ΕΠΕΝ ΥΤΙΚΟΙ ΚΙΝ ΥΝΟΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΕΠΙ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ



Σχετικά έγγραφα
ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΔΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΠΕΛΑΤΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΠΡΟΣΦΕΡΟΜΕΝΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ

Περιεχόμενα 9. Περιεχόμενα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 3/378/ τoυ ιοικητικού Συµβουλίου

Γενική Περιγραφή Αγοράς Στόχου (Target Market) 1. Γενικά. 2. Ορισμοί

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ

Παραδείγματα υπολογισμού κόστους, προμήθειας χρεώσεων: Συναλλαγές Ομολόγων / Παραγώγων / Δικαιωμάτων Προαίρεσης

Γενικές Περιγραφές Αγοράς Στόχου Χρηματοπιστωτικών Μέσων

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ Ενότητα 7: ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΟΡΟΙ ΟΜΟΛΟΓΩΝ

Ερωτήσεις και απαντήσεις σε συνέχεια της επαναλειτουργίας της Χρηματιστηριακής Αγοράς

Σκοπός του κεφαλαίου αυτού είναι να εξετάσει και να παρουσιάσει τις

ΑΠΟΦΑΣΗ 8/335/ του ιοικητικού Συµβουλίου. Θέµα : Απλοποιηµένο ενηµερωτικό δελτίο αµοιβαίων κεφαλαίων του ν. 3283/2004.

ΠΑΡΑΓΩΓΑ. Στέλιος Ξανθόπουλος

Περιγραφή του Παράγωγου Προϊόντος Σύµβαση Επαναγορά (Repurchase Agreement RA) 1 / 12

Εισαγωγή ικαιωµάτων επί Μετοχών στην Αγορά Παραγώγων

Γενική Περιγραφή της Αγοράς Στόχου για τα Χρηµατοπιστωτικά Μέσα.

για περισσότερες πληροφορίες καλέστε στο

ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗΣ

Απόστολος Γ. Χριστόπουλος

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές). 1 β Πρωτογενείς αγορές είναι οι αγορές στις οποίες:

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΤΙΜΕΣ ΤΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΡΟΑΙΡΕΣΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΑ ARBITRAGE

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V ΚΙΝ ΥΝΟΙ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟ ΕΠΕΝ ΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

5. Περιγραφή Χρηματοοικονομικών Μέσων και Σχετικών Κινδύνων

Εισαγωγή στα Χρηματοοικονομικά Παράγωγα

Μόχλευση, αντιστάθµιση και απλές στρατηγικές µε παράγωγα

ΟΙ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ ΣΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΩΝ

Χρηματοοικονομικοί Κίνδυνοι Εισαγωγικά Στοιχεία των Παραγώγων. Χρηματοοικονομικών Προϊόντων Χρήση και Σημασία των Παραγώγων...

ΔΙΑΛΕΞΗ 11 η ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΜΕΤΟΧΩΝ & ΤΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές).

MANAGEMENT OF FINANCIAL INSTITUTIONS


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V ΚΙΝ ΥΝΟΙ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟ ΕΠΕΝ ΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Liquidity Risk, Swaps, Interest Rate Caps and Stress Testing

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Γενικές Περιγραφές Αγοράς Στόχου Χρηματοπιστωτικών Μέσων

ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΟΡΟΙ TΙΤΛΩΝ ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣ ΚΤΗΣΗ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ Ή WARRANTS

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

ΔΗΛΩΣΗ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές). 1 β Πρωτογενείς αγορές είναι οι αγορές στις οποίες:

Αρ. έκδοσης: 1.05 Ημερομηνία: 01/04/2009

Σ.Μ.Ε σε 10-ετές Ομόλογο Ελληνικού Δημοσίου

Οι λειτουργίες του. ιδακτικοί στόχοι. χρήµατος. Αναφορά των ιδιοτήτων του. Αναφορά στα είδη του χρήµατος. Κατανόηση της λειτουργίας του

ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟ ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΟΜΟΛΟΓΙΩΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Πολιτική Οικονομία Ι: Μακροθεωρία και Πολιτική Νίκος Κουτσιαράς. Κυριάκος Φιλίνης

Παράγωγα - Εργαλείο για. ιαχείριση Συνταξιοδοτικών Ταµείων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΕΙΔΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Συχνές Ερωτήσεις. Ομολογιακά Δάνεια & Ομόλογα. Έκδοση 2.0 Αύγουστος 2016

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ (Α1)

Προσυµβατικό ΠληροφοριακόΈντυπο MiFID

MANAGEMENT OF FINANCIAL INSTITUTIONS

Δ ι α φ ά ν ε ι ε ς β ι β λ ί ο υ

VIE FINANCE Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Ανακοίνωση για τη συγχώνευση επιµέρους αµοιβαίων κεφαλαίων

Αντιστάθμιση του Κινδύνου ενός Χαρτοφυλακίου μέσω των Χρηματοοικονομικών Παραγώγων

IV. ΚΑΛΥΨΗ ΤΩΝ ΚΙΝ ΥΝΩΝ 4. Υπολογισµός κεφαλαιακών απαιτήσεων για τον κίνδυνο βασικού εµπορεύµατος

Χρηματοοικονομικά Παράγωγα και Χρηματιστήριο

Αγορές Συναλλάγματος (Foreign exchange markets) Συντάκτης :Σιώπη Ευαγγελία

ΕΝΤΥΠΟ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΠΕΛΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. [MiFID PACK]

Στόχοι και Επενδυτική Πολιτική. Προφίλ Κινδύνου και Απόδοσης

ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

ΗΛΙΑΣ Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΑΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ

Τα Προϊόντα της Αγοράς Παραγώγων. ικαιώµατα προαίρεσης επί Μετοχών

Απόδοση/ Κίνδυνος (Είδη κινδύνου, σχέση κινδύνου- απόδοσης)

Τελική ή μέλλουσα αξία (future value) ή τελικό κεφάλαιο

Δημοσιοποιήσεις σύμφωνα με το Παράρτημα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση 9/572/23.12.

Δηµοσιοποιήσεις σύµφωνα µε το Παράρτηµα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε µε την Απόφαση 9/572/23.12.

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

BLACKROCK GLOBAL FUNDS. Αριθμός Εμπορικού Μητρώου Λουξεμβούργου B 6317

Όροι Χρεωστικού Υπολοίπου σε Χρήματα DEGIRO

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Εισαγωγή στα Παράγωγα Χρηματοοικονομικά Προϊόντα

ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΑΠΟ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΜΟΙΒΑΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΙΑΘΕΣΙΜΩΝ (ΣΕ ΕΥΡΩ) (ΑΠΟΦΑΣΗ 128/ της Ε.Κ.) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ

Γνωστοποίηση Κινδύνων

Παράγωγα προϊόντα. Προθεσµιακές Συµφωνίες Συµφωνίες Ανταλλαγών Συµβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης ικαιώµατα Προαίρεσης. Απόστολος Γ.

Αγορά Ομολόγων στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Ξέρετε ότι ; Φεβρουάριος Athens Exchange



ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΤΑΒΛΗΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ. METLIFE EUROPE BOND MULTIFUND (πρώην METLIFE EUROPE BOND MULTIFUND I)

Χρηματοπιστωτικά μέσα και επενδυτικοί κίνδυνοι

NBG SECURITIES AΝΩΝΥΜΗ EΤΑΙΡΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Μιχαλακοπούλου 91. Τηλ Fax Αθήνα

Διαχείρισης Συναλλαγματικών Κινδύνων Eurobank Τραπεζικής Επιχειρήσεων

A. Γενικά. B. Βασικοί / Συστηµικοί κίνδυνοι

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Διασπορά επενδύσεων. Μικτό αμοιβαίο κεφάλαιο. Ομόλογο. Αμοιβαίο κεφάλαιο κλειστού τύπου. Λόγος χρέους προς ίδια κεφάλαια. Χρηματοοικονομικό λεξικό

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΣΕ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΕΣ ΑΓΟΡΕΣ 1 γ Η διάρκεια της ειδικής διαπραγμάτευσης ανά χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατ α Ετήσια και

Risk-disclosure. Magna Trust Risk-disclosure 1

- Παράγωγα σχετιζόμενα με εμπορεύματα και εκκαθαρίζονται με ρευστά διαθέσιμα.

Αγορά Εταιρικών Ομολόγων στο Χρηματιστήριο Αθηνών Ξέρετε ότι ;

Απαντήστε όλες τις ερωτήσεις. ιάρκεια εξετάσεων: Μια ώρα και 30 λεπτά Ονοµατεπώνυµο φοιτητού/τριας;... Αρ. Μητρ.:...

Σύγχρονες Μορφές Χρηματοδότησης

ΠΕΙΡΑΙΩΣ UNIVERSAL ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΟ Fund of funds ΜΙΚΤΟ (ΑΠΟΦΑΣΗ 690/ της Ε.Κ., ΦΕΚ , ΤΕΥΧΟΣ Β ) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ

Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής. Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση

Χρηματοοικονομική ΙΙ

Τρόποι χρήσης των ETFs

χρηµατοοικονοµικών παράγωγων συµβολαίων είναι για: αντιστάθµιση κινδύνων επενδυτικούς λόγους

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΣΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ ATTICA BANK

Transcript:

ΕΠΕΝ ΥΤΙΚΟΙ ΚΙΝ ΥΝΟΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΕΠΙ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ Στο παρόν έντυπο περιγράφονται οι κυριότεροι επενδυτικοί κίνδυνοι που συνδέονται µε τις συναλλαγές επί χρηµατοπιστωτικών µέσων χωρίς να παρέχεται ενδελεχής ανάλυση αυτών. Τα χρηµατοπιστωτικά µέσα παρουσιάζουν κινδύνους διαφορετικής σηµασίας ανάλογα µε τα ιδιαίτερα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, οι δε συναλλαγές επ αυτών ενέχουν αυξηµένους κινδύνους µειώσεως ή απώλειας του αρχικώς επενδυµένου κεφαλαίου ή και πολλαπλασίου αυτού. Ως εξ αυτού οι συναλλαγές επί χρηµατοπιστωτικών µέσων είναι κατάλληλες για επενδυτές, οι οποίοι αντιλαµβάνονται την λειτουργία των µέσων αυτών καθώς και το περιεχόµενο των αναλαµβανόµενων κάθε φορά κινδύνων Ι. ΓΕΝΙΚΟΙ ΕΠΕΝ ΥΤΙΚΟΙ ΚΙΝ ΥΝΟΙ 1. Κίνδυνος αγοράς (market Risk) Είναι η πιθανότητα επέλευσης ζηµίας λόγω αρνητικών διακυµάνσεων στις αγορές. Ενδεικτικά αντίθετη κίνηση στις τιµές µετοχών, επιτοκίων, νοµισµάτων, εµπορευµάτων, πολύτιµων µετάλλων και γενικώς αξιών που διαπραγµατεύονται στις Κεφαλαιαγορές µπορούν να µειώσουν το επενδυµένο κεφάλαιο. 2. Πιστωτικός κίνδυνος (credit risk) Είναι η πιθανότητα επέλευσης ζηµίας λόγω αδυναµίας, εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του αντισυµβαλλοµένου. Πιστωτικός κίνδυνος µπορεί να αφορά εκδότη- πιστωτικό ίδρυµα ή ΕΠΕΥ, µε συνέπεια να πλήξει τη φερεγγυότητα του. 3. Νοµοθετικό Πλαίσιο (legal risk). Οι όροι και τα χαρακτηριστικά των κάθε είδους χρηµατοπιστωτικών µέσων που αποτελούν αντικείµενο διαπραγµάτευσης στις Κεφαλαιαγορές καθώς και ο τρόπος και οι προϋποθέσεις διενέργειας των συναλλαγών επ αυτών είναι δυνατόν να τροποποιούνται µε αποφάσεις των αρµοδίων φορέων. Οι όροι και η διαδικασία εκκαθάρισης και διακανονισµού των συναλλαγών είναι δυνατόν να τροποποιούνται µε αποφάσεις των αρµοδίων φορέων. Συναλλαγές που διέπονται από αλλοδαπή έννοµη τάξη είναι πιθανό να εκθέσουν το επενδυµένο κεφάλαιο σε πρόσθετους κινδύνους. Η αλλοδαπή νοµοθεσία µπορεί να προσφέρει ασθενέστερη προστασία στον Επενδυτή από αυτήν που προσφέρει το ελληνικό δίκαιο. 4. Κίνδυνος Συσχέτισης (correlation risk). Η συσχέτιση µετρά το βαθµό διασύνδεσης µεταξύ των διακυµάνσεων δύο ή περισσότερων επενδύσεων. Ο βαθµός διασύνδεσης όχι µόνο δεν είναι σταθερός αλλά σε περιπτώσεις έντονων διακυµάνσεων των υποκείµενων αξιών τείνει να µεταβάλλεται απρόβλεπτα αυξάνοντας το συνολικό κίνδυνο της επένδυσης. 5. Κίνδυνος συστηµάτων διαπραγµάτευσης. Όλες οι συναλλαγές διεξάγονται µέσω ενός ηλεκτρονικού συστήµατος συναλλαγών το οποίο αναλαµβάνει την αρίθµηση εντολών (order-routing), τη διασταύρωση εντολών (matching) και την εκτέλεση πράξεων ή και την καταγραφή τους. Τα Συστήµατα ιαπραγµάτευσης µέσω των οποίων γίνεται η διαπραγµάτευση υπόκεινται στον κίνδυνο της προσωρινής βλάβης ή διακοπής λειτουργίας. Στην περίπτωση αυτή η διαπραγµάτευση είναι δυνατόν να διεξάγεται µε άλλο πρόσφορο µέσο ή µέσα και αντίστοιχες διαδικασίες. 6. Μη-συστηµικός κίνδυνος (non-systemic risk). Ο κίνδυνος αυτός προκαλείται από παράγοντες που συντρέχουν στο πρόσωπο µίας ή περισσοτέρων εταιριών εκδοτριών κινητών αξιών. Ο µη συστηµικός κίνδυνος είναι διαφοροποιήσιµος και µειώνεται µέσω της διασποράς του επενδυόµενου κεφαλαίου. Σχετίζεται επίσης µε παράγοντες που µπορούν να επηρεάσουν την απόδοση µίας µετοχής την οποία περιλαµβάνετε στο χαρτοφυλάκιο σας. 7. Συστηµικός κίνδυνος (systemic risk). Αντίθετα από τον µη-συστηµικό κίνδυνο ο συστηµικός κίνδυνος επηρεάζει το σύνολο της αγοράς και είναι µη διαφοροποιήσιµος εν αφορά δηλαδή αρνητικά συµβάντα σε συγκεκριµένες αξίες υπό διαπραγµάτευση στις Κεφαλαιαγορές αλλά επηρεάζει ολόκληρη την αγορά. Ενδεικτικά η αύξηση του πληθωρισµού επηρεάζει την οικονοµία µίας χώρας γενικά και όχι συγκεκριµένες µόνο εταιρίες. 8. Πολιτικός κίνδυνος (political risk). Οι διεθνείς εξελίξεις σε πολιτικό, διπλωµατικό και στρατιωτικό επίπεδο, η εκλογή κυβέρνησης και οι ειδικότερες κυβερνητικές επιλογές σε κάθε τοµέα της κοινωνικής και οικονοµικής ζωής επηρεάζουν την πορεία των χρηµαταγορών και των κεφαλαιαγορών. 1

