Β Κρατική Δερματολογική Κλινική, Νοσοκομείο Α. Συγγρός



Σχετικά έγγραφα
Hυπεριδρωσία είναι μια παθολογική κατάσταση. Aνασκόπηση. Yπεριδρωσία. Hyperhidrosis. Ðå ñß ëç øç. Summa ry ΕΙΣΑΓΩΓH. Κοντοχριστόπουλος Γ. Γρηγορίου Σ.

Θεραπεία εστιακής υπεριδρωσίας με αλλαντική τοξίνη

ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΕΓΧΥΣΗΣ ΒΟΤΟΥΛΙΝΙΚΗΣ ΤΟΞΙΝΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΩΝ ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

Μια κριτική ματιά στην κλινική. μελέτη GRIPHON

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΜΕ BOTOXTΩΝ ΡΥΤΙ ΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΕΡΙ ΡΩΣΙΑΣ

ΑΝΤΙΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ.

η λύση στο πρόβληµα της κυτταρίτιδας Συµπλήρωµα διατροφής µε ω3 - ω6, βιταµίνες Β6 & Ε και φυτικά εκχυλίσµατα

Σημαιοφορίδης Π. Βασίλειος Επιμ. Ουρολογικής Κλινικής Γ.Ν.Θ. Ιπποκράτειο

ΙΑΤΡΕΙΟ ΚΕΦΑΛΑΛΓΙΑΣ ΣΤΟΧΕΥΜΕΝΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΚΕΦΑΛΑΛΓΙΩΝ ΚΑΙ ΗΜΙΚΡΑΝΙΩΝ

Oδηγίες για τους Συγγραφείς

Τοπική θεραπεία : Ποια & πότε

Νεότερες εξελίξεις στη φαρμακευτική θεραπεία της υπερλειτουργικής κύστης

Η νόσος του Parkinson δεν είναι µόνο κινητική διαταραχή. Έχει υπολογισθεί ότι µέχρι και 50% των ασθενών µε νόσο Πάρκινσον, µπορεί να βιώσουν κάποια

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία

ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ & ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ: ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ. Ο. Καρδακάρη, Νοσηλεύτρια M sc,κ/δ ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΓΝΙ

Ψευδοθυλακίτιδα Συνεδρίαση ΕΔΑΕ Καρπενήσι, 29/1/2011

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Ι. ΚΑΡΒΟΥΝΗΣ Καθηγητής Καρδιολογίας Α.Π.Θ.

<<Διαγνωστικά Προβλήματα και θεραπευτική προσέγγιση>> Σφυρόερα Κατερίνα Ρευματολόγος

Σακχαρώδης Διαβήτης. Είναι η πιο συχνή μεταβολική νόσος στον άνθρωπο. Γανωτάκης Εμμανουήλ Καθηγητής Παθολογίας Πανεπιστήμιο Κρήτης

Αντιμετώπιση της νόσου Πάρκινσον: Νευρολογική Θεραπεία. Ιωάννης Ελλούλ Επίκουρος Καθηγητής Νευρολογίας Παν/μίου Πατρών

ΒΑΣΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΟΚΙΝΗΤΙΚΑ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤA ΤΗΣ LEVODOPA 1.Μικρή ημιπερίοδος ζωής 2.Διάφορα ένζυμα διάσπασης 3.Απορρόφηση από μικρή περιοχή του εντέρου

Ηλίας Ν. Μυγδάλης. Β Παθολογική Κλινική και Διαβητολογικό Κέντρο, Γενικό Νοσοκομείο ΝΙΜΤΣ, Αθήνα

Πρωτοπαθής αλδοστερονισμός. Δούμας Μιχάλης Παθολόγος

Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΙΔΙΟΠΑΘΟΥΣ ΥΠΕΡΤΑΣΗΣ: ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΗΝ ΣΥΝΝΟΣΗΡΟΤΗΤΑ ΑΠΌ ΑΛΛΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Σύνδροµο Καρπιαίου Σωλήνα

«Επιπολασμός της υπερκαλιαιμίας σε ασθενείς με και χωρίς σακχαρώδη διαβήτη ανάλογα με το επίπεδο της νεφρικής λειτουργίας»

Αντιυπερτασικά & σεξ. Σοκολάκης Ιωάννης, MD, MSc Ειδικευόμενος Β Ουρολογικής Κλινικής ΑΠΘ, ΓΝΘ «Παπαγεωργίου»

ΚΝΗΣΜΟΣ ΕΝΑ ΕΥΡΕΩΣ ΔΙΑΔΕΔΟΜΕΝΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΜΕΓΕΘΟΣ ΑΓΟΡΑΣ ΤΟΥ ΚΝΗΣΜΟΥ

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΜΕΛΑΣΜΑΤΟΣ ΜΕ ΚΡΕΜΑ ΑΡΒΟΥΤΙΝΗΣ 3% ΚΟΖΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ 2% ΚΑΙ ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ C 4%. ηµήτρης Ρηγόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής ερµατολογίας

Β-αναστολείς στην ανεπίπλεκτη υπέρταση: Έχουν θέση? ΚΑΜΠΟΥΡΙΔΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ MD, MSc, PhD Διευθυντής ΕΣΥ Καρδιολογικής Κλινικής Γ.Ν.

Quiz. Ποιά είναι η διάγνωσή σας ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ. Στόγιου Π. Πετανίδης Σ. Δελλή Φ-Σ. Στρατηγός Α. Μαντέκου-Λεφάκη Ι.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΣΤΕΚΤΟΜΗ

ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ ΥΠΟΓΛΥΚΑΙΜΙΑΣ ΚΑΙ ΣΟΒΑΡΗΣ ΥΠΟΓΛΥΚΑΙΜΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΣΔ2 ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΙΑΤΡΕΙΟΥ ΕΝΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ

ANTIMETΩΠΙΣΗ ΟΥΛΩΤΙΚΩΝ ΑΛΩΠΕΚΙΩΝ

Μικροαγγειακή στηθάγχη (σύνδρομο Χ)

Θεραπευτικές εξελίξεις στις Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδεις Νόσους του Εντέρου (ΙΦΝΕ)

Βιβλιογραφική Ενημέρωση

Επιληψια. Χρονια ιατρικη κατασταση που προκαλειται από αιφνιδιες αλλαγες στην ηλεκτρικη εκφορτιση του εγκεφαλου του γενικου πληθυσμου

