ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (ΑΤΕΙ) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Πτυχιακή Μελέτη



Σχετικά έγγραφα
econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΞΕΡΟΥ ΚΡΕΜΜΥΔΙΟΥ 1

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΑΓΚΙΝΑΡΑ 1

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΜΕΛΙΤΖΑΝΑΣ 1

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΟΜΑΤΑΣ 1

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (ΑΤΕΙ) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Πτυχιακή Μελέτη.

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΠΙΠΕΡΙΑΣ 1

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΧΛΩΡΟΥ ΣΚΟΡΔΟΥ 1

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΛΑΧΑΝΟΥ ΒΡΥΞΕΛΛΩΝ 1

ΥΠΑΙΘΡΙΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΠΙΠΕΡΙΑΣ. Δημήτρης Σάββας Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Εργαστήριο Κηπευτικών Καλλιεργειών

ΑΓΚΙΝΑΡΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ & ΟΠΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΕΧΘΡΩΝ - ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ

Αρωματικά Φυτά στην Κουζίνα

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΡΑΠΑΝΙΟΥ 1

ΑΡΧΕΣ ΛΙΠΑΝΣΗΣ ΑΜΠΕΛΩΝΑ

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΜΕΛΙΤΖΑΝΑΣ 1

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΠΑΝΤΖΑΡΙΟΥ 1

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΠΡΑΣΟΥ 1

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΡΑΔΙΚΙΟΥ 1

ΚΑΣΤΑΝΙΑ. Καταγωγή: Μ. Ασία Βοτανική ταξινόμηση:

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ ΕΔΑΦΟΥΣ ΑΡΔΕΥΣΗ

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ. Θεματική Ενότητα: Διαχείριση λίπανσης Εφαρμογή τεχνικών ορθολογικής λίπανσης ελαιοκαλλιέργειας

ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΒΟΤΑΝΙΚΗ - ΖΙΖΑΝΙΟΛΟΓΙΑ

Εγκατάσταση και διαχείριση των Φυτειών Δασικών Ειδών Μικρού Περίτροπου Χρόνου

Ολοκληρωμένη διαχείριση ζιζανίων

ΑΚΤΙΝΙ ΙΟ ΑΚΤΙΝΙ ΙΑ - ΠΕΤΡΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ. Καταγωγή: Κίνα. Βοτανική ταξινόµηση: Οικ.: Actinidiaceae Actinidia chinensis var. hispida τύπου hispida L.

Εδαφολογικές και καλλιεργητικές ανάγκες της Κάνναβης (L. Cannabis Sativa, Cannabaceae)

Α1.Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που ακολουθούν με τη λέξη Σωστό, αν η πρόταση είναι σωστή ή τη λέξη Λάθος, αν η πρόταση είναι λανθασμένη(23 ΜΟΝΑΔΕΣ)

ΟΔΗΓΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 15 (ΟΕ-15) ΑΡΔΕΥΣΗ Κωδικός Έκδοση Έγκριση ΣΟΔ-Λ-ΕΓΧ 1 η /2016 ΟΕΦ-ΕΑΣ ΛΑΚΩΝΙΑΣ ΑΕ ΑΕΣ -ΕΟΠ

Η θρέψη και η λίπανση της βιομηχανικής τομάτας

προϊόντων ένα τρίπτυχο: Ποιότητα Ασφάλεια καταναλωτή Περιβαλλοντική μέριμνα.

ΚΕΡΑΣΙΑ ΚΕΡΑΣΙΑ - ΠΕΤΡΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ. Βοτανικοί Χαρακτήρες Φυλλοβόλο Μεγάλου µεγέθους, βλάστηση ορθόκλαδη. Καταγωγή: Κασπία

Εγκατάσταση, διαχείριση και συγκομιδή Φυτειών Ειδών Μικρού Περίτροπου Χρόνου

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΕΔΑΦΟΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ

ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΒΟΤΑΝΙΚΗ - ΖΙΖΑΝΙΟΛΟΓΙΑ

Τ.Ε.Ι. Ηπείρου Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας Τμήμα Φυτικής Παραγωγής ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο. Εισαγωγικές Έννοιες. Δούμα Δήμητρα Άρτα, 2013

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (Α.Τ.Ε.Ι.) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΘΕΜΑ:

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ Α ΣΙΤΗΡΑ (Χειμερινά, Εαρινά)

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (ΑΤΕΙ) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Πτυχιακή Μελέτη

Ο.Ε.Φ. / Α.Σ. ΤΥΜΠΑΚΙΟΥ

Για Ροδάκινα- Δαμάσκηνα - Βερίκοκα

Παραγωγική Ανθοκομία. Ορτανσία. Εργαστήριο Παραγωγική Ανθοκομία. Γεώργιος Δημόκας. * Καθηγητής Εφαρμογών - Τ.Ε.Ι. Πελοποννήσου

Σιτηρά (Χειμερινά, Εαρινά)

Οικολογικό περιβάλλον της ελιάς Γεωγραφικό πλάτος

Εδαφοκλιματικό Σύστημα και Άμπελος

Ηλίανθος Helianthus annuus Asteraceae ΧΡΗΣΕΙΣ

ΒΥΣΣΙΝΙΑ ΒΥΣΣΙΝΙΑ - ΠΕΤΡΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ. Βοτανικοί Χαρακτήρες Φυλλοβόλο Μικρού µεγέθους, βλάστηση πλαγιόκλαδη. Καταγωγή: Κασπία

ΓΕΩΡΓΙΑ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ ΛΙΠΑΝΣΗ ΚΑΛΛΕΙΕΡΓΕΙΩΝ

Οι Ανάγκες των Καλλιεργειών σε Νερό

Γενικά στοιχεία Φυτείες Δασικών Ειδών Μικρού Περίτροπου Χρόνου για παραγωγή βιομάζας & θερμικές χρήσεις

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (ΑΤΕΙ) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Πτυχιακή Μελέτη.

ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΦΥΤΩΝ 6. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΚΙΛΙΑ

ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΑΚΤΙΝΙΔΙΩΝ

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΜΠΑΜΙΑΣ 1

ΘΡΈΨΗ - ΛΊΠΑΝΣΗ ΤΗΣ ΠΑΤΑΤΑΣ

Η λίπανση της ελιάς μπορεί να εφαρμοστεί είτε με ανόργανα λιπάσματα, είτε με οργανικά υλικά (ζωική κοπριά, κομπόστα ή χλωρή λίπανση).

Η καλλιέργεια του μαρουλιού

ΑΜΥΓ ΑΛΙΑ ΑΜΥΓ ΑΛΙΑ - ΠΕΤΡΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ. Βοτανικοί Χαρακτήρες Φυλλοβόλο Μικρό έως µεγάλο µέγεθος. Καταγωγή: Ασία

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (ΑΤΕΙ) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Πτυχιακή Μελέτη.

Εργαστήριο 8 ΤΕΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΧΑΝΟΚΟΜΙΑΣ

Ολοκληρωµένη Διαχείριση Ζιζανίων Πρόγραµµα LIFE+ HydroSense

Τυπικό έδαφος (πηλώδες) μισοί πόροι αέρα άλλοι μισοί νερό. Νερό επηρεάζει χημική και φυσική συμπεριφορά Μέσο διάλυσης και μεταφοράς θρεπτικών

Βιολογική Γεωργία. Χλωρά Λίπανση Φυτά. Θεωρία Βιολογική Γεωργία. Γεώργιος Δημόκας. * Καθηγητής Εφαρμογών - Τ.Ε.Ι. Πελοποννήσου 12 / 10 / 2015

Η υγρασία του εδάφους επηρεάζει τους οικολογικούς παράγοντες:

ΒΕΡΙΚΟΚΙΑ ΒΕΡΙΚΟΚΙΑ - ΠΕΤΡΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ. Βοτανικοί Χαρακτήρες Φυλλοβόλο Μετρίου έως µεγάλου µεγέθους, βλάστηση πλαγιόκλαδη

ΣΥΚΙΑ ΣΥΚΙΑ - ΠΕΤΡΟΣ ΡΟΥΣΣΟΣ

Τρόπος Δράσης. Ιδιότητες. Κυριότερα Πλεονεκτήματα

Αικ. Καρυώτη 1.2. & Ν. Γ. Δαναλάτος 1

Αμειψισπορά Αλληλουχία

ΡΟΥΣΣΟΣ ΠΕΤΡΟΣ. Άρδευση

Πόσο λίπασμα θα ρίξουμε;

Ενεργειακές καλλιέργειες και προστασία εδάφους από διάβρωση.

Τίτλος Διάλεξης: Ο ρόλος του ανταγωνισμού των θρεπτικών στοιχείωνστηνανάπτυξηκαιτην. Χ. Λύκας

Πατάτες Ποιότητα 3 Να έχουν χαμηλό ποσοστό νιτρικών αλάτων (που ως γνωστό είναι βλαβερά για την υγεία των νεαρών ατόμων) και να μην έχουν υπολείμματα

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ

Newsletter ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ CONDENSE: ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙΝΟΤΟΜΩΝ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΚΟΠΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΣΙΓΑΡΟ ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ

ΣΥΚΙΑ. Γραμματικός Διονύσιος, Γεωπόνος, Msc Τμήμα Αμπέλου & Ξ. Κ. Δ/νση ΠΑΠ Δενδροκηπευτικής

ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΤΡΟΦΙΜΑ βιολογικά τρόφιμα Ως προς τη θρεπτική αξία των τροφίμων

Η διαχρονική αξία της ελιάς για την Ελλάδα. Σταύρος Βέμμος Αναπληρωτής Καθηγητής Διευθυντής Εργαστηρίου Δενδροκομίας Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών

econteplusproject Organic.Edunet Χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση econtentplus programme ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΜΕΛΙΤΖΑΝΑΣ 1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο Γεωργία και εξέλιξή της. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο Ταξινόμηση, ανατομία και μορφολογία. των φυτών μεγάλης καλλιέργειας

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (ΑΤΕΙ) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Πτυχιακή Μελέτη

ΥΠΑΙΘΡΙΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΟΜΑΤΑΣ

Έδαφος. Οι ιδιότητες και η σημασία του

Πείραμα κατεργασιών εδάφους για παραγωγή βιομάζας

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2007

ΓΕΝΙΚΗ ΛΑΧΑΝΟΚΟΜΙΑ. Ενότητα 7 η : Εγκατάσταση Καλλιέργειας. ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Διδάσκοντες: Τμήμα: Δ. ΣΑΒΒΑΣ, Χ. ΠΑΣΣΑΜ

Υποστρώματα λαχανικών Χρήση υποστρωμάτων:

Παραγωγική Ανθοκομία. Γυψοφίλη. Εργαστήριο Παραγωγική Ανθοκομία. Γεώργιος Δημόκας. * Καθηγητής Εφαρμογών - Τ.Ε.Ι. Πελοποννήσου

Παραγωγή λαχανικών στην αυλή του σχολείου - Πρακτικές συμβουλές

Τύποι Φυτών. Ετήσια Διετή Πολυετή. Ποώδη. Ξυλώδη

ΑΖΩΤΟΥΧΟΣ ΛΙΠΑΝΣΗ ΚΑΙ ΟΡΘΗ ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ. Δρ. Γιάννης Ασημακόπουλος Πρώην Καθηγητής Γεωπονικού Παν/μίου Αθηνών

