ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΠΜΣ «Διδακτική των Θετικών Επιστημών: Διδακτικές διαδικασίες, Εκπαιδευτικά προγράμματα, αξιολόγηση και Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών στην Εκπαίδευση» Διπλωματική εργασία «Μια μελέτη περίπτωσης για τη διερεύνηση της ύπαρξης ή μη του προσωποποιητικού συμπερασμού σε παιδιά προσχολικής ηλικίας» Νούση Δήμητρα (Α.Μ. 416) Επιβλέπουσα: Μ. Εργαζάκη Πάτρα, 2016 1
Περιεχόμενα Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή σελ. 3-12 o 1.1: Θεωρητικό πλαίσιο... σελ.3-11 o 1.2: Η λογική της έρευνας. σελ. 11-12 o 1.3: Στόχος και ερευνητικά ερωτήματα.. σελ. 12 Κεφάλαιο 2: Μεθοδολογία σελ. 13-21 o 2.1: Το περίγραμμα της έρευνας: συμμετέχοντες και διαδικασία.. σελ. 13 o 2.2: Το πρωτόκολλο της συνέντευξης... σελ. 14-18 o 2.3: Η διαδικασία της ανάλυσης των δεδομένων.. σελ. 18-21 Κεφάλαιο 3: Αποτελέσματα.. σελ. 22-38 o 3.1: Αποτελέσματα για το ΕΕ1... σελ. 22-29 3.1.1: Συχνότητα εμφάνισης του «προσωποποιητικού συμπερασμού» ανά τύπο ερώτησης... σελ. 22-29 o 3.2: Αποτελέσματα για το ΕΕ2..... σελ. 29-38 3.2.1: Διαφορές στη χρήση του «προσωποποιητικού συμπερασμού» ανά τύπο ερώτησης... σελ. 29-30 3.2.2: Συνολικό πρότυπο εμφάνισης του «προσωποιητικού συμπερασμού» ανά παιδί... σελ. 30-31 3.2.3: Σχέση του τύπου συμπερασμού («προσωποποιητικές» ή μη) και της φύσης των παραγόμενων προβλέψεων («λογικές» ή μη)... σελ. 32-38 Κεφάλαιο 4: Συμπεράσματα-Συζήτηση σελ. 39-43 Βιβλιογραφία. σελ. 44-46 Παράρτημα... σελ. 47-83 2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 Θεωρητικό πλαίσιο Οι συλλογισμοί των παιδιών μικρής ηλικίας σχετικά με βιολογικά φαινόμενα είναι ένα θέμα που έχει απασχολήσει αρκετούς ερευνητές (Ergazaki et al. 2010 Ergazaki et al., 2014 Ergazaki et al., 2015 Gelman et al., 1981 Carey, 1985 Springer & Keil, 1989 Gelman & Wellman, 1991 Solomon et al., 1996 Williams & Affleck, 1999 Zogza & Papamichael, 2000 Banks, 1990 Contento, 1981 Johnson & Wellman 1982 Reiss & Tunnicliffe, 2001 Stavy & Wax, 1989 Williams & Affleck, 1999). Από τις μελέτες ορισμένων εξ αυτών έχει προκύψει ότι τα παιδιά από πολύ νωρίς ενεργοποιούν διάφορους μηχανισμούς σκέψης που τους επιτρέπουν να κάνουν προβλέψεις για τις συμπεριφορές ζωντανών οργανισμών που δεν τους είναι πολύ οικείοι, ή να εξηγούν γιατί συμβαίνουν διάφορες σωματικές λειτουργίες (Inagaki & Hatano, 2004). Ο μηχανισμός σκέψης ο οποίος μας απασχόλησε στη συγκεκριμένη έρευνα είναι ο «προσωποποιητικός συμπερασμός». Σύμφωνα με αυτόν το μηχανισμό σκέψης, όταν τα μικρά παιδιά έχουν περιορισμένη γνώση για ιδιότητες ή «συμπεριφορές» ενός συγκεκριμένου ζωντανού οργανισμού, κάνουν μία αναλογία με τον άνθρωπο προκειμένου να τις προβλέψουν. Αυτή όμως, η αναλογία δεν χρησιμοποιείται ανεξέλεγκτα από τα παιδιά, αλλά μόνο όταν οδηγεί σε λογικές προβλέψεις (Inagaki & Hatano, 1994). Πιο συγκεκριμένα, τα μικρά παιδιά φαίνεται να περιορίζουν την ανεξέλεγκτη χρήση του «προσωποποιητικού συμπερασμού», δηλαδή τη μεταφορά της γνώσης για τον άνθρωπο και σε άλλα έμβια, με βάση δύο πράγματα. Το ένα είναι η «διαφοροποιημένη εφαρμογή» ή «περιορισμένη ομοιότητα», η οποία απαιτεί το «αντικείμενο-στόχος» να είναι περισσότερο ή λιγότερο παρόμοιο με τον άνθρωπο, προκειμένου να μπορέσει να εφαρμοστεί η αναλογία με αυτόν. Το άλλο είναι ένας πραγματικός έλεγχος του κατά πόσο είναι δυνατόν η προβλεπόμενη «συμπεριφορά» του «αντικειμένου-στόχου» να είναι πιθανή στον πραγματικό κόσμο και αν προκύψει ότι δεν είναι τότε η πρόβλεψη απορρίπτεται. (Inagaki et al., 1994) Όπως αναφέρθηκε ήδη, ο «προσωποποιητικός συμπερασμός» απαιτεί τη χρήση αναλογίας. Σύμφωνα με τη Vosniadou (1989), o «αναλογικός συλλογισμός», τόσο για τα μικρά παιδιά όσο και για τους ενήλικες, περιλαμβάνει τον εντοπισμό και τη μεταφορά μιας «σχεσιακής δομής» από ένα 3
γνωστό «σύστημα - πηγή» σε ένα νέο και σχετικά άγνωστο «σύστημα - στόχο». Ο «αναλογικός συλλογισμός» μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας μηχανισμός με τον οποίο ένα πρόβλημα για ένα «σύστημα - στόχο Χ» λύνεται με: 1. Εντοπισμό ενός «συστήματος - πηγής Υ» που είναι παρόμοιο με το Χ κατά κάποιον τρόπο. 2. Χαρτογράφηση μιας «σχεσιακής δομής» από το Υ στο Χ. 3. Αξιολόγηση της εφαρμογής αυτής της «σχεσιακής δομής» για το X. Ειδικά στην περίπτωση του «προσωποποιητικού συμπερασμού» για έναν ζωντανό οργανισμό Χ, ο γενικός αυτός μηχανισμός μεταφράζεται ως εξής: 1. Εντοπισμός του ανθρώπου ως «συστήματος - πηγής» που είναι παρόμοιο με το «σύστημα-στόχο», δηλ. τον ζωντανό οργανισμό Χ, σε επίπεδο σωματικών λειτουργιών ή «συμπεριφοράς» 2. Χαρτογράφηση μιας «σχεσιακής δομής» από τον άνθρωπο στον ζωντανό οργανισμό Χ (π.χ. είναι ζωντανός όπως ο άνθρωπος, έχει εξωτερικά χαρακτηριστικά και συμπεριφορές που μοιάζουν με του ανθρώπου κλπ). 3. Αξιολόγηση του πόσο λογικό είναι το συμπέρασμα που προκύπτει από την εφαρμογή αυτής της «σχεσιακής δομής» (π.χ. το δέντρο είναι ζωντανό οπότε αναπτύσσεται όπως ο άνθρωπος, μπορεί όμως να αισθάνεται και μοναξιά όπως ο άνθρωπος;) Ο «αναλογικός συλλογισμός» μπορεί να συμβαίνει ανάμεσα σε δύο «συστήματα» που ανήκουν σε ριζικά διαφορετικούς «τομείς» ή ανάμεσα σε δύο «συστήματα» που ανήκουν στον ίδιο «τομέα» ή σε παρεμφερείς «τομείς». Ο «προσωποποιητικός συμπερασμός» εντάσσεται στη δεύτερη κατηγορία «αναλογικών συλλογισμών». Έτσι, χαρακτηρίζεται ως ένας «εντός του τομέα αναλογικός συλλογισμός» (Vosniadou, 1989), καθώς τόσο ο άνθρωπος όσο και τα ζώα και τα φυτά ανήκουν στην κατηγορία των ζωντανών οργανισμών. Η παραγωγική χρήση μιας αναλογίας, δηλαδή η χρήση εκείνη που έχει σαν αποτέλεσμα μια νέα κατανόηση του «συστήματος-στόχου», συχνά βασίζεται στην αναγνώριση κάποιας ομοιότητας σε εμφανείς μόνο συμπεριφορές των δύο «συστημάτων». Αυτό συμβαίνει πολύ συχνά με τα παιδιά προσχολικής ηλικίας και όταν σκέφτονται σε σχέση με τον βιολογικό κόσμο, διότι τόσο η γνώση τους για τη δομή και λειτουργία του ανθρώπινου σώματος («πηγή») όσο και η γνώση τους για τη δομή και λειτουργία των άλλων έμβιων όντων («στόχος») είναι περιορισμένη. Συνεπώς, συχνά 4
