Συνεντεύξεις τύπου Anuga 2017 Διεθνείς τάσεις στον τομέα των τροφίμων: Απόλαυση με ξεχωριστή προστιθέμενη αξία Από τις 7 έως τις 11 Οκτωβρίου 2017 ανοίγει τις πόρτες της η μεγαλύτερη και σημαντικότερη έκθεση Food & Beverage του κόσμου. Η Anuga αποτελεί σημείο συνάντησης περισσότερων από 160.000 σημαντικότατων εθνικών και διεθνών παραγόντων του κλάδου. Στο πλαίσιο μιας υποστηρικτικής χορηγίας η Ομοσπονδιακή Ένωση της Γερμανικής Βιομηχανίας Διατροφής (Bundesvereinigung der Deutschen Ernährungsindustrie - BVE) υποστηρίζει την Anuga ως διεθνές σημείο συνάντησης του κλάδου. Πουθενά αλλού δεν δίνεται στους επισκέπτες μιας έκθεσης η δυνατότητα να βιώσουν ολόκληρο τον κόσμο του φαγητού και του ποτού στη αξεπέραστη ποικιλία του. Με το σήμα "Made in Germany" η BVE παρουσιάζεται στο κοινό στο πλαίσιο της επαγγελματικής έκθεσης "Anuga Fine Food" από κοινού με το Γερμανικό Υπουργείο Διατροφής και Γεωργίας (Bundesministerium für Ernährung und Landwirtschaft - BMEL). Προσκαλούμε από καρδιάς τους επισκέπτες να εξερευνήσουν τις επιδόσεις των Γερμανών παρασκευαστών τροφίμων και, φυσικά, να δοκιμάσουν τα προϊόντα τους. Διεθνείς τάσεις στην κατανάλωση τροφίμων Η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας αυξάνει μακροπρόθεσμα τη ζήτηση για επεξεργασμένα τρόφιμα. Η αυξανόμενη αστικοποίηση, η άνοδος της απασχόλησης και του εκπαιδευτικού επιπέδου, καθώς και η βελτίωση των εισοδημάτων και των διαδικασιών προμήθειας έχουν ταυτόχρονα ως αποτέλεσμα μια αλλαγή στην κατανάλωση τροφίμων. Κυριότερα, το συνεχώς μειούμενο κόστος των τροφίμων προάγει την πιο πολύπλευρη και ισορροπημένη διατροφή. Έτσι, για παράδειγμα, αυξάνεται παγκοσμίως η κατανάλωση πρωτεϊνούχων τροφίμων. Ιδιαίτερα στις βιομηχανικές και τις αναπτυσσόμενες χώρες αυξάνονται, επίσης, οι απαιτήσεις για τα τρόφιμα: Η ασφάλεια και η ποιότητα των επεξεργασμένων προϊόντων αποτελούν πλέον σημαντικά κριτήρια. Σε αυτό συμβάλλει και η σταθεροποίηση των τιμών των τροφίμων σε διεθνές επίπεδο. Οι παρασκευαστές τροφίμων πρέπει να λάβουν περισσότερο υπόψη τους τις προσωπικές επιθυμίες των πελατών και τις ανάγκες των καταναλωτών τους, και να προσαρμόσουν τα προϊόντα τους στις αγορές. Η εμφάνιση, η γεύση, τα μεγέθη των μερίδων, αλλά συχνά και το όνομα του προϊόντος, διαφέρουν ανάλογα με τη χώρα και τις προτιμήσεις των καταναλωτών. Κατά συνέπεια, οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται διεθνώς αναπτύσσουν συχνά νέα προϊόντα για νέες αγορές. Αυτή η ζήτηση, η οποία παρουσιάζει ποιοτική και ποσοτική αύξηση, ανάγεται σε πρόκληση λόγω της συνεχούς μείωσης των πόρων. Από τους παρασκευαστές δεν
