Αλληλεπίδραση και Ελαστικότητες

Σχετικά έγγραφα
Ισοζύγιο Πληρωμών και Εισόδημα

Οικονομική Πολιτική Ι: Σταθερές Συναλλαγματικές Ισοτιμίες χωρίς Κίνηση Κεφαλαίου

Συναθροιστική Zήτηση στην Aνοικτή Οικονομία

Οικονομική Πολιτική ΙΙΙ: Κυμαινόμενες Συναλλαγματικές Ισοτιμίες με Kίνηση Kεφαλαίου

Οικονομική Πολιτική ΙI: Σταθερές Συναλλαγματικές Ισοτιμίες με Κίνηση Κεφαλαίου

Η Ανοιχτή Οικονομία και η Αγορά Συναλλάγματος

1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ

Ερώτηση Α.1 (α) (β)



Ο Βραχυχρόνιος Προσδιορισμός του Ισοζυγίου Πληρωμών

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών


20 Ισορροπία στον εξωτερικό τομέα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΙΙ

5 Ο προσδιορισμός του εισοδήματος: Εξαγωγές και εισαγωγές

ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Ισορροπία στον Εξωτερικό Τομέα της Οικονομίας

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜAΚΡΟ

ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ ΔΕΟ34 Μακροοικονομική Θεωρία

21 Δημοσιονομική και νομισματική πολιτική σε α- νοικτή οικονομία

Το Νομισματικό Υπόδειγμα του Ισοζυγίου Πληρωμών

5. Tο προϊόν και η συναλλαγματική ισοτιμία βραχυχρόνια

ΔΕΟ34 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Ενδεικτική Απάντηση 3 η Γραπτή Εργασία Επιμέλεια: Σαραντής Γιάννης

1.1 Εισαγωγή. 1.2 Ορισμός συναλλαγματικής ισοτιμίας

Συναλλαγματικές ισοτιμίες και επιτόκια

Μακροοικονομική. Διάλεξη 8 Το Υπόδειγμα Mundell - Fleming

Συναθροιστική Προσφορά

3.2 Ισοζύγιο πληρωµών

Ανοικτή και κλειστή οικονομία

To Έλλειμμα του Προϋπολογισμού ως Δείκτης της Ασκούμενης Δημοσιονομικής Πολιτικής

Κεφάλαιο 5. Αποταμίευση και επένδυση σε μια ανοικτή οικονομία

5. Tο προϊόν και η συναλλαγματική ισοτιμία βραχυχρόνια

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΑΣΚΗΣΕΙΣ. 1η οµάδα. 2. Έστω ο επόµενος πίνακας παραγωγικών δυνατοτήτων: Χ Υ Κόστος. Κόστος ευκαιρίας Ψ Α /3

Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΕΚΠΑ-ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Χειμερινό Εξάμηνο Διεθνής Οικονομική Ενότητα 8. Συναλλαγματική Ισοτιμία και Αγορά Συναλλάγματος

Επαναληπτικές Ερωτήσεις - ΟΣΣ5. Τόμος Α - Μικροοικονομική

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη ΙΙ. 14 Η Μακροοικονομική της Ανοικτής Οικονομίας

Κεφάλαιο 6 Η Νοµισµατική Προσέγγιση

Εισοδήματος και Απασχόλησης Determination of Income and Employment

από την ποσοστιαία μεταβολή της ζητούμενης ποσότητας προς την ποσοστιαία Σχέση ελαστικότητας ζήτησης και κλίση της καμπύλης ζήτησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ

Διεθνείς Επενδύσεις & Διεθνές Εμπόριο

3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HECKSCHER-OHLIN

1 Αγορά συναλλάγµατος 1.1 Εισαγωγή

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Ελαστικότητα και Εφαρμογές. Αρ. Διάλεξης: 5

Εισαγωγή στην Οικονομική Ανάλυση

Το Πρότυπο Υπόδειγμα του Διεθνούς Εμπορίου 5-1

ΔΕΟ34. Απάντηση 2ης ΓΕ Επιμέλεια: Γιάννης Σαραντής. ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ 17 Περιστέρι ,

Το όφελος του διεθνούς εμπορίου η πιο αποτελεσματική απασχόληση των παραγωγικών δυνάμεων του κόσμου.


Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι

ΑΟΘ : ΘΕΜΑΤΑ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Εξετάσεις Η επιβολή από το κράτος κατώτατης τιμής στα αγροτικά προϊόντα έχει ως σκοπό την προστασία του εισοδήματος των αγροτών.

Μακροοικονομική. Διάλεξη 4 Η Καμπύλη IS

Αγορά συναλλάγματος. Αγορά συναλλάγματος

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΤΙ ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΖΕΙ ΤΗ ΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΑΓΑΘΑ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ; Y = C + I + G + NX. απάνες Κατανάλωσης από τα νοικοκυριά

Ασκήσεις 1. Με τα δεδομένα του παρακάτω πίνακα: Τιμή (Ρ) Ποσότητα (Q D )

Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ενότητα 3: Προσδιορισμός του εθνικού εισοδήματος H περίπτωση της κλειστής οικονομίας δίχως κυβέρνηση

Φραγκίσκος Κουτεντάκης Μίνως Κουκουριτάκης ΔΙΕΘΝΗΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

Μάθηµα 5ο. Το υπόδειγµα της Συνολικής Ζήτησης

Τα μέσα της εμπορικής πολιτικής

Η Διαχρονική Προσέγγιση στο Ισοζύγιο Πληρωμών

Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εισαγωγή στην Οικονομική Ανάλυση. Νίκος Θεοχαράκης Διάλεξη 5 Ιανουάριος 2014

ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ευρώ, πχ 1,40 δολάρια ανά ένα ευρώ. Όταν το Ε αυξάνεται τότε το ευρώ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΩΝ ΑΝΟΙΧΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΩΝ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Ισοζύγιο Πληρωμών & Συναλλαγματική ισοτιμία. 2 Ο εξάμηνο Χημικών Μηχανικών

Συναλλαγματικές ισοτιμίες και αγορά συναλλάγματος

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Ενότητα 4: Προσδιορισμός του εθνικού εισοδήματος H περίπτωση της κλειστής ή ανοικτής οικονομίας με κυβέρνηση

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΖΗΤΗΣΗ-ΠΡΟΣΦΟΡΑ

ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

Q D1 = P και Q S = P.

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Κεφ. 13, Ισοζύγιο Πληρωμών και οι Εθνικοί Λογαριασμοί

Δεύτερο πακέτο ασκήσεων

ΑΟΘ : ΘΕΜΑΤΑ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Βασικές αρχές. Εφαρµογές στην Ελληνική Οικονοµία. Ασκήσεις.

