ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ



Σχετικά έγγραφα
ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΔΙΑΣΤΗΜΙΚΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ

Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1.

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα).

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες

Γεωδυναµικό Ινστιτούτο Ε.Α.Α. στην Περιφέρεια Πελοποννήοσυ

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ.

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ. Remote Sensing

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 2: Η Ζώνη της Τρίπολης. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

Aξιολόγηση χωρικών αντικειμένων εκτίμηση ζωνών επικινδυνότητας χωροθέτηση αντι- πλημμυρικών

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

Θέρμανση θερμοκηπίων με τη χρήση αβαθούς γεωθερμίας γεωθερμικές αντλίες θερμότητας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 3: Η Ζώνη της Πίνδου. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

Αθανάσιος Λουκάς Καθηγητής Π.Θ. Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Συστημάτων

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ»

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

Ταµιευτήρας Πλαστήρα

Η παράκτια ζώνη και η ανθεκτικότητα στην αύξηση στάθμης της θάλασσας.

Λιθοστρωματογραφία. Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω

Μετεωρολογικό Ραντάρ και πρόγνωση σφοδρών καταιγίδων και πλημμυρών Μιχαήλ Σιούτας

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΓΕΩΦΥΣΙΚΩΝ ΜΕΘΟ ΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ ΥΨΗΛΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ (ΓΕΩΡΑΝΤΑΡ) ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΙΚΤΥΩΝ ΠΟΛΕΩΣ

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη

Οδηγίες Χρήσης. Εισαγωγή. Δεδομένα του Συστήματος

Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε. i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

ΔΙΑΣΤΗΜΙΚΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ ΑΡΓΟΛΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΤΟΣ ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ

Μεταμορφισμός στον Ελληνικό χώρο

ΓΕΩΘΕΡΜΙΑ ΕΝΑΣ ΦΥΣΙΚΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ

Εφαρμογή των σύγχρονων τεχνολογιών στην εκτίμηση των μεταβολών στη παράκτια περιοχή του Δέλτα Αξιού

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΠΕΡΙΜΕΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΡΥΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Κλιματική αλλαγή και συνέπειες στον αγροτικό τομέα

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

Διαχείριση Υδατικών Πόρων και Οικολογική Παροχή στον ποταμό Νέστο

Διαχείριση Φυσικών Κινδύνων

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

Συμπεράσματα Κεφάλαιο 7.

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου.

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ

Γκανούλης Φίλιππος Α.Π.Θ.

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ

ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΛΕΤΗΣ

Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού

Τηλεπισκόπηση και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (ΓΣΠ) στη διαχείριση περιβαλλοντικών κινδύνων πλημμύρες

Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων

Φυσικό Περιβάλλον ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Άσκηση 3: Εξατμισοδιαπνοή

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς

Πολιτικοί Μηχανικοί ΕΜΠ Τεχνική Γεωλογία Διαγώνισμα 10/ ΘΕΜΑ 1 ο (4 βαθμοί)

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Πολυτεχνική Σχολή ΘΕΜΑΤΙΚΗ : ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ

Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ (1) ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Γεωμετρία της παραμόρφωσης και κινηματική ανάλυση της Μεσοελληνικής Αύλακας»

Σημερινές και μελλοντικές υδατικές ανάγκες των καλλιεργειών της δελταϊκής πεδιάδας του Πηνειού

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΣΕΙΣΜΙΚΗΣ ΑΝΑΚΛΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΩΝ Υ ΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΩΝ

Απόδοση θεματικών δεδομένων

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΔΙΑΡΚΗΣ ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ

Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών

Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

ΠΟΛΥΚΛΑΔΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΡΗΓΜΑΤΟΣ ΑΤΑΛΑΝΤΗΣ. Επιστημονικός Υπεύθυνος: Καθηγητής Ευάγγελος Λάγιος

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

Πελοπόννησος. Λεωνίδας Κραλίδης. 1 ο Π.Π.Σ. Α.Π.Θ. Ε

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

«Διερεύνηση υδρολογικής αποκατάστασης της Υπέρειας Κρήνης στην περιοχή Βελεστίνου της Π.Π»

Φ3. Η κορυφή του όρους «Ζας», η οποία δοµείται από µετακροκαλοπαγές. υπόλοιπος ορεινός όγκος απότελείται

Εκτίµηση παχών ασφαλτικών στρώσεων οδοστρώµατος µε χρήση γεωφυσικής µεθόδου

Μετρήσεις εδαφικών μετατοπίσεων στην Θεσσαλική πεδιάδα με χρήση GNSS και σύγκριση με υδρογεωλογικά δεδομένα

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

1.1 ΓΕΝΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΘΕΙΣΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ (GENERAL PROPERTIES OF THE MOTION AREA)

Φαινόµενα ρευστοποίησης εδαφών στον Ελληνικό χώρο Κεφάλαιο 1

Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ

ΑΝΤΙΣΕΙΣΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ - ΣΟΦΑΔΩΝ

Transcript:

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ Τίτλος Μελέτης «Χαρτογράφηση της Εδαφικής Παραμόρφωσης στη περιοχή του νομού Ηλείας με την Χρήση της Διαφορικής Συμβολομετρίας από Δορυφόρους Ραντάρ». Επιστημονικός Υπεύθυνος: Ισαάκ Παρχαρίδης Τελική Έκθεση Αθήνα 2009

Πίνακας περιεχομένων 1. Εισαγωγή 2. Ανθρωπογεωγραφία του Νομού Ηλείας 3. Η γεωλογία της περιοχής 4. Εισαγωγή στη Συμβολομετρία από δορυφόρους ραντάρ 5. Επεξεργασία δεδομένων 6. Δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν 7. Εργασίες πεδίου 8. Συμπεράσματα 9. Ενημέρωση των τοπικών αρχών 10. Ευχαριστίες Βιβλιογραφία Περίληψη στα Αγγλικά

1. Εισαγωγή Στόχος της συγκεκριμένης μελέτης είναι η καταγραφή και παρακολούθηση της εδαφικής παραμόρφωσης στην ευρύτερη περιοχή του Νομού Ηλείας με τη χρήση της μεθόδου της διαφορικής συμβολομετρίας από δορυφορικά συστήματα απεικόνισης της γης ραντάρ SAR/ASAR. Η μελέτη εκπονήθηκε στο τμήμα Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου και στην ερευνητική ομάδα συμμετείχαν οι κάτωθι: Ισαάκ Παρχαρίδης, Λέκτορας (επιστημονικός υπεύθυνος) Κοσμάς Παυλόπουλος, Επ. Καθηγητής Μιχάλης Φουμέλης Υπ. Διδάκτορας Mimoza Milovanovic, αρχικά μεταπτυχιακός και ήδη πτυχιούχος Πηνελόπη Κουρκούλη, μεταπτυχιακός. Η διάρκεια το έργου ήταν 12 μήνες, ξεκίνησε στις 15-1-08 και τελείωσε στις 15-1-09. Το συνολικό ποσό της δωρεάς εκ μέρους του Κοινωφελούς Ι. Λάτσης ανήλθε στα 10.526,32 ευρώ Η παρακολούθηση των εδαφικών αλλαγών επιτρέπει να εντοπιστούν ζώνες με πιθανές επιπτώσεις στις υπερκείμενες κατασκευές και επομένως να ληφθούν μέτρα πρόληψης ή/και μετρίασης των επιπτώσεων. Τα τελευταία 15 χρόνια, η συμβολομετρία από δορυφόρους ραντάρ έχει αποδειχθεί ως ένα χρήσιμο εργαλείο στη καταγραφή και παρακολούθηση της εδαφικής παραμόρφωσης. Η επιλογή του νομού Ηλείας ως ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για την εφαρμογή της συμβολομετρίας από δορυφόρους ραντάρ στηρίχθηκε στο γεγονός ότι η περιοχή παρουσιάζει υψηλή επιδεκτικότητα εδαφικής παραμόρφωσης. Η πιθανή εδαφική παραμόρφωση στη περιοχή μπορεί να αποδοθεί είτε σε φυσικά φαινόμενα όπως οι σεισμοί, οι κατολισθήσεις και παράκτια πύκνωση ιζημάτων ενώ δεν αποκλείονται ανθρωπογενή αίτια π.χ. λόγω υπεράντλησης υπόγειων υδάτων καθώς η περιοχή χαρακτηρίζεται από έντονη γεωργική δραστηριότητα. Η ερευνητική ομάδα έχει αποκτήσει αρκετή εμπειρία σε θέματα εφαρμογών της συμβολομετρίας ραντάρ τα τελευταία χρόνια είτε στην Ελλάδα όπως το ερευνητικό έργο:

Continuous Risk Assessment of Structures and Plants in Areas of Ground Deformation Susceptibility by Space-based SAR/ASAR Interferometry (2007-2009, Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαστήματος) είτε στο εξωτερικό όπως το έργο: Ground deformation monitoring in Suez Canal area and related risks by using space techniques (Bibliotheca Alexandrina, Egypt, The Center for Special Studies and Programs, 2009-10) Τα βασικά στάδια της του έργου ηταν Ι. Η συλλογή δεδομένων ανθρωπογεωγραφικών, γεωλογικών κλπ για τον νομό. ιι. Η επιλογή των κατάλληλων εικόνων SAR και ASAR για την χρονική περίοδο 1992-2008. ιιι. Πρώτη επίσκεψη στη νομό Ηλείας και συναντήσεις με ειδικούς στην νομαρχεία και τον δήμο Αρχ. Ολυμπίας. iv. Επεξεργασία των δεδομένων ραντάρ για την δημιουργεία των χαρτών εδαφικής παραμόρφωσης v. Δεύτερη επίσκεψη στην περιοχή με σκοπό την ενίσχυση της ερμηνείας και επαλήθευση των αποτελεσμάτων. Παρουσίαση των αποτελεσμάτων σε σύσκεψη με τον Νομάρχη, τον αντινομάρχη και διευθυντές υπηρεσιών. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε αφορά την συμβατική συμβολομετρία για την καταγραφή της συν-σεισμικής παραμόρφωσης και την συμβολομετρία των σταθερών ανακλαστήρων (μέθοδος αλγοριθμού IPTA) για την παρακολούθηση του χαμηλού ρυθμού παραμόρφωσης στο χρόνο. Το τελικά προϊόντα είναι χάρτες μέσης ετήσιας ταχύτητας εδαφικής παραμόρφωσης για την περιοχή. Η εισαγωγή των δεδομένων αυτών σε ένα γεωγραφικό σύστημα πληροφοριών και ο συνδυασμός τους με εικόνες πολύ υψηλής ανάλυσης και στοιχεία που συλλεχθηκαν από τις επιτόπιες παρατηρήσεις επέτρεψε την εκτίμηση του κινδύνου σε σχέση με τα σημαντικότερα αστικά κέντρα της περιοχής καθώς και με ευαίσθητες υποδομές όπως φράγματα και κυρίως αρχαιολογικούς χώρους όπως της Αρχαίας Ολυμπίας.. Τέλος η ερευνητική ομάδα ευχαριστεί θερμά το Κοινωφελές Ίδρυμα Ι. Λάτση για την οικονομική στήριξη της μελέτης αυτής καθώς και το προσωπικό του ιδρύματος για την βοήθεια και κατανόηση που έδειξε σε όλη την διάρκεια του έργου.