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ (ΟΜΑ Α Β ) ΚΑΙ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΙ ΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ

Γράφει: Αθηνά Μωραΐτη Χατζηθάνου, Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, M.Sc.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Διαθέσιμο νερό στα φυτά ASM = FC PWP

Η αχλαδιά αφού φυτευτεί στο χωράφι κλαδεύεται στα 70εκ-120εκ από το έδαφος. Έκτοτε αφήνουμε το δέντρο να αναπτυχθεί μέχρι την αρχή του 3 ου

Newsletter THE CONDENSE MANAGING SYSTEM: PRODUCTION OF NOVEL FERTILIZERS FROM MANURE AND OLIVE MILL WASTEWATER ΑΓΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΟΚΙΜΕΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Τύποι Φυτών. Ετήσια Διετή Πολυετή. Ποώδη. Ξυλώδη

Υποστρώματα σποράς λαχανικών

Transcript:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (ΑΤΕΙ) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Πτυχιακή Μελέτη Θέμα: Επίδραση της λίπανσης στη συγκέντρωση ανόργανων θρεπτικών στοιχείων στα φύλλα του σταμναγκαθιού (Cichorium spinosum). της σπουδάστριας ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑΣ Καλαμάτα 2011

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (ΑΤΕΙ) ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Πτυχιακή Μελέτη Θέμα: Επίδραση της λίπανσης στη συγκέντρωση ανόργανων θρεπτικών στοιχείων στα φύλλα του σταμναγκαθιού (Cichorium spinosum). της σπουδάστριας ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑΣ Επιβλέπων καθηγητής: Αλεξόπουλος Αλέξιος Καλαμάτα 2011

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 1 ΠΕΡΙΛΗΨΗ...2 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1...3 1. ΤΟ ΣΤΑΜΝΑΓΚΑΘΙ...3 1.1 ΒΟΤΑΝΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ...3 1.1.1 Η Οικογένεια Asteraceae...3 1.1.2 Το γένος Cichorium...4 1.1.3 Βοτανικά χαρακτηριστικά...6 1.2 ΚΑΤΑΓΩΓΗ- ΙΣΤΟΡΙΚΟ...6 1.3 ΧΗΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΑΞΙΑ... 7 1.4. ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ...10 1.4.1 Κλίμα... 11 1.4.2 Έδαφος... 12 1.5 ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ... 13 1.6. ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ...14 1.6.1 Προετοιμασία εδάφους... 14 1.6.2 Λίπανση... 15 1.6.3 Εγκατάσταση φυτείας... 16 1.6.3.1 Τρόπος και πυκνότητα φύτευσης...16 1.6.3.2 Εποχή φύτευσης...17 1.6.4 Αραίωμα... 17 1.6.5 Σκάλισμα... 18 1.6.6 Έλεγχος των ζιζανίων... 18 1.6.7 Άρδευση... 19 1.6.8 Συγκομιδή...20 1.6.9 Συντήρηση...21 1.6.10 Ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά... 21 1.6.11 Σποροπαραγωγή...22 1.6.12 Εχθροί και ασθένειες...23 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2...25 2.1 Η ΛΙΠΑΝΣΗ ΤΟΥ ΣΤ ΑΜΝ ΑΓΚΑΘΙΟΥ... 25 2.2 Η ΛΙΠΑΝΣΗ ΑΛΛΩΝ ΦΥΛΛΩΔΩΝ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ASTERACEAE...25 2.2.1 Ραδίκι (Cichorium intybus)...25 2.2.2 Αντίδι (Cichorium endivia)... 26 2.2.3 Μαρούλι (Lactuca sativa)...26 2.3 ΑΖΩΤΟ...27 2.3.1 Ο ρόλος του αζώτου... 27 2.3.2 Πρόσληψη και συσσώρευση αζώτου... 27 2.3.3 Αλληλεπιδράσεις του αζώτου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία... 28 2.3.4 Τροφοπενία αζώτου...29 2.4 ΦΩΣΦΟΡΟΣ... 29 2.4.1 Ο ρόλος του φωσφόρου... 29 2.4.2 Πρόσληψη και συσσώρευση του φωσφόρου... 30 2.4.3 Αλληλεπιδράσεις φωσφόρου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία... 30 2.4.4 Τροφοπενία φωσφόρου... 31 2.5 ΚΑΛΙΟ...31

2.5.1 Ο ρόλος του καλίου...31 2.5.2 Πρόσληψη και συσσώρευση καλίου...32 2.5.3 Αλληλεπιδράσεις καλίου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία...32 2.5.4 Τροφοπενία καλίου...33 2.6 ΑΣΒΕΣΤΙΟ...34 2.6.1 Ο ρόλος του ασβεστίου...34 2.6.2 Πρόσληψη και συσσώρευση ασβεστίου...34 2.6.3 Αλληλεπιδράσεις ασβεστίου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία... 35 2.6.4 Τροφοπενίες ασβεστίου...35 2.7 ΜΑΓΝΗΣΙΟ...35 2.7.1 Ο ρόλος του μαγνησίου...35 2.7.2 Πρόσληψη και μεταφορά του μαγνησίου...36 2.7.3 Αλληλεπιδράσεις του μαγνησίου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία.. 36 2.7.4 Τροφοπενία μαγνησίου...36 2.8 ΘΕΙΟ...37 2.8.1 Ρόλος του θείου...37 2.8.2 Αλληλεπιδράσεις του θείου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία... 37 2.8.3 Τροφοπενία θείου...37 2.9 ΣΙΔΗΡΟΣ...37 2.9.1 Ο ρόλος του σιδήρου...37 2.9.2 Πρόσληψη και συσσώρευση του σιδήρου... 38 2.9.3 Αλληλεπιδράσεις του σιδήρου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία... 38 2.9.4 Τροφοπενία σιδήρου...39 2.10 ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΣ...39 2.10.1 Ο ρόλος του ψευδαργύρου...39 2.10.2 Πρόσληψη, μετακίνηση και συσσώρευση ψευδαργύρου...40 2.10.3 Αλληλεπιδράσεις του ψευδαργύρου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία 40 2.10.4 Τροφοπενία ψευδαργύρου...40 2.11 ΜΑΓΓΑΝΙΟ...41 2.11.1 Ο ρόλος του μαγγανίου...41 2.11.2 Πρόσληψη, μετακίνηση και συσσώρευση μαγγανίου...41 2.11.3 Αλληλεπιδράσεις του μαγγανίου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία 41 2.11.4 Τροφοπενία μαγγανίου...42 2.12 ΧΑΛΚΟΣ...42 2.12.1 Ο ρόλος του χαλκού...42 2.12.2 Πρόσληψη, μετακίνηση και συσσώρευση του χαλκού...42 2.12.3 Αλληλεπιδράσεις του χαλκού με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία... 43 2.12.4 Τροφοπενία χαλκού...43 2.13 ΜΟΛΥΒΔΑΙΝΙΟ...43 2.13.1 Ο ρόλος του μολυβδαινίου... 43 2.13.2 Πρόσληψη, μετακίνηση και συσσώρευση του μολυβδαινίου... 43 2.13.3 Αλληλεπιδράσεις μολυβδαινίου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία. 43 2.13.4 Τροφοπενία μολυβδαινίου... 44 2.14 ΒΟΡΙΟ... 44 2.14.1 Ο ρόλος του βορίου...44 2.14.2 Πρόσληψη, μετακίνηση και συσσώρευση του βορίου... 44 2.14.3 Αλληλεπιδράσεις βορίου με άλλα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία... 44 2.14.4 Τροφοπενία βορίου... 44 2.15 ΧΛΩΡΙΟ... 45

2.15.1 Ο ρόλος του χλωρίου...45 2.16 ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ... 45 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3...46 3.1 ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ...46 3.2 ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ... 47 3.2.1 Καλλιεργητικές εργασίες... 48 3.2.2 Λήψη φυτικών δειγμάτων και προετοιμασία για τις χημικές αναλύσεις.. 48 3.3 ΧΗΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ...48 3.3.1 Προετοιμασία των δειγμάτων για τον προσδιορισμό των ανόργανων θρεπτικών στοιχείων (εκτός από άζωτο) με τη μέθοδο αποτέφρωσης των φυτικών ιστών...48 3.3.2 Προσδιορισμός του φωσφόρου...49 3.3.3 Προσδιορισμός αζώτου...50 3.3.4 Προσδιορισμός ιχνοστοιχείων και λοιπών μακροστοιχείων... 53 3.4 ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ...53 4. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ...54 4.1 ΝΩΠΟ ΒΑΡΟΣ ΦΥΛΛΩΝ...54 4.2 ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΦΥΛΛΩΝ ΣΕ ΞΗΡΑ ΟΥΣΙΑ... 55 4.3 ΝΩΠΟ ΒΑΡΟΣ ΡΙΖΑΣ...56 4.4 ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΡΙΖΑΣ ΣΕ ΞΗΡΑ ΟΥΣΙΑ... 57 4.5 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΑΖΩΤΟΥ ΣΤΑ ΦΥΛΛΑ...57 4.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΦΩΣΦΟΡΟΥ ΣΤΑ ΦΥΛΛΑ...58 4.7 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΚΑΛΙΟΥ ΣΤΑ ΦΥΛΛΑ...59 4.8 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΜΑΓΝΗΣΙΟΥ ΣΤΑ ΦΥΛΛΑ...60 4.9 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ ΣΤΑ ΦΥΛΛΑ... 61 4.10 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΥ ΣΤΑ ΦΥΛΛΑ...62 4.11 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΜΑΓΓΑΝΙΟΥ ΣΤΑ ΦΥΛΛΑ...63 4.12 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΙΔΗΡΟΥ ΣΤΑ ΦΥΛΛΑ... 64 4.13 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΦΩΣΦΟΡΟΥ ΣΤΗ ΡΙΖΑ... 65 4.14 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΚΑΛΙΟΥ ΣΤΗ ΡΙΖΑ...66 4.15 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΜΑΓΝΗΣΙΟΥ ΣΤΗ ΡΙΖΑ... 67 4.16 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ ΣΤΗ ΡΙΖΑ... 68 4.17 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΥ ΣΤΗ ΡΙΖΑ...69 4.18 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΜΑΓΓΑΝΙΟΥ ΣΤΗ ΡΙΖΑ...70 4.19 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΣΙΔΗΡΟΥ ΣΤΗ ΡΙΖΑ...71 5 ΣΥΖΗΤΗΣΗ...72 5.1 ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΛΙΠΑΝΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΦΥΓΩΝ... 72 5.1.1 Νωπό και ξηρό βάρος φύλλων...72 5.1.2 Νωπό και ξηρό βάρος ρίζας...72 5.2. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΛΙΠΑΝΣΗΣ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΩΝ ΘΡΕΠΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΣΤΑ ΦΥΛΛΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΡΙΖΑ...73 5.2.1 Συγκέντρωση του αζώτου στα φύλλα... 73 5.2.2 Συγκέντρωση φωσφόρου στα φύλλα και στη ρίζα... 74 5.2.3 Συγκέντρωση καλίου στα φύλλα και στη ρίζα... 74 5.2.4 Συγκέντρωση μαγνησίου στα φύλλα και στη ρίζα...75 5.2.5 Συγκέντρωση ασβεστίου στα φύλλα και στη ρίζα...75 5.2.6 Συγκέντρωση ψευδαργύρου στα φύλλα και στη ρίζα... 76 5.2.7 Συγκέντρωση μαγγανίου στα φύλλα και στη ρίζα... 76 5.2.8 Συγκέντρωση σιδήρου στα φύλλα και στη ρίζα... 77 5.3 ΤΕΛΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ...77