Ενδείξεις μέτρησης εκπνεομένου NO στα παιδιά

Patient Compliance in Clinical Trials Συμμόρφωση των Ασθενών στις Κλινικές Μελέτες

Σύνδρομο Lesch-Nyhan. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Τμήμα Βιοχημείας-Βιοτεχνολογίας. Ντουντούμη Χρυσούλα Παπαδοπούλου Μαρία-Άννα Στεργίου Δήμητρα

Σύνδρομο άπνοιας και διαβήτης

'' Παιδο-δερματολογίας''

Κλινικές Μελέτες. Εισαγωγή. Εκτίµηση έκβασης. Κλινικές Μελέτες - Μέρος 3ο 1. Μέρος 3ο. Intervention

Επιλογή χρόνου κατάλυσης κολπικής μαρμαρυγής

Μπορεί να συνδυαστεί η μακροχρόνια αποτελεσματικότητα με την ασφάλεια;

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ

Κωνσταντίνος Τζιόμαλος Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας Α Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική ΑΠΘ, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ

Ψυχολογία ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια στο Γενικό Νοσοκομείο

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία. Κόπωση και ποιότητα ζωής ασθενών με καρκίνο.

Με την κλίμακα ph μετράμε το πόσο όξινο ή βασικό είναι ένα διάλυμα.

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΠΝΟΙΑ ΥΠΝΟΥ

ΑΠΟΦΡΑΚΤΙΚΗ ΥΠΝΙΚΗ ΑΠΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ. Νικολέτα Καρτάλη Β Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική ΑΠΘ

ΚΝΙΔΩΣΗ ΕΞΑΝΘΗΜΑΤΑ ΟΙΔΗΜΑ ΒΛΕΦΑΡΩΝ ΟΙΔΗΜΑ ΓΛΩΣΣΑΣ ΟΙΔΗΜΑ ΧΕΙΛΕΩΝ ΚΝΗΣΜΟΣ

ΕΠΙΤΥΧΗΣ ΓΛΥΚΑΙΜΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΡΕΥΜΑΤOΕΙΔΗ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ ΚΑΙ ΣΔ 2 ΜΕ ΤΟ ΒΙΟΟΜΟΕΙΔΕΣ ΤΗΣ ΓΛΑΡΓΙΝΙΚΗΣ ΙΝΣΟΥΛΙΝΗΣ LY IGLAR

Σ. Τσοτουλίδης, Ζ. Κοντονίνας, Μ. Μπούλμπου, Χ. Μαργαριτίδης, Ι. Κελεγκούρης, Κ. Τζιόμαλος, Τ. Διδάγγελος.

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΑΣΘΕΝ-Ν ΣΤΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤ-ΠΙΣΗ

Συµβάλλει η γλυκόζη στην αθηρωµάτωση ;

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή διατριβή. Ονοματεπώνυμο: Αργυρώ Ιωάννου. Επιβλέπων καθηγητής: Δρ. Αντρέας Χαραλάμπους

Νικόλαος Γ.Πατσουράκος Επιμελητής Καρδιολόγος - Εντατικολόγος Υπεύθυνος Μονάδας Εμφραγμάτων Τζάνειο Γενικό Νοσοκομείο Πειραιά

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΑΜΥΝΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΝΥΧΘΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗΣ ΤΗΣ ΑΡΤΗΡΙΑΚΗΣ ΠΙΕΣΗΣ ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΠΑΘΟΥΣ ΑΛΔΟΣΤΕΡΟΝΙΣΜΟΥ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Ευάγγελος Π. Δημακάκος Παθολόγος Αγγειολόγος MD, PhD, EDA/VM, MLD/CDT

Νοσος Cushing Μάθετε περισσότερα

Αγωγή με γλυκοκορτικοειδή: σχήμα διακοπής για την αποφυγή επινεφριδικής ανεπάρκειας. Γεώργιος Ν. Κουκούλης Ενδοκρινολόγος

ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΦΡΟΛΙΘΙΑΣΗ

Παράρτημα ΙΙ. Επιστημονικά πορίσματα και λόγοι για την τροποποίηση των όρων της άδειας κυκλοφορίας

ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΑΤΕ ΣΤΟ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ BOTOX (ΜΠΟΤΟΞ) DYSPORT

ΛΕΥΚΗ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ. Θεοδώρα Καράγιωργα Δερματολόγος - Αφροδισιολόγος

Η εφαρμογή θεραπευτικής αφαίρεσης στη Δερματολογία

ΤΟΠΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ : ποια και πότε ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΟΣ ΑΦΡΟΔΙΣΙΟΛΟΓΟΣ

Ο καλόςύπνος μαζίμετησωστή διατροφή και την άσκηση είναι απαραίτητος για τη διατήρηση της υγείας

Ινσουλινοθεραπεία (Βασική +ΑΔ)

Η θέση της χημειοθεραπείας σε ασθενείς 3 ης ηλικίας. Θωμάς Μακατσώρης Λέκτορας Παθολογίας-Ογκολογίας Πανεπιστήμιο Πατρών

Υπεργλυκαιμία λόγω χρήσης Γλυκοκορτικοειδών. Μαρινέλλα Κυριακίδου Χειμώνα Ενδοκρινολόγος 24 ο Ετήσιο Συνέδριο ΔΕΒΕ Νοέμβριος 2010

Άλλες κατηγορίες αντιϋπερτασικών φαρμάκων. Μανώλης Σ Καλλίστρατος,MD,PhD,FESC,EHS

Μέτρηση του κνημοβραχιόνιου δείκτη, ΤcPO 2, δακτυλικών πιέσεων. Ιωάννα Ελευθεριάδου Επιστημονικός Συνεργάτης Διαβητολογικό Κέντρο ΓΝΑ Λαϊκό

Δυσλιπιδαιμίες αντιμετώπιση. Κωνσταντίνος Τζιόμαλος Λέκτορας Παθολογίας ΑΠΘ Α Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική ΑΠΘ, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ

histogenesis Dr.Stefanos Goudelas, Dermatologist

Μικροοργανισμοί. Οι μικροοργανισμοί διακρίνονται σε: Μύκητες Πρωτόζωα Βακτήρια Ιούς

Δυσκοίλιο, θεωρούμε ένα άτομο όταν εμφανίζει δύο τουλάχιστον από τα παρακάτω προβλήματα για 3 ή περισσότερους μήνες:

ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥ ΑΣΘΕΝΗ ΣΤΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΕΘ

Βλέννα, υδαρές υγρό. ή τοιχωματικό ή οξυπαραγωγικό = HCl + ενδογενή παράγοντα. βλέννα. ή ζυμογόνο ή πεπτικό = πεψινογόνο

Στη δυστονία έχουμε ακούσια σύσπαση μυών

ΠEΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ

Δήλωση Συμφερόντων. Συνδυαστική θεραπεία στην υπερδραστήρια κύστη. Yπάρχουν αποδείξεις; 17/6/2016. Astellas UK AMS UK. Menarini.

