3. Η δομή της γερμανικής πρότασης και η σειρά των όρων στη Γενετική Γραμματική: Πρότυπο Κυβέρνησης και Αναφορικής Δέσμευσης Στο κεφάλαιο αυτό θα παρουσιάσουμε τη δομή της πρότασης στη γερμανική γλώσσα, εστιάζοντας στη σειρά των όρων με βάση το θεωρητικό Πρότυπο της Γενετικής Γραμματικής. Στόχος είναι η ερμηνεία του τοπολογικού μοντέλου της γερμανικής πρότασης (τύποι της πρότασης, ρηματικό πλαίσιο και τοπολογικά πεδία), που παρουσιάστηκε αναλυτικά στο κεφάλαιο 2 της εργασίας, στη Γενετική Γραμματική. Η ανάπτυξη του θέματος θα συντελεστεί σε δύο κύριες φάσεις της Θεωρίας. Στο κεφάλαιο αυτό θα παρουσιάσουμε βασικές θέσεις και πρώιμες αναλύσεις οι οποίες στηρίζονται στο Πρότυπο Κυβέρνησης και Αναφορικής Δέσμευσης (Chomsky 1981) και στην εξέλιξή του σε Θεωρία των Αρχών και Παραμέτρων (Chomsky 1986α και 1986β), ενώ στο κεφάλαιο 4 θα αναφερθούμε σε σύγχρονες αναλύσεις που προκύπτουν από την εξέλιξη της Θεωρίας με κύρια τομή την τροποποίηση της δομής της πρότασης (Pollock 1989, Chomsky 1989/1991), η οποία διαμορφώθηκε τελικά στα πλαίσια του Μινιμαλιστικού Προγράμματος (Chomsky 1993, 1995 και 2000). Στην πρώτη φάση της Θεωρίας, στο πλαίσιο του Προτύπου Κυβέρνησης και Αναφορικής Δέσμευσης (ΚΑΔ), θα θέσουμε αρχικά δύο βασικούς προβληματισμούς που απασχόλησαν την έρευνα και είναι άμεσα συνυφασμένοι με την προτασική δομή και τη σειρά των όρων στη γερμανική γλώσσα (κεφ. 3.1). Συγκεκριμένα, θα θίξουμε σύντομα το ζήτημα σχετικά με την διαγραμματικότητα της πρότασης, την κατάταξη δηλαδή της Γερμανικής στις διαγραμματικές ή μη διαγραμματικές γλώσσες (κεφ. 3.1.1). Περαιτέρω, θα ασχοληθούμε με το ζήτημα της βασικής σειράς (κεφ. 3.1.2) και την κατάταξη της Γερμανικής αφενός στις γλώσσες που εμφανίζουν τη σειρά Υ-Α-Ρ ως βασική στη βαθεία δομή και αφετέρου στις γλώσσες στις οποίες το παρεμφατικό ρήμα καταλαμβάνει υποχρεωτικά τη δεύτερη θέση (verb second languages) σε συγκεκριμένες δομές. Στη συνέχεια βάσει της ενιαίας δομής που προτείνεται για τη γερμανική πρόταση θα παρουσιάσουμε την παραγωγή των υπολοίπων διατάξεων (κεφ. 3.2). Σε αυτές συγκαταλέγονται οι εξής: α) Ρ-Υ-Α, που αφορά στις ευθείες ερωτήσεις και στις δομές προστακτικής, β) Υ-Ρ-Α, που αφορά στις κύριες δηλωτικές προτάσεις, γ) ΧΦ- Ρ-Υ-Α, στην οποία μια οποιαδήποτε φράση, διάφορη του υποκειμένου ή του 1
αντικειμένου, καταλαμβάνει την αρχική θέση της πρότασης και δ) Α-Ρ-Υ, η οποία αφορά στην πρόταξη τόσο του άμεσου (ΑΑ) όσο και του έμμεσου (ΕΑ) αντικειμένου. Κατά την εξέταση των επιμέρους σειρών θα αναφερθούμε στα φαινόμενα θεματοποίησης και εστίασης, καθώς από τις ανωτέρω διατάξεις ορισμένες θεωρούνται ουδέτερες μη χαρακτηρισμένες (Υ-Ρ-Α και ΧΦ-Ρ-Υ-Α), ενώ άλλες χαρακτηρίζονται εμφατικές, χαρακτηρισμένες δομές (ΑΑ-Ρ-Υ-ΕΑ και ΕΑ-Ρ-Υ-ΑΑ). Επιπλέον, θα παρουσιάσουμε αναλύσεις που αφορούν στις δομές εκτόπισης (κεφ. 3.3), καθώς και αναλύσεις που αφορούν στο φαινόμενο Scrambling (=Μετατόπιση), στην ευελιξία, δηλαδή, της διάταξης των ορισμάτων στο μεσαίο πεδίο (κεφ. 3.4). 3.1 Η δομή της γερμανικής πρότασης: βασικές θέσεις και πρώιμες αναλύσεις Όπως αναφέρθηκε στο κεφάλαιο 2 της εργασίας, η γερμανική γλώσσα διαθέτει τρεις τύπους προτασικής δομής, στους οποίους ταξινομούνται τα διάφορα είδη προτάσεων και καθορίζονται από τη θέση του παρεμφατικού ρηματικού τύπου. Οι τρεις τύποι της γερμανικής πρότασης επαναλαμβάνονται εδώ στο (1): (1) α. Ρήμα στην πρώτη θέση (Ρ1) ευθείες ερωτήσεις β. Ρήμα στη δεύτερη θέση (Ρ2) κύριες προτάσεις γ. Ρήμα στο τέλος (Ρ-τέλος) δευτερεύουσες προτάσεις Παράλληλα, τα ζεύγη εισαγωγικός (υποτακτικός) σύνδεσμος παρεμφατικό ρήμα στις δευτερεύουσες προτάσεις και παρεμφατικός απαρεμφατικός ρηματικός τύπος στις κύριες συνιστούν το ρηματικό / προτασικό πλαίσιο (αριστερό και δεξιό μέρος του πλαισίου). Από τη δημιουργία του απορρέει ο σχηματισμός των εξής τοπολογικών πεδίων: το πρόσθιο πεδίο (μία θέση πριν από το αριστερό μέρος του ρηματικού πλαισίου) το μεσαίο πεδίο (όσα συστατικά βρίσκονται ανάμεσα στα δύο μέρη του ρηματικού πλαισίου) και το οπίσθιο πεδίο (ό,τι βρίσκεται μετά το δεξιό μέρος του πλαισίου). Η γραμμική αναπαράσταση της ανωτέρω προτασικής δομής (βλ. κεφ. 2.1.1) έχει ως εξής (2): (2) πρόσθιο πεδίο αριστερό μέρος μεσαίο πεδίο δεξιό μέρος οπίσθιο πεδίο 2
Στη Γενετική Γραμματική έγινε προσπάθεια να ερμηνευθεί η παραγωγή των τριών τύπων της γερμανικής πρότασης βάσει της ιεραρχικής προτασικής δομής που υπακούει στη σύνταξη του Χ-τονούμενου (βλ. κεφ. 1.2.1.2). Στο πλαίσιο αυτό, κατά τη δεκαετία του 80 στη φάση της Θεωρίας της ΚΑΔ (Chomsky 1981 έως και την τελική διαμόρφωσή της Chomsky 1986α και 1986β), ανέκυψαν διάφορα ερωτήματα σχετικά με χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γερμανικής γλώσσας. Αυτά συνδέονται άμεσα με τη δομή της πρότασης και τη σειρά των όρων και συνοψίζονται στα εξής: Το πρώτο ζήτημα αφορά στο ερώτημα της διαγραμματικότητας, κατά πόσο, δηλαδή, η προτασική δομή της Γερμανικής είναι ιεραρχικά δομημένη ή επίπεδη. Το δεύτερο αφορά στη βασική σειρά των όρων στη βαθεία δομή, ενώ το τρίτο στο φαινόμενο Verb Second «Ρήμα στη δεύτερη θέση» (Ρ2), το οποίο υπαγορεύει την υποχρεωτική εμφάνιση του παρεμφατικού ρήματος στη δεύτερη θέση της πρότασης σε συγκεκριμένες δομές (κύριες δηλωτικές προτάσεις). 3.1.1 Το ερώτημα της διαγραμματικότητας Το ζήτημα της διαγραμματικότητας τέθηκε από νωρίς στους κόλπους των γλωσσολόγων για διάφορες γλώσσες, καθώς με τη μελέτη του Hale (1982) καταγράφονται τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που εμφανίζουν οι μη διαγραμματικές γλώσσες. Αυτά συνοψίζονται στα εξής (βλ. Grewendorf 1988: κεφ. 13, Grewendorf 1995: 1300-1304, Schmidt 1995: 159): α) ελεύθερη σειρά των όρων β) πλούσιο πτωτικό σύστημα γ) ασυνεχή συστατικά δ) έλλειψη μετακίνησης της ΟΦ ε) σχηματισμός σύνθετων ρηματικών τύπων στ) έλλειψη πλεοναστικών στοιχείων Σε διάφορες μελέτες έχει διαπιστωθεί ότι η γερμανική γλώσσα συγκεντρώνει αυτά τα χαρακτηριστικά: α) Παρουσιάζει ελευθερία ως προς τη σειρά των όρων, όχι μόνο σε σχέση με τη θέση του παρεμφατικού ρήματος στους διάφορους τύπους πρότασης, αλλά και αναφορικά με την κατάληψη του προσθίου πεδίου (διάφορα συστατικά εμφανίζονται στη θέση αυτή), καθώς και ελεύθερη διάταξη των όρων στο μεσαίο πεδίο που 3