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε την περίοδο 2010-2011 στο Γεωργίας και στο Εργαστήριο Εδαφολογίας του τμήματος Φυτικής Παραγωγής του Α.Τ.Ε.Ι. Καλαμάτας. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον εισηγητή μου κ. Αλεξόπουλο Αλέξη, Επίκουρο Καθηγητή Τμήματος Φυτικής Παραγωγής του Α.Τ.Ε.Ι. Καλαμάτας για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε και την τιμή που μου έκανε να μου αναθέσει τη συγκεκριμένη μελέτη, καθώς και για τη βοήθειά του σε όλα τα στάδια διεκπεραίωσης αυτής. Τέλος, ένα μεγάλο ευχαριστώ οφείλω στην κα. Κορίκη Αντωνία (Ειδικό Τεχνικό Προσωπικό του Εργαστηρίου Εδαφολογίας), η οποία ήταν πάντα παρούσα επί της ουσίας και με βοήθησε αδιάκοπα με τις πολύτιμες συμβουλές της κατά τη διάρκεια διεξαγωγής του πειράματος και ιδιαίτερα των αναλύσεων. 1

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα μελέτη αφορά στην επίδραση της λίπανσης στην παραγωγή και στη συγκέντρωση ανόργανων θρεπτικών στοιχείων στα φύλλα και στη ρίζα του σταμναγκαθιού και πραγματοποιήθηκε στο ΑΤΕΙ Καλαμάτας το 2009. Έγινε σπορά την 15 Μαρτίου 2009 και μεταφύτευση σε ατομικές θέσεις με υπόστρωμα εμπλουτισμένη τύρφη την 14 Απριλίου 2009 δηλ. 30 ημέρες μετά τη σπορά, όταν τα φυτά είχαν φύλλα 3-4 πραγματικά φύλλα. Η μεταφύτευση στην τελική θέση έγινε την 14 Μάΐου 2009, δηλ. 60 ημέρες μετά τη σπορά. Η συγκομιδή έγινε την 19 Ιουνίου 2009, δηλ. 35 ημέρες μετά τη μεταφύτευση (ή 95 ημέρες μετά τη σπορά) με κριτήριο την έναρξη της εμφάνισης αγκαθιού. Η καλλιέργεια των φυτών έγινε σε φυτοδοχεία όγκου 5 L με υπόστρωμα κοσκινισμένο έδαφος από το αγρόκτημα του ΑΤΕΙΚ. Το πείραμα περιλάμβανε 12 μεταχειρίσεις-επεμβάσεις με 7 επαναλήψεις (ένα φυτό ανά επανάληψη). Οι μεταχειρίσεις αφορούσαν στην προσθήκη διαφορετικών επιπέδων αζώτου (0-0,15-0,30-0,45 g ανά kg εδάφους) σε τρεις διαφορετικούς συνδυασμούς επιπέδων φωσφόρου και καλίου (0-0, 0.15-0,15 και 0,3-0,3 g ανά kg εδάφους). Από τα αποτελέσματα αυτής της εργασίας παρατηρήθηκε ότι η καλύτερη μεταχείριση για την επίτευξη υψηλής παραγωγής είναι αυτή κατά την οποία προστίθενται 150 ppm αζώτου, 300 ppm φωσφόρου και 300 ppm καλίου. Από τη μελέτη της συγκέντρωσης των ανόργανων θρεπτικών στοιχείων στα φύλλα και στη ρίζα των φυτών παρατηρήθηκε ότι παρά τις διαφορές που υπήρχαν, η συγκέντρωση του φωσφόρου στα φύλλα του φυτού συνδέεται περισσότερο με την επίτευξη υψηλής παραγωγής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 1. ΤΟ ΣΤΑΜΝΑΓΚΑΘΙ 1.1 ΒΟΤΑΝΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ Το σταμναγκάθι σύμφωνα με τη συστηματική βοτανική (Στεφανάκη- Νικηφοράκη, 1999) ταξινομείται ως εξής: Class: Magnoliophida Order: Asterales Family: Asteraceae Genus: Cichorium Species: spinosum 1.1.1. Η Οικογένεια Asteraceae Η οικογένεια Asteraceae είναι μια από τις μεγαλύτερες φυτικές οικογένειες και περιλαμβάνει περισσότερα από 1500 γένη. Σε αυτά τα γένη ανήκουν 23.000 περίπου γνωστά φυτικά είδη τα οποία ταξινομούνται σε 3 μεγάλες υποοικογένειες. Οι υποοικογένειες αυτές είναι: Asteroidae, Cichorioideae, και Barnadesioideae. Οι πληροφορίες που χρησιμοποιούνται για την ταξινόμηση των φυτών είναι κυρίως χαρακτηριστικά που συνδέονται με την ανατομία, μορφολογία, εμβρυολογία κ.α. (Bremer et al., 1994). Έτσι η οικογένεια Asteraceae περιλαμβάνει ετήσια φυτά, θάμνους, μερικά δένδρα και πολυετείς πόες. Η νεύρωση των φύλλων στα φυτά, η διάταξή τους, το σχήμα τους και η ύπαρξη ακάνθων ποικίλει μεταξύ των ειδών της οικογένειας. Η δε διάκριση σε επίπεδο γένους και είδους μπορεί να προέρχεται από πληροφορίες που προέρχονται ακόμη και από διαφορές των τριχών όπως για παράδειγμα εάν είναι μονοκύτταρες ή πολυκύτταρες, με διακλαδώσεις ή χωρίς και εάν είναι αστεροειδείς ή αδενώδεις (Μωραΐτης, 2008). Τα κεφάλια είναι συνήθως διατεταγμένα σε κορύμβους και φόβες ή είναι μονήρη και περιγράφονται ως στάχεις παρά ως κόρυμβοι εάν έχουν αναπτυχθεί σε σταχυώδη διάταξη. Σε περίπτωση που έχουν πραγματικά γλωσσοειδή ανθίδια περιγράφονται ως ακτινωτά, ενώ τα δισκοειδή έχουν μορφολογικά όμοια μη 3

ακτινωτά ανθίδια σε όλο το κεφάλιο. Τα ομόγαμα κεφάλια περιέχουν τέλεια, γόνιμα και ερμαφρόδιτα ανθίδια ενώ τα ετερόγαμα περιέχουν μόνο θηλυκά και ερμαφρόδιτα ανθίδια. Τα ανθίδια διακρίνονται ανάλογα με τη μορφολογία τους σε ακτινόμορφα και ζυγόμορφα. Η νεύρωση της στεφάνης και ο βαθμός λόβωσης των ανθιδίων έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς διαφέρει μεταξύ των υποοικογενειών (Cichorioideae: βαθιές λοβώσεις) (Μωραΐτης, 2008). Οι στήμονες διαρρηγνύονται στο εσωτερικό του άνθους και συνενώνονται σχηματίζοντας ένα σωλήνα ή σχηματίζουν ελεύθερα νήματα. Οι ανθήρες σε κάποια γένη φέρουν προεκβολές ενώ άλλοι έχουν και απολήξεις και κάτι τέτοιο έχει ιδιαίτερη σημασία στην ταξινόμηση της οικογένειας. Ο χρωματισμός των ανθήρων ποικίλει και έχουν σχεδόν πάντα στείρα κορυφαία προσαρτήματα (Μωραΐτης, 2008). Ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό είναι η μορφολογία των στύλων και σχετίζεται άμεσα με τη μορφή της γύρης την οποία επιδέχεται. Τα χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν τους στύλους είναι κυρίως το πάχος, ο βαθμός διακλάδωσης, η ευρύτητα και η διάταξη των τριχών στην περιοχή του στίγματος (Μωραΐτης, 2008). Τα φυτικά είδη της οικογένειας Asteraceae έχουν καρπούς μονόσπερμους και ξηρούς και συνήθως ονομάζονται αχαίνεια (σπάνια Cyperales) και η μορφολογία τους συμβάλει στον προσδιορισμό των γενών και των ειδών. Επειδή ο κάλυκας απουσιάζει, σε κάποια γένη υπάρχει πάππος ο οποίος αποτελεί ιδιαίτερο ταξινομικό όργανο (Μωραΐτης, 2008). 1.1.2 Το γένος Cichorium Το γένος Cichorium περιλαμβάνει 6 είδη τα οποία εντοπίζονται στη Νοτιοδυτική Ασία, Μεσόγειο, Β. Αφρική, Ευρώπη (Bremer et al., 1994). Τα είδη αυτά είναι: C. intybus, C. endivia, C. pumilum, C. calvum και C. bottae. To C. bottae είναι το πλέον αποκλείνον είδος βάση των φυλογενετικών και μοριακών αναλύσεων, ενώ το C. intybus και C. spinosum ιδιαίτερα, αλλά και τα C. endivia, C. pumilum και C. calvum αποτελούν ένα στενότερο σύμπλεγμα. Η οριοθέτηση των δύο ειδών C. spinosum και C. intybus προκύπτει από τη μελέτη των μορφολογικών χαρακτήρων. Σύμφωνα με τους Gemeinholzer and Bachmann (2005) ένας αδιαμφισβήτητος μορφολογικός χαρακτήρας για το C. spinosum είναι οι κοντοί, έντονα διακλαδισμένοι βλαστοί, που φύονται οι ταξιανθίες με ακανθώδη μορφή στα άκρα. Επίσης ένα σαφώς διαφοροποιημένο χαρακτηριστικό για τα δύο είδη αποτελεί 4

ο αριθμός των ανθιδίων ανά κεφάλιο, με συνέπεια στο C. intybus να συναντιόνται συνήθως 8-19 ανθίδια ανά κεφάλιο και στο C. spinosum 5-6 ανθίδια ανά κεφάλιο (Kiers et al.. 2000). Στο είδος C. spinosum (Kiers et al., 2000) το σχήμα των φύλλων, των καρπών και των τριχών εμφανίζει πολλές φορές ποικιλομορφία ανάλογα με τις συνθήκες του περιβάλλοντος και του κλίματος. Σύμφωνα με συγκριτική μελέτη η οποία διεξήχθη κάτω από διαφορετικές συνθήκες περιβάλλοντος και διαφορετικούς τύπους εδάφους αποκαλύφθηκε υψηλή περιβαλλοντική πολυδιαστατικότητα για τους παραπάνω χαρακτήρες που μελετώνται. Οι διάφορες μοριακές μέθοδοι (ITS, AFLPs, microsatellites) αποτυγχάνουν, να δείξουν μια ουσιαστική διάκριση ανάμεσα στα δύο είδη (Gemeinholzer and Bachmann, 2005) σε αντίθεση με τους μορφολογικούς χαρακτήρες που τα οριοθετούν. Η διαφοροποίηση ανάμεσα σε αυτά τα δύο είδη προφανώς και δεν οφείλεται σε ανιχνεύσιμη γενετική διαφοροποίηση ολόκληρου του γονιδιώματος αλλά σε μεταλλάξεις ελάχιστων θέσεων στα γονίδια των χρωμοσωμάτων που επηρεάζουν τους διαγνωστικούς χαρακτήρες. Οι Vermeulen et al. (1994) σαν συνέπεια αυτών πρότειναν το χαρακτηρισμό για το C. spinosum ως οικότυπο (ecotype). Προχώρησαν λοιπόν σε επιτυχημένες διασταυρώσεις για να υποστηρίξουν τον ισχυρισμό αυτό ανάμεσα στο C. intybus και C. spinosum δημιουργώντας μόνιμους απογόνους, όπως είχε κάνει ήδη και ο Bannerot (αδημοσίευτα στοιχεία). Στη φύση όμως αναπτύσσονται διαχωρισμένοι πληθυσμοί των δύο ειδών όσον αφορά στη μορφολογία ακόμη και σε αποστάσεις ελάχιστων μέτρων. Επίσης οι απόγονοι που προέρχονται από τους σπόρους αυτών των πληθυσμών, εμφανίζουν διακριτά τα κληρονομούμενα μορφολογικά χαρακτηριστικά, αποδεικνύοντας έτσι το διαχωρισμό των δύο ειδών. Για τον προσδιορισμό των φυτικών ειδών χρησιμοποιούνται περισσότεροι από ένας χαρακτήρες και συνεπώς η μελέτη απομόνωσης χημικών μεταβολιτών στα είδη του γένους Cichorium είναι πολύ πιθανό να παρουσιάζει μεγάλη χημειοταξινομική σημασία (Michalska and Kisiel, 2007). 5

