Κατάλογος 1. Η αρχή που είναι αρμόδια να εξετάζει τις αιτήσεις κήρυξης της εκτελεστότητας σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 1

Σχετικά έγγραφα
Ενοποιημένη έκδοση. EL. Ενοποιηµένη έκδοση 44/2001

Γ Στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις δικαιοδοτικές δραστηριότητες του Δικαστηρίου

Γ Στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις δικαιοδοτικές δραστηριότητες του Δικαστηρίου

1162 der Beilagen XXII. GP - Staatsvertrag - griechischer Übereinkommenstext (Normativer Teil) 1 von 10

Δ Στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη δικαιοδοτική δραστηριότητα του Δικαστηρίου

1. Γενική δραστηριότητα του Δικαστηρίου Εισαχθείσες, περατωθείσες, εκκρεμείς υποθέσεις ( ) 1

Γ Στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις δικαιοδοτικές δραστηριότητες του Δικαστηρίου

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 26 Φεβρουαρίου 2013 (OR. en) 6206/13 Διοργανικός φάκελος: 2012/0262 (NLE) JUSTCIV 22 ATO 17 OC 78

Πίνακας περιεχομένων

Στατιστικά στοιχεία σχετικά µε τη δικαιοδοτική δραστηριότητα του ικαστηρίου

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Στατιστικά στοιχεία σχετικά σχετικά µε τις δικαιοδοτικές δραστηριότητες του ικαστηρίου 1

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για τον καθορισμό της σύνθεσης της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

ΒΕΛΓΙΟ. Άρθρο 25 Ενηµέρωση σχετικά µε τη διεθνή δικαιοδοσία, τα µέσα επικοινωνίας και τα ένδικα µέσα. Άρθρο 25(1)(α) - Αρµόδια δικαστήρια

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία

ΠΟΛ /09/ Παροχή οδηγιών για την

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Α Στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις δικαιοδοτικές δραστηριότητες του Δικαστηρίου

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :30. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :4. Αρθρο :31. Αρθρο 30.

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για τον καθορισμό της σύνθεσης της Επιτροπής των Περιφερειών

Μέσος αριθμός ξένων γλωσσών που κατέχονται ανά μαθητή

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠHΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 12 Δεκεμβρίου 2012 (OR. en) 18855/2/11 REV 2. Διοργανικός φάκελος: 2011/0094 (CNS) PI 194 OC 106

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 *

Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΑΚΤΙΚΟ 21 ο / ΑΠΟΦΑΣΗ 836/2012

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 25 Ιουλίου 2016 (OR. en)

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0007/1. Τροπολογία. Jörg Meuthen εξ ονόματος της Ομάδας EFDD

Αριθμός 73(Ι) του 2018 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα Αριθμός απόφασης: 3174

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ αριθ. 6 ΣΤΟΝ ΓΕΝΙΚΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ 2013 ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΣΟΔΩΝ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 17 Μαρτίου 2016 (OR. en)

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ. Άρθρο 1. (άρθρο 1 της Οδηγίας) Αντικείμενο της ρύθμισης. Άρθρο 2. (άρθρο 2 της Οδηγίας) Ορισμοί

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 17 Οκτωβρίου 2014 (OR. en)

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Οδικα οχήματα. Μονάδα : Χιλιάδες. Drill Down to Area. Μηχανοκίνητο όχημα για μεταφορά προϊόντων. Μοτοσικλέτες (>50cm3)

Απόφαση (ΕΕ) 2016/954 του Συμβουλίου της 9ης

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ. Καλλιθέα

ΔΑΠΑΝΕΣ ΕΣΟΔΑ. Προϋπολογισμός Προϋπολογισμός Μεταβολή (%)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Κ Α Τ Ε Π Ε Ι Γ Ο Ν - Ε Κ Λ Ο Γ Ι Κ Ο

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΜΗΜΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. έκθεσης της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο

13060/17 ADD 1 1 DPG

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 10 Νοεμβρίου 2016 (OR. en)

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3629, 9/8/2002

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 31 Μαΐου 2013 (OR. en)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ε.Ε. Παρ. ΙΙ(Ι), Αρ. 4096, Δ.Κ. 3/2014

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΜΕΣΩ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ ΠΟΛΙΤΩΝ (Κ.Ε.Π.)

ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ. Από 26/6/2017

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Απαντήσεις από τα κράτη μέλη όσον αφορά την εφαρμογή των συστάσεων της Επιτροπήςσχετικά με τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

A8-0061/19. Santiago Fisas Ayxelà Πολιτιστικές πρωτεύουσες της Ευρώπης για τα έτη 2020 έως 2033 COM(2016)0400 C8-0223/ /0186(COD)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. της. ανακοίνωσης της Επιτροπής

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 18 Μαΐου 2017 (OR. en)

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Σεπτέμβριο 2014 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (28) και της Ευρωζώνης (18) - Στοιχεία της Eurostat

ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΩΝ Η ΑΚΥΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ. Ιωάννης Ελ. Κοϊμτζόγλου. Δικηγόρος, Δ.Ν.

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

ΕΤΟΣ 2013 / ΤΕΥΧΟΣ 10

10671/16 ΔΠ/νικ 1 DPG

811 Ν. 23/90. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Δικαστήρια Δικαστές Γραμματεία

Δημόσια διαβούλευση σχετικά με την ενδεχόμενη αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 764/2008 περί αμοιβαίας αναγνώρισης

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 78 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 650/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου Κατάλογος 1 Η αρχή που είναι αρμόδια να εξετάζει τις αιτήσεις κήρυξης της εκτελεστότητας σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 1 στο Βέλγιο, το Πρωτοδικείο, στη Βουλγαρία, στην Τσεχική Δημοκρατία, το πρωτοδικείο («okresní soud», στην Πράγα «obvodní soud», στο Μπρνο «Městský soud»), στη Γερμανία, το περιφερειακό δικαστήριο («Landgericht»), στην Εσθονία, το επαρχιακό δικαστήριο («Maakohus»), στην Ελλάδα, το Μονομελές Πρωτοδικείο, στην Ισπανία, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο («Juzgado de Primera Instancia»), στη Γαλλία, το περιφερειακό δικαστήριο («Tribunal de grande instance»), Στην Κροατία, το δημοτικό δικαστήριο («Οpćinski sud»), στην Ιταλία, το εφετείο («Corte d Αppello»), στην Κύπρο, η διαδικασία περιγράφεται στη Διάταξη 35 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας και στον Περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο του 1996, στη Λετονία, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (σε επίπεδο πόλης) («rajona (pilsētas) tiesas»), στη Λιθουανία, το Εφετείο της Λιθουανίας («Lietuvos apeliacinis teismas»), στο Λουξεμβούργο, το πρωτοδικείο («Τribunal d'arrondissement»), στην Ουγγαρία: το τοπικό δικαστήριο («járásbíróság») που βρίσκεται στην έδρα του περιφερειακού δικαστηρίου, στη Βουδαπέστη, το κεντρικό πρωτοβάθμιο δικαστήριο της Βούδας («Budai Központi Kerületi Bíróság»),