2. Ανθρωπογεωγραφία του Νομού Ηλείας Ο νομός Ηλείας συνορέυει Β-ΒΑ με τον Νομό Αχαϊας, ανατολικά με τον Νομό Αρκαδίας, νότια με τον Νομό Μεσσηνίας και δυτικά βρέχεται απο το Ιόνιο Πέλαγος. Ο νομός Ηλείας υπάγεται στην Περιφέρεια της Δυτικής Ελλάδας, έχει έκταση 2.618 km 2 με πληθυσμό 193.429 κατοίκους και με μέση πυκνότητα πληθυσμού 74 κατ./ km 2. Η αγροτική έκταση του Νομού είναι 2,301 km 2 με αγροτικό πληθισμό 111,288 κατοίκους, ενώ η αστική έκταση ανέρχεται στα 317 km 2 με αστικό πληθισμό 82,141 κατοίκους. Ο πληθυσμός στη τελευταία απογραφή καταγράφηκε σε ποσοστό 58% ως αγροτικός, 24,8% ως αστικός και 18,3% ως ημιαστικός και από γεωγραφικής κατανομής η υψηλότερη συγκέντρωση παρατηρείται στα αστικά κέντρα και τα πεδινά. Πρωτεύουσα του Νομού αποτελεί ο Πύργος με πληθυσμό 23.000 κατοίκους, ανήκει στον μεγαλύτερο δήμο με πληθυσμό 35.000 κατοικους σε έκταση 170,866 km 2. Τα σημαντικότερα αστικά κέντρα του Νομού Ηλείας είναι τα ακόλουθα: η Αμαλιάδα με πληθυσμό 20.000 κατοίκους, ανήκει στον ομόνυμο δήμο, με έκταση 251,988 km 2 και πληθισμό 32.000 κατοίκους, τα Κρέστενα τα οποία ανήκουν στο Δήμο Σκιλλούντος, με πληθυσμό 15.931 κατοίκους με έκταση 194 km 2, η Ζαχάρω υπάγεται στον ομόνυμο δήμο, με πληθυσμό 12.910 και έκταση 187 km 2, η Γαστούνη ανήκει στον ομόνυμο δήμο, ο οποίος καλύπτει έκταση 59 km 2 και ο πληθυσμός του ανέρχεται στους 11.532 κατοίκους, ο Δήμος Βουπρασίας με πληθυσμό 11.204 με έκταση 170 km 2 και ο Δήμος της Ολυμπία με συνολική έκταση 178 km 2 και πληθυσμό 11.069 κατοίκους. Στο Νομό Ηλείας ανήκουν και οι αρχαιολογικοί χώροι της Αρχαίας Ολυμπίας με έκταση 4 km 2 και Ήλιδας με έκταση 6 km 2. Η μορφολογία του εδάφους προσδιορίζεται από πεδινές εκτάσεις που σχηματίζουν την πεδιάδα της Ηλείας, η οποία είναι η μεγαλύτερη της Πελοποννήσου, επίσης τις περιάδες της Αμαλιάδας, Λεχαινών, Μανωλάδας και Ολυμπίας. Σύμφωνα με τη ΕΣΥΕ, 2,301 km 2 αποτελούν αγροτική έκταση, 316 km 2 είναι αστική έκταση, ενώ 1,516 km 2 είναι πεδινά, 554 km 2 είναι ημιορεινά και 546 km 2 ορεινά ανάγλυφα. Οι σημαντικότεροι ορεινοί όγκοι βρίσκονται στα δυτικά του νομού με υψηλότερη κορυφή τη Λαμπεία (1.797 μ.), ακολουθούν η Μίνθη (1.345 μ), η Φολοή (780 μ) και ο Λάπιθας (773μ). Το υδρογραφικό δίκτυο αποτελείται κυρίως από τους ποταμούς Αλφειό και Πηνειό, καθώς και απο τους ποταμούς Νέδα και Λάδωνα. Η έκταση της λεκάνης απορροής του ποταμού Αλφείου είναι 3,600 km 2 και το συνολικό μήκος του ανέρχεται σε 110 km. Πηγάζει απο το όρος Πάρνωνα. Ο Αλφειός και ο Πηνειός αξιοποιούνται κυρίως στη άρδευση των γεωργικών εκτάσεων.

Το υδρογραφικό δίκτυο στην περιοχή του Δήμου Ολύμπίας αποτελείται απο τον ποταμό Κλαδέα, ο οποίος πηγάζει απο το όρος Φολοής, και ανήκει στην υδρολογική λεκάνη του ποταμού Αλφείου. Χαρακτηρίζεται απο την παρουσία σημαντικού αριθμού υδατορευμάτων και χειμάρρων με τελικό αποδέκτη τον ποταμό Αλφείο. Ο ποταμός Πηνειός πηγάζει απο το βουνό Ερύμανδος. Για την αξιοποίηση του έχει κατασκευαστεί η τεχνητή λίμνη (φράγμα) του Πηνειού. Τα χαρακτηριστικά του φράγματος του Πηνειού είναι τα ακόλουθα: έχει ύψος που φτάνει τα 100 m, το μήκος του είναι 2.200 m, το ύψος του πυθμένα της τεχνητής λίμνης είναι 50 m και η κατώτερη στάθμη της ανέρχεται στα 56 m, και ο συνολικός όγκος του νερού φτάνει τα 55 10 6 km 3. Οι παροχές του νερού στο Φράγμα του Πηνειού για την περίοδο 2000-2008 κυμαίνονταν μεταξύ 54 10 6 km 3 εως 326 10 6 km 3. Στο υδρολογικό δίκτυο του Νομού Ηλείας συμβάλλουν η λίμνη του Καϊάφα, η τεχνιτή λίμνη του Πηνειού καθώς και η λιμνοθάλασσα Κοτύχι. Η λιμνοθάλασσα αποτελεί σημαντικό υδροβιότοπο, ο οποίος φυλοξενεί πολλά είδη πανίδας και χλωρίδας με αποτέλεσμα να προστατέυεται απο την συνθήκη Ramsar. Παλιότερα υπήρχαν και οι λίμνες Μουργιά και Αγουλινίτσα οι οποίες αποξηράνθηκαν και έχουν μεταπτραπεί σε καλλιέργειες και αεροδρόμιο αντίστοιχα. Το κλίμα στη περίοχη χαρακτηρίζεται απο ήπιους χειμώνες, άφθονες βροχοπτώσεις, σχετικά μικρή νέφωση και μεγάλη ηλιοφάνεια. Η μείωση των βροχοπτώσεων και των χιονοπτώσεων στα ορεινά, τα τελευταία χρόνια, έχει ως αποτέλεσμα την μείωση των αποθεμάτων νερού στα φράγματα, τα οποία χρησιμοποιούνται μόνο για άρδευση, και τον μη εμπλουτισμό με τις απαραίτητες ποσότητες για την συντήρηση του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα. Η χρήση της γης στον Νομό Ηλείας όσο αφορά τις αγροτικές εκμεταλλέυσεις της γης ειναι: ετήσιες καλλιέργιες 442.000 στρ., δεντρώσεις καλλιέργιες 334.000 στρ, αμπέλια 54.000 στρ., λαχανόκηποι 3,000 στρ., φυτώρια 44 στρ. και τέλος μόνιμα λιβάδια και βοσκοτόπια 104.000 στρ. Απο το φράγμα του Πηνειού αδρεύονται οι εξής καλλιέριες: 226 στρ. βαμβάκι, μηδική 11.154 στρ., καλαμπόκι 59.206 στρ., δέντρα 8.308 στρ., αμπέλια 71 στρ., κηπευτικά 28.180 στρ. και λοιπά 741 στρ. Παρατηρίται υπερκαταλάλωση νερού για την περίοδο 2007-08 η οποία οφείλεται στις διαροές λόγω ατελειων του δικτίου, στην μη ορθολογική χρήση απο του αρδευτές και στις υψηλές θερμοκρασιές καθώς και στη μεγάλη διαρκειά τους. Η στροφή στη χρήση νερού από γεωτρήσεις για άρδευση σε συνδυασμό με την μη αναπλήρωση των ποσοτήτων που αντλούνται λόγω της ξηρασίας αυξάνει τον κίνδυνο καθιζήσεων όπως συμβαίνει σε άλλες αντίστοιχες περιοχές π.χ. λεκάνη της Θεσσαλίας.

Οι οικονομικές δρασητριότητες οι οποίες αναπτύσσονται στον νομό σε μεγαλύτερο ποσοστό αφορούν τον πρωτογενή τομέα και στηρίζονται στις καλλιέργιες των δημιτριακών, του ρυζιού, του βαμβάκιου, της σταφίδας, των εσπεροειδών, της ελιάς, των κηπευτικών και λαχανικών. Σημαντικό εισόδημα προσφέρει και η παραγωγή του ελαιολάδου, η κτηνοτροφία, η αλιεία καθώς και οι επεξεργασία των αγροτικών προϊόντων. Επιπλεόν είναι αναπτυγμένος και ο τριτογενής τομέας με τις υπηρεσίες του τουρισμού, χάρη του φυσικού κάλλους (ακρογιαλιές, ιαματικές πηγες, λίμνες, ποτάμια) και της αρχαιολογικής σημασίας (οι χώροι της Ολυμπίας και Ήλιδας) του νομού.