1.1.3 Βοτανικά χαρακτηριστικά Το είδος Cichorium spinosum είναι πολυετής θάμνος, το ύψος του φτάνει τα 15-40 cm και είναι βαθιά διακλαδισμένος. Αποτελείται από λείους βλαστούς, επίσης διακλαδισμένους, οι οποίοι φέρουν επιμήκεις αυλακώσεις,το ανώτατο τμήμα των οποίων είναι ακανθώδες, αμβλύ και χωρίς φύλλα. Τις περισσότερες φορές τα φύλλα βρίσκονται στη βάση των βλαστών, με μήκος 3-15 cm. τα κατώτερα λυροειδώς πτεροσχιδή ή κολπωτά, οδοντωτά με έναν αμβλύ επιμήκη δελτοειδή τελικό λοβό. Τους πλευρικούς λοβούς συνήθως τους συναντάμε οδοντωτούς ή ακέραιους. Η βάση των φύλλων αποτελείται από έναν μικρό καλυμμένο μίσχο και είναι λεία. Τα κεφάλια είναι γενικά μονήρη, πλευρικά στη μασχάλη των βλαστών και σπάνια είναι καταληκτικά. Το περίβλημά του χαρακτηρίζεται υποκυλινδρικό και τα εξωτερικά φυλλάρια έχουν σχήμα ωοειδές/ελλειψοειδές, μήκος 2,5-4 mm, πλάτος περίπου 2 mm, είναι λεία, με μια άχρωμη αναδιπλωμένη μεσαία ζώνη και ένα οξύ/υποξύ περιθώριο. Το μήκος των εσωτερικών φυλλαρίων φτάνει τα 8-9 mm, και πλάτος 2-2,5 mm, είναι επιμήκη, διευρυμένα ή λυγισμένα, λεία, με κορυφή που αριθμεί 5 εγκοπές. Τα νήματα έχουν μήκος 0,5 mm, και είναι λεία. Οι ανθήρες έχουν μήκος και πλάτος 0,3 mm, περίπου με στρογγυλευμένα τα κορυφαία προσαρτήματα. Ο στύλος έχει μήκος 8-9 mm, περίπου και στο άνω του μισό του τμήμα είναι χνουδωτός. Ο καρπός αχαίνιο επιμήκης λογχοειδές, με μήκος 2-2,5 mm και πλάτος 1,2-1.5 mm με κορυφή αποκομμένη σε σχήμα σταυρού. Το χρώμα του καρπού είναι ωχρό καφέ και κατά μήκος είναι ασαφώς πτυχωτός/ραβδωτός. Ο πάππος είναι επιμήκης, ανομοιογενώς οδοντωτός περί τα 0,3 mm με λέπια (Καββάδας, 1956; Meikle, 1985; Bremer et al., 1994). 1.2 ΚΑΤΑΓΩΓΗ- ΙΣΤΟΡΙΚΟ Όπως μας πληροφορεί ο Διοσκουρίδης το σταμναγκάθι αποτελούσε φάρμακο για τους Αρχαίους ενώ και στη σημερινή εποχή έχει μεγάλη σημασία και ιδιαίτερα στην περιοχή της Κρήτης όπου το καταναλώνουν βρασμένο ή και ωμό. Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση η ονομασία του σταμναγκαθιού (spiny chicory) οφείλεται σε μια παλιά συνήθεια των Κρητικών οι οποίοι χρησιμοποιώντας τους αγκαθωτούς βλαστούς του φυτού κάλυπταν τα στόμια των σταμνών έτσι ώστε 6

να μην επιτρέπουν την είσοδο ζωυφίων εντός του νερού. Μια άλλη παραλλαγή του ονόματος του είναι το γιαλαράδικο, δηλαδή ραδίκι του γιαλού λόγω του ότι αυτοφύεται σε παραθαλάσσιες περιοχές ενώ του έχουν αποδοθεί και άλλες ονομασίες όπως : ραδικοστοιβίδα ή ραδικοστοιβιά, αλιφός, αλιφόνι (Καββάδας, 1956). Επίσης το σταμναγκάθι ως ενδημικό των παραμεσόγειων περιοχών έχει βρεθεί από τα Δυτικά στις Βαλεαρίδες νήσους-ισπανία, ως Ανατολικά στην Κύπρο (Meikle, 1985). Η παρουσία του σταμναγκαθιού στην Κύπρο προκύπτει από την μαρτυρία του Sibthorp για καταγραφή του Cichorium spinosum από επίσκεψη του στο νησί της Κύπρου το 1987 (Walter and Mabberley, 1999). Μαρτυρίες υπάρχουν και για την ύπαρξη του φυτού στη Σικελία της Ιταλίας (Michalska and Kisiel, 2007). Το σταμναγκάθι στη χώρα μας απαντά κυρίως στην Κρήτη (Ηράκλειο, Χανιά, Ρέθυμνο, Λασίθι, Σφακιά, Τυμπάκι), στις Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα, τη Δυτική Στερεά και Πελοπόννησο (Καββάδας, 1956; Polium, 1997). 1.3 ΧΗΜΙΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΑΞΙΑ Σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει σε διάφορα είδη αυτοφυών φυτών όπως το σταμναγκάθι, βρέθηκε ότι υπάρχουν ουσίες οι οποίες προκαλούν ενδιαφέρον και για περαιτέρω μελέτη του φυτού αλλά και βιταμίνες, αντιοξειδωτικά, ιχνοστοιχεία, πολυφαινόλες και λιπαρά οξέα. Τα χημικά συστατικά που έχουν εντοπιστεί στο σταμναγκάθι αναφέρονται παρακάτω (Vardavas et al., 2006). Στο C. spinosum η συγκέντρωση των λιπαρών οξέων,των μετάλλων, των αντιοξειδωτικών ουσιών και άλλων ουσιών μπορεί να ποικίλει σε σχέση με το στάδιο ανάπτυξης του φυτού και τις περιβαλλοντικές συνθήκες που επικρατούν. Μεγάλο ενδιαφέρον προκαλεί ο εντοπισμός εκείνου του βλαστικού σταδίου όπου η διατροφική αξία γίνεται μέγιστη όταν το φυτό καλλιεργείται για εμπορική χρήση. Λιπαρά οξέα. Το α-λινολεϊκό οξύ βρίσκεται σε μεγαλύτερη συγκέντρωση (ALA, C18:3co-3) με μέγιστη τιμή 44.44 mg/100g νωπού βάρους στο βλαστικό στάδιο των 50 ημερών από τη φύτευση. Αυτή η συγκέντρωση του ALA, καθιστά το σταμναγκάθι ένα εξαιρετικό διαιτητικό προϊόν, καθώς οι ευεργετικές ιδιότητες των ω-3 έχουν μελετηθεί και δρα ως ρυθμιστής α) της πηκτικότητας του αίματος, β) του μεταβολισμού του αραχιδονικού οξέος, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει στη μείωση της αρτηριακής πίεσης και του κινδύνου εμφάνισης στεφανιαίας νόσου (Simopoulos, 7

2004). Επίσης, το λινολεϊκό οξύ (LA,C18:2 ω-6) εντοπίζεται σε συγκέντρωση 47,46 mg/100g νωπού βάρους. Φυλλοκικόνη (Βιταμίνη ΚΙ). Η φυλλοκικόνη υπάρχει σε συγκέντρωση 240mg/100g νωπού βάρους. Η συνιστώμενη ημερήσια δόση (recommended Dietary Intake, ROI) για τη βιταμίνη ΚΙ σημειώνεται πως είναι 90-120 mg και επομένως φαίνεται ότι το σταμναγκάθι μπορεί επαρκώς να καλύψει τη συνιστώμενη ποσότητα. (Fairfield and Fletcher, 2002). Βιταμίνη C (L - ασκορβικό οξύ). Βρίσκεται σε συγκέντρωση 27mg/100g νωπού βάρους προϊόντος. FI βιταμίνη C ενδυναμώνει το ανοσοποιητικό σύστημα ενισχύοντας τον πολλαπλασιασμό των Τ-κυττάρων, έχει ισχυρή αντιοξειδωτική δράση και προστατεύει από την οξείδωση της LDL (Campbell et al., 1999; Akhilender, 2003). Σύμφωνα με τους Zeghichi et al. (2003) παρατηρείται αύξηση του ασκορβικού οξέος στα φύλλα του φυτού από τα 17,58 mg/100g νωπού βάρους στις 30 ημέρες μετά τη φύτευση στα 36,58 mg/100g νωπού βάρους στο βλαστικό στάδιο των 5 ημερών μετά τη φύτευση. Γλουταθειόνη. Η συγκέντρωση της γλουταθειόνης στα φύλλα βρίσκεται στα 8,22 mg/100g νωπού βάρους ενώ στις 60 ημέρες μετά τη φύτευση φτάνει στα 13,77 mg/100g νωπού βάρους. Πρωτεΐνες. Η περιεκτικότητα του φυτού σε πρωτεΐνες εμφανίζεται στις 60 ημέρες μετά τη φύτευσή του με τιμή 385,5 mg/100g νωπού βάρους. Λουτεϊνη. Η λουτείνη εντοπίζεται σε συγκέντρωση 1160 mg/100g νωπού βάρους. Λειτουργεί σαν φίλτρο στο μάτι προστατεύοντας το από την UV ακτινοβολία (Aires-Rodrigues and Shao, 2004), έχει ισχυρή αντιοξειδωτική δράση και δρα ως προστατευτικός παράγοντας εναντίον του καρκίνου του δέρματος (Stahl and Sies, 2002; Lee et al., 2004). β-καροτένιο. Η συγκέντρωση του είναι 595 mg/loog νωπού βάρους. Το β- καροτένιο έχει ισχυρή αντιοξειδωτική δράση ως πρόδρομη ουσία της βιταμίνης Α και σε υψηλές συγκεντρώσεις στον ανθρώπινο οργανισμό δείχνει ότι μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου (Jha et al., 1995). Πάντως οι Zeghichi et al. (2003) αναφέρουν ότι το β-καροτένιο που βρίσκεται στους ιστούς του φυτού φαίνεται να παρουσιάζει σχετικά σταθερή συγκέντρωση μεταξύ των 30 και 60 ημερών μετά τη φύτευση η οποία κυμαίνεται στα 2,24 και 2,66 mg/100g νωπού βάρους, αντίστοιχα. 8

