1 ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ Αθήνα, 5.11.2012 Παρατηρήσεις στην πρόταση συγχώνευσης των Υ.Ε.Α. και Υ.Ε.Κ.Α του Υ.Δ.Δ.& Α.Δ. Α. Αντικείμενο και φυσιογνωμία των δύο Κλάδων και Υπηρεσιών Υπηρεσίες Επιμελητών Ανηλίκων (Υ.Ε.Α.) Οι Υ.Ε.Α. έλκουν τη θεσμική τους προέλευση ήδη από το 1952 από τις Εταιρείες Προστασίας Ανηλίκων, ενώ αποτελούν αυτοτελή δημόσια Υπηρεσία από το 1976 (Νόμος 378/1976). Η οργάνωση και λειτουργία τους διέπονται από το Π.Δ. 49/1979. Αποτελούν το μοναδικό, διαρκή και μόνιμα στελεχωμένο θεσμό υποστήριξης της ποινικής δικαιοσύνης για ανηλίκους, τόσο στο επίπεδο της πρόληψης όσο και στο επίπεδο της μεταχείρισης. Ιδιαίτερα με τις νομοθετικές πρωτοβουλίες των τελευταίων ετών διευρύνθηκε ο ρόλος και η ευθύνη των Υ.Ε.Α. στην αντεγκληματική πολιτική για ανηλίκους. Ενδεικτικά αναφέρεται ο εμπλουτισμός των αναμορφωτικών μέτρων και η αποχή από την ποινική δίωξη (Ν. 3189/2003), ο περιορισμός του εύρους επιβολής του περιορισμού σε Ειδικό Κατάστημα Κρατησης Νέων και της προσωρινής κράτησης (Ν. 3860/2010), το εφεσίβλητο των δικαστικών αποφάσεων που επιβάλλουν αναμορφωτικά μέτρα σε β βαθμό (Ν. 3904/2010) κ.λπ., πεδία όπου οι Επιμελητές Ανηλίκων καλούνται να παίξουν αποφασιστικό ρόλο. Υπηρεσίες Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής (Υ.Ε.Κ.Α.) Οι Υ.Ε.Κ.Α. θεσμοθετούνται με το Ν.1941/1991. Η οργάνωση και λειτουργία τους ορίζονται από το Π.Δ. 195/2006. Οι Υπηρεσίες στελεχώνονται από τον Ιανουάριο του 2007. Βάσει του Π.Δ. 195/2006 άρθρο 1 «..έχουν ως αποστολή α) τη συνδρομή και επίβλεψη ατόμων τα οποία έχουν καταδικαστεί με αναστολή εκτέλεσης της ποινής τους υπό επιτήρηση ή των οποίων η ποινή έχει μετατραπεί σε υποχρέωση παροχής κοινωφελούς εργασίας ή έχουν απολυθεί υπό όρους (άρθρο 15, παρ.4 ν.1941/1991), και β) τη διενέργεια κοινωνικής έρευνας σε προσωρινά κρατούμενους ή σε άτομα στα οποία έχουν επιβληθεί περιοριστικού όροι σύμφωνα με το άρθρο 282 του π.δ. (άρθρο 15, παρ.5 ν1941/1991)» Ο ρόλος και οι αρμοδιότητες τους ενισχύονται περαιτέρω από το Ν. 3904/10, «Εξορθολογισμός και βελτίωση στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις». Επίσης στο σχεδιασμό για τις νέες νομοθετικές ρυθμίσεις προστίθενται στις Υ.Ε.Κ.Α. περαιτέρω αρμοδιότητες και ρόλοι. Οι Υ.Ε.Κ.Α. αποτελούν τη νεότερη και πιο σύγχρονη δομή στο χώρο απονομής δικαιοσύνης μέσω της εφαρμογής των εναλλακτικών της ποινής μέτρων για ενήλικες. Παρά τα προβλήματα από έναρξης της λειτουργίας έως και σήμερα (ενδεικτικά: ακατάλληλοι έως ανύπαρκτοι χώροι και υποδομή, διεκπεραίωση έργου με ίδια μέσα και σε χρόνο εκτός ωραρίου χωρίς κατοχύρωση, μη ορισμός Προϊσταμένων, κ.α.) έχουν να παρουσιάσουν σημαντικό έργο και αποτελέσματα, ποσοτικά και ποιοτικά.