9. Κίνδυνος Πληθωρισµού (inflation risk). Η πορεία του Γενικού είκτη Τιµών Καταναλωτή επηρεάζει την πραγµατική αξία του επενδυόµενου κεφαλαίου και των προσδοκώµενων αποδόσεων. 10. Κίνδυνος επιτοκίου (interest rate risk). Η εξέλιξη των επιτοκίων ενδέχεται να έχει επίδραση σε παράγωγα χρηµατοπιστωτικά µέσα και γενικώς προϊόντα όπου υπάρχει µόχλευση, όπως άλλωστε και σε εταιρικά και κυβερνητικά οµόλογα 11. Κίνδυνος ρευστότητας (liquidity risk) Αν δεν έχει ρευστότητα µια αγορά, ενδέχεται να µην καταστεί δυνατό να βρεθεί αγοραστής ή πωλητής σε µια δεδοµένη στιγµή και άρα η επένδυση ή από-επένδυση να καταστεί δύσκολη ή/και ανέφικτη. Συνήθως όσο πιο πολύπλοκο είναι ένα χρηµατοπιστωτικό µέσο τόσο µεγαλύτερος ο κίνδυνος ρευστότητας. Η ρευστότητα ενός χρηµατοπιστωτικού µέσου µπορεί ν 7 αλλάξει µε το πέρασµα του χρόνου. 12. Λειτουργικός κίνδυνος (operational risk) Ελλιπείς εσωτερικές διαδικασίες, έλλειψη αναγκαίου προσωπικού, ο κίνδυνος συστηµάτων διαπραγµάτευσης και γενικώς η αδυναµία της Τράπεζας να εισάγει εντολές πελατών για τους ανωτέρω λόγους συνιστούν τον λειτουργικό κίνδυνο. 13. Κίνδυνος διακανονισµού (settlement risk) Ο κίνδυνος διακανονισµού είναι ο κίνδυνος του να µην πραγµατοποιηθούν οι εκκαθαρίσεις των συναλλαγών για ένα ή περισσότερα χρηµατοπιστωτικά µέσα παρά τα όσα έχουν συµφωνηθεί είτε εντός οργανωµένης αγοράς είτε εκτός. Αυτό µπορεί να συµβεί όταν ένας συµβαλλόµενους αποτύχει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του είτε ως προς το χρηµατικό σκέλος της συναλλαγής είτε ως προς την παράδοση τίτλων. Οι οργανωµένες αγορές προσπαθούν το ρίσκο αυτό να το περιορίσουν µε τις κατάλληλες, όπως κρίνουν εκείνες, διαδικασίες. Σε µη οργανωµένες αγορές (εξω-χρηµατιστηριακά) ο επενδυτής διατρέχει επιπλέον τον πιστωτικό κίνδυνο του αντισυµβαλλοµένου. Ακόµα και σε περίπτωση κανονισµένου διακανονισµού σε µεταγενέστερη της ορθής (συµφωνηµένης) ηµεροµηνίας, ο επενδυτής ενδέχεται να ζηµιωθεί µη κατέχοντας τα κεφάλαια ή τους τίτλους έτσι ώστε να επωφεληθεί από τυχόν επενδυτικές ευκαιρίες. 14. Κίνδυνος συγκέντρωσης (concentration risk) Ο επενδυτής που επενδύει το σύνολο το κεφαλαίου του σε λίγα µόνο χρηµατοπιστωτικά µέσα κινδυνεύει από τον µη-συστηµικό κίνδυνο όπως αναλύεται και ανωτέρω. Η διασπορά του κεφαλαίου σε αρκετά µεγάλο αριθµό µη συσχετιζόµενων επενδύσεων ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο αυτό. 15. Κίνδυνος Θεµατοφυλακής (custody risk) Είναι ο κίνδυνος ο θεµατοφύλακας ή ο υπο-θεµατοφύλακας δηλαδή αυτοί που έχουν αναλάβει την φύλαξη και διαχείριση των χρηµατοπιστωτικών µέσων του επενδυτή να µην ενεργήσουν σύµφωνα µε τα καθήκοντα τους ή ακόµα και να πτωχεύσουν. 16. Κίνδυνος Μόχλευσης (leverage risk). Η µόχλευση δεν αυξάνει µόνο το δυνητικό κέρδος µιας επένδυσης αλλά και τη ζηµιά. Ενδέχεται µάλιστα να χαθεί όλο το επενδυµένο κεφάλαιο. 17. Κίνδυνος Βάσης (basis risk) Προκύπτει όταν µεταξύ δύο διαφορετικών επενδύσεων όπου θεωρητικά η µία αντισταθµίζει την άλλη, η διακύµανση της µίας δεν αντιστοιχεί στην ίση και αντίθετη διακύµανση της άλλης. Η διαφορά µεταξύ τους είναι ο κίνδυνος βάσης. 18. Κίνδυνος πρόωρης εξόφλησης Ο κίνδυνος αυτός είναι όµοιος µε τον κίνδυνο επανεπένδυσης στην περίπτωση οµολόγου ή σύµβασης ανταλλαγής (swap) που ενδέχεται να λυθεί πριν από την ηµεροµηνία λήξης. Ο κίνδυνος βρίσκεται στο γεγονός ότι ο επενδυτής ενδέχεται να µην µπορεί να βρει τις κατάλληλες επενδυτικές συνθήκες στην αγορά αν ακυρωθεί η υπάρχουσα επένδυση. 19. Κίνδυνος αστάθειας/µεταβλητότητας (volatility risk) Η µεταβλητότητα είναι στατιστικό µέγεθος που µετράει την πιθανότητα διακύµανσης της τιµής κάποιου χρηµατοπιστωτικού µέσου. Όλα τα χρηµατοπιστωτικά µέσα τα οποία διαπραγµατεύονται σε οργανωµένες αγορές έχουν διακυµάνσεις στις τιµές τους, πολλές φορές απρόβλεπτες και πολλές φορές ανεξάρτητες των οικονοµικών δεδοµένων. Σε περιόδους έντονης µεταβλητότητας, το πιθανό εύρος διακύµανσης είναι πολύ µεγάλο και άρα η πιθανότητα για ζηµίες µεγαλύτερη. Υπάρχουν προϊόντα των οποίων η τιµολόγηση συµπεριλαµβάνει και τη µελλοντική πρόβλεψη της αγοράς για υψηλές ή χαµηλές διακυµάνσεις του χρηµατοπιστωτικού µέσου. Αυτά τα προϊόντα είναι τα δικαιώµατα προαίρεσης (options). 2

Αλλαγή στην πρόβλεψη της αγοράς ενδέχεται να φέρει ζηµίες σε επένδυση σε δικαιώµατα, ακόµα και αν καµία άλλη αλλαγή δεν έχει συντελεστεί στη διαπραγµάτευση του χρηµατοπιστωτικού µέσου. 20. Κίνδυνος αντισυµβαλλοµένου (counterparty risk) Είναι ο κίνδυνος κάθε συµβαλλόµενου να µην εκπληρώσει ο αντισυµβαλλόµενός του τις συµβατικές του υποχρεώσεις. Αυτός είναι και ο ρόλος των οργανωµένων αγορών/χρηµατιστηρίων, να µειώσουν τον κίνδυνο µεταξύ των συµβαλλοµένων. 21. Κίνδυνος του τόπου εκτέλεσης (venue risk) Ό κίνδυνος αυτός συνδέεται µε τον τόπο στον οποίο βρίσκεται η αγορά στην οποία διαπραγµατεύεται ή στην οποία αναφέρεται το χρηµατοοικονοµικό µέσο. Όταν η αγορά δεν είναι ίδια µε την αγορά του επενδυτή, ο επενδυτής εκτίθεται ενδεχοµένως και στον κίνδυνο συναλλαγµατικής ισοτιµίας, κίνδυνο νοµοθετικού πλαισίου κ.λ.π. 22. Κίνδυνος Μερισµάτων (dividend risk). Η προσδοκώµενη διανοµή µερίσµατος από την επένδυση σε µετοχές ή άλλου είδους προϊόντα που προσοµοιάζουν µε τις µετοχές ενδέχεται να αποβεί λανθασµένη και άρα το δυνητικό όφελος από την επένδυση µειωµένο. 23. Κίνδυνος συνναλλάγµατος (currency risk) Ο κίνδυνος αυτός προκύπτει από τις πιθανές διακυµάνσεις των συναλλαγµατικών ισοτιµιών και αφορά επενδύσεις οι οποίες πραγµατοποιούνται σε άλλα νοµίσµατα από το νόµισµα στο οποίο έχει το αρχικό κεφάλαιο ο επενδυτής. ΙΙ. ΚΙΝ ΥΝΟΙ ΑΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ (Product risk). 1. Μετοχές (Αγορά τοις µετρητοίς) Α. Έννοια Προϊόντος Μία µετοχή αποτελεί µέρος του µετοχικού κεφαλαίου µιας ανώνυµης εταιρίας. Η µετοχή, ενσωµατώνει τα δικαιώµατα του µετόχου που πηγάζουν από τη συµµετοχή του στην ανώνυµη εταιρία. Στα περιουσιακά δικαιώµατα περιλαµβάνεται ιδίως το δικαίωµα απόληψης µερίσµατος από τα κέρδη της εταιρίας. Β. Κίνδυνοι Ο επενδυτής οφείλει να λάβει υπ όψιν του όλους τους γενικούς επενδυτικούς κινδύνους Ειδικότερα, ως µέτοχος σε ανώνυµη εταιρεία ο επενδυτής αναλαµβάνει τον µη-συστηµικό κίνδυνο που απορρέει από την επένδυση αυτή, ιδίως όταν τα χρηµατοοικονοµικά µεγέθη της εκδότριας εταιρείας ή η φερεγγυότητά της επιδεινώνονται. Σε τέτοιες συνθήκες οι κίνδυνοι ρευστότητας, µερίσµατος και µεταβλητότητας αυξάνονται επικίνδυνα. Θετικές ή αρνητικές διακυµάνσεις της τιµής της µετοχής µπορούν να επιφέρουν αντίστοιχες υπεραξίες ή υποαξίες στην επένδυση. Επενδύσεις βραχυχρόνιου ορίζοντα έχουν ακόµα µεγαλύτερο κίνδυνο αγοράς, ενώ επένδυση σε µετοχές εισηγµένες σε χρηµατιστήρια χωρών µη ανεπτυγµένων χρηµατιστηριακά έχουν προσθέτως τον κίνδυνο νοµοθετικού πλαισίου, πολιτικό κίνδυνο και γενικότερα τον κίνδυνο τόπου εκτέλεσης. Επενδύοντας σε µετοχές εκτός οργανωµένων αγορών υπάρχει επιπλέον ο κίνδυνος διακανονισµού και ο κίνδυνος αντισυµβαλλοµένου. 2. Μετοχές (Αγορά µε πίστωση - Margin account) Α. Έννοια Προϊόντος ίδεται η δυνατότητα στον επενδυτή να επενδύσει σε µετοχές καταβάλλοντας µέρος µόνο της ονοµαστικής αξίας της επένδυσης. Για να επιτευχθεί αυτό, η Τράπεζα παρέχει πίστωση στον Πελάτη. Για την εξασφάλιση της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του πελάτη προς την Τράπεζα που απορρέουν από την παροχή πίστωσης ο Πελάτης παρέχει ως ασφάλεια κινητές αξίες και µετρητά. Β. Κίνδυνοι Ο επενδυτής οφείλει να λάβει υπ όψιν του όλους τους γενικούς επενδυτικούς κινδύνους. Ειδικότερα, και σε σύγκριση µε την επένδυση σε µετοχές η επένδυση ενέχει τον κίνδυνο της µόχλευσης ενώ προσοχή πρέπει να δίδεται και στις προµήθειες και λοιπές χρεώσεις αφού η Τράπεζα χρεώνει τόκο για την παρεχόµενη πίστωση. Γ..Λειτουργία της Μόχλευσης Με την µόχλευση ο επενδυτής µπορεί να δηµιουργήσει ένα χαρτοφυλάκιο πολλαπλάσιο από αυτό που θα δηµιουργούσε, χρησιµοποιώντας, επιπλέον των δικών του χρηµατικών διαθέσιµων, και κεφάλαια τα οποία του δανείζει η τράπεζα. Το όφελος της µόχλευσης συνίσταται στο ότι ο πελάτης κερδίζει και επί των κεφαλαίων που έχει δανειστεί για να δηµιουργήσει το χαρτοφυλάκιο του µε αποτέλεσµα να κερδίζει συνολικά, περισσότερα από αυτά που θα κέρδιζε µόνον από τα δικά του χρήµατα. Εάν έχει αγοράσει µετοχές χρησιµοποιώντας µόνο τα χρηµατικά του διαθέσιµα τότε µία 3

