«ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΙΑΤΡΟΦΙΚΩΝ ΣΥΝΗΘΕΙΩΝ ΜΕΣΩ ΙΑΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΙΚΤΗ ΣΕ ΕΙΓΜΑ ΕΦΗΒΩΝ: ΜΕΛΕΤΗ ΒΥΡΩΝΑ»

Σχετικά έγγραφα
16 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ : Παγκόσμια Ημέρα Διατροφής. 24 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ Παγκόσμια Ημέρα Παχυσαρκίας

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΕΙΑ

Μεσογειακή Διατροφή Τι γνωρίζουμε για αυτή;

ΜΑΘΗΜΑ 1 ο. Οι διατροφικές ανάγκες των παιδιών ΓΕΩΠΟΝΙΚΟΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΑΘΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. 1.1 Ανακαλύπτοντας τις διατροφικές ανάγκες

2 ο Γενικό Λύκειο Ναυπάκτου Υπεύθυνος Καθηγητής: Σπυρίδων Σφήκας - ΠΕ12 (05)

Ιδέες για ένα σωστό πρωινό

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΛΑΡΙΣΑΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑ : ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΙΙ

Συμπεριλάβετε στο καθημερινό σας διαιτολόγιο τροφές πλούσιες σε φυτιι,ές ίνες

ΙΑΤΡΟΦΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ/ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ

Έρευνα σε δείγμα 215 οικογενειών

Πρόγραμμα Αγωγής Υγείας «Η διατροφή των εφήβων»

Διατροφή και Υγεία. Τμήμα Project 3 Α Τετραμήνου 1 ο ΕΠΑ.Λ. Άνω Λιοσίων

ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΩΝ ΗΜΕΡΙΔΑΣ

Έρευνα σε δείγμα 215 οικογενειών για τις συνήθειες διατροφής και σωματικής δραστηριότητας παιδιών & γονέων/κηδεμόνων

Tα ιδιαίτερα οφέλη το καλοκαίρι. Μεσογειακή διατροφή: Ο γευστικός θησαυρός του καλοκαιριού

Η διατροφή των εφήβων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η μεσογειακή διατροφή είναι επίσης πλούσια σε βιταμίνες, ενώ η κύρια μορφή λίπους που χρησιμοποιείται είναι το ελαιόλαδο.

Π Α Π Α Γ Ι Α Ν Ν Η Ο.

Δέσποινα Μάλλη Φρειδερίκη Ραχμανίδου Σοφία Ντούνη Χαρά Μπροτζάκη

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ. 2 ο ΓΕΛ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Β3 Α ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΤΕΣ ΕΛΕΝΗ ΤΑΤΑΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΠΑΡΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΣΜΑΝΙΔΗΣ

ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΜΙΚΡΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΗΜΕΡΑ ΧΤΙΖΟΥΝ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ..

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ

Αρχικά θα πρέπει να προσδιορίσουμε τι είναι η παχυσαρκία.

Αδραμερινά Άλκηστις Ειδικευόμενη Ιατρός Παιδιατρικής Κλινικής ΓΝ Δράμας

ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ & ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΙΑΣ

Στέργιος Ι. Τραπότσης Χειρουργός Ορθοπαιδικός Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ Διδάσκων ΤΕΦAΑ-ΠΘ

ΜΕΓΑΛΩΝΟΝΤΑΣ ΠΑΙΔΙΑ ΜΕ ΣΩΣΤΕΣ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ

10 Healthy Lifestyle Tips for Adults

Στα πλαίσια μιας ισορροπημένης διατροφής, η συχνότητα και η ποιότητα των γευμάτων ασκεί ουσιαστικό ρόλο για τη διασφάλιση της καλής υγείας.

I) ΒΗΜΑΤΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΙΟΥ

Μάθηµα : Οικογενειακή Αγωγή

ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΙΔΗΜΙΑ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΩΝ & ΔΙΑΤΡΟΦΟΛΟΓΩΝ ΚΥΠΡΟΥ

ΜΑΘΗΜΑ 2 ο. Πρόγραμμα ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ. Εκπαίδευση στην πυραμίδα της υγιεινής διατροφής ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Σοφία Παυλίδου. 13 ο Μετεκπαιδευτικό Σεμινάριο Έδεσσα, Κυριακή, 12 Φεβρουαρίου 2012

Project Α Τετραμήνου Διατροφή και Εφηβεία

Μεσογειακής Διατροφής

Πρόγραμμα Διαδικτυακής Τηλεκπαίδευσης (e-learning)

Διατροφικές Συνήθειες παιδικού πληθυσµού Ελλάδος. Αναστασία Μπαρμπούνη,MD,PhD παιδίατρος Τομέας Δημόσιας και Διοικητικής Υγιεινής ΕΣΔΥ

Έναρξη προγράμματος διαδικτυακής τηλεκπαίδευσης του ΕΥΖΗΝ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΑ Οι τροφές αυτές βρίσκονται στη βάση της διατροφικής πυραμίδας, είναι πλούσιες σε σύνθετους υδατάνθρακες, βιταμίνες της ομάδας Β, πρωτεΐνες,

Διατροφικές συστάσεις για νεαρούς αθλητές. Μέγιστη απόδοση στις διαδοχικές προπονήσεις. Άννα Ευλογημένου Κλινικός Διαιτολόγος - Διατροφολόγος

ΕΦΗΡΜΟΣΜΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ

για καλή υγεία χωρίς παχυσαρκία

Μαρία Καράντζα- Χαρώνη, MD, FAAP Διευθύντρια Ενδοκρινολογικής Κλινικής- Ιατρείου Ελέγχου Βάρους «Παίδων Μητέρα»

Διατροφή στην καλαθοσφαίριση

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΤΩΝ ΕΦΗΒΩΝ

Συνοπτικά τα αποτελέσματα της μελέτης κατέγραψαν:

24/1/ ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΩΡΑΙΟΚΑΣΤΡΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ

Οι διατροφικές συνήθειες των εφήβων του Λυκείου Εθνομάρτυρα Κυπριανού Στροβόλου ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΑΓΩΓΗ I Β ΛΥΚΕΙΟΥ


ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΑΤΙΑ ΣΤΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ. Μαρία Χασαπίδου Καθηγήτρια Διατροφής και Διαιτολογίας ΑΤΕΙΘ > 3

Επιπλέον η έλλειψη ασβεστίου μπορεί να οδηγήσει στις παρακάτω παθολογικές καταστάσεις:

ΠΑ TON ΠΑΤΕΡΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ ΕΡΩΤΗΣΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΗΤΕΡΑ. Ζήτησε από τους γονείς σου να απαντήσουν σης παρακάτω ερωτήσεις.

Θέμα. Οι διατροφικές συνήθειες των. μαθητών του Γυμνασίου. (ερωτηματολόγιο)

Πρότυπο Πειραματικό ΓΕΛ Πάτρας PROJECT Α3. Θέμα: «Η Μεσογειακή διατροφή στην Ελλάδα» Υπεύθυνος Καθηγητής: Παυλάκης Ιωάννης

Η ΔΙΑΤΟΦΗ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ. Μαθητές: Τάτσιου Ελενη,ΖάχουΚατερίνα,Κοκκινίδου Αθανασία,Καρπόζηλος Κωνσταντίνος. Καθηγητής: κ. Παπαμήτσος

ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΚΟΥΜΠΟΥΡΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ. Συνεργάτης ΤΕΙ ΛΑΡΙΣΑΣ. Τμήμα Νοσηλευτικής

«Μεσογειακή δίαιτα και υγεία»

Ματακιά Θεοδώρα Ιωνίδειος Σχολή Πειραιά Υγιεινή ιατροφή ξέρουµε τι τρώµε; Ματακιά Θεοδώρα Α3 Yπεύθυνη Kαθηγήτρια Ελένη Τοπογλίδη

Διατροφή & Σχολικό Κυλικείο

ΔΙΑΤΡΟΦΗ _ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΦΗΒΟΥΣ

μεσογειακή διατροφή και τα πλεονεκτήματα που αυτή έχει έναντι διατροφής άλλων λαών (π.χ. διατροφή άλλων λαών πλούσια σε λίπη).

Φαμίσης Κωνσταντίνος Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΤΕΦΑΑ, Τρίκαλα

Γράφει: Δημήτριος Π. Χιώτης, Διευθυντής Ενδοκρινολογικού Τμήματος και Κέντρου Παιδικής Παχυσαρκίας Ευρωκλινικής Παίδων

1 ο Καλοκαιρινό CAMP Ποδοσφαίρου για παιδιά ηλικίας 6-14 ετών. Φρέσκα Φρούτα. Μπανάνα, νεκταρίνια κ.α. Παστέλι. Μπάρες Δημητριακών

ΣΧ. ΕΤΟΣ ΒΙΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΦΥΣΗ & ΑΣΚΗΣΗ. Επιμέλεια: Αναστασιάδης Περικλής, ΠΕ 11

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ Ενδοκρινολογικό Ιατρείο Γεωργίου Μαστοράκου. Κανατά Μαρία-Χριστίνα (Α.Μ ) Εαρινό εξάμηνο 2017

1-2 μερίδες/ημέρα για παιδιά από 1-8 ετών και 2-3 μερίδες/ημέρα για παιδιά από 9-18 ετών

Οι αθλητές επιτυγχάνουν μέγιστη απόδοση με προπόνηση και σωστό διαιτολόγιο που περιλαμβάνει ποικιλία τροφών. Οι αθλητές ωφελούνται περισσότερο από

«ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ»

Mάθημα:Oικιακή Οικονομία

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Διατροφή και ηλικιωμένοι

Γράφει η Ράνια Σαμαρά, Διαιτολόγος - Διατροφολόγος

Διατροφή και σχολική/αθλητική απόδοση. Από τους μαθητές: Γεωργία Βαρότση Ελένη Μαύρου Άρτεμις Αναγνώστου Κώστας Πακτίτης Χρύσανθος Λειβαδιώτης

ΟΙ ΠΥΡΑΜΙΔΕΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

ΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ &

Ο ρόλος της διατροφής στη διαμόρφωση μέγιστης οστικής μάζας

PROJECT ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Διατροφή στο παιδί και τον έφηβο Παραλείψεις και υπερβολές. Γιώτα Καφρίτσα

«ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ ΤΩΝ ΕΦΗΒΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΤΡΙΠΟΛΗΣ» 1 ο ΕΠΑΛ Τρίπολης Τμήμα Α3

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΑΓΩΓΗ Σειρά Α Ιούνιος (Το γραπτό αποτελείται από 6 σελίδες)

Γενικό Λύκειο Καλαμπακίου Σχολικό έτος Ερευνητική Εργασία Α τετραμήνου. Εκπαιδευτικός: Παπαδόπουλος Δημήτριος (ΠΕ 11) Τάξη: Β Τμήμα: 1ο

Υπέρταση. Τι Είναι η Υπέρταση; Από Τι Προκαλείται η Υπέρταση; Ποιοι Είναι Οι Παράγοντες Κινδύνου Για Την Υπέρταση;

Βασικές ενεργειακές απώλειες κατά την εφηβεία Ανάπτυξη Τυπικές ηµερήσιες δραστηριότητες Ιδιαίτερες δραστηριότητες για το συγκεκριµένο άθληµα.

