Prevention Groups With Children and Adolescents ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑ Α.Μ.: 1057537 ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ ΠΜΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ 2016-2018
Περίληψη Η πρωτογενής πρόληψη (primary prevention) έχει απασχολήσει ιδιαίτερα την επιστημονική κοινότητα τα τελευταία 25 χρόνια (περιοδικά, έρευνες, αναλύσεις). Ο χρόνος που ξοδεύουν τα παιδιά και οι έφηβοι με τους συνομηλίκους τους μέσα και έξω από τις τάξεις, οδήγησε στη δημιουργία ομάδων για την υλοποίηση των υπηρεσιών πρόληψης.
Σκοπός του άρθρου Το άρθρο αυτό στοχεύει στην εξοικείωση του θεραπευτή της ομάδας (group practinioner) με ιδέες και μεθόδους πρόληψης που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στις ομάδες των παιδιών και των εφήβων.
Η ομάδα αποτελεί μία από τις πρωταρχικές επιρροές κοινωνικοποίησης κατά τα πρώτα στάδια της ανάπτυξης (Erickson, 1966). Επίσης, δημιουργεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο τα παιδιά και οι έφηβοι θα λάβουν τις παρεμβάσεις πρόληψης, τις οποίες θα εξασκήσουν και εφαρμόσουν στην πραγματική ζωή. Σύμφωνα με τους Hoag and Burlingame (1997) το μέσο παιδί ή έφηβος που λαμβάνει ομαδική αγωγή είναι σε καλύτερη θέση κατά 73% απ αυτούς που βρίσκονται στις ομάδες ελέγχου.
Η Ένωση των Ειδικών στην Ομαδική Εργασία (ASGW) ορίζει τέσσερις διαφορετικούς τύπους ομάδων, αλλά και τον ρόλο των συμβούλων σε αυτές τις ομάδες: Ομάδες έργου (Task/ work groups) Ομάδες οδηγητικής/ ψυχοεκπαιδευτικές ομάδες (Guidance/ psychoeducational groups) Διαπροσωπικές ομάδες επίλυσης προβλήματος/ ομάδες συμβουλευτικής (Counseling/ interpersonal problemsolving groups) Ομάδες ψυχοθεραπείας/ ανοικοδόμησης της προσωπικότητας (Psychotherapy/ personality reconstruction groups)
Ομάδες έργου (task/work groups): σε αυτή την ομάδα ο ειδικός βοηθάει ομάδες όπως κοινοτικές οργανώσεις, επιτροπές, ομάδες εργασίας, ομάδες μάθησης και άλλες παρόμοιες ομάδες να διορθώσουν ή να εξελίξουν την λειτουργικότητά τους. Ομάδες οδηγητικής/ ψυχοεκπαιδευτικές ομάδες (Guidance/ psychoeducational groups): ο ειδικός σε αυτή την ομάδα προσπαθεί να εκπαιδεύσει τους συμμετέχοντες, οι οποίοι προς το παρόν παραμένουν ανεπηρέαστοι από μια πιθανή απειλή, ένα γεγονός ανάπτυξης, μία άμεση κρίση, με στόχο την πρόληψη.
Διαπροσωπικές ομάδες επίλυσης προβλήματος/ ομάδες συμβουλευτικής (Counseling/ interpersonal problem-solving groups): ο ειδικός α) βοηθάει τους συμμετέχοντες να επιλύσουν τα προβλήματα της ζωής μέσω της διαπροσωπικής υποστήριξης και επίλυσης προβλημάτων και β) τους βοηθάει να αναπτύξουν αυτές τις ικανότητες για την αντιμετώπιση μελλοντικών προβλημάτων παρόμοιας φύσης. Ομάδες ψυχοθεραπείας/ ανοικοδόμησης της προσωπικότητας (Psychotherapy/ personality reconstruction groups): ο ειδικός εστιάζει στην ατομική βοήθεια των μελών για την αποκατάσταση των ψυχολογικών προβλημάτων και την ανοικοδόμηση της προσωπικότητας.
