Κεραμική του Ρυθμού των Αιγάγρων

Σχετικά έγγραφα
Κεραμική του Ρυθμού Φικελλούρων

ΝΕΑ ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΡΤΩΝ. Σχεδιαστικά καρτών και κείμενα περιγραφής σχεδίων ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ. Master Card Classic Credit

Κλαζομενιακή Μελανόμορφη Κεραμική

Γεωμετρική Κεραμική στη Μ. Ασία

ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ

Κλαζομενιακές Σαρκοφάγοι

Η κεραμική τέχνη στην αρχαία Ελλάδα

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς

ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΑΝΑΤΟΛΙΖΟΥΣΑ ΠΕΡΙΟΔΟΣ = 7 οσ αι. π.χ.

[IA12] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β

IA 64: Αττικά μελανόμορφα αγγεία Ευρυδίκη Κεφαλίδου

Δημιουργική Εργασία στο μάθημα της Ιστορίας. Αγγελάτου Βάλια Αντωνίου Ορσαλία Γιαννούκου Κατερίνα

Νικόλαος Σπ. Καρατζάς

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

ΑΓΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΟΔΥΣΣΕΙΑ. ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΟΥ 3 ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ Α3

Τα παραδείγματα σφραγιδολίθων πριν την Υστεροκυπριακή περίοδο είναι περιορισμένα σε αριθμό και το δημοφιλές σχήμα είναι το ορθογώνιο πλακίδιο.

Για παραπομπή : Αγγεία του Κερτς

Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΕΡΑΜΕΙΚΗ

Ευρυδίκη Κεφαλίδου ΣΑ 26 ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΜΟΤΙΒΑ ΣΤΗΝ ΑΓΓΕΙΟΓΡΑΦΙΑ. Προδραματικά και παραδραματικά δρώμενα

1. Λίθινοι ναοί 2. Λίθινα αγάλματα σε φυσικό και υπερφυσικό μέγεθος

Πήλινα αγγεία το πιο συχνό εύρηµα

Λίγα λόγια για την αρχαία κεραμική. Ευρυδίκη Κεφαλίδου

διάστημα κατασκευής αυτών των αγγείων περιορίζεται σε δύο έως τρεις γενιές. Ως προς τη χρονολόγησή της βασιζόμαστε στα κεραμικά συνευρήματα που

Ευρυδίκη Κεφαλίδου ΣΑ ΘΕΑΤΙΚΑ ΜΟΤΙΒΑ ΣΤΘΝ ΑΓΓΕΙΟΓΑΦΙΑ. * Τραγωδία (1-8)

ΚΥΚΛΑΔΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Γεωμετρική Εποχή Πώς περνούμε τη μέρα μας;

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΕΥΓΕΝΙΑ ΒΟΓΙΑΤΖΑΚΗ


Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΙΑΚΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ

Η εξέλιξη της κεραμικής τέχνης στον ελλαδικό χώρο

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ. Δρ Δημήτρης Γ. Μυλωνάς

ΚΑΡΤΑ: α. Γιατί μετακινούνταν οι άνθρωποι της Κύπρου κατά την Αρχαϊκή Εποχή; Ποιοι μετακινούνταν; Πού μετακινούνταν; Πώς μετακινούνταν;

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Κοινόν Ιώνων - Πανιώνιον

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΥΛΙΚΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΘΕΣΗ. Ύψος: 20cm Διάμ. σώματος: 10,5cm. Πορσελάνη. αγγείο, τύπου «Τσαγερό», από λευκή πορσελάνη με. Χίου.

Το μουσείο της Ερέτριας. Τα εκθέματα στη δεύτερη αίθουσα του μουσείου. Αναστασία Αγιώτη Αναστασία Βογιατζή Ασημίνα Αγγελή Μαρία Γκεοργκίεβα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Εκπαιδευτικό πρόγραμμα: «Αγώνες: δράση και θέαμα»

Ευρυδίκη Κεφαλίδου Εαρινό εξάμηνο ΣΑ 84 - ΜΙΞΑΝΘΡΩΠΟΙ. Υποδείξεις για τρόπο αναγραφής της Βιβλιογραφίας (κατά είδη)

2 Τροχήλατοι αμφορίσκοι με οριζόντιες λαβές [1]

Η ΔΕΝΤΡΟΛΑΤΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΚΥΠΡΟ

Εργαστήρια: Απουλικό, Λευκανικό (Λουκανικό), Καμπανικό, της Ποσειδωνίας (Paestum) και Σικελικό

Εργασία Ιστορίας. Ελένη Ζέρβα

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ

Τσικολάτας Α. (2010) Αμφορείς. Αθήνα

Κατάλογος αγγείων κατά τάφο ΚΕΡΑΜΙΚΗ. αττική κύλικα ΘΕ 248. κορινθιακός αρύβαλλος ΘΕ 272. αττική κύλικα С ΘΕ 334 κορινθιακό εξάλειπτρο (ακατάγρ.

ΤΟ ΜΟΥΣΙΚΟ ΠΑΕΙ ΜΟΥΣΕΙΟ! Η Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΤΟΥ Μ.Σ.Θ.

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τετάρτη, 05 Νοέμβριος :47 - Τελευταία Ενημέρωση Σάββατο, 21 Μάρτιος :16

Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία

Κατάλογος Εικόνων Π12993 Π12995

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Το ανάκτορο της Ζάκρου

Έφεσος (Αρχαιότητα), Ψηφιδωτά

Βασικές τεχνικές γυάλινων αγγείων: Η τεχνική του πυρήνα και του φυσητού γυαλιού

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ

Η Ελληνιστική Κεραμική

Σο ναυάγιο των Αντικυθήρων. Γωγώ Κουλούρη

ΚΕΡΑΜΕΙΚΟΣ. Μετά τα Μηδικά κατακευάστηκε το 478 π.χ το Θεμιστόκλειο τείχος που χώρισε την κατοικημένη περιοχή από το νεκροταφείο.

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ

Εξαφάνιση γραφής, τεκτονικής/οικοδοµίας, επεξεργασίας λίθου και γλυπτικής

Γεωμετρική-Αρχαϊκή τέχνη. Ανδρουλάκη Ειρήνη Καθηγήτρια εικαστικός, MA art in education

ΙΑ 113: Αττική ερυθρόμορφη αγγειογραφία της κλασικής εποχής

Πανεπιστήμιο Κρήτης Φιλοσοφική Σχολή Τμήμα Ιστορίας & Αρχαιολογίας. Περιγραφή Μαθημάτων Χειμερινού εξαμήνου

Τα νομίσματα του Μαρίου στην κλασική εποχή

Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Οι απεικονίσεις των Κρητών (Keftiw) στους τάφους Αιγυπτίων αξιωματούχων και οι σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου και Κρήτης κατά τη Νεοανακτορική περίοδο

Ελληνική μνημειακή ζωγραφική. Δ. Πλάντζος

Ο ι ανάγλυφοι πίθοι1, μια κατηγορία κεραμικής στην οποία αποτυπώνεται με δύναμη εκφραστική

Επιμέλεια Ευρυδίκη Κεφαλίδου Δέσποινα Τσιαφάκη. Κεραμέως παῖδες. Αντίδωρο στον Καθηγητή Μιχάλη Τιβέριο από τους μαθητές του

Εκπαιδευτικό πρόγραμμα: «Στον κήπο με τα ζώα του Μουσείου»

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Μόδα και ενδυμασία από τους προϊστορικούς μέχρι τους νεότερους χρόνους.

