ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ Αλιευτική βιολογία και δυναμική του είδους Barbus peloponnesius Valenciennes, 1842, στον ποταμό Βενέτικο ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΦΟΥΡΚΙΩΤΗΣ

Σχετικά έγγραφα
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«Βελτίωση της γνώσης σχετικά με τον καθορισμό της ελάχιστα

Ειδικά Θέματα Ιχθυολογίας

Πρότυπα οικολογικής διαφοροποίησης των μυρμηγκιών (Υμενόπτερα: Formicidae) σε κερματισμένα ορεινά ενδιαιτήματα.

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

Μελέτη Προέγκρισης Χωροθέτησης του Μικρού Υδροηλεκτρικού Σταθμού Βαλορέματος. Υδρολογική μελέτη

Κωνσταντίνος Στεφανίδης

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 03/06/2011 Προς: Σύλλογο Φίλων Πηνειού και του Παραποτάμιου Πολιτισμού του Υπόψη Δ.Σ.

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

Περιεχόµενα. 1 Εισαγωγή 4 2 Η όδευση του αγωγού σε τµήµατα 5

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ ΜΑΚΡΑΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΞΗΡΑΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Υδρολογική διερεύνηση της διαχείρισης της λίµνης Πλαστήρα

Υδρολογική διερεύνηση της διαχείρισης της λίµνης Πλαστήρα

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ»

ΛΙΜΝΟΛΟΓΙΑ. Αποτελεί υποσύνολο της επιστήμης της Θαλάσσιας Βιολογίας και της Ωκεανογραφίας.

ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΓΕΝΕΤΙΚΗ 03. ΜΕΣΗ ΤΙΜΗ & ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗ

ΣΥΝΟΨΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ: «ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ»

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός

Ενότητα 1: Εισαγωγή. ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας. Τμήμα Φυσικοθεραπείας. Προπτυχιακό Πρόγραμμα. Μάθημα: Βιοστατιστική-Οικονομία της υγείας Εξάμηνο: Ε (5 ο )

ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΤΕΣ ΛΙΜΝΕΣ ΤΗΣ ΔΕΗ

ΕΠΑΝ II, KOYΠΟΝΙΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Κωδικός Αριθμός Κουπονιού:

Διαχείριση Υδατικών Πόρων και Οικολογική Παροχή στον ποταμό Νέστο

Η ιχθυοπανίδα του ποταμού Νέστου μετά την κατασκευή των δύο υδροηλεκτρικών φραγμάτων

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ 11. ΙΧΘΥΕΣ ΓΛΥΚΕΩΝ ΥΔΑΤΩΝ

ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

Τ Ε Χ Ν Ο Λ Ο Γ Ι Α Κ Λ Ι Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Υ ( Ε ) - Φ Ο Ρ Τ Ι Α 1

Λιµνοδεξαµενές & Μικρά Φράγµατα

Κεφάλαιο 1. Γεωμορφολογία Ποταμών Μόνιμη δίαιτα ποταμών Σχηματισμός διατομής ποταμού

Η οδηγία για τα νερά κολύμβησης και η επίδραση της μυδοκαλλιέργειας στην ποιότητα νερών του Θερμαϊκού κόλπου (Βόρειο. Αιγαίο)

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ: Ιανουάριος 2017 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Πειραιάς, 6 Απριλίου 2017

Εκτίμηση της μεταβολής των τιμών μετεωρολογικών παραμέτρων σε δασικά οικοσυστήματα στην Ελλάδα

Οδηγία 2000/60/EΚ: Κατευθύνσεις για το σχεδιασμό προγραμμάτων παρακολούθησης Παράδειγμα Εφαρμογής στην Ελλάδα

ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ-ΘΕΩΡΙΑ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΕΞΕΤΑΣΗΣ: 30 ΛΕΠΤΑ ΜΟΝΑΔΕΣ: 3 ΚΛΕΙΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Τεχνική Υδρολογία (Ασκήσεις)

Μη μετρούμενες λεκάνες απορροής: Διερεύνηση στη λεκάνη του Πηνειού Θεσσαλίας, στη θέση Σαρακίνα

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ: Ιούλιος 2018 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Πειραιάς, 11 Οκτωβρίου 2018

ΕΤΗΣΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΓΡΟΤΟΠΟΥ. Εισήγηση για την αλιεία στις λίμνες Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα για το 2015

ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΤΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΕΝΝΕΑ (9) ΣΕΛΙΔΕΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ

ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ ΜΕ ΤΗ ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΟΔΙΚΩΝ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ. Απόστολος Ζιακόπουλος

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ 7. ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΕΙΚΤΩΝ

ΕΚΘΕΣΗ. Ανασκόπηση. Λειτουργίας θυροφράγματος Κούλας και. Διαχείριση στάθμης λίμνης Μικρής Πρέσπας. το έτος 2012

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ Χειμερινό εξάμηνο Κ. Ποϊραζίδης Μ. Γραμματικάκη

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ: Σεπτέμβριος 2016 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Πειραιάς, 8 Δεκεμβρίου 2016

Τεχνική Υδρολογία (Ασκήσεις)

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ: Σεπτέμβριος 2017 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Πειραιάς, 7 Δεκεμβρίου 2017

Λίγα λόγια για τους συγγραφείς 16 Πρόλογος 17

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ: Μάιος 2017 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Πειραιάς, 10 Αυγούστου 2017

Ποτάμια Γεωμορφολογία Τύποι ποταμών. Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος

AND002 - Έλος Άχλα. Περιγραφή. Γεωγραφικά στοιχεία. Θεμελιώδη στοιχεία

Παράκτια Ωκεανογραφία

12-13 Μαρτίου 2015 Αθήνα. Εντοπισμός δυνητικών θέσεων τροχαίων ατυχημάτων σε υφιστάμενο οδικό δίκτυο αναφορικά με τη γεωμετρία της οδού

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Τεχνική Υδρολογία (Ασκήσεις)

ΧΗΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΥΔΡΟΛΟΓΙΚΗ ΛΕΚΑΝΗ ΤΟΥ ΑΝΑΠΟΔΑΡΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΕΔΙΑΔΑ ΤΗΣ ΜΕΣΣΑΡΑΣ

Προστατευτική Διευθέτηση

LIFE08 NAT/CY/ Δράση Γ.5: Εμπλουτισμός των πληθυσμών των υπό μελέτη ειδών

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΜΝΗΜΕΙΑΚΟΥ ΠΛΑΤΑΝΟΥ ΛΕΟΝΤΙΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΡΓΙΘΕΑΣ, Ν. ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ

Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΦΑΙΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΠΤΗΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ» ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΔΕΝ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ

Τεχνολογία Γεωφραγμάτων

ΜΑΘΗΜΑ: Γενική Οικολογία

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ

Παρακολούθηση της ιχθυοπανίδας της περιοχής ευθύνης του Φορέα Διαχείρισης Περιοχής Οικοανάπτυξης Κάρλας Μαυροβουνίου Κεφαλόβρυσου Βελεστίνου

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

Επιπτώσεις αποθέσεων φερτών υλικών σε ταµιευτήρες

AND019 - Έλος Κρεμμύδες

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

Καταγραφή της Ιχθυοπανίδας του Ποταμού Νέστου*

ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΟΔΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

ΟΙ ΜΥ ΟΚΑΛΛΙΕΡΓΙΕΣ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΠΙΕΡΙΑΣ

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Οδηγίας της Επιτροπής

ΥΨΗΛΗ ΚΑΛΗ ΜΕΤΡΙΑ ΕΛΛΙΠΗΣ ΚΑΚΗ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ: Ιούλιος 2014 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Πειραιάς, 9 Οκτωβρίου 2014

Τοποθέτηση προβλήματος

Εργαστήριο Δασικής Γενετικής / ΔΠΘ Ορεστιάδα. Ποσοτική Γενετική ΒΕΛΤΙΩΣΗ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΣΟΓΕΝΕΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ. Αριστοτέλης Χ.


Δρ Παρισόπουλος Γεώργιος. Πολιτικός Μηχανικός Α.Π.Θ., M.Sc., Ph.D. Water Resources & Environmental Eng., I.C., U.K.

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ: Αύγουστος 2015

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ Πειραιάς, 8 Σεπτεµβρίου 2016 ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Σημερινές και μελλοντικές υδατικές ανάγκες των καλλιεργειών της δελταϊκής πεδιάδας του Πηνειού

Γ ΚΠΣ ΕΠΕΑΕΚ ΙΙ ΜΕΤΡΟ 2.2, ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΡΑΞΗΣ ια. ΕΡΓΟ: «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ - ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ-Ενίσχυση ερευνητικών ομάδων του ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ»

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 3 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα ΕΑΡΙΝΟ

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΕ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΕΣ ΩΣ ΥΝΑΜΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ ΚΡΕΜΑΣΤΩΝ

THA001 - Φραγμολίμνη Μαριών

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοινώνει τον εποχικά προσαρµοσµένο δείκτη ανεργίας για τον Μάρτιο 2015.

Ιχθυολογία. Ενότητα 1 η. Εργαστηριακή Άσκηση Μορφομετρία Οστεϊχθύος. Περσεφόνη Μεγαλοφώνου, Αναπλ. Καθηγήτρια Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Βιολογίας

ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ. ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΞΥΛΟΥ & ΚΛΕΙΔΕΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΕΡΕΥΝΑ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ: Ιανουάριος 2015 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ. Πειραιάς, 9 Απριλίου 2015

ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΑΕΡΟΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΤΩΝ ΡΕΥΣΤΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΑΥΤΗΣ

Έλεγχος υποθέσεων και διαστήματα εμπιστοσύνης

Μαρία Λαζαρίδου Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Επιστημονικός Υπεύθυνη

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΑΣΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ: ΛΙΒΑΔΟΠΟΝΙΑΣ, ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ & ΙΧΘΥΟΠΟΝΙΑΣ ΓΛΥΚΕΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ: ΑΓΡΙΑΣ ΠΑΝΙΔΑΣ & ΙΧΘΥΟΠΟΝΙΑΣ ΓΛΥΚΕΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ Αλιευτική βιολογία και δυναμική του είδους Barbus peloponnesius Valenciennes, 1842, στον ποταμό Βενέτικο ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΦΟΥΡΚΙΩΤΗΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΟΚΚΙΝΑΚΗΣ, Επίκουρος Καθηγητής Α.Π.Θ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 21