στη Μάλτα: α) το πολιτικό δικαστήριο (πρώτο τμήμα) («Prim Awla tal-qorti Ċivili»), β) το (πολυμελές) δικαστήριο (Gozo) («Qorti tal-maġistrati (Għawdex) filkompetenza superjuri tagħha»), στις Κάτω Χώρες, το πρωτοδικείο («voorzieningenrechter van de rechtbank»), στην Αυστρία, το πρωτοδικείο («Bezirksgericht»), στην Πολωνία, το πρωτοδικείο («sąd okręgowy»), στην Πορτογαλία, το τοπικό πρωτοβάθμιο δικαστήριο, στη Ρουμανία, το δικαστήριο («tribunalul»), στη Σλοβενία, το πρωτοδικείο («okrožno sodišče»), στη Σλοβακία, το πρωτοδικείο («okresný súd»), στη Φινλανδία, το πρωτοδικείο («Käräjäoikeus»), στη Σουηδία, το πρωτοδικείο («Tingsrätt»), Κατάλογος 2 Η αρχή που είναι αρμόδια να εξετάζει τα ένδικα μέσα κατά των αποφάσεων που εκδίδονται επί των αιτήσεων σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 στο Βέλγιο, για άσκηση ανακοπής το Πρωτοδικείο, για άσκηση έφεσης το Εφετείο, στη Βουλγαρία, στην Τσεχική Δημοκρατία, το περιφερειακό δικαστήριο («krajský soud», στην Πράγα «Městský soud») το ένδικο μέσο ασκείται ενώπιον του εφετείου δια του περιφερειακού δικαστηρίου του οποίου η απόφαση προσβάλλεται, στη Γερμανία, το ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο («Oberlandesgericht»), στην Εσθονία, το περιφερειακό δικαστήριο («Ringkonnakohus»), στην Ελλάδα, το Μονομελές Εφετείο στο οποίο υπάγεται το Πρωτοδικείο που εκδίκασε την αίτηση, στην Ισπανία, το επαρχιακό δικαστήριο («Audiencia Provincial»), στη Γαλλία, το εφετείο («Cour d'appel») που βρίσκεται εντός των ορίων της κατά τόπον αρμοδιότητας του περιφερειακού δικαστηρίου («Tribunal de grande instance») που δέχθηκε ή απέρριψε την αίτηση για την εκτέλεση της αλλοδαπής απόφασης, Στην Κροατία, το δημοτικό δικαστήριο («Οpćinski sud»),

στην Ιταλία, το εφετείο («Corte d appello»), στην Κύπρο, τα Επαρχιακά Δικαστήρια, στη Λετονία, τα περιφερειακά δικαστήρια («apgabaltiesas») μέσω των οικείων επαρχιακών δικαστηρίων (σε επίπεδο πόλης) («rajona (pilsētas) tiesas»), στη Λιθουανία, το Εφετείο της Λιθουανίας («Lietuvos apeliacinis teismas»), Στο Λουξεμβούργο, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο («Cour d appel»), στην Ουγγαρία, τα περιφερειακά δικαστήρια («törvényszék»), στη Βουδαπέστη, από το περιφερειακό δικαστήριο πρωτευούσης Βουδαπέστης («Fővárosi Törvényszék»), στη Μάλτα, το εφετείο («Qorti ta l-appell») στις Κάτω Χώρες, ο δικαστής ασφαλιστικών μέτρων («voorzieningenrechter van de rechtbank») ο οποίος αποφάνθηκε επί της αίτησης αναγνώρισης ή εκτέλεσης, στην Αυστρία, το ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο («Landesgericht») μέσω του πρωτοδικείου («Bezirksgericht»), στην Πολωνία, το εφετείο («sąd apelacyjny») μέσω του πρωτοδικείου («sąd okręgowy»), στην Πορτογαλία: α) το εφετείο («Tribunal da Relação»), β) το Ανώτατο Δικαστήριο («Supremo Tribunal de Justiça»), στη Ρουμανία, το εφετείο («Curtea de Apel»), στη Σλοβενία, το πρωτοδικείο («okrožno sodišče»), στη Σλοβακία, το περιφερειακό δικαστήριο («krajský súd»), μέσω του πρωτοδικείου το οποίο εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, στη Φινλανδία, το εφετείο («hovioikeus»), στη Σουηδία, το πρωτοδικείο («Tingsrätt»), Κατάλογος 3 Η αρχή στην οποία μπορεί να ασκηθεί το ένδικο μέσο για τη διαδικασία προσβολής της απόφασης επί του ενδίκου μέσου σύμφωνα με το άρθρο 51 στο Βέλγιο, το Ακυρωτικό Δικαστήριο, στη Βουλγαρία, στην Τσεχική Δημοκρατία, το δικαστήριο που αποφάνθηκε σε πρώτο βαθμό επί της αίτησης για την κήρυξη της εκτελεστότητας,

στη Γερμανία, το ομοσπονδιακό δικαστήριο («Bundesgerichtshof»), - στην Εσθονία, το ανώτατο δικαστήριο («Riigikohus»), στην Ελλάδα, ο Άρειος Πάγος, στην Ισπανία, το ανώτατο δικαστήριο («Tribunal Supremo»), στη Γαλλία, το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο («La Cour de cassation»), Στην Κροατία, το δημοτικό δικαστήριο («Županijski sud»), στην Ιταλία, το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο («Corte suprema di cassazione»), - στην Κύπρο, το Ανώτατο Δικαστήριο Κύπρου, στη Λετονία, το ανώτατο δικαστήριο («Augstākā tiesa»), μέσω του αρμόδιου περιφερειακού δικαστηρίου («apgabaltiesa»), στη Λιθουανία, το Ανώτατο Δικαστήριο της Λιθουανίας («Lietuvos Aukščiausiasis Teismas»), στο Λουξεμβούργο, το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο («Cour de cassation»), στην Ουγγαρία, το Ανώτατο Δικαστήριο της Ουγγαρίας («Kúria»), στη Μάλτα, στις Κάτω Χώρες, το Ανώτατο Δικαστήριο των Κάτω Χωρών («Hoge Raad der Nederlanden»), στην Αυστρία, το ανώτατο δικαστήριο («Oberster Gerichtshof»), μέσω του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου («Bezirksgericht»), στην Πολωνία, το ανώτατο δικαστήριο («Sąd Najwyższy»), στην Πορτογαλία, το ανώτατο δικαστήριο («Supremo Tribunal de Justiça»), στη Ρουμανία, το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο («Înalta Curte de Casație și Justiție»), στη Σλοβενία, το Ανώτατο Δικαστήριο της Δημοκρατίας της Σλοβενίας («Vrhovno sodišče Republike Slovenije»), στη Σλοβακία, το Ανώτατο Δικαστήριο της Σλοβακικής Δημοκρατίας («Najvyšší súd Slovenskej republiky»), μέσω του πρωτοδικείου το οποίο εξέδωσε την απόφαση σε πρώτο βαθμό, Στη Φινλανδία, το Ανώτατο Δικαστήριο, («Κorkein oikeus») στη Σουηδία, το εφετείο («Hovrätt») και το ανώτατο δικαστήριο («Högsta domstolen»),