ΟΜΑΔΑ Α: ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΠΥΡΟΣ,ΚΟΥΜΟΥΛΟΥ ΙΡΙΔΑ, ΚΡΙΚΖΩΝΗ ΕΛΙΣΑΒΕΤ, ΜΑΡΙΝΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ, ΠΡΩΤΟΣΥΓΓΕΛΟΥ ΡΑΝΙΑ, ΘΟΔΩΡΗΣ ΦΟΥΡΛΙΑΣ ΘΕΜΑ:ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ ΕΦΗΒΩΝ

Η διατροφή των μαθητών: Η περίπτωση των Ολοήμερων Δημοτικών Σχολείων

Η παχυσαρκία στους νέους. Ερευνητική εργασία

ΠΕΡΙΓΕΝΝΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ

Επίδραση της Μεσογειακής Δίαιτας στη ρύθμιση του Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1 σε παιδιά και εφήβους.

Οικιακή Οικονομία Τάξη: Γ Γυμνασίου ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. Θέμα: Ισοδύναμα Τροφών Τάξη: Γ Γυμνασίου Ημερομηνία: 04/03/08 Χρόνος: 40

Ομιλήτρια - Εισηγήτρια : Κουτσή Αγορίτσα ιατροφολόγος - ιαιτολόγος

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΕΠΙΔΗΜΙΑ ΔΙΑΒΗΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΑΠ ΑΥΤΟΝ ΑΤΟΜΩΝ ΝΕΑΡΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

«Οι Top Τροφές για απώλεια βάρους!», από την Μαργαρίτα Μυρισκλάβου Τελειοφ. Διαιτολόγο Διατροφολόγο και το logodiatrofis.gr!

ΥΠΟΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΝΟΣΟΣ ΧΡΗΣΤΟΥΔΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ

Παιδική παχυσαρκία στα ηµοτικά Σχολεία Βροντούς, Αγίου Σπυρίδωνα και ίου - Προτάσεις για αντιµετώπιση της επιδηµίας

Transcript:

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΙΑΙΤΟΛΟΓΊΑΣ ΙΑΤΡΟΦΗΣ «ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΙΑΤΡΟΦΙΚΩΝ ΣΥΝΗΘΕΙΩΝ ΜΕΣΩ ΙΑΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΙΚΤΗ ΣΕ ΕΙΓΜΑ ΕΦΗΒΩΝ: ΜΕΛΕΤΗ ΒΥΡΩΝΑ» ΓΕΩΡΓΟΥΛΙΑ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΣΥΝΤΩΣΗΣ ΛΑΜΠΡΟΣ ΜΕΛΗ: ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΟΣ ΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΛΙΑ ΜΑΙΡΗ ΑΘΗΝΑ 2008

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Αρχικά θα ήθελα να ευχαριστήσω ολόψυχα όλους τους καθηγητές µου που συνέβαλλαν στην µετάδοση της γνώσης και της εµπειρίας τους καθ όλη τη διάρκεια της φοίτησής µου στο Πανεπιστήµιο. Ιδιαίτερες ευχαριστίες ανήκουν στους καθηγητές που συνέβαλλαν στην εκπόνηση της παρούσας εργασίας. Ευχαριστώ τον επιβλέποντα καθηγητή µου κ. Λάµπρο Συντώση για την πολύ ενδιαφέρουσα επιλογή του θέµατος της παρούσας µελέτης καθώς και για την καθοδήγηση και την ενθάρρυνση του. Ευχαριστώ τον κ. ηµοσθένη Παναγιωτάκο για τη συµµετοχή του στην επιλογή του θέµατος της παρούσας εργασίας, την καθοριστική συµβολή του στη διεξαγωγή της στατιστικής ανάλυσης και τη συνεχή επικοινωνία και βοήθεια που µου παρείχε. Ευχαριστώ την κ. Γλυκερία Ψαρρά για τη συνεργασία της και τις πολύτιµες πληροφορίες που µου προσέφερε. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους γιατρούς του Κέντρου Υγείας του Βύρωνα για τη συλλογή των δεδοµένων πάνω στα οποία στηρίχτηκε η παρούσα µελέτη. 2

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Εισαγωγή: Η σηµασία της διατροφής για τη διατήρηση της ανθρώπινης υγείας είναι εµφανής σε κάθε ηλικιακή οµάδα. Η διατροφή κατά την εφηβική ηλικία κρίνεται ιδιαίτερα σηµαντική λόγω του ρόλου της στην υγεία του εφήβου ως ενήλικα κατά τη µετέπειτα ζωή του. Οι διατροφικές συνήθειες που ακολουθούν οι έφηβοι στη σηµερινή εποχή ενοχοποιούνται σε µεγάλο βαθµό για την ανάπτυξη νοσηµάτων όπως η παχυσαρκία. Η παιδική και εφηβική παχυσαρκία αποτελεί σήµερα µεγάλο πρόβληµα της δηµόσιας υγείας, λαµβάνοντας επιδηµικές διαστάσεις στο δυτικό κόσµο αλλά και στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες. Σκοπός: Η αξιολόγηση διατροφικών συνηθειών σε Έλληνες εφήβους µέσω διατροφικού δείκτη και η σύγκριση τους µεταξύ των δύο φύλων. Υλικό και µέθοδοι: Συµµετείχαν 2118 µαθητές 12-17 ετών (από 1 η Γυµνασίου µέχρι 3 η Λυκείου), οι οποίοι επιλέχθηκαν από 12 συνολικά σχολεία της περιοχής του Βύρωνα. Τα δεδοµένα συνελέγησαν κατά τη διάρκεια του έτους 2004, από ιατρούς και νοσηλευτές του Κ.Υ. του Βύρωνα. Οι µαθητές συµπλήρωσαν ένα ηµιποσοτικό Ερωτηµατολόγιο Συχνότητας Κατανάλωσης Τροφίµων που είχε σχεδιαστεί για τη µελέτη και συµπλήρωσαν πληροφορίες που αφορούσαν στην ηλικία τους, το φύλο, τη σχολική τάξη, καθώς και τη φυσική δραστηριότητα. Για την αξιολόγηση των διατροφικών συνηθειών των εφήβων χρησιµοποιήθηκε ο ιατροφικός είκτης Παιδικής Παχυσαρκίας ( ΠΠ, CODI-The Child Obesity Diet Index) ο οποίος δηµιουργήθηκε µε σκοπό την πρόβλεψη της πιθανότητας εµφάνισης παχυσαρκίας σε µικρές ηλικίες. Αποτελέσµατα: Παρατηρήθηκαν στατιστικά σηµαντικές διαφορές στις διατροφικές συνήθειες µεταξύ των δύο φύλων τόσο συνολικά (Ρ< 0,001) όσο και ανά ηλικιακή οµάδα (Ρ< 0,05). Παρόµοια αποτελέσµατα παρατηρήθηκαν και ύστερα από διαστρωµατοποίηση του δείγµατος κατά καπνιστικές συνήθειες και φυσική δραστηριότητα. Στατιστικά σηµαντικές διαφορές φάνηκαν σε όλες τις ηλικιακές οµάδες µεταξύ των εφήβων που δεν καπνίζουν και στις περισσότερες εκείνων που ασκούνται (Ρ<0,05). Συζήτηση: Οι διατροφικές συνήθειες εφήβων κοριτσιών είναι καλύτερες από των αγοριών. Αυτό πιθανότατα οφείλεται στις καλύτερες διατροφικές επιλογές των κοριτσιών προκειµένου να διατηρήσουν µία επιθυµητή εικόνα σώµατος, αλλά και λόγω των περισσότερων γνώσεων που διαθέτουν για τη διατροφή και την υγεία. 3

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ... 6 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 6 1. ΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ... 7 1.1 Ορισµός εφηβείας... 7 1.2 ιατροφικές απαιτήσεις εφήβου... 7 1.2.1 Απαιτήσεις σε ενέργεια... 7 1.2.2 Απαιτήσεις σε πρωτεῒνη... 8 1.2.3 Απαιτήσεις σε λίπος... 8 1.2.4 Απαιτήσεις σε βιταµίνες και ανόργανα στοιχεία... 9 1.3 Ισορροπηµένη δίαιτα για τον έφηβο... 9 1.4 ιαιτητική συµπεριφορά των εφήβων... 10 1.4.1 Παράγοντες που επηρεάζουν τις διατροφικές συνήθειες των εφήβων... 10 1.4.2 ιαιτητικές συνήθειες εφήβων... 12 1.4.3 Εικόνα σώµατος και δίαιτες αδυνατίσµατος... 14 2. ΕΦΗΒΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ... 15 2.1 Ορισµός... 15 2.2 Επιπολασµός... 15 2.3 Αίτια παχυσαρκίας σε παιδιά και εφήβους... 17 2.4 Επιπτώσεις παχυσαρκίας... 18 2.5 Αξιολόγηση της διαιτητικής πρόσληψης εφήβων... 19 3. ΙΑΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΙΚΤΕΣ... 21 3.1 ιατροφικά Πρότυπα και ιατροφικοί είκτες... 21 3.2 Μεθοδολογία κατασκευής διατροφικών δεικτων... 23 3.2.1 Συστατικά του διατροφικού δείκτη... 23 3.2.2 Αντιστοίχηση του κάθε τρόφιµου σε ευρύτερες οµάδες τροφίµων... 24 3.2.3 ηµιουργία του σκορ... 25 4

3.3 Αξιολόγηση της ποιότητας της διατροφής σε παιδιά και εφήβους µέσω διατροφικών δεικτών... 26 3.3.1 Ο διατροφικός δέικτης KIDMED... 26 3.3.2 Ο διατροφικός δείκτης YHEI... 28 3.3.3 Ο διατροφικός δείκτης DQI-I για το νεότερο πληθυσµό... 31 3.3.4 Ο είκτης Ανθυγιεινών Τροφικών Επιλογών (.Α.Τ.Ε. ή UFCS)... 33 4. ΟΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΙΑΤΡΟΦΗΣ... 35 4.1 Η απλοποιηµένη προσέγγιση της διατροφής (reductionist approach)... 35 4.2 Η πολυπλοκότητα της διατροφής... 37 4.3 Ολιστική προσέγγιση της διατροφής... 38 ΕΙ ΙΚΟ ΜΕΡΟΣ... 41 5. ΣΚΟΠΟΣ... 41 6.ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ... 42 6.1 ηµιουργία διατροφικού δείκτη... 42 6.2 είγµα της µελέτης... 44 6.3 Ερωτηµατολόγιο... 44 6.4 Στατιστική ανάλυση... 45 7. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ... 46 8. ΣΥΖΗΤΗΣΗ... 50 9. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 58 10. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ... 70 5

ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η διατροφή ορίζεται ως το άθροισµα των τροφίµων που καταναλώνονται από έναν άνθρωπο ή κάποιον άλλον οργανισµό [1]. Οι διατροφικές συνήθειες είναι οι συνήθεις αποφάσεις που ένα άτοµο λαµβάνει καθώς επιλέγει ποια τρόφιµα θα καταναλώσει. Οι ατοµικές διαιτητικές επιλογές µπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο υγιεινές, καθώς παίζουν σηµαντικό ρόλο στη διατήρηση της υγείας αλλά και στη θνησιµότητα. Μια υγιεινή διατροφή είναι εκείνη η οποία διαµορφώνεται προκειµένου να βελτιώσει ή να διατηρήσει τη βέλτιστη υγεία. Καθώς ή διατροφή του ανθρώπου είναι πολύπλοκη, η υγιεινή διατροφή για κάθε άτοµο µπορεί να ποικίλει και υπόκειται στο γενετικό του υπόβαθρο, το περιβάλλον του και την κατάσταση της υγείας του. Για το 30% περίπου του παγκόσµιου πληθυσµού, η έλλειψη τροφής και η κακή διατροφή αποτελούν τα κύρια εµπόδια µιας υγιεινής δίαιτας. Αντιθέτως, ο πληθυσµός των ανεπτυγµένων χωρών αντιµετωπίζει το αντίθετο πρόβληµα, καθώς η αφθονία της τροφής µπορεί να οδηγήσει σε παχυσαρκία, αλλά και σε άλλες χρόνιες ασθένειες όπως ο διαβήτης, τα καρδιαγγειακά νοσήµατα, η υπέρταση και κάποια είδη καρκίνου[2]. Η διατροφή µπορεί να θεωρηθεί ως ένας πλήρως τροποποιήσιµος παράγοντας ως προς την εµφάνιση χρόνιων νοσηµάτων, µε τα επιστηµονικά δεδοµένα να υποστηρίζουν όλο και περισσότερο την άποψη πως οι αλλαγές στη δίαιτα µπορεί να έχουν σηµαντικά τόσο θετικά όσο και αρνητικά αποτελέσµατα στην υγεία κατά τη διάρκεια της ζωής. Έτσι οι διαιτητικές προσαρµογές πιθανότατα να µην επηρεάζουν µόνο την τρέχουσα κατάσταση της υγείας, αλλά να καθορίζουν και το κατά πόσο ένα άτοµο θα εµφανίσει χρόνια νοσήµατα αργότερα στη ζωή του [2]. Η επιλογή της τροφής αποτελεί µία σύνθετη συµπεριφορά του ανθρώπου που δεν επηρεάζεται µόνο από τις διαιτητικές του ανάγκες αλλά και από άλλους παράγοντες, όπως οι γευστικές προτιµήσεις ή η κουλτούρα. Η επιλογή δηλαδή της τροφής, εξαρτάται από βιολογικούς µηχανισµούς από τη µία και κοινωνικούς και πολιτιστικούς παράγοντες από την άλλη. Τα ίδια τα τρόφιµα έχουν κάποια χαρακτηριστικά τα οποία ασκούν σηµαντική επιρροή στην επιλογή της τροφής, όπως η εµφάνιση, το άρωµα, η γεύση και η υφή. Παρόλα αυτά, η ύπαρξη υποκειµενικών παραγόντων όπως η φυσική κατάσταση του ατόµου, η ύπαρξη ή όχι ασθενειών, 6

καθώς και ψυχολογικοί παράγοντες, όπως το εάν «αρέσει» το συγκεκριµένο φαγητό, επηρεάζεουν επίσης την πρόσληψη τροφής. Τέλος τις διατροφικές συνήθειες των ανθρώπων επηρεάζουν σηµαντικά και κοινωνικοοικονοµικοί παράγοντες, όπως η κοινωνική τάξη, η ηλικία του ατόµου καθώς και το φύλο του [3]. 1. ΙΑΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ 1.1 Ορισµός εφηβείας Η έναρξη της εφηβικής ηλικίας αρχίζει µε την ήβη. Ήβη είναι η περίοδος στη ζωή ενός ατόµου κατά την οποία παρατηρέιται σεξουαλική ωριµότητα και ικανότητα για αναπαραγωγή. Η εφηβεία αρχίζει βαθµιαία κατά το τέλος της λανθάνουσας περιόδου, περίπου στα 10,5-11 χρόνια και τελειώνει βαθµιαία µε την έναρξη της ενήλικης ζωής (από τα 18 έως τα 21 χρόνια). Ως αναπτυξιακή περίοδος διαιρείται σε τρία στάδια: στην πρώιµη εφηβική ηλικία (10,5-11 έως 14 ετών), στη µέση (14 έως 16-17 ετών) και στην όψιµη (16-17 έως 20-21 ετών) [4]. 1.2 ιατροφικές απαιτήσεις εφήβου [5] Η διατροφή στην εφηβική ηλικία πρέπει να καλύπτει της αυξηµένες ανάγκες του εφήβου, που προκύπτουν από τον εξαιρετικά γρήγορο ρυθµό ανάπτυξης, την αύξηση των οστών, του µυϊκού ιστού, του όγκου του αίµατος, της εµµηνορυσίας. Οι απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά διαφορροποιούνται ανάµεσα στα δύο φύλα και αυτό οφείλεται στις ιδαίτερες για κάθε φύλο αλλαγές που παρατηρούνται στο µέγεθος και στη σύσταση του σώµατος και οι οποίες αντικατοπτρίζονται στις συστάσεις των ιεθνών Οργανισµών όσον αφορά της απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά. 1.2.1 Απαιτήσεις σε ενέργεια Οι ενεργειακές ανάγκες των εφήβων διαφέρουν σε πολύ µεγάλο βαθµό από άτοµο σε άτοµο, λόγω των ιδιαίτερων ρυθµών ανάπτυξης και των µεγάλων διακυµάνσεων στα επίπεδα φυσικής δραστηριότητας. Η σηµαντική αναβολική δραστηριότητα που 7

παρατηρείται µετά την ήβη είναι αποτέλεσµα, πέρα των σηµαντικών αυξήσεων στο βάρος και το ύψος, κυρίως της άυξησης του µυϊκού ιστού, των αλλαγών στην κατανοµή και στην ποσότητα του λιπώδους ιστού και της ανάπτυξης των εσωτερικών οργάνων και συστηµάτων. Οι ενεργειακές απαιτήσεις των κοριτσιών αυξάνονται από 1000 θερµίδες/ ηµέρα στην ηλικία των 2 ετών σε 2600 θερµίδες/ ηµέρα στην ηλικία των 18 ετών. Στα αγόρια η αύξηση είναι µεγαλύτερη, από 1200 θερµίδες/ ηµέρα σε 3600 θερµίδες/ ηµέρα. Οι ενεργειακές απαιτήσεις της ανάπτυξης µειώνονται δραµατικά µετά τον 2 ο χρόνο ζωής του ανθρώπου και παραµένουν σε χαµηλά επίπεδα µέχρι την ολοκήρωση της ανάπτυξης. Στην εφηβεία κυµαίνονται µεταξύ του 1-4% των συνολικών ενεργειακών απαιτήσεων [6]. Στις διαφορές στη σύσταση σωµάτος οφείλονται οι διαφοροποιήσεις στις ενεργειακές απαιτήσεις ανάµεσα στα δύο φύλα. Επίσης σηµαντικές διαφοροποιήσεις µεταξύ εφήβων παρατηρούνται λόγων των µεγάλων διακυµάνσεων που υπάρχουν στα επίπεδα φυσικής δραστηριότητας, τα οποία αντικατοπτρίζουν και τις αντίστοιχες συνήθειες διαβίωσης. Ιδιαίτερη σηµασία για τους εφήβους έχει η διατήρηση του ισοζυγίου ενέργειας. ιαταραχές του ισοζυγίου για µεγάλο χρονικό διάστηµα οδηγούν είτε σε απίσχναση είτε σε παχυσαρκία. 1.2.2 Απαιτήσεις σε πρωτεῒνη Χωρίς να απαιτείται υπερκατανάλωση, ο έφηβος θα πρέπει να καταναλώνει ικανοποιητικές ποσότητες πρωτεῒνης υψηλής βιολογικής αξίας (αυγό, πουλερικά, σόγια, άπαχα γαλακτοκοµικά, ψάρι) για να µπορέσει να καλύψει της ανάγκες του. Σύµφωνα µε τις συστάσεις του Παγκόσµιου Οργανισµού Υγείας (Π.Ο.Υ.), µια ασφαλής πρόσληψη πρωτεϊνών ξεκινά από το 1 γρ/ κιλό/ ηµέρα στην ηλικία των 10 ετών και καταλήγει σε 0,80 γρ/ κιλό/ ηµέρα για τα κορίτσια, ενώ οι αντίστοιχες τιµές για τα αγόρια είναι 0,99 και 0,86 γρ/ κιλό/ ηµέρα αντίστοιχα. 1.2.3 Απαιτήσεις σε λίπος Σύµφωνα µε τις συστάσεις της Αµερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας, τα λιπίδια πρέπει να καλύπτουν περίπου το 30% της συνολικής προσλαµβανόµενης ενέργειας, µε τα κορεσµένα λιπίδια να καλύπτουν λιγότερο από το 10%, ενώ η 8

χοληστερόλη δεν πρέπει να υπερβάινει τα 300mg. Οι συστάσεις αυτές αφορούν σε όλον τον πληθυσµό ηλικίας µεγαλύτερης από 2 ετών, ανεξάρτητα από το φύλο ή την ηλικία. Στην περίπτωση που η πρόσληψη λίπους καλύπτει ποσοστό µικρότερο του 30% υπάρχει κίνδυνος ανεπαρκούς πρόσληψης βιταµινών και ανόργανων στοιχείων µε αποτέλεσµα προβλήµατα στην ανάπτυξη των εφήβων. Αντίθετα, διαιτολόγια πλούσια σε λίπος ενδεχοµένως να προδιαθέτουν σε υψηλότερη ενεργειακή πρόσληψη και εποµένως σε θετικό ισοζύγιο ενέργειας και κατ επέκταση σε προβλήµατα παχυσαρκίας [6]. 1.2.4 Απαιτήσεις σε βιταµίνες και ανόργανα στοιχεία Η επαρκής πρόσληψη ή σύνθεση της βιταµίνης D είναι σηµαντική για την οµάλή ανάπτυξη των οστών. Επιπλέον, οι έφηβοι λόγω των υψηλών ενεργειακών απαιτήσεων, έχουν αυξηµένες ανάγκες σε θειαµίνη, ριβοφλαβίνη, νιασίνη που σχετίζονται άµεσα µε τη µεταφορά ενέργειας. Για τις υπόλοιπες βιταµίνες οι απαιτήσεις των εφήβων, ιδιαίτερα µετά την ηλικία των 15 ετών, είναι ίδιες µε αυτές των ενηλίκων [7]. Η γρήγορη αύξηση της οστικής µάζας κατά τη διάρκεια της εφηβείας έχει ως αποτέλεσµα οι έφηβοι να έχουν αυξηµένες απαιτήσεις σε ασβέστιο, υψηλότερες από τους ενήλικες. Η µειωµένη πρόσληψη ασβεστίου κατά την εφηβεία σε συνδυασµό µε τη µειωµένη φυσική δραστηριότητα, αποτελούν προδιαθεσικούς παράγοντες για την εµφάνιση οστεοπόρωσης κατά τη µετέπειτα ζωή. Οι απαιτήσεις σε ασβέστιο είναι περίπου 1300mg/ηµέρα (DRI s). Οι ανάγκες σε σίδηρο αυξάνονται επίσης, λόγω αύξησης του ολικού όγκου του αίµατος και της µυικής µάζας, ενώ στα κορίτσια είναι ακόµη µεγαλύτερες λόγω της εµµηναρχής. Οι απαιτήσεις σε σίδηρο είναι 15mg/ ηµέρα για τα κορίτσια και 11mg/ηµέρα για τα αγόρια (DRI s). 1.3 Ισορροπηµένη δίαιτα για τον έφηβο Για τη διατήρηση της καλής υγείας κατά τη διάρκεια της εφηβείας και την υπόλοιπη ζωή, ο έφηβος καλό είναι να έχει αυξηµένη φυσική δραστηριότητα και να 9

