LIFE Project Number LIFE ENV/GR/000671 ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΓΟΥ MINOS Ανάπτυξη διαδικασίας για την ολοκληρωµένη διαχείριση των αποβλήτων ελαιοτριβείων µε ανάκτηση φυσικών αντιοξειδωτικών και παραγωγή οργανικού λιπάσµατος Τοποθεσία Κρήτη ιάρκεια έργου 1/9/2001 1/3/2004 Προϋπολογισµός 1.239.213 Συνεισφορά LIFE 608.561 ικαιούχος Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο Αθηνών Υπεύθυνος Λέανδρος Σκαλτσούνης ιεύθυνση Πανεπιστηµιούπολη 15771 Ζωγράφου, Αθήνα Τηλέφωνο + 30 210 7274598 Φαξ +30 210 7274594 E-mail Skaltsounis@pharm.uoa.gr Website www.pharm.uoa.gr/minos
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τα υγρά απόβλητα των ελαιοτριβείων αποτελούν ένα σηµαντικό παράγοντα ρύπανσης και ένα δυσεπίλυτο πρόβληµα στο χώρο των γεωργικών βιοµηχανιών. Το κόστος της εγκατάστασης των µέχρι σήµερα προτεινόµενων συστηµάτων αποθαρρύνει τους ελαιοπαραγωγούς να αλλάξουν την υφιστάµενη πρακτική διαχείρισης που ακολουθούν, δηλαδή την απόρριψη σε παρακείµενους υδάτινους αποδέκτες (χείµαρρους, θάλασσα κλπ.). Ο κύριος λόγος για αυτό είναι ότι τα περισσότερα ελαιουργεία, τα οποία στην πλειοψηφία τους είναι επιχειρήσεις µικρής κλίµακας, δεν µπορούν να αντέξουν το κόστος εγκατάστασης συστηµάτων επεξεργασίας του κατσίγαρου µε αποτέλεσµα να επιµένουν στην διαχείριση των συγκεκριµένων αποβλήτων εφαρµόζοντας περιβαλλοντικά και νοµικά µη-αποδεκτές µεθόδους. Το κυριότερο αίτιο του προβλήµατος είναι το ιδιαίτερα υψηλό οργανικό φορτίο τους, το οποίο δεν βιοαποδοµείται εύκολα, ενώ από την άλλη οι υψηλές συγκεντρώσεις πολυφαινολικών ενώσεων οδηγούν στην εµφάνιση βιοτοξικών φαινοµένων και υποβάθµισης του φυσικού περιβάλλοντος. Σήµερα όµως ένας µεγάλος αριθµός µελετών έχει αποδείξει ότι ορισµένες από τις ουσίες αυτές είναι υπεύθυνες για την ιδιαίτερη διατροφική αξία του ελαιολάδου αφού εµφανίζουν αντιοξειδωτικές και αντιµικροβιακές ιδιότητες. Για τον λόγο αυτό οι ουσίες αυτές είναι δυνατόν να χρησιµοποιηθούν για την παραγωγή σκευασµάτων µε αξιόλογη κυκλοφορία και οικονοµικό ενδιαφέρον. Κύριος στόχος του έργου ήταν να αποδείξει ότι είναι δυνατή η αποµόνωση των πολυφαινολικών ενώσεων σε βιοµηχανική κλίµακα και οικονοµικά συµφέρουσα η ορθολογική διαχείριση των αποβλήτων των ελαιουργείων µε την οικονοµική εκµετάλλευση των ενώσεων αυτών. Το έργο πραγµατοποιήθηκε µεταξύ 10.2001 και 3.2004 στην Κρήτη και την Αθήνα µε την συµµετοχή του Εργαστηρίου Φαρµακογνωσίας του Πανεπιστηµίου Αθηνών που ήταν και ο συντονιστής του έργου, τη Σχολή Γεωργικής Τεχνολογίας των ΤΕΙ Κρήτης, το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, τον Τοµέα Κοινωνικής Ιατρικής του Πανεπιστηµίου Κρήτης και την Εταιρεία Περιβαλλοντικών Μελετών TERRA NOVA Ε.Π.Ε.. Το έργο συγχρηµατοδοτήθηκε από την Ε.Ε ενώ η εθνική συµµετοχή καλύφθηκε από τους συµµετέχοντες φορείς καθώς και την Περιφέρεια Κρήτης και τον ήµο Ρούβας. 2