άνοδος πχ 10% της αξίας του χαρτοφυλακίου του, θα είχε σαν αποτέλεσµα ανάλογο κέρδος 10% επί των χρηµάτων του ενώ εάν µαζί µε τα χρήµατα του χρησιµοποιήσει και ίδιο ποσό δανείου τότε θα κερδίσει συνολικά 20% επί των δικών του χρηµάτων. Αντίστοιχα ο κίνδυνος της µόχλευσης είναι, ότι αναλαµβάνει να καλύψει και τις ζηµιές του χαρτοφυλακίου που έχει δηµιουργήσει µε δανεισµό, δηλαδή σε περίπτωση πτώσης 10% των τιµών του χαρτοφυλακίου του χωρίς δανεισµό θα έχει ζηµιές 10% επί των δικών του χρηµάτων, ενώ εάν έχει χρησιµοποιήσει και ισόποσο δανεισµό τότε θα έχει ζηµιές 20%. Εάν η πτώση είναι 50% τότε εφόσον έχει χρησιµοποιήσει δανεισµό ισόποσο µε τα δικά του χρηµατικά διαθέσιµα θα απολέσει όλο το χαρτοφυλάκιο του. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα κέρδη και οι ζηµίες σε έναν επενδυτή µε χαρτοφυλάκιο µετοχών αξία 10.000 από την µεταβολή των τιµών, το οποίο έχει δηµιουργηθεί µε συµµετοχή 8.000 από τον επενδυτή και 2.000 µε δάνειο (ποσό µόχλευσης ) από την Τράπεζα. Αρχική Αξία Χαρτοφυλακίου Μεταβολή των Τιµών Νέα Αξία χαρτοφυλακίου Κέρδη / ζηµιές Ποσοστό κερδών/ ζηµιών επί του κεφαλαίου του επενδυτή 10.000 50% 15.000 5.000 62,5% 10.000 40% 14.000 4.000 50,0% 10.000 30% 13.000 3.000 37,5% 10.000 20% 12.000 2.000 25,0% 10.000 10% 11.000 1.000 12,5% 10.000 0% 10.000 0 0,0% 10.000-10% 9.000-1.000-12,5% 10.000-20% 8.000-2.000-25,0% 10.000-30% 7.000-3.000-37,5% 10.000-40% 6.000-4.000-50,0% 10.000-50% 5.000-5.000-62,5% Όταν το ίδιο χαρτοφυλάκιο έχει δηµιουργηθεί µε 5.000 κεφάλαια του πελάτη και 5.000 δανεισµό ( ποσό µόχλευσης ) τότε έχουµε τον παρακάτω πίνακα. Αρχική Αξία Χαρτοφυλακίου Μεταβολή των Τιµών Νέα Αξία χαρτοφυλακίου Κέρδη / ζηµιές Ποσοστό κερδών/ ζηµιών επί του κεφαλαίου του επενδυτή 10.000 50% 15.000 5.000 100,0% 10.000 40% 14.000 4.000 80,0% 10.000 30% 13.000 3.000 60,0% 10.000 20% 12.000 2.000 40,0% 10.000 10% 11.000 1.000 20,0% 10.000 0% 10.000 0 0,0% 10.000-10% 9.000-1.000-20,0% 10.000-20% 8.000-2.000-40,0% 10.000-30% 7.000-3.000-60,0% 10.000-40% 6.000-4.000-80,0% 10.000-50% 5.000-5.000-100,0% 3. Οµόλογα/Έντοκα Γραµµάτια Α. Έννοια Προϊόντος Τα οµόλογα είναι χρεόγραφα (δάνεια) στα οποία ο εκδότης (δανειολήπτης) υπόσχεται την τελική πληρωµή του κεφαλαίου κατά τη λήξη ενώ ενδιάµεσα λαµβάνει την υποχρέωση πληρωµής επιτοκίου υπό τη µορφή κουπονιών. Εντούτοις υφίστανται και οµόλογα µη τακτής λήξης. Τα λεγόµενα «zero-coupon bonds» και τα Έντοκα Γραµµάτια ουσιαστικά δεν έχουν κουπόνια και το τελικό ποσό πληρωµής είναι µεγαλύτερο από την αρχική επένδυση (δάνειο). Συνήθως, και κατά την έκδοσή τους, χρεόγραφα µε λήξη µικρότερη ή ίση του έτους ονοµάζονται έντοκα γραµµάτια, ενώ µε λήξη µεγαλύτερη του έτους ονοµάζονται οµόλογα. Τα οµόλογα µπορεί να εκδοθούν από κράτη, υπερεθνικούς οργανισµούς, εταιρείες και άλλους οργανισµούς που νοµιµοποιούνται στην έκδοση χρέους. Από τους πολλούς διαφορετικούς τύπους οµολόγων αξίζει να αναφερθούν τα 4

οµόλογα όπου ο εκδότης έχει το µονοµερές δικαίωµα ανάκλησης του οµολόγου (callable bonds), όπως και τα µετατρέψιµα σε µετοχές οµόλογα (convertible bonds). Άλλη κατηγορία οµολόγων είναι τα σύνθετα οµόλογα (structured bonds/notes), όπου η απόδοση του οµολόγου εξαρτάται από την πορεία κάποιου άλλου χρηµατοπιστωτικού µέσου, ή δείκτη. Β. Κίνδυνοι Ο επενδυτής οφείλει να λάβει υπ όψιν του όλους τους γενικούς επενδυτικούς κινδύνους. Ειδικότερα: - Κίνδυνος αφερεγγυότητας. Ο Εκδότης δύναται να καταστεί προσωρινώς ή µονίµως αφερέγγυος µε συνέπεια να µην είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις µελλοντικές του υποχρεώσεις (όπως πληρωµή τοκοµεριδίου και ονοµαστικής αξίας). Η φερεγγυότητα ενός εκδότη δύναται να µεταβληθεί για διάφορους λόγους στους οποίους περιλαµβάνονται ο οικονοµικός τοµέας στον οποίο δραστηριοποιείται ο εκδότης και οι πολιτικές και οικονοµικές συνθήκες των εµπλεκόµενων χωρών. Η επιδείνωση της οικονοµικής κατάστασης του εκδότη έχει άµεση επίδραση στην τιµή των κινητών αξιών που εκδίδει. - Πιστωτικός Κίνδυνος. Οι οµολογιούχοι δανειστές είναι εκτεθειµένοι στον πιστωτικό κίνδυνο του Εκδότη. Η πιστοληπτική αξιολόγηση του Εκδότη αποτυπώνει την ανεξάρτητη γνώµη των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης αναφορικά µε την ασφάλεια καταβολής κεφαλαίου και τοκοµεριδίων. Οι εν λόγω αξιολογήσεις δεν συνιστούν εγγύηση πιστοληπτικής ικανότητας και δεν λαµβάνουν υπόψη κινδύνους που συνδέονται µε µεταβολές στην αγοραία αξία του οµολόγου ή παράγοντες ανεξάρτητους από την πιστοληπτική ικανότητα του Εκδότη οι οποίοι καθορίζουν το επίπεδο καταβολής κεφαλαίου και τοκοµεριδίων. Επισηµαίνεται ότι η αξία των οµολόγων µειώνεται σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων του Εκδότη ή µείωσης της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Εκδότη. - Κίνδυνος αγοράς. Συνδέεται µε τον κίνδυνο της διακύµανσης της τιµής των οµολόγων, ως αποτέλεσµα µεταβολών στα επιτόκια και τον πληθωρισµό. Γενικά, όταν υπάρχει άνοδος επιτοκίων, η τιµή των οµολόγων κυρίως σταθερού επιτοκίου παρουσιάζει µείωση. Επιπλέον, όσο µεγαλύτερη είναι η διάρκεια των οµολόγων, τόσο περισσότερο επηρεάζεται η τιµή τους από τις µεταβολές αυτές της αγοράς. - Κίνδυνος πρόωρης εξαγοράς. Ο Εκδότης δύναται να έχει προβλέψει τη δυνατότητα πρόωρης εξαγοράς των οµολόγων. Η πρόωρη εξαγορά µπορεί να συνεπάγεται µεταβολή στην αναµενόµενη απόδοση καθώς και αδυναµία επανεπένδυσης του κεφαλαίου σε προϊόντα µε αντίστοιχη απόδοση. - Πολιτικός Κίνδυνος. Η εξόφληση των οµολόγων από τον Εκδότη δύναται να επηρεαστεί από οικονοµικά και πολιτικά γεγονότα που διαδραµατίζονται στη χώρα του Εκδότη. Η επέλευση ενός τέτοιου κινδύνου δύναται να έχει ως αποτέλεσµα την απώλεια µέρους ή και ολόκληρου του ποσού επένδυσης, εφόσον, λόγω των παραπάνω γεγονότων, η καταβολή πρέπει να πραγµατοποιηθεί στο τοπικό νόµισµα της χώρας του Εκδότη και όχι στο αρχικό νόµισµα επένδυσης. - Κίνδυνοι σχετιζόµενοι µε συγκεκριµένα είδη οµολόγων. Επιπλέον κίνδυνοι δύνανται να συνδέονται µε συγκεκριµένα είδη οµολόγων, όπως τα οµόλογα κυµαινόµενου επιτοκίου, τα οµόλογα αντιστρόφως κυµαινόµενου επιτοκίου, τα οµόλογα χωρίς επιτόκιο (zero coupon bonds), τα οµόλογα σε ξένο νόµισµα, τα µετατρέψιµα οµόλογα, τα αντιστρόφως µετατρέψιµα οµόλογα, τα οµόλογα συνδεόµενα µε δείκτες (indexed bonds) και τα οµόλογα µειωµένης εξασφάλισης. Για τέτοιου είδους οµόλογα είναι απαραίτητη η διεξοδική εξέταση όλων των κίνδυνων που αναγράφονται στο Ενηµερωτικό ελτίο της σχετικής έκδοσης και η αποφυγή επενδύσεων σε αυτά αν δεν είναι απολύτως κατανοητοί όλοι οι κίνδυνοι. Στην περίπτωση των οµολόγων µειωµένης εξασφάλισης (Lower Tier II Capital) είναι απαραίτητος ο έλεγχος της κατάταξης του συγκεκριµένου οµόλογου σε σχέση µε τα λοιπά οµόλογα του ίδιου εκδότη. Επισηµαίνεται ότι σε περίπτωση πτώχευσης του εκδότη η απαίτηση του Πελάτη έπεται των δικαιωµάτων των καταθετών ή οµολογιούχων και λοιπών ανέγγυων πιστωτών και εποµένως υπάρχει κίνδυνος αδυναµίας εξαγοράς των οµολόγων. Σε περίπτωση επένδυσης σε υβριδικούς τίτλους εκδόσεως θυγατρικών του πιστωτικού ιδρύµατος εταιρειών (Tier I Capital) ο Πελάτης αναγνωρίζει ότι οι υβριδικοί αυτοί τίτλοι έχουν τα χαρακτηριστικά των προνοµιούχων άνευ δικαιώµατος ψήφου και άνευ δικαιώµατος µερίσµατος µετοχών, καθ όσον δεν ενσωµατώνουν δικαίωµα µερίσµατος ούτε και δικαίωµα ψήφου για τους επενδυτές (µε την εξαίρεση ειδικών περιπτώσεων κατά τις οποίες ο κάτοχος του τίτλου δικαιούται να ασκεί περιορισµένα δικαιώµατα ψήφου, όπως αναγράφεται στο σχετικό Ενηµερωτικό ελτίο). Σε περίπτωση διαδικασίας συλλογικής εκτέλεσης κατά της Τράπεζας, οι απαιτήσεις των κοµιστών των υβριδικών τίτλων κατά της εγγυήτριας Τράπεζας έπονται των δικαιωµάτων καταθετών, οµολογιούχων και λοιπών πάσης φύσεως πιστωτών της µητρικής της Τράπεζας, καθώς και των κοµιστών τίτλων ή πιστωτών από δάνεια µειωµένης εξασφάλισης. Επίσης, η εκδότρια εταιρία διατηρεί το απόλυτο δικαίωµα µη καταβολής µερίσµατος ή άλλης µορφής απόδοσης στους κοµιστές των υβριδικών τίτλων, εφ όσον η µητρική της εκδότριας εταιρίας Τράπεζα, στην αντίστοιχη οικονοµική χρήση, δεν διανέµει µέρισµα στους κοινούς µετόχους της. Στην περίπτωση των αντιστρόφως µετατρέψιµων οµολόγων, υφίσταται κίνδυνος µη πλήρους αποπληρωµής, αλλά απόληψης του ποσού που αντιστοιχεί στις υποκείµενες αξίες κατά τη λήξη. Στα σύνθετα οµόλογα πέραν των όσων αναφέρονται παραπάνω πρέπει κανείς να λάβει υπόψη του και τους κινδύνους που αναφέρονται και στην παράγραφο 6 του παρόντος που αφορά στα παράγωγα προϊόντα. Επίσης τέτοια προϊόντα ενδέχεται να έχουν επιπλέον κίνδυνο ρευστότητας αφού η έκδοση µπορεί να είναι µικρή και η τιµολόγηση τους δύσκολη. 5