3. Η γεωλογία της περιοχής Η περιοχή μελέτης καταλαμβάνει το δυτικό τμήμα της Πελοποννήσου και εντοπίζεται σε απόσταση περίπου 55 χμ από την Ελληνική ζώνη καταβύθισης μεταξύ της Αφρικανικής και της Ευρωπαϊκής πλάκας. Η γεωμετρία της βυθιζόμενης πλάκας είναι σε γενικές γραμμές ομαλή στην περιοχή αυτή. Γενικά η Δυτική Πελοπόννησος χαρακτηρίζεται από την παρουσία μεγάλων νεοτεκτονικών δομών που αντιστοιχούν είτε σε τεκτονικά βυθίσματα (graben) είτε σε τεκτονικά κέρατα (horsts) (Εικ. 1). Αυτές οι δομές οριοθετούνται από ζώνες διάρρηξης με διεύθυνση Α-Δ και ΒΒΔ-ΝΝΑ δημιουργώντας ένα σύνθετο μωσαϊκό με ιδιαίτερα νεοτεκτονικά, δομικά και χαρακτηριστικά εξέλιξης για κάθε ένα από τα τμήματα του. Η περιοχή της Ηλείας στην δυτική Πελοπόννησο αντιστοιχεί σ ένα μεγάλο τεκτονικό βύθισμα πρώτου βαθμού κοντά στην ζώνη καταβύθισης. Το βύθισμα της Ηλείας οριοθετήται στα βόρεια από το τεκτονικό κέρατο του Ερύμανθου ανατολικά και νότια από τα αντίστοιχα της Τρόπεας και Λάπηθα. Το εμβαδόν του βυθίσματος της Ηλείας είναι περίπου 1.500 τετρ. χιλ. αποτελούμενο από μετα-αλπικές αποθέσεις ηλικίας Αν. Μειόκαινου-Ολόκαινου με μέγιστο πάχος περίπου 3.000 μ. Εικόνα 1. Γεωλογικός χάρτης της Δυτικής Πελοπονήσου (Papanikolaou et al. 2007)

Εικόνα 2. Νεοτεκτονιοκός χάρτης της Ηλείας με τα σημαντικότερα ρήγματα και ρηξιγενής ζώνες (Lekkas et al. 2000) Οι γεωλογικοί σχηµατισµοί που εμφανίζονται στην περιοχή έρευνας Αμαλιάδας, Πύργου Κατάκολου και Ολυμπίας-Ζαχάρως, διαχωρίζονται στις παρακάτω ενότητες : α. Στην ενότητα των μεταλπικών σχηµατισµών που κυρίως αποτελούνται: 1. από ιζηματογενείς ακολουθίες παράκτιων, αλλουβιακών (ποταμοχειμάρριων), πλευρικών κορημάτων και κολλουβιακών αποθέσεων του Τεταρτογενούς: 2.από Νεογενείς λιμναίες και θαλάσσιες αποθέσεις β. Στην Ενότητες των αλπικών σχηµατισµών που διαδοχικά και χωρικά ανήκουν στην 1. Ιόνια ζώνη, 2.τη ζώνη Γαβρόβου -Τρίπολης, και 3. τη ζώνη Ωλονού - Πίνδου, Οι αλπικοί σχηµατισµοί καταλαµβάνουν το ορεινό τµήµα του διαµερίσµατος που είναι και το µεγαλύτερο, τα Πλειοκαινικά και Πλειστοκαινικά ιζήµατα την ηµιορεινή και λοφώδη περιοχή και οι πρόσφατες χαλαρές Ολοκαινικές αποθέσεις καλύπτουν τις πεδινές εκτάσεις των λεκανών των ποταµών και της παραλιακής ζώνης. α. Μεταλπικοί σχηµατισµοί 1.Τεταρτογενείς αποθέσεις Οι τεταρτογενείς σχηµατισµοί διακρίνονται Στις Ολοκαινικές ποτάµιες και χειµάρρειες αποθέσεις, τα χαλαρά πλευρικά κορήµατα των κλιτύων, τους κώνους κορηµάτων, τις αλλουβιακές αποθέσεις, καθώς επίσης και τις θαλάσσιες σύγχρονες παράκτιες αποθέσεις.

Τις Πλειστοκαινικές αποθέσεις άμμων, κροκαλοπαγών, αργίλων, θαλάσσιας φάσης. Οι ολοκαινικές και πλειστοκαινικές αποθέσεις παρουσιάζουν µεγάλη έκταση στο κάτω ρου των ποταµών Αλφειού και Πηνειού και συνίσταται κυρίως από άµµους, χαλίκια και αργίλους. Οι Πλειοκαινικές αποθέσεις, αντιπροσωπεύουν κατά το µεγαλύτερο ποσοστό λιµνοθαλάσσιες φάσεις. Αποτέθηκαν ασύµφωνα στο τέλος των αλπικών πτυχώσεων πάνω σε παλαιοτέρους σχηµατισµούς. Η δηµιουργία ρηγµάτων κατά τη διάρκεια της αλπικής ορογένεσης αποτέλεσαν αιτία δηµιουργίας τεκτονικών τάφρων, µέσα στις οποίες αποτέθηκαν ιζήµατα που προέρχονταν από γειτονικές υψηλότερες περιοχές. Αποτέλεσµα των διάφορων κατακόρυφων κινήσεων (καταβύθιση - ανάδυση) ήταν η εναλλαγή ιζηµάτων θαλάσσιας φάσης µε ιζήµατα λιµναίας φάσης και ορισµένες φορές χερσαίας φάσης. Τα ιζήµατα αποτελούνται από εναλλαγές στρωµάτων µαργών, αργίλων, άµµων, κροκαλοπαγών και χαλικιών. Ορισµένα από τα ιζήµατα αυτά µετατράπηκαν µε τη διεργασία της διαγένεσης σε ασβεστοψαµµίτες, οι οποίοι όµως έχουν µικρό πάχος και έκταση. Β. Αλπικοί και προαλπικοί σχηματισμοί Ιόνια Ζώνη Στην Ιόνια ζώνη περιλαμβάνεται και η ημιμεταμορφωμένη σειρά των Πλακωδών Ασβεστόλιθων ή σειρά των Plattenkalk. Η Ιόνια ζώνη αποτελούσε μία υποθαλάσσια αύλακα, η οποία παρεμβαλλόταν ανάμεσα στο υποθαλάσσιο ύβωμα της Απούλιας ζώνης (δυτικά) και στο ύβωμα Γαβρόβου-Τρίπολης (ανατολικά). Στην περιοχή των Ιόνιων νησιών, η Ιόνια ζώνη είναι επωθημένη προς τα δυτικά πάνω στη ζώνη των Παξών, ενώ προς τα ανατολικά πάνω στη ζώνη αυτή βρίσκεται επωθημένη η ζώνη της Πίνδου. Αντίθετα, νοτιότερα στο χώρο της Πελοποννήσου- Κρήτης και άλλων νησιών, οι σχηματισμοί της Ιόνιας ζώνης είναι ημιμεταμορφωμένοι και συνιστούν τη σειρά των Plattenkalk. Η ιζηματογένεση στον παλαιογεωγραφικό χώρο της Ιόνιας ζώνης από το Τριαδικό μέχρι και την απόθεση του φλύσχη (Ανώτερο Ηώκαινο- Κατώτερο Μειόκαινο) ήταν συνεχής, με μοναδική εξαίρεση την κατά θέσεις και για μικρό σχετικά διάστημα χέρσευση της περιοχής κατά το Μέσο-Ανώτερο Ιουρασικό, με αποτέλεσμα την παρουσία μιας κατά περιοχές στρωματογραφικής ασυμφωνίας στην επαλληλία των στρωμάτων της Ιόνιας ζώνης.

Οι σχηματισμοί της στρωματογραφικής επαλληλίας της Ιόνιας ζώνης, από τους παλαιότερους προς τους νεότερους, είναι οι παρακάτω: Εβαπορίτες (ανυδρίτης γύψου και ορυκτό αλάτι), που αποτέθηκαν σε μία στενή και επιμήκη λεκάνη του Καρνίου.Πολλές φορές συνοδεύονται από ασβεστολιθικά λατυποπαγή. Το μέγιστο πάχος των εβαποριτών είναι 1600 μ., και μειώνεται προς το Βορρά κατά μήκος του άξονα της λεκάνης. Το Ανώτερο Τριαδικό αντιπροσωπεύεται από μαύρους υπολιθογραφικούς ασβεστόλιθους, που επίκεινται στην κύρια μάζα των εβαποριτών, τους Α σ β ε σ τ ό λ ι θ ο υ ς Φ ο υ σ τ α π ή δ η μ α. Σε αυτούς διαπιστώθηκε το απολίθωμα Cardita gumgeli, το οποίο χαρακτηρίζει το Κάρνιο. Προς τα πάνω ακολουθούν άστρωτοι δολομίτες του Κατώτερου Νορίου, χωρίς απολιθώματα, με πάχος μερικές φορές αρκετά εκατοντάδες μέτρα. Ακολουθούν νηριτικοί ασβεστόλιθοι, μερικώς δολομιτιωμένοι, κυρίως άστρωτοι, οι Α σ β ε σ τ ό λ ι θ ο ι τ ο υ Π α ν τ ο κ ρ ά τ ο ρ α. Το συνολικό τους πάχος είναι έως 1500 μ. και καλύπτουν το στρωματογραφικό εύρος Ανώτερο Τριαδικό - Κατώτερο Λιάσιο. Το Μέσο Λιάσιο αντιπροσωπεύεται από τους Α σ β ε σ τ ό λ ι θ ο υ ς Σ ι ν ι ώ ν, που είναι καλά στρωμένοι και φέρουν πυριτόλιθους. Δεν περιέχουν απολιθώματα και το πάχος τους κυμαίνεται από λίγα έως 200 μ. Το Ανώτερο Λιάσιο (Τοάρσιο) και το Κατώτερο Δογγέριο (Κατώτερο Βαγιώσιο) παρουσιάζεται με δύο φάσεις: α)την αξονική περιοχή από κιτρινοπράσινους σχιστώδεις μαργαϊκούς ασβεστόλιθους με παρενστρώσεις μαύρων κερατολίθων, τους Κ α τ ώ τ ε ρ ο υ ς π υ ρ ι τ ι κ ο ύ ς σ χ ι σ τ ό λ ι θ ο υ ς μ ε P o s I d o n I a. Το συνολικό τους πάχος κυμαίνεται από λίγα έως 100 μ. β)τις περιθωριακές περιοχές από κόκκινους λεπτοπλακώδεις ασβεστόλιθους με πυριτόλιθους και Αμμωνίτες, το A m m o n i t i c o r o s s o, με ενστρώσεις μαργών. Το πάχος τους φτάνει μερικές φορές τα 35 μ. Στη συνέχεια, προς τα πάνω, απαντάται ένας χαρακτηριστικός ορίζοντας από λεπτοστρωματώδεις ασβεστόλιθους με πυριτόλιθους, που περιέχουν Filaments, Ακτινόζωα και Αμμωνίτες του Βαγιώσιου (Μέσο Δογγέριο). Οι ασβεστόλιθοι αναφέρονται ως Ε ν δ ι ά μ ε σ ο ι α σ β ε σ τ ό λ ι θ ο ι μ ε F i l a m e n t s. Στο Ανώτερο Δογγέριο απαντώνται πυριτικά στρώματα, με πάχος έως και 60m, που περιάχουν Posidonomya alpina και είναι γνωστά ώς Α ν ώ τ ε ρ ο ι π υ ρ ι τ ι κ ο ί σ χ ι σ τ ό λ ι θ ο ι μ ε P o s I d o n I a.