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η εργασία αυτή υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών της Σχολής Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ευχαριστίες εκφράζονται στο Διευθυντή του εργαστηρίου κ. Χρήστο Βλάχο, Αναπληρωτή Καθηγητή και στον επιβλέποντα της μεταπτυχιακής μου διατριβής κ. Αντώνη Κοκκινάκη Επίκουρο Καθηγητή, για τη συμβολή του στην επιλογή του θέματος, την αδιάκοπη καθοδήγηση και παρακολούθηση του ερευνητικού μέρους, καθώς και για την αμέριστη συνεισφορά και συμπαράστασή του κατά τη συγγραφή και παρουσίασή της. Επίσης, ευχαριστίες εκφράζονται στον τέως διευθυντή του εργαστηρίου, ομότιμο καθηγητή κ. Νικόλαο Παπαγεωργίου. Ευχαριστίες εκφράζονται επίσης στη κ. Ανδρεοπούλου Ζαχαρούλα, για τη πολύτιμη βοήθειά της στη μαθηματική και στατιστική επεξεργασία των δεδομένων της μεταπτυχιακής μου διατριβής. Θερμές ευχαριστίες εκφράζονται επίσης και σε όλους συναδέλφους και συνεργάτες, όσων τη βοήθεια χρειάστηκα προκειμένου να ολοκληρώσω τη συλλογή και επεξεργασία των στοιχείων μου καθώς και τη συγγραφή της μεταπτυχιακής μου διατριβής, χωρίς τη συμπαράστασή των οποίων δεν θα είχα φτάσει σήμερα στο αποτέλεσμα αυτό. 1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο : ΕΙΣΑΓΩΓΗ - Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 4 1.1 Γεωγραφικά Στοιχεία 4 1.1.1 Γεωλογικά στοιχεία σχηματισμού 4 1.1.2 Στοιχεία ευρύτερης υδρολογικής λεκάνης 4 1.1.3 Γεωμορφολογικά στοιχεία 5 1.1.4 Υδρολογικά στοιχεία 7 Βιότοπος 1.1.5 Φυτοκοινωνίες 8 1.2 Δραστηριότητες της Ευρύτερης Περιοχής - Επεμβάσεις 9 1.2.1 Δραστηριότητες αναψυχής 9 1.2.2 Ενέργειες που έχουν πραγματοποιηθεί με σκοπό την διαχείριση αξιοποίηση 1 του ποταμού 1.2.3 Γενική εκτίμηση των υδάτινων οικοσυστημάτων της περιοχής 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο : ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ 11 2.1 ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΗ 11 2.2 Γενικά 11 2.2.1 Δειγματοληψίες 11 2.2.2 Μέτρηση βιολογικών παραμέτρων 14 2.2.2.1 Μικτό και καθαρό βάρος σώματος 15 2.2.2.2 Ολικό, Μεσουραίο και Σωματικό μήκος 15 2.2.3 Προσδιορισμός της ηλικίας και της αύξησης 16 2.2.3.1 Ετήσια αύξηση 16 2.2.3.2 Μηνιαίες δειγματοληψίες- Μηνιαία και Εποχική αύξηση 18 2.2.4 Μαθηματική και Στατιστική επεξεργασία 18 2.3 Ηλικία 18 2.3.1 Γενικά 18 2.3.2 Προσδιορισμός της ηλικίας με τη μέθοδο μήκους-συχνότητας 19 2.3.3 Προσδιορισμός της ηλικίας με χρήση της μεθόδου των λεπιών 19 2.3.4 Περιγραφή των λεπιών 19 2.3.5 Προσδιορισμός του χρόνου σχηματισμού των ετησίων δακτυλίων 19 2.3.6 Έλεγχος του ορθού προσδιορισμού της ηλικίας με τη χρήση της μεθόδου των 2 λεπιών 2.4 Αύξηση 2 2.4.1 Ετήσια Αύξηση 2 2.4.2 Ετήσια Αύξηση κατά μήκος 2 2.4.2.1 Ετήσια παρατηρούμενη αύξηση κατά μήκος 21 2.4.2.2 Σχέση μήκους σώματος ψαριού ακτίνας λεπιού 21 2.4.2.3 Ετήσια υπολογισμένη αύξηση κατά μήκος 21 2.4.2.4 Ετήσιος ρυθμός αύξησης κατά μήκος- εξίσωση Ford-Walford 21 2.4.3 Ετήσια Αύξηση κατά βάρος 22 2.4.3.1 Ετήσια παρατηρούμενη αύξηση κατά βάρος 22 2.4.3.2 Σχέση μήκους Βάρους σώματος ψαριού 22 2.4.3.3 Ετήσια υπολογισμένη αύξηση κατά βάρος 23 2.4.4 Δείκτης ευρωστίας 23 2.4.4.1 Δείκτης ευρωστίας κατά κλάση ηλικίας 23 2.4.5 Μηνιαία αύξηση 23 2.4.5.1 Μηνιαία αύξηση κατά μήκος 24 2.4.5.2 Μηνιαία αύξηση κατά βάρος 24 2

2.4.6 Σχέσεις μεταξύ των μηκών του σώματος του ψαριού 24 2.4.6.1 Σχέση μεσουραίου-ολικού μήκους σώματος 24 2.4.6.2 Κατά μήκος σύνθεση 24 2.4.7 Γοναδοσωματικός δείκτης 25 2.4.8 Επίδραση των μεταβολών του γοναδοσωματικού δείκτη στο δείκτη ευρωστίας 25 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο : ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 26 3.1 Το είδος Barbus peloponnesius 26 3.1.1 Το γένος Barbus 26 3.2 Αλιευτική κατάσταση του Barbus peloponnesius 27 3.3 Προσδιορισμός της ηλικίας με τη μέθοδο μήκους-συχνότητας 28 3.4 Περιγραφή των λεπιών 31 3.5 Προσδιορισμός του χρόνου σχηματισμού των ετησίων δακτυλίων 32 3.6 Έλεγχος του ορθού προσδιορισμού της ηλικίας με τη χρήση της μεθόδου των 36 λεπιών 3.7 Ετήσια Αύξηση κατά μήκος 39 3.7.1 Ετήσια παρατηρούμενη αύξηση κατά μήκος 4 3.7.2 Σχέση μήκους σώματος ψαριού-ακτίνας λεπιού 41 3.7.3 Ετήσια υπολογισμένη αύξηση κατά μήκος 43 3.7.4 Ετήσιος ρυθμός της αύξησης κατά μήκος- εξίσωση FORD-WALFORD 46 3.8 Ετήσια αύξηση κατά βάρος 113 48 3.8.1 Ετήσια παρατηρούμενη αύξηση κατά βάρος 48 3.8.2 Σχέση μήκους Βάρους σώματος ψαριού 5 3.8.3 Ετήσια υπολογισμένη αύξηση κατά βάρος 53 3.9 Δείκτης ευρωστίας 55 3.9.1 Δείκτης ευρωστίας κατά κλάση ηλικίας 57 3.9.2 Μηνιαία αύξηση 59 3.9.2.1 Μηνιαία αύξηση κατά μήκος 59 3.9.2.2 Μηνιαία αύξηση κατά βάρος 61 3.1 Σχέσεις μεταξύ των μηκών του σώματος του ψαριού 62 3.1.1 Σχέση μεσουραίου-ολικού μήκους σώματος 62 3.11 Κατά μήκος σύνθεση 64 3.12 Γοναδοσωματικός δείκτης 64 3.13 Επίδραση των μεταβολών του γοναδοσωματικού δείκτη στο δείκτη ευρωστίας 66 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ο : ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 67 4 Συζήτηση και συμπεράσματα 67 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 68 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο : ΕΙΣΑΓΩΓΗ - Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 1.1 Γεωγραφικά Στοιχεία 1.1.1 Γεωλογικά στοιχεία σχηματισμού Η λεκάνη απορροής του ποταμού Βενέτικου βρίσκεται εξ ολοκλήρου στο Νομό Γρεβενών και συμπεριλαμβάνεται στη λεκάνη απορροής του ποταμού Αλιάκμονα και συγκεκριμένα του Άνω Αλιάκμονα. Η κοιλάδα του μέσου και άνω Αλιάκμονα αναπτύσσεται ανατολικά από την Πελαγονική ζώνη και δυτικά από τη ζώνη Ωλονού Πίνδου (Οικονομίδης κ.ά. 21). 1.1.2 Στοιχεία ευρύτερης υδρολογικής λεκάνης Ο ποταμός Βενέτικος είναι ο μεγαλύτερος παραπόταμος του Αλιάκμονα, ανάντη από τη φραγμαλίμνη του Πολυφύτου. Είναι γνωστός και ως Γαλάζιος ή Βένετος, διασχίζει δε το σύνολο του ορεινού ανάγλυφου του νομού Γρεβενών και χύνεται ορμητικός στον ποταμό Αλιάκμονα. Πηγάζει από περιοχή Μικρολίβαδο, στη Β. Πίνδο (Ζαλίδης και Μαντζαβέλας 1994), εκβάλλει δε στον ποταμό Αλιάκμονα. Στην Εικόνα 1 που ακολουθεί παρουσιάζεται το υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής μελέτης. Στην ίδια υδρολογική λεκάνη συμβάλουν επίσης ο ποταμός Γρεβενιώτης και ο ποταμός Αλιάκμονας. Ο κυριότερος παραπόταμος του Βενέτικου είναι ο ποταμός Σταυροπόταμος. Εικόνα 1.1 Απεικόνιση του ποταμού Βενέτικου και του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής 4

1.1.3 Γεωμορφολογικά στοιχεία Μορφομετρικά στοιχεία Το συνολικό μήκος του ποταμού ανέρχεται περίπου στα 6 km (Υφαντής 1996), ή στα 46 km, σύμφωνα με τους Ζαλίδη και Μαντζαβέλα (1994). Το υψόμετρο της διαδρομής του ποταμού ξεκινάει από τα 76 m και καταλήγει στα 412 m, όπου συναντά και τον ποταμό τον Αλιάκμονα (Ζαλίδης και Μαντζαβέλας 1994). Η κοίτη του ποταμού σε γενικές γραμμές μπορεί να χαρακτηρισθεί ως σταθερή. Ποτάμια ζώνωση Οι γεωμορφολογικές ζώνες που θα μπορούσαν να διακριθούν στον ποταμό Βενέτικο είναι μόνο μία, η ορεινή, χωρίς να περιλαμβάνονται ξεκάθαρα πεδινά ή εκβολικά τμήματα αντίστοιχα σε όλο το μήκος της κοίτης του. Σύσταση πυθμένα ανά περιοχή Η γεωλογική σύσταση του πυθμένα του ποταμού στην ορεινή ζώνη, σε δύο διαφορετικές θέσεις όπου έχουμε στοιχεία, δίνεται αναλυτικά από βιβλιογραφικά δεδομένα που ακολουθούν στους παρακάτω πίνακες και αφορούν μόνο τις περιοχές Τρικώμου και Ελευθεροχωρίου: Πίνακας 1.1 Σύσταση πυθμένα του ποταμού στην περιοχή Τρίκωμο Περιοχή Τρικώμου Ορεινή Περιοχή Απρίλιος 1995 Σεπτέμβριος 1995 (Υφαντής 1996) (Lazaridou-Dimitriadou et al. 2) Ογκόλιθοι 15 % 56% Κροκάλες 28% 15% Χαλίκι 5% 1% Άμμος 17% - Ιλύς 15% 1% Αδρό ίζημα 2% - Πίνακας 1.2 Σύσταση πυθμένα του ποταμού στη περιοχή Ελευθεροχώρι Περιοχή Ελευθεροχωρίου Ορεινή Περιοχή Απρίλιος 1995 Σεπτέμβριος 1995 (Υφαντής, 1996) (Lazaridou-Dimitriadou et al., 2) Ογκόλιθοι 1 % 4% Κροκάλες 65% 4% Χαλίκι 4% 1% Άμμος 15% - Ιλύς 3% 1% Αδρό ίζημα 3% - Γεωλογικά στοιχεία Τα γεωλογικά χαρακτηριστικά της λεκάνης απορροής του ποταμού Βενέτικου είναι ποικίλα και χαρακτηρίζονται από μία μεγάλη ποικιλία πετρωμάτων. Σε όλη την ευρύτερη περιοχή επικρατούν οι μολασσικοί σχηματισμοί και συγκεκριμένα η σειρά του Βενέτικου με ψαμμίτες, μάργες και πολυγενή κροκαλοπαγή πετρώματα. Κατά μήκος της κοίτης του ποταμού και κυρίως δεξιά αυτής υπάρχουν αλλουβιακές αποθέσεις που αποτελούνται από άμμο, πηλό, χάλικες και κροκάλες (Κυριαζίδης 1996). Στην περιοχή σχετικά κοντά στη συμβολή του ποταμού Βενέτικου με τον ποταμό Αλιάκμονα (περίπου 7 km) κυριαρχούν οι αλλουβιακές αποθέσεις, κροκαλοπαγή πετρώματα, ψαμμίτες 5