αποδεικνύει το φαινόμενο Scrambling (=Μετατόπιση) (βλ. κεφ. 2.2 και παρακάτω κεφ. 3.4 και 4.4.2). β) Έχει πλούσιο πτωτικό σύστημα, το οποίο μάλιστα είναι μορφολογικά εμφανές κυρίως στο άρθρο. γ) Εμφανίζει ασυνεχή συστατικά, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του παρεμφατικού και απαρεμφατικού ρηματικού τύπου στα διάφορα είδη πρότασης. δ) Αμφισβητείται η μετακίνηση της ΟΦ, π.χ. κατά τον σχηματισμό της παθητικής φωνής. ε) Σχηματίζει σύνθετους ρηματικούς τύπους (Ρήμα+Κλίση). στ) Παρουσιάζει μερική έλλειψη πλεοναστικών στοιχείων που συναντούμε σε ορισμένες δομές της παθητικής φωνής, στις οποίες είναι δυνατός ο σχηματισμός και δίχως παρουσία πλεοναστικού στοιχείου. Η μελέτη αυτών των γνωρισμάτων και η αλληλεπίδρασή τους με τις αρχές και τους περιορισμούς της Θεωρίας ΚΑΔ οδήγησε σε αντικρουόμενες απόψεις σχετικά με την κατάταξη της γερμανικής γλώσσας ως προς το ερώτημα της διαγραμματικότητας. 1 Ειδικότερα για τη Γερμανική, αφενός η υπόθεση για την έλλειψη ασυμμετρίας μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου και αφετέρου η ελευθερία των όρων εντός της ΡΦ οδήγησαν το κέντρο της έρευνας στο ερώτημα σχετικά με την ύπαρξη μεγίστης προβολής της ΡΦ. Μολονότι βάσει της Θεωρίας το υποκείμενο βρίσκεται εκτός ΡΦ (στη Φράση Κλίσης), η ΡΦ δηλαδή χωρίζει το υποκείμενο από το αντικείμενο, η ύπαρξή της αμφισβητείται στη Γερμανική (3, 4). (3) α. Der Schüler hat den Lehrer gefragt. β. Den Lehrer hat der Schüler gefragt. (4) α...., dass der Schüler dem Lehrer das Buch gegeben hat. β...., dass dem Lehrer das Buch der Schüler gegeben hat. γ...., dass das Buch dem Lehrer der Schüler gegeben hat. Στα ανωτέρω παραδείγματα αποτυπώνεται τόσο η έλλειψη συμμετρίας υποκειμένου αντικειμένου σε κύριες προτάσεις (3), όπου είναι εξίσου δυνατή η πρόταξη του 1 Για την υπόθεση ότι η γερμανική γλώσσα δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια της μη διαγραμματικότητας βλ. Webelhuth (1984/85) και Fanselow (1987), ο οποίος στο βιβλίο του Konfigurationalität. Untersuchungen zur Universalgrammatik am Beispiel des Deutschen εξετάζει διεξοδικά την περίπτωση της Γερμανικής. 4
υποκειμένου και του αντικειμένου, όσο και η ελεύθερη διάταξη στις δευτερεύουσες (4), όπου είναι δυνατή κάθε διάταξη των συστατικών, Υ, ΑΑ και ΕΑ. Έτσι, υπάρχουν μελετητές οι οποίοι έχουν υποστηρίξει ότι η Γερμανική ανήκει στις μη διαγραμματικές γλώσσες, αμφισβητώντας την ύπαρξη ΡΦ και μελετητές που έχουν υποστηρίξει τη διαγραμματικότητα και ως εκ τούτου τη διάρθρωση της ΡΦ σύμφωνα με το σχήμα του Χ-τονούμενου. 2 Επειδή στην παρούσα εργασία δεν είναι εφικτό να αναφερθούμε σε όλα τα επιχειρήματα, θα περιοριστούμε σε ένα παράδειγμα που αποτυπώνει τον προβληματισμό και αφορά στη σειρά των όρων συγκεκριμένα στις δομές πρόταξης συστατικών που στη βιβλιογραφία αναφέρονται ως δομές θεματοποίησης και στην ασυμμετρία μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου. Όπως αναφέραμε στο προηγούμενο κεφάλαιο της εργασίας (κεφ. 2.2.3), στη Γερμανική υπάρχει η δυνατότητα της κατάληψης του προσθίου πεδίου από τον απαρεμφατικό ρηματικό τύπο (5α), το ΑΑ με το απαρεμφατικό ρήμα (5β), το ΕΑ με το απαρεμφατικό ρήμα (5γ), το ΕΑ και ΑΑ με το απαρεμφατικό ρήμα (5δ), τα δύο αντικείμενα χωρίς το απαρεμφατικό ρήμα (5ε), όπως φαίνεται στο παράδειγμα το οποίο επαναλαμβάνεται εδώ ως (5): (5) α. Gezeigt hat Irene ihm den Stern. β. Den Stern gezeigt hat Irene ihm. γ. Ihm gezeigt hat Irene den Stern. δ. Ihm den Stern gezeigt hat Irene. ε. Ihm den Stern hat Irene gezeigt. Τα ανωτέρω παραδείγματα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει διαρθρωμένη ΡΦ, εφόσον τα στοιχεία της δεν συνιστούν ενιαίο συστατικό, και ως εκ τούτου δεν υπάρχει μεγίστη προβολή ΡΦ. Ωστόσο, το αντιγραμματικό παράδειγμα στο (6α) φανερώνει ότι δεν είναι δυνατή η πρόταξη / θεματοποίηση με οποιαδήποτε σειρά και επιπλέον το αντιγραμματικό παράδειγμα στο (6β) δηλώνει ότι το υποκείμενο (εξωτερικό όρισμα) βρίσκεται πραγματικά έξω από την προβολή που συνιστούν το 2 Ανάμεσα στους μελετητές που υποστηρίζουν την ύπαρξη ΡΦ ανήκουν οι Webelhuth (1984/85), Fanselow (1987) και Grewendorf (1988, κεφ. 13), ενώ επιχειρήματα κατά της ύπαρξής της βρίσκουμε στους Sternefeld (1982: στο Haider & Prinzhorn 1986), Haider (1983, 1985 και 1986α). 5
απαρεμφατικό ρήμα μαζί με τα αντικείμενα (εσωτερικά ορίσματα), εφόσον δεν μπορεί να υποστεί θεματοποίηση (πρόταξη) μαζί με το απαρεμφατικό ρήμα. (6) * α. Den Stern ihm hat Irene gezeigt. * β. Irene gezeigt hat ihm den Stern. Τα παραδείγματα αυτά ενισχύουν αφενός την υπόθεση σχετικά με την ύπαρξη ασυμμετρίας μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου στη γερμανική γλώσσα και αφετέρου δηλώνουν ότι η διάταξη των συστατικών δεν είναι απολύτως ελεύθερη, γεγονός το οποίο κατ επέκταση συνηγορεί υπέρ της ύπαρξης διαρθρωμένης ΡΦ. 3.1.2 Η Γερμανική ως γλώσσα με βασική σειρά Υ-Α-Ρ και το φαινόμενο Verb Second (Ρήμα στη δεύτερη θέση) Στην ενότητα αυτή θα αναφερθούμε σε ένα ακόμη βασικό γνώρισμα της γερμανικής γλώσσας που συνδέεται άμεσα με δύο χαρακτηριστικές ιδιότητές της: Η πρώτη αφορά στην κατάταξη της Γερμανικής στις γλώσσες που εμφανίζουν ως βασική τη σειρά Υ-Α-Ρ, όπου το ρήμα παράγεται στη βαθεία δομή στην τελευταία θέση της πρότασης (δομή της δευτερεύουσας πρότασης 3 ος τύπος). Η δεύτερη αφορά στην κατάταξή της στις γλώσσες που ονομάζονται verb second languages είναι δηλαδή γλώσσα στην οποία το παρεμφατικό ρήμα καταλαμβάνει υποχρεωτικά τη δεύτερη θέση σε συγκεκριμένες δομές (κύριες προτάσεις 1 ος τύπος) 3. Η τελευταία αυτή ιδιότητα μαρτυρείται σε διάφορες γερμανικές γλώσσες και αναφέρεται στη βιβλιογραφία ως Verb Second phenomenon (Ρ2). Αναφορικά με τη βασική σειρά των όρων της γερμανικής πρότασης, υπάρχουν μελέτες στο πλαίσιο της Γενετικής Γραμματικής πριν από τη διατύπωση της Θεωρίας ΚΑΔ (Chomsky 1981), οι οποίες υποστηρίζουν ότι βασική σειρά στη βαθεία δομή είναι η σειρά Υ-Α-Ρ. Ο Koster, ήδη το (1975), πρότεινε αυτή την ανάλυση 4, βασιζόμενος κυρίως σε δεδομένα που προέρχονται από τα λεγόμενα «χωριζόμενα» ρήματα (trennbare Verben) (7). 3 Σχετικά με τον 1 ο τύπο της γερμανικής πρότασης (Ρ2), βλ. κεφ. 2.1.1 της εργασίας. 4 Το άρθρο του Koster (1975) ανήκει στις πρώτες μελέτες στο πλαίσιο της Γενετικής Γραμματικής που αναλύουν κυρίως την Ολλανδική ως γλώσσα με βασική σειρά τη σειρά Υ-Α-Ρ. Η ανάλυσή του εφαρμόζεται, ωστόσο, και στη Γερμανική που παρουσιάζει την ίδια δομή με την Ολλανδική. Βλ. επίσης Thiersch (1978) για τη Γερμανική. Οι αναλύσεις αυτές και οι συνέπειές τους για την προτασική 6