2 Β. Ο διακριτός ρόλος και λειτουργία των δύο Υπηρεσιών Το πεδίο δράσης τόσο των Υπηρεσιών Επιμελητών Ανηλίκων όσο και των Υπηρεσιών Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής οριοθετείται από ξεχωριστό νομοθετικό πλαίσιο το οποίο καθορίζει τη θέση και τα καθήκοντα τους και διέπει τον τρόπο λειτουργίας και τις αρμοδιότητες της κάθε Υπηρεσίας. Το ελληνικό και διεθνές σύστημα απονομής δικαιοσύνης, όπως και όλοι οι λειτουργοί (εισαγγελείς, δικαστές) είναι απόλυτα εναρμονισμένοι με αυτή τη διαφοροποίηση. Η ανήλικη παραβατικότητα και η παραβατικότητα ενηλίκων θεωρούνται, παγκοσμίως, ξεχωριστά επιστημονικά πεδία και συνακόλουθα οι Επιμελητές Ανηλίκων και οι Επιμελητές Κοινωνικής Αρωγής αποτελούν αυτοδύναμους κλάδους με εξειδικευμένο εργασιακό πεδίο. Γι αυτό και υπάρχει ο σαφής διαχωρισμός των πεδίων, σε όλους τους λειτουργούς (εισαγγελείς, δικαστές, κ.ο.κ.) σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Πρόκειται δηλαδή για δύο διαφορετικές ειδικότητες, με ξεχωριστό επαγγελματικό αντικείμενο, καθηκοντολόγιο και αρμοδιότητες. Συγκεκριμένα: 1. Στο επίπεδο λειτουργίας και διασύνδεσής τους με τις αρμόδιες δικαστικές Αρχές, (σε άμεση σχέση και με την ομάδα στόχο, που εξυπηρετείται δηλαδή ανήλικοι για την Υ.Ε.Α. και ενήλικοι για την Υ.Ε.Κ.Α., όπου αυτό και μόνο παραπέμπει σε θεμελιώδη διαφορά). Η Υπηρεσία Επιμελητών Ανηλίκων εντάσσεται τόσο προδικαστηριακά (κοινωνική έρευνα-έγκαιρη παρέμβαση) όσο και μεταδικαστηριακά (οργάνωση, εφαρμογή και παρακολούθηση αναμορφωτικών και θεραπευτικών μέτρων) στη λειτουργία του Δικαστηρίου Ανηλίκων, γι αυτό και οι Ε.Α. παρίστανται και μετέχουν ενεργά στη διαδικασία, η δε έλλειψη της Έκθεσης Κοινωνικής Έρευνας συνιστά (κατά πάγια νομολογία) σημαντικό αίτιο αναβολής της δίκης. Αντίθετα, η Υπηρεσία Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής αποτελεί μια ανεξάρτητη υπηρεσία, αρμόδια για την εφαρμογή των εναλλακτικών της ποινής μέτρων, ενταγμένη στο πλαίσιο εφαρμογής της σωφρονιστικής ενηλίκων. Οι Ε.Κ.Α. δρουν προδικαστηριακά (Κοινωνική Έρευνα) κατόπιν εντολής εισαγγελέα, χωρίς να έχουν ρόλο και φυσική παρουσία κατά τη διάρκεια της δίκης. Οι Ε.Κ.Α. επιμελούνται και εποπτεύουν άτομα αφότου έχει εκδοθεί απόφαση δικαστηρίου και η ποινή έχει μετατραπεί σε εναλλακτική (Κοινωφελή Εργασία, Αναστολή με όρους και Υφ όρων απόλυση). Έτσι, οι μεν Υ.Ε.Α. αναφέρονται στο Δικαστή Ανηλίκων, ενώ η Υ.Ε.Κ.Α. στον Εισαγγελέα Εκτέλεσης Ποινών, που αφορά βεβαίως ενηλίκους. 2. Στο επίπεδο της επιστημονικής τους οριοθέτησης, παρότι οι δύο κλάδοι στελεχώνονται από επαγγελματίες με παρόμοια (ή και ίδια) προπτυχιακή εκπαίδευση, η προσέγγιση, η μεθοδολογία αλλά και οι τεχνικές παρέμβασης που απαιτούνται στην άσκηση του έργου της κάθε ειδικότητας είναι διαφορετικές. Οι Ε. Α. εργάζονται με τους ανηλίκους και τις οικογένειές τους παρέχουν συμβουλευτικής στον ανήλικο παραβάτη
