ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΣΑΦΗΝΙΣΕΙΣ

Σχετικά έγγραφα
Τα Αίτια και οι Επιπτώσεις της Διεθνούς Μετανάστευσης. Πραγματικοί Μισθοί, Παγκόσμια Παραγωγή, Ωφελημένοι και Ζημιωμένοι

Τα Αίτια και οι Επιπτώσεις της Διεθνούς Μετανάστευσης. Πραγματικοί Μισθοί, Παγκόσμια Παραγωγή, Ωφελημένοι και Ζημιωμένοι

Η Θεωρία των Διεθνών Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Θέματα Συνάντησης. Υποστηρικτικό Υλικό Συνάντησης 1

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Ευρωπαϊκή Οικονομία. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολή Οικονομικών & Πολιτικών Επιστημών Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Δημόσιας Διοίκησης.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

PROJECT Β 1 ΓΕΛ. Θέμα: Μετανάστευση Καθηγήτρια: Στέλλα Τσιακμάκη

Έρευνα Περιφερειακής Κατανοµής της Ετήσιας Τουριστικής απάνης

Αγροτική Κοινωνιολογία

Μετανάστευση. Ορισμός Είδη Ιστορική αναδρομή

Οικονομική κρίση και μετανάστευση κοινωνικο-οικονομικοί παράμετροι και τρόποι διαχείρισης. Γρηγόρης Νεοκλέους Πανεπιστήμιο Λευκωσίας

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23

Εξειδικευμένοι Συντελεστές Παραγωγής και Διανομή του Εισοδήματος. Το Υπόδειγμα των Jones και Samuelson

2 ο φροντιστήριο στη Γενική Οικονομική Ιστορία. Άννα Κομποθέκρα, 2013.

Στάσεις και αντιλήψεις της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στους μετανάστες

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΣΙΜΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ. Εισαγωγή

Παγκόσμια οικονομία. Διεθνές περιβάλλον 1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ;

ΑΝΕΡΓΙΑ ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Οικονομική Κοινωνιολογία

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ: ΕΤΟΣ 2018

Η ZENTIVA ΜΕ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ. Στόχος μας είναι να γίνουμε ο πολύτιμος εταίρος σας στα γενόσημα φάρμακα

Πειραιάς, 31 Ιουλίου 2018 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΦΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΣΕΙΣ ΣΤΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΣΥΝΤΟΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ: ΕΤΟΣ 2017

ΠΡΕΣΒΕΙΑ THΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Γραφείο Ο.Ε.Υ. Μαδρίτη Εξωτερικό εμπόριο Ισπανίας για το Γενικά χαρακτηριστικά

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Επαγγελματικές Προοπτικές. Επιστημόνων Κοινωνικής Πολιτικής στην Εκπαίδευση. Πρόεδρος Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Οικονομική Ανάπτυξη. Ενότητα # 1: Εισαγωγή Διδάσκων: Πάνος Τσακλόγλου Τμήμα: Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ

Η ΚΡΙΣΗ ΞΕΠΕΡΑΣΤΗΚΕ ΚΑΘΩΣ ΛΕΝΕ;

GROUNDSWELL: PREPARING FOR INTERNAL CLIMATE MIGRATION

Ανδρέας Ν. Λύτρας Το Φαινόμενο της Φτώχειας. Όψεις και Διαστάσεις

ΝΕΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ

«Από την έρευνα στη διδασκαλία» Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέροιας Σάββατο 16 Απριλίου 2016

Η άσκηση αναπαράγεται ταυτόχρονα στον πίνακα ανάλογα με όσο έχουν γράψει και αναφέρουν οι φοιτητές.

Φορντισμός και Γεωγραφία

Η Ευρώπη και το Ισλάμ: Οκτώ Μύθοι

ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Κ.Ε.) ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΥΨΗΛΗΣ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ (Ν. 4071/2012)

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

Σπανιότητα ή στενότητα των πόρων

Η Περιφερειακή Επιστήμη.

Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη.

Νότια Ευρώπη. Οικονομική Κρίση: Αγροτικές/αστικές ανισότητες, περιφερειακή σύγκλιση, φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός. Ελληνικά

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

sep4u.gr Δείκτες εκροών στην εκπαίδευση

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ. Γ. ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

Σκούρτου, Ε. (2011). Η Διγλωσσία στο Σχολείο. Αθήνα: Gutenberg. Γλώσσες και Διγλωσσία στον Κόσμο. Κεφάλαιο Πρώτο

Νέες μορφές απασχόλησης. Συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η «μικρή» επιχειρηματικότητα σε περίοδο κρίσης

Ευρωπαϊκή Οικονομία. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολή Οικονομικών & Πολιτικών Επιστημών Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Δημόσιας Διοίκησης.

Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Το Πρότυπο Υπόδειγμα του Διεθνούς Εμπορίου 5-1

Τριµηνιαία ενηµέρωση για την απασχόληση και την οικονοµία Βασικά µεγέθη & συγκριτικοί δείκτες

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Μελη: Μπετυ Υφαντη Μαρουσα Μακρακη Γεωργια Οικονομου Ευα Μιχαλη. Ομαδα: Αγωνιστριες κατα της βιας

ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ. Παρουσίαση του προβλήματος της λαθρομετανάστευσης στην Κύπρο:

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας

αντιπροσωπεύουν περίπου το τέσσερα τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού διαμορφώνονται νέες συνθήκες και δεδομένα που απαιτούν νέους τρόπους

ΠΡΕΣΒΕΙΑ THΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Γραφείο Ο.Ε.Υ. Μαδρίτη, 14 Μαρτίου 2017

ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Τίτλος: The nation, Europe and the world: Textbooks and Curricula in Transition

Ευρωπαϊκή Οικονομία. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολή Οικονομικών & Πολιτικών Επιστημών Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Δημόσιας Διοίκησης.

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 5/11/2017 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ. Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων :

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

1. Γυναίκα & Απασχόληση

Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ

Κεφάλαιο 5 Πόροι και διεθνές εμπόριο: Το υπόδειγμα Heckscher- Ohlin

Στατιστικά απασχόλησης στην ΕΕ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ CBC04. ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΕΣ ΡΟΕΣ

ΟΜΑΔΑ Α. Α.1.1. Να σημειώσετε αν οι παρακάτω προτάσεις είναι σωστές ή λανθασμένες: Α.1.2. Να αποδοθεί το περιεχόμενο των παρακάτω όρων με συντομία:

Επιδράσεις ΑΞΕ & Μέτρα Προσέλκυσης. Χρυσοβαλάντου Μήλλιου Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

του ΑΔΑΜΙΔΗ ΙΩΑΝΝΗ,ΑΡ.ΜΗΤΡΩΟΥ :AUD115 Επιβλέπων Καθηγητής: Λαζαρίδης Ιωάννης Θεσσαλονίκη, 2016

Περιφερειακή Ανάπτυξη

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Θέμα: Η εξάπλωση του σχολείου - Η γένεση του κοινωνικού ανθρώπου.

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

% Μεταβολή 08/ ,13% 9,67% ,21% 6,08% ,31% 3,39% ,88% 7,45%

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΦΡΑΓΚΟΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ

356 Γεωγραφίας Χαροκοπείου (Αθήνα)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Περιεχόμενα. Αστικά και περιφερειακά οικονομικά υποδείγματα και μέθοδοι... 37

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας & Ανθρώπινου Δυναμικού (Ε.Ι.Ε.Α.Δ Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας

Σύντοµα σηµειώµατα για θέµατα εξαγωγικού ενδιαφέροντος. Η πορεία των εξαγωγών κατά το έτος 2007 Πρωταγωνιστές τα δώδεκα νέα κράτη-µέλη

Transcript:

1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΣΑΦΗΝΙΣΕΙΣ Οι βασικοί όροι οι οποίοι απαιτούν αποσαφήνιση και ακριβή προσδιορισμό, λόγω του κομβικού τους χαρακτήρα για την ανάπτυξη της εργασίας, είναι αυτοί του μετανάστη και της μετανάστευσης. Το αντικείμενο, εξάλλου, της εργασίας είναι οι μετανάστες στην Ελλάδα, δηλαδή οι οικονομικοί μετανάστες που βρίσκονται είτε παράνομα είτε νόμιμα στη χώρα μας και οι οποίοι διακρίνονται ως κατηγορία από τους πρόσφυγες και τους πολιτικούς μετανάστες. Οικονομικοί μετανάστες είναι τα άτομα που εγκαταλείπουν τη χώρα τους οικειοθελώς με σκοπό να εγκατασταθούν σε άλλη χώρα για προσωπικούς, οικογενειακούς ή οικονομικούς λόγους. 1 Πρόσφυγες σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφο 2(Α) της Σύμβασης της Γενεύης, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του Πρωτοκόλλου της Ν. Υόρκης, είναι οι αλλοδαποί που βρίσκονται εκτός της χώρας υπηκοότητάς τους λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης εξαιτίας της φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξης ή πολιτικών πεποιθήσεών τους, και οι οποίοι για το λόγο αυτό αδυνατούν ή δεν επιθυμούν να επιστρέψουν στη χώρα προέλευσής τους. 2 Το ίδιο ισχύει για όσους βρίσκονται για τέτοιους λόγους εκτός της χώρας μόνιμης διαμονής τους. Την προσφυγική ιδιότητα επίσης δικαιούται να ζητήσει ο πολίτης (ή ο ανιθαγενής) τρίτης χώρας, η οποία υπάγεται στο καθεστώς αυτό λόγω μεταγενέστερων της αναχώρησής του από τη χώρα προέλευσης γεγονότων που έλαβαν εκεί χώρα. 3 Οι δύο αυτές κατηγορίες αλλοδαπών υπάγονται σε διαφορετικό νομικό καθεστώς. Στην ελληνική περίπτωση οι οικονομικοί μετανάστες υπάγονται σε διατάξεις έκδοσης άδειας παραμονής και εργασίας ενώ οι πρόσφυγες σε διατάξεις αίτησης παροχής ασύλου. 4 Η διαφορά οικονομικών μεταναστών και προσφύγων έγκειται στο 1 Βασίλης. Χ.Καρύδης, Η εγκληματικότητα των μεταναστών στην Ελλάδα, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα, 1996,σελ. 16. 2 Στο ίδιο, σελ. 23. 3 Στο ίδιο, σελ. 23 4 Αξίζει να αναφερθεί πως τα κράτη χρησιμοποιούν διαφορετικά κριτήρια αναγνώρισης της προσφυγικής ιδιότητας, τα οποία ενδεχομένως συνδέονται με παράγοντες όπως η εξωτερική πολιτική. Επιπρόσθετα, η κατηγορία των οικονομικών μεταναστών υπερέχει αριθμητικά των αιτούντων ασύλου και των όσων έχει αναγνωρισθεί η προσφυγική ιδιότητα. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΑΕΔ και του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΔΟΜ) για το πρώτο εξάμηνο του 2000 συνολικά 143.464 αιτήσεις αλλοδαπών για χορήγηση πράσινης κάρτας είχαν εγκριθεί, ενώ για το έτος 2000 οι χορηγήσεις ασύλου για την Ελλάδα έφτασαν τις 132.

