Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1

Σχετικά έγγραφα
Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/2275(INI)

Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής

9664/19 ΘΚ/μκρ 1 JAI.2

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

15531/10 ΑΚ/γπ 1 DGH 2 B

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/0126(NLE) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο COM(2017) 606 final.

9666/19 ΣΠΚ/μκρ 1 JAI.2

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2119(INI)

***I ΈΚΘΕΣΗ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο A8-0252/

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

(Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2018) 318 final.

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0407(COD) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B8-0477/ σύμφωνα με το άρθρο 197 του Κανονισμού

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

***I ΕΚΘΕΣΗ. EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL A8-0165/

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

15272/18 ΜΙΠ/νκ 1 JAI.2

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Σχέδιο γνωμοδότησης Fulvio Martusciello (PE608.

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2010/0817(COD)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Οι περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζεται η διαδικασία έγκρισης περιγράφεται εξαντλητικά στις Συνθήκες. Κατά βάση είναι οι εξής:

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κατευθυντήριες γραμμές για να αποφασιστεί ποια δικαιοδοσία θα πρέπει να ασκήσει δίωξη

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0297(COD) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2016 (OR. en)

Επιτροπή Νομικών Θεμάτων και η Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

Τροπολογία 1 Anneleen Van Bossuyt εξ ονόματος της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

Δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 19 Νοεμβρίου 2014 (OR. en)

*** ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΣΤΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2018/0318(NLE)

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

16350/12 ΑΓΚ/γπ 1 DG D 2A

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0011(COD) της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΙΙΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ VI ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2010/2076(INI)

8535/09 GA/ag,dch DG H 2

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Co-funded by the European Union

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2014/2006(INI)

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2014/2253(INI)

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2012 (OR. en) 14796/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0078 (NLE) SOC 818 ME 8 COWEB 155

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2117(INI)

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/0068(CNS) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

Γνώμη αριθ. 6/2014. (υποβαλλόμενη δυνάμει του άρθρου 325 ΣΛΕΕ)

Το παρόν έγγραφο αποτελεί απλώς βοήθημα τεκμηρίωσης και τα θεσμικά όργανα δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του

ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΕΠΟΠΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Πρακτικός οδηγός. Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο Σε Αστικές Και Εμπορικές Υποθέσεις

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ. Άρθρο 1. (άρθρο 1 της Οδηγίας) Αντικείμενο της ρύθμισης. Άρθρο 2. (άρθρο 2 της Οδηγίας) Ορισμοί

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

14797/12 IKS/nm DG B4

Συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0027(COD) της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

Αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά µε την προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά το ποινικό δίκαιο (2010/2310(INI))

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

A8-0251/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

Transcript:

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων 16.12.2011 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 1 για την έγκριση της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ευρωπαϊκή εντολή έρευνας σε ποινικές υποθέσεις Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων Συντάκτης: Nuno Melo DT\887403.doc PE478.536v01-00 Eνωμένη στην πολυμορφία

