μήμα Οικονομικής Επιστήμης Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις Ενότητα: Α.Ξ.Ε. και ανταγωνιστικότητα Διδάσκων: Δημήτρης Γιακούλας
Ορισμός ανταγωνιστικότητας Σύμφωνα με τους κλασικούς οικονομολόγους η ανταγωνιστικότητα μίας χώρας συνδέεται με το συγκριτικό της πλεονέκτημα το οποίο προσδιορίζει ποιο αγαθό μπορεί να παράγει πιο φθηνά χρησιμοποιώντας το συντελεστή που διαθέτει σε αφθονία και να το εξάγει στις άλλες χώρες. Όπως ξέρουμε όμως τα κλασικά και νεοκλασικά υποδείγματα έχουν μία σειρά από περιορισμούς οι οποίοι μειώνουν σημαντικά την ερμηνευτική τους ικανότητα. Σήμερα που το ενδοκλαδικό εμπόριο, οι ατελείς μορφές οργάνωσης των αγορών και οι οικονομίες κλίμακας επικρατούν, το συγκριτικό πλεονέκτημα δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατανόηση της ανταγωνιστικότητας. Ο orter χαρακτήρισε το «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» ως τη βασική έννοια για την επίδοση των επιχειρήσεων και των οικονομιών. Yπάρχουν δύο τύποι ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος για μία επιχείρηση. ο πλεονέκτημα κόστους και το πλεονέκτημα διαφοροποίησης. Σύμφωνα με τον orter η ανταγωνιστικότητα μίας χώρας πηγάζει από την παραγωγικότητα. Η παραγωγικότητα επιτρέπει σε μία χώρα να έχει υψηλούς μισθούς, ισχυρή ισοτιμία και ελκυστικές αποδόσεις κεφαλαίων και εν τέλει υψηλό επίπεδο διαβίωσης. Institute for Management Development: «. Ανταγωνιστικότητα είναι η ικανότητα μίας χώρας να δημιουργεί αξία ώστε να αυξάνει τον εθνικό πλούτο, διαχειριζόμενη πόρους και διαδικασίες ελκυστικότητα και επιθετικότητα παγκοσμιοποίηση και εγγύτητα.» World Economic Forum: «. Ανταγωνιστικότητα είναι η ικανότητα μίας χώρας να επιτύχει και να διατηρήσει υψηλά επίπεδα ανάπτυξης του κατά κεφαλή Α.Ε.Π. και της παραγωγικότητας»
Δημιουργία ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος Η παραγωγικότητα σύμφωνα με τον orter εδράζεται τόσο σε μικροοικονομικούς όσο και σε μακροοικονομικούς παράγοντες. Ο ίδιος εξετάζοντας τους προσδιοριστικούς παράγοντες υπό τους οποίους δημιουργείται ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε ένα κλάδο παραγωγής μίας χώρας κατέληξε στο εξής μοντέλο (διαμάντι του orter):
Δημιουργία ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος Επιχειρησιακή στρατηγική και ανταγωνισμός: ο διεθνής ανταγωνισμός εξαναγκάζει τις επιχειρήσεις να βελτιώνουν συνεχώς της παραγωγικότητά τους και να ενισχύουν την καινοτομική τους δραστηριότητα. Συνθήκες ζήτησης: όσο περισσότερο αυξάνεται η ζήτηση των καταναλωτών τόσο αυξάνει η πίεση στις επιχειρήσεις για αύξηση της παραγωγής και βελτίωση της ποιότητας. Σχετικές και υποστηρικτικές υπηρεσίες: η γεωγραφική εγγύτητα επιχειρήσεων οι οποίες παράγουν σχετικές και υποστηρικτικές υπηρεσίες (π.