2 χαρακτηριστικό της εθελούσιας εγκατάλειψης της χώρας προέλευσης από τον αλλοδαπό. Ωστόσο στην πράξη αυτή η διάκριση δεν είναι πάντα ευδιάκριτη. Ένας οικονομικός μετανάστης θα μπορούσε να θεωρηθεί πρόσφυγας εάν η οικονομική του δυσπραγία προερχόταν από πολιτικές, φυλετικές, θρησκευτικές διακρίσεις εις βάρος της ομάδας στην οποία ανήκει ή εάν η οικονομική κατάσταση της χώρας προέλευσης δεν καθιστούσε δυνατή την επιβίωση του οικονομικού μετανάστη ώστε η εγκατάλειψή της αποκτούσε αναγκαστικό χαρακτήρα. Αντιστρόφως, οικονομικοί πρόσφυγες θα μπορούσαν να θεωρηθούν αυτοί που επικαλούνται «πολιτικούς λόγους για να παρακάμψουν τα εμπόδια εισόδου τους στις επιθυμητές αγορές εργασίας. Επίσης, τα άτομα που οι ίδιες οι χώρες υποδομής παρουσιάζουν ως πολιτικούς πρόσφυγες για λόγους σκοπιμότητας, ενώ συχνά πρόκειται για οικονομική μετανάστευση». 5 Χωρίς να παραγνωρίζουμε αυτές τις ασάφειες και τα δυσδιάκριτα όρια, και κυρίως εξαιτίας μεθοδολογικών σκοπών, θα χρησιμοποιήσουμε τον όρο οικονομικός μετανάστης όπως τον έχουμε ήδη προσδιορίσει προκειμένου να εξετάσουμε τους αλλοδαπούς που διαμένουν στη χώρα μας, είτε αυτοί είναι παράνομοι ή έχουν εισέλθει παράνομα ή ακόμη έχουν εκπέσει σε κατάσταση μη νόμιμης παρουσίας λόγω παύσης ισχύος της άδειας παραμονής και αδυναμίας ανανέωσής της, είτε αυτοί διαμένουν νομίμως. Ο άλλος βασικός όρος είναι αυτός της μετανάστευσης. Ο χώρος προέλευσης του όρου (κοινωνική δημογραφία, γεωγραφία) καθορίζει εν πολλοίς και το περιεχόμενό του. Η μετανάστευση σε ένα γενικό πλαίσιο μπορεί να ορισθεί ως η μετακίνηση ανθρώπων από τη χώρα προέλευσης σε άλλη χώρα. Ένας άλλος ορισμός περισσότερο εξειδικευμένος είναι ο ακόλουθος: με τον όρο σύγχρονη μετανάστευση αναφερόμαστε σε κείνη τη μεταβολή του τόπου εγκατάστασης ενός ατόμου ή ενός κοινωνικού συνόλου που παρατηρείται στα πλαίσια της σύγχρονης βιομηχανικής εποχής. 6 Οι δύο προηγούμενες οριοθετήσεις (ανεξάρτητα από το ιστορικό πλαίσιο του ορισμού του Τσαούση) χαρακτηρίζονται από ανιστορικό προσανατολισμό. «Όμως για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τη συμμετοχή της μετανάστευσης στην αναπαραγωγή της λειτουργίας των δεδομένων κοινωνικών σχέσεων αλλά και στη μεταβολή αυτών των σχέσεων, πρέπει να υπερβούμε τον ορισμό της διεθνούς μετανάστευσης ως μετακίνησης ή ως εισόδου και εγκατάστασης και να την ορίσουμε με ένα τρόπο ο 5 Βασίλης. Χ. Καρύδης, Η εγκληματικότητα των μεταναστών στην Ελλάδα, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1996,σελ. 16. 6 Τσαούσης, Δ. Γ., Κοινωνική Δημογραφία, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1986, σελ. 119.

3 οποίος θα αναδεικνύει τα κοινωνικά και ιστορικά στοιχεία του φαινομένου». 7 Τέτοιος τρόπος είναι αυτός που θα την ορίζει ως μία ιστορική και μεταβαλλόμενη σχέση και διαδικασία. Μια τέτοια προσέγγιση επιτρέπει μια γενεαλογική ανάδειξη του ιστορικού χαρακτήρα της μετανάστευσης, το γιατί και μέσα από ποια στοιχεία έφτασε να σημαίνει αυτό που είναι σήμερα. Επιπρόσθετα, μια τέτοια προσέγγιση παρέχει τον τρόπο μέσα από τον οποίο η μετανάστευση συνδέεται με τις κοινωνικές σχέσεις της χώρας υποδοχής και συμμετέχει στην αναπαραγωγή αυτών των σχέσεων. (Δηλαδή η μετανάστευση αναπαράγεται μέσα από τις υφιστάμενες κοινωνικές σχέσεις της χώρας υποδοχής και αναπροσαρμόζεται στα υφιστάμενα κοινωνικά δεδομένα ενώ και η κοινωνική ταυτότητα των μεταναστών αναδομείται τόσο από τις στάσεις και συμπεριφορές των ίδιων όσο και από την εικόνα που κατασκευάζει για αυτούς ο ημεδαπός πληθυσμός ή τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας ή και ακόμα οι κρατικές πρακτικές μεταναστευτικής πολιτικής.) Κοντολογίς, η σύλληψη της μετανάστευσης ως κοινωνικής σχέσης και ιστορικής διαδικασίας διαπλάθει μια πολυσήμαντη σχέση ανάμεσα στο σημαίνον μετανάστευση και στα ποικίλα σημαινόμενα των κοινωνικών σχέσεων δημιουργώντας τον κίνδυνο μιας εννοιολογικής ασάφειας η οποία όμως καθιστά εναργέστερο στην σύλληψή του τον κατακερματισμένο (εκ των πραγμάτων, από την οντολογική του υπόσταση) κοινωνικό κόσμο. 7 Ηλέκτρα Β. Πετράκου, (2001). «Η κατασκευή της μετανάστευσης στην ελληνική κοινωνία». Στο:Μαρβάκης, Παρσάνογλου, Παύλου. (Επιμ.). Μετανάστες στην Ελλάδα. Εκδόσεις Θεμέλιο. Αθήνα, 31-56.

4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ Το ζήτημα της μετανάστευσης, εξαιτίας του πολυσήμαντου χαρακτήρα του, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως διεπιστημονικoύ ενδιαφέροντος, αφού έχει γίνει αντικείμενο εξέτασης από διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους. Σε αυτό το κεφάλαιο θα επιχειρήσουμε μια συνοπτική περιγραφή των βασικών θεωρητικών σχολών που ασχολούνται με το ζήτημα της μετανάστευσης και ειδικότερα θα βασιστούμε σε μια τριμερή κατηγοριοποίησή τους. Αυτή η τριμερής διάκριση δεν στοχεύει στην εξαντλητική παρουσίαση των θεωριών για την μετανάστευση, αλλά διεκδικεί περισσότερο μια εργαλειακή σκοπιμότητα. Εξάλλου υπάρχουν διαφορετικές θεωρητικές ταξινομήσεις οι οποίες βασίζονται στη λογική άλλων κριτηρίων. 8 α/ Νεοκλασική Προσέγγιση Οι πηγές πάνω στις οποίες βασίζεται αυτή η προσέγγιση είναι η κλασική οικονομική θεωρία και οι απόψεις του γεωγράφου Ravenstein. Ο Ravanstein, γεωγράφος του 19 ου αιώνα, με δύο εργασίες για την μετανάστευση με τον ίδιο τίτλο «The Laws of Migration» επιχείρησε να προσδιορίσει τους μηχανισμούς της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης ως γενικούς κανόνες, χωρίς κάποια συγκεκριμένη ιστορική αναφορά. (βλ. Λ. Μουσούρου, St.Castles & M.J.Miller). Η άλλη πηγή είναι η κλασική οικονομική θεωρία. Σύμφωνα με αυτήν, ο άνθρωπος είναι ένα έλλογο ον του οποίου η δράση στοχεύει στην αποφυγή ζημιών και στην επίτευξη 8 Η τριμερής διάκριση που αναφέραμε ενυπάρχει στο βιβλίο The Age of Migration των Stephen Castles & Mark J Miller, όπου οι θεωρήσεις για την μετανάστευση διακρίνονται στην νεοκλασική, στην ιστορική δομική προσέγγιση και τη θεωρία των μεταναστευτικών συστημάτων. Η Λ. Μουσούρου στο βιβλίο Μετανάστευση & Μεταναστευτική Πολιτική στην Ελλάδα και την Ευρώπη χρησιμοποιεί μια διαφορετική διάκριση των θεωρητικών προσεγγίσεων για την μετανάστευση, την οικονομική προσέγγιση που περιλαμβάνει την μαρξιστική και την νεοκλασική, την κοινωνιολογική προσέγγιση που περιέχει τόσο τις μακροκοινωνιολογικές όσο και τις μικροκοινωνικές προσεγγίσεις της μετανάστευσης. Εν πολλοίς, αυτές οι θεωρητικές σχηματοποιήσεις και κατηγοριοποιήσεις παρουσιάζονται ως ένα βαθμό ατελείς εξαιτίας τόσο της μεγάλης διαφοροποίησης και του μεγάλου αριθμού θεωριών που καλούνται να συμπεριλάβουν όσο και των διαφορετικών κριτηρίων με βάση τα οποία κατασκευάζονται αυτές οι κατηγοριοποιήσεις και σχηματοποιήσεις. Συνεπώς η επιλογή της κατηγοριοποίησης των St.Castles & M.J.Miller στην παρούσα εργασία δεν αποτελεί, σε καμία περίπτωση, επιβεβαίωση της ορθότητάς της έναντι άλλων κατηγοριοποιήσεων.