κρίνουν απλά με βάση εμφανείς ομοιότητες ή διαφορές με τον άνθρωπο (π.χ. αν περπατάει, αν μιλάει, αν έχει μάτια κλπ) για το αν το έμβιο-στόχος έχει ή όχι κάποιες από τις συμπεριφορές του ανθρώπου. Επιπλέον, μερικές φορές είναι σε θέση να κρίνουν με βάση πράγματα γνωστά από την εμπειρία τους (π.χ. ξέρουν ότι τα λουλούδια μεγαλώνουν γιατί τα ποτίζουν κάθε μέρα στον κήπο τους). Όπως θα φανεί στη συνέχεια, ο «προσωποποιητικός συμπερασμός» είναι ένας μηχανισμός σκέψης που έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον αναπτυξιακών ψυχολόγων που ασχολούνται ειδικά με την ανάδυση της βιολογικής γνώσης σε πολύ μικρή ηλικία. Διάφορες έρευνες έχουν γίνει προκειμένου να μελετηθεί η χρήση του «προσωποποιητικού συμπερασμού» στη σκέψη παιδιών προσχολικής ηλικίας. Στην έρευνα των Inagaki & Sugiyama (1988) συμμετείχαν 20 παιδιά ηλικίας 4 ετών, 20 παιδιά ηλικίας 5 ετών, 20 παιδιά Β τάξης Δημοτικού, 20 παιδιά Δ τάξης Δημοτικού και 20 φοιτητές. Στο πρώτο τους πείραμα, οι Inagaki & Sugiyama ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να προβλέψουν αν ο άνθρωπος, το κουνέλι, το περιστέρι, το ψάρι, η ακρίδα, η τουλίπα, το δέντρο και η πέτρα έχουν συγκεκριμένες (α) μη παρατηρήσιμες σωματικές ιδιότητες (καρδιά, οστά, αναπνοή, ανάπτυξη), (β) μη παρατηρήσιμες νοητικές ιδιότητες (σκέψη, συναίσθημα, αίσθημα του πόνου) και (γ) παρατηρήσιμες ιδιότητες (μάτια, κίνηση, επικοινωνία). Από τα αποτελέσματα που προέκυψαν τόσο για όλες τις ηλικιακές ομάδες όσο και για τα παιδιά προσχολικής ηλικίας που μας ενδιαφέρουν, φάνηκε ότι όσο η υπό εξέταση οντότητα απομακρύνεται εμφανισιακά από τον άνθρωπο, τόσο οι προβλέψεις απόδοσης αυτών των ιδιοτήτων στην οντότητα μειώνονται. Στο δεύτερο πείραμά τους, οι Inagaki & Sugiyama ζήτησαν από τους ίδιους συμμετέχοντες να κάνουν ξανά προβλέψεις για το αν ο άνθρωπος, η πέτρα και έμβια όντα που ανήκουν σε διάφορες κατηγορίες (θηλαστικά, πτηνά, ψάρια, έντομα και φυτά) έχουν ή όχι τις μη παρατηρήσιμες από τις παραπάνω ιδιότητες. Στόχος τους ήταν να διαπιστώσουν αν οι συμμετέχοντες αποδίδουν τις ιδιότητες αυτές βάσει της ομοιότητας των υπό εξέταση οντοτήτων με τον άνθρωπο ή βάσει της κατηγορίας στην οποία αυτές ανήκουν. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας κρίνουν με βάση την ομοιότητα με τον άνθρωπο. Οι Hatano et al. (1993) μελέτησαν τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» με παιδιά διαφορετικής πολιτισμικής προέλευσης. Παιδιά νηπιαγωγείου και παιδιά της δευτέρας και της τετάρτης τάξης του Δημοτικού από το Ισραήλ, την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες ρωτήθηκαν εάν οι άνθρωποι (μία γυναίκα και ένα κορίτσι), άλλα ζώα (ένα κουνέλι και ένα περιστέρι), φυτά (ένα δέντρο και μία τουλίπα) και άψυχα αντικείμενα (μία πέτρα και μία καρέκλα) διέθεταν κάθε ένα από 5
16 χαρακτηριστικά. Τα χαρακτηριστικά για τα οποία ρωτήθηκαν ήταν (1) η ζωή (αν είναι ζωντανό/ έμβιο), (2) εσωτερικά ανατομικά χαρακτηριστικά των ζώων (έχει καρδιά/ οστά/ εγκέφαλο), (3) αισθητηριακές ικανότητες (νιώθει το κρύο/ νιώθει πόνο όταν το χτυπήσει κάποιος με ένα ραβδί), (4) χαρακτηριστικά που έχουν όλα τα έμβια (αναπτύσσεται/ πεθαίνει ή ξεραίνεται, αναπνέει), (5) τα εξωτερικά χαρακτηριστικά των ζώων (έχει μάτια που μπορούν να βλέπουν/ μπορεί να κινηθεί προς όποια κατεύθυνση θέλει από μόνο του), (6) εξωτερικά χαρακτηριστικά φυτού (έχει φύλλα/ έχει ρίζες), (7) συναισθήματα (μπορεί να αισθάνεται μοναξιά/ μπορεί να αισθάνεται ότι είναι όμορφο/ μπορεί να αισθάνεται ότι είναι καλό). Τα δεδομένα που αναλύθηκαν προέρχονταν από τις απαντήσεις για τις 4 πρώτες κατηγορίες χαρακτηριστικών. Κι αυτό διότι στην κατηγορία (5) και (6) οι απαντήσεις ήταν πάρα πολύ σωστές και ακριβείς για τα παιδιά όλων των ηλικιών και όλων των εθνικοτήτων, ενώ στην κατηγορία (7) οι απαντήσεις ήταν πάρα πολύ περιορισμένες για να μπορέσουν οι ερευνητές να εξάγουν συμπεράσματα. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την ανάλυση των κατηγοριών (1), (2), (3) και (4) έδειξαν ότι τα παιδιά και στις τρεις ηλικίες και στις τρεις χώρες γνώριζαν ότι οι άνθρωποι, τα ζώα, τα φυτά και οι άψυχες οντότητες ήταν διαφορετικοί τύποι οντοτήτων με διαφορετικές ιδιότητες. Όλα τα παιδιά ήταν εξαιρετικά ακριβή όσον αφορά τις ιδιότητες των ανθρώπων και λιγότερο ακριβή όσον αφορά τις ιδιότητες των άλλων ζώων, των άψυχων οντοτήτων και βέβαια των φυτών. Ο «προσωποποιητικός συμπερασμός» ήταν πολύ συχνότερος σε σχέση με τα ζώα και λιγότερο σε σχέση με τα φυτά, δείχνοντας ότι όσο η οντότητα απομακρύνεται εμφανισιακά από τον άνθρωπο τόσο η χρήση του «προσωποποιητικού συμπερασμού» περιορίζεται. Στην έρευνα του Tarlowski (2006), συμμετείχαν 45 παιδιά μέσης ηλικίας 4,5 ετών. Μετά την προθέρμανση, το κάθε παιδί έπρεπε ολοκληρώσει έξι «ασκήσεις» που η καθεμία περιλάμβανε μια «φάση παρουσίασης» και μία «φάση δοκιμής». Στη φάση της παρουσίασης, ο ερευνητής αποκάλυπτε στο παιδί μια οθόνη στην οποία υπήρχε πάνω μια «εικόνα αναφοράς» (ένας άνθρωπος, ένα θηλαστικό ή ένα έντομο όπως στην Εικόνα 1) και κάτω μια εικόνα από το εσωτερικό της οντότητας που φαινόταν στην «εικόνα αναφοράς» (π.χ. λιπίδια όπως στην Εικόνα 1). Μια ηχογραφημένη φωνή ονόμαζε το εσωτερικό μέρος της κάτω εικόνας και απέδιδε μια λειτουργία σε αυτό (π.χ. τα λιπίδια είναι μικρές μπαλίτσες που κρατούν τα πάντα ενωμένα). Οι λειτουργίες ήταν διατυπωμένες με τέτοιο τρόπο ώστε να μην γίνεται καμία σύνδεση με τις γνώσεις των παιδιών. Μετά, εφόσον το παιδί είχε μάθει ότι η οντότητα της «εικόνας αναφοράς» είχε το εσωτερικό μέρος της κάτω εικόνας (π.χ. μια πασχαλίτσα έχει λιπίδια), ξεκινούσε η «φάση της δοκιμής». Ο ερευνητής αποκάλυπτε έναν 3 3 πίνακα των «εικόνων - στόχων» στη δεξιά πλευρά της οθόνης (Εικόνα 1) και ζητούσε από το παιδί να επισημάνει τις «εικόνες - στόχους» που κατά τη γνώμη του απεικόνιζαν 6
οντότητες που είχαν και αυτές το υπό εξέταση εσωτερικό μέρος της οντότητας στην «εικόνα αναφοράς». Ο ερευνητής έβαζε ένα κόκκινο πλαίσιο στις επιλεγμένες «εικόνες - στόχους» και αφού βεβαιωνόταν ότι το παιδί είχε επιλέξει όλες όσες αυτό σκόπευε, περνούσε στην επόμενη «εικόνα αναφοράς». Εικόνα 1. Μία από τις «ασκήσεις» τις οποίες καλούνταν τα παιδιά να ολοκληρώσουν στη φάση της δοκιμής. Η «εικόνα αναφοράς» είναι η πασχαλίτσα ενώ το εσωτερικό της είναι τα λιπίδια. Οι έξι μικρότερες εικόνες στο δεξί μέρος είναι οι «εικόνες στόχος» (Tarlowski, 2006). Στις έξι δοκιμές του Tarlowski για κάθε παιδί χρησιμοποιήθηκαν ως «εικόνες αναφοράς» δύο άνθρωποι, δύο θηλαστικά και δύο έντομα. Οι «εικόνες - στόχοι» έδειχναν (1) την οντότητα της «εικόνας αναφοράς», (2) άνθρωπο, (3) ένα θηλαστικό, (4) ένα κατώτερο σπονδυλωτό, (5) ένα έντομο, (6) ένα φυτό, (7) ένα άβιο φυσικό είδος, (8) ένα άβιο αντικείμενο, και (9) ένα παιχνίδι που είχε κάποια εξωτερική ομοιότητα με την «εικόνα-στόχο». Η σειρά των «εικόνων αναφοράς» καθώς και η θέση των «εικόνων - στόχων» που συνόδευαν κάθε «εικόνα αναφοράς» ήταν τυχαία για κάθε παιδί. 7