4. Σύνθετες Καταθέσεις Α. Έννοια Προϊόντος Ρευστά διαθέσιµα, σε Τραπεζικό καταθετικό λογαριασµό µπορεί να επιφέρουν το έσοδο του επιτοκίου. Συνήθως εάν τα ρευστά διαθέσιµα δεσµευθούν για κάποιο χρονικό διάστηµα (time deposits) η απόδοση της κατάθεσης είναι µεγαλύτερη από όταν ο καταθέτης έχει τη δυνατότητα ανάληψης ανά πάσα στιγµή. Συνήθως το επιτόκιο βασίζεται στην τιµολογιακή πολιτική της τράπεζας και πιστώνεται σε τακτά χρονικά διαστήµατα. Ενδέχεται όµως να πιστώνεται και κατά τη λήξη της κατάθεσης. Επιπλέον υπάρχουν και οι σύνθετες καταθέσεις (structured deposits) όπου η απόδοση της κατάθεσης εξαρτάται από την πορεία κάποιου άλλου χρηµατοπιστωτικού µέσου, ή δείκτη. Σε αυτά τα προϊόντα η όποια απόδοση συνήθως πιστώνεται κατά τη λήξη. Β. Κίνδυνοι Ο επενδυτής οφείλει να λάβει υπ όψιν του όλους τους γενικούς επενδυτικούς κινδύνους όπως αναγράφονται ανωτέρω και οι οποίοι στο µεγαλύτερο µέρος τους επιδρούν στο προϊόν. Ειδικότερα, ενέχει ο κίνδυνος του αντισυµβαλλοµένου, δηλαδή της Τράπεζας, η οποία ενδέχεται να µη µπορεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της προς τον καταθέτη. Για προστασία των καταθετών οι Τράπεζες εποπτεύονται τόσο από την Κεντρική Τράπεζα της χώρας στην οποία δραστηριοποιούνται όσο και από την Κεντρική Τράπεζα της χώρας όπου εδρεύουν. Στις σύνθετες καταθέσεις πέραν των όσων αναφέρονται παραπάνω, πρέπει κανείς να λάβει υπόψη του και τους κινδύνους που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος που αφορά στα παράγωγα προϊόντα. καθώς και τον κίνδυνο της ρευστότητας, αφού δεν διαπραγµατεύονται σε χρηµατιστήρια και η τιµολόγηση τους είναι δύσκολη. 5. Αµοιβαία Κεφάλαια Α. Έννοια Προϊόντος Το αµοιβαίο κεφάλαιο είναι οµάδα περιουσίας που αποτελείται από κινητές αξίες, µέσα χρηµαταγοράς και µετρητά και της οποίας τα επιµέρους στοιχεία ανήκουν εξ αδιαιρέτου σε περισσότερους του ενός µεριδιούχους. Το αµοιβαίο κεφάλαιο αποτελεί αντικείµενο διαχείρισης από Εταιρία ιαχείρισης. Στον Κανονισµό του αµοιβαίου κεφαλαίου περιλαµβάνονται µεταξύ άλλων πληροφορίες σχετικά µε τον επενδυτικό σκοπό και την επενδυτική του πολιτική, το είδος των επενδύσεων όπου δύναται να επενδύεται το ενεργητικό του και οι όροι συµµετοχής και εξαγοράς των µεριδίων του. Τα αµοιβαία κεφάλαια, ανάλογα µε την χώρα προέλευσης τους, λειτουργούν κάτω από συγκεκριµένο θεσµικό πλαίσιο και εποπτεύονται από την εκάστοτε αρµόδια αρχή. Τα αµοιβαία κεφάλαια, ανάλογα µε το είδος των χρηµατοπιστωτικών µέσων στα οποία επενδύουν το ενεργητικό τους κατατάσσονται στις ακόλουθες βασικές γενικές κατηγορίες : Α. ιαχείρισης ιαθεσίµων (Money Market Funds) εφόσον επενδύουν κυρίως σε καταθέσεις και σε µέσα χρηµαταγοράς Πρόκειται για αµοιβαία κεφάλαια ιδιαίτερα χαµηλού κινδύνου..β. Οµολογιακά (Fixed Income Funds) εφόσον επενδύουν κυρίως σε οµολογίες, ή και σε µετοχές µέχρι ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του καθαρού ενεργητικού τους. Πρόκειται για αµοιβαία κεφάλαια χαµηλού κινδύνου. Γ. Μικτά (Balanced Funds) εφόσον επενδύουν κατ ελάχιστον ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του καθαρού ενεργητικού τους σε µετοχές και κατ ελάχιστον ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του καθαρού ενεργητικού τους σε οµολογίες. Πρόκειται για αµοιβαία κεφάλαια µεσαίου κινδύνου... Μετοχικά (Equity Funds) εφόσον επενδύουν κυρίως σε µετοχές. Πρόκειται για αµοιβαία κεφάλαια σχετικά υψηλού κινδύνου. Ε. Funds of Funds τα οποία είναι αµοιβαία κεφάλαια που επενδύουν σε µερίδια άλλων αµοιβαίων κεφαλαίων και ο κίνδυνος εξαρτάται από τις κατηγορίες αµοιβαίων κεφαλαίων που αποτελούν το χαρτοφυλάκιό τους. Κάθε επενδυτής θα πρέπει, πριν επενδύσει σε κάποιο αµοιβαίο κεφάλαιο, να έχει κατανοήσει σε βάθος τις επιµέρους αγορές και προϊόντα στα οποία θα συµµετέχει µέσω του αµοιβαίου κεφαλαίου και συνεπώς να είναι σύµφωνος µε την αναµενόµενη απόδοση, αλλά και τον κίνδυνο που αναλαµβάνει. Τα περισσότερα αµοιβαία κεφάλαια δηµοσιεύουν καθηµερινά την αξία του ενεργητικού τους και τις τιµές των µεριδίων τους σε µεγάλης δηµοσιότητας µέσο, πράγµα που κάνει πιο εύκολη την λήψη µιας επενδυτικής απόφασης (συµµετοχή - εξαγορά).. Β. Κίνδυνοι Ο επενδυτής οφείλει να λάβει υπ όψιν του όλους τους γενικούς επενδυτικούς κινδύνους Ειδικότερα, θα πρέπει να λάβει υπ όψιν του το θεσµικό και νοµοθετικό πλαίσιο βάσει του οποίου λειτουργεί κάθε αµοιβαίο κεφάλαιο, την σχετική απόδοση του αµοιβαίου σε σχέση µε άλλα οµοειδή αµοιβαία κεφάλαια, αλλά και την απόδοση της γενικότερης κατηγορίας (π.χ. οµολογιακά αµοιβαία κεφάλαια), σε σχέση µε την φάση του οικονοµικού κύκλου τον οποίο διανύουν οι αγορές (π.χ. ανοδικός κύκλος επιτοκίων). Θα πρέπει επίσης να έχει υπόψη του την 6

διαδικασία και τον χρόνο που απαιτείται για τη συµµετοχή στο αµοιβαίο κεφάλαιο και την εξαγορά των µεριδίων του. Επισηµαίνεται ότι τα αµοιβαία κεφάλαια δεν παρέχουν εγγυηµένες αποδόσεις και οι παρελθούσες αποδόσεις δεν εγγυώνται τις µελλοντικές. 6. Παράγωγα Α. Έννοια Προϊόντος Παράγωγα είναι τα χρηµατοπιστωτικά µέσα που η τιµή τους και η απόδοση τους βασίζεται σε άλλα χρηµατοπιστωτικά µέσα. Αν και υπάρχουν αρκετές διαφοροποιήσεις στα παράγωγα χρηµατοπιστωτικά µέσα, η ύπαρξη µόχλευσης, ηµεροµηνίας λήξης της επένδυσης και η εκκαθάριση των συναλλαγών από κεντρικό αντισυµβαλλόµενο είναι τα πιο συνηθισµένα χαρακτηριστικά στα παράγωγα που διαπραγµατεύονται σε οργανωµένες αγορές. Τα παράγωγα που διαπραγµατεύονται εκτός οργανωµένων αγορών αναλύονται σε επόµενη παράγραφο. Κατά την ηµεροµηνία λήξης µπορεί να υπάρχει τελική χρηµατική εκκαθάριση (cash settlement) και αυτόµατο κλείσιµο της θέσης ή µπορεί να υπάρχει φυσική παράδοση (physical delivery) του χρηµατοπιστωτικού µέσου. ικαιώµατα Προαίρεσης (Options). Τα δικαιώµατα χωρίζονται σε αυτά της αγοράς (calls) και της πώλησης (puts). Ο επενδυτής µπορεί να τα αγοράσει (buy the option) ή να τα πουλήσει (sell or go short the option). Έτσι υπάρχουν τέσσερις δυνητικές θέσεις: long calls, long puts, short calls, short puts. Στα δικαιώµατα δεν υπάρχει ηµερήσιος χρηµατικός διακανονισµός. Αγοράζοντας ένα δικαίωµα ο επενδυτής έχει το δικαίωµα αλλά όχι την υποχρέωση να αγοράσει (call) ή να πουλήσει (put) ένα χρηµατοπιστωτικό µέσο, σε συγκεκριµένη τιµή (strike), σε συγκεκριµένη ηµεροµηνία. Ο πωλητής του δικαιώµατος αναλαµβάνει την αντίθετη υποχρέωση. Κατά την αγορά δικαιωµάτων απαιτείται χρηµατική καταβολή, και δεν χρειάζεται περιθώριο ασφάλισης. Κατά την πώληση δικαιωµάτων υπάρχει χρηµατική εισροή, χρειάζεται όµως περιθώριο ασφάλισης ικανό να καλύψει δυνητική ζηµία. Τα δικαιώµατα µπορεί να είναι αµερικάνικου ή ευρωπαϊκού τύπου. Στα πρώτα ο αγοραστής µπορεί να ζητήσει εξάσκηση σε οποιαδήποτε στιγµή της ζωής του δικαιώµατος, ενώ τα ευρωπαϊκά µπορούν να εξασκηθούν µόνο στη λήξη. Συµβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης (futures): Ο επενδυτής µε αυτά µπορεί να επενδύσει στην ανοδική ή πτωτική κατεύθυνση του υποκείµενου χρηµατοπιστωτικού µέσου. Η επένδυση έχει συγκεκριµένη µελλοντική τιµή και ηµεροµηνία λήξης. Το περιθώριο ασφάλειας (margin, initial margin, maintenance margin) που χρειάζεται για την επένδυση είναι ποσοστό της ονοµαστικής της αξίας ενώ υπάρχει και καθηµερινός χρηµατικός διακανονισµός Γ.1 OPTIONS ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΡΟΑΙΡΕΣΗΣ Οι συναλλαγές σε ικαιώµατα Προαιρέσεως ενέχουν υψηλό βαθµό κινδύνου, ο οποίος είναι σε κάθε περίπτωση συνάρτηση του είδους των δικαιωµάτων. Ιδιαίτερη σηµασία έχει η διάκριση µεταξύ «δικαιωµάτων αγοράς» («call») και «δικαιωµάτων πώλησης» («put») καθώς και η διάκριση µεταξύ δικαιωµάτων «αµερικανικού τύπου», των οποίων η άσκηση επιτρέπεται οποτεδήποτε εντός της καθορισµένης προθεσµίας και δικαιωµάτων «ευρωπαϊκού τύπου», των οποίων η άσκηση επιτρέπεται µόνον κατά την ηµεροµηνία λήξης της ορισµένης προθεσµίας. Για την εκτίµηση της κερδοφορίας ορισµένης θέσης θα πρέπει να συνυπολογίζονται όχι µόνον τα πάσης φύσεως τέλη και προµήθειες που βαρύνουν τις σχετικές συναλλαγές, αλλά και το τίµηµα των ικαιωµάτων που έχει καταβληθεί στον πωλητή. Ο αγοραστής του ικαιώµατος έχει τη δυνατότητα να ασκήσει το ικαίωµα ή να το αφήσει να εκπνεύσει. Σε περίπτωση άσκησης τους τα ικαιώµατα Προαιρέσεως εκκαθαρίζονται είτε χρηµατικά είτε µε την φυσική παράδοση (επί δικαιωµάτων πώλησης) / παραλαβή (επί δικαιωµάτων αγοράς) της υποκείµενης αξίας του ικαιώµατος. Εάν η υποκείµενη αξία είναι Συµβόλαιο Μελλοντικής Εκπλήρωσης, ο αγοραστής θα αποκτήσει σε περίπτωση άσκησης θέση σε Συµβόλαιο Μελλοντικής Εκπλήρωσης µε όλες τις συνακόλουθες υποχρεώσεις για την καταβολή ή συµπλήρωση του περιθωρίου ασφάλισης και τον ηµερήσιο ή τελικό διακανονισµό της θέσης αυτής, οπότε ισχύουν τα ανωτέρω υπό 1 α) αναφερθέντα. Σε περίπτωση εκπνοής του ικαιώµατος Προαίρεσης ο Επενδυτής υφίσταται την ολική απώλεια του επενδεδυµένου κεφαλαίου, το οποίο αποτελείται από το Τίµηµα του ικαιώµατος, τα πάσης φύσεως τέλη και τις προµήθειες. Ο πωλητής ικαιώµατος Προαιρέσεως είναι εκτεθειµένος σε πολύ µεγαλύτερο κίνδυνο από τον αγοραστή. Ενώ το Τίµηµα που καταβάλλεται στον πωλητή του ικαιώµατος είναι ορισµένο, το µέγεθος της ζηµίας που µπορεί να υποστεί είναι πολύ µεγαλύτερο αυτού του ποσού. Ειδικότερα, σε περίπτωση δυσµενούς µεταβολής της αξίας του ικαιώµατος ο πωλητής υποχρεούται να συµπληρώσει το απαιτούµενο περιθώριο ασφάλισης. Περαιτέρω, σε περίπτωση που ορισθεί από τον φορέα που διενεργεί την εκκαθάριση των συναλλαγών ή άλλο εξουσιοδοτηµένο πρόσωπο υψηλότερο περιθώριο ασφάλισης ο πωλητής υποχρεούται να καταβάλλει το επιπλέον ποσό. Εάν ο πωλητής δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις αυτές στις από το νόµο και τη σύµβαση καθοριζόµενες προθεσµίες η Τράπεζα δύναται να δώσει εντολή για το κλείσιµο της θέσης του Επενδυτή, ο οποίος ευθύνεται για την εκπλήρωση όλων υποχρεώσεων του από την εκκαθάριση των συναλλαγών αυτών. Περαιτέρω, ο πωλητής είναι εκτεθειµένος στον κίνδυνο άσκησης του ικαιώµατος από τον αγοραστή. Στην περίπτωση αυτή τα ικαιώµατα εκκαθαρίζονται είτε χρηµατικά είτε µε την φυσική παράδοση (επί δικαιωµάτων αγοράς) / παραλαβή (επί δικαιωµάτων πώλησης) της υποκείµενης αξίας του ικαιώµατος. Εάν ο πωλητής 7