Αιτιολογική σκέψη 2 Η παραδοσιακή δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις βασίζεται σε διάφορα διεθνή μέσα, που χαρακτηρίζονται ιδίως από την «αρχή της αίτησης», η οποία είναι κατανοητή ως εξής: ένα κυρίαρχο κράτος υποβάλλει αίτηση σε ένα άλλο κυρίαρχο κράτος, το οποίο αποφασίζει, κατόπιν, να δώσει ή να μην δώσει συνέχεια στην αίτηση αυτή. Ωστόσο, αυτό το παραδοσιακό σύστημα έχει εμφανίσει κάποιες αδυναμίες στην πράξη, καθώς είναι βραδύ και υπερβολικά πολύπλοκο, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνει την ορθή, έγκαιρη και αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης. Για τους λόγους αυτούς, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε, τον Οκτώβριο του 1999, εκτίμησε ότι η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης θα έπρεπε να καταστεί ο ακρογωνιαίος λίθος της δικαστικής συνεργασίας στον τομέα τόσο των αστικών όσο και των ποινικών υποθέσεων στο πλαίσιο της Ένωσης. Παρ όλα αυτά, κατά κανόνα, η αυτόματη αμοιβαία αναγνώριση είναι δυνατή μόνο σε τομείς της νομοθεσίας που έχουν εναρμονιστεί ουσιαστικά, γεγονός που σε πολλές περιπτώσεις δεν συμβαίνει στην ΕΕ όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση του ρόλου του εισαγγελέα, καθώς και σε σχέση με το παραδεκτό των αποδείξεων και της ρήτρας αποκλεισμού (που κυμαίνεται από την απόλυτη ρήτρα αποκλεισμού μέχρι τη μινιμαλιστική προσέγγιση σε ορισμένα κράτη μέλη). Κάθε πλήρης εφαρμογή της αμοιβαίας αναγνώρισης θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρά νομικά και συνταγματικά προβλήματα σε ορισμένα κράτη μέλη. Αυτό επισημάνθηκε ρητά στο Συμβούλιο από τη Γερμανική Αντιπροσωπεία με ένα ειδικό έγγραφο, δεδομένου ότι προσδιορίζει τον περιορισμένο ρόλο του εισαγγελέα στη Γερμανία, όπου για κάποιες ενέργειες είναι απαραίτητη μια δικαστική απόφαση ως συνταγματική απαίτηση. Το ίδιο ισχύει και για τον κανόνα αποκλεισμού, σε περιπτώσεις που τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις συνταγματικές απαιτήσεις τους και τη δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (αν τα αποδεικτικά στοιχεία αποκτήθηκαν με τη χρήση βασανιστηρίων δεν μπορούν ούτε να κατατεθούν στη διαδικασία, ενώ σε περίπτωση που αποκτήθηκαν μέσω απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης δεν μπορούν να θεωρηθούν αποδεικτικά στοιχεία, αν και μπορούν να αποτελούν μέρος της διαδικασίας βλ. υπόθεση Gäffen κατά Γερμανίας). Αυτοί οι περιορισμοί είναι, επιπλέον, κοινοί και σε άλλες χώρες, εκ των οποίων και η Πορτογαλία. Παράλληλα, η εμπειρία με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει δείξει ότι ανακύπτουν σημαντικά προβλήματα όταν εφαρμόζεται αυτομάτως η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης. Ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν επικαλεστεί έναν συγκεκριμένο λόγο άρνησης επικαλούμενα τα ανθρώπινα δικαιώματα, και το ανώτατο δικαστήριο της Ιρλανδίας στην υπόθεση MJR κατά Rettinger δήλωσε ότι η εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης δεν απαλλάσσει ένα κράτος μέλος από τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Για παράδειγμα, όσον αφορά τα βασανιστήρια και την απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση (και κατ αναλογία τα στοιχεία που σχετίζονται με αυτήν τη μεταχείριση). Για όλα τα παραπάνω, και σε τελική ανάλυση, η διατύπωση αυτής της αιτιολογικής σκέψης είναι αυτή που προτείνεται ανωτέρω. Αιτιολογική σκέψη 2β Το επίμαχο ζήτημα είναι η ανάγκη προφύλαξης ανομοιογενειών που εξακολουθούν να υπάρχουν σε διάφορες χώρες, όσον αφορά τους ορισμούς διαφόρων εγκλημάτων, καθώς και η αποτροπή ενός κράτους μέλους που επιθυμεί να επιλέξει μια ευρωπαϊκή εντολή έρευνας (ΕΕΕ), ενώ γνωρίζει ότι τα γεγονότα που τη δικαιολογούν, στη χώρα εκτέλεσης δεν συνιστούν ποινικό αδίκημα και, ως εκ τούτου, δεν τιμωρούνται. Λέγεται, επί τη ευκαιρία, ότι PE478.536v01-00 2/6 DT\887403.doc

