Για παραπομπή : Στουραϊτης Ιωάννης,, 2005, Περίληψη : Η οικογένεια των Τορνικίων ήταν αρμενικής καταγωγής, ενώ θεωρείται πιθανό ότι είχε και γεωργιανές ρίζες. Εγκαταστάθηκε στο Βυζάντιο στις αρχές του 10ου αιώνα και από τότε άρχισε να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της αυτοκρατορίας ως τις αρχές του 14ου αιώνα. Τα μέλη της ανήλθαν σε υψηλά στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα, ενώ διακρίθηκαν και ως λόγιοι. Άλλα Ονόματα Τορνίκες, Τορνίτζες, (θηλ.) Τορνικίνα 1. Γενικές πληροφορίες για την οικογένεια Η οικογένεια των Τορνικίω 1 ήταν αρμενικής καταγωγής και αποτελούσε κλάδο του αρμενικού αριστοκρατικού οίκου του Ταρόν. 2 Ωστόσο, έχει υποστηριχθεί και η άποψη ότι ένας κλάδος της είχε γεωργιανή καταγωγή. 3 Ιδρυτής της θεωρείται ένας απόγονος της αρμενικής πριγκιπικής οικογένειας των Ταρονιτών. Ο Αρμένιος πρίγκιπας Αμπού Γκανέμ (Abu Ghanim ή Apoganem), αδελφός του πρίγκιπα του Ταρόν, ο οποίος είχε γίνει δεκτός στο Βυζάντιο στις αρχές του 10ου αιώνα και είχε λάβει αρχικά τον τίτλο του πρωτοσπαθαρίου και αργότερα του πατρικίου, 4 είχε ένα γιο, ονόματι Τορνίκ (T ornik), ο οποίος έλαβε επίσης τον τίτλο του πατρικίου. Μετά το θάνατό του, η γυναίκα του με τον γιο του Νικόλαο εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη με πρωτοβουλία του αυτοκράτορα Ρωμανού Α Λακαπηνού (920-944) και έτσι άρχισε η πορεία της οικογένειας στην πολιτική σκηνή της βυζαντινής αριστοκρατίας. Το όνομα Τορνίκ, που είναι υποκοριστικό της αρμενικής λέξης τορν (t orn) και σημαίνει εγγονός, οι Βυζαντινοί το απέδωσαν Τορνίκιος ή Τορνίκης. 5 Από τα μέσα του 10ου αιώνα μέλη της οικογένειας άρχισαν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις της αυτοκρατορίας, ενώ από τα τέλη του αιώνα αυτού καθώς και στη διάρκεια του 11ου αιώνα εμφανίζονται να κατέχουν υψηλά στρατιωτικά αξιώματα και να πρωταγωνιστούν σε σημαντικά στρατιωτικά και πολιτικά γεγονότα. Από το 12ο αιώνα και κατά την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο οι Τορνίκιοι κατείχαν κατά κύριο λόγο πολιτικά αξιώματα, ενώ το 13ο αιώνα η οικογένεια απέκτησε ιδιαίτερο ρόλο, λόγω των επιγαμιών με μέλη άλλων σημαντικών αριστοκρατικών οικογενειών, κατά κύριο λόγο των Παλαιολόγων. 2. Οι Τορνίκιοι στη Μέση Βυζαντινή περίοδο Τα πρώτα μέλη της οικογένειας που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στα πράγματα της αυτοκρατορίας ήταν ο Νικόλαος Τορνίκιος, γιος του πατρικίου Τορνίκ, και ένας Λέων Τορνίκιος, για τον οποίο έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι μπορεί επίσης να ήταν γιος του Τορνίκ. 6 Και ο Νικόλαος και ο Λέων αναφέρονται ως υποστηρικτές του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ Πορφυρογέννητου, όταν ο τελευταίος, το 945, παραμέρισε τους δύο γιους του συναυτοκράτορα Ρωμανού Α Λακαπηνού και ανέλαβε μόνος του την εξουσία. 7 Ο επόμενος Τορνίκιος που αναφέρουν οι πηγές είναι ο Ιωάννης, ο οποίος διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο το 976-979 στην καταστολή της στάσης του δούκα της Μεσοποταμίας Βάρδα Σκληρού εναντίον του αυτοκράτορα Βασιλείου Β (976-1025). Ο Ιωάννης ήταν υπήκοος του πρίγκιπα της Ιβηρίας, Δαβίδ του Ταό, και φαίνεται να είχε γεωργιανές ρίζες, ενώ παραμένει αδιευκρίνιστο αν είχε κάποια σχέση με τους προαναφερθέντες Τορνικίους. 8 Ο Ιωάννης φέρεται να είχε αποσυρθεί για κάποιο μικρό διάστημα στο Άγιον Όρος, αλλά στη συνέχεια, περίπου στα τέλη του 978, κλήθηκε από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β με σκοπό να μεσολαβήσει στο Δαβίδ του Ταό και να εξασφαλίσει τη στρατιωτική του υποστήριξη για λογαριασμό του αυτοκράτορα. Η διπλωματική του αποστολή στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία. Την άνοιξη του 979 επέστρεψε στα βυζαντινά εδάφη επικεφαλής 12.000 Ιβήρων ιππέων και συνέβαλε καίρια στην ήττα του στασιαστή από τα αυτοκρατορικά στρατεύματα υπό το δομέστικο των σχολών της Ανατολής,Βάρδα Φωκά, στις 24 Μαρτίου του 979. 9 Δημιουργήθηκε στις 16/5/2017 Σελίδα 1/9