Τοκοφερόλες. Η συγκέντρωση της α-τοκοφερόλης εντοπίζεται στα 1,23 mg/100 νωπού βάρους και η συγκέντρωση της γ-τοκοφερόλης κυμαίνεται στα 0.83 mg/100g νωπού βάρους. Σύμφωνα πάντως με τους Zeghichi et al. (2003) η α- τοκοφερόλη βρίσκεται στους χλωροπλάστες και κυμαίνεται στα 4,30mg/100g νωπού βάρους αλλά η μέγιστη συγκέντρωση μπορεί να φτάσει στα 9,78 mg/100g νωπού βάρους στις 40 ημέρες μετά τη φύτευση. Πολυφαινόλες. Στο σταμναγκάθι οι πολυφαινόλες που εντοπίζονται ανέρχονται συνολικά στα 132 mg/100g νωπού βάρους. Έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες και είναι γνωστές για τη δράση τους εναντίον των ελεύθερων ριζών (Velioglu et al., 1998; Chu et al., 2000). Oí Zeghichi et al. (2003) αναφέρουν ότι οι φαινόλες εκφρασμένες σε mg κακεχίνης ανά 100 g νωπού βάρους έχουν τιμή 16,31 στις 30 ημέρες από τη φύτευση, ενώ η μέγιστη συγκέντρωση παρατηρείται στις 50 ημέρες με τιμή 20,31 mg/100 g νωπού βάρους. Σύμφωνα με τη μελέτη του φυτικού εκχυλίσματος έχει ταυτοποιηθεί ένας αριθμός τριτερπενιών (Melliou et al., 2003). Στο γένος Chichorium υπάρχει μόνο μια αναφορά (Rees and Harbone, 1985) για απομόνωση τριτερπενιών από το είδος Chichorium intybus, παρόλα αυτά όμως το εκχύλισμα από το C. spinosum περιλαμβάνει τριτερπένιο και φυτοστερόλες. Μεταξύ αυτών η λουπενόλη, η ταραξοστερόλη, οι εστέρες τους καθώς και οι κετονικές τους μορφές. Σύμφωνα με τη μέθοδο της χρωματογραφίας λεπτής στοιβάδας (TLC) εντοπίζονται μικρές ποσότητες φαινολικών ενώσεων και ο διαχωρισμός αυτών οδηγεί στην παραλαβή της φαινόλης που βρίσκεται σε μεγαλύτερη ποσότητα, της μεθυλ-εστερ-ενεεικοσυλ-2- μεθυλορεσορκινόλης, στην οποία αντιστοιχεί η εμπειρική ονομασία κιχωριόλη Β. Το μόριο της κιχωριόλης Β. με μοριακό τύπο C29H52O2, αποτελείται από έναν αρωματικό δακτύλιο υποκατεστημένο από μια υδροξυλική ομάδα, μια μεθυλομάδα και μια μη διακλαδισμένη αλειφατική αλυσίδα με 21 άτομα C. Οι άλλες τρεις αλκυλορεσορκινόλες που παραλαμβάνονται φέρουν το όνομα κιχωριόλη A, C, D, και λόγω της μικρής τους συγκέντρωσης δεν είναι δυνατόν να διαχωριστούν. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το C. intybus αποτελεί έναν εκπρόσωπο φυσικής πηγής αλκυλορεσορκινόλης. Σε αυτή την ομάδα έχουν βρεθεί φυσικά παράγωγα σε 11 οικογένειες των ανώτερων φυτών και εντός της οικογένειας Asteraceae απαντά σε 4 είδη (Kozubac et al., 1985). Η βιολογική δράση των αλκυλορεσορκινολών έχει πολλαπλές ιδιότητες. Οι κυριότερες είναι αντιμικροβιακές, αντιφλεγμονώδεις, αντιοξειδωτικές και αντιπαρασιτικές. 9

Με το διαχωρισμό του φυτικού εκχυλίσματος απομονώνονται 2 σεσκιτερπενικές λακτόνες, η λακτουκοπικρίνη και η διυδρολακτουκοπικρίνη. Η πρώτη έχει επίσης εντοπιστεί στο γένος C. intybus και C. endivia. Η δεύτερη έχει μοριακό τύπο C23H24O7 και αποτελεί μια νέα ένωση, με μεγάλη στερεοχημική συγγένεια με την ένωση που έχει ήδη βρεθεί στο C. intybus. Μεγάλη σημασία έχει το γεγονός ότι στο φυτικό εκχύλισμα που προέρχεται από υπέργεια μέρη του C. spinosum που συγκομίστηκαν από την περιοχή της Σικελίας (Garden of Medical Plants, Polish Academy of Sciences, voucher speciem: No 219/03) παραλαμβάνονται διαφορετικά παράγωγα σεσκιτερπενικών λακτόνων. Οι ουσίες αυτές είναι η λακτουκίνη, η λευκοδίνη και η τανακετίνη (Michalska and Kisiel, 2007). Επιπροσθέτως αναφέρεται η απομόνωση 2 μη ισοπρενοειδών ουσιών: βενζυλο-β-γλυκοπυρνοζίδη και 3-υδροξυ-1 -(4-υδροξυ-3-μεθοξυφαινύλ)-1- προπανόνη. Στην ίδια έρευνα μελετήθηκε η ομάδα των κουμαρινών και mo συγκεκριμένα αναφέρεται ο προσδιορισμός 4 ουσιών, της ουμπελιφερόνης, της σκοπολετίνης, της εσκουλετίνης και της κιχωριίνης. Σύμφωνα με αυτά τα δεδομένα το C. spinosum χαρακτηρίζεται από περιορισμένη παρουσία λακτονών (2 ή 4 παράγωγα) σε αντιδιαστολή με το C. intybus το οποίο περιέχει 11 παράγωγα (Kisiel and Zielinska, 2001). Το συμπέρασμα λοιπόν είναι πως η σύσταση και η συγκέντρωση των δευτερογενών μεταβολιτών του σταμναγκαθιού καθορίζεται από γενετικούς παράγοντες και περιβαλλοντικές συνθήκες. Οι διαφοροποιήσεις που υπάρχουν στη συγκέντρωση των λακτονών του ίδιου φυτικού είδους όταν αυτό αναπτύσσεται σε διαφορετικές περιοχές φαίνεται να σχετίζονται άμεσα με την ύπαρξη διαφορετικών εδαφοκλιματικών παραγόντων (Foster et al., 2006). Έχουν αναφερθεί διαφορές στη συγκέντρωση των λακτονών κατά μήκος της καλλιεργητικής περιόδου για το C. intybus από τους Rees and Harbone (1985). 1.4. ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ Το σταμναγκάθι αναπτύσσεται στη ζώνη της Μεσογειακής λεκάνης και οι άριστες συνθήκες ανάπτυξής του μπορούν να προσδιοριστούν από τις συνθήκες που επικρατούν στις περιοχές που παρουσιάζει μεγάλη προσαρμοστικότητά. Οι mo σημαντικοί παράγοντες είναι η ηλιοφάνεια, η κατανομή της βροχόπτωσης, το μήκος της ημέρας αλλά και οι θερμοκρασίες που επικρατούν κατά τη διάρκεια της 10

βλαστικής περιόδου, η δυνατότητα άρδευσης και οι περιβαλλοντικές συνθήκες κατά τη διάρκεια ανάπτυξης και συγκομιδής (Μωραΐτης, 2008). 1.4.1. Κλίμα Η ζώνη ανάπτυξης του σταμναγκαθιού εκτείνεται προς βορρά μέχρι 40 Ν και προς νότο μέχρι 34 Ν (link: www.davesgarden.gr). Η συνήθης διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου του σταμναγκαθιού κυμαίνεται στις 100-130 ημέρες και κατά την περίοδο αυτή θα πρέπει να επικρατούν σχετικά ήπιες θερμοκρασίες. Το σταμναγκάθι αν και θεωρείται φυτό ψυχρής εποχής, αναπτύσσεται καλύτερα σε περιοχές με ήπιους χειμώνες, απαλλαγμένους από παγετούς. Έτσι, το φυτό αναπτύσσεται σε θερμοκρασίες μέτριες έως σχετικά χαμηλές. Το σταμναγκάθι αναπτύσσεται στις νοτιότερες περιοχές της χώρας μας και εκεί οι βροχοπτώσεις δεν υπερβαίνουν εύκολα τα 450-500 mm. Η ιδιαίτερη μορφολογία των φύλλων του φυτού παίζει σημαντικό ρόλο στην προσαρμογή του σε χαμηλά επίπεδα υγρασίας και σε συνδυασμό με η μικρή φυλλική επιφάνεια του φυτού ευνοεί το χαμηλό ρυθμό διαπνοής (Μωραΐτης, 2008). Επίσης, στη μείωση της διαπνοής και επομένως στην εξοικονόμηση υγρασίας συμβάλλει και η παρουσία αγκαθιών (σε αυτά οφείλεται και η ονομασία του) που αναπτύσσονται μετά την ολοκλήρωση της βλαστικής ανάπτυξης του φυτού. Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό του φυτού που επιτρέπει την αντοχή του σε συνθήκες έλλειψης υγρασίας είναι το πλούσιο ριζικό σύστημα του, το οποίο μπορεί να αναπτυχθεί σε σχετικά μεγάλο βάθος. Το σταμναγκάθι κατά τους καλοκαιρινούς μήνες αναστέλλει κάθε βλαστική δραστηριότητα αλλά πρέπει να επισημανθεί ότι σε εντατικές ετήσιες καλλιέργειες η άρδευση αποτελεί καλλιεργητική επέμβαση που συμβάλλει στην αύξηση των αποδόσεων. Πάντως η υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία κατά την περίοδο της άνοιξης, λειτουργεί ευεργετικά για τα αυτοφυή φυτά γιατί την περίοδο αυτή περιορίζονται οι βροχοπτώσεις και το φυτό μπορεί να λάβει υγρασία, ιδιαίτερα κατά τις νυχτερινές ώρες, μέσω των στοματίων. Όταν η ατμοσφαιρική υγρασία είναι υψηλότερη παράγονται μεγαλύτερα κύτταρα και άρα μεγαλύτερα φύλλα με περισσότερο ανοιχτό χρωματισμό, ενώ αντίθετα σε συνθήκες όπου η ατμοσφαιρική υγρασία είναι χαμηλή 11