Ο ρόλος της Αλδοστερόνης στην Αρτηριακή Υπέρταση. Γκαλιαγκούση Ευγενία Παθολόγος Β ΠΠ Κλινική ΑΠΘ Iπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης

Δεκαπεντάλεπτη προετοιμασία του φοιτητή, για την παρακολούθηση του μαθήματος του καρκίνου του προστάτη.

Χρήση ενυδατικών παραγόντων στο διαβητικό πόδι: Ενδείξεις, χρήση και συνταγογράφηση

ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΪΟΝ COLON LIFE

Mitomycin C application for the prevention of postoperative synechiae formation at the anterior commissure.

(dietary fiber, nonnutritive fiber)

ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ. Τι ονοµάζουµε συνολικό καρδιαγγειακό κίνδυνο: Γιατί χρειαζόµαστε ειδικά µοντέλα υπολογισµού:

ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ

Πανελλήνιο Συνέδριο Ιατρικής Εργασίας & Περιβάλλοντος Αθήνα, 26 Νοεμβρίου Χρόνιος σπονδυλικός πόνος

ΒΕΛΟΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΣΦΥΑΛΓΙΑ ΛΥΓΝΟΣ ΜΙΧΑΗΛ MD MSC ΕΙΔΙΚΟΣ ΡΕΥΜΑΤΟΛΟΓΟΣ

Ankylosing Spondylitis AS. NSAIDs. NSAIDs 100% B27 NSAID ~ 90% FDA EMA

Ερευνητική υπόθεση. Εισαγωγή ΜΑΘΗΜΑ 11Ο 1. ΜΑΘΗΜΑ Θεραπεία Μέρος 2 ο. Κλινικές µελέτες. Σύνδεση µε το προηγούµενο µάθηµα

Απόστολος Αποστολίδης Λέκτορας Ουρολογίας-Νευροουρολογίας Α.Π.Θ. Β Ουρολογική Κλινική, Γ.Ν.Παπαγεωργίου Κέντρο Εγκράτειας και Παθήσεων Πυελικού

Transcript:

Θεραπευτική Yπεριδρωσία και τοπικές αγωγές Τύρος Γ. Κοντοχριστόπουλος Γ. Β Κρατική Δερματολογική Κλινική, Νοσοκομείο Α. Συγγρός Ðå ñß ëç øç Η πρωτοπαθής εστιακή υπεριδρωσία είναι μια σχετικά συχνή νόσος. Σε αυτό το άρθρο αναλύουμε τις τοπικές αγωγές για τη θεραπεία της πρωτοπαθούς εστιακής υπεριδρωσίας, σε μια προσπάθεια προσέγγισης που βασίζεται στη βαρύτητα και την εντόπιση. Σε αυτή την προσπάθεια συμπεριλάβαμε την αλλαντική τοξίνη τύπου Α (BTX-A) και την ιοντοφόρηση σαν επεμβατικές, αλλά μη χειρουργικές μεθόδους. Επιπλέον, γίνεται αναφορά στους βασικούς αποσμητικούς παράγοντες καθώς η βρωμιδρωσία συχνά συνοδεύει την υπεριδρωσία και αυξάνει την κλίμακα βαρύτητας της νόσου. Hyperhidrosis and Topical Treatment Tyros G., Kontochristopoulos G. Summa ry Primary focal hyperhidrosis is a relatively common disorder. In this article we analyze the most common topical agents used for treatment of primary hyperhidrosis, in a tentative to establish an approach based on severity and localization. In this tentative we have included botulinum toxin A (BTX-A) and iontophoresis as non-surgical treatments. Moreover there are mentioned basic agents against bad odoring, that often accompanies hyperhidrosis and increases Hyperhidrosis Disease Severity Scale (HDSS). ËÅ ÎÅÉÓ ÅÕ ÑÅ ÔÇ ÑÉÏÕ Yπεριδρωσία, αντιϊδρωτικά, ιοντοφόρηση, αλλαντική τοξίνη, κλίμακα βαρύτητας υπεριδρωσίας. KEY WORDS Hyperhidrosis, antiperspirants, iontophoresis, botulinum toxim A, ADSS. ΥΠΕΡΙΔΡΩΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚEΣ ΑΓΩΓΕΣ Ορισμός- ταξινόμηση Η υπεριδρωσία είναι μια παθολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από υπερβολική έκκριση ιδρώτα από τους εκκρινείς ιδρωτοποιούς αδένες. Ανάλογα με την εντόπιση χωρίζεται σε εστιακή και γενικευμένη. 1 Η εστιακή υπεριδρωσία μπορεί να είναι ιδιοπαθής (πρωτοπαθής), να σχετίζεται με νευροπάθειες ή να είναι επακόλουθο νοσημάτων και τραυμάτων που πλήττουν το συμπαθητικό νευρικό σύστημα. Η γενικευμένη υπεριδρωσία είναι συνήθως δευτεροπαθής. Ενδοκρινολογικές και μεταβολικές Eëë. Åðéè. Äåñì. Áöñ. 22:1 31-37, 2011