ακολουθεί ισορροπηµένη διατροφή. Η ισορροπηµένη διατροφή χαρακτηρίζεται από µέτρο και ποικιλία καλής ποιότητας τροφίµων και εξασφαλίζει στον οργανισµό τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά στις ποσότητες που απαιτούνται για την υγεία και την ανάπτυξη. Σε γενικές γραµµές, µία δίαιτα πλούσια σε φρούτα, λαχανικά, όσπρια και δηµητριακά, κρέας και γαλακτοκοµικά, µπορεί στις περισσότερες περιπτώσεις να καλύψει τις ανάγκες του εφήβου, δίνοντας πάντα προσοχή στο ισοζύγιο ενέργειας (πρόσληψη ενέργειας ίση µε την κατανάλωση). 1.4 ιαιτητική συµπεριφορά των εφήβων 1.4.1 Παράγοντες που επηρεάζουν τις διατροφικές συνήθειες των εφήβων Μερικοί από τους παράγοντες που επηρεάζουν σε µικρότερο ή µεγαλύτερο βαθµό τις επιλογές των εφήβων σχετικά µε τη διατροφή τους είναι [7]: Η δοµή και τα χαρακτηριστικά της οικογένειας και κυρίως οι διαιτητικές συνήθειες των γονέων Η διαφήµιση Οι κοινωνικές και πολιτιστικές αξίες καθώς και τα σωµατικά πρότυπα (που προωθούνται από τη βιοµηχανία ρούχων και τα περιοδικά µόδας) Η εικόνα του σώµατος Η ψυχοκοινωνική ανάπτυξη Οι προσωπικές εµπειρίες Οι προσωπικές αξίες Η γεύση και η εµφάνιση των τροφίµων Η ευκολία παρασκευής ή διαθεσιµότητας των τροφίµων Ο έφηβος βρίσκεται σε ένα στάδιο της ζωής του, στο οποίο προσπαθεί να αποφασίσει ο ίδιος τι θα καταναλώσει και τι όχι, δηλώνοντας έτσι την αυτονοµία και την ιδιαιτερότητά του κυρίως απέναντι στην οικογένεια, στου ρυθµούς και στις συνήθειες της κοινωνίας. Οι διαιτητικές του συνήθειες είναι άµεσα συνυφασµένες και µε τη δίαθεσή του να ενσωµατωθεί στην κοινωνική οµάδα των συνοµιλήκων του. Έτσι η δίαιτα αποτελεί συχνά και το µέσο που ο ίδιος χρησιµοποιεί για να καλύψει τις 10

ψυχοκοινωνικές του ανάγκες. Συγκεκριµένα, η διατροφή των εφήβων έχει συσχετιστεί σηµαντικά µε την εικόνα του σώµατος, η οποία επηρεάζει καθοριστικά την ψυχοκοινωνική υγεία [8]. Τα τρόφιµα και τα γεύµατα που επιλέγει µπορούν να παίξουν βασικό ρόλο στην προσπάθειά του να προσδιορίσει την ταυτότητά του. Για το λόγο αυτό αποδέχεται ή αποφεύγει ορισµένα τρόφιµα, αδυνατίζει ή παχαίνει, καταναλώνει µεγάλες ή µικρές ποσότητες τροφίµων ή γευµάτων [5]. Έχει παρατηρηθεί ότι οι παράγοντες που, κατά τους ίδιους τους εφήβους, επηρεάζουν τις διαιτητικές τους επιλογές, αφορούν κυρίως τα χαρακτηριστικά του τροφίµου, καθώς και κάποια πρακτικά ζητήµατα. Πιο συγκεκριµένα, οι νέοι καταναλώνουν κάποιο τρόφιµο επειδή το βρίσκουν γευστικό και ελκυστικό [9], επειδή τους είναι βολική η κατανάλωσή του [10] ή επειδή το συγκεκριµένο φαγητό είναι αποδεκτό από την παρέα τους [11]. Σε µία νεότερη έρευνα και σε δείγµα µαθητών µεγαλύτερης ηλικίας, εξετάστηκαν πιο συγκεκριµένα παράγοντες οι οποίοι καθόριζαν της διαιτητικές επιλογές των µαθητών από το σχολικό κυλικείο. Επιβεβαιώνοντας τα προηγούµενα συµπεράσµατα, ανάµεσα στους παράγοντες που καθορίζουν τις επιλογές τροφής, η αποδεκτή γέυση βρέθηκε να είναι ο σηµαντικότερος. Σε µεγαλύτερη ηλικιακή κατηγορία, και κυρίως στα αγόρια, υπεισέρχεται και ο παράγοντας κόστος, αφού οι νέοι καταναλώνουν περισσότερα γεύµατα εκτός σπιτιού µε τους φίλους τους. Από την άλλη, τα κορίτσια ενδιαφέρονται περισσότερο για την αισθητική του σώµατος τους και θεωρούν περισσότερο αποδεκτό από τους συνοµήλικούς τους να τρέφονται υγιεινά [9]. Παραδείγµατος χάρη τα κορίτσια καταναλώνουν περισσότερα φρούτα και λαχανικά από τα αγόρια [12], γεγονός που επιβεβαιώνει τη διαφορά σχετικά µε την αξία που έχει για κάθε φύλο η υγιεινή διατροφή. Συνοπτικά τα αποτελέσµατα της έρευνας ως προς τους αυτοδηλούµενους παράγοντες που επηρεάζουν τις διαιτητικές επιλογές των εφήβων παρουσιάζονται στον Πίνακα 1. Η οικογένεια έχει επίσης ρόλο να παίξει όσον αφορά στις διαιτητικές επιλογές των εφήβων, κυρίως ως προς το χρόνο που οι γονείς αφιερώνουν στα παιδιά τους. Έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη θετικής συσχέτισης µεταξύ της παρουσίας των γονέων στο βραδινό γεύµα και στην αυξηµένη κατανάλωση φρούτων, λαχανικών και γαλακτοκοµικών προϊόντων από τους εφήβους [13]. 11

Πίνακας 1: Παράγοντες που διαµορφώνουν τις διαιτητικές επιλογές των εφήβων στις ΗΠΑ όπως οι ίδιοι δηλώνουν. Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά τροφίµων (γεύση-ελκυστικότητα) Πρακτικότητα κατανάλωσης συγκεκριµένων τροφών ιαθεσιµότητα υγιεινότερων διατροφικών επιλογών (κυρίως ενδιαφέρει κορίτσια µεγαλύτερης ηλικίας) Σηµασία υγιεινής διατροφής και ενδιαφέρον για την προσωπική υγεία (κυρίως ενδιαφέρει κορίτσια µεγαλύτερης ηλικίας) Εικόνα σώµατος ιατροφικές γνώσεις και ενδιαφέρον για διατροφικές πληροφορίες Κόστος (κυρίως ενδιαφέρει αγόρια µεγαλύτερης ηλικίας) Κοινωνική υποστήριξη στις υγιεινές διατροφικές επιλογές Εµπορική προώθηση συγκεκριµένων τροφών 1.4.2 ιαιτητικές συνήθειες εφήβων Τα ευρήµατα πολλών µελετών δείχνουν ότι οι έφηβοι καταναλώνουν µε µεγάλη συχνότητα και σε σηµαντικές ποσότητες τρόφιµα όπως πατατάκια, παγωτά, σοκολάτες, κρουασάν, ντόνατ, πίτσες, χάµπουργκερ, τηγανιτές πατάτες, ποπ κορν [14], δηλαδή τρόφιµα εύληπτα, συνήθως πλούσια σε λίπος, ζάχαρη [15] και νάτριο, ενώ αποφεύγουν τρόφιµα πλούσια σε φυτικές ίνες, βιταµίνες και ανόργανα στοιχεία [16]. Τέτοια τρόφιµα αποτελούν τα φρούτα και τα λαχανικά, τα οποία όµως έχει φανεί ότι καταναλώνονται σπάνια από παιδιά και εφήβους εξαιτίας του γεγονότος ότι συχνά δεν τα αποδέχονται και δεν τα προτιµούν [17]. Τα κορίτσια ιδιαίτερα, φαίνεται ότι ακολουθούν δίαιτες ελλιπείς στις περισσότερες οµάδες τροφίµων, σε µία συνεχή προσπάθεια µείωσης του σωµατικού τους βάρους [5]. Χαρακτηριστικά της διατροφής του εφήβου δεν είναι µόνο το είδος των τροφίµων αλλά και τα γεύµατα που επιλέγει, καθώς και ο τρόπος και ο τόπος που αυτά 12

καταναλώνονται. Συχνά, δεν ακολουθεί τις συνήθειες διατροφής της οικογένειάς του, πολλές φορές γευµατίζει «εκτός σπιτιού» και αρκετές φορές θέλει να ετοιµάζει µόνος του την τροφή του. Τα έτοιµα γεύµατα (fast food) καλύπτουν µεγάλο ποσοστό της συνολικής ενεργειακής πρόσληψης πολλών εφήβων, επηρεάζοντας σηµαντικά την ποιότητα της δίαιτας. Το 22% των εφήβων που συµµετείχαν σε µία πρόσφατη έρευνα κατανάλωνε έτοιµα γεύµατα (fast food) καθηµερινά [18]. Μελέτες δείχνουν ότι ο αριθµός των γευµάτων που αποφεύγει ο έφηβος ή καταναλώνει «εκτός σπιτιού» αυξάνεται από την αρχή της εφηβείας ως το τέλος, αντικατοπτρίζοντας την όλο και µεγαλύτερη ανάγκη για αυτονοµία και διάθεση για ελεύθερο χρόνο µακριά από το σπίτι και την οικογένεια. Για παράδειγµα µία µελέτη στην οποία συµµετείχαν παιδιά και έφηβοι ηλικίας 9-14 ετών έδειξε ότι περισσότερα από τα µισά παιδιά στην ηλικιακή οµάδα των 9 ετών κατανάλωναν βραδυνό µε την οικογένεια καθηµερινά, ενώ µόνο το ένα τρίτο των εφήβων στην ηλικιακή οµάδα των 14 ετών έκαναν το ίδιο. Η ίδια µελέτη έδειξε ότι τα γεύµατα που καταναλώνονται στο σπίτι είναι πιο πλούσια σε ασβέστιο, σίδηρο, φυτικές ίνες, φυλλικό οξύ, βιταµίνες Β6, Β12, C και Ε και λιγότερο πλούσια σε ολικό και κορεσµένο λίπος, χοληστερόλη και νάτριο [19]. Γενικά τα γεύµατα που καταναλώνονται µε την οικογένεια έχουν συσχετιστεί µε υψηλής ποιότητας διατροφή [20]. Τα κορίτσια παραλείπουν περισσότερα γεύµατα από τα αγόρια [21], γεγονός το οποίο εντάσσεται µέσα στη γενικότερη προσπάθειά τους να µειώσουν το σωµατικό τους βάρος. Το αποτέλεσµα όµως µπορεί να είναι ακριβώς το αντίθετο: όταν κανείς παραλείπει ένα γεύµα συνήθως οδηγείται σε υπερκατανάλωση τροφής στο ακριβώς επόµενο γεύµα [22]. Τέλος, το πρωινό αποτελεί ένα από τα πιο συχνά παραλειπόµενα γέυµατα [23]. Τα κορίτσια αποφεύγουν την κατανάλωση πρωινού πιο συχνά από τα αγόρια [24]. Η µη κατανάλωση πρωινού έχει συσχετιστεί µε την παχυσαρκία, και αυτό γιατί ο έφηβος καταναλώνει περισσότερο φαγητό κατά τη διάρκεια της ηµέρας και ασκείται λιγότερο. Μια έρευνα σε παιδιά και εφήβους 6-10 και 11-14 ετών στην Ιταλία έδειξε ότι µεταξύ εκείνων που δεν κατανάλωναν πρωινό το 27,5% ήταν υπέρβαρα και το 9,6% ήταν παχύσαρκα, ενώ µεταξύ αυτών που κατανάλωναν συστηµατικά πρωινό µόνο το 9,1% ήταν υπέρβαρα και το 4,5% ήταν παχύσαρκα [25]. Στη µελέτη «Βύρωνα», στην οποία συµµετείχαν 2008 έφηβοι ηλικίας 12-17 ετών, η κατανάλωση 13