και οι ποτάμιες αποθέσεις. Περίπου είκοσι πέντε (25) χιλιόμετρα ανάντη, κοντά στο χωριό Τρίκωμο, η περιοχή χαρακτηρίζεται από εκρηξιγενή πετρώματα, (διαβάσες), ιζηματογενή πετρώματα, οφιολιθικά, κροκαλοπαγή και κροκαλολατυποπαγή πετρώματα, καθώς και από ψαμμίτες και ψαμμιτικές μάργες (Υφαντής 1996). Αναλυτικά η γεωλογία της περιοχής φαίνεται στο Γεωλογικό χάρτη της περιοχής που υπάρχει στο παράρτημα. Το βάθος του εδάφους Στη χώρα μας, το βάθος των αυτόχθονων λοφωδών και ορεινών εδαφών έχει άμεση σχέση με τη φύση του μητρικού υλικού του εδάφους (πετρογραφία) και το βαθμό της ανθρωπογενούς επίδρασης στη φυσική βλάστηση. Πίνακας 1.3 Κατανομή της έκτασης (%)της περιφέρειας Δ. Μακεδονίας και των νομών της σε κλάσεις βάθους εδάφους ΚΛΑΣΕΙΣ ΒΑΘΟΥΣ ΕΔΑΦΟΥΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΒΑΘΙΑ (>3 cm) ΑΒΑΘΗ (5-3 cm) ΒΡΑΧΩΔΗ (< 5 cm) ΝΟΜΟΙ 1 2 3 (1+2+3) 4 5 6 (4+5+6) 7 8 9 (7+8+9) Δ.ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 4.3 25.79 2.18 68. 12.86 3.52 8.4 24.42.54 6.64.39 7.57 ΓΡΕΒΕΝΩΝ 42.84 28.27 3.24 74.35 13.44 3.79 3.65 2.88.9 2.92.93 4.75 ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ 31.65 37.6 4.8 72.79 14.99 2.45 8.2 25.64.72.84-1.56 ΚΟΖΑΝΗΣ 32.64 23.82 1.67 58.13 11.97 4.26 1.53 26.76.5 14.26.36 15.12 ΦΛΩΡΙΝΑΣ 58.6 15.74-74.34 11.83 2.78 8.69 23.3-2.22.15 2.37 Στην περιφέρεια Δ. Μακεδονίας, καθώς και τους νομούς της, επικρατούν τα βαθιά εδάφη σε ποσοστό 68% το οποίο κυμαίνεται από 58.13% (Ν. Κοζάνης) μέχρι 74.34% (Ν. Γρεβενών και Ν. Φλώρινας) μεταξύ των νομών (Πίνακας 1). Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει κυρίως τα αλλουβιακά εδάφη καθώς και τα εδάφη από τριτογενείς αποθέσεις και ένα αξιόλογο ποσοστό αυτόχθονων επικλινών εδαφών από γνεύσιους, περιδοτίτες, σχιστόλιθους, φλύσχη και γρανίτη τα οποία φέρουν μόνιμο προστατευτικό κάλυμμα φυσικής βλάστησης. 6

1.1.4 Υδρολογικά στοιχεία Μέση μηνιαία κατανομή ύψους βροχής Η μέση μηνιαία κατανομή του ύψους βροχής παρουσιάζεται στις εικόνες που ακολουθούν για τα έτη 1978-1994 με δεδομένα του μετεωρολογικού Σταθμού Γρεβενών και Κρανιάς. 12 Μέση Μηνιαία Κατανομή Ύψους Βροχής (1978-1994) Σταθμός Γρεβενών 1 1,59 Ύψος Βροχής 8 6 4 57,48 57,42 46,96 71,38 61,34 72,32 56,65 2 26,55 29,44 27,49 26,74 Ιαν Φεβ Μάρ Απρ Μάι Ιουν Ιουλ Αύγ Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Εικόνα 1.2 Μέση μηνιαία κατανομή ύψους βροχής για τα έτη 1978-1994 (Σταθμός Γρεβενών) Κυριαζίδης 1996, Φουρκιώτης και άλλοι. 1996, Φουρκιώτης και άλλοι. 1997) 18 Μέση Μηνιαία Κατανομή Ύψους Βροχής (1978-1993) Σταθμός Κρανιάς 16 14 155,44 154,56 Ύ ψος βροχής 12 1 8 6 1,6 99,88 82,19 11,69 78,31 9,19 4 2 38,63 37,44 35,81 37,12 Ιαν Φεβ Μάρ Απρ Μάι Ιουν Ιουλ Αύγ Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Εικόνα 1.3 Μέση μηνιαία κατανομή ύψους βροχής για τα έτη 1978-1993 (Σταθμός Κρανιάς) (Κυριαζίδης 1996, Φουρκιώτης και άλλοι. 1996, Φουρκιώτης και άλλοι, 1997) Διακυμάνσεις παροχής ποταμού Η μέγιστη παροχή του ποταμού Βενέτικου ανέρχεται σε 8,62 m3/s από 15/4-15/9, η Ελάχιστη σε,36 m3/s από 15/4-15/9 και η Μέση παροχή είναι 4,73 m3/s, ετησίως (Κυριαζίδης 1996). 7

Η ιχθυοπανίδα του ποταμού Βενέτικου Η ιχθυοπανίδα του ποταμού Βενέτικου φαίνεται αναλυτικά στον παρακάτω πίνακα: Πίνακας 1.4 Η ιχθυοπανίδα του ποταμού Βενέτικου (Κυριαζίδης 1996, Φουρκιώτης και άλλοι. 1996, Φουρκιώτης και άλλοι. 1997) Οικογένεια / Είδος Salmonidae Oncorhynchus mykiss Salmo macedonicus Κοινή ονομασία Παρούσα έρευνα (+) Βιότοπος Οικολογικές Απαιτήσεις Καθεστώς προστασίας Οδηγία Οικοτόπων Σύμβαση Βέρνης Κόκκινο Βιβλίο Πέστροφα (*) (1) ΓΛ ΡΕ - ΛΙ Πέστροφα Μακεδονίας (*) ΓΛ ΡΕ - ΛΙ Τ, Κ Salmo trutta Πέστροφα + (1) ΓΛ ΡΕ - ΛΙ Cyprinidae Alburnoides Τσιρωνάκι + ΓΛ ΕΥ ΙΙΙ bipunctatus Barbus Μουστακάτο + ΓΛ ΡΕ (ΛΙ) V T-Aπ-τ macedonicus Barbus Χαμοσούρτης + ΓΛ ΡΕ (ΛΙ) II, V III T-Aπ-τ peloponnesius Carassius Πεταλούδα + ΓΛ ΕΥ gibelius Chondrostoma Γουρουνομύτης + ΓΛ ΡΕ vardarense Cyprinus carpio Γριβάδι, κυπρίνος (*) (1) ΓΛ ΛΙ Gobio gobio Γυφτόψαρο + ΓΛ ΕΥ Leuciscus Τυλινάρι + ΓΛ ΡΕ (ΛΙ) T-Aπ-τ cephalus Rutilus rutilus Τσιρώνι + ΓΛ ΛΙ (1) = Προερχόμενα από εμπλουτισμούς (*) = Βιβλιογραφική Αναφορά Βιότοπος: ΓΛ = Γλυκά νερά, ΥΦ = Υφάλμυρα νερά, ΕΥ = Ευρύαλο, ΔΙ = Διάδρομο Οικολογικές απαιτήσεις: ΛΙ = Λιμνόφιλο, ΡΕ = Ρεόφιλο, ΕΛ = Ελόφιλο Κατανομή / Προέλευση: ΣΥ = Σύστημα, ΕΛ = Ελλάδα, ΒΑ = Βαλκανική, ΕΥ = Ευρώπη, EI = Εισαχθέν Καθεστώς προστασίας: Κοινοτική Οδηγία (92/43/ΕΟΚ) για τους οικοτόπους: ΙΙ = Παραρτ. ΙΙ, V = Παραρτ. V, * = είδος προτεραιότητας Σύμβαση Βέρνης: ΙΙ = Παραρτ. ΙΙ, ΙΙΙ= Παραρτ. ΙΙΙ Κόκκινο Βιβλίο της Ελλάδας: Τ = Τρωτό, Απ Τ = Απειλούμενο Τοπικά, Κ = Κινδυνεύον 1.1.5 Φυτοκοινωνίες Κατά μήκος της κοίτης του ποταμού απαντάται παρυδάτια δενδρώδης βλάστηση με πιο χαρακτηριστικά είδη τον πλάτανο, την ιτιά και το σκλήθρο. Στην ορεινή ζώνη του ποταμού μετά από προσωπικές παρατηρήσεις αλλά και σύμφωνα με βιβλιογραφικά δεδομένα (Ζαλίδης και Μαντζαβέλας 1994), απαντώνται τα είδη του πίνακα 1.7 που ακολουθεί. Αντίστοιχα στη περιοχή της Πηγαδίτσας, πλησίον του Κηπουριού και στη 8

συμβολή του Σταυροπόταμου με τον Κουτσαφίρα, η βλάστηση του ποταμού Βενέτικου σύμφωνα με τους (Κυριαζίδη 1996, Φουρκιώτη και άλλοι. 1996, Φουρκιώτη και άλλοι. 1997) περιλαμβάνει τα είδη του πίνακα 1.8 που ακολουθεί. Είδος Alnus glutinosa Salix spp. Platanus orientalis Acer spp. Fraxinus spp. Aesculus hippocastanum Πίνακας 1.5 Είδη φυτών στην περιοχή Κοινό όνομα Σκλήθρο Ιτιά Πλάτανος Σφενδάμι Φράξος Ιποκαστανιά Είδος Querqus conferta Querqus cerris Querqus macedonica Acer pseudoplatanus Cornus nas Juniperus cedrus Πίνακας 1.6 Είδη φυτών στην περιοχή Κοινό όνομα Δρυς πλατύφυλλος Δρυς ευθύφλοιος Δρυς μακεδονική Σφένδαμος ψευδοπλάτανος Κρανιά Κέδρος 1.1.6 Θηλαστικά Στην ευρύτερη περιοχή του ποταμού Βενέτικου απαντώνται τα παρακάτω θηλαστικά σύμφωνα με τους (Ζαλίδη και Μαντζαβέλα 1994, Κυριαζίδη 1996, Φουρκιώτη και άλλοι. 1996, Φουρκιώτη και άλλοι. 1997). Πίνακας 1.7 Θηλαστικά Είδος Κοινό όνομα Είδος Κοινό όνομα Canis lupus Λύκος Mustella nivalis Νυφίτσα Voulpes voulpes Αλεπού Meles meles Ασβός Lepus europaeus Λαγός Sciurus vulgaris Σκίουρος Martes foina Κουνάβι Lutra lutra Βίδρα 1.2 Δραστηριότητες της Ευρύτερης Περιοχής - Επεμβάσεις Ακολουθεί μια σύντομη ανάλυση των δραστηριοτήτων της Ευρύτερης Περιοχής καθώς και των επεμβάσεων. 1.2.1 Δραστηριότητες αναψυχής Οι κυριότερες δραστηριότητες αναψυχής που διεξάγονται στην περιοχή είναι η ορειβασία, πεζοπορίες στα βουνά και στα δάση, καθώς και δραστηριότητες canoe και rafting που πραγματοποιούνται όμως στο κάτω ρου του ποταμού Βενέτικου. Τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των τουριστών που επισκέπτονται την περιοχή για να συμμετάσχουν στις δραστηριότητες αυτές έχει αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, με αποτέλεσμα και την έντονη παρουσία τους στο υδάτινο οικοσύστημα καθώς και διάφορες δυσάρεστες συνέπειες όπως εγκατάλειψη σκουπιδιών, άναμμα φωτιών και γενικότερα δημιουργία άσκοπων οχλήσεων. 9