και στο οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον που μετέχουν της διαπαιδαγώγησής του Οι Ε.Κ.Α. εργάζονται με ενηλίκους δηλαδή με άτομα που έχουν εξ ολοκλήρου την ευθύνη της πράξης τους κι αυτό υπαγορεύει σαφώς το είδος της προσέγγισης, της επικοινωνίας και των παρεμβάσεων γενικότερα. Το επιστημονικό δε (θεωρητικό και εφαρμοσμένο-κλινικό) υπόβαθρο των δύο ειδικοτήτων είναι επίσης διαφορετικό και αυτός είναι και ο λόγος που σε αναπτυγμένα ακαδημαϊκά συστήματα η εκπαίδευση που αφορά τους επαγγελματίες των δύο κλάδων είναι ξεκάθαρα διαφοροποιημένη σε μεταπτυχιακό επίπεδο (που είναι και το επίπεδο της επαγγελματικήςεπιστημονικής εξειδίκευσης). (Η εξειδίκευση του κάθε αντικειμένου αναγνωρίζεται σαφώς και από το νομοθετικό προαπαιτούμενο που ορίζει ότι, πριν την ανάληψη των καθηκόντων τους οι επαγγελματίες, θα πρέπει να περνούν από εξειδικευμένη εισαγωγική εκπαίδευση.) 3. Σε επίπεδο ομάδας στόχου. Οι Υ.Ε.Α. και Υ.Ε.Κ.Α. απευθύνονται σε δύο τελείως διαφορετικές ομάδες οι οποίες έχουν διαφοροποιημένα ηλικιακά (και συνακόλουθα εξελικτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά) χαρακτηριστικά, διαφορετική εκπαιδευτική επαγγελματική στοχοθέτηση, βρίσκονται σε τελείως διαφορετικό αναπτυξιακό (βιολογικό και ψυχολογικο-συναισθηματικό) στάδιο και έχουν σαφώς διαφορετικές ανάγκες. Η διαφοροποίηση και η αναγκαιότητα αυτής ενυπάρχει και διατρέχει τόσο την βιβλιογραφία όσο και την επαγγελματική πρακτική για δεκαετίες. Εξάλλου το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τις δύο κατηγορίες εξυπηρετούμενων (ανήλικοι-ενήλικοι) είναι τελείως διαφορετικό, με έντονα διαφοροποιημένους στόχους και προσανατολισμό (αναμορφωτικάθεραπευτικά μέτρα για τους ανηλίκους, έκτιση ποινής για τους ενηλίκους). Η κατάργηση των κλάδων (Ε. Α. και Ε.Κ.Α.) και η συγχώνευση των δύο ειδικοτήτων εμμέσως πλην σαφώς θα καταργήσει τη διακριτή μεταχείριση των ανηλίκων στην πράξη. Αφενός στην περίπτωση των ανηλίκων, κάτι τέτοιο ενέχει πολλούς κινδύνους καθώς τους εντάσσει σε ενιαίο πλαίσιο θεσμικό όργανο επιτήρησηςμεταχείρισης και δημιουργεί «κερκόπορτα» για άλλου τύπου πιθανές αλλαγές στο μέλλον (π.χ. νομοθετική μεταπήδηση από τη διαπαιδαγώγηση στην αμιγή καταστολή και τιμωρία για τον ανήλικο παραβάτη). Αφετέρου στην περίπτωση των ενηλίκων, μια αποδυναμωμένη Υπηρεσία δεν θα μπορεί να αντεπεξέλθει και να «απαντήσει» στις ανάγκες ενός αποτελεσματικού και σύγχρονου συστήματος σωφρονισμού (μέσω των εναλλακτικών της ποινής μέτρων) με αποτέλεσμα την αύξηση των ανακλήσεων και την υποχρεωτική έκτιση της ποινής σε καταστήματα κράτησης, με ό,τι αυτό σημαίνει σε ατομικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Να σημειώσουμε ότι οι Υ.Ε.Κ.Α. με το έργο τους συμβάλλουν στην πρόληψη και έλεγχο του εγκλήματος, στην επανένταξη των δραστών στην κοινωνία, στην άμβλυνση των αρνητικών συναισθημάτων των πολιτών για τους παραβάτες και τονώνουν την εμπιστοσύνη τους στο σύστημα παροχής δικαιοσύνης. 3
