Στο μεταίχμιο Ανατολής και Δύσης:

Σχετικά έγγραφα
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος...9 Βραχυγραφίες...13 Εισαγωγή: Οι µουσουλµάνοι της Ελλάδας την περίοδο

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

φιλολογικές σελίδες, ιστορία κατεύθυνσης γ λυκείου

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 1)

Πριν μερικές ημέρες, μουσουλμάνοι μαθητές έβαλαν «λουκέτο σε σχολείο στην Κομοτηνή, αναρτώντας στην κεντρική είσοδο ανακοινώσεις με τα αιτήματά τους.

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

Η ΣΗΜΑΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΘΝΟΣΗΜΟ

Ομιλία στο συνέδριο "Νοτιοανατολική Ευρώπη :Κρίση και Προοπτικές" (13/11/2009) Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ ΣΤΗΝ Ε.Ε.

ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 3 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

Ειδικότερα: Ο Εδαφικός Διακανονισμός της Συνθήκης της Λωζάννης και η Νομολογία Διεθνών Δικαιοδοτικών Οργάνων. Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος

Η Τουρκία στον 20 ο αιώνα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ 1ης ΕΡΕΥΝΑΣ (1 ο Ερευνητικό Ερώτημα)

«Ενισχύοντας την κοινωνική ένταξη των μαθητών με διαφορετική πολιτισμική προέλευση»

ΣΧΕ ΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

H διγλωσσία στο εκπαιδευτικό μας σύστημα

ΙΕ Πανελλήνιος Μαθητικός Διαγωνισμός Δοκιμίου «Ελευθέριος Βενιζέλος» σχολικού έτους

Η εκπαίδευση της μειονότητας: δομή και θεσμικό πλαίσιο Νέλλη Ασκούνη 1

ΕΛΠ 40. Εθνοπολιτισμικές ταυτότητες και χορευτικά ρεπερτόρια του Βορειοελλαδικού χώρου.

Στάσεις και αντιλήψεις της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στους μετανάστες

ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ - ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ

ΤΟ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ( )

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«Η ειδική αγωγή στην Ελλάδα»

ανάπτυξη του εργατικού κινήματος) εργατικής ιδεολογίας στη χώρα.» προσφύγων στη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη».

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»;

Οι αποδέκτες της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ 2015

αντιπροσωπεύουν περίπου το τέσσερα τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού διαμορφώνονται νέες συνθήκες και δεδομένα που απαιτούν νέους τρόπους

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Για μία Ευρώπη που προστατεύει

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΜΗ ΒΙΑΣ ΤΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΓΗΓΕΝΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ

1976/77 και µια σειρά από νόµους που ψηφίστηκαν, κατά κύριο λόγο την τριετία Αν κάποιος προσπαθούσε να σκιαγραφήσει σε αδρές γραµµές την

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΕΚΚΕ ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «TO ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. WORLD INTERNET PROJECT GREECE»

Σύνολο δεικτών. Δημιουργήθηκε από την ΑΝΤΙΓΟΝΗ. Στο πλαίσιο του έργου DARE-Net Desegregation and Action for Roma in Education Network

Οι Διαστάσεις του Λειτουργικού Αναλφαβητισμού στην Κύπρο [Σχολική χρονιά ]

Η ιστορία του Μειονοτικού Δημοτικού Σχολείου Μάστανλη Κομοτηνής. Εργασία των μαθητών/τριών του Τμήματος ΣΤ 2

Άρθρο 1. Άρθρο 2. Άρθρο 3. Άρθρο 4. Επίσημα κείμενα και διδακτικό υλικό. Ορισμός του παιδιού. Παιδί θεωρείται ένα άτομο κάτω των 18 ετών.

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

1ο Σχέδιο. δεδοµένων της Β και Γ στήλης, που αντιστοιχούν στα δεδοµένα της Α στήλης. A. Βασικοί όροι των συνθηκών Β. Συνθήκες Γ.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 3 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ CULT ΜΕΙΟΝΟΤΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: ΒΕΛΤΙΣΤΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΑΓΙΔΕΣ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ποδράσηη Έθιμα γάμου διαφορετικών πολιτισμικών κοινοτήτων Σχέδια εργασίας σχολείων-μουσείων σχολικού έτους ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΓΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ Μάθημα: ΙΣΤΟΡΙΑ Ημερομηνία: 15 Ιουνίου 2015

Eurybase The Information Database on Education Systems in Europe

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

Ειδικό Φροντιστήριο Στην Ελληνική Γλώσσα Απαντήσεις

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

Κωνσταντίνα Αρβανίτη Άννα-Μαρία Γώγουλου Πάνος Τσιώλης

Διαπολιτισμική ανάγνωση του εκπαιδευτικού υλικού για την διδασκαλία της λογοτεχνίας στο πρόγραμμα μουσουλμανοπαίδων.

186 Γλώσσας Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνειων Χωρών Θράκης (Κομοτηνή)

Α08 01 Ακ. έτος Χατζηδάκη Ασπασία. Δίγλωσσοι μαθητές στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΑΞΗΣ Η Ε ΗΣΙ ΑΙ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕ ΙΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤ ΙΑ ΑΤΕ Θ ΝΣΗΣ ΠΑ ΑΣ Ε Η 29 ΑΪ 2015

Εγώ έχω δικαιώματα, εσύ έχεις δικαιώματα, αυτός/αυτή έχει δικαιώματα... Εισαγωγή στα Δικαιώματα του Παιδιoύ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016

Μετά από 90 χρόνια πρέπει να προχωρήσουμε πέρα από τη Λωζάννη;

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ. Γ. ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

Επαναληπτικό διαγώνισμα Ιστορίας

1 Η Ελλάδα ζήτησε τη συνδρομή της Κοινωνίας των Εθνών, προκειμένου να αντιμετωπίσει ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (ΕΑΠ)

Αθλητικός Τουρισμός και Ευρωπαϊκή Αθλητική Πολιτική Σήμερα!

Διαπολιτισμική Εκπαίδευση

19 ος αιώνας Διάρκεια επανάστασης του 1821 : μετακινήσεις ελληνικών πληθυσμών προς την επαναστατημένη Ελλάδα

334 Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης Δυτ. Μακεδονίας (Φλώρινα)

Η Ευρωπαϊκή εμπειρία από θεσμούς ένταξης μεταναστών

Γιώργος Σταμέλος ΠΤΔΕ Πανεπιστήμιο Πατρών

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

1η - 2η ιδακτική Ενότητα ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Παρατηρήσεις - Σχόλια - Επεξηγήσεις

*** ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΣΤΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2010/0310(NLE)

Νεοελληνικός Πολιτισμός

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Α' Εξαμήνου. Β' Εξαμήνου

Φλώρινα, Δεκέμβριος 2012 Η εξωτερική μετανάστευση από και προς τη Δυτική Μακεδονία στην περίοδο και οι επιπτώσεις στην αγορά εργασίας

«Τα ελληνικά σύνορα από την Ίδρυση του Ελληνικού Κράτους έως την ολοκλήρωσή τους»

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει;

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού ανά Περιφέρεια και ανά Αγορά

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΜΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ: ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ & ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Στο μεταίχμιο Ανατολής και Δύσης: Η περίπτωση της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης ΝΑΪΠΛΗ ΑΡΣΕΝΙΑ ΑΕΜ: 79 ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κος Γρηγόρης Πασχαλίδης Θεσσαλονίκη, Μάϊος 2014 1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος...4 Εισαγωγή...6 Κεφάλαιο 1: Η πολυπολιτισμικότητα της Θρακικής κοινωνίας...9 1.1 Ιστορική αναδρομή της Δυτικής Θράκης...9 1.2 Η Συνθήκη της Λωζάννης... 11 1.3 Η πολιτισμική ιδιαιτερότητα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης Εθνοφυλετική σύνθεση... 13 1.3.1 Τουρκογενείς... 14 1.3.2 Αθίγγανοι Τσιγγάνοι... 15 1.3.3 Οι Πομάκοι... 17 Κεφάλαιο 2: Το διεθνές και ευρωπαϊκό πλαίσιο για την προστασία των μειονοτήτων... 20 2.1 Η Προστασία των Μειονοτικών Δικαιωμάτων στην Ευρώπη... 21 Κεφάλαιο 3: Η Διαδικασία Εξευρωπαϊσμού στην Ελλάδα... 25 3.1: Ανασκόπηση των κρατικών πολιτικών πριν την ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε... 27 3.2: Κρατικές πολιτικές που ακολουθήθηκαν μετά την ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε... 30 Κεφάλαιο 4: Οι απαιτήσεις της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης... 35 4.1 Το δικαίωμα του εθνικού αυτοπροσδιορισμού 36 4.1.1Υπόθεση Σαδίκ 39 4.1.2 Τουρκική Ένωση Ξάνθης... 42 4.2 Η ανάδειξη του Μουφτή 44 4.2.1 Οι δικαιοδοτικές αρμοδιότητες του Μουφτή και τα ζητήματα που ανακύπτουν... 49 2

4.3 Τα μειονοτικά βακούφια 54 4.3.1 Η διαχείριση των μειονοτικών βακουφίων. 57 4.4 Η μειονοτική εκπαίδευση... 61 4.4.1Το νομοθετικό πλαίσιο της μειονοτικής εκπαίδευσης... 62 4.4.2 Το εκπαιδευτικό προσωπικό των μειονοτικών σχολείων... 64 4.4.3 Πρωτοβάθμια εκπαίδευση... 67 4.4.4 Δευτεροβάθμια εκπαίδευση... 70 4.4.5 Ιεροσπουδαστήρια... 73 4.4.6 Τριτοβάθμια εκπαίδευση... 74 4.4.7 Προσχολική αγωγή... 75 4.4.8 Ενδείξεις αποτυχίας της μειονοτικής εκπαιδευτικής πολιτικής 77 Κεφάλαιο: 5 Συμπεράσματα... 82 Βιβλιογραφία... 88 Α. Ελληνόγλωσση.... 88 Β. Ξενόγλωσση... 91 Γ. Ηλεκτρονικές πηγές... 92 Παράρτημα...91 1. ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΝΗΣ... 91 2. ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΒΑΚΟΥΦΙΩΝ ΤΗΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗΣ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΘΡΑΚΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ ΤΟΥΣ... 95 3. ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ 20.4.1951... 99 4. ΤΟ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟ ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΤΗΣ 20-12- 1968... 103 5. ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΟΥ 2000... 109 3