1.2.2 Ενέργειες που έχουν πραγματοποιηθεί με σκοπό την διαχείριση αξιοποίηση του ποταμού Μέχρι σήμερα έχουν κατασκευαστεί περίπου 2 φράγματα στους υδάτινους αποδέκτες του νομού, συμπεριλαμβανομένου και του ποταμού Βενέτικου. 1.2.3 Γενική εκτίμηση των υδάτινων οικοσυστημάτων της περιοχής Ο ποταμός Βενέτικος βρίσκεται στο Νομό Γρεβενών. Διαρρέει μια ορεινή κυρίως περιοχή για περίπου 5-6 km και καταλήγει στον ποταμό Αλιάκμονα, του οποίου θεωρείται και ο μεγαλύτερος παραπόταμος. Η γεωλογία της λεκάνης απορροής του χαρακτηρίζεται από μολασσικούς σχηματισμούς καθώς και από αλλουβιακές ποτάμιες και λιμναίες αποθέσεις, ενώ σε κάποια τμήματά του εντυπωσιακά είναι τα εκρηξιγενή πετρώματά του. Κατά μήκος των οχθών του απαντούν συνήθως δάση δρυός, σκλήθρα, ιτιές, πλατάνια, καθώς και αρκετές καλλιεργούμενες εκτάσεις. Η βενθική πανίδα του αποτελείται από ομάδες χαρακτηριστικές ορεινών καθαρών ποταμών και περιλαμβάνει πολλές ομάδες ευαίσθητες στην ύπαρξη οργανικής ρύπανσης. Η ιχθυοπανίδα του περιλαμβάνει άγριους πληθυσμούς πέστροφας, καθώς και είδη που εισήχθησαν μετά από εμπλουτισμούς. Η ποιότητα των υδάτων του ποταμού τόσο με βάση τις φυσικοχημικές παραμέτρους όσο και με βάση τη βενθική του πανίδα θεωρείται πολύ καλή σύμφωνα όλες τις έρευνες που έχουν γίνει μέχρι τώρα (Κουιμτζής 1993, Υφαντής 1996, Lazaridou-Dimitriadou et al. 2). Τα νερά του ποταμού χρησιμοποιούνται κυρίως για άρδευση των παρακείμενων καλλιεργούμενων εκτάσεων (Ζαλίδης και Μαντζαβέλας 1994, Κυριαζίδης 1996, Φουρκιώτης και άλλοι. 1996, Φουρκιώτης και άλλοι. 1997). Η γεωργία και η κτηνοτροφία αποτελούν τις κυριότερες ασχολίες των κατοίκων, ενώ η αλιεία εξασκείται κυρίως σε ερασιτεχνική ή ημιερασιτεχνική κλίμακα. Η αλιεία είναι συμπληρωματική του εισοδήματος των κατοίκων, δεδομένου ότι υπάρχουν κάτοικοι που ασχολούνται ερασιτεχνικά με αυτήν, σύμφωνα με πληροφορίες από το Τμήμα Εγγείων βελτιώσεων του Ν. Γρεβενών. 1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο : ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΗ 2.1 Γενικά Το αντικείμενο της αλιευτική βιολογίας σύμφωνα με τον Cushing (197) είναι η μελέτη (α) της φυσικής ιστορίας των ειδών και (β) της δυναμικής των ιχθυοπληθυσμών. Η μελέτη της φυσικής ιστορίας των ειδών περιλαμβάνει την αύξηση, την αναπαραγωγή και τη διατροφή των ψαριών. Η μελέτη της δυναμική των ιχθυοπληθυσμών περιλαμβάνει τη συλλογή πληροφοριών που αφορούν: την αύξηση σε μήκος και βάρος, τις παραμέτρους αύξησης, τη θνησιμότητα, τις τροφικές συνήθειες, την αναπαραγωγή, τη γονιμότητα, τη στρατολόγηση νεαρών ατόμων, τη σχέση ανάμεσα παραπάνω παράγοντες με το περιβάλλον. Η ανάπτυξη μεθοδολογίας για την αύξηση και τη σύνθεση των ηλικιών αποτέλεσε αντικείμενο πολλών μελετών (Edser 198, Heincke 1913a, Lea 191,1911,1913, Fraser 1916 and Monastyrsky 1926, Lee 192, Weatherley and Rogers 1978). Η μελέτη της αύξησης (μήκος / βάρος) στηρίζεται στον προσδιορισμό της σχέσης που υπάρχει ανάμεσα στην αύξηση (μήκος / βάρος) του σώματος ενός ψαριού και την ηλικία του. Ποικίλλει για κάθε είδος ψαριού και είναι αποτέλεσμα του μεταβολισμού του οργανισμού (Nikolsky 1963). Η αύξηση του ψαριού επηρεάζεται από ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες. Οι ενδογενείς παράγοντες σχετίζονται με το γενότυπο και τη φυσιολογική κατάσταση του ψαριού και περιλαμβάνουν τον βαθμό κληρονομικότητας και τη ρύθμιση της αύξησης τους μέσω της αλλαγής του τρόπου κίνησης τους (Ware 1975). Η επίδραση τους αρχίζει από την ανάπτυξη του εμβρύου και συνεχίζεται μέχρι τη γενετική τους ωριμότητα και ενηλικίωση. Οι εξωγενείς παράγοντες σχετίζονται με το εξωτερικό περιβάλλον (Royce 1972) και περιλαμβάνουν την τροφή (ποσότητα και ποιότητα τροφής), τη θερμοκρασία, την αλατότητα, το βάθος, τη συγκέντρωση οξυγόνου και αμμωνίας, το ph και την ταχύτητα των ρευμάτων (Woottoon 199). Πολλοί ερευνητές αναφέρουν ότι όποιος περιβαλλοντικός παράγοντας έλθει σε επαφή με το σύστημα αίσθησης των ψαριών, επιδρά στο χρόνο έναρξης της αναπαραγωγικής διαδικασίας τους. Η γνώση της ηλικίας και της αύξησης ενός ψαριού, βρίσκει εφαρμογή στην επίλυση διάφορων προβλημάτων (Lagler 1972) όπως: α) σε ποια ηλικία το είδος φτάνει σε αλιεύσιμες διαστάσεις, β) σε ποια ηλικία το είδος αποκτά γεννητική ωριμότητα, γ) στην ενδεχόμενη διαπίστωση ακατάλληλου περιβάλλοντος για τη διαβίωση του είδους, δ) στην εξακρίβωση των ευνοϊκών και δυσμενών συνθηκών του περιβάλλοντος και τη μελλοντική πορεία του πληθυσμού, ε) στον προσδιορισμό των ορίων καταλληλότητας ενός περιβάλλοντος για ένα συγκεκριμένο είδος, στ) στην εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων για τη βελτίωση του περιβάλλοντος διαβίωσης, και ζ) στην ορθολογική εκτίμηση της αναγκαιότητας ή μη της ενίσχυσης του ιχθυαποθέματος. 2.2 Υλικά και μέθοδοι 2.2.1 Δειγματοληψίες Οι δειγματοληψίες έγιναν σε εποχική βάση και επιπρόσθετα πραγματοποιήθηκαν δειγματοληψίες και κατά τις περιόδους των μέγιστων και ελάχιστων παροχών του ποταμού. Η αναγνωριστική δειγματοληψία έγινε κατά τη καλοκαιρινή περίοδο του 23 (Ιούνιος - Ιούλιος), οι δε κύριες πραγματοποιήθηκαν δύο κατά την φθινοπωρινή περίοδο των ετών 23 και 24 και μία κατά την εαρινή (Απρίλιος) του 24. Η επιλογή των εποχών δειγματοληψίας βασίζεται κυρίως στις εποχιακές μεταβολές της παροχής του νερού των ποταμών και των ρεμάτων της περιοχής. Η εαρινή δειγματοληψία (ιδανικότερος μήνας Απρίλιος), αντιπροσωπεύει τις μεγάλες παροχές του ποταμού, ενώ η φθινοπωρινή (Σεπτέμβριος και για τη περιοχή και το 23 μάλλον Οκτώβριος) τις μικρές. Σε κάθε δειγματοληψία εφαρμόζεται ηλεκτραλιεία διάρκειας 2-3 min, σε εννέα επιλεγμένες θέσεις (Σταθμοί), αντιπροσωπευτικές της περιοχής που μελετάται. Οι θέσεις (Σταθμοί) αυτές θα καλύπτουν το ανώτερο και κατώτερο σημείο του ποτάμιου τμήματος που περιλαμβάνεται μέσα 11