Κατάλογος 4 Η διαδικασία για την προσβολή της απόφασης επί ένδικου μέσου σύμφωνα με το άρθρο 51 στο Βέλγιο, το Ακυρωτικό Δικαστήριο κρίνει τη νομιμότητα των αποφάσεων. Δεν αποφαίνεται επί του ζητήματος των πραγματικών περιστατικών. Η αίτηση αναίρεσης συνιστά ειδική διαδικασία. Το Ακυρωτικό Δικαστήριο ελέγχει μόνο αν μια δικαστική απόφαση ή μια απόφαση «που εκδόθηκε σε τελευταίο βαθμό» (δηλαδή αφού έχουν εξαντληθεί τα τακτικά ένδικα μέσα, ιδίως η έφεση και η ανακοπή) παραβιάζει τον νόμο ή παραβλέπει κανόνα δικαίου. Σε μια τέτοια περίπτωση, το Ακυρωτικό Δικαστήριο θα ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και θα αναπέμψει την υπόθεση σε άλλο δικαστήριο. Στη συνέχεια, το εν λόγω δικαστήριο πρέπει να αποφανθεί εκ νέου επί της ουσίας (αναπομπή έπειτα από αναίρεση), στη Βουλγαρία, στην Τσεχική Δημοκρατία, το ανώτατο δικαστήριο έχει δικαιοδοσία για τις διαδικασίες των έκτακτων ένδικων μέσων («řízení o dovolání»), σύμφωνα με τον νόμο αριθ. 99/1963, τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σημεία 236 επ., και τον νόμο αριθ. 292/2013, στις ειδικές δικαστικές διαδικασίες, άρθρα 30 και 135. Η αίτηση για έκτακτα ένδικα μέσα είναι παραδεκτή κατά οποιασδήποτε απόφασης του εφετείου με την οποία περατώνεται η διαδικασία του ένδικου μέσου, εάν η προσβαλλόμενη απόφαση εξαρτάται από την επίλυση ζητήματος του ουσιαστικού ή του δικονομικού δικαίου, στο οποίο το εφετείο, μολονότι επιλύει το ζήτημα, παρεξέκλινε από την πάγια πρακτική λήψης αποφάσεων του εφετείου ή το οποίο δεν έχει ακόμη επιλυθεί στις αποφάσεις του εφετείου ή το οποίο έχει κριθεί διαφορετικά από το εφετείο ή αν το εφετείο πρέπει να επανεξετάσει την επίλυση του νομικού ζητήματος με διαφορετικό τρόπο (πρβλ. τον νόμο αριθ. 99/1963, τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 237). Το δικαστήριο που αποφάνθηκε σε πρώτο βαθμό έχει δικαιοδοσία για προσφυγές που αφορούν την επανάληψη της διαδικασίας («řízení na obnovu řízení»), σύμφωνα με τον νόμο αριθ. 99/1963, τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, άρθρα 228 επ., και τον νόμο αριθ. 292/2013 για τις ειδικές δικαστικές διαδικασίες, άρθρο 29. Το δικαστήριο που αποφάνθηκε σε πρώτο βαθμό έχει δικαιοδοσία για τις προσφυγές ακύρωσης («řízení o žalobě pro zmatečnost») σε ορισμένες περιπτώσεις σύμφωνα με τον νόμο αριθ. 99/1963, τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 229 επ., καθώς και

σε ορισμένες περιπτώσεις, το εφετείο (πρβλ. τον νόμο αριθ. 99/1963, τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 235α), και τον νόμο αριθ. 292/2013 για τις ειδικές δικαστικές διαδικασίες, άρθρα 29, 133 και 134. στη Γερμανία, η αναίρεση η οποία περιορίζεται σε νομικά ζητήματα («Rechtsbeschwerde»), στην Εσθονία, μια απόφαση του πρωτοδικείου μπορεί να προσβληθεί με την άσκηση αναίρεσης στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η αναίρεση κατά απόφασης μπορεί να βασίζεται αποκλειστικά στο γεγονός ότι, κατά τη λήψη της απόφασης, το πρωτοδικείο εφάρμοσε εσφαλμένα διάταξη ουσιαστικού δικαίου ή προέβη σε σοβαρή παράβαση διάταξης του δικονομικού δικαίου και το γεγονός αυτό θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα μια εσφαλμένη απόφαση του δικαστηρίου. Στην Ελλάδα, η εκτελεστότητα κηρύσσεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά την εκούσια διαδικασία (άρθρα 740 έως 781 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Οι προσφυγές ενώπιον του Μονομελούς Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου κατά της ανωτέρω απόφασης του Μονομελούς Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου εκδικάζονται σε κατ αντιμωλία δίκη (άρθρο 524 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Η απόφαση μπορεί να αναιρεθεί για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 559 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. στην Ισπανία: α) έκτακτο ένδικο μέσο για δικονομική παράβαση («recurso extraordinario por infracción procesal») β) αναίρεση («recurso de casación»), στη Γαλλία, προκειμένου να προσβληθεί απόφαση του εφετείου, πρέπει να υποβληθεί αναίρεση. Υπάρχουν διάφοροι λόγοι αναίρεσης (παραβάσεις του νόμου, κατάχρηση εξουσίας, έλλειψη αρμοδιότητας του δικαστηρίου, έλλειψη νομικής βάσης, έλλειψη αιτιολογίας, αντιφατικές αποφάσεις, κ.λπ.), αλλά σε όλες τις περιπτώσεις το δικαστήριο επανεξετάζει μόνο την εφαρμογή του νόμου, στην Κροατία, οι διαδικασίες προσφυγής υπόκεινται στους κανόνες σχετικά με τις εξωδικαστικές διαδικασίες, στην Ιταλία, αναίρεση επί νομικών ζητημάτων («ricorso ανά cassazione»), Στην Κύπρο, υποβολή πρότασης/αναφοράς/αναίρεσης, κατάθεση του δικογράφου της ανακοπής/υποβολή των γραπτών διευθύνσεων, ακρόαση, απόφαση στη Λετονία, αναίρεση («kasācijas kārtībā») για παραβάσεις νομοθετικών διατάξεων,