Πρόλογος Η παρούσα εργασία εντάσσεται στο πλαίσιο του προγράμματος των μεταπτυχιακών σπουδών μου, με ειδίκευση στον τομέα «Επικοινωνία και Πολιτισμός», στο τμήμα Δημοσιογραφίας και Μ.Μ.Ε του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με επιβλέποντα καθηγητή τον κ. Γρηγόρη Πασχαλίδη. Ο τίτλος της εργασίας είναι ο εξής: «Στο μεταίχμιο Ανατολής και Δύσης: Η περίπτωση της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης». Η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος για την εκπόνηση διπλωματικής εργασίας, προέκυψε μέσα από τον προβληματισμό που ανέπτυξα για σημαντικά θέματα της μουσουλμανικής μειονότητας, λόγω τις βιωματικής μου τριβής με άτομα της ομάδας αυτής, ιδιαίτερα στον νομό Ξάνθης. Επιπρόσθετα, η ενασχόλησή μου με ζητήματα κοινωνικού αποκλεισμού, ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολιτισμού γενικότερα, κατά τη διάρκεια των διετών σπουδών μου στο παραπάνω πρόγραμμα, οδήγησαν στην τελική επιλογή του θέματος. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να αναδείξει την πολυπολιτισμικότητα της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης, την στάση του ελληνικού κράτους απέναντι στα άτομα της μειονότητας και πιο συγκεκριμένα, τις κρατικές πολιτικές που ακολουθήθηκαν «πριν» και «μετά» την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να γίνει κατανοητός, αρχικά, ο βαθμός εφαρμογής των μειονοτικών δικαιωμάτων από ένα ευρωπαϊκό κράτος όπως είναι η Ελλάδα και έπειτα, ο βαθμός και η έκταση των επιπτώσεων των πολιτικών αυτών. Τέλος, η παρούσα εργασία στοχεύει να συγκεντρώσει και να συνοψίσει τις βασικότερες απαιτήσεις της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης, απέναντι στο ελληνικό κράτος, όπως αυτές προκύπτουν από την αντίστοιχη βιβλιογραφία (ξένη και ελληνική), αλλά και από τους ίδιους τους εκπροσώπους της μειονότητας. Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφερθεί πως τα ζητήματα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης δεν ερευνήθηκαν σε ικανοποιητικό βαθμό τις προηγούμενες δεκαετίες, επειδή θεωρήθηκαν ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Έτσι, η ελληνική βιβλιογραφία, ιδιαίτερα πριν την δεκαετία του 90, ήταν αρκετά περιορισμένη. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση της σχετικής ερευνητικής παραγωγής και γίνονται γνωστά πολλά στοιχεία και άγνωστες πτυχές για την μέχρι πρότινος μειονοτική πολιτική που ασκήθηκε. Για την επίτευξη του ανωτέρου σκοπού, η εργασία χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια. Κάθε κεφάλαιο αποτελείται από τα δικά του υποκεφάλαια, προκειμένου να επιτευχθεί μια πιο ξεκάθαρη ανάλυση. Αρχικά, στην εισαγωγή δίνεται μια γενική εικόνα των μειονοτήτων στην σύγχρονη Ελλάδα. Στο πρώτο κεφάλαιο, γίνεται μια σύντομη ιστορική αναδρομή της Δυτικής Θράκης, αναφορά στην Συνθήκη της Λωζάννης, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της υπό μελέτη στην παρούσα εργασία 4

μειονότητας, ενώ στην κατακλείδα του κεφαλαίου παρουσιάζεται η πολυπολιτισμική ιδιαιτερότητα της μουσουλμανικής μειονότητας, με την ανάλυση της εθνοφυλετικής της σύνθεσης. Στο δεύτερο κεφάλαιο, παρουσιάζεται το διεθνές και ευρωπαϊκό πλαίσιο προστασίας των μειονοτήτων, ενώ δίνεται έμφαση στο σύνολο εκείνων των συμβάσεων και οργανισμών που συνθέτουν την προστασία των μειονοτικών δικαιωμάτων στην Ευρώπη. Ακολουθεί στο τρίτο κεφάλαιο, μια σύντομη ανασκόπηση της έννοιας του «εξευρωπαϊσμού» στην Ελλάδα, προκειμένου να αποτυπωθούν κρίσιμες ημερομηνίες ή φάσεις που διαμόρφωσαν τη διαδικασία σε σημαντικό βαθμό, αλλά και για να δούμε πως αυτές επηρέασαν τον τομέα των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Επιπρόσθετα, στα δύο υποκεφάλαια που ακολουθούν επιχειρείται μια ανασκόπηση των κρατικών πολιτικών που ακολουθήθηκαν (τόσο πριν όσο και μετά την ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε) και σχετίζονται άμεσα με τη μουσουλμανική μειονότητα. Στο τέταρτο και σημαντικότερο κεφάλαιο, διατυπώνονται οι βασικές απαιτήσεις των μελών της μειονότητας απέναντι στο ελληνικό κράτος, και τα ζητήματα εκείνα για τα οποία η μουσουλμανική μειονότητα επιζητά μεταρρυθμίσεις και αλλαγές. Στόχος του κεφαλαίου είναι να πραγματοποιήσει μια καλή ανάλυση της υπάρχουσας κατάστασης, που απεικονίζει την αλληλεπίδραση μεταξύ των αρμόδιων φορέων, προκειμένου να διευκολυνθεί η μεγαλύτερη κατανόηση των απαιτήσεων από πλευράς μειονότητας. Το πέμπτο και καταληκτικό κεφάλαιο, περιλαμβάνει την καταγραφή των κυριότερων συμπερασμάτων που απορρέουν μέσα από την διεξαγωγή της εργασίας, ενώ ακολουθεί αλφαβητική παράθεση της βιβλιογραφίας που χρησιμοποιήθηκε και παραρτήματα με υλικό που παραπέμπει σε σημαντικά γεγονότα που αναφέρθηκαν κατά την εκπόνηση της παρούσας εργασίας. 5

Εισαγωγή Στην σύγχρονη ιστορία του ελληνικού κράτους, από τη Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι και σήμερα, οι μειονοτικές ομάδες αποτελούσαν και αποτελούν μια συνισταμένη που πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη. Εκτός από τους μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης, που αποτελούν ίσως τη πιο σημαντική μειονοτική ομάδα στον ελλαδικό χώρο, το ελληνικό κράτος ήρθε αντιμέτωπο και με άλλους ξενόφωνους ή δίγλωσσους πληθυσμούς, ελληνικής ή ξένης εθνικής καταγωγής και συνείδησης. Αυτοί οι πληθυσμοί ήταν είτε τουρκόφωνοι, είτε βλαχόφωνοι, είτε σλαβόφωνοι. Η σημασία και οι επικινδυνότητα αυτών των μειονοτήτων για το ελληνικό κράτος, δεν πήγαζε τόσο από τους αριθμούς, όσο από την γεωγραφική τους θέση. Μονολότι αμελητέες αριθμητικά στο σύνολο του πληθυσμού (βλ. Πίνακα), οι τρεις αυτές μειονότητες παρέμειναν συμπαγείς σε παραμεθόριες περιοχές, απέναντι ή κοντά σε «συγγενικά» τους όμορα κράτη. Μπορούσαν, κατά συνέπεια, να στηρίξουν εδαφικές βλέψεις σε βάρος της ακεραιότητας του ελληνικού κράτους. ΟΙ ΕΘΝΙΚΕΣ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ ΤΟΥ 1928 ΚΑΙ ΤΟΥ 1940 (ΠΗΓΉ: WWW.ACADEMIA.EDU) MEIONOTHTA ΘΡΗΣΚΕΥΜΑ ΜΗΤΡΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΠΟΓΡΑΦΗ 1928 ΑΠΟΓΡΑΦΗ 1940 Τούρκοι μουσουλμάνοι τουρκική 86.506 94.509 Τσάμηδες μουσουλμάνοι αλβανική 18.598 20.000; Σλάβοι ορθόδοξοι μακεδονοσλαβική 81.844 86.079 Κουτσοβλάχοι ορθόδοξοι κουτσοβλαχική 19.679 57.263 Σεφαραδίτες Εβραίοι ισραηλίτες ισπανοεβραϊκή 63.000 52.706 Αρμένιοι ορθόδοξοι αρμενική 31.038 26.796 ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ 6.204.684 7.344.860 ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Τα αποτελέσματα της απογραφής του 1940 (που δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ επίσημα) όπως αναφέρονται στο Chr. Christides le camouflage macedonien a la lumiere des faits et des chiffres, Αθήνα 1949, σελ. 62. Λείπει όμως ο αριθμός των Τσάμηδων, που συμπληρώνεται κατ εκτίμηση. 6