τα υφιστάμενα νομικά μέσα για την αμοιβαία αναγνώριση (ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων,...) κατήργησαν τον έλεγχο του διττού αξιόποινου θεσπίζοντας μια κατηγορία 32 εγκλημάτων/αδικημάτων, με τον συλλογισμό ότι αυτά τα αδικήματα θα ήταν τόσο εναρμονισμένα που θα επέτρεπαν την κατάργηση αυτού του διττού αξιόποινου. Ωστόσο, στην πράξη απλώς δεν συνέβη. Για παράδειγμα, στον ορισμό της «παραβίασης», ο σουηδικός ορισμός («helpless state») είναι τόσο συγκεκριμένος που δεν ταιριάζει με άλλους ορισμούς άλλων κρατών μελών. Υπήρξε επίσης προβληματισμός προκειμένου να αποσαφηνιστεί ότι οι διαδικασίες που σχετίζονται με αδικήματα σχετικά με τη φορολογία, τελωνεία και συνάλλαγμα, αποκλείονται από αυτήν την κατηγορία. Αιτιολογική σκέψη 10α Προστέθηκε μια σημείωση που επισημαίνει ότι η αναλογικότητα συνιστά μια συνταγματική απαίτηση σε αρκετά κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Κάθε ορατή παραβίαση των απαιτήσεων αυτών, θα πρέπει να επιτρέπει στην εκτελεστική αρχή να αρνείται το μέτρο, βασιζόμενη σε παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή σε παραβίαση των θεμελιωδών συνταγματικών αρχών. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η ΕΕ πρέπει να λαμβάνει μόνο τα αναγκαία μέτρα για την επίτευξη των στόχων της. Αυτό σημαίνει ότι η ένταση της δράσης πρέπει να σχετίζεται με τον επιδιωκόμενο σκοπό δηλαδή, όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτει διάφορους τρόπους παρέμβασης ίδιας αποτελεσματικότητας, πρέπει να διαλέγει κάποιον που να παρέχει μεγαλύτερη ελευθερία στα κράτη μέλη και τους ιδιώτες. Και πάλι διαφυλάσσεται, εξίσου, ο σεβασμός προς τις θεμελιώδεις εθνικές συνταγματικές αρχές. Αιτιολογική σκέψη 10β Είναι πολύ σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι η ΕΕΕ απευθύνεται στις αρμόδιες αρχές, προλαμβάνοντας τον κίνδυνο εμπλοκής ξένων φορέων στην ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ένα παράδειγμα είναι η EUROJUST, καθώς αποτελεί έναν ειδικά διαμορφωμένο οργανισμό εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενθάρρυνση και βελτίωση του συντονισμού των ερευνών και των ποινικών διώξεων μεταξύ των αρμοδίων αρχών. Αυτό θα εξασφαλίσει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που διαβιβάζονται, ώστε να διασφαλιστούν τα δικαιώματα των εμπλεκομένων, και θα εξασφαλίσει και την αμοιβαιότητα των πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Δεν αποκλείει τη δυνατότητα των αρμόδιων δικαστικών αρχών να χρησιμοποιήσουν άλλους διαύλους για την εξασφάλιση της μετάδοσης πληροφοριών με εμπιστευτικό και ασφαλή τρόπο στην εκτελεστική αρχή. Αιτιολογική σκέψη 11 Σε αυτήν την αιτιολογική σκέψη, που μεταφράζεται ιδίως στο άρθρο 8, επιδιώκεται η ενθάρρυνση της συνεργασίας των δικαστικών αρχών, σε ένα πνεύμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης, προωθώντας μηχανισμούς όχι μόνο για τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των αρχών, αλλά και για τη βελτίωση της δικαστικής προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων. Όσον αφορά την πιθανή παρουσία μιας αρμόδιας αρχής του κράτους έκδοσης κατά την εκτέλεση της ΕΕΕ, προκειμένου να βοηθήσει τις εκτελεστικές αρχές, επισημαίνεται ότι η εν λόγω παρουσία μπορεί να είναι καθοριστική όταν, για παράδειγμα, είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί το παραδεκτό των αποδείξεων ή η έκδοση συμπληρωματικής ΕΕΕ κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του μέτρου. Αυτό δεν αποκλείει το γεγονός η παρουσία να απορριφθεί αν DT\887403.doc 3/6 PE478.536v01-00