στη Λιθουανία, η διαδικασία προβλέπει την υποβολή αίτησης αναίρεσης, σύμφωνα με τους εθνικούς δικονομικούς κανόνες, στο ακυρωτικό δικαστήριο. Σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, αναίρεση επιτρέπεται μόνο όταν συντρέχουν οι λόγοι που αναφέρονται στο σχετικό άρθρο: 1) παραβίαση κανόνων του ουσιαστικού ή του δικονομικού δικαίου, η οποία έχει ουσιαστική σημασία για την ομοιόμορφη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, εφόσον η εν λόγω παραβίαση ενδέχεται να επηρέασε την έκδοση παράνομης απόφασης 2) το δικαστήριο, στην προσβαλλόμενη απόφαση, παρεξέκλινε από την εφαρμογή και ερμηνεία της νομολογίας που έχει διαμορφωθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο της Λιθουανίας («Lietuvos Aukščiausiasis Teismas») 3) η νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου της Λιθουανίας («Lietuvos Aukščiausiasis Teismas») σχετικά με το αμφισβητούμενο νομικό ζήτημα είναι διαφορετική. Το ακυρωτικό δικαστήριο εξετάζει τις προσβαλλόμενες αποφάσεις μόνον από την άποψη της εφαρμογής του νόμου, εντός των ορίων της αναίρεσης. στο Λουξεμβούργο, ένδικο μέσο ενώπιον του ακυρωτικού δικαστηρίου («recours en cassation»), στην Ουγγαρία, διαδικασία ελέγχου μετά από αίτηση επανεξέτασης («felülvizsgálati kérelem»), στη Μάλτα, επανάληψη της δίκης («ritrattazzjoni»). Πρόκειται για έκτακτο ένδικο μέσο που ασκείται για τους λόγους που ορίζονται στο άρθρο 811 του Κώδικα Οργάνωσης και Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 12 της νομοθεσίας της Μάλτας («Kodiċi ta Organizzazzjoni u Proċedura Ċivili Kap. 12»), στις Κάτω Χώρες, αναίρεση («Beroep in cassatie»). Το ανώτατο δικαστήριο δεν επανεξετάζει τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης. Το ανώτατο δικαστήριο κρίνει βάσει των πραγματικών περιστατικών, όπως αυτά διαπιστώθηκαν από το δικαστήριο που αποφάνθηκε επί του ένδικου μέσου (εν προκειμένω το πρωτοδικείο). Το ανώτατο δικαστήριο ελέγχει κατά πόσον το δικαστήριο ερμήνευσε και εφάρμοσε σωστά το νόμο και κατά πόσον η αιτιολογία της επίμαχης απόφασης ήταν επαρκής και κατανοητή. Ο στόχος της αναιρετικής διαδικασίας είναι να προωθείται και να εξασφαλίζεται ομοιογένεια, εξέλιξη του δικαίου και νομική προστασία, στην Αυστρία, αναίρεση η οποία περιορίζεται σε νομικά ζητήματα («Revisionsrekurs»),

στην Πολωνία, αναίρεση για λόγους διαφορετικούς από τη διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών και την εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων, στην Πορτογαλία, αναίρεση για επανεξέταση («recurso de revista»). Το ανώτατο δικαστήριο εξετάζει μόνο νομικά ζητήματα, σύμφωνα με το άρθρο 671 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που εγκρίθηκε με τον νόμο αριθ. 41/2013, της 26ης Ιουνίου 2013, στη Ρουμανία, αναίρεση («recurs»), Στη Σλοβενία, προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο («Vrhovno sodišče Republike Slovenije»), στη Σλοβακία, έκτακτο ένδικο μέσο («dovolanie»), που δεν αφορά κατ ανάγκη μόνο τα νομικά σφάλματα της προσβαλλόμενης απόφασης, στη Φινλανδία, αναιρετική διαδικασία στο ανώτατο δικαστήριο, αν επιτρέψει την άσκηση του ένδικου μέσου, σύμφωνα με το κεφάλαιο 30 άρθρα 1 έως 3 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, στη Σουηδία, αναίρεση («Överklagande»), Κατάλογος 5 Η αρχή που είναι αρμόδια για την έκδοση του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου στο Βέλγιο, οι συμβολαιογράφοι, στη Βουλγαρία, στην Τσεχική Δημοκρατία: α) ο συμβολαιογράφος, β) το πρωτοδικείο («okresní soud», στην Πράγα «obvodní soud», στο Μπρνο «Městský soud»), στη Γερμανία: το τοπικό δικαστήριο («Amtsgericht») Στο ομόσπονδο κράτος της Βάδης-Βυρτεμβέργης, ο συμβολαιογράφος («Amtsnotariate») στην Εσθονία, ο συμβολαιογράφος, στην Ελλάδα, το Ειρηνοδικείο, στην Ισπανία:

α) το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση σχετικά με την κληρονομική διαδοχή («Juzgado de primera instancia»), β) ο συμβολαιογράφος, στη Γαλλία, ο συμβολαιογράφος, στην Κροατία: α) το δημοτικό δικαστήριο («Οpćinski sud»), β) ο συμβολαιογράφος, στην Ιταλία: το τακτικό δικαστήριο («tribunale») για τις περιοχές στις οποίες έχει τεθεί σε ισχύ το σύστημα του κτηματολογίου, ο συμβολαιογράφος για τις περιοχές όπου το σύστημα του κτηματολογίου δεν έχει τεθεί σε ισχύ, στην Κύπρο, τα Επαρχιακά Δικαστήρια, στη Λετονία, ο συμβολαιογράφος, στη Λιθουανία, ο συμβολαιογράφος, στο Λουξεμβούργο, ο συμβολαιογράφος, στην Ουγγαρία: α) τα πρωτοδικεία («járásbíróság»), β) ο συμβολαιογράφος (közjegyző), στη Μάλτα: α) το πολιτικό δικαστήριο (τμήμα εκούσιας δικαιοδοσίας) («Qorti Ċivili (Sezzjoni ta Ġurisdizzjoni Volontarja»)), β) ο συμβολαιογράφος, στις Κάτω Χώρες, ο συμβολαιογράφος, στην Αυστρία: α) ο συμβολαιογράφος, β) το πρωτοδικείο («Bezirksgericht»), στην Πολωνία, στην Πορτογαλία: α) ο ληξίαρχος («conservadore») που είναι αρμόδιος για τον τομέα των διαδικασιών κληρονομικής διαδοχής, β) το ληξιαρχείο, σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 324/2007,

