ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΘΕΣΗ 1 Εισαγωγή - Ιστορικό Στον επαρχιακό οδικό άξονα Τρίπολης Ολυμπίας, στο ύψος του Δήμου Λαγκαδίων, έχουν παρουσιασθεί κατά το παρελθόν αλλά και πρόσφατα (χειμώνας 2009) κατολισθητικά φαινόμενα υπό μορφή εδαφικών θραύσεων και καταπτώσεων (σχήμα 1). Συγκεκριμένα, τα κατολισθητικά φαινόμενα που παρατίθενται συνοπτικά ακολούθως εντοπίζονται: α) στο ΝΔ τμήμα του Δήμου Λαγκαδίων και συγκεκριμένα στο συνοικισμό του Αγίου Γεωργίου και β) στο συνοικισμό Αγίας Τριάδας που βρίσκεται στο ΒΔ άκρο του Δήμου. Και τα δύο έλαβαν χώρα ύστερα από καταρρακτώδεις βροχοπτώσεις κατά τις χειμερινές περιόδους των ετών 1980 και 1990 (γεωτεχνικές εκθέσεις ΙΓΜΕ). Αξίζει να σημειωθεί ότι διαχρονικά και ύστερα απο προφορική επικοινωνία με τη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσίων της Ν.Α. Αρκαδίας το γενικότερο φαινόμενο που παρατηρείται είναι ότι ολόκληρος ο οικισμός των Λαγκαδίων είναι ουσιαστικά επιδεκτικός σε κατολισθητική επικινδυνότητα. Σχήμα 1: Άποψη της ευρύτερης περιοχής του Δήμου Λαγκαδίων 2. Θέση - Μορφολογία Ο Δήμος Λαγκαδίων βρίσκεται επί του δρόμου Τρίπολης Ολυμπίας σε απόσταση 68km βορειοανατολικά της Τρίπολης. Ο οικοδομικός χώρος του Δήμου αναπτύσσεται στο νότιο πρανές του όρους Λαγκάδια που χαρακτηρίζεται από μέτριες έως ισχυρές κλίσεις (50 ο 70 ο ) και σε υψόμετρο που κυμαίνεται από 850 έως 1080m. Στη βάση του πρανούς αυτού διέρχεται το ρέμα Λαγκαδινό, στο οποίο καταλήγουν μια σειρά από χείμαρροι που διατρέχουν εγκάρσια τον οικοδομικό χώρο του Δήμου με διεύθυνση Β-Ν. 3. Γεωλογία της Περιοχής Η υπό εξέταση περιοχή βρίσκεται στο όριο επώθησης των ασβεστολίθων της γεωτεκτονικής ζώνης Ωλονού στο φλύσχη της Τρίπολης, το δε όριο εντοπίζεται στα βόρεια και ανατολικά αυτού. 1
Η ευρύτερη περιοχή που αναπτύσσεται ο οικοδομικός χώρος αποτελείται από ιζήματα του φλύσχη της γεωτεκτονικής ζώνης Τρίπολης, ενώ στο βόρειο άκρο του χώρου θεμελίωσης του Δήμου εμφανίζεται ο σχηματισμός του ασβεστολίθου. Πρέπει να σημειωθεί ότι στο όριο της επώθησης στο βόρειο τμήμα του Δήμου, εξ αιτίας του υψηλού βαθμού τεκτονισμού των ασβεστολίθων, έχουν συγκεντρωθεί κορήματα που καλύπτουν μικρή έκταση του οικοδομικού χώρου και χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό συνεκτικότητας. Όσον αφορά την υδρογεωλογική συμπεριφορά των παραπάνω σχηματισμών, οι ασβεστόλιθοι χαρακτηρίζονται από δευτερογενή περατότητα, τα κορήματα και ο μανδύας αποσάθρωσης του φλύσχη είναι ημιπερατοί έως περατοί σχηματισμοί, ενώ ο φλύσχης θεωρείται πρακτικά στεγανός σχηματισμός. Αποτέλεσμα της διαφορετικής υδρογεωλογικής συμπεριφοράς είναι η δημιουργία ασθενών φρεατίων οριζόντων στα κορήματα, που εκφορτίζονται με μικροπηγές στην επαφή με το στεγανό φλύσχη. Αξίζει, επίσης, να τονισθεί ότι ο υψηλός βαθμός τεκτονισμού των πετρωμάτων της περιοχής (φλύσχης, ασβεστόλιθος), είναι η αιτία δημιουργίας αποκολλήσεων των επιφανειακών στρωμάτων στην περιοχή. 