Σε κάθε γόνατο υπάρχουν δυο μηνίσκοι ένας έσω μηνίσκος κ ένας έξω μηνίσκος, σχηματίζοντας κ οι δυο μαζί το ( 8 ) αν τους κοιτάξουμε απο πάνω.
Καθένας από τους μηνίσκους βρίσκεται ανάμεσα σε έναν από τους δυο μηριαίους κονδύλους και σε ένα από τα δυο κνημιαία πέταλα Η παρουσία αυτών των ινοχόνδρινων είναι βασική για τη λειτουργία των γονάτων, γιατι επιτρέπουν καλύτερη εφαρμογή και συγχρόνως αποτρέπουν την άμεση τριβή των οστικών άκρων, Οποιαδήποτε βεβιασμένη κίνηση του γονάτου, καθώς και οι πτώσεις κ οι τραυματισμοί της περιοχής μπορεί να προκαλέσουν κακώσεις των μηνίσκων
Η τριβή είναι το αίτιο της φθοράς κάθε μέρους και μηχανικού κυρίως τμήματος μηχανής αλλά και μη. Ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό της παραγόμενης θερμότητας, προέρχεται από τις τριβές και αυτό σημαίνει ότι όσο και αν βελτιώσουμε το καύσιμο ή την μηχανή, δεν πρόκειται ποτέ να μην έχουμε απώλεια ενέργειας.
O τροχός είναι μια από τις σημαντικότερες και αρχαιότερες εφευρέσεις. Η αρχαιότερη χρήση τροχών είναι πιθανά αυτή των ομώνυμων συσκευών της αγγειοπλαστικής την 5η χιλιετία π.χ. στη Μεσοποταμία. Κάρα με τροχούς έχουν βρεθεί σε προϊστορικούς τάφους στην περιοχή του Καυκάσου οι οποίοι χρονολογούνται γύρω στο 3700 π.χ..
Σε εφαρμογές μεταφοράς ο τροχός επιτρέπει τη εκμηδένιση των τριβών, διευκολύνοντας έτσι τη μετακίνηση αντικειμένων μεγάλου βάρους. Ακριβέστερα, επιτρέπει τη μετατροπή των τριβών ολίσθησης σε τριβές κύλισης οι οποίες είναι πολύ μικρότερες.
Ο τροχός σε διάφορες μηχανικές εφαρμογές και μηχανήματα μπορεί να χρησιμοποιείται για τη μετατροπή περιστροφικής κίνησης σε γραμμική ή αντίστροφα. Για παράδειγμα, σε ένα αυτοκίνητο η παλινδρομική κίνηση του εμβόλου του κινητήρα μετατρέπεται σε περιστροφική κίνηση του στροφάλοφορου άξονα μέσω του διωστήρα (μπιέλα), περιστροφική κίνηση του διαφορικού η οποία τελικά μετατρέπεται σε γραμμική κίνηση ολόκληρου του οχήματος μέσω των τροχών.
Ο τροχός του αγγειοπλάστη περιστρεφόμενος γύρω από τον άξονα του χρησιμοποιείται για να προσδίδει και να διατηρεί σε περιστροφική κίνηση το προς επεξεργασία πήλινο αντικείμενο. Ένα ζευγάρι τροχών διαφορετικής διαμέτρου σε διάφορες μηχανικές εφαρμογές και μηχανήματα μπορεί να χρησιμοποιείται ως μειωτήρας ροπής. Γνωστό παράδειγμα είναι η μετάδοση κίνησης ή/και ισχύος μέσω ιμάντα. Επίσης γνωστό παράδειγμα είναι ο οδοντωτός τροχός (γρανάζι).
Η μελέτη της τριβής ξεκινά την εποχή της Αναγέννησης, γίνεται συστηματικότερη από πλευράς μεθοδολογίας και αξιοπιστίας την εποχή της Βιομηχανικής επανάστασης και έπεται της διατύπωσης των νόμων του Νεύτωνα. Οι καινούριες θεωρίες για την ξηρή τριβή (χωρίς λιπαντικά) προβλέπουν πολλούς μηχανισμούς που να την ερμηνεύουν
α. Ο κύριος μηχανισμός, με τον οποίο εξηγείται πάνω από το 90% της συνολικής δύναμης τριβής είναι αυτός των τοπικών συγκολλήσεων ανάμεσα στις προεξοχές των επιφανειών επαφής. Ο ίδιος μηχανισμός εξηγεί επίσης και την αναλογία της τριβής με την κάθετη δύναμη. Με τον ίδιο μηχανισμό εξηγείται και η ανεξαρτησία της τριβής από τη φαινομενική επιφάνεια επαφής.