γ) η υπηρεσία κτηματολογίου, σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 324/2007, δ) η υπηρεσία εμπορικού μητρώου, σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 324/2007, ε) ο συμβολαιογράφος, σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 324/2007, στη Ρουμανία, ο συμβολαιογράφος, στη Σλοβενία, το πρωτοδικείο («okrožno sodišče») που αποφάνθηκε κατά τη διαδικασία κληρονομικής διαδοχής, στη Σλοβακία: α) ο συμβολαιογράφος που ορίστηκε από το δικαστήριο («notár poverený súdom»), αν η διαδικασία της κληρονομικής διαδοχής δεν έχει περατωθεί β) το πρωτοδικείο («okresný súd»), αν η διαδικασία της κληρονομικής διαδοχής έχει περατωθεί, περατωθεί, στη Φινλανδία, το τοπικό ληξιαρχείο («Maistraatti»), στη Σουηδία, η σουηδική φορολογική αρχή («Skatteverket»), Κατάλογος 6 Η αρχή ενώπιον της οποίας μπορεί να ασκηθεί το ένδικο μέσο για να προσβληθεί η απόφαση της αρχής που εξέδωσε το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο σύμφωνα με το άρθρο 72 στο Βέλγιο, το δικαστήριο οικογενειακών διαφορών, στη Βουλγαρία, στην Τσεχική Δημοκρατία, το περιφερειακό δικαστήριο («krajský soud», στην Πράγα «Městský soud») το ένδικο μέσο ασκείται ενώπιον συμβολαιογράφου ή του πρωτοδικείου του οποίου η απόφαση προσβάλλεται, στη Γερμανία, το ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο («Oberlandesgericht»), στην Εσθονία, το επαρχιακό δικαστήριο («Maakohus»), στην Ελλάδα, το Μονομελές Πρωτοδικείο, στην Ισπανία, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο («Juzgado de Primera Instancia»), στη Γαλλία:

α) το περιφερειακό δικαστήριο («Tribunal de grande instance»), β) το δικαστήριο της κύριας δίκης, όταν το κληρονομητήριο προσβάλλεται παρεμπιπτόντως ενώπιον περιφερειακού δικαστηρίου («Tribunal de grande instance») ή εφετείου («Cour d'appel»), στην Κροατία: α) το δημοτικό δικαστήριο («Općinski sud»), όταν το κληρονομητήριο έχει εκδοθεί από συμβολαιογράφο, β)το επαρχιακό δικαστήριο («Županijski sud»), όταν το κληρονομητήριο έχει εκδοθεί από δημοτικό δικαστήριο («Općinski sud»), στην Ιταλία, το τακτικό δικαστήριο («tribunale»), στην Κύπρο, το Ανώτατο Δικαστήριο της Κύπρου, στη Λετονία, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (σε επίπεδο πόλης) («rajona (pilsētas) tiesas»), στη Λιθουανία, το πρωτοδικείο, στο Λουξεμβούργο, το πρωτοδικείο («tribunal d'arrondissement»), στην Ουγγαρία, τα περιφερειακά δικαστήρια («törvényszék»), στη Βουδαπέστη, το περιφερειακό δικαστήριο πρωτευούσης Βουδαπέστης («Fővárosi Törvényszék»), στη Μάλτα: το πολιτικό δικαστήριο (πρώτο τμήμα) («Prim Awla tal-qorti Ċivili»), το (πολυμελές) δικαστήριο (Gozo) («Qorti tal-maġistrati (Għawdex) filkompetenza superjuri tagħha»), στις Κάτω Χώρες, ο δικαστής του καντονιού («kantonrechter») του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, στην Αυστρία: α) το πρωτοδικείο («Bezirksgericht»), εάν έχει εκδοθεί από συμβολαιογράφο, β) το αρμόδιο ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο («Landesgericht») μέσω του πρωτοδικείου («Bezirksgericht»), εάν έχει εκδοθεί από πρωτοδικείο, στην Πολωνία, στην Πορτογαλία, το τοπικό πρωτοβάθμιο δικαστήριο, στη Ρουμανία, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο («Judecătorie»), στη Σλοβενία, το αρμόδιο ανώτερο δικαστήριο, μέσω του πρωτοδικείου το οποίο εξέδωσε το κληρονομητήριο, στη Σλοβακία:

α) ο συμβολαιογράφος, εάν το κληρονομητήριο εκδόθηκε πριν από το πέρας της διαδικασίας κληρονομικής διαδοχής, β) το πρωτοδικείο, εάν το κληρονομητήριο εκδόθηκε μετά το πέρας της διαδικασίας κληρονομικής διαδοχής, στη Φινλανδία, το διοικητικό δικαστήριο ('hallinto-oikeus'), στη Σουηδία: α) το πρωτοδικείο («Tingsrätt»), β) το εφετείο («Hovrätt»), ψ) το Ανώτατο Δικαστήριο («Högsta domstolen») Κατάλογος 7 Η διαδικασία προσβολής της απόφασης της αρχής που εξέδωσε το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο σύμφωνα με το άρθρο 72 στο Βέλγιο, συστάθηκε δικαστήριο οικογενειακών διαφορών με τον νόμο της 13ης Ιουλίου 2013. Ο νέος νόμος γενικεύει την κίνηση της διαδικασίας με αίτηση («requête») για λόγους απλούστευσης και μείωσης των εξόδων που συνδέονται με τις δικαστικές διαδικασίες. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, παραμένει δυνατή η κίνηση της διαδικασίας με κλήτευση («citation»), γεγονός που επιτρέπει στον ενάγοντα να ελέγχει καλύτερα την ημερομηνία κατά την οποία η υπόθεση θα εισαχθεί στην πράξη ενώπιον του δικαστηρίου, στη Βουλγαρία, στην Τσεχική Δημοκρατία, οι δευτεροβάθμιες δίκες διέπονται από τον νόμο αριθ. 99/1963, τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, άρθρα 201 επ., και τον νόμο αριθ. 292/2013 για τις ειδικές δικαστικές διαδικασίες, άρθρα 28, 129 έως 132 και 136. στη Γερμανία, η έφεση πρέπει να ασκηθεί εντός ενός μηνός από την ημερομηνία κατά την οποία το πρόσωπο που δικαιούται να υποβάλει προσφυγή έλαβε γνώση της απόφασης. Εάν το πρόσωπο έχει τη συνήθη διαμονή του στο εξωτερικό, η περίοδος παρατείνεται για δύο μήνες. Η έφεση πρέπει να ασκηθεί εγγράφως ή με προφορική δήλωση που καταγράφεται στο δικαστήριο εγγράφως, και μπορεί να εγείρει τόσο