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό

ΤΟ ΠΑΛΑΜΑΡΙ ΤΗΣ ΣΚΥΡΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή Iστορική αναδρομή Περιγραφή του χώρου Επίλογος Βιβλιογραφία 10

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Πέμπτη, 06 Νοέμβριος :41 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 06 Νοέμβριος :24

ΙΔΡΥΜΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ & ΝΤΟΛΛΗΣ ΓΟΥΛΑΝΔΡΗ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας

Διατροφικές συνήθειες στον αρχαίο πολιτισμό της Ελλάδας

ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Κείμενο Εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού στο Πελέντρι. Ελληνικά

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα - Νεότερη και Τελική Νεολιθική (5300 π.χ π.χ.)

Οικισμός αρχαιότερης και μέσης νεολιθικής στα Ρεβένια Κορινού. Πρώτα αποτελέσματα της μελέτης της κεραμικής.

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΣΙΝΔΟΣ. en Macédoine, ,BSA 23, , σελ και ΕΑΑ, Suppl., Sindos.

Ο Οικισμός Σκάρκος της Ίου

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ. Πηγή Σκαρίφηµα Διαστάσεις Χώρος-καταγραφή. Διακοσµητικό κόσµηµα, χρηστικό χειροτέχνηµα ή εικαστικό στοιχείο Εγχάρακτη γοργόνα 1 (εικ.

Νομίσματα από Ήλεκτρον

Μυρτώ Παπαδοπούλου Ισαβέλλα Παπαδοπούλου Ά3α

της Φωτιάδου Χαρούλας - Μαρίας

ΑΤΤΙΚΟΙ ΕΡΥΘΡΟΜΟΡΦΟΙ ΚΥΛΙΚΟΓΡΑΦΟΙ ΤΈΛΗ 6 ΟΥ ΑΡΧΕΣ 5 ΟΥ ΑΙΩΝΑ ΠΧ. ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ: Ολτος Επίκτητος Ονήσιµος. Δούρις Μάκρων

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Ανεμόσπηλια Αρχανών : τα ευρήματα και η ερμηνεία τους

Ιστορικές Περίοδοι Ελληνικής Τέχνης. Πρώιμη Εποχή Σιδήρου ( πχ) Υπομυκηναϊκή πχ

Transcript:

Περίληψη : Ο ρυθμός των αιγάγρων αποτελεί τη χαρακτηριστικότερη μορφή ανατολίζουσας κεραμικής της ανατολικής Ελλάδας, που αντιγράφηκε ακόμη και στην Ετρουρία και κυριάρχησε από τα μέσα του 7ου έως τα μέσα του 6ου αι. π.χ. Βασικό στοιχείο της πανίδας του ρυθμού είναι ο αίγαγρος, που απαντά μεμονωμένος ή σε ζωφόρους. Χρονολόγηση μέσα 7ου-μέσα 6ου αι. π.χ. Γεωγραφικός εντοπισμός Ιωνία, Αιολίδα 1. Εισαγωγή Ο ρυθμός των αιγάγρων, ο σημαντικότερος και πλέον αναγνωρίσιμος κεραμικός ρυθμός της Μικράς Ασίας, κυριαρχεί για περίπου έναν αιώνα στην αγγειογραφία της ανατολικής Ελλάδας, από τα μέσα του 7ου έως τα μέσα του 6ου αι. π.χ. 1 Σε μια εποχή που στη μητροπολιτική Ελλάδα θριαμβεύει ο μελανόμορφος ρυθμός, στην ανατολική υπάρχει μια συνέχεια της πρώιμης ανατολίζουσας παράδοσης. Τα σώματα των ζώων αποδίδονται με σκιαγραφία, ενώ οι λεπτομέρειες της ανατομίας είτε με γραμμές στο χρώμα του πηλού (έξαρση) είτε με ζώνες χωρίς γέμισμα στο κάτω μέρος ζώων (περίγραμμα). Τα κεφάλια των ζώων και των σπάνιων ανθρώπινων μορφών που απαντούν είναι αποδομένα με την τεχνική του περιγράμματος. Μόλις στον ύστερο ρυθμό εμφανίζεται με συστηματικό τρόπο η εγχάραξη. Κυρίαρχο στοιχείο της πανίδας του ρυθμού είναι ο αίγαγρος. Η απόκλιση του ρυθμού από τις παραδόσεις της αγγειογραφίας της μητροπολιτικής Ελλάδας θα πρέπει να σχετίζεται με το μέσο διάδοσης της ανατολίζουσας τέχνης στην ανατολική Ελλάδα. Ενώ στην Κόρινθο οι επιρροές φθάνουν μέσω της μεταλλοτεχνίας και της χαρακτικής της Συρίας και της Φοινίκης, στο ρυθμό των αιγάγρων επιδρά περισσότερο η υφαντουργία τοπικών σχολών, κυρίως η περίφημη υφαντουργία της Μιλήτου. 2 Ο πηλός είναι σχετικά ακάθαρτος, με ένα απαλό καστανό ως κοκκινωπό χρώμα μετά την όπτηση. Οι τοπικές διαφορές είναι σπανίως αναγνωρίσιμες χωρίς εργαστηριακές αναλύσεις. Συνήθως υπάρχει ένα υπόλευκο κρεμώδες επίχρισμα, το οποίο σχεδόν εξαφανίζεται κατά τις ύστερες φάσεις. Η βαφή έχει αμαυρό χρώμα. 2. Ταξινόμηση και χρονολόγηση Τρία ταξινομικά συστήματα των αγγείων του ρυθμού των αιγάγρων έχουν προταθεί, από τα οποία αυτό που κρατά την παραδοσιακή τριμερή διάταξη σε πρώιμο, μέσο και ύστερο ρυθμό είναι το πιο χρηστικό. Το δεύτερο σύστημα αναγνωρίζει τρεις μεγάλες ομάδες, της Καμείρου, του Βλαστού και του Ευφόρβου, οι οποίες αντιστοιχούν στο μέσο, στον ύστερο ρυθμό των αιγάγρων και στα πινάκια των δωρικών αποικιών αντίστοιχα. 3 Το τρίτο σύστημα προσπαθεί να αποδώσει διάφορες ομάδες που συγκροτούνται στη βάση τεχνοτροπικών διαφορών σε διαφορετικά κέντρα της ανατολικής Ελλάδας. 4 Η ακριβής χρονολόγηση των φάσεων του ρυθμού των αιγάγρων αποτέλεσε ιδιαίτερα δύσκολο έργο, λόγω της διχογνωμίας μεταξύ των ειδικών. Η «εξελικτική» σχολή έβλεπε μια συνεχή πορεία του ρυθμού από τα πρώιμα στάδια ως το ύστερο, με σχετικά μικρές επικαλύψεις, ενώ η «ανεξάρτητη» σχολή θεωρούσε ότι οι ομάδες Καμείρου, Ευφόρβου και Βλαστού δρούσαν αυτόνομα και σε σχετική συγχρονία. Σήμερα έχει καταδειχτεί ότι αφενός η εξελικτική ομάδα είχε δίκιο και αφετέρου ο ύστερος ρυθμός είναι χωρικά ανεξάρτητος από το μέσο. 5 Η χρονολόγηση που έχει γίνει αποδεκτή βασίζεται στην πρωτοκορινθιακή και κορινθιακή κεραμική: ο πρώιμος ρυθμός των Δημιουργήθηκε στις 22/6/2017 Σελίδα 1/9