απαιτείται μόνο αύξηση της παραγωγικότητας αλλά και ενέργειες για την εξασφάλιση μεγαλύτερης βιωσιμότητας και αποδοτικότητας της παραγωγής τροφίμων. Αλλά και από πλευράς των καταναλωτών αυξάνεται η συνειδητοποίηση της αξίας των τροφίμων. Τόσο η μείωση της αγοραζόμενης ποσότητας όσο και οι εκστρατείες για την αποφυγή της κατασπατάλησης τροφίμων αποτελούν διεθνή τάση. Η βελτίωση της ποιότητας και η αύξηση της παραγωγικότητας στην παραγωγή τροφίμων, καθώς και η μεγαλύτερη απελευθέρωση των αγροτικών συναλλαγών έχουν ωφελήσει κατά κύριο λόγο το εμπόριο των επεξεργασμένων τροφίμων. Αν πριν από δέκα χρόνια εξάγονταν παγκοσμίως τρόφιμα αξίας 686 δισ. δολαρίων ΗΠΑ, σήμερα η αξία των εξαγωγών έχει υπερδιπλασιαστεί, ξεπερνώντας τα 1.328 δισ. δολάρια ΗΠΑ. Χάρη στον αυξημένο ανταγωνισμό, οι καταναλωτές επωφελούνται από τη μεγαλύτερη ποικιλία. Εξέλιξη της ζήτησης τροφίμων στην ΕΕ Η υψηλή αγοραστική δύναμη των 510 εκατ. καταναλωτών καθώς και τα υψηλά πρότυπα καθιστούν την Ευρωπαϊκή Ένωση μια ελκυστική αγορά διάθεσης για τους παρασκευαστές τροφίμων. Η δομή της αγοράς, με τον μεγάλο αριθμό μικρομεσαίων παρασκευαστών και τον μικρό αριθμό μεγάλων εμπορικών επιχειρήσεων, εγγυάται ωστόσο σκληρό ανταγωνισμό με έπαθλο τον πελάτη. Οι ειδικοί προέβλεπαν για το 2017 μια σταθερή κυκλική ανάπτυξη για όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Η ανάπτυξη της οικονομίας και η αύξηση της απασχόλησης υπόσχονται σίγουρες προοπτικές εισοδήματος και αύξηση της πραγματικής κατανάλωσης μεταξύ 1% και 5%. Αντιθέτως, οι προσδοκίες των καταναλωτών παρουσιάζονται ετερογενείς, καθώς οι κάτοικοι των κρατών μελών του ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου τρέφουν αβεβαιότητες. Ωστόσο, η αγορά των τροφίμων παραμένει σταθερή. Αισθητές αυξήσεις του κύκλου εργασιών και της ποσότητας σημειώθηκαν προσφάτως μόνο στη Γερμανία, την Τσεχική Δημοκρατία και τη Μεγάλη Βρετανία. Αποφασιστικής σημασίας για αυτό ήταν και η μικρή αύξηση των τιμών στα τρόφιμα. Το σημαντικότερο κριτήριο ποιότητας στην ευρωπαϊκή αγορά τροφίμων παραμένει η γεύση. Αλλά και σε αυτόν τον τομέα, ο καταναλωτής απαιτεί συνεχείς καινοτομίες καθώς και μεγάλη ποικιλία. Η προσφορά μιας ποικιλίας γεύσεων και η βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων είναι, επομένως, ο στόχος για ποσοστό μεγαλύτερο του 50% των καινοτομιών στον κλάδο. Εκτός από την απολαυστικότητα, οι καταναλωτές των προϊόντων απαιτούν από τα προϊόντα και μια ξεχωριστή προστιθέμενη αξία. Το προϊόν θα πρέπει να ικανοποιεί τις εκάστοτε καθημερινές και διατροφικές ανάγκες των πελατών. Η ισχυρή τάση προς προϊόντα ευκολίας (convenience) υποσκελίστηκε από την αυξανόμενη επιθυμία των καταναλωτών για υγιεινά τρόφιμα. Στο πλαίσιο αυτό υπάρχει κυρίως ζήτηση για καινοτομίες σε φυτικά προϊόντα αλλά και σε τρόφιμα με πρόσθετα οφέλη για την υγεία. Μια μικρή αλλά αναδυόμενη τάση με μεγάλο δυναμικό προστιθέμενης αξίας είναι η αυξανόμενη επιλογή βιώσιμων τροφίμων από πλευράς των καταναλωτών. Στο επίκεντρο αυτής βρίσκονται η διαφάνεια και η υπευθυνότητα απέναντι στο περιβάλλον και τους συνεργάτες. Οι πολίτες της ΕΕ δαπάνησαν σχεδόν 27 δισ. ευρώ για βιολογικά τρόφιμα μέσα στο 2015 - ποσό που αντιστοιχεί σε μέσο όρο 53 ευρώ κατά κεφαλή. Πιο συχνά οι