Πάνω στα στρώματα του Ανώτερου Δογγέριου αναπτύσσονται σε όλη την έκταση της Ιόνιας ζώνης οι Α σ β ε σ τ ό λ ι θ ο ι Β ί γ λ α ς, οι οποίοι είναι λεπτοπλακώδεις πελαγικοί ασβεστόλιθοι, με ενστρώσεις πυριτολίθων, χρώματος γκρίζου και μερικές φορές κοκκινωπού. Το πάχος τους κυμαίνεται από λίγα έως 700 μ. Το στρωματογραφικό τους εύρος κυμαίνεται από το Ανώτερο Ιουρασικό έως το Κατώτερο Σενώνιο. Οι Α σ β ε σ τ ό λ ι θ ο ι Β ί γ λ α ς συνεχίζονται προς τα πάνω με πελαγικούς λατυποπαγείς ασβεστολίθους του Ανώτερου Σενωνίου. Το πάχος τους κυμαίνεται από 50-500 μ. Με ομοφωνία στρώσης πάνω από τον προηγούμενο ορίζοντα, αναπτύσσονται ασβεστόλιθοι, επίσης πελαγικοί και λατυποπαγείς του Παλαιόκαινου-Ανώτερου Ηώκαινου (Πριαμπόνιου), με πάχος 100-500 μ. Η έναρξη της απόθεσης του φλύσχη στην Ιόνια ζώνη γίνεται στο Ανώτερο Ηώκαινο (Πριαμπόνιο). Από λιθοφασική άποψη, το κατώτερο τμήμα του φλύσχη είναι ψαμμιτομαργαϊκό με παρεμβολές μαργαϊκών και οργανογενών ασβεστόλιθων. Στη συνέχεια, προς τα πάνω, στην περιοχή της Εσωτερικής Ιόνιας ζώνης, το ανώτερο τμήμα του φλύσχη είναι με περισσότερα μαργαϊκά και αργιλικά στρώματα και έχει ακουϊτάνια ηλικία. Αντίθετα στο δυτικό τμήμα της Ιόνιας ζώνης ο φλύσχης συνεχίζεται με μικρό πάχος στρωμάτων και στο Βουρδιγάλιο. Η ζώνη Γαβρόβου Τρίπολης Ο χώρος στον οποίο αποτέθηκαν τα ιζήματα της ζώνης Γαβρόβου-Τρίπολης, αποτελούσε ένα τεράστιο υποθαλάσσιο ύβωμα που χώριζε την Ιόνια από την Πινδική αύλακα. Στο χώρο αυτόν, από το Μέσο-Ανώτερο Τριαδικό μέχρι και το Ηώκαινο, λάμβανε χώρα νηριτική και υφαλογόνα ιζηματογένεση με ασβεστόλιθους και δολομίτες, με τοπικές ανωμαλίες.οι ασβεστόλιθοι που αποτέθηκαν είναι σκοτεινοίτεφροί έως μαύροι, κατά τόπους λατυποπαγείς και πλούσιοι σε απολιθώματα. Μία ενδο-ηωκαινική εμφάνιση μικρών βωξιτικών οριζόντων στο όρος Κλόκοβα και το ακρωτήριο Αρτεμίσιο, δείχνει ότι η ζώνη αυτή εχέρσευσε για ένα μικρό διάστημα και στη συνέχεια ξαναβυθίστηκε. Η ζώνη Γαβρόβου-Τρίπολης τόσο στη Δυτική Ηπειρωτική Ελλάδα, όσο και στην εξωτερική (δυτική) παρυφή της στην Πελοπόννησο, αναπτύσσεται στο μέτωπο του τεκτονικού καλύμματος της ζώνης Πίνδου. Αντίθετα, στην υπόλοιπη Πελοπόννησο και σε άλλες περιοχές,οι σχηματισμοί της ζώνης αυτής βρίσκονται τεκτονικά κάτω από το κάλυμμα της Πίνδου.

Ο ορογενετικός τεκτονισμός της ζώνης Γαβρόβου-Τρίπολης, έλαβε χώρα κατά το Τριτογενές. Κατά το διάστημα αυτό επωθήθηκε το πινδικό τεκτονικό κάλυμμα πάνω στο ανατολικό τμήμα της ζώνης Γαβρόβου-Τρίπολης. Από το Ανώτερο Ηώκαινο έως το Κατώτερο Μειόκαινο, στην περιοχή λάμβανε χώρα έντονη καταβύθιση οπότε και αποτέθηκε ο φλύσχης (πάχος 2000 μ). Είναι μαργαϊκός και περιέχει μεγάλες κροκάλες κερατολίθων, οι οποίες προέρχονται από τη ζώνη Πίνδου. Ο φλύσχης τοποθετείται σύμφωνα επί της ασβεστολιθικής πλατφόρμας. Υπάρχουν όμως θέσεις όπου πιστοποιήθηκε ένα παλαιοανάγλυφο (π.χ. όρος Κλόκοβα). Επίσης σε άλλες θέσεις, κροκάλες από Ηωκαινικούς ασβεστολίθους βρίσκονται μέσα σε αποθέσεις του φλύσχη. Η νεοτεκτονική δομή του Κυπαρισσιακού κόλπου περιλαμβάνει διαδοχικά τεκτονικά κέρατα και βυθίσματα και η δομή αυτή εκτείνεται από το όρος Κυπαρισσία μέχρι και τη χερσόνησο του Κατάκολου και της τεκτονικής ζώνης του Βουνάργου. Ξεκινώντας από νότια το όρος της Κυπαρισσίας (1.225 μ.) αντιπροσωπεύει ένα νεοτεκτονικό κέρας ανυψωμένο και αποτελείται από τους αλπικούς σχηματισμούς της ζώνης της Πίνδου. Εικόνα 3. α. Χάρτης της λεκάνης του Πύργου (Ηλεία) οποίος περιλαμβάνει τα σημαντικότερα ρήγματα της περιοχής, β. Συνοπτική στρωματογραφική κολώνα (Koukouvelas et al. 1996 Τα ιζήματα της λεκάνης θα ταξινομούνται σε δύο συστήματα.

Το κατώτερο σύστημα ιζημάτων αποτελούμενο από τους θαλάσσιους και λιμναίους σχηματισμούς της Πλατάνας και του Βουνάργου. Το ανώτερο σύστημα ιζημάτων αποτελούμενο από τρείς σχηματισμούς και συγκεκριμένα τα ποταμο-λιμναία ιζήματα ττου σχηματισμού της Ολυμπίας, τα κροκαλοπαγή του Ερύμανθου και τα ιζήματα του σχηματισμού Αλφειού. Τα μετα-αλπικά αυτά ιζήματα καλύπτουν ασύμφωνα τις αλπικές ενότητες. Βασικό ρόλο στην ανάπτυξη των μεταλπικών ενοτήτων έπαιξε η έντονη σεισμική δραστηριότητα. Ένας μεγάλος αριθμός ρηγμάτων εντοπίζονται στην περιοχή, μερικά από τα οποία ήταν ενεργά σε περασμένους νεοτεκτονικούς περιόδους ενώ άλλα είναι ενεργές δομές του Ολόκαινου (Εικ. 2). Η καταγεγραμμένη σεισμική δραστηριότητα η οποία είναι από τις υψηλότερες στον ελλαδικό χώρο καταδεικνύει ότι η περιοχή υφίσταται έντονη τεκτονική παραμόρφωση. Η λεκάνη του Πύργου αναπτύχθηκε ως μια σύνθετη λεκάνη υπό την επίδραση ρηγμάτων με ΒΔ και ΒΑ διεύθυνση (Εικ. 3). Τα ρήγματα Πλειοκαινικής ηλικίας αναγνωρίζονται ως ρήγματα έντονα διαβρωμένα ή τυφλά ρήγματα. Ένα νεότερο σύστημα ρηγμάτων του κατώτερου τεταρτογενούς δημιουργεί ασύμμετρο βύθισμα ΔΒΔ διεύθυνσης. Στις 26 Μαρτίου 1993 έλαβε χώρα σεισμός (Ms=5.2). Οι ζημιές επεκτάθηκαν σε μια περιοχή περίπου 15 χλ. γύρω από την πόλη του Πύργου.