Περισσότερο έμμεση επικινδυνότητα εμφάνιζαν δύο ακόμη μειονότητες. Παρόλο που δεν συνδέονταν με όμορο κράτος, μπορούσαν και αυτές να στηρίξουν σχέδια σε βάρος της ελληνικής κυριαρχίας στις περιοχές τους. Πρόκειται για τους «ρουμανίζοντες» Κουτσοβλάχους της Πίνδου και για τους Σεφαραδίτες Εβραίους της Θεσσαλονίκης της πόλης που υπήρξε το κατεξοχήν μήλο της έριδος στη Νότιο Βαλκανική. Θα ήταν ασφαλώς διαφορετική η κατάσταση αν οι πέντε αυτές εθνικές μειονότητες ήταν διασκορπισμένες σε όλη την ελληνική επικράτεια ή, έστω, αν ήταν συγκεντρωμένες στη Νότια Ελλάδα, μακριά από τα σύνορα. Εύγλωττη είναι η αντιδιαστολή των πέντε με μία έκτη εθνική μειονότητα, που αποτελούσαν όσοι Αρμένιοι είχαν καταφύγει στην Ελλάδα ως πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Διασκορπισμένοι σε διάφορα αστικά κέντρα, ταυτίζονταν με ένα έθνος τόσο μακρινό, ώστε να μην προκύπτει η παραμικρή ανησυχία. Η αντιμετώπιση αυτών των ομάδων κατά τον 20 ο αιώνα δεν υπήρξε ενιαία. Το ελληνικό κράτος συχνά άλλαζε συμπεριφορά, εξαιτίας των πολιτικών γεγονότων και του κλίματος της εκάστοτε περιόδου. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι μειονότητες συχνά χρησιμοποιήθηκαν για την προώθηση πολιτικών συμφερόντων των γειτονικών κρατών. Έτσι, οι σλαβόφωνοι της Μακεδονίας έγιναν το μέσο πίεσης της Βουλγαρίας για την επίτευξη των αλυτρωτικών τους στόχων και οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες αντίστοιχα για την Αλβανία. Το ίδιο συνέβη με τους μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης από την πλευρά της Τουρκίας και με τους ρουμανίζοντες Κουτσόβλαχους από τη Ρουμανία. Αντίθετα, οι Εβραίοι και οι Αρμένιοι ποτέ δεν πρόβαλαν παρόμοια αιτήματα. Σε σύγκριση με τις άλλες μειονότητες, μεγαλύτερη αξιοπιστία και ακρίβεια έχουν οι αριθμοί που αναφέρονται στους Τούρκους και τους άλλους μουσουλμάνους της Θράκης. Εξάλλου, δεν υπήρχαν ακόμη, τότε, λόγοι συσκότισης. Αντίθετα, η εξαίρεσή τους από την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών με την Τουρκία το 1923, συνεπαγόταν την καταμέτρησή τους και μάλιστα την έκδοση σχετικών πιστοποιητικών από την αρμόδια Μικτή Επιτροπή. Από την σκοπιά της Ελλάδας, οι Τούρκοι της Θράκης εξαιρέθηκαν από την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών, σε αντιστάθμισμα για την παραμονή του Οικουμενικού Πατριαρχείου και ανάλογης ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη. Με τις δύο συμμετρικές εξαιρέσεις, Ελλάδα και Τουρκία συμφώνησαν στην ουσία να ανταλλάξουν όχι πληθυσμούς, αλλά «ομήρους». Εφεξής, η μεταχείριση της μειονότητας στη μία χώρα θα αποτελούσε εγγύηση για τη μεταχείριση της αντίστοιχης μειονότητας στην άλλη. 7

Η μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης, αποτελεί τη μοναδική νομικά αναγνωρισμένη μειονότητα της Ελλάδας και είναι η μόνη πληθυσμιακή ομάδα, της οποίας η ετερότητα αναγνωρίζεται θεσμικά, ρητώς σε ότι αφορά το θρήσκευμα, εμμέσως σε ότι αφορά τη γλώσσα και την εκπαίδευση. Οι μουσουλμάνοι διέμεναν στον ελλαδικό χώρο πολύ πριν από την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923 και την παρουσία τους καταγράφουν διάφοροι συγγραφείς, ήδη από την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με τον A. Popovic (1986), οι αληθινές ρίζες της μουσουλμανικής κοινότητας πρέπει να αναζητηθούν στα χρόνια της οθωμανικής κατάκτησης της χώρας (1354-1715), στους επικοισμούς διαφόρων περιοχών της Ελλάδας από μουσουλμανικούς πληθυσμούς προερχόμενους, αφενός από την Ανατολή και αφετέρου στους εξισλαμισμούς των αυτόχθονων πληθυσμών 1. Σήμερα, ο κύριος όγκος της μειονότητας είναι συγκεντρωμένος στους νομούς Ξάνθης και Ροδόπης, ενώ στο νομό Έβρου κατοικεί μόνο ένα μικρό μέρος. Είναι διαπιστωμένο ότι χριστιανοί και μουσουλμάνοι συμβιώνουν αρμονικά και δεν προκύπτουν εντάσεις σε ατομικό επίπεδο. Εντάσεις και συγκρούσεις διαφαίνονται μάλλον σε επίπεδο θεσμών, αποτέλεσμα της πιεστικής πολιτικής που ασκούσαν για πολλά χρόνια οι Έλληνες κυβερνώντες προς τους μουσουλμάνους συμπολίτες μας στη Θράκη. 1 Φωτεινή Ασημακοπούλου, Σεβαστή Χρηστίδου-Λιοναράκη, «Η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης και οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις» (2002), Εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα, σελ.214-215. 8

Κεφάλαιο1: Η πολυπολιτισμικότητα της Θρακικής κοινωνίας 1.1 Ιστορική αναδρομή της Δυτικής Θράκης Στα νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρώπης, ακριβώς κάτω από την Βουλγαρία και δυτικά της Τουρκίας, υπάρχει μια περιοχή που ονομάζεται Δυτική Θράκη. Η Δυτική Θράκη αποτελεί το βορειοανατολικό άκρο της ηπειρωτικής Ελλάδας και διοικητικά υπάγεται στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Συνορεύει δυτικά με την ανατολική Μακεδονία (νομοί Καβάλας και Δράμας), βόρεια με την Βουλγαρία, ανατολικά με την Τουρκία και νότια με το Θρακικό Πέλαγος, ενώ οι ποταμοί Έβρος και Νέστος αποτελούν το ανατολικό και δυτικό όριο της περιοχής. Η έκταση της Θράκης ανέρχεται σε 8.578 τετρ. χλμ. και ο πληθυσμός της σε 608.182 κατοίκους (απογραφή 2011). Η Θράκη λόγω της σπουδαίας οικονομικής και πολιτικής της θέσης, καθώς αποτελεί χερσαίο σύνορο ανάμεσα σε δύο ηπείρους και σε τρία κράτη με έντονο ιστορικό παρελθόν, υπήρξε ανέκαθεν πεδίο συγκρούσεων και διεκδικήσεων ανάμεσα στα τρία εθνικά, γειτονικά κράτη (Βουλγαρία, Ελλάδα, Τουρκία) που δεν ικανοποιήθηκαν με τον διαμελισμό της. Η ιστορία της συνδέεται με αλλεπάλληλους εποικισμούς και αλλεπάλληλες καταλήψεις από διάφορα φύλα και έθνη. Χρονολογικά, για πρώτη φορά κατοικήθηκε γύρω στο 2000 π.χ. Κατά τον Θουκυδίδη, τα πρώτα φύλα ονομάζονται «Ορεινοί Θράκες» και κατ αλφαβητική σειρά αναφέρονται σε ένα μεγάλο κατάλογο ονομάτων όπως: Αγριάνες, Αλητοί, Ασταί, Αψίνθιοι, Βέννοι, Βεσσοί, Βισάλτες, Βίστονες, Βριάντες κ.λπ. (Θρακικά Χρονικά, τόμος 35ος, Αθήνα, 1962). Η ολοκληρωτική κατάληψη της Θράκης από το Ισλάμ μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, αποτέλεσε το μεγαλύτερο πλήγμα για τους πληθυσμούς της Θράκης, αφού εξαναγκάστηκαν στον βίαιο εξισλαμισμό, με κίνδυνο την αλλοίωση των συνειδήσεών τους και την απώλεια της ιστορικής τους μνήμης. Το 1908, εκμεταλλευόμενοι την επανάσταση των Νεότουρκων, οι Βούλγαροι σχημάτισαν στον χώρο της Θράκης ανεξάρτητο κράτος αποτινάζοντας τη σουλτανική κυριαρχία, όμως μετά τους δύο διαδοχικούς Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913), οι Τούρκοι ανακατέλαβαν τα εδάφη της Ανατολικής και Δυτικής Θράκης. Παρόλα αυτά, η περιοχή δεν παρέμεινε για πολύ υπό την κατοχή της Τουρκίας, αφού με την συνθήκη του Βουκουρεστίου τον Αύγουστο του 1913, η Δυτική Θράκη παραχωρήθηκε στους Βούλγαρους. Προς το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (1919), ο στρατηγός Σαρπύ κατέλαβε τη Δυτική Θράκη, ενώ τα ελληνικά στρατεύματα μπήκαν στην Ανατολική μεριά της Θράκης. Ως τον Ιούνιο του 1920 είχε ολοκληρωθεί η κατάληψη της Θράκης που αποτέλεσε τμήμα της Ελλάδας και διαιρέθηκε σε 6 νομούς. Η Συνθήκη 9

της Λωζάννης όμως, στις 24 Ιουλίου 1923, παραχώρησε οριστικά στην Ελλάδα μόνο τη Δυτική Θράκη και έτσι οριστικοποιήθηκαν τα σημερινά ελληνοτουρκικά σύνορα. Μελετώντας, λοιπόν εν τάχει την ιστορία της Θράκης παραπάνω, γίνεται αντιληπτό πως η απομακρυσμένη περιοχή της Δυτικής Θράκης, υπήρξε για αιώνες πέρα από πεδίο διαμάχης- το «σπίτι» μιας σημαντικής «κοινότητας», η οποία χαρακτηρίζεται από ένα υψηλό επίπεδο ιδιομορφίας. Η ιδιομορφία και η διαφορετικότητα της βασίζεται στο γεγονός ότι η συνύπαρξη των διαφόρων εθνοτήτων σ αυτήν- δηλαδή Έλληνες, Τούρκοι, Βούλγαροι και άλλοι Σλάβοι- δεν ήταν αποτέλεσμα (στο μεγαλύτερο μέρος της) της μετανάστευσης του περασμένου αιώνα, αλλά της θέσης της στα σύνορα μεταξύ τριών διαφορετικών κουλτούρων. Φυσικά, η μετανάστευση πραγματοποιήθηκε μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, αλλά υπήρξε περιορισμένη. Η πιο σημαντική όμως λεπτομέρεια στο πάζλ της συνύπαρξης αυτών των εθνοτήτων στην περιοχή, παραμένει ο Ελληνοτουρκικός Πόλεμος (1919-1922) που τερμάτισε με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης. Επιπρόσθετα, με χωριστή ελληνοτουρκική Σύμβαση, μεταξύ Βενιζέλου και Ινονού στις 30-1-1923, διευθετήθηκε το ζήτημα ανταλλαγής των πληθυσμών. Περίπου 1.300.000 Έλληνες εγκατέλειψαν τον τόπο τους και ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα. Τον αντίστροφο δρόμο ακολούθησαν 500.000 Τούρκοι. Και ενώ η Συνθήκη της Λωζάννης σηματοδότησε την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την αυγή της Δημοκρατίας της Τουρκίας, παράλληλα αποτέλεσε και το πλαίσιο βάσει του οποίου παραχωρήθηκαν ειδικά δικαιώματα στην ελληνική μειονότητα στην Κωνσταντινούπολη και στην υπό μελέτη εδώ μειονότητα, δηλαδή τη μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης. 2. Σήμερα, στην περιοχή της Θράκης στοιχεία της Δυτικής κοινωνίας συναντούν αυτά της Ανατολίτικης κουλτούρας φτιάχνοντας ένα ιδιαίτερο πολιτισμικό χαρμάνι και αποτελώντας παράδειγμα συνύπαρξης δύο κοινωνιών, που πραγματικά αξίζει κανείς να μελετήσει. 2 Μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης είναι το όνομα που χρησιμοποιείται στην Συνθήκη της Λωζάννης για να καθοριστούν τα δικαιώματα που αποδίδονται σ αυτήν, Συνθήκη της Λωζάννης, Τμήμα ΙΙΙ, άρθρο 45. 10

