ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ: ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Βασιλική Δ. Ζαχαροπούλου ΑΡ.ΜΗΤΡΩΟΥ: 1001097 Η ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΚΙΛΙΑΣ ΤΩΝ ΝΓ Διπλωματική μεταπτυχιακή εργασία που υποβλήθηκε υπό την καθοδήγηση τριμελούς επιτροπής: Παπαζαχαρίου Δημήτρης Άντζακας Κλήμης Ξυδόπουλος Γεώργιος ΠΑΤΡΑ 2018 [Πληκτρολογήστε κείμενο]
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... 3 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ... 4 ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 5 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1:ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 6 1.1 ΟΙ ΝΟΗΜΑΤΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ... 6 1.2 Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΚΩΦΩΝ... 9 1.3 ΤΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΚΑΙ Η ΕΔΡΑΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΝΓ... 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΤΑ ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΝΓ... 13 2.1 Η ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΝΓ... 14 2.1.1 Η δομή του νοήματος... 14 2.1.2 Οι αυτοτεμαχιακές σχέσεις μεταξύ των φωνολογικών στοιχείων... 17 2.1.2.1 Ελάχιστα ζεύγη:... 17 2.1.2.2 Αλλόφωνα... 19 2.1.3 Οι τύποι των χειριμικών νοημάτων:... 20 2.1.4 Φωνολογικοί περιορισμοί... 22 2.1.5 Φωνολογικές διαδικασίες... 23 2.2 Η ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΝΓ... 24 2.2.1 Η μορφολογία του νοήματος... 25 2.2.2 Ο μορφολογικός σχηματισμός του πληθυντικού στις ΝΓ... 28 2.2.3 Η μορφολογία των ρημάτων των ΝΓ... 30 2.3 Η ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΝΓ... 36 2.3.1 Η βασική σειρά όρων των ΝΓ... 36 2.3.2 Η δομή της πρότασης με διαφορετικά είδη ρημάτων... 39 2.3.3 Η σειρά όρων των ΝΓ κατά την άρνηση... 42 2.4 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ... 44 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΚΙΛΙΑ ΤΩΝ ΝΓ... 44 3.1 Η ΔΙΑΓΛΩΣΣΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΙΑ ΤΩΝ ΝΓ... 46 3.1.1 Η διαγλωσσική φωνολογική ποικιλία των ΝΓ... 46 3.1.2 Η διαγλωσσική μορφολογική ποικιλία των ΝΓ... 47 3.1.3 Η διαγλωσσική συντακτική ποικιλία των ΝΓ... 50 3.2 Η ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΙΑ ΤΩΝ ΝΓ... 52 3.2.1 Η γλωσσική φωνολογική ποικιλία... 53 3.2.1.1 Γλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την τοποθεσία... 53 3.2.1.2 Γλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς τη χειρομορφή: περιπτώσεις αφομοίωσης... 55 3.2.1.3 Γλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού... 58 3.2.2 Η γλωσσική συντακτική ποικιλία... 60 3.3 Η ΚΟΙΝΩΝΙΟΓΛΩΣΣΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΙΑ ΤΩΝ ΝΓ... 62 3.3.1 Τα ποικίλα κοινωνιογλωσσικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών... 62 3.3.2 Η κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία... 65 3.3.2.1 Κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την τοποθεσία... 65 3.3.2.2 Κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την χειρομορφή... 67 3.3.2.3 Κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού... 68 3.3.3 Η κοινωνιογλωσσική συντακτική ποικιλία... 70 3.3.4 Η κοινωνιογλωσσική ποικιλία στο λεξιλόγιο των ΝΓ... 72 3.3.4.1 Κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία ως προς την περιοχή... 72 3.3.4.2 Κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία ως προς την ηλικία... 75 2
3.3.4.3 Κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία ως προς το φύλο... 79 3.3.4.4 Κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία ως προς την εθνικότητα... 80 3.4 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ... 80 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 82 4.1 ΟΙ ΜΕΧΡΙ ΤΩΡΑ ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΓ... 82 4.2 ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 84 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 86 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ... 93 Συντομογραφίες ΝΓ Νοηματική γλώσσα ή Νοηματικές γλώσσες ΕΝΓ Ελληνική Νοηματική Γλώσσα AdaSL Adamorobe Sign Language (Ghana) ASL American Sign Language Auslan Australian Sign Language BSL British Sign Language CSL Chinese Sign Language DGS German Sign Language DSL Danish Sign Language HKSL Hong Kong Sign Language IPSL Indopakistani Sign Language ISL Israeli Sign Language LIU Jordanian Sign Language LSA Argentine Sign Language LSB Brazilian Sign Language LSE Spanish Sign Language NGT Sign Language of the Netherlands 3
Ευχαριστίες Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματοποιήθηκε στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών με τίτλο Σύγχρονες προσεγγίσεις στη γλώσσα και στα κείμενα. Για την υλοποίηση της συνέβαλαν πρακτικά και ηθικά αρκετοί άνθρωποι στους οποίους οφείλω ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη. Αρχικά, η καθοδήγηση και η ανοχή των εποπτών μου υπήρξε ανεξάντλητη και γι αυτό τους οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ. Συγκεκριμένα, θα ήθελα να ευχαριστώ τον αναπληρωτή καθηγητή γλωσσολογίας Κ. Παπαζαχαρίου για την ευκαιρία που μου έδωσε να ασχοληθώ με έναν πολύ ενδιαφέρον τομέα, αυτόν της γλωσσολογίας της Νοηματικής Γλώσσας αλλά και για την καταλυτική συμβολή του στην διεκπεραίωση της παρούσας εργασίας. Ακόμη, θερμά ευχαριστώ τον επίκουρο καθηγητή αγωγής κωφών του Π.Τ.Δ.Ε του Πανεπιστημίου Πατρών Κ. Άντζακα για τις πολύτιμες συμβουλές του και για τις απαντήσεις του σε όλα τα ερωτήματά μου. Η βοήθειά του και η συμβολή του ήταν ουσιαστική για την ολοκλήρωση της διπλωματικής αυτής εργασίας. Εν συνεχεία, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον αναπληρωτή καθηγητή γλωσσολογίας Κ. Ξυδόπουλο για την άψογη συνεργασία που είχαμε καθ όλη τη διάρκεια του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών και για όλη τη βοήθειά του για την ολοκλήρωση της εργασίας αυτής. Τέλος, θα ήθελα να εκφράσω τις θερμές ευχαριστίες μου στην οικογένειά μου και τον α- δερφό μου για την υποστήριξή τους όλο αυτό το διάστημα αλλά και τους φίλους μου Κώστα, Κωνσταντίνα και Παναγιώτη που με ανέχτηκαν και δεν παραπονέθηκαν που τους εγκατέλειψα. Η εργασία αυτή αφιερώνεται στους γονείς μου, Δημήτρη και Μαρία, γιατί είναι πάντα στο πλευρό μου. 4
Περίληψη Η παρούσα διπλωματική εργασία ασχολείται με τη γλωσσολογική περιγραφή της δομής και της ποικιλίας των νοηματικών γλωσσών. Στο πρώτο κεφάλαιο θα επιχειρήσουμε να κάνουμε μια εισαγωγική περιγραφή του υποβάθρου των ΝΓ. Πρωτίστως, στην ενότητα (1.1) θα δοθεί ένας περιγραφικός ορισμός τους ενώ θα παρουσιαστεί και η διαφορετικότητα του γλωσσικού τους συστήματος σε σχέση με το αντίστοιχο των ομιλούμενων. Έπειτα, στην ενότητα (1.2) θα πραγματοποιηθεί μια ανασκόπηση της ιστορίας των συστημάτων εκπαίδευσης των κωφών ενώ στην ενότητα (1.3) θα ε- στιάσουμε στο εκπαιδευτικό σύστημα της ΕΝΓ αλλά και στο γενικότερο κοινωνικό της πλαίσιο. Στο δεύτερο κεφάλαιο θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε τρία από τα γλωσσικά επίπεδα ανάλυσης των ΝΓ, δηλαδή τη φωνολογία, τη μορφολογία και τη σύνταξη. Ξεκινώντας στο (2.1) θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε τη φωνολογία αναλύοντας αρχικά τη δομή του νοήματος (2.1.1). Έπειτα, θα συνεχίσουμε με την περιγραφή των αυτοτεμαχιακών σχέσεων μεταξύ των φωνολογικών στοιχείων (2.1.2) ενώ θα επιχειρήσουμε και μια αναφορά στους τύπους των χειριμικών νοημάτων (2.1.3). Τέλος, θα καταλήξουμε με την εξέταση των φωνολογικών περιορισμών (2.1.4) και διαδικασιών (2.1.5). Στη συνέχεια, θα προσπαθήσουμε στην ενότητα (2.2) να προβούμε στην περιγραφή του μορφολογικού συστήματος των ΝΓ ξεκινώντας με τη μελέτη της μορφολογίας του νοήματος στην ενότητα (2.2.1), θα συνεχίσουμε με τις επιμέρους μορφολογικές διαδικασίες όπως τον τρόπο σχηματισμού του πληθυντικού στο (2.2.2) ενώ στην πορεία θα ασχοληθούμε και με την περιγραφή της μορφολογίας των ρημάτων στην ενότητα (2.2.3). Εν συνεχεία, θα μεταβούμε στην περιγραφή του συντακτικού συστήματος των ΝΓ στην ενότητα (2.3) όπου θα ξεκινήσουμε με την ανάλυση της βασικής σειράς όρων των περισσοτέρων ΝΓ στο (2.3.1). Θα συνεχίσουμε με τη διερεύνηση της σειράς όρων βασισμένοι στο είδος του ρήματος της πρότασης στο (2.3.2) ενώ θα μελετήσουμε και τον τρόπο σχηματισμού των προτάσεων κατά τη διαδικασία της άρνησης (2.3.3). Στο τρίτο κεφάλαιο θα επικεντρωθούμε στη μελέτη της τυπολογικής ποικιλίας των ΝΓ. Πιο αναλυτικά, θα προσπαθήσουμε να ελέγξουμε τον τρόπο πραγμάτωσης της διαγλωσσικής, γλωσσικής και κοινωνιογλωσσικής ποικιλίας ως προς τα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης. Θα ξεκινήσουμε με την περιγραφή της διαγλωσσικής ποικιλίας στην ενότητα (3.1) όπου θα εξετάσουμε τη διαγλωσσική φωνολογική ποικιλία (3.1.1), την διαγλωσσική μορφολογική ποικιλία (3.1.2) αλλά και τη διαγλωσσική συντακτική ποικιλία (3.1.3) που εντοπίζεται μεταξύ 5
των γλωσσικών συστημάτων διαφορετικών ΝΓ. Εν συνεχεία, θα περιγράψουμε τη γλωσσική ποικιλία η οποία εξαρτάται από τους περιορισμούς της ίδιας της γλώσσας στην ενότητα (3.2). Θα ξεκινήσουμε με την περιγραφή της γλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας (3.2.1) ως προς την τοποθεσία (3.2.1.1), ως προς τη χειρομορφή (3.2.1.2) αλλά και ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού (3.2.1.3). Στην συνέχεια λόγο έλλειψης ερευνών για τη γλωσσική μορφολογική ποικιλία θα εστιάσουμε στην περιγραφή της γλωσσικής συντακτικής ποικιλίας στην ενότητα (3.2.2). Έπειτα θα μεταβούμε και στην περιγραφή της κοινωνιογλωσσικής ποικιλίας η οποία συσχετίζει τα γλωσσικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών (3.3). Αρχικά, θα ξεκινήσουμε με την ανάλυση των ποικίλων κοινωνιογλωσσικών χαρακτηριστικών των νοηματιστών στην ενότητα (3.3.1). Στη συνέχεια, θα περιγράψουμε την κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία (3.3.2) ως προς την τοποθεσία (3.3.2.1), ως προς τη χειρομορφή (3.3.2.2) και ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού (3.3.2.3). Ακόμη, θα περιγράψουμε και τον τρόπο πραγμάτωσης της κοινωνιογλωσσικής συντακτικής ποικιλίας στην ενότητα (3.3.3) ενώ θα κλείσουμε το κεφάλαιο εξετάζοντας την κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία (3.3.4) ως προς την περιοχή (3.3.4.1), ως προς την ηλικία (3.3.4.2), ως προς το φύλο (3.3.4.3) και ως προς την εθνικότητα των νοηματιστών (3.3.4.4). Στο τέταρτο κεφάλαιο θα συνοψίσουμε με τις μέχρι τώρα μελέτες για την ΕΝΓ και θα προβούμε στα συμπεράσματά μας. Κεφάλαιο 1:Εισαγωγή Στο πρώτο εισαγωγικό κεφάλαιο της εργασίας αυτής θα μελετήσουμε το υπόβαθρο των ΝΓ ξεκινώντας με τον αναλυτικό ορισμό τους και παρουσιάζοντας την διαφορετική εκφορά τους σε σχέση με τις αντίστοιχες ομιλούμενες γλώσσες (1.1). Εν συνεχεία, θα ασχοληθούμε με την ιστορία της εκπαίδευσης των κωφών σε διεθνές επίπεδο (1.2) κι έπειτα θα εστιάσουμε το ενδιαφέρον μας και στην ιστορία της εκπαίδευσης και κοινωνικής αντιμετώπισης των κωφών στον ελλαδικό χώρο (1.3). 1.1 Οι Νοηματικές γλώσσες Οι νοηματικές γλώσσες είναι το κυρίαρχο μέσο επικοινωνίας μεταξύ των κωφών και εξέχον χαρακτηριστικό της κουλτούρας τους (Λαμπροπούλου 1999α:11). Είναι φυσικές γλώσσες και δεν αποτελούν προϊόν κατασκευής αφού έχουν αναπτυχθεί αυθόρμητα μέσα από τη συνάθροιση και ανάγκη επικοινωνίας των κωφών 1 (Sandler & Lillo-Martin 2001:534). Μέσω 1 Όπως αναφέρει ο Παπασπύρου (1994:18-19), «Η σχέση της κώφωσης με τη χρήση ενός ορισμένου είδους γλώσσας δεν είναι αιτιολογική αλλά κατά κάποιο τρόπο προσαρμοστική» δεδομένου ότι οι ΝΓς έχουν προ- 6
αυτών οι κωφοί μπορούν να διασφαλίσουν αμφίδρομη και αποτελεσματική επικοινωνία ενώ εκτός των άλλων μπορούν ακόμη να μεταφέρουν στοιχεία της παράδοσής τους αλλά και της τέχνης τους (π.χ. τραγούδια, ποίηση, λογοτεχνία και θέατρο στη νοηματική) σύμφωνα με τους Wilbur (1979) και Woodward (1990) όπως παρατίθεται στην Ανδρικοπούλου (2015:1). Στην προσπάθεια τους να αποδείξουν τη φυσικότητα των ΝΓ ενώ παράλληλα να τις διαχωρίσουν από άλλα τεχνητά συστήματα επικοινωνίας αρκετοί γλωσσολόγοι ήταν αυτοί που προσπάθησαν να ονοματίσουν τις ΝΓς. 2 Προηγουμένως οι ίδιοι οι κωφοί συνήθιζαν να α- ποκαλούν τη γλώσσα τους είτε «νοήματα» (signs), είτε «νοήματα Κωφών» (Deaf sign), είτε «γλώσσα των Κωφών» (Deaf Language) (Sutton-Spence, Woll & Elton 2001:16). Μάλιστα, πολλοί κωφοί αρχικά εξαιτίας της μη ύπαρξης ξεκάθαρου ονόματος και χρήσης του όρου «νοήματα» (signs) πίστευαν πως η γλώσσα τους δεν ήταν ισότιμη με την ακουστικοφωνητική γλώσσα. Στις δεκαετίες όμως του 1960-1970 οπότε και πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες γλωσσολογικές μελέτες για τις ΝΓς, κατέστη σαφές από τον Stokoe πως οι κωφοί δεν είναι «ανώμαλες παθολογικά περιπτώσεις αλλά προσωπικότητες που έχουν πολιτιστική και γλωσσική ταυτότητα» (Λαμπροπούλου 1999α:84 ). Μάλιστα, σε κατοπινές γλωσσολογικές μελέτες ξεκαθαρίστηκε πως οι ΝΓς έχουν πλήρη γλωσσολογική δομή αφού διαθέτουν τα γλωσσικά καθολικά (universals) που διαθέτει κάθε ανθρώπινη γλώσσα 3. Ορόσημο της πρώτης γλωσσολογικής περιγραφής των ΝΓ αποτελεί η μονογραφία του Stokoe (1960) «Η δομή της Νοηματικής Γλώσσας». Εκεί για πρώτη φορά διευκρινίζεται πως η ΝΓ δεν είναι αναπαράσταση της προφορικής - ομιλούμενης γλώσσας μέσω των χεριών αλλά η φυσική γλώσσα της κοινότητας των κωφών (Stokoe 1960:4). Οι ΝΓς λοιπόν διαθέτουν όλα τα επίπεδα γλωσσολογικής ανάλυσης (Φωνολογία, Μορφολογία, Σύνταξη, Σημασιολογία κ.α.) (Sandler & Lillo-Martin 2003:384 Λαμπροπούλου 1999β:43) ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζουν κοινωνιογλωσσική ποικιλία αφού εντοπίζονται διάλεκτοι, κοινωνιόλεκτοι αλλά και η ιδιόλεκτος του κάθε νοηματιστή (Quer et al 2010:97-99). Εφόσον λοιπόν οι ΝΓς διαθέτουν το γλωσσικό σύστημα που διαθέτει κάθε ανθρώπινη σαρμοστεί στα επικοινωνιακά δεδομένα της κοινότητας των κωφών αφού κατά κύριο λόγο χρησιμοποιούν το οπτικό κανάλι επικοινωνίας. 2 Διαφορετικές ονομασίες έχουν προταθεί κατά καιρούς από διάφορους μελετητές και για την Ελληνική Νοηματική Γλώσσα. Πιο χαρακτηριστικές είναι αυτή του Λαζανά (1968) «μιμική γλώσσα», του Τριανταφυλλίδη (1987) «νεύματα» αλλά και του Παπασπύρου (2003) «κινηματική γλώσσα», όπως παρατίθεται στον Μαυρέα (2011:103). 3 Μερικές από τις πιο σημαντικές γλωσσολογικές έρευνες που απέδειξαν την ύπαρξη της δομής και των καθολικών των ΝΓ ήταν αυτές των Stokoe et al (1965), Klima & Bellugi (1979), Bergman et al (1984) όπως παρατίθεται στην Ανδρικοπούλου (2015:2) 7
γλώσσα, το ερώτημα που εγείρεται εδώ είναι ως προς τι διαφοροποιούνται από τις προφορικές ομιλούμενες γλώσσες; Σ αυτό το ερώτημα απαντούν οι Παπασπύρου (1994:19), Κουρμπέτης, Ευθυμίου, Κατσογιάννου & Σταϊνχάουερ (2005:1-2) αλλά και οι Sandler & Lillo-Martin (2001:558), οι οποίοι μιλούν για τη διαφορετική τροπικότητα 4 με την οποία πραγματώνονται οι ΝΓς, κάνοντας λόγο για τη χρήση διαφορετικών επικοινωνιακών μέσων, τα οποία χρησιμοποιούν οι ΝΓς και βάση αυτών των μέσων οργανώνεται το μήνυμα. Μένοντας σ αυτή τη διαφοροποίηση αρχικά βλέπουμε πως οι προφορικές- ομιλούμενες γλώσσες χρησιμοποιούν το προφορικό ακουστικό κανάλι επικοινωνίας ενώ οι ΝΓς χρησιμοποιούν κυρίως το οπτικό χειρονομικό 5 (Sandler & Lillo Martin 2001:539). Διαπιστώνουμε λοιπόν πως οι ΝΓς παρουσιάζουν κοινά μεταξύ τους χαρακτηριστικά, που στο σύνολό τους τις διαφοροποιούν ριζικά από τις φωνούμενες γλώσσες. Ωστόσο, είναι απαραίτητο εδώ να διευκρινιστεί πως οι ΝΓς παρόλο που παρουσιάζουν ομοιότητα ως προς την οπτική και κινητική τους δομή, δεν είναι αμοιβαία κατανοητές 6 (Λαμπροπούλου 1999α: 95). Παρόλα αυτά μερικά από τα χαρακτηριστικά τα οποία εντοπίζουμε σχεδόν σε όλες τις ΝΓς έχουν να κάνουν με τη μορφή και την κατεύθυνση της παλάμης και των δακτύλων, με την κίνηση των χεριών, με τη στάση ή την κίνηση του σώματος αλλά και με την έκφραση του προσώπου, καθώς αυτά τα στοιχεία είναι που δίνουν τη δυνατότητα ποικίλων εκφραστικών επιλογών. Μάλιστα, ο τρισδιάστατος χώρος (ο χώρος νοηματισμού) είναι ένα ακόμη στοιχείο το οποίο διαθέτουν όλες οι ΝΓς και στο οποίο πραγματώνονται ποικίλες γραμματικές σχέσεις που αφορούν τη μορφολογία και τη σύνταξη (Sandler & Lillo-Martin 2001:558). 4 Ο όρος τροπικότητα στην παρούσα εργασία δεν χρησιμοποιείται με τη σημασία της επιστημικής (epistemic) ή δεοντικής (deontic) τροπικότητας αλλά χρησιμοποιείται για να αποτυπωθεί η διαφορετική εκφορά της ΝΓ. Στα αγγλικά χρησιμοποιείται ο ίδιος αντίστοιχος όρος «modality» (different modality).η διαφορά των ΝΓ έ- γκειται στο γεγονός πως σε αντίθεση με τις ομιλούμενες οι ΝΓς χρησιμοποιούν διαφορετικά μέσα για την επικοινωνία, όπως τα χέρια το πρόσωπο και το σώμα. Μάλιστα γίνονται αντιληπτές μέσω της όρασης (visual / gestural modality) ενώ μπορούν να δηλώσουν χώρο-χρονικές έννοιες με πιο άμεσο τρόπο από τις ομιλούμενες (Aronoff et al 2005:303). 5 Ο όρος manual ( χειρονομικός ή χειροκινητικός) αναφέρεται στα στοιχεία εκείνα που συναποτελούν ένα νόημα (χειρομορφή, κίνηση, τοποθεσία και προσανατολισμός) και πραγματώνονται μέσω των χεριών. Ο συγκεκριμένος όρος διαφοροποιείται από το όρο gestures (χειρονομίες) ο οποίος χρησιμοποιείται για χειρονομίες που δεν σχετίζονται με τα δομικά μέρη των ΝΓ. 6 Στο παρελθόν υπήρχε η άποψη πως υπάρχει μια ΝΓ η οποία είναι διεθνής ωστόσο κάτι τέτοιο δεν ισχύει α- φού υπάρχουν διαφορετικές ΝΓς με διαφορετικά δομικά συστήματα κάτι που αποδεικνύεται και από το γεγονός της μη αμοιβαίας κατανοησιμότητας μεταξύ νοηματιστών διαφορετικών ΝΓ (Λαμπροπούλου 1999α :94-95). 8
Πέραν των κοινών αυτών γλωσσικών χαρακτηριστικών που εντοπίζονται μεταξύ των ΝΓ, ομοιότητες επίσης διαπιστώνονται και στον τρόπο που οι κοινότητες των κωφών 7 επιλέγουν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους στην κοινωνία, στην εκπαίδευση, στην πολιτική κ.α. Μέσα λοιπόν από διεθνής οργανώσεις όπως η Παγκόσμια Ομοσπονδία Κωφών που απαρτίζεται από κωφά μέλη διαφόρων χωρών αλλά και μέσα από πιο περιφερειακές οργανώσεις όπως είναι η Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδος (ΟΜΚΕ) οι κωφοί 8 μπορούν να οργανώνονται για τον τρόπο διεκδίκησης και επίτευξης των στόχων τους ( Λαμπροπούλου 1999α:47) ενώ μέσα από τα επιμέρους σωματεία και λέσχες μπορούν να συναντώνται με φίλους, να ανταλλάσσουν εμπειρίες καθώς και άλλες πληροφορίες ( Λαμπροπούλου 1999α:47). 1.2 Η ιστορία του συστήματος εκπαίδευσης των Κωφών Οι κωφοί όπως άλλωστε αναφέραμε και στο προηγούμενο κεφάλαιο προσπαθούν να προασπίσουν τα γλωσσικά τους δικαιώματα αφού αποτελούν γλωσσική μειονότητα, χρησιμοποιώντας μια γλώσσα διαφορετική από αυτή της πλειονότητας του πληθυσμού. Ωστόσο, όπως ήδη προαναφέραμε δεν είναι τα μόνα δικαιώματα που προσπαθούν να προασπίσουν. Σύμφωνα με τη Λαμπροπούλου (1999β:6), ήδη από την αρχαιότητα οι κωφοί αντιμετώπιζαν την πλήρη περιθωριοποίηση ενώ δεν διέθεταν κανένα δικαίωμα στην εκπαίδευση. Το 16 ο αιώνα άρχισαν αυτές οι αντιλήψεις να μεταβάλλονται με ενεργές προσπάθειες για την εκπαίδευσή τους. Αρχικά, ο ισπανός μοναχός Pedro Ponce de leon (1520 1580) από τους πρώτους δασκάλους κωφών, δίδασκε γραφή, ανάγνωση και ομιλία, αναπαριστώντας χειροκίνητα τις λέξεις. Ενώ ένας ακόμη ισπανός δάσκαλος ο Juan Pablo Bonet (1573 1633), επέκτεινε τη διδασκαλία του επινοώντας το χειροκίνητο αλφάβητο που βασιζόταν στην α- πεικόνιση του αλφαβήτου της ομιλούμενης γλώσσας με το ένα χέρι, γνωστό σήμερα ως δακτυλικό αλφάβητο (fingerspelling) 9 (Quer et al 2010:100). Αργότερα τον 17 ο και 18 ο αιώνα ο 7 Όπως επισημαίνει η Padden (1980:92): «Η κοινότητα των κωφών αποτελείται από μία ομάδα ατόμων που κατοικούν σε κάποια περιοχή, έχει κοινούς στόχους που καθορίζονται από τα μέλη της και παλεύει για να πετύχει αυτούς τους στόχους. Μια κοινότητα κωφών μπορεί να περιλαμβάνει άτομα που δεν είναι κωφά, αλλά που υποστηρίζουν δραστήρια τους σκοπούς της κοινότητας των κωφών και δουλεύουν μαζί με τους κωφούς για να τους πετύχουν.» 8 Είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως συχνά στη βιβλιογραφία ο όρος κωφός, απαντά πότε με μικρό (κ) και πότε με κεφαλαίο (Κ). Αυτό συμβαίνει γιατί με κεφαλαίο Κ ορίζονται τα κωφά άτομα τα οποία αποτελούν μέλη της κοινότητας των κωφών και ταυτίζονται με την κώφωσή τους, ενώ με μικρό κ, ορίζονται τα άτομα που έχουν γενικότερη απώλεια ακοής και δεν ταυτίζονται με την κοινότητα, σύμφωνα με τον ορισμό της Woodward (1972) όπως παρατίθεται στους Orfanidou, Woll & Morgan (2015:38). 9 Κατά την δακτυλογραφή (fingerspelling) το χέρι του νοηματιστή βρίσκεται μπροστά και πάνω από το στήθος του και μετακινείται από τα αριστερά προς τα δεξιά (Λαμπροπούλου 1999β:31) ενώ όπως επισημαίνεται από τους Sutton- Spence & Woll (1999:16-18) παρότι αποτελεί μέρος των περισσοτέρων ΝΓ δεν αποτελεί «φυσικό» 9