(1 ) (1 ) S ) 1,0816 ΘΕΜΑ 1 Ο

ΕΡΓΑΣΙΕΣ 5 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ 1 η Ομάδα: Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής

Μαρσαλιανή και Χικσιανή καμπύλη ζήτησης. Γραφική απεικόνιση. Μικροοικονομική Θεωρία Ι / Διάλεξη 7β / Φ. Κουραντή 1

Συνολική Ζήτηση, ΑΕΠ και Συναλλαγματικές Ισοτιμίες. Βραχυχρόνιοι Προσδιοριστικοί Παράγοντες του ΑΕΠ και της Συναλλαγματικής Ισοτιμίας

ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2011

Η Ελληνική Οικονομία στο Διεθνές Οικονομικό σύστημα Σημειώσεις

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

Το Υπόδειγμα Mundell Fleming και Dornbusch

Οι τιμές των αγαθών προσδιορίζονται στην αγορά από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων της ζήτησης και της προσφοράς.

Μακροοικονομική. Προσδιορισμός του εθνικού προϊοντος

Ημερομηνία: Τετάρτη 12 Απριλίου 2017 Διάρκεια Εξέτασης: 3 ώρες ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΔΕΟ 34 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΟΜΟΣ 1 ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες

Transcript:

Κεφάλαιο 4 Αλληλεπίδραση και Ελαστικότητες 4. Σύνοψη Το κεφάλαιο αυτό αποτελεί άμεση συνέχεια του προηγούμενου. Αναλύεται η ισορροπία στο ισοζύγιο πληρωμών με έμφαση στην εισοδηματική προσέγγιση λαμβάνοντας όμως υπόψη τις αλληλεπιδράσεις που προκύπτουν από την αλληλεξάρτηση των χωρών στο διεθνές εμπόριο. Στη συνέχεια, μελετάται η προσέγγιση των ελαστικοτήτων και εξετάζονται οι προϋποθέσεις εκείνες κάτω από τις οποίες μια υποτίμηση του νομίσματος θα βελτιώσει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (συνθήκη Marshall-Lerner). Τέλος, εξετάζονται οι βραχυχρόνιες επιπτώσεις μιας υποτίμησης του νομίσματος, με έμφαση στην καμπύλη J. 4.2 Αλληλεπίδραση Οι πολλαπλασιαστές και οι επιπτώσεις στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που υπολογίστηκαν παραπάνω δεν λαμβάνουν υπόψη τις αλληλεπιδράσεις που προκύπτουν από την αλληλεξάρτηση των χωρών στο διεθνές εμπόριο (Machlup (943), Metzler (942)). Οι εξαγωγές μια χώρας αποτελούν ζήτηση εγχώριων αγαθών από τον υπόλοιπο κόσμο, και θα αυξηθούν αν αυξηθεί το εισόδημα του υπόλοιπου κόσμου. Από την άλλη πλευρά, αύξηση του εγχώριου εισοδήματος θα οδηγήσει σε αύξηση των εισαγωγών και άρα σε αύξηση των εξαγωγών και του εισοδήματος του υπόλοιπου κόσμου. Αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση των εισαγωγών του υπόλοιπου 49

κόσμου και άρα αύξηση των εγχώριων εξαγωγών και εισοδήματος. Είναι προφανής λοιπόν η αλληλεξάρτηση των χωρών μέσω του διεθνούς εμπορίου. Αν υποθέσουμε λοιπόν, ότι έχουμε δυο χώρες και 2. Στην περίπτωση αυτή θα ισχύει ότι: X M 2 M 2 + m 2 Y 2 και X 2 M M + m Y Με αυτές τις σχέσεις και χρησιμοποιώντας τις συναρτήσεις της εγχώριας δαπάνης (3.6) και των εισαγωγών (3.8), το εισόδημα της χώρας δίνεται από τη σχέση: Y A (Y ) + X (Y 2 ) M (Y ) Y (Ā + a Y ) + ( M 2 + m 2 Y 2 ) ( M + m Y ) Y s + m (Ā + M 2 M ) + m 2 s + m Y 2 Αν θέσουμε το αυτόνομο κομμάτι των δαπανών προς τη χώρα B (Ā + M 2 M ) τότε: Y s + m B + m 2 s + m Y 2 (4.) Αντίστοιχα, το εισόδημα της χώρας 2 δίνεται από τη σχέση: Y 2 A 2 (Y 2 ) + X 2 (Y ) M 2 (Y 2 ) Y 2 (Ā2 + a 2 Y 2 ) + ( M + m Y ) ( M 2 + m 2 Y 2 ) Y 2 s 2 + m 2 (Ā2 + M M 2 ) + m s 2 + m 2 Y Αν θέσουμε το αυτόνομο κομμάτι των δαπανών προς τη χώρα 2 B 2 (Ā2 + M M 2 ) 50

τότε: Y 2 s 2 + m 2 B2 + m s 2 + m 2 Y (4.2) Οι παραπάνω σχέσεις (4.) και (4.2) μας επιτρέπουν να υπολογίσουμε την επίπτωση του εισοδήματος της μιας χώρας στο εισόδημα της άλλης. Έτσι μια μεταβολή του εισοδήματος της χώρας 2 θα μεταβάλλει το εισόδημα της χώρας κατά dy dy 2 m 2 s + m > 0 δηλαδή, η αύξηση του Y 2 θα αυξήσει τις εισαγωγές της χώρας 2 άρα και τις εξαγωγές και το εισόδημα στη χώρα. Ωστόσο, ένα μέρος του αυξημένου εισοδήματος στη χώρα θα μετατραπεί σε αποταμίευση και εισαγωγές από τη χώρα 2. Αντίστοιχα, μια μεταβολή του εισοδήματος στη χώρα θα μεταβάλλει το εισόδημα στη χώρα 2 κατά dy 2 dy m s 2 + m 2 > 0 Τα παραπάνω παρουσιάζονται στο διάγραμμα 4.. H καμπύλη Y Y είναι η γραφική παράσταση της (4.) και δείχνει όλους τους συνδυασμούς εισοδημάτων και των δύο χωρών που διασφαλίζουν την ισορροπία στην οικονομία, δηλαδή την ισότητα του προϊόντος (εισοδήματος) με τη δαπάνη για αυτό το προϊόν. Δεξιά και κάτω (αριστερά και πάνω) από την καμπύλη Y Y η συνολική δαπάνη για το προϊόν της οικονομίας είναι μικρότερη (μεγαλύτερη) από το προϊόν. Παρατηρείστε ότι τα σημεία E και E υποδηλώνουν ίδιο επίπεδο εισοδήματος για την οικονομία. Όμως, στο E το εισόδημα της οικονομίας 2 είναι χαμηλότερο σε σχέση με το E, και άρα οι εξαγωγές της οικονομίας θα είναι λιγότερες. Δηλαδή για δεδομένο προϊόν της οικονομίας θα υπάρχει μικρότερη συνολική δαπάνη για αυτό το προϊόν και είμαστε εκτός ισορροπίας. Όμοια, η καμπύλη Y 2 Y 2 είναι η γραφική παράσταση της (4.2) και δείχνει όλους τους συνδυασμούς εισοδημάτων που διασφαλίζουν την ισορροπία της οικονομίας 2. H κλίση της καμπύλης Y Y προκύπτει παραγωγίζοντας τη σχέση (4.) (και αντιστρέφοντας την παράγωγο για να την εκφράσουμε συμβατικά στο σύστημα αξόνων) και είναι dy 2 /dy (s + m )/m 2, ενώ η κλίση της καμπύλης Y 2 Y 2 προκύπτει παραγωγίζοντας τη σχέση (4.2) και είναι dy 2 /dy m /(s 2 + m 2 ). Είναι προφανές ότι η καμπύλη Y 2 Y 2 έχει μικρότερη κλίση σε σχέση με την καμπύλη 5