Για παραπομπή : Στουραϊτης Ιωάννης,, 2005, Οι συγγενείς του Ιωάννη Τορνίκη έλαβαν στρατιωτικά αξιώματα στην υπηρεσία του Βυζαντινού αυτοκράτορα. Έτσι σε μια σφραγίδα, που διατηρείται στο Μουσείο του Ερμιτάζ (στην Αγία Πετρούπολη), αναφέρεται ένας στρατηγός Τορνίκιος Varazvače, ο οποίος φέρει το ίδιο όνομα με τον αδελφό του Ιωάννη Τορνικίου. 10 Ο Βυζαντινός ιστορικός Ιωάννης Σκυλίτσης παραδίδει επίσης κάποιον Βαρασβατζέ (Varazvače) με την επονομασία Ίβηρας, ο οποίος διατέλεσε κυβερνήτης της Έδεσσας στα ανατολικά της Μικράς Ασίας περίπου το 1038. 11 Ένας άλλος Τορνίκιος, ονόματι Κοντολέων, αναφέρεται επίσης ως κατεπάνω Ιταλίας το 1017. 12 Ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της οικογένειας τον 11ο αιώνα είναι ο Λέων Τορνίκιος, ο οποίος καταγόταν από την Αδριανούπολη, ήταν ανιψιός του Κωνσταντίνου Θ Μονομάχου (1042-1055) και διεκδίκησε ακόμη και το θρόνο της αυτοκρατορίας. Για τη σταδιοδρομία του έχουμε λιγοστές και συγκεχυμένες πληροφορίες. Είναι βέβαιο ότι διακρίθηκε σε υψηλόβαθμα στρατιωτικά αξιώματα, ενώ τιμήθηκε και με τον ανώτερο τίτλο του πατρικίου. Σύμφωνα με το Βυζαντινό ιστορικό Μιχαήλ Ατταλειάτη, πριν από τη στάση του εναντίον του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ Μονομάχου διατέλεσε στρατηγός της Μελιτηνής. Σύμφωνα με το λόγιο Μιχαήλ Ψελλό όμως, ο οποίος περιγράφει το Λέοντα ως ένα δυνατό, υπερήφανο και φιλόδοξο άνδρα, υπήρξε κυβερνήτης της Ιβηρίας. 13 Επίσης έχει διατυπωθεί η άποψη ότι διατέλεσε δομέστικος των σχολών της Δύσεως. 14 Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, υποστηρικτές του στη γενέτειρά του Μακεδονία προέβησαν σε οργανωμένη στάση εναντίον του Κωνσταντίνου Θ Μονομάχου. Το Σεπτέμβριο του 1047, στην περιοχή της Αδριανούπολης, οι στασιαστές προκάλεσαν μεγάλη αναστάτωση και έφτασαν πολύ κοντά στην κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Τελικά, η στάση απέτυχε και ο Λέων Τορνίκιος τιμωρήθηκε με τύφλωση τα Χριστούγεννα του 1047 στην Κωνσταντινούπολη και πιθανόν λίγο αργότερα πέθανε. Το 1071 στη μάχη του Μαντζικέρτ αναφέρεται ένας Τορνίκιος Κοτέρτζης επικεφαλής ενός σώματος Ούζων. Το 1078, ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η διαμάχη των στρατηγών της αυτοκρατορίας για την άνοδο στο θρόνο, εμφανίζεται ένας Πέτρος Τορνίκιος να πολεμά υπό το στρατηγό Αλέξιο Κομνηνό, υποστηρικτή του μετέπειτα αυτοκράτορα Νικηφόρου Γ Βοτανειάτη, ενάντια στον αντίπαλο του Βοτανειάτη, στρατηγό Βασιλάκη. 15 Πρόκειται πιθανότατα για μέλος της οικογένειας του Λέοντος Τορνικίου, καθώς αναφέρεται ως Μακεδών, ένδειξη ότι ανήκε στον κλάδο της οικογενείας των Τορνικίων που είχε εγκατασταθεί στην περιοχή της Αδριανούπολης. Στο α μισό του 12ου αιώνα η οικογένεια χάνεται προσωρινά από το προσκήνιο για να επανέλθει προς τα τέλη του αιώνα, όταν άρχισε η πορεία προς την ακμή της στην Ύστερη περίοδο. Ο πιο γνωστός εκπρόσωπος την εποχή αυτή ήταν ο Γεώργιος Τορνίκης, 16 ο οποίος διατέλεσε δάσκαλος ψαλμών και ευαγγελίων στην Κωνσταντινούπολη και διακρίθηκε στα εκκλησιαστικά αξιώματα, αρχικά ως υπομνηματογράφος στην πατριαρχική γραμματεία και κατόπιν ως μητροπολίτης Εφέσου (1155). Ο Γεώργιος Τορνίκης υπήρξε δραστήριος κληρικός, υποστήριξε την Ένωση των Εκκλησιών, με την προϋπόθεση ότι την πρωτοκαθεδρία θα διατηρούσε η Κωνσταντινούπολη, ασχολήθηκε ενεργά με τα γράμματα και άφησε πλούσιο συγγραφικό έργο, στο οποίο ιδιαίτερο βάρος από πλευρά ιστορικών πληροφοριών έχουν κυρίως οι επιστολές, όπου αναφέρονται πλήθος στοιχείων για τη ζωή και τα πρόσωπα της σύγχρονης Εφέσου. 