καταναλωτές αγόραζαν βιολογικά προϊόντα στη Δανία, τη Σουηδία, το Λουξεμβούργο, την Αυστρία και τη Γερμανία. Αυτές οι τάσεις ισχύουν γενικά για όλες τις κατηγορίες προϊόντων. Εντούτοις οι περισσότερες καινοτομίες σε προϊόντα εντοπίζονται στους τομείς των έτοιμων γευμάτων, των γαλακτοκομικών προϊόντων, των αναψυκτικών, των προϊόντων βαθιάς κατάψυξης καθώς και των κρεάτων. Η αναδυόμενη αγορά της Γερμανίας Η Γερμανία με πάνω από 81 εκατ. καταναλωτές, οι οποίοι προσέχουν τις τιμές και επιλέγουν με βάση την ποιότητα, είναι η μεγαλύτερη αγορά τροφίμων της Ευρώπης. Το καταναλωτικό κλίμα στη Γερμανία κυμαίνεται σε υψηλά θετικά επίπεδα και βρίσκεται σημαντικά πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Για τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά οι Γερμανοί δαπανούν το 10,5% του διαθέσιμου εισοδήματός τους και ως προς αυτό βρίσκονται σημαντικά χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Πρέπει πάντως να συνυπολογιστεί το συγκριτικά υψηλό επίπεδο αποδοχών στη Γερμανία. Με την προσαρμογή των τιμών, οι δαπάνες για τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά το 2016 αυξήθηκαν κατά 1,6% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Κατά μέσο όρο κάθε Γερμανός πολίτης θα έχει στη διάθεσή του το 2017 σχεδόν 22.239 ευρώ για κατανάλωση και διαβίωση. Το ποσό αυτό είναι κατά 360 ευρώ υψηλότερο από το αντίστοιχο του 2014. Με περισσότερα από 170.000 προϊόντα, τα προσφερόμενα τρόφιμα στη Γερμανία είναι σήμερα πιο ποιοτικά, ασφαλή, βιώσιμα, πολυποίκιλα και οικονομικά από ποτέ. Η μεγάλη ποικιλία των προσφερόμενων αγαθών και οι υψηλές απαιτήσεις των καταναλωτών καθιστούν τη Γερμανία μια αγορά τάσεων στον τομέα των τροφίμων. Έτσι 40.000 νέα προϊόντα αυξάνουν κάθε χρόνο την ποικιλία και δημιουργούνται συνεχώς νέα τμήματα στην αγορά. Υπερτροφές, χορτοφαγικά, vegan, προϊόντα χωρίς γλουτένη και λακτόζη, διαιτητικά προϊόντα και προϊόντα ευκολίας, αλλά και προϊόντα με ιδιαίτερα παραγωγικά χαρακτηριστικά, π.χ. τοπικά, βιώσιμα, Fair Trade και βιολογικά είναι σταθερά διαθέσιμα στην αγορά σήμερα. Το χαρτοφυλάκιο των προϊόντων γίνεται ολοένα και πιο εξειδικευμένο και διαφοροποιημένο, ενώ ανανεώνεται όλο και πιο γρήγορα. Η διατροφή τυγχάνει σημαντικά περισσότερης προσοχής, καθώς αυξάνεται η συχνότητα με την οποία οι καταναλωτές καταναλώνουν πιο συνειδητά. Στις μέρες μας οι καταναλωτές πηγαίνουν για ψώνια 20 ολόκληρες φορές λιγότερο σε σχέση με πριν από τέσσερα χρόνια. Οι πελάτες ψωνίζουν λιγότερα τρόφιμα και σπανιότερα, αλλά πιο ποιοτικά. 27% των Γερμανών καταναλωτών αγοράζουν βιώσιμα προϊόντα και δαπανούν για αυτά 16% περισσότερα χρήματα από άλλους καταναλωτές. Μια άλλη σημαντική τάση αφορά την αλλαγή των μορφών του νοικοκυριού, των ωρών των γευμάτων και των ειδών διατροφής, που πρέπει να προσαρμοστούν στην επαγγελματική καθημερινότητα. Ήδη σήμερα το ένα τέταρτο των καταναλωτικών δαπανών για τρόφιμα πραγματοποιείται για κατανάλωση τροφίμων εκτός σπιτιού. Μια μεγάλη πλειονότητα των Γερμανών δεν διαθέτει το χρόνο, τη δυνατότητα ή την υποχρέωση να ετοιμάσουν οι ίδιοι το φαγητό τους. Μόλις 34% των Γερμανών καταναλωτών μαγειρεύουν τακτικά.