αιγάγρων καλύπτει το διάστημα 650-630 π.χ., ο μέσος Ι τους χρόνους 630-615 π.χ., ο μέσος ΙΙ το διάστημα 615-595/590 π.χ. και ο μέσος ΙΙΙ την περίοδο 595/590-570 π.χ., με τον ύστερο ρυθμό από το 610 έως το 570 π.χ. περίπου να επικαλύπτει ελαφρώς και το μέσο ΙΙ, ενώ κάποια νεωτερικά αγγεία που οδηγούν στην κλαζομενιακή κεραμική χρονολογούνται στα 570-550 π.χ. 6 Αυτό το σύστημα έχει εν μέρει επιβεβαιωθεί από ανασκαφικά δεδομένα σε θέσεις στο Ισραήλ με χρονολογία καταστροφής μεταξύ 609 και 598 π.χ., όπου απαντούν αγγεία του μέσου ρυθμού ΙΙ, 7 και στο στρώμα καταστροφής 8 της Σμύρνης από τον Αλυάττη στα τέλη του 7ου αι. π.χ. 3. Τεχνοτροπική εξέλιξη Ο πρώιμος ρυθμός, φάση πειραματισμού με λίγα σωζόμενα δείγματα, προκύπτει ομαλώς από την υπογεωμετρική κεραμική, με τη χρήση παραδοσιακών σχημάτων (οινοχόη με πλατύ στόμιο και κρατήρα). Εκτός του αιγάγρου, συναντά κανείς σκύλους, λιοντάρια, σφίγγες, γρύπες, λαγούς και σπανιότερα αγριόχοιρους, κριούς και αλεπούδες. Οι ανθρώπινες μορφές είναι εξαιρετικά σπάνιες. Διατηρούνται από την προηγούμενη διακοσμητική παράδοση γεωμετρικά κοσμήματα, όπως η σκακιέρα, αλλά εισάγονται και νέα, όπως το ακτινωτό στη βάση των αγγείων και η τρέχουσα σπείρα σε διάφορες ζώνες. 9 Κατά το μέσο ρυθμό I υιοθετείται η οινοχόη με ευρύ στόμιο και χαμηλό σφαιρικό σώμα, γύρω στα 30 εκ. ύψος, αργότερα όμως επικρατεί η τριφυλλόσχημη. Σπανιότερα σχήματα είναι ο δίσκος με ψηλό κωνικό πόδι, ο κρατήρας και το κύπελλο στο σχήμα της υπογεωμετρικής κύλικας με πτηνά. Οι μορφές βρίσκονται στον ώμο και στην κοιλιά του αγγείου και σπανιότερα, στον πρώτο τύπο οινοχόης, και στο λαιμό. Η πανίδα αυξάνεται: εκτός του αιγάγρου εμφανίζονται τώρα ελάφια με στικτό δέρμα, ταύροι, πάνθηρες και κυρίως χήνες. Συμπληρωματικό ρόλο παίζει και το χελιδόνι. Στα διακοσμητικά μοτίβα παρατηρείται η επιβίωση των υπογεωμετρικών επιρροών. Ενώ στο μέσο ρυθμό Ι οι εικονιστικές ζώνες εναλλάσσονταν με διακοσμητικές, στο μέσο ρυθμό ΙΙ η διάταξη προσεγγίζει αυτήν της κορινθιακής κεραμικής, με διαδοχικές οριζόντιες ζωφόρους που διακρίνονται με μια στενή γραμμή χρώματος. Οι αίγαγροι, που είναι πολύ διαδεδομένοι, αποκτούν μακρύτερο σώμα, με αποτέλεσμα να χωρούν λιγότεροι στην επιφάνεια του αγγείου, έτσι ώστε οι συνθέσεις να είναι πιο αραιές και άνετες. Δεύτερη σε «δημοτικότητα» έρχεται η χήνα. Μορφές τεράτων, όπως η σφίγγα, απαντούν πλέον συχνότερα από ό,τι στις προηγούμενες φάσεις. Η τριφυλλόσχημη οινοχόη αποκτά ένα πιο σφαιρικό σώμα σε παραλλαγή που γίνεται δημοφιλής αυτή την περίοδο. Ο δίσκος με ψηλό κωνικό πόδι, με διακόσμηση από ομόκεντρους κύκλους και προτομές αιγάγρων εναλλασσόμενες με ρόδακες, είναι ένα νέο δημοφιλές σχήμα. Στο κεντρικό μετάλλιο απαντά συνήθως ρόδακας. Ακόμη, εμφανίζονται μεγαλύτερα αγγεία, όπως δίνοι και κρατήρες με χαμηλό πόδι, μαζί με τα πώματά τους. Η τεχνοτροπία δείχνει σημάδια κόπωσης, με τις μορφές να είναι πιο πρόχειρα σχεδιασμένες και τα απλούστερα γεωμετρικά μοτίβα (μαίανδρος και το τετράγωνο με αστέρι) να προτιμώνται από τα περίπλοκα φυτικά κοσμήματα. Η παραγωγή είναι τώρα κάπως μηχανική. Σταδιακά η ζώνη αιγάγρων στην κοιλιά του αγγείου εγκαταλείπεται, για να επανέλθει η ζώνη από μαίανδρο ή άγκιστρο. Στη βάση το ακτινωτό κόσμημα παραμένει δημοφιλές. Η επιβίωση στοιχείων του μέσου ρυθμού ΙΙ των αιγάγρων στο ρυθμό της Φικελλούρας, ο οποίος χρονολογείται από το 560 π.χ. περίπου, καθώς και η ύπαρξη των υβριδικών καρικών ομάδων που τοποθετούνται μεταξύ των δύο ρυθμών τεχνοτροπικά, αποτελούν ενδείξεις ότι το τέλος του 7ου αι. π.χ. στη Μίλητο δε σηματοδοτεί διακοπή στην παραγωγή πολυτελούς γραπτής κεραμικής αλλά ότι μάλλον υπήρξε μια ομάδα ελάχιστα εμπνευσμένων αγγειογράφων που διακοσμούσε αγγεία με τον τρόπο του μέσου ρυθμού για 40 περίπου χρόνια κατά τον 6ο αι. π.χ. Η κατηγορία αυτή, ο μέσος ρυθμός ΙΙΙ, αποτελείται από ελάχιστα αγγεία από τη Μίλητο. 10 Η εγχάραξη απουσιάζει ή απαντά σποραδικά, οι μορφές των ζώων είναι κάπως παιδιάστικες και πολύ απρόσεκτα σχεδιασμένες και τα φυτικά κοσμήματα υπερβολικά απλοποιημένα. 11 Ο ύστερος ρυθμός είναι μια χαλαρά συνδεδεμένη ομάδα αγγείων με κυρίαρχο χαρακτηριστικό τη χρησιμοποίηση του μελανόμορφου ιδιώματος, που ανταγωνίζεται την τεχνική της σκιαγραφίας και της εξαίρεσης σε διαφορετικές διακοσμητικές ζώνες του ίδιου αγγείου. Παρουσιάζεται προς το τέλος του μέσου ρυθμού ΙΙ στη βόρεια Ιωνία. Η ακμή του διαδέχεται το τέλος της συγκεκριμένης φάσης στη Μίλητο και πιθανόν η εξέλιξη αυτή να συνδέεται με την ανάγκη να εφοδιαστούν οι Δημιουργήθηκε στις 22/6/2017 Σελίδα 2/9

