ΙΖΗΜΑΤΙΝΟΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ Ιζηματινο-αντίδραση ονομάζουμε την ένωση ενός διαλυτού αντιγόνου με το ομόλογο αντίσωμα του και το σχηματισμό ιζήματος. Στην πρώτη φάση γίνεται η ταχεία ένωση του αντιγόνου με το αντίσωμα και ο σχηματισμός μικρών διαλυτών συμπλεγμάτων αντιγόνου-αντισώματος. Στη δεύτερη φάση τα διαλυτά συμπλέγματα συνδέονται μεταξύ τους και σχηματίζουν μεγάλα αδιάλυτα συμπλέγματα τα οποία με την παρουσία ηλεκτρολύτη που είναι απαραίτητος καθιζάνουν και σχηματίζουν ορατό ίζημα.
Διαλυτό αντιγόνο + ομόλογο αντίσωμα Ιζηματινοαντιδράσεις (Ανοσοκαθίζηση) Immunoprecipitation 2 Φάσεις: 1 η φάση Αντιγόνο + αντίσωμα => μικρά διαλυτά συμπλέγματα 2 η φάση Σχηματισμός μεγάλων αδιάλυτων συμπλεγμάτων
ΙΖΗΜΑΤΙΝΟΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ Τα αντισώματα που μετέχουν στις ιζηματινοαντιδράσεις ονομάζονται ιζηματίνες. Για να πραγματοποιηθεί μια αντίδραση πρέπει να υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες PH, Θερμοκρασία καθώς και η παρουσία ηλεκτρολύτη. Σημαντικό ρόλο παίζουν οι συγκεντρώσεις (αναλογία) αντιγόνου-αντισώματος. Οι ιζηματινοαντιδράσεις διακρίνονται σε αυτές που γίνονται σε υγρό μέσο και αυτές που γίνονται σε πηκτή (γελη).
ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΑΝΤΙΓΟΝΟΥ-ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΟΣ Οι ορολογικές αυτές μέθοδοι εφαρμόζονται για την ανίχνευση αντισώματος με τη χρήση γνωστού αντιγόνου για την διάγνωση διαφόρων νόσων ή για τον προσδιορισμό άγνωστου αντιγόνου ( π.χ μικροβίου ή ιού). Εκτός από τις ιζηματινοαντιδράσεις και τις συγκολλητινοαντιδράσεις στην εργαστηριακή διάγνωση υπάρχουν και άλλες αντιδράσεις ιατρικής σημασίας, όπως τυποποίηση και διάγνωση ιών, αναστολής αιμοσυγκόλλησης, διάφορες δερματικές αντιδράσεις με την χορήγηση ενδοδερμικά αντιγόνων για την διαπίστωση αντιδρασίνης.
Παράγοντες που επηρεάζουν την ιζηματινοαντίδραση Καμπύλη Heidelberger-Kendall ph T Ηλεκτρολύτες (Ιονική ισχύ του διαλύματος) Συγγένεια Θέση και αριθμός των επιτόπων* ΣΧΕΤΙΚΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΑΝΤΙΓΟΝΟΥ-ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΟΣ
Είδη ιζηματινοαντιδράσεων : Ποιοτικές: +/- ενός αντιγόνου ή αντισώματος Ποσοτικές: ακριβής προσδιορισμός της συγκέντρωσης του αντιγόνου ή αντισώματος π.χ (GMT) Ανάλογα με το μέσο που γίνονται οι ιζηματινοαντίδρασεις διακρίνονται: Ιζηματινοαντίδρασεις σε υγρό μέσο Ιζηματινοαντίδρασεις σε πηκτή
Μέθοδοι ανοσοδιάχυσης Ποιοτικές Ποσοτικές Διπλή ανοσοδιάχυση (πηκτή) Μονή ανοσοδιάχυση (υγρό μέσο ή πηκτή) Κυκλοτερής ανοσοδιάχυση (πηκτή) Ηλετροανοσομέτρηση (πηκτή)
Ιζηματινοαντιδράσεις σε υγρό μέσο Η σύνδεση αντιγόνου αντισώματος δεν είναι στατική αλλά εξελίσσεται ανάλογα με την ποσότητα του αντιγόνου και του αντισώματος. Για να έχουμε σχηματισμό ορατού ιζήματος πρέπει να υπάρχει άριστη αναλογία αντιγόνου αντισώματος. Σε περίπτωση περίσειας αντιγόνου ή αντισώματος δεν παρατηρείται ίζημα. Η διαδικασία αυτή μελετάται στην καμπύλη Heidelberger-Kendall (καμπύλη ποσοτικής ιζηματινοαντίδρασης).
καμπύλη Heidelberger- Kendall α. ζώνη περίσσειας αντισώματος (απουσία ιζήματος). β. ζώνη ισορροπίας αντιγόνου αντισώματος γ. ζώνη περίσσειας αντιγόνου (απουσία ιζήματος).