στην περιοχή που εξετάζεται, καθώς και ενδιάμεσα χαρακτηριστικά σημεία, αντιπροσωπευτικά διαφορετικών κατά το δυνατόν ενδιαιτημάτων, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν ως σημεία αναφοράς και στο μέλλον. Η επιφάνεια του νερού που σαρώνεται είναι επίσης γνωστή, έτσι ώστε τα αποτελέσματα να είναι συγκρίσιμα μεταξύ τους. Οι δειγματοληψίες πραγματοποιούνται από τρία (3) τουλάχιστον άτομα. Ταυτόχρονα κατά τη διάρκεια των δειγματοληψιών των ψαριών, λαμβάνονται και δείγματα νερού για ανάλυση φυσικοχημικών δεδομένων της περιοχής. Το μήκος του κάθε σταθμού, για το οποίο εφαρμόστηκαν τα παραπάνω αλιευτικά εργαλεία ήταν περίπου 1m, ανάλογα με τη γεωμορφολογία και το πλάτος του ποταμού σε κάθε σταθμό. Η απόσταση αυτή θεωρείται αρκετά ικανοποιητική για τη συλλογή αντιπροσωπευτικού δείγματος ψαριών (Meador et al. 1993) σε συστήματα όμοια με το σύστημα του ποταμού Βενέτικου και έχει χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς από διάφορες ερευνητικές ομάδες σε μεθοδολογίες ποιοτικής συλλογής ψαριών (qualitative sampling) (Godinho et al. 2). Στους σταθμούς εκείνους με μικρό πλάτος ποταμού που περιελάμβαναν διάφορα είδη ενδιαιτημάτων μέσα σε μικρή απόσταση, όπως σημεία ταχείας και χαμηλής ροής, μικρό και μεγάλο βάθος, βράχους, κούτσουρα και άλλα εμπόδια, το συνολικό μήκος της αλιευτικής προσπάθειας ήταν γύρω στα 11m. Σε κάθε περίπτωση πάντως το συνολικό μήκος του κάθε σταθμού διατηρήθηκε, όσο βέβαια ήταν δυνατό, το ίδιο σε όλες τις δειγματοληψίες. Κατεύθυνση ροής Σάρωση ποταμού με ηλεκτραλιεία Εικόνα 2.1 Εφαρμογή ηλεκτραλιείας αντίθετα στη ροή Η μεθοδολογία συλλογής ψαριών με τη συσκευή της ηλεκτραλιείας περιελάμβανε ένα προσεκτικό πέρασμα, σε πορεία σχήματος μαιάνδρου με σκοπό να καλυφθούν κατά το δυνατό τόσο οι όχθες όσο και το κέντρο του ποταμού, προχωρώντας με τα πόδια, αντίθετα στη ροή του ποταμού (Godinho and Ferreira 1998, Brown 2) και μόνο σε εκείνα τα σημεία που η χρήση της συσκευής ήταν ασφαλής για το χειριστή (<1,2m βάθος). Πίσω από το χρήστη της συσκευής βρισκόταν πάντοτε δεύτερο άτομο με απόχη, ώστε να συλλαμβάνει τα ψάρια που παρασύρονταν από τη ροή του ποταμού. Το ίδιο άτομο ήταν επιφορτισμένο και με τη διατήρηση όλων των συλλεγόμενων ψαριών κατά τη διάρκεια της όλης διαδικασίας, στις περιπτώσεις εκείνες που δεν υπήρχε άλλο διαθέσιμο άτομο στην ομάδα εργασίας. Μετά το πέρας κάθε δειγματοληψίας το σύνολο των δειγμάτων τοποθετούνταν σε φορητό ψυγείο και μεταφέρονταν σε θερμοκρασία ψύξης 5-6 o C στο εργαστήριο. Εκεί αφού ξεπλένονταν με άφθονο νερό τοποθετούνταν και αποθηκευόταν σε διάλυμα φορμόλης 8%, μέχρι να γίνει η επεξεργασία τους. 12

Όλες οι δειγματοληψίες τόσο για τη συλλογή του ζωντανού υλικού όσο και για τη λήψη των φυσικοχημικών μετρήσεων πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της ημέρας (Godinho and Ferreira 1998). Η φθινοπωρινή δειγματοληψία έγινε κανονικά σε ένα σύνολο εννέα (9) Σταθμών δειγματοληψίας, που καλύπτει το μεγαλύτερο εύρος του ποταμού Βενέτικου. Οι δυο δειγματοληπτικές προσπάθειες για κάθε περίοδο του έτους, με βάση τις παροχές του ποταμού, γίνονται έτσι ώστε αφενός τα αποτελέσματά μας να είναι όσο το δυνατόν πιο αντιπροσωπευτικά της κάθε περιόδου, αφετέρου να δοθεί η δυνατότητα στους ιχθυοπληθυσμούς να αποκαταστήσουν τη φυσική τους κατανομή μέσα στο χώρο (Meador et al. 1993, Dunham et al. 22). Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη δειγματοληψία (9 σταθμοί) έγινε κατά τον μήνα Οκτώβριο και ολοκληρώθηκε στις αρχές Νοεμβρίου, πριν ακόμη αρχίσει η περίοδος των βροχοπτώσεων και των αυξημένων παροχών νερού του ποταμού. Συνολικά η κάλυψη των εννέα (9) σταθμών πραγματοποιήθηκε σε διάστημα περίπου ενός μηνός, με τρεις διαφορετικές επισκέψεις στη περιοχή και οι σταθμοί και οι περιοχές τους φαίνονται στον Πίνακα 2.1 και στην Εικόνα 2.2 που ακολουθούν. Στις ίδιες θέσεις δειγματοληψίας πραγματοποιήθηκαν και οι επόμενες δύο περιοδικές καταγραφές του ποταμού Βενέτικού κατά την άνοιξη του 24 (περίοδος μέγιστων παροχών του ποταμού) και το φθινόπωρο του 24 (περίοδος ελάχιστων παροχών του ποταμού). Πίνακας 2.1 Οι σταθμοί δειγματοληψίας στον π. Βενέτικο κατά τις περιοδικές δειγματοληψίες στις περιόδους των μέγιστων και ελάχιστων παροχών του ποταμού. Σταθμός Ονομασία Σταθμού Περιγραφή Σταθμού 1 Βενέτικος Σταυροπόταμος (Γ. Σπανού) Συμβολή π. Βενέτικου Σταυροπόταμου 2 Σταυροπόταμος - Συμβολή π. Σταυροπόταμου Κουτσαφίρα Κουτσαφίρας (στην επαρχιακή οδό μεταξύ Κηπουρειού Σιταράς) 3 Βενέτικος (Γ. Σταμπέκη - Πλανητάρχης) Συμβολή π. Βενέτικου με οδό Γρεβενών - Μηλιάς μετά τη Κρανιά. 4 Βενέτικος (Γ. Ματσαγγάνη - Συμβολή π. Βενέτικου με οδό Γρεβενών - πριν από τη Κρανιά) 5 Βενέτικος (πάνω από Κρανιά Λιβάδι Γέφυρα) Μηλιάς πριν από τη Κρανιά Συμβολή του π. Βενέτικου με την επαρχιακή οδό Κρανιάς - Καλλιθέας (στη περιοχή Λιβάδι, πλησίον νέας Γέφυρας) 6 Βενέτικος - Μικρολίβαδο Συμβολή του π. Βενέτικου με επαρχιακή οδό (Πριόνια) από Μικρολίβαδο προς Μοναχίτι) 7 Βενέτικος Ζιάκας (Γ. Ζιάκα) Συμβολή του π. Βενέτικου με την οδό Γρεβενών Ζιάκας (γέφυρα πριν από το χωριό Ζιάκας) 8 Βενέτικος Στροφή (Μεταξύ Αναβρυτά Αλατόπετρα και Πολυνέρι) Συμβολή του π. Βενέτικου με την οδό Γρεβενών Αλατόπετρας και Πολυνερίου (γέφυρα σε κλειστή στροφή της παραπάνω οδού) 9 Βενέτικος Πρώτη Γέφυρα (από Γρεβενά προς Κηπουρειό) Συμβολή του π. Βενέτικου με την εθνική οδό Γρεβενών Μηλιάς (στη πρώτη γέφυρα από Γρεβενά) Πίνακας 2.2. Οι ημερομηνίες δειγματοληψιών στο π. Βενέτικο α/α 1 2 3 4 5 6 7 8 9 1 11 12 Ημερομηνίες Δειγματοληψιών 9/7/ 23 15/7/ 23 2/9/ 23 2/1/ 23 11/11/ 23 4/6/ 24 1/6/ 24 15/6/ 24 21/7/ 24 2/1/ 24 25/1/ 24 6/1/ 24 13

Σταθμός 9 Σταθμός 7 π. Βενέτικος Σταθμός 1 Σταθμός 8 π. Σταυροπόταμος Σταθμός 2 π. Κουτσαφίρας Σταθμός 6 Σταθμός 3 Σταθμός 5 Σταθμός 4 Εικόνα 2.3 Οι περιοχές των μόνιμων σταθμών δειγματοληψίας της μελέτης κατά την εποχή των μέγιστων και ελάχιστων παροχών του ποταμού Βενέτικου. 2.2.2 Μέτρηση βιολογικών παραμέτρων Η επεξεργασία των δειγμάτων και η μέτρηση των βιολογικών στοιχείων έγιναν στο εργαστήριο Άγριας Πανίδας και Ιχθυοπονίας του κτιρίου Β και πάντοτε κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Τα ψάρια μετά από ξέπλυμα με άφθονο νερό, για την απομάκρυνση του συντηρητικού διαλύματος, στεγνώνονταν προσεκτικά με απορροφητικό χαρτί. Μετά από το στέγνωμα ακολουθούσε η ζύγιση του κάθε ατόμου σε ηλεκτρονικό ζυγό και με ακρίβεια ενός δεκάτου του γραμμαρίου. Μετά από τη ζύγιση, το κάθε άτομο στερεωνόταν επάνω σε πινακίδα ανατομίας, με την αριστερή πλευρά προς τα επάνω και το ουραίο πτερύγιο σε μια όσο ήταν δυνατόν φυσική θέση. Στη θέση αυτή γινόταν η μέτρηση των σωματομετρικών μεγεθών, ολικού, μεσουραίου και σωματικού μήκους, με διαστημόμετρο ακρίβειας,1mm, καθώς και αφαίρεση λεπιών για τον προσδιορισμό της ηλικίας. H αφαίρεση των λεπιών γινόταν πάντοτε από την αριστερή 14

πλευρά, κάτω και λίγο εμπρός από το ραχιαίο πτερύγιο και πάνω από την πλευρική γραμμή (Laevastu 1965, Lagler 1972, Jearld 1983). Κατόπιν, γινόταν τομή στη κοιλιακή χώρα του ψαριού, κατά μήκος του σώματος, από την έδρα μέχρι το ύψος των θωρακικών πτερυγίων. Μετά την αποκάλυψη της σπλαχνικής κοιλότητας, ακολουθούσε η αφαίρεση του πεπτικού συστήματος και των γεννητικών αδένων, ο αποχωρισμός του πεπτικού σωλήνα από τα διάφορα όργανα και το λίπος. Κατόπιν γινόταν η ζύγιση του πεπτικού σωλήνα με ακρίβεια δέκατου του γραμμαρίου. Με την ίδια ακρίβεια γινόταν και η ζύγιση των γεννητικών αδένων, με ταυτόχρονη αναγνώριση του φύλου του ατόμου, καθώς και τον προσδιορισμό του σταδίου γεννητικής ωριμότητας με βάση την οκταβάθμια κλίμακα του Kesteven (Bagenal and Braum 1971). SL FL TL Όλες οι παραπάνω μετρήσεις καταγράφονταν και αρχειοθετούνταν με ειδικό κωδικό αριθμό, για το κάθε ψάρι ξεχωριστά, σε ειδικό έντυπο. 2.2.2.1 Μικτό και καθαρό βάρος σώματος Για τον υπολογισμό της αύξησης και της γονιμότητας χρησιμοποιήθηκαν το μικτό και το καθαρό σωματικό βάρος. Το μικτό βάρος είναι το βάρος του ψαριού απαλλαγμένο μόνο από τα εξωτερικά υγρά. Το καθαρό βάρος σώματος υπολογίστηκε με την αφαίρεση του βάρους του πεπτικού σωλήνα και των γονάδων από το μικτό βάρος σώματος (Lagler 1972, Richard et al. 1983). 2.2.2.2 Ολικό, Μεσουραίο και Σωματικό μήκος Η χρήση διαφορετικών μηκών σώματος, όπως του ολικού, του μεσουραίου και του σωματικού που απαντάται στη διεθνή βιβλιογραφία σε παρόμοιες έρευνες, κάνει επιτακτική την ανάγκη μέτρησης περισσότερων του ενός μηκών σώματος, έτσι ώστε τα αποτελέσματα να είναι συγκρίσιμα. Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι το ολικό και το σταθερό μήκος σώματος δίνουν τα ακριβέστερα αποτελέσματα (Royce 1942, Carlander and Smith 1945), όταν βέβαια δεν υπάρχουν ανωμαλίες στην ανατομία της ουράς. Διατυπώνουν επίσης την άποψη ότι η μέτρηση του σταθερού μήκους σώματος έχει καθαρά επιστημονική αξία, ενώ μετρήσεις που αφορούν το ολικό και μεσουραίο είναι περισσότερο εύχρηστες και γι' αυτό χρησιμοποιούνται συχνότερα. Σύμφωνά με τους Ricker and Merriman (1945) η μέτρηση του κατάλληλου μήκους θα πρέπει να αποσκοπεί περισσότερο στην ομοιόμορφη παρουσίαση των αποτελεσμάτων παρά να επηρεάζεται από άλλα κριτήρια. Για τους παραπάνω λόγους, στην έρευνα αυτή, κρίθηκε σκόπιμο να μετρηθούν δύο διαφορετικά μήκη σώματος το ολικό και το μεσουραίο όπως καθορίζονται από τους 15