Y Y, καθώς m /(s 2 + m 2 ) < (s + m )/m 2. Y 2 Y CA 0 Y 2 Y 20 E 0 Y 2 E E Y Y 0 Y Διάγραμμα 4.: Αλληλεξάρτηση εισοδήματος Όσον αφορά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, θα πρέπει να σημειωθεί πως το πλεόνασμα (έλλειμμα) της οικονομίας είναι ίσο με το έλλειμμα (πλεόνασμα) της οικονομίας 2, δηλαδή CA CA 2. Το ισοζύγιο της οικονομίας δίνεται από τη σχέση: CA X M M 2 (Y 2 ) M (Y ) (4.3) Στο διάγραμμα 4., η καμπύλη CA 0 εκφράζει όλους τους δυνατούς συνδυασμούς Y και Y 2 που εξασφαλίζουν ισοσκελισμένο ισοζύγιο στη χώρα. Η κλίση της καμπύλης CA 0 προκύπτει χρησιμοποιώντας ολικό διαφορικό στη σχέση (4.3): 0 M 2 (Y 2 ) M (Y ) 0 m 2 dy 2 m dy dy 2 dy m m 2 > 0 52

Υποθέτουμε ότι η αρχική ισορροπία του συστήματος βρίσκεται στο σημείο E 0, στο οποίο υπάρχει ισορροπία στις αγορές αγαθών και των δύο χωρών αλλά και στο CA, δηλαδή τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών και των δύο χωρών είναι ισοσκελισμένα. Έστω ότι η ισορροπία διαταράσσεται καθώς αυξάνονται οι δημόσιες δαπάνες στην οικονομία. Αυτό θα προκαλέσει μια αύξηση της αυτόνομης δαπάνης στην οικονομία, οπότε για να αποκατασταθεί η ισορροπία θα πρέπει είτε να αυξηθεί το προϊόν στην οικονομία, ή να μειωθεί η ζήτηση για αγαθά της οικονομίας από την οικονομία 2. Όπως φαίνεται από το διάγραμμα 4.2, η καμπύλη Y Y θα μετατοπιστεί δεξιά στη θέση Y Y, έτσι ώστε σε κάθε επίπεδο εισοδήματος της οικονομίας 2 να αντιστοιχεί ένα υψηλότερο επίπεδο εισοδήματος της οικονομίας. Οπότε, χωρίς ανατροφοδοτικά αποτελέσματα το εισόδημα της οικονομίας θα διαμορφωθεί στο σημείο E, καθώς το εισόδημα της οικονομίας 2 παραμένει αμετάβλητο. Όμως το σημείο E δεν είναι σημείο τελικής ισορροπίας. Η αύξηση του εισοδήματος της οικονομίας θα αυξήσει τις εισαγωγές της άρα και τις εξαγωγές και το εισόδημα της οικονομίας 2, με αποτέλεσμα την αύξηση των δικών της εισαγωγών και άρα των εξαγωγών και του εισοδήματος της οικονομίας κ.ο.κ. Η τελική ισορροπία με ανατροφοδοτικά αποτελέσματα θα διαμορφωθεί στο σημείο E 2. Όπως φαίνεται, το σημείο E 2 αντιπροσωπεύει υψηλότερο εισόδημα ισορροπίας και για τις δύο οικονομίες αλλά και ελλειμματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών για τη χώρα (και πλεονασματικό για τη χώρα 2). Όπως αναλύσαμε παραπάνω, ο λόγος είναι ότι όταν υπάρχουν ανατροφοδοτικά αποτελέσματα, οι εισαγωγές της οικονομίας εν μέρει επανέρχονται ως ζήτηση αγαθών της οικονομίας από την οικονομία 2. Οι πολλαπλασιαστές με αλληλεπίδραση Το σημαντικότερο στοιχείο των εξισώσεων (4.) και (4.2) είναι ότι μας επιτρέπουν να υπολογίσουμε τους πολλαπλασιαστές με ανατροφοδοτικά αποτελέσματα, δηλαδή τις επιπτώσεις των μεταβολών των εξωγενών δαπανών στο εισόδημα κάθε χώρας. Παρατηρήστε ότι έχουμε ένα σύστημα δύο εξισώσεων με δύο αγνώστους, τις οποίες μπορούμε να λύσουμε αντικαθιστώντας την (4.2) στην (4.), και να πάρουμε για τη χώρα : Y m 2 s + m m B 2m + B2 s 2 +m 2 (s + m )(s 2 + m 2 ) m 2 m 53

Y 2 Y Y CA 0 Y 2 Y 2 E 2 Y 20 E 0 E Y 2 Y Y Y 0 Y Y Διάγραμμα 4.2: Αύξηση δαπανών στην οικονομία Ο πολλαπλασιαστής της αυτόνομης εγχώριας δαπάνης (δηλαδή, της χώρας ) που αντιπροσωπεύει τη δημοσιονομική πολιτική, αφού ληφθεί υπόψη η αλληλεπίδραση, είναι: dy db s + m m 2m > 0 s 2 +m 2 δηλαδή μεγαλύτερος από τον προηγούμενο της σχέσης (3.0) που είναι dy db s +m και αγνοούσε την αλληλεπίδραση. Παρότι οι εισαγωγές συνεχίζουν να αποτελούν διαρροή από το εισοδηματικό κύκλωμα, η διαρροή αυτή προκαλεί αύξηση του εισοδήματος της χώρας 2, και ένα μέρος της αύξησης αυτής επιστρέφει στη ζήτηση της χώρας σαν αυξημένες εξαγωγές. Επιπλέον, ο πολλαπλασιαστής της αυτόνομης δαπάνης της χώρας 2 είναι: dy db 2 m 2 (s + m )(s 2 + m 2 ) m 2 m > 0 54