17 3. Οι Τορνίκιοι στην Ύστερη Βυζαντινή περίοδο Από τα τέλη του 12ου αιώνα οι εκπρόσωποι της οικογένειας των Τορνικίων καταλαμβάνουν υψηλά πολιτικά αξιώματα και αναμειγνύονται ενεργά στις πολιτικές εξελίξεις. Στο τελευταίο τρίτο του αιώνα ξεχωρίζουν ο Δημήτριος Τορνίκης, ο οποίος έλαβε τα αξιώματα του λογοθέτη του δρόμου και του κριτή του βήλου και ο γιος του Κωνσταντίνος, ο οποίος διατέλεσε έπαρχος Κωνσταντινουπόλεως επί Αλεξίου Γ Αγγέλου (1195-1203) και μετά το θάνατο του πατέρα του (μάλλον το 1201) λογοθέτης του δρόμου. 18 Ο δεύτερος γιος του Ευθύμιος υπήρξε διάκονος και συγγραφέας ποιημάτων και ρητορικών λόγων. 19 Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, η οικογένεια μεταφέρθηκε στη Νίκαιας, έδρα της ομώνυμης αυτοκρατορίας. Ο γιος του Κωνσταντίνου, Δημήτριος Τορνίκης, υπήρξε μεσάζων στην αυλή της Νίκαιας επί Θεοδώρου Α Δημιουργήθηκε στις 16/5/2017 Σελίδα 2/9
Για παραπομπή : Στουραϊτης Ιωάννης,, 2005, Λασκάρεως (1204-1222), όπου διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο, ενώ νυμφεύτηκε και την ανιψιά του μεγάλου δομέστικου, Aνδρόνικου Παλαιολόγου. Ο γιος του Δημητρίου Κωνσταντίνος Τορνίκιος διατέλεσε μέγας πριμικήριος επί Ιωάννη Γ Βατάτζη (1222-1254), αξίωμα που έχασε επί Θεοδώρου Β Λασκάρεως (1254-1258), όταν έπεσε προσωρινά σε δυσμένεια, λόγω και της συγγένειάς του με τους Παλαιολόγους. 20 Επανήλθε στο προσκήνιο όμως μετά το θάνατο του αυτοκράτορα, όταν η κόρη του παντρεύτηκε το μέγα δομέστικοιωάννη Παλαιολόγο, αδελφό του Μιχαήλ H (1259-1282), και μετά το 1259 έλαβε τον ανώτερο τίτλο του σεβαστοκράτορα. Η δεύτερη κόρη του παντρεύτηκε τον Ιωάννη Άγγελο, γιο του Μιχαήλ Β (1231-1271) της Ηπείρου. Μετά την ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Βυζαντινούς (1261), οι Τορνίκιοι επέστρεψαν στην πρωτεύουσα, όπου ο Κωνσταντίνος εμφανίστηκε το 1264 ως έπαρχος της πόλης, 21 ενώ το 1266 ως κεφαλατικεύων (κεφαλή) στη Θεσσαλονίκη. 22 Ο Ιωάννης Τορνίκης, ο οποίος αναφέρεται το 1258 ως δούκας του θέματος Θρακησίων, θεωρείται αδελφός του σεβαστοκράτορα Κωνσταντίνου, 23 ενώ έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι ήταν γιος του. 24 Αδελφός του σεβαστοκράτορα Κωνσταντίνου θεωρείται επίσης και ένας Ανδρόνικος Τορνίκης Κομνηνός, για τον οποίο γνωρίζουμε ότι το 1259 ήταν μεσάζων και ότι πέθανε σε μια επιδημία πανώλης. 25 Το 14ο αιώνα ξεχωρίζουν ο Κωνσταντίνος Τορνίκης Παλαιολόγος, ο οποίος αναφέρεται το έτος 1326 να κατέχει το αξίωμα του μεγάλου δρουγγαρίου της βίγλης και ο γιος του πιθανότατα Δημήτριος Τορνίκης Παλαιολόγος, ο οποίος στο διάστημα 1337-1339 διατέλεσε επίσης μέγας δρουγγάριος της βίγλης και κεφαλατικεύων στην Κωνσταντινούπολη. 26 Ο Ανδρόνικος Τορνίκης Κομνηνός Δούκας Παλαιολόγος διατέλεσε παρακοιμώμενος επί Ανδρονίκου Β Παλαιολόγου (1282-1328) και ανέπτυξε έντονη διπλωματική δραστηριότητα. Το 1325 φέρεται να πρωταγωνιστεί στις διαπραγματεύσεις για το γάμο του Ανδρονίκου Γ με την πριγκίπισσα Άννα της Σαβοΐας, ενώ λίγο αργότερα επισκέφθηκε τη Σερβία ως απεσταλμένος του αυτοκράτορα. Προς το τέλος της ζωής του (μετά το 1328) έγινε μοναχός. Την ίδια περίοδο περίπου (1320) αναφέρεται και ο μέγας κονόσταυλος Μιχαήλ Τορνίκης, ο οποίος λειτουργούσε ως σύμβουλος στο πλευρό του Ανδρονίκου Β κατά τη διαμάχη του με τον εγγονό του Ανδρόνικο Γ. 27 1. PLP 12 = (Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit 12, επιμ. Trapp E., Wien 1992), αρ. 29114-29140. 