Anderson and Gutreuter (1983). Έτσι, ως ολικό μήκος σώματος (T.L.) μετρήθηκε η απόσταση από το άκρο του ρύγχους (με το στόμα κλειστό) μέχρι το τέλος του κοιλιακού λοβού του ουραίου πτερυγίου (ανοιγμένο στη φυσική θέση του). Ως μεσουραίο μήκος σώματος (F.L.) μετρήθηκε η απόσταση από το άκρο του ρύγχους (με το στόμα κλειστό) μέχρι το οπίσθιο άκρο των μεσαίων ακτινών του ουραίου πτερυγίου. Για το λόγους που προαναφέρθηκαν, τα περισσότερα πλεονεκτήματα τα συγκεντρώνει το μεσουραίο μήκος. Η επεξεργασία των δεδομένων και ή παρουσίαση των αποτελεσμάτων έγινε κυρίως επί των μετρήσεων που αναφέρονται στο μεσουραίο μήκος. 2.2.3 Προσδιορισμός της ηλικίας και της αύξησης Ο προσδιορισμός της ηλικίας των ατόμων των μελετώμενων πληθυσμών έγινε με τη μέθοδο των λεπιών. Σύμφωνα με τον Lagler (1972), τα λέπια, οι ωτόλιθοι, καθώς και άλλα σκελετικά στοιχεία του σώματος των ψαριών, όπως είναι το βραγχιακό επικάλυμμα, οι σκληρές ακτίνες των πτερυγίων και οι σπόνδυλοι προσφέρονται για τον προσδιορισμό της ηλικίας και της αύξησης. Σύμφωνα με τον Smirnov (1929), στα λέπια υπάρχει ικανοποιητική ευκρίνεια των ετήσιων δακτυλίων, ενώ στο βραγχιακό επικάλυμμα η διάκριση είναι πιο δύσκολη. Τα λέπια μετά την αφαίρεση τους από το σώμα του ψαριού τοποθετούνταν μέσα σε ειδικό φάκελο αρχειοθέτησης, αφού τακτοποιούνταν πρώτα μέσα σε διπλωμένο χαρτί. Στο φάκελο αυτό, αναγραφόταν ο κωδικός αριθμός των λεπιών και του ψαριού απ' όπου προέρχονταν, καθώς και άλλα σημαντικά βιολογικά στοιχεία του ψαριού, όπως το βάρος, το μήκος, το φύλο κτλ. Από τα 2-3 περίπου λέπια που παίρνονταν αρχικά από το ψάρι επιλέγονταν μακροσκοπικά τα 1-15 καλύτερα και τοποθετούνταν μέσα σε διάλυμα ΝaΟΗ 8% (Τesch 1971, Μann 1973). Από αυτά και με τη βοήθεια στερεοσκοπίου, επιλέγονταν 6-7 πού είχαν ομοιόμορφο σχήμα και μέγεθος και δεν ήταν φθαρμένα στα άκρα. Αυτά καθαρίζονταν προσεκτικά, μέσα στο παραπάνω διάλυμα, με δυο λογχοειδείς βελόνες ανατομίας και μετά ξεπλένονταν με άφθονο νερό. Αφού στεγνώνονταν ελαφρά, τοποθετούνταν ανάμεσα σε δύο αντικειμενοφόρους πλάκες, οι οποίες για να συγκρατούν τα λέπια απλωμένα στη φυσική τους θέση συγκολλούνταν στις δυο άκρες τους με κολλητική ταινία. Στη συνέχεια, οι δυο αντικειμενοφόροι πιέζονταν ελαφρά με δύο μικρούς σφιγκτήρες, μέχρι να μονιμοποιηθεί η κόλληση. Το μόνιμο παρασκεύασμα αφηνόταν σε ανοικτό χώρο μέχρι να εξατμισθεί η υγρασία που υπήρχε μεταξύ των δυο αντικειμενοφόρων. Τέλος, αναγραφόταν σε αυτό ο κωδικός αριθμός των λεπιών και μετά από 24 ώρες τοποθετούνταν ξανά στο φάκελο αρχειοθέτησης λεπιών, μέχρι να χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό της ηλικίας. Ο προσδιορισμός της ηλικίας, από τα παρασκευάσματα των λεπιών, έγινε τη βοήθεια μικροσκοπίου με ενσωματωμένη οθόνη. Στο μικροσκόπιο με την ενσωματωμένη οθόνη έγινε μια πρώτη επιλογή του καλύτερου λεπιού από κάθε παρασκεύασμα. Η επιλογή αυτή έγινε με κριτήρια τη μορφολογία και την ευκρίνεια που παρουσίαζαν οι ετήσιοι δακτύλιοι. Έτσι, έγινε ένας πρώτος προσδιορισμός της ηλικίας σε μεγέθυνση Χ 26 φορές για το Barbus peloponnesius. Η μεγέθυνση αυτή ήταν η μικρότερη που μπορούσε να επιτευχθεί με αυτό το μικροσκόπιο, ώστε να είναι δυνατή η προβολή ολόκληρου του λεπιού στην οθόνη του μικροσκοπίου για τη συνολική εκτίμηση της μορφής του. 2.2.3.1 Ετήσια αύξηση Στην εργασία αυτή χρησιμοποιήθηκαν δύο μέθοδοι για τον προσδιορισμό της ηλικίας, η μέθοδος "μήκους - συχνότητας" και η μέθοδος των λεπιών. Σύμφωνα με τον Lagler (1972) ο Peterson το 1891 εφάρμοσε για πρώτη φορά τη μέθοδο "μήκους - συχνότητας" για να διαχωρίσει έναν ιχθύος πληθυσμό σε ηλικιακές κλάσεις. Από τότε, πολλοί ερευνητές, και κατά τα τελευταία χρόνια οι Gibson (197,1985),Otto (1976), White and Chittenden (1977), Farrugio (198), Petrere (1983), Girardin and Quignard (1985), χρησιμοποίησαν τη μέθοδο αυτή έχοντας άλλες φορές θετικά και άλλες φορές αρνητικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με τον Jearld (1983) η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα από πολλούς ερευνητές όπως οι Harding (1949), Cassie(195,1954), Tanaka(1962), 16

Hasselblad(1966), Mcnew and Summerfelt (1978), Macdonald & Pitcher (1979) κ.ά., οι οποίοι την τροποποίησαν για να πάρουν ακριβέστερα αποτελέσματα. Σύμφωνα με αυτή τη μέθοδο υπολογίζεται η συχνότητα των ατόμων ενός πληθυσμού σε διακριτές ομάδες μήκους. Οι ομάδες αυτές περιλαμβάνουν συνήθως μικρό εύρος μηκών και ονομάζονται "κλάσεις μήκους". 'Έτσι, αν το δείγμα έχει ληφθεί σε μια συγκεκριμένη στιγμή, είναι τυχαίο και η αναπαραγωγή του είδους γίνεται κατά τη διάρκεια μικρής χρονικής περιόδου, αναμένεται ότι από τη γραφική παρουσίαση των συχνοτήτων των ατόμων κατά κλάσεις μήκους, θα προκύψουν μια ή περισσότερες κανονικές κατανομές γύρω από τα μέσα μήκη της κάθε γενιάς. Με τον τρόπο αυτό, δηλαδή, θα εντοπιστεί η κάθε μια ηλικιακή κλάση γύρω από τη μέγιστη συχνότητα κατανομής των μηκών της. Σύμφωνα με τους Laevastu (1965), Lagler (1972), Jearld (1983) η μέθοδος αυτή μπορεί να δώσει καλά αποτελέσματα μόνο για τις πρώτες ηλικιακές κλάσεις ενός ιχθυοπληθυσμού. Η δεύτερη μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε, δηλαδή η μέθοδος των λεπιών, είναι πιο διαδεδομένη και ακριβής και χρησιμοποιείται από τους περισσότερους ερευνητές για τον προσδιορισμό της ηλικίας και της αύξησης (Norden 1967, Bagenal 197, Gee 1978, Hureau et al. 198, Gillet et al. 1984). Σύμφωνα με πολλούς συγγραφείς όπως οι Lee (192), Graham (1928), Tesch (1971), Lagler (1972), Richer (1975,1979) στα λέπια απεικονίζονται οι εποχικές μεταβολές του ρυθμού αύξησης στα ψάρια. Κατά την εποχή της μεταβολής της αύξησης, δημιουργούνται έντονοι δακτύλιοι επάνω στο λέπι. Αυτοί οι δακτύλιοι αντιστοιχούν στη χειμερινή περίοδο του έτους, που γενικά παρατηρείται πτώση της θερμοκρασίας των νερών και επομένως και του ρυθμού αύξησης. Επίσης, πολλές φορές εμφανίζονται αντίστοιχοι δακτύλιοι και κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου, εφόσον βέβαια παρατηρηθεί και τότε κάποια ελάττωση της αύξησης. Χρησιμοποιήθηκαν δυο τρόποι για τον υπολογισμό της αύξησης με βάση την εξέταση των λεπιών. πρώτος ήταν άμεσος και έγινε από τις πραγματικές μέσες τιμές μήκους και βάρους κάθε ηλικιακής κλάσης κατά τη στιγμή της σύλληψης των ψαριών. Με αυτό τον τρόπο υπολογίστηκε η μέση ετήσια αύξηση για κάθε ηλικία κατά φύλο και ανεξάρτητα από αυτό. Ο δεύτερος τρόπος (ανάδρομος υπολογισμός της αύξησης) χρησιμοποιήθηκε για να προσδιοριστούν τα μήκη των ψαριών κατά τα προηγούμενα έτη της ζωής τους back calculation. Βεβαίως, πρώτα διατυπώθηκε η σχέση που συνδέει το υφιστάμενο μήκος του ψαριού με την ακτίνα του λεπιού του (Tesch 1971, Weatherley 1972). Στο καλύτερο λέπι του κάθε παρασκευάσματος, το οποίο είχε επιλεχθεί μικροσκοπικά και είχε προσδιοριστεί η ηλικία του ψαριού, γινόταν επαλήθευση αυτού του προσδιορισμού για μια ακόμη φορά με τη χρήση του προβολέα διαφανειών. Αν και ο δεύτερος υπολογισμός συμφωνούσε με τον πρώτο, γινόταν μέτρηση της απόστασης του κάθε ετήσιου δακτυλίου από την εστία του λεπιού. Για καθαρά πρακτικούς λόγους οι αποστάσεις σημειώνονταν επάνω σε μια ταινία σκληρού χαρτιού. Η ταινία αυτή τοποθετούνταν επάνω στην οθόνη προβολής και επάνω ακριβώς από το λέπι, με τη μια πλευρά της παράλληλα με την κύρια μεσαία πρόσθια ακτίνα του λεπιού. Επάνω στην ταινία σημειώνονταν η εστία του λεπιού, ο καθένας ετήσιος δακτύλιος, καθώς και το άκρο του περιθωρίου του λεπιού. Η κάθε ταινία αρχειοθετούνταν με τον ίδιο κωδικό αριθμό του παρασκευάσματος λεπιών. Αργότερα, μετρήθηκαν επάνω σε αυτές με ακρίβεια,1 cm η ακτίνα του λεπιού, δηλαδή, η απόσταση από την εστία του λεπιού μέχρι το άκρο του περιθωρίου του, καθώς και οι αποστάσεις καθενός ετήσιου δακτυλίου από την εστία του λεπιού. Αφού βρέθηκε η σχέση που συνδέει το μήκος του ψαριού με την ακτίνα του λεπιού, υπολογίστηκε με βάση τη σχέση αυτή το μήκος που είχε το κάθε ψάρι κατά τη στιγμή τ1ζ δημιουργίας των προηγούμενων ετήσιων δακτυλίων του. Πολλοί ερευνητές, όπως οι Schuck (1949), Hile (195,197), Lowry (1951), Nikolsky (1963) κ.ά., για να κάνουν πιο εύκολο αυτό τον ανάδρομο υπολογισμό του μήκους, επινόησαν διάφορες κατασκευαστικές εφαρμογές που ονομάζονται νομογράφοι. Αυτοί κατασκευάζονται με βάση τη σχέση : μήκος ακτίνας λεπιού - μήκος ψαριού και έχουν τη δυνατότητα να υπολογίζουν το ένα μήκος από το άλλο. Στην παρούσα εργασία, δε χρησιμοποιήθηκε νομογράφος, γιατί όλα τα δεδομένα αρχειοθετήθηκαν, επεξεργάστηκαν και υπολογίστηκαν με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή. Έτσι, με αυτήν τη μέθοδο του ανάδρομου υπολογισμού 17