νομικά όσο και πραγματικά ζητήματα. Η έφεση διαβιβάζεται αυτόματα στο ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο. Το ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο δύναται να αποφανθεί το ίδιο επί της υπόθεσης ή να την παραπέμψει στο κατώτερο δικαστήριο, κατευθύνοντάς το να αποφασίσει βάσει της γνώμης του ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου, στην Εσθονία, για να προσβληθεί το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο που έχει εκδοθεί από συμβολαιογράφο, πρέπει να υποβληθεί αίτηση στο επαρχιακό δικαστήριο στη δικαιοδοσία του οποίου βρίσκεται ο συμβολαιογράφος που εξέδωσε το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο. Το επαρχιακό δικαστήριο εκδίδει δικαστική απόφαση σχετικά με την αίτηση. Κατά της απόφασης του επαρχιακού δικαστηρίου μπορεί να ασκηθεί έφεση ενώπιον του περιφερειακού δικαστηρίου και κατά της απόφασης του περιφερειακού δικαστηρίου επί της έφεσης μπορεί να ασκηθεί εν συνεχεία αναίρεση ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου, στην Ελλάδα, η διαδικασία της έφεσης διέπεται από τα άρθρα 495 έως 500 και 511 έως 537 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, στην Ισπανία: α) οι προσφυγές ασκούνται ενώπιον του ίδιου πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση και κρίνονται από αυτό, β) οι προσφυγές κατά αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από συμβολαιογράφο ασκούνται ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στην επίσημη κατοικία του συγκεκριμένου συμβολαιογράφου με αναγνωριστική αγωγή, στη Γαλλία, το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο αποτελεί δημόσιο έγγραφο. Σύμφωνα με το άρθρο 1319 του Αστικού Κώδικα, δημόσιο έγγραφο μπορεί να προσβληθεί μόνο λόγω πλαστότητας. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας διαδικασίας, η γνησιότητα εγγράφου που έχει υποβληθεί προσβάλλεται δικαστικά. Ωστόσο, οι δικαστικές διαδικασίες μπορούν να αφορούν μόνο δημόσιο έγγραφο συνεπώς δεν υφίσταται δυνατότητα να προβληθεί ισχυρισμός περί πλαστότητας ιδιωτικού εγγράφου. Η εν λόγω διαδικασία παρουσιάζει πολλές ιδιαιτερότητες, οι οποίες μπορεί να ποικίλλουν ανάλογα με το δικαστήριο ενώπιον του οποίου προβάλλεται ο ισχυρισμός. Έτσι, για παράδειγμα, σε πρώτο βαθμό και κατ έφεση, ο ισχυρισμός περί πλαστογραφίας μπορεί να προβληθεί είτε ως κύριο είτε ως παρεμπίπτον ζήτημα. Στο Ακυρωτικό Δικαστήριο ο ισχυρισμός περί πλαστογραφίας μπορεί να προβληθεί, ακόμα και για πρώτη φορά, μόνο παρεμπιπτόντως στην κύρια προσφυγή. Θα εξεταστεί τόσο από άποψη ουσίας όσο και από την άποψη μορφής. Υπόκειται σε υποχρεωτικές προϋποθέσεις παραδεκτού. Ο

ισχυρισμός περί πλαστογραφίας που προβάλλεται κατά του δημόσιου εγγράφου οδηγεί σε ανακοίνωση στον εισαγγελέα (Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 3033, [sic, πρέπει να είναι 303]). Ο κανόνας αυτός αποτελεί ζήτημα δημόσιας τάξης. Ελλείψει αναφοράς σε μια τέτοια ανακοίνωση, η απόφαση θα ακυρωθεί κατά τον αναιρετικό έλεγχο (Cass. Ire civ., 18 Οκτωβρίου 1994: Juris-data αριθ. 1994001987). Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι η παραποίηση δημοσίου εγγράφου ή η χρήση πλαστών εγγράφων τιμωρούνται βάσει του Ποινικού Κώδικα με ποινή φυλάκισης 10 ετών και χρηματική ποινή 150 000 ευρώ. Οι κυρώσεις αυτές αυξάνονται σε 15 χρόνια φυλάκιση και πρόστιμο ύψους 225 000 ευρώ εάν η παραποίηση εγγράφων ή η χρήση πλαστών εγγράφων διαπράττεται από πρόσωπο που κατέχει δημόσιο αξίωμα ή πρόσωπο που είναι επιφορτισμένο με καθήκον δημόσιας υπηρεσίας και ενεργεί υπό την επίσημη ιδιότητά του, στην Κροατία, οι προσφυγές κατά των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από συμβολαιογράφο σχετικά με την έκδοση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου μπορούν να υποβάλλονται στο δημοτικό δικαστήριο. Το δημοτικό δικαστήριο που αποφαίνεται επί προσφυγής κατά απόφασης συμβολαιογράφου μπορεί να επικυρώσει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση ή να την ακυρώσει. Αν το δικαστήριο ακυρώσει απόφαση ή την επικυρώσει εν μέρει, αποφασίζει το ίδιο για το ακυρωθέν μέρος της απόφασης. Οι προσφυγές κατά των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από δημοτικό δικαστήριο σχετικά με την έκδοση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου μπορούν να υποβάλλονται σε επαρχιακό δικαστήριο. Οι προσφυγές κατά των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από δημοτικό δικαστήριο σχετικά με την έκδοση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου μπορούν να υποβάλλονται σε επαρχιακό δικαστήριο. Σε περίπτωση προσφυγής που κατατίθεται εντός της νόμιμης προθεσμίας, το δημοτικό δικαστήριο μπορεί το ίδιο να εκδώσει νέα απόφαση που τροποποιεί την προσβαλλόμενη απόφαση, υπό τον όρο ότι αυτό δεν θίγει τα δικαιώματα άλλων μερών που βασίζονται στην εν λόγω απόφαση. Εάν το δημοτικό δικαστήριο δεν τροποποιήσει το ίδιο την προσβαλλόμενη απόφαση, υποβάλλει αντίγραφο του φακέλου, συμπεριλαμβανομένης της προσφυγής, στο αρμόδιο επαρχιακό δικαστήριο, το οποίο αποφασίζει επί της προσφυγής. Στην Ιταλία, προσφυγή δυνάμει του άρθρου 739 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ασκείται ενώπιον του τακτικού δικαστηρίου («tribunale»), το οποίο αποφασίζει κεκλεισμένων των θυρών. Η προσφυγή πρέπει να υποβάλλεται εντός υποχρεωτικής προθεσμίας δέκα ημερών από τη γνωστοποίηση της απόφασης της εκδίδουσας αρχής,