5 της οικονομικής του ευημερίας μέσα από την απρόσκοπτη λειτουργία της αγοράς και από το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Αυτό το οικονομικό μοντέλο μεταφράζει την μετανάστευση ως μία ατομική επιλογή μετακίνησης που βασίζεται στην ορθολογική σύγκριση του οφέλους και της ζημίας από την παραμονή στη χώρα προέλευσης ή από την μετακίνηση σε εναλλακτικούς προορισμούς. Μέσα από το νόμο της προσφοράς και ζήτησης οι άνθρωποι επιτυγχάνουν καλύτερες συνθήκες ευημερίας μετακινούμενοι σε περιοχές με μεγάλη ζήτηση εργασίας. Μια τέτοια προσέγγιση είναι ανιστορική και αχρονική. Επιπρόσθετα, βασίζεται σε κάποιες παραδοχές που εκλαμβάνονται ως δεδομένες. Δηλαδή, «οι νεοκλασικοί πιστεύουν πως η επιθυμία για βελτίωση της οικονομικής τους κατάστασης είναι έμφυτη στους περισσότερους ανθρώπους και πως αυτή, σε συνδυασμό με το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, εξηγεί την γεωγραφική κινητικότητα.» 9 Βασικά σημεία κριτικής της θεώρησης αυτής είναι τα ακόλουθα: 1/ Η νεοκλασική προσέγγιση η οποία εκλαμβάνει την μετανάστευση ως ατομική πράξη ελεύθερης επιλογής με σκοπό την ευημερία, έχει θεωρηθεί πως παρέχει μικρή ερμηνευτική αξία από τη στιγμή που απέχει πολύ από την συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα. Αντιθέτως, οι ασκούντες κριτική στην προσέγγιση αυτή θεωρούν ότι η μετανάστευση συνιστά συλλογικό φαινόμενο το οποίο θα πρέπει να εκληφθεί ως υποσύστημα σε ευρύτερες σφαίρες, όπως αυτές της πολιτικής και της οικονομίας. 2/ Είναι απλουστευτική και δεν παρέχει ικανοποιητική εξήγηση για πραγματικές μετακινήσεις. Για παράδειγμα «εμπειρικές μελέτες δείχνουν ότι σπάνια οι φτωχότεροι από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες είναι αυτοί που μεταναστεύουν προς τις πλουσιότερες χώρες, πιο συχνά οι μετανάστες είναι άτομα μέσης κοινωνικής θέσης από περιοχές που μετέρχονται οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών.» 10 3/ Οι θεωρίες αυτής της προσέγγισης αδυνατούν να εξηγήσουν γιατί συγκεκριμένες ομάδες μεταναστών επιλέγουν να μετακινηθούν σε μια συγκεκριμένη χώρα και «για παράδειγμα γιατί οι περισσότεροι Αλγερινοί μετανάστευσαν στη Γαλλία και όχι στη Γερμανία, ενώ το αντίθετο συμβαίνει με τους Τούρκους.» 11 4/ Παραγνωρίζει το ρόλο του κράτους στην ενδυνάμωση, ενίσχυση ή παρεμπόδιση των μεταναστευτικών κυμάτων. Ιστορικά στοιχεία έχουν αποδείξει κατά 9 Λ. Μουσούρου, Μετανάστευση & Μεταναστευτική πολιτική στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1991, σελ.69. 10 Stephen Castles & Mark J. Miller, The Age of Migration, Palgrave, Second Edition, 1998. σελ.21.

6 καιρούς το σημαντικό ρόλο του κράτους στο πρώτο στάδιο προσέλκυσης μεταναστευτικών ομάδων ή ακόμη και ελέγχου αυτών των ομάδων. 5/ Το μοντέλο μετανάστευσης ως μετακίνησης ανθρώπων με βάση την προσφορά και τη ζήτηση εργασίας δεν είναι πάντα παραδεκτό γιατί παραγνωρίζει «το γεγονός ότι ο εργαζόμενος πληθυσμός πιθανόν να μην γνωρίζει τις δυνατότητες της αγοράς εργασίας και πάντως δεν ελέγχει τις διαδικασίες της άρα τα περιθώρια των επιλογών του (δηλαδή της ελευθερίας του) είναι περιορισμένα.» 12 Οι θεωρίες που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο της νεοκλασικής προσέγγισης είναι γνωστές ως θεωρίες έλξης απώθησης (push pull theories). Προσπαθούν να συλλάβουν τις αιτίες του μεταναστευτικού φαινομένου μέσα από ένα συνδυασμό παραγόντων έλξης, παραγόντων που οδηγούν τους μετανάστες προς συγκεκριμένες χώρες και παραγόντων απώθησης, παραγόντων δηλαδή που ωθούν τους μετανάστες να εγκαταλείψουν τις χώρες προέλευσής τους. Ως παράγοντες απώθησης θεωρούνται η δημογραφική ανάπτυξη, το χαμηλό επίπεδο διαβίωσης, η έλλειψη ευκαιριών οικονομικής ευημερίας, η πολιτική καταπίεση, ενώ ως παράγοντες έλξης μπορούν να θεωρηθούν οι οικονομικές ευκαιρίες, η ζήτηση εργατικού δυναμικού και οι συνθήκες πολιτικής ελευθερίας. β/ Ιστορική Δομική Προσέγγιση (Historical Structural Approach) Η προσέγγιση αυτή διαμορφώθηκε στη δεκαετία του 70 ως μία εναλλακτική προσπάθεια εξήγησης της διεθνούς μετανάστευσης. Αυτή «έχει τις θεωρητικές ρίζες της στην μαρξιστική πολιτική οικονομία και βασίζεται στον άνισο τρόπο κατανομής της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας στην παγκόσμια οικονομία.» 13 Δεν κατανοεί το φαινόμενο της μετανάστευσης ως ατομική πράξη και επιλογή (νεοκλασική προσέγγιση) αλλά ως αποτέλεσμα της στρατολόγησης της εργασίας από το κεφάλαιο, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες του, είτε πρόκειται για βιομηχανίες είτε αγροτικές επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις υπηρεσιών. Η κριτική που ασκήθηκε σε αυτή την προσέγγιση εστιάζεται σε ένα κυρίως σημείο. Το σημείο αυτό είναι η επικράτηση της μονοσήμαντης λογικής του κεφαλαίου η οποία αδυνατεί να εξηγήσει το μεταναστευτικό φαινόμενο σε όλο το εύρος του. Αυτή η αδυναμία διαφαίνεται σε απόπειρες απόκρισης σε ερωτήματα όπως «εάν η λογική του 11 Στο ίδιο, σελ. 22. 12 Λ. Μουσούρου, Μετανάστευση & Μεταναστευτική πολιτική στην Ελλάδα και την Ευρώπη, Gutenberg, Αθήνα, 1991, σελ.69.

7 κεφαλαίου και τα συμφέροντα των δυτικών κρατών ήταν τόσο κυρίαρχα, πώς θα μπορούσε να εξηγηθεί η συχνή αποτυχία μεταναστευτικών πολιτικών τέτοιων όπως η απροσδόκητη αλλαγή της εργασιακής μετανάστευσης σε μόνιμη παραμονή σε συγκεκριμένες χώρες;» 14 Επιπλέον, η επικέντρωση του ενδιαφέροντος στα συμφέροντα του κεφαλαίου ως το μοναδικό προσδιοριστικό παράγοντα της μετανάστευσης, αγνόησε τη σημασία και την εξηγητική ισχύ παραγόντων όπως τα κίνητρα των ατόμων και των ομάδων που εμπλέκονται στις μεταναστευτικές κινήσεις. γ/ Θεωρία Συστημάτων Μετανάστευσης (Migration Systems Theory) Οι θεωρίες των μεταναστευτικών συστημάτων επικεντρώνονται στις διεθνείς σχέσεις, στην πολιτική οικονομία, στη συλλογική δράση και σε δομικούς παράγοντες. «Ένα μεταναστευτικό σύστημα συγκροτείται από δύο ή περισσότερες χώρες που ανταλλάσσουν μετανάστες μεταξύ τους.» 15 Αυτή η προσέγγιση επιχειρεί να αναλύσει το μεταναστευτικό φαινόμενο ως το αποτέλεσμα της αλληλοεπίδρασης παραγόντων, δομών δύο επιπέδων, του μακρο- και του μικρο- επιπέδου. Λέγοντας μακρο δομές (macro structures) εννοούμε θεσμούς και δομές μεγάλης κλίμακας όπως η πολιτική οικονομία της παγκόσμιας οικονομίας και αγοράς, οι σχέσεις κρατών και οργανισμών σε υπερεθνικό επίπεδο, οι μεταναστευτικές πολιτικές και πρακτικές. Όπως αναφέρει ο Castles, η διαμόρφωση του καπιταλιστικού συστήματος και του θεσμού της αγοράς σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο τους τελευταίους δύο αιώνες συνιστούν ανεπιφύλακτα μεγάλης σπουδαιότητας παράγοντες που καθορίζουν και σχηματοποιούν τη διεθνή μετανάστευση. Οι μικρο δομές (micro structures) κατά κύριο λόγο αποτελούνται από τα δίκτυα μεταναστών, τις πρακτικές, τις πεποιθήσεις των ίδιων των μεταναστών. «Οι μικρο- δομές είναι τα άτυπα κοινωνικά δίκτυα τα οποία αναπτύσσονται από τους ίδιους τους μετανάστες προκειμένου να αντιμετωπίσουν την μετανάστευση και την εγκατάσταση.» 16 Σε αυτή την περίπτωση εμπλέκεται από ορισμένους συγγραφείς (Bourdieu. Wacquant) και ο όρος του κοινωνικού κεφαλαίου, των άτυπων δικτύων, των συγγενικών και φιλικών σχέσεων της αλληλοβοήθειας, στοιχεία δηλαδή τα οποία προσφέρουν ζωτικής σημασίας δεσμούς για άτομα και ομάδες κατά τη διαδικασία των μεταναστευτικών κινήσεων. Στα πλαίσια αυτής της θεώρησης, οι μικρο δομές και οι 13 Stephen Castles & Mark J. Miller, The Age of Migration,Palgrave, Second Edition, 1998, σελ.23. 14 Στο ίδιο, σελ.23. 15 Στο ίδιο, σελ.25.