1.2 Η Συνθήκη της Λωζάννης Η Συνθήκη της Λωζάννης αποτέλεσε σταθμό για την μετέπειτα εξέλιξη της Θράκης μέχρι σήμερα. Η σύναψή της δεν σήμαινε μονάχα τον τερματισμό της ένοπλης ελληνοτουρκικής σύρραξης αλλά και την καθιέρωση ενός νέου συσχετισμού δυνάμεων και ισορροπιών στο Αιγαίο και τη Θράκη. Με την υπογραφή της συνθήκης η Τουρκία ανέκτησε την ανατολική Θράκη, κάποια νησιά του Αιγαίου, την περιοχή της Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης ζώνης των στενών. Η Ελλάδα από την μεριά της, υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος, λόγω έλλειψης χρημάτων, τις πολεμικές επανορθώσεις. Η αποπληρωμή έγινε με επέκταση των τουρκικών εδαφών της Ανατολικής Θράκης πέρα από τα όρια της συμφωνίας και την παραχώρηση των νησιών Ίμβρος και Τένεδος στην Τουρκία, με τον όρο της ευνοϊκής διοίκησης για τους Έλληνες. Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Πέρα από τον καθορισμό των ελληνοτουρκικών συνόρων, με την Συνθήκη της Λωζάννης διευθετήθηκε-όπως αναφέρθηκε παραπάνω- και το ζήτημα της ανταλλαγής των πληθυσμών. Σύμφωνα με την συγκεκριμένη συνθήκη, ως «ανταλλάξιμοι» ορίζονταν οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Ελλάδας και οι χριστιανοί κάτοικοι της Τουρκίας. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του Διεθνούς Δικαίου που επιβλήθηκε υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών. Η υποχρέωση της ανταλλαγής αποσκοπούσε στην «εθνοκάθαρση» και στην επίτευξη «εθνικής ομοιογένειας» μέσα στα δύο κράτη. 3 Ειδικότερα, για το ζήτημα της ανταλλαγής, καθιερώθηκε η αρχή της αριθμητικής ισορροπίας μεταξύ των δύο μειονοτήτων. Για να μειωθεί, λοιπόν, ο αριθμός των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, και μετά από αίτημα της Τουρκίας, διάφορες κατηγορίες Ελλήνων συμπεριλήφθηκαν στην ανταλλαγή. Με τον τρόπο αυτό μειώθηκε σημαντικά ο αριθμός των ομογενών της παλαιάς οθωμανικής πρωτεύουσας. Από την άλλη πλευρά, για την πληθυσμιακή ισορροπία των μειονοτήτων (πάγιο αίτημα των Τούρκων στην Λωζάννη) επετράπη σε μουσουλμάνους που είχαν εγκαταλείψει τη Δυτική Θράκη στην περίοδο 1913-1923, να επιστρέψουν στην περιοχή. 4 3 Ο Ελευθέριος Βενιζέλος αντιπρόσωπος της Ελλάδας, πρότεινε προαιρετική ανταλλαγή πληθυσμών (ανάλογη πρόταση έκανε και το 1919) ενώ ο Τούρκος Ισμέτ Πασάς Ινονού επέμενε στον υποχρεωτικό χαρακτήρα της ανταλλαγής. Για την απόφαση περί του υποχρεωτικού χαρακτήρα της ανταλλαγής βλ. Κιτσίκης, Δ., (1996), Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 1280-1924, σ.268, Ρούκουνας, Ε., (1978), Εξωτερική Πολιτική 1914-1923, (Αθήνα, Εστία), σελ. 366-369. 4 Παρά την αριθμητική ισορροπία που καθιέρωσε η Συνθήκη της Λωζάννης, η ελληνική μειονότητα της Κωνσταντινούπολης συνέχισε να υπερέχει ποιοτικά της αντίστοιχης αγροτικής μουσουλμανικής της Δυτικής Θράκης. Οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης διατηρούσαν ακόμη τα μεγάλα 11

Αυτό εξηγεί, ότι ενώ τον Μάρτιο του 1920 υπήρχαν 86.793 μουσουλμάνοι στην περιοχή, ο αριθμός των μειονοτικών που έλαβαν έγγραφα μη ανταλλαξιμότητας ήταν 106.000. Έτσι, μεταξύ 1923 και 1933 η Μεικτή Επιτροπή Ανταλλαγής των Πληθυσμών εξέδωσε τα ακόλουθα πιστοποιητικά εγκατάστασης, που επισημοποιούν την ύπαρξη μη ανταλλάξιμης ιδιότητας κατά το 1923: (Αλέξης Αλεξανδρής, 1988) Α) Έλληνες κάτοικοι Τουρκίας: 111.200, εκ των οποίων: 1. Έλληνες, πρώην Οθωμανοί υπήκοοι, κάτοικοι Κωνσταντινούπολης, που έλαβαν πιστοποιητικά μη ανταλλαξιμότητας: 73.000 2. Έλληνες, υπήκοοι, κάτοικοι Κωνσταντινούπολης, που έλαβαν άδειες παραμονής, μη ανταλλάξιμοι: 30.000 3. 7.000 Ίμβριοι και 1.200 Τενέδιοι, οι οποίοι εξαιρέθηκαν της ανταλλαγής Β) Κάτοικοι Δυτικής Θράκης, μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα, τουρκικής, πομακικής και αθιγγανικής καταγωγής: 106.000 Με την ανταλλαγή πληθυσμών και τις ρήτρες προστασίας που αφορούσαν την προστασία των μειονοτήτων, τα δύο κράτη αποδέχονταν επίσημα την ύπαρξη μειονοτήτων στην επικράτειά τους και μέχρι σήμερα είναι οι μοναδικές που αναγνωρίζουν. Οι δύο χώρες ανέλαβαν αμοιβαίες υποχρεώσεις για την προστασία των εκατέρωθεν μειονοτήτων στο έδαφός τους. Σύμφωνα με τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στο Τμήμα Ε της Συνθήκης, οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν τα δύο κράτη για τις μειονότητες, οι οποίες αναδεικνύονται σε «θεμελιώδεις νόμους», δηλαδή, υπερτερούν του εσωτερικού δικαίου (άρθρο 37), άπτονται της έκφρασης της θρησκευτικής ελευθερίας, αποσυνδέουν τις ατομικές ελευθερίες, καθώς και τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα από τη θρησκευτική ταυτότητα (άρθρα 38, 39). Επίσης, παρέχουν το δικαίωμα της μειονοτικής εκπαίδευσης, καθώς και της ίδρυσης σχολείων και άλλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (άρθρα 40, 41). Τέλος, στα οικογενειακά και προσωπικά ζητήματα προβλέπεται η προστασία των μειονοτικών εθίμων (άρθρο 42) και η Κοινωνία των Εθνών εγγυάτο για τα μειονοτικά δικαιώματα που αφορούν ομάδες και όχι άτομα. Παρά το κοινό θρήσκευμα, η μη ανταλλάξιμη μουσουλμανική μειονότητα που παρέμεινε το 1923 στην Ελλάδα, ήταν και συνεχίζει να είναι ακόμη και σήμερα φυλετικά και γλωσσικά ανομοιογενής. Ακριβώς εξαιτίας της εθνολογικής και γλωσσικής αυτής ιδιομορφίας, οι συντάκτες της Συνθήκης της Λωζάννης προτίμησαν να χαρακτηρίσουν τη μουσουλμανική μειονότητα ως θρησκευτική. Εξάλλου, η Μεικτή Επιτροπή για την Ανταλλαγή των Πληθυσμών απεφάνθη στις 31 Μαΐου εκπαιδευτήρια, τα πλούσια κοινοτικά τους ιδρύματα και συνέχιζαν να ελέγχουν ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας της μεγαλύτερης πόλης της Τουρκίας. 12

1927, ότι στην ερμηνεία του όρου «μουσουλμανική θρησκεία» του άρθρου 1 της Σύμβασης της Λωζάννης για την ανταλλαγή των πληθυσμών «δεν λαμβάνεται υπ όψιν η φυλή». Παρόλα αυτά, στη μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης διακρίνονται τρεις ομαδώσεις, διαφορετικές ως προς τη γλώσσα και τις πολιτισμικές τους καταβολές. Πρόκειται για τους Τουρκογενείς, τους Πομάκους και τους Αθίγγανους. Για τις ομαδώσεις αυτές γίνεται διεξοδικότερη αναφορά παρακάτω. 1.3 Η πολιτισμική ιδιαιτερότητα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης Εθνοφυλετική σύνθεση Η μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης αποτελεί μια ιδιαιτερότητα που δεν συναντάται συχνά. Χαρακτηρίζεται ως «θρησκευτική μειονότητα» και ταυτόχρονα θεωρείται ομοιογενής τόσο από γλωσσική άποψη όσο και προέλευση. Τείνει, δηλαδή, να θεωρείται ότι αποτελεί μια πολιτισμική ενότητα (Κανακίδου, 1994). Πρόκειται για μια κλειστή ομάδα, που γίνεται αντιληπτή ή αντιμετωπίζεται λανθασμένα ως ενιαία, καθώς στο εσωτερικό της υπάρχουν τρεις βασικές ομαδώσεις με εθνοφυλετικά και γλωσσικά χαρακτηριστικά (Τουρκογενείς, Αθίγγανοι, Πομάκοι), αλλά και άλλες ομαδώσεις θρησκευτικών αιρέσεων (Μπεκτασίδες, Κιζιλμπάσηδες). Συνδετικός κρίκος και βασικό στοιχείο της αυτοθεώρησής τους θεωρείται κυρίως η θρησκεία, αλλά και η γλώσσα, καθώς επιβλήθηκε- και πάλι λανθασμένα- η τουρκική ως επίσημη γλώσσα της θρησκευτικής μειονότητας 5. Στην πραγματικότητα όμως, η μουσουλμανική μειονότητα είναι δίγλωσση. Η ελληνική γλώσσα θεωρείται η γλώσσα του γοήτρου και χρησιμοποιείται στις ευρύτερες κοινωνικές λειτουργίες και σε όλες τις τυπικές πράξεις στις σχέσεις κράτους πολίτη. Η τουρκική γλώσσα από την άλλη, ομιλείται μόνο στο οικογενειακό και κοινοτικό περιβάλλον. Βάσει των πιστοποιητικών εγκατάστασης που δόθηκαν μεταξύ 1923 και 1933, οι μουσουλμάνοι της Θράκης ανέρχονταν σε 106.000, ποσοστό 27% επί του πληθυσμού της περιοχής. Σήμερα υπολογίζεται ότι ο αριθμός τους ανέρχεται περίπου στις 80.000 και ότι εμφανίζει σαφή πτωτική τάση τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι μόνες απογραφές που έχουν καταγράψει στοιχεία σχετικά με τη θρησκεία και τη γλώσσα είναι των ετών 1928, 1940 και 1951 (Ασημακοπούλου, Χρηστίδου -Λιοναράκη, 2002). Γι αυτό και δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία από την 5 Σακονίδης, Χ., (2002), «Κοινωνικό πολιτισμικές συγκρούσεις στην τάξη των Μαθηματικών: Η περίπτωση των μειονοτικών σχολείων της Θράκης», στο: Τρέσσου, Ε., & Μητακίδου, Σ., (Επιμ.), Η διδασκαλία της Γλώσσας και των Μαθηματικών, (Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής), σσ. 410 421. 13

Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, αλλά υπολογισμοί στη βάση, π.χ. των εγγεγραμμένων σε εκλογικούς καταλόγους ή του αριθμού των μαθητών των μειονοτικών σχολείων. Ως προς την εθνοτική καταγωγή υπολογίζεται ότι το 48% των μουσουλμάνων είναι τουρκικής, 35% πομακικής και 17% αθιγγανικής καταγωγής (Ασημακοπούλου, Χρηστίδου Λιοναράκη, 2002). Κατά νομό, τα ποσοστά των μουσουλμάνων στους νομούς Ροδόπης, Ξάνθης και Έβρου είναι 61,16%, 43,9% και 6,25% αντίστοιχα (Κάτσικας, 1999). 1.3.1 Τουρκογενείς Η πρώτη ομάδα της μουσουλμανικής μειονότητας είναι αυτή των Τουρκογενών ή Τουρκόφωνων -όπως αναφέρονται συνήθως στην ελληνική βιβλιογραφία- η οποία διακρίνεται σε τέσσερις επιμέρους ομάδες: Α) Οι Γκατζέληδες: Αποτελούν ομάδα που ασχολείται με τις ίδιες δραστηριότητες όπως αυτές των Ελλήνων Σαρακατσαναίων και κατοικούν στους πρόποδες της οροσειράς της Ροδόπης μεταξύ του κάμπου και του βουνού. Ως παραδοσιακές ασχολίες έχουν καταγραφεί σ αυτούς η κτηνοτροφία και η πτηνοτροφία, αλλά και διάφορες άλλες αγροτικές ασχολίες. Σήμερα, όμως, οι περισσότεροι ασχολούνται με το εμπόριο ή είναι τεχνίτες ή έχουν μεταναστεύσει στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Β) Μια άλλη ομάδα Τουρκογενών είναι οι Τσιτάκηδες, η οποία ως προς τον αριθμό του πληθυσμού είναι δεύτερη και κατοικεί σε περιοχές του κάμπου. Ασχολούνται κυρίως με το εμπόριο ή διαθέτουν μεγάλα κτήματα στον κάμπο της Θράκης. Είναι ευκατάστατοι, δεν έχουν ιδιαίτερα οικονομικά προβλήματα και αποτελούν την ηγετική ομάδα των Τουρκογενών. Γ) Άλλη ομάδα αποτελούν οι Τουρκομάνοι, που κατοικούν στο νομό Ροδόπης και ιστορικά έχουν διαδραματίσει ρόλο διαμεσολαβητή με τις ομάδες των μουσουλμάνων της Θράκης. Δ) Η τέταρτη ομάδα είναι οι Πετσενέγκοι ή Pecenek, οι οποίοι έχουν αφομοιωθεί με τους υπόλοιπους Τουρκογενείς. Η ομάδα αυτή προέρχεται από τα βάθη της Ανατολής και κατά την διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας διαδραμάτισε ρόλο οργανωτικό και ηγετικό ως προς ορισμένες ομάδες. Συγκεκριμένα στοιχεία για την εθνοτική καταγωγή των τουρκόφωνων δεν υπάρχουν. Ανατρέχοντας, ωστόσο, στην ιστορία της Θράκης -καθώς και στο γεγονός ότι μετά την Οθωμανική κατοχή μέρος των αυτοχθόνων πληθυσμών εξισλαμίστηκε και πολλές μουσουλμανικές ομάδες προερχόμενες από την Ανατολία (Γιουρούκοι Τούρκοι) εγκαταστάθηκαν στην περιοχή μαζί με στρατιώτες και διοικητικούς από άλλες κατεχόμενες περιοχές (Τούρκοι, Αλβανοί και Σλάβοι εξισλαμισθέντες)- καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως αυτός ο σημαντικά ετερογενείς πληθυσμός, έχασε τα 14

πολιτιστικά και γλωσσικά χαρακτηριστικά του και απέκτησε μια τουρκική εθνοτική συνείδηση και γλώσσα (Fragopoulos, 1993:110). Όπως σημειώθηκε παραπάνω, η πλειοψηφία των Τουρκόφωνων ασχολείται με την γεωργία, τη βιοτεχνία και το εμπόριο. Μόνο ένα μικρό ποσοστό που έχει τελειώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση απασχολείται στον τριτογενή τομέα ως δάσκαλοι ή καθηγητές στην πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή και στον ιδιωτικό τομέα ως γιατροί, δικηγόροι κ.α. (Sella, 1999). Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι ένα μεγάλο ποσοστό των Τουρκόφωνων αντιμετωπίζει γλωσσικά προβλήματα, με αποτέλεσμα να καταφεύγει στην Τουρκία για να συνεχίσει τις σπουδές του στα τούρκικα πανεπιστήμια. 1.3.2 Αθίγγανοι Τσιγγάνοι Η δεύτερη μεγάλη πολιτισμική ομάδα της μουσουλμανικής μειονότητας είναι οι Αθίγγανοι Τσιγγάνοι ή Ρομάνι (όπως αποκαλούνται τοπικά) και αυτοί διαχωρίζονται σε τρεις επιμέρους ομάδες: Α) Η πρώτη ομάδα είναι οι Κόπτες, που ζουν στο πλαίσιο της μουσουλμανικής κοινότητας. 6 Β) Στη δεύτερη ομάδα περιλαμβάνονται οι Αθίγγανοι Τσιγγάνοι που κατοικούν σε σπίτια (π.χ. Δροσερό Ξάνθης, τα περίχωρα Ηφαίστου και ένα τμήμα της Αλεξανδρούπολης, περιοχή οδού «Άβαντος»). Η ομάδα αυτή ομιλεί κυρίως την τουρκική γλώσσα και ασχολείται με το πλανόδιο εμπόριο. Γ) Η τρίτη επιμέρους ομάδα είναι οι Αθίγγανοι Τσιγγάνοι, ομάδα που διαφοροποιείται και από τον τόπο κατοικίας, διότι οι Τσιγγάνοι αυτοί κατοικούν σε παράγκες και τσαντίρια κοντά στην περιοχή Ανδριανουπόλεως Κομοτηνής. Ομιλούν την τσιγγάνικη γλώσσα και ορισμένοι από αυτούς έχουν γίνει Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Το πέρασμα των Αθίγγανων στην Ελλάδα πιθανολογείται ότι έγινε κατά τον 14 ο αιώνα (Αυδίκος, 2002). Παρόλο που δεν υπάρχουν πηγές για να αναφέρουν την ακριβή χρονολογία εγκατάστασης των Αθίγγανων στην Θράκη, υποστηρίζεται ότι η 6 Κόπτες παρατηρούνται και στις τρεις επιμέρους εθνοτικές ομάδες της μειονότητας, δηλαδή στους Πομάκους, στους Αθίγγανους Τσιγγάνους και στους Τουρκογενείς, βλ. Μεχμέτ Ιμάμ Όλγα Τσακηρίδη, Μουσουλμάνοι και κοινωνικός αποκλεισμός, εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα, 2003. Μέσα στην πόλη της Ξάνθης υπάρχουν οι Κόπτες που στα πομάκικα τους αποκαλούν «γιεγκούπτε» (Αιγύπτιους). Ονομάστηκαν έτσι γιατί ασχολήθηκαν με επαγγέλματα της φωτιάς (σιδηρουργοί, γανωτές κτλ.) Αυτός ο πληθυσμός ζει σήμερα στην άκρη της πόλης της Ξάνθης, στο συνοικισμό που λέγεται Πούρναλικ. Στην πραγματικότητα, οι Κόπτες είναι αιγύπτιοι χριστιανοί, οι οποίοι αποτέλεσαν μια από τις πρώτες πληθυσμιακές ομάδες που ασπάστηκαν το χριστιανισμό στη Μέση Ανατολή. 15