Στη συγκεκριμένη έρευνα, τα παιδιά φαίνεται να απαντούν έχοντας ενδεχομένως ενεργοποιήσει «προσωποποιητικό συμπερασμό». Καταρχάς, απέδωσαν βιολογικές ιδιότητες και λειτουργίες του ανθρώπου όχι μόνο σε άλλους ανθρώπους αλλά και σε ζώα για τα οποία οι γνώσεις τους ήταν αρκετά περιορισμένες. Τα συμπεράσματα που προέκυψαν από αυτές τις επιλογές τους ήταν λογικά (π.χ. η γάτα όντως έχει νεφρούς). Αντίθετα, δεν απέδωσαν αυτές τις ιδιότητες λειτουργίες στα φυτά, κάτι το οποίο θα αποτελούσε παράλογο συμπέρασμα (π.χ. νεφροί σε φυτά). Επίσης, τα συγκεκριμένα παιδιά έδειξαν να ακολουθούν και την αντίστροφη πορεία από εκείνη του «προσωποποιητικού συμπερασμού», δηλαδή αναλογία από το ζώο στον άνθρωπο. Όταν λοιπόν, πληροφορούνταν ότι π.χ. η πασχαλίτσα έχει «λιπίδια» και τα λιπίδια είναι «μικροσκοπικές μπαλίτσες που κρατούν τα πάντα ενωμένα», τότε έκριναν ότι και ο άνθρωπος θα πρέπει να έχει λιπίδια. Αυτή ενδεχομένως να είναι μία ένδειξη ότι, για τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, ο άνθρωπος και τα ζώα είναι πολύ κοντά σαν οντότητες εξωτερικά και κατά συνέπεια θα πρέπει να εμφανίζουν κοινά στοιχεία και ως προς τις εσωτερικές τους ιδιότητες - λειτουργίες. Κάτι τέτοιο όμως, δεν συμβαίνει με τα φυτά, καθώς εξωτερικά απέχουν πολύ από τον άνθρωπο οπότε για τα παιδιά προσχολικής ηλικίας δεν θα είναι ίδια και ως προς τις εσωτερικές τους ιδιότητες - λειτουργίες. Κατά συνέπεια, η αναλογία με τον άνθρωπο χρησιμοποιείται από τα μικρά παιδιά περισσότερο για τα ζώα και λιγότερο για τα φυτά. Στις έρευνες που ακολουθούν διαφαίνεται η τάση των μικρών παιδιών να χρησιμοποιούν ευκολότερα τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» όταν τους παρέχονται περισσότερες πληροφορίες για το «σύστημα - πηγή» που στην περίπτωσή μας είναι ο άνθρωπος. Στην έρευνα των Gutheil et al. (1998) συμμετείχαν 38 παιδιά μέσης ηλικίας 4 ετών. Σε κάθε παιδί παρουσιάστηκαν αρχικά σχέδια που έδειχναν άνθρωπο, σκύλο, ψάρι, μύγα, σκουλήκι, λουλούδι, δέντρο, ήλιο, σύννεφο, αυτοκίνητο, σφυρί, τραπέζι και μαϊμού - παιχνίδι. Ο ερευνητής στη συνέχεια εξηγούσε στα παιδιά ότι θα τους πει κάτι για τον άνθρωπο και στη συνέχεια ρωτούσε αν το ίδιο πράγμα ισχύει και για τις άλλες οντότητες των σχεδίων. Τα παιδιά ρωτήθηκαν για έξι ιδιότητες: το φαγητό, τον ύπνο, την ύπαρξη οστών, την ύπαρξη καρδιάς, την αναπαραγωγή και τη σκέψη. Οι ιδιότητες παρουσιάζονταν πάντα με αυτή τη σειρά. Όμως, στα μισά παιδιά παρουσιαζόταν ένα σενάριο «βιολογικής» εξήγησης της υπό εξέταση ιδιότητας (π.χ. «Αυτός ο άνθρωπος τρώει γιατί χρειάζεται φαγητό για να μείνει ζωντανός και να αναπτυχθεί. Αν δεν τρώει, θα γίνεται όλο και πιο αδύνατος και θα πεθάνει.») πριν κληθούν να την αποδώσουν ή μη στις διάφορες οντότητες. Αντίθετα, στα άλλα μισά απλώς δινόταν η πληροφορία ότι ο άνθρωπος είχε την υπό εξέταση ιδιότητα πριν κληθούν να την αποδώσουν ή μη στις διάφορες οντότητες. Η επιλογή των παιδιών ήταν τυχαία, όπως και η σειρά παρουσίασης των οντοτήτων σε κάθε παιδί. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά απέδωσαν τις ιδιότητες αυτές κυρίως στον 8
σκύλο, το ψάρι, τη μύγα και το σκουλήκι, ενώ πολύ λιγότερο στο δέντρο και το λουλούδι και σχεδόν καθόλου στον ήλιο, το σύννεφο, το αυτοκίνητο, το σφυρί, το τραπέζι και τη μαϊμού - παιχνίδι. Τα παιδιά απέδωσαν βιολογικές ιδιότητες μέσω αναλογίας με τον άνθρωπο περισσότερο στα ζώα και λιγότερο στα φυτά, ανεξάρτητα από το αν είχαν στη διάθεσή τους κάποια «βιολογική εξήγηση» της υπό εξέταση ιδιότητας ή όχι. Παρόλα αυτά, στην περίπτωση που την είχαν, χρησιμοποίησαν τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» με μεγαλύτερη ευκολία. Μία ακόμα παράμετρος που φάνηκε να εντείνει τη χρήση «προσωποποιητικού συμπερασμού» σύμφωνα με τους Inagaki & Hatano (2004), ήταν η ενσωμάτωση «βιταλιστικής αιτιότητας» στις περιγραφές που δίνονταν στα παιδιά. Καταρχάς, στη βιταλιστική αιτιότητα το υπό εξέταση βιολογικό φαινόμενο (βλ. σωματική λειτουργία) αποδίδεται στη δράση της «ζωτικής δύναμης», η οποία μπορεί να γίνεται αντιληπτή ως κάποια απροσδιόριστη «δύναμη» ή «ενέργεια» υπεύθυνη για τη διατήρηση της ζωής. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τους Inagaki & Harano, η βιταλιστική απάντηση στο «γιατί αναπνέουμε;» μπορεί να είναι «αναπνέουμε ώστε το στήθος μας να πάρει τη δύναμη / ενέργεια που χρειαζόμαστε για την επιβίωσή μας». Αυτό που έκαναν λοιπόν, με 5χρονα παιδιά οι Inagaki & Hatano στη συγκεκριμένη έρευνα, ήταν να τα χωρίσουν σε δύο ομάδες. Από τα παιδιά της μίας ομάδας ζήτησαν να αποδώσουν ή μη βιολογικές λειτουργίες του ανθρώπου σε 3 ζώα, 3 φυτά και 3 αντικείμενα, ενώ από τα παιδιά της άλλης ομάδας ζήτησαν το ίδιο έχοντάς τους όμως δώσει πρώτα μία «βιταλιστική εξήγηση» για τις λειτουργίες αυτές. Έτσι, τα μισά παιδιά άκουσαν τις παρακάτω «ιστορίες», ενώ τα άλλα μισά άκουσαν τις παρακάτω «ιστορίες» χωρίς τις βιταλιστικές εξηγήσεις που φαίνονται με πλάγια γράμματα: Ανάπτυξη: ένας άνθρωπος γίνεται όλο και μεγαλύτερος, παίρνοντας ενέργεια από την τροφή και το νερό. Λοιπόν, το X γίνεται όλο και μεγαλύτερο; Ανάγκη για τροφή/ νερό: ένας άνθρωπος χρειάζεται νερό ή/ και τροφή. Αν δεν λαμβάνει ενέργεια ή δύναμη από το νερό ή/ και την τροφή, θα πεθάνει. Λοιπόν, το X χρειάζεται νερό ή/ και τροφή; Ασθένεια: ένας άνθρωπος μερικές φορές αρρωσταίνει, επειδή η ενέργεια ή η δύναμή του μειώνεται όταν έχει πάρα πολύ κρύο. Λοιπόν, το X αρρωσταίνει μερικές φορές; Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των Inagaki & Hatano (2004), τα παιδιά φαίνεται να προβάλλουν λειτουργίες του ανθρώπου όπως η ανάπτυξη, η ανάγκη για νερό/ τροφή και η ασθένεια σε άλλα ζώα αλλά και φυτά, ιδιαίτερα όταν τους δίνεται κάποια βιταλιστική εξήγηση για τις λειτουργίες αυτές. 9
Μελετώντας τις παραπάνω έρευνες, διαπιστώσαμε ότι κάποιες υποστηρίζουν τη χρήση «προσωποποιητικού συμπερασμού» από παιδιά προσχολικής ηλικίας για εξαγωγή συμπερασμάτων κυρίως σε σχέση με τα ζώα και λιγότερο σε σχέση με τα φυτά (Gutheil et al., 1998 Tarlowski, 2006 Hatano et al., 1993 Inagaki & Sugiyama, 1988) ενώ άλλες υποστηρίζουν τη χρήση αυτής της αναλογίας για όλες τις κατηγορίες των έμβιων (Inagaki & Hatano, 2004). Παρόλα αυτά, η προσπάθεια εντοπισμού του ίδιου του «προσωποποιητικού συμπερασμού» στις απαντήσεις των παιδιών ως «μηχανισμού σκέψης», απουσιάζει. Οι περισσότερες έρευνες περιορίστηκαν μόνο στη διερεύνηση των προβλέψεων των παιδιών σχετικά με το αν ιδιότητες/λειτουργίες του ανθρώπου συναντώνται σε άλλα έμβια όντα. Δεν επιχειρούν να διερευνήσουν το «γιατί;» το παιδί καταλήγει στην εκάστοτε πρόβλεψη και, κατά συνέπεια, αν ο μηχανισμός σκέψης που το οδηγεί είναι όντως ο «προσωποποιητικός συμπερασμός». Μία έρευνα η οποία ασχολήθηκε με αυτό το «γιατί» ήταν εκείνη του Liwag (2011) με θέμα τις ιδέες παιδιών προσχολικής ηλικίας σχετικά με τη διεργασία της σκέψης. Κάποια από τα ζητήματα που τον απασχόλησαν ήταν ποια σημασία αποδίδουν τα παιδιά προσχολικής ηλικίας στη λέξη «σκέψη», αν κατανοούν το ρόλο του εγκεφάλου στη διεργασία της σκέψης και αν πιστεύουν ότι η σκέψη είναι μία αποκλειστικά ανθρώπινη δραστηριότητα ή πιστεύουν ότι οι κούκλες και τα ζώα επίσης σκέφτονται και «γιατί». Στην έρευνα αυτή συμμετείχαν 85 παιδιά ηλικίας 3-6 ετών. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης των απαντήσεων των παιδιών στην τελευταία ερώτηση, η οποία μας αφορά διότι σχετίζεται με τον «προσωποποιητικό συμπερασμό», έδειξαν ότι από την ηλικία των 3 ετών κάποια παιδιά (βλ. 30%) μπορούν να απορρίπτουν την ιδέα ότι τα ζώα μπορούν να σκεφτούν, ενώ το ποσοστό αυτό φτάνει στο 70% όταν μιλάμε για παιδιά ηλικίας 4-5 ετών. Η αιτιολόγηση των παιδιών ήταν ότι «τα ζώα δεν μπορούν να σκεφτούν επειδή δεν είναι άνθρωποι και μόνο οι άνθρωποι μπορούν να σκεφτούν» ή ότι «τα ζώα είναι απλά ζώα» ή ότι «ο εγκέφαλος ενός ζώου είναι πολύ μικρός για να μπορεί να σκεφτεί». Αντίθετα, η πλειονότητα των 6-χρονων παιδιών που πήραν μέρος σε αυτή την έρευνα υποστήριξαν ότι τα ζώα σκέφτονται με την αιτιολόγηση ότι τα ζώα είναι ζωντανά, ή έχουν εγκέφαλο, ή κινούνται και «μιλάνε» με κάποιο τρόπο. Όπως φαίνεται εδώ, για να καταλήξουν τα παιδιά σχετικά με το αν ένα ζώο σκέφτεται ή όχι, προηγήθηκε σύγκριση με τον άνθρωπο τόσο ως προς ιδιότητές του (λόγος και κίνηση) όσο και ως προς εσωτερικά του όργανα (π.χ. εγκέφαλος). Η συγκεκριμένη έρευνα όμως, εστιάζει αποκλειστικά και μόνο στη διεργασία της σκέψης, οπότε δεν δίνει στοιχεία σε σχέση με το τι πιθανώς κάνουν τα μικρά παιδιά όταν σκέφτονται για άλλες ιδιότητες ή λειτουργίες του ανθρώπου και την προβολή τους ή μη σε άλλα ζώα. Ακόμα, η έννοια «ζώο» που χρησιμοποιείται εδώ, είναι πολύ γενική για να 10
μπορέσει να αξιολογηθεί ουσιαστικά η λογική ή μη φύση των προβλέψεων των παιδιών. Για παράδειγμα, φαίνεται λογικό να προβλέψει κανείς ότι ένας σκύλος σκέφτεται. Η αντίστοιχη πρόβλεψη όμως, για ένα έντομο φαίνεται παράλογη. Αντίθετα, στην έρευνα των Inagaki & Hatano (1991), το πρωτόκολλο της οποίας χρησιμοποιούμε και στη δική μας έρευνα (βλ. παρακάτω), γίνεται μια πιο συστηματική προσπάθεια ανίχνευσης του «προσωποποιητικού συμπερασμού», καθώς οι ερωτήσεις αφορούν σε προβλέψεις για διάφορες ιδιότητες-λειτουργίες (σωματικές και νοητικές) των έμβιων όντων αλλά εστιάζουν και στο «γιατί» τα παιδιά κάνουν τις προβλέψεις αυτές. Στην έρευνα συμμετείχαν 40 παιδιά ηλικίας 6 ετών. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης των ημι-δομημένων συνεντεύξεων ανοιχτού τύπου έδειξαν ότι τα παιδιά πράγματι ενεργοποιούν τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» αλλά χρησιμοποιώντας τη λογική τους. Για την ακρίβεια, ο «προσωποποιητικός συμπερασμός» ενεργοποιήθηκε σε περιπτώσεις όπου πράγματι ο άνθρωπος και η υπό εξέταση οντότητα (είτε ακρίδα είτε τουλίπα) θα αντιδρούσαν με τον ίδιο τρόπο (π.χ. «Αν ο άνθρωπος φάει πάρα πολλές φορές μέσα στη μέρα θα αρρωστήσει. Το ίδιο θα συμβεί και στην ακρίδα η τουλίπα θα μαραθεί αν ποτιστεί πολλές φορές μέσα στη μέρα»). Ακόμα, ο μηχανισμός αυτός ενεργοποιήθηκε σε περιπτώσεις όπου οι προβλέψεις που προέκυπταν από αυτόν ήταν λογικές για τα παιδιά αν και παράλογες για έναν ενήλικα (π.χ. «Αν πεθάνει ο άνθρωπος που φροντίζει καθημερινά ένα παιδί, το παιδί θα στενοχωρηθεί. Το ίδιο θα νιώσουν η ακρίδα και η τουλίπα για το αφεντικό τους»). Αντιθέτως, καταστάσεις όπου οι προβλέψεις που θα προέκυπταν από τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» ήταν παράλογες, αυτός ενεργοποιήθηκε σπάνια. (π.χ. «Ένα παιδί θα αρχίσει να κλαίει αν η μαμά του το ξεχάσει σε ένα μαγαζί», «η ακρίδα και/ή η τουλίπα θα αρχίσουν να κλαίνε όταν κάποιος τις ξεχάσει σε ένα μαγαζί»). 1.2 Η λογική της έρευνας Στην έρευνα που ακολουθεί, θα επαναλάβουμε την προσέγγιση των Inagaki & Hatano (1991) βασιζόμενοι στο πρωτόκολλό τους. Θεωρούμε ότι έχει ερευνητικό ενδιαφέρον η εκ νέου διερεύνηση του «προσωποποιητικού συμπερασμού» στη σκέψη παιδιών προσχολικής ηλικίας με αυτόν τον τρόπο κάτω από διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με την εποχή, την κουλτούρα και τον αριθμό των συμμετεχόντων. Αναλυτικότερα: 11
1. Η έρευνά μας διεξάγεται σχεδόν 2,5 δεκαετίες αργότερα, δίνοντάς μας την ευκαιρία να διαπιστώσουμε αν ο μηχανισμός σκέψης που ανιχνεύτηκε από τους Inagaki & Hatano στο παρελθόν, εξακολουθεί να ενεργοποιείται και σήμερα από παιδιά προσχολικής ηλικίας. 2. Η έρευνά μας διεξάγεται με παιδιά από τη χώρα μας, δίνοντάς μας την ευκαιρία να διαπιστώσουμε αν ο μηχανισμός σκέψης που ανιχνεύτηκε από τους Inagaki & Hatano στη σκέψη παιδιών ιαπωνικής κουλτούρας, ενεργοποιείται και στη σκέψη παιδιών ευρωπαϊκής κουλτούρας. 3. Η έρευνά μας διεξάγεται με τριπλάσια παιδιά από εκείνα που συμμετείχαν στην έρευνα των Inagaki & Hatano, δίνοντάς μας την ευκαιρία για πιο ευρεία διερεύνηση ιδεών. 1.3 Στόχος & ερευνητικά ερωτήματα Στόχος λοιπόν, της συγκεκριμένης έρευνας είναι να διερευνηθεί: 1. Εάν παιδιά προσχολικής ηλικίας χρησιμοποιούν όντως τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» για να αποδώσουν σε διάφορες οντότητες, για τις οποίες δεν ξέρουν όσα ξέρουν για τον άνθρωπο, βιολογικές λειτουργίες και συμπεριφορές που ξέρουν ότι ο άνθρωπος τις κάνει ή τις έχει. 2. Εάν η χρήση του προσωποποιητικού συμπερασμού δεν γίνεται ανεξέλεγκτα αλλά κυρίως σε περιπτώσεις που οδηγεί σε λογικές προβλέψεις. Συνεπώς, τα ερευνητικά μας ερωτήματα είναι: 1. Ο «προσωποποιητικός συμπερασμός» χρησιμοποιείται όντως από παιδιά προσχολικής ηλικίας για να αποδώσουν σε διάφορες οντότητες, για τις οποίες δεν ξέρουν όσα ξέρουν για τον άνθρωπο, βιολογικές λειτουργίες και συμπεριφορές που ξέρουν ότι ο άνθρωπος τις κάνει ή τις έχει; 2. Εάν ναι, η χρήση του είναι ανεξέλεγκτη ή περιορίζεται κυρίως σε περιπτώσεις στις οποίες αυτός οδηγεί σε λογικές προβλέψεις; 12