εάν πρόκειται για ένα μόνο μέρος, ή από την κοινοποίηση, αν πρόκειται για περισσότερα του ενός μέρη, στην Κύπρο, η διαδικασία διέπεται από τις διατάξεις του ΚΕΦ. 189 (Περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμος) Όταν δεν υπάρχει αμφισβήτηση όσον αφορά αίτηση για επικύρωση διαθήκης ή διαχείριση και ωστόσο αυτή απορριφθεί από τον πρωτοκολλητή επικύρωσης διαθηκών, ο αιτών μπορεί να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο για αναθεώρηση της απόφασης του πρωτοκολλητή επικύρωσης διαθηκών. Κατά την ακρόαση της εν λόγω αίτησης, το δικαστήριο δύναται, αυτεπαγγέλτως ή με αίτηση οποιουδήποτε προσώπου, να κλητεύσει τα πρόσωπα που διενήργησαν την ένορκη δήλωση ή τις ένορκες δηλώσεις σχετικά με τη διαθήκη ή σχετικά με την αίτηση για χορήγηση εγγράφου διαχείρισης και να εξετάσει αυτά περαιτέρω, ή να δεχθεί oπoιαδήπoτε περαιτέρω απoδεικτικά στoιχεία τα oπoία ενδέχεται να είvαι αναγκαία για σκoπoύς χoρήγησης ή άρνησης χoρήγησης επικύρωσης διαθήκης ή εγγράφoυ διαχείρισης είτε με επισυνημμέvη διαθήκη είτε με άλλo τρόπo. Επιπλέον, κατά τη διαδικασία της διαχείρισης, το δικαστήριο θα μπορούσε να αποφανθεί επί ορισμένων θεμάτων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53 [(στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι Κανόνες Πολιτικής Δικονομίας (Διάταξη 48)] και 54 του ΚΕΦ. 189 (Περί Διαχείρισης Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμος), στη Λετονία, το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο μπορεί να προσβληθεί με άσκηση χωριστής αγωγής ενώπιον του δικαστηρίου, το αντικείμενο της οποίας είναι να αναγνωριστεί η ακυρότητα των πραγματικών περιστατικών που εκτίθενται στο κληρονομητήριο. Η χωριστή διαδικασία παρέχει τη δυνατότητα στα άτομα που έχουν την ικανότητα να είναι διάδικοι σε αστικές υποθέσεις να ασκούν αγωγή ενώπιον δικαστηρίου για την προάσπιση των δικαιωμάτων τους του αστικού δικαίου, όταν τα δικαιώματα αυτά έχουν παραβιαστεί ή προσβληθεί. Η αγωγή ασκείται εγγράφως προς το δικαστήριο. Η αγωγή υποβάλλεται στο δικαστήριο σε αντίγραφα, ο αριθμός των οποίων είναι ίσος με τον αριθμό των εναγομένων και των τρίτων που εμπλέκονται στην υπόθεση. Οι αγωγές πρέπει να συνοδεύονται από έγγραφα που πιστοποιούν την καταβολή των τελών του Δημοσίου και των λοιπών δικαστικών εξόδων σύμφωνα με τις διαδικασίες και τα ποσά που ορίζονται από τον νόμο και αναφέρουν τις περιστάσεις βάσει των οποίων ασκείται η αγωγή. Ανάλογα με τις περιστάσεις και το είδος της υπόθεσης, ο δικαστής δύναται να υποχρεώσει τον προσφεύγοντα να υποβάλει αντίγραφα των εγγράφων που συνοδεύουν την αγωγή, προκειμένου αυτά να διαβιβαστούν στον εναγόμενο και τα τρίτα μέρη. Στις περιπτώσεις που καθορίζει ο

νόμος, κατά τις οποίες τα έγγραφα πρόκειται να εκδοθούν για πρόσωπο που βρίσκεται σε άλλη χώρα, η κατάθεση αγωγής και τα συνημμένα αντίγραφα των εγγράφων πρέπει να συνοδεύονται από δεόντως επικυρωμένη μετάφραση. Τα πρόσωπα που απαλλάσσονται από τα δικαστικά έξοδα δεν υποχρεούνται να παράσχουν μετάφραση, στη Λιθουανία, σύμφωνα με το δίκαιο της Δημοκρατίας της Λιθουανίας σχετικά με το επάγγελμα του συμβολαιογράφου, κάθε ενδιαφερόμενος που εκτιμά ότι η καταρτισθείσα συμβολαιογραφική πράξη ή η άρνηση κατάρτισης συμβολαιογραφικής πράξης είναι αθέμιτη, έχει το δικαίωμα να την προσβάλει ενώπιον δικαστηρίου ανάλογα με τον τόπο που βρίσκεται το γραφείο του συμβολαιογράφου. Σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, η μη άσκηση ενδίκου μέσου δεν στερεί από ένα πρόσωπο το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο να επιδικάσει αποζημίωση για ζημίες που προκλήθηκαν από αθέμιτες πράξεις συμβολαιογράφου. Οι συμβολαιογραφικές πράξεις μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής, το αργότερο εντός είκοσι ημερών από την ημέρα κατά την οποία ο προσφεύγων έλαβε γνώση ή όφειλε να λάβει γνώση της κατάρτισης της προσβαλλόμενης πράξης ή της άρνησης εκτέλεσης, αλλά το αργότερο εντός ενενήντα ημερών από την κατάρτιση της προσβαλλόμενης πράξης. Το δικαστήριο κρίνει την υπόθεση όσον αφορά τις συμβολαιογραφικές πράξεις εκδίδοντας απόφαση. Όταν η προσφυγή γίνεται δεκτή, το δικαστήριο ακυρώνει τη συμβολαιογραφική πράξη ή διατάσσει τον συμβολαιογράφο να καταρτίσει τη συγκεκριμένη συμβολαιογραφική πράξη. Η απόφαση του δικαστηρίου που εκδίδεται σχετικά με συμβολαιογραφικές πράξεις μπορεί να προσβληθεί με κατάθεση χωριστού ένδικου μέσου στο εφετείο, στο Λουξεμβούργο, γραπτή διαδικασία, Στην Ουγγαρία, διαδικασία προσφυγής («jogorvoslati kérelem»), στη Μάλτα, οι αποφάσεις της εκδίδουσας αρχής μπορούν να προσβληθούν με ένορκη αίτηση που κατατίθεται ενώπιον του πολιτικού δικαστηρίου (πρώτο τμήμα), που είναι η αρμόδια δικαστική αρχή για τον σκοπό αυτό. Ο προσφεύγων καταθέτει αντίγραφο της ένορκης αίτησης, προκειμένου αυτό να επιδοθεί σε κάθε πρόσωπο το οποίο έχει συμφέρον. Το εν λόγω πρόσωπο διαθέτει προθεσμία είκοσι ημερών για να απαντήσει. Κάθε διάδικος μπορεί να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία προς στήριξη των αιτημάτων του/της υπεράσπισής του και, αφού υποβληθούν όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, το πολιτικό δικαστήριο (πρώτο τμήμα) πρέπει να εκδώσει την απόφαση. Προσφυγή κατά της απόφασης του πολιτικού δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) μπορεί να