2. Adontz, N., Les Taronites à Byzance, Byzantion 11 (1936), σελ. 31 Akinean, N., Untersuchungen zur Geschichte der armenischen Literatur IV (azgayin matenadaran 145) (Wien 1938), σελ. 49-88. 3. Peeters, P., Un colophon géorgien de Tornik le Moine, Analecta Bollendiana 50 (1932), σελ. 358-371 Constantine Porphyrogenitus, De adminstrando Imperio, Jenkins, R.J.H. (επιμ.) (London 1962), 175. 4. Constantine Porphyrogenitus, De adminstrando Imperio, Jenkins, R.J.H. (επιμ.) (London 1962), 43. 54-177. 5. Constantine Porphyrogenitus, De adminstrando Imperio, Jenkins, R.J.H. (επιμ.) (London 1962), 43.100 και 43.136. 6. Adontz, N., Les Taronites à Byzance, Byzantion 11 (1936), σελ. 31. 7. Ioannis Scylitzae, Synopsis Historiarum, Thurn, I. (επιμ.) (Corpus Fontium Historiae Byzantinae, series Berolinensis, Berlin 1973), 236.80-89, Theophanus Continuatus, Bekker, I. (επιμ.) (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonnae 1838), 437.1-10. 8. Oxford Dictionary of Byzantium 3 (1991), σελ. 2096-2097, βλ. λ. Tornikios, Tornikios Euthymios και Tornikios George (Al. Kazhdan). 9. Peeters, P., Un colophon géorgien de Tornik le Moine, Analecta Bollendiana 50 (1932), σελ. 20-22 Histoire de la Gèorgie, μτφρ. από Δημιουργήθηκε στις 16/5/2017 Σελίδα 3/9
Για παραπομπή : Στουραϊτης Ιωάννης,, 2005, γεωργιανά Brosset, Μ., τομ. I (St. Petersburg 1849-1850), σελ. 293. 10. Oxford Dictionary of Byzantium 3 (1991), σελ. 2096, βλ. λ. Tornikios (Al. Kazhdan). 11. Ioannis Scylitzae, Synopsis Historiarum, Thurn, I. (επιμ.) (Corpus Fontium Historiae Byzantinae, series Berolinensis, Berlin 1973), 403.33. Στο τμήμα όπου περιγράφονται τα γεγονότα επί Ρωμανού Αργυρού. 12. Adontz, N., Les Taronites à Byzance, Byzantion 11 (1936), σελ. 32. 13. Oxford Dictionary of Byzantium 3 (1991), σελ. 2097-2098, βλ. λ. Tornikios Leo (Brand, C.M.) Adontz, N., Les Taronites à Byzance, Byzantion 11 (1936), σελ. 33-34. 14. Cheynet, J.-C., Nouvelle hypothèse à propos du domestique d Occident citè sur une croix du Musée de Genève, ByzSlav 42 (1981), σελ. 196-202. 15. Adontz, N., Les Taronites à Byzance, Byzantion 11 (1936), σελ. 35. 16. Oxford Dictionary of Byzantium 3 (1991), σελ. 2097, βλ. λ. Tornikios George (Al. Kazhdan). 17. Darrouzès, J., Georges et Dèmètrios Tornikes, Lettre set discours (Paris 1970) Browning, R., The Patriarchal School at Constantinople in the twelfth Century, Byzantion 32 (1962), σελ. 34-37. 18. Schmalzbauer, G., Die Tornikioi in der Palaiologenzeit, JÖB 18 (1969), σελ. 117. 19. Darrouzès, J., Les discours d Euthyme Tornikès, REB 26 (1968), σελ. 53-117. 20. Georgii Acropolitae, Annales, στο Heisenberg, A. (επιμ,), Opera, τομ. I (Lipsiae 1903), σελ. 114. 21. Georgii Pachymeris de Michaele et Adronico Palaeologis libri XIII, Bekkerus, I. (επιμ.), τομ. I. (Bonnae 1835), σελ. 226. 22. Mε αυτή την ιδιότητα ασχολήθηκε με υποθέσεις της μονής Zωγράφου του Άθω και υπέγραψε σε δύο έγγραφα που περιλαμβάνονται στο αρχείο της ως «συμπέθερος» του αυτοκράτορα και«σεβαστοκράτορας», Πρβλ. PLP, αρ. 29129 (Tornikes Konstantinos). 23. Schmalzbauer, G., Die Tornikioi in der Palaiologenzeit, JÖB 18 (1969), σελ. 121-122. Πρβλ. PLP, αρ. 29126 (Tornikes Ioannes), κελευστής και δούκας του Μιχαήλ Η Παλαιολόγου. 24. Arweihler, H., L Histoire et la Géographie de la Région de Smyrne, TM 1 (1965), σελ. 149. 