Όταν δεν με ρωτάει κανείς, το ξέρω. μα αν τύχει και κάποιος με ρωτήσει, αν τύχει και προσπαθήσω να του το εξηγήσω, τότε δεν το ξέρω. Αυγουστίνος, «Εξομολογήσεις» Αυτό που γράφει ο Ιερός Αυγουστίνος για το χρόνο, ισχύει το ίδιο και για τον έρωτα. Όσο λιγότερο τον σκεφτόμαστε, τόσο πιο αυτονόητος μας φαίνεται. Όταν, όμως, αρχίζουμε και στύβουμε το μυαλό μας για να τον καταλάβουμε, τότε πέφτουμε στο καζάνι του διαβόλου. Την ιδιόμορφη αυτή κατάσταση επιβεβαιώνει και ένα ιστορικό γεγονός: από τις απαρχές του πολιτισμού ο άνθρωπος ως καλλιτέχνης (και από την εποχή του Ορφέα ως ποιητής) με ελάχιστα θέματα ασχολήθηκε τόσο επίμο
ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ να όσο με τον έρωτα. Διότι οι ποιητές, ως γνωστόν, δεν γράφουν γι αυτά που ξέρουν, αλλά ακριβώς γι αυτά που δεν ξέρουν κι αυτό για λόγους που επίσης δεν ξέρουν, αλλά θέλουν πολύ να γνωρίσουν. Η αρχική άγνοια, το «Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό το πράγμα», είναι η πρώτη παρόρμηση, η πρώτη ώθηση που τους αναγκάζει να πιάσουν το κοντύλι, την πένα ή τη λύρα. (Η οργή, η λύπη, η συναισθηματική πλησμονή, ο πλούτος κτλ. είναι δευτερεύοντα κίνητρα.) Αν τα πράγματα ήταν αλλιώς, δεν θα υπήρχαν ούτε ποιήματα, ούτε μυθιστορήματα, ούτε δράματα, ούτε τίποτα. Θα υπήρχαν μόνο δημοσιοποιήσεις. Φαίνεται πως κάτι αινιγματικό και μυστηριώδες υπάρχει στον έρωτα, κάτι που ο άνθρωπος δεν είναι σε θέση να γνωρίσει απόλυτα και να εξηγήσει πέρα για πέρα. Το ίδιο, βέβαια, θα μπορούσαμε να πούμε και για τη Μεγάλη Έκρηξη που γέννησε τον κόσμο. ή για το ερώτημα του πώς θα είναι ο καιρός σε δυο βδομάδες από σήμερα. Αλλά οι θεωρίες σχετι
ΠΑΤΡΙΚ ΖΙΣΚΙΝΤ κά με τα πρώτα δευτερόλεπτα του σύμπαντος και οι μετεωρολογικές προβλέψεις εμπνέουν τους ποιητές και το κοινό τους πολύ λιγότερο από οτιδήποτε σχετίζεται με τον έρωτα. Άρα ο έρωτας έχει κάτι περισσότερο από το αινιγματικό και μυστηριώδες. Είναι προφανές ότι όλοι οι άνθρωποι τον θεωρούν προσωπική τους υπόθεση και μάλιστα υπόθεση εξαιρετικά σημαντική για την ύπαρξή τους την ίδια. Τόσο σημαντική, ώστε ακόμη και οι αστροφυσικοί, όταν ερωτεύονται, δεκάρα δεν δίνουν για τη γέννηση του σύμπαντος κι ας μη μιλήσουμε καν για τις μετεωρολογικές προβλέψεις. Την ίδια σημασία δεν έχουν για την ύπαρξή μας, ωστόσο, και η αναπνοή, το φαγητό και το ποτό, η πέψη και η αφόδευση; Γιατί αναρωτιόμουνα συχνά μικρός γιατί οι άνθρωποι στα μυθιστορήματα δεν πάνε ποτέ στην τουαλέτα; Ούτε στα παραμύθια, ούτε στην όπερα, ούτε στο θέατρο, ούτε στο σινεμά, ούτε στις εικαστικές τέχνες. Μια από τις βασικότερες, ενίοτε επιτακτικότερες, και πρωταρχικές για
ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ την επιβίωση ανθρώπινες δραστηριότητες δεν εμφανίζεται καθόλου στην τέχνη. Η οποία ασχολείται διαρκώς και κατ επανάληψη, με απίστευτη επιμονή και απερίγραπτη ποικιλία, με όλες τις παραλλαγές, τα στάδια, τους προλόγους, τις αποχρώσεις και τα τερτίπια του έρωτα τον οποίο εγώ τότε θεωρούσα ακόμα μάλλον περιττό για τη ζωή. Γιατί η Ιστορία της ανθρωπότητας δεν έχει να επιδείξει ούτε μία λατρεία των περιττωμάτων, ενώ υπάρχει πληθώρα αντίστοιχων λατρευτικών δοξασιών σχετικά με το στήθος, το αιδοίο και το φαλλό; Η σκέψη αυτή δεν είναι τόσο τραβηγμένη όσο ίσως φαίνεται με την πρώτη ματιά. Στο Συμπόσιο του Πλάτωνα ο γιατρός Ερυξίμαχος διαβλέπει στην ικανοποιητική πλήρωση και κένωση του σώματος την εκδήλωση του έρωτα, το ίδιο όπως και στην ψυχική προσέγγιση δύο ανθρώπων. Ο Ερυξίμαχος, όμως, είναι ο πιο απλοϊκός ομιλητής από τους εφτά συνδαιτυμόνες, που στον πλατωνικό αυτό διάλογο συζητούν με θέμα την ουσία και τη φύση του
ΠΑΤΡΙΚ ΖΙΣΚΙΝΤ έρωτα. Γι αυτό τον εμπειρικό επιστήμονα ο έρωτας είναι από τις βασικές και θεμελιώδεις αρχές, που αποκαθιστούν τη χαμένη αρμονία του κόσμου, μια σχεδόν φυσική σταθερά που βάζει σε τάξη τον κόσμο (και μάλιστα σε όλους τους δυνατούς τομείς, από τη γεωργία μέχρι την αλλαγή των εποχών, από τη μουσική μέχρι το λόξιγκα). Αν ο Ερυξίμαχος ζούσε στη δική μας εποχή, θα ήταν κατά πάσα πιθανότητα από τους ανθρώπους που ορίζουν τον έρωτα ως μια από τις πολυάριθμες συνέπειες της δράσης ενζύμων, ορμονών ή αμινοξέων άποψη που μας φαίνεται κοινότοπη. Όχι και τόσο εποικοδομητική. Και, πάντως, ελάχιστα διαφωτιστική. Διότι «ορίζω» δεν σημαίνει «γενικεύω», αλλά αντίθετα «περιορίζω και απομακρύνομαι από το γενικό». Αν θέλουμε να μιλήσουμε για τον έρωτα (για τον οποίον εξάλλου είμαστε όλοι λίγο ως πολύ βέβαιοι ότι είναι κάτι ιδιαίτερο και ξεχωριστό), δεν μας βοηθά και πολύ η δήλωση πως πρόκειται για μια θεμελιώδη αρχή της ζωής και του κόσμου. για
ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ «M Ó Ó Á Ú ÙÈÓ âê Û ÌÂÓ ÂrÓ È ÙeÓ öúˆù»
ΠΑΤΡΙΚ ΖΙΣΚΙΝΤ Ο ίδιος ο έρωτας δεν είναι, βέβαια, θεός. Δεν είναι ούτε καλός ούτε κακός. Δεν είναι όμορφος ή άσχημος. Είναι ένας ισχυρός δαίμων, ένας μεσολαβητής μεταξύ θεών και ανθρώπων, μια δύναμη που ενσταλάζει στον άνθρωπο τον πόθο για όσα του λείπουν: τον πόθο για το ωραίο, για το καλό, για την ευτυχία, για την τελειότητα όλα χαρακτηριστικά των θεών, αντιφέγγισμα των οποίων ο ερωτευμένος βλέπει στο αντικείμενο του έρωτά του, τον πόθο, εντέλει, για την αθανασία. Ο έρωτας είναι «η βίαιη, σφοδρή αγάπη τόκου (δηλαδή γέννησης και/ή δημιουργίας) εντός του ωραίου», λέει η Διοτίμα, «η πιο σοφή ανάμεσα στις γυναίκες», την οποία αναφέρει ο Σωκράτης στο Συμπόσιο. Κι αυτός ο τόκος εντός του ωραίου, τόσο φυσικός-σωματικός, αλλά πολύ περισσότερο ο πνευματικός, παιδαγωγικός, καλλιτεχνικός, πολιτικός, φιλοσοφικός τόκος εντός του ωραίου, με λίγα λόγια αυτό που ονομάζουμε δημιουργικότητα, συνιστά τη συμμετοχή του ανθρώπου στην αθανασία, μιας και αυτό εξα-
ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ «\EÓ Î Ïˇá» «TfiÎÔ âó Î Ïˇá, Î d Î Ùa Ùe ÛáÌ Î d Î Ùa ÙcÓ Ó».