ασκηθεί με αίτηση στο εφετείο, η οποία υποβάλλεται εντός είκοσι ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του πρώτου δικαστηρίου, στις Κάτω Χώρες, η διαδικασία κινείται με κατάθεση αίτησης. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο καλεί όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να υποβάλουν υπόμνημα αντίκρουσης πριν από την έναρξη της δίκης ή, με την άδεια του δικαστηρίου, κατά τη διάρκεια της δίκης. Μπορούν επίσης να αναπτύξουν τα επιχειρήματα υπεράσπισής τους προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο. Στο τέλος της δίκης, ο δικαστής καθορίζει την ημερομηνία κατά την οποία θα εκδώσει την απόφαση, στην Αυστρία, όταν ο προσφεύγων δεν συμφωνεί με το κληρονομητήριο που εξέδωσε ο συμβολαιογράφος ενεργώντας ως δικαστικός επίτροπος («Gerichtskommissär»), το αρμόδιο πρωτοβάθμιο δικαστήριο πρέπει να αποφασίσει εκ νέου για το κληρονομητήριο. Ως εκ τούτου, το κληρονομητήριο που εξέδωσε ο δικαστικός επίτροπος παύει να παράγει αποτελέσματα και αντικαθίσταται από το κληρονομητήριο που εκδίδει ο δικαστής, στην Πολωνία, στην Πορτογαλία, η δικαστική αρχή που είναι αρμόδια για την εκδίκαση προσφυγών κατά αποφάσεων που λαμβάνονται από τον ληξίαρχο είναι το δικαστήριο που βρίσκεται στην περιοχή αρμοδιότητας της γραμματείας του ληξιαρχείου. Εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης, ο προσφεύγων πρέπει να υποβάλει στο ληξιαρχείο δήλωση προσφυγής που απευθύνεται στον δικαστή του δικαστηρίου, μαζί με τα έγγραφα που επιθυμεί να υποβάλει, σύμφωνα με τα άρθρα 286 και 288 του Ληξιαρχικού Κώδικα, που εγκρίθηκε με το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 131/95 της 6ης Ιουνίου 1995, όπως τροποποιήθηκε από το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 324/2007 της 28ης Σεπτεμβρίου 2007, στη Ρουμανία, το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο εκδίδεται, κατόπιν αίτησης, από τον συμβολαιογράφο ο οποίος εξέδωσε το κληρονομητήριο σύμφωνα με το ρουμανικό δίκαιο. Μπορεί να διατυπωθεί αντίρρηση κατά της έκδοσης του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου και κατά της άρνησης έκδοσης του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου. Η αντίρρηση κρίνεται από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο στη δικαιοδοσία του οποίου βρίσκεται ο συμβολαιογράφος που εξέδωσε το κληρονομητήριο σύμφωνα με το ρουμανικό δίκαιο. Η απόφαση υπόκειται σε ένα και μόνο ένδικο μέσο. Κατά την εκδίκαση της αντίρρησης, το δικαστήριο μπορεί να αναστείλει τα αποτελέσματα που παράγει το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο. Ο συμβολαιογράφος που εξέδωσε το

ευρωπαϊκό κληρονομητήριο είναι αρμόδιος να διορθώσει, να τροποποιήσει και να ανακαλέσει το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο. Σε περίπτωση διόρθωσης, τροποποίησης και ανάκλησης του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου, ο συμβολαιογράφος υποχρεούται να ενημερώνει όλα τα πρόσωπα στα οποία εκδόθηκαν αντίγραφα του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου. Κατά της διόρθωσης, τροποποίησης και ανάκλησης του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου μπορεί να διατυπωθεί αντίρρηση. Η αντίρρηση κρίνεται από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο στη δικαιοδοσία του οποίου βρίσκεται ο συμβολαιογράφος που εξέδωσε τη διόρθωση, τροποποίηση ή ανάκληση του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου. Η απόφαση υπόκειται σε ένα και μόνο ένδικο μέσο. Στη Σλοβενία, το τοπικό δικαστήριο ενώπιον του οποίου εισήχθη η υπόθεση κληρονομικής διαδοχής αποφασίζει για την έκδοση του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου. Η απόφαση που εκδίδει το δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 67 του κανονισμού όσον αφορά την έκδοση του κληρονομητηρίου μπορεί να προσβληθεί. Το ένδικο μέσο κατά απόφασης για διόρθωση του κληρονομητηρίου σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 1 του κανονισμού είναι η έφεση. Το ένδικο μέσο κατά απόφασης για την τροποποίηση ή την ανάκληση του κληρονομητηρίου σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 2 του κανονισμού είναι η έφεση. Η έφεση κατά της απόφασης που αναφέρεται στο άρθρο 67 ή στο άρθρο 71 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 του κανονισμού κατατίθεται στο δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση. Το δικαστήριο δύναται να τροποποιήσει ή να ακυρώσει την απόφασή του, εφόσον αυτό δεν επηρεάζει τα δικαιώματα των προσώπων που εξαρτώνται από την απόφαση. Σε περίπτωση που το δικαστήριο δεν τροποποιήσει ή ακυρώσει την προηγούμενη απόφασή του, παραπέμπει την έφεση σε ανώτερο δικαστήριο για να αποφανθεί αυτό. στη Σλοβακία, οι προσφυγές πρέπει να υποβάλλονται το αργότερο εντός 15 ημερών από την ημερομηνία έκδοσης του κληρονομητηρίου, είτε μέσω του συμβολαιογράφου που διορίστηκε για να χειριστεί την κληρονομική διαδοχή και που εξέδωσε το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο, πριν περατωθεί οριστικά η διαδικασία κληρονομικής διαδοχής, ή μέσω του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου το οποίο εξέδωσε το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο, αφού περατωθεί οριστικά η διαδικασία κληρονομικής διαδοχής. Η προσφυγή έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Οι προσφυγές κατά του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου εξετάζονται από τα πρωτοβάθμια δικαστήρια, στη Φινλανδία, η διαδικασία προσφυγής εισάγεται ενώπιον διοικητικού δικαστηρίου. Η απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου μπορεί να προσβληθεί ενώπιον του

ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου, μόνον εάν το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο επιτρέψει την άσκηση ένδικου μέσου σύμφωνα με τον νόμο περί διοικητικής δικονομίας 586/1996, στη Σουηδία, οι διατάξεις του νόμου περί δικαστικών θεμάτων («Lagen om domstolsärenden») (1996:242) έχουν εφαρμογή στις προσφυγές, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον κανονισμό αριθ. 650/2012,