αγορές με αγγεία του ρυθμού σε μια περίοδο που το βασικό κέντρο παραγωγής είχε σχεδόν σιγήσει. Υπάρχει εμφανής διαφοροποίηση στα σχήματα σε ό,τι αφορά το μέσο ρυθμό. Οι τριφυλλόσχημες οινοχόες έχουν πιο σφαιρικά σώματα, ενώ σπανιότερος τύπος με στενότερο στόμιο και με ωοειδές σώμα απαντά επίσης σποραδικά. Τα υπόλοιπα σχήματα είναι νεωτερικά για το ρυθμό (όλπες, αμφορείς, κιονωτός κρατήρας, ημισφαιρικά κύπελλα και δίσκοι). Ο αίγαγρος απεικονίζεται σε διαφορετική στάση, πιο χαριτωμένη: αντί της βοσκής, που βρίσκουμε στις προηγούμενες περιόδους, παρουσιάζεται σε καλπασμό, με το κεφάλι γυρισμένο προς τα πίσω. Άλλα ζώα που απαντούν είναι ο ταύρος, η σφίγγα, ο γρύπας, ο αγριόχοιρος και το ελάφι η χήνα είναι σπανιότερη. Γίνεται πλέον γενναία χρήση του ιώδους χρώματος, με το λευκό να αποκτά κάποια δημοτικότητα μόνο στα μέσα του 6ου αι. π.χ. Σε γενικές γραμμές, τα διακοσμητικά μοτίβα είναι απλουστευμένα και κακοσχεδιασμένα, με συνηθέστερες επιλογές την αλυσίδα λουλουδιών και μπουμπουκιών λωτού, τον πλοχμό, το μαίανδρο και τις ακτίνες στη βάση της οινοχόης. Στα πιο πρόσφατα παραδείγματα του ρυθμού τα διακοσμητικά μοτίβα που γεμίζουν τις επιφάνειες ανάμεσα στα ζώα ελαττώνονται δραματικά ή εξαφανίζονται. 4. Προέλευση Τα κύρια εργαστήρια των αγγείων του ρυθμού των αιγάγρων παλαιότερα θεωρούνταν ροδιακά, όμως οι εργαστηριακές αναλύσεις έδειξαν ότι η Ρόδος δεν υπήρξε παρά εισαγωγικό κέντρο. 12 Πατρίδα του ρυθμού ήταν η Μίλητος. Υπήρχε και ένα δεύτερο νοτιοϊωνικό εργαστήριο, το οποίο όμως δεν έχει τοποθετηθεί με ακρίβεια. Αναφορικά με τον ύστερο ρυθμό, κυριότερα εργαστήρια είναι αυτά της βόρειας Ιωνίας. Με βάση τις εργαστηριακές αναλύσεις τοποθετούνται στην περιοχή των Κλαζομενών, με ένα δευτερεύον κέντρο πιθανόν στην Τέω. 4.1 Άλλα εργαστήρια παραγωγής αγγείων με τον τρόπο του ρυθμού των αιγάγρων Το εργαστήριο της Χίου χαρακτηρίζεται από τη χρήση λίγων σχημάτων, κυρίως της χιακής κύλικας, του δίνου και της οινοχόης, καθώς και από τη χρήση γανώματος λευκού χρώματος. Υπάρχει μικρή ποικιλία στην πανίδα, με κυριότερο είδος φυσικά τον αίγαγρο. Ιδιαιτερότητα του ρυθμού είναι οι στιγμές στην κοιλιά των ζώων. Μαίανδρος, ακτίνες και πλοχμός είναι τα πιο αγαπημένα κοσμήματα. 13 Η τριμερής διάταξη ακολουθείται και εδώ, αλλά ο ύστερος ρυθμός θεωρείται αναβίωση και όχι συνέχεια των προηγούμενων φάσεων. Οι δωρικές αποικίες της Μικράς Ασίας παρήγαν τις δικές τους εκδοχές του μέσου ρυθμού των αιγάγρων. Κύριο σχήμα είναι το πινάκιο, το οποίο χωρίζεται σε δύο άνισα μέρη, με το επάνω μέρος να διακοσμείται με μορφή ζώου και το κάτω με μαίανδρο και κόσμημα από ακτινωτές γλώσσες ή ανθέμια. Αγαπημένα ζώα είναι ο σκύλος, το λιοντάρι, ο πάνθηρας, ο χοίρος και ο τράγος, ενώ ο λαγός, το άλογο και διάφορα πτηνά και τέρατα όπως χίμαιρες και σφίγγες απαντούν σπανιότερα, όπως και οι ανθρώπινες μορφές (μονομαχία τρωικών ηρώων, ιππέας, γοργόνα, Περσέας). 14 Ο αιολικός ρυθμός των αιγάγρων δέχεται την επίδραση της Μιλήτου ήδη από την εποχή του μέσου ρυθμού Ι. Η κεραμική από την Πιτάνη αποτελείται από υψηλής ποιότητας αμφορείς με λαβές στην κοιλιά. Ανάμεσα στα πλουσιότατα ευρήματα από τη Λάρισα, κυριότερα σχήματα είναι το πινάκιο, η τριφυλλόσχημη οινοχόη και η κοτύλη-κρατήρας. Χρησιμοποιείται ευρέως ένα υπόλευκο επίχρισμα, με εξαίρεση τα ύστερα δείγματα. 15 Υπάρχει επίσης ο νοτιοϊωνικός ρυθμός ΙΙΙ, πολύ κοντινός στιλιστικά στην παραγωγή της Μιλήτου, αλλά με διαφορετικό πηλό και με άγνωστη περιοχή παρασκευής μπορεί να είναι αιολικός, που τον βρίσκουμε στην Τρωάδα και στη Μαύρη θάλασσα. Λυδική είναι η κατηγορία απομιμήσεων του ύστερου ρυθμού των αιγάγρων από τις Σάρδεις, η λεγόμενη «κατηγορία των Σάρδεων». Πιο «βαρβαρικές» είναι οι εκδοχές του που βρίσκει κανείς στο λεγόμενο «πρώιμο ρυθμό της Φικελλούρας», ο οποίος χρησιμοποιεί στοιχεία από τη μιλησιακή εκδοχή του ρυθμού των αιγάγρων σε σχήματα καθαρά λυδικά. 16 Η Καρία παράγει ευάριθμες ομάδες αγγείων του ρυθμού των αιγάγρων, με τοπική κυρίως διάδοση. Σημαντικότερο κέντρο φαίνεται πως ήταν τα Μύλασα, όπου σε παρακείμενο νεκροταφείο έχουν βρεθεί σημαντικά δείγματα απομιμήσεων του Δημιουργήθηκε στις 22/6/2017 Σελίδα 3/9