τα φύλλα γίνονται πιο χονδρά, σκουρόχρωμα και πλουσιότερα σε διάφορα συστατικά όπως για παράδειγμα χλωροφύλλη, φαινόλες, τερπένια (Μωρα'ΐτης, 2008). Η ηλιοφάνεια, δηλαδή η ένταση και η διάρκεια του φωτός συμβάλλουν στην ανάπτυξη του φυτού, παρόλο που τα αυτοφυή φυτά είναι ανεκτά ως ένα βαθμό στις ημισκιαζόμενες θέσεις. Το καλλιεργούμενο σταμναγκάθι παρουσιάζει όρθια ανάπτυξη με φύλλα μεγαλύτερου μήκους και ανοικτότερου χρωματισμού, όταν ανταγωνίζεται άλλα φυτά σε φως, λόγω της μεγαλύτερης πυκνότητας φυτών. Ένας από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες που επηρεάζει αρνητικά το σταμναγκάθι είναι ο άνεμος. Αν και η οριζόντια ροδακώδης ανάπτυξη του σταμναγκαθιού μειώνει την αρνητική επίδραση του ανέμου, ωστόσο η πνοή του ανέμου αυξάνει τη διαπνοή του φυτού και αποξηραίνει τόσο το έδαφος όσο και τα φυτά. Ανάλογα με την έντασή των ανέμων και με δεδομένο ότι τα αυτοφυή φυτά σταμναγκαθιού αναπτύσσονται σε παράκτιες ζώνες, οι άνεμοι μπορεί να προκαλέσουν μηχανικές ζημιές όπως τραυματισμό ή και σπάσιμο φύλλων, λόγω της τριβής των φύλλων με τα αγκάθια που έχει το φυτό, ή ακόμη να μεταφέρουν σταγονίδια θαλασσινού νερού. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, το σταμναγκάθι δεν προσβάλλεται από ένα ευρύ φάσμα, κοινών για πολλές καλλιέργειες, παθογόνων και αυτό διότι η επίδραση του ανέμου στη μεταφορά τέτοιων παθογόνων θεωρείται αμελητέα (Μωράΐτης, 2008). Η χαλαζόπτωση είναι ιδιαίτερα επιζήμια καθώς το εμπορεύσιμο τμήμα του σταμναγκαθιού είναι τα φύλλα του. Οι ζημιές που προκαλεί το χαλάζι εξαρτώνται από το μέγεθος, την ένταση, τη διάρκεια και το στάδιο ανάπτυξης των φυτών. Η καταστροφή στα νεαρά φυτά μπορεί να είναι ολική (Μωράΐτης, 2008). 1.4.2. Έδαφος Το σταμναγκάθι μπορεί να καλλιεργηθεί σε ποικιλία εδαφών. Τα μέσης μηχανικής σύστασης, πλούσια σε οργανική ουσία και μέσης γονιμότητας είναι τα πλέον κατάλληλα εδάφη. Τα εδάφη για να διευκολύνουν την ανάπτυξη και ριζικού συστήματος, θα πρέπει να έχουν επαρκές βάθος, καθόσον το σταμναγκάθι είναι βαθύρριζο φυτό. Το ρη του εδάφους πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ των τιμών 6,6 και 7,5. Εδάφη με ρη 6,1 έως 6,5 χαρακτηρίζονται ως ελαφρώς όξινα για την καλλιέργεια του φυτού ενώ τιμές ρη 7,6 ως 7,8 αντίστοιχα, χαρακτηρίζουν το έδαφος ως αλκαλικό (www.daresgarden.com). 12

Εδάφη πολύ υγρά και συνεκτικά με περιορισμένη στράγγιση πρέπει να αποφεύγονται. Επειδή όμως το σταμναγκάθι αυτοφύεται σε παραθαλάσσιες περιοχές, άρα σε αλατούχα και αμμώδη εδάφη, πρέπει να επισημάνουμε πως η καλλιέργειά του θα μπορούσε να είναι επατυχής και σε περιοχές με εδάφη ελαφρώς αμμώδη, αλατούχα με μέτρια υδατοϊκανότητα, όπου η καλλιέργεια κάποιου άλλου φυτικού είδους είναι πιθανό να ήταν οικονομικά ασύμφορη ή απαγορευτική (Μωραΐτης, 2008). 1.5 ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ Το σταμναγκάθι συνήθως πολλαπλασιάζεται με σπόρο αλλά υπάρχει και η δυνατότητα πολλαπλασιασμού του με ξηρόφυτα. Η προσπάθεια για παραγωγή φυτών από βλαστητικά ή αναπαραγωγικά όργανα του φυτού, καθώς και για in vitro πολλαπλασιασμό θα μπορούσε να αποτελέσει την έναρξη ενός νέου ερευνητικού ενδιαφέροντος. Με σπόρο: Η χρήση σπόρου για πολλαπλασιασμό του σταμναγκαθιού, δηλαδή ο εγγενής τρόπος, αποτελεί την πιο κοινή μέθοδο. Τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι η ευκολία παραγωγής νέων φυτών καθώς και η δυνατότητα παραλαβής μεγάλου αριθμού φυταρίων, από το σπόρο ενός μητρικού φυτού. Με άιρόφυτα: Ε[ τεχνική πολλαπλασιασμού του σταμναγκαθιού με ξηρόφυτα χρησιμοποιείται σπάνια. Αποτελεί έναν αγενή τρόπο πολλαπλασιασμού και στηρίζεται στην ικανότητα που έχει το φυτό να βλαστάνει από οφθαλμούς που έχει στην περιοχή του λαιμού ύστερα από τις πρώτες φθινοπωρινές βροχές ή και μετά από πότισμα. Το υπόγειο μέρος παραμένει ζωντανό και οι οφθαλμοί στο λαιμό είναι σε λήθαργο, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες που το φυτό δεν βρίσκεται σε δραστηριότητα, δηλαδή τα φύλλα και τα ανθικά στελέχη είναι ξερά. Κατά το τέλος της περιόδου αυτής μέχρι τις αρχές του φθινοπώρου, το φυτό απομακρύνεται από το έδαφος μαζί με το ριζικό του σύστημα. Στη συνέχεια ακολουθεί τεμαχισμός της περιοχής του λαιμού, και από κάθε τεμάχιο λαμβάνονται 2-3 οφθαλμοί καθώς επίσης και επαρκές μέρος του ριζικού συστήματος. Όταν φτάσουμε σε αυτό το σημείο μπορούμε να αφαιρέσουμε το υπέργειο πάνω απ το λαιμό τμήμα του φυτού. Αυτό γίνεται γιατί το μέρος αυτό του φυτού δεν είναι ζωντανό και επειδή αργότερα η παρουσία του μπορεί να μας δυσκολέψει στην εφαρμογή των καλλιεργητικών 13

φροντίδων. Τα τεμάχια αυτά φυτεύονται και στη συνέχεια ακολουθεί πότισμα. Σε εδάφη με παρουσία παθογόνων καλό είναι να προηγείται απολύμανση πριν τη φύτευση (Μωραΐτης, 2008). Μια άλλη επιτυχής μέθοδος είναι η αφύπνιση των ξηροφύτων που πραγματοποιείται με τη στρωμάτωση αυτών για κάποιες μέρες σε μίγμα άμμου - τύρφης. Σημαντική προϋπόθεση για την εφαρμογή αυτής της μεθόδου πολλαπλασιασμού του σταμναγκαθιού είναι να έχει αποφασιστεί η εγκατάλειψη της παλαιάς φυτείας. 1.6. ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ Ιδιαίτερη σημασία για το σταμναγκάθι έχει η επιλογή της κατάλληλης καλλιεργητικής τεχνικής. Η εντατικοποίηση της καλλιέργειας, η οποία αποσκοπεί κυρίως στη μεγιστοποίηση των αποδόσεων, ενδέχεται να οδηγήσει στη μη ορθολογική χρήση χημικών λιπασμάτων, ή ακόμα και μηχανημάτων βαρέως τύπου, παράγοντες που προκαλούν μεγάλη και άσκοπη αύξηση του κόστους καλλιέργειας. Έτσι λοιπόν κρίνεται αναγκαίος ο προσδιορισμός της ισορροπίας μεταξύ των εισροών της καλλιέργειας με έμφαση στην εφαρμογή των επιβεβλημένων καλλιεργητικών φροντίδων, οι οποίες θα οδηγήσουν σε μια αειφορική καλλιέργεια του φυτού, λόγω της μείωσης των εισροών. Δίνεται λοιπόν η δυνατότητα στην καλλιέργεια του σταμναγκαθιού να μπορεί να ενταχθεί σε μια ολοκληρωμένη διαχείριση παραγωγής ή ακόμα και στην εφαρμογή βιολογικής καλλιέργειας, σύμφωνα με την επιλογή των ενεργειών που θα εναρμονίζονται με τις παραπάνω αρχές (Ακουμιανάκης, 2007). 1.6.1. Προετοιμασία εδάφους Διαγείρισυ φυτικών υπολειμμάτων: Όταν πρόκειται για ετήσια καλλιέργεια, τα φυτικά υπολείμματα της προηγούμενης καλλιέργειας ενσωματώνονται στο έδαφος. Λόγω των ξηροθερμικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα μας, η αποσύνθεση της οργανικής ουσίας προχωρά με ταχύ ρυθμό και έτσι το φυτικό υλικό που ενσωματώνεται στο έδαφος συνεισφέρει στη διατήρηση της οργανικής ουσίας. Ο τεμαχισμός των υπολειμμάτων διευκολύνει την ενσωμάτωση 14

(με δισκοσβάρνα ή στελεχοκόπτη) και στη συνέχεια διευκολύνει και τη σπορά (Μωραΐτης, 2008). Κατεργασία του εδάφοικ: Επειδή η τεχνική αυτή είναι αρκετά δαπανηρή, θα πρέπει να στηρίζεται σε ουσιαστικούς λόγους που να δικαιολογούν τα αυξημένα έξοδα. Η υπεδαφοκαλλιέργεια συνίσταται να γίνεται κάθε 4-5 χρόνια και ενδεικτικά στα μέσης σύστασης και ιδιαίτερα στα συνεκτικά και βαριά εδάφη. Η μέθοδος αποσκοπεί στη χαλάρωση του συμπιεσμένου στρώματος εδάφους από το βάρος των μηχανημάτων και τη συσσώρευση αλάτων. Η κύρια μηχανική κατεργασία του εδάφους για την προετοιμασία του χωραφιού είναι το όργωμα. Το φθινοπωρινό όργωμα θεωρείται το καλύτερο από άποψη χρόνου εκτέλεσης, λόγω της κατάλληλης ποσότητας υγρασίας που βρίσκεται στο έδαφος. Το βάθος στο οποίο πραγματοποιείται το όργωμα καλό είναι να μην ξεπερνάει τα 25-30 έτη και με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η καταστροφή των ζιζανίων και των αποθησαυριστικών τους οργάνων. Η προετοιμασία της σποροκλίνης έχει ιδιαίτερη σημασία για την καλλιέργεια του σταμναγκαθιού και απαιτεί το ψιλοχωμάτισμα του επιφανειακού στρώματος του εδάφους που θα δεχθεί το σπόρο, ο οποίος έχει μικρό μέγεθος. Τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνται είναι φρέζες διαφόρων ειδών (Μωραΐτης, 2008). 1.6.2 Λίπανση Για την καλή ανάπτυξη των φυτών και για την εγκατάσταση της φυτείας κρίνεται αναγκαία η προσθήκη ανόργανων χημικών λιπασμάτων και οργανικής ουσίας. Για τον προσδιορισμό της κατάλληλης ποσότητας θρεπτικών στοιχείων που πρέπει να προστεθούν στο έδαφος λαμβάνονται υπ' όψη τα χαρακτηριστικά του εδάφους, οι απαιτήσεις του φυτού ανάλογα το στάδιο ανάπτυξης, το κλίμα, η μορφή και το κόστος λιπασμάτων. Ο προσδιορισμός της διαθεσιμότητας των διάφορων λιπαντικών στοιχείων του εδάφους, η εδαφική ανάλυση ή η εφαρμογή της φυλλοδιαγνωστικής με περαιτέρω εύρεση της συγκέντρωσης του κάθε λιπαντικού στοιχείου που θα πρέπει να περιέχεται στα φύλλα είναι ο πλέον ασφαλής τρόπος προσδιορισμού της ποσότητας λιπάσματος που πρέπει να προστεθεί. Κοπριά, φώσφορος, κάλιο και ένα μέρος του αζώτου (σε αμμωνιακή μορφή) προστίθενται κατά τη βασική λίπανση στο έδαφος, ενώ το υπόλοιπο άζωτο δίδεται 15