της αύξησης υπολογίστηκαν τα μεσουραία μήκη για τα προηγούμενα έτη ζωής και εκτιμήθηκε η μέση ετήσια αύξηση για κάθε μία ηλικία. Για τον υπολογισμό κατόπιν της κατά βάρος αύξησης, με τη μέθοδο του ανάδρομου υπολογισμού, χρησιμοποιήθηκε η σχέση μήκους - βάρους ψαριού, για τη μετατροπή των υπολογισμένων μηκών σώματος σε βάρος. 2.2.3.2 Μηνιαίες δειγματοληψίες- Μηνιαία και Εποχική αύξηση Στα λέπια των ψαριών που προέρχονταν από το κάθε μηνιαίο δείγμα, εκτός από τον προσδιορισμό της ηλικίας μετριόταν η απόσταση του τελευταίου ετήσιου δακτυλίου μέχρι το άκρο του περιθωρίου του λεπιού. Από τις μέσες αποστάσεις που υπολογίστηκαν, για κάθε ηλικία ξεχωριστά κατά μήνα, προσδιορίστηκε ο μήνας του έτους που σχηματίζεται ο ετήσιος δακτύλιος (Hellawell 1971, Mann 1974, Libosvasky 1976, Pethon 1978, Linfield 1979a,1979b, Vesey and Langford 1985). Για τον υπολογισμό της εποχικής αύξησης, κατά μήκος και βάρος, ομαδοποιήθηκαν τα μηνιαία δείγματα κατά εποχές (π.χ. Sturm1978, Σίνης 1981) και εξετάστηκαν κατά φύλο και ανεξάρτητα από αυτό. 'Έτσι, δημιουργήθηκαν τέσσερις εποχικές ομάδες δειγμάτων (Σίνης 1981). Η πρώτη ομάδα ήταν της άνοιξης και περιέλαβε τα άτομα των μηνών Μαρτίου, Απριλίου και Μαΐου. Η δεύτερη ομάδα ήταν του καλοκαιριού και περιλάμβανε τα άτομα των μηνών Ιουνίου, Ιουλίου και Αυγούστου. Η τρίτη ομάδα του φθινοπώρου, περιλάμβανε τα άτομα των μηνών Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου και Νοεμβρίου. Τέλος, η τέταρτη ομάδα, του χειμώνα, περιλάμβανε άτομα των μηνών Δεκεμβρίου, Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου. Ο υπολογισμός της εποχικής αύξησης έγινε ξεχωριστά για τα άτομα όλων των ηλικιακών κλάσεων. Αντίστοιχα με την εποχική αύξηση, υπολογίστηκε και η μηνιαία αύξηση κατά μήκος και βάρος για τις παραπάνω κλάσεις ηλικίας, ανεξάρτητα από το φύλο. 2.2.4 Μαθηματική και Στατιστική επεξεργασία Τα δεδομένα που προέκυψαν από τις μετρήσεις των βιολογικών παραμέτρων, αρχειοθετήθηκαν, αποθηκεύτηκαν και επεξεργάστηκαν με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή. Οι μαθηματικοί και στατιστικοί υπολογισμοί έγιναν με τα πακέτα των προγραμμάτων Excel και SPSS. Η γραφική σχεδίαση των εικόνων, έγινε με τη χρήση του Excel. Η παρουσίαση των μέσων τιμών των βιολογικών παραμέτρων στους Πίνακες, συνοδεύεται πάντα και από το αντίστοιχο τυπικό σφάλμα, την τυπική απόκλιση, το διάστημα εμπιστοσύνης 95% και το εύρος τιμών (min-max). Έτσι γίνεται όσο είναι δυνατόν μαθηματικά πιο σαφής, η έκφραση κάθε αναφερόμενης τιμής. Η γραφική απεικόνιση των μεταβολών των μέσων τιμών στις Εικόνες, γίνεται με την ταυτόχρονη παρουσίαση των διαστημάτων εμπιστοσύνης 95% της καθεμιάς από αυτές. Έτσι γίνονται και οπτικά αντιληπτές οι μεταξύ τους διαφοροποιήσεις και ομοιότητες. Η παρουσίαση των εξισώσεων που υπολογίστηκαν με παλινδρόμηση (συσχέτιση), συνοδεύεται πάντα από τους αντίστοιχους συντελεστές προσδιορισμού και από το πλήθος των ζευγών των τιμών. Η σύγκριση των αντίστοιχων εξισώσεων μεταξύ τους, όπου κρίθηκε απαραίτητο, έγινε με ανάλυση συνδιακύμανσης. Έτσι συγκρίθηκαν οι σταθερές α και β των εξισώσεων που υπολογίστηκαν, για πιθανότητα Ρ,.5 και,1. 2.3 Ηλικία 2.3.1 Γενικά Κύριο γνώρισμα του ρυθμού αύξησης των ψαριών είναι η περιοδικότητα. Αυτή αποτυπώνεται με την πάροδο του χρόνου στα οστά, τους ωτόλιθους και στα λέπια. Στην πλειονότητα των 18

ψαριών τα λέπια προσφέρονται περισσότερο για εγκυρότερη και καλύτερη μελέτη της ηλικίας και της αύξησης. Σύμφωνα με τον Jearld (1983), η δυνατότητα προσδιορισμού της ηλικίας των ψαριών είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας στη μελέτη της αλιευτικής βιολογίας των ειδών. Τα δεδομένα της ηλικίας συνδυασμένα με τις μετρήσεις μήκους και βάρους μπορούν να δώσουν πληροφορίες για την αύξηση, τη σύνθεση του ιχθυαποθέματος, την αλιευτική παραγωγή, τη γεννητική ωρίμαση και γενικότερα για την ιστορία της ζωής. 2.3.2 Προσδιορισμός της ηλικίας με τη μέθοδο μήκους-συχνότητας Τα μεσουραία μήκη των ατόμων των εποχικών δειγματοληψιών ομαδοποιήθηκαν κατά κλάσεις μηκών, που η καθεμιά είχε εύρος 1 mm. Η ταξινόμηση των ατόμων σε αυτές τις κλάσεις έγινε ξεχωριστά για τα αρσενικά και θηλυκά άτομα. Η ίδια εργασία επίσης, έγινε για όλα τα άτομα ανεξαρτήτου φύλου. Οι αριθμοί των ατόμων της κάθε κλάσης μήκους, καθώς επίσης και τα αντίστοιχα εκατοστιαία ποσοστά (συχνότητες), παρουσιάζονται στους πίνακες και η ποσοστιαία συχνότητα των ατόμων παρουσιάζεται με τη μορφή ιστογραμμάτων. 2.3.3 Προσδιορισμός της ηλικίας με χρήση της μεθόδου των λεπιών Η μέθοδος αυτή είναι η πιο ακριβής και έγκυρη, αρκεί να προσφέρονται τα λέπια του είδους που εξετάζεται για τέτοιες παρατηρήσεις (Lagler 1972, Jearld 1983). Γενικά, τα λέπια των ψαριών της οικογένειας Cyprinidae είναι κατάλληλα για προσδιορισμό της ηλικίας από αυτά (Jearld 1983). Πρέπει βέβαια πρώτα, να διευκρινιστεί η μορφή των ετήσιων δακτυλίων και να προσδιοριστεί ο χρόνος σχηματισμού τους. Επίσης, πρέπει να εξεταστεί αν σχηματίζονται ολοκληρωμένοι ή όχι ανεξάρτητοι δακτύλιοι κατά την εποχή της αναπαραγωγής ή κάποιοι άλλοι ψευδοδακτύλιοι (Graham 1928, Lagler 1972, Linfield 1974, Μann and Steinmetz 1985). 2.3.4 Περιγραφή των λεπιών Τα όργανα αυτά είναι κερατινοειδείς προεξοχές οι οποίες καλύπτουν και προστατεύουν το σώμα των ψαριών και είναι τοποθετημένα μέσα σε ειδικές θήκες του δέρματος. Φέρουν κυκλικούς ή μη κυκλικούς δακτυλίους και ακτίνες. Υπάρχουν τέσσερα είδη λεπιών: α) τα πλακοειδή, β) τα γανοειδή, γ) τα κυκλοειδή και δ) τα κτενοειδή. Τα λέπια πάνω στο σώμα των ψαριών αλληλεπικαλύπτονται κατά ένα μέρος, με αποτέλεσμα να σχηματίζεται μια κατασκευή η οποία μοιάζει με τη διάταξη των κεραμιδιών στη στέγη των σπιτιών. Η ανάπτυξη των λεπιών είναι ασυνεχής όπως και του σώματος των ψαριών. Αποτέλεσμα της ασυνέχειας είναι η δημιουργία πάνω στην επιφάνεια του λεπιού εναλλασσόμενων φωτεινών και σκούρων τμημάτων. Η εναλλαγή αυτή μεταξύ του σκούρου και του φωτεινού τμήματος του λεπιού δημιουργεί το δακτύλιο ανάπτυξης που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της ηλικίας του ψαριού.(νεοφύτου 1997). Ο αριθμός των λεπιών είναι σταθερός. 2.3.5 Προσδιορισμός του χρόνου σχηματισμού των ετησίων δακτυλίων Ο προσδιορισμός του χρόνου σχηματισμού του ετήσιου δακτυλίου βοηθά κατά πολύ στη σωστή εκτίμηση της ηλικίας. Όπως είναι γνωστό στα βόρεια γεωγραφικά πλάτη ο ετήσιος δακτύλιος σχηματίζεται κατά την άνοιξη ή στην αρχή του καλοκαιριού (Νikolsky 1963,1969, Lagler 1972, Weatherley and Rogers 1978). Για τον προσδιορισμό του χρόνου σχηματισμού του ετήσιου δακτυλίου πολλοί ερευνητές μετρούν τον αριθμό των ραβδώσεων του λεπιού μετά τον τελευταίο ετήσιο δακτύλιο (Hellawelll 1971, Mann 1974, 1976, Linfield 1974, 1979a,b, Cowx 1983). Άλλοι καταγράφουν την απόσταση μετά τον τελευταίο ετήσιο δακτύλιο μέχρι το περιθώριο του λεπιού ( White and Chittenden 1977, Νταούλας 1981, Girardin and Quignard 1985). 19