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ Στο κεφάλαιο αυτό θα δώσουμε αρχικά το περίγραμμα της έρευνας που πραγματοποιήσαμε και στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε αναλυτικότερα το πρωτόκολλο της συνέντευξης που χρησιμοποιήσαμε ως εργαλείο συλλογής δεδομένων, καθώς και τη διαδικασία με την οποία αναλύσαμε τα δεδομένα μας. 2.1. Το περίγραμμα της έρευνας: συμμετέχοντες και διαδικασία Στην έρευνα συμμετείχαν 119 παιδιά από την ευρύτερη περιοχή της Πάτρας. Τα παιδιά ήταν ηλικίας 5-5,5 ετών και φοιτούσαν σε δημόσια νηπιαγωγεία. Τα σχολεία που συμμετείχαν στην έρευνα ήταν: - Νηπιαγωγείο Κάτω Καστριτσίου - 20 ο Νηπιαγωγείο (Αρόη) - 27 ο Νηπιαγωγείο (Αϊ-Γιάννης Λάγγουρας) - Πειραματικό Νηπιαγωγείο. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν η εξής: επισκεφθήκαμε σχολεία που είχαν την πρόθεση να διευκολύνουν την έρευνά μας και παράλληλα βρίσκονταν σε διαφορετικές περιοχές της Πάτρας ώστε να δοθεί η ευκαιρία ανίχνευσης συλλογισμών παιδιών με ενδεχομένως διαφορετικά χαρακτηριστικά. Συνεπώς, οι συμμετέχοντες ήταν όλα τα νήπια από σχολεία που επιθυμούσαν να συνεργαστούν μαζί μας για τη διεξαγωγή της έρευνας. Η έρευνα αποτελεί μία μελέτη περίπτωσης (Cohen et al., 2011 Creswell, 2012) με τεχνική συλλογής δεδομένων την ατομική ημι-δομημένη συνέντευξη (Kvale, 2007) που περιλαμβάνει ερωτήσεις ανοιχτού τύπου σχετικά με αντιδράσεις του ανθρώπου και ενός άλλου ζωντανού οργανισμού (ακρίδας ή τουλίπας). Τα μισά παιδιά απάντησαν σχετικά με τον άνθρωπο και την ακρίδα (60 παιδιά) και τα υπόλοιπα σχετικά με τον άνθρωπο και την τουλίπα (59 παιδιά). Οι συνεντεύξεις διεξήχθησαν σε ήσυχους χώρους των σχολείων όπου τα παιδιά κλήθηκαν ένα-ένα, μαγνητοφωνήθηκαν και στη συνέχεια απομαγνητοφωνήθηκαν προκειμένου να αναλυθούν. 13
2.2. Το πρωτόκολλο της συνέντευξης Το πρωτόκολλο συνέντευξης που χρησιμοποιήθηκε ήταν ίδιο με εκείνο που χρησιμοποίησαν οι Inagaki & Hatano (1991). Περιλάμβανε ερωτήσεις ανοιχτού τύπου (α) σχετικά με αντιδράσεις ανθρώπων σε διάφορες καταστάσεις και γιατί αντιδρούν με αυτόν τον τρόπο, και (β) σχετικά με αντιδράσεις άλλων ζωντανών οργανισμών (ακρίδα ή τουλίπα) σε διάφορες καταστάσεις και γιατί αντιδρούν με αυτόν τον τρόπο. Οι ερωτήσεις ήταν 3 τύπων («ίδιας αντίδρασης», «διαφορετικής αντίδρασης/προσωποιητικός μη αληθοφανής», «διαφορετικής αντίδρασης / προσωποποιητικός αληθοφανής»). Για κάθε τύπο ερώτησης υπήρχαν «2 σενάρια διαφορετικών καταστάσεων» (βλ. «ΣΚ1» & «ΣΚ2»). Κάθε σενάριο είχε 3 εκδοχές: μία για τον άνθρωπο, μία για την ακρίδα, και μία για την τουλίπα. Αναλυτικότερα: 1. «Ερωτήσεις ίδιας αντίδρασης»: ο άνθρωπος και οι άλλες υπό εξέταση οντότητες αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο, οπότε αν το παιδί γνωρίζει όντως την αντίδραση του ανθρώπου και σκεφτεί για την υπό εξέταση οντότητα σε αναλογία με αυτόν, θα οδηγηθεί σε λογική πρόβλεψη. ΣΚ1: «υπερβολική πρόσληψη τροφής/νερού από την οντότητα» - Άνθρωπος: «Συνήθως ένας άνθρωπος τρώει 3 με 4 φορές τη μέρα. Τι θα συμβεί αν φάει 15 φορές τη μέρα; Γιατί;» - Ακρίδα: «Συνήθως ταΐζουμε μια ακρίδα μία με 2 φορές την ημέρα όταν τη μεγαλώνουμε στο σπίτι. Τι θα συμβεί αν την ταΐσουμε 10 φορές τη μέρα; Γιατί;» - Τουλίπα: «Συνήθως ποτίζουμε μια τουλίπα μία με 2 φορές την ημέρα. Τι θα συμβεί αν την ποτίσουμε 10 φορές τη μέρα; Γιατί;» ΣΚ2: «επιθυμία διακοπής της ανάπτυξης της οντότητας» - Άνθρωπος: «Ας υποθέσουμε ότι κάποιος έχει ένα μωρό και θέλει να το κρατήσει για πάντα μικρό γιατί έτσι είναι πολύ χαριτωμένο. Μπορεί να το κάνει αυτό; Γιατί;» - Ακρίδα: «Ας υποθέσουμε ότι κάποιος έχει μια μικρή ακρίδα και θέλει να την κρατήσει για πάντα σε αυτό τον μέγεθος, γιατί είναι μικρή και χαριτωμένη. Μπορεί να το κάνει αυτό; Γιατί;» 14
- Τουλίπα: «Ας υποθέσουμε ότι κάποιος έχει μια μικρή τουλίπα και θέλει να την κρατήσει για πάντα σε αυτό τον μέγεθος, γιατί είναι μικρή και χαριτωμένη. Μπορεί να το κάνει αυτό; Γιατί;» 2. «Ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης / προσωποποιητικός μη αληθοφανής»: ο άνθρωπος και η υπό εξέταση οντότητα αντιδρούν διαφορετικά και το αποτέλεσμα της χρήσης προσωποποιητικού συμπερασμού φαίνεται μάλλον παράλογο στα παιδιά. ΣΚ1: «εγκατάλειψη της οντότητας» - Άνθρωπος: «Ας υποθέσουμε ότι μια μαμά έχει ένα παιδάκι στο καρότσι. Πηγαίνοντας σπίτι περνάει από ένα μαγαζί. Μόλις ψωνίσει ετοιμάζεται να φύγει χωρίς το παιδί. Τι θα κάνει εκείνο; Γιατί;» - Ακρίδα: «Ας υποθέσουμε ότι μια γυναίκα αγοράζει μια ακρίδα. Γυρίζοντας σπίτι περνά από ένα μαγαζί μαζί με τη ακρίδα μέσα στο κλουβί της. Αφού τελειώσει με τα ψώνια της ετοιμάζεται να φύγει χωρίς την ακρίδα. Τι θα κάνει εκείνη; Γιατί;» - Τουλίπα: «Ας υποθέσουμε ότι μια γυναίκα αγοράζει μια τουλίπα. Γυρίζοντας σπίτι περνά από ένα μαγαζί μαζί με την τουλίπα στη γλάστρα της. Αφού τελειώσει με τα ψώνια της ετοιμάζεται να φύγει χωρίς την τουλίπα. Τι θα κάνει εκείνη; Γιατί;» - ΣΚ2: «παραμέληση της φροντίδας της οντότητας» - Άνθρωπος: «Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ένα μωρό στο σπίτι. Κανείς όμως δεν το έχει ταΐσει για πολλές ώρες. Τι θα κάνει το μωρό; Γιατί;» - Ακρίδα: «Ας υποθέσουμε ότι έχεις μια ακρίδα στο σπίτι σου μέσα σε κλουβί. Κανείς δεν έχει ξυπνήσει νωρίς την Κυριακή το πρωί οπότε η ακρίδα δεν έχει ταϊστεί. Τι θα κάνει; Γιατί;» - Τουλίπα: «Ας υποθέσουμε ότι έχεις μια τουλίπα στο σπίτι σου σε ένα γλαστράκι. Κανείς δεν έχει ξυπνήσει νωρίς την Κυριακή το πρωί οπότε η τουλίπα δεν έχει ποτιστεί. Τι θα κάνει; Γιατί;» 3. «Ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης / προσωποποιητικός αληθοφανής»: ο άνθρωπος και η υπό εξέταση οντότητα αντιδρούν διαφορετικά αλλά το αποτέλεσμα της χρήσης προσωποποιητικού 15
συμπερασμού μπορεί να μην φαίνεται παράλογο στα παιδιά. Και αυτό ενδεχομένως μπορεί για κάποιες οντότητες (βλ. ακρίδα) να ισχύει ακόμα περισσότερο από ότι για κάποιες άλλες (βλ. τουλίπα). - ΣΚ1: «θάνατος του φροντιστή της οντότητας» - Άνθρωπος: «Ένα παιδί θα νιώσει κάτι αν ο άνθρωπος που το φρόντιζε καθημερινά πεθάνει; Γιατί;» - Ακρίδα: «Η ακρίδα θα νιώσει κάτι αν αυτός που τη φροντίζει καθημερινά πεθάνει;» - Τουλίπα: «Η τουλίπα θα νιώσει κάτι αν αυτός που τη φροντίζει καθημερινά πεθάνει;» - ΣΚ2: «στέρηση καλύτερων συνθηκών από την οντότητα» - Άνθρωπος: «Ας υποθέσουμε ότι ένα παιδί κοιμάται σε ένα πολύ μικρό κρεβάτι που το χωράει ίσα-ίσα. Μια μέρα κάποιος βάζει δίπλα του ένα μεγαλύτερο κρεβάτι και δε του επιτρέπει να πάει σε εκείνο. Το παιδί θα σκεφτεί κάτι; Γιατί;» - Ακρίδα: «Ας υποθέσουμε ότι μια ακρίδα μεγαλώνει σε ένα μικρό κλουβί. Μια μέρα κάποιος βάζει δίπλα της ένα μεγάλο κλουβί. Η ακρίδα θα σκεφτεί κάτι; Γιατί;» - Τουλίπα: «Ας υποθέσουμε ότι μια τουλίπα μεγαλώνει σε ένα μικρό γλαστράκι. Μια μέρα κάποιος βάζει δίπλα της μια μεγάλη γλάστρα. Η τουλίπα θα σκεφτεί κάτι; Γιατί;» Αυτές οι ερωτήσεις αναμενόταν να αποκαλύψουν τη χρήση του προσωποποιητικού συμπερασμού με σαφήνεια, επειδή απαιτούσαν από τα παιδιά να μην περιοριστούν σε ένα «ναι» ή «όχι», αλλά να οικοδομήσουν εκτενέστερες απαντήσεις για να αιτιολογήσουν κάθε πρόβλεψή τους. Όπως φάνηκε πιο πάνω, οι ερωτήσεις ήταν συνολικά 18. Ωστόσο, κάθε παιδί κλήθηκε να απαντήσει μόνο σε 12 από αυτές: 6 για τον άνθρωπο και 6 για την ακρίδα ή την τουλίπα. Συγκεκριμένα, τα μισά παιδιά κλήθηκαν να απαντήσουν 6 ερωτήσεις για τον άνθρωπο και 6 για την ακρίδα, ενώ τα άλλα μισά κλήθηκαν να απαντήσουν 6 ερωτήσεις για τον άνθρωπο και την 6 για τουλίπα. Έτσι, η συνέντευξη κάθε παιδιού χωρίστηκε σε δύο μέρη: ένα για τον άνθρωπο και ένα για την ακρίδα ή την τουλίπα. Σε κάθε μέρος τα παιδιά κλήθηκαν να απαντήσουν πρώτα στις ερωτήσεις των «ΣΚ1» των 3 τύπων ερωτήσεων και μετά στις ερωτήσεις των «ΣΚ2». Έτσι, για όλα τα παιδιά η σειρά των 6 ερωτήσεων για τον άνθρωπο καθώς και η σειρά των υπόλοιπων 6 ερωτήσεων για την ακρίδα ή την τουλίπα ήταν η εξής: 16