ρυθμού των αιγάγρων, αλλά και υβριδικά αγγεία που αναμειγνύουν στοιχεία του μέσου ρυθμού ΙΙ και των υστερότερων αγγείων της Φικελλούρας. Μεταξύ των τελευταίων αναγνωρίζεται η δράση ενός σημαντικού ζωγράφου, γνωστού ως «ζωγράφου του Μπόχουμ», και των μαθητών του, καθώς και λιγότερο διακεκριμένες ομάδες. Κύρια σχήματα είναι η τριφυλλόσχημη οινοχόη και ο δίνος στα πρώιμα παραδείγματα, που είναι περίπου σύγχρονα με το μέσο ρυθμό ΙΙ των αιγάγρων, και η τριφυλλόσχημη ή με επίπεδο στόμιο οινοχόη στο υβριδικό εργαστήριο. Άλλες, λιγότερο σημαντικές σχολές απομιμήσεων του ρυθμού των αιγάγρων, συναντά κανείς στην Έφεσο, 17 στις μιλησιακές αποικίες της Μαύρης θάλασσας, στη Θάσο, όπου τα τοπικά εργαστήρια παρουσιάζουν έναν εκλεκτισμό, με απομιμήσεις οινοχοών του μέσου ρυθμού, πινακίων του δωρικού ρυθμού των αιγάγρων και χιακών αγγείων. 18 Ο λεγόμενος «ρυθμός των μηλιακών αμφορέων», που ανήκει μάλλον στην Πάρο, παρουσιάζει τεχνοτροπικές συγγένειες με το ρυθμό των αιγάγρων, κυρίως με τα δωρικά εργαστήρια, αλλά αποκτά γρήγορα την αυτονομία του και προβάλλει ως ένα ανεξάρτητο επαρχιακό εργαστήριο. 19 Τέλος, ο γνωστός ως «ζωγράφος των χελιδονιών» είναι μετανάστης από τη βόρεια Ιωνία που εγκαθίσταται στην Ετρουρία γύρω στο 615 π.χ. Του αποδίδεται μια δεκάδα έργων, ζωγραφισμένων με τον τρόπο του μέσου ρυθμού των αιγάγρων, αν και τα σχήματα που επιλέγει έχουν να κάνουν με την εγχώρια και κυρίως την ετρουσκο-κορινθιακή κεραμική (αμφορέας, οινοχόη, όλπη, κρατήρας). 20 Στο νέο περιβάλλον όμως απομονώθηκε από την εξέλιξη του ρυθμού των αιγάγρων και προοδευτικά αφομοίωσε στοιχεία της εγχώριας ετρουσκο-κορινθιακής παράδοσης. 21 Και στην ετρουσκική τέχνη, όπου φυσιολογικά ανήκει, δεν εντάσσεται σε μια συνέχεια, καθώς δε δημιούργησε σχολή ούτε είχε κάποια σημαντική επιρροή. 5. Διάδοση Ισχυρή παρουσία του ρυθμού κατά τις πρώτες δύο φάσεις του δεν πιστοποιείται παρά μόνο στα κέντρα διάδοσης της μιλησιακής τέχνης και στα κέντρα του μιλησιακού εμπορίου γενικότερα. Ο ύστερος ρυθμός των αιγάγρων απαντά στα ίδια κέντρα με το μέσο ρυθμό ΙΙ, αλλά σε πολύ μεγαλύτερες ποσότητες, κυρίως στη Μαύρη θάλασσα. 22 Σε γενικές γραμμές, ο ρυθμός των αιγάγρων είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στη Ρόδο, στη Νίσυρο, στη Δήλο και βέβαια στη Ναύκρατι, στην Ταύχειρα της Λιβύης και κυρίως στη Σάμο. Στην Κύπρο ο ρυθμός απαντά τόσο στη μιλησιακή όσο και στις βορειοϊωνικές και αιολικές εκδοχές του. Στην Ετρουρία έχει βρεθεί ένα σύνολο περίπου 20 αγγείων, ενώ το ελληνικό ιερό στο λιμάνι της Gravisca προσθέτει μόλις δύο. 23 Στη Σικελία και στη Νότια Ιταλία τα ευρήματα είναι σποραδικά και σπάνια. 24 Σπανιότατα είναι τα ευρήματα στη δυτική Μεσόγειο, προερχόμενα κυρίως από τη Μασσαλία και το Εμπόριο στην Καταλονία. Στη μητροπολιτική Ελλάδα ο ρυθμός των αιγάγρων έχει ελάχιστη διάδοση, εκτός από τις θέσεις στα μακεδονικά και θρακικά παράλια όπου δραστηριοποιούνταν έμποροι και άποικοι από τη Μικρά Ασία και από τα νησιά του Αιγαίου. 25 Έχουν βρεθεί επίσης ορισμένα παραδείγματα στην Αίγινα και στην Αθήνα. Περισσότερα είναι τα ευρήματα από την Αιολίδα, τις Σάρδεις, 26 την Έφεσο 27 και τη Μυτιλήνη. 28 Σποραδικά είναι, τέλος, τα ευρήματα στο Ισραήλ, στη Συρο-Παλαιστίνη και στην Κιλικία. 29 Ο χιακός ρυθμός των αιγάγρων απαντά στη Χίο και στις Ερυθρές, αλλά κυρίως στη Ναύκρατι, στην Ταύχειρα, στη νότια Ρωσία, στη Μικρά Ασία και στην Προποντίδα, στην Ετρουρία, στη Σικελία και στη Μεγάλη Ελλάδα (Τάρας, Κατάνη, Σύβαρις) και λιγότερο στη Μασσαλία. Επίσης είναι γνωστός στη μητροπολιτική Ελλάδα και στα νησιά του Αιγαίου (Δήλος, Σάμος, Ρόδος), στη Μακεδονία και στη Θράκη, στην Κύπρο και στη Συρο-Φοινίκη. 30 Οι υπόλοιπες κατηγορίες έχουν τοπική κυρίως διάδοση. 1. Παλαιότερες ονομασίες του ρυθμού (ροδιακός, καμειριακός, ροδο-μιλησιακός ρυθμός, ανατολίζουσα κεραμική της ανατολικής Ελλάδας) τείνουν να εκλείψουν. Βλ. Cook, R.M. - Dupont, P., East Greek Pottery (London 1998), σελ. 32. 2. Μιλησιακή υφαντουργία: Roebuck, C., Ionian Trade and Colonization (επανέκδοση, Chicago 1985), σελ. 19 και 49 Coοk, R.M., East Greek Pottery (London 1998), σελ. 38, ενώ στις σελ. 32-33 προτείνονται ως δευτερεύουσα πηγή και τα διακοσμημένα όστρεα τριδάχνας. Η Καρδάρα, Χ., Ροδιακή Αγγειογραφία (Αθήνα 1963), σελ. 50, είχε ήδη προτείνει τη φρυγική και ασσυριακή υφαντική ως σημαντική πηγή έμπνευσης. Η άποψη αυτή δεν ευσταθεί, βλ. Brown, K., The Question of Near Eastern Textile Decoration of the Early First Millennium B.C. as a source for Greek Vase Painting of the Orientalising Style (Diss. UMI, Ann Arbor 1989). Δημιουργήθηκε στις 22/6/2017 Σελίδα 4/9