4. Κατολισθητικά Φαινόμενα Α. Σύμφωνα με έκθεση γεωτεχνικής αναγνώρισης του ΙΓΜΕ (1980) για τον οικισμό του Αγίου Γεωργίου, οι ιδιαίτερα δυσμενείς καιρικές συνθήκες που επικράτησαν στην περιοχή κατά τη χειμερινή περίοδο του έτους 1980, θεωρήθηκαν ως η αφορμή για να εκδηλωθούν κατολισθητικά φαινόμενα και να σημειωθούν εδαφικές θραύσεις στα χαλαρά επιφανειακά υλικά του μανδύα αποσάθρωσης του φλύσχη (σχήμα 2). Η εκδήλωση των κατολισθήσεων άρχισε όταν οι έντονες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις του συγκεκριμένου χειμώνα (1980), σε συνδυασμό με τη διάβρωση του πόδα στο απότομο πρανές από το Λαγκαδινό ρέμα, δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες για τη λειτουργία του απαραίτητου μηχανισμού. Ο μηχανισμός λειτούργησε με την κατείσδυση των βρόχινων νερών μέχρι την επαφή του υδατοστεγανούς φλύσχη (υγιές υπόβαθρο) με τα υδροπερατά χαλαρά επιφανειακά υλικά. Έτσι, το απότομο μορφολογικό ανάγλυφο και η σύγχρονη διάβρωση του πρανούς από το ρέμα βοήθησαν στη γρήγορη εξέλιξη της τοξοειδούς κατολίσθησης που εκδηλώθηκε στο συνοικισμό Αγίου Γεωργίου (στη θέση «Καμίνι») με διαστάσεις 80m μήκος, 30m πλάτος και μέσο κατακόρυφο άλμα της τάξης του 1,5m. Η κατολίσθηση αυτή ήταν το έναυσμα για την εμφάνιση μιας σειράς εδαφικών θραύσεων. Σχήμα 2: Απόσπασμα από γεωτεχνικό σκαρίφημα στο συνοικισμό του Αγίου Γεωργίου του Δήμου Λαγκαδίων (κλίμακας 1:20000) 2
Β. Κατολισθητικά φαινόμενα έχουν παρατηρηθεί και στο συνοικισμό Αγίας Τριάδας που βρίσκεται στο ΒΔ άκρο και σε ικανή απόσταση από τον υπόλοιπο οικοδομικό χώρο του Δήμου (σχήμα 3). Στη θέση διαμορφώνεται χείμαρρος που χαρακτηρίζεται από πρανή με έντονες κλίσεις (40 ο 70 ο ), από τα πρανή του οποίου διέρχεται δρόμος με διεύθυνση Α-Δ που συμπίπτει με τη γραμμή επώθησης. Γεωλογικά, ανάντη του δρόμου συναντώνται οι ασβεστόλιθοι και κατάντη ο φλύσχης, ενώ μικρή έκταση καλύπτεται από κορήματα. Όπως προαναφέρθηκε, τα κατολισθητικά φαινόμενα εκδηλώθηκαν στις 17-12-1990 μετά από έντονες βροχοπτώσεις στα μέσα του Δεκεμβρίου με μορφή εδαφικής θραύσης στο πρανές δυτικά του χειμάρρου. Σχήμα 3: Απόσπασμα από γεωτεχνικό σκαρίφημα στο συνοικισμό Αγίας Τριάδας του Δήμου Λαγκαδίων (κλίμακας 1:20000) Ως αίτιο εκδήλωσης των παραπάνω φαινομένων θεωρήθηκε ο συνδυασμός των παρακάτω παραγόντων: Η διάβρωση του πόδα του πρανούς από το νερό του χειμάρρου που ήταν ιδιαίτερα έντονη κατά την περίοδο των βροχοπτώσεων, Οι ισχυρές κλίσεις του πρανούς, Η χαμηλή συνοχή των υλικών του αποσαθρωμένου φλύσχη και της φυτικής γης, Ο εμποτισμός των παραπάνω υλικών από τα νερά των υπερκείμενων ασβεστολίθων και κορημάτων των αποχετεύσεων, των αρδευτικών καλλιεργειών καθώς και από την κατείσδυση των βρόχινων νερών μέχρι την επαφή με τον υδατοστεγή φλύσχη. Τέλος, στον επαρχιακό οδικό άξονα Τρίπολης Ολυμπίας, εκτός από τα προαναφερθέντα κατολισθητικά φαινόμενα, έχουν παρατηρηθεί στο παρελθόν ανάλογα γεγονότα σε οικισμούς που κείτονται δυτικότερα (και σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων) του Δήμου Λαγκαδίων και συγκεκριμένα: α) στο συνοικισμό Μαυράδων της κοινότητας Σταυροδρομίου (ΙΓΜΕ, 1974) και β) στον οικισμό Τουθόα της κοινότητας Λευκοχωρίου (ΙΓΜΕ, 1996), ενώ ανατολικότερα του Δήμου Λαγκαδίων έχουν παρατηρηθεί φαινομένα αστοχίας στο δρόμο Μαγουλιανά Λάστα και στην κοινότητα Λάστα, ανάντη του επαρχιακού οδικού άξονα και σε περιοχή της κοινότητας Πυργακίου (νοτιοδυτικά του οικισμού της Βυτίνας) που βρίσκεται κατάντη του συγκεκριμένου οδικού άξονα. 3