32 Γ. Τύρος, Γ. Κοντοχριστόπουλος διαταραχές, όπως η θυρεοτοξίκωση, ο διαβήτης, η υπογλυκαιμία και η εμμηνόπαυση, νεοπλάσματα και παρανεοπλαστικές εκδηλώσεις, όπως νόσος Hodgkin, μυελοϋπερπλαστικές παθήσεις, λοιμώξεις, καρδιαγγειακά επεισόδια, αντικαταθλιπτικά φάρμακα, σύνδρομα στέρησης, 2 αλλά και νευρολογικές διαταραχές 3 μπορούν να συνοδεύονται από γενικευμένη υπεριδρωσία. Ειδικότερα η ιδιοπαθής ή πρωτοπαθής υπεριδρωσία αποτελεί την κατεξοχήν εστιακή μορφή και προκαλείται από μια δυσλειτουργία της νευροεξωκρινούς σύνδεσης ανάμεσα στο νευρικό σύστημα και τους εκκρινείς ιδρωτοποιούς αδένες. Δεν εξαρτάται από φαινόμενα θερμορύθμισης. Συνήθως α- φορά στη μασχαλιαία περιοχή, στις παλάμες και στα πέλματα, όπου υπάρχει μεγαλύτερη συγκέντρωση εκκρινών ιδρωτοποιών αδένων (Εικόνα 1). Σπάνια αφορά στο σύνολο του σώματος και επιδεινώνεται από συναισθηματικές διαταραχές, αφού αυτές έχουν σαν αποτέλεσμα τη διέγερση των μεταγαγγλιακών χολινεργικών ινών. 4 Εστιακή υπεριδρωσία μπορεί επίσης να παρατηρηθεί σε αγχώδεις καταστάσεις, στο σύνδρομο γευστικής υπεριδρωσίας και σε εκκρινείς σπίλους. 5 Παθοφυσιολογία Πρόσφατα διατυπώθηκε η άποψη ότι το μονοξείδιο του αζώτου (ΝΟ) παίζει κεντρικό ρόλο στη παθοφυσιολογία της πρωτοπαθούς εστιακής υπεριδρωσίας. Οι ασθενείς με υπεριδρωσία βρέθηκαν ότι έχουν μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στο πλάσμα τους, συγκρινόμενοι με τον υγιή πληθυσμό. Η συνθετάση του ΝΟ βρέθηκε στους εκκρινείς ιδρωτοποιούς αδένες, όπου μπορεί να δρα ως νευροδιαβιβαστής ή να προκαλεί τοπική αγγειοδιαστολή, γεγονός που οδηγεί σε υπεριδρωσία. 6 Μια ακόμη μελέτη ανέδειξε το ρόλο του χρωμοσώματος 14 (Locus 14q11.2-q13) στην εμφάνιση εστιακής υπεριδρωσίας. 7 Διάγνωση και διαφορική διάγνωση της πρωτοπαθούς εστιακής υπεριδρωσίας Η παθολογικά αμφοτερόπλευρη αυξημένη ε- φίδρωση χωρίς προφανές αίτιο σε παλάμες, πέλματα ή κεφάλι, διάρκειας μεγαλύτερης των έξι μηνών που συνοδεύεται από τουλάχιστον δύο από τα παρακάτω χαρακτηριστικά μας επιτρέπει να κάνουμε τη διάγνωση της πρωτοπαθούς εστιακής υπεριδρωσίας: α) συμμετρική και αμφοτερόπλευρη εντόπιση, β) τουλάχιστον ένα επεισόδιο την εβδομάδα, γ) επίδραση στην καθημερινότητα του ασθενούς, δ) έναρξη πριν τα 25 έτη, ε) υποχώρηση κατά τη διάρκεια του ύπνου, ζ) θετικό οικογενειακό ι- στορικό. 8,9 Για τη διαφοροδιάγνωση από τη δευτεροπαθή υπεριδρωσία μας είναι επίσης χρήσιμα τα ακόλουθα κριτήρια: α) απουσία οικογενειακού ιστορικού, β) παρουσία νυκτερινής εφίδρωσης, γ) έναρξη στη μέση ή προχωρημένη ηλικία. Η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί με την επάλειψη της υπό εξέταση περιοχής με διάλυμα ιωδίου 5%, την οποία ακολουθεί η εφαρμογή αμύλου. 10 Οι περιοχές που παρουσιάζουν υπεριδρωσία χρωματίζονται ιώδεις μετά από 5 λεπτά (Εικόνα 2). Χρήσιμος μπορεί να είναι και ο ποσοτικός προσδιορισμός με τη χρήση και ζύγιση απορροφητικού χαρτιού, (mg ιδρώτα σε συγκεκριμένο χρόνο, συνήθως 5 λεπτά). 11,12 Για παράδειγμα, στη μασχαλιαία υπεριδρωσία η ποσότητα που καθορίζει τη διάγνωση είναι 50-100 mg/5 λεπτά ανά μασχάλη. Åé êü íá 1 Υπερβολική εφίδρωση παλαμών. Åé êü íá 2 Τεστ αμύλου-ιωδίου. ÅËËÇÍÉÊÇ ÅÐÉÈÅÙÑÇÓÇ ÄÅÑÌÁÔÏËÏÃÉÁÓ ÁÖÑÏÄÉÓÉÏËÏÃÉÁÓ

ΥΠΕΡΙΔΡΩΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΕΣ ΑΓΩΓΕΣ 33 Θεραπεία Το παρόν άρθρο βασίστηκε σε επιλεγμένη ανασκοπική βιβλιογραφία άρθρων και abstracts κυρίως από το Medline αλλά και σε σύγχρονα συγγράμματα δερματολογικού ενδιαφέροντος. 13,14 Παραλείποντας τη συστηματική λήψη αντιχολινεργικών φαρμάκων, αλλά και τη λιποαναρόφηση και τη συμπαθεκτομή ως καθαρά επεμβατικούς τρόπους αντιμετώπισης της επίμονης πρωτοπαθούς και δευτερογενούς υπεριδρωσίας, θα αναλύσουμε τις τοπικές μεθόδους, τις οποίες εφαρμόζουν και οι περισσότεροι δερματολόγοι. Σημειώνεται εδώ ότι η υπεριδρωσία μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στις κοινωνικές, επαγγελματικές και καθημερινές δραστηριότητες των ασθενών, 15,16 και ότι συχνά συνοδεύεται από βρωμιδρωσία, δηλαδή δυσάρεστη οσμή που οφείλεται σε προϊόντα διάσπασης του ιδρώτα από τα βακτήρια St.epidermidis και Propionibacteria. Η μυρωδιά επίσης του ιδρώτα ενός ατόμου επηρεάζεται από τη διατροφή, το φύλο, τον τρόπο ζωής, τη γενική υγεία και τα φάρμακα που μπορεί να λαμβάνει. Αποσμητικοί Παράγοντες Όπως προαναφέρθηκε η βρωμιδρωσία συχνά συνοδεύει την υπεριδρωσία και για το λόγο αυτό αξίζει να αναφερθούμε στους αποσμητικούς παράγοντες. 17,18 Γνωστότεροι από αυτούς είναι τα αρώματα, φυσικά, ημισυνθετικά και συνθετικά (π.χ. εστέρες, αλδεΰδες, αλκοόλες, αιθέρες), που περιέχονται σε συγκεντρώσεις 0,2-1,5% στα προϊόντα εμπορίου και χρησιμοποιούνται από την αρχαιότητα για την κάλυψη των δυσάρεστων οσμών. Κάποια αρώματα έχουν και αντιμικροβιακές ιδιότητες, μπορούν όμως να προκαλέσουν αλλεργική εξ επαφής δερματίτιδα. Το διττανθρακικό νάτριο και ο ανθρακικός ψευδάργυρος 19 εξουδετερώνουν επίσης τις οσμές με τον δεύτερο να διαθέτει και ελαφρές στυπτικές ιδιότητες. Οι διόλες αλειφατικών και οι εστέρες τους δρουν ε- ξουδετερώνοντας τα βακτήρια που προκαλούν την κακοσμία, σε συγκεντρώσεις που κυμαίνονται μεταξύ 2% και 40% σε προϊόντα στικ ή κρέμες. 20 Οι εστεράσες μετατρέπουν τις πρόδρομες ουσίες ανδροστενόλης στα πτητικά στεροειδή που είναι υπεύθυνα για τη μυρωδιά της μασχάλης. Ο κιτρικός τριαιθυλεστέρας, ο κιτρικός τριμεθυλεστέρας και τα άλατα ψευδαργύρου είναι αναστολείς της εστεράσης που δρουν ενάντια στην κακοσμία με το μηχανισμό που μόλις αναφέρθηκε. Η χιτοζάνη, ένα παράγωγο της χιτίνης που στη φύση περιέχεται στο καβούκι των καβουριών και των καραβίδων, διαθέτει βακτηριοστατικές ιδιότητες και ασκεί αποσμητική δράση. Αντιπροσκολλητικά μόρια που ανταγωνίζονται τα δομικά στοιχεία προσκόλλησης των βακτηριδίων που προκαλούν κακοσμία έχουν επίσης παρασκευασθεί, όπως π.χ. τα πολυμερή του βινυλίου. Τα αντιμικροβιακά δρουν αναστέλλοντας τη μικροβιακή ανάπτυξη. Σε αυτά ανήκουν η τρικλοζάνη σε συγκεντρώσεις 0,25-0,30%, το υδροξυβενζοϊκό προπύλιο, η γλυκονική χλωρεξιδίνη, το Sodium lactoyl caprylate, το zinc undecylenate κ.α.. 21 Τα εκχυλίσματα από φυτά όπως το λάδι κολίανδρου, το εκχύλισμα λειχήνα και το τζίνγκο έχουν επίσης εφαρμοστεί με καλά αποτελέσματα. 22 Μείγμα γλυκίνης/ σόγιας βρέθηκε ιδιαίτερα αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση της βρωμιδρωσίας.. 23 Άλατα αλουμινίου Άλατα αλουμινίου για τοπική χρήση υπάρχουν στην πλειονότητα των εμπορικά διαθέσιμων αντιϊδρωτικών προϊόντων σε συγκεντρώσεις 1-2%, ενώ σαν φάρμακα χρησιμοποιούνται σε συγκεντρώσεις 12,5-35%. Τα πιο διαδεδομένα άλατα είναι το εξαένυδρο χλωρίδιο του αλουμινίου και το υδροχλωρικό αλουμίνιο. Η προσθήκη αλάτων ζιρκονίου αυξάνει τη δραστικότητα των πιο πάνω σκευασμάτων. Τα άλατα αλουμινίου φράσουν τον επιδερμιδικό πόρο του εκκρινή ιδρωτοποιού αδένα και προκαλούν ατροφία, εκφύλιση και νέκρωση σε κυτταρικό επίπεδο. Διαλύονται σε αιθυλική αλκοόλη ή γέλη σαλικυλικού οξέος 2-4%. Το σαλικυλικό οξύ έχει κερατολυτικές ιδιότητες που διευκολύνουν την απορρόφηση των αλάτων στο υπερκερατωσικό δέρμα, ενώ παράλληλα δεν το αφυδατώνει όπως συμβαίνει με την αιθυλική αλκοόλη. 24 Τελευταία προτάθηκε η χρήση ενός θερμοφοβικού αφρού που περιέχει 20% σεσκιχλωροϋδρικού αλουμινίου. Φαίνεται ότι απορροφάται καλύτερα από το τριχωτό δέρμα, ενώ προτιμάται και από τους ασθενείς αφού δεν προκαλεί ερεθιστική δερματίτιδα. Η τελευταία αποτελεί και την κυριότερη ανεπιθύμητη ενέργεια της θεραπείας με άλατα αλουμινίου και συχνά συνοδεύεται από πόνο ή αίσθημα καύσου. Σε αυτή την περίπτωση προτείνεται η τοπική εφαρμογή υδροκορτιζόνης 1%. Σημειώνεται, ότι η συμπτωματολογία συνήθως υποχωρεί μετά από μία εβδομάδα διακοπής της θεραπείας. 25 Τα άλατα αλουμινίου αποτελούν θεραπεία πρώτης γραμμής σε ήπια ή μετρίου βαθμού εστιακή υπεριδρωσία. Ôüìïò 22, Ôåý ïò 1, Iανουάριος - Μάρτιος 2011