(7) α...., dass Hans Maria sehr spät in der nacht anruft. β. Hans ruft Μaria sehr spät in der Nacht an. Περιορίζοντας τον αριθμό των μετασχηματισμών που απαιτούνται για την παραγωγή των ανωτέρω δομών, ο Koster προτείνει ως βασική τη σειρά Υ-Α-Ρ της δευτερεύουσας πρότασης 5 (7α), όπου το χωριζόμενο ρήμα, αποτελούμενο από πρόθημα+ρήμα, εμφανίζεται αδιάσπαστο στην τελευταία θέση της πρότασης. Η δομή στο (7β), κύρια πρόταση, παράγεται με τον μετασχηματισμό πρόταξης (Verb Placement = τοποθέτηση του ρήματος) του παρεμφατικού ρήματος, ενώ το πρόθημα, παραμένοντας στην τελευταία θέση, σηματοδοτεί την αρχική θέση του ρήματος στη βαθεία δομή. Η δομή της κύριας πρότασης Υ-Ρ-Α, που σχετίζεται με το φαινόμενο Ρ2 (Verb Second) της Γερμανικής και άλλων γλωσσών, έγινε αντικείμενο διεξοδικής μελέτης στο πλαίσιο της Γενετικής Γραμματικής 6 ήδη στην πρώιμη φάση της Θεωρίας ΚΑΔ (Chomsky 1981) πριν από την τελική διαμόρφωση της προτασικής δομής σύμφωνα με τη σύνταξη του Χ-τονούμενου (Chomsky 1986α και 1986β), έως ότου δηλαδή η υπόθεση περί μετακίνησης του συμπλέγματος [Ρ+Κλίση] στον ΣΔ ισχυροποιηθεί και υιοθετηθεί στους κόλπους των γλωσσολόγων (βλ. παρακάτω 3.2). Ο προβληματισμός γύρω από το φαινόμενο Ρ2 συνδέεται με διάφορα θεωρητικά προβλήματα που ανακύπτουν, από τα οποία θα θίξουμε επιγραμματικά τα κυριότερα ζητήματα που βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση και αφορούν τόσο στη διαφοροποίηση ή μη μεταξύ κύριων και δευτερευουσών προτάσεων όσο και στον καθορισμό της κατηγοριακής υφής του ΣΔ και της Κλίσης. Τα ζητήματα αυτά συνεξετάζονται, διότι εμπλέκονται και τα δύο στην ερμηνεία του φαινομένου και συντελούν από κοινού στην ανάπτυξη δύο γενικότερων τάσεων που αναπτύχθηκαν στη γλωσσολογική έρευνα. Η μια άποψη υποστηρίζει ότι τόσο οι κύριες όσο και οι δευτερεύουσες προτάσεις είναι ΦΣΔ και συνεπώς τάσσεται υπέρ μιας ενιαίας δομής δομή έχουν υιοθετηθεί από πλείστους γλωσσολόγους (βλ. ανάλυση παρακάτω στο κεφ. 3.2 και τις εκεί βιβλιογραφικές παραπομπές). 5 Η ανάλυση του έρχεται σε αντίθεση με εκείνη του Ross (1970), ο οποίος υποστήριζε ότι βασική είναι η σειρά Υ-Ρ-Α, δομή της κύριας πρότασης, ενώ η σειρά Υ-Α-Ρ της δευτερεύουσας παράγεται μέσω μετασχηματισμού. 6 Βλ. χαρακτηριστικά τις μελέτες στον συλλογικό τόμο των Haider & Prinzhorn (1986) Verb Second Phenomena in Germanic Languages, που αποτυπώνει τον προβληματισμό γύρω από το φαινόμενο για διάφορες γερμανικές γλώσσες και ειδικότερα το άρθρο του Haider (1986β, V-second in German) για την Γερμανική. 7
(Uniformitätsthese) για τα δύο είδη προτάσεων. Αντίθετα, η άλλη διαφοροποιεί τα δύο είδη προτάσεων και τάσσεται υπέρ της διαφοροποίησης των δομών (Differenzthese). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την πρώτη άποψη, η παραγωγή της δομής Υ-Ρ-Α από τη δομή Υ-Α-Ρ οδήγησε στην υπόθεση περί μετακίνησης της Κλίσης στον ΣΔ, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την υπόθεση σχετικά με την ύπαρξη ενιαίας δομής για τις κύριες και δευτερεύουσες προτάσεις και την ταύτιση των δύο δομών. Η θέση Ρ2 ταυτίζεται με τον ΣΔ, δηλαδή η Κλίση και ο ΣΔ ταυτίζονται / συμπίπτουν και αποτελούν μία κατηγορία 7. Αντίθετα, σύμφωνα με τη δεύτερη υπόθεση η θέση Ρ2 διαφοροποιείται από τον ΣΔ και συνεπώς η Κλίση και ο ΣΔ αποτελούν διαφορετικές κατηγορίες. 8 Οι δύο απόψεις παρουσιάζουν τόσο πλεονεκτήματα όσο και μειονεκτήματα: Η πρώτη υπόθεση περί ενιαίας δομής επιτυγχάνει να εξηγήσει τη συμπληρωματική κατανομή του συνδέσμου (ΣΔ) και του παρεμφατικού ρήματος (Κλίση), ενώ αποτυγχάνει να διαφοροποιήσει τις κύριες από τις δευτερεύουσες προτάσεις. Η δεύτερη υπόθεση κάνει ακριβώς το αντίθετο, διαφοροποιεί τις προτάσεις, ενώ δεν εξηγεί τη συμπληρωματική κατανομή και τη διαφορετική θέση του ρήματος σε κύριες και δευτερεύουσες προτάσεις. Ο ανωτέρω προβληματισμός σχετικά με την ενιαία δομή και τη σχέση ΣΔ και Κλίσης οδήγησε τους μελετητές στην προσπάθεια να ερμηνεύσουν την κατηγοριακή υφή του ΣΔ. Σε διάφορες μελέτες (βλ. μεταξύ άλλων Olsen 1985 και Haider 1986β) υποστηρίζεται ότι ο ΣΔ και η Κλίση ταυτίζονται, μοιράζονται ή έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Συγκεκριμένα, υποστηρίζεται ότι ο ΣΔ, οποίος στη δεδομένη φάση της Θεωρίας (Chomsky 1981) φέρει [+/-W]-χαρακτηριστικά 9, φέρει επιπλέον και χαρακτηριστικά Κλίσης (Χρόνου και Συμφωνίας). Ένα επιχείρημα που συνηγορεί υπέρ αυτής της άποψης είναι το γεγονός ότι στη Φλαμανδική αλλά και στη Βαυαρική ο ΣΔ φέρει στοιχεία Κλίσης, τα οποία συμφωνούν με το υποκείμενο της πρότασης και 7 Ανάλογα με την ανάλυση για τις γερμανικές γλώσσες υποστηρίζεται είτε ότι η εν λόγω κατηγορία είναι μια μεικτή κατηγορία του τύπου [ΣΔ/Κλίση], είτε ότι η Κλίση (δηλαδή το παρεμφατικό ρήμα) μετακινείται στον ΣΔ, είτε ότι ο ΣΔ είναι εφοδιασμένος με χαρακτηριστικά Κλίσης. 8 Για διεξοδική παρουσίαση των δύο υποθέσεων περί ενιαίας δομής (Uniformitätsthese) και περί διαφορετικών δομών (Differenzthese) βλ. Stechow & Sternefeld (1988: κεφ. 11 και ειδικότερα 11.7) και την εκεί αναφερόμενη βιβλιογραφία. Επίσης, βλ. Grewendorf (1988: κεφ. 11 και ειδικότερα 11.2) για την υπόθεση σχετικά με την ταύτιση της Κλίσης με τον ΣΔ και την εκεί διατυπωθείσα κριτική, καθώς τις βιβλιογραφικές παραπομπές. 9 Σύμφωνα με το Πρότυπο ΚΑΔ (Chomsky 1981), όταν ο ΣΔ φέρει το αφηρημένο χαρακτηριστικό [+W] παράγονται οι ερωτηματικές και οι αναφορικές προτάσεις, ενώ όταν φέρει το χαρακτηριστικό [- W] πραγματώνεται στον ΣΔ ένας σύνδεσμος. 8
τα μορφολογικά χαρακτηριστικά στο ρήμα, όπως δείχνουν τα ακόλουθα παραδείγματα (8) 10 : (8) α. Wenn-st du kumm-st. β. Wenn-ts es kemm-ts. γ. Weilste / obste / daßste endlich kommst. Ένας επιπλέον λόγος για τον οποίο προτείνεται η μετακίνηση της Κλίσης στον ΣΔ είναι κατά την Olsen (1985) η απόδοση της ονομαστικής πτώσης στο υποκείμενο. Δεχόμενοι ότι η Γερμανική είναι μια γλώσσα με σειρά Υ-Α-Ρ+Κλίση, με την Κλίση να πραγματώνεται στο τέλος της πρότασης, παρατηρούμε ότι η Κλίση δεν μπορεί να αποδώσει ονομαστική στο υποκείμενο-οφ, εφόσον παρεμβάλλεται η ΡΦ. Η μετακίνηση του Ρ+Κλίση στον ΣΔ δίνει τη δυνατότητα της γειτνίασης ΣΔ και υποκειμένου στη σειρά Ρ+Κλίση-Υ-Α, από όπου ο ΣΔ (Ρ+Κλίση) κυβερνά το υποκείμενο και αποδίδει ονομαστική πτώση. 11 Σε επόμενη φάση της Θεωρίας (Chomsky 1986α και 1986β), κατά την τελική διαμόρφωση της προτασικής δομής σύμφωνα με τη σύνταξη του Χ-τονούμενου (βλ. κεφ. 1.2.1.2), διατυπώθηκαν αναλύσεις οι οποίες αποσαφηνίζουν τις απόψεις για την κατηγοριακή υφή της Κλίσης και του ΣΔ. Αξίζει να αναφερθούμε στην ανάλυση της Travis (1984 και 1986) 12, η οποία υποστηρίζει ότι ο ΣΔ και η Κλίση συνιστούν καθολικά ξεχωριστές κεφαλές-κατηγορίες, οι οποίες προβάλλονται η καθεμιά στη δική της μεγίστη προβολή. Δέχεται επίσης την υπόθεση ότι η Γερμανική σε αντίθεση με άλλες γερμανικές γλώσσες είναι μια γλώσσα με σειρά Υ-Α-Ρ, αλλά προτείνει ως περιφερειακή κεφαλή στα δεξιά της φράσης μόνο την κεφαλή Ρ της ΡΦ (με σειρά Α-Ρ), ενώ αναφορικά με τη Φράση Κλίσης ισχυρίζεται ότι βρίσκεται κανονικά και καθολικά σε αρχική θέση (με σειρά Κλίση-ΡΦ). 10 Tα παραδείγματα αυτά χρησιμοποιούνται ευρέως στη βιβλιογραφία ως επιχείρημα της εμφάνισης κλιτικής μορφολογίας στον ΣΔ. Συγκεκριμένα τα (5α και 5β) βρίσκονται στον Grewendorf (1988: 217) και το (5γ) στον Haider (1986β: 69), οι οποίοι αναφέρονται μεταξύ άλλων στην Reis (1985). Βλ. επίσης και Haegeman (1994: 131). 11 Η υπόθεση αυτή έχει ωστόσο αμφισβητηθεί, εφόσον υποστηρίζεται ότι η ονομαστική στη γερμανική πρόταση μπορεί να αποδοθεί σε διάφορες θέσεις στην πρόταση (Βλ. Haider, 1985 και 1986β). 12 Στην εργασία αυτή χρησιμοποιούμε ένα άρθρο της Travis (1991), στο οποίο επεξεργάζεται και συνοψίζει βασικές θέσεις των αναλύσεων της (1984 και 1986). 9