συγκεκριμένη περιοχή αποτέλεσε την πρώτη βασική εγκατάσταση των Αθίγγανων στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία (Πασπάτης, 1995: 38-39). Οι Αθίγγανοι εικάζεται πως προέρχονται από τις δυτικές περιοχές της Ινδίας, την οποία εγκατέλειψαν λόγω της αυστηρής -διαστρωματωμένης σε κάστες- κοινωνίας και μέσω μιας σειράς διαδοχικών μεταναστεύσεων έφτασαν στο σημερινό Ιράν και διασχίζοντας την Αρμενία και την περιοχή του Καυκάσου, έφτασαν και εγκαταστάθηκαν στην σημερινή περιοχή της Θράκης (Τερζοπούλου, 1996). Κατά την διάρκεια των τουρκικών κατακτήσεων στην Θράκη καθώς και μετά από αυτές- μεγάλο μέρος των Αθίγγανων της Θράκης που είχε ασπαστεί την χριστιανική θρησκεία, μη μπορώντας να αντέξει την βαριά φορολογία που επέβαλε η Οθωμανική Αυτοκρατορία στους χριστιανούς, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Θράκη και να μεταναστεύσει στην ανατολική και δυτική Ευρώπη. Οι Αθίγγανοι που παρέμειναν στην περιοχή κατάφεραν να διατηρήσουν το χριστιανικό θρήσκευμα μέχρι τον 15 ο - 16 ο αιώνα. Στην συνέχεια ένα μέρος τους εξισλαμίσθηκε, ωστόσο ακόμη και σήμερα κατοικούν αρκετοί ορθόδοξοι Αθίγγανοι γύρω από την περιοχή της Θράκης (Ζεγκίνης, 1994). Η γλώσσα τους, σύμφωνα με μελέτες είναι ινδογενούς προέλευσης, η Romani, η οποία λειτούργησε ως συνδετικός κρίκος μεταξύ τους, συμβάλλοντας στη διατήρηση της πολιτισμικής τους ταυτότητας. Ωστόσο, τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται αλλαγή στην στάση της τουρκόφωνης μειονότητας απέναντι στους Αθίγγανους, καθώς η τουρκική πολιτική επιδιώκει την τουρκοποίηση των μουσουλμάνων Αθίγγανων. Έτσι, οι μουσουλμάνοι Αθίγγανοι άρχισαν να χρησιμοποιούν στην καθημερινότητά τους τα τουρκικά (Καρατζόλα & Μπαλτσιώτης, 2001:138) ενώ η συντριπτική τους πλειοψηφία παρουσιάζεται να ομιλεί την τουρκική γλώσσα, η οποία έχει πάρει την θέση της μητρικής τους (Καρατζόλα & Μπαλτσιώτης, 2001:50). Επιπλέον υιοθέτησαν τον αυτοπροσδιορισμό «Τούρκοι», για να απαλλαχτούν από το στίγμα του τσιγγάνου, που σημαίνει έστω και συμβολικά την κοινωνική τους άνοδο (Μαυρομμάτης, 2005). Η ελληνική πλειονοτική κοινωνία αλλά και οι υπόλοιπες επιμέρους ομάδες της μειονότητας, αντιμετωπίζουν τους μουσουλμάνους Αθίγγανους με δυσπιστία και προκατάληψη, κυρίως λόγου του διαφορετικού τρόπου ζωής τους που αποκλίνει κατά πολύ από αυτόν της πλειονότητας. 16

1.3.3 Οι Πομάκοι Οι Πομάκοι κατοικούν κατά πλειοψηφία εδώ και χιλιάδες χρόνια στον ορεινό όγκο της οροσειράς της Ροδόπης, στα λεγόμενα «Πομακοχώρια» 7, όπως είναι γνωστά. Κύριες ασχολίες τους είναι η καπνοκαλλιέργεια, η κτηνοτροφία και η δασική εκμετάλλευση. Διατηρούν φανατικά τα πατροπαράδοτα έθιμά τους, ντύνονται μέχρι σήμερα με τις τοπικές ενδυμασίες τους και τραγουδούν τα δικά τους δημοτικά τραγούδια. Η θρησκεία αποτελεί σημαντικό παράγοντα που επηρεάζει τη νοοτροπία, τη συμπεριφορά και τον τρόπο ζωής τους. Οι μεγάλες θρησκευτικές γιορτές των Πομάκων είναι το Ramazan Bairam και το Kourban Bairam. Για να είναι προετοιμασμένοι γι αυτές, θα πρέπει να νηστέψουν ένα μήνα πριν. Οι γιορτές διαρκούν τρεις μέρες, κατά την διάρκεια των οποίων ανταλλάσσονται συγγενικές και φιλικές επισκέψεις στα σπίτια και γίνονται τα ανάλογα φαγοπότια. Η εθνική προέλευση των Πομάκων αμφισβητείται, ωστόσο θεωρείται βέβαιο ότι αποτελεί έναν από τους παλαιότερους πληθυσμούς των Βαλκανίων. Η μοίρα τους έχει συνδεθεί με τρεις λαούς: τους Βούλγαρους, με τους οποίους μιλούν την ίδια γλώσσα, τους Τούρκους, με τους οποίους έχουν την ίδια θρησκεία και τους Έλληνες, στο κράτος των οποίων ζει ένα μέρος τους. Ήταν λοιπόν φυσικό, οι Πομάκοι να γίνουν «το μήλο της έριδος» για τους λαούς αυτούς, καθένας από τους οποίους διατύπωσε και μια διαφορετική θεωρία καταγωγής, ανάλογα με τα εθνοτικά του συμφέροντα. Οι Βούλγαροι ισχυρίζονται ότι ο όρος Πομάκος, προέρχεται από τις βουλγαρικές λέξεις POMAGAM που σημαίνει βοηθώ και POMAGACI που σημαίνει βοηθός (Χιδίρογλου, 1984). Οι Τούρκοι ισχυρίζονται ότι η λέξη Πομάκος, είναι παραφθορά της λέξεις Πατσινάκ, η οποία αναφέρεται στους Πετσενέγκους και τους Κουμάνους (Γονατά & Κυδωντάκη, 1985). Ενώ η ελληνική πλευρά υποστηρίζει ότι προέρχονται από τους απομάχους (πομάχους) Αγριάνους τοξότες και ακοντιστές του Μ. Αλέξανδρου, τους οποίους άφησε μετά τις νικηφόρες εκστρατείες του να φυλούν την Θράκη. Οι Βούλγαροι με αφετηρία την πομάκικη γλώσσα -που θεωρείται από αυτούς μια από τις διαλέκτους της βουλγαρικής γλώσσας- περιλαμβάνουν τους Πομάκους στο βουλγαρικό έθνος, τους εκλαμβάνουν δηλαδή ως Βούλγαρους που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την χριστιανική θρησκεία και να εξισλαμιστούν από τους Οθωμανούς. Όμως, ένα κομμάτι της βιβλιογραφίας ισχυρίζεται πως οι Πομάκοι προσχώρησαν στη μωαμεθανική θρησκεία οικειοθελώς. Έτσι, οι Τούρκοι 7 Τα μεγαλύτερα πομακοχώρια του νομού Ξάνθης, όπου συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο μέρος των Πομάκων είναι ο Εχίνος, ο Κένταυρος, η Γλαύκη, η Πάχνη, η Μελίβοια και η Μύκη. Στο νομό Ροδόπης η Άνω Βυρσίνη, η Κύμη, η Μυρτίσκη και η Χλόη. Τέλος, στο νομό Έβρου το Μεγάλο Δέρειο, το Σιδηρώ, το Γονικό και η Ρούσσα, βλ. Παναγιώτης Κυρανούδης, «οι Πομάκοι και η γλώσσα τους», στο Ελληνική Διαλεκτολογία, τεύχος 5, 1996-1998, σελ. 143. 17

εκμεταλλευόμενοι το γεγονός της κοινής θρησκείας και οι Βούλγαροι αντίστοιχα τη γλωσσική ομοιότητα που έχει η βουλγαρική γλώσσα με την πομάκικη, διεκδικούν αντίστοιχα την ομάδα των Πομάκων, ως ένα κομμάτι του δικού τους έθνους. Συνεπώς, οι Πομάκοι πέρασαν διαδοχικά «βαφτίσια»: έγιναν Οθωμανοί, Βούλγαροι, Τούρκοι, Έλληνες, ξανά Βούλγαροι, Έλληνες και η ταλαιπωρία τους δεν έχει τελειωμό! Ωστόσο, οι περισσότεροι Έλληνες αλλά και αρκετοί ξένοι συγγραφείς συμφωνούν πως οι Πομάκοι κατάγονται από αρχαία θρακικά φύλα, όπως αυτά των Βήσσων (Βόρεια Ροδόπη), των Δίων (Ανατολική Ροδόπη) και κυρίως των Αγριάνων ή Αχριάνων ή Αγραίων ή Αγριέων. Η άποψη αυτή της ελληνικής καταγωγής τους από αρχαία θρακικά φύλα φαίνεται πως θεωρείται κυρίαρχη, διότι έχει ενισχυθεί από ποικίλες έρευνες στο χώρο της λαογραφίας, της γλωσσολογίας και της αρχαιολογίας (Μεχμέτ Ιμάμ Όλγα Τσακηρίδη, 2003). Όσον αφορά την γλώσσα των Πομάκων είναι «διάλεκτος με πολλά θρακικά στοιχεία και κατά τ άλλα μείγμα της ελληνικής, τουρκικής και σλαβικής» (Δασκαλάκης, 1958). Οι λέξεις της τουρκικής ενσωματώθηκαν κατά την διάρκεια της κατοχής και αποτελούν στο μεγαλύτερο μέρος τους θρησκευτικούς όρους και ονόματα, γλώσσα της ηθικής και θρησκευτικής διδασκαλίας, γλώσσα της διοίκησης, γλώσσα των δικαστηρίων, γλώσσα του στρατού και αριθμοί από το πέντε και πάνω. Οι ελληνικές λέξεις βρίσκονται στα θεμέλια της πομακικής γλώσσας προσαρμοσμένες στην γραμματική της και είναι απομεινάρια της αρχαίας και της Βυζαντινής ελληνικής, πριν δεχτούν την επίθεση των σλαβοβουλγάρων. Σήμερα στην Θράκη η πομακική γλώσσα 8 τείνει να εξαφανιστεί, καθώς έχει θεσπιστεί η διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας στα μειονοτικά σχολεία που φοιτούν τα παιδιά των Πομάκων. Έτσι τα πομακόπουλα στο σχολείο διδάσκονται την ελληνική και την τουρκική γλώσσα, αλλά δεν διδάσκονται την μητρική τους, αυτή δηλαδή που χρησιμοποιούν καθημερινά με το οικογενειακό και το φιλικό τους περιβάλλον (Παναγιωτίδης, 1997). 8 Τα πομάκικα είναι μια από τις πολλές γλώσσες ανά τον κόσμο που έχουν μόνο προφορικό και όχι γραπτό κώδικα επικοινωνίας. 18