25. Schmalzbauer, G., Die Tornikioi in der Palaiologenzeit, JÖB 18 (1969), σελ. 122-123. 26. Schmalzbauer, G., Die Tornikioi in der Palaiologenzeit, JÖB 18 (1969), σελ. 124-125. 27. Schmalzbauer, G., Die Tornikioi in der Palaiologenzeit, JÖB 18 (1969), σελ. 126-127, 131, Πρβλ. PLP, αρ. 29132 (Tornikes Michael) Βιβλιογραφία : Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, I. (ed.), Ioannis Skylitzae Synopsis Historiarum, Corpus Fontium Historiae Byzantinae 5, Berlin New York 1973 Δημιουργήθηκε στις 16/5/2017 Σελίδα 4/9
Για παραπομπή : Στουραϊτης Ιωάννης,, 2005, Γεώργιος Παχυμέρης, Συγγραφικαί Ιστορίαι, Failler, A. (ed.), Georges Pachymérès. Relations historiques 1-2, Corpus Fontium Historiae Byzantinae 24/1-2, Paris 1984 Adontz N., Études arméno-byzantines, Lisbon 1965 Akinean N., Untersuchungen zur Geschichte der armenischen Literatur IV (azgayin matenadaran 145), Wien 1938 Darrouzès J., Georges et Dèmètrios Tornikes, Lettre set discours, Paris 1970 Adontz N., "Les Taronites à Byzance", Byzantion, 11, 1936, 21-42 Ahrweiler H., "L histoire et la géographie de la région de Smyrne entre les deux occupations turques (1081-1317), particulièrement au XIIie siècle", Travaux et Mémoires, 1, 1965, 1-204 Browning R., "The Patriarchal School at Constantinople in the twelfth Century", Byzantion, 32, 1962, 167-202 Cheynet J.-C., "Nouvelle hypothèse à propos du domestique d Occident cité sur une croix du Musée de Genève", Byzantinoslavica, 52, 1981, 197-202 Darrouzès J., "Les Discours d'euthyme Tornikès", Revue des études byzantines, 26, 1968, 53-117 Kazhdan A., "Tornikios", Kazhdan, A. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium 3, New York Oxford 1991, 2096-2097 Kazhdan A., "Tornikios Euthymios", Kazhdan, Α. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium 3, New York Oxford 1991, 2097 Kazhdan A., "Tornikios George", Kazhdan, A. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium 3, New York Oxford 1991, 2097 Kazhdan A., "Tornikios Leo", Kazhdan, A. (επιμ.), The Oxford Dictionary of Byzantium 3, New York Oxford 1991, 2097-2098 Peeters P., "Un colophon géorgien de Tornik le Moine", Analecta Bollendiana, 50, 1932, 358-371 Γεώργιος Ακροπολίτης, Χρονική Συγγραφή (Annales), Heisenberg, A. (επιμ.), Georgii Acropolitae Opera, 1, Leipzig 1903 Ιωάννης Ζωναράς, Επιτομή Ιστοριών, Büttner-Wobst, T. (ed.), Ioannis Zonarae epitomae historiarum libri XVIII 1-3, Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1841-1897 Λέων Διάκονος, Ιστορία, Hase, C.B. (ed.), Leonis Diaconi Caloensis Historiae libri decem et liber de velitatione bellica Nicephori Augusti, Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Βοnn 1828 Trapp E. (ed.), Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit 1-12, Wien 1976-1995 Δικτυογραφία : Euthymios Tornices http://stephanus.tlg.uci.edu/canon/wsearch?wtitle=3037&nperpage=all&uid=0&greekfont=beta&mode=c_search Δημιουργήθηκε στις 16/5/2017 Σελίδα 5/9