Thomas Braidwood (1715 1806) στην Μ. Βρετανία έκανε χρήση νευμάτων, δακτυλικού αλφαβήτου, ανάγνωσης και γραφής με σκοπό την παραγωγή ομιλίας (Προφορική μέθοδος επικοινωνίας). Το ίδιο χρονικό διάστημα στη Γαλλία ο ιερέας Abbė Charles Michel de L Epėe (1712 1789), ίδρυσε το πρώτο δημόσιο σχολείο κωφών στο Παρίσι, ενώ χρησιμοποιούσε ως μέθοδο διδασκαλίας τη ΝΓ προσαρμοσμένη στο δομικό σύστημα της φωνούμενης, ονομάζοντάς την «μεθοδικά νοήματα» (Quer et al 2010:101 Lucas & Bayley 2010:452 Λαμπροπούλου 1999β:7). Θεωρούσε τη ΝΓ ως φυσική γλώσσα των κωφών ενώ πολλοί από τους κωφούς μαθητές του έγιναν μετέπειτα δάσκαλοι του σχολείου του. Μάλιστα ένας εξ αυτών ο Laurent Clerk μαζί με τον Thomas Hopkins Gallauded ίδρυσαν το πρώτο σχολείο κωφών στις Η.Π.Α. το 1817, υιοθετώντας και διαδίδοντας τον τρόπο διδασκαλίας του de L Epėe (Λαμπροπούλου 1999β: 7-8). Ωστόσο, ο Γερμανός Samuel Heinicke δεν ενστερνίστηκε τη μέθοδο διδασκαλίας του de L Epėe όσον αφορά την εκπαίδευση των κωφών της Γερμανίας ενώ ήταν θερμός υποστηρικτής της χρήσης της προφορικής μεθόδου. 10 Έτσι δημιουργήθηκαν δυο ρεύματα υποστήριξης, στο πρώτο άνηκαν οι οπαδοί της χρήσης των ΝΓ ενώ στο δεύτερο αυτοί που πίστευαν πως η μόνη μέθοδος διδασκαλίας θα πρέπει να είναι η προφορική μέθοδος. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από την έντονη διαφωνία μεταξύ του Edward Miner Gallauded (1837-1917) και του Alexander Graham Bell (1847-1922). Ο πρώτος ως πρόεδρος του πρώτου κολλεγίου κωφών στον κόσμο υποστήριζε την ταυτόχρονη χρήση ομιλίας και νοημάτων, ενώ ο δεύτερος ήταν θερμός υποστηρικτής της προφορικής μεθόδου και πολέμιος της ΝΓ (Λαμπροπούλου 1999β:9 Moores 1996). Έτσι όταν το 1880 διοργανώθηκε το διεθνές συνέδριο εκπαιδευτικών για κωφά παιδιά στο Μιλάνο, οι οπαδοί της προφορικής μεθόδου κατάφεραν την κατάργηση της χρήσης των ΝΓ στην εκπαίδευση των κωφών. Εδραίωσαν ως μοναδική τεχνική διδασκαλίας την προφορική μέθοδο, με μοναδικό απώτερο σκοπό την παραγωγή ομιλίας. Το επιχείρημα το οποίο παρουσιάστηκε ήταν πως η ΝΓ διευκολύνει τους κωφούς και δεν τους επιτρέπει να ασκηθούν ώστε να κατακτήσουν την ομιλία, την οποία και θεωρούσαν επαρκέστερη αλλά και αναγκαία για την ένταξή τους «στον κόσμο των ακουόντων» (Λαμπροπούλου 1999β: 9). Έτσι λοιπόν, η χρήση της ΝΓ απαγορεύτηκε τόσο στο σχολικό όσο και στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο περίπου μέχρι τα μέσα του 20 ου αιώνα. Έπειτα, αρκετοί γλωσσολόγοι μελετητές από τις Η.Π.Α. όπως ο Stokoe (1960), οι Klima & Bellugi (1979) κ.α., μέσω ερευνητικών δεδομένων απέδειξαν πως οι ΝΓς είναι πλήρης γλώσσες με δική τους δομή. Ενώ κάποιοι ακόκομμάτι τους αφού χρησιμοποιείται για να αναπαριστά το αλφάβητο της αντίστοιχης ομιλούμενης. Το δακτυλικό αλφάβητο της ΕΝΓ απεικονίζεται στο παράρτημα 1. 10 Προφορική μέθοδος ή Προφορικοακουστική: Είναι η τεχνική διδασκαλίας σύμφωνα με την οποία οι μαθητές οφείλουν να αναγνωρίζουν τα γλωσσικά εισερχόμενα μόνο μέσω της χειλανάγνωσης ή μέσω κάποιου α- κουστικού ή μέσω της ανάγνωσης της ομιλίας. Μπορούν να εκφράζονται μόνο με ομιλία ενώ απαγορεύεται η χρήση ΝΓ ή δακτυλικού αλφαβήτου (Λαμπροπούλου 1999β:27,28-31). 10
μη ερευνητές όπως οι Tervoort & Verbeck (1967), διαπίστωσαν πως η χρήση της ΝΓ διευκολύνει την ανάπτυξη της προφορικής γλώσσας. Δεδομένα που συνετέλεσαν στο να αλλάξουν οι συνθήκες εκπαίδευσης και αντιμετώπισης της κοινότητας των κωφών σταδιακά μέχρι και σήμερα, όπως παρατίθεται στη (Λαμπροπούλου 1999β: 10-11). Πιο συγκεκριμένα, μετά την αποδοχή του γλωσσικού και πολιτισμικού χαρακτήρα της κοινότητας, όλο και περισσότερες χώρες άρχισαν να υιοθετούν κι άλλες μεθόδους επικοινωνίας και διδασκαλίας των κωφών, όπως τη δίγλωσση εκπαίδευση 11 ή την ολική μέθοδο επικοινωνίας 12, με εξαιρετικά πλεονεκτήματα για την κοινότητα. Μέσα σ αυτές ήταν και η Ελλάδα, η οποία ακολούθησε με τη σειρά της τη δική της ιστορική πορεία όσον αφορά την εκπαίδευση και την αντιμετώπιση της κοινότητας των κωφών. Αυτή την πορεία θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε επιγραμματικά πριν μεταβούμε στην ανάλυση του γλωσσικού συστήματος των ΝΓ. 1.3 Το υπόβαθρο και η εδραίωση της ΕΝΓ Την πρώτη γραπτή αναφορά για την ύπαρξη της ΕΝΓ την εντοπίζουμε στους Πλατωνικούς διαλόγους, συγκεκριμένα στον «Κρατύλο» όπου ο Σωκράτης αναφέρει πως η γλώσσα επικοινωνίας των κωφών είναι η Νοηματική Γλώσσα (Λαμπροπούλου 1999β:14 Moores 2007) όπως παρατίθεται στην Κασβίκη (2017: 16). Ενώ άλλες μαρτυρίες σύμφωνα με τον Λαζανά (1984) όπως παρατίθεται στoυς Quer et al (2010:99) θέλουν θεσμοθετημένη πρόνοια και άσυλο για τους κωφούς μέσω κοινωνικών προγραμμάτων και στη βυζαντινή εποχή, ωστόσο εκεί δεν γίνεται λόγος για ΝΓς ή άλλες γλωσσικές πρακτικές. Κάποια ακόμη στοιχεία για την ΕΝΓ προέρχονται και από τη ζωή του Αγ. Μάρκου του κωφού, ο οποίος χρησιμοποιούσε χειρομορφές νοήματα προκειμένου να επικοινωνήσει με τους άλλους μοναχούς του μοναστηρίου (Quer et al 2010:100). Όσον όμως αφορά την εκπαίδευση των κωφών στην Ελλάδα, η Λαμπροπούλου (1999β:15,21-26) αναφέρει πως ξεκίνησε πολύ καθυστερημένα σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Μάλιστα επισημαίνει, πως οι πρώτες προσπάθειες ίδρυσης σχολείων ή 11 Δίγλωσση - Διπολιτισμική εκπαίδευση: είναι η μέθοδος εκπαίδευσης κατά την οποία τα παιδιά ήδη από τη βρεφική τους ηλικία διδάσκονται τη μητρική τους ΝΓ ως γλώσσα επικοινωνίας (Γ1) ενώ ως δεύτερη γλώσσα (Γ2) διδάσκονται την ομιλούμενη κυρίως ως γλώσσα γραφής και ανάγνωσης (Λαμπροπούλου 1999β:28,37-39). 12 Ολική μέθοδος επικοινωνίας: είναι μία μέθοδος εκπαίδευσης η οποία προτάθηκε από τον David Denton (1968) και στην οποία συνήθως οι δάσκαλοι μιλούν και ταυτόχρονα νοηματίζουν, «ταυτόχρονη μέθοδος». Οι μαθητές μπορούν να δέχονται γλωσσικά εισερχόμενα από οποιαδήποτε μέσο, είτε χειλανάγνωση, είτε δακτυλογραφή, είτε μέσω της υπολειμματικής ακοής τους και να εκφράζονται με οποιοδήποτε τρόπο (νοήματα, δακτυλογραφή, ομιλία, γραφή). Στόχος της μεθόδου είναι η ανάπτυξη λόγου όχι μόνο ομιλίας (Λαμπροπούλου 1999β:28,34-36). 11
ιδρυμάτων για κωφά παιδιά στις αρχές του 20 ου αιώνα ήταν κυρίως ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Ανάμεσα σ αυτές ξεχωρίζει αρχικά η πρωτοβουλία του Χαράλαμπου Σπηλιόπουλου το 1907 για τη δημιουργία ιδρύματος κωφών το οποίο για γραφειοκρατικούς λόγους λειτούργησε το 1937 για πρώτη φορά. Εκείνη περίπου την περίοδο εκπαιδεύτηκαν και οι πρώτες δασκάλες κωφών, η Ελένη Παλατίδου κι αργότερα η Ελένη Βαρυτιμίδου, οι οποίες ακολούθησαν ως εκπαιδευτική τακτική την προφορική μέθοδο διδασκαλίας. Αργότερα, ο Αντρέας Κοκκέβης ο οποίος διατέλεσε Υπουργός Υγείας την περίοδο (1964 1974) βοήθησε αρκετά την ανάπτυξη της εκπαίδευσης των κωφών. Μαζί με τη σύζυγό του Ηρώ Κοκκέβη φρόντισαν για τη δημιουργία του πρώτου ιδιωτικού σχολείου κωφών το 1956, συμμεριζόμενοι τις ανάγκες για την εκπαίδευση των κωφών αφού είχαν και οι ίδιοι μία κωφή κόρη. Σημαντική προσωπικότητα ως δασκάλα του εν λόγο σχολείου ήταν και η Αμαλία Μαρτινού η οποία υιοθέτησε ως τεχνική διδασκαλίας επίσης την προφορική μέθοδο. Το σχολείο αυτό αργότερα έγινε δημόσιο Δημοτικό Γυμνάσιο κωφών και βαρήκοων στην Αργυρούπολη. Ένα ακόμη ιδιωτικό σχολείο ιδρύθηκε και με πρωτοβουλία της Σοφίας Σταρόγιαννη, η οποία ήταν μητέρα δύο κωφών παιδιών. Σ αυτό το σχολείο ως δασκάλα δίδασκε η Βικτόρια Δαούση ενώ και αυτό το σχολείο αργότερα έγινε δημόσιο (Quer et al 2010:103). Η φροντίδα εκ μέρους της πολιτείας προκειμένου να δημιουργηθούν οι δομές της ειδικής αγωγής στην Ελλάδα ήταν αρκετά αργοπορημένη. Συγκεκριμένα, μόλις το 1975 λειτούργησε το τμήμα Ειδικής Αγωγής στο Μαράσλειο Διδασκαλείο για την μετεκπαίδευση των δασκάλων (ΦΕΚ 273/4.12.1975) ενώ το 1976 ιδρύθηκε και η Διεύθυνση Ειδικής Αγωγής στο Υπουργείο Παιδείας (ΦΕΚ 56/15.3.1976). Λίγο αργότερα το 1981 ψηφίστηκε και ο πρώτος νόμος σχετικά με την εκπαίδευση και την αποκατάσταση των παιδιών με ειδικές ανάγκες ενώ ένα χρόνο αργότερα δημιουργήθηκαν και τα δύο πρώτα σχολεία κωφών του ΥΠ.Ε.Π.Θ. Έπειτα, το Υπουργείο Παιδείας ανέλαβε την ίδρυση και άλλων ακόμη μονάδων σε όλη την Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα, στα σχολεία του Εθνικού Ιδρύματος Προστασίας Κωφών (Ε.Ι.Π.Κ.), είτε σε ειδικά σχολεία και τάξεις του Υπουργείου Παιδείας παρέχεται ακόμη και σήμερα ειδική εκπαίδευση κωφών. Ως ενδεδειγμένη προσέγγιση διδασκαλίας έχει οριστεί η «δίγλωσση εκπαίδευση» με το νόμο 3699/2008 (του άρθρου 7) ο οποίος ορίζει πως «Ως πρώτη γλώσσα των κωφών και βαρήκοων μαθητών αναγνωρίζεται η Ελληνική Νοηματική γλώσσα και ως δεύτερη γλώσσα τους η Νέα Ελληνική, η οποία προσλαμβάνεται και εκφέρεται με τη γραπτή της μορφή, ενώ η προφορική της αντίληψη και έκφραση αποτελεί πρόσθετη κοινωνική επιλογή των κωφών μαθητών. Η Ελληνική Νοηματική και η Νέα Ελληνική γλώσσα αναγνωρίζονται ως ισότιμες μεταξύ τους, οπότε και η ενδεδειγμένη γλωσσική παιδαγωγική προσέγγιση είναι η δίγλωσση εκπαίδευση.» Όσον αφορά το νομοθετικό πλαίσιο ένα ακόμη επίτευγμα της κοινότητας των κωφών της Ελλάδος είναι και η πρόσφατη αναγνώριση της ΕΝΓ ως ισότιμης με την Ελληνική. Αναλυτικότερα με το νόμο ΦΕΚ. Ν. 4488/2017 τίθεται σε εφαρμογή ο νόμος ΦΕΚ. Ν. 4074/2012 που είναι η Κύρωση της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των αναπήρων. Πιο συγκεκριμέ- 12
να, ο νόμος αναφέρει ρητά πως «Η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα αναγνωρίζεται ως ισότιμη με την ελληνική γλώσσα. Το κράτος λαμβάνει μέτρα για την προώθηση της καθώς και για την κάλυψη όλων των αναγκών επικοινωνίας των κωφών και βαρήκοων πολιτών.» Αφού λοιπόν, μελετήσαμε το υπόβαθρο των ΝΓ ξεκινώντας αρχικά με τον ορισμό τους διαπιστώσαμε τη διαφορετική τροπικότητά τους σε σχέση με τις ομιλούμενες γλώσσες. Έπειτα, αναλύσαμε την ιστορία της εκπαίδευσής των κωφών σε διεθνές επίπεδο όπου διαπιστώσαμε τις μεταβολές στον τρόπο εκπαίδευσής τους αλλά και αντιμετώπισής τους από το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο. Αλλαγές που επηρέασαν καθοριστικά τον τρόπο ζωής και εκπαίδευσης αυτών των μειονοτικών ομάδων. Θελήσαμε ωστόσο, να ερευνήσουμε και τον τρόπο εκπαίδευσης και πρόσληψης των κωφών και στον Ελλαδικό χώρο όπου διαπιστώσαμε αργοπορημένη ανάληψη πρωτοβουλίας για την εκπαίδευση και γενικότερη κοινωνική τους φροντίδα. Βλέπουμε λοιπόν, πως παρά τις αντιξοότητες τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο, η ΝΓ αναγνωρίστηκε σταδιακά ως ανεξάρτητη, πλήρης, μη γραπτή γλώσσα που διαθέτει όλα τα επίπεδα γλωσσολογικής ανάλυσης. Θεωρούμε λοιπόν απαραίτητο στο ε- πόμενο κεφάλαιο να προσπαθήσουμε να κάνουμε μια πρώτη γλωσσολογική περιγραφή των ΝΓ και να περιγράψουμε όλα τα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης βασισμένοι σε γλωσσολογικές έρευνες που έχουν γίνει μέχρι τώρα για τις ΝΓς αλλά και για την ΕΝΓ προκειμένου να αποκτήσουμε μια πιο σαφή εικόνα του δομικού τους συστήματος. Κεφάλαιο 2: Τα γλωσσικά επίπεδα ανάλυσης των ΝΓ Όπως επισημαίνεται από τη Sandler (2003a:384) ύστερα από έρευνες των τελευταίων δεκαετιών κατέστη σαφές πως οι ΝΓς είναι φυσικές γλώσσες που διαθέτουν φωνολογικά, μορφολογικά και συντακτικά συστήματα. Διεξοδικότερα, διαπιστώθηκαν χαρακτηριστικά τα οποία αποτελούν μέρος τόσο των ομιλούμενων όσο και των ΝΓ. Ανάμεσα σ αυτά ήταν το φωνολογικό υπόστρωμα των ΝΓ με τις ταυτόχρονες αλλά και σειριακές ιδιότητές του αλλά και οι αυτοτεμαχιακές και ιεραρχικές σχέσεις των φωνολογικών στοιχείων. Επιπλέον, βρέθηκαν τα αντίστοιχα στοιχεία που αποτελούν την παραγωγική και κλιτική μορφολογία αλλά και η επαναδρομή των κανόνων της σύνταξης και η αντίστοιχη νομιμοποίηση των κενών υποκειμένων. Επομένως, απόρροια των ερευνών είναι πως όταν το ακουστικό αρθρωτικό κανάλι δεν είναι πλέον διαθέσιμο, ο ανθρώπινος εγκέφαλος δημιουργεί εναλλακτικά γλωσσικά συστήματα. Ένας τρόπος για να μπορέσουν να γίνουν κατανοητά αυτά τα γλωσσικά συστήματα είναι μέσα από τη μελέτη και κατανόηση των χαρακτηριστικών που τα συναποτελούν. Έτσι λοιπόν κι εμείς μέσα από την περιγραφή των χαρακτηριστικών αυτών θα προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε μια καλύτερη εποπτεία του γλωσσικού συστήματος των ΝΓ. 13
Πιο αναλυτικά, στο παρόν κεφάλαιο θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε το φωνολογικό, μορφολογικό και συντακτικό τους σύστημα. Αρχικά στην ενότητα (2.1) θα μελετήσουμε την φωνολογία των ΝΓ διερευνώντας τη δομή του νοήματος (2.1.1). Στη συνέχεια, θα προσπαθήσουμε να ερευνήσουμε τις αυτοτεμαχιακές σχέσεις μεταξύ των φωνολογικών στοιχείων (2.1.2) κι έπειτα θα περάσουμε στην περιγραφή των χειριμικών (manual) νοημάτων ενώ θα προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τις ταυτόχρονες και σειριακές ιδιότητες του κάθε νοήματος (2.1.3). Στο τέλος, θα μελετήσουμε τους φωνολογικούς περιορισμούς (2.1.4) αλλά και τις φωνολογικές διαδικασίες που εντοπίζονται στο σύστημα των ΝΓ (2.1.5). Στη δεύτερη ενότητα αυτού του κεφαλαίου θα ερευνήσουμε τη μορφολογία των ΝΓ (2.2) μέσα από τη μελέτη των στοιχείων που αποτελούν τη μορφολογία του νοήματος (κλιτική και παραγωγική μορφολογία) (2.2.1). Έπειτα, θα μεταβούμε στην περιγραφή του μορφολογικού σχηματισμού του πληθυντικού (2.2.2) και θα καταλήξουμε μελετώντας τη μορφολογία των ρημάτων των ΝΓ (2.2.3). Τέλος, στην τρίτη ενότητα του δευτέρου κεφαλαίου θα εξετάσουμε τον τρόπο με τον οποίο πραγματώνεται η σύνταξη στις ΝΓς (2.3) ξεκινώντας από τη μελέτη της βασικής σειράς όρων ορισμένων ΝΓ (2.3.1). Στη συνέχεια, θα μελετήσουμε το ρόλο που διαδραματίζουν διαφορετικά ρήματα όσον αφορά τη σειρά όρων και τη γενικότερη δομή της πρότασης (2.3.2), ενώ θα συνοψίσουμε μελετώντας τον τρόπο σχηματισμού της άρνησης προκειμένου να α- ποκτήσουμε μια πιο σαφή εικόνα για το σχηματισμό των προτάσεων των ΝΓ (2.3.3). 2.1 Η φωνολογία των ΝΓ 2.1.1 Η δομή του νοήματος Σύμφωνα με τους Els van der Kooij (2002:13) η φωνολογική πολυπλοκότητα εκτός από τις ομιλούμενες χαρακτηρίζει και τις ΝΓς. Ωστόσο, η μελέτη τους σε σχέση με τις ομιλούμενες όπως διατυπώθηκε και στο προηγούμενο κεφάλαιο καθυστέρησε σημαντικά καθώς για πολλά χρόνια θεωρούνταν «παντομίμα» ή «έκφραση της ομιλούμενης με νοήματα» 13. Οι απόψεις αυτές άρχισαν σταδιακά να εκλείπουν από την εποχή που ο William Stokoe το 1960 στο πανεπιστήμιο για κωφούς του Gallauded στις Η.Π.Α., παρουσίασε τη δομή της ASL. Πιο συγκεκριμένα, όπως επισημαίνουν οι Sutton-Spence & Woll (1999:154-155), Els van der Kooij (2002:15), Johnston & Schembri (2007:79), Sandler & Lillo-Martin (2001:539) και Perniss, Pfau & Steinbach (2007:4), ο Stokoe (1960) στη μονογραφία του απέδειξε αρχικά 13 Όπως επισημαίνουν οι Fromkin et al (2008:37) αρχικά η σχέση μορφής και σημασίας στις ΝΓς δεν ήταν αυθαίρετη καθώς πολλά νοήματα έμοιαζαν με μιμήσεις ωστόσο στην πορεία αυτά τα νοήματα άρχιζαν να αλλάζουν όπως αλλάζουν προφορά και οι λέξεις των ομιλούμενων γλωσσών, με αποτέλεσμα να γίνουν αυθαίρετα. 14
πως η βασικότερη μονάδα λόγου δηλαδή το γλωσσικό σημείο (η απόρροια του σημαίνοντος και του σημαινομένου) για τις ΝΓ είναι το νόημα (sign) 14. Έπειτα, κατέδειξε πως τα νοήματα δεν είναι ολιστικές χειρονομίες (holistic gestures) αλλά αποτελούνται από τρεις αναλύσιμες κατηγορίες οι οποίες αυτόνομες δεν έχουν κάποια σημασία αλλά γλωσσολογικά είναι σημαντικές γιατί συνθέτουν και διαφοροποιούν σημασίες. Αυτές οι κατηγορίες που θα έλεγε κανείς πως αντιστοιχούν στα φωνήματα των ομιλούμενων γλωσσών είναι, η χειρομορφή (handshape), η τοποθεσία (location) και η κίνηση (movement). 15 Η χειρομορφή (handshape) αναφέρεται στο σχήμα της παλάμης και των δακτύλων κατά το σχηματισμό του λεξικού νοήματος. Το ανθρώπινο χέρι μπορεί να πραγματώσει πολλούς πιθανούς συνδυασμούς σχημάτων. Μπορεί να είναι κλειστή ή ανοιχτή παλάμη, τα δάχτυλα μπορούν να είναι είτε τεντωμένα, είτε να κρατούνται ενωμένα, είτε να είναι λυγισμένα. Ο δείκτης, ο μέσος ή το μικρό δάχτυλο μπορεί να είναι τεντωμένα, λυγισμένα ή σε επαφή με τα υπόλοιπα κτλ. Ωστόσο, παρά τους πολλούς αυτούς συνδυασμούς που μπορεί να υπάρξουν για το σχηματισμό της χειρομορφής, μόνο ένα μικρό μέρος όλων αυτών χρησιμοποιούνται για την παραγωγή νοημάτων στο νοητικό λεξικό. Σημαντικό στοιχείο για τη χειρομορφή είναι πως δεν μπορεί από μόνη της να λειτουργήσει ως φορέας σημασίας (Sandler & Lillo-Martin 2001:534) αν και μπορεί να αποτελέσει φορέα διαφοροποίησης της σημασίας (Johnston & Schembri 2007:87). Ένα ακόμη στοιχείο που απαρτίζει το νόημα (sign) είναι και η τοποθεσία (location), η οποία έχει να κάνει με το αν η χειρομορφή τοποθετείται στο χώρο μπροστά από το νοηματιστή (ουδέτερος χώρος neutral space) (Johnston & Schembri 2007:90) ή επάνω στο σώμα του. 16 Υπάρχουν πολλές διαφορετικές τοποθεσίες και στο χώρο αλλά και στο σώμα του νοηματιστή όπου μπορεί να πραγματωθεί η χειρομορφή. Συνήθως όπως αναφέρεται στους Johnston & Schembri (2007:90) όταν η χειρομορφή τοποθετείται στο σώμα τότε μιλάμε για πρωταρχική τοποθεσία (primary location) ενώ όταν η χειρομορφή πραγματοποιείται στο χώρο τότε η τοποθεσία ορίζεται ως δευτερεύουσα (secondary location). Το τελευταίο στοιχείο το οποίο περιγράφθηκε ως μέρος του νοήματος είναι η κίνηση (movement). Κατά την κίνηση το χέρι μπορεί να κινείται πάνω, κάτω, προς ή από το σώμα του νοηματιστή, σε κύκλο, σε ευθεία κ.α. Επιπλέον, η χειρομορφή σε ένα νόημα δεν είναι απαραίτητα σταθερή καθώς μπορεί να αλλάζει εφόσον μεταβάλλεται η κατεύθυνση και το 14 Το νόημα (sign) είναι βασική γλωσσική μονάδα των ΝΓ, αντίστοιχη της μορφολογικής λέξης. 15 Ο Stokoe αρχικά αποκαλούσε τα βασικά στοιχεία ενός νοήματος (δηλαδή κατά την ορολογία του : τις χειρομορφές ως designation ή dez, την τοποθεσία ως tabulation ή tab και την κίνηση ως signation ή sig ) ως χερίματα (cheremes) ενώ αργότερα ορίστηκαν ως αντίστοιχα του φωνήματος (Grasborn 2001:19). 16 Όλοι οι χρήστες των ΝΓ χρησιμοποιούν τοποθεσίες στο χώρο ή στο σώμα, είναι αυτό που αποκαλείται ως χώρος νοηματισμού (signing space). Ο χώρος νοηματισμού εκτείνεται στην περιοχή ακριβώς πάνω από το κεφάλι μέχρι τη μέση, κατά πλάτος από αγκώνα σε αγκώνα όταν τα χέρια και οι ώμοι είναι ελαφρά λυγισμένα (Brennan (1992) όπως παρατίθεται στους Johnston & Schembri (2007:81)). 15