8 μακρο δομές θεωρούνται πλευρές και συστατικά στοιχεία μιας πολυεπίπεδης μεταναστευτικής διαδικασίας που ενεργούν σε συνεχή βάση αλληλοεπίδρασης. δ/ Άλλες Θεωρητικές Απόπειρες Στις τρεις προαναφερθείσες περιπτώσεις θεωρητικών προσεγγίσεων, ανεξάρτητα από την επάρκεια της εξηγητικής τους ισχύος, το μεταναστευτικό φαινόμενο αντιμετωπίσθηκε στην ολότητά του. Ωστόσο, υπάρχουν και θεωρήσεις που εστιάζονται μόνο σε κάποιες όψεις του μεταναστευτικού φαινομένου. Σε αυτό το πλαίσιο κινούνται και οι θεωρήσεις για τη συγκρότηση εθνοτικών κοινοτήτων και μειονοτήτων και για τη διαμόρφωση εθνοτικών ταυτοτήτων. Αυτές οι θεωρήσεις δεν αναλύουν την μετανάστευση στο σύνολό της αλλά επικεντρώνονται σε κάποιες φάσεις της μεταναστευτικής διαδικασίας και ειδικότερα στη φάση της εγκατάστασης των μεταναστών στις χώρες υποδοχής και στον τρόπο με τον οποίο αυτοί αφομοιώνονται ή εντάσσονται ή οργανώνονται σε κοινότητες μέσα από τον ετεροπροσδιορισμό τους other definition (ο ετεροπροσδιορισμός συνίσταται στην απόδοση χαρακτηριστικών στους μετανάστες από τις κυρίαρχες ομάδες της κοινωνίας υποδοχής) και τον αυτοπροσδιορισμό τους self definition (συνείδηση του ανήκειν σε μια ομάδα στη βάση κοινών πολιτισμικών, κοινωνικών στοιχείων). 17 16 Στο ίδιο, σελ.25. 17 Αν και σε κάθε μεταναστευτικό ρεύμα αναπτύσσονται κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ωστόσο είναι δυνατόν να διακρίνουμε σταθερές φάσεις εξέλιξης των μεταναστεύσεων. Όπως το ακόλουθο μοντέλο μετανάστευσης τεσσάρων σταδίων: 1. Περιστασιακή εργασιακή μετανάστευση κυρίως νέων εργατών που προσανατολίζονται σταθερά στην επιστροφή τους στη χώρα προέλευσης. 2. Επιμήκυνση της παραμονής και ανάπτυξη κοινωνικών δικτύων με σκοπό την αλληλοβοήθεια και αλληλεξάρτηση των μεταναστών στο νέο περιβάλλον. 3. Δημιουργία οικογένειας, αυξημένος προσανατολισμός προς τη χώρα υποδοχής, εμφάνιση εθνοτικών κοινοτήτων με δικούς τους θεσμούς. 4. Μόνιμη εγκατάσταση στη χώρα υποδοχής η οποία μπορεί να οδηγήσει είτε στην ένταξη, αφομοίωση μέσα από τη νόμιμη παραμονή και απόκτηση ιθαγένειας της χώρας υποδοχής είτε στον αποκλεισμό, στην κοινωνικο οικονομική περιθωριοποίηση και στη διαμόρφωση εθνικών μειονοτήτων. (βλ. Τhe Age of Migration, σελ.28)

9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΜΕΧΡΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 1970 2.1/ ΔΙΕΘΝΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ Αν και τα μεταναστευτικά ρεύματα διαφέρουν στην μορφή που παίρνουν, στις γενεσιουργές αιτίες που τα προκαλούν, στο μέγεθος και στην ένταση με την οποία εκδηλώνονται, εντούτοις μεταναστευτικές κινήσεις πληθυσμών εμφανίζονται σε όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας ως απόκριση σε κλιματολογικές μεταβολές, σε δημογραφικές εκρήξεις, σε πολιτικοκοινωνικά γεγονότα και σε διαφοροποιήσεις της οικονομίας, της παραγωγής και του καταμερισμού της εργασίας ευρύτερα. Την ιστορία των μεταναστευτικών ρευμάτων μπορούμε να την διακρίνουμε σε δύο περιόδους, την μοντέρνα (που περιλαμβάνει την αποικιοκρατία, την δουλεία και την βιομηχανοποίηση του δυτικού κόσμου μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο) και την σύγχρονη, η οποία αρχίζει από το 1945 και μετά (σε αυτό το κεφάλαιο θα αναφερθούμε μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1970 γιατί κατά τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές που συνδέονται άμεσα με την σημερινή ελληνική πραγματικότητα που αποτελεί και το κυρίως αντικείμενο της εργασίας και θα εξετάσουμε στα επόμενα κεφάλαια). 2.1.1 / Μοντέρνα Περίοδος Η περίοδος της αποικιοκρατίας ανέδειξε διάφορες μορφές μεταναστευτικών ρευμάτων με σημαντικότερο αυτό από την Ευρώπη προς την Αφρική και την Ασία αρχικά, προς την Αμερική και την Ωκεανία μετέπειτα. «Οι Ευρωπαίοι μετακινούνταν, είτε μόνιμα είτα προσωρινά, ως ναυτικοί, στρατιώτες, αγρότες, έμποροι, ιερείς και διοικητικοί αξιωματούχοι» 18 Από τον ύστερο 17 ο αιώνα μέχρι τα μέσα του 19 ου αιώνα, το σύστημα της δουλείας συνδέθηκε με μεταναστευτικές κινήσεις ως τροφοδότης

10 εργασίας για την παραγωγή ζάχαρης, καπνού, καφέ, και για την εξόρυξη χρυσού. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι δεκαπέντε εκατομμύρια σκλάβοι οδηγήθηκαν στην Αμερική πριν το 1850. Το δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα οι σκλάβοι αντικαταστάθηκαν από τους «indentured workers» οι οποίοι αποτέλεσαν την κύρια εργατική δύναμη για την καλλιέργεια των φυτειών (Το σύστημα αυτό περιελάμβανε την στρατολόγηση μεγάλων ομάδων εργατών, μερικές φορές με τη βία, και την μεταφορά τους σε άλλους χώρους εργασίας). Το χαρακτηριστικότερο στοιχείο, όμως, αυτής της περιόδου ήταν η μαζική μετανάστευση τόσο προς την Βόρεια Αμερική όσο και προς την Ευρώπη (ενδοευρωπαϊκή). Η υπερπόντια μετανάστευση προς την Αμερική υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα μεταναστευτικά ρεύματα των τελευταίων αιώνων. Υπολογίζεται ότι μεταξύ των ετών 1879-1914 35 εκατομμύρια Ευρωπαίοι μετακινήθηκαν στην Αμερική. 19 Το πρώτο μεγάλο μεταναστευτικό κύμα παρατηρείται τη δεκαετία του 1830. Στην αρχή οι κύριες χώρες προέλευσης ήταν οι χώρες της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης και ιδίως η Βρετανία, η Γερμανία και η Ιρλανδία. Τις επόμενες δεκαετίες παρατηρείται αύξηση της μετανάστευσης από χώρες όπως η Νορβηγία και η Σουηδία καθώς και από χώρες της Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης (Ρωσία, Ιταλία, Ελλάδα) ενώ μειώνεται η μετανάστευση από τις πρώτες χώρες αποστολής. Μετά το 1914 και κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου η διεθνής μετανάστευση ανακόπτεται εξαιτίας της οικονομικής δυσπραγίας, της αύξησης της ξενοφοβίας και των θεσμικών ρυθμίσεων (Νόμος των Επιτρεπόμενων Ορίων το 1921, Νόμος για τη μετανάστευση το 1924). Οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτές τις μετακινήσεις συνοψίζονται σε τέσσερις: 1.διάδοση της πληροφορίας ότι υπάρχουν στην Αμερική ανεκμετάλλευτες περιοχές, 2.πληθυσμιακή αύξηση της Ευρώπης, 3.ανάπτυξη των μεταφορικών μέσων, 4.προσωπικοί, πολιτικοί, οικονομικοί λόγοι που ωθούν τα άτομα να εκπατρισθούν. 20 Την ίδια χρονική περίοδο αναδύονται σημαντικές μεταναστευτικές κινήσεις και σε ενδοευρωπαϊκό επίπεδο που συνδέονται ως ένα βαθμό και με την εκβιομηχάνιση 18 Stephen Castles & Mark J. Miller. The Age of Migration, Palgrave, Second Edition, 1998, σελ.50. 19 Οι ΗΠΑ δέχθηκαν το μεγαλύτερο μεταναστευτικό ρεύμα, ωστόσο σημαντικά ρεύματα παρατηρήθηκαν για την ίδια χρονική περίοδο και προς άλλες χώρες της Αμερικής ή προς την Αυστραλία. Για παράδειγμα ο Καναδάς δέχθηκε μετανάστες από την Αγγλία, την Γαλλία, την Γερμανία και άλλες χώρες της Βόρειας Ευρώπης με αποτέλεσμα ο πληθυσμός της χώρας για το διάστημα 1871-1931 να αυξηθεί από 3,6 σε 10,3 εκατομμύρια. (βλ. Λ.Μουσούρου: 1991). 20 Υπάρχουν και κάποιοι ειδικοί λόγοι, όπως στην περίπτωση της Ιρλανδίας η καταστροφή της παραγωγής πατάτας του 1840 και 1846 έσπρωξε τους Ιρλανδούς στην Αγγλία και στην Β.Αμερική. (βλ. Λ. Μουσούρου: 1991).