Δηλαδή η αύξηση της αυτόνομης δαπάνης (όπως για παράδειγμα μια δημοσιονομική επέκταση) σε μια χώρα θα αυξήσει το εισόδημα στην άλλη χώρα. Προφανώς, αν επαναλάβουμε την προηγούμενη διαδικασία για τη χώρα 2, θα έχουμε: Y 2 m s 2 + m 2 m B2 2m + B s +m (s + m )(s 2 + m 2 ) m 2 m dy 2 db dy 2 db 2 s 2 + m 2 m 2m > 0 s +m m (s + m )(s 2 + m 2 ) m 2 m > 0 Θα πρέπει βεβαίως να επισημανθεί στο σημείο αυτό πως η ανάλυση για την αλληλεπίδραση αφορά μεγάλες ανοιχτές οικονομίες και όχι μικρές. Υπολογισμός των πολλαπλασιαστών με τη μέθοδο Cramer Οι επιπτώσεις από μια αύξηση της αυτόνομης δαπάνης στην οικονομία μπορούν να υπολογιστούν ευκολότερα με τη χρήση μητρών. Χρησιμοποιώντας ολικά διαφορικά στις σχέσεις Y A (Y ) + M 2 (Y 2 ) M (Y ) Y 2 A 2 (Y 2 ) + M (Y ) M 2 (Y 2 ) CA M 2 (Y 2 ) M (Y ) θα έχουμε: dy A Y dy + M 2 dy 2 M Y dy +db dy a dy +m 2 dy 2 m dy +db dy 2 A 2 dy 2 + M Y dy M 2 dy 2 dy 2 a 2 dy 2 + m dy m 2 dy 2 dca M 2 dy 2 M Y dy dca m 2 dy 2 m dy 55

Οι παραπάνω εξισώσεις μπορούν να γραφτούν με τη μορφή μητρών ως εξής: a + m m 2 0 dy ] m a 2 + m 2 0 dy 2 0 [db m m 2 dca 0 s + m m 2 0 dy ] m s 2 + m 2 0 dy 2 0 [db m m 2 dca 0 Στη συνέχεια, με τη χρήση της μεθόδου Cramer μπορούμε εύκολα να υπολογίσουμε τον πολλαπλασιαστή των αυτόνομων δαπανών με ανατροφοδοτικά αποτελέσματα για την οικονομία : dy db s + m m 2m > 0 s 2 +m 2 τον πολλαπλασιαστή των αυτόνομων δαπανών με ανατροφοδοτικά αποτελέσματα για την οικονομία 2: dy 2 db m (s + m )(s 2 + m 2 ) m 2 m > 0 όπου (s + m )(s 2 + m 2 ) m 2 m > 0, καθώς και τις επιπτώσεις στο CA για την οικονομία : dca db m 2 m m (s 2 + m 2 ) m ( m2 (s + m )(s 2 + m 2 ) m 2 m s + m m 2m < 0 s 2 +m 2 s 2 +m 2 ) Συγκρίνοντας την επίδραση στο CA με την αντίστοιχη χωρίς ανατροφοδοτικά dca αποτελέσματα που είναι db m s +m < 0, προκύπτει ότι η αρνητική επίδραση με στο CA είναι μικρότερη όταν λαμβάνονται υπόψη τα ανατροφοδοτικά αποτελέσματα. Ο λόγος είναι ότι η αύξηση της αυτόνομης δαπάνης στην οικονομία θα επιδεινώσει το CA της, όμως η επιδείνωση αυτή θα μετριαστεί λόγω των ανατροφοδοτικών αποτελεσμάτων καθώς η αύξηση του εισοδήματος της οικονομίας δεν θα οδηγήσει μόνο σε αύξηση των εισαγωγών της αλλά και σε αύξηση των εξαγωγών της. Τα παραπάνω μπορούμε να τα δούμε με το ακόλουθο παράδειγμα. Έστω η 56

οικονομία (Ευρωζώνη) και η οικονομία 2 (ΗΠΑ), για τις οποίες ισχύουν τα ακόλουθα: A 50 + 0, 7Y, M 20 + 0, 4Y, A 2 60 + 0, 8Y 2 και M 2 45 + 0, 5Y 2. Λαμβάνοντας υπόψη τον ανατροφοδοτικό μηχανισμό που λειτουργεί μέσω των διεθνών συναλλαγών, υπολογίστε τα ακόλουθα:. Τις οριακές ροπές για δαπάνη, αποταμίευση και εισαγωγές για κάθε μία από τις δύο χώρες. 2. Υπολογίστε την ισορροπία στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών για κάθε μία από τις δύο χώρες και υπολογίστε τις κλίσεις των καμπυλών Y Y και Y 2 Y 2. Υπολογίστε επίσης την κλίση της καμπύλης του CA της Ευρωζώνης, όταν αυτό βρίσκεται σε ισορροπία. 3. Έστω ότι η αυτόνομη δαπάνη στην Ευρωζώνη αυξάνεται κατά 50, δηλαδή B 50. Υπολογίστε τις επιπτώσεις στο εισόδημα της Ευρωζώνης και των ΗΠΑ, καθώς και στο CA της Ευρωζώνης. θα έχουμε λοιπόν:. A Y a 0, 7, A 2 a 2 0, 8, s a 0, 3, s 2 a 2 0, 2, M Y m 0, 4, M 2 m 2 0, 5. 2. Για την ισορροπία στην αγορά αγαθών της Ευρωζώνης θα έχουμε: Y A + X M A + M 2 M 50 + 0, 7Y + 45 + 0, 5Y 2 20 0, 4Y Y 07, 429 + 0, 743Y 2. Για την ισορροπία στην αγορά αγαθών των ΗΠΑ θα έχουμε: Y 2 A 2 + X 2 M 2 A 2 + M M 2 60 + 0, 8Y 2 + 20 + 0, 4Y 45 0, 5Y 2 Y 2 50 + 0, 574Y. Λύνοντας το σύστημα των 2 εξισώσεων, προκύπτουν τα επίπεδα ισορροπίας στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών για κάθε μία από τις δύο χώρες: Y 24, 3793 και Y 2 87, 93. Η κλίση της καμπύλης Y Y θα είναι: dy A Y dy + M 2 dy 2 M dy 0, 7dY + 0, 5dY 2 0, 4dY dy 2 dy 0,7+0,4 0,5 0,7 0,5 Y dy, 4. Η κλίση της καμπύλης Y 2 Y 2, η οποία θα πρέπει να είναι μικρότερη από την κλίση της καμπύλης Y Y, θα είναι: dy 2 A 2 dy 2 + M Y dy M 2 dy 2 0, 8dY 2 + 0, 4dY 0, 5dY 2 dy 2 dy 57 0,4 0,8+0,5 0,4 0,7 dy 2 0, 574.