σχήμα των δακτύλων και της παλάμης, με αποτέλεσμα ένα νόημα να ξεκινήσει με μια χειρομορφή και να καταλήξει με μια διαφορετική. Ακόμη, υπάρχουν και νοήματα που δεν έ- χουν κίνηση. Αυτοί οι διάφοροι και πολύπλοκοι συνδυασμοί των κινήσεων παρέχουν συνήθως επιπλέον μορφολογικές και σημασιολογικές πληροφορίες για τον αριθμό, το μέγεθος κ.α. (Johnston & Schembri 2007:80 Ανδρικοπούλου 2015:20). Έπειτα από τη σημαντική αυτή περιγραφή των στοιχείων που απαρτίζουν το νόημα από τον Stokoe κι άλλοι μελετητές όπως ο Battison (1978) όπως παρατίθεται στους Els van der Kooij (2002:15) μελετώντας τη δομή των ΝΓ, πρότεινε την ύπαρξη ενός ακόμη φωνολογικού χαρακτηριστικού 17, του προσανατολισμού (orientation ή ori). Ο προσανατολισμός αφορά την κατεύθυνση στην οποία στρέφονται η παλάμη και τα δάχτυλα ενώ αποτελεί σύμφωνα και με τη Woll (1990) όπως παρατίθεται στους Johnston & Schembri (2007:81) ένα από τα βασικότερα δομικά συστατικά του νοήματος. 18 Όλα λοιπόν τα ανωτέρω φωνολογικά χαρακτηριστικά ονομάζονται σύμφωνα με τους Els van der Kooij (2002:15) και Sandler (2005:338) χειριμικά στοιχεία (manual features) 19 και διαφοροποιούνται από τα μη χειριμικά (non manual features) τα οποία ωστόσο αποτελούν με τη σειρά τους μέρος της δομής του νοήματος. Τα μη χειριμικά στοιχεία (non manual features) όπως υποδηλώνει και το όνομά τους δεν πραγματώνονται με τα χέρια. Τέτοια στοιχεία είναι η έκφραση του προσώπου, οι κινήσεις των ματιών, η στάση του σώματος, το σχήμα των χειλιών και η κίνηση του κεφαλιού (Johnston & Schembri 2007:96). Τα στοιχεία αυτά μπορούν να αποτελέσουν επίσης μέρος της φωνολογίας και της προσωδίας αλλά μπορούν να επιτελέσουν και λειτουργίες και στα υπόλοιπα επίπεδα της γλωσσολογικής περιγραφής (Phau & Quer 2010). 20 17 H Sandler (2005:331) θεωρεί μαζί με άλλους μελετητές πως τα στοιχεία αυτά (χειρομορφή, τοποθεσία, κίνηση κτλ) αποτελούν φωνολογικά χαρακτηριστικά και όχι φωνήματα. 18 Οι Fenlon, Cormier & Brentari (in press) μελετώντας την αρχιτεκτονική δομή του νοήματος, κατηγοριοποιούν τη χειρομορφή, τη θέση και τον προσανατολισμό στα εγγενή χαρακτηριστικά του νοήματος (inherent features) ενώ τοποθετούν την κίνηση στα προσωδιακά του χαρακτηριστικά (prosodic features). 19 Ο όρος manual/non-manual συναντάται στα ελληνικά και ως χειρονιμικός/μη-χειρονιμικός και χειροκινητικός/μη-χειροκινητικός. 20 Ένα αναλυτικό σχήμα των ιδιοτήτων του νοήματος δίνεται από τον Els van der kooij (2002:15), Σχήμα 1: 16
Κάποια ακόμη στοιχεία τα οποία έχουν προταθεί από μελετητές όπως οι Klima & Bellugi (1979) όπως παρατίθεται στους Johnston & Schembri (2007:80-81) ως επιπλέον στοιχεία της δομής ενός νοήματος είναι η διευθέτηση των χεριών (hand arrangement) και το σημείο επαφής (point of contact). Διεξοδικότερα, η διευθέτηση των χεριών αφορά τη θέση του ε- νός χεριού σε σχέση με το άλλο στο χώρο νοηματισμού ενώ το σημείο επαφής είναι το σημείο που το ένα χέρι συνήθως το κυρίαρχο (dominant hand) έρχεται σε επαφή με το άλλο μη κυρίαρχο χέρι (non dominant hand). Επιπλέον, σύμφωνα με τον Johnston (1980) όπως παρατίθεται στους Johnston & Schembri (2007:81) άλλα φωνολογικά στοιχεία της δομής ενός νοήματος είναι η ένταση (stress), η διάρκεια (duration) και η διάρκεια της επανάληψης (rate of repetition) της κίνησης κατά τη διαδικασία σχηματισμού του νοήματος. Αφού λοιπόν αναλύσαμε διεξοδικά τα στοιχεία που απαρτίζουν τη δομή ενός νοήματος, ας προχωρήσουμε σε κάποια επιπρόσθετα φωνολογικά χαρακτηριστικά τους. 2.1.2 Οι αυτοτεμαχιακές σχέσεις μεταξύ των φωνολογικών στοιχείων 2.1.2.1 Ελάχιστα ζεύγη: Οι ΝΓς παρά τη διαφορετική τροπικότητά τους παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με τις ο- μιλούμενες. Πιο συγκεκριμένα, συγκρίνοντας τα μέρη που συναποτελούν το νόημα γίνεται φανερό ποιο από αυτά ευθύνεται για τη διαφοροποίηση του νοήματος. Τα ζευγάρια των νοημάτων που διαφοροποιούνται μόνο ως προς ένα χαρακτηριστικό και έχουν διαφορετική σημασία ονομάζονται ελάχιστα ζεύγη (minimal pairs) 21 (Sandler & Lillo-Martin 2001:539-540 Sutton-Spence & Woll 1999:157 Johnston & Schembri 2007:82 Fromkin et al 2008:372). Έτσι υπάρχουν νοήματα τα οποία μπορεί να έχουν ίδια χειρομορφή, ίδια κίνηση, ίδιο προσανατολισμό, ίδια έκφραση αλλά να διαφέρουν ως προς την τοποθεσία, όπως για παράδειγμα τα νοήματα «DRY», «UGLY», «SUMMER» 22 στην ASL (βλ. σχήμα 2). Στα τρία αυτά νοήματα η χειρομορφή που χρησιμοποιείται, διαμορφώνεται με το δείκτη τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς. Η εσωτερική κίνηση 23 του δαχτύλου είναι ε- 21 Στις ομιλούμενες γλώσσες σύμφωνα με τη Nespor (1999:52) τα τεμάχια που διαφοροποιούν σημασίες ονομάζονται φωνήματα. Η διαφοροποιητική τους λειτουργία και σημασία φαίνεται από την παρουσία ελαχίστων ζευγών λέξεων, δηλαδή λέξεων όμοιων που εμφανίζουν διαφορετικά τεμάχια στην ίδια θέση, όπως π.χ. [k]ano, [x]ano. 22 Το λήμμα (gloss) του νοήματος αποδίδεται με κεφαλαία γράμματα ενώ η απόδοσή του στην ομιλούμενη γλώσσα δίνεται με μικρά γράμματα συνήθως τοποθετημένα μέσα σε εισαγωγικά. 23 Ο όρος εσωτερική κίνηση (internal movement) χρησιμοποιείται σε αυτές τις περιπτώσεις προκειμένου να διαχωρίζουμε τις κινήσεις αυτές από την γενικότερη κίνηση του νοήματος. 17
πίσης ίδια καθώς το δάχτυλο λυγίζει κατά την παραγωγή του νοήματος ενώ και ο προσανατολισμός του είναι από τα αριστερά στα δεξιά. Επιπλέον, η έκφραση του προσώπου παραμένει ίδια και στα τρία νοήματα. Ωστόσο, παρόλο που το νόημα πραγματώνεται στο νοηματικό χώρο μπροστά από το πρόσωπο του νοηματιστή, εμφανίζει διαφορετική τοποθεσία καθώς το νόημα «DRY» πραγματώνεται στο ύψος του πιγουνιού, το νόημα «UGLY» πραγματώνεται στο ύψος της μύτης ενώ το νόημα «SUMMER» πραγματώνεται μπροστά από το μέτωπο. Σχήμα 2: Ελάχιστα ζεύγη φωνολογικής αντίθεσης ως προς την τοποθεσία Sandler (2003b:1) Ωστόσο, τα νοήματα μπορούν να διαφοροποιούνται και ως προς τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, νοήματα όπως το «GAY» και «UNSURE» στην BSL παρουσιάζουν ίδια κίνηση, ίδιο προσανατολισμό, ίδια έκφραση, ίδια τοποθεσία αλλά έχουν διαφορετική χειρομορφή (βλ. σχήμα 3). Αναλυτικότερα στο νόημα «GAY» η χειρομορφή διαμορφώνεται με τον αντίχειρα τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς ενώ στο νόημα «UNSURE» η χειρομορφή διαμορφώνεται με τα δάχτυλα τεντωμένα και ενωμένα με το χέρι να βρίσκεται σε επίπεδη μορφή. Η χειρομορφή και στις δυο περιπτώσεις τοποθετείται επάνω στο λεγόμενο μη κυρίαρχο χέρι (non- dominant hand) του νοηματιστή 24 έχοντας ε- παναλαμβανόμενη κίνηση από τα αριστερά προς τα δεξιά ενώ και η έκφραση του νοηματιστή παραμένει ίδια και στα δυο νοήματα. Σχήμα 3: Ελάχιστα ζεύγη φωνολογικής αντίθεσης ως προς τη χειρομορφή Fenlon, Cormier & Brentari (in Press) Με παρόμοιο τρόπο τα νοήματα «ARRIVE» και «JAM» της BSL έχουν την ίδια τοποθεσία, χειρομορφή, προσανατολισμό και έκφραση προσώπου αλλά διαφέρουν ως προς την κίνηση 24 Aν τα χέρια σε ένα νόημα με δυο χειρομορφές δεν έχουν την ίδια χειρομορφή, τότε το ένα χέρι πρέπει να είναι το παθητικό, μη κυρίαρχο χέρι (non dominant hand) ενώ το ενεργό, κυρίαρχο χέρι (dominant hand) εκφέρει την κίνηση. 18
(βλ. σχήμα 4). Πιο αναλυτικά, η χειρομορφή που χρησιμοποιείται και στα δυο νοήματα, σχηματίζεται με την παλάμη σε σχήμα καμπύλης, τα δάχτυλα ενωμένα και τον αντίχειρα σε έκταση. Η χειρομορφή και στα δυο νοήματα έχει προσανατολισμό από πάνω προς τα κάτω και τοποθετείται επάνω στο μη κυρίαρχο χέρι. Επιπλέον, η έκφραση του νοηματιστή είναι ίδια και στα δυο νοήματα ωστόσο δεν συμβαίνει το ίδιο και με την κίνηση αφού στο νόημα «ARRIVE» η χειρομορφή καταλήγει επάνω στο μη κυρίαρχο χέρι με τελική επαφή ενώ στο νόημα «JAM» η χειρομορφή ακουμπώντας στο μη κυρίαρχο χέρι κινείται επαναλαμβανόμενα μπρος πίσω υποδηλώνοντας το άλειμμα ενός στοιχείου με μαρμελάδα. Σχήμα 4: Ελάχιστα ζεύγη φωνολογικής αντίθεσης ως προς την κίνηση Sutton-Spence & Woll (1999:156) Δυο ακόμη νοήματα που παρουσιάζουν ανάλογη διαφοροποίηση σύμφωνα με τους Sutton- Spence & Woll (1999:157) για την BSL είναι το «CHEW» και το «WASH» που παρουσιάζουν απόκλιση μόνο ως προς την έκφραση (βλ. σχήμα 5). Συγκεκριμένα τα δυο νοήματα σχηματίζονται με την ίδια χειρομορφή η οποία διαμορφώνεται με το χέρι σε σχήμα γροθιάς, να τοποθετείται επάνω στο μη κυρίαρχο χέρι που κι αυτό έχει σχήμα γροθιάς. Η κίνηση και στις δυο περιπτώσεις είναι κυκλική, επαναλαμβανόμενη και δεξιόστροφη. Ωστόσο, η έκφραση του προσώπου του νοηματιστή διαφοροποιείται καθώς στην περίπτωση του νοήματος «CHEW», τα χείλη του νοηματιστή αρθρώνουν χαμηλόφωνα τη λέξη και είναι σουφρωμένα, τα μάτια είναι μισόκλειστα και τα φρύδια του κλειστά ενώ στο νόημα «WASH» τα χείλη είναι ουδέτερα, τα φρύδια είναι επίσης ουδέτερα και τα μάτια είναι ανοιχτά. Σχήμα 5: Ελάχιστα ζεύγη φωνολογικής αντίθεσης ως προς την έκφραση 2.1.2.2 Αλλόφωνα Sutton-Spence & Woll (1999:157) 19
Όπως διαπιστώθηκε λοιπόν μικρές διαφοροποιήσεις όπως αυτές της κίνησης, της τοποθεσίας, της έκφρασης και της χειρομορφής μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα την αλλαγή της σημασίας ενός νοήματος. Ωστόσο, όπως παρατηρούν οι Sutton-Spence & Woll (1999:157), Johnston & Schembri (2007:86-87) και Els van der kooij (2002:22-23) διαφοροποιήσεις στην εμφάνιση μιας χειρομορφής ενδέχεται να μην προκαλούν αλλαγή στο συνολικό νόημα. Αυτό συμβαίνει σύμφωνα με τους Els van der kooij (2002:22-23) γιατί δύο διαφορετικές χειρομορφές μπορούν να είναι πραγματώσεις του ίδιου φωνήματος. Αυτές οι ποικιλίες του ίδιου φωνήματος ονομάζονται αλλόφωνα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αλλοφώνων είναι η χειρομορφή- 1 («handshape-1») η οποία μπορεί να πραγματώνεται είτε με το δείκτη τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά, είτε με το δείκτη τεντωμένο αλλά κυρτό προς τα κλειστά δάχτυλα όπως φαίνεται στο σχήμα 6 που ακολουθεί. Σχήμα 6: Αλλόφωνα της χειρομορφής- 1 («handshape-1») Els van der kooij (2002:23) 2.1.3 Οι τύποι των χειριμικών (manual) νοημάτων: Τα στοιχεία που συναποτελούν το νόημα εκτός των άλλων αποτελούν χαρακτηριστικά για την κατηγοριοποίηση των νοημάτων σε ομάδες. Αναλυτικότερα, ο Battison (1978) όπως παρατίθεται στους Johnston & Schembri (2007:84) έκανε μια τριμερή κατηγοριοποίηση των τύπων των νοημάτων ανάλογα με το αν σχηματίζονται με ένα ή δυο χέρια. Σύμφωνα λοιπόν με την κατηγοριοποίηση, στην πρώτη ομάδα νοημάτων ανήκουν τα νοήματα που σχηματίζονται με το ένα χέρι. Αυτή η ομάδα χωρίζεται σε δύο τύπους. Στον πρώτο τύπο ανήκουν τα νοήματα που χρησιμοποιούν ένα χέρι και παράγονται στο νοηματικό χώρο χωρίς να έχουν επαφή με το σώμα του νοηματιστή ενώ στο δεύτερο τύπο αυτής της ο- μάδας ανήκουν τα νοήματα που χρησιμοποιούν ξανά ένα χέρι αλλά έχουν επαφή με το σώμα του νοηματιστή. Στη δεύτερη τώρα ομάδα νοημάτων ανήκουν αυτά τα νοήματα που σχηματίζονται και με τα δύο χέρια. Με τη σειρά τους κι αυτά χωρίζονται σε τέσσερις τύπους. Στον πρώτο τύπο ανήκουν τα νοήματα που χρησιμοποιούν δύο χέρια με την ίδια χειρομορφή, χωρίς να έχουν επαφή με το σώμα του νοηματιστή ενώ στον δεύτερο τύπο ανήκουν τα νοήματα που χρη- 20
σιμοποιούν ξανά δύο χέρια με ίδιες χειρομορφές αλλά έχουν επαφή με το σώμα του νοηματιστή. Στον τρίτο τύπο ανήκουν τα νοήματα που χρησιμοποιούν δύο χέρια, που έχουν την ίδια χειρομορφή αλλά το ένα χέρι (ενεργό κυρίαρχο) ενεργεί πάνω στο άλλο (παθητικό-μη κυρίαρχο) ενώ στον τέταρτο τύπο αυτής της ομάδας ανήκουν τα νοήματα που σχηματίζονται με δύο χέρια, όμως αυτά διαθέτουν διαφορετικές χειρομορφές και το ένα κυρίαρχο χέρι ενεργεί πάνω στο άλλο. Τέλος, στην τελευταία ομάδα νοημάτων ανήκουν τα νοήματα που συνδυάζουν νοήματα των προηγούμενων τύπων. Συγκεκριμένα, εδώ ανήκουν νοήματα που χρησιμοποιούν και τα δύο χέρια όπου το ένα κυρίαρχο χέρι ενεργεί πάνω στο άλλο, διαθέτει κίνηση και μπορεί να αλλάζει τη χειρομορφή του. Άρα, παρά τις διαφορές των ομάδων των νοημάτων, τα στοιχεία που απαρτίζουν το νόημα είναι πάντοτε τα ίδια όπως περιγράφθηκαν και στην πρώτη υποενότητα. Ωστόσο, ένα ακόμη στοιχείο το οποίο παρατηρήθηκε κατά τη μελέτη της δομής του νοήματος από τον Stokoe αφορά τον τρόπο εκφοράς των στοιχείων που συναποτελούν το νόημα. Αρχικά, ο Stokoe πίστευε πως η χειρομορφή, η θέση και η κίνηση παράγονται ταυτόχρονα κατά το σχηματισμό του νοήματος. Το γεγονός αυτό αρχικά αναδείκνυε τη διαφορετικότητα μεταξύ της δομής των νοημάτων των ΝΓ και της δομής των ομιλούμενων γλωσσών που παρουσιάζουν μια σειριακή δομή (Sutton-Spence & Woll 1999:159). Κατοπινοί μελετητές ωστόσο, όπως η Brentari (1998) απέδειξαν μέσα από τη μελέτη του φωνολογικού συστήματος των ΝΓ πως στις ΝΓς υπάρχει μια ταυτόχρονη και μια σειριακή δομή όπως και στις ομιλούμενες. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των Sutton-Spence & Woll (1999:159) με τα νοήματα «send» και «copy» όπου σύμφωνα με τους συγγραφείς είναι οικονομικότερο να πούμε πως τα νοήματα σχηματίζονται με την ίδια χειρομορφή αλλά με διαφορετική κατεύθυνση στην κίνησή τους 25 (Βλ. σχήμα 7). Σχήμα 7: Νοήματα «COPY» και «SEND» Sutton-Spence & Woll (1999:159) 25 Οι Sutton-Spence & Woll (1999:159) αναλυτικότερα επισημαίνουν πως με την ανάλυση (φωνολογικά) και οπτικά (ως ταυτόχρονες δομές) του Stokoe τα δύο νοήματα θα θεωρούνταν εντελώς διαφορετικά αφού ξεκινούν από διαφορετικά νοήματα. Αυτό ωστόσο δεν είναι ακριβές αφού τα νοήματα είναι αντεστραμμένα και στην ουσία η διαφορά τους φαίνεται από ένα σειριακό χαρακτηριστικό, δηλαδή τη διαφορετική σειριακή κίνηση της χειρομορφής. 21
2.1.4 Φωνολογικοί περιορισμοί Ένα ακόμη χαρακτηριστικό των στοιχείων που συναποτελούν το νόημα είναι ότι υπόκεινται σε περιορισμούς. Όπως λοιπόν οι ομιλούμενες γλώσσες παρουσιάζουν περιορισμούς σε ότι αφορά το συνδυασμό των φωνημάτων ανάλογα με τη γλώσσα, όπως για παράδειγμα η περίπτωση της αγγλικής, η οποία δεν επιτρέπει τον συνδυασμό *chl στην αρχή της συλλαβής ή της λέξης, έτσι και οι ΝΓς εμφανίζουν τους δικούς τους περιορισμούς σ ότι αφορά το συνδυασμό των χειρομορφών, της τοποθεσίας και της κίνησης που μπορεί να πραγματώσει το σώμα (Sandler & Lillo-Martin 2001:540). Μάλιστα, όπως επισημαίνουν οι Klima & Bellugi (1979) όπως παρατίθεται στους Johnston & Schembri (2007:101) αλλά και οι Battison (1978) και Sandler (1989) όπως παρατίθεται στην Sandler (2003a:386), πολλές φορές συγκεκριμένες χειρομορφές, θέσεις και κινήσεις που αποτελούν μέρος του νοήματος μιας ΝΓ δεν εμφανίζονται σε άλλες ενώ κάποιες φορές α- κόμη κι αν διαθέτουν την ίδια χειρομορφή αυτή μπορεί να υπόκειται σε διαφορετικούς περιορισμούς κατά την παραγωγή του νοήματος. Επιπλέον, έχει διαπιστωθεί πως διαφορετικοί περιορισμοί μπορούν να ισχύουν ακόμη και στο πλαίσιο της ίδιας γλώσσας. Αυτό συνήθως συμβαίνει γιατί υπάρχουν περιορισμοί σ ότι αφορά τη φυσιολογία του χεριού, καθώς τα νοήματα θα πρέπει να παράγονται εύκολα από το σώμα του νοηματιστή, να είναι ξεκάθαρα οπτικά έτσι ώστε να διεξάγεται γρήγορα κι αποτελεσματικά η επικοινωνία. Δύο περιορισμοί που αποτελούν καθολικό χαρακτηριστικό των περισσότερων ΝΓ όσον α- φορά τα νοήματα σύμφωνα με τους Sutton- Spence & Woll (1999:162) και Perniss, Pfau & Steinbach (2007:7) είναι ο όρος της συμμετρίας (symmetry condition) και ο όρος της κυριαρχίας (dominance condition) που προτάθηκαν αρχικά από τον Battison (1978). Αναλυτικότερα σύμφωνα με τον όρο της συμμετρίας (symmetry condition), «αν και τα δυο χέρια ενός νοήματος κινούνται ανεξάρτητα κατά τη διάρκεια της εκφοράς του, τότε τα χέρια θα πρέπει να έχουν την ίδια τοποθεσία, την ίδια χειρομορφή, την ίδια κίνηση (ταυτόχρονη ή εναλλακτική) και ο προσανατολισμός θα πρέπει να είναι συμμετρικός ή ταυτόσημος.» (Battison 1978:33). Σύμφωνα με τους Sutton- Spence & Woll (1999:164) αυτό συμβαίνει διότι αν ένα νόημα είχε δύο διαφορετικές χειρομορφές, δύο διαφορετικές τοποθεσίες, δύο διαφορετικές κινήσεις και δύο διαφορετικούς προσανατολισμούς, τότε θα ήταν πιο πολύπλοκο, πιο δυσνόητο και αδύνατο να παραχθεί. Σύμφωνα με τον δεύτερο όρο, τον όρο της κυριαρχίας (dominance condition), «αν τα χέρια σε ένα νόημα με δυο χειρομορφές δεν έχουν την ίδια χειρομορφή (π.χ. έχουν διαφορετικές χειρομορφές) τότε το ένα χέρι πρέπει να είναι το παθητικό ενώ το ενεργό χέρι εκφέρει την κίνηση. Η μορφή που μπορεί να φέρει το παθητικό χέρι είναι περιορισμένη.» (Battison 1978:35). Είναι απαραίτητο εδώ να διευκρινιστεί ότι το ενεργό χέρι είναι επίσης γνωστό στη βιβλιογραφία και ως κυρίαρχο (dominant hand) ενώ το μη ενεργό, παθητικό χέρι συνήθως 22
αναφέρεται και ως μη κυρίαρχο (non-dominant hand) (Brentari 1998:7). Ωστόσο, ο συγκεκριμένος όρος, σύμφωνα με τον Battison (1978:35-36) προϋποθέτει ακόμη πως το μη κυρίαρχο χέρι πραγματώνει μια από τις επτά πιο απλές χειρομορφές προκειμένου το νόημα να είναι απλό κι εύληπτο. Οι χειρομορφές αυτές είναι γνωστές ως αμαρκάριστες χειρομορφές (unmarked handshapes) (βλ.σχήμα 8). 26 Βέβαια όπως είναι επακόλουθο υπάρχουν και οι μαρκαρισμένες χειρομορφές (marked handshapes) (βλ. σχήμα 9). Σ αυτές περιλαμβάνονται πιο πολύπλοκες και μη ξεκάθαρες χειρομορφές, οι οποίες εμφανίζονται και σε πολύ πιο περιορισμένα νοήματα (Johnston & Schembri 2007:106-107). Σχήμα 8: Aμαρκάριστες χειρομορφές (unmarked handshapes) στην ASL Perniss, Pfau & Steinbach (2007:7) Σχήμα 9: Μαρκαρισμένες χειρομορφές (marked handshapes) στην ASL Perniss, Pfau & Steinbach (2007:5) 2.1.5 Φωνολογικές διαδικασίες Έτσι λοιπόν όπως περιγράψαμε προηγουμένως, οι ΝΓς όπως οι ομιλούμενες διαθέτουν φωνολογικούς περιορισμούς, ωστόσο ένα ακόμη κοινό φωνολογικό χαρακτηριστικό όπως παρατηρούμε στους Sandler & Lillo-Martin (2001:541) είναι και οι φωνολογικές διαδικασίες που εντοπίζονται στο σύστημα των ΝΓ. Αναλυτικότερα, όπως στις ομιλούμενες οι ήχοι επηρεάζονται από το περιβάλλον τους και κάποιος ήχος μπορεί να αφομοιωθεί ανάλογα με το στοιχείο που έπεται ή προηγείται, το ίδιο μπορεί να συμβεί και στην περίπτωση των στοιχείων που αποτελούν το νόημα. Όπως για παράδειγμα στην ASL κατά το σχηματισμό του σύνθετου νοήματος «OVERSLEEP» το οποίο πραγματώνεται από τα επιμέρους νοήματα 26 Οι Baker & Cokely (1980:82) όρισαν τις αμαρκάριστες χειρομορφές (unmarked handshapes) ως τις χειρομορφές που είναι «φυσικές», «βασικές» κι «εύκολες» στον σχηματισμό. Η Brentari (1998) κι άλλοι μελετητές πιστεύουν πως οι αμαρκάριστες χειρομορφές εμφανίζονται σε όλες σχεδόν τις ΝΓ. Επίσης η Brentari (in press: 103) παρουσιάζει σε στάδια τις χειρομορφές που κατακτούν πρώτα τα κωφά παιδιά, ξεκινώντας από τις πιο απλές προς τις πιο σύνθετες χειρομορφές της ASL, (ο πίνακας παρατίθεται στο παράρτημα 2). 23
«SLEEP» και «SUNRISE». Το νόημα «SLEEP» όπως φαίνεται και στην πρώτη εικόνα του σχήματος 10, σχηματίζεται με την ανοιχτή παλάμη να έχει προσανατολισμό προς το νοηματιστή και να κλείνει μπροστά από το πρόσωπό του. Ωστόσο, κατά το σχηματισμό του σύνθετου νοήματος «OVERSLEEP» το επιμέρους νόημα «SLEEP» δανείζεται το χαρακτηριστικό του προσανατολισμού από το επόμενο κι επιμέρους νόημα «SUNRISE». Έτσι το νόημα «SLEEP» έχει προσανατολισμό παλάμης πλευρικό και όχι προς το πρόσωπο του νοηματιστή (Βλ. σχήμα 10). Σχήμα 10: Αφομοίωση ως προς τον προσανατολισμό. Sandler & Lillo-Martin (2001:541) Μια ακόμη φωνολογική διαδικασία που εντοπίζεται στις ΝΓς είναι η αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού, γνωστή ως «weak drop», Perlmutter (1987) όπως παρατίθεται στους Perniss, Pfau & Steinbach (2007:8). Σ αυτή την περίπτωση νοήματα που σχηματίζονται και με τα δύο χέρια μπορούν να σχηματιστούν χωρίς το μη-κυρίαρχο (non dominant/weak hand) χέρι. Κάθε ΝΓ επιτρέπει διαφορετικά νοήματα να υπόκεινται σ αυτήν τη φωνολογική αποκοπή. Πιο συγκεκριμένα, στην ASL έχει διαπιστωθεί πως κάποιοι παράμετροι εμποδίζουν την α- ποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού. Για παράδειγμα, όταν το νόημα σχηματίζεται με δύο χέρια που επιτελούν εναλλακτική κίνηση ή διασταυρώνονται τότε δεν μπορούν να επιτρέψουν την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού καθώς δεν θα μπορούν να σχηματιστούν μόνο με τη χρήση του κυρίαρχου, ενώ αντίθετα αυτό επιτρέπεται στην Ολλανδική ΝΓ. Αφού λοιπόν, περιγράψαμε τα φωνολογικά χαρακτηριστικά του νοήματος, στην επόμενη ενότητα θα επιχειρήσουμε να μελετήσουμε τις μονάδες με σημασία (π.χ. μορφήματα και λέξεις) που αποτελούν κομμάτι του κλάδου της μορφολογίας. 2.2 Η μορφολογία των ΝΓ 24