11 των ευρωπαϊκών χωρών. «Όπως οι δυτικοευρωπαίοι μετανάστευσαν στην προσπάθειά τους (μάταιη μερικές φορές) να αποφύγουν την προλεταριοποίηση, εργάτες από περιοχές της Ευρωπαϊκής περιφέρειας, όπως Πολωνία, Ιρλανδία και Ιταλία, τους αντικατέστησαν ως εργατική δύναμη στις μεγάλες καλλιέργειες και την βιομηχανία». 21 Η Μ. Βρετανία ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που δέχθηκε μεγάλης κλίμακας μεταναστευτικά ρεύματα. Μέχρι το 1851, 700.000 Ιρλανδοί πέρασαν στη Βρετανία ενώ το επόμενο κύμα ήταν 120.000 Εβραίοι από την Ρωσία την περίοδο 1875-1914. Στην περίπτωση της Γερμανίας οι μετανάστες ως εργατική δύναμη συνδέθηκαν με την βιομηχανοποίηση αυτής της χώρας. Το 1907 ο αριθμός των ξένων εργατών έφτανε τις 900.000 από τους οποίους οι 300.00 ασχολούνταν στον αγροτικό τομέα, οι 500.000 στην βιομηχανία και 86.000 στο εμπόριο.(βλ. Castles) 2.1.2/ Σύγχρονη Περίοδος Η υπερπόντια μετανάστευση κατευθύνεται προς τις ΗΠΑ αλλά και την Αυστραλία, η οποία τείνει να υποκαταστήσει την πρώτη ως κύρια χώρα υποδοχής υπερπόντιων μεταναστών. Υπερπόντιοι μετανάστες μεταπολεμικά κινούνται προς τις ΗΠΑ με ρυθμό 250.000 άτομα το χρόνο για την περίοδο 1951-1960, και 330.000 άτομα για την περίοδο 1961-1970. Δεν μεταβλήθηκε μόνο η ένταση αλλά και η σύνθεση των μεταναστευτικών ομάδων. Οι μετανάστες αυτής της περιόδου προς τις ΗΠΑ δεν προέρχονται πια από τις ευρωπαϊκές χώρες αλλά κυρίως από την Ανατολική Ασία και την Λατινική Αμερική. Από όλες τις χώρες το Μεξικό ηγείται καθαρά ως πηγή μετανάστευσης προς τις ΗΠΑ. Στην Αυστραλία, στο διάστημα 1947-1973, μετανάστευσαν πάνω από 3.000.000 άτομα, η πλειοψηφία των οποίων προέρχονταν από ευρωπαϊκές χώρες. Στην περίπτωση της Αυστραλίας τα προγράμματα για την προσέλκυση μεταναστών στόχευαν τόσο στην οικονομική ανάπτυξη όσο και στη δημογραφική ανάπτυξη. 22 Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, την ίδια περίοδο, παρατηρούνται δύο μεταναστευτικά ρεύματα, το σπουδαιότερο ενδοευρωπαϊκά με την μετακίνηση μεταναστών από τις χώρες κυρίως της Νότιας Ευρώπης προς τη Β. Ευρώπη και το άλλο με την επιστροφή τέως αποίκων και την είσοδο γηγενών των τέως αποικιών στις πρώην αποικιοκρατικές 21 Stephen Castles & Mark. J. Miller. The Age of Migration. Palgrave. Second Edition. 1998. σελ. 58. 22 Από το τέλος της δεκαετίας του 60 καθώς η προσέλκυση εργατικού δυναμικού από τις χώρες της Νότιας Ευρώπης γινόταν ολοένα και δυσκολότερη και πολλοί από τους ευρωπαίους μετανάστες επέστρεφαν στις χώρες προέλευσής τους, οι αρχές της χώρας χαλάρωσαν τις μεταναστευτικές πολιτικές

12 χώρες της Ευρώπης (Μ. Βρετανία, Γαλλία, Ολλανδία). Σημαντικό νέο χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής μετανάστευσης είναι η μετατροπή κάποιων ευρωπαϊκών χωρών από χώρες αποστολής σε χώρες υποδοχής μεταναστών. Η ανοικοδόμηση της Ευρώπης μέσα από τις στάχτες του πολέμου και η εντυπωσιακή ανάπτυξη κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες δημιούργησαν αυξημένη ζήτηση εργατικού δυναμικού. Ενδεικτικά αναφέρουμε το παράδειγμα της Γερμανίας. Ο αριθμός των ξένων εργατών στην Ομοσπονδιακή Γερμανία ανέβηκε από τις 95.000 το 1956 στο 1.300.000 το 1966 και έφτασε τα 2.600.000 το 1973. Αυτός ο αξιόλογος αριθμός ξένων εργατών αποτέλεσε φθηνή, ανειδίκευτη εργατική δύναμη για την αναπτυσσόμενη βιομηχανική παραγωγή της Γερμανίας. Οι χώρες προέλευσης ήταν η Ιταλία, η Ελλάδα, η Τουρκία, το Μαρόκο, η Πορτογαλία, η Τυνησία, η Γιουγκοσλαβία, και η μετανάστευση βασιζόταν σε διμερείς συμφωνίες αυτών των κρατών με την Ομοσπονδιακή Γερμανία. «Η Ομοσπονδιακή Γερμανία, η κατεξοχήν Ευρωπαϊκή χώρα υποδοχής μεταναστών, αποτελεί και το κύριο παράδειγμα εφαρμογής μιας πολιτικής που παίρνει σαν δεδομένη την προσωρινότητα και την εναλλαγή (rotation) της ξένης εργατικής δύναμης» 23 Οι αιτίες που οδήγησαν σε αυτή τη μαζική ενδοευρωπαϊκή μετανάστευση μπορούν να συνοψιστούν στους υψηλούς δείκτες φυσικής αύξησης του πληθυσμού μαζί με χαμηλά επίπεδα εισοδήματος στις χώρες αποστολής μεταναστών καθώς και στους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης των χωρών υποδοχής. 24 2.2/ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ Και στην ελληνική περίπτωση αναφαίνονται παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτά των μεταναστευτικών ρευμάτων, που ήδη προαναφέραμε, ως προς τις χώρες αποστολής μεταναστών. Την χρονική περίοδο που εξετάσαμε σε αυτό το κεφάλαιο (και η οποία εκτείνεται μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 70) η Ελλάδα μπορεί να χαρακτηρισθεί ως μια παραδοσιακή χώρα αποστολής μεταναστών είτε προς υπερπόντιους προορισμούς είτε προς τις χώρες της Βορειοκεντρικής Ευρώπης. Το μεταναστευτικό φαινόμενο στην (συνένωση οικογενειών) και στράφηκαν σε εργατικό δυναμικό από άλλες χώρες όπως η Γιουγκοσλαβία και η Λατινική Αμερική. (βλ. Castles) 23 Λ. Μουσούρου, Μετανάστευση & Μεταναστευτική πολιτική στην Ελλάδα και την Ευρώπη, Gutenberg, Αθήνα, σελ.148. 24 Πέρα από τις προαναφερθείσες γενικές αιτίες υπάρχουν και ειδικότερες αιτίες κατά περίπτωση χωρών όπως οι διμερείς συμφωνίες Ελλάδας, Τουρκίας με την Ο.Γερμανία ή οι ιστορικές σχέσεις ανάμεσα στις χώρες αποστολής και στις χώρες υποδοχής. (βλ. Λ.Μουσούρου)

13 Ελλάδα μπορεί να εξετασθεί μέσα από δύο χρονικές περιόδους, την προπολεμική και την μεταπολεμική. 2.2.1/ Προπολεμική Περίοδος Αυτή την περίοδο το κύριο σώμα των μεταναστών μετακινήθηκε προς τις ΗΠΑ. Αυτό το μεταναστευτικό ρεύμα αρχίζει από τη δεκαετία του 1880. Η χρονολογία δείχνει ότι η ελληνική μετανάστευση προς τις ΗΠΑ άρχισε με καθυστέρηση σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές εθνοτικές ομάδες μεταναστών δημιουργώντας έτσι επιπρόσθετα προβλήματα στην ελληνική παρουσία στην συγκεκριμένη χώρα. Ο ρυθμός του ρεύματος ήταν έντονος και υπολογίζεται ότι μεταξύ των ετών 1890 και 1920 το 95% των 383.000 υπερπόντιων ελλήνων μεταναστών κατέληξε στις ΗΠΑ. «Η πραγματική αιχμή του μεταναστευτικού ρεύματος ήταν μεταξύ 1906 και 1915: στα δέκα αυτά χρόνια μετανάστευσαν προς τις υπερπόντιες χώρες 250.000 άτομα 236.000 προς τις ΗΠΑ» 25 Αναζητώντας τις αιτίες που οδήγησαν σε αυτή την ελληνική έξοδο προς υπερπόντια εδάφη, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι αυτές έχουν να κάνουν με την γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος (οικονομική καχεξία, κοινωνικά προβλήματα, ανώμαλος πολιτικός βίος της χώρας). 26 2.2.2/ Μεταπολεμική Περίοδος Μεταπολεμικά στην Ελλάδα διαμορφώνονται δύο μεταναστευτικά κύματα, ένα υπερπόντιο προς τις ΗΠΑ και την Αυστραλία κατά κύριο λόγο, και ένα ρεύμα προς τις ευρωπαϊκές χώρες (με κυρίαρχη χώρα αποστολής την Ομοσπονδιακή Γερμανία). Αναφέρεται ότι μεταξύ των ετών 1955-1977, μετανάστευσαν από την Ελλάδα 1.236.280 άτομα, από αυτά 768.351 (61%) στην Ομοσπονδιακή Γερμανία. 27 Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτό το ρεύμα μετανάστευσης των Ελλήνων προς το εξωτερικό, αν και στέρησε την χώρα από ένα σημαντικό κομμάτι του ενεργού 25 Λ. Μουσούρου, Μετανάστευση &Μεταναστευτική πολιτική στην Ελλάδα και την Ευρώπη, σελ.32. 26 Η Λ.Μουσούρου εξειδικεύει κάποιες αιτίες όπως για παράδειγμα τη φτώχια και την ανεργία που προκάλεσε το σταφιδικό ζήτημα στην Πελοπόννησο και το οποίο οδήγησε πολλούς Έλληνες στην μεταναστευτική έξοδο, ή επίσης τη παρουσία προσφύγων στην Ελλάδα, ένα μέρος των οποίων μετακινήθηκε προς τις ΗΠΑ.(βλ. Λ.Μουσούρου. σελ 32) 27 Την ίδια περίοδο παρατηρείται και κάποιο κύμα παλλινόστησης ελλήνων μεταναστών μαζί με κάποια αύξηση της εξωτερικής μετανάστευσης προς την Ελλάδα σε όχι σημαντικούς αριθμούς όμως. (βλ.λ. Μουσούρου).