αργότερα (νιτρική μορφή), κατά την περίοδο ανάπτυξης των φυτών με τη μορφή επιφανειακής λίπανσης. Η βασική λίπανση εφαρμόζεται σε όλη την επιφάνεια του εδάφους, και η ενσωμάτωσή της γίνεται με το όργωμα. Το σταμναγκάθι δεν θεωρείται απαιτητικό σε θρεπτικά στοιχεία, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση του ραδικιού. 1.6.3. Εγκατάσταση φυτείας Πριν από τη σπορά θα πρέπει να γίνει κατεργασία του εδάφους, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, και να ενσωματωθούν τα λιπάσματα που χρησιμοποιούνται για τη βασική λίπανση. 1.6.3.1. Τρόπος και πυκνότητα φύτευσης Υπάρχουν δύο διαφορετικές τεχνικές με τις οποίες μπορεί να πραγματοποιηθεί η εγκατάσταση νέας καλλιέργειας σταμναγκαθιού με σπόρο. Η πρώτη, η οποία είναι και η πιο συνηθισμένη, αφορά στην εγκατάσταση φυτείας σταμναγκαθιού για ετήσια καλλιέργεια. Ο σπόρος σπέρνεται (σε περίπτωση που αυτός δεν έχει εξαχθεί από την ταξικαρπία τότε σπέρνεται ολόκληρη η ταξικαρπία) πεταχτά με το χέρι σε όλη την επιφάνεια του χωραφιού, με ιδιαίτερη προσοχή, ώστε η σπορά να έχει ομοιόμορφο χαρακτήρα και έτσι να μην υπάρχουν περιοχές με πολύ πυκνή φύτευση, ενώ άλλες να παρουσιάζουν κενά. Στη συνέχεια ακολουθεί η κάλυψη του σπόρου σε βάθος που να μην υπερβαίνει το ένα εκατοστό. Ένα λάθος που πολύ συχνά παρατηρείται είναι να γίνεται σπορά σε μεγαλύτερο βάθος όταν το έδαφος είναι υγρό (Μωράΐτης, 2008). Η δεύτερη τεχνική αφορά στην εγκατάσταση φυτείας σταμναγκαθιού, η οποία προορίζεται για πολυετή καλλιέργεια. Ο στόχος είναι η συγκομιδή των ροζετών, χωρίς να αφαιρεθεί το ριζικό σύστημα και ο λαιμός του σταμναγκαθιού, έτσι ώστε την επόμενη καλλιεργητική περίοδο οι οφθαλμοί του λαιμού να δώσουν νέες ροζέτες. Με την παραγωγή νέων φυταρίων σταμναγκαθιού σε φυτώρια ξεκινάει η διαδικασία. Αρχικά εγκαθίσταται ο σπόρος σε παλέτες σποράς τοποθετώντας δύο σπόρους σε κάθε θέση. Αργότερα γίνεται η μεταφύτευση των φυτών στις οριστικές θέσεις στον αγρό όταν έχουν φτάσει στο στάδιο των 9-12 πραγματικών φύλλων. Οι αποστάσεις μεταξύ των φυτών κυμαίνονται στα 30-50 οιτι μεταξύ των γραμμών και 16

συνήθως 20-30 αη επί της γραμμής και εξαρτώνται από τον τύπο του εδάφους και τη δυνατότητα χρησιμοποίησης μηχανικών μέσων (Μωραΐτης, 2008). Ι.6.3.2. Εποχή φύτευσης Ο σπόρος του σταμναγκαθιού συγκομίζεται συνήθως από τα μέσα μέχρι και το τέλος του καλοκαιριού και στη συνέχεια σπέρνεται κατά τις αρχές με μέσα φθινοπώρου όπου ακολουθεί η προετοιμασία του εδάφους για τη σπορά ύστερα από τις πρώτες βροχοπτώσεις. Στη χώρα μας λοιπόν σύμφωνα με τις επικρατούσες συνθήκες η σπορά του σταμναγκαθιού γίνεται κατά το μήνα Οκτώβριο, όταν το χωράφι βρίσκεται στο επιθυμητό επίπεδο υγρασίας (Μωραΐτης, 2008). Πάντως η σπορά μπορεί να γίνει και αργότερα μέχρι και τον Ιανουάριο - Μάρτιο. 1,6.4. Αραίωμα Αραίωμα γίνεται μόνο σε ετήσιες καλλιέργειες σταμναγκαθιού όταν η φυτεία παρουσιάζει ανομοιομορφία στην πυκνότητα των φυτών κυρίως λόγω διαφοροποιήσεων στο φύτρωμα. Έτσι, σε σημεία που η πυκνότητα των φυτών είναι μεγάλη απαιτείται αραίωση προκειμένου να μειώσουμε τον ανταγωνισμό μεταξύ των φυτών και έτσι αυτά να αποκτήσουν την οριζόντια επιθυμητή ανάπτυξη. Όταν πραγματοποιείται αραίωμα κατά τα πρώτα στάδια ανάπτυξης του φυτού, δηλαδή στα 4-6 πραγματικά φύλλα (και φυσικά μετά από την παρέλευση ορισμένων κινδύνων απώλειας φυτών όπως είναι οι σηψιρριζίες και καταστροφές από έντομα εδάφους), τότε αφ ενός μεν υπάρχει το μειονέκτημα της αφαίρεσης μικρού μεγέθους φυτών και της μη δυνατότητας εμπορίας τους και αφ ετέρου προκύπτει το πλεονέκτημα ότι ο ανταγωνισμός μειώνεται δραστικά, καθώς δεν κλονίζεται η ρίζα του φυτού που θα παραμείνει από την αφαίρεση των υπολοίπων (Μωραΐτης, 2008). Σε περίπτωση που η εφαρμογή του αραιώματος εφαρμοστεί σε πιο προχωρημένο βλαστικό στάδιο των φυτών, προκύπτει σε αντιστοιχία με την πρώτη περίπτωση το πλεονέκτημα, πως τα φυτά που αφαιρέθηκαν έχουν αποκτήσει μεγαλύτερο μέγεθος και ενδείκνυνται για εμπορία. Ο αυξημένος ανταγωνισμός από την άλλη δεν δίδει στα φυτά τη δυνατότητα για ανάπτυξη μεγαλύτερων ροζετών και 17

σε οριζόντια ανάπτυξη. Ακόμα, υπάρχει κίνδυνος κλονισμού της ρίζας του φυτού, το οποίο είναι σε μικρή απόσταση από αυτό που απομακρύνεται (Μωράίτης, 2008). 1.6.5. Σκάλισμα Με το σκάλισμα αναμοχλεύεται και ψιλοχωματίζεται το επιφανειακό στρώμα της επιφάνειας του αγρού και ο σκοπός του είναι: 1) η καταστροφή των ζιζανίων που φύτρωσαν μετά τη σπορά, 2) ο αερισμός του εδάφους και ειδικότερα ο εμπλουτισμός του με οξυγόνο απαραίτητο για το ριζικό σύστημα. 3) το σπάσιμο της επιφανειακής κρούστας του εδάφους που μπορεί να έχει δημιουργηθεί από την άρδευση ή τη βροχή. Ο χρόνος του σκαλίσματος εξαρτάται από την ανάπτυξη των φυτών, των ζιζανίων, τις βροχοπτώσεις ή την άρδευση του χωραφιού. Στο έδαφος πρέπει να επικρατεί η κατάλληλη υγρασία, διότι η αυξημένη ποσότητα αυτής οδηγεί σε σβόλιασμα του εδάφους. Το πρώτο σκάλισμα έχει ιδιαίτερη σημασία για την ανάπτυξη του φυτού και μάλιστα όσο νωρίτερα γίνεται τα αποτελέσματα είναι πιο εμφανή. Σε φυτείες που επιτρέπεται η άρδευση εφαρμόζονται 2-4 σκαλίσματα στην καλλιεργητική περίοδο. Τα σκαλίσματα γίνονται με δύο τρόπους είτε με μηχανικά σκαλιστήρια όταν οι αποστάσεις των φυτών επιτρέπουν τη λειτουργία τους χωρίς να προκαλούν ζημιές σε αυτά, είτε με το χέρι κυρίως για μονοετής καλλιέργειες, χρησιμοποιώντας τα διαφόρων τύπων σκαλιστήρια. Η χρήση μηχανικών μέσων για σκάλισμα (φρεζάκια) έχει νόημα για τις πολυετείς καλλιέργειες και μόνο όταν οι αποστάσεις μεταξύ των φυτών υπερβαίνουν τα 50-60 αη. Στις καλλιέργειες αυτές λοιπόν είναι δυνατόν να γίνει ένα ελαφρό παράχωμα, το οποίο παρέχει καλύτερη στήριξη στα φυτά, αλλά ταυτόχρονα αυξάνει την αντοχή τους σε ισχυρούς ανέμους (Μωράίτης, 2008). 1.6.6. Έλεγχος των ζιζανίων Τα ζιζάνια αποτελούν ξενιστές εχθρών και ασθενειών και ανταγωνίζονται το σταμναγκάθι για το φως, το νερό και τα θρεπτικά στοιχεία. Εξαιτίας αυτού του ανταγωνισμού το προϊόν υποβαθμίζεται ποιοτικά (όρθια ανάπτυξη ροζετών) και μειώνεται η απόδοση (μικρότερες ροζέτες). Η ανταγωνιστική ικανότητα εξαρτάται 18