Για παραπομπή : Στουραϊτης Ιωάννης,, 2005, Γλωσσάριo : δομέστικος των σχολών, ο Διοικητής του τάγματος των σχολών. Ο πρώτος γνωστός αξιωματούχος εμφανίστηκε το 767/768. Το 10ο αιώνα απέκτησε μεγάλη δύναμη στο στρατό των θεμάτων. Κατά τα μέσα του 10ου αιώνα το αξίωμα του δομέστικου των σχολών χωρίστηκε σε δύο: στο δομέστικο των σχολών της Ανατολής και στο δομέστικο των σχολών της Δύσης, τον ανώτατο δηλαδή στρατιωτικό διοικητή του στρατού των ανατολικών και των δυτικών επαρχιών αντίστοιχα. δούκας, ο (λατ. dux) Αρχαιότητα: Ρωμαίος στρατιωτικός αξιωματούχος ο οποίος σε ορισμένες επαρχίες είχε και διοικητικές αρμοδιότητες. Βυζάντιο: Κατά κανόνα ανώτατος στρατιωτικός αξιωματούχος. Από το β μισό του 10ου αιώνα ο όρος δηλώνει το στρατιωτικό διοικητή μεγάλης περιφέρειας. Μετά το 12ο αιώνα οι δούκες εμφανίζονται ως διοικητές μικρών θεμάτων. δρουγγάριος της βίγλης, ο Στρατιωτικός επικεφαλής των ταγμάτων της βίγλης και υπεύθυνος για την ασφάλεια του αυτοκράτορα εντός πόλεως και σε εκστρατεία. Ο τίτλος απαντά από τον 9ο αιώνα και επέζησε μέχρι το 15ο αιώνα. έπαρχος πόλεως, ο (λατ. praefectus urbi) Υψηλόβαθμο πολιτικό αξίωμα της Πρώιμης Ρωμαϊκής περιόδου, αρχικά με αστυνομικές αρμοδιότητες για την πόλη της Ρώμης. Κατά τη Βυζαντινή περίοδο το αξίωμα αφορούσε την πόλη της Κωνσταντινούπολης. Ήταν η προϊστάμενη αρχή των πολιτών με αρμοδιότητες αστυνόμευσης και δικαστικές πολλοί νόμοι απευθύνονται στον έπαρχο πόλεως, που κάποτε λειτουργούσε ως ο «αντι-αυτοκράτωρ». Οι αρμοδιότητες του επάρχου σταδιακά επεκτάθηκαν στην οικοδομική και εμπορική δραστηριότητα, τον εφοδιασμό άρτου και τη διαχείριση των δημόσιων θεαμάτων. κατεπάνω, ο Κυβερνήτης μιας ευρύτερης διοικητικής ενότητας. Ο όρος χρησιμοποιούνταν από τον 9ο αιώνα για να προσδιορίσει συγκεκριμένες διοικητικές θέσεις, όπως ο κατεπάνω των βασιλικών. Ο ίδιος όρος συχνά δήλωνε και το διοικητή στρατιωτικής μονάδας. Από τα τέλη του 10ου έως τα τέλη του 11ου αιώνα προσδιόριζε κατά κύριο λόγο τους διοικητές μεγάλων επαρχιών, όπως της Ιταλίας και της Αντιόχειας. Ο όρος με την έννοια του διοικητή-δούκα εγκαταλείφθηκε μετά το 1100, ωστόσο συνέχισε να υφίσταται και να αποδίδεται σε άτομα τα οποία καταλάμβαναν τοπικές διοικητικές θέσεις. κεφαλατικεύων, ο Αξιωματούχος που αντικατέστησε τον έπαρχο της πόλης. κονόσταυλος, ο (κονοστάβλος, κοντοστάβλος ή κονόσταυλος) 1. Ανώτατος αξιωματικός (τρίτος στη στρατιωτική ιεραρχία μετά τον πρωτοστάτορα και το μεγάλο στρατοπεδάρχη). 2. Aρχηγός στόλου, ναύαρχος (από το βενετσιάνικο contestabile). 3. Ο μέγας κονόσταυλος εμφανίζεται ως ανώτερος τιμητικός τίτλος από το 13ο αιώνα και σημαίνει τον επικεφαλής των Λατίνων μισθοφόρων. κριτής του βήλου, ο Ανώτερος δικαστικός αξιωματούχος. Ο κριτής του βήλου ανήκει σε ειδική κατηγορία κριτών (δικαστών), η ύπαρξη της οποίας μαρτυρείται στην Κωνσταντινούπολη ήδη από το 10ο αιώνα. Οι κριτές του βήλου συγκροτούσαν ένα από τα ανώτερα δικαστήρια. Το όνομά τους προήλθε κατά πάσα πιθανότητα από το χώρο συνάντησής τους, που ήταν ο χώρος πίσω από ένα βήλο (παραπέτασμα) του Ιπποδρόμου. Το αξίωμα του κριτή του βήλου ενδεχομένως δεν εξακολούθησε να υφίσταται μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους (1204), παρόλο που σημειώνεται σε καταλόγους αξιωμάτων του 14ου αιώνα. λογοθέτης του δρόμου, ο Ανώτερο στέλεχος της αυτοκρατορικής διοίκησης με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Ήταν υπεύθυνος για τη συντήρηση του οδικού δικτύου, την υπηρεσία του αυτοκρατορικού ταχυδρομείου και ως ένα βαθμό για τις εξωτερικές σχέσεις της αυτοκρατορίας. Η οργάνωση τελετών, η προστασία του αυτοκράτορα, η συλλογή πληροφοριών και η υποδοχή ξένων αποστολών ήταν επίσης στα καθήκοντά του. μέγας δομέστικος, ο Ανώτατος στρατιωτικός διοικητής. Το αξίωμα του μεγάλου δομεστίκου αντικατέστησε σε απροσδιόριστο χρόνο το αξίωμα του δομεστίκου των σχολών της Μέσης Βυζαντινής περιόδου. Κατά τον 11ο-12ο αιώνα ο μέγας δομέστικος διοικούσε τα ξεχωριστά στρατεύματα της Ανατολής και της Δύσης. Το 13ο αιώνα, ωστόσο, ο διαχωρισμός αυτός είχε εκλείψει. Ιεραρχικά τοποθετείται μετά τον πρωτοβεστιάριο