Δοκιμή του δακτυλίου (ring test) Είναι απλή μορφή ίζηματινο-αντίδρασης είναι ποιοτική μέθοδος και γίνεται σε λεπτό σωλήνα. 1. στον πυθμένα λεπτού σωλήνα τοποθετούμε το διάλυμα αντισώματος 2. στη συνέχεια επιστιβάζουμε με προσοχή το διάλυμα αντιγόνου, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό ενός λευκού δακτυλίου (ορατό ίζημα) που οφείλεται στον σχηματισμό αδιάλυτων συμπλεγμάτων αντιγόνου-αντισώματος. Είναι γρήγορη μέθοδος και έχει χρησιμοποιηθεί για αναζήτηση πνευμονιόκοκκου στο ΕΝΥ για μηνιγγίτιδα και για ταξινόμηση β-αιμολυτικών στρεπτόκοκκων.
ΔΟΚΙΜΗ ΔΑΚΤΥΛΙΟΥ (RING TEST) Διαδικασία διάλυμα αντισώματος στον πυθμένα του λεπτού σωλήνα διάλυμα του αντιγόνου (με προσοχή) Λευκός δακτύλιος (ορατό ίζημα) *εάν το αντίσωμα είναι ειδικό για το αντιγόνο
Ιζηματινοαντιδράσεις σε πηκτή 1. Απλή διάχυση προς μία κατεύθυνση 2. Διπλή διάχυση προς μία κατεύθυνση 3. Διπλή διάχυση προς δύο κατευθύνσεις (Ouchterlony) 4. Κυκλοτερής ανοσοδιάχυση (Mancini) 5. Ανοσοηλεκτροφόρεση 6. Ανοσοκαθήλωση Οι αντιδράσεις αυτές γίνονται μέσα σε ημίρρευστο υλικό (άγαρ, αγαρόζη) Για να ανιχνευθεί πιο εύκολα η γραμμή καθίζησης ορισμένες φορές χρησιμοποιούνται ειδικές χρωστικές για πρωτεΐνες
Διπλή διάχυση προς δύο κατευθύνσεις (Ouchterlony) Η μέθοδος γίνεται σε τρυβλίο ή σε γυάλινη πλάκα. Πάνω στο άγαρ ανοίγονται δύο οπές. Στη μία τοποθετείται το διάλυμα του αντιγόνου και στην άλλη του αντισώματος. Στο σημείο που θα συναντηθούν με άριστη αναλογία ανάμεσα στις δύο οπές θα σχηματιστεί η γραμμή καθίζησης.
(Ouchterlony) Κατά την μέθοδο του Σουηδού ερευνητή εισάγει την διπλή διάχυση σε δύο διαστάσεις. Κόπτονται και σχηματίζονται οπές, το αντιγόνο και ο ορός που περιέχει αντίσωμα τίθενται στις δύο οπές. Τα μόρια διαχέονται στο άγαρ και στα σημεία συναντήσεως σε άριστη αναλογία σχηματίζονται λευκές γραμμές καθιζήσεως.
Ouchterlony
Ouchterlony) Εάν το μ.β του αντιγόνου είναι μεγαλύτερο του αντισώματος η σχηματιζόμενη γραμμή είναι κοίλη πρός την οπή του αντιγόνου, αντίστροφα εάν το μ.β του αντισώματος είναι μεγαλύτερο είναι κοίλη προς την πλευρά αυτού. Εάν έχουν το ίδιο μοριακό βάρος η γραμμή καθίζησης είναι ευθεία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ταχύτητα διαχύσεως μιας ουσίας αυξάνει ανάλογα νε την συγκέντρωση και ελαττώνεται ανάλογα με το μοριακό βάρος.
ΚΥΚΛΟΤΕΡΗΣ ΑΝΟΣΟΔΙΑΧΥΣΗ (Mancini Πάνω σε τρυβλιο ή πλάκα επιστρώνουμε άγαρ στο οποίο έχουμε ενσωματώσει διάλυμα αντισώματος. Ανοίγουμε οπές στις οποίες τοποθετούμε το διάλυμα του αντιγόνου, το οποίο διαχέεται. Κοντά στην οπή η (περίσσεια) αντιγόνου δεν σχηματίζει ίζημα. Όσο απομακρύνεται από την οπή η πυκνότητα ελαττώνεται και στο σημείο που θα βρει την άριστη αναλογία αντιγόνου αντισώματος εμφανίζει δακτύλιο.
Περιγραφή μεθόδου μέτρησης της IgG 1. Σε ένα τρυβλίο επιστρώνουμε άγαρ μέσα στο οποίο έχει ενσωματωθεί αντίσωμα έναντι της IgG (IgG-αντιορός). 2. Στη συνέχεια, ανοίγουμε οπές πάνω στο άγαρ. Στην μια οπή τοποθετούμε τον ορό αίματος του εξεταζόμενου ατόμου και στις άλλες οπές τοποθετούμε διαδοχικές αραιώσεις μιας γνωστής (standard) ποσότητας IgG που θα χρησιμοποιηθεί για τις συγκρίσεις με το σχηματισμό καμπύλης αναφοράς (καμπύλης standard).