ΘΕΣΗ 2 1. Εισαγωγή - Ιστορικό Η δεύτερη προτεινόμενη υποψήφια περιοχή βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του Νομού Αρκαδίας και ανήκει στο Δήμο Βόρειας Κυνουρίας. Η συγκεκριμένη περιοχή διασχίζεται από το επαρχιακό οδικό δίκτυο που διέρχεται από τους οικισμούς Μεσορράχη Καστρί Άγιος Πέτρος Άστρος. Η υφιστάμενη οδός χαρακτηρίζεται από πτωχά γεωμετρικά χαρακτηριστικά, διατομή περιορισμένου πλάτους και διέλευση μέσα από οικισμούς, ενώ κατά το παρελθόν έχουν λάβει χώρα σημαντικά κατολισθητικά φαινόμενα τόσο μέσα στους προαναφερθέντες οικισμούς όσο και επί του συγκεκριμένου οδικού άξονα. Το εν λόγω δίκτυο αποτελεί την κύρια οδό για την προσέγγιση των τουριστικών ορεινών χωριών Μεσορράχη Καστρί Άγιος Πέτρος, τα οποία βρίσκονται στις βόρειες υπώρειες του ορεινού όγκου του Πάρνωνα, αλλά αποτελεί και άξονα υπερτοπικής κυκλοφορίας προς τις παραλιακές περιοχές του Άστρους (οι οποίες χαρακτηρίζονται από σημαντική και αναπτυσσόμενη τουριστική δραστηριότητα). Το φυσικό περιβάλλον και η ύπαρξη ιερών μονών στην ευρύτερη περιοχή συντελούν στη μόνιμα αυξημένη κίνηση, η οποία κατά τους καλοκαιρινούς μήνες είναι ακόμα μεγαλύτερη. Κατά συνέπεια, η μελέτη της ευρύτερης περιοχής όσον αφορά την αντιμετώπιση της κατολισθητικής επικινδυνότητας είναι επιτακτική προς την κατεύθυνση της ασφάλειας και της οικονομικής ανάπτυξης της περιοχής. 2. Θέση - Μορφολογία Η υπό εξέταση περιοχή χαρακτηρίζεται από έντονο και κατακερματισμένο ανάγλυφο και περιλαμβάνει τον κεντρικό ορεινό όγκο του Πάρνωνα και τις απότομες απολήξεις του προς τη θάλασσα καθώς και τη ΒΔ περιοχή του Πάρνωνα, η οποία αποτελεί συνέχεια του οροπεδίου της Τρίπολης (σχήμα 4). 3. Γεωλογία της Περιοχής Η κεντρική και ανατολική Πελοπόννησος (μέσα στην οποία βρίσκεται η ευρύτερη υποψήφια προς εξέταση περιοχή), δομείται από γεωλογικούς σχηματισμούς που εντάσσονται στις ζώνες της Πίνδου και της Τρίπολης αλλά και στις ενότητες του μεταμορφωμένου υποβάθρου, και χαρακτηρίζεται από την τεκτονική των καλυμμάτων. Συγκεκριμένα, το τεκτονικό κάλυμμα της Πίνδου καλύπτει την υποκείμενη ενότητα της Τρίπολης, η οποία με τη σειρά της έχει επωθηθεί επάνω στη σχετικά αυτόχθονη ενότητα της Μάνης. Στην ευρύτερη περιοχή μελέτης εμφανίζεται ολόκληρη η στρωματογραφική ακολουθία της ανθρακικής σειράς της ζώνης Γαβρόβου Τρίπολης με το μεταμορφωμένο υπόβαθρό της, η επαφή του οποίου με την υπερκείμενη ανθρακική σειρά είναι κατά κανόνα τεκτονική και αναπτύσσεται κατά μήκος ενός μετώπου ΒΒΔ-ΝΝΑ διεύθυνσης από τους οικισμούς της Καστανίτσας στα νότια και του Αγίου Πέτρου στα κεντρικά για να καταλήξει στην περιοχή Κουβλί ΒΒΑ των Δολιανών. Οι σχηματισμοί του