Σχεδιάστηκε, εγκαταστάθηκε και λειτούργησε η πιλοτική µονάδα και πραγµατοποιήθηκε η παραγωγή εκχυλίσµατος πολυφαινολών από τα υγρά απόβλητα του συνεταιριστικού ελαιουργείου Ρούβας (τυροσόλη, υδροξυτυροσόλη κ.α.) καθώς και από τα στερεά απόβλητα (ολευρωπεϊνη). Η ιλύς που προέκυψε από το σύστηµα επεξεργασίας υγρών αποβλήτων αξιοποιήθηκε προς παραγωγή φυσικού οργανικού λιπάσµατος µέσω συνλιπασµατοποίησης µε στερεά απόβλητα (φύλλα ελιάς). Η µελέτη βιωσιµότητας που εκπονήθηκε στην τελική φάση του προγράµµατος έδειξε ότι η εφαρµογή της αναπτυχθείσας τεχνολογίας σε βιοµηχανική κλίµακα αποτελεί µια πολύ ενδιαφέρουσα οικονοµικά επένδυση µε σηµαντικές αναπτυξιακές προοπτικές ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ Ένα από τα ιδιαίτερα σηµαντικά προβλήµατα στον χώρο των γεωργικών βιοµηχανιών, µε σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις είναι η διαχείριση των υγρών αποβλήτων των ελαιοτριβείων. Στην Ε.Ε. παράγεται το 78% της παγκόσµιας παραγωγής ελαιολάδου µε κυριότερες παραγωγούς χώρες την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Για την επεξεργασία του ελαιοκάρπου στα ελαιοτριβεία καταναλώνονται περίπου 20 εκατοµµύρια τόννοι νερού ετησίως και παράγονται 30 εκατοµµύρια τόννοι υγρών αποβλήτων. Στην Ελλάδα παράγονται 230.000-280.000 τόννοι ελαιόλαδο σε ετήσια βάση, δηλαδή το 12,5-15% της παγκόσµιας παραγωγής. Στην Ελλάδα λειτουργούν 2.500-3.000 ελαιοτριβεία ποικίλης δυναµικότητας, τα οποία καλύπτουν τις ανάγκες για την παραγωγή λαδιού. Βέβαια πρέπει να σηµειωθεί ότι η πλειονότητα των ελληνικών ελαιοτριβείων είναι επιχειρήσεις µικρού µεγέθους. Οι ποσότητες υγρών αποβλήτων που παράγονται κατά την περίοδο λειτουργίας των ελαιοτριβείων είναι εξαιρετικά µεγάλες µε µέση ηµερήσια τιµή ανά ελαιοτριβείο τους 15-20 τόννους. Αρκεί να σηµειωθεί ότι για κάθε κιλό λαδιού παράγονται κατά µέσο όρο 5 κιλά υγρών αποβλήτων. Η πιο συνηθισµένη πρακτική που εφαρµόζεται σήµερα για την διαχείριση των υγρών αποβλήτων των ελαιοτριβείων είναι η διάθεση τους σε παρακείµενους επιφανειακούς υδάτινους αποδέκτες όπως χείµαρροι, ποτάµια, λίµνες και θάλασσα. Πιο συγκεκριµένα, το 58% των ελαιουργείων διαθέτουν τα απόβλητα τους σε χειµάρρους, τα οποία στην συνέχεια στις περισσότερες των περιπτώσεων καταλήγουν σε 3
µεγαλύτερους υδάτινους αποδέκτες. Το 11,5% διαθέτει τα παραγόµενα υγρά απόβλητα απευθείας στην θάλασσα ενώ το 19,5% σε εδαφικούς αποδέκτες. Η ανεξέλεγκτη διάθεση των υγρών αποβλήτων οδηγεί: σε εκδήλωση έντονων φυτοτοξικών φαινοµένων στην υφιστάµενη χλωρίδα στην ποιοτική υποβάθµιση: του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα των επιφανειακών υδάτων των ακτών και της θάλασσας. Επίσης θα πρέπει να αναφερθεί η όχληση που προκαλείται στους κατοίκους των ελαιοπαραγωγικών περιοχών τόσο από τις δυσάρεστες οσµές που αναδίδουν οι υπαίθριες ανοικτές δεξαµενές αποθήκευσης των υγρών αποβλήτων (δεξαµενές εξατµισοδιαπνοής) όσο και από την ύπαρξη µεγάλου αριθµού εντόµων που συγκεντρώνονται γύρω από αυτές. ΤΕΧΝΙΚΗ ΛΥΣΗ Η κύρια περιβαλλοντική επιβάρυνση που προκύπτει από την λειτουργία των ελαιουργείων κατά την διάρκεια της ελαιοπαραγωγικής περιόδου (Οκτώβριος έως Μάρτιος) σχετίζεται µε την διαχείριση (επεξεργασία, τελική διάθεση) του παραγόµενου κατσιγάρου. Ο κατσίγαρος παρουσιάζει ιδιαίτερα υψηλές συγκεντρώσεις οργανικού φορτίου, αιωρούµενων στερεών και ελαίων. Η ρυπαντική παράµετρος, η