4. Συμβολομετρία Ραντάρ Ενεργοί Δορυφόροι Ενεργά συστήματα είναι εκείνα που καταγράφουν ηλεκτρομαγνητικά κύματα που εκπέμπονται από εξωτερική πηγή ή από το ίδιο το όργανο καταγραφής. Συνήθως, το σύστημα καταγραφής είναι αυτό που εκπέμπει την ακτινοβολία προς την επιφάνεια της Γης και στην συνέχεια ανακλάται, επιστρέφει και καταγράφεται η «ηχώ» του σήματος από το ίδιο το σύστημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου τύπου είναι τα Ραντάρ που εκπέμπουν στην περιοχή του μικροκυματικού ηλεκτρομαγνητικού φάσματος. Ένα σύστημα Ραντάρ δεν κοιτάζει προς το ναδίρ, αλλά προς τα κάτω και πλαγίως (Εικ. 4). Εικόνα 4. Γεωμετρία σάρωσης ενός συστήματος Ραντάρ. Το κυριότερο πλεονέκτημά τους είναι η ικανότητα της ακτινοβολίας να διαπερνά τα σύννεφα, καθώς επίσης και η ικανότητα να καταγράφει την ακτινοβολία υπό όλες τις καιρικές συνθήκες (γι αυτό τον λόγο ονομάζονται και συστήματα παντός καιρού). Εισαγωγή στην συμβολομετρία Η τεχνική της συμβολομετρίας έχει σημειώσει σημαντική ανάπτυξη τα τελευταία 15 χρόνια και έχει γίνει μία από τις πιο χρήσιμες μεθόδους ανίχνευσης και παρακολούθησης της παραμόρφωσης του εδάφους. Η παραμόρφωση της γήινης επιφάνειας μπορεί να οφείλεται είτε σε φυσικά αίτια, όπως σεισμούς, καθιζήσεις,

κατολισθήσεις κτλ., είτε σε ανθρωπογενή αίτια, όπως άντληση υπόγειων υδάτων, ύπαρξη ορυχείων, κατασκευή συράγγων κτλ. Όσον αφορά το τεχνικό μέρος της συμβολομετρίας, βασική προϋπόθεση είναι η απόκτηση δύο εικόνων ραντάρ μιας συγκεκριμένης περιοχής, οι οποίες έχουν αποκτηθεί από δύο ελαφρώς διαφορετικές θέσεις στο διάστημα (δηλαδή στο χώρο) ή στο χρόνο. Συνεπώς, όταν ένα αντικείμενο παρατηρείται κάτω από δύο ελαφρώς διαφορετικές γωνίες, με αυτό τον τρόπο μπορεί να υπολογιστεί το υψόμετρο και επομένως είναι επιτρεπτή η τρισδιάστατη αναπαράσταση της εικόνας. Οι εικόνες Ραντάρ αποτελούνται τόσο από το εύρος (amplitude) όσο και από την φάση (Εικ. 5). Η φάση κυμαίνεται μεταξύ 0 και 2π. - Μήκος Κύματος Εύρος (Amplitude) Φάση (Phase) 0 /2 3 /2 0 /2 2 Εικόνα 5. Διάγραμμα της φάσης και του μήκους κύματος. Πηγή: GAMMA Remote Sensing Στη συμβολομετρία το εύρος (amplitude) του σήματος του Ραντάρ και η φάση δίνουν χρήσιμες πληροφορίες για τις εφαρμογές της τηλεπισκόπησης. Η συμβολομετρική φάση, είναι η διαφορά φάσης μεταξύ δύο εικόνων οι οποίες έχουν ληφθεί από ελαφρώς διαφορετικές θέσεις, συμπεριλαμβανομένου της «πληροφορίας της γεωμετρίας». Μια επιμέρους σημαντική τεχνική της συμβολομετρίας είναι η διαφορική συμβολομετρία. Με την χρήση της διαφορικής συμβολομετρίας (DInSAR) μπορούν να παραχθούν χάρτες παραμόρφωσης που οφείλονται σε γεωφυσικά αίτια. Ένα απλό παράδειγμα ενός συμβολομετρικού SAR ζευγαριού εμφανίζεται στην παρακάτω εικόνα (Εικ. 6), στην οποία δύο κεραίες Ραντάρ (SAR 1 και SAR 2) παρατηρούν ένα αντικείμενο-στόχο από δύο διαφορετικές θέσεις στο διάστημα.

Εικόνα 6. Παρατήρηση ενός στόχου από διαφορετικές Πηγή: GAMMA Remote Sensing θέσεις. Τα συστήματα των Ραντάρ Συνθετικού Ανοίγματος (SAR) λειτουργούν στα φασματικά κανάλια των ραδιοφωνικών και των μικροκυμάτων και ανιχνεύουν την ανακλώμενη ή ακτινοβολούμενη ενέργεια από την επιφάνεια της Γης. Ένα ενεργό σύστημα Ραντάρ εκπέμπει παλμούς ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας μικρής διάρκειας και καταγράφει τις επιστροφές τους (ποσό επιστρέφουσας σκεδασμένης ακτινοβολίας) από τους στόχους της επιφάνειας. Παρέχοντας τη δική τους ακτινοβολία, λειτουργούν εντελώς ανεξάρτητα από το ηλιακό φωτισμό. Επιπλέον, καθώς η ατμοσφαιρική απορρόφηση και σκέδαση είναι ελάχιστες στην ζώνη των μικροκυμάτων, οι αισθητήρες των εικονοληπτικών Ραντάρ κατά κανόνα δεν είναι ευαίσθητοι στις καιρικές συνθήκες και στη νεφοκάλυψη. Τα συστήματα εικονοληπτικών SAR αποτελούν ενεργά συστήματα εκπομπής και λήψης μικροκυματικής ακτινοβολίας για την ακριβή μέτρηση αποστάσεων. μεταξύ του δορυφόρου και της επιφάνειας της Γης. Βάση της Συμβολομετρίας Ραντάρ Συνθετικού Ανοίγματος (InSAR) αποτελεί η σύγκριση μεταξύ δύο ή και περισσοτέρων SAR απεικονίσεων, αξιοποιώντας διαφορές φάσεων. Καθορίζοντας τη διαφορά στη φάση του σήματος επιστροφής που μετράτε σε δύο διαφορετικές κεραίες, διαφορετικά περάσματα του δορυφόρου, προσδιορίζονται οι εδαφικές μετακινήσεις μιας περιοχής (π.χ. καθιζήσεις, κατολισθήσεις, τεκτονικές μικρομετακινήσεις κλπ.). Βασική παράμετρος της συμβολομετρικής γεωμετρίας αποτελεί το άνυσμα βάσης, που ορίζει την απόσταση μεταξύ των στιγμιαίων θέσεων δύο κεραιών που παρατηρούν κοινούς στόχους στην επιφάνεια. Η συμβολομετρική συνάφεια αποτελεί το μέτρο ποιότητας της συμβολομετρικής φάσης και ορίζεται από τον συντελεστή συσχέτισης δύο SAR απεικονίσεων.

Διαφορική Συμβολομετρία από δορυφόρους Ραντάρ Η κίνηση του εδάφους, και κατ επέκταση των υπερκείμενων κατασκευών, είναι το αποτέλεσμα είτε φυσικών διεργασιών είτε της ανθρώπινης δραστηριότητας. Τέτοιες μετατοπίσεις δύναται να αποτελέσουν παράγοντες κινδύνου με άμεσες επιπτώσεις στις κτιριακές υποδομές. Επειδή συσχετίζονται, εν μέρει, με το γεωλογικό υπόβαθρο μπορούν να εμφανιστούν και σε αστικά και σε αγροτικά περιβάλλοντα. Πολλές από τις διεργασίες που ευθύνονται για την παρουσία εδαφικών μετακινήσεων μπορούν να επεκταθούν σε μεγάλες περιοχές και αυξάνοντας έτσι το βαθμό κινδύνου για επιπτώσεις στο κτιριακό απόθεμα. Ο έλεγχος και η παρακολούθηση των εδαφικών μετατοπίσεων σε περιοχές υψηλού κινδύνου δίνει την δυνατότητα μετριασμού ακόμα και αποτροπής των επιπτώσεων. Η βασική ιδέα της διαφορικής επεξεργασίας του σήματος (Διαφορική Συμβολομετρία Ραντάρ DInSAR) είναι η απομάκρυνση του όρου της τοπογραφίας από την παρατηρούμενη συμβολομετρική φάση, επιτρέποντας την απομόνωση της φάσης που σχετίζεται με διαφορικές κινήσεις που έλαβαν χώρα στο χρονικό διάστημα μεταξύ των δύο λήψεων. Με άλλα λόγια η διαφορική συμβολομετρία από δορυφόρους Ραντάρ είναι η τεχνική κατά την οποία η φάση του ανακλώμενου σήματος Ραντάρ από δύο ή περισσότερες εικόνες της ίδιας περιοχής επεξεργάζεται με σκοπό την ανίχνευση εδαφικών κινήσεων. Η φάση, δηλαδή ο χρόνος που απαιτείται ώστε το σήμα να ταξιδέψει από τον δορυφόρο στην γήινη επιφάνεια και να επιστρέψει σ αυτόν, αλλάζει όταν η απόσταση δορυφόρος-γη μεταβληθεί λόγω φυσικών ή ανθρωπογενών αιτίων. Τέτοιου είδους δορυφορικές διατάξεις προσανατολίζονται κυρίως στην αναγνώριση κατακόρυφων κινήσεων της επιφάνειας, ενώ στερούνται ευαισθησίας στην οριζόντια διάσταση. Το σχετικά χαμηλό κόστος στην εφαρμογή της τεχνικής έχει επιτρέψει μέχρι σήμερα την εφαρμογή της σε ένα μεγάλο αριθμό από επιστημονικά αντικείμενα ένα από τα οποία είναι οι φυσικοί κίνδυνοι και ειδικότερα τους κινδύνους λόγω εδαφικής παραμόρφωσης. Ήδη από το 1992 η συμβατική Διαφορική Συμβολομετρία χρησιμοποιείτε για την μελέτη και την κατανόηση συγκεκριμένων φυσικών φαινομένων-διεργασιών που προκαλούν εδαφική παραμόρφωση, όπως σεισμοί, ηφαίστεια, κατολισθήσεις και καθιζήσεις, με άμεσες οικονομικές, περιβαλλοντικές και ανθρώπινες επιπτώσεις (Massonnet et al. 1993, Zebker et al. 1994, Fielding et al. 1998, Galloway et al. 1998, Write & Stow 1999, Carnec & Fabriol 1999, Avallone et al. 1999, Carnec & Delacourt 2000, Strozzi et al. 2001,).

Συμβολομετρία Σταθερών Ανακλαστήρων Οι τεχνικές της Διαφορικής Συμβολομετρίας Ραντάρ εφαρμόζονται κυρίως για την ανίχνευση εδαφικών παραμορφώσεων, το μέγεθος και η έκταση των οποίων ξεπερνά τα φυσικά όρια εφαρμογής των τεχνικών. Τέτοιας έντασης εδαφικές παραμορφώσεις σχετίζονται με φαινόμενα, όπως οι σεισμοί, οι ηφαιστειακές εκρήξεις και γενικότερα το σύνολο των φυσικών διεργασιών που έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση μεγάλης έντασης παραμορφώσεων στην επιφάνεια της Γης. Κατά βάση μετακινήσεις μικρότερες των 28 mm, για συστήματα SAR που λειτουργούν στο κανάλι-c της μικροκυματικής ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας (όπως εκείνα των ERS και ENVISAT), δύσκολα διαχωρίζονται από τις επιμέρους επιδράσεις στο σήμα. Οι ατμοσφαιρικές επιδράσεις αποτελούν τον σημαντικότερο ίσως περιοριστικό παράγοντα στην αναγνώριση μικρότερης κλίμακας μετακινήσεων βάσει των τεχνικών της συμβατικής Διαφορικής Συμβολομετρίας Ραντάρ. Προς την ίδια κατεύθυνση οδηγούν και τα φαινόμενα της χωρικής και χρονικής αποσυσχέτισης. Τα τελευταία χρόνια προκειμένου να ξεπεραστούν οι παραπάνω περιορισμοί έχουν αναπτυχθεί πιο εξελιγμένες τεχνικές επεξεργασίας των δεδομένων SAR. Οι τεχνικές αυτές χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό κινήσεων της τάξης των μερικών χιλιοστών σε μεμονωμένα εδαφικά ή δομικά σημεία και για εκτεταμένες περιοχές, που καλύπτουν κυρίως αστικά ή ημιαστικά περιβάλλοντα. Λόγω ακριβώς της φύσης των συγκεκριμένων τεχνικών, όπου η ανάλυση λαμβάνει χώρα αποκλειστικά σε συγκεκριμένα σημεία των οποίων τα χαρακτηριστικά ανάκλασης του σήματος Ραντάρ παραμένουν σταθερά, καλούνται τεχνικές σταθερών ανακλαστήρων.