είναι αντίθετη προς τις θεμελιώδεις αρχές του κράτους εκτέλεσης. Ο σκοπός της παρουσίας της αρχής του κράτους έκδοσης στο κράτος εκτέλεσης μπορεί να είναι μόνο η παροχή βοήθειας στις αρχές του κράτους εκτέλεσης. Αιτιολογική σκέψη 13α Για την υπεράσπιση του δικαιώματος σε μια δίκαιη δίκη, πρέπει να παρέχεται η αποτελεσματική πρόσβαση στη δικαιοσύνη. Η έκδοση και η εκτέλεση μιας ευρωπαϊκής εντολής έρευνας απαιτεί ειδικές εγγυήσεις προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δικαιώματα όλων των εμπλεκομένων προστατεύονται αποτελεσματικά. Οι στοιχειώδεις κανόνες υπεράσπισης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, το τεκμήριο της αθωότητας και το δικαίωμα να μην ενοχοποιεί κανείς τον εαυτό του, το δικαίωμα να ενημερώνεται για τη χρέωση, το δικαίωμα σε νομική εκπροσώπηση και το δικαίωμα σε δωρεάν βοήθεια ενός διερμηνέα (άρθρο 48 του Χάρτη και άρθρο 6, παράγραφοι 2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου). Αυτή η εξέλιξη έχει ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας, δεδομένου ότι αποδεικτικά στοιχεία που συγκεντρώνονται κατά τρόπο που παραβιάζει το δικαίωμα αυτό, δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σε βάρος των κατηγορουμένων. Άρθρο 1 Το εν λόγω άρθρο περιλαμβάνει τον ορισμό της ΕΕΕ και διευκρινίζει ότι αντικείμενο της ΕΕΕ είναι πρωτίστως η εκτέλεση ενός συγκεκριμένου ερευνητικού μέτρου. Στην παράγραφο 2 θεσπίζεται η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης ως μια χαρακτηριστική αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο 82 ΣΛΕΕ). Έχει αναγνωριστεί ως το βασικό σημείο της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και ποινικές υποθέσεις, από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε του 1999. Για ένα χώρο και μια νοοτροπία μεγαλύτερης ασφάλειας, ελευθερίας και ευθύνης, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης θεωρείται ακρογωνιαίος λίθος του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Σε γενικές γραμμές, ενώ η παραδοσιακή αμοιβαία δικαστική συνδρομή εξακολουθεί να διέπεται από την αρχή της εθνικής κυριαρχίας, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης στηρίζεται στις έννοιες της ισότητας και της εμπιστοσύνης. Προσφέρει προστιθέμενη αξία, δυνάμει των όρων της δικαστικοποίησης, όσον αφορά τον περιορισμό των λόγων άρνησης και τον καθορισμό των προθεσμιών. Σε ό,τι αφορά δε τη δικαστικοποίηση, στο καθεστώς αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, οι αιτήσεις, καταρχήν, εκτελούνται μόνον από τις κεντρικές αρχές. Αυτό έχει μετριαστεί με την πάροδο των ετών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά εξακολουθεί να επιτρέπει την κυβερνητική παρέμβαση. Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, αντιθέτως, συνεπάγεται την πλήρη δικαστικοποίηση των διαδικασιών. Παρέχει μια άμεση διαβίβαση μεταξύ των δικαστικών αρχών, με σεβασμό στην αρχή της διάκρισης των εξουσιών, χωρίς να επιτρέπει καμία παρέμβαση από την εκτελεστική εξουσία ως εκ τούτου, αυτή η αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών οδηγεί σε απλούστευση και επίσπευση των διαδικασιών. Όσον αφορά τους περιορισμένους λόγους άρνησης, η κύρια αδυναμία της αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής είναι η αποδοχή ευρέων λόγων άρνησης. Οι λόγοι αυτοί προκαλούν δυσπιστία, γεγονός που μπορεί να δυσχεράνει ή ακόμα και να εμποδίσει τη συνεργασία και αφήνουν μεγάλο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας. Στο πλαίσιο του συστήματος της αμοιβαίας αναγνώρισης, η εκτέλεση της ξένης απόφασης είναι υποχρεωτική, εκτός εάν γίνει επίκληση ενός από τους λόγους άρνησης, οι οποίοι PE478.536v01-00 4/6 DT\887403.doc