έχει καλύψει την θέση του έχοντας ανοίξει αντίστοιχες θέσεις στις υποκείµενες αξίες, σε Συµβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης ή σε ικαιώµατα Προαιρέσεως ο κίνδυνος ζηµίας µπορεί να είναι πολύ µικρότερος. Σε αντίθετη περίπτωση ο κίνδυνος ζηµίας µπορεί να είναι απεριόριστος. Με τη χρήση των options µπορούµε να εκµεταλλευτούµε οποιαδήποτε κίνηση της αγοράς (δηλ. αρνητική ή θετική) ή ακόµα και τη µεταβλητότητα ή τη στασιµότητά της. Για να µπορέσουµε να ορίσουµε τα options πρέπει να εξηγήσουµε τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη χρήση τους ξεχωριστά για τον αγοραστή και τον πωλητή. Έτσι, ο αγοραστής ενός option έχει το δικαίωµα αλλά όχι την υποχρέωση να αγοράσει (call option) ή να πουλήσει (put option) το υποκείµενο προϊόν σε κάποια συγκεκριµένη τιµή (strike price) και συγκεκριµένη χρονική µελλοντική στιγµή. Ο πωλητής παραχωρεί το δικαίωµα αυτό στον αγοραστή και ως αµοιβή εισπράττει το τίµηµα (premium). Στην αγγλική ορολογία ο αγοραστής ενός δικαιώµατος λέγεται ότι είναι long το option, ενώ ο πωλητής είναι short το option. Έτσι από τα παραπάνω προκύπτει πως οι τέσσερις βασικές θέσεις στα options είναι οι εξής: Long call: Αγορά δικαιώµατος προαίρεσης αγοράς Short call: Πώληση δικαιώµατος προαίρεσης αγοράς Long put: Αγορά δικαιώµατος προαίρεσης πώλησης Short put: Πώληση δικαιώµατος προαίρεσης πώλησης Στα options το ύψος του τιµήµατος (premium) που καθορίζεται να πληρώσει ο αγοραστής στον πωλητή εξαρτάται από την πιθανότητα που έχει το δικαίωµα να εξασκηθεί στη λήξη του και καθορίζεται από την αγορά, δηλαδή από την προσφορά και τη ζήτηση, και είναι αυτή η τιµή η οποία διαπραγµατεύεται στις αγορές παραγώγων και για την οποία ζητάµε από τον χρηµατιστή µας να µας πει, όπως ακριβώς κάνουµε και µε τις τιµές των µετοχών. Είναι προφανές λοιπόν πως όσες περισσότερες πιθανότητες έχει ένα option να εξασκηθεί, δηλαδή να αποφέρει κέρδη στον αγοραστή του, τόσο ακριβότερο είναι, δηλαδή έχει µεγαλύτερο premium. LONG CALL -ΑΓΟΡΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΠΡΟΑΙΡΕΣΗΣ ΑΓΟΡΑΣ Ο αγοραστής ενός δικαιώµατος προαίρεσης αγοράς πληρώνει το premium και έτσι αποκτά το δικαίωµα να αγοράσει το υποκείµενο προϊόν την ηµέρα λήξης του συµβολαίου (συνήθως την τρίτη Παρασκευή του µήνα λήξης) στην προσυµφωνηµένη τιµή εξάσκησης (strike price). Για παράδειγµα, αγοράζουµε ένα δικαίωµα αγοράς του δείκτη FTSE/ASE-20 στις 1550 µονάδες (strike price) µε λήξη τον Φεβρουάριο του 2009. Η τιµή του δικαιώµατος (option s premium) στην αγορά είναι 50 µονάδες δείκτη και η τρέχουσα τιµή του δείκτη είναι στις 1450 µονάδες (Υποθετικό Παράδειγµα). Από αυτή την πράξη προκύπτει το εξής: Ο αγοραστής του δικαιώµατος καταβάλει το premium που αντιστοιχεί σε 50 µονάδες του δείκτη, έτσι στη λήξη του δικαιώµατος (20/2/2009) αν ο δείκτης κλείσει πάνω από τις 1550 µονάδες ο αγοραστής θα εξασκήσει το δικαίωµα αγοράς από τη στιγµή που έχει την ευκαιρία να αποκτήσει το υποκείµενο µέσο σε τιµή µικρότερη από αυτή της αγοράς. Με την ίδια λογική ο αγοραστής του call δεν θα εξασκήσει το δικαίωµα αν ο δείκτης κλείσει κάτω από τις 1550 µονάδες και θα χάσει µόνο την αρχική επένδυση των 50 µονάδων. Σε αυτή την περίπτωση λέγεται πως το δικαίωµα λήγει χωρίς αξία. Το γράφηµα κερδοφορίας σε µονάδες δείκτη - που προκύπτει από αυτή τη θέση είναι το παρακάτω. Επίσης στον πίνακα βλέπουµε την εσωτερική αξία του δικαιώµατος και την κερδοφορία (P/L) ανάλογα µε την τιµή του υποκείµενου. 50-50 0 1550 1600 1650 SPOT ΕΣ. ΑΞΙΑ P/L 1250 0-50 1350 0-50 1450 0-50 1550 0-50 1600 50 0 1650 100 50 1750 200 150 1850 300 250 1900 350 300 2000 450 400 Το µέγιστο κέρδος επιτυγχάνεται σε µία έντονα ανοδική αγορά και είναι απεριόριστο. Η µέγιστη ζηµιά είναι ίση µε την αρχική επένδυση (το τίµηµα) που στο συγκεκριµένο παράδειγµα είναι 50 µονάδες δείκτη. 8

Την ηµέρα της λήξης του option εάν η τιµή της αγοράς είναι µεγαλύτερη από την τιµή εξάσκησης ο αγοραστής εξασκεί το δικαίωµα και καρπώνεται τη διαφορά. Όµως µέχρι τις 1600 µονάδες δεν έχει κέρδος αφού έχει ήδη δώσει 50 µονάδες για την απόκτηση του δικαιώµατος. Από το σηµείο που είναι ίσο µε την τιµή εξάσκησης συν το τίµηµα (break-even point) και πιο πάνω ο αγοραστής βγάζει κέρδος. Έχοντας τη θέση αυτή προσδοκούµε σε έντονη ανοδική κίνηση. SHORT CALL-ΠΩΛΗΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΠΡΟΑΙΡΕΣΗΣ ΑΓΟΡΑΣ Ο πωλητής ενός δικαιώµατος αγοράς εισπράττει το τίµηµα και έχει την υποχρέωση να παραδώσει το υποκείµενο προϊόν στον αγοραστή του δικαιώµατος αν αποφασίσει ο δεύτερος να το εξασκήσει. Αν λάβουµε υπ όψη τις τιµές του προηγούµενου παραδείγµατος, το διάγραµµα κερδοφορίας για την πώληση ενός δικαιώµατος αγοράς είναι το εξής. 50-50 0 1550 1600 1650 SPOT ΕΣ.ΑΞΙΑ P/L 1250 300 50 1350 200 50 1450 100 50 1550 0 50 1600 0 0 1650 0-50 1750 0-150 1850 0-250 1950 0-350 2000 0-450 Το µέγιστο κέρδος της θέσης αυτής είναι το ποσό του τιµήµατος (50 µονάδες) σε κάθε περίπτωση κάτω από τις 1550 µονάδες (τιµή εξάσκησης). Αφού στην προκειµένη περίπτωση το δικαίωµα θα λήξει χωρίς να εξασκηθεί. Η ζηµιά όµως είναι απεριόριστη αφού σε µεγάλη ανοδική κίνηση της αγοράς ο πωλητής θα κληθεί να καταβάλει ολόκληρη τη διαφορά µεταξύ της τιµής κλεισίµατος της αγοράς και της τιµής εξάσκησης. Το σηµείο όπου η κερδοφορία είναι µηδενική είναι οι 1600 µονάδες, και σε αυτή την περίπτωση, δηλαδή το break-even η τιµή εξάσκησης συν την τιµή του δικαιώµατος. Έχοντας τη θέση αυτή προσδοκούµε σε καθοδική ή στάσιµη αγορά. LONG PUT-ΑΓΟΡΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΠΡΟΑΙΡΕΣΗΣ ΠΩΛΗΣΗΣ O αγοραστής ενός δικαιώµατος πώλησης αγοράζει το δικαίωµα, πληρώνοντας το τίµηµα, να πουλήσει το υποκείµενο προϊόν σε µία συγκεκριµένη τιµή (τιµή εξάσκησης). Ας υποθέσουµε πως η τιµή εξάσκησης είναι στις 1500 µονάδες, η τιµή του δικαιώµατος είναι στις 100 µονάδες και ο δείκτης τώρα είναι στις 1550 µονάδες. Ο αγοραστής έχει πληρώσει τις 100 µονάδες και έχει το δικαίωµα να πουλήσει το δείκτη στις 1500 µονάδες την ηµέρα της λήξης. Άρα, αν στη λήξη του δικαιώµατος η τιµή κλεισίµατος του υποκείµενου προϊόντος είναι πάνω από τις 1500 µονάδες, ο αγοραστής του δικαιώµατος θα προτιµήσει να πουλήσει το προϊόν στην αγορά και θα αφήσει το δικαίωµα να λήξει χωρίς αξία χάνοντας µόνο την αρχική επένδυση που είναι οι 100 µονάδες. Σε περίπτωση που το υποκείµενο προϊόν διαπραγµατεύεται χαµηλότερα από την τιµή εξάσκησης, τότε ο αγοραστής θα εξασκήσει το δικαίωµα και θα καρπωθεί τη διαφορά µεταξύ της τιµής κλεισίµατος του υποκείµενου και της τιµής εξάσκησης του δικαιώµατος. Το διάγραµµα αυτής της θέσης είναι το παρακάτω: 100 0-100 1300 1400 1500 SPOT ΑΞΙΑ P/L 1050 450 350 1100 400 300 1150 350 250 1200 300 200 1250 250 150 1300 200 100 1350 150 50 1400 100 0 1450 50-100 1500 0-100 1550 0-100 1550 0-100 1600 0-100 Το µέγιστο κέρδος που προκύπτει από τη θέση αγοράς ενός δικαιώµατος πώλησης είναι πρακτικά απεριόριστο, όσο πέφτει ο δείκτης το υποκείµενο προϊόν. 9

Η µέγιστη ζηµιά είναι το premium του δικαιώµατος δηλαδή οι 100 µονάδες. Από το σηµείο που είναι ίσο µε την τιµή εξάσκησης πλην το τίµηµα (break-even point) και πιο κάτω ο αγοραστής βγάζει κέρδος. Έχοντας τη θέση αυτή προσδοκούµε σε έντονη καθοδική κίνηση. SHORT PUT-ΠΩΛΗΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΠΩΛΗΣΗΣ Ο πωλητής του δικαιώµατος πώλησης εισπράττει το τίµηµα και έχει την υποχρέωση να αγοράσει το υποκείµενο προϊόν στην τιµή εξάσκησης από τον αγοραστή του δικαιώµατος την ηµέρα της λήξης. 100-100 0 1300 1400 1500 SPOT ΑΞΙΑ P/L 1050 450-350 1100 400-300 1150 350-250 1200 300-200 1250 250-150 1300 200-100 1350 150-50 1400 100 0 1450 50 100 1500 0 100 1550 0 100 1550 0 100 1600 0 100 Από το παραπάνω γράφηµα προκύπτει πως το µέγιστο κέρδος για τον πωλητή του δικαιώµατος πώλησης ξεκινάει πάνω από τις 1500 µονάδες και αντιστοιχεί στην τιµή του δικαιώµατος 100 µονάδες. Όπως είναι φυσικό αν ο δείκτης κλείσει πάνω από αυτό το ποσό, το δικαίωµα θα λήξει χωρίς αξία. Η µέγιστη ζηµιά σε αυτή τη θέση είναι πρακτικά απεριόριστη, αφού σε περίπτωση µεγάλης καθοδικής πορείας του δείκτη ο αγοραστής θα εξασκήσει το δικαίωµα και ο πωλητής θα είναι υποχρεωµένος να καταβάλει το σύνολο της διαφοράς τιµών από την τιµή εξάσκησης µε την τιµή κλεισίµατος της αγοράς. Το σηµείο όπου η κερδοφορία είναι µηδενική είναι οι 1400 µονάδες, και σε αυτή την περίπτωση, δηλαδή η τιµή εξάσκησης πλην την τιµή του δικαιώµατος. Έχοντας τη θέση αυτή προσδοκούµε σε ανοδική ή στάσιµη αγορά. ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΠΡΟΑΙΡΕΣΗΣ Όπως έχουµε ήδη προαναφέρει η τιµή των δικαιωµάτων, το λεγόµενο premium, εκφράζει την πιθανότητα του δικαιώµατος να εξασκηθεί. Η τεκµαρτή µεταβλητότητα (implied volatility), δηλαδή η προσδοκώµενη από την αγορά µεταβλητότητα της τιµής του υποκείµενου προϊόντος, επηρεάζει την τιµολόγηση των δικαιωµάτων αφού όσο πιο µεγάλη η τεκµαρτή µεταβλητότητα τόσο πιο πιθανό είναι να εξασκηθεί ένα δικαίωµα. Ο χρόνος που αποµένει µέχρι τη λήξη του δικαιώµατος επίσης επηρεάζει την τιµή του αφού όσο µεγαλύτερος είναι, τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες να εξασκηθούν ακόµα και οι πιο αποµακρυσµένες τιµές εξάσκησης. Όσο µεγαλύτερη είναι η τιµή του υποκείµενου προϊόντος τόσο µεγαλύτερη θα είναι η πιθανότητα για ένα call και τόσο µικρότερη για ένα put να εξασκηθεί. Η τιµή εξάσκησης επίσης επηρεάζει την τιµολόγηση των δικαιωµάτων. Είναι προφανές πως όσο πιο χαµηλά είναι για ένα call option τόσο πιο ακριβό είναι αυτό, και όσο πιο ψηλά είναι για ένα put option τόσο πιο ακριβό πάλι θα είναι αυτό, αφού και οι πιθανότητες εξάσκησης θα είναι µεγαλύτερες. Τα αναµενόµενα µερίσµατα επηρεάζουν και αυτά την τιµολόγηση των δικαιωµάτων αφού ο αγοραστής ενός call option δεν επωφελείται τόσο όσο αν είχε µετοχές από την ανοδική κίνηση της αγοράς αφού δεν θα πάρει τα µερίσµατα. Γι αυτό το λόγο όσο µεγαλύτερα είναι τα µερίσµατα τόσο χαµηλότερη η τιµή του call option. Tα τρέχοντα επιτόκια του νοµίσµατος συναλλαγής όσο ψηλότερα είναι, τόσο ψηλότερη είναι η προθεσµιακή τιµή του υποκείµενου προϊόντος και άρα επηρεάζουν την τιµή ενός call θετικά, ενώ ενός put αρνητικά. Η ακριβής αποτίµηση γίνεται λαµβάνοντας υπ όψη τις παραπάνω µεταβλητές, µε τη χρήση µαθηµατικών µοντέλων που έχουν αναπτυχθεί. Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες τα αναµενόµενα µερίσµατα και τα επιτόκια δεν επηρεάζουν ουσιαστικά τις τιµές των δικαιωµάτων. ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΗΣ Τα παράγωγα σε δείκτες αποτιµώνται σε µονάδες δείκτη. Αυτό σηµαίνει πως για να βρούµε την αξία ενός δικαιώµατος σε νόµισµα θα πρέπει να πολλαπλασιάσουµε το premium (αξία του δικαιώµατος) µε τον ανάλογο πολλαπλασιαστή. Για τα δικαιώµατα του FTSE/ASE-20 ο πολλαπλασιαστής είναι 5 όπως άλλωστε και για τα ΣΜΕ. Άρα για να αγοράσουµε το δικαίωµα αγοράς που αναφέραµε στο παράδειγµα, το οποίο κόστιζε 50 µονάδες δείκτη, πρέπει να πληρώσουµε 50 * 5 = 250 για κάθε συµβόλαιο. Υπάρχει η περίπτωση ο πολλαπλασιαστής σε ΣΜΕ και δικαιώµατα για τον ίδιο δείκτη να είναι διαφορετικός. Έτσι για τον γερµανικό δείκτη DAX ο πολλαπλασιαστής για τα ΣΜΕ είναι 25 ενώ για τα δικαιώµατα είναι 5. 10