πρωινού περισσότερες από 5 φορές την εβδοµάδα συσχετίστηκε αρνητικά µε το είκτη Μάζας Σώµατος στα κορίτσια [26]. 1.4.3 Εικόνα σώµατος και δίαιτες αδυνατίσµατος Οι σύγχρονες υτικού τύπου κοινωνίες παρέχουν πληθώρα τροφίµων, εύληπτων και νόστιµων, αλλά ταυτόχρονα και πλούσιων σε ενέργεια. Παραδόξως οι ίδιες κοινωνίες προωθούν ως πρότυπο το αδύνατο σώµα, ασκώντας έτσι πίεση στις έφηβες µέσα από τη µόδα και τη διαφήµιση, να συµβαδίσουν µε τα σωµατικά πρότυπα της κοινωνίας. Αυτές οι πιέσεις επηρεάζουν τη διαιτητική συµπεριφορά των νεαρών κοριτσιών. Οι φίλοι, η οικογένεια, και κυρίως οι µητέρες, επηρεάζουν σηµαντικά την εικόνα σώµατος των νεαρών εφήβων και κατ επέκταση τη δυσαρέσκεια για το βάρος ή το σχήµα του σώµατος, που εµφανίζεται στην ηλικία αυτή. Μεγάλος αριθµός νεαρών κοριτσιών δεν είναι ικανοποιηµένες µε το σώµα τους, το βάρος αλλά και το σχήµα και προσπαθούν να χάσουν τα δήθεν περιττά κιλά. Έχει διαπιστωθεί ότι κορίτσια που ήταν δυσαρεστηµένα µε το βάρος τους χωρίς ωστόσο να βρίσκονται σε δίαιτα, ακολουθούσαν χαµηλότερης ποιότητας διατροφή από κορίτσια που ήταν ικανοποιηµένα µε το βάρος τους και είτε βρίσκονταν σε δαίτα είτε όχι. Η δυσαρέσκεια ως προς το σώµα έχει εξαπλωθεί τόσο ανάµεσα στις έφηβες που τείνει πλέον να αποτελέσει φυσιολογικό χαρακτηριστικό γνώρισµα της ηλικίας [27]. Κατ επέκταση, η ενασχόληση µε δίαιτες αδυνατίσµατος εµφανίζεται στην εφηβεία µε µεγαλύτερη συχνότητα από οποιαδήποτε άλλη ηλικία, ιδιαίτερα στα κορίτσια [28]. Οι περισσότερες δίαιτες αδυνατίσµατος βασίζονται κυρίως σε προσωπικές µεθόδους αυτοπεριορισµού της τροφής ή διαιτητικά σχήµατα που διαφηµίζονται σε περιοδικά µόδας. Συχνή µέθοδος αδυνατίσµατος των εφήβων είναι η κατάργηση από το διαιτολόγιο συγκεκριµένων τροφίµων ή/και η παράλειψη γευµάτων, κυρίως αυτών που καταναλώνουν µόνοι τους. Λιγότερο συχνά µειώνουν την ποσότητα της τροφής που καταναλώνουν σε ένα γεύµα, ή παραλείπουν σνακ που καταναλώνουν µε φίλους τους. Τέλος, αρκετά συχνά εφαρµόζουν δίαιτες-αστραπή, ή απέχουν για µικρά χρονικά διαστήµατα εντελώς από το φαγητό. Πολλές από τις δίαιτες αυτές µπορούν να παρεµποδίσουν τη φυσιολογική ανάπτυξη του οργανισµού σε όλα τα επίπεδα προκαλώντας ανωµαλίες στην εµµηνορρυσία, επιπτώσεις στην φυσιολογική 14

ανάπτυξη των οστών και άλλες ελλείψεις σε θρεπτικά συστατικά. Υπάρχει µεγάλη διαφορά µεταξύ του σύντοµου περιορισµού της διαιτητικής πρόσληψης από τη µία και της υιοθέτησης υγιεινών διαιτητικών συνηθειών µε ταυτόχρονη αύξηση της φυσικής δραστηριότητας από την άλλη. Παρά τη συνειδητή προσπάθεια µείωσης της πρόσληψης τροφής, η αυξανόµενη ευηµερία και ο αστικός τρόπος ζωής µε τη χαµηλή φυσική δραστηριότητα σχετίζονται µε µεγαλύτερο σωµατικό βάρος [5]. 2. ΕΦΗΒΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ 2.1 Ορισµός Ως παχυσαρκία ορίζεται η κατάσταση ενός ατόµου το οποίο έχει σωµατικό βάρος 20% υψηλότερο από το ιδανικό και εµφανίζει υπερβολική συσσώρευση λίπους στο σώµα. Αλλιώς, ορίζεται η κατάσταση ενός ατόµου που εµφανίζει είκτη Μάζας Σώµατος>30kg/m 2 [29-30]. 2.2 Επιπολασµός Η εφηβεία αποτελεί µία από τις περιόδους της ζωής που θεωρούνται κρίσιµες για την ανάπτυξη της παχυσαρκίας [31]. εν αποτελεί µόνο περίοδο αυξηµένου κινδύνου για την ανάπτυξη παχυσαρκίας στα κορίτσια, αλλά και περίοδο που η κατανοµή του λίπους στο σώµα αλλάζει, γεγονός που επηρεάζει και αυτό µε τη σειρά του τους κινδύνους που σχετίζονται µε την παχυσαρκία [32]. Η συχνότητα εµφάνισής της σε νεαρά άτοµα σε όλον τον κόσµο αυξάνεται σηµαντικά τα τελευταία χρόνια. Στην Ισπανία µία πρόσφατη έρευνα σε δείγµα 2320 εφήβων έδειξε ότι το 25,7% των αγορίων και το 19,1% των κοριτσιών ήταν υπέρβαρα ή παχύσαρκα, τιµές που παρουσιάστηκαν αρκετά αυξηµένες συγκριτικά µε παλαιότερες έρευνες στην ίδια χώρα [33]. Μία άλλη έρευνα που διεξήχθη σε 34 χώρες και στην οποία συµµετείχαν έφηβοι ηλικίας 10-16 ετών, έδειξε τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας στη Μάλτα όπου το 25,4% ήταν υπέρβαροι και το 7,9% παχύσαρκοι (33,3% συνολικά), καθώς και στις Ηνωµένες Πολιτείες της Αµερικής όπου τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 25,1% και 6,8% 15

(31,9% συνολικά). Υψηλά ποσοστά φάνηκαν επίσης και στη Μεγάλη Βρετανία και σε πολλές χώρες της Νοτιοδυτικής Ευρώπης [34]. Στον Καναδά, µεταξύ εφήβων ηλικίας 11-16 ετών το 15% ήταν υπέρβαροι και το 4,6% παχύσαρκοι το 2002 (19,6% συνολικά), ενώ αυτά τα ποσοστά ήταν µεγαλύτερα στα αγόρια σε σχέση µε τα κορίτσια [35]. Τα ποσοστά αυτά αυξάνονται δραµατικά µε την πάροδο των ετών και εκτιµάται ότι µέχρι το 2010 θα υπάρχουν 26.000.000 υπέρβαρα παιδιά στις Ευρωπαϊκές χώρες µε τα 6,4 εκατοµµύρια αυτών να είναι παχύσαρκα. Στις Ηνωµένες Πολιτείες της Αµερικής ο επιπολασµός της εφηβικής παχυσαρκίας έχει αυξηθεί µεταξύ των ετών 1966-70 και 1988-91 από 5% σε 13% στα αγόρια και από 5% σε 9% στα κορίτσια [36]. Τα ελληνικά δεδοµένα επιπολασµού της παχυσαρκίας στους εφήβους δείχνουν έντονο πρόβληµα, συγκρίσιµο µε τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, ηπιότερου όµως βαθµού από τα αµερικάνικα δεδοµένα. Το 2001 σε µελέτη που πραγµατοποιήθηκε στην περιοχή της Θεσσαλονίκης σε δείγµα 2458 παιδιών ηλικίας 6-17 ετών βρέθηκε ότι το 21,6% των παιδιών ηλικίας 11-17 ετών ήταν υπέρβαρα και παχύσαρκα µε επιµέρους ποσοστά 31% στα αγόρια και 22,3% στα κορίτσια [37]. Μία µελέτη στην οποία συµµετείχαν 4299 παιδιά και έφηβοι σχολικής ηλικίας από σχολεία της Ελλάδας είχε σαν αποτέλεσµατα ότι το 24,2% των αγοριών και το 10,3% των κοριτσιών ήταν υπέρβαρα ή παχύσαρκα το 2003. Τα αποτελέσµατα αυτά ήταν παρόµοια µε εκείνα της µελέτης στη Θεσσαλονίκη και χαµηλότερα σε σχέση µε τις περισσότερες υτικές χώρες [38]. Μία πρόσφατη µελέτη επιπολασµού που διεξήγαγε η Ελληνική Ιατρική Εταιρία Παχυσαρκίας (ΕΙΕΠ) το 2008 εξετάζοντας όλη την Ελληνική επικράτεια επί 14.456 εφήβων ηλικίας 13-19 ετών, έδειξε ποσοστά υπέρβαρων και παχύσαρκων συνολικά 22,6%, µε επιµέρους ποσοστά 29,4% στα αγόρια και 16,7% στα κορίτσια. Τα ποσοστά αυτά κρίνονται ιδιαίτερα υψηλά σε σχέση µε αυτά των περισσότερων Μεσογειακών Ευρωπαϊκών χωρών [39]. Μία άλλη µελέτη που διεξήχθη σε δείγµα 6448 παιδιών και εφήβων ηλικίας 6-17 ετών από σχολεία σε ολόκληρη την Ελλάδα έδειξε ποσοστά υπέρβαρων 17,3% και παχύσαρκων 3,6% (20,9% συνολικά). Τα ποσοστά αυτά αυξάνονταν µε την αύξηση της ηλικίας στα αγόρια, ενώ µειώνονταν στα κορίτσια, ωστόσο ήταν συγκρίσιµα µε εκείνα που προέκυπταν από πολλές µελέτες σε ευρωπαϊκές χώρες [40]. 16