Το 2016, οι καταναλωτικές δαπάνες για την αγορά τροφίμων προς κατανάλωση εκτός σπιτιού αυξήθηκαν κατά 3,1% αγγίζοντας τα 76,3 δισ. ευρώ. Η θετική εξέλιξη του κύκλου εργασιών προέρχεται κατά δύο τρίτα από υψηλότερες μέσες δαπάνες ανά επίσκεψη και κατά ένα τρίτο από αύξηση των επισκεπτών. Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην αγορά τροφίμων για κατανάλωση εκτός σπιτιού έχουν προσαρμόσει την προσφορά των προϊόντων εστίασής τους στις κύριες τάσεις της αγοράς. Η προσφορά ελκυστικών προϊόντων, ειδικά στους τομείς του άρτου, των αρτοποιημάτων και των σάντουιτς, του καφέ, της χειροποίητης μπίρας, των κρεάτων υψηλότερης ποιότητας και των burger, έχει αυξήσει τη ζήτηση για εστίαση εκτός σπιτιού καθώς και για προϊόντα για εξωτερική κατανάλωση (to go). Αλλά και οι παρασκευαστές τροφίμων και οι έμποροι πρέπει να ανταποκριθούν στην αλλαγή των ωρών και των τόπων των γευμάτων, παρέχοντας προϊόντα τα οποία να ταιριάζουν στην καθημερινότητά τους. Αντίστοιχα αυξάνεται η προσφορά νέων προϊόντων ευκολίας σε διάφορους βαθμούς επεξεργασίας και φρεσκάδας καθώς και σε διάφορες διαβαθμίσεις τιμών. Η καθημερινότητα των καταναλωτών χαρακτηρίζεται από αντιθέσεις ανάμεσα στην πίεση για επαγγελματική επιτυχία και τον ειδυλλιακό χώρο του σπιτιού. Κατά συνέπεια γίνεται ολοένα και πιο σημαντική η ιδέα της μαγειρικής στο σπίτι, κυρίως για τους καταναλωτές με καταναλωτική συνείδηση και προσανατολισμό στη βιωσιμότητα. Η μαγειρική μετατρέπεται ολοένα και περισσότερο σε χόμπι, στο οποίο αφιερώνει κανείς τον προσωπικό του χρόνο και το οποίο του προσφέρει τη χαρά της δημιουργίας. Gourmet, τοπικά και βιολογικά προϊόντα βρίσκονται στο επίκεντρο της τάσης. Πέραν του κυρίαρχου έντονου ανταγωνισμού για την ποιότητα και τις τιμές, οι παρασκευαστές τροφίμων ανταγωνίζονται ολοένα και περισσότερο μεταξύ τους για την πίστη των καταναλωτών τους. Η πυκνότητα των πληροφοριών σχετικά με την προέλευση των προϊόντων, τις μεθόδους παραγωγής και τις δραστηριότητες βιωσιμότητας στον κλάδο, αλλά και η ανάγκη των καταναλωτών για ενημέρωση αυξάνονται αντίστοιχα. Μια πρόσφατη έρευνα στον κλάδο δείχνει ότι 90% των επιχειρηματιών καταγράφουν αύξηση των ερωτημάτων των πελατών. Σημαντικό ρόλο στο διάλογο με τους πελάτες παίζουν σήμερα, και κυρίως θα παίζουν και στο μέλλον, το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τα γερμανικά τρόφιμα είναι παγκοσμίως δημοφιλή για την ποιότητά τους Η Γερμανία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εξαγωγέας και εισαγωγέας τροφίμων παγκοσμίως. Η εγχώρια αγορά, που χαρακτηρίζεται από έντονο ανταγωνισμό και απαιτητικότητα, έχει κάνει τη γερμανική βιομηχανία τροφίμων με τους 581.000 εργαζομένους σε περίπου 6.000 επιχειρήσεις και κύκλο εργασιών 172 δισ. ευρώ τη μεγαλύτερη και εξαγωγικά πιο δραστήρια βιομηχανία τροφίμων της Ευρώπης. Ο μεγαλύτερός της εμπορικός εταίρος, με ποσοστό εξαγωγών 78%, είναι η ΕΕ, ενώ ακολουθεί η Ασία με 8,8%. Το 2016 διατέθηκαν σε αγορές του εξωτερικού ποιοτικά τρόφιμα "Made in Germany" αξίας περίπου 57 δισ. ευρώ, που αποτελούν το ένα από κάθε τρία ευρώ του κύκλου εργασιών.