34 Γ. Τύρος, Γ. Κοντοχριστόπουλος Άλατα τιτανίου Το ενδιαφέρον για ασφαλέστερα προϊόντα οδήγησε στην έρευνα για εναλλακτικά μεταλλικά άλατα. Τα καρβοξυλικά και υδροξυκαρβοξυλικά άλατα του τιτανίου μειώνουν τη μασχαλιαία υπεριδρωσία με τον ίδιο μηχανισμό, όπως και τα άλατα αλουμινίου και με χαμηλότερα ποσοστά ερεθιστικής δερματίτιδας. Επίσης, το γαλακτικό αμμώνιο του τιτανίου βρέθηκε αποτελεσματικό στη μείωση της απέκκρισης ιδρώτα in vitro και χρησιμοποιείται σε συγκέντρωση 10%. 26 Πολυμερή αντιδρωτικά σχηματισμού φιλμ Οι ταινίες πολυμερών αποφράσσουν την επιφάνεια της μασχάλης και μειώνουν την εφίδρωση. Συγκρινόμενα με τα παραδοσιακά άλατα παρουσιάζουν μεγαλύτερη μείωση της εφίδρωσης. Τα πολυμερή πρέπει να έχουν μεγάλου βαθμού ικανότητα προσκόλλησης και απόφραξης, να είναι αδιάλυτα στο νερό και μην είναι τοξικά. Έχουν ακόμα χρησιμοποιηθεί τα παράγωγα πολυβινυλαλκοόλης, χλωροξικά παράγωγα υδροξυπολυμερών, το αλγηνικό ασβέστιο καθώς και ακρυλικά συμπολυμερή. 27 Τοπικά αντιχολινεργικά Χρησιμοποιούνται κυρίως στο σύνδρομο γευστικής υπεριδρωσίας (διαβήτης ή σύνδρομο Frey). Χρησιμοποιήθηκε τοπικά υδατικό διάλυμα γλυκοπυρρολάτης 0,5% με πολύ καλή ανταπόκριση. 28 Πρόσφατη κλινική μελέτη έδειξε ότι το τοπικό σκεύασμα γλυκοπυρρολάτης 2% υπερτερούσε έναντι του εικονικού σκευάσματος σε 25 ασθενείς με εστιακή κρανιοπροσωπική υπεριδρωσία. 29 Η προσθήκη γλυκοπυρρολάτης μπορεί επίσης να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της ιοντοφόρησης. 30 Αρχικά οι συνεδρίες πρέπει να είναι τουλάχιστον τρεις την εβδομάδα και μόλις επιτευχτεί το επιθυμητό αποτέλεσμα, μία συνεδρία την εβδομάδα μπορεί να είναι αρκετή. Η μέθοδος αυτή είναι αρκετά ασφαλής, αποτελεσματική και έχει χαμηλό κόστος, είναι όμως χρονοβόρα αφού απαιτεί συχνές επισκέψεις στο ιατρείο. Βελτίωση έχει παρατηρηθεί στο 81% των ασθενών μετά από οκτώ συνεδρίες. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν ερύθημα, αίσθημα καύσου, πόνο και σχηματισμό πομφολύγων. 32-34 Η στεγνή ιοντοφόρηση είναι μια καινούρια μέθοδος που καταργεί τις συχνές επισκέψεις στο ιατρείο και από μία τουλάχιστον μελέτη φαίνεται να είναι πολλά υποσχόμενη. 35 Αλλαντική τοξίνη τύπου Α (ΒΤX-Α) Η ενδοδερμική έγχυση αλλαντικής τοξίνης (Εικόνα 3) αποτελεί την πιο αποτελεσματική μη χειρουργική αντιμετώπιση της εστιακής υπεριδρωσίας. Αποτελεί θεραπεία εκλογής σε περιπτώσεις μέτριας ή σοβαρής υπεριδρωσίας. Η αλλαντική τοξίνη δεσμεύεται από τους προσυναπτικούς υποδοχείς των χολινεργικών νευρώνων και αφού μπει στο κυτταρόπλασμα καταστρέφει πολυπεπτίδια που είναι αναγκαία για την απελευθέρωση της ακετυλοχολίνης στη σύναψη. Επειδή η εκκριτική Ιοντοφόρηση Πρόκειται για μια μέθοδο που χρησιμοποιεί νερό βρύσης και ηλεκτρικό ρεύμα έντασης 15-20 ma. Αποτελεί θεραπεία δεύτερης γραμμής, κυρίως για την ε- στιακή υπεριδρωσία παλαμών και πελμάτων. Αυτά εμβαπτίζονται στο νερό για 20-30 λεπτά. και τα διαπερνά συνεχές ρεύμα. Χρησιμοποιείται επίσης εναλλασσόμενο ή και εναλλαγή συνεχούς/εναλλασσόμενου. Το ρεύμα φαίνεται να αποδιοργανώνει προσωρινά τη μεταφορά ιόντων στο εκκριτικό τμήμα των ιδρωτοποιών αδένων. 31 Åé êü íá 3 Ενδοδερμική έγχυση αλλαντικής τοξίνης Α σε μασχάλη. ÅËËÇÍÉÊÇ ÅÐÉÈÅÙÑÇÓÇ ÄÅÑÌÁÔÏËÏÃÉÁÓ ÁÖÑÏÄÉÓÉÏËÏÃÉÁÓ

ΥΠΕΡΙΔΡΩΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΕΣ ΑΓΩΓΕΣ 35 Ðß íá êáò 1 Κλίμακα βαρύτητας υπεριδρωσίας (HDDS). 40 Eκτίμηση από τον ίδιο τον ασθενή Έκκριση ιδρώτα Σκορ Ποτέ αξιοσημείωτος ιδρώτας, ποτέ δεν 1 επηρεάζει τις καθημερινές του δραστηριότητες Ανεκτός ιδρώτας που μερικές φορές 2 επηρεάζει τις καθημερινές του δραστηριότητες Σπάνια ανεκτός ιδρώτας που συχνά 3 επηρεάζει τις καθημερινές του δραστηριότητες Μη ανεκτός ιδρώτας που πάντα επηρεάζει 4 τις καθημερινές του δραστηριότητες Σκορ 1: ήπια, 2: μέτρια, 3-4: σοβαρή. δραστηριότητα των ιδρωτοποιών αδένων ελέγχεται από την ακετυλοχολίνη, το αποτέλεσμα είναι σημαντική μείωση της ποσότητας του εκκρινόμενου ι- δρώτα. 36 Η διάρκεια και αποτελεσματικότητα της μεθόδου εξαρτάται από την περιοχή και το διάλυμα που χρησιμοποιήθηκε. Συνήθως διαρκεί 4-7 μήνες αλλά μπορεί να φτάνει και τους εικοσιενέα. 37 Η αποτελεσματικότητα της αλλαντικής τοξίνης στη μασχαλιαία υπεριδρωσία έχει αποδειχτεί σε πολλές κλινικές μελέτες. 37-40 Φαίνεται ότι 72 μονάδες Botox ή 200 μονάδες Dysport ανά μασχάλη είναι ικανή ποσότητα για να μειώσει την έκκριση ιδρώτα πάνω από 80%. Έχει ακόμη παρατηρηθεί σημαντική βελτίωση στην ποιότητα ζωής σύμφωνα με την κλίμακα βαρύτητας υπεριδρωσίας (HDSS) (Πίνακας 1) και το δερματολογικό δείκτη ποιότητας ζωής (DLQI). 39,41 Εκτός από το υψηλό κόστος που αποτελεί σημαντικό μειονέκτημα της μεθόδου, η θεραπεία με αλλαντική τοξίνη μπορεί να συνοδευτεί από κεφαλαλγία, μυαλγίες, κνησμό και αντιδραστική υπεριδρωσία μέχρι 5%. 36-39 Οι ενέσεις είναι καλά ανεκτές και συνήθως δεν απαιτείται αναισθησία. Η αλλαντική τοξίνη επίσης χρησιμοποιείται με ε- πιτυχία στην υπεριδρωσία των παλαμών, λόγω όμως της ανατομίας της περιοχής μπορεί να επιφέρει μυική αδυναμία χωρίς όμως να μειώνει σημαντικά τη δύναμη λαβής των ασθενών που υποβάλλονται σε αυτή. 42,43 Η αποτελεσματικότητα της αλλαντικής τοξίνης είναι γνωστή και για την εστιακή υπεριδρωσία πελμάτων. Πρόβλημα κατά την έγχυση του φαρμάκου στις παλάμες και τα πέλματα μπορεί να είναι ο πόνος. Εδώ εφαρμόζουμε πάντα το κρυοπροωθητικό σπρέι, αλλά και έγχυση τοπικού αναισθητικού έχει δοκιμαστεί στις παλάμες και δείχνει να είναι χρήσιμη. 44 Μια πρόσφατη μελέτη προτείνει τη χρήση λιδοκαΐνης ως διαλυτικού αντί του NaCl 0,9% με ενθαρρυντικά για την αποφυγή του πόνου αλλά και την αύξηση της δραστικότητας της τοξίνης. 45 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Για την εφαρμογή των πιο πάνω θεραπειών καλό είναι να λαμβάνεται υπόψιν η κλίμακα βαρύτητας της νόσου. Σημαντικό είναι να δοκιμάζονται σταδιακά με τη σειρά που αναφέρθηκαν (άλατα, λοιπά τοπικά σκευάσματα, ιοντοφόρηση, ΒΤΧ-Α), ώστε όπου αποτυγχάνει η μία μορφή θεραπείας να χρησιμοποιούμε την επόμενη, ανάλογα φυσικά με την εφαρμοσιμότητα ή όχι για κάθε μορφή εστιακής υπεριδρωσίας. Το κόστος και ο χρόνος, είναι επίσης παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Τέλος η κλινική εμπειρία στη θεραπεία της υπεριδρωσίας παίζει σημαντικό ρόλο στην επιλογή της μεθόδου προς όφελος του ασθενή, με σεβασμό πάντα στις προτιμήσεις του πριν την από προτεινόμενη θεραπεία. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Worle B, Rapprich S, Heckmann M. Definition and treatment of primary hyperhidrosis. J Dtsch Dermatol Ges 2007; 5:625 8. 2. Haider A, Solish N. Focal hyperhidrosis: diagnosis and management. CMAJ 2005; 172:69 75. 3. Swinn L, Schrag A, Viswanathan R, et. al. Sweating dysfunction in Parkinson s disease. Mov Disord 2003; 18:1459 63. 4. Janig W. Functions of the sympathetic innervation of the skin. In: Loewy AD, editor. Central Regulation of Autonomic Functions. New York: Oxford University Press; 1990: 334 48. 5. Batalla A, Rosόn E, Flόrez A, et al. Eccrine angiomatous hamartoma: a report of 2 cases. Actas Dermosifiliogr 2011; 102(4):28992. Epub 2011 Mar 31. Spanish. 6. Karaca S, Kulac M, Uz E, et al. Is nitric oxide involved in the pathophysiology of essential hyperidrosis? Int J Dermatol 2007; 46:1027-30. 7. Higashimoto I, Yoshura K, Hirakawa N et al. Primary palmar hiperidrosis locus maps to 14q11.2-q13. Am J Med Genet A 2006; 140:567-72. 8. Walling HW. Clinical differentiation of primary from secondary hyperhidrosis. J Am Acad Dermatol 2011; 64:690-5. 9. Hornberger J, Grimes K, Naumann M et al. Recogni- Ôüìïò 22, Ôåý ïò 1, Iανουάριος - Μάρτιος 2011