2.3 Αίτια παχυσαρκίας σε παιδιά και εφήβους Η παχυσαρκία αποτελεί αποτέλεσµα της διαταραχής του ισοζυγίου ενέργειας και, πιο συγκεκριµένα, αποτέλεσµα του θετικού ισοζυγίου ενέργειας. Ισοζύγιο ενέργειας είναι η ισορροπία µεταξύ της ενεργειακής πρόσληψης και της ενεργειακής κατανάλωσης. Στο θετικό ισοζύγιο ενέργειας η ενεργειακή πρόσληψη είναι µεγαλύτερη από την ενεργειακή κατανάλωση, µε αποτέλεσµα, όταν αυτό διατηρηθεί για ένα σηµαντικό χρονικό διάστηµα, να αυξηθούν οι ενεργειακές αποθήκες του σώµατος, το σωµατικό λίπος, και εποµένως να εµφανιστεί παχυσαρκία. Γενικά, οι παράγοντες που τελικώς θα καθορίσουν αν ένα άτοµο γίνει παχύσαρκο αλλά και το βαθµό της παχυσαρκίας µπορούν να διαιρεθούν σε γενετικούς και περιβαλλοντικούς [41]. Οι γενετικοί παράγοντες σχετίζονται κυρίως µε την κληρονοµικότητα καθώς µελέτες σε υιοθετηµένα παιδιά έδειξαν ότι αυτά ακολουθούν, σε ό,τι αφορά το σωµατικό βάρος, περισσότερο τους βιολογικούς παρά τους θετούς γονείς [42]. Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες περιλαµβάνουν το σύνολο των χαρακτηριστικών του τρόπου ζωής, όπως είναι η φυσική δραστηριότητα και οι διαιτητικές συνήθειες των εφήβων, καθώς και άλλοι παράγοντες. Έτσι η περιορισµένη φυσική δραστηριότητα και η καθιστική ζωή, όπως και η συχνή ενασχόληση µε ηλεκτρονικά παιχνίδια ή η υπερβολική παρακολούθηση τηλεόρασης σχετίζεται µε την εµφάνιση παχυσαρκίας [43-44]. Πολλοί έφηβοι λόγω αυξηµένης σχολικής εργασίας σταµατούν τις αθλητικές τους δραστηριότητες, ενώ παράλληλα αυξάνουν την πρόσληψη του φαγητού και κατά συνέπεια το σωµατικό τους βάρος. Tαυτόχρονα, κακές διατροφικές επιλογές όπως η συχνή κατανάλωση γρήγορου φαγητού (fast food) και τροφίµων πλούσιων σε λίπος και θερµίδες οδηγούν σε παρόµοια αποτελέσµατα. Το λίπος είναι ενεργειακά πυκνότερο από τις πρωτεῒνες και τους υδατάνθρακες, ενώ ταυτόχρονα µπορεί να αποθηκευθεί στο ανθρώπινο σώµα ως λιπώδης ιστός [45]. Οι έφηβοι στην προσπάθειά τους να αυτονοµηθούν και να ξεπεράσουν τους συµβατικούς κανόνες της κοινωνίας ή τις συγκρούσεις και πιέσεις που τους ασκούνται, καταναλώνουν µεγάλες ποσότητες εύληπτων (συνήθως υψηλής περιεκτικότητας σε κακής ποιότητας λίπη) τροφίµων, η υψηλή κατανάλωση των οποίων προδιαθέτει σε παχυσαρκία [5]. Επιπλέον, διατροφικές συνήθειες που ευνοούν την υπερκατανάλωση τροφής, όπως το φαγητό µπροστά στην τηλεόραση, ενοχοποιούνται για την αύξηση του βάρους. Η παρακολούθηση τηλεόρασης έχει 17

συσχετιστεί θετικά µε την κατανάλωση τροφίµων όπως αναψυκτικά, πατατάκια, κέικ και προϊόντα άρτου, γλυκά και σοκολάτες [27]. Η κατανάλωση τροφίµων όπως είναι τα ζαχαρούχα ποτά (αναψυκτικά), έχει συσχετισθεί έντονα µε την προώθηση της παχυσαρκίας. Συγκεκριµένα έχει διαπιστωθεί ότι τα ζαχαρούχα ποτά σχετίζονται µε υψηλότερη ενεργειακή πρόσληψη και µεγαλύτερη αύξηση του σωµατικού βάρους σε παιδιά ηλικίας 6-13 ετών [46] και ότι για κάθε επιπλέον µερίδα αναψυκτικού που καταναλώνεται σηµειώνεται αύξηση του είκτη Μάζας Σώµατος και της συχνότητας της παχυσαρκίας [47]. Επιπρόσθετα, άλλοι περιβαλλοντικοί παράγοντες παρακινούν για υπερκατανάλωση, όπως είναι οι διαφηµίσεις τροφίµων και σνακ και η εύκολη πρόσβαση σε τρόφιµα κακής ποιότητας όπως σε κυλικεία, ταχυφαγεία, περίπτερα. Μελέτες έχουν συσχετίσει την συχνή παρακολούθηση διαφηµίσεων τροφίµων µέσω της τηλεόρασης, µε υψηλότερη κατανάλωση τροφίµων κακής ποιότητας και χαµηλής διατροφικής αξίας [48]. Επίσης, οι διατροφικές συνήθειες των γονέων επηρεάζουν σε σηµαντικό βαθµό τις διατροφικές επιλογές των παιδιών [49]. Έτσι παχύσαρκοι γονείς είναι πιθανό να µεταφέρουν στα παιδιά τους τις δικές τους ανθυγιεινές διατροφικές συνήθειες [50], ενώ συχνά οι γονείς δεν αναγνωρίζουν ότι τα παιδιά τους είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα [51]. Την ανάπτυξη της παχυσαρκίας µπορούν, τέλος, να επηρεάσουν και ψυχολογικοί ή κοινωνικοί παράγοντες όπως η έλλειψη αυτοπεποίθησης, το αίσθηµα µοναξιάς [52] αλλά και το άγχος, οδηγώντας σε υπερφαγία [53]. 2.4 Επιπτώσεις παχυσαρκίας Οι επιτώσεις της παχυσαρκίας στην εφηβεία θα πρέπει να χωριστούν σε βραχυπρόθεσµες και µακροπρόθεσµες και µε αυτόν τον τρόπο να εκτιµηθούν [5]. Στις βραχυπρόθεσµες περιλαµβάνονται: ιάφορα ορθοπεδικά και αναπνευστικά προβλήµατα Αυξηµένος κίνδυνος καρδιαγγειακών νόσων για τους εφήβους Ψυχολογικά προβλήµατα, όπως διαταραχές της εικόνας του εαυτού τους, χαµηλή αυτοεκτίµηση, συναισθήµατα απόρριψης λόγω διακρίσεων κ.α. 18

Πιο συγκεκριµένα, έχει διαπιστωθεί οτι µεγάλο ποσοστό υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών εµφανίζουν άπνοια ύπνου [54]. Ταυτόχρονα η εµφάνιση βλαβών στη σπονδυλική στήλη έχει συσχετιστεί έντονα µε το υπερβάλλον σωµατικό βάρος κατά την παιδική ηλικία [55]. Έχει επίσης παρατηρηθεί ότι υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά και έφηβοι εµφανίζουν υψηλότερες τιµές αρτηριακής πίεσης, σε σχέση µε παιδιά φυσιολογικού σωµατικού βάρους [56]. Επιπλέον, το υπερβάλλον σωµατικό βάρος και η συσσώρευση λίπους σε παιδιά και εφήβους ηλικίας 8-17 ετών, έχει συσχετιστεί µε υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων και χαµηλά επίπεδα HDL χοληστερόλης στο αίµα, τα οποία αποτελούν παράγοντες κινδύνου για εµφάνιση καρδιαγγειακών νοσηµάτων [57]. Τέλος, έχει φανεί ότι σε παχύσαρκους εφήβους η συχνότητα εµφάνισης ψυχολογικών προβληµάτων όπως κατάθλιψη, χαµηλή αυτοεκτίµηση και προβλήµατα συµπεριφοράς, είναι µεγαλύτερη σε σχέση µε µη παχύσαρκους εφήβους [58]. Όσον αφορά στις µακροπρόθεσµες συνέπειες, αυτές αναφέρονται κυρίως στον κίνδυνο να διατηρηθεί η παχυσαρκία και κατά την ενήλικη ζωή, µε όλες τις αρνητικές συνέπειες που αυτό συνεπάγεται. Σε µία πρόσφατη µελέτη φάνηκε ότι οι έφηβοι που παρουσιάζουν υψηλές τιµές του είκτη Μάζας Σώµατος, βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο εµφάνισης παχυσαρκίας κατά την ενήλικη ζωή [59]. 2.5 Αξιολόγηση της διαιτητικής πρόσληψης εφήβων Η αξιολόγηση της διαιτητικής πρόσληψης των ενηλίκων είναι γνωστό ότι παρουσιάζει διάφορα µεθοδολογικά προβλήµατα σχετικά µε το βαθµό ακρίβειας και αξιοπιστίας. Στους εφήβους εµφανίζονται πρόσθετα προβλήµατα. Μπορεί βέβαια οι έφηβοι να είναι σε θέση να καταγράψουν επακριβώς τη διαιτητική τους πρόσληψη (κάτι το οποίο δεν είναι εύκολο σε µικρότερες ηλικίες), καλούνται όµως να περιγράψουν τρόφιµα ή σύνθετα φαγητά των οποίων τη σύνθεση δε γνωρίζουν επακριβώς, ενώ µεγάλο µέρος του διαιτολογίου τους καλύπτουν τρόφιµα εκτός σπιτιού. ιάφορες µέθοδοι, όπως ηµερολόγια καταγραφής τροφίµων, ανακλήσεις 24ώρου και ερωτηµατολόγια συχνότητας κατανάλωσης τροφίµων έχουν χρησιµοποιηθεί µέχρι σήµερα για την αξιολόγηση της διαιτητικής πρόσληψης και των διαιτητικών συνηθειών των εφήβων. Όλες αυτές οι µέθοδοι έχουν 19

πλεονεκτήµατα και µειονεκτήµατα, και το ποια µέθοδος θα χρησιµοποιηθεί εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά των ατόµων που πρόκειται να αξιολογηθούν, τις υλικές και χρονικές δυνατότητες που υπάρχουν, καθώς και το είδος των ερωτήσεων στις οποίες κανείς επιθυµεί να δώσει απάντηση µε τη συγκεκριµένη αξιολόγηση. Η σύγχρονη τάση είναι να αναπτύσσονται εργαλεία ειδικά για κάθε πληθυσµιακή οµάδα [5]. 20

3. ΙΑΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΙΚΤΕΣ 3.1 ιατροφικά Πρότυπα και ιατροφικοί είκτες Από τα µέσα του 20 ου αιώνα η ποιότητα της διατροφής έχει αποτελέσει σηµαντικό παράγοντα για τη διατήρηση της υγείας. Αρκετές έρευνες έχουν οδηγήσει σε διάφορες προσεγγίσεις για την ποσοτική εκτίµηση της ποιότητας της διατροφής. H πλειοψηφία των ερευνών αυτών ακολουθούσε την προσέγγιση της εκτίµησης ξεχωριστών θρεπτικών συστατικών ή τροφίµων, έναντι της εκτίµησης συνολικών διατροφικών σχηµάτων. Ωστόσο, η διατροφή του ανθρώπου είναι αρκετά σύνθετη αφού τα άτοµα δεν καταναλώνουν µεµονωµένα τρόφιµα ή θρεπτικά συστατικά, αλλά συνδυασµούς τροφίµων, που αντανακλούν τις ατοµικές τους προτιµήσεις, και οι οποίες διαµορφώνονται από µία σειρά παραγόντων (π.χ. γενετικοί, κοινωνικοί, περιβαλλοντικοί, πολιτισµικοί, οικονοµικοί κ.τ.λ.) [60]. Οι διατροφικοί αυτοί συνδυασµοί χαρακτηρίζονται και ως διατροφικά πρότυπα (dietary patterns). Ο Παγκόσµιος Οργανισµός Υγείας (Π.Ο.Υ., WHO), καθώς και οι διάφορες χώρες της Ευρώπης συµπεριλαµβανοµένης και της Ελλάδας, έχουν εκδόσει οδηγίες για τον πληθυσµό τους µε τη µορφή προτύπων. Τα πρότυπα αυτά χρησιµοποιούνται σε πλήθος ερευνών, προκειµένου οι ερευνητές να βοηθήσουν τους εξεταζόµενους να ανακαλέσουν ή να καταγράψουν τις µερίδες από τα τρόφιµα που καταναλώνουν [61], συµβάλλοντας έτσι στη µεγαλύτερη αποτελεσµατικότητα των διαιτητικών παρεµβάσεων οι οποίες είναι εύκολες και εφαρµόσιµες από το µέσο καταναλωτή [62]. Με τη χρήση των διατροφικών προτύπων καθίσταται ευκολότερος ο εντοπισµός και η αποτίµηση ακραίων διαιτητικών συνηθειών και αντιµετωπίζεται ευκολότερα ο συγχυτικός ρόλος µεµονωµένων θρεπτικών συστατικών, τα οποία πιθανόν να αλληλεπιδρούν µεταξύ τους ως προς την πιθανότητα εµφάνισης κάποιου νοσήµατος [63]. ύο τεχνικές έχουν προταθεί για την περιγραφή ενός διατροφικού προτύπου. Η µία ονοµάζεται a posteriori, όπου τα διατροφικά πρότυπα προκύπτουν εµπειρικά µε βάση συλλεγµένες πληροφορίες για τα τρόφιµα που καταναλώνονται στον πληθυσµό που µελετάται. Για το σκοπό αυτό χρησιµοποιούνται στατιστικές µέθοδοι όπως η ανάλυση σε κύριες συνιστώσες (principal component analysis) και η παραγοντική ανάλυση (factor analysis). Η µέθοδος αυτή ωστόσο ενέχει ένα βαθµό 21