Τέλος, για να είναι σε ισορροπία το CA της Ευρωζώνης, θα πρέπει CA 0. Οπότε, η κλίση της συγκεκριμένης καμπύλης θα είναι: 0 M 2 (Y 2 ) M (Y ) 0 0, 5dY 2 0, 4dY dy 2 dy 0,4 0,5 0, 8. 3. Με τη χρήση ολικών διαφορικών, θα έχουμε: dy A Y dy + M 2 dy 2 M Y dy +db dy 0, 7dY +0, 5dY 2 0, 4dY +50 dy 2 A 2 dy 2 + M Y dy M 2 dy 2 dy 2 0, 8dY 2 +0, 4dY 0, 5dY 2 dca M 2 dy 2 M Y dy dca 0, 5dY 2 0, 4dY Οπότε γράφοντας το παραπάνω σύστημα με τη μορφή μητρών θα έχουμε: a + m m 2 0 dy ] m a 2 + m 2 0 dy 2 0 [db m m 2 dca 0 0, 7 0, 5 0 dy [ ] 0, 4 0, 7 0 dy 2 0 50 0, 4 0, 5 dca 0 Συνεπώς, οι επιπτώσεις στο εισόδημα της Ευρωζώνης θα είναι: dy db s + m m 2m s 2 +m 2 0, 7 0,2 0,7 2, 438 Άρα, το εισόδημα της Ευρωζώνης θα αυξηθεί κατά dy 2, 438dB 2, 438 50 20, 6897. Οι επιπτώσεις στο εισόδημα των ΗΠΑ θα είναι: dy 2 db m (s + m )(s 2 + m 2 ) m 2 m 0, 4, 3793 (0, 7)(0, 7) 0, 2 Οπότε το εισόδημα των ΗΠΑ θα αυξηθεί κατά dy 2, 3793dB, 3793 50 68, 9655. 58

Τέλος, οι επιπτώσεις στο CA της Ευρωζώνης θα είναι: dca db m 2 m m (s 2 + m 2 ) (s + m )(s 2 + m 2 ) m 2 m 0, 2 0, 4(0, 7) 0, 2759 (0, 7)(0, 7) 0, 2 Άρα το CA της Ευρωζώνης θα επιδεινωθεί κατά dca 0, 2759dB 0, 2759 50 3, 793. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν ανατροφοδοτικά αποτελέσματα, οι πολλαπλασιαστές για τις δύο χώρες θα είναι: dy db, 4286 < 2, 438 s + m 0, 7 dy m 0, 4 0, 574 < 0, 2759 dca s + m 0, 7 dy 2 db 2, 4286 s 2 + m 2 0, 7 dy 2 m 2 0, 5 0, 743 dca 2 s 2 + m 2 0, 7 59

4.3 Ισοζύγιο και ελαστικότητες: συνθήκη Marshall-Lerner Στην προηγούμενη ενότητα εξετάσαμε τη διαδικασία εξισορρόπησης του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μέσα από την προσαρμογή του εισοδήματος. Όλες οι προσαρμογές γίνονταν μέσω του εισοδήματος καθώς οι τιμές θεωρούνταν σταθερές. Όμως, τόσο οι εισαγωγές όσο και οι εξαγωγές εξαρτώνται και από τις τιμές των αγαθών και κατ επέκταση από τη συναλλαγματική ισοτιμία. Στην ενότητα αυτή θα εξετάσουμε την επίπτωση μιας υποτίμησης του νομίσματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, η οποία προκαλεί μεταβολή των σχετικών τιμών εισαγωγών και εξαγωγών (Marshall (923), Lerner (944), Robinson (947)). Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μετριέται σε αξίες αγαθών και υπηρεσιών. Συγκεκριμένα υπολογίζει τη διαφορά της αξίας των εξαγωγών μείον την αξία των εισαγωγών. Το βασικό στοιχείο είναι πως μια υποτίμηση από τη μια πλευρά θα αυξήσει την ποσότητα των εξαγωγών και θα μειώσει την ποσότητα των εισαγωγών, αλλά από την άλλη πλευρά θα αυξήσει την αξία κάθε μονάδας εισαγωγών (σε εγχώριο νόμισμα) και θα μειώσει την αξία κάθε μονάδας εξαγωγών (σε ξένο νόμισμα). Οι δύο αυτές αντίθετες πιέσεις στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών απεικονίζονται στο διάγραμμα 4.3. Στο σχήμα (Α) αριστερά βλέπουμε την εγχώρια αγορά των εισαγόμενων αγαθών (τις εξαγωγές των ξένων). Υποθέτουμε ότι η τιμή τους σε ξένο νόμισμα (P ) είναι σταθερή, πράγμα που παριστάνουμε με μια οριζόντια καμπύλη προσφοράς εξαγωγών. Αυτό σημαίνει πως οι ξένοι πουλάνε τα αγαθά τους σε δεδομένη τιμή στο δικό τους νόμισμα και η τιμή τους στην εγχώρια αγορά (στο δικό μας νόμισμα) εξαρτάται από τη συναλλαγματική ισοτιμία. Συνεπώς, αν υπάρχει μια αρχική συναλλαγματική ισοτιμία S η καμπύλη προσφοράς εξαγωγών θα είναι η X (S P ). Με δεδομένη τη ζήτηση της χώρας μας για εισαγωγές, M(P ), το σημείο ισορροπίας θα δίνεται από την τομή των δύο καμπυλών. Αν το εγχώριο νόμισμα υποτιμηθεί, δηλαδή αυξηθεί η συναλλαγματική ισοτιμία σε S 2, τότε τα εισαγόμενα αγαθά θα γίνουν ακριβότερα στη χώρα μας, δηλαδή θα μετατοπιστεί προς τα πάνω η καμπύλη προσφοράς στη θέση X (S 2 P ). Η τιμή ισορροπίας θα αυξηθεί και η ποσότητα θα μειωθεί. Με άλλα λόγια, οι εισαγωγές μας γίνονται λιγότερες αλλά ακριβότερες, χωρίς να είμαστε βέβαιοι για την επίπτωση στη συνολική τους αξία. Γεωμετρικά, οι αντίθετες μεταβολές της αξίας των εισαγωγών φαίνονται από 60