1. «ερώτηση ίδιας αντίδρασης» / «ΣΚ1» - τι θα πάθει η υπό εξέταση οντότητα αν φάει πάρα πολύ; 2. «ερώτηση διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός μη αληθοφανής» / «ΣΚ1» - πώς θα αντιδράσει η υπό εξέταση οντότητα αν η μαμά/ ιδιοκτήτρια την ξεχάσει στο μαγαζί; 3. «ερώτηση διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός αληθοφανής» / «ΣΚ1» - πώς θα αντιδράσει η υπό εξέταση οντότητα αν πεθάνει αυτός που την προσέχει; 4. «ερώτηση ίδιας αντίδρασης» / «ΣΚ2» - μπορεί η υπό εξέταση οντότητα να μείνει για πάντα μικρή; 5. «ερώτηση διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός μη αληθοφανής» / «ΣΚ2» - πώς θα αντιδράσει η υπό εξέταση οντότητα αν ξεχάσουν να την ταΐσουν; 6. «ερώτηση διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός αληθοφανής» / «ΣΚ2» - πώς θα αντιδράσει η υπό εξέταση οντότητα αν της βάλουν δίπλα της ένα πιο άνετο κρεβάτι/ κλουβί/ γλάστρα ενώ εκείνη στριμώχνεται στο δικό της; Εάν περίμενε κανείς ότι ο προσωποποιητικός συμπερασμός αποτελεί για τα παιδιά ένα χρήσιμο εργαλείο σκέψης και όχι ένα εργαλείο που τους προκαλεί σύγχυση, τότε οι προβλέψεις του για τη χρήση του από τα παιδιά στους τρεις τύπους ερωτήσεων της συνέντευξης θα ήταν οι εξής: 1. Τα παιδιά θα χρησιμοποιήσουν συχνά τον προσωποποιητικό συμπερασμό στις «ερωτήσεις ίδιας αντίδρασης», δηλαδή στις καταστάσεις όπου ο άνθρωπος και η υπό εξέταση οντότητα θα αντιδρούσαν με παρόμοιο τρόπο (π.χ. τόσο ο άνθρωπος όσο και η ακρίδα και η τουλίπα θα μεγαλώσουν αν κάποιος τους ταΐζει/ ποτίζει). 2. Τα παιδιά θα χρησιμοποιήσουν σπάνια τον προσωποποιητικό συμπερασμό στις «ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης / προσωποποιητικός μη αληθοφανής», δηλαδή στις καταστάσεις όπου ο άνθρωπος και η υπό εξέταση οντότητα θα αντιδρούσαν διαφορετικά και τα συμπεράσματα ενός προσωποποιητικού συμπερασμού φαίνονται παράλογα (π.χ. το παιδί θα αρχίσει να κλαίει αν το ξεχάσει η μητέρα του σε ένα μαγαζί, αλλά δεν φαίνεται λογικό κάτι τέτοιο να συμβεί με την ακρίδα ή την τουλίπα). 3. Τα παιδιά θα χρησιμοποιήσουν συχνά (και ενδεχομένως επιλεκτικά) τον προσωποποιητικό συμπερασμό στις «ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης / προσωποποιητικός αληθοφανής», δηλαδή στις καταστάσεις όπου στην πραγματικότητα ο άνθρωπος και η υπό εξέταση οντότητα θα αντιδρούσαν διαφορετικά αλλά τα συμπεράσματα ενός προσωποποιητικού συμπερασμού μπορεί να μην φαίνονται παράλογα στα παιδιά (π.χ. η ακρίδα θα στενοχωρηθεί, όπως και ο 17
άνθρωπος, αν πεθάνει αυτός που την προσέχει, πράγμα που μπορεί επίσης να συμβεί και με την τουλίπα ή μπορεί και όχι). 2.3 Η διαδικασία της ανάλυσης των δεδομένων Αξιοποιώντας το σχήμα κωδικοποίησης των Inagaki & Hatano (1991), κωδικοποιήσαμε τις προβλέψεις των παιδιών ως προς (α) το αν βασίζονται σε προσωποποιητικό συμπερασμό, και (β) το πόσο λογικές είναι. Ως προς το αν βασίζονται σε «προσωποποιητικό συμπερασμό», οι προβλέψεις των παιδιών κωδικοποιήθηκαν σε τρεις κατηγορίες: (α) ρητός προσωποποιητικός συμπερασμός, (β) άρρητος προσωποποιητικός συμπερασμός, και (γ) μη προσωποποιητικός συμπερασμός. Αναλυτικότερα: 1. Η πρώτη κατηγορία ήταν ο «ρητός προσωποποιητικός συμπερασμός» ο οποίος περιλαμβάνει ρητή αναφορά στον άνθρωπο. Πιο συγκεκριμένα, τα παιδιά είτε αιτιολόγησαν τις προβλέψεις τους με εκφράσεις του τύπου «όπως ο άνθρωπος», είτε χρησιμοποίησαν εκφράσεις που έχουν να κάνουν με τον άνθρωπο και που ένας ενήλικας δεν θα χρησιμοποιούσε συνήθως για άλλες οντότητες εκτός από αυτόν (π.χ. η τουλίπα «πίνει νερό», η ακρίδα ή η τουλίπα «έχουν γενέθλια» ή «είναι θυμωμένες»). 2. Η δεύτερη κατηγορία ήταν ο «άρρητος προσωποποιητικός συμπερασμός» όπου η πρόβλεψη και η αιτιολόγηση για την αντίδραση της υπό εξέταση οντότητας ήταν κατά βάση ίδιες με εκείνες για την αντίδραση του ανθρώπου, χωρίς όμως να δηλώνεται ρητά μία άμεση σύγκριση ανάμεσα στην εκάστοτε οντότητα και τον άνθρωπο. Για παράδειγμα, «ένα μωρό δεν μπορεί να μείνει για πάντα μικρό γιατί πίνει γάλα και μεγαλώνει» και «μία τουλίπα δεν μπορεί να μείνει για πάντα μικρή γιατί την ποτίζουμε και μεγαλώνει». Ομοίως, «ένα παιδί θα σκέφτεται αυτόν που το φρόντιζε και πέθανε γιατί ήταν καλός» και «η ακρίδα θα σκέφτεται αυτόν που τη φρόντιζε και πέθανε γιατί ήταν καλός». Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τόσο ο «ρητός» όσο και ο «άρρητος» «προσωποποιητικός συμπερασμός» αποτελούν έκφραση της αναλογίας με τον άνθρωπο οπότε στην ανάλυση που ακολουθεί δεν διακρίνονται μεταξύ τους αλλά υπολογίζονται μαζί. 3. Η τρίτη κατηγορία ήταν ο «μη προσωποποιητικός συλλογισμός». Εδώ είχαμε 3 διαφορετικές περιπτώσεις, ακολουθώντας πάντα την κωδικοποίηση των Inagaki & Hatano (1991). Αναλυτικότερα: 18
- Η πρόβλεψη και η αιτιολόγηση για την αντίδραση της υπό εξέταση οντότητας διέφεραν από εκείνες για την αντίδραση του ανθρώπου, με αιτιολόγηση που ήταν ανεξάρτητη από τον άνθρωπο, ή με αιτιολόγηση που είχε ενδεχομένως να κάνει με αυτόν. Ένα παράδειγμα από τους Inagaki & Hatano (1991) για την πρώτη περίπτωση είναι το εξής: «Η ακρίδα δε θα πάθει τίποτα αν φάει 10 φορές την ημέρα. Θα μείνει όπως είναι γιατί οι ακρίδες δε μεγαλώνουν.» Ενώ ένα παράδειγμά τους για τη δεύτερη περίπτωση είναι το εξής: «Το μωρό θα αρχίσει να κλαίει για να ξυπνήσει η μαμά του και να το ταΐσει» και «η τουλίπα δε θα κάνει κάτι αν αργήσουν να την ποτίσουν. Θα μείνει στη γλάστρα της και θα περιμένει να ξυπνήσει η μαμά μου και ο αδερφός μου και να την ποτίσουν δύο φορές. Κι αυτό επειδή δεν μπορεί να προχωρήσει και δεν έχει μάτια για να πάρει το ποτιστήρι και να ποτιστεί μόνη της.». - Η πρόβλεψη για την αντίδραση της υπό εξέταση οντότητας ήταν όμοια με εκείνη του ανθρώπου αλλά η αιτιολόγηση ήταν ανεξάρτητη από τον άνθρωπο: το παιδί κατείχε από μόνο του την απαραίτητη γνώση για την οντότητα χωρίς να χρειάζεται να συγκρίνει με τον άνθρωπο. Για παράδειγμα: «Η τουλίπα δε γίνεται να μείνει για πάντα μικρή. Πρέπει να την ποτίσει και έτσι μεγαλώνει. Το ξέρω επειδή έχουμε κι εμείς πολλά λουλούδια και τα ποτίζουμε και μεγαλώνουν». - Τέλος, ακολουθώντας και πάλι τη λογική της κωδικοποίησης των Inagaki & Hatano (1991), ως μη προσωποποιητικές κωδικοποιήσαμε και τις λίγες απαντήσεις στις οποίες δεν υπήρχε συγκεκριμένη πρόβλεψη για την αντίδραση της υπό εξέταση οντότητας και συνεπώς δεν υποδηλωνόταν η χρήση