Ο πολλαπλασιαστής σε µετοχικά παράγωγα είναι συνήθως 100 µετοχές. Έτσι ο αγοραστής ενός δικαιώµατος αγοράς ΕΤΕ µε τιµή 0,50 και τιµή εξάσκησης 20 καταβάλει 100* 0,50 = 50 και αποκτά το δικαίωµα να αγοράσει κατά τη λήξη του ή νωρίτερα (τα εν λόγω δικαιώµατα είναι αµερικάνικου τύπου) 100 µετοχές ΕΤΕ στα 20. ΕΥΡΩΠΑΙΚΑ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΑ ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ, (Βλ. Λεξιλόγιο) ΦΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑ ΟΣΗ- - ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΜΕ ΜΕΤΡΗΤΑ (Βλ. Λεξιλόγιο) ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ VS. ΕΞΩ-ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ (Βλ. Λεξιλόγιο) ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ EXCHANGE TRADED DERIVATIVES/OTC Αν και σε κάθε οργανωµένη (χρηµατιστηριακή) αγορά η εκκαθάριση των συναλλαγών έχει σχέση µε τη νοµοθεσία του κράτους και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τοπικής αγοράς, θεωρούµε πως βασικό προσόν της οργανωµένης αγοράς είναι η έννοια του κεντρικού αντισυµβαλλόµενου. Στις οργανωµένες αγορές µεσολαβεί ως αντισυµβαλλόµενος των χρηµατιστηριακών πράξεων µια εταιρία/φορέας («Εταιρία Εκκαθάρισης»), η οποία αναλαµβάνει να ορίζει όχι µόνο τις διαδικασίες και τον τρόπο εκκαθάρισης συναλλαγών, αλλά και έχει την αρµοδιότητα να επιβάλλει τα περιθώρια ασφάλισης τα οποία οι συµβαλλόµενοι πρέπει να καταβάλουν έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η διεκπεραίωση των συναλλαγών. Κατά την ηµέρα εκκαθάρισης της χρηµατιστηριακής πράξης ο αγοραστής του δικαιώµατος καταβάλει το ποσό που κόστισε το δικαίωµα στην Εταιρία Εκκαθάρισης, ενώ ο πωλητής του δικαιώµατος θα εισπράξει αυτό το ποσό από αυτή την Εταιρία Εκκαθάρισης, και επίσης θα πρέπει να της καταθέσει και το απαιτούµενο περιθώριο ασφάλισης που απορρέει από την έκθεση του σε δυνητικά απεριόριστο κίνδυνο, όπως είδαµε στις προηγούµενες παραγράφους. Περιθώριο ασφάλισης απαιτείται µόνο για τις θέσεις πώλησης δικαιωµάτων, ενώ για τις θέσεις αγοράς υπάρχει πιστωτικό περιθώριο ασφάλισης. Τα δικαιώµατα σε αντίθεση µε τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης δεν αποτιµούνται καθηµερινά και υπάρχει µόνο τελική εκκαθάριση. Οι εξω-χρηµατιστηριακές συναλλαγές διέπονται από κανόνες που ορίζονται στις συµβάσεις/συµφωνίες µεταξύ των µερών. Κύριο χαρακτηριστικό είναι πως εδώ υπάρχει πιστωτικός κίνδυνος του αντισυµβαλλόµενου και πολύ µικρότερη ρευστότητα. Η άνθηση σε αυτές τις συναλλαγές οφείλεται κυρίως στην προσαρµογή των χαρακτηριστικών των προϊόντων στις ανάγκες του πελάτη. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ Όπως προαναφέραµε µε τα δικαιώµατα µπορεί ο επενδυτής να επενδύσει σε οποιαδήποτε πορεία της αγοράς ή ακόµα και στη στασιµότητά της. Οι τέσσερις βασικές θέσεις που εξετάσαµε πιο πριν είναι και οι πιο απλές στρατηγικές µε δικαιώµατα. Αξίζει να υπενθυµίσουµε πως ο αγοραστής ενός δικαιώµατος (long call or put) ουσιαστικά αγοράζει και µεταβλητότητα, ενώ το αντίθετο συµβαίνει µε τον πωλητή (short call or put). Οι έξι πιο συνηθισµένες σύνθετες στρατηγικές αναλύονται παρακάτω. Από αυτές οι δύο πρώτες εκµεταλλεύονται κίνηση της αγοράς σε συγκεκριµένη κατεύθυνση (ανοδική ή καθοδική), ενώ οι τέσσερις επόµενες εκµεταλλεύονται την µεταβλητότητα της αγοράς, ανεξαρτήτως κατεύθυνσης. Bull spread with calls - Κάθετο ανοδικό άνοιγµα µε δικαιώµατα αγοράς. Bear spread with puts - Κάθετο καθοδικό άνοιγµα µε δικαιώµατα πώλησης. Long/short straddle Long/short strangle Για την καλύτερη κατανόηση αυτών των στρατηγικών θα χρησιµοποιήσουµε τον παρακάτω πίνακα µε υποθετικές τιµές για δικαιώµατα αγοράς και πώλησης στον FTSE/ASE 20. Ο πίνακας περιέχει πέντε διαφορετικές τιµές εξάσκησης, και τιµές αγοράς και πώλησης για δικαιώµατα αγοράς και δικαιώµατα πώλησης. ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΑΡΤΙΟΥ 2009 CALLS ΤΙΜΗ ΕΞΑΣΚΗΣΗΣ PUTS ΤΙΜΗ ΑΓΟΡΑΣ ΤΙΜΗ ΠΩΛΗΣΗΣ ΤΙΜΗ ΑΓΟΡΑΣ ΤΙΜΗ ΠΩΛΗΣΗΣ 90 94 1450 14 19 53 59 1500 31 37 28,5 32,5 1550 53 59 12 16 1600 90 97 8 9 1650 128 139 11

Για τα παραδείγµατα που θα ακολουθήσουν θα υποθέσουµε πως ο επενδυτής θα αγοράζει ή θα πουλάει δικαιώµατα στις τιµές της αγοράς, και δεν υπάρχουν προµήθειες. Όπως βλέπουµε, οι τιµές των δικαιωµάτων διαφοροποιούνται ανάλογα µε την τιµή εξάσκησης. Αν υποθέσουµε πως ο δείκτης διαπραγµατεύεται τώρα στις 1550 µονάδες τα δικαιώµατα αγοράς του δείκτη µε τιµή εξάσκησης στις 1450 ή στις 1500 µονάδες θα είναι πιο ακριβά από αυτά µε τιµή εξάσκησης στις 1650 µονάδες αφού αυτά µε τη µικρή τιµή εξάσκησης είναι ήδη κερδοφόρα. Με την ίδια λογική, τα δικαιώµατα πώλησης σε τιµές εξάσκησης µικρότερες από την τρέχουσα τιµή του δείκτη είναι πιο φθηνά από αυτά που δίνουν το δικαίωµα στον επενδυτή να πουλήσει τον δείκτη σε τιµή µεγαλύτερη από την τρέχουσα τιµή (spot). Με την ορολογία της αγοράς τα δικαιώµατα αγοράς που έχουν τιµή εξάσκησης µικρότερη από την τιµή του δείκτη λέγονται in the money ή εντός της εσωτερικής αξίας, ενώ τα calls που έχουν τιµές εξάσκησης µεγαλύτερες από την τρέχουσα τιµή του υποκείµενου άρα και µικρότερες πιθανότητες εξάσκησης ονοµάζονται out of the money, ή εκτός εσωτερικής αξίας. Με την ίδια λογική τα puts µε τιµή εξάσκησης µεγαλύτερη από την τιµή του δείκτη λέγονται in the money, και τα δικαιώµατα πώλησης µε τιµή εξάσκησης µικρότερη από την τρέχουσα τιµή του δείκτη λέγονται out of the money. Τα δικαιώµατα αγοράς και πώλησης που έχουν τιµή εξάσκησης ίδια µε την τρέχουσα τιµή του δείκτη (spot) ονοµάζονται at the money. BULL SPREAD WITH CALLS (ΚΑΘΕΤΟ ΑΝΟ ΙΚΟ ΑΝΟΙΓΜΑ) Το παραπάνω spread δηµιουργείται µε την αγορά ενός δικαιώµατος αγοράς µε χαµηλή τιµή εξάσκησης και την πώληση ενός δικαιώµατος αγοράς µε µεγαλύτερη τιµή εξάσκησης. Αν λάβουµε υπόψη το γεγονός πως ένα δικαίωµα αγοράς µε µικρή τιµή εξάσκησης είναι πιο ακριβό από αυτό µε την µεγαλύτερη τιµή εξάσκησης, τότε από αυτή τη θέση θα προκύψει µία αρχική επένδυση η οποία θα αντικατοπτρίζει και την µέγιστη δυνητική ζηµιά. Ας υποθέσουµε πως στην αγορά διαπραγµατεύονται τα εξής δικαιώµατα αγοράς µε τις παραπάνω τιµές και ο επενδυτής πιστεύει σε ανοδική αγορά, αλλά εκτιµά πως η ανοδική πορεία δεν θα ξεπεράσει τις 1650 µονάδες. Ο δείκτης διαπραγµατεύεται τώρα στις 1550 µονάδες Ο επενδυτής θέλει να αγοράσει το δικαίωµα αγοράς µε τιµή εξάσκησης 1500 και να πουλήσει το δικαίωµα αγοράς µε τιµή εξάσκησης τις 1650 µονάδες. Από αυτή την πράξη ο επενδυτής πρέπει να πληρώσει 59 µονάδες για το δικαίωµα των 1500 µονάδων και θα παραλάβει 8 µονάδες από την πώληση του δικαιώµατος των 1650 µονάδων. Το συνολικό κόστος για τον επενδυτή ανέρχεται στις 51 µονάδες. Άρα για ένα συµβόλαιο ο επενδυτής πληρώνει σε ΕΥΡΩ 51*5*1 = 255, δεδοµένου ότι ο πολλαπλασιαστής για τον FTSE/ASE-20 είναι 5. Το γράφηµα της θέσης αυτής είναι το εξής: 99 8 0 1500 1551 1650-51 -59 SPOT ΑΞΙΑ P/L 1150 0-51 1200 0-51 1250 0-51 1300 0-51 1350 0-51 1400 0-51 1450 0-51 1500 0-51 1551 51 0 1600 100 49 1650 150 99 1700 150 99 1750 150 99 1800 150 99 Ο συνδυασµός των δύο θέσεων έχει σαν αποτέλεσµα συγκεκριµένη ζηµιά και συγκεκριµένο κέρδος. Ουσιαστικά ο επενδυτής θα πληρώσει λιγότερα χρήµατα για να πάρει αυτή τη θέση σε αντίθεση µε µία απλή θέση αγοράς call µε το αντίτιµο να µην έχει απεριόριστο κέρδος αν η αγορά ανέβει πάνω από τις 1650 µονάδες. Συνοπτικά: Το µέγιστο κέρδος της θέσης είναι ίσο 99 πόντους ή 99*5*1= 495 Η µέγιστη ζηµιά είναι ίση µε την αρχική επένδυση, δηλαδή 59 µονάδες ή 295. Το breakeven αυτής της θέσης είναι στις 1500+51=1551 µονάδες. 12

BEAR SPREAD WITH PUTS (ΚΑΘΕΤΟ ΚΑΘΟ ΙΚΟ ΑΝΟΙΓΜΑ) Ανάλογα µε τα ανοδικά ανοίγµατα µπορεί να δηµιουργηθεί θέση αντίθετη η οποία να προσφέρει κέρδος σε καθοδική αγορά. Όπως και µε το ανοδικό άνοιγµα η θέση αυτή έχει περιορισµένη κερδοφορία στην πτώση της αγοράς και έτσι χρησιµεύει σε ελαφρά πτωτικές αγορές. Η θέση δηµιουργείται µε δικαιώµατα πώλησης. Ο επενδυτής αγοράζει το δικαίωµα πώλησης µε την υψηλή τιµή (δηλ. Υψηλή τιµή εξάσκησης) και πουλάει το δικαίωµα πώλησης µε την χαµηλή τιµή (δηλ. Χαµηλή τιµή εξάσκησης). Ας υποθέσουµε πως η τιµή του δείκτη είναι στις 1550 µονάδες και ο επενδυτής εκτιµά πως η αγορά θα έχει καθοδική πορεία της τάξης των 100 µονάδων. Άρα διαλέγει να χρησιµοποιήσει ένα κάθετο καθοδικό άνοιγµα (bear put spread) για να εκµεταλλευθεί αυτή την κίνηση µε τιµές εξάσκησης τις 1550 και 1450 µονάδες. Από τον πίνακα µε τις τιµές της αγοράς βλέπουµε πως το δικαίωµα πώλησης µε τιµή εξάσκησης τις 1450 µονάδες διαπραγµατεύεται στις 14 µε 19 µονάδες άρα ο επενδυτής θα το πουλήσει στις 14 µονάδες και το δικαίωµα πώλησης µε τιµή εξάσκησης τις 1550 µονάδες διαπραγµατεύεται στις 53 µε 59 µονάδες, άρα ο επενδυτής θα το αγοράσει στις 59 µονάδες. Από αυτές τις δύο πράξεις προκύπτει µια εκροή που είναι ίση µε 45 µονάδες δείκτη. (ή 45 * 5 * 1 = 225). 55 14 0 1450 1505 1550-45 -59 SPOT ΑΞΙΑ P/L 1200 100 55 1250 100 55 1300 100 55 1350 100 55 1400 100 55 1450 100 55 1500 50 5 1505 45 0 1550 0-45 1600 0-45 1650 0-45 1700 0-45 1750 0-45 Όπως και στο ανοδικό άνοιγµα, ο συνδυασµός των δύο δικαιωµάτων πώλησης έχει σαν αποτέλεσµα συγκεκριµένο κέρδος και συγκεκριµένη ζηµιά. Συνοπτικά: Το µέγιστο κέρδος αυτής της θέσης είναι 55 πόντοι ή 275. Η µέγιστη ζηµιά από τη θέση είναι στις 45 µονάδες, δηλαδή η αρχική επένδυση. Ο επενδυτής ξεκινά να κερδίζει όταν ο δείκτης πέσει πιο κάτω από τις 1505 µονάδες. STRADDLES ΚΑΙ STRANGLES Tα straddles και τα strangles είναι στρατηγικές µεταβλητότητας δηλαδή βασίζονται στην πεποίθηση του επενδυτή για το αν η αγορά θα κινηθεί σηµαντικά, άσχετα µε την κατεύθυνσή της. Από αυτές τις στρατηγικές προκύπτουν τέσσερις θέσεις: long straddle short straddle long strangle short strangle. LONG STRADDLE ΚΑΙ LONG STRANGLE (ΑΓΟΡΑ STRADDLE ΚΑΙ ΑΓΟΡΑ STRANGLE) Η αγορά straddle δηµιουργείται από την αγορά ενός δικαιώµατος αγοράς και ενός δικαιώµατος πώλησης µε την ίδια τιµή εξάσκησης και την ίδια ηµεροµηνία λήξης. Αντίστοιχα τα strangles προκύπτουν από την αγορά ενός δικαιώµατος αγοράς και ενός δικαιώµατος πώλησης που έχουν διαφορετικές τιµές εξάσκησης. Και οι δύο αυτές στρατηγικές βοηθούν έναν επενδυτή που έχει την πεποίθηση πως η αγορά θα κινηθεί σηµαντικά χωρίς όµως να µπορεί να προσδιορίσει την κατεύθυνσή της. ιαγραµµατικά οι στρατηγικές είναι οι παρακάτω. 13