τα δύο ανοιχτόχρωμα γκρίζα ορθογώνια του σχήματος (Α). P SP P P /S X (S 2 P ) X (S P ) X(P /S ) X(P /S 2 ) M(SP ) M (P /S) (Α) Εγχώρια αγορά M (Β) Ξένη αγορά X Διάγραμμα 4.3: Οι επιπτώσεις της υποτίμησης Από την άλλη μεριά, το σχήμα (Β) του ίδιου διαγράμματος 4.3 δείχνει ότι η υποτίμηση του νομίσματός μας θα έχει επιπτώσεις και στην ξένη αγορά που πωλούνται οι εξαγωγές μας. Υποθέτοντας πάλι ότι η τιμή σε εγχώριο νόμισμα (P ) παραμένει σταθερή, στην αρχική συναλλαγματική ισοτιμία S οι εξαγωγές μας παριστάνονται με την οριζόντια γραμμή X(P /S ). Η αύξηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας θα μετατοπίσει την καμπύλη προσφοράς προς τα κάτω στη θέση X(P /S 2 ) δηλαδή οι εξαγωγές μας θα γίνουν φθηνότερες για τους ξένους. Με δεδομένη τη δική τους ζήτηση M (P ) η νέα ισορροπία θα είναι σε χαμηλότερη τιμή και υψηλότερη ποσότητα. Με άλλα λόγια οι εξαγωγές μας γίνονται περισσότερες αλλά φθηνότερες, χωρίς να είναι δεδομένη η επίπτωση στη συνολική τους αξία. Αυτές οι αντίθετες μεταβολές φαίνονται με τα ανοιχτόχρωμα γκρίζα ορθογώνια στο σχήμα (Β). Από τη συζήτηση που προηγήθηκε 2 υποπτευόμαστε ότι η επίπτωση της υποτίμησης στο ισοζύγιο θα εξαρτηθεί από τις ελαστικότητες της εγχώριας και της 6

ξένης ζήτησης εισαγωγών. Για να το δούμε τυπικά ας υπενθυμίσουμε καταρχάς ότι οι προσφορές και των δύο χωρών είναι πλήρως ελαστικές. Οι κάτοικοι κάθε χώρας (καταναλωτές και παραγωγοί) ενδιαφέρονται μόνο για τις τιμές των αγαθών στο νόμισμα της χώρας τους. Συνεπώς, τόσο οι εισαγωγές της χώρας μας (η εγχώρια ζήτηση για τα ξένα αγαθά) όσο και οι εξαγωγές της χώρας μας (η ξένη ζήτηση για τα εγχώρια αγαθά) εξαρτώνται από τις τιμές τους. Για να κατασκευάσουμε αυτές τις συναρτήσεις ζήτησης θα ορίσουμε τη σχετική τιμή των ξένων (εισαγόμενων) αγαθών σε σχέση με τα εγχώρια (εξαγόμενα) αγαθά ως την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία Q SP P (4.4) Πρόκειται επί της ουσίας για ένα δείκτη της ανταγωνιστικότητας των εγχώριων αγαθών και υπηρεσιών. Όταν αυξάνεται ο δείκτης αυτός, τα ξένα αγαθά γίνονται σχετικά ακριβότερα και τα εγχώρια σχετικά φθηνότερα. Αυτό σημαίνει πως εξάγουμε μεγαλύτερη ποσότητα αγαθών και εισάγουμε μικρότερη. Υποθέτουμε λοιπόν, ότι οι εξαγωγές είναι μια συνάρτηση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας: X X(Q), με X(Q) > 0 (4.5) δηλαδή μια αύξηση της πραγματικής ισοτιμίας (πραγματική υποτίμηση) θα αυξήσει την ποσότητα εξαγωγών. Η ελαστικότητα ζήτησης εξαγωγών θα είναι: n X X(Q) Q X(Q) Υποθέτουμε επίσης, ότι και οι εισαγωγές είναι συνάρτηση της πραγματικής ισοτιμίας και του εγχώριου εισοδήματος: M M(Q, Y ), με M(Q, Y ) < 0, και M(Q, Y ) Y m > 0 (4.6) δηλαδή, μια αύξηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας (ή μια μείωση του εισοδήματος) 62

θα μειώσει τις εισαγωγές. Η ελαστικότητα ζήτησης εισαγωγών θα είναι: n M M(Q, Y ) Q M(Q, Y ) Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μπορεί να εκφραστεί είτε σε εγχώριο είτε σε ξένο νόμισμα. Αν το εκφράσουμε σε εγχώριο νόμισμα θα πρέπει να πολλαπλασιάσουμε τις εξαγωγές μας με την εγχώρια τιμή τους και τις εισαγωγές μας με την ξένη τιμή τους επί τη συναλλαγματική ισοτιμία (αφού τα ξένα αγαθά τιμολογούνται αρχικά σε συνάλλαγμα). Συνεπώς, το ισοζύγιο σε εγχώρια ονομαστική αξία είναι: CA N P X SP M ενώ σε σταθερές τιμές (δηλαδή σε όρους εγχώριων αγαθών) προκύπτει αν διαιρέσουμε με το εγχώριο επίπεδο τιμών: CA CA N P X SP M X QM (4.7) P και χρησιμοποιώντας τις σχέσεις (4.4), (4.5) και (4.6) παίρνουμε: CA X(Q) QM(Q, Y ) CA(Q, Y ) (4.8) Ας εξετάσουμε πρώτα την επίπτωση μιας μεταβολής της ισοτιμίας. Παραγωγίζοντας ως προς την πραγματική ισοτιμία έχουμε: CA(Q, Y ) X(Q) M(Q, Y ) Q M(Q, Y ) Στη συνέχεια, πολλαπλασιάζουμε και διαιρούμε με Q X(Q) τον πρώτο όρο της δεξιάς πλευράς και με M(Q, Y ) τον τρίτο όρο: CA(Q, Y ) X(Q) Q X(Q) X(Q) Q M(Q, Y ) M(Q, Y ) Q M(Q, Y ) M(Q, Y ) Xρησιμοποιώντας, τέλος, τους ορισμούς των ελαστικοτήτων έχουμε: CA(Q, Y ) n X X(Q) Q + (n M )M(Q, Y ) (4.9) 63