Καμπύλη αναφοράς Αφήνουμε τους ορούς που περιέχονται στις οπές να διαχυθούν μέσα στο άγαρ. Η ανοσοσφαιρίνη IgG που περιέχεται στον εξεταζόμενο ορό δρα σαν αντιγόνο, και καθώς διαχέεται γύρω από την οπή, αντιδρά με το ενσωματωμένο στο άγαρ αντι-igg αντίσωμα, σχηματίζοντας δακτύλιο καθίζησης γύρω από την οπή. Δακτύλιους καθίζησης θα σχηματίσουν και οι αραιώσεις (standards) με τις γνωστές περιεκτικότητες σε IgG που τοποθετήσαμε στις άλλες οπές. Συγκρίνοντας τώρα τη διάμετρο του δακτυλίου του εξεταζόμενου δείγματος με τις αντίστοιχες των standards μπορούμε να υπολογίσουμε την περιεκτικότητα σε IgG του ορού τον οποίο εξετάζουμε. Κάνουμε δηλαδή μια καμπύλη αναφοράς (καμπύλη standard) βάσει της οποίας υπολογίζουμε την ποσότητα IgG του άγνωστου δείγματος.
ΚΥΚΛΟΤΕΡΗΣ ΑΝΟΣΟΔΙΑΧΥΣΗ (Mancini)
Ποσοτικές Μέθοδοι ανοσοδιάχυσης Κυκλοτερής ανοσοδιάχυση (Mancini) Εξεταζόμενος ορός Άγαρ με ενσωματωμένο αντι-igg,a,m αντίσωμα (αντιορό) (1,2,3,4) ορός γνωστής συγκέντρωσης IgG,A,M Διάμετρος δακτυλίου Συγκέντρωση αντιγόνου (IgG,A,M) Κυκλοτερής ανοσοδιάχυση σε πλάκα
Προσδιορισμός : Μέθοδοι ανοσοδιάχυσης Εφαρμογές CRP Ανοσοσφαιρινών αντι-ενα Παραγόντων του συμπληρώματος Διάφορων πρωτεϊνών πλάσματος διαγνωστικής σημασίας κ.α.
ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ IgG Χρησιμοποιήθηκε για ποσοτικό προσδιορισμό των IgG, IgA, IgM. Σε ένα τρυβλίο στρώνουμε άγαρ με ενσωματωμένο IgG αντιορό. Στη συνέχεια ανοίγουμε οπές πάνω στο άγαρ,στη μία οπή τοποθετούμε το ορό του εξεταζόμενου και στις άλλες οπές διαδοχικές αραιώσεις μιας γνωστής (standard) ποσότητας IgG που θα χρησιμοποιηθεί για τις συγκρίσεις με το σχηματισμό της καμπύλης αναφοράς. Κατά τον ίδιο τρόπο υπολογίζουμε και τις ανοσοσφαιρίνες IgA και IgM χρησιμοποιώντας δύο ξεχωριστά τρυβλία.
Αυτοματοποιημένos ποσοτικός προσδιορισμός των ανοσοσφαιρινών με κυκλοτερή ανοσοδιάχυση (Mancini)
- +
ΑΝΟΣΟΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ Η μέθοδος συνδυάζει τον ηλεκτροφορητικό διαχωρισμό των πρωτεϊνών με την ανοσολογική τους αναγνώριση από αντιορούς ώστε να γίνει ταυτοποίηση και έλεγχος. Γίνεται πρώτα ηλεκτροφόρηση του ορού η των βιολογικών υγρών πάνω σε αγαρόζη. Μετά την ηλεκτροφόρηση ανοίγουμε αυλάκι στα πλάγια της διαδρομής του ορού. Τοποθετούμε αντίσωμααντίορός έναντι της πρωτεΐνης που ελέγχουμε. Με αυτό τον τρόπο ελέγχουμε το τόξο καθίζησης που θα σχηματισθεί αντιγόνο-αντίσωμα. Το σχήμα που θα δημιουργηθεί το συγκρίνουμε με τόξα φυσιολογικών μαρτύρων για την ύπαρξη τυχόν παθολογικών πρωτεϊνών.
ΑΝΟΣΟΗΛΕΚΤΡΟΦΟΡΗΣΗ
ΑΝΟΣΟΚΑΘΗΛΩΣΗ Σήμερα η ανοσοηλεκτροφόρηση έχει αντικατασταθεί από την ανοσοκαθήλωση. Γίνεται πρώτα ηλεκτροφόρηση του ορού και στην συνέχεια απλώνεται αντιορός σε όλη την επιφάνεια και επωάζεται. Κατά την επώαση το κάθε αντίσωμα ενώνεται με την αντίστοιχη πρωτεΐνη (αντιγόνο) και μας δίνει γραμμή καθίζησης που με χρώση γίνεται εμφανής. Αυτή η μέθοδος υπερτερεί γιατί μας δίνει πιο σαφή εικόνα, είναι περισσότερο ευαίσθητη, βρίσκει περισσότερες από μια μονοκλωνικές και εντοπίζει τις πρωτεΐνες ακόμη και όταν καλύπτονται από άλλες πρωτεΐνες,κάτι που δεν μπορεί να το κάνει η ανοσοηλεκτροφόρηση.
ΑΝΟΣΟΚΑΘΗΛΩΣΗ