απαρτίζουν έναν εξαντλητικό κατάλογο και περιορίζονται σε αντικειμενικούς λόγους για την άρνηση της συνεργασίας. Καταρχήν, αποκλείονται οποιοιδήποτε λόγοι παρέχουν διακρική ευχέρεια. Όσον αφορά τις προθεσμίες, κατά κανόνα στο καθεστώς της αμοιβαίας συνδρομής δεν υπάρχουν υποχρεωτικές προθεσμίες (άρθρο 6, παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης του 1959 περί Αμοιβαίας Δικαστικής Συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις). Αντίθετα, το καθεστώς αμοιβαίας αναγνώρισης προβλέπει και θέτει προθεσμίες που ορίζονται ρητά. Ο καθορισμός των προθεσμιών είναι απαραίτητος, καθώς διευκολύνει και επιταχύνει τη δικαστική συνεργασία. Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης σημαίνει ότι αν το κράτος μέλος που εκτελεί τη δικαστική απόφαση εμπιστεύεται την απόφαση του κράτους μέλους που την εξέδωσε, αυτό θα πρέπει να εμπιστευτεί το άλλο κράτος μέλος ως προς τον τρόπο με τον οποίο εκτελεί την απόφαση. Παρ όλα αυτά, στην παρούσα πρόταση, διατηρείται ένα σημαντικό και δικαιολογημένο περιθώριο αξιολόγησης, προκειμένου να διασφαλιστεί ο σεβασμός για τις νομικές και συνταγματικές διαφορές μεταξύ των κρατών. Στην παράγραφο 3 επιβεβαιώνεται η σημασία της τήρησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των θεμελιωδών νομικών αρχών, σύμφωνα με την πρόταση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Στην πραγματικότητα, η δικαστική προστασία των ατομικών δικαιωμάτων (μεταχείριση των υπόπτων, σχετικά δικαιώματα υπεράσπισης κ.λπ.), δεν θα πρέπει να υποστούν αρνητικές συνέπειες από την εφαρμογή της αρχής της αναγνώρισης. Τουναντίον, θα πρέπει να ενισχυθούν οι διασφαλίσεις σε όλη τη διαδικασία. Στο πλαίσιο αυτό, θα υπάρξουν περιπτώσεις κατά τις οποίες μπορεί να χρειαστεί ένα ελάχιστο σύνολο κοινών διατάξεων για τη διευκόλυνση της εφαρμογής της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης. Αυτό ισχύει ιδίως για την προστασία του κατηγορουμένου, σε σχέση με τα δικαιώματα υπεράσπισης και προστασίας των θυμάτων, και όσον αφορά τη δυνατότητα ακρόασής τους, με σεβασμό των θεμελιωδών ελευθεριών. Η ποινική διαδικασία συμβάλλει στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της προληπτικής και γενικής λειτουργίας του ποινικού δικαίου. Στην πραγματικότητα, η ιδέα της ασφάλειας δικαίου προϋποθέτει ότι η άσκηση της τιμωρητικής εξουσίας ενός κράτους δεν περιορίζεται μόνο σε ουσιαστικές παραδοχές, αλλά και διασφαλίζει επίσης τις διαδικαστικές διατυπώσεις που προστατεύουν τα θεμελιώδη δικαιώματα, μέχρι νεωτέρας δικαστικής απόφασης (nulla poena, sine processu iditio). Το τέλος της ποινικής διαδικασίας αποτελεί την υλοποίηση της δικαιοσύνης, η οποία προϋποθέτει, φυσικά, την ανακάλυψη της αλήθειας, με τρόπο διαδικαστικά έγκυρο, δηλαδή, σύμφωνα με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ατόμων. Άρθρο 2 Στο άρθρο 2 ορίζονται διάφορες έννοιες που χρησιμοποιούνται στην πρόταση. Περιλήφθηκαν οι ορισμοί του «κράτους έκδοσης» και του «κράτους εκτέλεσης», δεδομένου ότι χρησιμοποιούνται συχνά σε όλη την έκταση της παρούσας οδηγίας και διαφοροποιούνται από το «εκδίδουσα αρχή» και «αρχή εκτέλεσης». Ο ορισμός της «αρχής έκδοσης» τροποποιήθηκε, με την έννοια ότι έπαψε να περιλαμβάνει αρχές που δεν είναι δικαστικές, όπως η αστυνομία. Ως δικαστική αρχή μπορεί να οριστεί το σύνολο των αρχών που ασκούν δικαστική εξουσία, δηλαδή, των αρχών που εκδίδουν, σύμφωνα με τις διαδικασίες που θεσπίζονται από τον νόμο, δεσμευτικές αποφάσεις που χαρακτηρίζονται ως «δικαστικές αποφάσεις». «Αρχή εκτέλεσης»: τα κράτη μέλη είναι επίσης αρμόδια να αποφασίσουν ποιες αρχές θα ορισθούν ως αρχές εκτέλεσης. Τα κράτη μέλη, εντούτοις, δεν έχουν απεριόριστα περιθώρια ελιγμών, δεδομένου ότι αρχή εκτέλεσης πρέπει να είναι μια αρχή που έχει την αρμοδιότητα να αναλαμβάνει το ερευνητικό μέτρο που αναφέρεται στην ΕΕΕ και σε DT\887403.doc 5/6 PE478.536v01-00

ανάλογες εθνικές υποθέσεις. Εάν εκδοθεί ΕΕΕ για τη διεξαγωγή κατ οίκον έρευνας σε συγκεκριμένο τόπο κράτους μέλους, αρχή εκτέλεσης πρέπει να είναι η αρχή η οποία θα ήταν αρμόδια, σε ανάλογη εθνική υπόθεση, να αποφασίσει τη διεξαγωγή κατ οίκον έρευνας στο συγκεκριμένο τόπο. PE478.536v01-00 6/6 DT\887403.doc