3. Kerschner, M., Ein Kessel der frühen Tierfriesstiles aus den Grabungen unter der Tetragonos-Agora in Ephesos, JOAI 66 (1997), σελ. 9-27 Kerschner, M. - Lawall, M. - Scherrer, P. - Trinkl, E., Ephesos in archaischer und klassischer Zeit. Die Ausgrabungen in der Siedlung Smyrna, στο Krinzingerm, F. (επιμ.), Die Agäis und das westliche Mittelmeer, Beziehungen und Wechselwirkungen 8. bis 5. Jh. v.chr., Akten des Symposions, Wien, 1999 (Wien 2000), σελ. 49, εικ. 18. 4. Schauss, G.P., Archaic Imported Fine Wares from the Acropolis of Mytilene, Hesperia 61 (1992), σελ. 359-361, πίν. 810, αρ. 4-8 (5 θραύσματα αγγείων). 5. Ισραήλ: σύνοψη και βιβλιογραφία σε Waldbaum, J.C. - Magness, J., The Chronology of Early Greek Pottery: New Evidence from Seventh-Century B.C. Destruction levels from Israel, AJA 101 (1997), σελ. 2-40. Με εξαίρεση ένα θραύσμα αγγείου του ύστερου ρυθμού, όλα τα αγγεία από το Ισραήλ ανήκουν στο μέσο (ιδιαίτερα στο μέσο ΙΙ) ρυθμό των αιγάγρων. Συρο-Παλαιστίνη: Robertson, M., The Excavations at Al Mina, Sueidia IV: The Early Greek Pottery, JHS 60 (1940), σελ. 8-16, εικ. 1-3 Courbin, P., Bassit-Posidaion in the Early Iron Age, στο Descoeudres, J.-P. (επιμ.), Greek Colonists and Native Populations. Proceedings of the First Australian Congress of Classical Archaeology held in Honour of Emeritus Professor A.D. Trendall, Sydney 9-14 July 1985 (Oxford 1990), σελ. 508 του ιδίου, Bassit, Syria 63 (1986), σελ. 198 Ploug, G., Sukas II: The Aegean, Corinthian and Eastern Greek Pottery and Terracottas (Copenhagen 1973), σελ. 43-69, εικ. 9-11. Ταρσός στην Κιλικία: Hanfmann, G.M.A., The Iron Age Pottery of Tarsus, στο Goldman, H. (επιμ.), Excavations at Gozlu Kule, Tarsus, III: The Iron Age (Princeton 1963), σελ. 299-304, πίν. 100. 6. Cook, R.M., Distribution of Chian Pottery, BSA 44 (1949), σελ. 154-161 Boardman, J., Chian and Naucratite, BSA 51 (1956), σελ. 55-62 Lemos, A.A., Archaic Pottery of Chios: the decorated styles (Oxford 1991), σελ. 191-208 Schauss, G.P., The Distribution of Chian and Fikellura Pottery in the East, MBAH 15 (1996), σελ. 30-37. 7. Τριμερής ταξινόμηση: Cook, R.M., βιβλιοκρισία της Καρδάρα, Χ., Ροδιακή Αγγειογραφία (Αθήνα 1963), στο Gnomon 37 (1965), σελ. 502-507. Προσαρμογές: Cook, R.M., The Wild Goat and Fikellura Styles: Some Speculations, OJA 11 (1992), σελ. 255-266. Δεύτερο σύστημα ταξινόμησης: Rumpf, A., Zu den klazomenischer Denkmälern, JDI 48 (1933), σελ. 69-83 (μόνο η πρώτη και η τρίτη ομάδα) Schierring, W., Werkstätten orientalisierender Keramik auf Rhodos (Berlin 1957) Καρδάρα, Χ., Ροδιακή Αγγειογραφία (Αθήνα 1963). 8. Walter, H., Samos V. Frühe samische Gefässe, Chronologie und Landschaftsstile ostgriechischer Gefässe (Bonn 1968) Walter-Karydi, E., Samos VI.1. Samische Gefässe des 6. Jahrhunderts v.chr. (Bonn 1973). 9. Η ύπαρξη δύο βασικών κέντρων παραγωγής δεν έγινε αρχικά διακριτή λόγω της ταυτόχρονης εμφάνισης του μέσου και του ύστερου ρυθμού των αιγάγρων σε ροδιακούς τάφους. 10. Cook, R.M. - Dupont, P., East Greek Pottery (London 1998), σελ. 8-10. 11. Waldbaum, J.C. - Magness, J., The Chronology of Early Greek Pottery: New Evidence from Seventh-Century B.C. Destruction levels from Israel, AJA 101 (1997), σελ. 2-40. 12. Καταστροφή Σμύρνης: Ηρ. 1.16. 13. Cook, R.M., A Wild Goat Oinochoe in Laon, στο Eumousia. Ceramic and Iconographic Studies in Honour of Alexander Cambitoglou (Sydney 1990), σελ. 55-56. 14. Cook, R.M., Antecedents of Fikellura, Festschrift Akrem Akurgal, Anatolia 21 (1978-1980), σελ. 71-74, πίν. 1-4. Του ιδίου, The Wild Goat and Fikellura Styles: Some Speculations, Oxford Journal of Archaeology 11.3 (1992), σελ. 255-266. 15. Π.χ. η οινοχόη της Μιλήτου Κ89.506.1. Cook, R.M. - Dupont, P., East Greek Pottery (London 1998), σελ. 45, εικ. 8.12. 16. Παλαιότερες απόψεις: Schiering, W., Werkstätten Orientalisierender Keramik auf Rodos (Berlin 1957) Καρδάρα, Χ., Ροδιακή Αγγειογραφία (Αθήνα 1963). Εργαστηριακές έρευνες: Dupont, P., Une approche en laboratoire des problemes de la ceramique de Grece de l Est, στο Les céramiques de la Grece de l'est et leur diffusion en Occident. Colloque international. Centre Jean Berard, Institut Français de Naples, 6-9 juillet 1976 (Paris - Naples 1978), σελ. 290-297. Του ιδίου, Classification et determination de provenance de ceramiques grecques orientales archaiques d Istros. Rapport preliminaire, Dacia 27 (1983), σελ. 19-43 (κυρίως σελ. 27-28, 34), και Naturwissenschaftliche Bestimmung der archaischen Keramik Milets, Ist. Mitt., Beiheft 31 (1984), σελ. 57-71, πίν. 3 Jones, R.E., Greek and Cypriot Pottery. A Review of Scientific Studies (British School at Athens, Athens 1986), σελ. 664-667 και 670. Δημιουργήθηκε στις 22/6/2017 Σελίδα 5/9