Με την ανάλυση αυτή, εισάγοντας τον Περιορισμό της Μετακίνησης Κεφαλής (Head Movement Constraint) 13 (βλ. κεφ. 1.2.1.5) και χρησιμοποιώντας την Αρχή της Κενής Κατηγορίας (Empty Category Principle) 14 και για τις κεφαλές, εξηγεί τις μετακινήσεις του ρήματος από την κεφαλή Ρ στην κεφαλή της Κλίσης και από εκεί στον ΣΔ. Επιπλέον, διαφοροποιεί τις κύριες από τις δευτερεύουσες προτάσεις: Υποστηρίζει για τις κύριες (με σειρά Υ-Ρ-Α) ότι το Ρ μετακινείται έως την Κλίση (συνεπώς οι κύριες είναι ΦΚ), ενώ οι δευτερεύουσες είναι ΦΣΔ. Στις ερωτηματικές προτάσεις και σε όσες έχουν επίσης σειρά ΧΦ-Ρ-Υ-Α το Ρ μετακινείται μέσω της Κλίσης έως τον ΣΔ. Βεβαίως, για να ερμηνεύσει την παραμονή του παρεμφατικού ρήματος στη ΡΦ στις δευτερεύουσες προτάσεις υποθέτει μια παράμετρο κατά την οποία ο ΣΔ αναγνωρίζει και νομιμοποιεί συστατικά της Κλίσης. Σε αυτήν υπακούει η Γερμανική (και η Σουηδική), σε αντίθεση με άλλες γλώσσες (π.χ. η Αγγλική και η Ισλανδική). Η αποσαφήνιση της κατηγοριακής υφής της Κλίσης και του ΣΔ ως κεφαλών που προβάλλονται σε μέγιστες προβολές ΦΚ και ΦΣΔ αντίστοιχα, καθώς και η ανάλυση της Travis για το φαινόμενο Verb Second (Ρ2) των γερμανικών γλωσσών με βάση και επιπλέον κριτήρια, ανακίνησε το ζήτημα περί ύπαρξης ενιαίας ή μη δομής για τις κύριες και δευτερεύουσες προτάσεις και στην επόμενη φάση της Θεωρίας. Έτσι, υπάρχουν ορισμένοι μελετητές οι οποίοι τείνουν προς τη διαφοροποίηση της δομής ανάλογα με τον τύπο και το είδος της πρότασης 15 (οι κύριες προτάσεις θεωρούνται ΦΚ, ενώ οι δευτερεύουσες ΦΣΔ), ενώ άλλοι υποστηρίζουν την ΦΣΔ ως ενιαία δομή για όλους τους τύπους και τα είδη πρότασης 16, όπως θα αναπτύξουμε διεξοδικά αμέσως παρακάτω (3.2). 3.2 Προτασική δομή, βασική σειρά και μετακινήσεις: ανύψωση του ρήματος και δομές Ρ2 13 Περιορισμός της Μετακίνησης Κεφαλής: Μια κεφαλή Χ μπορεί μόνον να μετακινηθεί σε θέση κεφαλής Υ την οποία κυβερνά κανονικά Travis (1991). 14 Αρχή της Κενής Κατηγορίας: Οι κενές κατηγορίες πρέπει να αναγνωρίζονται. Η κενή κατηγορία αναγνωρίζεται όταν: α) κυβερνάται κανονικά και β) τα χαρακτηριστικά της μπορούν να ανακτηθούν Travis (1991). 15 Βλ. χαρακτηριστικά τα άρθρα στο συλλογικό τόμο Rosengren (ed.) (1992) και ειδικότερα το άρθρο των Brandt, Reis, Rosengren & Zimmermann (1992) στον ίδιο τόμο, όπου εκτός των συντακτικών κριτηρίων λαμβάνονται υπόψιν και πραγματολογικοί παράγοντες για τη διαφοροποίηση των δομών. 16 Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο των Schwartz & Vikner (1988-89), όπου ερευνώνται διάφορες γερμανικές γλώσσες μεταξύ των οποίων και η Γερμανική. 10
Στην ενότητα αυτή θα παρουσιαστεί η ανάλυση της γερμανικής πρότασης με βάση τη διαρθρωμένη προτασική δομή, η οποία συμβαδίζει με τη Θεωρία του Χ-τονούμενου, όπως προτείνεται στη φάση της εξέλιξης του Προτύπου ΚΑΔ (Chomsky 1986α και 1986β) και έχει τη μορφή (9): (9) [ΦΣΔ ΣΔ [ΦΚ Κ [ΡΦ Ρ ]]] Στη διαμόρφωση της δομής λαμβάνονται υπόψιν οι προαναφερθείσες βασικές θέσεις: Η Γερμανική ανήκει στις γλώσσες με βασική σειρά στη βαθεία δομή τη σειρά Υ-Α-Ρ, και οι δομές που ανταποκρίνονται στο φαινόμενο Verb Second (παρεμφατικό ρήμα στη δεύτερη θέση) καθώς και οι υπόλοιπες σειρές αποτελούν παραγόμενες δομές. Συγκεκριμένα, η δομή που έχει προταθεί για την γερμανική πρόταση και είναι η πλέον αποδεκτή έχει την ακόλουθη μορφή (10): (10) ΦΣΔ Χαρ. ΣΔ ΣΔ ΦΚ Χαρ. Κ ΡΦ Κ Χαρ. Ρ ΟΦ Ρ 11
Στη δομή (10) παρατηρούμε ότι η κεφαλή της ΡΦ (Ρ) και της ΦΚ (Κ) βρίσκονται στη δεξιά περιφέρεια της φράσης τους. Η ιδιαιτερότητα αυτή ερμηνεύεται ως παράμετρος που επιτρέπει στις κεφαλές να παράγονται είτε στην αριστερή είτε στην δεξιά περιφέρεια της φράσης (Stowell 1981). 17 Μια περαιτέρω υπόθεση που ισχύει και για τη γερμανική γλώσσα είναι ότι το ρήμα από την κεφαλή της ΡΦ μετακινείται στην κεφαλή της Κλίσης για να «συλλέξει» τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του Χρόνου και της Συμφωνίας (βλ. μεταξύ πολλών άλλων Grewendorf 1995: 1289 και 2002: 39). Το υποκείμενο της πρότασης παράγεται στην παρούσα φάση της Θεωρίας στον χαρακτηριστή της ΦΚ, όπου λαμβάνει ονομαστική πτώση από την κεφαλή Κλίση και συμφωνεί με το παρεμφατικό ρήμα σε πρόσωπο και αριθμό (βλ. Grewendorf, Hamm & Sternefeld 1987: 221 και Grewendorf 1988: 147-161). Ο χαρακτηριστής της ΡΦ είτε παραμένει κενός είτε παράγεται σε αυτόν ένα επίρρημα. Η ανωτέρω δομή (10) έχει υιοθετηθεί από τους περισσότερους μελετητές της γερμανικής γλώσσας και χρησιμοποιείται ευρέως στις αναλύσεις τους. 18 Με βάση αυτήν είναι δυνατόν να παραχθούν οι δευτερεύουσες / εξαρτημένες προτάσεις με διάταξη Υ-Α-Ρ (11α και β) με παρουσία συνδέσμου στην κεφαλή της ΦΣΔ, στις οποίες το παρεμφατικό ρήμα βρίσκεται στην τελευταία θέση, στην κεφαλή Κλίση. Σύμφωνα με τους Stechow & Sternefeld (1988, κεφ. 11) και Grewendorf, Hamm & Sternefeld (1987: 221-223) στο (8β) το βοηθητικό ρήμα (hat) παράγεται εντός της ΡΦ και μετακινείται στην Κλίση για να λάβει τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του Χρόνου και της Συμφωνίας, ενώ η μετοχή (geküsst) παραμένει ως απαρεμφατικός τύπος στη ΡΦ. 19 (11) α., dass Hans Maria gestern küsste. β., dass Hans Maria gestern geküsst hat. 17 Για τη δυνατότητα της κεφαλής ως περιφερειακού στοιχείου βλ. Grewendorf, Hamm & Sternefeld (1987: 211, 222) και Grewendorf (1992: 26 κ.εξ.), Travis (1991). 18 Βλέπε μεταξύ πολλών άλλων Grewendorf, Hamm & Sternefeld (1987, κεφ. 7), Fanselow & Felix (1987: 139-156), Stechow & Sternefeld (1988, κεφ. 11), Grewendorf (1988, κεφ. 7), Haegeman (1991: 517-537), Grewendorf (1995: 1288-89), Grewendorf (2002), Ramers (2000: κεφ. 3), Vater (1994: κεφ. 4). 19 Σε νεότερες αναλύσεις Pollock (1989) προτείνεται η παραγωγή των βοηθητικών ρημάτων στην κεφαλή Κλίση. 12