και το μέγα στρατοπεδάρχη, ενώ το 14ο αιώνα μετά τον καίσαρα. Ως ανώτατος τίτλος δινόταν επίσης σε στενούς συγγενείς του αυτοκράτορα. μέγας πριμικήριος, ο (απο λατ. pimicerius) Σύμβουλος του θρόνου και προϊστάμενος των υπηρεσιών της αυλής, στη δέκατη θέση της ιεραρχίας της αυλής. Εμφανίζεται πρώτη φορά την εποχή του Αλέξιου Α Κομνηνού (1081-1118). Διέθετε και στρατιωτικά καθήκοντα στις εκστρατείες αναλάμβανε επικεφαλής της σωματοφυλακής του αυτοκράτορα. Το 14ο αι. ήταν ένας από τους ανώτερους τίτλους. μεσάζων, ο Το ανώτερο διοικητικό αξίωμα του μεσάζοντος εμφανίστηκε στον 11ο-12ο αιώνα και απέκτησε μεγάλη σπουδαιότητα. Στα πρώτα χρόνια της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας τοποθετείται στην κορυφή της αυτοκρατορικής υπαλληλίας. Ούζοι, οι Δημιουργήθηκε στις 16/5/2017 Σελίδα 6/9
Για παραπομπή : Στουραϊτης Ιωάννης,, 2005, Τουρκικό φύλο που προχώρησε από τη νότια Oυκρανία προς το Δούναβη. Aπό τα μέσα κυρίως του 11ου αιώνα επιχείρησαν συχνά επιδρομές εναντίον των Bυζαντινών ακόμα και μέχρι τη Θεσσαλονίκη. παρακοιμώμενος, ο Αξιωματούχος υπεύθυνος για το βασιλικό κοιτώνα και συνήθως ο πλέον έμπιστος συνεργάτης του αυτοκράτορα στη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων. πατρίκιος, ο / πατρικία, η Από το λατινικό patricius. Εισήχθη από τον Κωνσταντίνο Α ως ισόβιος τιμητικός τίτλος ανδρών και γυναικών χωρίς διοικητικές αρμοδιότητες. Ειδικά για τις γυναίκες στο περιβάλλον της αυτοκράτειρας ο τίτλος της πατρικίας ζωστής ήταν ο υψηλότερος που μπορούσε να τους απονεμηθεί. Από τον 8ο έως το 10ο αιώνα ο τίτλος του πατρικίου αποδιδόταν σε υψηλούς αξιωματούχους της διοικητικής και στρατιωτικής ιεραρχίας, αλλά και σε ξένους συμμάχους και ηγεμόνες. Έπαψε να χρησιμοποιείται μετά το τέλος του 12ου αιώνα. πρωτοσπαθάριος, ο Ο πρώτος σπαθάριος ήταν υψηλό κατά κανόνα στρατιωτικό αξίωμα της αυτοκρατορικής ιεραρχίας, το οποίο συνήθως παρείχε και το δικαίωμα συμμετοχής στη σύγκλητο, και ακολούθως τιμητικός τίτλος. Αποδιδόταν και σε ευνούχους. Μετά τον 11ο αιώνα έχασε σταδιακά τη σημασία του. σεβαστοκράτωρ, ο Υψηλός τιμητικός τίτλος. Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία αποδόθηκε πρώτη φορά από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α Κομνηνό (1081-1118) στον αδελφό του Ισαάκιο Κομνηνό και στη συνέχεια δινόταν σε μέλη της οικογένειας του αυτοκράτορα. Στην Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας ο υψηλός αυτός τίτλος δήλωνε τους ανώτερους άρχοντες του κράτους. στρατηγός, ο Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο τα καθήκοντα του στρατηγού ήταν πολιτικά. Στη Μέση Βυζαντινή περίοδο ο στρατηγός ήταν αξιωματούχος επικεφαλής του θέματος (στρατός και περιοχή δικαιοδοσίας) συγκέντρωνε στα χέρια του τόσο στρατιωτική όσο και πολιτική εξουσία. Κατά την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο περιορίστηκε στο στρατιωτικό ρόλο του. Πηγές Georgii Acropolitae, Οpera, Heisenberg, A. (επιμ.), τόμ. I (Lipsiae 1903). Georgii Pachymeris de Michaele et Adronico Palaeologis libri XIII, Bekkerus, I. (επιμ.), τόμ. I (Bonnae 1835). Histoire de la Gèorgie, μτφρ. από γεωργιανά Brosset, M., τόμ. I (St. Petersburg 1849 1850). Ioannis Scylitzae, Synopsis Historiarum, Thurn, I. (επιμ.), (Corpus Fontium Historiae Byzantinae, series Berolinensis, Berlin 1973). Ioannis Zonarae, Epitomae Historiarum, Bütner Wobst, Th. (επιμ.), τόμ. ΙΙ (Bonn 1841 1897). Constantine Porphyrogenitus, De administrando Imperio, Jenkins, R.J.H. (επιμ.) (London 1962). Leonis Diaconis, Historiae Libri Decem, Hase, C.B. (επιμ.) (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonnae 1828). Michele Psello, Imperatori Di Bisanzio (Chronografia), τομ. I, Impellizeri, S. (επιμ. και σχόλ.) (χ.