Όπως αναφέρουν οι Sandler & Lillo-Martin (2001:542) και Sutton- Spence & Woll (1999:99) η μορφολογία είναι ο κλάδος που ασχολείται με την εσωτερική δομή των λέξεων των νοημάτων. Οι ΝΓς παρουσιάζουν διαγλωσσικές ομοιότητες όσον αφορά τις μορφολογικές τους δομές (Aronoff et al 2005:301). Εμείς σ αυτή την ενότητα θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε μερικά από αυτά τα μορφολογικά καθολικά προκειμένου να αποκτήσουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τη μορφολογία των ΝΓ. Υπάρχουν δύο τύποι μορφολογίας σύμφωνα με τους Aronoff et al (2005:303), ο ένας τύπος είναι ο ταυτόχρονος (simultaneous) και ο άλλος ο διαδοχικός (sequential). Στον πρώτο, τα γραμματικά στοιχεία δεν προστίθενται στη λέξη με τρόπο διαδοχικό αλλά πραγματώνονται μέσα από αλλαγή στο ρυθμό, στην κατεύθυνση και στο σχήμα της διαδρομής της κίνησης της χειρομορφής (Aronoff et al 2005:309). Η τροπικότητα της ίδιας της γλώσσας είναι που επιτρέπει την ταυτόχρονη αναπαράσταση ενώ συνήθως αυτές οι μορφολογικές κατηγορίες που στον εξωγλωσσικό κόσμο μπορούν να εμφανίζονται ταυτόχρονα, μπορούν να αναπαρίστανται εικονικά από τις ΝΓς ( Aronoff et al 2005:314). Αυτός ο ταυτόχρονος μορφολογικός τύπος αφορά συχνά την κλιτική μορφολογία η οποία είναι ιδιαιτέρως παραγωγική στις ΝΓς. Στον δεύτερο τύπο, τον διαδοχικό, συνήθως τα προσφύματα προστίθενται στην αρχή ή στο τέλος του βασικού νοήματος. Τα προσφύματα αυτά διατηρούν τον αρχικό τόπο νοηματισμού και την αρχική τους χειρομορφή με αποτέλεσμα το τελικό νόημα που προκύπτει να έχει τα χαρακτηριστικά και των δύο κατηγοριών των προσφυμάτων (Aronoff et al 2005:312). Αυτός ο μορφολογικός τύπος αφορά την παραγωγική μορφολογία και δεν περιλαμβάνει μορφοσυντακτικές κατηγορίες (Aronoff et al 2005:309). Ωστόσο, ας περάσουμε σε μια πιο αναλυτική περιγραφή των μορφολογικών στοιχείων και διαδικασιών των ΝΓ ξεκινώντας από την περιγραφή των μορφολογικών χαρακτηριστικών του νοήματος. 2.2.1 Η μορφολογία του νοήματος Ξεκινώντας την περιγραφή του μορφολογικού συστήματος των ΝΓ είναι απαραίτητο να ξεκινήσουμε από τη μικρότερη μονάδα σημασίας μέσα στο νόημα δηλαδή το μόρφημα (Sutton- Spence & Woll 1999:99 Johnston & Schembri 2007:118). Πολλές φορές το μόρφημα μπορεί να αντιστοιχεί σ ένα νόημα (μονομορφηματικά νοήματα) 27, όμως υπάρχουν νοήματα που περιέχουν περισσότερα από ένα μορφήματα (πολυμορφηματικά νοήματα). Τα μορ- 27 Κάποιες ΝΓς όπως η ASL έχει σύμφωνα με κάποιους γλωσσολόγους χαρακτηριστεί ως ΝΓ που διαθέτει τάση προς μονοσύλλαβες δομές επειδή περιέχει νοήματα που αποτελούνται για παράδειγμα από μία και μόνο κίνηση (μονομορφηματικά νοήματα) (Aronoff et al 2005:310). 25
φήματα όπως και στις ομιλούμενες γλώσσες διακρίνονται σε ελεύθερα (free morphemes) και δεσμευμένα (bound morphemes) (Sutton- Spence & Woll 1999:101 Johnston & Schembri 2007:119 Fromkin et al 2008:139-140). Τα ελεύθερα μορφήματα μπορούν να σταθούν μόνα τους και είναι συνήθως απλά νοήματα όπως τα «RED» και «TRUE» της BSL. Μάλιστα, πολλές φορές τα ελεύθερα μορφήματα μπορούν να συνδυαστούν και να δημιουργήσουν ένα σύνθετο νόημα όπως το «BLOOD» (red + flow) της BSL ή το «PARENTS» (mother + father ) της AUSLAN (Sutton- Spence & Woll 1999:102 Johnston & Schembri 2007:130). Η σύνθεση είναι μια διαδικασία που εντοπίζεται σε όλες σχεδόν τις γλώσσες σύμφωνα με το Bauer (1988) όπως παρατίθεται στους Johnston & Schembri (2007:130). Μάλιστα, τα νοήματα κατά τη σύνθεση μπορούν να συνδυάζονται με δυο διαφορετικούς τρόπους, είτε ταυτόχρονα είτε διαδοχικά (Brennan 1990:207). Στον πρώτο, τα ελεύθερα μορφήματα δεν προστίθενται στο βασικό νόημα με τρόπο διαδοχικό αλλά ταυτόχρονα. Ένα παράδειγμα τέτοιου συνθέτου για την BSL σύμφωνα με την Brennan (1990:209-210) είναι το νόημα «AQUADIVER» που προκύπτει από τη σύνθεση των επιμέρους νοημάτων (water + legs). Χαρακτηριστικά παραδείγματα νοημάτων ταυτόχρονης εκφοράς υπάρχουν και για την ΕΝΓ όπως το νόημα «ΠΡΟΒΛΕΨΗ» το οποίο αποτελείται από τρία μέρη-νοήματα (βλέπω + μπροστά + κάτω από) που νοηματίζονται ταυτόχρονα (Ανδρικοπούλου 2015:88) 28. Κατά το διαδοχικό τρόπο σύνθεσης, τα μορφήματα τοποθετούνται το ένα δίπλα στο άλλο για να δημιουργηθούν νέα νοήματα, ωστόσο τα ίδια μπορούν να λειτουργήσουν κι ως μεμονωμένα ελεύθερα μορφήματα στη γλώσσα. Επιπλέον, ορισμένες φορές η σημασία του συνθέτου δεν προκύπτει από τις επιμέρους σημασίες των συστατικών του 29 (Brennan 1990:209-210). Ένα παράδειγμα διαδοχικού νοήματος δίνεται επίσης από την Ανδρικοπούλου (2015:85) και είναι το νόημα «ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ» το οποίο αποτελείται από τα δυο επιμέρους νοήματα (φάρμακο + ρίχνω) 30. Είναι απαραίτητο επίσης να αναφέρουμε πως οι Klima & Bellugi (1978) όπως παρατίθεται στους Sutton- Spence & Woll (1999:102), επεσήμαναν πως τα ελεύθερα μορφήματα όταν αποτελούν μέρος ενός συνθέτου τροποποιούν κάποια χαρακτηριστικά τους. Συνήθως αυτά τα χαρακτηριστικά αφορούν αλλαγές στην ποιότητα 28 Περισσότερα παραδείγματα ταυτόχρονων συνθέτων παρατίθενται στο παράρτημα 3. 29 Ανάλογη περίπτωση συνθέτων όπου η σημασία δεν προκύπτει ξεκάθαρα από τα επιμέρους συστατικά του συνθέτου συναντούμε και στις ομιλούμενες γλώσσες. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του εξωκεντρικού συνθέτου «ανοιχτόμυαλος» που σύμφωνα με τη Ράλλη (2005:265-266) η κατηγορία και η σημασία του συνθέτου προέρχονται από ένα μηδενικό μόρφημα που προστίθεται στο σύνθετο θέμα πριν την εμφάνιση της κλίσης. 30 Το νόημα «ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ» σύμφωνα με την Ανδρικοπούλου (2015:85) μπορεί επίσης να σχηματίζεται και από τα επιμέρους νοήματα (φάρμακο + κόκκαλα), στοιχείο το οποίο συνάδει με την άποψη της Brennan (1990:209-210) προηγουμένως πως δεν είναι αναγκαίο η σημασία του συνθέτου να προκύπτει από τα επιμέρους συστατικά του. 26
κίνησης, στον τρόπο της κίνησης ή στον αριθμό των επαναλήψεων του νοήματος (Ανδρικοπούλου 2015:41). 31 Όσον αφορά τώρα τα δεσμευμένα μορφήματα, πρόκειται για μορφήματα που δεν μπορούν να σταθούν μόνα τους ως αυτόνομες μονάδες σημασίας αλλά χρειάζονται κάποιο άλλο ε- λεύθερο ή δεσμευμένο μόρφημα (Sutton- Spence & Woll 1999:103 Johnston & Schembri 2007:119). Συνήθως, η τοποθεσία ή η κίνηση ή η χειρομορφή μπορούν να αποτελέσουν δεσμευμένα μορφήματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το νόημα «THREE- YEARS- OLD» στην BSL όπως παραθέτουν οι Sutton- Spence & Woll (1999:103), όπου η χειρομορφή έχει την έννοια του αριθμού «THREE» ενώ η σημασία «YEARS- OLD» δηλώνεται από την τοποθεσία και την κίνηση και δεν μπορεί να νοηματιστεί ξεχωριστά από τη χειρομορφή. Επίσης και τα μη χειριμικά στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν δεσμευμένα μορφήματα. Χαρακτηριστικό είναι εδώ το ακόλουθο παράδειγμα των Sutton- Spence & Woll (1999:104) «DRIVE CASUALLY» το οποίο διαθέτει τα στοιχεία της τοποθεσίας, της κίνησης και της χειρομορφής όμως χρειάζεται και την ανάλογη έκφραση προσώπου για να παραχθεί η σημασία του νοήματος «CASUALLY». Ωστόσο, η έκφραση του προσώπου αποτελεί όπως επισημάναμε δεσμευμένο μόρφημα καθώς από μόνη της δεν έχει την σημασία «CASUALLY». 32 Έτσι λοιπόν όπως επισημαίνουν και οι Fromkin et al (2008:139) οι ΝΓς είναι πλούσιες μορφολογικά, διαθέτουν ρίζες, προσφυματικά μορφήματα, μορφήματα ελεύθερα και δεσμευμένα, μορφήματα λεξικά και γραμματικά αλλά και μορφήματα παραγωγικά και κλιτικά ενώ ακόμη διαθέτουν και τους ανάλογους μορφολογικούς κανόνες που συνδυάζουν όλα τα παραπάνω για το σχηματισμό των νοημάτων. Εντελώς ενδεικτικά, θα παρουσιάσουμε τη μορφολογική διαδικασία του σχηματισμού του πληθυντικού, ο οποίος αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα αυτής της πολυπλοκότητας, με πολλές διαφορές σε σχέση με την ομιλούμενη γλώσσα. Προτού προβούμε στη μορφολογική διαδικασία του σχηματισμού του πληθυντικού των νοημάτων προκειμένου να αποκτήσουμε μια πιο σαφή εικόνα των ανωτέρω, είναι απαραίτητο να αναφέρουμε μια παραγωγική διαδικασία που αφορά τον τρόπο σχηματισμού των ουσιαστικών από τα ρήματα και σχετίζεται με το δεσμευμένο μόρφημα της κίνησης που προαναφέραμε. Αναλυτικότερα, όπως επισημαίνουν οι Fromkin et al (2008:139) για την ASL και 31 Για πιο διεξοδική αναφορά στα χαρακτηριστικά που τροποποιούνται κατά τη διαδικασία της σύνθεσης ενός νοήματος βλ. Sutton- Spence & Woll (1999:102), Johnston & Schembri (2007:131-133), Brennan (1990:208) και Ανδρικοπούλου (2015:144-148). 32 Ένα αναλυτικό σχήμα της μορφολογίας του νοήματος δίνεται από τους Sutton- Spence & Woll (1999:101): Σχήμα 11 27
οι Sutton- Spence & Woll (1999:109) για την BSL στις ΝΓς υπάρχει η δυνατότητα το μόρφημα της ρίζας να παραμένει το ίδιο και να τροποποιείται μόνο η κίνηση των χεριών. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση του σχηματισμού του ονοματικού νοήματος «COMPARISON» από το ρηματικό νόημα «COMPARE», όπως φαίνεται και στο σχήμα 12 που ακολουθεί. Σχήμα 12: Τα σχετιζόμενα παραγωγικά νοήματα «COMPARE» (Συγκρίνω) και «COMPARISON» (σύγκριση) στην ASL των Klima & Bellugi (1987) όπως παρατίθεται στους Fromkin et al (2008:140) Fromkin et al (2008:140) Σε τέτοια νοήματα όπως διαπιστώνουν και οι Sutton Spence & Woll (1999:109) τα ουσιαστικά και τα ρήματα μπορούν να έχουν την ίδια χειρομορφή, την ίδια τοποθεσία αλλά να διαφέρουν ως προς την κίνηση. Η κίνηση κατά την παραγωγή του ουσιαστικού είναι πιο περιορισμένη κι απότομη σε αντίθεση με αυτή του ρήματος που είναι πιο ευρεία. Αναλυτικότερα, στο σχήμα 12 τα νοήματα «COMPARE» (Συγκρίνω) και «COMPARISON» (σύγκριση) σχηματίζονται με τη χειρομορφή κατά την οποία η παλάμη είναι ελαφρός λυγισμένη και τα δάχτυλα ενωμένα. Τα νοήματα σχηματίζονται και με τα δύο χέρια να πραγματώνουν την ίδια χειρομορφή και να τοποθετούνται σε συμμετρική απόσταση στο χώρο. Κατά την παραγωγή του ρήματος «COMPARE» (Συγκρίνω) τα χέρια που πραγματώνουν τις χειρομορφές, κινούνται εναλλάξ από επάνω προς τα κάτω με ευρεία κίνηση ενώ κατά την παραγωγή του ουσιαστικού «COMPARISON» (σύγκριση) τα χέρια που πραγματώνουν τις χειρομορφές, κινούνται εναλλάξ από επάνω προς τα κάτω αλλά η κίνηση είναι πιο περιορισμένη κι απότομη. Ας περάσουμε τώρα λοιπόν και στην εξέταση του σχηματισμού του πληθυντικού των νοημάτων προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα τον τρόπο λειτουργίας των μορφολογικών διαδικασιών. 2.2.2 Ο μορφολογικός σχηματισμός του πληθυντικού στις ΝΓ Όπως επισημαίνεται στους Aronoff et al (2004:29), Sandler (2003a:392) και Johnston & Schembri (2007:137), οι ΝΓς εκμεταλλεύονται το χώρο και τις κινήσεις προκειμένου να μεταφέρουν τις αντίστοιχες πληροφορίες της κλίσης των ομιλούμενων γλωσσών. Ο πληθυντικός των ουσιαστικών στις ομιλούμενες γλώσσες συνήθως σχηματίζεται μέσα από την προ- 28
σθήκη ενός μορφήματος συχνά ενός κλιτικού επιθήματος όπως για παράδειγμα στην αγγλική το (-s) «car-cars». Έτσι όπως στις ομιλούμενες υπάρχουν διάφοροι τρόποι σχηματισμού του πληθυντικού το ίδιο συμβαίνει και στις ΝΓς. Ένας τρόπος σχηματισμού του πληθυντικού λοιπόν γίνεται μέσω της επανάληψης του νοήματος σε διαφορετική θέση. Συνήθως η επανάληψη του νοήματος γίνεται τρείς φορές προκειμένου να φανεί ότι υπάρχουν περισσότερα από ένα αντικείμενα αναφοράς. 33 Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το νόημα «HOUSE» στην BSL και AUSLAN, βλ. σχήμα 13 (Sutton- Spence & Woll 1999:105-106 Johnston & Schembri 2007:138-139). Σχήμα 13: Ο πληθυντικός του ουσιαστικού «HOUSE». Sutton- Spence & Woll (1999:106) Στο παράδειγμα η χειρομορφή «HOUSE» που σχηματίζεται με τα δύο χέρια να έχουν επίπεδη μορφή με τα δάχτυλα τεντωμένα κι ενωμένα αποτελεί το ελεύθερο μόρφημα ενώ οι επαναλαμβανόμενες κινήσεις στο χώρο που δηλώνουν τον πληθυντικό αποτελούν το εξαρτημένο μόρφημα. Ένας ακόμη τρόπος σχηματισμού του πληθυντικού είναι και μέσα από τη χρήση ενός ποσοδείκτη όπως στο παράδειγμα «TWO CAKE», «MANY CAKE» κτλ. της BSL, όπου το «TWO» και το «MANY» είναι αυτοί οι ποσοδείκτες που δηλώνουν τον αριθμό. Επιπλέον, υπάρχει και η δυνατότητα χρήσης μιας προφόρμας (proform) που λειτουργεί ως αντωνυμία. Αυτή η προφόρμα συνήθως μεταφέρει πληροφορίες για το μέγεθος και το σχήμα του στοιχείου που υποδηλώνει ενώ μπορεί να επαναληφθεί σε διαφορετικές θέσεις στο χώρο προκειμένου να δηλωθεί η πληθυντικότητα, όπως το παράδειγμα «BED» της BSL, βλ. σχήμα 14. (Sutton- Spence & Woll 1999:106-107 Johnston & Schembri (2007:139) Σχήμα 14: Ο σχηματισμός του πληθυντικού «BED» στην BSL. 33 Αυτή η επανάληψη του νοήματος για τη δήλωση του πληθυντικού αναφέρεται στους Johnston & Schembri (2007:139) ως αναδιπλασιασμός (reduplication) ενώ όπως τονίζουν ανάλογη διαδικασία σχηματισμού του πληθυντικού εμφανίζεται και στις ομιλούμενες γλώσσες, όπως στη γλώσσα της Ινδονησίας δίνοντας το αντίστοιχο παράδειγμα «rumahrumah» που σημαίνει σπίτια. 29
Sutton- Spence & Woll (1999:107) Αναλυτικότερα, στο σχήμα 14 το νόημα «BED» αποδίδεται με τη χειρομορφή κατά την ο- ποία το χέρι βρίσκεται σε επίπεδη μορφή και τα δάχτυλα είναι τεντωμένα και λυγισμένα. Αρχικά η χειρομορφή τοποθετείται στο πλαϊνό μέρος του προσώπου του νοηματιστή υποδεικνύοντας την πράξη του ύπνου, έπειτα η χειρομορφή τοποθετείται στο νοηματικό χώρο υποδεικνύοντας τη μορφή του κρεβατιού ενώ και το μη κυρίαρχο χέρι πραγματώνει επίσης τη χειρομορφή. Η χειρομορφή επαναλαμβάνεται στο νοηματικό χώρο από το μη κυρίαρχο χέρι ενώ το κυρίαρχο παραμένει σταθερό. Τέλος, ένας ακόμη σχηματισμός του πληθυντικού προκύπτει και από το σχηματισμό του πληθυντικού των ρημάτων όπως για παράδειγμα το νόημα «I TEACH HIM», «I TEACH THEM», «I TEACH THEM ALL» στην BSL. Σ αυτή την περίπτωση η κίνηση του νοήματος διαφοροποιείται ανάλογα με το πόσους διδάσκω, έτσι προκύπτει και η αλλαγή στη σημασία με αποτέλεσμα το σχηματισμό του πληθυντικού. 34 2.2.3 Η μορφολογία των ρημάτων των ΝΓ Όπως ήδη αναφέραμε η μορφολογία των ΝΓ και ιδιαίτερα η ρηματική μορφολογία χαρακτηρίζεται από πολυπλοκότητα. Η ρηματική μορφολογία των ΝΓ λοιπόν είναι αρκετά διαφορετική από αυτή των ομιλούμενων κι αυτό όπως επισημάναμε οφείλεται κυρίως στη διαφορετική τροπικότητα των δύο γλωσσών. Ωστόσο, όπως διαπιστώνουν οι Aronoff et al (2005:314-315) και Sandler & Lillo- Martin (2001:545) ανάμεσα στις ΝΓς υπάρχουν ομοιότητες σ ότι αφορά τη μορφολογία του ρήματος και ειδικά τη ρηματική συμφωνία. Διεξοδικότερα όπως ήδη αναφέραμε πολλές γραμματικές σχέσεις δηλώνονται μέσα από τη χρήση του χώρου 35 (Aronoff et al 2004:29). Μέσα σ αυτό το χώρο λοιπόν γίνεται η δείξη 34 Περισσότερα παραδείγματα για τη διαμόρφωση του πληθυντικού των ρημάτων στο παράρτημα 4. 35 Οι Sutton- Spence & Woll (1999:129-130) διακρίνουν το χώρο σε τοπογραφικό (topographic) και συντακτικό (syntactic). Θεωρούν τον τοπογραφικό χώρο αναπαράσταση του πραγματικού, με άλλα λόγια πιστεύουν ότι το αναφορικό στοιχείο βρίσκεται στην τοποθεσία ακριβώς που βρίσκεται και στον πραγματικό κόσμο. Ενώ στον συντακτικό χώρο τα αναφορικά στοιχεία τοποθετούνται σε ένα χώρο αφηρημένο συμβατικά, καθώς ο τόπος είναι το αντικείμενο αναφοράς και το αντικείμενο αναφοράς είναι ο τόπος. 30
των ορισμάτων του κατηγορήματος 36, δηλαδή μέσα από την κίνηση των χεριών από το ένα σημείο του χώρου στο άλλο γίνεται και η αντιστοίχιση του κάθε ορίσματος στο χώρο. Έτσι τα ορίσματα αποτελούν και αναφορικούς τόπους (referential loci) 37. Μ αυτόν τον τρόπο καθορίζεται ένας αναφορικός τόπος για ένα αντικείμενο αναφοράς (referent), έτσι με ο- ποιαδήποτε αναφορά στον τόπο εννοείται ταυτόχρονα και το αντικείμενο αναφοράς (αντωνυμική αναφορά) Padden (1988) όπως παρατίθεται στους Aronoff et al (2004:25-26) και Aronoff et al (2005:317). Ωστόσο, διαφορετικές κατηγορίες ρημάτων των ΝΓ μετέχουν με διαφορετικό τρόπο στο σύστημα της ρηματικής συμφωνίας. Τρεις κατηγορίες ρημάτων που εμφανίζονται σχεδόν σε όλες τις ΝΓς και διακρίνονται ανάλογα με τον τρόπο πραγμάτωσης της ρηματικής συμφωνίας βάση των ιδιοτήτων που μεταφέρουν, μας είναι ήδη γνωστές από την Padden (1988) και περιγράφονται και από τους Johnston & Schembri (2007:142), Aronoff et al (2004:25,29), Aronoff et al (2005:321), Mathur & Rathmann (2010:185), Antzakas & Quer (2015:98-102) και Sutton- Spence & Woll (1999:135-150). Αναλυτικά, στην πρώτη κατηγορία αυτών των ρημάτων ανήκουν τα απλά ρήματα (plain verbs). Τα ρήματα αυτά δεν μας δίνουν κάποια πληροφορία συμφωνίας για τους όρους της πρότασης όπως τα «THINK» και «UNDERSTAND» της BSL (Sutton- Spence & Woll 1999:135). Όμως αυτά τα ρήματα μπορούν να δώσουν πληροφορίες σχετικά με το ποιόν ενεργείας (aspect) και τον τρόπο (manner) μέσα από τη χρήση μη χειριμικών στοιχείων. Χαρακτηριστικό είναι εδώ το παράδειγμα της BSL «THINKING- HARD» βλ. σχήμα 15. Σχήμα 15: «THINKING- HARD» (σκέφτομαι έντονα) Sutton- Spence & Woll (1999:136) Πιο συγκεκριμένα, στο σχήμα 15 το νόημα «THINKING- HARD» σχηματίζεται με τη χειρομορφή κατά την οποία ο δείκτης είναι λυγισμένος και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς. Η χειρομορφή τοποθετείται στο πλαϊνό μέρος του μετώπου του νοηματιστή και σχηματίζει επαναλαμβανόμενη κυκλική κίνηση ενώ η έκφραση του προσώπου του νοηματιστή είναι ανάλογη της δυσκολίας που περιγράφει το ρήμα (μισόκλειστα μάτια και κλειστά φρύδια). 36 Σύμφωνα με τη Ρούσσου (2015:89) «στο επίπεδο της κατηγορηματικής λογικής, το κατηγόρημα εκφράζει μια σχέση ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες οντότητες ή αποδίδει μια ιδιότητα σε μια οντότητα.» 37 Οι αναφορικοί τόποι στην διεθνή βιβλιογραφία συναντώνται είτε ως (referential loci) είτε ως (R- loci). 31
Στην δεύτερη κατηγορία ανήκουν τα ρήματα συμφωνίας (agreement verbs). Αυτά τα ρήματα συμφωνούν ως προς το πρόσωπο και τον αριθμό του υποκειμένου και του αντικειμένου που δέχονται. Συνήθως οι πληροφορίες σχετικά με το υποκείμενο που κάνει την πράξη αλλά και το πρόσωπο ή το αντικείμενο που τη δέχεται πραγματώνονται μέσα από αλλαγές στην κίνηση, στον προσανατολισμό του ρήματος αλλά και με τη χρήση μη χειριμικών στοιχείων. Πιο συχνά σ αυτά τα ρήματα, η διαδρομή της κίνησης γίνεται από το υποκείμενο προς το αντικείμενο όπως στο παράδειγμα από την ΕΝΓ «3-ΠΡΟΣΛΑΜΒΑΝΩ-1» με την σημασία ότι «εγώ προσλαμβάνω κάποιον». Ωστόσο, στην κατηγορία αυτή ανήκουν και τα λεγόμενα ανάποδα ρήματα (backward verbs), όπου η κίνηση ξεκινά από το αντικείμενο και καταλήγει στο υποκείμενο «1-ΠΡΟΣΛΑΜΒΑΝΩ-3» με την σημασία ότι «κάποιος προσλαμβάνει εμένα», βλ. σχήμα 16 (Antzakas & Quer 2015:100 Aronoff et al 2005:318 Sutton- Spence & Woll 1999:138 Sandler 2003a:391 Johnston & Schembri 2007:144). Σχήμα 16: Δυο τύποι συμφωνίας του ρήματος «ΠΡΟΣΛΑΜΒΑΝΩ» στην ΕΝΓ. Antzakas & Quer (2015:100) Στην τρίτη κατηγορία ανήκουν τα χωρικά ρήματα (spatial verbs) δηλαδή τα ρήματα που συμφωνούν με συγκεκριμένα χωρικά σημεία. Μια ομάδα ρημάτων από αυτά δίνουν πληροφορίες για την κίνηση και την τοποθεσία αλλά όχι για το υποκείμενο ή το αντικείμενο που ενεργεί ή που δέχεται την ενέργεια όπως για παράδειγμα το ρήμα «PUT» της BSL βλ. σχήμα 17. Σχήμα 17: «PUT-IT-THERE» χωρικό ρήμα της BSL. 32
Sutton- Spence & Woll (1999:147) Ακόμη κάποια άλλα ρήματα αυτής της κατηγορίας σύμφωνα με τους Sutton- Spence & Woll (1999:147), δίνουν πληροφορίες για το σχήμα και την τοποθεσία του αντικειμένου, όπως το ρήμα «CARRY» - «CARRY BAG» της BSL βλ. σχήμα 18. Σχήμα 18: «CARRY BAG» χωρικό ρήμα της BSL. Sutton- Spence & Woll (1999:147) Τέλος, μια ακόμη ομάδα ρημάτων αυτής της κατηγορίας σύμφωνα με τους Sutton- Spence & Woll (1999:149), περιλαμβάνει τα ρήματα που όταν η σημασία τους είναι σχετική με μια ενέργεια που πραγματοποιείται στο ανθρώπινο σώμα, τότε κι αυτά νοηματίζονται στο αντίστοιχο σημείο του σώματος όπως για παράδειγμα το «SCRATCH» - «SCRATCH NOSE» («ξύνω τη μύτη») της BSL βλ. σχήμα 19. Σχήμα 19: «SCRATCH NOSE» χωρικό ρήμα της BSL. Sutton- Spence & Woll (1999:149) Ωστόσο, αυτή η τελευταία κατηγορία ρημάτων σύμφωνα με τους Sutton- Spence & Woll (1999:145) έχει κατονομαστεί από την Supalla (1986) ως ρήματα κίνησης και τοποθεσίας (verbs of motion and location) ενώ σύμφωνα με τους Sandler & Lillo- Martin (2001:545) α- ποτελεί τον πιο πολύπλοκο μορφολογικό τύπο ρημάτων των ΝΓ, καθώς σε ορισμένα από αυτά για το σχηματισμό τους χρησιμοποιούνται χειρομορφές που υποδηλώνουν κάποιες τάξεις ουσιαστικών σε συνδυασμό με μορφήματα κίνησης, τοποθεσίας και τρόπου που έ- 33