4 4. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής και Διεθνούς εμπειρίας και εφαρμογής Η διαφορετικότητα του αντικειμένου αντανακλάται και στη διαφορετική ορολογία που χρησιμοποιείται στα δυτικά, τουλάχιστον, συστήματα για τις δύο ειδικότητες. (Βλ. Αναφορά στο τέλος του παρόντος κειμένου) Γ. Συνέπειες και κίνδυνοι από την πιθανή κατάργηση των Κλάδων ή/και των Υπηρεσιών: Μια τέτοια αλλαγή είναι, εκ βάθρων, αντιδεοντολογική και αντιεπιστημονική. Ως εκ τούτου, θα έχει σοβαρές, αρνητικές συνέπειες στην ποιότητα και αποτελεσματικότητα των παρεχομένων υπηρεσιών. Θεωρούμε ότι ο καθένας αντιλαμβάνεται, τόσο σε επιστημονικόθεωρητικό όσο και πρακτικό-κλινικό επίπεδο, το ανέφικτο ένας Επιμελητής Ανηλίκων να παρέχει υπηρεσίες προς ενηλίκους ή αντίστροφα ένας Επιμελητής Κοινωνικής Αρωγής προς ένα ανήλικο ακόμα και αν έχει ίδια προπτυχιακή εκπαίδευση (π.χ. κοινωνικός λειτουργός ή κοινωνιολόγος ή ψυχολόγος ή νομικός). Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι δεν είναι δυνατόν σε τόσο εξειδικευμένα επαγγελματικάεπιστημονικά πεδία να είναι «όλοι για όλα και για όλους» ιδιαίτερα όταν το πλαίσιο εργασίας είναι σε ένα τόσο ευαίσθητο κοινωνικά πεδίο όπως αυτό του χώρου της δικαιοσύνης. Η συνεύρεση, σε κοινό χώρο, των ανηλίκων (για παραβάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας έως και τις σοβαρότερες) με τους ενήλικους καταδικασθέντες (για πλημμελήματα έως και κακουργήματα) συνεπάγεται κινδύνους όπως π.χ. διακίνηση ναρκωτικών, παρενόχληση ή ακόμα και αδικήματα σε βάρος ανηλίκων. Ιδιαιτέρως για τη χώρα μας η συνέπεια μίας τέτοιας προοπτικής (κατάργηση των Κλάδων και των Υπηρεσιών) θα είναι ακόμα πιο αρνητική μιας και θα στερήσει τη δυνατότητα ανάπτυξης εγχώριας τεχνογνωσίας (know how) στα δύο αυτά επιστημονικά πεδία (ανήλικοι παραβάτες - ενήλικοι παραβάτες). Τεχνογνωσία η οποία ουσιαστικά άρχισε να αναπτύσσεται οργανωμένα τα τελευταία κυρίως χρόνια (για το χώρο των ενηλίκων έγινε ουσιαστικά εφικτό μετά την ίδρυση των Υπηρεσιών Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής). Η αποδυνάμωση των Υπηρεσιών, εν τέλει, θα έχει ως αντίκτυπο την αναχαίτιση της πορείας των πιο σύγχρονων δομών στο χώρο της δικαιοσύνης με συνέπειες στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης, στους θύτες, τα θύματα και το κοινωνικό σύνολο. Θέλουμε σε αυτό το σημείο να προσθέσουμε ότι: Οι επαγγελματικοί κλάδοι αμφότεροι - ως ανερχόμενοι και αναγκαίοι στο χώρο της δικαιοσύνης και της κοινωνίας - έχουν τακτικές και αδιάκοπες εισροές περιστατικών. Ως εκ τούτου, και για τους δύο κλάδους το αντικείμενο εργασίας συνεχώς εξελίσσεται τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά. Είναι οι μοναδικές εξειδικευμένες Υπηρεσίες που