τ.έ 1984). Theophanus Continuatus, Bekker I. (επιμ.) (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonnae 1838). Παραθέματα Έλευση του Αρμένιου πρίγκιπα Αμπού Γκανέμ (Abu Ghanim ή Apoganem) στην Κωνσταντινούπολη Μαρτυρία του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου Τοῦ δὲ μαγίστρου Κρικορικίου τὸν βίον ἀπολιπόντος, ἀνήγαγεν Τορνίκιος, ὁ τοῦ Ἀπογάνεμ υἱός, ἔρωτα ἔχειν ἐγκάρδιον εἰσελθεῖν καὶ τὸν βασιλέα θεάσασθαι, ἐφ ᾧ τὸν πρωτοσπαθάριον Κρινίτην καὶ ἑρμηνευτὴν ὁ βασιλεὺς ἐξαπέστειλεν, ὃς Δημιουργήθηκε στις 16/5/2017 Σελίδα 7/9
Για παραπομπή : Στουραϊτης Ιωάννης,, 2005, καὶ εἰσήγαγεν ἐν τῇ πόλει τὸν εἰρημένον Τορνίκιον, καὶ προήγαγεν τὸν αὐτὸν Τορνίκιον ὁ βασιλεὺς εἰς τὴν τῶν πατρικίων τιμήν. Constantine Porphyrogenitus, De administrando Imperio, Jenkins, R.J.H. (επιμ.) (London 1962), 43.135 140. Μαρτυρία του Μιχαήλ Ψελλού Λέγω δὲ ἐκ τῶν ὑστάτων τοῦ λόγου ἀρχόμενος, ὅτι τῷ αὐτοκράτορι τούτῳ ἐξανέψιός τις ἐκ μητρικῆς ἐγενόνει ῥίζης, τὸ μὲν ὄνομα Λέων, τὸ δὲ γένος Τορνίκιος, τὴν Ἀδριανούπολιν οἰκῶν, καὶ Μακεδονικὴν ἐρυγγάνων μεγαλαυχίαν, ἀνὴρ τὸ μὲν εἶδος οὐ φαῦλος, τὸ δὲ ἦθος ὑποκαθήμενος, καὶ πρὸς ἐνθυμήσεις ἀεὶ καινοτέρας ἀνελίττων τάς γνώμας. τούτῳ γοῦν τῷ ἀνδρὶ οὔπω ἀκμάσαντι τύχην τινὰ λαμπρότητος, οἷα δὴ πολλὰ εἴωθεν ἀλόγως περί τινων λέγεσθαι, οἱ πλεῖστοι κατεμαντεύοντο. καὶ ἐπειδὴ ἀνὴρ ἐγεγόνει καί τινας ἐδείκνυ τοῦ ἤθους στερρότητας, ἡ Μακεδονικὴ μερὶς καθάπαξ αὐτῷ προσετέθη. καὶ τολμῆσαι μέν τι πολλάκις παραβολώτερον ἐπεχείρησαν, διαμαρτάνοντες δὲ τῶν καιρῶν, καὶ νῦν μὲν τοῦτον ἐμφιλοχωροῦντα τούτοις μὴ ἔχοντες, νῦν δὲ μὴ εὐποροῦντες εἰς ἀποστασίαν ἀρκούσης προφάσεως, ὑποβρύχιον ἐν ταῖς ψυχαῖς τὴν γνώμην τῆς τυραννίδος ἐφύλαττον. εἶτα δή τι ἐπισυμβεβήκει τοιοῦτον, ὃ δὴ αὐτοὺς ὁμοῦ εἰς ἀποστασίαν καὶ ἐπανάστασιν διηρέθισε. Μιχαήλ Ψελλός, Χρονογραφία, στο Renauld É. (επιμ.), Michael Psellus, Chronographie ou histoire d un siècle de Byzance (976 1077) 2, (Paris 1928, ανατύπωση 1967), 6.99.1 18. Επίγραμμα στον τάφο D στη Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη (που θεωρείται ότι ανήκει στον Μιχαήλ Τορνίκη) Ὅσους ἂν ἁθροίζοι τις ἐνθάδε κρότους νεκροὺς ὁ ταφεὶς ἐξελέγξει Τορνίκης, ὁ τρισαριστεὺς ἢ κονοσταῦλος μέγας, ὥσπερ μίμους, βέλτιστε, πιθήκους λέων. Ὃς βασιλικῶν ἀποτεχθεὶς αἱμάτων, παρέσχεν αὐτοῖς προσφυῆ καὶ τὸν τρόπον. Ποῖον γὰρ οὐκ ἦν ἀρετῆς εἶδος φσρων [sic], ὡς ὁ πρέπων ἕκαστον ἐζήτει χρόνος; Βουληφόρος δ οὖν, καὶ πρὸ τῆς ἡλικίας καὶ δημαγωγός, καὶ κριτὴς ἦν ἀγχίνους. Καὶ πρὸς μὲν ἐχθροὺς τακτικὴν ἔπνει φλόγα, κεραυνὸς ὢν ἄφυκτος αὐτοῖς ἀθρόοις, τῇ δὲ στρατιᾷ π(α)τρικῶς ἐπεστάτει, φρουρῶν τὰ κοινά, μὴ κλαπῇ τὸ συμφέρον. Κήδους δὲ τυχὼν εὐγενοῦς καὶ κοσμίου καὶ βασιλικὸν προσλαβὼν αὖθις γένος καὶ λαμπρὸν ὑπόδειγμα παρεὶς τὸν βίον, κεῖται μοναστὴς εὐτελὴς ἐν ὀστέοις. Ἥλιε καὶ γῆ καὶ τελευταῖοι κρότοι. Πενθεῖ δὲ μικροῦ πᾶν τὸ Ῥωμαίων γένος, ὅσον περ αῦτὸν ἀγνοοῦν οὐ τυγχάνει. Ἀλλ ὦ μόνε ζῶν καὶ μεθιστῶν τὰς φύσεις, εἴ πού τι καὶ πέπραχεν αὐτῷ μὴ πρόπον [sic], λύσιν παρασχὼν τὴν Ἐδὲμ κλῆρον δίδου. Δημιουργήθηκε στις 16/5/2017 Σελίδα 8/9
Για παραπομπή : Στουραϊτης Ιωάννης,, 2005, Μεταγραφή: Alexander Van Millingen, Byzantine Churches in Constantinople: Their History and architecture (London 1912), pp. 30f. Πηγή: Underwood, P., A., The Kariye Djami, v.3 the frescoes, Bollingen Foundation, New York 1996 Δημιουργήθηκε στις 16/5/2017 Σελίδα 9/9