Υιοθετώντας αυτή τη δομή (Υ-Α-Ρ) ως τη βαθεία δομή της γερμανικής πρότασης, πρέπει να δεχθούμε ότι η σειρά Ρ-Υ-Α, που είναι αντιπροσωπευτική για τις προτάσεις προστακτικής αλλά και τις ευθείες ερωτήσεις (12), και η σειρά Υ-Ρ-Α (13α) ή η σειρά ΧΦ-Ρ-Υ-Α (13β) αποτελούν παραγόμενες δομές. (12) Hat Hans Maria gestern geküsst? (13) α. Hans hat Maria gestern geküsst. β. Gestern hat Hans Maria geküsst. Η παραγωγή των ανωτέρω δομών προϋποθέτει μετακινήσεις που υπακούουν στον κανόνα «μετακίνηση α» (move α). Πρόκειται για την ανύψωση του ρήματος (μετακίνηση κεφαλής) σε αρχική θέση της πρότασης και τη μετακίνηση φράσης σε θέση χαρακτηριστή πριν από το παρεμφατικό ρήμα (βλ. κεφ. 1.2.1.5). Συγκεκριμένα, για την παραγωγή της δομής Ρ-Υ-Α (12), με υποχρεωτική απουσία ΣΔ, είναι απαραίτητη η ανύψωση του ρήματος από την κεφαλή Ρ μέσω της κεφαλής Κ στην κεφαλή της ΦΣΔ, η οποία είναι κενή. Το ρήμα από την κεφαλή Ρ, όπου βρίσκεται αρχικά και έχει τη μορφή άκλιτου τύπου (θέμα ρήματος), μετακινείται στην κεφαλή Κλίση, όπου λαμβάνει τα χαρακτηριστικά Κλίσης (Χρόνου και Συμφωνίας αριθμού/προσώπου) και παίρνει τη μορφή παρεμφατικού ρήματος [Ρήμα+Κλίση]. Πρόκειται για τον κανόνα προσάρτησης (Adjunction) κεφαλής σε κεφαλή (βλ. Grewendorf 1988: 233-234). Στη συνέχεια το παρεμφατικό ρήμα μετακινείται στον ΣΔ. Η μετακίνηση αυτή είναι γνωστή ως πρόταξη του παρεμφατικού ρήματος (Voranstellung des Finitums) ή ως στρατηγική (Verb-Zweit- Strategie) κατά την οποία το παρεμφατικό ρήμα μετακινείται στη δεύτερη θέση της πρότασης (ΣΔ) 20, ενώ την πρώτη θέση αποτελεί ο χαρακτηριστής της ΦΣΔ. Η παραγωγή των σειρών Υ-Ρ-Α (13α) και ΧΦ-Ρ-Υ-Α (13β), οι οποίες αφορούν στις κύριες δηλωτικές προτάσεις, προϋποθέτει την κατάληψη της μίας και μοναδικής προβλεπόμενης θέσης πριν από το παρεμφατικό ρήμα από μία φράση (βλ. κεφ. 2.1.1 και 2.2). Συνεπώς, είναι υποχρεωτική η επιπλέον μετακίνηση μίας φράσης στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ. Η μετακίνηση αυτή αφορά στη μετακίνηση φράσης σε 20 Βλέπε μεταξύ πολλών άλλων Grewendorf, Hamm & Sternefeld (1987: 217-223), Fanselow & Felix (1987: 139-156) Stechow & Sternefeld (1988: κεφ. 11), Grewendorf (1988: 61-67), Grewendorf (1995: 1288-89), Ramers (2000: κεφ. 3), Vater (1994: κεφ. 4), Grewendorf (2002: κεφ. 2.1). 13
θέση που μπορεί να φιλοξενήσει φραστική κατηγορία (δηλ. χαρακτηριστή). Συγκεκριμένα υφίστανται δύο δυνατότητες: α) Στη μια περίπτωση μπορεί να μετακινηθεί το υποκείμενο από τον χαρακτηριστή της ΦΚ, στον οποίο παράγεται, στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ με αποτέλεσμα τη σειρά Υ-Ρ-Α (13α). β) Σε διαφορετική περίπτωση, αν δεν μετακινηθεί το υποκείμενο, είναι υποχρεωτική η μετακίνηση άλλης φράσης από τη ΡΦ (εδώ χρονικού επιρρήματος) στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ με αποτέλεσμα τη σειρά ΧΦ-Ρ-Υ-Α (13β). Η υποχρεωτική αυτή μετακίνηση φράσης στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ ονομάζεται στη σχετική βιβλιογραφία θεματοποίηση (Topikalisierung). 21 Ο χαρακτηριστής της ΦΣΔ αναλύεται στις σχετικές μελέτες ως θέση Θεματοποίησης (TOP(ikalisierungs)-Position) 22. Απόρροια της ανωτέρω μετακίνησης είναι η υπόθεση ότι ο χαρακτηριστής της ΦΣΔ στη γερμανική γλώσσα, εκτός από την ιδιότητά του να φιλοξενεί τις ερωτηματικές φράσεις (wh-phrases) και τις αναφορικές αντωνυμίες κατόπιν μετακίνησής τους στη θέση αυτή όπως αναλύονται βάσει της Θεωρίας προβλέπεται και για θεματοποιημένες φράσεις. Όπως και με τη μετακίνηση των ερωτηματικών και αναφορικών στοιχείων, έτσι και στην περίπτωση της θεματοποίησης η εν λόγω θέση αποτελεί Α -θέση, θέση μηορίσματος (non argument) και συνεπώς πρόκειται για Α -μετακίνηση (A-barmovement), (βλ. κεφ. 1.2.1.5). Η φράση δηλαδή παράγεται στην αρχική της θέση όπου στην περίπτωση ενός ορίσματος (π.χ. του υποκειμένου) λαμβάνει θεματικό ρόλο και πτώση από όπου κατόπιν μετακινείται στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ. Στο σημείο αυτό κρίνεται απαραίτητο να παραθέσουμε εμπειρικές αποδείξεις σχετικά με τις ανωτέρω μετακινήσεις. Όσον αφορά τη μετακίνηση του ρήματος (Ρ Κ ΣΔ), θα πρέπει να σημειώσουμε ότι μόνον το παρεμφατικό ρήμα μετακινείται, ενώ απαρεμφατικοί ρηματικοί τύποι (απαρέμφατο και μετοχή) παραμένουν στην αρχική τους θέση εντός της ΡΦ (14α). Η μετακίνηση των απαρεμφατικών ρηματικών τύπων οδηγεί σε αντιγραμματικότητα (14β). 23 (14) α. Hans hat Maria geküsst. * β. Hans hat geküsst Maria. 21 Βλ. Fanselow & Felix (1987: 31 και 147 κ.εξ.), Grewendorf (1988: 61-67 και κεφ. 11), Stechow & Sternefeld (1988: 98 και κεφ. 11), Ramers (2000: κεφ. 3), Vater (1994: κεφ. 4). 22 Οι Fanselow & Felix (1987: 31 και 147 κ.εξ.) υποστηρίζουν, ωστόσο, ότι τη θέση αυτή καταλαμβάνουν στοιχεία που δέχονται (εμφατικό) επιτονισμό, βλ. σχετικά παρακάτω. 23 Πρβλ. Fanselow & Felix (1987: 150-152). 14
Επίσης, όπως προαναφέρθηκε στο κεφ. 3.1.2, τη μετακίνηση του παρεμφατικού ρήματος στο ΣΔ ενισχύει και το γεγονός ότι στην περίπτωση των λεγόμενων «χωριζόμενων» ρημάτων της γερμανικής γλώσσας, που αποτελούνται από ένα κύριο ρήμα συνδυαζόμενο με ένα πρόθημα (π.χ. μόριο) [πρόθημα+ρήμα] (15α), μόνον το κύριο ρήμα που φέρει τα χαρακτηριστικά της παρεμφατικότητας μετακινείται, ενώ το πρόθημα-μόριο παραμένει υποχρεωτικά στο τέλος της πρότασης (15β) 24 σε διαφορετική περίπτωση έχουμε αντιγραμματικότητα (15γ) 25 : (15) α., dass Hans Maria anrief. β. Hans rief Maria an. * γ. Hans anrief Maria. Τα δύο αυτά παραδείγματα της γερμανικής (14α) και (15β) είναι αντιπροσωπευτικά για τη δημιουργία ασυνεχών στοιχείων (diskontinuerliche Elemente) και ερμηνεύονται στη Θεωρία βάσει της μετακίνησης μόνον του παρεμφατικού ρήματος στον ΣΔ. Την υποχρεωτική μετακίνηση του ρήματος από την Κλίση στον ΣΔ αποδεικνύει, εξάλλου, και η συμπληρωματική κατανομή συνδέσμου και παρεμφατικού ρήματος. Έτσι, σε δευτερεύουσες προτάσεις, με παρουσία συνδέσμου, το παρεμφατικό ρήμα δεν μπορεί να μετακινηθεί στον ΣΔ (16α). Μάλιστα, με παρουσία συνδέσμου το παρεμφατικό ρήμα δεν μπορεί να μετακινηθεί καθόλου (16β) 26. Αυτό δηλώνει ότι: α) η παρουσία συνδέσμου στον ΣΔ εμποδίζει τη μετακίνηση και β) ο σύνδεσμος στις δευτερεύουσες και το ρήμα στις σειρές Ρ-Υ-Α και Υ-Ρ-Α καταλαμβάνουν την ίδια θέση. Επίσης, στη γερμανική γλώσσα είναι δυνατός ο σχηματισμός συμπληρωματικής πρότασης κυρίως ως συμπληρώματος δοξαστικών / γνωστικών / λεκτικών ρημάτων δίχως υποχρεωτική παρουσία συνδέσμου. Στην περίπτωση αυτή παρατηρούμε και πάλι την υποχρεωτική μετακίνηση του ρήματος με επιπλέον υποχρεωτική μετακίνηση μιας φράσης (εδώ του υποκειμένου) στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ (17). 24 Στο κεφ. 2.1.1 της εργασίας αναφέραμε ότι τα προθήματα αυτά αποτελούν μέρος του λεξικού κατηγορήματος και συνιστούν το δεξιό μέρος του ρηματικού πλαισίου. 25 Βλ. Koster (1975) και Haegeman (1991: 532-534). 26 Βλ. Fanselow & Felix (1987: 151). 15