Εικόνα 7. Τεχνική των σταθερών ανακλαστήρων. Η τεχνική χρησιμοποιεί ένα πλούσιο αρχείο δορυφορικών εικόνων Ραντάρ (με εκκίνηση το 1992) με σκοπό να αναγνωρίσει δίκτυα από επιφανειακά χαρακτηριστικά τα οποία ανακλούν σταθερά το σήμα του Ραντάρ όπως για παράδειγμα κτίρια, μεταλλικές κατασκευές κτλ (Εικ.7). Για τα παραπάνω σημεία-στόχους (ανακλαστήρες) πραγματοποιούνται ακριβείς υπολογισμοί των μικρο-μετακινήσεων, σε επίπεδο μικρότερου του χιλιοστού, για την περίοδο που καλύπτουν οι εικόνες Ραντάρ. Ο ακριβής εντοπισμός των σταθερών αυτών ανακλαστήρων δεν μπορεί να προβλεφθεί πριν την επεξεργασία αλλά γενικά πάνω από αστικές περιοχές η πυκνότητά τους κυμαίνεται μεταξύ 200-600 σημείων ανά τετρ. χλμ. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα της τεχνικής των σταθερών ανακλαστήρων είναι η δυνατότητα εξαγωγής χαρτών ταχύτητας της ετήσιας εδαφικής μετατόπισης για ένα διάστημα που μπορεί να φτάσει έως και τα 15 χρόνια. Επιπλέον παρέχει την δυνατότητα διερεύνησης των διακυμάνσεων της εδαφικής μετατόπισης με το χρόνο (χρονοσειρά) για κάθε ανακλαστήρα, έτσι ώστε να είναι δυνατή η αναγνώριση τυχών μεταβολών του ρυθμού παραμόρφωσης, επιτρέποντας με αυτό τον τρόπο την

αντιμετώπισή τους (Ferretti et al. 2004; Colessanti et al. 2003, Werner et al., 2003, Parcharidis et al. 2006). 5. Επεξεργασία δεδομένων Το αρχικό στάδιο της μελέτης περιλάμβανε την διερεύνηση της διαθεσιμότητας εικόνων SAR από τους δορυφόρους Ραντάρ ERS-1, ERS-2 & ENVISAT. Η επιτυχία της συμβολομετρικής επεξεργασίας εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την ποιότητα των SAR δεδομένων, όπως αυτή ορίζεται κυρίως από την σταθερότητα της συχνότητας Doppler μεταξύ των λήψεων. Επιπλέον, το πλήθος των διαθέσιμων προς επεξεργασία εικόνων καθορίζει σε σημαντικό βαθμό την αξιοπιστία των τελικών αποτελεσμάτων της επεξεργασίας. Πρακτικά υπάρχει ένα ελάχιστο όριο εικόνων, περίπου είκοσι λήψεις, πέραν του οποίου τα τελικά αποτελέσματα χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ερμηνεία των όποιων αποτελεσμάτων είναι αρκετά δυσχερείς, ιδιαίτερα όπου η χωρική τους εξάπλωση είναι περιορισμένη. Κρίσιμο δύναται να θεωρηθεί και το στάδιο που αφορά την συμπροσαρμογή, μεταξύ των επιμέρους SAR εικόνων. Η ακρίβεια της συμπροσαρμογής επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την αξιοπιστία του συνόλου των αποτελεσμάτων της επεξεργασίας. Κατά την συμπροσαρμογή πραγματοποιείται εγγραφή μίας SAR απεικόνισης (δευτερεύουσα απεικόνιση) σε μία άλλη που λαμβάνεται ως αναφορά (πρωτεύουσα απεικόνιση). Με τους σύγχρονους αλγόριθμους επεξεργασίας επιτυγχάνεται συμπροσαρμογή μεταξύ του συνόλου των SAR εικόνων με ακρίβεια μεγαλύτερης του 1/8 του εικονοστοιχείου. Η παρουσία θορύβου στα δεδομένα έχει άμεσες συνέπειες στην εγκυρότητα των αποτελεσμάτων. Έτσι σημαντικό μέρος της προσπάθειας στα αρχικά στάδια επεξεργασίας επικεντρώνεται στο διαχωρισμό μεταξύ σήματος και θορύβου στο πεδίο των συχνοτήτων. Το γεγονός αυτό επιτυγχάνεται με φιλτράρισμα των πρωτογενών SAR εικόνων προγενέστερα της επεξεργασίας. Το βασικό μέρος της επεξεργασίας πραγματοποιείται με εξειδικευμένα λογισμικά τα οποία αναλύουν την απόκριση των φάσεων σε κάθε σημείου-στόχου με σκοπό να διαχωρίσουν οι επιμέρους συνεισφορές στην φάση. Με την απομόνωση και απομάκρυνση των ατμοσφαιρικών επιδράσεων μετά από επεξεργασία των φάσεων λόγω αναγλύφου, αλλά και μιας σειράς άλλων παραμέτρων (φάση επίπεδης Γης και φάση λόγω αβεβαιοτήτων στα τροχιακά δεδομένα), επιτυγχάνεται ο υπολογισμός της διαφοράς φάσης λόγω των εδαφικών μετατοπίσεων για κάθε σημείο-στόχο με ακρίβεια μικρότερης του χιλιοστού. Για τον αρχικό υπολογισμό της φάσης λόγω

αναγλύφου χρησιμοποιήθηκε το ψηφιακό μοντέλο αναγλύφου SRTM, χωρικής ανάλυσης 90m/pixel, καθώς και τροχιακά δεδομένα ακριβείας από το Ινστιτούτο DELFT. Στην πράξη η όλη προσπάθεια επικεντρώνεται στον ακριβή προσδιορισμό της ατμοσφαιρικής επίδρασης στο σήμα Ραντάρ καθώς και των επιδράσεων λόγω μη ακριβούς γνώσης της θέσης των δορυφόρων κατά την λήψη (γεωμετρία λήψης). Προς αυτή την κατεύθυνση ακολουθείται μια επαναλληπτική διαδικασία επεξεργασίας των δεδομένων, βάσει μοντέλων παλινδρόμησης, για την σταδιακή βελτίωση της εκτίμηση των εκάστοτε παραμέτρων. Στην προκειμένη περίπτωση για την επεξεργασία των δορυφορικών δεδομένων SAR χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό GAMMA. Παρά το γεγονός ότι τα επιμέρους στάδια επεξεργασίας έχουν μελετηθεί διεξοδικά, δεν υπάρχει κάποια πρότυπη μεθοδολογία που να εγγυάται βέλτιστα αποτελέσματα, παρά μόνο ένα γενικός οδηγός που προσαρμόζεται κατά περίπτωση στους στόχους της εκάστοτε μελέτης. Η εμπειρία επομένως του εκάστοτε αναλυτή διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αξιοπιστία των τελικών αποτελεσμάτων. Το τελικό στάδιο της επεξεργασίας περιλαμβάνει την γεωκωδοκοποίησης των δεδομένων προσδιορίζοντας τις παραμέτρους μετασχηματισμού μεταξύ της γεωμετρίας Ραντάρ και ενός επιλεγμένου γεωδαιτικού συστήματος αναφοράς. Με αυτό τον τρόπο είναι δυνατή η προβολή των αποτελεσμάτων σε οποιοδήποτε υπόβαθρο (π.χ. χάρτες ή δορυφορικές εικόνες) για περαιτέρω ερμηνεία. 6. Δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν Η χρονική περίοδος της παρακολούθησης καλύπτει την περίοδο 1992-2008. Τα δεδομένα που θα χρησιμοποιηθούν είναι εικόνες αρχείου καθώς και νέες λήψεις των δορυφόρων ERS-1, ERS-2 και ENVISAT του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος. Μετά από αξιολόγηση των διαθέσιμων εικόνων ραντάρ μέσω της βάσης δεδομένων EOLI, καταλήξαμε στην τελική επιλογή και παραγγελία του πρώτου πακέτου εικόνων, το οποίο αποτελείται από 40 δορυφορικές εικόνες ραντάρ ERS-1,2 (Πίνακας 1) για την χρονική περίοδο 1992 έως 2000. Οι δορυφορικές εικόνες καλύπτουν όλο τον Νομό Ηλείας με εξαίρεση την περιοχή του Κάστρου Κυλλήνης. Αυτό συμβαίνει γιατί κάθε εικόνα περιλαμβάνει πάντοτε συγκεκριμένη περιοχή η οποία έχει έκταση περίπου 95χ95 χιλιόμετρα (Εικ. 8).

Για την περίοδο 2000-2008 αποκτήθηκαν εικόνες του δορυφόρου ENVISAT (Πίνακας 2) ενώ ενημερώθηκε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαστήματος (ESA) μέσω του συστήματος EOhelp του οργανισμού για τον προγραμματισμό λήψεων στη διάρκεια του προγράμματος. Οι εικόνες από τον δορυφόρο ENVISAT καλύπτουν όλη την έκταση του νομού πλην του νότιου τμήματος. Συνολικά για τους σκοπούς της μελέτης θα χρησιμοποιηθούν 76 εικόνες. Εικόνα 8. Δορυφορική εικόνα ERS που καλύπτει τον Νομό Ηλείας.