μεταμορφωμένου υποβάθρου και τα αδιαίρετα ανθρακικά ιζήματα ανωκρητιδικής έως ηωκαινικής ηλικίας της ζώνης της Τρίπολης διαμορφώνουν το αλπικό υπόβαθρο, ενώ οι σχηματισμοί του μανδύα αποσάθρωσης, τα ασβεστολιθικά και τα φυλλιτικά κορήματα αποτελούν τους νεότερους σχηματισμούς. Η ευρύτερη περιοχή μελέτης υπόκειται σε πολλές βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις και, λαμβάνοντας υπόψη το ορεινό και απότομο γεωμορφολογικό ανάγλυφο, προκύπτει ότι η πλημμυρική απορροή και η μεταφορική ικανότητα των ποταμών και των ρεμάτων της περιοχής είναι ιδιαίτερα ισχυρές με συνέπεια την επιδεκτικότητα σε κατολισθητικά φαινόμενα. 4
Σχήμα 4: Άποψη από την περιοχή που διασχίζει ο επαρχιακός οδικός άξονας Μεσορράχη Καστρί Άγιος Πέτρος 4. Κατολισθητικά Φαινόμενα Όπως προαναφέρθηκε, διαχρονικά έχουν λάβει χώρα σημαντικά φαινόμενα αστοχίας, τέτοια ώστε να κινδυνεύει όχι μόνο το υφιστάμενο οδικό δίκτυο αλλά ακόμα και οι ίδιοι οικισμοί που διασχίζονται από αυτό. Σχήμα 5: Απόσπασμα από τεχνικογεωλογικό χάρτη κλίμακας 1: 5000, της περιοχής των κατολισθητικών φαινομένων στο Καστρί Βόρειας Κυνουρίας 5
Συγκεκριμένα, με βάση έκθεση γεωτεχνικής αναγνώρισης για το Τοπικό Διαμέρισμα Καστρίου (ΙΓΜΕ 2004), το οποίο σε ευθεία απόσταση απέχει περίπου 20km νοτιοανατολικά από την Τρίπολη, μελετήθηκε κατολισθητικό φαινόμενο που έλαβε χώρα το Μάρτιο 2003, ύστερα από έντονες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις και προκάλεσε σημαντικές επιπτώσεις σε κατοικίες και ρωγμές στο οδικό δίκτυο της συγκεκριμένης περιοχής. Τα κατολισθητικά φαινόμενα με γεωγραφικές συντεταγμένες 37 ο 28 βόρειο πλάτος και 22 ο 32 ανατολικό μήκος, εμφανίστηκαν σε πρανή βορειοανατολικής διεύθυνσης με μέτριες μορφολογικές κλίσεις της τάξης των 22 ο και υψόμετρο περίπου 880m (σχήμα 5) και, γεωλογικά εξεταζόμενη, αποτελείται από τους σχηματισμούς του μεταμορφωμένου υποβάθρου της ζώνης Τρίπολης. Λόγω της παρουσίας φυσικών αναβαθμών στο πρανές που σημειώθηκαν οι αστοχίες, όσο και η φύση των επιφανειακών σχηματισμών, σε συνδυασμό με τις μορφολογικές κλίσεις και τους συνήθεις κλιματολογικούς παράγοντες (βροχοπτώσεις χιονοπτώσεις), υποδεικνύουν την εκδήλωση κατολισθητικών φαινομένων στο παρελθόν, τα οποία, με κυμαινόμενη ένταση, επαναδραστηριοποιούνται. Τέλος, αξίζει να επισημανθεί ότι ακόμα και ευρύτερα του υφιστάμενου επαρχιακού οδικού άξονα (ανατολικότερα αλλά και δυτικότερα αυτού), έχουν λάβει χώρα φαινόμενα αστοχίας που εντοπίζονται στους οικισμούς: Μεσορράχη (σχήμα 6), Βούρβουρα, Πλάτανος, Χάραδρος, Σίταινα, Καστανίτσα, κάτι που σημαίνει ότι μεγάλο τμήμα του Δήμου Βόρειας Κυνουρίας είναι επιδεκτικό σε εν δυνάμει κατολισθητικά φαινόμενα. Συνεπώς, η εξέταση υποψήφιων τμημάτων της προαναφερθείσας περιοχής για την πιθανή εγκατάσταση του συστήματος παρακολούθησης αστάθειας κλιτύων κρίνεται επιτακτική για την βιωσιμότητα και οικονομική ανάπτυξή της. Σχήμα 6: Άποψη της οδού πριν τη γέφυρα Ρέμα Αρχοντικού (διακρίνεται η είσοδος του οικισμού Μεσορράχη), στην οποία έχει συμβεί αστοχία του πρανούς 6