από το είδος των ζιζανίων (πλατύφυλλα, αγρωστώδη), τον πληθυσμό τους και την ταχύτητα με την οποία αναπτύσσονται. Ο έλεγχος των ζιζανίων γίνεται με τη λήψη διάφορων μέτρων μεταξύ των οποίων είναι το σκάλισμα που αποτελεί την καλύτερη και ευρύτερα χρησιμοποιούμενη μηχανική μέθοδο καταστροφής των ζιζανίων σε καλλιέργειες σταμναγκαθιού παρόλο που έχει υψηλό κόστος. Η καθαρότητα του σπόρου, δηλαδή η απαλλαγή του από σπόρους άλλων φυτών και ζιζανίων συμπεριλαμβάνεται στα προληπτικά μέτρα. Επίσης, τα βαθιά οργώματα συμβάλλουν στην καταστροφή των υπόγειων πολλαπλασιαστικών οργάνων των ζιζανίων. Ένα ακόμη μέτρο που εφαρμόζεται με μεγάλη επιτυχία είναι η παρέλευση μιας χρονικής περιόδου, μεταξύ των φθινοπωρινών βροχών και του οργώματος για σπορά, ικανής έτσι ώστε η πλειονότητα των σπόρων των ζιζανίων να φυτρώσουν και στη συνέχεια αυτά να καταστραφούν με το όργωμα. Η αμειψισπορά είναι ένα ακόμη μέτρο που μπορεί να εφαρμοστεί για την καταπολέμηση και που χρησιμοποιείται και στη βιολογική καλλιέργεια, αλλά και η χρήση φυσικών ζιζανιοκτόνων και η απολύμανση της οργανικής ουσίας που προστίθεται στο χωράφι για καταστροφή σπόρων ζιζανίων που αυτή περιέχει. Στο σταμναγκάθι δεν χρησιμοποιούνται χημικά ζιζανιοκτόνα, καθώς η καλλιέργεια δεν έχει τύχει ως τώρα ευρείας εφαρμογής και επομένως κανένα χημικό ζιζανιοκτόνο δεν είναι εγκεκριμένο για χρήση σε καλλιέργεια σταμναγκαθιού (Μωραΐτης, 2008). 1.6.7. Αρδευση Η διατήρηση της υγρασίας του εδάφους σε ικανοποιητικά επίπεδα καθ όλη τη διάρκεια ανάπτυξης των φυτών είναι απαραίτητη για την καλή ποιότητα φυτικού προϊόντος. Σε περίπτωση που η εδαφική υγρασία δεν βρίσκεται σε ικανοποιητικά επίπεδα λόγω έλλειψης βροχοπτώσεων, τότε κρίνεται απαραίτητη η άρδευση. Οι απαιτήσεις της καλλιέργειας σε νερό εξαρτώνται κυρίως από τις φυσικές ιδιότητες του εδάφους και τη μηχανική του σύσταση, από τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής, το ύψος της υπόγειας στάθμης του νερού και την τεχνική καλλιέργειας. Η προσωρινή μάρανση των φύλλων το μεσημέρι και η διακοπή ανάπτυξης των νέων φύλλων είναι συμπτώματα έλλειψης νερού. 19

Κατά το στάδιο της υποβοήθησης του φυτρώματος χρειάζεται ιδιαίτερη μέριμνα. Την περίοδο προετοιμασίας των αγρών για σπορά, οι άσκοπες επεμβάσεις και οι περιορισμένες βροχοπτώσεις προκαλούν ξήρανση του επιφανειακού στρώματος εδάφους όπου τοποθετείται ο σπόρος, οπότε δυσκολεύεται το φύτρωμα. Σε τέτοιες περιπτώσεις η άρδευση επιβάλλεται να γίνει για την υποβοήθηση του φυτρώματος. Σε εδάφη όπου που σχηματίζουν εύκολη επιφανειακή κρούστα μετά από την άρδευση, η άρδευση πρέπει να γίνεται πριν τη σπορά. Ο καταιονισμός εφαρμόζεται στις ετήσιες καλλιέργειες. Η χρήση μικρότερων μπεκ κάνουν σωστότερο πότισμα με καλύτερη κατανομή νερού. Σε πολυετείς όμως φυτείες προτιμότερο είναι να εφαρμόζεται άρδευση με σταγόνες. Με το σύστημα στάγδην άρδευσης γίνεται οικονομία στην κατανάλωση νερού και δεν επηρεάζεται από ανέμους σε ανάθεση με τον καταιονισμό. Μάλιστα, η άρδευση των πολυετών καλλιεργειών μπορεί να ξεκινήσει από τέλη καλοκαιριού για την υποβοήθηση της έναρξης της βλάστησης που θα στοχεύει στην πρωιμότητα και την αύξηση της παραγωγής. 1.6.8. Συγκομιδή Η έναρξη, η διάρκεια και η ολοκλήρωση της συγκομιδής καθορίζονται από το επίπεδο ανάπτυξης της φυτείας και από τις επικρατούσες συνθήκες κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου. Η συγκομιδή γίνεται μόλις τα φυτά αποκτήσουν εμπορεύσιμο μέγεθος το οποίο προσδιορίζεται κατά κύριο λόγο από τη διάμετρο των ροζετών και τις απαιτήσεις της αγοράς. Ανάλογα με το είδος της καλλιέργειας σταμναγκαθιού διαφέρει και ο τρόπος συγκομιδής. Στις ετήσιες καλλιέργειες το σταμναγκάθι συγκομίζεται χωρίς να μας ενδιαφέρει το ριζικό του σύστημα οπότε και αυτό καταστρέφεται. Εφόσον οι ροζέτες αποκτήσουν το επιθυμητό μέγεθος, τότε αυτές εκριζώνονται. Τα φυτά της καλλιέργειας συλλέγονται σε 3-5 συγκομιδές και γίνεται με το χέρι. Κατά τη διενέργεια κάθε συγκομιδής, τα φυτά μεγαλύτερου μεγέθους και πυκνότερης φύτευσης είναι αυτά που συγκομίζονται προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα καλύτερης ανάπτυξης στα μικρότερα εναπομείναντα φυτά της καλλιέργειας. Στις περιοχές όπου καλλιεργείται το σταμναγκάθι, η συγκομιδή γίνεται 3-6 μήνες μετά τη σπορά, ανάλογα με το βαθμό εντατικοποίησης της καλλιέργειας, την εποχή της καλλιέργειας αλλά και τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες. 20

Όταν πρόκειται για πολυετείς καλλιέργειες, η συγκομιδή γίνεται με συλλογή μόνο των ροζετών, προσέχοντας έτσι ώστε το ριζικό σύστημα του φυτού και ο λαιμός να παραμείνουν ανέπαφα, προκειμένου να δώσουν νέες ροζέτες την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. Οι ροζέτες συλλέγονται με τη βοήθεια διαφόρων ειδών εργαλείων κοπής, μεριμνώντας και εδώ πάλι να συγκομισθούν οι μεγαλύτερες ροζέτες, ώστε να αναπτυχθούν οι μικρότερες. Σε αντιστοιχία με τα παραπάνω, η συλλογή γίνεται με το χέρι σε 3-5 συγκομιδές. Είναι απαραίτητο κατά τη διάρκεια της συγκομιδής να αφαιρούνται από τις ροζέτες τα κιτρινισμένα φύλλα, για να θεωρείται το προϊόν καλής ποιότητας. Η απομάκρυνση των ξένων υλών γίνεται με πλύσιμο με νερό (χώμα, πέτρες) (Μωραΐτης, 2008). 1.6.9. Συντήρηση Λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε νερό το σταμναγκάθι, όπως και άλλα φυλλώδη λαχανικά, δεν μπορεί να διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, ιδιαίτερα σε συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας. Έτσι για τη διατήρησή του για μεγάλο χρονικό διάστημα ενδείκνυται η εφαρμογή: α) χαμηλών θερμοκρασιών ως ένα συγκεκριμένο όριο με στόχο τη μείωση του ρυθμού μεταβολισμού και β) υψηλής σχετικής υγρασίας στο περιβάλλον αποθήκευσης για μείωση του ρυθμού απώλειας νερού. Οι συνθήκες συντήρησης μοιάζουν με αυτές του ραδικιού και είναι θερμοκρασία κοντά στους θ 0 και υψηλή σχετική υγρασία 90-95%. Το μήκος της αποθηκευτικής περιόδου κάτω από αυτές τις συνθήκες διατήρησης είναι περίπου δύο εβδομάδες. Σε πιο υψηλές θερμοκρασίες και σε χαμηλότερα επίπεδα σχετικής υγρασίας παρουσιάζεται απώλεια θρεπτικής αξίας και άλλες δυσάρεστες μεταβολές αλλά και γρήγορη μάρανση με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας του προϊόντος. 1.6.10. Ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά Το ύψος των αποδόσεων κυμαίνεται από 800-1500 ]< ανά στρέμμα ανάλογα με την εφαρμοζόμενη καλλιεργητική τεχνική, την εποχή καλλιέργειας και τις εδαφοκλιματικές συνθήκες. 21

Η οριζόντια ανάπτυξη των ροζετών και η ικανοποιητική διάμετρός τους αναφέρονται στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του φυτού, καθώς οι πολύ μικρές ή οι πολύ μεγάλες ροζέτες φαίνεται να συγκεντρώνουν μειωμένο καταναλωτικό ενδιαφέρον. Επιπλέον, το προϊόν πρέπει να είναι απαλλαγμένο από κιτρινισμένα φύλλα και χώματα, ή ξένες ύλες. Το ριζικό σύστημα των συγκομισμένων φυτών αφαιρείται όλο ή παραμένει ένα μικρό μέρος πάνω σ αυτά. Ένα ποιοτικό χαρακτηριστικό ιδιαίτερης σημασίας για τα φύλλα είναι η τρυφερότητά τους καθώς και η διατήρηση του έντονου πράσινου χρώματός τους. 1.6.11. Σποροπαραγωγή Η σποροπαραγωγή στο σταμναγκάθι περιλαμβάνει μια σειρά πιο απλοποιημένων τεχνικών απ' ότι αυτές που εφαρμόζονται για την πλειοψηφία των λαχανικών. Αυτό οφείλεται στο ότι στο σταμναγκάθι δεν έχουν παρατηρηθεί διαφορετικές ποικιλίες του ίδιου φυτικού είδους, επομένως παρακάμπτονται εργασίες που γίνονται σε άλλα φυτά όπως, π.χ. απομόνωση της καλλιέργειας και επιλεκτική γονιμοποίηση. Η επιλογή των φυτών που δίνουν σπόρο γίνεται φαινοτυπικά, εφόσον δεν έχουν παρατηρηθεί διαφορετικές ποικιλίες, επιλέγοντας φυτά με την καλύτερη υγιεινή, βλαστική και θρεπτική κατάσταση. Κατά την καλοκαιρινή περίοδο ξεκινάει η διαδικασία σποροπαραγωγής και συγκεκριμένα κατά το τελευταίο δεκαήμερο του Αυγούστου, όταν οι ταξικαρπίες συγκομίζονται από τα ανθικά στελέχη του φυτού. Όταν οι ταξικαρπίες διαχωρίζονται μεταξύ τους μπορεί να χρησιμοποιηθούν για τη σπορά, κάτι που εφαρμόζεται κυρίως στην πράξη. Σύμφωνα με μια άλλη τεχνική η ταξικαρπία διαρρηγνύεται και παραλαμβάνουμε τον καρπό του φυτού, ο οποίος αποτελεί το νέο πολλαπλασιαστικό υλικό. Κατά τη διάρρηξη της ταξικαρπίας με τις διάφορες τεχνικές, υπάρχει κίνδυνος να υπάρξει σπάσιμο του καρπού, γιατί ως τώρα δεν έχει βρεθεί μια μηχανική μέθοδος εξαγωγής του σπόρου του σταμναγκαθιού και οι διάφορες τεχνικές που χρησιμοποιούνται πρέπει να εφαρμόζονται με ιδιαίτερη τεχνική. Η εργώδης με το χέρι διάρρηξη της ταξικαρπίας αποτελεί τον πλέον ασφαλή τρόπο εξαγωγής του ως τώρα. Ο σπόρος θα πρέπει να συγκεντρώνει ορισμένα χαρακτηριστικά. Ένα από αυτά είναι η καθαρότητα του σπόρου, καθώς αυτός πρέπει να είναι απαλλαγμένος από κάθε είδους ξένες ύλες, ή σπόρους άλλων ειδών ή ζιζανίων. Επίσης ο σπόρος θα 22