Υποθέτοντας ότι το ισοζύγιο πληρωμών ξεκινάει από κατάσταση ισορροπίας: CA(Q, Y ) 0 X(Q) QM(Q, Y ) M(Q, Y ) X(Q) Q έχουμε: που προφανώς σημαίνει ότι: CA(Q, Y ) X(Q) Q (n X + n M ) (4.0) CA(Q, Y ) > 0 n X + n M > Το αποτέλεσμα αυτό είναι γνωστό ως συνθήκη Marshall-Lerner, σύμφωνα με την οποία μια υποτίμηση θα βελτιώσει το ισοζύγιο πληρωμών αν το άθροισμα των ελαστικοτήτων ζήτησης εισαγωγών και εξαγωγών είναι μεγαλύτερο από τη μονάδα. Παρατηρείστε ότι αν το ισοζύγιο πληρωμών δεν είναι αρχικά σε ισορροπία, τότε από τη σχέση (4.9) η συνθήκη ώστε η υποτίμηση να προκαλέσει βελτίωση γίνεται: CA(Q, Y ) > 0 X(Q)/Q M(Q, Y ) n X + n M > Αν δηλαδή για παράδειγμα, ξεκινάμε από ελλειμματικό ισοζύγιο (όπως συμβαίνει συνήθως στις υποτιμήσεις), τότε X(Q) Q X(Q)/Q < M(Q, Y ) M(Q, Y ) < και η συνθήκη Marshall-Lerner δεν αρκεί για να βελτιώσει το ισοζύγιο πληρωμών, αλλά απαιτείται το άθροισμα των ελαστικοτήτων να είναι ακόμα μεγαλύτερο από τη μονάδα. Η βασική σχέση (4.0) μπορεί να διατυπωθεί και διαφορετικά αν χρησιμοποιηθεί ο ορισμός της πραγματικής ισοτιμίας από τη σχέση (4.4), δηλαδή Q SP /P. Με δεδομένες τις αρχικές τιμές, η μεταβολή της πραγματικής ισοτιμίας δίνεται από το διαφορικό dq P P ds 64

και η ποσοστιαία μεταβολή προκύπτει αν διαιρέσουμε με τη σχέση (4.4): Οπότε, η σχέση (4.0) γράφεται: dq Q ds S s dca X(Q)(n X + n M ) s (4.) Με άλλα λόγια, αν ικανοποιείται η συνθήκη Marshall-Lerner, τότε μια υποτίμηση του εγχώριου νομίσματος θα βελτιώσει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Την ακριβή επίπτωση μιας ποσοστιαίας μεταβολής της ισοτιμίας στο ισοζύγιο τη δείχνει η σχέση (4.) 4.4 Η συνθήκη Marshall-Lerner με εισοδηματικές επιδράσεις Μέχρι το σημείο αυτό δεν έχουμε λάβει υπόψη την επίπτωση στο εισόδημα από μια μεταβολή της ισοτιμίας. Όμως, μια υποτίμηση θα αυξήσει το εισόδημα λόγω αύξησης των εξαγωγών και υποκατάστασης των εισαγωγών με εγχωρίως παραγόμενα αγαθά. Αυτή η αύξηση του εισοδήματος θα αυξήσει με τη σειρά της και τις εισαγωγές μετριάζοντας τις αρχικές θετικές επιπτώσεις στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Οπότε, η τελική επίδραση της υποτίμησης στο ισοζύγιο θα εξαρτηθεί και από αυτές τις δευτερογενείς εισοδηματικές επιδράσεις. Άλλωστε, όπως φαίνεται από την ταυτότητα Y A + X M και τη σχέση (4.8), το εισόδημα ισορροπίας επηρεάζεται από την ισοτιμία: Το ολικό διαφορικό της (4.2) είναι: Y A + X M A(Y ) + CA(Y, Q) (4.2) dy A Y CA CA dy + dy + Y dq Γνωρίζουμε ότι: A Y a, 65

ενώ από την (4.0) έχουμε: CA(Q, Y ) CA Y m X(Q) Q (n X + n M ) Συνεπώς: dy ady mdy + X(Q) Q (n X + n M )dq Λύνοντας ως προς dy και λαμβάνοντας υπόψη ότι s a και s dq/q, έχουμε: dy s + m CA(Q, Y ) dq s + m X(Q)(n X + n M ) s (4.3) Εάν ισχύει η συνθήκη Marshall-Lerner τότε CA/ > 0, γεγονός που σημαίνει πως υπάρχει θετική σχέση μεταξύ της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας και του εισοδήματος ισορροπίας. Για να εξετάσουμε τώρα την επίπτωση στο ισοζύγιο πληρωμών, παίρνουμε το ολικό διαφορικό της σχέσης (4.8), η οποία είναι CA CA(Q, Y ) και έχουμε: dca(q, Y ) CA(Q, Y ) dq + CA(Q, Y ) dy Y X(Q) Q (n X + n M )dq mdy Χρησιμοποιώντας τη σχέση (4.3) και την ποσοστιαία μεταβολή της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας s dq/q, έχουμε: dca(q, Y ) X(Q)(n X + n M ) s dca(q, Y ) m s + m X(Q)(n X + n M ) s s s + m X(Q)(n X + n M ) s (4.4) Η τελευταία σχέση είναι η σχέση (4.) πολλαπλασιασμένη με τον όρο s/(s + m). Είναι προφανές ότι ο συγκεκριμένος όρος είναι μικρότερος της μονάδας, πράγμα που σημαίνει ότι η εισοδηματική επίπτωση περιορίζει το ευεργετικό αποτέλεσμα 66

μιας υποτίμησης στο ισοζύγιο πληρωμών. Δηλαδή, αν το εισόδημα αυξηθεί τότε θα αυξηθούν και οι εισαγωγές, αντισταθμίζοντας εν μέρει τη βελτίωση του ισοζυγίου πληρωμών που προκαλεί η υποτίμηση. 4.5 Βραχυχρόνια επίπτωση της υποτίμησης: η καμπύλη J Η συνθήκη Marshall-Lerner μας προσδιορίζει την τελική επίπτωση της υποτίμησης στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Όπως έχουμε εξηγήσει, η υποτίμηση έχει δύο αντίθετα αποτελέσματα στο ισοζύγιο. Από τη μια μεριά, υπάρχει η επίπτωση των τιμών, δηλαδή πληρώνουμε περισσότερα για κάθε μονάδα εισαγόμενων αγαθών και εισπράττουμε λιγότερα για κάθε μονάδα εξαγόμενων αγαθών, δηλαδή το ισοζύγιο επιδεινώνεται. Από την άλλη μεριά, στις νέες τιμές, εισάγουμε μικρότερη ποσότητα και εξάγουμε μεγαλύτερη, δηλαδή το ισοζύγιο βελτιώνεται. Στην πραγματικότητα όμως αυτές οι δύο επιπτώσεις δεν εκδηλώνονται ταυτόχρονα. Συγκεκριμένα, η υποτίμηση του νομίσματος μεταβάλλει αμέσως τις τιμές των εισαγωγών και των εξαγωγών αλλά οι ποσότητες αργούν να προσαρμοστούν. Ο λόγος είναι πως τόσο για τις εισαγωγές όσο και για τις εξαγωγές υπάρχουν συνήθως συμβόλαια που έχουν συναφθεί πριν από την υποτίμηση και πρέπει να εκτελεστούν, με αποτέλεσμα ο όγκος των εισαγωγών και των εξαγωγών να μείνει σταθερός. Αυτά τα συμβόλαια παραγγελιών θα οδηγήσουν σε αύξηση των πληρωμών για εισαγωγές και μείωση των εισπράξεων από εξαγωγές. Συνεπώς, η άμεση επίπτωση της υποτίμησης θα είναι η επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Όσο περνάει ο χρόνος, οι ροές εμπορίου (εισαγωγές και εξαγωγές) θα προσαρμοστούν στις νέες σχετικές τιμές. Συγκεκριμένα, καθώς θα μειώνονται οι (ακριβότερες) εισαγωγές και θα αυξάνονται οι (φθηνότερες) εξαγωγές, το ισοζύγιο θα βελτιώνεται σταδιακά. Εάν λοιπόν ισχύει η συνθήκη Marshall-Lerner, η βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα εκδηλωθεί μακροχρόνια, όταν θα έχει προσαρμοστεί και ο όγκος των εισαγωγών και των εξαγωγών στις νέες τιμές. Η συμπεριφορά αυτή του ισοζυγίου λόγω της υποτίμησης, η οποία έχει διαπιστωθεί και εμπειρικά, χαρακτηρίζεται ως καμπύλη J (Magee (973)). Μια τέτοια καμπύλη έχει σχεδιαστεί στο διάγραμμα 4.4. Υποθέτουμε ότι η χώρα έχει αρχικά ένα έλλειμμα ίσο με CA 0 στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών 67