χουν τη δική τους σημασία. Με άλλα λόγια αυτοί είναι οι ταξινομητές που όπως επισημαίνουν οι Sandler & Lillo- Martin (2001:546) «αναπαριστούν σημασιολογικές τάξεις όπως μικρά ζώα, οχήματα ή ανθρώπους, ή προσδιορίζουν το μέγεθος και το σχήμα ενός αντικειμένου ενώ παράλληλα αναπαριστούν και τις χωρικές σχέσεις μεταξύ τους». Σύμφωνα με τους Aronoff et al (2005:324) όλες οι ΝΓς διαθέτουν τουλάχιστον τρία βασικά είδη ταξινομητών, δηλαδή τους ταξινομητές σχήματος και μεγέθους (size and shape classifiers), τους ταξινομητές οντότητας (entity classifiers) και τους ταξινομητές χειρισμού (handling classifiers). Οι ταξινομητές σχήματος και μεγέθους δεν αναπαριστούν μόνο το σχήμα και το μέγεθος των αντικειμένων αλλά ταυτόχρονα περιγράφουν και τις χωρικές σχέσεις μεταξύ τους, όπως στο παράδειγμα της ISL «a cup is next to a piece of paper» που αποδίδεται ως «CYLINDRAL-OBJECT-NEXT-TO-FLAT-OBJECT» (ένα κυλινδρικό αντικείμενο βρίσκεται δίπλα σε ένα επίπεδο αντικείμενο), βλ. σχήμα 20. Αναλυτικότερα, στο σχήμα 20, ο νοηματιστής χρησιμοποιεί δυο χειρομορφές με τις οποίες απεικονίζει το μέγεθος και το σχήμα του κάθε αντικειμένου. Η μία εκ των δύο χειρομορφών σχηματίζεται με τα δάχτυλα κλειστά προς την παλάμη σε σχήμα κύκλου και απεικονίζει το κυλινδρικό αντικείμενο ενώ η άλλη χειρομορφή σχηματίζεται με τα δάχτυλα τεντωμένα και ενωμένα με το χέρι σε επίπεδη μορφη, απεικονίζοντας το επίπεδο αντικείμενο. Τα στοιχεία τοποθετούνται στο νοηματικό χώρο όπως ακριβώς απεικονίζονται και στον πραγματικό κόσμο. Σχήμα 20: Ταξινομητής σχήματος και μεγέθους της ISL «a cup is next to a piece of paper» - «CYLINDRAL-OBJECT-NEXT-TO-FLAT-OBJECT» Aronoff et al (2005:324-325) Οι ταξινομητές οντότητας αποδίδουν οντότητες που διακρίνονται σε σημασιολογικές τάξεις συνδυάζοντας κι άλλους ταξινομητές με διαφορετική αρχική θέση κίνησης για να αναπαραστήσουν τον τρόπο ή το μονοπάτι της κίνησης, όπως στο παράδειγμα της ISL των Aronoff et al (2005:324) «two people sit opposite each other» (δύο άνθρωποι όπου ο ένας κάθεται α- πέναντι από τον άλλον) βλ. σχήμα 21. Διεξοδικότερα στο σχήμα 21 χρησιμοποιείται η χειρομορφή που ταξινομεί εκτός των άλλων και την ανθρώπινη οντότητα στο χώρο νοηματισμού. Η χειρομορφή σχηματίζεται με το δείκτη και το μέσο τεντωμένους και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά. Η χειρομορφή έχει προσανατολισμό προς τα κάτω παραπέμποντας στα πόδια του ανθρωπίνου σώματος. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα ο δείκτης και ο μέσος είναι λυγισμένοι προκειμένου να υποδηλώσουν την καθιστή ανθρώπινη φιγούρα. Η χειρομορφή πραγματώνεται και από τα δύο χέρια του νοηματιστή προκειμένου να δηλωθούν οι δυο άνθρωποι ενώ τοποθετούνται αντικριστά στο νοηματικό χώρο όπως ακριβώς εμφανίζονται και στον πραγματικό κόσμο. 34
Σχήμα 21: Ταξινομητής οντότητας της ISL «two people sit opposite each other». Aronoff et al (2005:325) Στους ταξινομητές χειρισμού κάθε χέρι μπορεί να έχει διαφορετική χειρομορφή και να υ- ποδηλώνει μια διαφορετική οντότητα ενώ ταυτόχρονα να απεικονίζει την κίνηση που το κάθε ένα επιτελεί αλλά και τη μεταξύ τους χωρική σχέση όπως στο παράδειγμα της ASL «a person walks forward, dragging a dog squirming behind» που αποδίδεται ως «UPRIGHT- HUMAN-MOVE-FORWARD-(WHILE)-LEGGED-CREATURE-DRAGS-BEHIND» (ένας όρθιος άνθρωπος κινείται μπροστά ενώ ένα πλάσμα με πόδια σέρνεται πίσω του) βλ.σχήμα 22, (Aronoff et al 2005:312). Πιο αναλυτικά, στο σχήμα 22 το μη κυρίαρχο χέρι πραγματώνει τη χειρομορφή που σχηματίζεται με το δείκτη τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς για να αναπαραστήσει την ανθρώπινη οντότητα που κινείται προς τα ε- μπρός. Το κυρίαρχο χέρι πραγματώνει τη χειρομορφή που χρησιμοποιείται για να δηλώσει μια οντότητα που διαθέτει πόδια. Η χειρομορφή σχηματίζεται με το δείκτη και το μέσο τεντωμένους και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά. Τα δάχτυλα έχουν προσανατολισμό προς τα κάτω παραπέμποντας στα πόδια του στοιχείου ενώ ταυτόχρονα διαθέτουν κίνηση που παραπέμπει σε στοιχείο που σέρνεται. Σχήμα 22: Ταξινομητής χειρισμού της ASL «a person walks forward, dragging a dog squirming behind» - «UPRIGHT-HUMAN-MOVE-FORWARD-(WHILE)-LEGGED-CREATURE- DRAGS-BEHIND». Aronoff et al (2005:312) Συνοψίζοντας λοιπόν, οι ΝΓς όπως επισημαίνουν οι Aronoff et al (2005:326) αλλά και οι Sandler & Lillo- Martin (2001:543,545) παρουσιάζουν πολύπλοκη ρηματική μορφολογία (παραγωγική και κλιτική) αλλά και πολυμορφικές και πολύπλοκες δομές ταξινομητών. Ω- στόσο οι τελευταίες δομές συνήθως αποτελούν απεικόνιση του εξωγλωσσικού κόσμου, ένα στοιχείο που συντελεί στο να χαρακτηριστούν αυτές οι δομές ως καθολικές για τις ΝΓς. 35
2.3 Η Σύνταξη των ΝΓ 2.3.1 Η βασική σειρά όρων των ΝΓ Σύμφωνα με τους Sutton-Spence & Woll (1999:41) και Johnston & Schembri (2007:189) ο τρόπος που τα νοήματα συνδυάζονται για την παραγωγή των φράσεων και των προτάσεων σε μια ΝΓ αφορούν τον τομέα της σύνταξης. Πιο συγκεκριμένα, οι συντακτικοί κανόνες είναι αυτοί που προσδιορίζουν ποιοι συνδυασμοί νοημάτων είναι επιτρεπτοί για την παραγωγή προτασιακών δομών σε κάθε ΝΓ. Όπως μάλιστα επισημαίνει η Brennan (1994) η σύνταξη των ΝΓ αποτελεί ένα περίπλοκο ζήτημα καθώς σε αντίθεση με τις ομιλούμενες γλώσσες είναι ταυτόχρονη, εικονική και πραγματολογικά οργανωμένη. Ωστόσο, πριν ξεκινήσουμε την περιγραφή της σειράς των όρων (constituent order) στις ΝΓς είναι απαραίτητο να τονίσουμε πως η πλούσια μορφολογική δομή των ΝΓ όπως περιγράφθηκε και στο προηγούμενο κεφάλαιο είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη συντακτική λειτουργία των στοιχείων (Aronoff et al 2005: 305). Οι διαφορετικές τάξεις των νοημάτων (ουσιαστικά, επίθετα, επιρρήματα, ρήματα) διαθέτουν και διαφορετικές ιδιότητες που σχετίζονται με τον τρόπο που αυτά θα συνδυαστούν με άλλα νοήματα για την παραγωγή της φράσης ή της πρότασης. Πιο συγκεκριμένα, όπως επισημαίνουν οι Sutton-Spence & Woll (1999:51) για την BSL αλλά και οι Johnston & Schembri (2007:192-193) για την AUSLAN καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της σειράς όρων και στις δυο ΝΓς διαδραματίζουν τα επίθετα και τα ουσιαστικά. Ό- πως επισημαίνουν οι μελετητές η σειρά όρων που θα επιλέξει ο νοηματιστής εξαρτάται από το σημασιολογικό και πραγματολογικό περικείμενο της συζήτησης, έτσι στην BSL αν και είναι πιο σύνηθες το επίθετο να έπεται του ουσιαστικού (π.χ. «BOOK OLD») σε κάποια περικείμενα οι νοηματιστές επιλέγουν τη χρήση του επιθέτου πριν το ουσιαστικό, δομή που μοιάζει μ αυτή της ομιλούμενης αγγλικής. Ακόμη, είναι πιθανή η χρήση μιας προφόρμας (proform) ουσιαστικού που φαίνεται να εμπεριέχει το επίθετο όπως στα παραδείγματα των Sutton-Spence & Woll (1999:52-53) για την BSL «SMALL BOX», «LARGE BOX», «ROUND BOX», όπου το νόημα κατά την παραγωγή του εμπεριέχει το σχήμα και το μέγεθος του αντικείμενου στην περίπτωσή μας του κουτιού 38. Εξίσου σημαντικό ρόλο μ αυτόν των ουσιαστικών και των επιθέτων για τη διαμόρφωση της τελικής σειράς όρων διαδραματίζουν και τα επιρρήματα. Σύμφωνα με τους Johnston & Schembri (2007:193) στην περίπτωση της AUSLAN ταυτόσημα νοήματα μπορούν να λειτουργούν είτε ως επίθετα είτε ως επιρρήματα. Ακόμη, ενδέχεται τα νοήματα των επιρρημάτων να είναι είτε ξεχωριστά νοήματα, είτε τροποποίηση του νοήματος του επιθέτου, είτε μη 38 Με άλλα λόγια είναι αυτό που περιγράψαμε προηγουμένως στην υποενότητα 2.2.3 ως ταξινομητές οντότητας (entity classifiers). 36
χειριμικά στοιχεία, με αποτέλεσμα τη διαφοροποίηση της σειράς όρων όπως στα παρακάτω παραδείγματα που παρατίθενται από τους Johnston & Schembri (2007:194). 1) PT + IF 39 JEANS VERY CHEP Det N Adv Adj These jeans are really cheap. (Αυτό το τζιν είναι πολύ φθηνό) 40 2) UNIVERSITY FINISH NEXT-WEEK N V Adv University finishes next week (Το πανεπιστήμιο τελειώνει την επόμενη εβδομάδα) 41 3) MAN WRITE-CARELESSLY Ν V- Adv The man scribbled something down carelessly. (Ο άνδρας έγραψε κάτι απρόσεχτα) 42 Johnston & Schembri (2007:194) Όπως διαπιστώνουμε λοιπόν κι από τα παραπάνω, οι προτάσεις δεν είναι συνδυασμοί νοημάτων όπου το ένα νόημα ακολουθεί το άλλο (Johnston & Schembri 2007:197). Συνήθως, οι προτάσεις αποτελούνται από το υποκείμενο και το κατηγόρημα. Το Υ συχνά αποτελεί το θέμα και ενδέχεται να είναι ένα ουσιαστικό όνομα, μια ονοματική φράση ή μια αντωνυμία, ενώ το κατηγόρημα είναι συνήθως ο στόχος, το αντικείμενο που δείχνει ποιος ή τι είναι το στοιχείο που δέχεται το αποτέλεσμα της πράξης (Sutton-Spence & Woll 1999:51). Αυτή η δομή είναι συχνά γνωστή ως θέμα σχόλιο (topic comment), αφού πρώτα παρουσιάζεται το θέμα κι έπειτα ακολουθεί το σχετικό με το θέμα σχόλιο (Sutton-Spence & Woll 1999:59 Σαπουντζάκη 2016 Liddell 1980, 2003). Αρκετοί είναι οι ερευνητές που έχουν ισχυριστεί πως αυτή είναι η βασική προτασιακή δομή των ΝΓ καθώς εμφανίζεται σε αρκετές από αυτές όπως για παράδειγμα στην BSL (Sutton-Spence & Woll 1999:59), στην ASL (Aarons 1994 Fromkin et al 2008:226 Liddell 2003:55) και στην AUSLAN (Johnston & Schembri 2007:209) κα. 39 Δεικτικό νόημα προς την αριστερή κατεύθυνση. 40 Στο παράδειγμα το επίρρημα είναι ξεχωριστό νόημα. 41 Στο παράδειγμα το επίρρημα είναι ενσωματωμένο με το ουσιαστικό. 42 Στο παράδειγμα το επίρρημα είναι ενσωματωμένο στο ρήμα μέσω της έκφρασης. 37
Κατά τη δομή λοιπόν θέμα σχόλιο εδραιώνεται και το πλαίσιο στο οποίο εξελίσσεται η πράξη. Συγκεκριμένα καθορίζεται ο χρόνος στον οποίο λαμβάνει χώρα η ενέργεια (temporal framework) και οτιδήποτε ακολουθεί γίνεται με σημείο αναφοράς αυτόν το χρόνο. Ακόμη δίνονται πληροφορίες για το χώρο εξέλιξης (spatial framework) αλλά και για τα εμπλεκόμενα πρόσωπα (nominal framework) (Sutton-Spence & Woll 1999:59-60). Πολλοί ερευνητές μεταξύ άλλων οι Quadros & Lillo Martin (2010:234), Liddell (2003:55), Johnston & Schembri (2007:209) και Sutton-Spence & Woll (1999:60-61) έχουν ασχοληθεί διεξοδικά με τον τρόπο που μαρκάρεται το θέμα αλλά και με τις λειτουργίες του στη δομή της πρότασης. Όπως αναφέρουν το θέμα αποτελεί το πρώτο στοιχείο της πρότασης όπου τίθεται το σημασιολογικό και πραγματολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο τοποθετείται και γίνεται κατανοητό το «σχόλιο», δηλαδή η νέα πληροφορία που έρχεται να καταθέσει ο ομιλητής. Μάλιστα, μετά το θέμα ακολουθεί μια παύση και τα μη -χειριμικά στοιχεία διαφοροποιούνται. 43 Συνήθως, τα μη- χειριμικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή του θέματος είναι το σήκωμα των φρυδιών (raised brows), μια κλίση του κεφαλιού προς τα πίσω (backwards head tilt) ή ένα γνέψιμο του κεφαλιού (head nod) κ.α. 44 ( Quadros & Lillo Martin 2010:234). Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο παράδειγμα (4) των Sutton- Spence & Woll (1999:60) από την BSL, όπου τίθεται αρχικά το θέμα (η αδερφή η οποία έμενε στην Αμερική) το οποίο συνοδεύεται με την ανάλογη έκφραση του προσώπου (μεγάλωμα των ματιών) αλλά και την αναμενόμενη παύση ενώ στο τέλος πραγματώνεται και το σχετικό με το θέμα σχόλιο (αν έχει επιστρέψει). wide eyes question 4) SISTER BEFORE LIVE AMERICA (pause) NOW COME-BACK Is your sister who was living in America, back now? Η αδερφή σου η οποία έμενε στην Αμερική, επέστρεψε τώρα; Επιπλέον, το θέμα σύμφωνα με τους Sutton- Spence & Woll (1999:61) μπορεί να παράγεται με το ένα χέρι ενώ το άλλο χέρι παράγει το σχόλιο όπως φαίνεται και στο παράδειγμα του σχήματος 23 της BSL που ακολουθεί. Αναλυτικότερα, στο παράδειγμα ο νοηματιστής παράγει το νόημα εφημερίδα («NEWSPAPER») με το μη κυρίαρχο χέρι απεικονίζοντας τον τρόπο που κρατάει την εφημερίδα ενώ με το κυρίαρχο χέρι παράγει το νόημα διαβάζω («READ») αναπαριστώντας τη διαδικασία της ανάγνωσης. Το θέμα επίσης συνοδεύεται από την κατάλληλη έκφραση του προσώπου (γνέψιμο του κεφαλιού). 43 Ο Liddell (1980:84) αναφέρει πως «μια αλλαγή στην έκφραση του προσώπου και στη θέση του κεφαλιού γίνεται κατά τη μετάβαση από το θέμα σε μια άλλη εκφορά νοήματος». 44 Πολλές ΝΓς χρησιμοποιούν μη-χειριμικά στοιχεία για το μαρκάρισμα του θέματος, μεταξύ αυτών η Αργεντίνικη Νοηματική Γλώσσα - LSA Massone & Curiel (2004), η Αυστραλιανή AUSLAN Johnston & Schembri (2007) και η Ισραηλινή -ISL Rosenstein (2001) όπως παρατίθεται στους Quadros & Lillo Martin (2010:234). 38
Σχήμα 23: Δομή: θέμα σχόλιο «NEWSPAPER READ» «It s the newspaper that I m reading» «την εφημερίδα είναι που διαβάζω» Sutton- Spence & Woll (1999:61) Επομένως, σύμφωνα με τους Sutton- Spence & Woll (1999:61) επειδή διάφορα μέρη της πρότασης μπορούν να αποτελέσουν θέμα ή σχόλιο, η σειρά όρων στην BSL μπορεί να ποικίλει ανάλογα με το στοιχείο το οποίο τοποθετείται ως θέμα. Κάποιες από τις πιθανές σειρές όρων σύμφωνα με τους μελετητές είναι οι ΥΡΑ, ΑΥΡ, και ΡΑΥ. Στην περίπτωση της ASL η Fischer (1975) όπως παρατίθεται στους Sandler & Lillo- Martin (2006:289) πρώτη ισχυρίστηκε πως βασική σειρά όρων είναι η ΥΡΑ 45, ωστόσο πρότεινε και εναλλακτικές σειρές όρων όπως η ΑΥΡ και ΡΑΥ υπό προϋποθέσεις. Τέλος, οι Johnston & Schembri (2007:202), Quadros & Lillo Martin (2010:244) και Sutton- Spence & Woll (1999:57) επισημαίνουν πως οι μορφοσυντακτικές πληροφορίες που μεταφέρει το ρήμα της πρότασης είναι επίσης σημαντικές για την σειρά όρων γι αυτό ας περάσουμε στη μελέτη της δομής της πρότασης με διαφορετικά είδη ρημάτων. 2.3.2 Η δομή της πρότασης με διαφορετικά είδη ρημάτων Οι Sutton-Spence & Woll (1999:54-55) αναφέρουν πως στην BSL υπάρχουν δυο βασικά είδη ρημάτων, τα «effective verbs» και τα «affective verbs». Τα «effective verbs» είναι αυτά που δημιουργούν κάτι όπως το «LIGHT», το «MAKE» κ.α., καθώς στο παράδειγμα «MAKE CAKE» το «CAKE» δεν προϋπήρχε αλλά φτιάχτηκε. Συχνά η σειρά όρων αυτών των ρημάτων είναι 45 Έρευνα σχετικά με τη βασική σειρά όρων στην ASL έχουν διεξάγει μεταξύ άλλων οι liddell (1980) και Padden (1983, 1988) όπως παρατίθεται στους Sandler & Lillo- Martin (2006:290,294) 39
ΥΡΑ καθώς το αντικείμενο έπεται του ρήματος. Τα «affective verbs» είναι αυτά τα ρήματα που ενεργούν επάνω σε κάτι υπαρκτό όπως τα ρήματα «BREAK», «PAINT» κ.α., καθώς στο παράδειγμα «GLASS BREAK» το γυαλί υπήρχε ήδη εκεί. Η σειρά όρων αυτών των ρημάτων είναι συνήθως ΥΑΡ αφού το αντικείμενο προηγείται του ρήματος. Άλλοι μελετητές όπως οι Johnston & Schembri (2007:203) για την AUSLAN, οι Quadros & Lillo Martin (2010:244) για την ASL και LSB και ο Liddell (2003:60) για την ASL διαπιστώνουν, πως όταν το ρήμα της πρότασης είναι ένα απλό ρήμα (plain verb) η δομή της πρότασης είναι πολύ διαφορετική σε σχέση με την περίπτωση που το ρήμα είναι ρήμα συμφωνίας (agreement verb). Διεξοδικότερα, όταν το ρήμα της πρότασης είναι ένα απλό αμετάβατο ρήμα (intransitive plain verb) συνήθως η ονοματική φράση (ΟΦ) του δράστη προηγείται της ρηματικής φράσης (ΡΦ) ενώ συχνά στο τέλος της πρότασης μπορεί να υπάρξει επανάληψη μιας αντωνυμίας που αναφέρεται στην ΟΦ του δράστη. Αυτή η διαδικασία επισημαίνεται ως «pronoun copy» 46 (Johnston & Schembri 2007:203 Sutton-Spence & Woll 1999:54). Συνήθως, η επανάληψη της αντωνυμίας γίνεται για λόγους έμφασης ενώ όπως αναφέρει ο Liddell (2003:59) μπορεί να συνοδεύεται κι από γνέψιμο του κεφαλιού όπως στο παράδειγμα (5). 5) BOY FALL PRO hn The boy fell down, he died Liddell (2003:59) Στην περίπτωση όμως που το ρήμα είναι ένα μεταβατικό απλό ρήμα (transitive plain verb) συνήθως τα ορίσματα του κατηγορήματος είναι δυο, όπου το ένα λαμβάνει θεματικό ρόλο 47 δράστη και το άλλο θεματικό ρόλο πάσχοντα, όπως στο παράδειγμα (6) των Johnston & Schembri (2007:204). 6) CAT LOVE DOG The cat loves the dog Johnston & Schembri (2007:204) Πολλές φορές είναι επίσης πιθανό η ΟΦ του δράστη να παραλείπεται εφόσον έχει προαναφερθεί στο περικείμενο οπότε κι έχουμε την περίπτωση του κενού υποκειμένου (null sub- 46 Αυτή η διαδικασία αναφέρεται εκτός από «pronoun copy», ως «doubling» από τους Quadros & Lillo Martin (2010:239) αλλά και ως «pronoun tag» από τον Liddell (2003:59). 47 Ο θεματικός ρόλος ή θ- ρόλος σύμφωνα με την Ρούσσου (2015:89) είναι η ερμηνεία που δέχεται το όρισμα. Σύμφωνα με τη θεοφανοπούλου Κοντού (2002: 90 91) ο θ-ρόλος που μπορεί να δεχθεί ένα όρισμα εξαρτάται από το κατηγόρημα. Μερικοί από τους πιο πιθανούς θ- ρόλους που μπορεί να δεχτεί το όρισμα είναι αυτός του δράστη, του δέκτη/στόχου, του πάσχοντα, του ευεργετούμενου κ.α. Ωστόσο είναι απαραίτητο εδώ να αναφέρουμε πως σύμφωνα με το θεματικό κριτήριο που προτάθηκε από τον Chomsky (1981:36), «Κάθε όρισμα φέρει μόνο έναν θεματικό ρόλο και κάθε θ-ρόλος αντιστοιχεί μόνο σ ένα όρισμα». 40
ject) 48 (Quadros & Lillo Martin 2010:245). Μια ακόμη περίπτωση περιλαμβάνει και την πραγμάτωση του ρήματος στο τέλος της πρότασης όπως στο παράδειγμα (7) 7) GIRL CAKE EAT The girl eats the cake Sutton-Spence & Woll (1999:58) Η σειρά όρων στο συγκεκριμένο παράδειγμα είναι ΥΑΡ κι αυτή η σειρά είναι επιτρεπτή γιατί οι θεματικοί ρόλοι των ορισμάτων δεν μπορούν να αντιστραφούν εξαιτίας της πραγματολογικής γνώσης που διαθέτουν οι νοηματιστές για τον κόσμο. Όσον αφορά τώρα την περίπτωση των ρημάτων συμφωνίας (agreement verbs) 49 όπως παρατηρεί η Fischer (1975) για την ASL όπως παρατίθεται στους Quadros & Lillo Martin (2010:244), η σειρά όρων μπορεί να είναι πιο ελεύθερη σε σχέση με αυτή των απλών ρημάτων, καθώς σ αυτά τα ρήματα μπορεί να τεθεί πρώτα το Υ ή το Α ή αντίστροφα χωρίς κάποιο πρόβλημα αφού το ρήμα στη συνέχεια θα ξεκαθαρίσει τη σχέση τους. Έτσι τα ρήματα αυτά μπορούν να υποδεικνύουν μέσα από τον προσανατολισμό τους ποιο είναι το Υποκείμενο - δράστης και ποιο το Αντικείμενο ή Κατηγορούμενο Δέκτης ή πάσχων. Επομένως, οι πιο συχνές σειρές όρων είναι οι ΥΡΑ, ΥΑΡ και ΑΥΡ. Μάλιστα, όπως επισημαίνουν οι Quadros & Lillo Martin (2010:245) τα ρήματα αυτά εμφανίζουν σε μεγαλύτερο βαθμό κενά ορίσματα (υποκειμένου ή αντικειμένου) όπως στο παράδειγμα (8), 8) TOMORROW agiveb BOOK (You) give (her) the book tomorrow Ronice Mȕller de Quadros & Lillo Martin (2010:245) ενώ σε ένα αντίστοιχο παράδειγμα με ένα απλό ρήμα αυτό δεν θα ήταν εφικτό και το αποτέλεσμα θα ήταν αντιγραμματικό όπως στο παράδειγμα (9). 9) TOMORROW TALK (You) talk with (her) tomorrow Ronice Mȕller de Quadros & Lillo Martin (2010:245) Μάλιστα όταν τα ρήματα συμφωνίας έχουν χωροθετική σημασία σύμφωνα με τους Johnston & Schembri (2007:206) εμφανίζονται στο τέλος της πρότασης όπως στο παράδειγμα (10). 48 «Σύμφωνα με την παράμετρο του κενού υποκειμένου (the null subject parameter), σε κάποιες γλώσσες το υποκείμενο ενδέχεται να είναι κενό, ενώ σε άλλες πρέπει να πραγματώνεται.» Ρούσσου (2015: 118) Όταν το υποκείμενο είναι κενό στο δέντρο της φραστικής δομής εμφανίζεται η κενή αντωνυμία (pro), η οποία στις ομιλούμενες γλώσσες πρέπει να νομιμοποιείται και να αναγνωρίζεται από κάποιο άλλο στοιχείο της πρότασης. 49 Πολλοί μελετητές μεταξύ άλλων οι Johnston & Schembri (2007:205), Perniss, Pfau & Steinbach (2007:16) και Cormier, Fenlon & Schembri (2015:686) ονομάζουν αυτά τα ρήματα ως «indicating verbs». 41
10) PRO1- BOOK - lf+put+rt I moved the book from left to right Johnston & Schembri (2007:206) Μια εισαγωγική έρευνα σχετικά με τα ρήματα αυτά και την σειρά όρων στην ΕΝΓ πραγματοποίησε στη διπλωματική της διατριβή η Κασβίκη (2017:48) η οποία διαπίστωσε και για την ΕΝΓ μερικά από τα στοιχεία που προαναφέραμε και ισχύουν για την ASL, BSL και AUSLAN. Αρχικά, επιβεβαίωσε πως το Υ μπορεί να παραλείπεται 50 ενώ το Α μπορεί να πραγματώνεται πριν και μετά το ρήμα. Επιπλέον, επισήμανε πως στα ρήματα συμφωνίας το Υ και Α μπορούν να εμφανίζονται ξεκάθαρα στην πρόταση ενώ παρατήρησε πως στα απλά ρήματα η πιο συχνή σειρά όρων είναι η ΡΑ και το Υ μπορεί να παραλείπεται τακτικά. Στην περίπτωση των ρημάτων συμφωνίας διαπίστωσε πως οι πιο συχνές σειρές όρων είναι οι ΥΡΑ, ΡΑ και ΑΡ, ενώ στα χωροθετικά ρήματα η σειρά όρων είναι συνήθως η ΑΡ με παράλληλη παράληψη του Υ. Ωστόσο, προκειμένου να αποκτήσουμε μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για την σειρά όρων στην ΕΝΓ αλλά και στις υπόλοιπες ΝΓς θα προσπαθήσουμε να δούμε και την σειρά όρων κατά την παραγωγή των αρνητικών προτάσεων. 2.3.3 Η σειρά όρων των ΝΓ κατά την άρνηση Οι Sutton-Spence & Woll (1999:73) μελετώντας τον τρόπο σχηματισμού της άρνησης στην BSL διαπιστώνουν πως υπάρχουν τρία συστατικά στοιχεία για το σχηματισμό της. Πιο συγκεκριμένα, εντοπίζουν την έκφραση της άρνησης του προσώπου, την κίνηση άρνησης του κεφαλιού, τα μόρια- νοήματα της άρνησης αλλά και τα νοήματα με ενσωματωμένη την άρνηση. Τα ίδια στοιχεία με κάποιες διαφοροποιήσεις διαπιστώνουν και οι Johnston & Schembri (2007:211) για την AUSLAN, ο Liddell (2003:55) για την ASL και οι Antzakas & Woll (2001:1) για την ΕΝΓ. Αναλυτικότερα, όπως διαπιστώνουν οι Sutton-Spence & Woll (1999:73) για την BSL μπορεί να υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι άρνησης του κεφαλιού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα θα μπορούσε να είναι η επαναλαμβανόμενη κίνηση του κεφαλιού από τη μια πλευρά στην άλ- 50 Πιο αναλυτικά η Κασβίκη (2017:48) παρατήρησε πως σε παραδείγματα όπως «ΠΕΡΥΣΙ ΠΑΣΧΑ ΤΑΞΙΔΕΥΩ ΕΚΕΙ ΚΕΡΚΥΡΑ»- «Πέρυσι το Πάσχα ταξίδεψα στην Κέρκυρα» και «ΧΡΩΜΑ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ ΚΑΦΕ»- «Μου αρέσει το καφέ χρώμα» το Υ στην ΕΝΓ μπορεί να παραλείπεται. Οι Lucas et al (2001:172) μελετώντας την ποικιλία εμφάνισης του Υ (ως κενό ή ως αντωνυμία) παρατήρησαν πως στην ASL όταν το Υ έχει πρωτοπρόσωπη αναφορά συνήθως πραγματώνεται ως κενό Υ. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην περίπτωση της ΕΝΓ σύμφωνα με τα παραπάνω παραδείγματα. Αξίζει να επισημάνουμε πως οι Lucas et al (2001:172) στην περίπτωση της ASL διαπίστωσαν πως το Υ μπορεί επίσης να εμφανίζεται ως κενό σε περίπτωση συναναφορικότητάς του με το Υ της πρότασης που προηγείται. 42