δρουν στο πλαίσιο του ποινικού συστήματος μέσω των ατομικών και κοινωνικών παρεμβάσεων, ανθρωποκεντρικά προσανατολισμένων και με οφέλη εκατέρωθεν 5 Σε μία περίοδο όπου σε παγκόσμιο επίπεδο η γνώση (θεωρητική και κλινική- εφαρμοσμένη) εξειδικεύεται είναι τουλάχιστον απαράδεκτο να καταργούνται επαγγελματικές ειδικότητες με σαφώς καθορισμένο και διαφοροποιημένο επιστημονικό και εργασιακό αντικείμενο. Επίσης και οι δύο Υπηρεσίες με την αποτελεσματικότητά τους, είναι αποτρεπτικές στην τέλεση νέων αδικημάτων και υποτροπών, είτε προληπτικά, είτε μέσω της τήρησης - έκτισης των ποινών με όφελος και την ελάφρυνση-αποσυμφόρηση του όγκου εργασίας των γραμματειών των δικαστηρίων. Δ. Οικονομικές παράμετροι της προτεινόμενης συγχώνευσης Η όλη εικόνα της προτεινόμενης συγχώνευσης δημιουργεί πολλές απορίες, αν αναλογιστεί κανείς ότι καταργείται η αυτοτέλεια των δύο κλάδων, χωρίς αυτό να επιφέρει κανένα ουσιαστικό οικονομικό όφελος για το δημόσιο αλλά αντίθετα δημιουργεί κίνδυνο αύξησης του κοινωνικού αλλά και οικονομικού κόστους, υπονομεύοντας το δημόσιο συμφέρον. Έχει αποδειχτεί, με διαχρονικές οικονομικές μελέτες, ότι η διαχείριση της παραβατικότητας εκτός κλειστών πλαισίων (ιδρύματα καταστήματα κράτησης) έχει χαμηλότερο κόστος. Συνακόλουθα η δουλειά και των δύο κλάδων μειώνει τα δημόσια έξοδα αφού κρατάει έναν επιτηρούμενο πληθυσμό έξω από τα, ομολογουμένως πολύ δαπανηρά, καταστήματα κράτησης. Παράγεται δηλαδή ένα επιπλέον κοινωνικό και οικονομικό όφελος. Έτσι: - η Κοινωφελής Εργασία (ως μη αμειβόμενη εργασία) έχει άμεσα κοινωνικά αλλά και οικονομικά οφέλη, - η υπό όρους απόλυση και η αναστολή υπό επιτήρηση συμβάλλουν στην αποσυμφόρηση των φυλακών και κατ επέκταση στην εξοικονόμηση πόρων -τα μέτρα επανορθωτικής δικαιοσύνης του δικαίου ανηλίκων και ενηλίκων, όπως η αποζημίωση του παθόντα ή η συμβολική χρηματική εισφορά σε φορείς άσκησης κοινωνικής πολιτικής, προκαλούν και οικονομική ωφέλεια. Η διοικητική δομή των δύο Υπηρεσιών (Επιμελητών Ανηλίκων και Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής) επιβαρύνει ελάχιστα τον κρατικό προϋπολογισμό μιας και αυτή τη στιγμή υπάρχει μόλις μία Διεύθυνση αυτή της Υ.Ε.Α. στην Αθήνα. Και τούτο συμβαίνει παρότι είναι τεράστια τα μεγέθη των υπό διαχείριση πληθυσμών και για τις δύο Υπηρεσίες (ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η Υ.Ε.Α. Αθήνας με 18 εν ενεργεία υπαλλήλους διαχειρίζεται κατά μέσο όρο 5.000 περιπτώσεις ανά έτος ενώ η νεοσύστατη Υ.Ε.Κ.Α. Αθηνών διενεργεί κατ έτος τουλάχιστον 2.500 επιμέλειες).