CA CA 2 t 0 t t 2 t (Χρόνος) CA 0 CA Διάγραμμα 4.4: Η Καμπύλη J και αποφασίζει μια υποτίμηση του νομίσματός της τη χρονική στιγμή t 0. Η άμεση επίπτωση της υποτίμησης θα είναι μια διεύρυνση του ελλείμματος σε CA καθώς θα αυξηθούν οι πληρωμές για εισαγωγές και θα μειωθούν οι εισπράξεις από εξαγωγές. Σταδιακά όμως οι εισαγωγές θα μειώνονται και οι εξαγωγές θα αυξάνονται περιορίζοντας το έλλειμμα του ισοζυγίου. Στο διάγραμμά μας το έλλειμμα του ισοζυγίου θα επανέλθει στο αρχικό επίπεδο CA 0 τη χρονική στιγμή t και από εκεί και πέρα θα αρχίσει να βελτιώνεται (εφόσον ισχύει η συνθήκη Marshall-Lerner) μέχρι να φτάσει στο τελικό (πλεονασματικό) σημείο ισορροπίας CA 2 τη χρονική στιγμή t 2. Υποσημειώσεις Σε όλη την ανάλυση που ακολουθεί γίνεται η υπόθεση ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (CA) είναι ίσο με το εμπορικό ισοζύγιο συν το ισοζύγιο υπηρεσιών. Με άλλα λόγια, υποθέτουμε, όπως 68

και παραπάνω, ότι δεν υπάρχουν εισροές και εκροές εισοδημάτων από και προς το εξωτερικό ούτε και τρέχουσες μεταβιβάσεις. 2 Πρέπει να σημειωθεί ότι τόσο η προηγούμενη ανάλυση όσο και εκείνη που ακολουθεί είναι μερικής ισορροπίας, καθώς εξετάζουν μόνο τις άμεσες επιδράσεις των μεταβολών της συναλλαγματικής ισοτιμίας στις ροές εμπορίου. Όμως υπάρχουν και οι έμμεσες επιδράσεις στο εισόδημα (αύξηση εξαγωγών αλλά και στροφή της εγχώριας ζήτησης από εισαγόμενα σε εγχωρίως παραγόμενα αγαθά), τους μισθούς και τις τιμές. Οπότε, το τελικό αποτέλεσμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών από μια μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας θα οφείλεται τόσο στις άμεσες όσο και στις έμμεσες επιδράσεις. Επεξήγηση Συμβόλων και Ακρωνύμια Y : Εισόδημα Ā C + I + G: Αυτόνομη Δαπάνη a: Οριακή Ροπή για Κατανάλωση s a: Οριακή Ροπή για Αποταμίευση A: Εγχώρια Δαπάνη M: Αυτόνομες Εισαγωγές m: Οριακή Ροπή για Εισαγωγές S: Τρέχουσα Συναλλαγματική Ισοτιμία P SP : Εγχώριο Επίπεδο Τιμών P P /S: Ξένο Επίπεδο Τιμών Q SP /P : Πραγματική Συναλλαγματική Ισοτιμία n M : Ελαστικότητα Ζήτησης Εισαγωγών n X : Ελαστικότητα Ζήτησης Εξαγωγών CA: Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών Ευρετήριο Αντιστοίχισης Επιστημονικών Όρων Αλληλεπίδραση: Interaction Αυτόνομες Εισαγωγές: Autonomous Imports Αυτόνομη Δαπάνη: Autonomous Spending Εγχώρια Δαπάνη: Domestic Spending 69

Εγχώριο Επίπεδο Τιμών: Domestic Price Level Εισόδημα: Income Ελαστικότητα: Elasticity Ελαστικότητα Ζήτησης Εισαγωγών: Import Demand Elasticity Ελαστικότητα Ζήτησης Εξαγωγών: Export Demand Elasticity Έλλειμμα: Deficit Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών: Current Account Balance Καμπύλη J: J-curve Ξένο Επίπεδο Τιμών: Foreign Price Level Οριακή Ροπή για Αποταμίευση: Marginal Propensity to Save Οριακή Ροπή για Εισαγωγές: Marginal Propensity to Import Οριακή Ροπή για Κατανάλωση: Marginal Propensity to Consume Πλεόνασμα: Surplus Πραγματική Συναλλαγματική Ισοτιμία: Real Exchange Rate Τρέχουσα Συναλλαγματική Ισοτιμία: Spot Exchange Rate Υποτίμηση: Depreciation Βιβλιογραφικές Αναφορές. Lerner, A.P. (944), The Economics of Control, Mcmillan, USA. 2. Machlup, F. (943), International Trade and the National Income Multiplier, Blakiston, USA. 3. Magee, S.P. (973), Currency Contracts, Pass-Through, and Devaluation, Brookings Papers on Economic Activity,, σελ. 303-323. 4. Marshall, A. (923), Money, Credit and Commerce, Mcmillan, UK. 5. Metzler, L.A. (942), Underemployment Equilibrium in International Trade, Econometrica, 0(2), σελ. 97 2. 6. Robinson, J. (947), Essays in the Theory of Employment, Blackwell, UK. 70