λη μαζί με την ανάλογη έκφραση προσώπου καθ όλη τη διάρκεια του νοήματος ή της πρότασης, κάτι που συμβαίνει και στην ASL όπως αναφέρει ο Liddell (2003:55) δίνοντας το παράδειγμα (11) 11) WOMAN FORGET PURSE n It s not the case that the woman forgot the purse Liddell (2003:55) Επίσης, η αρνητική κίνηση του κεφαλιού θα μπορούσε να προστεθεί στο τέλος της πρότασης προκειμένου να αναιρεθούν όσα έχουν ειπωθεί, ενώ είναι ακόμη πιθανό στο τέλος της πρότασης να εμφανιστούν και τα αρνητικά μόρια- νοήματα όπως στο παράδειγμα (12) της BSL. 12) WOMAN TELEVISION WATCH NO neg The woman doesn t watch television Sutton-Spence & Woll (1999:74) Ανάλογη είναι και η άποψη των Johnston & Schembri (2007:212) για τον τρόπο σχηματισμού της άρνησης στην AUSLAN ενώ τονίζουν ότι αρνητικά νοήματα μόρια όπως το «nothing» μπορούν να εμφανίζονται στο τέλος της πρότασης σε αντίθεση με το «not» που βρίσκεται συνήθως σε προρηματική θέση όπως στα παραδείγματα (13) και (14). 13) PRO1 NOT MARRY hs I am not married 14) PRO2 LAUGH NOTHING hs You did not laugh Johnston & Schembri (2007:212) Η ASL παρουσιάζει την ίδια συμπεριφορά με την AUSLAN σύμφωνα με τους Neidle et al (2000: 43-45) καθώς εμφανίζει προρηματική άρνηση με το αρνητικό μόριο- νόημα «not» αλλά μεταρηματική με το «nothing» όπως επισημαίνει και η Padden (1981:246). Στην περίπτωση όμως της Γερμανικής και Καταλανικής ΝΓ σύμφωνα με τους Phau & Quer (2003) ό- πως παρατίθεται στον Antzaka (2008:54) που η βασική σειρά όρων είναι η ΥΑΡ το αρνητικό μόριο ακολουθεί πάντοτε το ρήμα. Ανάλογη εικόνα παρουσιάζει και η ΕΝΓ σύμφωνα με την έρευνα του Antzaka (2008:230) όπου προκύπτει ότι το αρνητικό μόριο νόημα καταλαμβάνει την τελική θέση στην πρόταση ακολουθώντας το κατηγόρημα. Την άποψη αυτή επιβεβαιώνει και η Sapountzaki (2005:97,150) η οποία έχει ισχυριστεί πως η άρνηση στην ΕΝΓ πραγματώνεται σε μεταρηματική θέση φέρνοντας ως παράδειγμα νοήματα με ενσωματωμένη την άρνηση όπως τα NOT-BEEN, NOT-YET κ.α. 43
2.4 Συμπεράσματα Κεφαλαίου Συνοψίζοντας στο παρόν κεφάλαιο εξετάσαμε το γλωσσικό σύστημα των ΝΓ σε τρία γλωσσικά επίπεδα ανάλυσης, αυτό της φωνολογίας, της μορφολογίας και της σύνταξης. Διαπιστώσαμε πως τα νοήματα διαθέτουν δομή και μπορούν να αναλυθούν σε αυτόνομες κατηγορίες χωρίς νόημα όμοιες μ αυτές των φωνημάτων των ομιλούμενων γλωσσών. Έπειτα, παρατηρήσαμε ότι αυτές οι κατηγορίες (χειρομορφή, κίνηση, τοποθεσία, προσανατολισμός, έκφραση) μπορούν να εμφανίζουν ελάχιστα ζεύγη αλλά μπορούν να αποτελούν κι αλλόφωνα. Κατά το συνδυασμό τους για την παραγωγή των νοημάτων μπορούν επίσης να εμφανίζουν περιορισμούς όπως τον όρο της συμμετρίας και τον όρο της κυριαρχίας. Ακόμη, εντοπίστηκαν και κάποιες φωνολογικές διαδικασίες όπως αυτή της αφομοίωσης και της αποκοπής του μη κυρίαρχου χεριού. Στην συνέχεια, μελετώντας το μορφολογικό σύστημα των ΝΓ διαπιστώσαμε την ύπαρξη των μικρότερων μονάδων σημασίας του νοήματος δηλαδή τα μορφήματα. Εντοπίστηκαν τα ε- λεύθερα, δεσμευμένα, παραγωγικά και κλιτικά μορφήματα των ΝΓ που συνδυάζονται κατάλληλα με τις ανάλογες μορφολογικές διαδικασίες για το σχηματισμό των νοημάτων. Διερευνήσαμε έτσι τον τρόπο σχηματισμού του πληθυντικού των ΝΓ και διαπιστώσαμε μορφολογικές διαδικασίες όπως αυτή του αναδιπλασιασμού. Ακόμη, μέσα από τη μελέτη της ρηματικής μορφολογίας εντοπίσαμε τρεις βασικές κατηγορίες ρημάτων, τα απλά ρήματα, τα ρήματα συμφωνίας και τα χωρικά ρήματα που εμφανίζουν περιορισμούς στην κατανομή τους και στην έκφραση της συμφωνίας ενώ διαπιστώθηκε και η ύπαρξη μιας ιδιαίτερης μορφολογικής κατηγορίας αυτής των ταξινομητών. Τέλος, ερευνώντας το συντακτικό σύστημα των ΝΓ διαπιστώσαμε πως η δομή θέμα σχόλιο αποτελεί βασική σειρά όρων αρκετών ΝΓ ενώ παρατηρήσαμε πως αρκετές ΝΓς εμφανίζουν κενά ορίσματα. Εν συνεχεία, διαπιστώσαμε και τους διαφόρους τρόπους σχηματισμού της άρνησης των ΝΓ και παρατηρήσαμε πως σε αρκετές ΝΓς το αρνητικό μόριο εμφανίζεται κυρίως σε μεταρηματική θέση στοιχείο σημαντικό και για τη σειρά όρων της κάθε επιμέρους ΝΓ. Προκειμένου όμως να αποκτήσουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την δομή των ΝΓ θα προβούμε και στη μελέτη της αντίστοιχης ποικιλίας που εντοπίσαμε στα γλωσσικά αυτά επίπεδα ανάλυσης στο κεφάλαιο που ακολουθεί. Κεφάλαιο 3: Εισαγωγή στην ποικιλία των ΝΓ 44
Όπως επισημαίνεται στους Weinreich et al (1968) και παρατίθεται από τους Lucas (2004:73,80), Lucas et al (2001:1) όλες οι γλώσσες χαρακτηρίζονται από «δομική ετερογένεια» (structured heterogeneity), δηλαδή εμφανίζουν ποικιλία κατά τη δομική αναπαράστασή τους, ποικιλία η οποία δεν εμφανίζεται τυχαία αλλά εξαρτάται από διάφορους γλωσσικούς και κοινωνικούς παράγοντες (Hohenberger 2007:341). Μάλιστα, η ποικιλία είναι ένα από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά των ανθρωπίνων γλωσσών καθώς δίνει στους χρήστες τη δυνατότητα πολλαπλών επιλογών για πολλαπλούς εκφραστικούς σκοπούς (Wardhaugh 1992:372,5). Η μελέτη της ποικιλίας των ΝΓ είναι σχετικά περιορισμένη καθώς όπως αναφέραμε και στο πρώτο κεφάλαιο για πολλά χρόνια οι ΝΓς δεν θεωρούνταν γλώσσες αλλά νοήματα χωρίς δομή ή παντομίμα. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον για την ποικιλία των ΝΓ έχει αυξηθεί. Χαρακτηριστικότερη έρευνα σχετικά με την ποικιλία στην ASL ήταν αυτή των Lucas et al (2001:2-4), οι οποίοι διαπίστωσαν πως ποικιλία εμφανίζεται σε όλα τα γλωσσικά επίπεδα ανάλυσης (φωνολογία, σύνταξη, λεξιλόγιο κ.α.). Αναλυτικότερα, διαπίστωσαν την ύ- παρξη της εσωτερικής ποικιλίας, που αφορά τα χαρακτηριστικά και τους περιορισμούς της ίδιας της γλώσσας αλλά και την κοινωνιογλωσσική ποικιλία, που συσχετίζει αυτά τα γλωσσικά χαρακτηριστικά με κοινωνικούς παράγοντες όπως το φύλο, την ηλικία, το γένος, την εθνικότητα, τον τόπο διαμονής κ.α. Επιπλέον, και οι διαγλωσσικές διαφορές που εντοπίζονται στα συστήματα των ΝΓ μας δίνουν μια ακόμη εικόνα για την ποικιλία (Hohenberger 2007:342). Ενώ και το ενδιαφέρον διαφόρων μελετητών για τη μελέτη της διαχρονικής και συγχρονικής ποικιλίας των ΝΓ μας δίνει μια ακόμη πιο σαφή εικόνα για τον τρόπο διαμόρφωσης της ποικιλίας αλλά και για την ιστορική αλλαγή των ΝΓ (Brentari in press:120). Στις ενότητες που ακολουθούν θα προσπαθήσουμε υπό το πρίσμα των προηγούμενων ερευνών να μελετήσουμε τον τρόπο διαμόρφωσης της ποικιλίας αλλά και τους παράγοντες που επηρεάζουν την εμφάνισή της σε όλα τα γλωσσικά επίπεδα ανάλυσης. Πιο αναλυτικά, στο παρόν κεφάλαιο θα ξεκινήσουμε την περιγραφή μας με τη διαγλωσσική ποικιλία (3.1). Αρχικά, θα περιγράψουμε τον τρόπο διαμόρφωσης της διαγλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας (3.1.1) κι έπειτα θα προχωρήσουμε στην διερεύνηση της διαγλωσσικής μορφολογικής (3.1.2) αλλά και διαγλωσσικής συντακτικής ποικιλίας (3.1.3). Εν συνεχεία, θα προχωρήσουμε και στην περιγραφή της γλωσσικής ποικιλίας (3.2). Διεξοδικότερα θα ερευνήσουμε την φωνολογική γλωσσική ποικιλία (3.2.2) και θα αναλύσουμε τον τρόπο διαμόρφωσής της ως προς την τοποθεσία (3.2.1.1), ως προς τη χειρομορφή (3.2.1.2) αλλά και ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού (3.2.1.3). Έπειτα, λόγο έλλειψης ερευνών για τη μορφολογική γλωσσική ποικιλία θα περάσουμε στη διερεύνηση της συντακτικής γλωσσικής ποικιλίας (3.2.2). Τέλος, θα περιγράψουμε και την κοινωνιογλωσσική ποικιλία (3.3) όπου θα ξεκινήσουμε την περιγραφή μας αρχικά αναλύοντας τα ποικίλα κοινωνιογλωσσικά χαρακτηριστικά των νοη- 45
ματιστών (3.3.1). Θα συνεχίσουμε, με την εξέταση της κοινωνιογλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας (3.2.2) ως προς την τοποθεσία (3.3.2.1), ως προς τη χειρομορφή (3.3.2.2) και ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού (3.3.2.3). Έπειτα λόγο έλλειψης ερευνών για τη κοινωνιογλωσσική μορφολογική ποικιλία θα διερευνήσουμε την κοινωνιογλωσσική συντακτική ποικιλία (3.3.3). Τέλος, θα κλείσουμε το κεφάλαιο αυτό διερευνώντας τον τρόπο διαμόρφωσης της λεξιλογικής κοινωνιογλωσσικής ποικιλίας (3.3.4) ως προς κάποια κοινωνικά χαρακτηριστικά. Με άλλα λόγια θα εξετάσουμε την λεξιλογική κοινωνιογλωσσική ποικιλία ως προς την περιοχή (3.3.4.1), ως προς την ηλικία (3.3.4.2), ως προς το φύλο (3.3.4.3) και ως προς την εθνικότητα των νοηματιστών (3.3.4.4). 3.1 Η διαγλωσσική ποικιλία των ΝΓ 3.1.1 Η διαγλωσσική φωνολογική ποικιλία των ΝΓ Σύμφωνα με την Hohenberger (2007:361) η φωνολογία είναι ένας κλάδος που παρουσιάζει έντονη ποικιλία. Η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται αν ανατρέξουμε ξανά στο δεύτερο κεφάλαιο και θυμηθούμε τα στοιχεία που όπως είδαμε αποτελούν τα φωνολογικά χαρακτηριστικά των ΝΓ. Διεξοδικότερα, παρατηρήσαμε πως η χειρομορφή, ένα από τα φωνολογικά στοιχεία, μπορεί να έχει πολλές διαφορετικές μορφές ανάλογα με το αν τα δάχτυλα είναι επιλεγμένα (selected fingers), λυγισμένα, τεντωμένα, κυρτά κ.α. 51 Μάλιστα, όπως ήδη επισημάναμε υπάρχουν οι μαρκαρισμένες (marked) και αμαρκάριστες (unmarked) χειρομορφές. Οι μαρκαρισμένες δηλαδή πιο πολύπλοκες χειρομορφές δεν εμφανίζονται σε όλες τις γλώσσες. Αυτό συμβαίνει γιατί διαφορετικές ΝΓς διαθέτουν και διαφορετικούς τύπους χειρομορφών στο λεξικό τους. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της διαφοροποίησης της χειρομορφής- Α (handshape A) στην ASL και της αντίστοιχης Α στην CSL (Κινέζικη ΝΓ) όπου η διαφορά έγκειται στο γεγονός πως ο αντίχειρας είναι πιο απομακρυσμένος και τα δάχτυλα λιγότερο σφιγμένα στην CSL (Sandler & Lillo Martin 2006:148). 52 51 Οι Lucas et al (2001:82) αναφέρουν πως ο αντίχειρας μπορεί να κινείται ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα δάχτυλα ενώ παραθέτουν διάφορες επιλογές για τη θέση του αντίχειρα και των υπόλοιπων δακτύλων κατά τη χειρομορφή. 52 Σχηματικά το παράδειγμα των χειρομορφών όπως απεικονίζεται από την (Bellugi: 1990,the Salk Institute) και παρατίθεται στους Sandler & Lillo Martin (2006:148): Σχήμα 24: 46
Ακόμη, ποικιλία διαπιστώνεται και στην τοποθεσία που πραγματοποιείται το νόημα τόσο στο πλαίσιο της ίδιας ΝΓ όσο και διαγλωσσικά. Χαρακτηριστικά ένα νόημα μπορεί να πραγματώνεται μπροστά από το σώμα, στο στήθος, στους ώμους, στον καρπό, στο λαιμό, στο πρόσωπο, στο στόμα, στα μάτια ενώ μπορεί επίσης να διαθέτει κίνηση η οποία επίσης ποικίλει (Perniss, Pfau & Steinbach 2007:6). Επιπλέον οι ΝΓς διαφοροποιούνται και ως προς τη χρήση του νοηματικού χώρου καθώς κάποιες επιλέγουν τη χρήση μεγαλύτερου νοηματικού χώρου απ ότι άλλες. Ο Grasborn (2001) μάλιστα επισημαίνει πως αύξηση του χώρου νοηματισμού στο πλαίσιο της ίδιας γλώσσας μπορεί να συμβαίνει όταν ο νοηματιστής βρίσκεται ενώπιον περισσότερων ανθρώπων κάτι που αντιστοιχεί στην πιο δυνατή ομιλία των ο- μιλούμενων γλωσσών. Η χρήση του δαχτυλικού αλφαβήτου μπορεί επίσης να ποικίλει καθώς σε κάποιες γλώσσες μπορεί να χρησιμοποιείται το ένα χέρι προκειμένου να αναπαρασταθούν τα αρχικά ενός ονόματος ή μιας λέξης όπως στην ASL. Άλλες ωστόσο ΝΓς όπως η τούρκικη, η ρώσικη και η βρετανική χρησιμοποιούν και τα δύο χέρια προκειμένου να αναπαραστήσουν πιο εικονικά τα γράμματα του αλφάβητου. Αυτή η διαφοροποίηση είναι σημαντική σύμφωνα με την Hohenberger (2007:362) διότι φανερώνει τον τρόπο που είναι οργανωμένο το νοητικό λεξικό της εκάστοτε ΝΓ ενώ δίνει πληροφορίες και για τη γενικότερη συχνότητα χρήσης του δαχτυλικού αλφαβήτου. Τέλος, ένα ακόμη χαρακτηριστικό που δείχνει την ποικιλία μεταξύ διαφορετικών ΝΓ έχει να κάνει και με τη φωνολογική διαδικασία της αποκοπής του μη κυρίαρχου χεριού (weak hand drop) που ενώ αποτελεί κοινή διαδικασία που εμφανίζεται σε όλες τις ΝΓς, παρουσιάζει διαφορετική κατανομή ανάλογα με τους φωνολογικούς περιορισμούς που εμφανίζονται σε κάθε επιμέρους ΝΓ (Perniss, Pfau & Steinbach 2007:7-8 Hohenberger 2007:362). 3.1.2 Η διαγλωσσική μορφολογική ποικιλία των ΝΓ Όπως επισημάναμε και στο δεύτερο κεφάλαιο οι ΝΓς αντί να προσθέτουν επιπλέον μορφήματα σ ένα νόημα αλλάζουν τη βασική του μορφή, προκειμένου να αποδώσουν διαφορετικές έννοιες (Ανδρικοπούλου 2015:22). Μάλιστα, στον τομέα της κλίσης σύμφωνα με τους Perniss, Pfau & Steinbach (2007:8) οι χειρομορφές είναι αυτές που διαδραματίζουν το ρόλο των ταξινομητών, μπορούν να αλλάζουν κίνηση για να δηλώσουν την όψη ενώ μέσα από την αλλαγή στον προσανατολισμό και στην κατεύθυνση της κίνησης των ρημάτων μπορούν να δηλώνουν ποιος είναι ο δράστης και ποιος ο δέκτης της ενέργειας. Επιπλέον, μέσω κάποιων μορφολογικών διαδικασιών, όπως αυτόν του αναδιπλασιασμού (reduplication) μπορούν επίσης να εκφράζουν έννοιες όπως η πληθυντικότητα. Όλα αυτά τα μορφολογικά στοιχεία παρουσιάζουν έντονη διαγλωσσική ποικιλία. 47
Αρχικά, σύμφωνα με την Hohenberger (2007:363) μορφολογική ποικιλία μεταξύ των γλωσσών μπορεί να εμφανιστεί στο βαθμό γραμματικοποίησης ορισμένων μορφοσυντακτικών κατηγοριών όπως αυτών του αριθμού, του προσώπου και του γένους στα ουσιαστικά αλλά και της πτώσης, του χρόνου, της συμφωνίας και της όψης για τα ρήματα. Ξεκινώντας με τον τρόπο σχηματισμού του πληθυντικού των ουσιαστικών όπως προαναφέραμε η πιο συχνή μέθοδος παραγωγής του στις ΝΓς είναι ο αναδιπλασιασμός ωστόσο όπως επισημαίνει η Zeshan (2000) στην περίπτωση της IPSL (Ινδοπακιστανικής ΝΓ) μόνο το νόημα «CHILD» σχηματίζει τον πληθυντικό του μ αυτόν τον τρόπο. Στην IPSL τα νοήματα συνήθως δεν παρουσιάζουν καμία μορφολογική διαφοροποίηση κατά το σχηματισμό του ενικού και του πληθυντικού. Σε άλλες ΝΓς όπως στην περίπτωση της DGS (Γερμανικής ΝΓ) υπάρχουν συγκεκριμένοι περιορισμοί ως προς την εφαρμογή του αναδιπλασιασμού. Στην DGS λοιπόν τα νοήματα που έχουν επαφή με το σώμα δεν μπορούν να αναδιπλασιαστούν ενώ συνήθως το πλήθος δηλώνεται είτε με ένα αριθμητικό είτε μέσα από το περικείμενο. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην περίπτωση των ASL και NGT (Ολλανδικής ΝΓ) καθώς τέτοια νοήματα μπορούν να αναδιπλασιάζονται με το κυρίαρχο χέρι να πραγματώνει μια επαναλαμβανόμενη κίνηση στην αντίστοιχη τοποθεσία του σώματος. Επομένως, όπως διαπιστώνουν οι Perniss, Pfau & Steinbach (2007:11) ενώ πολλές γλώσσες εμφανίζουν το φαινόμενο του αναδιπλασιασμού ως τρόπο σχηματισμού του πληθυντικού, παρουσιάζουν ποικιλία ως προς τον τρόπο πραγμάτωσής του αφού υπόκειται σε διαφορετικούς φωνολογικούς περιορισμούς. Επιπλέον, μορφολογική ποικιλία μεταξύ διαφόρων ΝΓ παρατηρείται και στη χρήση των ταξινομητών. Όπως ήδη αναφέραμε και στην ενότητα της περιγραφής της μορφολογικής δομής των ΝΓ οι ταξινομητές που εμφανίζονται στις περισσότερες ΝΓς σύμφωνα με τους Aronoff et al (2005:324) είναι οι ταξινομητές σχήματος και μεγέθους (size and shape classifiers), οι ταξινομητές οντότητας (entity classifiers) και οι ταξινομητές χειρισμού (handling classifiers). Ωστόσο, όπως παρατηρούν οι Perniss, Pfau & Steinbach (2007:9) υπάρχουν ΝΓς οι οποίες δεν παρουσιάζουν τους ταξινομητές οντότητας ενώ χρησιμοποιούν επίσης κι ελάχιστους ταξινομητές χειρισμού όπως η AdaSL (ΝΓ της Γκάνα). Ακόμη, είναι χαρακτηριστικό πως σε κάποιες ΝΓς της Ασίας απαντώνται κι επιπρόσθετες μορφές ταξινομητών που έ- χουν την δυνατότητα να μαρκάρουν το γένος. Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τους Perniss, Pfau & Steinbach (2007:10) μια χειρομορφή με τεντωμένο τον αντίχειρα συνήθως δηλώνει τα αρσενικά ενώ η χειρομορφή με τεντωμένο το μικρό δάχτυλο του χεριού, χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα θηλυκά. Ποικιλία επίσης μεταξύ των ΝΓ εμφανίζεται και στη χειρομορφή που χρησιμοποιείται για να αναπαρασταθεί η οντότητα. Αυτό συχνά συμβαίνει γιατί οι ταξινομητές οντότητας 53 είναι συνήθως αυθαίρετοι κι απλά αποτέλεσμα μιας σύμβασης μεταξύ των νοηματιστών. Χαρα- 53 Σύμφωνα με την Zeshan (2003) οι ταξινομητές οντότητας είναι περισσότερο γραμματικοποιημένοι σε σχέση με τους ταξινομητές χειρισμού στις ΝΓς. 48
κτηριστικά είναι τα παραδείγματα των διαφορετικών χειρομορφών των ταξινομητών οντότητας που χρησιμοποιούνται σε τρείς διαφορετικές ΝΓς, την DGS (Γερμανικής ΝΓ), ASL (Αμερικανικής ΝΓ) και LIU (ΝΓ της Ιορδανίας) για την αναπαράσταση των οχημάτων όπως παρατίθεται και στο σχήμα 25. Σχήμα 25: Ταξινομητές οντότητας για τα οχήματα στις DGS, ASL και LIU Perniss, Pfau & Steinbach (2007:10) Επίσης, μορφολογική ποικιλία μεταξύ των ΝΓ εμφανίζεται και στα ρήματα. Αναλυτικότερα, οι τρεις βασικές κατηγορίες ρημάτων των περισσοτέρων ΝΓ που όπως αναφέραμε και στο δεύτερο κεφάλαιο είναι τα απλά ρήματα (plain verbs), τα ρήματα συμφωνίας (agreeing verbs) και τα χωρικά ρήματα (spatial verbs) εμφανίζουν διαφορετικό μορφολογικό μαρκάρισμα και διαφορετική συντακτική κατανομή ανά ΝΓ. Ακόμη, τα ρήματα που αντιστοιχούν σε κάθε μια από αυτές τις κατηγορίες ρημάτων μπορούν να ποικίλουν ανάλογα με τη ΝΓ. Για παράδειγμα ένα ρήμα που στη μια ΝΓ μπορεί να ανήκει στην ομάδα των ρημάτων συμφωνίας, σε μια άλλη ΝΓ μπορεί να ανήκει στην ομάδα των απλών ρημάτων. Ένα ακόμη στοιχείο το οποίο παρουσιάζει ποικιλία στην περίπτωση των ρημάτων είναι και η έκφραση της συμφωνίας. Σε ΝΓς όπως η ASL για παράδειγμα η συμφωνία συνήθως εκφράζεται μέσα από αλλαγή στην κίνηση και στον προσανατολισμό, όμως σε άλλες ΝΓς όπως στη DGS (Γερμανική ΝΓ) η συμφωνία εκφράζεται και μέσα από τη χρήση βοηθητικών ρημάτων συμφωνίας (Hohenberger 2007:365). Συνεχίζοντας την έρευνα σχετικά με τη μορφολογική ποικιλία των ΝΓ οι Perniss, Pfau & Steinbach (2007:13) παρατήρησαν πως ποικιλία εμφανίζεται και στον κανόνα των Supalla & Newport οι οποίοι είχαν παρατηρήσει πως στην ASL μια αλλαγή στην κίνηση μπορεί να διακρίνει τα ουσιαστικά από τα ρήματα. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε πως ενώ σε γλώσσες όπως η ASL μια επαναλαμβανόμενη και περιορισμένη κίνηση του ίδιου νοήματος μπορεί να σηματοδοτήσει τη σημασία του νοήματος ως ουσιαστικό, μια απλή μεμονωμένη κίνηση μπορεί να σηματοδοτήσει τη ρηματική του σημασία. Όπως στο παράδειγμα των νοημάτων «κάθισμα - κάθομαι» των Perniss, Pfau & Steinbach (2007:13) σχήμα 26. Σχήμα 26: Ζεύγη νοημάτων ουσιαστικό ρήμα στην ASL. 49
Perniss, Pfau & Steinbach (2007:13) Σε ΝΓς όπως η NGT (Ολλανδική ΝΓ) μπορεί να εμφανίζεται ακριβώς η αντίθετη διαδικασία από αυτή της ASL όσον αφορά τα ουσιαστικά και τα ρήματα, ενώ είναι επίσης πιθανό να μην εμφανίζεται και καμία διαφοροποίηση όσον αφορά την κίνησή τους, με αποτέλεσμα ακριβώς το ίδιο νόημα με την ίδια ακριβώς κίνηση να εμφανίζεται άλλοτε ως ρήμα κι άλλοτε ως ουσιαστικό. Τέλος, ποικιλία εντοπίζεται στον τρόπο δήλωσης των αντωνυμιών μεταξύ των ΝΓ. Όπως ε- πισημάνθηκε και στο δεύτερο κεφάλαιο, συνήθως η δείξη των αντωνυμιών σε ΝΓς όπως η ASL και BSL γίνεται μέσα από τη δείξη των προσώπων και των αντικειμένων στο χώρο. Εκτενέστερα όπως αναφέρθηκε για τη δείξη της αντωνυμίας «εγώ - εμένα», συνήθως ο δείκτης έχει προσανατολισμό προς το σώμα του νοηματιστή ενώ για την αναφορά οποιουδήποτε άλλου προσώπου η δείξη είναι αντίστροφη. Μάλιστα, όταν τα πρόσωπα δεν είναι παρόντα, καθορίζονται αναφορικές τοποθεσίες (Referential Loci) στο χώρο που αποτελούν ταυτόχρονα και στοιχεία αναφοράς. Ωστόσο, σε κάποιες ΝΓς της Ασίας με τη δείξη δεν αντικατοπτρίζεται ταυτόχρονα και το γένος αλλά απαιτείται η χρήση του ταξινομητή που μαρκάρει το γένος (Perniss, Pfau & Steinbach 2007:13-14). Όπως λοιπόν διαπιστώθηκε αν και υπάρχουν καθολικά χαρακτηριστικά που εμφανίζονται σε όλες σχεδόν τις ΝΓς, ο τρόπος που αυτά θα λειτουργήσουν στο πλαίσιο της κάθε μιας ποικίλει. 3.1.3 Η διαγλωσσική συντακτική ποικιλία των ΝΓ Στον τομέα της σύνταξης η τυπολογική ποικιλία μεταξύ των γλωσσών μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορα στοιχεία όπως στο σχηματισμό της άρνησης και της ερώτησης, στη σειρά των όρων των φράσεων και των προτάσεων, στη χρήση των βοηθητικών ρημάτων συμφωνίας αλλά και στον τρόπο χρήσης του νοηματικού χώρου (Perniss, Pfau & Steinbach 2007:14). Όπως επισημάναμε και στο δεύτερο κεφάλαιο, για το σχηματισμό της άρνησης οι περισσότερες ΝΓς χρησιμοποιούν αρνητικά μόρια σε συνδυασμό με κάποια μη χειριμικά στοιχεία (Sutton Spence & Woll 1999:73 Johnston & Schembri 2007:211 Liddell 2003:55 Antzakas & Woll 2001:1). Η θέση που συνήθως τοποθετείται το αρνητικό μόριο σε κάθε ΝΓ μπορεί να ποικίλει ενώ συνήθως η θέση του είναι απόρροια της βασικής συντακτικής σειράς όρων 50