ΑΓΟΡΑ STRADDLE 0 1404 1500 1596-96 SPOT ΕΣ. ΑΞΙΑ P/L 1200 300 204 1250 250 154 1300 200 104 1350 150 54 1400 100 4 1404 0 0 1450 0-46 1500 0-96 1550 0-46 1596 0 0 1600 100 4 1650 150 54 1700 200 104 1750 250 154-53 ΑΓΟΡΑ STRANGLE 0 1447 1500 1600 1653 SPOT ΑΞΙΑ P/L 1200 0 247 1250 0 197 1300 0 147 1350 0 97 1400 0 47 1447 0 0 1450 0-3 1500 0-53 1505 0-53 1550 0-53 1600 0-53 1650 0-3 1653 0 0 1700 0 47 1750 0 97 Στην αγορά straddle ο επενδυτής έχει µία αρχική εκροή κεφαλαίου που αναλογεί στην αγορά των δύο δικαιωµάτων (δικαίωµα αγοράς δικαίωµα πώλησης) µε τιµή εξάσκησης 1500 µονάδες. Το µέγιστο κέρδος αυτής της θέσης είναι απεριόριστο και ξεκινά από τις 1500-96 = 1404 µονάδες στην κάθοδο της αγοράς και στις 1596 µονάδες σε περίπτωση ανόδου. Η µεγαλύτερη ζηµιά σε αυτή τη θέση προκύπτει αν η αγορά µείνει στάσιµη και ο δείκτης στη λήξη κλείσει στις 1500 µονάδες όπου ο επενδυτής χάνει όλο το αρχικό κεφάλαιο. Στην αγορά strangle ο επενδυτής αγοράζει ένα δικαίωµα αγοράς και ένα δικαίωµα πώλησης µε διαφορετικές τιµές εξάσκησης. Πιο συγκεκριµένα ένα call µε τιµή εξάσκησης µεγαλύτερη από αυτή του put. Σαν παράδειγµα ας υποθέσουµε πως ο επενδυτής αγοράζει το call του 1600 και το put του 1500 το κόστος για τη στρατηγική αυτή είναι 53 µονάδες. Με αυτή τη θέση ο επενδυτής αναµένει την αγορά ή να κλείσει πάνω από τις 1653 (1600 + 53) µονάδες ή να κλείσει κάτω από τις (1500-53) 1447 µονάδες. Το δυνητικό κέρδος και σε αυτή τη θέση όπως και στο long straddle είναι απεριόριστο. Η µέγιστη ζηµιά είναι το αρχικό κεφάλαιο, το οποίο χάνει ο επενδυτής σε περίπτωση που ο δείκτης κλείσει ανάµεσα στο 1500 και το 1600 την ηµέρα της λήξης των δικαιωµάτων. Όπως βλέπουµε στο straddle η κερδοφορία ξεκινά σε µικρότερο σηµείο από ότι στο strangle. Και στις δύο στρατηγικές ο επενδυτής αναµένει µεγάλες κινήσεις στην αγορά. Επίσης, ο επενδυτής έχει αρχική εκροή κεφαλαίων και το δυνητικό κέρδος είναι απεριόριστο, ενώ η µέγιστη ζηµιά περιορίζεται στο αρχικό ποσό επένδυσης. Χρησιµοποιώντας αυτές τις στρατηγικές αποσκοπούµε σε σηµαντικές κινήσεις της αγοράς. 14

SHORT STRADDLE KAI STRANGLE Η πώληση straddle και strangle είναι στρατηγικές που χρησιµεύουν όταν ο επενδυτής πιστεύει στη στασιµότητα της αγοράς. Βέβαια σαν στρατηγικές και οι δύο ενέχουν µεγάλους κινδύνους, αφού, όπως θα δούµε και στα παρακάτω γραφήµατα, η µέγιστη ζηµιά µπορεί να είναι απεριόριστη. ΠΩΛΗΣΗ STRADDLE 84 0 1416 1500 1584 ΠΩΛΗΣΗ STRANGLE 43 0 1457 1500 1600 1643 SPOT ΕΣ ΑΞΙΑ P/L 1200 0-216 1250 0-166 1300 0-116 1350 0-66 1400 0-16 1416 0 0 1450 0 34 1500 0 84 1550 0 134 1584 0 0 1600 0-16 1650 0-66 1700 0-116 1750 0-166 SPOT ΕΣ ΑΞΙΑ P/L 1250 0-207 1300 0-157 1350 0-107 1400 0-57 1450 0-7 1457 0 0 1500 0 43 1550 0 43 1600 0 43 1643 0 0 1650 0 7 1700 0 57 1750 0 107 1800 0 157 Στην πώληση straddle που απεικονίζεται ο επενδυτής πουλάει το δικαίωµα αγοράς και το δικαίωµα πώλησης µε τιµή εξάσκησης τις 1500 µονάδες. Σε αυτή τη θέση ο επενδυτής εισπράττει το τίµηµα και από τα δύο δικαιώµατα. Αν λάβουµε υπόψη µας τις υποθετικές τιµές της αγοράς, ο επενδυτής θα εισπράξει 31,25 µονάδες από το δικαίωµα πώλησης και 53 µονάδες από το δικαίωµα αγοράς, συνολικά 84 µονάδες. Με αυτή την κίνηση ο επενδυτής αναµένει τον δείκτη να λήξει ανάµεσα σε δύο τιµές οι οποίες είναι το 1500-84=1416 και το 1584. Αν ο δείκτης κλείσει σε τιµή µικρότερη από το 1416 ή σε τιµή µεγαλύτερη του 1584, τότε ο επενδυτής χάνει τη διαφορά µεταξύ του κλεισίµατος του δείκτη και είτε της χαµηλής τιµής εξάσκησης ή της υψηλής τιµής εξάσκησης ανάλογα µε την κίνηση της αγοράς. Για παράδειγµα, αν ο δείκτης λήξει στις 1700 µονάδες τότε η ζηµία για τον επενδυτή ανέρχεται στο εξής ποσό: 1584 1700 = 116 µονάδες ή 580. Στην αντίθετη περίπτωση που ο δείκτης κλείσει στις 1250 µονάδες τότε η ζηµιά είναι ίση µε 1250-1416 = 166 µονάδες ή 830. Το µέγιστο κέρδος της θέσης προκύπτει αν ο δείκτης κλείσει στις 1500 µονάδες όπου και τα δύο δικαιώµατα θα λήξουν χωρίς να εξασκηθούν και ο επενδυτής θα έχει κερδίσει το τίµηµα από τα δύο δικαιώµατα. Στην πώληση strangle που απεικονίζεται παραπάνω ο επενδυτής πουλάει ένα δικαίωµα αγοράς µε τιµή εξάσκησης τις 1600 µονάδες και πουλάει και ένα δικαίωµα πώλησης µε τιµή εξάσκησης τις 1500 µονάδες µε την ίδια ηµεροµηνία λήξης. Αν υποθέσουµε πως το call του 1600 κοστίζει 12 µονάδες και το put του 1500 κοστίζει 31 µονάδες, τότε ο επενδυτής θα έχει αρχική εισροή κεφαλαίου ίση µε 12 + 31 = 43 µονάδες ή 215. Τα σηµεία από όπου ο επενδυτής αρχίζει να έχει ζηµιά είναι το 1600 + 43 = 1643 και το 1500-43 = 1457. Αν η αγορά στη λήξη του συµβολαίου κλείσει ανάµεσα σε αυτά τα δύο σηµεία, τα δικαιώµατα λήγουν χωρίς να εξασκηθούν και ο πωλητής του strangle έχει καρπωθεί την αρχικό ποσό των 86 πόντων. Με την πώληση straddle ή strangle αποσκοπούµε σε σταθερή αγορά, µε περιορισµένη µεταβλητότητα. Οι στρατηγικές που αναφέραµε είναι οι πιο συνηθισµένες σε δικαιώµατα. Είναι όµως γεγονός πως τα δικαιώµατα προσφέρουν πολύ µεγάλη ευελιξία για τον κάθε επενδυτή µε µεγάλες δυνατότητες κέρδους. Ο επενδυτής µπορεί να αναπτύξει πιο πολύπλοκες στρατηγικές που θα αντικατοπτρίζουν τις πεποιθήσεις του για την αγορά, όπως επίσης και στρατηγικές που αποσκοπούν στην αντιστάθµιση κινδύνου. 15

HEDGING - ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗ ΚΙΝ ΥΝΟΥ Τα δικαιώµατα προαίρεσης µπορούν να χρησιµεύσουν και στην αντιστάθµιση κινδύνου για κάποιον επενδυτή που έχει ήδη θέση σε άλλα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα, όπως οι µετοχές. Ουσιαστικά όπως και µε τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης έτσι και µε τα δικαιώµατα προαίρεσης ένας επενδυτής µπορεί να µειώσει ή ακόµα και να εξουδετερώσει τον κίνδυνο της αγοράς στο χαρτοφυλάκιό του ή σε κάποια συγκεκριµένη µετοχή. Για παράδειγµα, αν ένας επενδυτής έχει µετοχές ΟΤΕ µε τιµή αγοράς τα 17,50 και θέλει να βεβαιωθεί πως σε µία πιθανή πτώση της αγοράς δεν θα χάσει από αυτή την κίνηση, τότε µπορεί να αγοράσει δικαιώµατα πώλησης στον ΟΤΕ, και ουσιαστικά να κλειδώσει µία συγκεκριµένη τιµή στην οποία θα µπορέσει στο µέλλον να πουλήσει τον ΟΤΕ άσχετα µε την κίνηση της αγοράς. Η λογική όσο αφορά τις στρατηγικές και τον τρόπο λειτουργίας των δικαιωµάτων επί µετοχών είναι η ίδια µε τα δικαιώµατα σε δείκτες. Τιµή κτήσης ΟΤΕ 17,50 Τιµή δικαιώµατος πώλησης ΟΤΕ µε τιµή εξάσκησης τα 17,5 Φεβρουαρίου 1,2 Ο επενδυτής θέλει να κλειδώσει τη ζηµιά του σε περίπτωση πτώσης της τιµής του ΟΤΕ κάτω από ένα συγκεκριµένο σηµείο. OTE 0 16,3 17,5 18,7 ΤΙΜΗ ΟΤΕ P/L ΟΤΕ P/L PUT P/L ΘΕΣΗΣ 15-2,5 1,3-1,2 16-1,5 0,3-1,2 16,3-1,2 0-1,2 17,5 0-1,2-1,2 18,7 1,7-1,2 0,5 20 2,5-1,2 1,3 22 4,5-1,2 3,3-1,2 ΑΓΟΡΑ PUT Από το παραπάνω γράφηµα βλέπουµε µε διακεκοµµένες γραµµές το αποτέλεσµα της αγοράς ενός put στον ΟΤΕ αφού πρώτα έχουµε αγοράσει την µετοχή. Το γράφηµα που προκύπτει είναι ίδιο µε την αγορά ενός call στον ΟΤΕ. Βλέπουµε πως έχοντας αυτή τη θέση ο επενδυτής πληρώνει το τίµηµα για να αγοράσει το δικαίωµα πώλησης και καταφέρνει να έχει συγκεκριµένη ζηµιά αν η τιµή της µετοχής πέσει κάτω από τα 17,5. Ως αντάλλαγµα για την προστασία της θέσης στον ΟΤΕ, σε πιθανή πτώση της µετοχής, ο επενδυτής ξεκινάει να βγάζει κέρδος από τη µετοχή στα 18,7 (17,5+1,2) αλλά το κέρδος της θέσης είναι απεριόριστο από τη στιγµή που η τιµή της µετοχής ανεβαίνει. Η ζηµιά της θέσης είναι περιορισµένη στα 1,2 αφού όταν η τιµή της µετοχής πέφτει κάτω από τα 16,3 (17,5-1,2) ο επενδυτής χάνει µεν από τη µετοχή άλλά κερδίζει από το δικαίωµα πώλησης. Το παραπάνω παράδειγµα δείχνει το σκεπτικό της αντιστάθµισης κινδύνου σε µία συγκεκριµένη µετοχή. Αν ο επενδυτής έχει χαρτοφυλάκιο που ακολουθεί κάποιο δείκτη είναι φυσικό να αντισταθµίσει τον κίνδυνο µε δικαιώµατα σε αυτό το δείκτη. A.2 ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΛΗΡΩΣΗΣ - FUTURES Συνοπτική περιγραφή Τα Συµβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης (ΣΜΕ) ή αλλιώς futures αποτελούν συµφωνίες για την αγοραπωλησία ενός αγαθού σε καθορισµένη µελλοντική στιγµή. Τα ΣΜΕ είναι συνήθως προϊόντα τα οποία διαπραγµατεύονται σε οργανωµένες αγορές (χρηµατιστήρια) και ως εκ τούτου έχουν συγκεκριµένα χαρακτηριστικά. ηλαδή συγκεκριµένες ηµεροµηνίες λήξης, τρόπους εκκαθάρισης όπως αναλύονται παρακάτω. Οι αντίστοιχες εξω-χρηµατιστηριακές συναλλαγές όπου δεν διέπονται από συγκεκριµένους κανόνες αλλά στηρίζονται σε διµερείς συµφωνίες ονοµάζονται forwards. ΣΜΕ υπάρχουν σε µία µεγάλη πληθώρα χρηµατοοικονοµικών προϊόντων. Παραδείγµατα στην Ευρωπαϊκή αγορά είναι τα ΣΜΕ στους µετοχικούς δείκτες DAX, Eurostoxx 50, FTSE-100, ενώ ευρέως διαδεδοµένα είναι και τα ΣΜΕ στα γερµανικά οµόλογα Bunds, Bobbles, Schatz futures και στα επιτόκια Euribor, Short Sterling futures. Στην Αµερική αντίστοιχα µερικά από τα πιο διαδεδοµένα ΣΜΕ είναι στους µετοχικούς δείκτες S&P 500, Dow Jones, Nasdaq, στα οµόλογα το 30yr Treasury bond future και στα επιτόκια τα Eurodollar futures. ΣΜΕ υπάρχουν και σε άλλα υποκείµενα προϊόντα όπως είναι τα εµπορεύµατα. Ευρέως διαδεδοµένα είναι τα ΣΜΕ σε χρυσό και πετρέλαιο. 16

