COOH Πυρρολιδίνη Πυρρολιζιδίνη Τροπάνιο: Πυρρολιδίνη + Πιπεριδίνη N Νικοτινικό οξύ (Νιασίνη, Β3) N N N N Ινδολιζιδίνη HOOC COOH NH 2 H 2 N H 2 N COOH N Κινολιζιδίνη Γλουταμικό οξύ Ορνιθίνη N HOOC COOH HOOC COOH O NH 2 Α-κετογλουταρικό οξύ HOOC NH 2 COOH HOOC NH 2 NH 2 COOH H 2 N H2 N COOH [ ] N Ασπαρτικό οξύ Λυσίνη Πιπεριδίνη (κώνειο) ( CH2 CO )n.
COOH COOH COOH NH 2 N Κινολίνη HO OH OH Σικιμμικό οξύ HOOC OH COOH O COOH Χορισμικό οξύ COOH Ανθρανιλικό οξύ OH N N O Κιναζολίνη N H OP N OH Πρεφενικό οξύ O OH Βενζοξαζόλη COOH COOH R NH 2 Φαινυλαλανίνη - τυροσίνη NH 2 N H Τρυπτοφάνη Ινδόλιο N Ισοκινολίνη N N N N N [nucleotides] Πουρινικές βάσεις N N H NH 2 Ιστιδίνη COOH N N Ιμιδαζόλιο
ΣΤΕΡΟΕΙΔΙΚΑ ΑΛΚΑΛΟΕΙΔΗ Hollarrhena pubescens, Apocynaceae Δρόγη είναι ο φλοιός
Progesterone Cholesterol solanidine κονεσσίνη
Hollarrhena pubescens, Apocynaceae
κονεσσίνη και Hollarrhena στο παρελθόν χρησιμοποιήθηκαν στη θεραπεία της αμοιβάδωσης κονεσσίνη καρπαΐνη
Hollarrhena pubescens, Apocynaceae περιέχει στεροειδικά αλκαλοειδή
Hollarrhena floribunda, Apocynaceae
Hollarrhena floribunda, Apocynaceae
κονεσσίνη στο παρελθόν χρησιμοποιήθηκε στη θεραπεία της αμοιβάδωσης Entamoeba histolytica: παθογόνο αναερόβιο πρωτόζωο, ξενιστής ιών, παρασιτεί κυρίως στον άνθρωπο (έντερο), προκαλεί δυσεντερία (αμοιβάδωση) ή αποστήματα στο ήπαρ και τους πνεύμονες Η αμοιβάδωση σήμερα αντιμετωπίζεται με μετρονιδαζόλη τροφοζωΐδια αμοιβάδας (η δραστική μορφή) με ερυθροκύτταρα ξενιστή στο κυτταρόπλασμα
Αμοιβάδωση Παρασιτική νόσος τροπικών αλλά και εύκρατων χωρών, οφείλεται στο πρωτόζωο Entamoeba histolytica (ιστολυτική αμοιβάδα), παρασιτικό οργανισμό στο έντερο του ανθρώπου και ανώτερων θηλαστικών. Μεταδίδεται με επαφή ή με λήψη μολυσμένων τροφών και νερού Η βλαστική μορφή εμφανίζεται στο λεπτό έντερο του αρρώστου, εγκαθίσταται στις κρύπτες του παχέος εντέρου και τρέφεται από τα υπολείμματα της πέψης. Σε ορισμένες περιπτώσεις η παρασιτική αυτή μορφή οδηγεί σε φλεγμονή και έλκη στο βλεννογόνο του εντέρου (αμοιβαδική δυσεντερία) ή αποστήματα στο ήπαρ Malaria (P. falciparum), Toxoplasmosis (Toxoplasma gondii), Trypanosomiasis (Trypanosoma cruzi), Leishmaniasis (Leishmania spp),
ΣΤΕΡΟΕΙΔΙΚΑ ΑΛΚΑΛΟΕΙΔΗ Veratrum album, Liliaceae λευκός ελλέβορος Η ρίζα είναι vere ater - μαύρη. Δρόγη είναι η ρίζα: Περιέχει τοξικά αλκαλοειδή (παραλυτική δράση στο νευρικό) Συμπτώματα από το πεπτικό, εφίδρωση, μυϊκή αδυναμία, βραδυκαρδία, υπόταση, αρρυθμία, θάνατος
Progesterone Cholesterol Veratridine
Veratrum album δρόγη του Β. ημισφαιρίου -χρήση στην κινέζικη θεραπευτική και σε φυλές Ινδιάνων -παρασιτοκτόνο (τοξική σε ψυχρόαιμα ζώα) -δηλητήριο σε βέλη Κατά τη διάρκεια του χειμώνα η τοξικότητα της δρόγης είναι μειωμένη τα αλκαλοειδή μεταβολίζονται
Veratrum album, Liliaceae -Η δρόγη χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν σαν αντιϋπερτασικό (1930) -Μικρή διαφορά μεταξύ τοξικής και θεραπευτικής δόσης Therapeutic Index Θεραπευτικός δείκτης ή Θ. λόγος = LD50/ED50
Veratrum album, Liliaceae
Veratrum album, Liliaceae
Veratrum album