(16) * α. Ich weiß, dass küsste Hans Maria. * β. Ich weiß, dass Hans küsste Maria. (17) Er sagt, Hans küsste Maria. Αναφορικά με τη μετακίνηση φράσης στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτή ισχυροποιείται, εφόσον η θέση που φιλοξενεί το μετακινούμενο στοιχείο είναι μία και μοναδική, όπως προβλέπει η προτασική δομή (ΦΣΔ-ΦΚ-ΡΦ) (18α και β). Η προσπάθεια μετακίνησης πέραν της μίας φράσης οδηγεί σε αντιγραμματικότητα (18γ): (18) α. Hans hat Maria gestern geküsst. β. Gestern hat Hans Maria gestern geküsst. * γ. Hans gestern hat Maria geküsst. Επίσης, το γεγονός ότι η εν λόγω θέση είναι πράγματι ο χαρακτηριστής της ΦΣΔ και όχι κάποια άλλη θέση ενισχύεται από τη μετακίνηση της ερωτηματικής φράσης (19α). Αυτό αποδεικνύεται από το αντιγραμματικό παράδειγμα (19β), όπου τόσο η ερωτηματική φράση όσο και το υποκείμενο καταλαμβάνουν την ίδια θέση (χαρακτηριστή της ΦΣΔ). (19) α. Wen hat Hans gestern geküsst? * β. Wann Hans hat Maria geküsst? Σχετικά με τον χαρακτηριστή της ΦΣΔ πρέπει να σχολιάσουμε το εξής: Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η θέση αυτή είναι δυνατόν να φιλοξενήσει το υποκείμενο της πρότασης, το οποίο παράγεται στον χαρακτηριστή της ΦΚ, αποδίδοντας τη σειρά Υ- Ρ-Α, καθώς και μια άλλη φράση ΧΦ (π.χ. επιρρηματικό προσδιορισμό) αποδίδοντας τη σειρά ΧΦ-Ρ-Υ-Α. Το γεγονός αυτό δηλώνει ότι το υποκείμενο στη σειρά Υ-Ρ-Α δεν βρίσκεται στη βασική του θέση, εφόσον, αν μετακινηθεί άλλη φράση στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ, το υποκείμενο παραμένει στη θέση του μετά το παρεμφατικό ρήμα που μετακινείται στον ΣΔ (18α και β). Η υπόθεση ότι το υποκείμενο στη σειρά Υ-Ρ-Α δεν βρίσκεται στη βασική του θέση, αλλά στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ, ενισχύεται από τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται τα συστατικά στον 16
χαρακτηριστή της ΦΣΔ και της ΦΚ. Συγκεκριμένα, σε παραδείγματα από την καθομιλουμένη Γερμανική, ενώ το υποκείμενο σε μεταρηματική θέση (δηλαδή στη ΦΚ) δεν μπορεί παραλειφθεί (20), φαίνεται ότι μπορεί να παραλειφθεί σε προρρηματική αρχική θέση (δηλαδή στη ΦΣΔ) (21β), όπως άλλωστε και άλλα συστατικά (21γ): 27 (20) α. Das hab ich doch gesagt. * β. Das hab _ doch gesagt. (21) α. Ich hab das schon erledigt. β. _ Hab das schon erledigt. γ. _ Hab ich schon erledigt. Ένα ακόμη σημείο που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής είναι ο χαρακτηρισμός του χαρακτηριστή της ΦΣΔ ως θέση Θέματος / Θεματοποίησης (Topic). Στο μεγαλύτερο μέρος των περιγραφικών γραμματικών οι σειρές Υ-Ρ-Α και ΧΦ(Επιρ)-Ρ-Υ-Α έχουν χαρακτηριστεί ως ουδέτερες μη χαρακτηρισμένες ως προς τη βασική σειρά και την πληροφοριακή τους αξία (βλ. κεφ. 2.2.1). Το γεγονός ότι στη σειρά Υ-Ρ-Α το υποκείμενο χαρακτηρίζεται ως θεματοποιημένο στοιχείο οδηγεί στο χαρακτηρισμό του χαρακτηριστή της ΦΣΔ ως θέσης Θέματος / Θεματοποίησης. Παράλληλα, όμως, έχουμε υποστηρίξει ότι ο χαρακτηριστής της ΦΣΔ μπορεί να φιλοξενήσει, εκτός από τo θεματοποιημένo υποκείμενο, και έναν επιρρηματικό προσδιορισμό, ο οποίος επικοινωνιακά δεν ερμηνεύεται κατ ανάγκη ως θεματοποιημένο συστατικό. Περαιτέρω, στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ μετακινούνται τόσο ένα αναφορικό στοιχείο (στις αναφορικές προτάσεις) όσο και ένα ερωτηματικό στοιχείο, το οποίο όχι μόνον δεν χαρακτηρίζεται ως θεματοποιημένο αλλά είναι δηλωτικό έμφασης. 28 Η μετακίνηση φράσης στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ δεν περιορίζεται όμως στις ανωτέρω φράσεις. Η δυνατότητα οποιουδήποτε συστατικού να καταλάβει τον χαρακτηριστή της ΦΣΔ 29 καθιστά την εν λόγω θέση σχεδόν «ελεύθερη» ως προς τα 27 Βλ. Fanselow & Felix (1987: 152). 28 Βλ. Grewendorf (1995: 1294-99) σχετικά με την κατάληψη του χαρακτηριστή της ΦΣΔ από θεματοποιημένες φράσεις καθώς και τις ομοιότητες που παρουσιάζει η θεματοποίηση και η μετακίνηση ερωτηματικού στοιχείου. 29 Για τη δυνατότητα οποιουδήποτε συστατικού να καταλάβει τη θέση του χαρακτηριστή της ΦΣΔ, βλ. μεταξύ άλλων Fanselow & Felix (1987: κεφ. 3.2), Grewendorf, Hamm & Sternefeld (1987: 217-223). 17
στοιχεία που μπορεί να φιλοξενήσει. Η ελεύθερη επιλογή της φράσης που θα μετακινηθεί στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ επιβεβαιώνεται και από τη δυνατότητα της παραγωγής της σειράς Α-Ρ-Υ. Αυτή αναλύεται επίσης ως μετακίνηση του αντικειμένου από τη βασική του θέση εντός της ΡΦ στη βαθεία δομή (θέση ορίσματος), όπου λαμβάνει θεματικό ρόλο και πτώση, στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ μέσω Α -μετακίνησης. Ως αντικείμενο νοείται εδώ τόσο το ΑΑ (22α) όσο και το ΕΑ (22β), όπου μόνον μία από τις δύο φράσεις μπορεί να υποστεί μετακίνηση. (22) α. Das Buch (ΑΑ) hat Hans dem Lehrer gegeben. β. Dem Lehrer (ΕΑ) hat Hans das Buch gegeben. Ωστόσο, όπως παρουσιάστηκε στο κεφ. 2.2.3 της εργασίας, η σειρά Α-Ρ-Υ δεν θεωρείται ούτε βασική σειρά ούτε συγκαταλέγεται στις ουδέτερες, μη χαρακτηρισμένες. Αντίθετα, χαρακτηρίζεται ως εμφατική δομή ή πρόταση με ιδιαίτερο επιτονισμό στο αντικείμενο, το οποίο προτασσόμενο συνιστά εστιακό στοιχείο. Επομένως, μολονότι η συγκεκριμένη ανάλυση, μέσω της μετακίνησης φράσης στη θέση του χαρακτηριστή της ΦΣΔ, φέρει το πλεονέκτημα της ερμηνείας σχετικά με την ύπαρξη μίας και μοναδικής θέσης, υπεργενικεύει όμως αναφορικά με τον χαρακτηρισμό της ως θέσης Θέματος / Θεματοποίησης, εφόσον μπορεί να φιλοξενήσει, εκτός των προαναφερθέντων, επιπλέον και εστιασμένα συστατικά. Με όλη την ανωτέρω ανάλυση ολοκληρώνουμε την εικόνα που συνθέτει το φαινόμενο που ονομάζουμε Verb Second (Ρ2), την υποχρεωτική δηλαδή εμφάνιση του ρήματος στη δεύτερη θέση της πρότασης, με παράλληλη παρουσία μίας οποιασδήποτε φράσης πριν από αυτό. Η διάταξη αυτή οφείλεται στη μετακίνηση του παρεμφατικού ρήματος από την Κλίση στον ΣΔ και μιας φράσης (ΧΦ) στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ. Το φαινόμενο αυτό για τη Γερμανική συνδυάζεται με την υπόθεση ότι η βασική προτασική δομή έχει τη διάταξη (Υ)-Α-Ρ, η οποία τη διαφοροποιεί από γλώσσες με βασική σειρά (Υ)-Ρ-Α ή Ρ-Υ-Α, στις οποίες δεν μαρτυρείται το φαινόμενο. 30 Βλ. επίσης κεφ. 2.2.2 και 2.2.3 της εργασίας για την κατάληψη του προσθίου πεδίου από οποιοδήποτε συστατικό καθώς και ορισμένους περιορισμούς. 30 Στην ομάδα των γλωσσών με βασική σειρά (Υ)-Α-Ρ στις οποίες μαρτυρείται το φαινόμενο Verb Second ανήκουν η Ολλανδική καθώς και πολλές από τις σκανδιναβικές γλώσσες, ενώ στην ομάδα των γλωσσών με σειρά (Υ)-Ρ-Α ανήκουν η Αγγλική καθώς και οι ρομανικές γλώσσες. 18