Πίνακας 1. Δεδομένα δορυφορικών εικόνων ERS-1,2 Ημερομηνίες λήψης Satellite mission Track Frame Δορυφορικών εικόνων 12/11/92 ERS-1 279 2846 10/06/93 ERS-1 279 2846 19/8/93 ERS-1 279 2846 28/10/93 ERS-1 279 2846 25/03/95 ERS-1 279 2846 29/4/95 ERS-1 279 2846 3/6/95 ERS-1 279 2846 13/8/95 ERS-1 279 2846 21/10/95 ERS-1 279 2846 30/12/95 ERS-1 279 2846 18/5/96 ERS-1 279 2846 23/6/96 ERS-2 279 2846 1/9/96 ERS-2 279 2846 10/11/96 ERS-2 279 2846 15/12/96 ERS-2 279 2846 19/1/97 ERS-2 279 2846 23/2/97 ERS-2 279 2846 4/5/97 ERS-2 279 2846 8/6/97 ERS-2 279 2846 13/7/97 ERS-2 279 2846 17/8/97 ERS-2 279 2846 21/9/97 ERS-2 279 2846 30/11/97 ERS-2 279 2846 4/1/98 ERS-2 279 2846 19/4/98 ERS-2 279 2846 24/5/98 ERS-2 279 2846 28/6/98 ERS-2 279 2846 2/8/98 ERS-2 279 2846 6/9/98 ERS-2 279 2846 28/2/99 ERS-2 279 2846 13/6/99 ERS-2 279 2846 18/7/99 ERS-2 279 2846 22/8/99 ERS-2 279 2846 26/9/99 ERS-2 279 2846 31/10/99 ERS-2 279 2846 5/12/99 ERS-2 279 2846 9/1/00 ERS-2 279 2846 23/4/00 ERS-2 279 2846 19/11/00 ERS-2 279 2846 24/12/00 ERS-2 279 2846

Πίνακας 2. Δεδομένα δορυφορικών εικόνων ENVISAT Ημερομηνίες λήψης Track Frame Δορυφορικών εικόνων 17/11/02 186 749 06/04/03 186 749 11/05/03 186 749 20/07/03 186 749 28/09/03 186 749 07/12/03 186 749 11/01/04 186 749 15/02/04 186 749 25/04/04 186 749 30/05/04 186 749 04/07/04 186 749 08/08/04 186 749 12/09/04 186 749 30/01/05 186 749 19/22/06 186 749 09/07/06 186 749 31/12/06 186 749 04/02/07 186 749 15/04/07 186 749 16/12/07 186 749 30/03/08 186 749 13/07/08 186 749 17/08/08 186 749 21/09/08 186 749 26/10/08 186 749 30/11/08 186 749

7. Εργασίες πεδίου Στη διάρκεια του έργου έγιναν δύο επισκέψεις στη περιοχή μελέτης από μέλη της ερευνητικής ομάδας. -1η επίσκεψη Ιούνιος 2008 Οργανώθηκε και πραγματοποιήθηκε επίσκεψη στη περιοχή μελέτης στις 25-26/6/08. Κατά την διάρκεια της επίσκεψής μας στο Νομό και για τις ανάγκες του προγράμματος πραγματοποιήσαμε συναντήσεις με τους τοπικούς φορείς. Επισκεφτήκαμε την Νομαρχία της Ηλείας και πραγματοποιήθηκε συνάντηση εργασίας με τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Εγγείων Βελτιώσεων Υδάτινων Πόρων και Ορυκτού Πλούτου. Η συνεργασία μαζί του ήταν άριστη και μας παραχώρησε ότι υλικό υπήρχε διαθέσιμο, το οποίο αφορούσε τις παροχές και την διαθεσιμότητα των υδάτινων πόρων από το φράγμα του ποταμού Πηνειού. Υπήρχε έλλειψη πληροφοριών όσο αφορά τις γεωτρήσεις στο Νομό λόγω της μεταθέσης αυτής της αρμοδιότητας από τις Νομαρχίες στις Περιφέρειες. Η επόμενη συνάντησή μας ήταν με την Διευθύντρια της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου της Αρχαίας Ολυμπίας. Μας παραχωρήθηκε η μελέτη γεωλογικής καταλληλότητας για την επέκταση του πολεοδομικού σχεδίου των οικισμών στην περιοχή της Αρχαίας Ολυμπίας καθώς και οι χάρτες γεωλογικών συνθηκών και τεχνικογεωλογικών στοιχείων. Μας πληροφόρησαν και για τους οικισμούς στον Δήμο τους οι οποίοι αντιμετωπίζουν προβλήματα κατολισθήσεων, όπως είναι: το Χελιδόνι, η Καυκανιά, το Λατζόι και το Γούμερο. Επίσης λόγω κατολισθήσεων κάποιοι οικισμοί πρέπει να μεταφερθούν, όπως: το Πελόπιο, το Πουρνάρι, η Φρίζα, η Περσένα, το Καλίκομο, το Πλουτοχώρι και η Αυγή. Επισκεφτήκαμε τον Αρχαίο Χώρο της Αρχαίας Ολυμπίας για να επιλέξουμε σημεία (ανακλαστήρες) τα οποία είναι χρήσημα στην επεξεργασία των δεδομένων μας. Από την εφορία αρχαιοτήτων μας δηλώθηκε οτι δεν έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα καθιζήσεων μέσα στον αρχαιολογικό χώρο. Έγιναν επίσης υπαίθριες παρατηρήσεις σε οικισμούς που έχουν πληγεί από τις κατολισθήσεις όπου ελήφθησαν και φωτογραφίες. -2η επίσκεψη Ιανουάριος 2009 Στη πραγματικότητα πρόκειται για σειρά επισκέψεων μελών της ερευνητικής ομάδας στην περιοχή.

Στόχος ήταν η εργασία υπαίθρου με σκοπό τον έλεγχο των αποτελεσμάτων της συμβαλομετρίας σχετικά με την χωρική κατανομή της παρατηρούμενης παραμόρφωσης, τυχόν επιπτώσεων στο δομημένο περιβάλλον καθώς και η ταυτοποίηση των ανακλαστήρων αναφοράς που χρησιμοποιήθηκαν στην επεξεργασία της συμβολομετρίας των σταθερών ανακλαστήρων. Στα σημεία αυτά αλλά και σε άλλα σημεία ενδιαφέροντος έγιναν μετρήσεις GPS δέκτες χειρός. Οι εργασίες υπαίθρου έγιναν στις περιοχές της Ζαχάρως, της Αμαλιάδας και στην περιοχή Πύργου Αρχαίας Ολυμπίας. Ιδιαίτερο βάρος δόθηκε στη αξιολόγηση των αποτελεσμάτων στον αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας και συγκεκριμένα η ταυτοποίηση των ανακλάστήρων για τους οποίους υπολογίστηκε η εδαφική παραμόρφωση. Επίσης επιτόπιες παρατηρήσεις έγιναν στους οικισμούς Πελόπιο, Πλάτανος, Πουρνάρι, Φλόκα και Αλφειούσα, στην περιοχή της Ζαχάρως, στην λιμνοθάλασσα του Καϊάφα αλλά και σε όλη την παραλιακή ζώνη. 8. Συμπεράσματα Για την εφαρμογή της τεχνικής των σταθερών ανακλαστήρων η επεξεργασία των δεδομένων έγινε σε 3 επιμέρους περιοχές με 3 διαφορετικά σημεία αναφοράς. Συγκεκριμένα δημιουργήθηκε ο χάρτης εδαφικής παραμόρφωσης ο οποίος περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα της περιοχής μελέτης από την Αμαλιάδα έως και το Επιτάλιο συμπεριλαμβανομένης της αντίστοιχης παράκτιας ζώνης (Χάρτης 1). Το σημείο αναφοράς για την περιοχή επιλέχθηκε στον οικισμό Γρανιτσαίικα, δυτικά του Πύργου, και είναι αποθήκη σιλό κατασκευασμένη από αλλουμίνιο (Εικ. 9). Η δεύτερη περιοχή καταλαμβάνει την περιοχή αποή την παραλία Πύργου εως και ανατολικότερα της Αρχαίας Ολύμπιας (Χάρτης 2). Το σημείο αναφοράς για την περιοχή είναι κατοικία στο νοτιοανατολικό τμήμα της πόλης του Πύργου (Εικ. 10). Τέλος η τρίτη περιοχή έχει ως βόρειο όριο το Επιτάλιο και φθάνει λίγα χιλιόμετρα νοτιότερα της Ζαχάρως (Χάρτης 3) με το σημείο αναφοράς να έχει ληφθεί πολύ κοντά και βόρεια της πόλης της Ζαχάρως. Από την ανάλυση και ερμηνεία των αποτελεσμάτων προέκυψαν τα παρακάτω. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η χωρική κατανομή των εδαφικών παραμορφώσεων στην ευρύτερη περιοχή μελέτης, με σημαντικότερη την διαφοροποίηση μεταξύ των ΒΔ (Αμαλιάδα και Κατάκολο) και των ΝΑ περιοχών (Λατζόιο, Πελόπιο, Σαλμώνη και Αλφειούσα). Συγκεκριμένα το σύνολο των περιοχών στο ΒΔ τμήμα της περιοχής μελέτης (Αμαλιάδα) παρουσιάζει μια γενικότερη τάση ανύψωσης. Προχωρώντας προς τα

νότια στην περιοχή του Κατάκολου το εύρος των ανυψωτικών κινήσεων περιορίζεται, ενώ πολλές περιοχές παρουσιάζουν σχετική σταθερότητα ως προς το επιλεγμένο πάντα σημείο αναφοράς στα Γρανιτσαίικα. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα σταθερότητας των περιοχών γειτονικά του επιλεγμένου σημείου αναφοράς, γεγονός που επιβεβαιώνει την κοινή συμπεριφορά των εκτάσεων που ταυτίζονται με την εμφάνιση των λιμνο-θαλάσσιων σχηματισμών εντός των αλλουβιακών αποθέσεων. Εικόνα 9. Σημείο αναφοράς (αποθήκη-σιλό) του χάρτη παραμόρφωσης που περιλαμβάνει την Αμαλιάδα έως και το Επιτάλιο.