Οι Durlak and Wells (1997) αναφέρουν ότι ο μέσος συμμετέχων σε ένα πρόγραμμα πρωτογενούς παρέμβασης ξεπερνάει την απόδοση περίπου του 59% - 82% εκείνων που βρίσκονται στις ομάδες ελέγχου. Επίσης, τα αποτελέσματα δείχνουν μία 8% με 46% διαφορά στους δείκτες επιτυχίας υπέρ των ομάδων πρόληψης. Διπλό όφελος: α) σημαντική μείωση προβλημάτων β) σημαντική αύξηση ικανοτήτων
Προτάσεις για ομάδες πρόληψης παιδιών και εφήβων 1. Προσδιορισμός/ οριοθέτηση του πληθυσμού (Durlak & Wells, 1997). Σφαιρική προσέγγιση (global approach) Προσέγγιση υψηλού κινδύνου (at-risk approach) Προσέγγιση μετάβασης (transition approach)
Αναγκαία καθίσταται η ύπαρξη ετερογένειας στην ομάδα, αλλά σε σημείο που τα μέλη να μπορούν να δουλέψουν σε κάτι κοινό. Χαρακτηριστικά ομάδων: Περιορισμένο εύρος ηλικίας ή τάξης Φύλο (για νεότερα παιδιά) Εθνική και πολιτισμική ποικιλομορφία Ο ειδικός πρέπει να είναι σε θέση να προσδιορίζει για ποιον δούλεψε η παρέμβαση και για ποιον όχι.
Το 80,6% των μελετών της παρούσας ανάλυσης, πραγματοποιήθηκαν σε σχολικά περιβάλλοντα. Σχολεία: πρωτογενή περιβάλλοντα στα οποία πρέπει να εφαρμοστούν οι υπηρεσίες πρόληψης, καθώς εκεί βρίσκεται το ευρύτερο δυνατό κοινό. Τα νοσοκομεία και τα οικοτροφεία είναι πιθανό να αντιμετωπίζουν ήδη έναν πληθυσμό που να έχει φτάσει τα δευτερογενή και τριτογενή στάδια παρέμβασης.
Οι μελέτες στα σχολεία φαίνεται να είναι λιγότερο αποτελεσματικές απ αυτές στα κλινικά περιβάλλοντα. Στα δεύτερα υπάρχει μεγαλύτερο κενό σε σχέση με τα πρώτα, καθώς στα κλινικά περιβάλλοντα η θεραπεία ενδέχεται να είναι δευτερογενής ή τριτογενής (π.χ. άρρωστος υγιής). Αντίθετα, στα σχολεία υπάρχουν ομάδες πρόληψης (π.χ. διαζύγιο γονέων, αυτοεκτίμηση).
Οι προσπάθειες πρόληψης στην βιβλιογραφία συχνά στόχευαν στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησης και της αυτο-αποτελεσματικότητας ή άλλων παρόμοιων μεταβλητών. Η πρόληψη είναι μακροπρόθεσμος στόχος και απαιτεί χρόνο για να δει κανείς τους καρπούς της προσπάθειας αυτής. Τύποι παρεμβάσεων: α) προϋπάρχουσες β) ειδικά διαμορφωμένες για την εκάστοτε μελέτη
Η επιλογή της κατάλληλης παρέμβασης: 1. συμβάλλει στην επικέντρωση στους στόχους της ομάδας πρόληψης 2. δείχνει την προσπάθεια για την τυποποίηση της θεραπείας 3. επιτρέπει στους άλλους: α) να διαπιστώσουν ότι η προϋπάρχουσα παρέμβαση λειτουργεί β) να χρησιμοποιήσουν την παρέμβαση γνωρίζοντας ότι είναι αποτελεσματική αυτή, Σημαντικό είναι επίσης να σημειωθούν ποιοι τύποι τεχνικών χρησιμοποιούνται, πώς χρησιμοποιούνται και σε ποιο θεωρητικό προσανατολισμό ταιριάζουν.