14 πληθυσμού, φάνηκε ότι επέφερε ωφέλειες τόσο στην οικονομία 28 απασχόληση. 29 όσο και στην 28 Η μετανάστευση μέσα από τα εμβάσματα των ελλήνων του εξωτερικού έπαιξε κάποιο ρόλο εξισορρόπησης στο ισοζύγιο πληρωμών της περιόδου. (βλ. Δημήτρης Χαραλάμπης, Στρατός και Πολιτική Εξουσία, η δομή της εξουσίας στην μετεμφυλιακή Ελλάδα, Εκδόσεις Εξάντα, Αθήνα,1985. 29 Η μετανάστευση υπήρξε μια διέξοδος για την απασχόληση ενός τμήματος του πληθυσμού, το οποίο με την τότε υπάρχουσα κατάσταση της χώρας αποτελούσε δυνάμει μέσο πολιτικών πιέσεων και κοινωνικών αναταραχών. (βλ. Δ. Χαραλάμπης: 1985).

15 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ (ΦΟΡΝΤΙΣΜΟΣ) ΜΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΑ (1945 μέσα 1970) Σε αυτό το κεφάλαιο, θα επιχειρήσουμε να συσχετίσουμε την μεταπολεμική οικονομική συγκυρία στις αναπτυγμένες δυτικές κοινωνίες και ειδικότερα το φορντικό υπόδειγμα οικονομικής ανάπτυξης που επικρατούσε την περίοδο εκείνη, με τη μορφή του μεταναστευτικού φαινομένου στις χώρες αυτές. Η συσχέτιση αυτή δεν συνιστά σχέση αίτιου - αποτελέσματος, αφού ο φορντισμός και η μεταπολεμική μετανάστευση δεν είναι μεγέθη άμεσης αιτιακής συνάφειας. Αυτό που επιθυμούμε να καταδείξουμε είναι ότι ο φορντισμός διαμόρφωσε το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η διεθνής μεταπολεμική μετανάστευση και το οποίο, εν πολλοίς, προσδιόρισε τη μορφή που αυτή πήρε, κάτω φυσικά από την επίδραση πολλών παραγόντων όπως είδαμε και στα προηγούμενα κεφάλαια. 3.1/ ΦΟΡΝΤΙΣΜΟΣ Με τον όρο φορντισμό εννοούμε ένα καθεστώς συσσώρευσης, ένα υπόδειγμα μακροοικονομικής μεγέθυνσης και ανάπτυξης που στηρίζεται στη μαζική παραγωγή και τη μαζική κατανάλωση. Αυτό το καθεστώς συσσώρευσης χαρακτηρίζεται από δύο κομβικά σημεία. Το πρώτο είναι ο τρόπος οργάνωσης της παραγωγής, η μαζική παραγωγή η οποία γεννήθηκε στην αυτοκινητοβιομηχανία Ford τις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αιώνα και αποτέλεσε μεταπολεμικά το υπόδειγμα βιομηχανικής παραγωγής διεθνώς και το δεύτερο σημείο είναι το τεϊλορικό πρότυπο οργάνωσης της εργασίας. Ειδικότερα «ο φορντισμός ως παραγωγικό πρότυπο, αντιπροσωπεύει την εκτεταμένη χρήση μηχανών με τη μορφή της αλυσίδας ή σειράς παραγωγής, που μεταφέρει το υπό κατασκευή προϊόν στους εργαζομένους, οι οποίοι συναρμολογούν με απολύτως και απαρέγκλιτα προγραμματισμένο τρόπο τα επιμέρους τμήματα, μέχρι να

16 λάβει την τελική του μορφή. Σε αυτή τη διαδικασία, χρησιμοποιείται από τη μία πλήθος πανάκριβων μηχανών, που εξασφαλίζει τη συνεχή ροή, και από την άλλη πολύ μεγάλες ομάδες ανειδίκευτων ή ημιανειδίκευτων εργαζομένων, που χωρίς ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις και δεξιότητες απαιτείται να αποκρίνονται με απλές επαναλαμβανόμενες πράξεις, ταχύτατα και δίχως καθυστερήσεις, στους ρυθμούς των μηχανικών συνόλων, τα οποία ενοποιούνται στη σειρά παραγωγής». 30 Η οργάνωση της εργασίας στηρίχθηκε στις αρχές του τεϊλορισμού, ο οποίος κατέτμησε την εργασιακή διαδικασία σε τμήματα και διέκρινε τον έλεγχο από την εκτελεστική λειτουργία. Στην ουσία οι αρχές αυτές αποτέλεσαν το μέσο της επιτήρησης, του ελέγχου και της καθοδήγησης των εργαζομένων στην αλυσίδα παραγωγής. Η επίτευξη αυτού του ρόλου απαιτούσε την «ανάπτυξη μιας μεγάλης διοικητικής ιεραρχίας, που κλιμακώνεται από πάνω προς τα κάτω, σαν πυραμίδα, με υποδιαίρεση σε διευθύνσεις και τμήματα υψηλής εξειδίκευσης έργου». 31 Τα δύο συστατικά στοιχεία του φορντισμού, η μαζική οργάνωση της παραγωγής και η τεϊλορική οργάνωση της εργασίας, απαιτούσαν ένα κατάλληλο κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον προκειμένου να μπορεί να εξασφαλιστεί η συνέχεια του συγκεκριμένου καθεστώτος συσσώρευσης. Αυτό το πρόσφερε το κεϋνσιανό μοντέλο συναίνεσης, το οποίο αναπτύχθηκε στις δυτικές κοινωνίες τις μεταπολεμικές δεκαετίες μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 70 και συνοδευόταν από «τη μαζική κατανάλωση τυποποιημένων αγαθών και υπηρεσιών από τα νοικοκυριά, καθώς και από την προσφορά τυποποιημένων συλλογικών αγαθών και υπηρεσιών από τους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς του κράτους». 32 Επιπρόσθετα, το κεϋνσιανό κράτος απορροφούσε ή επέλυε τις εντάσεις κεφαλαίου και εργασίας, λειτουργούσε προστατευτικά προς τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων μέσα από ρυθμίσεις και συμβάσεις. 33 Η προαναφερθείσα ανάλυση του φορντικού υποδείγματος, το οποίο συνιστά ένα ερμηνευτικό σχήμα που επιχειρεί να ανιχνεύσει την κυρίαρχη λογική των δυτικών κοινωνιών, μεταπολεμικά, στηρίζεται στην ανάλυση μιας συγκεκριμένης θεωρητικής 30 Ανδρέας Λύτρας, Κοινωνία και Εργασία, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2000, σελ.60. 31 Στο ίδιο, σελ.61. 32 Α, Λυμπεράκη. Α, Μουρίκη, Η Αθόρυβη Επανάσταση, Gutenberg, 1996, σελ.32. 33 Η εξασφάλιση των εισοδημάτων των εργαζομένων και γενικότερα η προστασία του πόλου της εργασίας συνδεόταν και με το κλίμα οικονομικής μεγέθυνσης της περιόδου εκείνης το οποίο επέτρεπε σχεδόν την πλήρη απασχόληση του συντελεστή της εργασίας σε αντίθεση με τις μετέπειτα απορρυθμιστικές τάσεις της αγοράς εργασίας, οι οποίες απογυμνώνουν την εργασία από τον προστατευτικό κλοιό της προκειμένου να παραχωρηθεί στο κεφάλαιο μεγαλύτερη δυνατότητα δράσης, ευελιξίας και συνεπώς κέρδους.

17 σχολής, αυτή της ρύθμισης, στην οποία έχει ασκηθεί κριτική ως προς τις θεωρητικές της θέσεις. 34 Στα μέσα της δεκαετίας του 70 επήλθε η κρίση αυτού του συστήματος. Μια σειρά από παράγοντες οδήγησαν σε αυτή την κρίση. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τις δύο πετρελαϊκές κρίσεις την δεκαετία του 70. «Οι τεράστιες βιομηχανικές μονάδες ήσαν εξαιρετικά ενεργειοβόρες. Η μεγάλη αύξηση του κόστους ενέργειας επιβάρυνε δυσανάλογα το κόστος παραγωγής τόσο πρωτογενώς όσο και δευτερογενώς, λόγω της αύξησης του κόστους μεταφορών.» 35 Επίσης η μεγάλη αύξηση των κοινωνικών δαπανών καθώς και οι μεταβολές στα καταναλωτικά πρότυπα (από τα τυποποιημένα σε μοναδικά προϊόντα). 3.2/ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ Με βάση τα όσα προηγήθησαν για την ανάλυση του φορντισμού αλλά και για την διεθνή μεταπολεμική μεταναστευτική πρακτική, μπορούμε να εξάγουμε κάποια κοινά χαρακτηριστικά στοιχεία για την μετανάστευση της περιόδου και ειδικότερα για τη μετανάστευση στον Ευρωπαϊκό χώρο (με κυριότερο παράδειγμα την Ομοσπονδιακή Γερμανία). Αυτά τα στοιχεία συνιστούν μια ιδεοτυπική κατασκευή 36 στο βαθμό που δεν αποσκοπεί στην εξέταση του φαινομένου με εξαντλητικό τρόπο αλλά στην απομόνωση και τον υπερτονισμό κάποιων στοιχείων από πλήθος άλλων στοιχείων της καλειδοσκοπικής πραγματικότητας (η οποία με αυτή τη μορφή τίθεται σε παρένθεση προσωρινά) προκειμένου να υποστηριχθεί η ερμηνευτική λογική της εργασίας, δηλαδή ο διαφορετικός χαρακτήρας της μετανάστευσης, διεθνούς και ελληνικής, στις ημέρες μας. Κατά τις τρεις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες στις αναπτυγμένες δυτικές κοινωνίες η επικράτηση του φορντικού υποδείγματος οικονομικής ανάπτυξης και οι 34 Θα αναφέρουμε δύο σημεία κριτικής. Πρώτον, θεωρείται ότι μεγαλοποιείται η σημασία του φορντισμού στο σύνολο της καπιταλιστικής οικονομίας και ως παράδειγμα αναφέρεται η Αγγλία, κατεξοχήν φορντική ευρωπαϊκή οικονομία, στην οποία το τμήμα της παραγωγής που μπορεί να χαρακτηρισθεί ως φορντικό δεν ξεπερνά το 30% της συνολικής παραγωγής. Δεύτερον, υπάρχει μία πλειάδα εκδοχών του σε διαφορετικές χώρες, οι οποίες σε τελευταία ανάλυση θέτουν σε αμφισβήτηση την ίδια τη λογική του φορντισμού ως υποδείγματος με μεγάλο εύρος εφαρμογών (κλασικός, ευέλικτος, περιφερειακός, καθυστερημένος φορντισμός κλπ, βλ. Α.Λυμπεράκη) 35 Ανδρέας Λύτρας, 2000, σελ. 65. 36 Με τη βεμπεριανή λογική του ιδεότυπου ως μία αφαίρεση ενός αριθμού στοιχείων από τη μάζα των πολυάριθμων στοιχείων της ανεξάντλητης κοινωνικής πραγματικότητας με κριτήριο ένα συγκεκριμένο στόχο που τον υποκινεί μια αξία.( βλ. Μαρία Αντωνοπούλου, Θεωρία και Ιδεολογία στη σκέψη των κλασσικών της Κοινωνιολογίας, Εκδόσεις Παπαζήση Αθήνα.).