χ. Logistics) ενισχύουν την ανάπτυξη των κλάδων. Εισροές: οι βασικοί ή εξειδικευμένοι συντελεστές παραγωγής δεν κληρονομούνται αλλά δημιουργούνται. έτοιοι συντελεστές είναι η εξειδικευμένη εργασία, το κεφάλαιο και η υποδομή. Μη βασικοί παραγωγικοί συντελεστές όπως η ανειδίκευτη εργασία και οι πρώτες ύλες μπορούν να αγοραστούν από οποιαδήποτε επιχείρηση και άρα δεν αποτελούν βάση δημιουργίας ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Κράτος: είναι ο παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά και να αναπτύξει τους προηγούμενους τέσσερις, προς όφελος των επιχειρήσεων. Απρόβλεπτες συγκυρίες: οι οποίες μπορεί να είναι καθοριστικές για την ενίσχυση ή τη ζημίωση κάποιων επιχειρήσεων του κλάδου. Σύμφωνα με τον orter μία οικονομία διανύει τα εξής στάδια ανάπτυξης: Οικονομία βασισμένη σε παραγωγικούς συντελεστές Οικονομία βασισμένη σε επενδύσεις Οικονομία βασισμένη σε καινοτομία
Πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία και ανταγωνιστικότητα Από η δεκαετία του 1980, η παγκοσμιοποίηση και η ενίσχυση της διαδικασίας οικονομικής ολοκλήρωσης επέδρασαν σημαντικά στη σχέση ανάμεσα στις εισροές κεφαλαίων και την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία (ανταγωνιστικότητα) Η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία R λαμβάνει υπόψη της το επίπεδο των τιμών στις 2 χώρες. Υπολογίζεται από την ονομαστική ισοτιμία και το λόγο του επιπέδου τιμών στην αλλοδαπή w προς το επίπεδο εγχώριων τιμών R = E World πχ R /$ = E /$ $ Ε R R w R Επιδράσεις στην ανταγωνιστικότητα: αν αυξηθεί η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία /$ ή αν μειωθούν οι τιμές των προϊόντων στην ευρωζώνη ή αν αυξηθούν οι τιμές των προϊόντων στις ΗΠΑ $ θα αυξηθεί η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία R /$ θα βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της ευρωζώνης έναντι των ΗΠΑ Όταν η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία R /$ είναι μικρότερη από το 1, τότε λέμε ότι το είναι υπερτιμημένο έναντι του $ Όταν η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία R /$ υπερβαίνει το 1 και οι τιμές, τότε λέμε ότι το ευρώ είναι υποτιμημένο έναντι του $
Σχέση Α.Ξ.Ε και ανταγωνιστικότητας: ένα αναλυτικό πλαίσιο Εξετάζουμε τις διασυνδέσεις ανάμεσα στις εισροές κεφαλαίων, την ανταγωνιστικότητα και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών με βάση ένα απλό υπόδειγμα με εμπορεύσιμα και μη εμπορεύσιμα προϊόντα. - ο υπόδειγμα εξετάζει την εμπειρία μία μικρής ανοικτής χώρας η οποία είναι λήπτης τιμών. - Ο συντελεστής κεφάλαιο θεωρείται σταθερός ενώ ο συντελεστής εργασία μεταβλητός - Η τιμή των εμπορεύσιμων είναι T= W*E - W = διεθνής τιμή εμπορεύσιμων - E = ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία (εγχώριο/ ξένο νόμισμα) - Η χώρα διαθέτει δύο παραγωγικούς συντελεστές, εργασία (L) και κεφάλαιο (Κ) για την παραγωγή εμπορεύσιμων () και μη εμπορεύσιμων (Ν) αγαθών. - Οι συναρτήσεις παραγωγής είναι: QT= QT (LT*KT) και QΝ= QT (LΝ*KΝ)