Ο καλύτερος τρόπος για την καταγραφή μιας θεραπείας είναι η δημιουργία εγχειριδίου, στο οποίο θα περιγράφονται όλα τα βήματα της σύνθεσης της ομάδας, καθώς και μετρήσεις για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας της θεραπείας αυτής. Οι θεραπείες έχουν συνήθως 7 επίπεδα: 1) Δοσολογία της θεραπείας 2) Καθοδήγηση της θεραπείας 3) Βαθμός τυποποίησης της θεραπείας 4) Περιβάλλον θεραπείας 5) Συχνότητα 6) Διάρκεια (1-3 μήνες ή 3-6 μήνες) 7) Αριθμός συνεδριών
Η ομαδική συμβουλευτική με στόχο την πρόληψη ενδέχεται να προσφέρει σχετικά σύντομες, δραστικές θεραπείες με μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Παράλληλα με την ύπαρξη μιας ομάδας θεραπείας, είναι απαραίτητο να υπάρχει και μια ομάδα ελέγχου. Η ομάδα ελέγχου δεν λαμβάνει την θεραπεία της άλλης ομάδας, είτε δεν λαμβάνει καμία θεραπεία, είτε μια μικρή ποσότητα (πχ. το να περνούν χρόνο μαζί κάνοντας μια δραστηριότητα). Αναγκαία προϋπόθεση η τυχαία κατανομή των συμμετεχόντων και των δύο ομάδων (π.χ. καπέλο).
Η επαναληπτική αξιολόγηση είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό μέρος της έρευνας και του σχεδιασμού της θεραπείας. Οι επαναληπτικές μετρήσεις ελέγχουν αν τα αποτελέσματα μιας παρέμβασης αντέχουν στο χρόνο. Αν όχι, απαραίτητες είναι οι ενισχυτικές συνεδρίες, ή ακόμα και η επανάληψη της αρχικής παρέμβασης. Η διάρκεια των επαναλήψεων αυτών κυμαίνεται από μία μέρα έως και 3 χρόνια.
Οι τρεις πιο δημοφιλείς κατηγορίες είναι: 1. 3-6 μήνες 2. 6-12 μήνες 3. 1-3 μήνες Μερικοί ερευνητές διαπιστώνουν ότι οι ομάδες ελέγχου χειροτερεύουν με το πέρασμα του χρόνου, ενώ οι ομάδες θεραπείας παραμένουν σταθερές ή και βελτιώνονται μέσω της πρόληψης. Σε άλλες περιπτώσεις, φάνηκε ότι τα αποτελέσματα δεν κράτησαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, υποδεικνύοντας την ανάγκη για αναμόρφωση της παρέμβασης ή για πραγματοποίηση ενισχυτικών συνεδριών.
Οι αναφορές των γονέων και των δασκάλων, αλλά και οι βαθμοί των μαθητών αποτελούν πολλαπλά στοιχεία αξιολόγησης για τον θεραπευτή/ επαγγελματία. Επιπρόσθετα, η χρήση εργαλείων που θεωρούνται αξιόπιστα και έγκυρα πρόκειται να οδηγήσει σε πιο αποδεκτά, ερμηνεύσιμα δεδομένα. Απαραίτητη καθίσταται και η κατάλληλη εκπαίδευση των ηγετών της ομάδας. Πρέπει να αποκτήσουν γνώσεις και δεξιότητες για την εκτέλεση των ομάδων γενικά, αλλά και του εκάστοτε τύπου ομάδας ειδικά. Η ύπαρξη εμπειρίας δεν καθιστά πάντα τους θεραπευτές ικανούς ηγέτες. Αναγκαία κρίνεται η συνεχής εκπαίδευση.
Συμπεράσματα Η πρόληψη και οι ομάδες είναι ένας φυσικός συνδυασμός που χρησιμοποιείται για τη βελτίωση της υγείας των παιδιών και των εφήβων. Είναι σημαντικό να γνωρίζει ο θεραπευτής τι δουλεύει για ποιον, με ποιο τρόπο και για πόσο χρονικό διάστημα. Οι προσπάθειες των θεραπευτών και των ερευνητών να εφαρμόσουν και να καταγράψουν τις προσπάθειες των ομάδων πρόληψης θα έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας σημαντικής μελλοντικής γνωστικής βάσης.
Ευχαριστώ πολύ!