according accountant accounting activity additional adjust advantage advertise affect aggregate allocation approach approximately assignment association assume assumption attainable availebility average axis / axes barrier barter behavior beneficial beneficiary benefit borrow budget burden buyer σύμφωνα λογιστής λογιστική δραστηριότητα επιπρόσθετος, επιπλέον προσαρμόζω, προσαρμόζομαι πλεονέκτημα διαφημίζω επηρεάζω, ωφέλιμος συνολικό κατανομή, καταμερισμός πλησιάζω, προσεγγίζω, προσέγγιση περίπου, σχεδόν, κατά προσέγγιση εργασία σύνδεσμος, συνεργασία υποθέτω υπόθεση εφικτός διαθεσιμότητα μέσος όρος άξονας (στον πληθυντικό - axes) εμπόδιο ανταλλαγή συμπεριφορά ευεργετικός δικαιούχος προνόμιο, πλεονέκτημα δενείζομαι κονδύλι, προϋπολογισμός φορτίο, πίεση αγοραστής
calculate capacity cartel ceiling century chart / graph combination commerce competitive complement comprehensive consequences constant consume consumer consumption cost current curve cοmpetition data decade decision delegate demand depend designate determine diagram diminishing disadvantage υπολογίζω ικανότητα, χωρητικότητα κοινοπραξία οροφή αιώνας γραφική παράσταση συνδυασμός εμπόριο ανταγωνιστικός συμπλήρωμα, πληρότητα αναλυτικός, διεξοδικός συνέπειες σταθερό καταναλώνω καταναλωτής κατανάλωση κόστος, κοστίζω τωρινός, τρέχων καμπύλη ανταγωνισμός στοιχεία, δεδομένα δεκαετία απόφαση αναθέτω, εξουσιοδοτώ ζήτηση, ζητώ εξαρτώμαι διορίζω, αναδεικνύω αποφασίζω σχεδιάγραμμα μειώνομαι, ελαττώνομαι μειονέκτημα
discrimination disposable distribution divide division efficiency efficient elasticity employment enterprise entry equilibrium equipment equity evolution excessive exchange expansion expect expectation explicit explore external factor failure farmer finanacial finance fixed floor flow διάκριση αναλώσιμος, μίας χρήσης διανομή διαιρώ διαίρεση αποτελεσματικότητα αποτελεσματικός ελαστικότητα απασχόληση, εργασία επιχείρηση είσοδος ισορροπία εξοπλισμός αμεροληψία εξέλιξη πλεονάζων, παραπανήσιος, επιπλέον ανταλλαγή επέκταση (opposite of recession) περιμένω προσδοκία ξεκάθαρος εξερευνώ εξωτερικός παράγοντας αποτυχία αγρότης χρηματοοικονομικός χρηματοδοτώ, επιχορηγώ, οικον. τμήμα σταθερός, αμετάβλητος πάτωμα ροή, ρεύμα, κυλάω
fluctuation forecast foundation fraction friction frontier function gain government growth hierarchy homogenous household illiteracy imperfect implicit imply important improve improvement income induced industry inflation influence ingenuity input internal investment invisible irrational διακύμανση, αυξομείωση προβλέπω, πρόβλεψη θεμέλιο, υποδομή κλάσμα τριβή σύνορο, όριο χρήση, λειτουργία, λειτουργώ κερδίζω, κέρδος κυβέρνηση ανάπτυξη ιεραρχία ομογενής, identical νοικοκυριό, σπιτικό αναλφαβητισμός ελαττωματικός έμμεσος, υπονοούμενος υπονοώ σημαντικός βελτιώνω βελτίωση, καλυτέρευση εισόδημα προκαλώ, προξενώ βιομηχανία πληθωρισμός επιρροή εφευρετικότητα καταχώρηση, εισαγωγή εσωτερικός επένδυση αόρατος παράλογος χαρακτήρας (αντίθετο του rational)
judge labor / labour law long-run loss manufacturing marginal market measure merchant midpoint monetary monopoly nation national negative occupation oligopoly opportunity output ownership percentage perfect performance permanent population positive potential preference prevail price κρίνω, καταδικάζω, δικαστής εργασία νόμος μακροπρόθεσμα ζημιά βιομηχανία, παραγωγή οριακός, στα economics σημαίνει one more unit αγορά μετρώ έμπορος μέσο νομισματικός μονοπώλιο κράτος, έθνος εθνικός αρνητικό επάγγελμα, απασχόληση ολιγοπώλιο ευκαιρία παραγωγή ιδιοκτησία ποσοστό τέλειος απόδοση (σε άλλες περιπτώσεις σημαίνει παράσταση) μόνιμος, όχι προσωρινός πληθυσμός θετικός πιθανός, υποψήφιος προτίμηση επικρατώ, υπερισχύω τιμή
principle procedure production productivity property prosperity public quantity random ratio rational receive recession refer relation relationship reserve resource return revenue revolution right salary savings scarce scarcity seller shift shortage short-run significant αρχή διαδικασία παραγωγή παραγωγικότητα ιδιοκτησία, περιουσία ευημερία δημόσιο ποσότητα τυχαίος, απρόοπτος αναλογία λογικό λαμβάνω, παίρνω ύφεση, κάμψη αναφέρομαι συγγένεια, σχέση δεσμός κάνω κράτηση, εξασφαλίζω πόρος επιστροφή, απόδοση εισόδημα, έσοδο επανάσταση δικαίωμα, σωστό, δεξιό μισθός οικονομίες δυσεύρετος έλλειψη, ανεπάρκεια πωλητής μετακίνηση, μετατόπιση έλλειψη βραχυπρόθεσμα σημαντικός, αξιόλογος
skill slope society source specialize spend stability stagnation substitute success supplier supply surplus table tax temporary trade, trading trader transaction unemployment unexpected utility value variable versus vertical voluntary wage wealth wealthy welfare επιδεξιότητα κλίση, ανηφόρα κοινωνία πηγή, προέλευση ειδικεύομαι ξοδεύω σταθερότητα στασιμότητα υποκατάστατο επιτυχία προμηθευτής προμηθεύω πλεόνασμα πίνακας, τραπέζι φόρος προσωρινός εμπόριο έμπορος, χρηματιστής δοσοληψία, συναλλαγή ανεργία αναπάντεχος, απροσδόκητος χρησιμότητα, ωφέλεια αξία μεταβλητή έναντι, χρησιμοποιείται για σύγκριση κάθετος εθελοντικός απολαβές, μισθός πλούτος πλούσιος ευημερία, ευτυχία