Εικόνα 10. Σημείο αναφοράς είναι κατοικία στο νοτιοανατολικό τμήμα της πόλης του Πύργου Βόρεια των Γρανιτσαίικων στην περιοχή που οριοθετείται από τους οικισμούς Μυρτέα-Βουνάργο-Αμπελώνας και Πράσινο, παρατηρούνται τόσο ανυψωτικού χαρακτήρα κινήσεις, όσο και τοπικά φαινόμενα καθιζήσεων, διατηρώντας ωστόσο χαμηλούς ρυθμούς παραμόρφωσης. Στον οικισμό των Λασταίικων εμφανίζονται ρυθμοί καθιζήσεων της τάξης του 1.5 mm/yr. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τοπικού χαρακτήρα καθιζήσεις στην παράκτια ζώνη του Πύργου, που ταυτίζονται χωρικά με την παρουσία της αποξηραμένης λίμνης της Μουριάς (περιοχή Λέτρινα). Ιδιαίτερο χαρακτήρα λαμβάνουν οι εδαφικές παραμορφώσεις εντός του Πύργου, με το βόρειο μέρος της πόλης να εμφανίζει σημαντικές καθιζήσεις από -2 έως -5 mm/yr συγκριτικά με το νότιο που παρουσιάζει καθιζήσεις από -1 έως -2.8 mm/yr. Η πλειονότητα των υπολοίπων περιοχών στα ανατολικά και νοτιοανατολικά του Πύργου βρίσκονται σε καθεστώς έντονων καθοδικών κινήσεων, με εξαίρεση τις περιοχές βόρεια του Λατζόιου.

Δεδομένης της απόστασης των ανατολικών περιοχών από το σημείο αναφοράς στα Γρανιτσαίικα, κρίθηκε σκόπιμη η λεπτομερέστερη εξέταση των συγκεκριμένων περιοχών βάσει εγγύτερου σημείου αναφοράς, ώστε να περιοριστούν τυχόν σφάλματα που σχετίζονται με την επεξεργασία των δεδομένων. Έτσι επιλέχθηκε ως σημείο αναφοράς στο νοτιοανατολικό τμήμα της πόλης του Πύργου, τα χαρακτηριστικά του οποίου κατά την διάρκεια της επεξεργασίας παρείχαν ικανοποιητικότερα αποτελέσματα όσων αναφορά το πλήθος των ανακλαστήρων και την ποιότητα της επίλυσης. Για τις κοινές περιοχές ως προς τα επιμέρους σημεία αναφοράς, οι παρατηρούμενες σχετικές κινήσεις παρουσιάζουν συμβατότητα, γεγονός που υπογραμμίζει την εγκυρότητα των επιμέρους επιλύσεων. Στην προκειμένη περίπτωση καθώς το επιλεγμένο σημείο αναφοράς βρίσκεται εντός του νότιου μέρους της πόλης του Πύργου, η πλειοψηφία των ανακλαστήρων στην εγγύτερη περιοχή όπως είναι αναμενόμενο παρουσιάζονται σταθεροί, με αμελητέες κινήσεις. Εξακολουθεί να υφίσταται ωστόσο η διαφοροποίηση με το βόρειο μέρος της πόλης, όπου τα φαινόμενα των καθιζήσεων λαμβάνουν πιο έντονο χαρακτήρα. Στην παραλιακή ζώνη του Πύργου αλλά και ανατολικότερα της πόλης οι ρυθμοί παραμόρφωσης είναι περιορισμένοι. Σταδιακή ωστόσο είναι η εμφάνιση όλο και μεγαλύτερων καθοδικών κινήσεων καθώς προχωράμε προς τον οικισμό της Σαλμώνης με τιμές από -2.5 έως -5.8 mm/yr). Στην συγκεκριμένη περιοχή αλλά και στους οικισμούς Πελόπιο, Πλάτανος και Φλόκας εντοπίζονται τα ανώτερα παρατηρούμενα όρια καθιζήσεων, που προσεγγίζουν τα -5.8 mm/yr, -5.2 mm/yr και - 4.0 mm/yr αντίστοιχα. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τα παραπάνω φαινόμενα καθιζήσεων δεν περιορίζονται αποκλειστικά στις παρυφές των ορεινών όγκων, αλλά και εντός της λεκάνης (ήπιες μορφολογικές κλίσεις). Στους ορεινούς όγκους λόγω του περιορισμένου αριθμού ανακλαστήρων δεν είναι εφικτή η εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων, παρ όλα αυτά φαίνεται να υφίσταται κατά κύριο λόγω καθοδικού χαρακτήρα κινήσεις. Νοτιότερα στον οικισμό Καλλίκωμο αρατηρούνται φαινόμενα καθιζήσεων με χαμηλότερες τιμές συγκριτικά με τις προαναφερόμενες περιοχές της τάξης των -1.7 mm/yr ενώ στον οικισμό Κρέστενα παρατηρήται σταθερότητα ή χαμηλές τιμές καθίζησης.

Για την διερεύνηση των εδαφικών κινήσεων στις νότιες εκτάσεις της περιοχής μελέτης, το σημείο αναφοράς επιλέχθηκε βόρεια και γειτονικά της Ζαχάρω. Τα κριτήρια για την επιλογή του συγκεκριμένου σημείου σχετίζονται σχεδόν αποκλειστικά με την επεξεργασία των δεδομένων και συγκεκριμένα με την διαχρονική σταθερότητα του σήματος Ραντάρ. Λόγω της σημαντικής απόστασης μεταξύ του συγκεκριμένου σημείου αναφοράς με τα προεπιλεγμένα, η συνθετική ερμηνεία των επιμέρους αποτελεσμάτων παρουσιάζει πρακτικές δυσκολίες, λόγω της διαφοροποίησης του τεκτονικού καθεστώτος μεταξύ των περιοχών. Στην προκειμένη περίπτωση η σημαντικότερη παρατήρηση αφορά στην συμπεριφορά των ανακλαστήρων στους ορεινούς όγκους σε σχέση με εκείνους στην παραλιακή περιοχή. Στο σύνολο λοιπόν των σημείων τις παραλιακής ζώνης κυριαρχούν τα φαινόμενα καθιζήσεων. Ιδιαίτερα στις παρυφές των ορεινών όγκων οι ρυθμοί λαμβάνουν σχετικά υψηλές τιμές που φθάνουν και τα -4 mm/yr. Στην περιοχή του Καϊάφα παρατηρούνται ρυθμοί καθίζησης που προσεγγίζουν τα -4 mm/yr (Εικ. 11). Πρόκειται για ανακλαστήρες που ταυτίζονται με τα κτίσματα των λουτρών (Εικ. 12). Στην παραλία της Ζαχάρως και παρά την εγγύτητα με το σημείο αναφοράς, διακρίνονται επίσης φαινόμενα καθιζήσεων που κυμαίνονται από -1 έως -2.6 mm/yr. Στη περιοχή είναι γνωστο το φαινόμενο της δόμησης κατά μήκος της ακτή επι των αμμοθινών με αποτέσμα τις καταρεύσεις και ημικατάρευσεις των κτισμάτων (Εικ. 13). Σημαντικός αριθμός ανακλαστήρων επί των ορεινών όγκων παρουσιάζουν ανοδικές κινήσεις με μέγιστη τιμή τα 2.5 mm/yr, με εξαίρεση της Σμέρνας όπου διακρίνονται και τοπικού ίσως χαρακτήρα καθιζήσεις της τάξης των -2 mm/yr. Βάσει των χαρτογραφημένων από διάφορες μελέτες ρηξιγενών ζωνών αλλά και των επί τόπου υπαίθριων παρατηρήσεων που έλαβαν χώρα κατά την διάρκεια της παρούσας μελέτης, είναι δυνατόν να εξαχθούν ορισμένα συμπεράσματα ως προς την φύση των παρατηρούμενων εδαφικών παραμορφώσεων. Φαίνεται λοιπόν ότι μέρος των εδαφικών παραμορφώσεων βρίσκεται υπό τεκτονικό έλεγχο, ενώ σημαντικό μέρος των παρατηρούμενων καθοδικών κυρίως κινήσεων οφείλει να αποδοθεί σε φαινόμενα καθιζήσεων που λαμβάνουν χώρα στην περιοχή.

Εικόνα 11. Ανακλαστήρες και αντίστοιχες τιμές καθίζησης στα λουτρά της λίμνης Καϊάφα. Εικόνα 12. Αποψη των κτιρίων στη λίμνη Καϊάφα.

Εικόνα 13. Κτίσματα υπό κατάρευση στη παραλία της Ζαχάρως Πρέπει να τονιστεί ότι η έκφραση πιθανών τεκτονικών κινήσεων στις παρατηρούμενες εδαφικές παραμορφώσεις στην πλειονότητα των περιπτώσεων λαμβάνουν χώρα ως διαφοροποιήσεις ευρείας χωρικής κλίμακας, σε αντίθεση με τα φαινόμενα καθιζήσεων που δεν συνδέονται άμεσα με τεκτονικές διεργασίες και τα οποία λαμβάνουν συνήθως τοπικό χαρακτήρα. Μεγάλης κλίμακας χωρικές ασυνέχειες του παρατηρούμενου πεδίου ταχυτήτων, εφόσον ταυτίζονται με υφιστάμενες ρηξιγενείς ζώνες, οφείλουν να συνδεθούν με τις συγκεκριμένες τεκτονικές δομές. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ρηξιγενούς ζώνης του Βουνάργου, ΒΑ-ΝΔ διεύθυνσης η οποία φαίνεται να διαχωρίζει την ευρύτερη περιοχή της Αμαλιάδας από την λεκάνη του Πύργου. Οι παρατηρούμενες εδαφικές κινήσεις εκατέρωθεν της συγκεκριμένης ρηξιγενούς ζώνης είναι πλήρως συμβατές με την κινηματική της, κανονικού χαρακτήρα εφελκυστική δομή, με το άνω τέμαχος (περιοχή Αμαλιάδας) να εμφανίζει αποκλειστικά ανοδικές κινήσεις και το κάτω τέμαχος (ευρύτερη περιοχή Πύργου) να παρουσιάζει χαμηλούς ρυθμούς καθοδικών κινήσεων. Ο χαρακτήρας της ρηξιγενούς ζώνης εκφράζεται άμεσα και από την μορφολογία, καθώς αποτελεί σημαντική περιθωριακή τεκτονική δομή της περιοχής. Ίδιου προσανατολισμού αλλά μικρότερης τάξης ρηξιγενής δομή έχει χαρτογραφηθεί νοτιότερα, οριοθετώντας ουσιαστικά την λεκάνη του Πύργου. Εντός της συγκεκριμένης λεκάνης, όπως έχει προαναφερθεί, οι ανακλαστήρες παρουσιάζουν κατά βάσει χαμηλού ρυθμού καθοδικές κινήσεις. Νοτιότερα οι παρατηρούμενοι