Σε διάφορες μελέτες στο πλαίσιο της Γενετικής Γραμματικής 31, όπως προκύπτει από την ανωτέρω ανάλυση, συναντούμε την προσπάθεια να ερμηνευτεί η προτασική δομή που παρουσιάζεται στις περιγραφικές γραμματικές και έχει οδηγήσει στη δημιουργία του τοπολογικού μοντέλου της πρότασης (κεφ. 2). Η προσαρμογή / ερμηνεία του ρηματικού-προτασικού πλαισίου και του συνεπαγόμενου τοπολογικού μοντέλου οδηγεί στην εξής κοινά αποδεκτή θέση: Η θέση του ΣΔ, η οποία φιλοξενεί συνδέσμους καθώς και το παρεμφατικό ρήμα κατόπιν μετακίνησής του, αντιστοιχεί στο αριστερό μέρος του ρηματικού πλαισίου. Το παρεμφατικό ρήμα στο τέλος της πρότασης στη δομή των δευτερευουσών προτάσεων, δηλαδή η κεφαλή Κλίσης (για το παρεμφατικό ρήμα) ή η κεφαλή Ρ (για τους απαρεμφατικούς ρηματικούς τύπους) αντιστοιχεί στο δεξιό μέρος του ρηματικού πλαισίου. Η θέση του χαρακτηριστή της ΦΣΔ, η οποία φιλοξενεί φράσεις από μετακίνηση (ερωτηματικές φράσεις, αναφορικές αντωνυμίες, θεματοποιημένες και εστιασμένες φράσεις) αντιστοιχεί στο πρόσθιο πεδίο. Όλες οι υπόλοιπες θέσεις της φραστικής δομής (ΦΚ και ΡΦ, εκτός των κεφαλών) αντιστοιχούν στο μεσαίο πεδίο πρόκειται για το πεδίο στο οποίο βρίσκονται στοιχεία που δεν έχουν υποστεί μετακίνηση ή εκτόπιση και τα οποία επίσης εμφανίζονται με ελεύθερη διάταξη. Τέλος, όλα τα συστατικά που εμφανίζονται μετά το δεξιό ρηματικό μέρος αντιστοιχούν στο οπίσθιο πεδίο πρόκειται δηλαδή για το πεδίο το οποίο καταλαμβάνεται από συστατικά που έχουν υποστεί εκτόπιση. Εκτοπισμένα συστατικά όμως συναντούμε, όπως έχουμε ήδη επισημάνει στο κεφ. 2.2.4 της εργασίας, και σε μία θέση που προηγείται του προσθίου πεδίου. Για τα εκτοπισμένα συστατικά και κυρίως για την αριστερή εκτόπιση, με την οποία παράγονται και άλλες δυνατές διατάξεις, καθώς και για την ελεύθερη σειρά στο μεσαίο πεδίο, η οποία συνιστά το φαινόμενο Scrambling (=Μετατόπιση), θα γίνει λόγος στις αμέσως επόμενες ενότητες (κεφ. 3.3 και 3.4 αντίστοιχα). 3.3 Δομές Εκτόπισης 31 Βλ. μεταξύ πολλών άλλων Grewendorf, Hamm & Sternefeld (1987: 213-223), Grewendorf (1988: κεφ. 4, 7 και 11), Grewendorf (1995: 1288-89), Ramers (2000: κεφ. 3), Vater (1994: κεφ. 4), Grewendorf (2002: κεφ. 2.1). 19
Στην ενότητα αυτή θα αναφερθούμε στις δομές εκτόπισης, τόσο στη δεξιά εκτόπιση (κατάληψη οπισθίου πεδίου) όσο και στην αριστερή εκτόπιση (κατάληψη θέσης πριν από το πρόσθιο πεδίο). Η πρώτη περίπτωση, η εκτόπιση των συστατικών στο οπίσθιο πεδίο, όπως είδαμε στα κεφάλαια 2.1.1.2 και 2.2.4 της εργασίας, αφορά σε: α) δευτερεύουσες (συμπληρωματικές και επιρρηματικές, αναφορικές προτάσεις, συγκριτικές δομές) και απαρεμφατικές προτάσεις, β) κυρίως ΠΦ (ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί και περιορισμένα ως ΠΦ-συμπληρώματα) 32, όπου η παρουσία επιρρηματικού ή εμπρόθετου αντωνυμικού τύπου εντός της πρότασης είτε είναι προαιρετική και δεν συνηθίζεται είτε είναι αντιγραμματική και γ) σε ΟΦ-ορίσματα, όπου η παρουσία αντωνυμικού τύπου εντός της πρότασης είναι υποχρεωτική. Όλες οι επιμέρους περιπτώσεις δεν είναι δυνατόν να εξεταστούν στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας, διότι εμπλέκονται διαφορετικές φραστικές κατηγορίες με διαφορετική λειτουργία και βαθμό εξάρτησης από την πρόταση και διαφορετική θέση στην οποία παράγονται ή μετακινούνται. Ως εκ τούτου τυγχάνουν διαφορετικής ανάλυσης στα πλαίσια διαφόρων μελετών. Εδώ θα περιοριστούμε στην παρουσίαση των ΠΦ με σκοπό την αντιδιαστολή με τις ΟΦ, αλλά κυρίως των ΟΦ-ορισμάτων, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο έρευνας της εργασίας. Αναφορικά με τις εκτοπισμένες ΠΦ στο οπίσθιο πεδίο, διακρίναμε δύο περιπτώσεις ανάλογα με τον βαθμό εξάρτησης του εκτοπισμένου συστατικού από κάποιο στοιχείο της πρότασης. Ειδικότερα, διακρίναμε ανάμεσα στα εκτοπισμένα συστατικά τα οποία αποτελούν ΠΦ-συμπληρώματα (π.χ. σε ρήμα ή επίθετο) (23α) και στις λεγόμενες συμπληρώσεις (ΠΦ-επιρρηματικοί προσδιορισμοί) (23β): (23) α. Keiner hat mehr gerechnet mit dieser Entwicklung. β. Hans hat Maria das Geschenk gegeben vor ihrem Geburtstag. Πολύ γενικά μπορούμε να διατυπώσουμε την άποψη (βλ. Ramers 2000: 74-75) ότι στις περιπτώσεις εκτόπισης ισχύει ότι ένα συστατικό μετακινείται από τη βασική του θέση (π.χ. από τη ΡΦ) σε θέση προσάρτησης δεξιά της ΦΚ ή της ΦΣΔ, εφόσον τα στοιχεία αυτά εμφανίζονται μετά το δεξιό ρηματικό μέρος. Τις αναλύσεις των ανωτέρω παραδειγμάτων (23) παραθέτουμε στο (24) με την ΠΦ-συμπλήρωμα 32 Στα κεφάλαια 2.1.1.2 και 2.2.4 της εργασίας αναφερθήκαμε επίσης και σε ΟΦ παραθέσεις ή επεξηγήσεις. 20
και στο (25) με την ΠΦ-επιρρηματικό προσδιορισμό. Οι ΠΦ παράγονται σύμφωνα με προτεινόμενες αναλύσεις σε θέση συμπληρώματος του ρήματος η μια και σε θέση προσαρτήματος στη ΡΦ η άλλη, η οποία συνιστά την πιο συνηθισμένη περίπτωση 33. Οι δομές με προσάρτηση δεξιά της ΦΚ έχουν ως εξής: (24) α. Keiner hat mehr gerechnet mit dieser Entwicklung. β. [ΦΣΔ Keiner j [ΣΔ hat i [ΦΚ [ΦΚ t j [K t i [ΡΦ mehr [Ρ t k [Ρ gerechnet]]]]]] mit dieser Entwicklung k ]] (25) α. Hans hat Maria das Geschenk gegeben vor ihrem Geburtstag. β. [ΦΣΔ Hans j [ΣΔ hat i [ΦΚ [ΦΚ t j [K t i [ΡΦ t k [ΡΦ Maria [Ρ das Geschenk [Ρ gegeben]]]]]]] vor ihrem Geburtstag k ]] Την υπόθεση ότι η ΠΦ προσαρτάται στη ΦΚ ή στη ΦΣΔ και όχι στη ΡΦ αποδεικνύει η αντιγραμματικότητα που φαίνεται στις δευτερεύουσες προτάσεις, στις οποίες το παρεμφατικό ρήμα παραμένει στην Κλίση (26) και (27): (26) α...., dass keiner mehr gerechnet hat mit dieser Entwicklung. * β...., dass keiner mehr gerechnet mit dieser Entwicklung hat. (27) α...., dass Hans Maria das Geschenk gegeben hat vor ihrem Geburtstag. * β...., dass Hans Maria das Geschenk gegeben vor ihrem Geburtstag hat. Παρατηρούμε ότι, ενώ στα παραδείγματα (26α) και (27α) η πρόταση είναι γραμματική, όταν η ΠΦ προσαρτάται στη ΦΚ, είναι αντιγραμματική στα (26β) και (27β), όπου έχει προσαρτηθεί στη ΡΦ, όπως δηλώνουν ο απαρεμφατικός και παρεμφατικός τύπος του ρήματος. 34 Αν υποθέσουμε, ωστόσο, ότι θα πρέπει να υπάρχει δομική διαφοροποίηση μεταξύ ΠΦ-συμπληρωμάτων και ΠΦ-επιρρηματικών προσδιορισμών, τότε ενδεχομένως θα έπρεπε να υποστηρίξουμε ότι τα μεν συμπληρώματα τα οποία 33 Βλ. Ramers (2000: 74-75) για ανάλογο παράδειγμα. 34 Για την ανάλυση αυτή βλ. και Haftka (1995: 846-867), η οποία όμως υποστηρίζει προσάρτηση στη ΡΦ, καθώς δεν αποδέχεται την ύπαρξη ΦΚ. Επίσης, οι Fanselow & Felix (1987: 153-155), ελέγχοντας την εκτόπιση αναφορικών προτάσεων στο οπίσθιο πεδίο, οι οποίες αναφέρονται στο αντικείμενο και στο υποκείμενο της πρότασης αντίστοιχα, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι πρώτες προσαρτώνται στη ΡΦ, ενώ οι δεύτερες στη ΦΚ. 21