Ισορροπία εμπορικού ισοζυγίου = Καμπύλη Παραγωγικών Δυνατοτήτων μεταξύ εμπορεύσιμων και μη εμπορεύσιμων. ο σχήμα της είναι κοίλο εξαιτίας του αυξανόμενου κόστους ευκαιρίας. U = Καμπύλη Αδιαφορίας μεταξύ εμπορεύσιμων και μη εμπορεύσιμων. ο σχήμα της είναι κυρτό εξαιτίας της φθίνουσας οριακής χρησιμότητας. Μ = Ευθεία εισοδηματικού περιορισμού. Μ= QT * T + QΝ * Ν. Η κλίση της δίνεται από το λόγο T /Ν Ν Στο σημείο Ε επικρατεί ισορροπία. Ο συνδυασμός εμπορεύσιμων και μη εμπορεύσιμων που παράγεται εντός της χώρας είναι και αυτός που ζητείται από τους καταναλωτές. Οπότε δεν υπάρχουν ούτε εισαγωγές ούτε εξαγωγές. Ν1 Ε U Μ 0 1
Ν Διαταραχή ισορροπίας: ονομαστική υποτίμηση Μία ονομαστική υποτίμηση του εγχώριου νομίσματος (Ε ) έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής των εμπορεύσιμων (T ) και την αύξηση του λόγου T /Ν που σημαίνει ότι η κλίση της ευθείας εισοδηματικού περιορισμού θα γίνει πιο απότομη (Μ Μ1). Η νέα καμπύλη εισοδηματικού περιορισμού εφάπτεται από μία νέα καμπύλη αδιαφορίας στο σημείο Ε1 στο οποίο αντιστοιχεί μικρότερη κατανάλωση εμπορεύσιμων (1 2) και μεγαλύτερη κατανάλωση μη εμπορεύσιμων (Ν1 Ν2). Η νέα καμπύλη εισοδηματικού περιορισμού εφάπτει την ΚΠΔ στο σημείο Ε2 στο οποίο αντιστοιχεί μεγαλύτερη παραγωγή εμπορεύσιμων (1 3) και μικρότερη παραγωγή μη εμπορεύσιμων (Ν1 Ν3). Ν2 Ε1 Αποτέλεσμα της υποτίμησης θα είναι η δημιουργία πλεονάσματος (3-2) στα εμπορεύσιμα αγαθά και ελλείμματος (Ν2-Ν3) στα μη εμπορεύσιμα αγαθά. Ν1 Ε Ν3 Ε2 U U1 Μ1 Μ 0 2 1 3
Ν Διαταραχή ισορροπίας: αύξηση του κόστους παραγωγής Μία ονομαστική ανατίμηση του εγχώριου νομίσματος (Ε ) έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της τιμής των εμπορεύσιμων (T ). Αντίστοιχα μία αύξηση των εγχωρίων μισθών θα αυξήσει τις τιμές των μη εμπορεύσιμων (ΝT ). Και στις δύο περιπτώσεις θα έχουμε μία μείωση του λόγου T /Ν που σημαίνει ότι η κλίση της ευθείας εισοδηματικού περιορισμού θα γίνει πιο οριζόντια (Μ Μ1). Η νέα ΚΠΔ εφάπτεται από μία νέα καμπύλη αδιαφορίας στο σημείο Ε1 με μεγαλύτερη κατανάλωση εμπορεύσιμων (1 2) και μικρότερη κατανάλωση μη εμπορεύσιμων (Ν1 Ν2). Η νέα καμπύλη εισοδηματικού περιορισμού εφάπτει την ΚΠΔ στο σημείο Ε2 στο οποίο αντιστοιχεί μικρότερη παραγωγή εμπορεύσιμων (1 3) και μεγαλύτερη παραγωγή μη εμπορεύσιμων (Ν1 Ν3). Ν3 Ε2 Αποτέλεσμα της ανατίμησης (ή της αύξησης των μισθών) θα είναι η δημιουργία ελλείματος (2-3) στα εμπορεύσιμα αγαθά και πλεονάσματος (Ν3-Ν2) στα μη εμπορεύσιμα αγαθά. Ν1 Ε Ν2 Ε1 U U1 Μ Μ1 0 3 1 2
Διαταραχή ισορροπίας: συσταλτική οικονομική πολιτική ο κράτος θα μπορούσε να παρέμβει για να περιορίσει το έλλειμα στο εμπορικό ισοζύγιο ασκώντας συσταλτική δημοσιονομική ή νομισματική πολιτική μετατοπίζοντας την ευθεία εισοδηματικού περιορισμού προς τα κάτω (Μ1 Μ2) όπου θα εφάπτεται με μία νέα καμπύλη αδιαφορίας (U1 U2) (το υπόδειγμα εδώ υποθέτει ότι η συσταλτική πολιτική θα επηρεάσει μόνο τη ζήτηση και όχι την παραγωγή). Ν Αποτέλεσμα της συσταλτικής οικονομικής πολιτικής θα είναι να μειωθεί το έλλειμα στα εμπορεύσιμα (2 1) αλλά να αυξηθεί το πλεόνασμα στα μη εμπορεύσιμα (Ν3 Ν1) Ν3 Ε2 Ν2 Ε1 U1 Ν1 0 3 1 U2 Μ2 2 Μ1