18 υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης οδήγησαν σε αύξηση της ζήτησης της εργασίας, η οποία ως ένα μεγάλο βαθμό καλύφθηκε από ξένους εργάτες. Οι μετανάστες πρόσφεραν φθηνή, ανειδίκευτη ή χαμηλής ειδίκευσης εργασία για την κάλυψη αναγκών της μεγάλης αλυσίδας παραγωγής κυρίως (άνδρες μετανάστες ως επισκέπτες εργάτες) αλλά και του τομέα των υπηρεσιών (σε αυτή την περίπτωση μιλάμε για ανειδίκευτη μεταναστευτική γυναικεία εργασία). Η μετανάστευση της περιόδου μπορεί να χαρακτηρισθεί ως εργασιακή και πολλές φορές και ως προσωρινή επειδή ρυθμιζόταν ανάλογα με τις οικονομικές ανάγκες και τις ανάγκες του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας ευρύτερα. Επίσης ήταν σε μεγάλο βαθμό και ελεγχόμενη αφού καθοριζόταν από τις χώρες υποδοχής βάση διμερών συμφωνιών με τις χώρες αποστολής, όχι όμως πάντα επιτυχώς, αφού κάποιες φορές αυτές οι χώρες ελαστικοποιούσαν ή μετέβαλαν τις μεταναστευτικές τους πολιτικές (ως παράδειγμα η ανοχή για την οικογενειακή συνένωση των μεταναστών στις κοινωνίες των χωρών υποδοχής).

19 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΝΕΑ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ Σε αυτό το κεφάλαιο θα εξετάσουμε, με πολύ συνοπτικό τρόπο, τις εξελίξεις των μεταναστευτικών ρευμάτων κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Σε αυτό το διάστημα εμφανίζονται κάποια νέα ρεύματα, σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες, τα οποία συνδέονται τόσο με τη νέα διεθνή οικονομική συγκυρία όσο και με το ευρύτερο παγκόσμιο περιβάλλον της πολιτικής και των διεθνών σχέσεων. Η Βόρεια Αμερική, οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης και η Αυστραλία παύουν να αποτελούν τις σημαντικότερες περιοχές υποδοχής και προσέλκυσης μεταναστών. Εμφανίζονται νέες εστίες και νέες ζώνες προσέλκυσης μεταναστών. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των χωρών της Νότιας Ευρώπης (μαζί και η περίπτωση της Ελλάδας) οι οποίες μετατράπηκαν από χώρες αποστολής τις δεκαετίες 1950,1960 σε χώρες υποδοχής μεταναστών κυρίως κατά τη δεκαετία του 1990. (Αυτή η περιοχή θα μας απασχολήσει εκτενέστερα μια και η Ελλάδα αποτελεί το συγκεκριμένο παράδειγμα αναφοράς για τη μετανάστευση στην παρούσα εργασία) Η κατάρρευση των καθεστώτων των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης δημιούργησε νέες μεταναστευτικές κινήσεις και μετέβαλε το συσχετισμό των δυνάμεων όχι μόνο σε αυτές τις ίδιες τις χώρες αλλά και στην ευρύτερη περιοχή (περιοχή Βαλκανίων ως παράδειγμα). Ήδη πριν την κατάρρευση των καθεστώτων αυτών, είχαν σημειωθεί μετακινήσεις προς τις χώρες της Δύσης. 37 Μετά όμως από το άνοιγμα των συνόρων το 1990, ανέκυψαν μεταναστευτικά ρεύματα (η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν τόσης μεγάλης έντασης όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί) προς τις χώρες της Δύσης 38 αλλά και εσωτερικά προς κάποιες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. 39 Αυτές οι χώρες επίσης 37 Στη δεκαετία του 1980 είχε καταγραφεί μετακίνηση 800.000 περίπου Πολωνών προς χώρες της Δύσης και κυρίως προς την Γερμανία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα 300.000 Ρουμάνοι μετακινήθηκαν κυρίως προς την Ουγγαρία και τις ΗΠΑ. (βλ. στοιχεία OECCD 1999) 38 Υπολογίζεται ότι μετακινήθηκαν προς τη Γερμανία περίπου 620.000 μετανάστες από την Πολωνία, την Ρωσία, την Ρουμανία, 100.000 Βούλγαροι προς την Τουρκία, 20.000 Ρώσοι φιλανδικής καταγωγής προς την Φιλανδία. Εδώ θα πρέπει να προσθέσουμε τους Αλβανούς και τους υπόλοιπους βαλκάνιους ή Πολωνούς που κατευθύνθηκαν προς την Ελλάδα. (βλ. στοιχεία OECCD) 39 Στην Τσεχία για παράδειγμα μετακινήθηκαν περίπου 53.200 Σλοβάκοι εργάτες και περίπου 140.000 Ουκρανοί και Πολωνοί. (OECCD)

20 χρησίμευσαν ως ενδιάμεσος σταθμός προς την Δυτική Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική εθνοτικών ομάδων όπως Βιετναμέζοι και Κινέζοι, γεγονός το οποίο ενθάρρυνε, σε μεγάλο βαθμό, την παράνομη μετανάστευση. Τέλος ιδιαίτερες περιπτώσεις αποτέλεσαν η Αλβανία και τα κράτη που προέκυψαν από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας λόγω μεταναστευτικών κινήσεων από τις περιοχές αυτές προς γειτονικά κράτη. Νέες εστίες μετανάστευσης, επίσης, εμφανίστηκαν σε περιοχές όπως οι χώρες της Ανατολικής Ασίας ως αποτέλεσμα του νέου καταμερισμού της εργασίας με την ανάδυση νέων πόλων οικονομικής και τεχνολογικής υπεροχής. Επιπρόσθετα, ενισχύονται και οι μετακινήσεις πληθυσμών (κυρίως προς την Ευρώπη) από περιοχές οι οποίες ταλανίζονται από πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές, πληθυσμοί δηλαδή που αναζητούν άσυλο. Οι παραπάνω αναφορές των εξελίξεων αναδεικνύουν μεν απλώς κάποιες τάσεις, αλλά ταυτόχρονα διαμορφώνουν ένα νέο, πολυδιάστατο μεταναστευτικό σχήμα, διαφοροποιημένο από αυτό της προηγούμενης περιόδου, όπου η μετανάστευση δεν είναι αποκλειστικά οικονομική και εργασιακή στο χαρακτήρα της, ούτε όμως μόνο η μετακίνηση από τις φτωχές προς τις πλούσιες χώρες (ως συνέπεια του χάσματος βορρά νότου). 4.1/ ΝΕΑ ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ Τα παραδείγματα των μεταναστευτικών ρευμάτων που προαναφέραμε συντελούνται σε ένα νέο οικονομικό περιβάλλον, μια νέα οικονομική συγκυρία, η οποία διαφοροποιείται από αυτή της προηγουμένης περιόδου. Η νέα αυτή συγκυρία χαρακτηρίζεται από τις παγκοσμιοποιημένες τάσεις αλληλοσύνδεσης και διεθνοποίησης των οικονομιών με ταυτόχρονη υποχώρηση των κεϋνσιανών πολιτικών παρέμβασης και ανάδειξη των απορρυθμιστικών πρακτικών. Παράλληλα, μετά την κρίση του φορντισμού, αναδύονται νέα υποδείγματα οργάνωσης του τρόπου παραγωγής και εργασίας, τα οποία τοποθετούμε κάτω από τον αδόκιμο όρο μεταφορντισμό. Με τον όρο αυτό υποδηλώνουμε νέα συστήματα παραγωγής, διαφορετικής λογικής από αυτά της μαζικής παραγωγής, στα οποία επικρατούν οι μικρότερες και ευέλικτες δομές παραγωγής και εργασίας, προσαρμόσιμες σε τεχνολογικές μεταβολές, με στόχο την παραγωγή υψηλής ποιότητας προϊόντων (σε αντίθεση με τα τυποποιημένα μαζικά προϊόντα) για ασταθείς αγορές με το δυνατό μικρότερο κόστος στο δυνατό