2.3.6 Έλεγχος του ορθού προσδιορισμού της ηλικίας με τη χρήση της μεθόδου των λεπιών Ο προσδιορισμός της ηλικίας των ψαριών από τα λέπια αποτελεί την καλύτερη μέθοδο, και μπορεί να επαληθεύεται παράλληλα και με άλλους τρόπους (Weatherley and Rogers 1973, Lienfield 1974, Jonson 1976, Beamish & Macfarlane 1983). Η ταυτόχρονη αναγνώριση των ίδιων ετήσιων δακτυλίων και σε άλλα σκελετικά στοιχεία στο ψάρι, είναι δυνατό να επαληθεύσει πλήρως τον προσδιορισμό της ηλικίας του (Lagler 1972, Μathews and Williams 1972, Cambell and Βabaluck 1979, Freytag 198). Στη μελέτη αυτή έγινε προσπάθεια προσδιορισμού της ηλικίας με βάση το βραγχιακό επικάλυμμα. Αυτό είχε επιχειρηθεί και από τον Smirnov (1929). Ο ερευνητής αυτός, μετά από πολλές δοκιμές και τροποποιήσεις διαφορετικών τεχνικών, κατόρθωσε τελικά να διακρίνει ευκρινώς μόνο δυο ετήσιους δακτυλίους ακόμη και σε βραγχιακά επικαλύμματα μεγαλύτερων ψαριών. Τα αποτελέσματα των αντίστοιχων προσπαθειών και σ' αυτή τη μελέτη δεν ήταν θετικά. Πιθανόν να επέδρασε αρνητικά και η παραμονή των ψαριών στη φορμόλη πριν από την εξέταση τοις. Επίσης, η εξέταση της σύνθεσης του πληθυσμού με τη μέθοδο που βασίζεται στην εξέταση μήκους-συχνότητας του Petersen δεν έδωσε ικανοποιητικά αποτελέσματα. Η μέθοδος αυτή παρουσίασε μόνο δύο ή το πολύ τρεις κλάσεις ηλικίας. Ο Graham (1928) διατύπωσε πέντε κριτήρια με τα οποία μπορεί να ελεγχθεί η εγκυρότητα του προσδιορισμού της ηλικίας από τα λέπια. Προτείνει λοιπόν να ελέγχονται και να επιβεβαιώνονται: α) η ύπαρξη ασυνεχών κατανομών στις συχνότητες των μηκών, οι οποίες πρέπει να αντιστοιχούν στις κλάσεις ηλικίας που έχουν προσδιοριστεί, β) η πρόοδος των επικρατέστερων κλάσεων ηλικίας, γ) η εξακρίβωση αλλαγών στη μορφολογία των λεπιών από τη διαχρονική εξέταση τους σε ετήσια βάση, δ) η επανασύλληψη σημαδεμένων ψαριών μετά από ένα χρονικό διάστημα και ε) η ταυτόχρονη παρατήρηση ψαριών σε ενυδρεία ή δεξαμενές. Από τα πέντε κριτήρια χρησιμοποιήθηκαν τα τρία πρώτα, τα οποία επιβεβαίωσαν τον ορθό προσδιορισμό της ηλικίας. Τα δυο τελευταία δε χρησιμοποιήθηκαν για τεχνικούς λόγους. 2.4 Αύξηση Στα ψάρια ο ρυθμός αύξησης είναι ευμετάβλητος και επηρεάζεται άμεσα από την τροφή, την περιοχή, τη θερμοκρασία και από άλλους παράγοντες. Επιπρόσθετα, επειδή τα ψάρια είναι ποικιλόθερμα ζώα και ζουν μόνιμα μέσα στο νερό, η αύξηση τους επηρεάζεται άμεσα από αυτό (Weatherley 1972). Η μελέτη της αύξησης περιλαμβάνει τις μεταβολές στο βάρος του σώματος, για τον υπολογισμό της κατά βάρος αύξησης καθώς και τις μεταβολές των γραμμικών διαστάσεων του ψαριού, για τον υπολογισμό της κατά μήκος αύξησης (Winberg 1971). 2.4.1 Ετήσια Αύξηση Τα δείγματα που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονταν από τις δειγματοληψίες που έγιναν κατά την περίοδο Ιούλιος 23 - Οκτώβριος 24. Η ετήσια αύξηση μελετήθηκε ανεξάρτητα ως προς το μήκος και το καθαρό βάρος των ψαριών. 2.4.2 Ετήσια Αύξηση κατά μήκος Η ετήσια κατά μήκος αύξηση μελετήθηκε από τις μέσες τιμές του παρατηρούμενου μεσουραίου μήκους των ψαριών κατά τη στιγμή της σύλληψης τους. Επίσης, εκτιμήθηκε από τα υπολογισμένα μήκη κατά τα προηγούμενα πλήρη έτη ζωής, με τη μέθοδο του ανάδρομου υπολογισμού (back calculation). 2

2.4.2.1 Ετήσια παρατηρούμενη αύξηση κατά μήκος Για τα άτομα που προέρχονταν από τις εποχικές δειγματοληψίες βρέθηκε η μέση τιμή των μεσουραίων μηκών για κάθε ηλικία κατά φύλο και ανεξάρτητα από αυτό. Έτσι, προσδιορίστηκε η μέση ετήσια αύξηση κατά μήκος και το ετήσιο ποσοστό της. Τα αποτελέσματα από τη στατιστική επεξεργασία δίνονται στους αντίστοιχους Πίνακες για τον ποταμό Βενέτικο. 2.4.2.2 Σχέση μήκους σώματος ψαριού ακτίνας λεπιού Η μελέτη της ιστορίας της αύξησης με τη μέθοδο του ανάδρομου υπολογισμού (back calculation) προϋποθέτει πρώτα απ όλα τη διατύπωση της σχέσης που συνδέει το μήκος του σώματος του ψαριού με την ακτίνα του λεπιού (Le cren 1947, Weatherley1972, Duncan 198). Για να ισχύει η μέθοδος του υπολογισμού των μηκών του σώματος κατά τα προηγούμενα έτη από τα λέπια, σύμφωνα με τον Van Oosten (1929) πρέπει να ισχύουν οι παρακάτω περιορισμοί : α) ο αριθμός των λεπιών να διατηρείται σταθερός σε όλη τη διάρκεια ζωής του ψαριού, όπως επίσης και η ομοιομορφία μεταξύ τους, β) να υπάρχει μια προκαθορισμένη αναλογία της αύξησης του λεπιού σε σχέση με την αύξηση του μήκους του ψαριού και γ) να σχηματίζονται οι ετήσιοι δακτύλιοι την ίδια εποχή κάθε έτος. Ο Hile (197) και ο Lagler (1972), συνόψισαν όλα τα μαθηματικά μοντέλα που είχαν προταθεί για τον υπολογισμό της σχέσης μεταξύ μήκους σώματος ψαριού και ακτίνας λεπιού. Οι κυριότερες εξισώσεις που εκφράζουν το μήκος του ψαριού με την ακτίνα του λεπιού προτάθηκαν από τους : α) Dahl-Lea, όπου L=Cs, β) Lee, όπου L=α+Cs, γ) Sherrif, όπου L=α+βS+cS², δ) Carlander, όπου L=α+βS+cS²+dS³, ε) Monastyrsky, όπου logl=logc+nlogs και στ) Fry, όπου log(l-α)=logc+nlogs. Στις παραπάνω εξισώσεις το L εκφράζει το μήκος σώματος του ψαριού, το S το μήκος της ακτίνας του λεπιού, ενώ τα α, β, c, d, και n είναι σταθερές οι οποίες υπολογίζονται μαθηματικά. Επίσης, σύμφωνα με τους παραπάνω συγγραφείς έχουν προταθεί από τον Sagestrale και τον Javri δύο ακόμη μοντέλα στα οποία παρουσιάζεται η σχέση με τρόπο εμπειρικό και αυθαίρετο. Στα πλαίσια αυτής της εργασίας, η καλύτερη σχέση αναζητήθηκε από τις εξισώσεις που προτάθηκαν από τους Lee, Sherrif, Carlander και Monastyrsky. Όπως γίνεται προφανές και από τη μορφή των παραπάνω εξισώσεων ουσιαστικά εξετάστηκε η συσχέτιση των δύο μηκών με βάση τα πολυώνυμα από πρώτου μέχρι και τρίτου βαθμού, καθώς και τη δυναμοσυνάρτηση. Αυτή, όπως είναι γνωστό, είναι η L=αs^b, η οποία όταν λογαριθμηθεί παίρνει τη μορφή της εξίσωσης του Monastyrsky, δηλαδή logl=logα + βlogs. 2.4.2.3 Ετήσια υπολογισμένη αύξηση κατά μήκος Ο υπολογισμός του μήκους των ψαριών κατά τα προηγούμενα έτη γίνεται αφού πρώτα υπολογιστεί η μαθηματική σχέση που συνδέει το μεσουραίο μήκος των ψαριών με την ακτίνα του λεπιού. Ο υπολογισμός αυτός γίνεται με τη χρήση του μαθηματικού και στατιστικού πακέτου Excel. Η εκτίμηση των μηκών θα μπορούσε να γίνει και με τη βοήθεια του νομογράφου, όπως περιγράφεται από τους Carlader and Smith (1944), Hile (195), Whitney and Carlander (1956), Le cren (1947). Τα αποτελέσματα όμως δε θα ήταν τόσο ακριβή και δε θα υπολογίζονταν τόσο γρήγορα, όσο με τη χρήση του πακέτου. Επιπλέον, με τον τρόπο αυτό, προσαρμόζεται η ίδια η εξίσωση στο καθένα ψάρι και για τον καθένα ετήσιο δακτύλιο. Τα μήκη που υπολογίζονται για το καθένα ψάρι συνδυάζονται κατάλληλα και βρίσκεται η μέση τιμή για καθεμιά ηλικιακή κλάση. Επίσης, γίνεται και στατιστική ανάλυση για καθεμιά κλάση ηλικίας, καθώς και για καθένα ετήσιο δακτύλιο ξεχωριστά. 2.4.2.4 Ετήσιος ρυθμός αύξησης κατά μήκος- εξίσωση Ford-Walford Εκτός από τον υπολογισμό του μέσου ρυθμού αύξησης, έγινε και μαθηματική περιγραφή της κατά μήκος αύξησης των ψαριών στους δυο πληθυσμούς που εξετάστηκαν. Σύμφωνα με τον 21