Διαταραχή ισορροπίας: διασταλτική οικονομική πολιτική Αντίθετα αν το κράτος ασκούσε διασταλτική δημοσιονομική η νομισματική πολιτική θα μπορούσε να εξαλείψει το πλεόνασμα στα μη εμπορεύσιμα αλλά θα αυξανόταν το έλλειμα στα εμπορεύσιμα (3-1) ελικώς φαίνεται πως η μόνη λύση η οποία θα μπορούσε να εξισορροπήσει πλήρως το εμπορικό ισοζύγιο θα ήταν αυτή της υποτίμησης. Ν Ν3 Ε2 Ν2 Ε1 U1 Μ2 U2 Μ1 0 3 2 1
Βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας των εμπορεύσιμων Αρχική ισορροπία στο σημείο Ε όπου η παραγωγή και Ν ισούται με την κατανάλωση. Μία βελτίωση της παραγωγικότητας των θα μετατοπίσει την ΚΠΔ ( 1) και τη γραμμή εισοδηματικού περιορισμού (Μ Μ1) καθώς και την καμπύλη αδιαφορίας (U U1). Η ΚΠΔ εφάπτεται της γραμμής εισοδηματικού περιορισμού στο σημείο Ε1 δημιουργώντας πλεόνασμα στα (2-3) ενώ η νέα καμπύλη αδιαφορίας στο σημείο Ε2 δημιουργώντας έλλειμα στα Ν (Ν3-Ν2). ο έλλειμα στα Ν σταδιακά θα αυξήσει την τιμή τους αλλάζοντας την κλίση της ευθείας εισοδηματικού περιορισμού (Μ1 Μ2) και μετατοπίζοντας την καμπύλη αδιαφορίας προς τα αριστερά (U1 U2). Ν ελικώς προσφορά και ζήτηση εμπορεύσιμων και μη εμπορεύσιμων ισορροπούνται στο σημείο Ε3. Ν3 Ε2 Ν4 Ν1 Ν2 Ε U Ε3 Ε1 U1 U2 0 1 3 Μ 4 2 1 M1 M2
Εισροή κεφαλαίων για χρηματοδότηση της κατανάλωσης Αρχική ισορροπία στο σημείο Ε όπου η παραγωγή και Ν ισούται με την κατανάλωση. Μία εισροή κεφαλαίων για κατανάλωση θα αυξήσει το εισόδημα των καταναλωτών (Μ Μ1) και θα εφάπτεται στο σημείο Ε1 με μία ανώτερη καμπύλη αδιαφορίας (U U1). Η παραγωγή όμως θα μείνει στο σημείο Ε δημιουργώντας έλλειμα (2-1) στα και (Ν2-Ν1) στα Ν. ο έλλειμα θα οδηγήσει σε αύξηση της Ν και θα αλλάξει τους όρους εμπορίου (Μ1 Μ2) με τους καταναλωτές να ισορροπούν στο σημείο Ε2. Η αύξηση της Ν θα οδηγήσει τους Ν παραγωγούς να αυξήσουν και άλλο την παραγωγή των Ν (Ν1 Ν3) και να μειώσουν την παραγωγή των (1 4). Οι καταναλωτές αντίστοιχα θα αυξήσουν τη Ν2 Ε1 ζητούμενη ποσότητα (2 3) και Ε4 θα μειώσουν τη ζητούμενη ποσότητα Ν3 Ν (Ν2 Ν1) U1 Έτσι θα αυξηθεί περαιτέρω το Ε Ε2 Ν1 Μ1 έλλειμα στα εμπορεύσιμα (3-4) και θα δημιουργηθεί πλεόνασμα (Ν3-1) Μ2 στα μη εμπορεύσιμα. 0 4 1 Μ U 2 3
Εισροή κεφαλαίων για επενδύσεις στα εμπορεύσιμα Αρχική ισορροπία στο σημείο Ε όπου η παραγωγή και Ν ισούται με την κατανάλωση. Μία εισροή κεφαλαίων για επενδύσεις στα εμπορεύσιμα σε πρώτο χρόνο θα αυξήσει το εισόδημα των καταναλωτών (Μ Μ1) (οι παραγωγικοί συντελεστές ανήκουν στα νοικοκυριά) αυξάνοντας τη ζήτηση και για τα δύο προϊόντα θα εφάπτεται στο σημείο Ε1 με μία ανώτερη καμπύλη αδιαφορίας (U U1). Αρχικά η παραγωγή θα μείνει στο Ε δημιουργώντας έλλειμα (2-1) στα (Ν2-Ν1) στα Ν. Σταδιακά η επένδυση θα μετατοπίσει την ΚΠΔ ( 1) και θα έχουμε ένα νέο σημείο ισορροπίας παραγωγής και κατανάλωσης στο Ε1 όπου η ζήτηση και η προσφορά τόσο για τα όσο και για τα Ν θα έχει αυξηθεί. Ν Ν2 Ν1 Ε Ε1 U1 U Μ 1 Μ1 0 1 2