Η σύντομη παραπάνω ανασκόπηση στις τρεις διαφορετικές ομαδώσεις που απαρτίζουν την μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης, μας αποδεικνύει πως η ετερογενής σύνθεση της μειονότητας ως προς τη γλώσσα και την εθνοτική καταγωγή είναι μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα και ως τέτοια θα πρέπει να αντιμετωπίζεται. Πέραν όμως από τις βασικές διαφορές ως προς τις εθνοτικές και πολιτισμικές καταβολές που χαρακτηρίζουν την καθεμία από τις παραπάνω ομαδώσεις, βλέπουμε πολλά κοινά στον τρόπο ζωής τους, ως αποτέλεσμα της κοινής τους συνύπαρξης όλα αυτά τα χρόνια. Οι βασικές οικονομικές δραστηριότητες των μελών της μειονότητας σχετίζονται με την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή και τη μισθωτή εργασία στη βιομηχανία ή τη βιοτεχνία. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί πως παράγοντα ανασταλτικό για την οικονομική ανάπτυξη της μειονότητας αποτέλεσε η διατήρηση του καθεστώτος της «επιτηρούμενης ζώνης» στα βόρεια σύνορα μέχρι το 1996. Το καθεστώς αυτό επηρέασε ιδιαίτερα τους Πομάκους, διότι η πλειοψηφία τους διέμενε σε αυτήν την περιοχή. Επί Χούντας, στον δρόμο προς τα «Πομακοχώρια», υπήρχε μια μπάρα και φυλάκια που απαιτούσαν ειδική άδεια από τους κατοίκους για το πέρασμά τους, είτε προς την πόλη της Ξάνθης, είτε προς τα χωριά τους. Επισκέπτης χωρίς καταγωγή από τα χωριά αυτά, δεν μπορούσε να πάει να τα επισκεφθεί χωρίς να έχει κάποιο σοβαρό λόγο. Η μπάρα έκλεινε κάποια στιγμή τη νύχτα μέχρι το πρωί και έτσι πολλοί από τους κατοίκους αναγκάζονταν να παραμείνουν στην πόλη, μακριά από τα σπίτια τους. Παρόλο που η Χούντα έπαψε το 1974, οι μπάρες και οι έλεγχοι καταργήθηκαν μόλις το 1996. Για όποιον επισκεφθεί την περιοχή, οι μπάρες είναι ακόμη εκεί σκουριασμένες και μονίμως ανεβασμένες πια, ενώ τα παλιά φυλάκια έχουν γίνει στάσεις λεωφορείων που ενώνουν τα χωριά μεταξύ τους, αλλά και με την πόλη της Ξάνθης. Αδιαμφισβήτητα, το καθεστώς της «επιτηρούμενης ζώνης» φανερώνει πως για την ελληνική πολιτεία οι άνθρωποι αυτοί- στο παρελθόν τουλάχιστον- αποτελούσαν απειλή και αντιμετωπίζονταν με άγνοια. Ωστόσο, δεν λείπουν και εκείνα τα παραδείγματα μικρής και μεγάλης σημασίας που αποδεικνύουν πως ακόμη και σήμερα η ελληνική πολιτεία αντιμετωπίζει την μουσουλμανική μειονότητα ως ξένο σώμα. Υπάρχουν περίοδοι, όπου για αρκετές μέρες οι κάτοικοι των απομακρυσμένων χωριών της Θράκης, δεν έχουν πρόσβαση στην ελληνική τηλεόραση, καθώς ο αναμεταδότης είτε αντιμετωπίζει κάποια βλάβη, είτε έχει καταστραφεί. Αντιθέτως, μέσω δορυφορικής πιάνουν τα διεθνή ΜΜΕ και φυσικά τα τουρκικά. Το διαδίκτυο, επίσης, δεν έχει φτάσει στα μέρη αυτά, ενώ πολύ δύσκολη είναι και η επικοινωνία μέσω του κινητού τηλεφώνου, καθώς το σήμα των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας είναι ιδιαίτερα ασθενές στις περιοχές αυτές. Οι υποδομές των δρόμων είναι επίσης 19

πολύ παλιές και σίγουρα χρειάζονται μια καλή συντήρηση. Δεδομένου και του υψόμετρου, πολλά χωριά αποκλείονται το χειμώνα λόγω χιονιού. Εντούτοις, τα κύρια ζητήματα που αποτελούν τροχοπέδη στην ομαλή οικονομική, κοινωνική και θεσμική εξέλιξη της μειονότητας της Θράκης- η οποία έχει εγκλωβιστεί σε στείρες πολιτικές και ιδεοληπτικές αντιπαραθέσεις- εντοπίζονται σε άλλες, περισσότερο σημαντικές πτυχές της καθημερινότητας και αυτά είναι τα εξής: 1) Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, δηλαδή το αίτημα της μειονότητας να αυτόπροσδιορίζεται ως τουρκική μειονότητα, παρά ως μουσουλμανική (θρησκευτική) μειονότητα. 2) Ο Μουφτής ως θρησκευτικός αρχηγός και ο Μουφτής ως ιεροδίκης 3) Η μειονοτική εκπαίδευση 4) Τα Βακούφια (κοινοτικά ιδρύματα κοινοτική περιουσία) 5) Οι τίτλοι ιδιοκτησίας. Μεγάλος αριθμός μουσουλμάνων, κυρίως στον ορεινό όγκο, δεν διαθέτει τίτλους ιδιοκτησίας, γεγονός που δημιουργεί μείζον ζήτημα οικονομικής και κοινωνικής ανασφάλειας. Όλα αυτά τα καίρια ζητήματα που απασχολούν την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, θα εξεταστούν αναλυτικά και το καθένα ξεχωριστά στα επόμενα κεφάλαια που θα ακολουθήσουν. Ωστόσο, προτού γίνει αυτή η ανάλυση κρίνεται σκόπιμο να εξεταστεί αρχικά το διεθνές και κυρίως το ευρωπαϊκό πλαίσιο που σχετίζεται με την προστασία των δικαιωμάτων των μειονοτήτων γενικότερα και κατά συνέπεια με την προστασία των δικαιωμάτων της υπό μελέτη στην παρούσα εργασία μειονότητας, της μουσουλμανικής. 20

Κεφάλαιο 2: Το διεθνές και ευρωπαϊκό πλαίσιο για την προστασία των μειονοτήτων Τα τελευταία χρόνια το θέμα των μειονοτήτων απασχολεί έντονα τη διεθνή κοινότητα καθώς σε πολλές χώρες, ομολογημένες ή ανομολόγητες μειονότητες διεκδικούν την αναγνώρισή τους, τα δικαιώματά τους, την ισονομία τους σε σχέση με τα μέλη της πλειονότητας ή ακόμη και άλλες μορφές διοίκησής τους. Το ζήτημα των μειονοτήτων ενδιαφέρει το διεθνές δίκαιο, στο χώρο του οποίου ανήκει διττά: αφενός ως θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων έναντι του κράτους στο οποίο ζουν και αφετέρου ως θέμα ασφαλείας που αφορά ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα (Διακοφωτάκης, 2001). Οι μεγάλες αλλαγές την τελευταία δεκαετία του 20 ου αιώνα που αναδιαμόρφωσαν τον χάρτη της μεταπολεμικής Ευρώπης 9, δημιούργησαν έντονο προβληματισμό και αλλαγή στάσης των ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών (όπως και των κρατών μελών τους) στη νομική και πολιτική αντιμετώπιση της νέας κατάστασης. Ουσιαστικά, από την περίοδο του Μεσοπολέμου μέχρι σήμερα παρέμειναν σε ισχύ μόνο δύο κείμενα προστασίας των μειονοτήτων: το ένα αφορά συμφωνία μεταξύ της Φινλανδίας και της Σουηδίας το 1921 και το δεύτερο είναι η Συνθήκη της Λωζάννης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, που υπογράφθηκε στις 30 Ιανουαρίου του 1923. Στο πλαίσιο των σύγχρονων εξελίξεων διαμορφώνεται πλέον ένα είδος διεθνούς δικαίου προστασίας των μειονοτήτων, το οποίο κυρίως περιλαμβάνει την Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ (1948), τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Περιφερειακών ή Μειονοτικών Γλωσσών και τη Σύμβαση για τις Εθνικές Μειονότητες του Συμβουλίου της Ευρώπης. Στο υποκεφάλαιο που ακολουθεί θα δοθεί έμφαση στο ευρωπαϊκό πλαίσιο που σχετίζεται με την προστασία των δικαιωμάτων της μουσουλμανικής μειονότητας. Θα πρέπει να καταστεί σαφές, ότι πολλές από τις πτυχές που επεξηγούν το ευρωπαϊκό «οικοδόμημα» για τα μειονοτικά δικαιώματα, έχουν άμεσο αντίκτυπο στην απροθυμία που δείχνει ενίοτε το ελληνικό κράτος να εφαρμόσει πλήρως τα δικαιώματα της μουσουλμανικής μειονότητας, εντός των συνόρων του. Μια από αυτές τις πτυχές, - και ίσως η πιο σημαντική-είναι η απρόθυμη στάση της ΕΕ να καθιερώσει αυτά τα δικαιώματα στη νομοθεσία της. 9 Κατάρρευση ανατολικών καθεστώτων, διάλυση ΕΣΣΔ και συγκρούσεις στα εδάφη της, συναινετικό διαζύγιο Τσεχίας και Σλοβακίας, εμφύλιος στην πρώην Γιουγκοσλαβία και ανάδειξη νέων κρατικών οντοτήτων. 21