ανήκουν στο πλαίσιο υποκατηγοριοποίησης του ρήματος παράγονται στη ΡΦ από όπου μετακινούνται και προσαρτώνται στη ΦΚ ή ΦΣΔ. Αντίθετα, οι επιρρηματικοί προσδιορισμοί μπορούν να παράγονται απ ευθείας σε θέση προσάρτησης στη ΦΚ ή ΦΣΔ. Με την ανάλυση αυτή θα μπορούσε να ερμηνευθεί η παρατήρηση (βλ. 2.1.1.4 και 2.2.4) ότι οι ΠΦ-συμπληρώματα ανήκουν ουσιαστικά στο μεσαίο πεδίο, από όπου και εκτοπίζονται, ενώ οι επιρρηματικοί προσδιορισμοί εκλαμβάνονται ως συμπληρώσεις. Επειδή στην παρούσα εργασία δεν εξετάζουμε τις ΠΦ αλλά τις ΟΦορίσματα, δεν θα εμβαθύνουμε περαιτέρω στο ζήτημα, αφήνοντας το ερώτημα ανοικτό για περαιτέρω έρευνα. Όσον αφορά τις ΟΦ-ορίσματα, διαπιστώσαμε (βλ. κεφ. 2.2.4) ότι αυτές δεν μπορούν να εκτοπιστούν στο οπίσθιο πεδίο, χωρίς την παρουσία αντωνυμικού τύπου εντός της πρότασης με τον οποίο συναναφέρονται (28): (28) * α. Jeden Tag ruft Maria an Hans/er. * β. Er ruft jeden Tag an Maria/sie/seine Freundin. * γ. Er hat das Buch gegeben Maria/ihr/seiner Freundin. Tα ανωτέρω αντιγραμματικά παραδείγματα φανερώνουν ότι κανένα από τα ορίσματα, υποκείμενο (28α), ΑΑ (28β) και ΕΑ (28γ) δεν μπορούν να υποστούν δεξιά εκτόπιση (το δεξιό μέρος του ρηματικού πλαισίου σηματοδοτείται από το μόριο και τη μετοχή αντίστοιχα). Γενικότερα υποστηρίζεται ότι δεν εκτοπίζονται ΟΦ στη Γερμανική. 35 Ωστόσο, η ύπαρξη αντωνυμικού τύπου στη βασική θέση παραγωγής του εκτοπισμένου συστατικού καθιστά τη δεξιά εκτόπιση δυνατή (29) (βλ. κεφ. 2.2.4). Κατά την δεξιά εκτόπιση είναι απαραίτητη η συμφωνία του εκτοπισμένου συστατικού με τον αντωνυμικό τύπο. (29) α. Gestern hat er/der mich angerufen, der Chef. β. Das hat Helga ihn/den nicht gefragt, den Lehrer. γ. Hans hat das Buch nicht ihr/der gegeben, der Lehrerin. 35 Ωστόσο, μπορεί να εκτοπιστεί μια μεγάλη σε έκταση ΟΦ, εδώ ΑΑ: Da hat sie schon gekauft [ein wunderbares Einfamilienhaus mit Garten auf dem Land]. O Ramers (2000: 75), αναφερόμενος στους Wöllstein-Leisten et al. 1997: 64), παραθέτει την περίπτωση εκτόπισης υποκειμένου: Dann ist da noch angekommen [ein gewisser Herr Meier als Vetreter einer namhaften Firma aus München]. Η εκτόπιση αυτή ονομάζεται Heavy NP-Shift. 22
Στις περιπτώσεις αυτές υποστηρίζουμε ότι το εκτοπισμένο συστατικό προσαρτάται στη ΦΚ ή ΦΣΔ, εφόσον και εδώ οι αντίστοιχες δευτερεύουσες προτάσεις με προσάρτηση στη ΡΦ, όπου το παρεμφατικό ρήμα παραμένει στην κεφαλή της Κλίσης, είναι αντιγραμματικές (30): (30) * α...., dass er gestern mich angerufen, der Chef hat. * β...., dass Helga ihn nicht gefragt, den Lehrer hat. * γ...., dass Hans das Buch ihr nicht gegeben, der Lehrerin hat. Αναφορικά με το ερώτημα αν οι ΟΦ μετακινούνται ή προσαρτώνται απ ευθείας, δηλαδή παράγονται, σε θέση προσάρτησης στη ΦΚ ή στη ΦΣΔ, υποστηρίζουμε την απ ευθείας παραγωγή σε θέση προσάρτησης, εφόσον η απόδοση θεματικού ρόλου και η απόδοση πτώσης ικανοποιούνται από τον αντωνυμικό τύπο στη ΦΚ για το υποκείμενο και στη ΡΦ για το ΑΑ και ΕΑ. Οι εκτοπισμένες ΟΦ γίνονται αντιληπτές ως συμπληρώσεις, επεξηγήσεις των αντωνυμικών τύπων, εφόσον οι αντωνυμικοί τύποι εντός της πρότασης, εκπληρώνοντας τις συντακτικές απαιτήσιες, λειτουργούν ήδη ως φορείς της πληροφορίας. Όπως αναφέρθηκε στο κεφ. 2.2.4 οι αντωνυμικοί τύποι μπορούν να εμφανιστούν και στο πρόσθιο πεδίο, γεγονός που σημαίνει ότι έχουν μετακινηθεί από τη βασική τους θέση ΦΚ για το υποκείμενο και ΡΦ για το ΑΑ και ΕΑ στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ, όπου λαμβάνουν μπορούν να λάβουν εμφατικό επιτονισμό. Στα ακόλουθα παραδείγματα (31) παραθέτουμε προτάσεις με τον αντωνυμικό τύπο (Υ, ΑΑ και ΕΑ αντίστοιχα) να έχει μετακινηθεί στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ. (31) α. Die hat ihnen ziemlich viel Ärger gemacht, die Nachbarin. β. Die haben wir nicht vergessen, die Paula. γ. Dem hat Hans nichts geschenkt, dem Vater. Η δεύτερη περίπτωση εκτοπισμένων συστατικών (βλ. κεφ. 2.2.4) αφορά σε ιδιαίτερες δομές της γερμανικής γλώσσας, καθώς επιβάλλεται η ύπαρξη μίας θέσης πριν από το πρόσθιο πεδίο (32). Πρόκειται για συστατικά συνήθως ΟΦ ή ΠΦ τα οποία επαναλαμβάνονται μέσω ενός αντωνυμικού τύπου συνήθως δεικτικής 23
αντωνυμίας που μπορεί να φέρει επιτονισμό, με τον οποίο συμφωνούν σε πτώση. 36 Παραθέτουμε εδώ χαρακτηριστικά παραδείγματα με εκτοπισμένα το υποκείμενο (32α), ΑΑ (32β) και το ΕΑ (32γ): (32) α. Der Lehrer, der (Υ) hat Hans niemals gefragt. β. Den Lehrer, den (AA) hat Hans niemals gefragt. γ. Dem Lehrer, dem (EA) hat Hans nie das Buch gegeben. Οι δομές αυτές αναλύονται ως δομές Αριστερής Εκτόπισης (Left Dislocation) 37, κατά τις οποίες το εκτοπισμένο συστατικό-οφ βρίσκεται σε θέση πάνω από τη ΦΣΔ και συγκεκριμένα ως προσάρτηση αριστερά της ΦΣΔ (33): (33) [ΦΣΔ [ΦΣΔ ΣΔ [ΦΚ...]]] Ο αντωνυμικός τύπος βρίσκεται στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ και έχει μετακινηθεί στη θέση αυτή από τη βασική του θέση μέσα στην πρόταση στο παράδειγμά μας (32) από τη ΦΚ το υποκείμενο και από τη ΡΦ το ΑΑ και ΕΑ. Στο γεγονός αυτό συνηγορεί η δυνατότητα παραμονής του αντωνυμικού τύπου στη βασική θέση παραγωγής του (34), με ταυτόχρονη μετακίνηση άλλης φράσης στον χαρακτηριστή της ΦΣΔ, όπως υπαγορεύει το φαινόμενο Ρ2 (κατάληψη προσθίου πεδίου). (34) α. Der Lehrer, niemals hat er/der (Υ) Hans gefragt. β. Den Lehrer, Hans hat ihn/den (AA) niemals gefragt. γ. Dem Lehrer, Hans hat ihm/dem (EA) nie das Buch gegeben. Περαιτέρω, υποστηρίζεται ότι το εκτοπισμένο συστατικό δεν μετακινείται, αλλά παράγεται στη θέση όπου εμφανίζεται εκτοπισμένο. Το εκτοπισμένο συστατικό και ο αντωνυμικός τύπος συναναφέρονται με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας αλυσίδας, η οποία συνδέει το εκτοπισμένο συστατικό στη θέση Αριστερής 36 Ο Haider (1990) αναφέρει μια σειρά από συστατικά τα οποία δεν μπορούν να εμφανιστούν σε θέση Αριστερής Εκτόπισης: λεξικά αναφορικά στοιχεία (αυτοπαθείς αντωνυμίες sich), ποσοδείκτες (jeder), αόριστες αντωνυμίες (einige), προτασικά επιρρήματα (vermutlich), άρνηση (nicht), ιδιωματικές εκφράσεις και συστατικά ΟΦ (π.χ. επίθετα). 37 Για την Αριστερή Εκτόπιση στη Γερμανική βλ. Fanselow & Felix (1987: 165-168), Stechow & Sternefeld (1988: 246, 387-388), Grewendorf (1995: 1293-1294), Haftka (1995: 846-867). 24