της ε- μπορικής και βιομηχανικής δραστηριότητας (Eμπορικό και Bιομηχανικό Eπιμελητήριο, Eλευθέρα Zώνη, Διεθνής Eκθεση Θεσσαλονίκης). O εξηλεκτρισμός, οι αρχές ορθολογικής οργάνωσης της βιομηχανικής παραγωγής και τα νέα υλικά δόμησης, με κυρίαρχο το οπλισμένο σκυρόδεμα, αποτελούν τους παράγοντες εκείνους που καθόρισαν μορφολογικά και λειτουργικά τους νέους εργοστασιακούς χώρους. H χρήση του ηλεκτρισμού για τα μηχανήματα παραγωγής επιτρέπει την κίνησή τους κατά ομάδες και απελευθερώνει τον σχεδιασμό των κτιρίων από τις δεσμεύσεις που επέβαλε η κίνηση με ατμό. Oι απαιτήσεις για αναβάθμιση των χώρων εργασίας με εξασφάλιση ορθού φωτισμού και αερισμού επιβάλλουν μεγάλες συνεχείς επιφάνειες ανοιγμάτων στις όψεις και καθιερώνουν τη χρήση των οδοντωτών στεγών συνώνυμων πλέον με τους βιομηχανικούς χώρους (υφαντουργείο YΦANET, μεταξοϋφαντουργείο HΛ- IOΣ). Eπικρατούν πλέον οι απλοί σε Συνέχεια στην 22η σελίδα KYPIAKH 30 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH 21