6 Τονίζεται ότι στις Υ.Ε.Κ.Α. δεν έχει επισήμως καλυφθεί καμμία θέση Διευθυντή και Τμηματάρχη πανελλαδικά. Θα πρέπει να αναφέρουμε εδώ ότι, όπως πληροφορήθηκαν τα Διοικητικά Συμβούλια και των δύο κλάδων, στην πρόταση συγχώνευσης που κατέθεσε η αρμόδια επιτροπή αναφέρονται υπέρογκα ποσά για το λειτουργικό κόστος των Υπηρεσιών. Ο τρόπος υπολογισμού των ποσών αυτών δεν διευκρινίζεται, ενώ δεν έχει επιβεβαιωθεί μέχρι σήμερα από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υ.Δ.Δ.Α. σε σχετικό ερώτημα του Συνδέσμου Επιμελητών Δικαστηρίων Ανηλίκων (Σ.Ε.Δ.Α.) Το συνολικό κόστος και των δύο Υπηρεσιών είναι εξαιρετικά μικρό, τόσο σε επίπεδο λειτουργικών εξόδων αφού για τη λειτουργία τους χρησιμοποιούνται ελάχιστα αναλώσιμα, όσο και σε επίπεδο μισθολογικού κόστους, μετά και την εφαρμογή του νέου μισθολογίου στο Δημόσιο (μείωση που έπληξε ιδιαίτερα το χώρο του δικού μας Υπουργείου με την κατάργηση του αναδιανεμητικού λογαριασμού -«πόρου»). Επιπρόσθετα δεν καλύπτονται τα οδοιπορικά έξοδα των επιμελητών, παρ ότι το αντικείμενο εργασίας τους επιτάσσει εξωτερικές εποπτείες ή και επισκέψεις κατ οίκον. Δημιουργείται λοιπόν εύλογα η απορία αναφορικά με το σκεπτικό μιας τέτοιας συγχώνευσης, η οποία φαίνεται να είναι «συγχώνευση-φάντασμα». Αν μάλιστα λάβει κανείς υπόψη ότι μία τέτοια συγχώνευση θα μπορούσε να επιφέρει πολλαπλές, και επί μακρόν, δυσλειτουργίες (σε σχέση με τις παρεχόμενες υπηρεσίες και προς τις δύο ομάδες-στόχους) και τη συνακόλουθη, πιθανά, αύξηση των εισαγωγών επανεισαγωγών, στα καταστήματα κράτησης, ερχόμαστε να αναρωτηθούμε πώς θα εξυπηρετούσε κάτι τέτοιο τη δημοσιονομική μας πολιτική και το δημόσιο συμφέρον. Ακόμα όμως και αν λόγω της οικονομικής συγκυρίας η συγχώνευση είναι αναπόφευκτη, τούτο θα μπορούσε να υλοποιηθεί με τη σύσταση μιας Δ/νσης η οποία θα αποτελείται από τα δύο διακριτά τμήματα των Επιμελητών Ανηλίκων και των Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής τηρώντας τους δύο διαφορετικούς κλάδους. Μία διάκριση η οποία ανταποκρίνεται στα ευρωπαϊκά δεδομένα, εξυπηρετεί ένα σύγχρονο σωφρονιστικό σύστημα, συμβάλλει στην τόνωση της εμπιστοσύνης στο σύστημα παροχής της δικαιοσύνης χωρίς να επιβαρύνει οικονομικά τη δημόσια διοίκηση. Για τον ΣΕΔΑ Η Πρόεδρος Ευ. Δελαβέκουρα Για τον ΣΕΚΑ Η Πρόεδρος Ι. Μίχα