Cyclopamine Veratrum californicum, Liliaceae Ηedgehog genetic pathway C. Nüsslein-Volhard and E. Wieschaus Nobel Prize, Medicine, 1995 Υπό μελέτη σαν αντικαρκινικό σε μορφές καρκίνου: βασεοκυτταρικό καρκίνωμα, μυελοβλάστωμα, γλιοβλάστωμα, πολλαπλούν μυέλωμα Εχει τερατογόνο δράση (holoprosencephaly - cyclopia)
ΣΤΕΡΟΕΙΔΙΚΑ ΑΛΚΑΛΟΕΙΔΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Solanum Solanum dulcamara Solanum nigrum Solanum tuberosum Solanaceae Στεροειδικά αλκαλοειδή του γένους Solanum: πιθανώς προέρχονται από το μεταβολισμό της χοληστερόλης απαντούν και υπό μορφή γλυκοσιδών (γλυκοαλκαλοειδή: υδατοδιαλυτά μόρια, επιφανειοδραστικά) Προκαλούν αλλοιώσεις στις βιολογικές μεμβράνες (όπως οι σαπωνίνες) Συμπτώματα από το πεπτικό Δεν χρησιμοποιούνται θεραπευτικά
Solanum dulcamara Solanaceae Πολυετές αναρριχόμενο φυτό, ευδοκιμεί σε εύκρατες χώρες εξαπλώνεται σε καλλιέργειες (ζιζάνιο) Ο.Α. 0,65% στους καρπούς
Solanum dulcamara Solanaceae
Solanum dulcamara Solanaceae
Solanum dulcamara
Solanum nigrum, Solanaceae Δρόγη είναι οι καρποί Το φυτό χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα στη θεραπευτική σαν διουρητικό και καθαρτικό
Solanum nigrum, Solanaceae Ο.Α. 1-2% στους καρπούς και τα φύλλα Ζιζάνιο σε καλλιέργειες, μπορεί να προκαλέσει ήπια δηλητηρίαση με πεπτικές διαταραχές
Solanum nigrum, Solanaceae
Solanum nigrum, Solanaceae
Solanum nigrum, Solanaceae οι καρποί χρησιμοποιούνται στη φυτοθεραπευτική για αντιφλεγμονώδη δράση
Solanum toberosum Solanaceae πατάτα
Solanum tuberosum, Solanaceae
Solanum tuberosum
Solanum tuberosum Το φυτό προέρχεται από το Περού - αρχαιολογικά ευρήματα σε Περού, Βολιβία, Χιλή - 10.000 π.χ. Στην Ευρώπη μεταφέρθηκε το 1536 από τους Ισπανούς
Σπόροι πατάτας μεγέθους 30-40 mm
Solanum tuberosum
Solanum tuberosum
Υπάρχουν πολλές καλλιεργούμενες ποικιλίες Solanum tuberosum «Examen chymique des pommes de terres» (Antoine Parmentier Paris, 1774) Louis ΧI, Marie Antoinette
Potatoes Vitelotte
Solanum toberosum
α-σολανίνη α-solanine στεροειδικό αλκαλοειδές (γλυκοαλκαλοειδές) Ανιχνεύεται σε όλο το φυτό, κυρίως στους πράσινους βλαστούς (500 mg/ 100g πατάτας) και στο φλοιό (απομακρύνεται με το ξεφλούδισμα) δεν πρέπει να ξεπερνά τα 200 mg/κg πατάτας (συνήθως 25-100 mg/κg στη φλούδα)
Τοξικότητα της σολανίνης Σε δηλητηρίαση από σολανίνη τα πρώτα συμπτώματα αφορούν το πεπτικό: ναυτία, έμετος, κοιλιακά άλγη, διάρροια. Σε σοβαρότερες περιπτώσεις: διαταραχή του καρδιακού ρυθμού, ίλιγγος, πονοκέφαλος, παραισθήσεις, μυδρίαση, υποθερμία. Τοξικά συμπτώματα έχουν αναφερθεί με 25 mg σολανίνης για ενήλικες θανατηφόρος δόση περίπου 2-6 mg/κg βάρους
σολανιδίνη (solanidine) σολανιδίνη (solanidine): το άγλυκο γλυκοσίδες με διάφορες αλληλουχίες σακχάρων οδηγούν στο σχηματισμό των γλυκοαλκαλοειδών α- β- και γ- σολανίνη (solanine), α- β- και γ- χακονίνη (chaconine) κ.α.
σολασοδίνη (solasodine): γλυκοσίδες με διάφορες αλληλουχίες σακχάρων οδηγούν στο σχηματισμό των γλυκοαλκαλοειδών σολασονίνη (solasonine), σολαμαργίνη (solamargine) κ.α.
α σολανίνη α - solanine χακονίνη chaconine σολανίνη και χακονίνη: τοξικά στεροειδικά γλυκοαλκαλοειδή, Πιθανώς προστατεύουν την άγουρη πατάτα από προσβολές εντόμων και μυκήτων Δίνουν πικρή γεύση
Εδώδιμα είδη Solanum Solanum tuberosum (πατάτα), Solanum lycopersicum (τομάτα), Solanum melongena (μελιτζάνα)