οποία κύρια ευθύνεται για τις σηµαντικότατες περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την τελική διάθεση του κατσίγαρου σε φυσικούς αποδέκτες είναι οι φαινόλες, οι οποίες στις ιδιαίτερα υψηλές συγκεντρώσεις που βρίσκονται στα συγκεκριµένα απόβλητα δρουν βιοτοξικά. O βιοτοξικός χαρακτήρας των φαινολών αποτελεί σηµαντικότατο ανασταλτικό παράγοντα των βιολογικών δράσεων που λαµβάνουν χώρα στις συµβατικές µεθόδους επεξεργασίας αποβλήτων. Αυτός είναι και ο κυριότερος λόγος για τον οποίο οι κλασικές µέθοδοι βιολογικής επεξεργασίας αποβλήτων δεν αποδίδουν στον επιθυµητό βαθµό όταν εφαρµόζονται για την επεξεργασία του κατσιγάρου. Από την άλλη τα τελευταία είκοσι χρόνια έχουν αναπτυχθεί και δοκιµαστεί διάφορες άλλες µέθοδοι επεξεργασίας, οι οποίες όµως είτε απαιτούν ιδιαίτερα υψηλό κόστος για την προµήθεια του αναγκαίου εξοπλισµού, κόστος το οποίο είναι δυσβάστακτο 4
για το οικονοµικό µέγεθος της πλειονότητας των ελαιουργείων του ελλαδικού χώρου, είτε απαιτούν υψηλό λειτουργικό κόστος και κόστος συντήρησης των συστηµάτων επεξεργασίας γεγονός το οποίο σε συνδυασµό µε την παραγωγή παραπροϊόντων χαµηλής ή µέσης εµπορικής αξίας καθιστά την λειτουργία των συστηµάτων αυτών ασύµφορη και µη βιώσιµη. Τα τελευταία χρόνια εξειδικευµένες επιστηµονικές µελέτες έχουν αποδείξει ότι οι πολυφαινόλες είναι ουσίες µε ενδιαφέρουσα βιολογική δράση (αντιοξειδωτική, αντιµικροβιακή κ.ά.) και είναι δυνατόν να χρησιµοποιηθούν σε πλήθος εφαρµογών στη φαρµακευτική βιοµηχανία, βιοµηχανία καλλυντικών και τροφίµων. Οι ουσίες αυτές έχουν σηµαντική εµπορική αξία γεγονός βάσει του οποίου εκτιµάται ότι θα εξασφαλίζεται η βιωσιµότητα µίας επένδυσης για την εφαρµογή της αναπτυχθείσας τεχνολογίας σε πλήρη (βιοµηχανική) κλίµακα. Κατά το διάστηµα µεταξύ του Οκτωβρίου του 2001 και του Μαρτίου του 2004 που διήρκησε η υλοποίηση του Προγράµµατος MINOS: Σχεδιάστηκαν και εξετάστηκαν διάφορα εναλλακτικά σενάρια διαχείρισης του κατσίγαρου, στόχος των οποίων ήταν αφενός η αποδοτική και ολοκληρωµένη επεξεργασία των εν λόγω αποβλήτων και αφετέρου η ανάκτηση των περιεχόµενων πολυφαινολών. Επιλέχθηκε βάσει τεχνικοοικονοµικών και περιβαλλοντικών κριτηρίων το βέλτιστο σενάριο διαχείρισης του κατσίγαρου Επί του επιλεχθέντος σεναρίου σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε σε πιλοτική κλίµακα µονάδα επεξεργασίας του κατσιγάρου. Η πιλοτική µονάδα λειτούργησε δοκιµαστικά κατά την διάρκεια δύο διαδοχικών ελαιουργικών περιόδων. Κατά το διάστηµα αυτό πραγµατοποιήθηκαν συνεχείς βελτιώσεις της ώστε να επιτευχθεί ο υψηλότερος δυνατός βαθµός απόδοσης της. Τα κύρια στάδια της αναπτυχθείσας τεχνολογίας είναι τα ακόλουθα: ιαδοχικά φιλτραρίσµατα του κατσίγαρου έσµευση των περιεχόµενων πολυφαινολών από εξειδικευµένη προσροφητική ρητίνη Επεξεργασία της εκροής της ρητίνης σε σύστηµα νανοδιήθησης/ αντίστροφης ώσµωσης Ανάκτηση των πολυφαινολών από την ρητίνη µε χρήση οργανικού διαλύτη 5