2.1 Η Προστασία των Μειονοτικών Δικαιωμάτων στην Ευρώπη Μέχρι να εμφανιστεί η προοπτική προσχώρησης στην ευρωπαϊκή κοινότητα για τις πρώην κομμουνιστικές χώρες, η ΕΕ δεν είχε διαμορφώσει στο εσωτερικό της κάποιο είδος κανονισμού σχετικά με τα δικαιώματα των μειονοτήτων της (Biscoe, 1999). Το πλαίσιο, ως εκ τούτου, για την προστασία των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Ευρώπη, διαμορφώθηκε από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των θεμελιωδών Ελευθεριών και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ενώ και οι δύο συμβάσεις τέθηκαν σε ισχύ το 1953, η λειτουργία τους ήταν, θεωρητικά, συμπληρωματική στην εθνική νομοθεσία (Gilbert 2002) και σχεδόν στις περισσότερες περιπτώσεις, όπως και στην Ελλάδα, λειτουργούσαν σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και τα εθνικά συμφέροντα. Αν και το ισχύον πλαίσιο ήταν ανεπαρκές, η ΕΕ βασίστηκε στις θεμελιώδεις αρχές της και αφετέρου σ αυτές που διατυπώθηκαν από τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, «χτίζοντας» έτσι τα πρώτα θεμέλια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, βασισμένα στις αρχές της δημοκρατίας και της προστασίας των μειονοτήτων. Παρόλα αυτά, δεν έχει υπάρξει ορισμός, σε οποιοδήποτε έγγραφο του ΟΑΣΕ, σχετικά με το τι αποτελεί μια μειονότητα (Bray, 2007), ενώ η συζήτηση γύρω από τον ορισμό της, αποκαλύπτει την έκταση της διαφωνίας μεταξύ των μελών του ΟΑΣΕ (Jackson Preece, 1998). Ωστόσο, ένα από τα πιο προοδευτικά βήματα στον τομέα των μειονοτήτων, συνέβη το 1992, όταν το Συμβούλιο της Ευρώπης εγκαθίδρυσε τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Περιφερειακών ή Μειονοτικών Γλωσσών και στην συνέχεια, τρία χρόνια αργότερα, επέκτεινε την πολιτική για την προστασία των μειονοτήτων με την εγκαθίδρυση της Σύμβασης Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων. Αξίζει να σημειωθεί πως, η Σύμβαση-Πλαίσιο αποτελεί το πρώτο στην ιστορία δεσμευτικό πολυμερές συμβατικό κείμενο σε διεθνή κλίμακα που αφορά αποκλειστικά την προστασία δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Τα ζητήματα που διατυπώθηκαν στην παρούσα Σύμβαση, αποτελούσαν ζωτικής σημασίας θέματα που απασχολούσαν τις μειονότητες, όπως οι διασυνοριακές επαφές, η εκπαίδευση, η γλώσσα κ.α. (Bray, 2007). Παρόλα αυτά, τα δικαιώματα των μειονοτήτων δεν ορίστηκαν στο πλαίσιο των συλλογικών δικαιωμάτων που αναγνωρίζει τις μειονότητες ως μεμονωμένες οντότητες, αλλά ορίστηκαν ως μεμονωμένα, ατομικά δικαιώματα εκείνων που αυτοπροσδιορίζονται ως μέλη μιας μειονότητας (Tesser, 2003), (Bray, 2007). Τέλος, εκτός από το γεγονός ότι δεν δόθηκε ένας σαφής ορισμός σχετικά με το τι αποτελεί μια μειονότητα και η Σύμβαση, ουσιαστικά, αφορούσε μεμονωμένα άτομα και όχι μειονότητες ως μια ενιαία οντότητα, το κάθε κράτος είχε τη δυνατότητα να την εφαρμόσει, ανάλογα με τον τρόπο που την ερμήνευε. 22

Πέντε χρόνια μετά την υιοθέτηση της Σύμβασης Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, ήρθε η σειρά της ΕΕ, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Νίκαιας το 2000, να κάνει μέρος του δικαίου της, τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Δεδομένου ότι αποτελούσε το πρώτο κεφάλαιο στην ιστορία της ΕΕ που σχετίζονταν άμεσα με τα ανθρώπινα δικαιώματα, η προσέγγιση του ήταν ιδιαίτερα συμβατική. Πρωτογενείς ανθρώπινες αρχές, όπως ο σεβασμός της πολιτιστικής, θρησκευτικής και γλωσσικής πολυμορφίας και η απαγόρευση των διακρίσεων για οποιοδήποτε λόγο, ιδίως λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, εθνικής ή κοινωνικής καταγωγής, γλώσσας, θρησκείας ή πεποίθησης, πολιτικής ή οποιασδήποτε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους μιας εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή σεξουαλικής προτίμησης, αποτέλεσαν εφεξής, μέρος της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Ωστόσο, η υιοθέτηση του Χάρτη από την ΕΕ, δεν παρείχε εγγύηση για κανένα επιπλέον δικαίωμα για τις μειονότητες που υφίστανται στα κράτη-μέλη του. Εντούτοις, συνέβαλε καθιστώντας τα δικαιώματα αυτά ως ένα κομμάτι της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας, με την οποία ομολογουμένως, τα κράτη-μέλη τείνουν να συμμορφωθούν πολύ περισσότερο από την σχετική νομοθεσία του ΟΑΣΕ. Κατά συνέπεια, τα κράτη-μέλη μπορούσαν να λάβουν μεγαλύτερη πίεση από τότε και στο εξής, πίεση που μόνο η ΕΕ μπορεί να ασκήσει στον ευρωπαϊκό χώρο. Όμως, και πάλι κάνει την εμφάνισή του εδώ το πρόβλημα της έλλειψης ενός σαφή ορισμού για το τι αποτελεί στην πραγματικότητα μια μειονότητα. Διότι, ακόμη και αν η ΕΕ μπορεί να ασκήσει ισχυρές προσαρμοστικές πιέσεις, δεν είναι σαφές το μοτίβο, η κατεύθυνση και ο στόχος που οι πιέσεις αυτές θα έχουν. Η ανεπάρκεια στον ορισμό της έννοιας «μειονότητα» και κατ επέκταση στον καθορισμό των συλλογικών τους δικαιωμάτων, διατηρεί μια ασάφεια στον τομέα αυτό (Tesser, 2003), ενώ οι ερμηνείες των εθνικών δικαστηρίων όσον αφορά την εφαρμογή της προώθησης και προστασίας των μειονοτήτων, εξυπηρετούν κυρίως τα εθνικά συμφέροντα και σπάνια τα δικαιώματα των μειονοτήτων. Όσον αφορά την Ελλάδα, είναι χαρακτηριστικό ότι η Σύμβαση- Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων και ο Ευρωπαϊκός Χάρτης για τις Περιφερειακές ή Μειονοτικές Γλώσσες, δεν έχουν επικυρωθεί. Ως γνωστόν, η Ελλάδα έχει υπογράψει από τις 22-9-1997 τη Σύμβαση-Πλαίσιο, από τότε, όμως, έχει επιμελώς αποφύγει να την κυρώσει με νόμο στη Βουλή, παρά τις συνεχείς υποσχέσεις των εκάστοτε κυβερνητικών υπευθύνων προς τους διεθνείς οργανισμούς. Επιπρόσθετα, ο Χάρτης για τις Περιφερειακές ή Μειονοτικές Γλώσσες δεν έχει καν υπογραφεί από την Ελλάδα. Σχετικά με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, εγκρίθηκε από την ΕΕ και κατά συνέπεια από όλα τα κράτη-μέλη της. Στο σύνολό του ο Χάρτης προστατεύει τόσο τις μειονότητες, όσο και τους πρόσφυγες και μετανάστες. 23

Παρά την έλλειψη ενός σχετικού ενθουσιασμού στον τομέα των μειονοτικών δικαιωμάτων, η ΕΕ φαίνεται να επιβεβαιώνει τα αιτήματα της ιδιαιτερότητας και του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού των μειονοτήτων, ως μιας μεγάλης πολυπολιτισμικής οντότητας (Αναγνώστου και Τριανταφυλλίδου, 2007). Τα παραπάνω αιτήματα είναι ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτα και τυγχάνουν μεγάλης σημασίας για την εξέλιξη και την πρόοδο της ίδιας της ΕΕ, καθώς ως γνωστόν οι μειονότητες έρχονται συνεχώς αντιμέτωπες με την ανασφάλεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό και αυτόν τον φαύλο κύκλο των διακρίσεων που πηγάζει κυρίως από τους λάθους χειρισμούς των εκάστοτε ηγεσιών των κρατών-μελών. Για το λόγο αυτό, η ΕΕ θα πρέπει να εστιάσει περισσότερο και με μεγαλύτερη προθυμία στο θέμα των μειονοτήτων, το συντομότερο δυνατό, αλλά και να απεικονίσει μια πιο συγκεκριμένη βάση για την προστασία των μειονοτήτων στο έδαφός της (De Witte, 2000). Η παραπάνω εξέλιξη θα μπορούσε να ανακουφίσει, αλλά και να ενθαρρύνει τα κράτη-μέλη να επιλύσουν τα θέματα των μειονοτήτων τους, πάνω σε μια ευκρινέστερη βάση. Περιστατικά όπως η μεγάλη αναταραχή το 1991 στη Δυτική Θράκη, θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί, εάν ένα υποθετικό πλαίσιο προστασίας των μειονοτήτων της ΕΕ, βρισκόταν σε ισχύ. Αυτό το υποθετικό πλαίσιο της ΕΕ για την προστασία των δικαιωμάτων μιας μειονότητας, θα μπορούσε να είχε αναγκάσει την Ελλάδα να λάβει σημαντικές αποφάσεις σχετικά με την προστασία της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης, οι οποίες πιθανόν να παρείχαν την αναγνώριση των δικαιωμάτων της μειονότητας. Συνεπώς, ένα τέτοιο σενάριο θα οδηγούσε σε μια αποδοτική λύση, όπου η σταθερότητα του κράτους θα αυξανόταν, τα δικαιώματα της μειονότητας θα τύγχαναν μεγαλύτερου σεβασμού, και οι εθνικιστικές αξιώσεις δεν θα έβρισκαν καμία προσφυγή. Ωστόσο, λόγω της έλλειψης αυτής της διαδικασίας από πλευράς ΕΕ, είναι, πρωτίστως, ο εσωτερικός λόγος που δικαιολογεί την επανεξέταση της προσέγγισης της ελληνικής κυβέρνησης στην μειονότητα της Δυτικής Θράκης (Αναγνώστου και Τριανταφυλλίδου, 2005) και δευτερευόντως, ένας λόγος που δικαιολογεί, εν μέρει, τη φήμη της Ελλάδας και πιο συγκεκριμένα αυτό που αποκαλούμε «διαπόμπευση» σε διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς. Ανακεφαλαιώνοντας, λοιπόν, βλέπουμε πως η προστασία των δικαιωμάτων μιας μειονότητας σε ένα ευρωπαϊκό κράτος όπως η Ελλάδα, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη βούληση και τις πρακτικές διαφόρων φορέων. Οι φορείς αυτοί είναι: 1. Η προστασία των δικαιωμάτων των μειονοτήτων που θέτει το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο, δηλαδή το Συμβούλιο της Ευρώπης, ο ΟΑΣΕ, και η ΕΕ. 2. Η προστασία των δικαιωμάτων που θέτει το εθνικό νομικό πλαίσιο και εφαρμόζει τόσο η ευρωπαϊκή, όσο και η εγχώρια νομοθεσία, δηλαδή η ελληνική κυβέρνηση. 24