αναλογίας με τον άνθρωπο η οποία μας αφορά εδώ. Ως προς το πόσο «λογικές» είναι, οι προβλέψεις των παιδιών κωδικοποιήθηκαν σε τρεις κατηγορίες: (α) λογικές, (β) παράλογες, και (γ) καμία πρόβλεψη. Αναλυτικότερα: 1. Στην κατηγορία «λογικές» κωδικοποιήσαμε τις προβλέψεις που θα έκανε ένας ενήλικας σε αυτές τις ερωτήσεις σύμφωνα με τους Inagaki & Hatano (1991). Έτσι, οι προβλέψεις ότι ο άνθρωπος, η ακρίδα και η τουλίπα θα πεθάνουν / αρρωστήσουν / μαραθούν αν φάνε ή ποτιστούν πάρα πολύ κωδικοποιήθηκαν ως «λογικές». Το ίδιο συνέβη και με τις προβλέψεις ότι (α) η τουλίπα η ακρίδα δεν θα μπορέσουν να αντιδράσουν αν κάποιος τις ξεχάσει σε ένα μαγαζί ή αργήσει να τις ποτίσει, και (β) δεν θα νιώσουν/σκεφτούν κάτι αν αυτός που τις προσέχει πεθάνει ή αν κάποιος τις αφήσει κάπου στριμωχτά ενώ μπορεί να τις τοποθετήσει κάπου πιο άνετα. Μερικά παραδείγματα «λογικής» πρόβλεψης είναι τα εξής: - «Όχι η τουλίπα δεν μπορεί να μείνει για πάντα μικρή γιατί αν δεν τη φροντίζει μπορεί να πεθάνει. Ενώ όσο την ποτίζει θα μεγαλώνει.» 19
- «Η ακρίδα δεν κάνει να τρώει πολύ φαγητό επειδή θα φουσκώσει πολύ η κοιλιά της και θα πάθει κακό.» - «Η τουλίπα δεν μπορεί να κάνει κάτι όταν η γυναίκα φύγει χωρίς να την πάρει γιατί δεν έχει ούτε πόδια ούτε χέρια ούτε φωνή.» - «Η ακρίδα δεν μπορεί να σκεφτεί κάτι όταν της βάλουν το μεγαλύτερο κλουβί δίπλα της γιατί δεν έχει μυαλό όπως οι άνθρωποι.» 2. Στην κατηγορία «παράλογες» κωδικοποιήσαμε τις προβλέψεις που δεν θα έκανε ένας ενήλικας σε αυτές τις ερωτήσεις σύμφωνα με τους Inagaki & Hatano (1991). Έτσι, οι προβλέψεις ότι ο άνθρωπος, η ακρίδα και η τουλίπα «δεν θα αλλάξουν» ή «θα παχύνουν πάρα πολύ» κωδικοποιήθηκαν ως «παράλογες». Επίσης ως «παράλογες» κωδικοποιήθηκαν οι προβλέψεις ότι η τουλίπα ή η ακρίδα θα φωνάξουν ή θα ζητήσουν βοήθεια αν κάποιος τις ξεχάσει σε ένα μαγαζί ή τις αφήσει χωρίς φαγητό-νερό. Το ίδιο συνέβη και με τις προβλέψεις ότι η τουλίπα ή η ακρίδα θα εκφράσουν συναισθήματα λύπης και θυμό/ζήλια αν αυτός που τις προσέχει πεθάνει ή αν κάποιος τις αφήσει κάπου στριμωχτά ενώ μπορεί να τις τοποθετήσει κάπου πιο άνετα. Μερικά παραδείγματα «παράλογης» πρόβλεψης είναι τα εξής: - «Η ακρίδα αν τρώει 10 φορές την ημέρα αντί για 2 θα γίνει πιο μεγάλη. Θα χοντρύνει και θα μεγαλώσει λίγο.» - «Η τουλίπα θα σκεφτεί πως αν πάει στη μεγάλη γλάστρα θα μπορεί εκεί να μεγαλώσει καλύτερα απ ότι στη μικρή.» - «Η ακρίδα θα προσπαθούσε να τρέξει γρήγορα όταν θα καταλάβαινε ότι η γυναίκα την ξέχασε. Όμως η γυναίκα περπατάει γρήγορα και δεν θα την προλάβει. Οπότε θα έβγαζε ήχο με τα πόδια της γιατί οι ακρίδες συνήθως τραγουδάνε με τα πόδια τους.» 3. Επίσης, υπήρχε και η κατηγορία «καμία πρόβλεψη» είτε σε περιπτώσεις όπου δεν υπήρχε καμία απάντηση, είτε σε περιπτώσεις όπου η απάντηση ήταν εκτός θέματος (άσχετη). Μετά την κωδικοποίηση των απαντήσεων των παιδιών ως προς το εάν είναι «προσωποποιητικές» και ως προς το αν είναι «λογικές», (α) υπολογίσαμε τη συχνότητα εμφάνισης του προσωποποιητικού συμπερασμού ανά τύπο ερώτησης και ανά «ΣΚ», (β) επιχειρήσαμε να περιγράψουμε το συνολικό πρότυπο εμφάνισης προσωποποιητικού συμπερασμού ανά παιδί (pattern), και (γ) επιχειρήσαμε να περιγράψουμε τη σχέση προσωποποιητικού συμπερασμού και 20
λογικών προβλέψεων ανά τύπο ερώτησης. Τέλος, κάναμε στατιστικούς ελέγχους (χ 2 ) (Ravid, 2011) για να διαπιστώσουμε εάν οι διαφορές στη χρήση ή μη του προσωποποιητικού συμπερασμού σε κάθε τύπο ερώτησης αλλά και μεταξύ των διαφορετικών τύπων ερώτησης ήταν στατιστικά σημαντικές ή όχι. Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η παρούσα «μελέτη περίπτωσης» (Bell, 2005) εντάσσεται στο «μικτό ερευνητικό παράδειγμα» και μάλιστα αποτελεί μία «έρευνα μικτού μοντέλου» αφού η μίξη ποιοτικού και ποσοτικού «ερευνητικού παραδείγματος» (Κατσίλλης, 2005) έχει γίνει σε μία φάση της και συγκεκριμένα στη φάση της ανάλυσης των δεδομένων (Johnson & Christensen, 2004). 21
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Στο κεφάλαιο αυτό θα παρουσιάσουμε τα αποτελέσματα της έρευνας για κάθε ένα από τα δύο ερευνητικά ερωτήματα που έχουμε θέσει. Υπενθυμίζεται ότι το ΕΕ1 αφορά στη χρήση ή μη του προσωποποιητικού συμπερασμού από τα μικρά παιδιά, ενώ το ΕΕ2 αφορά στον τρόπο χρήσης του (ανεξέλεγκτος ή μη). 3.1. Αποτελέσματα για το ΕΕ1 Το 1 ο ερευνητικό μας ερώτημα ήταν αν τα παιδιά προσχολικής ηλικίας χρησιμοποιούν πράγματι τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» για να αποδώσουν σε διάφορες οντότητες -για τις οποίες δεν ξέρουν όσα ξέρουν για τον άνθρωπο- βιολογικές λειτουργίες και συμπεριφορές που ξέρουν ότι ο άνθρωπος τις κάνει ή τις έχει. Προκειμένου να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, υπολογίσαμε τη συχνότητα εμφάνισης του «προσωποποιητικού συμπερασμού» ανά τύπο ερώτησης και ανά «ΣΚ» (βλ. 3.1.1). 3.1.1 Συχνότητα εμφάνισης του «προσωποποιητικού συμπερασμού» ανά τύπο ερώτησης Ξεκινώντας με τη συχνότητα εμφάνισης του «προσωποποιητικού συμπερασμού» ανά τύπο ερώτησης και ανά «ΣΚ», παραθέτουμε στους πίνακες 1-3 τα ποσοστά των παιδιών που χρησιμοποίησαν τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» σε κάθε σενάριο των ερωτήσεων «ίδιας αντίδρασης» (Πίνακας 1), «διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός μη αληθοφανής» (Πίνακας 2) και «διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός αληθοφανής» (Πίνακας 3), και μάλιστα για κάθε υπό εξέταση οντότητα. Σύμφωνα με τον Πίνακα 1 που αφορά στις «ερωτήσεις ίδιας αντίδρασης», το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «προσωποποιητικό συμπερασμό» για την ακρίδα στο «ΣΚ1: «υπερβολική πρόσληψη τροφής/νερού από την οντότητα» ήταν αρκετά μεγαλύτερο (73%) από το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν μη προσωποποιητικό συμπερασμό (27%). Αντίστοιχα, το 22
ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «προσωποποιητικό συμπερασμό» για την ακρίδα στο «ΣΚ2: επιθυμία για διακοπή της ανάπτυξης της οντότητας» ήταν επίσης αρκετά μεγαλύτερο (78%) από το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «μη προσωποποιητικό συμπερασμό» (22%). Επιπλέον, το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «προσωποποιητικό συμπερασμό» για την τουλίπα στο «ΣΚ1: «υπερβολική πρόσληψη τροφής/νερού από την οντότητα» ήταν ελαφρώς μεγαλύτερο (51%) από το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «μη προσωποποιητικό συμπερασμό» (49%). Τέλος, το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «προσωποποιητικό συμπερασμό» για την τουλίπα στο «ΣΚ2: επιθυμία για διακοπή της ανάπτυξης της οντότητας» ήταν αρκετά μεγαλύτερο (75%) από το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν μη προσωποποιητικό συμπερασμό (25%). «Ερωτήσεις ίδιας αντίδρασης» Προσωποποιητικός Μη Προσωποποιητικός «ΣΚ1» «ΣΚ2» Ακρίδα 44/60 (73%) 16/60 (27%) Τουλίπα 30/59 (51%) 29/59 (49%) Ακρίδα 47/60 (78%) 13/60 (22%) Τουλίπα 44/59 (75%) 15/59 (25%) Πίνακας 1. Αριθμοί & ποσοστά παιδιών με προσωποποιητικό και μη προσωποποιητικό συμπερασμό στις «ερωτήσεις ίδιας αντίδρασης». Συνοψίζοντας σε σχέση με τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» στις «ερωτήσεις ίδιας αντίδρασης», σημειώνουμε ότι αυτός φαίνεται να υπερισχύει του «μη προσωποποιητικού» στη σκέψη των παιδιών και για τις δύο υπό εξέταση οντότητες στα δύο σενάρια που χρησιμοποιήσαμε. Οι διαφορές στη συχνότητα εμφάνισης των δύο τύπων συλλογισμού είναι στατιστικά σημαντικές (χ 2 = 12.9, p<<.01). Ενδεικτικές απαντήσεις των παιδιών για την ακρίδα και την τουλίπα στις «ερωτήσεις ίδιας αντίδρασης», οι οποίες κωδικοποιήθηκαν στις κατηγορίες «προσωποποιητικός» και «μη προσωποποιητικός» συμπερασμός δίνονται στη συνέχεια: 23
Ακρίδα / «προσωποποιητικός»: - «ΣΚ1»: «Αν η ακρίδα φάει 10 φορές την ημέρα, θα φουσκώσει πολύ η κοιλιά της και θα πάθει κακό. Θα την πονάει η κοιλιά της και θα σκέφτεται ότι τη βασανίζουν και θα λέει: «Μακάρι να μη ερχόμουν ποτέ σε αυτό το σπίτι». - «ΣΚ2»: «Η ακρίδα αν δεν την ταΐσει θα πεθάνει, αν όμως την ταΐζει θα μεγαλώσει όπως ο άνθρωπος.» Ακρίδα / «μη προσωποποιητικός»: - «ΣΚ1»: «Η ακρίδα αν τρώει 10 φορές τη μέρα δεν θα μεγαλώσει. Θα γεμίσει μέσα της αλλά δεν θα πάθει κάτι.» - «ΣΚ2»: «Η ακρίδα θα μεγαλώσει λίγο. Όλα τα ζώα μεγαλώνουν. Κάποια μεγαλώνουν λίγο και κάποια πολύ.» Τουλίπα / «προσωποποιητικός»: - «ΣΚ1»: «Το λουλούδι θα χαλάσει από το πολύ νερό γιατί σκάει και δεν μπορεί να πιει άλλο.» - «ΣΚ2»: «Η τουλίπα δεν μπορεί να μείνει για πάντα μικρή γιατί τα λουλούδια μεγαλώνουν σαν τα μικρά παιδιά. Τους δίνουμε νερό και μεγαλώνουν.» Τουλίπα / «μη προσωποποιητικός»: - «ΣΚ1»: «Η τουλίπα θα χαλάσει γιατί αν ανεβεί μέχρι πολύ πάνω το νερό θα χαλάσουν τα πέταλά της και μαλακώνει πολύ από το νερό. Και μπορεί και να σκιστούν.» - «ΣΚ2»: «Η τουλίπα πρέπει να μεγαλώσει επειδή την ποτίζει. Έχουμε κι εμείς λουλούδια και τα ποτίζουμε και μεγαλώνουν.» Τι συμβαίνει όμως στις «ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης / προσωποποιητικός μη αληθοφανής» σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας; Όπως θα προέβλεπε κανείς αν θεωρούσε ότι ο «προσωποποιητικός συμπερασμός» είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για τα παιδιά και όχι ένα εργαλείο που τους προκαλεί σύγχυση, τα παιδιά φαίνεται να τον χρησιμοποιούν λιγότερο συχνά και για τις δύο υπό εξέταση οντότητες. Σύμφωνα με τον Πίνακα 2 που αφορά στις «ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός μη αληθοφανής», το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν 24
«προσωποποιητικό συμπερασμό» για την ακρίδα στο «ΣΚ1: «εγκατάλειψη οντότητας» ήταν αρκετά μικρότερο (32%) από το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «μη προσωποποιητικό συμπερασμό» (68%). Αντίστοιχα, το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «προσωποποιητικό συμπερασμό» για την ακρίδα στο «ΣΚ2: παραμέληση της φροντίδας της οντότητας» ήταν επίσης αρκετά μικρότερο (40%) από το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «μη προσωποποιητικό συμπερασμό» (60%). Επιπλέον, το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «προσωποποιητικό συμπερασμό» για την τουλίπα στο «ΣΚ1: «εγκατάλειψη οντότητας» ήταν πολύ μικρότερο / σχεδόν αμελητέο (2%) σε σχέση με το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «μη προσωποποιητικό συμπερασμό» (98%). Ομοίως, το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «προσωποποιητικό συμπερασμό» για την τουλίπα στο «ΣΚ2: παραμέληση της φροντίδας της οντότητας» ήταν πολύ μικρότερο / σχεδόν αμελητέο (7%) σε σχέση το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν μη προσωποποιητικό συμπερασμό (93%). «Ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης / προσωποποιητικός μη αληθοφανής» Προσωποποιητικός Μη Προσωποποιητικός «ΣΚ1» «ΣΚ2» Ακρίδα 19/60 (32%) 41/60 (68%) Τουλίπα 1/59 (2%) 58/59 (98%) Ακρίδα 24/60 (40%) 36/60 (60%) Τουλίπα 4/59 (7%) 55/59 (93%) Πίνακας 2. Αριθμοί & ποσοστά παιδιών με προσωποποιητικό και μη προσωποποιητικό συμπερασμό στις «ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός μη αληθοφανής» Συνοψίζοντας σε σχέση με τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» στις «ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός μη αληθοφανής», σημειώνουμε ότι η χρήση του είναι περιορισμένη έναντι του μη προσωποποιητικού και για τις δύο υπό εξέταση οντότητες. Οι διαφορές στη συχνότητα εμφάνισης των δύο τύπων συλλογισμού είναι και εδώ στατιστικά σημαντικές (χ 2 = 38.6, p<<.01). 25
Ενδεικτικές απαντήσεις των παιδιών για την ακρίδα και την τουλίπα στις «ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός μη αληθοφανής», οι οποίες κωδικοποιήθηκαν στις κατηγορίες «προσωποποιητικός» και «μη προσωποποιητικός» συμπερασμός δίνονται στη συνέχεια: Ακρίδα / «προσωποποιητικός»: - «ΣΚ1»: «Η ακρίδα θα αρχίσει να χοροπηδάει κι έτσι θα χτυπιέται πάνω στα κάγκελα και θα κάνει θόρυβο για να την ακούσει η γυναίκα και να γυρίσει.» - «ΣΚ2»: «Η ακρίδα θα τους ξυπνούσε με το τραγούδι της για να την ταΐσουν.» ( όπως θα έκανε το μωρό με το κλάμα του) Ακρίδα / «μη προσωποποιητικός»: - «ΣΚ1»: «Η ακρίδα θα κάτσει εκεί. Δε θα καταλάβει ότι η γυναίκα την άφησε γιατί είναι έντομο.» - «ΣΚ2»: «Η ακρίδα θα περιμένει στο κλουβί της γιατί δεν έχει φωνή να μιλήσει.» Τουλίπα / «προσωποποιητικός»: - «ΣΚ1»: «Η τουλίπα θα φωνάζει τη γυναίκα για να γυρίσει.» - «ΣΚ2»: «Η τουλίπα θα κλαίει όλη μέρα γιατί θα θέλει νερό και δεν την ποτίζει κανένας.» Τουλίπα / «μη προσωποποιητικός»: - «ΣΚ1»: «Η τουλίπα δεν θα κάνει κάτι επειδή είναι λουλούδι και τα λουλούδια δε μιλάνε.» - «ΣΚ2»: «Δεν μπορεί να κάνει κάτι η τουλίπα. Θα κάτσει εκεί και θα περιμένει.» Τέλος, περνώντας στις «ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός αληθοφανής» βλέπουμε ότι τα πράγματα φαίνεται να διαφοροποιούνται ανά οντότητα πλέον. Αν και το προϊόν του θα μπορούσε να θεωρηθεί αληθοφανές, τα παιδιά τείνουν εδώ να αποφεύγουν τον «προσωποποιητικό συμπερασμό» για την τουλίπα ενώ τον χρησιμοποιούν συχνά για την ακρίδα, ενδεχομένως λόγω του ότι έχουν αρχίσει να χτίζουν κάποιες πτυχές της διάκρισης φυτών και ζώων. Σύμφωνα με τον Πίνακα 3 που αφορά στις «ερωτήσεις διαφορετικής αντίδρασης/ προσωποποιητικός αληθοφανής», το ποσοστό των παιδιών που χρησιμοποίησαν «προσωποποιητικό συμπερασμό» για την ακρίδα στο «ΣΚ1: θάνατος του φροντιστή της οντότητας» ήταν αρκετά 26