Η ζήτηση για ποιοτικά τρόφιμα "Made in Germany" σε ανταγωνιστικές τιμές αυξάνεται συνεχώς στο εξωτερικό. Η γκάμα των προϊόντων περιλαμβάνει από παραδοσιακές γερμανικές σπεσιαλιτέ μέχρι τις τελευταίες καινοτομίες σε τρόφιμα, ενώ ιδιαίτερα μεγάλη είναι η ζήτηση για κρέατα και γαλακτοκομικά προϊόντα αλλά και ζαχαρώδη. Ο αυξανόμενος εξαγωγικός προσανατολισμός των επιχειρήσεων επιβεβαιώνει τις καλές προοπτικές ανάπτυξης στο εξωτερικό. Οι αγορές εκτός ΕΕ υπόσχονται ολοένα και πιο ενισχυμένες πωλήσεις, ενώ το 80% των παρασκευαστών τροφίμων εξάγουν ήδη τα προϊόντα τους σε τρίτες χώρες. Οι εξαγωγείς προσαρμόζονται στις διαφορετικές προκλήσεις των αγορών. Η πλειονότητα των Γερμανών εξαγωγέων τροφίμων θεωρεί την ανταγωνιστική τιμή και τη γευστικότητα ως τα χαρακτηριστικά με τη μεγαλύτερη ζήτηση στις εξαγωγικές αγορές εντός ΕΕ. Σε χώρες εκτός ΕΕ παίζει και η προέλευση σημαντικό ρόλο. Σύμφωνα με την εκτίμηση των επιχειρήσεων, τα μεγάλα δυνατά σημεία των γερμανικών τροφίμων στις αγορές του εξωτερικού είναι η ποιότητα και η προέλευσή τους. Ειδικά στις αγορές εντός ΕΕ το μεγαλύτερο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα είναι η γευστικότητα, ενώ στις χώρες εκτός ΕΕ είναι η προέλευση. Εξωτερικό εμπόριο τροφίμων μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας Η Ελλάδα, ως μέλος της ΕΕ, αποτελεί σημαντικό εμπορικό εταίρο για τη Γερμανία στον τομέα των τροφίμων. Στην κατάταξη των εμπορικών εταίρων της Γερμανίας για επεξεργασμένα τρόφιμα το 2016, η Ελλάδα κατέχει την 16η θέση στις εξαγωγές και την 20η θέση στις εισαγωγές. Το 2016 η Ελλάδα διέθεσε στη Γερμανία επεξεργασμένα τρόφιμα αξίας περίπου 463,6 εκατ. ευρώ, κάτι που αποτελεί μείωση κατά 1,4%. Μεταξύ των σημαντικότερων εμπορευμάτων συγκαταλέγονται τα τυριά, τα παρασκευάσματα και οι κονσέρβες λαχανικών, τα παρασκευάσματα και οι κονσέρβες φρούτων, τα φρέσκα φρούτα, τα αποστάγματα και τα αρτοποιήματα. Για τη Γερμανία, η Ελλάδα δεν είναι μόνο μια σημαντική αγορά αναφοράς, αλλά και μια ενδιαφέρουσα αγορά διάθεσης. Το 2016 η Γερμανία εξήγαγε στην Ελλάδα επεξεργασμένα τρόφιμα αξίας περίπου 696,3 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχεί σε άνοδο 3,8% συγκριτικά με το προηγούμενο έτος. Μεταξύ των βασικών εμπορευμάτων συγκαταλέγονται τα κρέατα και τα κρεατικά, το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το τυρί, τα αρτοποιήματα, τα προϊόντα κακάο και τα ζαχαρώδη. Για ερωτήσεις απευθυνθείτε στον: Christoph Minhoff Γενικός Διευθυντής Tel. +49-30-200 786 135 Fax: +49-30-200 786 235
E-mail: cminhoff@bve-online.de Internet: www.bve-online.de Σύντομη παρουσίαση της BVE Η Ομοσπονδιακή Ένωση της Γερμανικής Βιομηχανίας Διατροφής (Bundesvereinigung der Deutschen Ernährungsindustrie - BVE) είναι ο κορυφαίος οικονομικοπολιτικός σύνδεσμος της βιομηχανίας διατροφής στη Γερμανία. Εκπροσωπεί τα συμφέροντα ολόκληρου του κλάδου σε πολιτικούς και διοικητικούς φορείς, στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στο κοινό και στους εταίρους της αγοράς. Αποστολή της BVE είναι να διασφαλίσει τις μελλοντικές προοπτικές κυρίως των μεσαίων επιχειρήσεων. Επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στην αγορά και τον ανταγωνισμό, την εξωτερική οικονομική πολιτική, την καταναλωτική πολιτική, την πολιτική σχετικά με το περιβάλλον και τις πρώτες ύλες καθώς και την ανταγωνιστικότητα. Η BVE εκπροσωπεί τα συμφέροντα της βιομηχανίας διατροφής ως χορηγός της Anuga και δραστηριοποιείται μέσω της συμμετοχής της στην έκθεση και στο πρόγραμμα παράλληλων εκδηλώσεων.