στην εκάστοτε ΝΓ. Για παράδειγμα, σε ΝΓς με βασική σειρά όρων ΥΑΡ συνήθως το αρνητικό μόριο καταλαμβάνει την τελική θέση μετά το ρήμα Επιπλέον, όπως διαπιστώνουν οι Perniss, Pfau & Steinbach (2007:17) ποικιλία μπορεί να εμφανιστεί και στα μη χειριμικά στοιχεία της άρνησης που χρησιμοποιούνται από κάθε ε- πιμέρους ΝΓ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ αποτελεί και η ΕΝΓ στην οποία οι Antzakas & Woll (2001:1) διαπίστωσαν πως μαζί με την κίνηση του κεφαλιού από πλευρά σε πλευρά (side to side headshake) όπως στην περίπτωση της BSL, οι έλληνες νοηματιστές διαθέτουν και μια επιπλέον κίνηση του κεφαλιού με φορά προς τα πίσω (backward head tilt). Ποικιλία ωστόσο, υπάρχει κι ως προς τη διάρκεια του μη χειριμικού στοιχείου της άρνησης. Κάποιες ΝΓς όπως η HKSL (ΝΓ του Χονγκ Κονγκ) παρουσιάζουν τα μη χειριμικά στοιχεία μαζί με το μόριο της άρνησης ενώ άλλες επιλέγουν τη χρήση μη χειριμικών στοιχείων καθ όλη τη διάρκεια παραγωγής της αρνητικής πρότασης. Ενδέχεται κάποιες ΝΓς να παραλείπουν το αρνητικό μόριο και να χρησιμοποιούν μόνο τα μη χειριμικά στοιχεία προκειμένου να σχηματίσουν μια αρνητική εκφορά ενώ κάποιες άλλες εμφανίζουν ακριβώς την αντίστροφη διαδικασία (Perniss, Pfau & Steinbach 2007:17-18). Πέραν της άρνησης, ποικιλία εμφανίζεται και στον τρόπο σχηματισμού των ερωτήσεων των ΝΓ. Όπως και στην περίπτωση των αρνητικών προτάσεων προηγουμένως έτσι και στις ερωτήσεις χρησιμοποιούνται παράλληλα με τις ερωτηματικές λέξεις και μη χειριμικά στοιχεία (Sutton Spence & Woll 1999:66). Οι ΝΓς σύμφωνα με τους Perniss, Pfau & Steinbach (2007:18) παρουσιάζουν ποικιλία ως προς τα μη χειριμικά αυτά στοιχεία. Μάλιστα, κάποιες ΝΓς συνήθως χρησιμοποιούν διαφοροποιημένα μη χειριμικά στοιχεία και για να διαχωρίσουν τις ερωτήσεις ολικής και μερικής άγνοιας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας ΝΓς είναι η DGS (Γερμανική ΝΓ) η οποία χρησιμοποιεί για τις ερωτήσεις ολικής άγνοιας συνήθως σηκωμένα φρύδια ενώ στις ερωτήσεις μερικής άγνοιας τα φρύδια χαμηλώνουν. Ωστόσο, ΝΓς όπως η HKSL (ΝΓ του Χονγκ Κονγκ) δεν παρουσιάζουν τέτοιες διαφοροποιήσεις όσον αφορά το μαρκάρισμα των δύο αυτών τύπων της ερώτησης. Εκτός από τα μη χειριμικά στοιχεία οι ΝΓς παρουσιάζουν ποικιλία και στη χρήση των ερωτηματικών μορίων που χρησιμοποιούνται στο σχηματισμό των ερωτήσεων. Οι περισσότερες ΝΓς συνήθως χρησιμοποιούν ως ερωτηματικό μόριο μία χειρομορφή όπου η παλάμη έχει προσανατολισμό προς τα επάνω, τα δάχτυλα είναι τεντωμένα και η κίνηση είναι προς το σώμα του νοηματιστή ενώ εξαίρεση αποτελεί η LSE (Ισπανική ΝΓ) η οποία διαθέτει το ερωτηματικό μόριο SI/NO που σχηματίζεται με το δάχτυλο του δείκτη τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς. Μάλιστα, άλλες ΝΓς όπως η HKSL ( ΝΓ του Χονγκ Κονγκ) διαθέτουν περισσότερα από ένα ερωτηματικά μόρια. Ποικιλία ωστόσο παρατηρείται και στον τρόπο χρήσης αυτών των μορίων, καθώς η πλειονότητα των ΝΓ τα χρησιμοποιούν συνήθως για να μαρκάρουν τις ερωτήσεις ολικής άγνοιας, ενώ υπάρχουν κάποιες που τα χρησιμοποιούν και για τις ερωτήσεις μερικής άγνοιας. Όσον αφορά τώρα τη θέση τους κατά την εκφορά της ερώτησης κι σ αυτό παρατηρείται ποικιλία μεταξύ των ΝΓ. Συνήθως, οι περισσότερες ΝΓς, επιλέγουν να τοποθετούν τα ερωτηματικά μόρια, λέξεις και φράσεις στο 51
τέλος της πρότασης αλλά και εδώ υπάρχουν εξαιρέσεις αφού κάποιες ΝΓς επιλέγουν να τα τοποθετούν στην αρχή ενώ κάποιες διαθέτουν και τις δύο επιλογές (Perniss, Pfau & Steinbach 2007:19-20). Επίσης, ποικιλία μεταξύ των ΝΓ εντοπίζεται και στη σειρά των όρων, για παράδειγμα η ASL παρουσιάζει σύμφωνα με τη Fischer (1975) όπως παρατίθεται στους Sandler & Lillo Martin (2006:289) ως βασική σειρά όρων την ΥΡΑ ενώ ΝΓς όπως η BSL παρουσιάζουν συνήθως ως βασική τη δομή θέμα σχόλιο (topic comment) με πιθανές σειρές όρων τις ΑΥΡ και ΡΑΥ (Sutton Spence & Woll 1999:57,59,61). Σύμφωνα μάλιστα με τους Perniss, Pfau & Steinbach (2007:15) κι άλλες ΝΓς παρουσιάζουν ποικίλες βασικές σειρές όρων, όπως η NGT (Ολλανδική ΝΓ) με βασική σειρά όρων την ΥΑΡ ή η LSB (Βραζιλιάνικη ΝΓ) με βασική σειρά την ΥΡΑ. Ωστόσο, όπως παρατηρούν οι ερευνητές στο δείγμα των ΝΓ που έχουν ερευνηθεί μέχρι τώρα καμία ΝΓ δεν παρουσιάζει ως βασική σειρά όρων την ΡΥΑ σε αντίθεση με ότι ισχύει για τη βασική σειρά όρων των ομιλούμενων γλωσσών. Ένα ακόμη συντακτικό χαρακτηριστικό που παρουσιάζει ποικιλία μεταξύ των ΝΓ είναι και η χρήση των βοηθητικών ρημάτων συμφωνίας (agreement auxiliaries). Πιο συγκεκριμένα, οι περισσότερες ΝΓς χρησιμοποιούν ρήματα συμφωνίας προκειμένου να ορίσουν το Υ και Α αλλά και να αποδώσουν τους αντίστοιχους θ- ρόλους του δράστη και του πάσχοντα μεταξύ των ορισμάτων σε μια εκφορά. Αυτό συνήθως συμβαίνει μέσα από την αλλαγή στον προσανατολισμό και την κατεύθυνση του ρήματος. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί στην περίπτωση των απλών ρημάτων, γι αυτό και πολλές φορές η σειρά όρων των ορισμάτων είναι ενδεικτική και του γραμματικού τους ρόλου. Ωστόσο, σε κάποιες ΝΓς όταν το ρήμα είναι απλό, υπάρχει επίσης η δυνατότητα χρήσης ενός βοηθητικού ρήματος συμφωνίας το οποίο εκφράζει τις γραμματικές αυτές σχέσεις μεταξύ των στοιχείων. ΝΓς που διαθέτουν βοηθητικά ρήματα συμφωνίας είναι η DGS (Γερμανική ΝΓ), η LSA (ΝΓ της Αργεντινής), η ΕΝΓ (Ελληνική Νοηματική Γλώσσα) κ.α. όμως υπάρχουν και γλώσσες που δεν διαθέτουν τέτοια στοιχεία όπως η ASL (Αμερικανική ΝΓ), η HKSL (ΝΓ του Χονγκ Κονγκ) και η BSL (Perniss, Pfau & Steinbach 2007:16-17). Τέλος, και ο χώρος νοηματισμού μεταξύ των ΝΓ φαίνεται να παρουσιάζει ποικιλία καθώς διαφορετικές ΝΓς φαίνεται να επιβάλλουν διαφορετικούς περιορισμούς στη χρήση του χώρου, προκειμένου να αναπαραστήσουν τη θέση, την κίνηση και την πράξη του αναφορικού στοιχείου (Perniss, Pfau & Steinbach 2007:22). Όπως διαπιστώσαμε λοιπόν οι ΝΓς παρουσιάζουν έντονη διαγλωσσική ποικιλία στον τομέα της φωνολογίας, της μορφολογίας και της σύνταξης ωστόσο όπως τονίζουν και οι Schembri et al (2018:14,16) έντονη φωνολογική και συντακτική ποικιλία εμφανίζεται και με βάση ποικίλα γλωσσικά χαρακτηριστικά, ποικιλία που θα εξετάσουμε διεξοδικά στην ενότητα που ακολουθεί. 3.2 Η γλωσσική ποικιλία των ΝΓ 52
3.2.1 Η γλωσσική φωνολογική ποικιλία 3.2.1.1 Γλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την τοποθεσία Η φωνολογική ποικιλία μέσα στο πλαίσιο της ίδιας ΝΓ όπως αναφέρουν οι Lucas & Bayley (2010:451) και Brentari (in press: 123) μπορεί να βρεθεί σε οποιοδήποτε μέρος του νοήματος, δηλαδή είτε στη χειρομορφή, είτε στην κίνηση, είτε στην τοποθεσία, είτε στον προσανατολισμό της παλάμης, είτε ακόμη και στα μη χειριμικά στοιχεία του νοήματος. Μια πρώτη έρευνα για τη φωνολογική γλωσσική ποικιλία στην ASL πραγματοποιήθηκε από τους Liddell & Johnston (1989:244), οι οποίοι παρατήρησαν δυο τύπους σχηματισμού του νοήματος «DEAF». Στη μια περίπτωση το νόημα σχηματιζόταν με τον δείκτη να μετακινείται από το αυτί στο μάγουλο ενώ στη δεύτερη περίπτωση ο δείκτης μετακινούταν από το μάγουλο στο αυτί. Οι ερευνητές κατέληξαν πως πρόκειται για ένα ξεκάθαρο φωνολογικό κανόνα που ε- πιτρέπει σε ένα νόημα που έχει επαφή με το πρόσωπο να αλλάζει κατεύθυνση από ένα ψηλότερο σε ένα χαμηλότερο σημείο ή και το αντίστροφο. Ο κανόνας αυτός όπως αναφέρει η Lucas (1995) και παρατίθεται στην Brentari (in press:123) είναι ο κανόνας της μετάθεσης του τόπου άρθρωσης (metathesis of place of articulation ). Ωστόσο, οι Liddell & Johnston (1989:245) αναφέρθηκαν και στον σημαντικό ρόλο της τοποθεσίας του νοήματος που βρίσκεται πριν το νόημα «DEAF». Δίνοντας μάλιστα ως παράδειγμα τα σύνθετα νοήματα «FATHER DEAF» και «MOTHER DEAF», όπου στην πρώτη περίπτωση το νόημα «DEAF» θα πραγματωθεί στην υψηλότερη τοποθεσία (αυτί -> μάγουλο) καθώς και το νόημα «FATHER» νοηματίζεται κοντά σ αυτή ενώ στη δεύτερη περίπτωση το νόημα «DEAF» θα πραγματωθεί στην χαμηλότερη τοποθεσία (μάγουλο -> αυτί) διότι εκεί νοηματίζεται και το νόημα «MOTHER». Ανάλογη έρευνα για τα ίδια νοήματα διεξήγαγαν και οι Lucas et al (2001:112) οι οποίοι ε- κτός από τις δυο πραγματώσεις του νοήματος που περιέγραψαν και οι Liddell & Johnston (1989:244) εντόπισαν έναν ακόμη τρόπο πραγμάτωσης του νοήματος «DEAF», κατά τον ο- ποίο η άκρη του δείκτη ακουμπά το μάγουλο. 54 Οι τρείς πραγματώσεις παρατίθενται και σχηματικά από τους Lucas et al (2001:113) στο σχήμα 27 που ακολουθεί. Σχήμα 27: Οι τρείς ποικίλες πραγματώσεις του νοήματος «DEAF» 54 Αναλυτικότερα ο τύπος που ακουμπά πρώτα το υψηλότερο σημείο του προσώπου αναφέρεται ως «citationform» (πρότυπος τύπος) θεωρείται ο τύπος που βρίσκεται πρώτος στο νοητικό λεξικό. Ο τύπος που πρώτα ακουμπά το χαμηλότερο σημείο αναφέρεται ως «non citation form» (μη πρότυπος τύπος) ενώ ο τύπος που έχει μια απλή επαφή με το μάγουλο θεωρείται επίσης «non citation form» (μη πρότυπος τύπος) (Brentari in press:123 Lucas et al 2001:87,90). 53
Lucas et al (2001:113) Οι Lucas et al (2001:113) προκειμένου να ελέγξουν την άποψη των Liddell & Johnston (1989:244) και να διαπιστώσουν ποιο στοιχείο προκαλεί την πραγμάτωση των διαφορετικών τύπων του νοήματος «DEAF», έλαβαν υπ όψιν τους κάποιους ακόμη γλωσσικούς παράγοντες. Αρχικά, την τοποθεσία των προηγούμενων κι επόμενων νοημάτων αλλά και τη γραμματική λειτουργία του νοήματος «DEAF». Ως προς τη γραμματική λειτουργία του νοήματος «DEAF» οι μελετητές έλεγξαν αν λειτουργεί ως ουσιαστικό (DEAF UNDERSTAND = deaf people understand), ως επίθετο ( DEAF CAT), ως επιθετικό κατηγόρημα (PRO.1 DEAF = I am deaf) ή ως σύνθετο (DEAF WORLD) ( Lucas et al 2001:115). Διαπίστωσαν πως η στατιστικά πιο σημαντική παράμετρος για να υποστεί το νόημα μετάθεση δεν ήταν η τοποθεσία του προηγούμενου νοήματος όπως είχαν διαπιστώσει οι Liddell & Johnston (1989:245) αλλά η γραμματική λειτουργία του νοήματος. Αναλυτικότερα, διαπιστώθηκε πως τα κατηγορήματα των επιθέτων ευνοούσαν την εμφάνιση του πρότυπου τύπου της ποικιλίας (citation form), ενώ τα σύνθετα με το νόημα «DEAF» ευνοούσαν κυρίως την εμφάνιση του δεύτερου μη πρότυπου τύπου ποικιλίας (non citation form). 55 Μια ακόμη έρευνα σχετικά με τη φωνολογική γλωσσική ποικιλία που εμφανίζεται στην τοποθεσία των νοημάτων διεξήχθη κι από τους Schembri et al (2006) και Schembri et al (2009:193) για τις τάξεις των νοήματων «THINK», «NAME» και «CLEVER» της AUSLAN και NZSL (ΝΓ της Νέας Ζηλανδίας). Σύμφωνα με τους ερευνητές ο πρότυπος τύπος της ποικιλίας (citation form) των νοημάτων πραγματώνεται κοντά στο μέτωπο του νοηματιστή, ενώ ο μη πρότυπος τύπος της ποικιλίας (non citation form) συνήθως παράγεται σε χαμηλότερες τοποθεσίες. Τα νοήματα μπορούν να παράγονται δηλαδή σε τοποθεσίες κοντά στα μάτια, στο σαγόνι και στα μάγουλα όπως το νόημα «NAME» στο σχήμα 28 των Schembri et al (2009:198). Σχήμα 28: Δυο τύποι φωνολογικής ποικιλίας του νοήματος «NAME» (citation form & non citation form). 55 Παρόμοια αποτελέσματα μ αυτά του «DEAF» είχαν και τα υπόλοιπα νοήματα που ελέγχθηκαν από τους Lucas et al (2001:129) κι εμφάνιζαν ποικιλία στην τοποθεσία, όπως τα νοήματα «FOR» και «KNOW». 54
Schembri et al (2009:198) Ωστόσο, σε αντίθεση με το παράδειγμα αυτό της ποικιλίας στην ASL προηγουμένως, οι Schembri et al (2009:215) παρατήρησαν πως στατιστικά πιο σημαντικοί γλωσσικοί παράγοντες σχετικά με το ποιος τύπος της ποικιλίας θα πραγματωθεί, ήταν έκτος από τη γραμματική λειτουργία των νοημάτων, η συχνότητα αλλά και η επιρροή από το άμεσο φωνολογικό περιβάλλον (προηγούμενο κι επόμενο νόημα) όπως είχαν προηγουμένως επισημάνει οι Liddell & Johnston (1989:245) για την ASL. Όπως όμως αναφέρουν οι ερευνητές αυτό ίσως οφείλεται στη μεθοδολογία που ακολούθησε η κάθε έρευνα (Schembri et al 2009:228). 3.2.1.2 Γλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς τη χειρομορφή: περιπτώσεις αφομοίωσης Οι Liddell & Johnston (1989:250) μελετώντας την φωνολογική ποικιλία στην ASL διαπίστωσαν πως η χειρομορφή-1 (1- handshape) 56 που χρησιμοποιείται εκτός των άλλων ως αντωνυμία του πρώτου προσώπου στην ASL «μπορεί να αφομοιώνεται με το κοντινότερο προς αυτήν στοιχείο στην πρόταση». Η εν λόγο αφομοίωση έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση της χειρομορφής με έναν άλλο διαφορετικό τύπο. Ένα παράδειγμα αφομοίωσης παρατίθεται από την Brentari (in press:125) στο σχήμα 29, στο οποίο η χειρομορφή-1 η οποία σχηματίζεται με το δείκτη τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς αφομοιώνεται με τη χειρομορφή του ρήματος που έπεται και παίρνει τη μορφή της χειρομορφής-l η οποία σχηματίζεται με τα δάχτυλα τεντωμένα κι ενωμένα και τον αντίχειρα σε έ- κταση. Σχήμα 29: Η αλλαγή της «χειρομορφής-1» μέσω της διαδικασίας της αφομοίωσης 56 Η χειρομορφή 1 ( handshape 1) σχηματίζεται με το δείκτη τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς. 55
Brentari (in press:125) Οι Bayley et al (2002) και Lucas et al (2001:88) διεξήγαγαν μια κοινωνιογλωσσική έρευνα στην οποία εξέτασαν τις ποικίλες πραγματώσεις της χειρομορφής- 1. Στην έρευνά τους κατηγοριοποίησαν ως πρότυπο τύπο ποικιλίας (citation form) τον τύπο κατά τον οποίο η χειρομορφή, σχηματίζεται με το δείκτη τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς (χειρομορφή-1). Παρόλα αυτά εντόπισαν κι άλλους ποικίλους τύπους της χειρομορφής-1, τους οποίους συμπεριέλαβαν στους μη πρότυπους τύπους ποικιλίας (non citation forms). Χαρακτηριστικοί τέτοιοι μη πρότυποι τύποι ποικιλίας της χειρομορφής-1 ήταν, η ονομαζόμενη ως χειρομορφή L (L hanshape), η οποία σχηματίζεται με τον αντίχειρα ανοιχτό, τα υ- πόλοιπα δάχτυλα κλειστά και τον δείκτη τεντωμένο. Οι χειρομορφές (5,9,8,7,ILY,Y,3,6) που σχηματίζονται συνήθως με τον αντίχειρα ανοιχτό, τα δάχτυλα ανοιχτά και τον δείκτη τεντωμένο ή αγκυλωτό (hooked). Η ονομαζόμενη επίσης χειρομορφή 4 (4 handshape), η οποία σχηματίζεται με τον αντίχειρα κλειστό, τα δάχτυλα ανοιχτά και τον δείκτη τεντωμένο ή α- γκυλωτό. Η αποκαλούμενη χειρομορφή Χ (X handshape), η οποία σχηματίζεται με τον αντίχειρα κλειστό, τα δάχτυλα κλειστά και τον δείκτη αγκυλωτό. Και τέλος η χειρομορφή που χρησιμοποιείται για δείξη με τον αντίχειρα, η οποία σχηματίζεται με τον αντίχειρα ανοιχτό, τα δάχτυλα κλειστά και τον δείκτη αγκυλωτό 57 (Lucas et al 2001:87). Οι Lucas et al (2001:87) προκειμένου να εξετάσουν ποιος τύπος της ποικιλίας της χειρομορφής-1 θα πραγματωθεί κι εξαιτίας ποιων γλωσσικών παραγόντων, έλεγξαν τη γραμματική κατηγορία του νοήματος στο οποίο πραγματώνεται η χειρομορφή-1 58 αλλά και το φωνολογικό της περιβάλλον. 59 Ως προς το φωνολογικό περιβάλλον οι ερευνητές διαπίστωσαν πως αν η χειρομορφή του προηγούμενου κι επόμενου νοήματος σχηματίζεται με τον αντίχειρα κλειστό ή τα δάχτυλα κλειστά τότε ευνοείται η εμφάνιση του πρότυπου τύπου (citation 57 Αυτοί οι ποικίλοι μη πρότυποι τύποι ποικιλίας της χειρομορφής -1 αποδίδονται και σχηματικά στον πίνακα του παραρτήματος 5. 58 Ως προς τη γραμματική κατηγορία, ελέγχθηκε αν η χειρομορφή-1 εμφανίζεται ως αντωνυμία πρώτου, δεύτερου ή τρίτου προσώπου, ως ερωτηματική λέξη, ως λειτουργική λέξη, ως επίρρημα, ως ρήμα, ως επίθετο ή ως ουσιαστικό. 59 Ως προς το φωνολογικό περιβάλλον ελέγχθηκε η προηγούμενη κι επόμενη χειρομορφή ή αν υπάρχει ενδιάμεση παύση. 56
form) της ποικιλίας της χειρομορφής-1. Αυτό συμβαίνει γιατί ο νοηματιστής επιλέγει τον τύπο με τον οποίο η χειρομορφή-1 μοιράζεται περισσότερα φωνολογικά χαρακτηριστικά (Lucas et al 2001:97). Ανάλογη έρευνα μ αυτή των Bayley et al (2002) και Lucas et al (2001:88) για την ASL διεξήγαγαν και οι Fenlon et al (2013:69-91) για την BSL, οι οποίοι προκειμένου να ελέγξουν ποιος τύπος ποικιλίας της χειρομορφής-1 θα πραγματωθεί κι εξαιτίας ποιων γλωσσικών παραγόντων, εξέτασαν εκτός από το φωνολογικό περιβάλλον στο οποίο εμφανίζεται η χειρομορφή -1, τη γραμματική κατηγορία της χειρομορφής και τη δεικτικότητά (indexicality) της 60 αλλά και τη λεξική συχνότητα κάποιων νοημάτων 61. Τα αποτελέσματα της έρευνάς τους έδειξαν πως όπως προηγουμένως στην ASL το σημαντικότερο ρόλο για την εμφάνιση οποιουδήποτε τύπου ποικιλίας διαδραμάτιζε το φωνολογικό περιβάλλον. Επομένως, αν η προηγούμενη κι επόμενη χειρομορφή είχε παρόμοια φωνολογικά χαρακτηριστικά με τον πρότυπο τύπο (citation form) της χειρομορφής 1 τότε θα εμφανιζόταν ο πρότυπος τύπος της (citation form), ενώ αν ακολουθούσε κάποια παύση μεταξύ των χειρομορφών πιο πιθανό ήταν να εμφανιστεί κάποιος μη πρότυπος τύπος της ποικιλίας της χειρομορφής 1 (non citation form). Διαπιστώνουμε λοιπόν πως η αφομοίωση στις ΝΓς λειτουργεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με τις ομιλούμενες γλώσσες. Μια ακόμη μελέτη για την ASL σχετικά με την ποικιλία στη χειρομορφή πραγματοποιήθηκε κι από τον Hoopes (1998) όπως παρατίθεται στους Lucas (2004:98) και Lucas & Bayley (2010:464-465), ο οποίος μελετώντας τις χειρομορφές των νοημάτων «THINK», «WONDER» και «TOLERATE» παρατήρησε πως στον πρότυπο τύπο της ποικιλίας που εμφάνιζαν (citation form), πραγματώνονταν με το μικρό δάχτυλο κλειστό. Ωστόσο, κάποιες φορές πραγματώνονταν και με το μικρό δάχτυλο τεντωμένο που αποτελεί μη πρότυπο τύπο (non citation form) όπως φαίνεται και στο σχήμα 30. Το συμπέρασμα που διεξήχθη από τον ερευνητή ήταν πως η έκταση του μικρού δαχτύλου αποτελεί προσωδιακό χαρακτηριστικό της ASL και συνήθως προσδίδει έμφαση στο νόημα στο οποίο εμφανίζεται. Σχήμα 30: Διαφορετικοί φωνολογικοί τύποι των νοημάτων «WONDER» και «TOLERATE» 60 Οι Fenlon et al (2013:69-91) ομαδοποίησαν κι εξέτασαν ξεχωριστά τις περιπτώσεις της χρήσης της χειρομορφής 1 στα νοήματα που εμπεριείχαν την έννοια της δείξης, όπως οι αντωνυμίες. 61 Οι Fenlon et al (2013:69-91) εξέτασαν τα 5 πιο συχνά νοήματα που περιείχαν τον πρότυπο τύπο της χειρομορφής 1 σε διαφορετικές προτάσεις. 57
Lucas (2004:98) 3.2.1.3 Γλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού Μια ακόμη μορφή φωνολογικής ποικιλίας προέρχεται κι από τα νοήματα που μπορούν να νοηματίζονται με ένα ή δυο χέρια χωρίς αυτό να δημιουργεί κάποια αλλαγή στη σημασία τους. Η Deuchar (1981) όπως παρατίθεται στους Schembri et al (2018:14), Schembri et al (2010:495) και Fenlon et al (2013:69-91), πρώτη διαπίστωσε πως στην BSL εμφανίζεται η αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού στα νοήματα που σχηματίζονται και με τα δυο χέρια, γνωστή κι ως «weak hand drop». Συγκεκριμένα, παρατήρησε πως η φωνολογική αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού είναι πιο συχνή στα συμμετρικά νοήματα 62,στοιχείο το οποίο έχει παρατηρηθεί και για την ASL 63. Μάλιστα, διαπίστωσε ακόμη πως στα νοήματα με ασύμμετρη κίνηση η αποκοπή συμβαίνει μόνο όταν η χειρομορφή του μη κυρίαρχου χεριού είναι μια από τις πιο απλές, γνωστές και ως αμαρκάριστες χειρομορφές, όπως η χειρομορφή Β (B handshape) της BSL η οποία σχηματίζεται με τα δάχτυλα τεντωμένα κι ενωμένα. 62 Όπως επισημαίνει ο Els Van der Kooij (2002:266) που μελετά την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού στην Ολλανδική ΝΓ, στα συμμετρικά νοήματα, τα νοήματα σχηματίζουν την ίδια χειρομορφή και πραγματώνουν την ίδια κίνηση. 63 Στην περίπτωση της ASL ο Battison (1974) όπως παρατίθεται στους Fenlon et al (2013:69-91) ήταν αυτός που πρώτος διεξήγαγε έρευνα σχετικά με την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού (weak hand drop) στα νοήματα που σχηματίζονταν και με τα δυο χέρια. Πιο συγκεκριμένα ο μελετητής παρατήρησε πως η διαδικασία της αποκοπής ήταν πιο συχνή στα συμμετρικά νοήματα. 58