21 μικρότερο χρόνο. Ο όρος κλειδί σε αυτή την περίπτωση είναι η ευελιξία, η οποία έχει άμεσο αντίκτυπο στη διαμόρφωση και των εργασιακών σχέσεων. 40 Μια από τις σημαντικότερες επιπτώσεις που επέφεραν τα ευέλικτα συστήματα παραγωγής ήταν η εμφάνιση και ευέλικτων μορφών εργασίας. Υπολογίζοντας τις μεθοδολογικές δυσκολίες ορισμού και μέτρησης της ευέλικτης απασχόλησης (δυσκολία μέτρησης και ποσοτικοποίησης αυτών των μορφών, ύπαρξη πολλών συγκεχυμένων όρων που βρίσκονται στον αντίποδα της πλήρους απασχόλησης όπως μη κανονική, περιφερειακή, περιθωριακή) ακολουθούμε τον εξής ορισμό: ευέλικτη μορφή απασχόλησης είναι, λοιπόν, μια σχέση εργασίας που δεν είναι αναγκαστικά σταθερή, δεν παρέχει πλήρη ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα, δεν διεξάγεται αναγκαστικά στους χώρους της επιχείρησης και προπαντός δεν καλύπτει το πλήρες ωράριο. 41 Αυτές οι νέες μορφές απασχόλησης «που είναι κακοπληρωμένες, χαμηλής ειδίκευσης, χωρίς νομική προστασία και κοινωνική ασφάλιση, είναι απαραίτητες, λόγω της ευελιξίας τους για την αποδοτική χρήση των νέων αυτοματοποιημένων πολυλειτουργικών παραγωγικών μέσων». 42 40 Θα αναφερθούμε συνοπτικά σε τρία παραδείγματα που υποδηλώνουν τις σχέσεις ευελιξίας που χαρακτηρίζουν τον μεταφορντισμό. Το πρώτο παράδειγμα είναι το ιαπωνικό υπόδειγμα παραγωγής το οποίο ξεκίνησε από τις μεταβολές που πραγματοποιήθηκαν στο εργοστάσιο της TOYOTA σε βαθμό μάλιστα τέτοιο ώστε να προτιμάται ο όρος τογιοτισμός αντί του μεταφορντισμού. Στην περίπτωση της TOYOTA ο στόχος ήταν να αποκατασταθούν τα ελαττωματικά προϊόντα κατά τη διαδικασία της συναρμολόγησης, δηλαδή οι εργαζόμενοι μπορούσαν να επεμβαίνουν άμεσα στη γραμμή παραγωγής. Η συνεχής βελτίωση των προϊόντων επέφερε αλλαγές και στη σχέση της διεύθυνσης με την εκτελεστική εργασία (μικρότερη σε μέγεθος διεύθυνση, πιο χαλαρή στον έλεγχο, εκτελεστική εργασία με περισσότερες πρωτοβουλίες) μακριά από τεϊλορικές και νέο τεϊλορικές αρχές οργάνωσης της εργασίας. Οι αλλαγές του ιαπωνικού μοντέλου στην εσωτερική δικτύωση ήρθαν παράλληλα με αλλαγές στην εξωτερική δικτύωση της επιχείρησης (χαμηλός βαθμός κάθετης ολοκλήρωσης, ανάθεση τμημάτων της παραγωγής σε θυγατρικές εταιρίες ή σε υπεργολάβους, σημαντικός βαθμός αυτονομίας των υπεργολάβων). Το δεύτερο παράδειγμα είναι η στρατηγική της απέριττης παραγωγής, η οποία πρωτοεφαρμόσθηκε στο ιαπωνικό μοντέλο, και επηρέασε αργότερα τις επιδόσεις ορισμένων κλάδων της αμερικανικής μεταποίησης τη δεκαετία του 1980. Βασίζεται στην αντικατάσταση της κινούμενης ταινίας παραγωγής με ευέλικτα βιομηχανικά συστήματα. Τμήμα της στρατηγικής αυτής είναι ο περιορισμός των αποθεμάτων με την εισαγωγή μεθόδων just in time (το καθετί στην ώρα του) αντί των φορντικών μεθόδων just in case (παραγωγή και αποθέματα σε κατάσταση αναμονής σε περίπτωση που κάτι πάει στραβά). Το τρίτο παράδειγμα είναι αυτό της λεγόμενης Τρίτης Ιταλίας, η οποία συνιστά μια κλασική περίπτωση ευέλικτης ειδίκευσης. Η Τρίτη Ιταλία, σε αντιδιαστολή με τον πλούσιο Βορρά και τον φτωχό Νότο, αποτέλεσε περίπτωση επιτυχούς διάχυτης εκβιομηχάνισης με δίκτυα μικρομεσαίων υπεργολαβικών επιχειρήσεων για λόγους μείωσης του κόστους λειτουργίας και παραγωγής, μεγαλύτερης ευελιξίας, προσαρμοστικότητας, αποφυγής εργατικών εισφορών, περιορισμού απεργιών. Παρά το γεγονός ότι η Τρίτη Ιταλία προβλήθηκε ως παράδειγμα επιτυχούς αντιμετώπισης της κρίσης της δεκαετίας του 1970, τα τελευταία χρόνια έχει αντιστραφεί το ευνοϊκό κλίμα της μεγάλης αύξησης της παραγωγικότητας που χαρακτήριζε την συγκεκριμένη περιοχή την προηγούμενη δεκαετία. (βλ. Α.Λυμπεράκη, Α.Λύτρας) 41 Α. Λυμπεράκη, Α. Μουρίκη, Η Αθόρυβη Επανάσταση, Gutenberg, Αθήνα, 1996, σελ.144. 42 Χάρης Ναξάκης. (1998). «Ανάπτυξη, τεχνολογική μεταβολή και ανεργία». Στο: Μ. Χλέτσος, Δ.Α Κατσορίδας, Χ.Ναξάκης, Η. Ιωακείμογλου, Α. Καρασαββόγλου. Ανεργία Μύθοι και πραγματικότητα. Εναλλακτικές Εκδόσεις,Αθήνα, 1998.31-112. σελ. 97.

22 Στην περίπτωση των χωρών της Νότιας Ευρώπης και της Ελλάδας, οι νέες μορφές απασχόλησης συνδέονται τόσο με τις διαδικασίες της αναδιάρθρωσης όσο και με παλαιότερες μορφές οργάνωσης της παραγωγής. Οι χώρες αυτές διαθέτουν ιδιότυπα κάποια οικονομικά χαρακτηριστικά, ώστε να μιλάμε για ιδιαίτερη περίπτωση ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι η έλλειψη ή η καθυστερημένη βιομηχανοποίηση, η εξάρτησή τους από τον αγροτικό τομέα και τον τουρισμό (αυξημένος τομέας υπηρεσιών), η επικράτηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και το μεγάλο ποσοστό παραοικονομίας και γενικότερα των άτυπων οικονομικών δραστηριοτήτων. Συνεπώς οι νέες μορφές απασχόλησης (ευέλικτες και άτυπες) συνιστούν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των χωρών που μελετάμε καθώς επίσης και το πλαίσιο των υλικών προϋποθέσεων προσέλκυσης μεταναστών κατά τη δεκαετία του 1990. 4.2/ ΕΝΑ ΝΕΟ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΝΟΤΙΑΣ ΕΥΡΩΠΗΣ Η θέση των χωρών αυτών στην νέα οικονομική συγκυρία και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, που είδαμε, τις μετέτρεψαν από εφεδρική δεξαμενή εργατικού δυναμικού για τις αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες σε κύριες χώρες υποδοχής μεταναστών την τελευταία δεκαετία. Τα κοινά χαρακτηριστικά της μετανάστευσης των χωρών αυτών συνοψίζονται στα ακόλουθα: Οι μετανάστες που μετακινούνται προς τις χώρες της Νότιας Ευρώπης χαρακτηρίζονται από ποικιλία και εθνική και κοινωνική ετερογένεια σε αντίθεση με την κατάσταση στις Βορειοευρωπαϊκές χώρες όπου σε κάθε χώρα προορισμού οι ξένοι εργάτες προέρχονταν από λίγες εθνοτικές ομάδες (Πορτογάλοι και Αλγερινοί στη Γαλλία, Τούρκοι και Γιουγκοσλάβοι στην Γερμανία, Ιταλοί στην Ελβετία, Τούρκοι και Μαροκινοί στο Βέλγιο και στην Ολλανδία). Οι περισσότεροι μετανάστες σε αυτές τις χώρες είναι παράνομοι. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας κυρίως των αυστηρών και περιοριστικών πολιτικών από την πλευρά των ευρωπαϊκών κρατών και του αυξανόμενου κύματος των μεταναστών προς τις χώρες αυτές. Οι θέσεις στις οποίες απασχολούνται οι μετανάστες συνδέονται με την μαύρη αγορά εργασίας και την δευτερεύουσα αγορά εργασίας, δηλαδή

23 δραστηριότητες που χαρακτηρίζονται ως άτυπες και συνδέονται με την παραοικονομία. Οι μετανάστες στις χώρες της Νότιας Ευρώπης απασχολούνται στον τομέα των υπηρεσιών και σε εποχικές εργασίες (γεωργία, κατασκευές) και όχι στη βιομηχανία όπως συνέβαινε τις προηγούμενες δεκαετίες στις βορειοευρωπαϊκές χώρες. Η ροή των νέων μεταναστευτικών κυμάτων υπήρξε απρόσκλητη και κάποιες φορές ανεξέλεγκτη και βρήκε τις νέες χώρες υποδοχής απροετοίμαστες ως προς την εκπόνηση και άσκηση μεταναστευτικών πολιτικών με συνέπεια την δημιουργία πολλών προβλημάτων ανάμεσα στον ημεδαπό πληθυσμό και τους νεοεισερχόμενους, παράνομους ή ανεπίσημους μετανάστες.

24 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η ΕΛΛΑΔΑ ΩΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΧΩΡΑ ΥΠΟΔΟΧΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ 1.1/ ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΑΔΡΟΜΕΡΗΣ ΚΑΤΑΤΟΠΙΣΗ Η αναφορά στην διεθνή οικονομική συγκυρία, τόσο των παλαιότερων δεκαετιών όσο και της τρέχουσας, και στη μεταναστευτική πρακτική και εμπειρία, τη διεθνή και την Ελληνική, λειτουργεί ως ερμηνευτικό πλαίσιο για την ανάλυση αλλά και κατανόηση του μεταναστευτικού φαινομένου στην Ελλάδα, το οποίο εξελίχθηκε σε σοβαρό κοινωνικο οικονομικό αλλά και πολιτικό ζήτημα (με σημαντικές προεκτάσεις που ποικίλουν από την αποδοχή και συμπάθεια προς την ετερότητα έως τον υπερπατριωτισμό και την κινδυνολογία) την τελευταία δεκαετία. Αυτό δικαιολογείται από το γεγονός ότι η Ελλάδα μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα μετατράπηκε σε χώρα υποδοχής μεταναστών, σημαντικού αριθμού που φθάνει το 7, με 8% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Στις επόμενες σελίδες θα επιχειρήσουμε να φωτίσουμε πτυχές του μεταναστευτικού φαινομένου στη χώρα μας, και από την πλευρά των μεταναστών με την εξέταση των χαρακτηριστικών τους, των συνθηκών διαβίωσής και απασχόλησής τους, και από την πλευρά του κράτους με την συνοπτική εξέταση του θεσμικού πλαισίου και της μεταναστευτικής πολιτικής που ασκείται. 1.2/ ΑΙΤΙΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΩΝ ΚΥΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Οι βασικότεροι παράγοντες της μετανάστευσης προς την Ελλάδα μπορούν να συνοψιστούν στους ακόλουθους: α) Οι κοινωνικο οικονομικές και πολιτικές αλλαγές στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (Η κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης και η διάλυση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης). Η Ελλάδα έγινε αποδέκτης μεταναστευτικών κινήσεων από αυτή την ευρύτερη περιοχή. Φυσικά μιλάμε για τα μεταναστευτικά ρεύματα, κατά κύριο λόγο, από την Αλβανία και τις υπόλοιπες