17. Χίος: Lemos, A.A., Archaic Pottery of Chios: the decorated styles (Oxford 1991). 18. Boardman, J., Early Greek Vase Painting (London 1998), εικ. 290, 295, 296 και 297 Cook, R.M. - Dupont, P., East Greek Pottery (London 1998), σελ. 63, εικ. 8.25. 19. Αιολικός ρυθμός: Schefold, K., Knidische Vasen und Verwandtes, JDI 57 (1942), σελ. 124-142 Walter-Karydi, Ε., Äolische Kunst, στο Studien zu griechischen Vasenmalerei (AK Beiheft 7, Berne 1970), σελ. 3-18, εικ. 1-7. Δίνος από την Ετρουρία (Gravisca): Boldrini, S., Gravisca, Scavi nel santuario 4. Le ceramiche ioniche (Bari 1994), σελ. 92, αρ. 157. 20. Κατηγορία των Σάρδεων: Greenwalt, C.H., Orientalising Pottery from Sardis: The Wild Goat Style, CSCA 3 (1970), σελ. 55-89, πίν. 1-18. Πρώιμος ρυθμός Φικελλούρας: Greenwalt, C.H., Fikellura and Early Fikellura Pottery from Sardis, CSCA 4 (1971), σελ. 153-180 (ευρήματα από τις Σάρδεις). 21. Greenwalt, C.H., Ephesian Ware, CSCA 6 (1973), σελ. 91-122, πίν. 1-13 (λυδική προέλευση) Dupont, P., Classification et détermination de provenance des cérami-. ques grecques orientales archaïques d Istros. Rapport préliminaire, Dacia 27 (1983), σελ. 29, σημ. 23 Cook, R.M. - Dupont, P., East Greek Pottery (London 1998), σελ. 44-45, 197, σημ. 22 (εφεσιακή καταγωγή). 22. Walter-Karydi, E., Samos VI.1. Samische Gefässe des 6. Jahrhunderts v.chr. (Bonn 1973), σελ. 141 κ.ε., εικ. 101-103 Salviat, F., La ceramique de style chiote a Thasos, στο Les céramiques de la Grèce de l'est et leur diffusion en Occident. Actes du Colloque CJB-Institut français de Naples 6-9 juillet 1976 (Paris - Naples 1978), σελ. 87-92 Lemos, A.A., Un atelier archaïque chiote en Macédoine orientale, στο Les ateliers de potiers dans le monde grec aux époques géométrique, archaïque et classique (BCH Supplement 23, Paris 1992), σελ. 209-222. 23. Papastamos, D., Melische Amphoren (Munster 1970) Ζαφειροπούλου, Π., Προβλήματα της Μηλιακής Αγγειογραφίας (Αθήνα 1985). 24. Schierring, W., Eine Amphora des Schwalbenmalers im Louvre, RA (1974), σελ. 5 κ.ε. Cook, R.M., The Swallow Painter and the Bearded Sphinx Painter, AA (1981), σελ. 455. 25. Cook, R.M., The Swallow Painter and the Bearded Sphinx Painter, AA (1981), σελ. 454-461. Του ιδίου, East Greek Influences on Etruscan Vase Painting, PP 44 (1989), σελ. 163. Αντίθετη άποψη εκφράζει ο Bertino, Α., Un krateriskos cretese di stile orientalizzante, RendPontAcc 41 (1968-1969), σελ. 48-52, θεωρώντας ότι ο «ζωγράφος των χελιδονιών» γεννήθηκε στην Ετρουρία, όπου μαθήτευσε πλάι σε παλαιότερο μετανάστη ζωγράφο. Μια τέτοια περίπτωση θα πρέπει να αποκλειστεί, καθώς το υποθετικό έργο του δασκάλου δεν έχει αφήσει κανένα ίχνος. 26. Alexandrescu, P., La céramique de Grèce de l Est dans les cités pontiques, στο Les céramiques de la Grèce de l Εst et leur diffusionen Occident. Colloque international. Centre Jean Berard, Institut Français de Naples, 6-9 juillet 1976 (Paris - Naples 1978), σελ. 52-61 Bouzek, J., Studies of Greek Pottery in the Black Sea Area (Prague 1990), σελ. 14 κ.ε. Απολλωνία: Reho, M., Ceramica di tipo greco-orientale ad Apollonia, Thracia Pontica 3 (1985), σελ. 216-217. 27. Ευρήματα στην Ετρουρία: Martelli-Cristofani, M., La ceramica greco-orientale in Etruria, στο Les céramiques de la Grèce de l Est et leur diffusionen Occident. Colloque international. Centre Jean Berard, Institut Français de Naples, 6-9 juillet 1976 (Paris - Naples 1978), σελ. 191 κ.ε. Gravisca: Boldrini, S., Gravisca, Scavi nel santuario 4. Le ceramiche ioniche (Bari 1994), σελ. 90-93. 28. Βλ. Lentini, M.C., Una oinochoe Middle Wild Goat I da Naxos di Sicilia, στο Krinzingerm, F. (επιμ.), Die Ägais und das westliche Mittelmeer. Beziehungen und Wechselwirkungen 8. bis 5. Jh. v.chr., Akten des Symposions, Wien, 1999 (Wien 2000), σελ. 425-428. 29. Μακεδονία: Τσιαφάκη, Δ., On Some East Greek Pottery found at Karabournaki in Thermai, στο Krinzingerm, F. (επιμ.), Die Ägais und das westliche Mittelmeer, Beziehungen und Wechselwirkungen 8. bis 5. Jh. v.chr., Akten des Symposions, Wien, 1999 (Wien 2000), σελ. 417-423 Κόρτη- Κόντη, Σ., Η «Ανατολίζουσα» Μακεδονία (Αθήνα 2001), σελ. 55-56. Βόρεια Ελλάδα γενικότερα: Rhomiopoulou, K., Pottery Evidence from the North Aegean, στο Les céramiques de la Grèce de l est et leur diffusionen Occident. Colloque international. Centre Jean Berard, Institut Français de Naples, 6-9 juillet 1976 (Paris - Naples 1978), σελ. 62-65. 30. Μαζί με τοπικές παραλλαγές, απαντά και ο νοτιοϊωνικός ρυθμός των αιγάγρων: Greenwalt, C.H., Orientalising Pottery from Sardis: The Wild Goat Style, CSCA 3 (1970), σελ. 55-89, πίν. 1-18. Δημιουργήθηκε στις 22/6/2017 Σελίδα 6/9

Βιβλιογραφία : Boardman J., Early Greek Vase Painting, London 1998 Cook R.M., Dupont P., East Greek Pottery, London 1998 Walter-Karydi Ε., Samische Gefässe des 6. Jahrhunderts v. Chr., Bonn 1973, Samos VI.1. Roebuck C., Ionian Trade and Colonization, (επανέκδοση, Chicago 1985), New York 1959 Walter-Karydi Ε., "Äolische Kunst", AntK, 7, 1970, 3-18 Lenz D., "Karische Keramik im Martin von Wagner-Museum, Würzburg", JÖAI, 66, 1997, 29-61 Schefold K., "Knidische Vasen und Verwandtes", JDI, 57, 1942, 124-142 Schierring W., "Eine Amphora des Schwalbenmalers im Louvre", RA, 1974, 3-14 Waldbaum J.C., Magness J., "The Chronology of Early Greek Pottery: New Evidence from Seventh-Century B.C. Destruction levels from Israel", AJA, 101, 1997, 2-40 Gercke P., Funde aus der Antike, Kassel 1981 Lemos A.A., Archaic Pottery of Chios: The decorated styles, Oxford 1991 Schierring W., Werkstätten orientalisierender Keramik auf Rhodos, Berlin 1957 Walter H., Frühe samische Gefässe. Chronologie und Landschaftsstile ostgriechischer Gefässe, Bonn 1968, Samos 5 Καρδάρα Χ., Ροδιακή Αγγειογραφία, Αθήνα 1963 Bertino A., "Un krateriskos cretese di stile orientalizzante", RendPontAcc, 41, 1968-1969, 29-52 Cook R.M., "Antecedents of Fikellura", Anatolia, 21, 1978-1980, 71-74 Cook R.M., "The Swallow Painter and the Bearded Sphinx Painter", AA, 1981, 454-461 Cook R.M., "East Greek Influences on Etruscan Vase Painting", PP, 44, 1989, 161-173 Cook R.M., "A Wild Goat Oinochoe in Laon", Eumousia. Ceramic and Iconographic Studies in Honour of Alexander Cambitoglou, Sydney 1990, 55-56 Cook R.M., "The Wild Goat and Fikellura Styles: Some Speculations", Oxford Journal of Archaeology, 11.3, 1992, 255-266 Cook R.M., "A Carian Wild Goat Workshop", Oxford Journal of Archaeology, 12.2, 1993, 109-115 Cook R.M., "A Carian(?) Oinochoe", Cambitoglou, A., Classical Art in the Nicholson Museum, Sydney, Mainz, 59-63 Cook R.M., "A List of Carian Orientalising Pottery", Oxford Journal of Archeology, 18, 1999, 79-93 Furtwängler A.E., "Heraion von Samos: Grabungen in Südtemenos 1977, I: Schicht- und Baubefund, Δημιουργήθηκε στις 22/6/2017 Σελίδα 7/9