Παραλαβή του µίγµατος πολυφαινολών µέσω θερµικής ανάκτησης του οργανικού διαλύτη Χρωµατογραφικός διαχωρισµός των πολυφαινολών Συν-λιπασµατοποίηση της λάσπης που παράγεται κατά τα στάδια φιλτραρίσµατος του κατσιγάρου και των φύλλων ελιάς που απορρίπτονται σαν στερεά απόβλητα από τα ελαιουργεία. Τα βασικά στάδια της αναπτυχθείσας τεχνολογίας για την ανάκτηση των πολυφαινολών (φιλτράρισµα, δέσµευση σε ρητίνες, ανάκτηση διαλύτη) 6
Τεµαχισµός στερεών αποβλήτων Παραγωγή εδαφοβελτιωτικού είγµατα του αποβλήτου κατά τα διάφορα στάδια της επεξεργασίας ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η εφαρµογή της αναπτυχθείσας τεχνολογίας οδηγεί στην παραγωγή: Καθαρού νερού κατάλληλου για: Τελική διάθεση σε υδάτινο φυσικό αποδέκτη Υπεδάφια διάθεση Άρδευση Αξιοποίηση στην ίδια την µονάδα που θα εφαρµόζει την αναπτυχθείσα τεχνολογία για την κάλυψη των διαφόρων αναγκών της σε κατανάλωση νερού Πολυφαινολών (υδροξυτυροσόλη κλπ.) σε µορφή και καθαρότητα κατάλληλη για χρήση ως πρώτη ύλη σε διάφορες εφαρµογές: παραγωγή φαρµάκων παρασκευή καλλυντικών παραγωγή συµπληρωµάτων διατροφής κλπ. 7
Φυσικού εδαφοβελτιωτικού (compost). Η εφαρµογή της αναπτυχθείσας τεχνολογίας απαιτεί αφενός την προµήθεια και εγκατάσταση εξειδικευµένου εξοπλισµού και αφετέρου την απασχόληση προσωπικού µε εξειδικευµένο επιστηµονικό υπόβαθρο. Οι λόγοι αυτοί καθιστούν ασύµφορη την εγκατάσταση της συγκεκριµένης τεχνολογίας σε κάθε ένα από τα ελαιουργεία, τα οποία στην πλειονότητα τους είναι επιχειρήσεις µικρής κλίµακας. Βάσει των ανωτέρω και προκειµένου να είναι βιώσιµη η εφαρµογή της αναπτυχθείσας τεχνολογίας προτείνεται η εγκατάσταση κεντρικών µονάδων σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές, οι οποίες θα εξυπηρετούν τα ελαιουργεία που δραστηριοποιούνται στις περιοχές αυτές. Κατά αυτόν τον τρόπο τα υγρά απόβλητα των ελαιουργείων θα επεξεργάζονται συνολικά µε συνέπεια τόσο το πάγιο κόστος της εγκατάστασης όσο και το λειτουργικό να είναι σηµαντικά χαµηλότερο σε σχέση µε την περίπτωση που η εν λόγω τεχνολογία εφαρµόζονταν σε κάθε ένα από τα ελαιουργεία. Όσον αφορά τα οικονοµικά στοιχεία µίας τέτοιας κεντρικής µονάδας, σηµειώνεται ότι για δυναµικότητα επεξεργασίας 50 m 3 κατσιγάρου ανά ηµέρα, το κόστος του απαιτούµενου εξοπλισµού εκτιµάται στα 1.150.000 (το κόστος κατασκευής του κτιρίου δεν περιλαµβάνεται) ενώ το µηνιαίο λειτουργικό κόστος υπολογίζεται ότι θα ανέρχεται στα 54.000. Λαµβάνοντας υπόψη ότι η µέση περιεκτικότητα του κατσίγαρου σε πολυφαινόλες ανέρχεται στα 2-4 g/l και ότι η τιµή πώλησης του τελικού εκχυλίσµατος στην σχετική αγορά εκτιµάται ότι θα κυµαίνεται µεταξύ 0,4 1 /g, προκύπτει µε βάση τους µετριοπαθέστερους υπολογισµούς ότι είναι εφικτή η πλήρης απόσβεση του εξοπλισµού της µονάδας εντός των δύο πρώτων ετών λειτουργίας της. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η εφαρµογή της αναπτυχθείσας τεχνολογίας σε πλήρη κλίµακα αποτελεί µία ιδιαίτερα κερδοφόρα επένδυση, η οποία θα δώσει βιώσιµη λύση στο δυσεπίλυτο έως σήµερα πρόβληµα της διαχείρισης των ελαιουργικών αποβλήτων ενώ ταυτόχρονα θα αποτελέσει µία ιδιαίτερα σηµαντική αναπτυξιακή προοπτική, η οποία θα οδηγήσει: στην ανάπτυξη υψηλής τεχνολογίας 8
στην δηµιουργία νέων θέσεων εργασίας στην στήριξη της απασχόλησης στην περιφέρεια στην ανάπτυξη σηµαντικών εµπορικών σχέσεων µε εταιρείες άλλων χωρών. 9