ε. Ο πέμπτος μηχανισμός αφορά στην ηλεκτροστατική έλξη μεταξύ των επιφανειών. Ο μηχανισμός αυτός είναι σημαντικός για την ερμηνεία της συμπεριφοράς των ηλεκτρικών μονωτικών υλικών. Κατά κανόνα, για να ερμηνευτεί η προέλευση μιας συγκεκριμένης δύναμης τριβής, χρειάζονται οι περισσότεροι ή και όλοι οι προηγούμενοι μηχανισμοί, αν και σε διαφορετικό ποσοστό ο καθένας.
β. Άλλος μηχανισμός είναι αυτός του οργώματος και συμβαίνει μεταξύ υλικών διαφορετικής σκληρότητας. Η σκληρή επιφάνεια οργώνει τη μαλακή. γ. Ο τρίτος μηχανισμός εξαρτάται από τις συμπλοκές των επιφανειακών ανωμαλιών. Είναι αυτός που πρότειναν αρχικά ο Amontons και αργότερα ο Coulomb και ερμηνεύει τα υλικά με έντονες επιφανειακές ανωμαλίες. δ. Ο τέταρτος μηχανισμός είναι η ελαστική υστέρηση. Όταν υπάρχει ελαστική συμπίεση και μετά λασκάρισμα του υλικού, δεν επανακτάται όλη η ενέργεια που δόθηκε. Σημαντικό μέρος της τριβής των ελαστικών οφείλεται σε αυτήν.
Ένας τρόπος να μελετήσουμε πειραματικά τη τριβή είναι ο εξής: Έστω ένα ξύλινο παραλληλεπίπεδο βάρους Β πάνω σε μια οριζόντια επιφάνεια. Στο παραλληλεπίπεδο ασκούνται δύο δυνάμεις, το βάρος του Β και η κάθετη δύναμη Ν από το επίπεδο. Η συνισταμένη των δύο δυνάμεων είναι μηδέν και το σώμα ισορροπεί. Με το δυναμόμετρο Δ εφαρμόζουμε μια μικρή οριζόντια δύναμη F και παρατηρούμε ότι το σώμα παραμένει ακίνητο. Αυτό φανερώνει ότι εκτός από τη δύναμη F που ασκούμε μέσω του δυναμόμετρου, υπάρχει και κάποια άλλη οριζόντια δύναμη που είναι αντίθετη της δύναμης F. Τη δύναμη αυτή τη συμβολίζουμε με T και εμφανίζεται στις διαχωριστικές επιφάνειες των δύο σωμάτων τα οποία εφάπτονται (ξύλινο παραλληλεπίπεδο και τραπέζι) και λέγεται τριβή. Av αυξήσουμε προοδευτικά το μέτρο της δύναμης F παρατηρούμε ότι το σώμα πάλι δεν κινείται, γεγονός που δείχνει ότι και η τιμή της δύναμης T αυξάνεται. Επειδή το σώμα παραμένει ακίνητο η δύναμη T ονομάζεται στατική τριβή. Av εξακολουθήσουμε να αυξάνουμε την τιμή της δύναμης F που ασκούμε στο σώμα, μέσω του δυναμόμετρου, θα παρατηρήσουμε ότι σε κάποια στιγμή το σώμα θα αρχίσει να γλιστράει (ολισθαίνει) πάνω στο επίπεδο. H δύναμη της στατικής τριβής έχει πάρει τη μέγιστη τιμή και λέγεται οριακή τριβή (Τορ) To συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι η στατική τριβή δεν έχει σταθερή τιμή, αλλά η τιμή της αυξάνεται από μηδέν μέχρι μια μέγιστη τιμή την οριακή τριβή. Av σύρουμε το παραλληλεπίπεδο έτσι ώστε να γλιστράει με σταθερή ταχύτητα παρατηρούμε ότι η ένδειξη του δυναμόμετρου γίνεται ελαφρώς μικρότερη της προηγούμενης τιμής της. Κατά συνέπεια και η δύναμη της τριβής που αντιστέκεται στην κίνηση (ολίσθηση) και λέγεται τριβή ολίσθησης, πρέπει να είναι μικρότερη της οριακής τριβής