36 Γ. Τύρος, Γ. Κοντοχριστόπουλος tion, diagnosis, and treatment of primary focal hyperhidrosis. J Am Acad Dermatol 2004; 51:274-6. 10. Low PA. Laboratory evaluation of autonomic function. In: Low PA, editor. Clinical autonomic disorders. Philadelphia: Lippincott-Raven Publishers; 1997: 179 208. 11. Heckmann M, Ceballos-Baumann AO, Plewig G. Botulinum toxin A for axillary hyperhidrosis (excessive sweating) N Engl J Med 2001; 344:488 93. 12. Hund M, Kinkelin I, Naumann M, et.al. H. Definition of axillary hyperidrosis by gravimetric assessment. Arch Dermatol 2002; 138:539-41. 13. Brazzini B, Campanile G, Hautman G and Lotti TM. Hyperhidrosis. In: Katsambas AD, Lotti TM, editors. European Handbook of Dermatological Treatments, 2nd edition, 2003:223-8. 14. Hyperhidrosis. In: James WD, Berger TG, Elston DM. Andrews Diseases of the Skin, Clinical Dermatology, 10th edition, Saunders Elsevier Canada, 2006; 777-8. 15. Lear W, Kessler E, Solish N, Glaser DA. An epidemiological study of hyperidrosis. Dermat Surg 2007; 33: S69-S75. 16. Strutton DR, Kowalski JW, Glaser DA, et al. US prevalence of hyperhidrosis and impact on individuals with axillary hyperidrosis: result from national survey. J Am Acad Dermatol 2004; 51:241-8. 17. Schreiber J. Antiperspirants. In: Barel AO, Paye M, Maibach HI, editors. Handbook of Cosmetic Science and Technology. New York: Marcel Dekker, 2001:689-701. 18. Benohanian A. Antiperspirants and deodorants. Clin Dermatol 2001; 19:398-405. 19. Sweetman CS. Martindale: The Complete Drug Reference. 34th ed. London: The Pharmaceutical Press; 2005; 1441-2. 20. Wright DL, Frankenfeld JW. Deodorant formulations and antiperspirant formulations containing particular aliphatic diols and their esters. US patent 3928577. 1975. 21. Osipow LI, Marra DC, Spitzer GJ. Deodorant stick. US patent 4832945.1986. 22. Chappell KC, Scheeler PA, Rittershaus G. Herbal deodorant. US patent 5260053.1993. 23. Gregoriou S, Rigopoulos D, Chiolou Z, et.al. Treatment of bromhidrosis with a glycine-soja sterocomplex topical product. J Cosmet Dermatol 2011; 10:74-7. 24. Flanagan KH, Glaser DA. An open-label trial of the efficacy of 15% aluminium chloride in 2% salicylic acid gel base in the treatment of moderate-to-severe primary axillary hyperhidrosis. J Drugs Dermatol 2009; 8:477-80. 25. Goh CL. Aluminium chloride hexahydrate versus palmar hyperhidrosis. Evaporimeter assessment. Int J Dermatol 1990; 29:368-70. 26. Hagan DB, Leng FJ, Smith PM et al. Antiperspirant compositions based on titanium salts. Int J Cosmet Sci 1997; 19:271-80. 27. Causton BE, Baines FC. Film forming antiperspirant polymers. US patent 5948882.1999. 28. Shaw JE, Abbott CA, Tindle K, et al. A randomised controlled trial of topical glycopyrrolate, the first specific treatment for diabetic gustatory sweating. Diabetologica 1997; 40:299 301. 29. Kim WO, Kil HK, Yoon KB,et.al. Topical glycopyrrolate in the treatment of hyperhidrosis. Br J Dermatol 2008; 158:1094-7. 30. Dolianitis C, Scarff CE, Kelly J, et al. Iontophoresis with glycopyrrolate for the treatment of palmoplantar hyperhidrosis. Australas J Dermatol 2004; 45:208-12. 31. Sato K, Timm DE, Sato F, et.al. Generation and transit pathway of H+ is critical for inhibition of palmar sweating by iontophoresis in water. J Appl Physiol. 1993; 75:2258 64. 32. Karakoc Y, Aydemir EH, Kalkan MT, et al. Safe control of palmoplantar hyperhidrosis with direct electrical current. Int J Dermatol. 2002; 41:602 5. 33. Reinauer S, Neusser A, Schauf G, et al. Iontophoresis with alternating current and direct current offset (AC/DC iontophoresis): a new approach for the treatment of hyperhidrosis. Br J Dermatol 1993; 129:166 9. 34. Karakoc Y, Aydemir EH, Kalkan MT, et al. Safe control of palmoplantar hyperhidrosis with direct electrical current. Int J Dermatol 2002; 41:602-5. 35. Shams K, Kavanagh GM. Immediate reduction in sweat secretion with electric current application in primary palmar hyperidrosis. Arch Dermatol 2011; 147:241-2. 36. Simpson IX. Identification of the major steps in botulinum toxin action. Annu Rev Pharmacol Toxical 2004; 44:167-93. 37. Wollina U, Karamfilov T, Konrad H. High-dose botulinum toxin type A therapy for axillary hyperhidrosis markedly prolongs the relapse-free interval. J Am A- cad Dermatol 2002; 46:536-40. 38. Lowe NJ, Glaser DA, Eadie N, et al. Lai PY. Botulinum toxin type A in the treatment of primary axillary hyperhidrosis: a 52-week multicenter double-blind, randomized, placebo- controlled study of efficacy and safety. J Am Acad Dermatol 2007; 56:604-11. 39. Naumann MK, Hamm H, Lowe NJ. Effect of botulinum toxin type A on quality of life measures in patients with excessive axillary sweating: a randomized controlled trial. Br J Dermatol 2002; 147:1218-26. 40. Naumann M, Lowe NJ. Botulinum toxin type A in treatment of bilateral primary axillary hyperhidrosis: randomised, parallel group, double blind, placebo controlled trial. BMJ 2001; 323:596-9. 41. Solish N, Berucci V, Dansereau, A et al. A comprehensive approach to the recognition, diagnosis, and severity based treatment of local hyperhidrosis: recommendations of the Canadian Hyperidrosis Advisory Committee. Dermatol Surg 2007; 33:908-3. 42. Lowe NJ, Yamauchi PS, Lask GP et al. Efficacy and safety of botulinum toxin type a in the treatment of palmar hyperhidrosis: a double-blind, randomized, placebo-controlled study. Dermatol Surg 2002; 28:822-7. ÅËËÇÍÉÊÇ ÅÐÉÈÅÙÑÇÓÇ ÄÅÑÌÁÔÏËÏÃÉÁÓ ÁÖÑÏÄÉÓÉÏËÏÃÉÁÓ

ΥΠΕΡΙΔΡΩΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΕΣ ΑΓΩΓΕΣ 37 43. Saadia D, Voustianiouk A, Wang AK,et.al. Botulinum toxin type A in primary palmar hyperhidrosis: randomized, single-blind, two dose study. Neurology 2001; 57:2095-9. 44. Hayton MJ, Stanley JK, Lowe NJ. A review of peripheral nerve blockade as local anaesthesia in the treatment of palmar hyperhidrosis. Br J Dermatol 2003; 149:447-51. 45. Vadoud-Seyedi J, Simonart T. Treatment of axillary hyperhidrosis with botulinum toxin type A reconstituted in lidocaine or in normal saline: a randomized, side-by-side, double-blind study. Br J Dermatol 2007; 156:986-9. Áë ëç ëï ãñá ößá: Γ.Ι. Κοντοχριστόπουλος Β Κρατική Δερματολογική Κλινική, Νοσ. Α. Συγγρός Ι. Äñá ãïý ìç 5, 16121, Êá é óá ñéá íþ, Αθήνα Ôçë.: 210 7265101 Fax: 210 7211122 Ε-mail: gkontochris@gmail.com Ôüìïò 22, Ôåý ïò 1, Iανουάριος - Μάρτιος 2011