υποκειµενικότητας από την πλευρά του ερευνητή όσον αφορά τις µεθοδολογικές επιλογές του, ενώ ταυτόχρονα τα πρότυπα που θα ταυτοποιηθούν δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τη βέλτιστη διατροφή. Αυτό γιατί βασίζονται σε πληροφορίες αναφορικά µε την κατανάλωση τροφίµων και σε αλληλεπιδράσεις στις προσλήψεις τροφίµων, αγνοώντας πλήρως την πρωτύτερη γνώση. Για τους παραπάνω λόγους η µέθοδος αυτή πιθανότατα δεν είναι χρήσιµη για την εκτίµηση της διατροφικής ποιότητας, αλλά για την απόκτηση γνώσεων αναφορικά µε τα υπάρχοντα πρότυπα κατανάλωσης τροφίµων στα πλαίσια ενός πληθυσµού, καθώς και για πρότυπα που ίσως σχετίζονται µε υψηλό (ή χαµηλό) κίνδυνο για την υγεία. Η δεύτερη τεχνική ονοµάζεται a priori και βασίζεται σε γνωστά δεδοµένα ή προηγούµενη επιστηµονική γνώση (π.χ µελέτες για οµάδες τροφίµων, µεµονωµένα τρόφιµα ή θρεπτικά συστατικά και η σχέση τους µε διάφορες ασθένειες) και χρησιµοποιεί µεθόδους όπως ο υπολογιµός ενός διατροφικού σκορ [64]. Τα διατροφικά σκορ δηµιουργήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990 για να αποτιµήσουν τις διατροφικές συνήθειες, στο σύνολο τους, σε σχέση µε χρόνια νοσήµατα, συνοψίζοντας τη διατροφική πληροφορία σε ένα δείκτη. Ο ιατροφικός είκτης ορίζεται ως ένα σύντοµο και προκαθορισµένο µέτρο συνολικής διατροφικής ποιότητας και µπορεί να χρησιµοποιηθεί για την εκτίµηση της υπακοής των ατόµων σε διάφορες διαιτητικές οδηγίες και να κατευθύνει καθολικές διαιτητικές αλλαγές [65]. Ο δείκτης αυτός µπορεί να αποτελέσει ένα µέτρο καθολικής διατροφικής ποιότητας ή δείχνει το βαθµό υιοθέτησης κάποιου διατροφικού προτύπου που έχει συσχετιστεί µε ένα αποτέλεσµα στην υγεία. Αναλυτικότερα, ο ορισµός της διατροφικής ποιότητας εξαρτάται από ιδιότητες που επιλέγει ο ερευνητής, οι οποίες βασίζονται στην παρούσα διατροφική γνώση και θεωρία. Σε αυτήν την περίπτωση, οι διατροφικοί δείκτες συχνά περιλαµβάνουν στοιχεία που αντιπροσωπεύουν τις τρέχουσες διατροφικές οδηγίες ή συστάσεις και δηλώνουν τη διατροφική επάρκεια των ατόµων. Εναλλακτικά, η δηµιουργία ενός διατροφικού δείκτη µπορεί να βασιστεί σε ένα διατροφικό πρότυπο που έχει αποδειχθεί υγιεινό όπως το Μεσογειακό πρότυπο [64]. Η Μεσογειακή διατροφή έχει λάβει αυξηµένη προσοχή τα τελευταία χρόνια λόγω της συσχέτισής της µε µειωµένο κίνδυνο στεφανιαίας νόσου και πολλών µορφών καρκινογέννεσης [66-69]. Σε αυτήν την περίπτωση, ο δείκτης χρησιµοποιείται προκειµένου να εκτιµήσει την πιθανότητα εµφάνισης κάποιου αποτελέσµατος στην υγεία των ατόµων, ανάλογα µε το βαθµό υιοθέτησης του υγιεινού διατροφικού προτύπου από τα άτοµα αυτά. 22

Έτσι ένας διατροφικός δείκτης µπορεί να φανεί χρήσιµος στην αξιολόγηση των διατροφικών συνηθειών ενός πληθυσµού σε σχέση µε κάποιο αποτέλεσµα που αυτές έχουν στην υγεία προτείνοντας και αλλαγές, ενώ ταυτόχρονα µπορεί να χρησιµοποιηθεί µε σκοπό τη σύγκριση της ποιότητας της διατροφής µεταξύ υποοµάδων µέσα σε έναν πληθυσµό. 3.2 Μεθοδολογία κατασκευής διατροφικών δεικτων [64] Η σύνθεση ενός διατροφικού δείκτη απαιτεί µια πληθώρα επιλογών από την πλευρά του ερευνητή που τον κατασκευάζει. Για το σχεδιασµό ενός διατροφικού δείκτη πρέπει να λαµβάνονται υπόψη αρκετοί παράγοντες, όπως ο σκοπός της χρήσης του δείκτη καθώς και η ευκολία στη χρήση του [63]. Τα στάδια τα οποία ακολουθούνται προκειµένου να κατασκευαστεί ένας διατροφικός δείκτης περιγράφονται παρακάτω. 3.2.1 Συστατικά του διατροφικού δείκτη Οι διατροφικές µεταβλητές που περιλαµβάνονται σε έναν δείκτη είναι γενικά θρεπτικά συστατικά, τρόφιµα ή οµάδες τροφίµων ή και ο συνδυασµός αυτών. Οι διατροφικοί δείκτες που περιλαµβάνουν θρεπτικά συστατικά ως στοιχεία µπορεί να εκτιµούν την επάρκεια της πρόσληψης θρεπτικών συστατικών π.χ. σύµφωνα µε τις συνιστώµενες ηµερήσιες ποσότητες (RDAs), χρησιµοποιώντας είτε µέτρα που προκύπτουν από την πρόσληψη µίας οµάδα συστατικών, είτε µεµονωµένα συστατικά ως ένδειξη της πρόσληψης περισσότερων συστατικών. Οι δείκτες αυτοί επιτρέπουν την εξαγωγή συµπερασµάτων αναφορικά µε την πρόσληψη άλλων συστατικών σε έναν πληθυσµό, δεδοµένης της διαθεσιµότητας των τροφίµων και των διατροφικών επιλογών του. Για παράδειγµα, η ενεργειακή πρόσληψη, το διαιτητικό λίπος και συγκεκριµένα µικροθρεπτικά συστατικά έχουν χρησιµοποιηθεί από ορισµένους ερευνητές σαν δείκτες καθολικής διατροφικής επάρκειας. Εναλλακτικά, οι δείκτες που περιλαµβάνουν µεµονωµένα θρεπτικά συστατικά µπορεί να εκτιµούν τη σχέση της πρόσληψης τους µε κάποιο αποτέλεσµα στην υγεία [70]. Για παράδειγµα έχουν διαµορφωθεί τέτοιοι δείκτες που συσχετίζουν την πρόσληψη θρεπτικών συστατικών µε την πορεία της εγκυµοσύνης, τις επιπλοκές της και την κατάσταση του νεογέννητου βρέφους [71]. 23

Οι δείκτες που περιλαµβάνουν τρόφιµα ή οµάδες τροφίµων έχουν χρησιµοποιηθεί από τους ερευνητές προκειµένου να εξάγουν ένα διατροφικό σκορ που θα προκύπτει από την κατανάλωση των τροφίµων αυτών και να το συσχετίσουν είτε µε τη διατροφική επάρκεια (π.χ. θρεπτικών συστατικών και λίπους [72]) ή αλλές παραµέτρους της διατροφικής κατάστασης (π.χ κοινωνικο-δηµογραφικά χαρακτηριστικά [73]), είτε µε µείωση του κινδύνου εµφάνισης κάποιας νόσου (π.χ καρκίνο του παχέος εντέρου [74]). Οι περισσότεροι διατροφικοί δείκτες συνίστανται από τρόφιµα ή οµάδες τροφίµων σε συνδυασµό µε κατανάλωση θρεπτικών συστατικών. Οι οµάδες τροφίµων µπορούν να περιλαµβάνουν λαχανικά, φρούτα, δηµητριακά ή σιτηρά, κρέας και προϊόντα αυτού, όσπρια, γαλακτοκοµικά, ψάρι, ελαιόλαδο, ψωµί, πατάτες και τυρί. Τα διατροφικά συστατικά µπορεί να είναι το συνολικό διαιτητικό λίπος, το κορεσµένο λίπος ή ο λόγος του µονοακόρεστου προς το κορεσµένο λίπος, η χοληστερόλη και το αλκοόλ. Σε κάποια άλλα σκορ µπορεί να συµπεριλαµβάνονται και οι (σύνθετοι) υδατάνθρακες, η πρωτεῒνη και οι φυτικές ίνες. Ένας µικρός αριθµός διατροφικών δεικτών µπορεί να περιέχει και τα µικροθρεπτικά συστατικά νάτριο, ασβέστιο, σίδηρο και βιταµίνη C. Αρκετοί ερευνητές έχουν ενσωµατώσει στους δείκτες τους και µια µεταβλητή που αντιπροσωπεύει την ποικιλία της διατροφής, θεωρώντας ότι µόνο µια διατροφή που χαρακτηρίζεται από ποικιλία τροφίµων είναι πιθανό να οδηγήσει σε υψηλό σκορ σε όλες τις οµάδες τροφίµων και συστατικών που περιλαµβάνει ο δείκτης. Οι δείκτες αυτοί συσχετίζουν τα παραπάνω διατροφικά στοιχεία είτε µε τη διατροφική επάρκεια (π.χ. θρεπτικών συστατικών και λίπους [75-76]), είτε µε την εµφάνιση κάποιου αποτελέσµατος στην υγεία (π.χ καρκίνου του παχέος εντέρου και του ορθού [77]). 3.2.2 Αντιστοίχηση του κάθε τρόφιµου σε ευρύτερες οµάδες τροφίµων Την επιλογή του κάθε στοιχείου του δείκτη ακολουθεί η αντιστοίχηση των τροφίµων που καταναλώνονται από τα άτοµα σε κάθε στοιχείο. Οι διατροφικές πληροφορίες που απαιτούνται για τον υπολογισµό του τελικού σκορ µπορούν να συλλεχθούν είτε από Ερωτηµατολόγια Συχνοτητας Κατανάλωσης Τροφίµων (ΕΣΚΤ, FFQ), είτε από διαιτητικά ιστορικά ή ανακλήσεις 24ώρου. Η µέθοδος που θα επιλεγεί µπορεί να επηρεάσει το αποτέλεσµα, για παράδειγµα το ΕΣΚΤ περιέχει έναν 24