Χαρακτηριστικά Βασικά χαρακτηριστικά της διαπραγµάτευσης των ΣΜΕ είναι: - Η λήξη σε συγκεκριµένη χρονική στιγµή στο µέλλον. - Η έννοια της µόχλευσης, δηλαδή η χρησιµοποίηση µικρότερου ποσού για την αγορά/πώληση των συµβολαίων από την ονοµαστική αξία του συµβολαίου. - Ο καθηµερινός χρηµατικός διακανονισµός, όπου οι ζηµίες ή τα κέρδη αποτιµώνται και χρεοπιστώνονται καθηµερινά. - Το περιθώριο ασφάλισης. Το ελάχιστο ποσό (ποσοστό επί της ονοµαστικής αξίας της συναλλαγής) που χρειάζεται να καταβληθεί και από τα δύο αντισυµβαλλόµενα µέρη. - Ο πολλαπλασιαστής ο οποίος καθορίζει τη χρηµατική αξία ενός ΣΜΕ. - Η έννοια της φυσικής παράδοσης ή του τελικού χρηµατικού διακανονισµού. Κατά τη στιγµή λήξης τα ΣΜΕ ή µετατρέπονται στο αντίστοιχο υποκείµενο προϊόν ή απλά παύουν να υπάρχουν και η τελική τιµή εκκαθάρισης αποτελεί και τη βάση υπολογισµού του τελικού χρηµατικού διακανονισµού. Κατωτέρω παραθέτονται τα αναλυτικά χαρακτηριστικά των ΣΜΕ στην Αγορά Παραγώγων του Χ.Α. Τα χαρακτηριστικά αυτά ενδέχεται να είναι διαφορετικά κατά την ανάγνωση του κειµένου, χρησιµεύουν όµως για την καλύτερη κατανόηση τόσο της ελληνικής αγοράς στα ΣΜΕ όσο και για τα ΣΜΕ των ξένων αγορών αφού τα χαρακτηριστικά είναι παρεµφερή. Αναλυτικά χαρακτηριστικά του ΣΜΕ στον FTSE/ASE 20 Υποκείµενη Αξία Ο είκτης FTSE/ASE 20. Μέγεθος Συµβολαίου Τιµή Συµβολαίου Ελάχιστη Μεταβολή Λήξεις ΣΜΕ Περιθώριο Ασφάλισης 5 EUR ανά µονάδα του είκτη (πολλαπλασιαστής). Η τιµή αγοράς ή πώλησης του Συµβολαίου. Η τιµή Συµβολαίου εκφράζεται σε µονάδες του είκτη. 0.25 µονάδες του είκτη, ισοδύναµες µε 1,25 EUR. Μήνες λήξης (Μάρτιος, Ιούνιος, Σεπτέµβριος, εκέµβριος) Ηµέρα λήξης ( κάθε 3 η Παρασκευή του µήνα λήξης) 16% επί της ονοµαστικής αξίας Ηµερήσιος Χρηµατικός ιακανονισµός Πληρωτέο / Εισπρακτέο Ποσό Ηµερήσιου Χρηµατικού ιακανονισµού Τελική Εκκαθάριση Τα Συµβόλαια υπόκεινται σε Ηµερήσιο Xρηµατικό ιακανονισµό µε βάση την Ηµερήσια Τιµή Εκκαθάρισης. Η καταβολή και είσπραξη των οφειλόµενων Ποσών Ηµερήσιου Χρηµατικού ιακανονισµού γίνεται την εποµένη ηµέρα συναλλαγών. Το Ποσό του Ηµερήσιου Χρηµατικού ιακανονισµού προκύπτει από τον παρακάτω τύπο: Ποσό Ηµερήσιου Χρηµατικού ιακανονισµού = (Dsettle Pfuture) x M x αριθµό συµβολαίων Όπου : Dsettle: H Ηµερήσια Τιµή Εκκαθάρισης του υποκείµενου είκτη την τρέχουσα ηµέρα συναλλαγών Pfuture : Η τιµή κατάρτισης συναλλαγής ή η Ηµερήσια Τιµή Εκκαθάρισης της αµέσως προηγούµενης ηµέρας συναλλαγών M : Ο πολλαπλασιαστής Γίνεται µε χρηµατικό διακανονισµό Ηµέρα Τελικής Εκκαθάρισης Τελική Τιµή Εκκαθάρισης Η επόµενη ηµέρα συναλλαγών της Ηµέρας Λήξης (Τ+1) Ως τελική τιµή Εκκαθάρισης ορίζεται η τιµή του υποκείµενου δείκτη κατά την ηµέρα λήξης όπως αυτή διαµορφώνεται από τη ηµοπρασία που πραγµατοποιείται κατά τη χρονική περίοδο από 13:50 έως 14:00. 17

Πληρωτέο / Εισπρακτέο Ποσό Χρηµατικού ιακανονισµού Λήξης Το Ποσό του Χρηµατικού ιακανονισµού Λήξης προκύπτει από τον παρακάτω τύπο: Ποσό Χρηµατικού ιακανονισµού Λήξης = (Fisettle Pfuture) x M x αριθµό συµβολαίων Όπου : Fisettle: H Τελική Τιµή Εκκαθάρισης του υποκείµενου δείκτη Pfuture : Η τιµή κατάρτισης συναλλαγής ή η Ηµερήσια Τιµή Εκκαθάρισης της αµέσως προηγούµενης ηµέρας συναλλαγών M : ο πολλαπλασιαστής ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑ ΣΜΕ στον FTSE/ASE 20 Ηµεροµηνία Ανοίγµατος Θέσης (Long) Ηµέρα Τ Τιµή Αγοράς ΣΜΕ λήξης Μαρτίου(Υπόθεση ότι το συµβόλαιο Μαρτίου έχει την ίδια τιµή µε τον υποκείµενο δείκτη) 1000 µονάδες Αριθµός συµβολαίων 10 συµβόλαια Ονοµαστική Αξία 1000*5*10=50000 Περιθώριο Ασφάλειας Μετρητών (Margin) 16% της ονοµαστικής αξίας 50000*16%=8000 Τιµή εκκαθάρισης ΣΜΕ ηµέρα Τ Πληρωτέο / Εισπρακτέο Ποσό Ηµερήσιου Χρηµατικού ιακανονισµού ηµέρας T 1050 µονάδες ((Τιµή κλεισίµατος ηµέρας - τιµή ανοίγµατος θέσης) x αριθµός συµβολαίων*πολλαπλασιαστή (1050-1000)* 10= +2500 Ηµέρα Τ + 1 Τιµή κλεισίµατος υποκείµενου είκτη 980 µονάδες Ονοµαστική Αξία 49000 Τιµή εκκαθάρισης ΣΜΕ 980 µονάδες ΠεριθώριοΑσφάλειας Μετρητών (Margin) 16% x 49000 (Ονοµ.Αξία) = 7840 Εκκαθάριση ηµέρας T+1 (Χρέωση / Πίστωση) ((Τιµή κλεισίµατος - τιµή κλεισίµατος προηγούµενης µέρας) * πολλαπλασιαστή* αριθµός συµβολαίων = (980-1050)*5*10=-3500 Κλείσιµο θέσης (πρίν από λήξη ΣΜΕ) Τ + 15 Τιµή πώλησης ΣΜΕ 1100 µονάδες Περιθώριο Ασφάλειας Μετρητών (Margin) Κλείσιµο θέσης αποδέσµευση margin 18

Συνολική (Τελική ) εκκαθάριση (Τιµή κλεισίµατος θέσης- τιµή ανοίγµατος θέσης)*πολλαπλασιαστή *αριθµό συµβολαίων= (1100-1000)*5*10=5000 Λήξη ΣΜΕ (αυτόµατο κλείσιµο θέσης) Τιµή εκκαθάρισης ΣΜΕ Περιθώριο Ασφάλειας Μετρητών (Margin) Συνολική (Τελική ) εκκαθάριση 3 η Παρασκευή του Μήνα Λήξης 1100 µονάδες Κλείσιµο θέσης αποδέσµευση margin (Τιµή κλεισίµατος θέσης- τιµή ανοίγµατος θέσης)*πολλαπλασιαστή *αριθµό συµβολαίων= (1100-1000)*5*10=5000 Αναλυτικά χαρακτηριστικά των ΣΜΕ επί µετοχών Υποκείµενη Αξία Μέγεθος Συµβολαίου Τιµή Συµβολαίου Ελάχιστη Μεταβολή ιάφορες µετοχές της Υψηλής Κεφαλαιοποίησης 100 µετοχές Η τιµή αγοράς ή πώλησης του Συµβολαίου. Η τιµή Συµβολαίου εκφράζεται σε Ευρώ ανά µετοχή 0.01 Ευρώ Λήξεις ΣΜΕ Περιθώριο Ασφάλισης Μήνες λήξης (Μάρτιος, Ιούνιος, Σεπτέµβριος, εκέµβριος) Ηµέρα λήξης ( κάθε 3 η Παρασκευή του µήνα λήξης) Ανάλογα µε τη µετοχή και όπως αποφασίζει το Χρηµατιστήριο Αθηνών Ηµερήσιος Χρηµατικός ιακανονισµός Πληρωτέο / Εισπρακτέο Ποσό Ηµερήσιου Χρηµατικού ιακανονισµού Τελική Εκκαθάριση Τα Συµβόλαια υπόκεινται σε Ηµερήσιο Xρηµατικό ιακανονισµό µε βάση την Ηµερήσια Τιµή Εκκαθάρισης. Η καταβολή και είσπραξη των οφειλόµενων Ποσών Ηµερήσιου Χρηµατικού ιακανονισµού γίνεται την εποµένη ηµέρα συναλλαγών. Το Ποσό του Ηµερήσιου Χρηµατικού ιακανονισµού προκύπτει από τον παρακάτω τύπο: Ποσό Ηµερήσιου Χρηµατικού ιακανονισµού = (Dsettle Pfuture) x M x αριθµό συµβολαίων Όπου : Dsettle: H Ηµερήσια Τιµή Εκκαθάρισης του υποκείµενου είκτη την τρέχουσα ηµέρα συναλλαγών Pfuture : Η τιµή κατάρτισης συναλλαγής ή η Ηµερήσια Τιµή Εκκαθάρισης της αµέσως προηγούµενης ηµέρας συναλλαγών M : Ο πολλαπλασιαστής Η τελική εκκαθάριση γίνεται µε χρηµατικό διακανονισµό (Χρηµατικός ιακανονισµός Λήξης) ΚΑΙ µε παράδοση της Υποκείµενης Αξίας έναντι καταβολής τιµήµατος. Ο αγοραστής παραλαµβάνει και ο πωλητής παραδίδει τη µετοχή. 19

Ηµέρα τελικής Εκκαθάρισης Πληρωτέο / Εισπρακτέο Ποσό Χρηµατικού ιακανονισµού Λήξης Ως προς το Χρηµατικό ιακανονισµό Λήξης, η επόµενη ηµέρα συναλλαγών της ηµέρας λήξης (Τ+1) Ως προς την παράδοση της υποκείµενης αξίας έναντι καταβολής τιµήµατος, η τρίτη ηµέρα συναλλαγών της ηµέρας λήξης (Τ+3) Το Ποσό του Χρηµατικού ιακανονισµού Λήξης προκύπτει από τον παρακάτω τύπο: Ποσό Χρηµατικού ιακανονισµού Λήξης = (Fisettle Pfuture) x M x αριθµό συµβολαίων Όπου : Fisettle: H Τελική Τιµή Εκκαθάρισης (χρησιµοποιώντας δυο δεκαδικές µονάδες) Pfuture : Η τιµή κατάρτισης συναλλαγής ή η Ηµερήσια Τιµή Εκκαθάρισης της αµέσως προηγούµενης ηµέρας συναλλαγών M : το µέγεθος συµβολαίου Παράδειγµα ΣΜΕ ΕΤΕ Ηµέρα Ανοίγµατος θέσης (long) σε ΣΜΕ ΕΤΕ Τ Τιµή αγοράς ΣΜΕ ΕΤΕ 13 Αριθµός συµβολαίων Τιµή κλεισίµατος ΣΜΕ /Υποκείµενης µετοχής Περιθώριο Ασφάλειας (margin) Εκκαθάριση ηµέρας Τ 10 (1000 µετοχές) 12.50 22% ονοµαστικής αξίας (διαµορφώνεται µε την τιµή κλεισίµατος της υποκείµενης µετοχής) (22%*12500=2750 ) (Τιµή κλεισίµατος ηµέρας-τιµή ανοίγµατος θέσης)*αριθµό συµβολαίων*100 (12.50-13)*1000= - 500 (ζηµιά) Ηµέρα Τ+1 Τιµή κλεισίµατος µετοχής /ΣΜΕ 13.10 Αριθµός συµβολαίων 10 (1000 µετοχές) Ονοµαστική αξία 13100 Περιθώριο Ασφάλειας (margin) 22% της ονοµαστικής αξίας (22%*13100=2882 ) Εκκαθάριση ηµέρας Τ+1 (Τιµή κλεισίµατος ηµέρας-τιµή κλεισίµατος προηγούµενης ηµέρας)*αριθµό συµβολαίων*100 (13,10-12,5)*1000= 600 (κέρδος) Κοκ µέχρι να γίνει άλλη συναλλαγή ή να κλείσει η θέση. Κλείσιµο θέσης (πρίν από λήξη ΣΜΕ) Τ+15 Τιµή πώλησης ΣΜΕ ΕΤΕ 15.50 Περιθώριο Ασφάλειας Μετρητών (Margin) Κλείσιµο Θέσης Αποδέσµευση Margin 20