Keramik", AM, 95, 1980, 149-224 Giuliano A., "Un pittore a Vulci nella II meta del VII secolo a.c.", JDI, 78, 1963, 183-199 Giuliano A., "Un pittore a Vulci nella II meta del VII secolo a.c. (Addenda)", AA, 1967, 7-11 Greenwalt C.H., "Orientalising Pottery from Sardis: The Wild Goat Style", CSCA, 3, 1970, 55-89 Greenwalt C.H., "Fikellura and Early Fikellura Pottery from Sardis", CSCA, 4, 1971, 43-56 Hemelrijk E.A., "A Group of Provincial East-Greek Vases from South-Western Asia Minor", BABesch, 56, 1981, 33-55 Hind J., "A Wild Goat Style Oinochoe in Christchurch, New Zealand", AA, 1971, 130-135 Kerschner M., "Ein Kessel der frühen Tierfriesstiles aus den Grabungen unter der Tetragonos-Agora in Ephesos", JOAI, 66, 1997, 9-27 Brown K., The Question of Near Eastern Textile Decoration of the Early First Millennium B.C. as a source for Greek Vase Painting of the Orientalising Style, Ann Arbor 1989, Diss. UMI Δικτυογραφία : East Greek Pottery http://www2.ocn.ne.jp/~greekart/vase/h_east1_e.html 'Wild Goat' Krater http://www.britishmuseum.org/explore/highlights/highlight_objects/gr/m/miniature_krater_with_rams_hea.aspx Wild Goat Style http://www.regione.sicilia.it/beniculturali/dirbenicult/wgs_web/home.html Γλωσσάριo : αμφορέας, ο Aπό τις λέξεις «αμφί» και «φέρω». Αγγείο με μακρόστενο ωοειδές σώμα και λαιμό στενότερο αυτού, που φέρει εκατέρωθεν δύο όμοιες κάθετες λαβές και στηρίζεται σε μικρό πόδι. Παραγόταν σε διάφορα μεγέθη, από τα μικρά δοχεία αρωματικών ελαίων έως τα μεγάλα αποθηκευτικά αγγεία για τη μεταφορά ή την αποθήκευση κυρίως υγρών αλλά και στερεών. Υπάρχουν πολλοί τύποι αμφορέων, όπως οι οξυπύθμενοι, οι παναθηναϊκοί, οι αμφορείς με λαιμό, οι νικοσθενικοί, οι αμφορείς SOS, οι τυρρηνικοί, οι τύπου Nola. δίνος, ο (λέβης, ο) Μεγάλο, ανοιχτό ημισφαιρικό αγγείο χωρίς λαβές και πόδι και με πολύ χαμηλό λαιμό. Χρησιμοποιούνταν ως αγγείο ανάμειξης κρασιού με νερό, ενώ δινόταν και ως έπαθλο. εξαίρεση, η Τεχνικός όρος στην αγγειογραφία που υπονοεί ότι μια μορφή ή λεπτομέρεια αφήνεται άβαφη σε μια περιοχή που είναι βαμμένη μαύρη. επίχρισμα, το (ή γάνωμα) Πηλός σε υγρή μορφή που καλύπτει την επιφάνεια ενός κεραμικού αντικειμένου προκειμένου αυτό να αποκτήσει απαλή επιφάνεια μετά την όπτηση. ετρουσκο-κορινθιακή κεραμεική, η Κατηγορία διακοσμημένης κεραμικής που παραγόταν στη Βόρεια Ιταλία, από το 630 ως το 540 π.χ περίπου, αντιγράφοντας κορινθιακά πρότυπα. Οι πρώτοι τεχνίτες του ρυθμού αυτού θα πρέπει να ήταν Κορίνθιοι που μετανάστευσαν στη Δύση. κρατήρας, ο Από το ρήμα «κεράννυμι» (αναμειγνύω). Μεγάλο ανοιχτό αγγείο για τη μείξη του οίνου με το νερό. Το κρασί αυτό εκχυόταν σε οινοχόες. Υπάρχουν πολλοί τύποι κρατήρων: οι κιονωτοί, οι ελικωτοί, οι καλυκωτοί και οι κωδωνόσχημοι. Τοποθετούνταν συνήθως στο κέντρο του δωματίου όπου γίνονταν τα συμπόσια. Δημιουργήθηκε στις 22/6/2017 Σελίδα 8/9

κύλικα, η Βασικό αγγείο πόσεως των αρχαίων. Αποτελείται από ευρύ και ρηχό σώμα, το οποίο στηρίζεται σε λεπτό στέλεχος που απολήγει σε πόδι. Έχει πάντα οριζόντιες λαβές διαταγμένες συμμετρικά, συχνά αναδιπλωμένες. Ο εσωτερικός επίπεδος κυκλικός πάτος του αγγείου χρησιμοποιούνταν ως επιφάνεια ζωγραφικής διακόσμησης. Υπάρχουν πολλοί τύποι κυλίκων: τύπου κωμαστών, τύπου Σιάννων, τύπου Α (οφθαλμωτές), τύπου Β, τύπου Γ, τύπου Kassel, τύπου Droop. μελανόμορφος ρυθμός, ο Διακοσμητική τεχνική της αγγειογραφίας κατά την οποία οι μορφές αποδίδονται με μαύρο χρώμα πάνω στο ανοιχτόχρωμο φόντο του αγγείου, ενώ οι ενδυματολογικές και ανατομικές λεπτομέρειες δηλώνονται με εγχάρακτες γραμμές. οινοχόη, η Από τις λέξεις «οίνος» και «χέω». Ωοειδής κανάτα κρασιού με μία λαβή, συνήθως ψηλότερη του πλάτους της. Έχουν διακριθεί 10 τύποι βάσει διαφοροποιήσεων στο προφίλ, το στόμιο και τη μορφή της λαβής του αγγείου. όλπη, η Παλαιότερα εθεωρείτο τύπος οινοχόης. Αγγείο ωοειδές και ψηλό συγκριτικά με το εύρος του. Φέρει ψηλή κάθετη λαβή που υψώνεται πάνω από το στόμιο του και χρησιμοποιείται για την έκχυση υγρών. πινάκιο, το Επιζωγραφισμένο πιάτο. πλοχμός, ο Φυτικό κόσμημα από περιπλεγμένους βλαστούς. ρόδακας, ο Διακοσμητικό στοιχείο κυκλικού σχήματος με μορφή τυποποιημένου άνθους τριαντάφυλλου, με έναν ή δύο ομόκεντρους κύκλους πετάλων. σκιαγραφία, η Τεχνική της αγγειογραφίας, κατά την οποία οι μορφές αποδίδονται με τη χρήση μελανού κυρίως χρώματος, χωρίς εγχάρακτες λεπτομέρειες. Δημιουργήθηκε στις 22/6/2017 Σελίδα 9/9