περιορισµένο αριθµό τροφίµων ή οµάδων τροφίµων, ενώ ένα διαιτητικό ιστορικό είναι περισσότερο επεξεργάσιµο. 3.2.3 ηµιουργία του σκορ Εφ όσον οι συνιστώσες που θα περιληφθούν στο δείκτη έχουν επιλεγεί, θα πρέπει να ποσοτικοποιηθούν. Για το σκοπό αυτό υπάρχουν διάφορες µέθοδοι. Η πιο συνήθης είναι η χρήση µιας τιµής «κατώφλι» για κάθε συνιστώσα και η ανιστοίχηση ενός σκορ «0» εάν η κατανάλωση είναι χαµηλότερη από την τιµή αυτή (ή υψηλότερη στην περίπτωση µιας δυσµενούς συνιστώσας) και ενός σκορ «1» εάν η κατανάλωση είναι υψηλότερη (ή χαµηλότερη) από την τιµή «κατώφλι». Η τιµή αυτή χρησιµοποιείται προκειµένου να διαχωρίσει τα υγιεινά από τα λιγότερο επιθυµητά επίπεδα κατανάλωσης. Επιπλέον είναι δυνατή η επιλογή περισσότερων της µίας τιµών «κατώφλι». Μια άλλη µέθοδος είναι η αντιστοίχηση ενός βαθµιαίου σκορ καθώς το επίπεδο κατανάλωσης κάποιου συστατικού γίνεται όλο και πιο ευνοϊκό. Τέλος, είναι δυνατή και η αντιστοίχηση ενός συντελεστή βαρύτητας για κάθε συστατικό, ανάλογα µε τη συνεισφορά του σε µία (ανθ)υγιεινή διατροφή. Είναι εµφανές το γεγονός ότι η δηµιουργία του σκορ προϋποθέτει µεγάλο αριθµό αποφάσεων από την πλευρά του ερευνητή και παρά το γεγονός ότι βασίζεται στην τρέχουσα διατροφική γνώση, ενέχει την (υποκειµενική) επιλογή του ερευνητή. Έχει υποδειχθεί ότι οι δείκτες µε µικρή κλίµακα δεν είναι τόσο κατατοπιστικοί, από τη στιγµή που αποτυγχάνουν στη σύλληψη ακραίων και έµφυτων χαρακτηριστικών ενός προτύπου ή µιας συµπεριφοράς. Επιπρόσθετα, µπορεί να µη δίνουν καλές προγνώσεις σε περιπτώσεις όπου οι εκβάσεις µετρώνται µε συνεχή µεγέθη (π.χ. αρτηριακή πίεση) και διακριτά (εν ζωή, θάνατος), εξαιτίας της διακριτής κατανοµής τους (discrete distribution) [63]. Το τελικό σκορ του δείκτη προκύπτει από το άθροισµα των σκορ των επιµέρους συνιστωσών του. 25

3.3 Αξιολόγηση της ποιότητας της διατροφής σε παιδιά και εφήβους µέσω διατροφικών δεικτών Ένας µεγάλος αριθµός µελετών έχει καταλήξει στο συµπέρασµα ότι οι διατροφικές επιλογές επηρεάζονται κατά ένα µέρος από κοινωνικά και δηµογραφικά χαρακτηριστικά των ατόµων, όπως είναι η εθνικότητα, το κοινωνικο-οικονοµικό επίπεδο, το φύλο, αλλά και η ηλικία [60]. Για το λόγο αυτό είναι αβέβαιο κατά πόσο οι διατροφικοί δείκτες που έχουν διαµορφωθεί προκειµένου να εκτιµήσουν την ποιότητα της διατροφής στους ενήλικες, µπορούν να εκτιµήσουν και τις διατροφικές συνήθειες των παιδιών και των εφήβων. Συνεπώς, κρίνεται σηµαντική η δυνατότητα πρόσβασης σε εργαλεία που θα επιτρέπουν την εκτίµηση των ιδιαίτερων διαιτητικών συνηθειών αυτών των ηλικιακών οµάδων και την αξιολόγησή αυτών ως προς την επάρκεια [78], ενώ ταυτόχρονα θα µπορούν να χρησιµοποιηθούν µε ευκολία από τα ίδια τα άτοµα αυτής της ηλικίας [79], αφού αντιστοιχίζουν πολλά θρεπτικά συστατικά µε τα τρόφιµα που τα περιέχουν. Μία προέκταση της ανάγκης δηµιουργίας τέτοιων εργαλείων (δεικτών), µπορεί να αποτελέσει και η στροφή της διατροφικής εκπαίδευσης προς αυτές τις ηλικιακές οµάδες, προκείµενου να εγκαθιδρύσει υγιεινές διατροφικές συνήθειες οι οποίες θα οδηγήσουν σε ωφέλιµα αποτελέσµατα κατά την ενήλικη ζωή [78]. Παρακάτω περιγράφονται ορισµένοι διατροφικοί δείκτες που έχουν χρησιµοποιηθεί σε παιδιά και εφήβους σχολικής ηλικίας, σύµφωνα µε τα διαιτητικά πρότυπα διαφορετικών γεωγραφικών περιοχών. 3.3.1 Ο διατροφικός δέικτης KIDMED (Serra Majem L και συν, 2004) [78] Ο δείκτης KIDMED διαµορφώθηκε µε σκοπό την αξιολόγηση των διατροφικών συνηθειών των παιδιών και εφήβων στην Ισπανία, σε σχέση µε τις αρχές που υποστηρίζουν ένα παραδοσιακό, υγιεινό Μεσογειακό διαιτητικό πρότυπο. Συνολικά στη µελέτη που πραγµατοποιήθηκε συµµετείχαν 3850 παιδιά και έφηβοι ηλικίας 2-24 ετών που κατοικούσαν στην Ισπανία. Ένας είκτης Μεσογειακής ιατροφικής Ποιότητας, αποτελούµενος από 16 στοιχεία, συµπεριλήφθηκε στα δεδοµένα που είχαν συλλεχθεί κατά τη µελέτη EnKid (στην οποία είχαν επίσης χρησιµοποιηθεί δύο ανακλήσεις 24ώρου, ένα ποσοτικό Ερωτηµατολόγιο Συχνότητας Κατανάλωσης Τροφίµων 169 στοιχείων και ένα γενικό ερωτηµατολόγιο αναφορικά µε κοινωνικοοικονοµικά, δηµογραφικά στοιχεία και παράγοντες του τρόπου ζωής). Η 26

διαµόρφωση του δείκτη KIDMED βασίστηκε τόσο στις αρχές που υποστηρίζουν τα Μεσογειακά διαιτητικά πρότυπα, όσο και σε εκείνες που τα αµφισβητούν. Ο δείκτης έχει εύρος τιµών από 0 έως 12 και βασίστηκε σε ένα τεστ 16 ερωτήσεων, το οποίο µπορούσε να είναι είτε αυτοαπαντούµενο, είτε να απαντηθεί µε τη βοήθεια συνέντευξης (από παιδίατρους, διαιτολόγους, κλπ). Οι ερωτήσεις που σχετίζονταν µε ένα αρνητικό αποτέλεσµα σύµφωνα µε τη Μεσογειακή διατροφή αντιστοιχήθηκαν µε µια τιµή -1, ενώ οι ερωτήσεις που σχετίζονταν µε ένα θετικό αποτέλεσµα αντιζτοιχήθηκαν µε µια τιµή +1. (Πινακας 3.1). Τα αθροίσµατα των τιµών που προέκυπταν από το παραπάνω τεστ κατηγοριοποιήθηκαν σε τρία επίπεδα: 1) >8, βέλτιστη Μεσογειακή διατροφή, 2) 4-7, απαιτείται βελτίωση προκειµένου να επιτευχθεί προσαρµογή της διατροφικής πρόσληψης σύµφωνα µε τα Μεσογειακά πρότυπα, 3) 3, πολύ χαµηλή ποιότητα διατροφής. Τα αποτελέσµατα της µελέτης έδειξαν ότι το 4,2% του δείγµατος παρουσίαζε πολύ χαµηλό σκορ του δείκτη, το 49,4% είχε ενδιάµεσες τιµές και το 46,4% είχε υψηλές τιµές. Επιπλέον παρατηρήθηκαν σηµαντικές γεωγραφικές διαφορές, µε τους κατοίκους στα Βορειοανατολικά της Ισπανίας να παρουσιάζουν τα πιο ικανοποιητικά αποτελέσµατα (52% µε υψηλά σκορ έναντι 37,5% των κατοίκων στα Βόρεια). Τα µικρότερα ποσοστά υψηλής διατροφικής ποιότητας παρατηρήθηκαν στα χαµηλότερα κοινωνικοοικονοµικά στρώµατα συγκριτικά µε τα µεσαία και τα υψηλά (42,8%, 47,6% και 54,9% αντίστοιχα). Οι µεγάλες πόλεις παρουσίασαν θετικότερα αποτελέσµατα και µικρές διακυµάνσεις παρατηρήθηκαν ανάλογα µε το φύλο και την ηλικία. 27

Πίνακας 3.1. ιατροφικός δείκτης KIDMED για την αξιολόγηση της διατροφικής ποιότητας σύµφωνα µε τη Μεσογειακή διατροφή ιατροφικό Σκορ +1 Αντιστοιχεί σε ένα φρούτο ή φυσικό χυµό φρούτου καθηµερινά +1 Αντιστοιχεί σε ένα δεύτερο φρούτο καθηµερινά +1 Αντιστοιχεί σε φρέσκα ή βραστά λαχανικά συστηµατικά µία φορά την ηµέρα +1 Αντιστοιχεί σε φρέσκα ή βραστά λαχανικά περισσότερες από µία φορά την ηµέρα +1 Αντιστοιχεί σε τακτική κατανάλωση ψαριού (το λιγότερο 2-3 φορές την εβδοµάδα) -1 Αντιστοιχεί σε κατανάλωση γεύµατος σε ταχυφαγείο για περισσότερες από µία φορές την εβδοµάδα +1 Αντιστοιχεί σε κατανάλωση οσπρίων µεγαλύτερη από µία φορά την εβδοµάδα +1 Αντιστοιχεί σε κατανάλωση ζυµαρικών ή ρυζιού σχεδόν κάθε µέρα ( 5 φορές την εβδοµάδα) +1 Αντιστοιχεί σε κατανάλωση δηµητριακών ή σίτου (ψωµί κ.α) για πρωινό +1 Αντιστοιχεί σε συχνή κατανάλωση ξηρών καρπών (το λιγότερο 2-3 φορές την εβδοµάδα) +1 Αντιστοιχεί σε χρήση ελαιολάδου στο σπίτι -1 Αντιστοιχεί σε παράληψη πρωινού γεύµατος +1 Αντιστοιχεί σε κατανάλωση ενός γαλακτοκοµικού στο πρωινό (γιαούρτι, γάλα, κ.α) -1 Αντιστοιχεί σε κατανάλωση έτοιµων ψηµένων προιόντων άρτου για πρωινό +1 Αντιστοιχεί σε κατανάλωση δύο γιαουρτιών και/ή 40γρ τυρί καθηµερινά -1 Αντιστοιχεί σε κατανάλωση γλυκών αρκετές φορές την ηµέρα 3.3.2 Ο διατροφικός δείκτης YHEI (Feskanich και συν, 2004) [79] Ο δείκτης YHEI (Youth Healthy Eating Index) αποτελεί µια τροποποίηση του παλαιότερου HEI (Healthy Eating Index, Kennedy ET και συν, 1995) που είχε κατασκευαστεί για την αξιολόγηση των διατροφικών συνηθειών του ενήλικου Αµερικανικού πληθυσµού, σύµφωνα µε τις ιαιτητικές Οδηγίες για τους Αµερικάνους (Dietary Guidelines for Americans). Ο δείκτης HEI τροποποιήθηκε προκειµένου να ανταποκριθεί καλύτερα στις διατροφικές συνήθειες των παιδιών και 28