Μια ακόμη σημαντική διαπίστωσή της Deuchar (1984) για την BSL όπως παρατίθεται στους Fenlon et al (2013:69-91) αλλά και του Battison (1974) για την ASL όπως παρατίθεται στην Brentari (in press: 122) ήταν πως αυτή η αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού ίσως αντικατοπτρίζει και τη γλωσσική αλλαγή, καθώς διάφορα νοήματα που σήμερα σχηματίζονται μόνο με ένα χέρι, παλαιότερα σχηματίζονταν και με τα δύο. Σε μια τέτοια περίπτωση όπως επισημαίνει και η Brentari (in press: 122) ενδέχεται να συνυπάρχουν και οι δύο τύποι νοήματος όπως στο παράδειγμα «ANGRY» που η ίδια παραθέτει για την ASL. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, το νόημα «ANGRY» αρχικά νοηματιζόταν με το ένα κυρίαρχο χέρι κοντά στο πλευρό του νοηματιστή αλλά αργότερα μετακινήθηκε πιο κεντρικά και σχηματίζεται επίσης και με τα δύο χέρια. Σήμερα στην ASL υπάρχουν και οι δύο τύποι ως επιμέρους ποικιλίες του ίδιου νοήματος όπως φαίνεται και στο σχήμα 31 που παρατίθεται από την Brentari (in press: 122). Σχήμα 31: Οι διάφοροι τύποι του νοήματος «ANGRY» Brentari (in press: 122) Σύμφωνα με την Brentari (in press: 126) και το νόημα «QUIET» μπορεί να εμφανίζεται όπως προηγουμένως το νόημα «ANGRY» με δύο τρόπους στην ASL, δηλαδή είτε με τα δύο χέρια είτε με το ένα κυρίαρχο χέρι. Αναλυτικότερα, όπως φαίνεται και στο σχήμα 32 το νόημα είναι συμμετρικό καθώς και τα δύο χέρια πραγματώνουν την ίδια χειρομορφή και κίνηση, ενώ και η χειρομορφή που χρησιμοποιείται ανήκει στις αμαρκάριστες χειρομορφές της ASL 64. Επομένως, το νόημα υφίσταται αποκοπή αφού πληροί τις προϋποθέσεις της αποκοπής που προαναφέραμε. Σύμφωνα με την Brentari (in press: 126) ο πρότυπος τύπος (citation form) του νοήματος είναι ο τύπος που πραγματώνεται και με τα δύο χέρια, ενώ ο μη πρότυπος τύπος (non citation form) είναι ο τύπος που πραγματώνεται μόνο με το ένα κυρίαρχο χέρι. 64 Το νόημα πραγματώνεται με την αμαρκάριστη χειρομορφή-β της ASL, η οποία σχηματίζεται με τα δάχτυλα τεντωμένα κι ενωμένα και τον αντίχειρα ελαφρώς λυγισμένο κι ενωμένο με τα υπόλοιπα δάχτυλα. 59
Σχήμα 32: Οι δυο τύποι του νοήματος «QUIET» (citation & non citation form) εξαιτίας της εφαρμογής του φωνολογικού κανόνα της αποκοπής. Brentari (in press: 126) Μια πιο πρόσφατη έρευνα σχετικά με την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού για την ASL διεξήχθη κι από τον Goeke (2006) όπως παρατίθεται στoυς Lucas & Bayley (2010:470). Ό- πως αναφέρουν οι μελετητές, ο Goeke (2006) εξέτασε νοήματα όπως τα «DEER», «WANT» και «SURPRISE», τα οποία στην ASL πραγματώνονται είτε με τα δύο χέρια είτε με το ένα κυρίαρχο χέρι. Ο ερευνητής έλεγξε διάφορους γλωσσικούς παράγοντες που μπορεί να ευθύνονται για την πραγμάτωση του πρότυπου τύπου (citation form) ή μη πρότυπου τύπου ποικιλίας (non citation form). Πιο συγκεκριμένα, εξέτασε την επαφή ή όχι του νοήματος με το σώμα του νοηματιστή, τη γραμματική κατηγορία του νοήματος, την ίδια την χειρομορφή του νοήματος αν δηλαδή είναι μαρκαρισμένη ή αμαρκάριστη αλλά και το φωνολογικό του περιβάλλον, δηλαδή αν το προηγούμενο ή επόμενο νόημα παράγεται με ένα ή δύο χέρια. Όπως διαπιστώθηκε δύο ήταν οι πιο σημαντικοί γλωσσικοί παράγοντες για την πραγμάτωση του πρότυπου τύπου (citation form) ή μη πρότυπου τύπου ποικιλίας (non citation form). Αρχικά, η επαφή του νοήματος με το σώμα του νοηματιστή, αφού όσα νοήματα εμφάνιζαν επαφή πραγματώνονταν κυρίως με το ένα κυρίαρχο χέρι, μη πρότυπο τύπο ποικιλίας (non citation form). Κι έπειτα το φωνολογικό περιβάλλον, αφού αν το προηγούμενο ή επόμενο νόημα σχηματιζόταν με το ένα κυρίαρχο χέρι, τότε και πάλι προτιμότερος ήταν ο μη πρότυπος τύπος ποικιλίας (non citation form), δηλαδή η πραγμάτωση του νοήματος με το ένα κυρίαρχο χέρι. Όπως επισημάναμε λοιπόν, η φωνολογική ποικιλία που εμφανίζεται ως προς την τοποθεσία ενός νοήματος, ως προς τη χειρομορφή κι ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού οφείλεται σε διάφορους γλωσσικούς παράγοντες. Ας περάσουμε λοιπόν στην επόμενη υ- ποενότητα όπου θα εξετάσουμε τους γλωσσικούς παράγοντες που ευθύνονται για την πραγμάτωση της συντακτικής ποικιλίας. 3.2.2 Η γλωσσική συντακτική ποικιλία 60
Μια από τις πρώτες έρευνες σχετικά με τη συντακτική κοινωνιογλωσσική ποικιλία πραγματοποιήθηκε από τους Lucas et al (2001:158). Στην έρευνά τους οι μελετητές προσπάθησαν να ελέγξουν την ποικιλία στον τρόπο εμφάνισης των Υ των απλών ρημάτων (plain verbs). Η μελέτη τους επικεντρώθηκε κυρίως στην εμφάνιση του Υ ως προσωπική αντωνυμία ή ως κενό Υποκείμενο. Πιο αναλυτικά, οι ερευνητές μελέτησαν 19 αφηγήσεις νοηματιστών που συνέβησαν αυθόρμητα κατά τη διάρκεια των ομαδικών συζητήσεων. Μέσα σ αυτό το δείγμα της έρευνάς τους, διαπίστωσαν πως διάφοροι γλωσσικοί παράγοντες ευθύνονται για την πραγμάτωση του Υ ως προσωπική αντωνυμία ή ως κενό Υ με τα απλά ρήματα. Αρχικά, παρατήρησαν πως στις περιπτώσεις που το Υ ήταν συναναφορικό με το Υ του ρήματος της προηγούμενης πρότασης, τότε συνήθως προτιμούνταν η χρήση του κενού Υ. Το κενό Υ φαίνεται να ήταν προτιμότερο και για τις περιπτώσεις που η αναφορά στο πρόσωπο δεν ήταν το α,β και γ ενικό. Μια ανάλογη έρευνα σχετικά με την ποικιλία στον τρόπο πραγμάτωσης του Υ έχει πραγματοποιηθεί και για την AUSLAN από τους Schembri & Johnston (2016) όπως παρατίθεται στους Schembri et al (2010:497). Οι ερευνητές βασισμένοι σ ένα σώμα 976 προτάσεων που αντλήθηκαν από αυθόρμητες διηγήσεις 20 νοηματιστών, διαπίστωσαν πως το 63% των προτάσεων δεν πραγματώνονταν με ρητά εκπεφρασμένο Υ. Μερικοί από τους γλωσσικούς παράγοντες που ήταν υπεύθυνοι για τη συχνότητα εμφάνισης των κενών υποκειμένων ήταν αρχικά το Υ να μην έχει πρωτοπρόσωπη αναφορά, έπειτα η χρήση της εναλλαγής των ρόλων 65 και η χρήση ενός ρήματος συμφωνίας στην κύρια πρόταση αλλά και η χρήση Υ που έχει ίδια αναφορά με το Υ της προηγούμενης πρότασης. Συντακτική ωστόσο γλωσσική ποικιλία διαπιστώνουμε και στην πραγμάτωση της χειρομορφής -1, αφού όπως διαπιστώσαμε και στην υποενότητα 3.2.1.2, οι Lucas et al (2001:87) για την ASL προκειμένου να εξετάσουν ποιος τύπος ποικιλίας της χειρομορ-φής-1 θα πραγματωθεί κι εξαιτίας ποιών γλωσσικών παραγόντων, έλεγξαν τη γραμματική κατηγορία του νοήματος στο οποίο πραγματώνεται η χειρομορφή-1 66. Ως προς τη γραμματική κατηγορία οι Lucas et al (2001:95) διαπίστωσαν πως τα ουσιαστικά, τα ρήματα, τα επίθετα, οι λειτουργικές λέξεις, οι ερωτηματικές λέξεις και η αντωνυμία του τρίτου προσώπου ευνοούν την εμφάνιση του πρότυπου τύπου της ποικιλίας (citation form) της χειρομορφής-1 (1 handshape) που σχηματίζεται με το δείκτη τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς. Ωστόσο, οι αντωνυμίες του πρώτου και δεύτερου προσώπου ευνοούν την εμφάνιση μη πρότυπων τύπων ποικιλίας (non citation forms) όπως αυτοί που αναφέραμε 65 Κατά την εναλλαγή ρόλων (role shift) όπως επισημαίνουν οι Sutton-Spence & Woll (1999:207) ο νοηματιστής αναλαμβάνει έναν ρόλο κάποιου (ή από κάτι) και χρησιμοποιεί νοήματα που συνάδουν με τις πράξεις αυτού του ρόλου. Συχνά στην εναλλαγή ρόλων το ένα χέρι μπορεί να δείχνει τα στοιχεία της πράξης που παρουσιάζεται όπως για παράδειγμα τι είπε ο νοηματιστής και το άλλο τι απάντησε ο συνομιλητής του. 66 Ως προς τη γραμματική κατηγορία, ελέγχθηκε αν η χειρομορφή-1 εμφανίζεται ως αντωνυμία πρώτου, δεύτερου ή τρίτου προσώπου, ως ερωτηματική λέξη, ως λειτουργική λέξη, ως επίρρημα, ως ρήμα, ως επίθετο ή ως ουσιαστικό. 61
προηγουμένως στην υποενότητα 3.2.1.2. Ομοίως και οι Fenlon et al (2013:69-91) για την BSL προκειμένου να ελέγξουν ποιος τύπος ποικιλίας της χειρομορφής-1 θα πραγματωθεί κι εξαιτίας ποιων γλωσσικών παραγόντων, εξέτασαν τη γραμματική κατηγορία της χειρομορφής-1 και τη δεικτικότητά (indexicality) 67 της αλλά και τη λεξική συχνότητα κάποιων νοημάτων 68. Σημαντικοί παράγοντες για την εμφάνιση οποιουδήποτε τύπου ποικιλίας ήταν η γραμματική κατηγορία της χειρομορφής- 1 και η δεικτικότητά της. Όπως διαπιστώθηκε όταν η χειρομορφή ήταν αντωνυμία ενικού αριθμού (πρώτου, δεύτερου ή τρίτου προ-σώπου) ήταν πιο πιθανό να εμφανίζεται κάποιος μη πρότυπος τύπος (non citation form) της ποικιλίας της χειρομορφής -1. Επιπλέον και στην περίπτωση που η χειρομορφή-1 εμπεριείχε την έννοια της δείξης τότε και πάλι εμφανιζόταν κάποιος μη πρότυπος τύπος ποικιλίας (non citation form). Εξίσου σημαντικός παράγοντας στην έρευνα των Fenlon et al (2013:69-91) για την εμφάνιση οποιουδήποτε τύπου ποικιλίας, ήταν και η λεξική συχνότητα. Στα πέντε πιο συχνά ομαδοποιημένα νοήματα που περιείχαν τον πρότυπο τύπο της χειρομορφής-1 διαπιστώθηκε πως σε διαφορετικές νοηματικές προτάσεις προτιμότερος ήταν πάντοτε κάποιος μη πρότυπος τύπος (non citation form) της χειρομορφής-1. Όπως διαπιστώσαμε λοιπόν η φωνολογική και συντακτική ποικιλία δεν εμφανίζεται τυχαία αλλά οφείλεται κυρίως σε κάποιους γλωσσικούς παράγοντες. Ωστόσο, όπως θα δούμε και στην επόμενη ενότητα η ποικιλία αυτή μπορεί να συνδέεται και με ορισμένους κοινωνικούς παράγοντες που αφορούν τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών. 3.3 Η κοινωνιογλωσσική ποικιλία των ΝΓ 3.3.1 Τα ποικίλα κοινωνιογλωσσικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών Σύμφωνα με τον Lyons (1995:249) η δομή της γλώσσας δεν είναι αυτόνομη και ομοιογενής αλλά εξαρτάται από λειτουργίες που καθορίζονται μέσα στην κοινωνία στην οποία χρησιμοποιείται. Ανάλογη είναι και η παρατήρηση των Sutton- Spence & Woll (1999:22-23) οι οποίοι μελετούν την κοινωνιογλωσσική ποικιλία 69 της BSL και επισημαίνουν πως οι ΝΓς 67 Οι Fenlon et al (2013:69-91) ομαδοποίησαν κι εξέτασαν ξεχωριστά τις περιπτώσεις της χρήσης της χειρομορφής 1 στα νοήματα που εμπεριείχαν την έννοια της δείξης, όπως οι αντωνυμίες. 68 Οι Fenlon et al (2013:69-91) εξέτασαν τα 5 πιο συχνά νοήματα που περιείχαν τον πρότυπο τύπο της χειρομορφής 1 σε διαφορετικές προτάσεις. 69 Ένας από τους ορισμούς που έχουν προταθεί για τον όρο κοινωνιογλωσσική ποικιλία (sociolinguistic variable) για τις ομιλούμενες γλώσσες προέρχεται από τον Labov (1990: 223-224). Σύμφωνα μ αυτόν «η κοινωνιο- 62
μπορούν να ποικίλουν ως προς διάφορα κοινωνικά χαρακτηριστικά. Μερικά από αυτά είναι η κοινωνική τάξη του νοηματιστή, το γλωσσικό του υπόβαθρο, το σχολείο φοίτησης, η ηλικία, το φύλο, ο τόπος διαμονής και καταγωγής, η κοινωνική περίσταση, η εθνικότητα και η θρησκεία (Lucas et al 2001:3 Lucas 2004:95 Johnston & Schembri 2007:43 Stamp et al 2014:4 Stamp 2013:158 Lucas & Bayley 2010:452). Κάποια από αυτά θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε πιο διεξοδικά στη συνέχεια. Όπως επισημαίνουν οι Sutton- Spence & Woll (1999:22-23) η κοινωνική τάξη χρησιμοποιείται για να διαχωρίσει τους νοηματιστές ανάλογα με το εισόδημά τους αλλά και το εκπαιδευτικό και οικογενειακό τους υπόβαθρο. Αναλυτικότερα, αυτοί οι οποίοι φοίτησαν σε πιο φημισμένα πανεπιστήμια όπως το «Gallauded» στην περίπτωση της ASL και το «Mary Hare Grammar School for the Deaf» για την BSL θεωρούνται άνθρωποι που ανήκουν στην εκλεπτυσμένη ελίτ μεταξύ των κωφών. Ένας ακόμη παράγοντας διάκρισης όπως προαναφέραμε αφορά το γλωσσικό υπόβαθρο της οικογένειας καθώς τα κωφά παιδιά που έχουν κωφούς γονείς μαθαίνουν πολύ πιο γρήγορα τη ΝΓ σε σχέση με τα αντίστοιχα παιδιά ακουόντων γονέων, κάτι που κατατάσσει τα πρώτα στη γλωσσική ελίτ της κοινότητας. Μάλιστα, έρευνες στην BSL έχουν αποδείξει πως κωφοί νοηματιστές από ακούοντες γονείς παρουσιάζουν διαφοροποιήσεις όσον αφορά τη χρήση του νοηματικού χώρου, τα μη- χειριμικά στοιχεία κ.α. Όπως διαπιστώνουν οι Johnston & Schembri (2007:48) για την AUSLAN αλλά και οι Sutton- Spence & Woll (1999:24) για την BSL, ποικιλία στα νοήματα μπορεί να εμφανίζεται ανάλογα και με την ηλικία των νοηματιστών. Νοηματιστές από διάφορες ηλικιακές ομάδες χρησιμοποιούν διαφορετικά νοήματα για τα ίδια αντικείμενα αναφοράς. Αυτό συμβαίνει σύμφωνα με τους Sutton- Spence & Woll (1999:24,25) γιατί συνήθως οι νοηματιστές μαθαίνουν τη ΝΓ από τους συνομήλικούς τους γιατί η πλειονότητα των κωφών προέρχονται από ακούοντες γονείς 70. Ένας ακόμη παράγοντας σχετίζεται και με τις αλλαγές στο εκπαιδευτικό πλαίσιο των κωφών, ειδικότερα ύστερα από την πρόοδο στον τεχνολογικό τομέα και την κατασκευή ακουστικών όλο και περισσότερα παιδιά εκπαιδεύονταν στην ομιλία μέσω της υπολειμματικής τους ακοής κάτι που δημιουργούσε διαφορετικούς βαθμούς χρήσης και γνώσης της ΝΓ. Είναι γεγονός πως στις ομιλούμενες γλώσσες πολλές φορές παρατηρείται διαφοροποίηση στη χρήση της γλώσσας ανάλογα με το φύλο. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται και στις ΝΓς σύμφωνα με τους Johnston & Schembri (2007:49), Lucas et al (2001:186) και Sutton- Spence & Woll (1999:26). Μάλιστα, οι Sutton- Spence & Woll (1999:26) ενώ τονίζουν πως οι διαφορές όσον αφορά τον τρόπο νοηματισμού μεταξύ ανδρών και γυναικών στην BSL είναι γλωσσική ποικιλία είναι μια ομάδα εναλλακτικών τρόπων για να αναφερθούμε στο ίδιο αντικείμενο ενώ παράλληλα αυτοί οι εναλλακτικοί τρόποι διαθέτουν και κοινωνική σημασία». 70 Σύμφωνα με την Λαμπροπούλου (1999α:77) περίπου το 90% των κωφών προέρχονται από ακούοντες γονείς ενώ μόλις το 10% από κωφούς. 63
πολύ μικρές παρατηρούν πως στην Ιρλανδία, το Βέλγιο και τις Ρωμαιοκαθολικές χώρες οι διαφορές αυτές είναι αρκετά πιο εκτεταμένες. Κατά την άποψή τους αυτό συμβαίνει γιατί στο παρελθόν υπήρχαν ξεχωριστά σχολεία κωφών, αρρένων και θηλέων. Διαφορές μπορούν επίσης να υπάρξουν και ως προς τον τόπο διαμονής και καταγωγής των νοηματιστών. Συνήθως στις ομιλούμενες γλώσσες όπως αναφέρουν οι Chambers & Trudgill (2011:31) παρουσιάζονται διαλεκτικές γεωγραφικές ποικιλίες που αποτελούν αντικείμενο συζήτησης μεταξύ των γλωσσολόγων καθώς κάποιες φορές εμποδίζουν τη διεξαγωγή της συνομιλίας. Ανάλογες γεωγραφικές ποικιλίες εντοπίζουν και οι Johnston & Schembri (2007:45) για την AUSLAN αλλά και οι Sutton- Spence & Woll (1999:29) για την BSL. Οι περισσότερες από αυτές τις ποικιλίες αναπτύχθηκαν καθώς για αρκετά χρόνια οι κοινότητες των κωφών ζούσαν απομονωμένες χωρίς τη δυνατότητα επικοινωνίας με άλλους κωφούς από διαφορετικές περιοχές. Αυτές οι ποικιλίες άρχισαν να εκλείπουν ύστερα από την είσοδο των ΝΓ στην τηλεόραση και την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών οπότε και οι κωφοί μπορούν να επικοινωνούν απρόσκοπτα μεταξύ τους μειώνοντας τις επιμέρους διαλεκτικές διαφορές τους για την επίτευξη πιο άμεσης επικοινωνίας. Επιπλέον, όπως αναφέρουν οι Sutton- Spence & Woll (1999:29) στην περίπτωση της BSL κάποιες διαλεκτικές ποικιλίες μπορεί να οφείλονται και στο διαφορετικό σχολείο φοίτησης και στο γεγονός πως οι νοηματιστές συνεχίζουν να χρησιμοποιούν τα νοήματα που έχουν διδαχθεί από το σχολικό τους περιβάλλον και στην επικοινωνία τους με τους υπόλοιπους κωφούς της κοινότητας. Στις ομιλούμενες γλώσσες όπως επισημαίνουν οι Αρχάκης & Κονδύλη (2002:88) εμφανίζονται και οι λεγόμενες λειτουργικές ποικιλίες (diatypic functional varieties / registers) οι οποίες αφορούν τους διάφορους τύπους που χρησιμοποιούνται από τους ομιλητές σε διάφορες επικοινωνιακές περιστάσεις. Τέτοιες ποικιλίες απαντώνται και στην περίπτωση των ΝΓ. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους Sutton- Spence & Woll (1999:31) στην BSL οι νοηματιστές διαφοροποιούν τον τρόπο νοηματισμού τους ανάλογα με το αν νοηματίζουν σε έναν ή περισσότερους ανθρώπους είτε αν ο δέκτης είναι ένα μικρό παιδί ή ένας ενήλικας. Ακόμη, διαφοροποιήσεις παρουσιάζονται και μεταξύ των επίσημων και ανεπίσημων περιστάσεων είτε ακόμη κι αν ο δέκτης είναι κάποιος κωφός ξένος προς την κοινότητα. Αναλυτικότερα, έχει διαπιστωθεί πως σε επίσημες περιστάσεις επικοινωνίας ο χώρος νοηματισμού που χρησιμοποιείται είναι μεγαλύτερος σε σύγκριση με ανεπίσημες περιστάσεις. Είναι ακόμη πιθανό οι νοηματιστές να χρησιμοποιούν σε πολύ μικρότερο βαθμό τη δακτυλογραφή και περισσότερα μη χειριμικά στοιχεία, γεγονός που έχει διαπιστωθεί και για την ASL από τους Nadolske & Rosenstock (2007:54). Μια ακόμη σημαντική παρατήρηση για την ASL αφορά επίσης τη χρήση των στοματικών (mouthing) μη χειριμικών στοιχείων, αφού διαπιστώθηκε πως οι νοηματιστές χρησιμοποιούν λιγότερα στοματικά (mouthing) μη χειριμικά στοιχεία όταν οι συμμετέχοντες στη συζήτηση είναι πιο οικεία προς αυτούς πρόσωπα (Nadolske & Rosenstock 2007:56). 71 Επιπλέον, σε περιπτώσεις επικοινωνίας με νοηματιστές 71 Επίσης μια αναφορά σχετικά με τη χρήση των στοματικών (mouthing) μη χειριμικών στοιχείων έχει κάνει και η McKee (2007:6) η οποία επισημαίνει πως στην NZSL οι διερμηνείς σε κάποιες περιστάσεις χρησιμοποι- 64
άλλων χωρών, οι κωφοί και πάλι αλλάζουν τον τρόπο νοηματισμού τους χρησιμοποιώντας περισσότερες χειρονομίες (gestures), περισσότερα μη χειριμικά στοιχεία ενώ προβαίνουν και σε παραφράσεις των νοημάτων τους (Sutton- Spence & Woll 1999:31). Είναι ακόμη πιθανό διαφορετικές θρησκευτικές ομάδες να διαθέτουν διαφορετικά νοήματα που να αντιστοιχούν στις διαφορετικές πρακτικές και πιστεύω της εκάστοτε θρησκείας (Sutton- Spence & Woll 1999:28 Johnston & Schembri 2007:49). Διαφορετικά νοήματα χρησιμοποιούνται λοιπόν από τους μουσουλμάνους, τους καθολικούς και τους προτεστάντες στην BSL και AUSLAN. Αναλυτικότερα, ένα μεγάλο μέρος των νοημάτων των καθολικών είναι επηρεασμένο από την Ιρλανδική ΝΓ καθώς πολλοί Ιρλανδοί ιερείς ασχολήθηκαν με την εκπαίδευση των κωφών παιδιών, εκπαιδεύοντας κι άλλους καθολικούς ιερείς προς την ίδια κατεύθυνση. Διαφορετικά επίσης νοήματα παρατηρήθηκαν και για την Ιουδαϊκή θρησκεία ύστερα κι από την ύπαρξη σχολείου κωφών γι αυτούς που ασπάζονταν την εν λόγο θρησκεία στο Λονδίνο. Στις μέρες μας όλο και περισσότεροι κωφοί μπορούν επίσης να μετακινηθούν για σπουδές σε διαφορετικές χώρες και πόλεις. Οι Johnston & Schembri (2007:50) διαπιστώνουν πως στην περίπτωση της AUSLAN, οι νέοι κωφοί που αλλάζουν χώρα για σπουδές συνήθως στην Αμερική όπου βρίσκεται και το πιο φημισμένο κολλέγιο κωφών (Gallauded), μεταφέρουν στη γλώσσα τους δάνεια από την ASL. Ωστόσο, όπως διαπιστώνουν οι μελετητές, οι νέοι νοηματιστές δεν αντικαθιστούν τα παλαιότερα νοήματα με τα νέα, αλλά διατηρούν τη χρήση και των δύο τύπων. Ποικιλία ωστόσο μπορεί να προκύψει και από άλλους δάνειους τύπους όπως τα Διεθνή Νοήματα αλλά και από την αντίστοιχη προφορική ομιλούμενη. 3.3.2 Η κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία 3.3.2.1 Κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την τοποθεσία Έντονη κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία μπορεί αρχικά να παρουσιάζεται ως προς την τοποθεσία παραγωγής του νοήματος. Στην έρευνα των Lucas et al (2001:112) που παραθέσαμε στην υποενότητα 3.2.1.1, παρατηρήθηκε πως το νόημα «DEAF» στην ASL, μπορεί να εμφανίζει τρεις τύπους ποικιλίας που διαφοροποιούνται ως προς τον τόπο άρθρωσης. Πιο αναλυτικά, είδαμε πως το νόημα μπορεί να πραγματώνεται είτε με τον πρότυπο τύπο ποικιλίας (citation form) κατά τον οποίο η χειρομορφή ακουμπά πρώτα το υψηλότερο σημείο του προσώπου, είτε με δυο εναλλακτικούς μη πρότυπους τύπους ποικιλίας (non citaούν περισσότερα στοματικά (mouthing) χαρακτηριστικά όταν οι νοηματιστές δεν μπορούν να καταλάβουν κάποιο νόημα εξαιτίας της ύπαρξης της διαλεκτικής ποικιλίας που προαναφέραμε. 65
tion forms) κατά τους οποίους η χειρομορφή ακουμπά πρώτα το χαμηλότερο σημείο του προσώπου. Οι Lucas et al (2001:134-136) συσχέτισαν τη γλωσσική αυτή ποικιλία των φωνολογικών χαρακτηριστικών με κοινωνικούς παράγοντες όπως το γένος, την περιοχή, την ηλικία, το γλωσσικό υπόβαθρο και την εθνικότητα. Έτσι, οι ερευνητές διαπίστωσαν πως οι ηλικιωμένοι, οι γυναίκες, οι αγρότες, οι ντόπιοι νοηματιστές και οι αφροαμερικάνοι 72 που είναι γλωσσικά πιο συντηρητικοί χρησιμοποιούν τον πρότυπο τύπο της ποικιλίας (citation form) ενώ αντίθετα οι νέοι, οι άντρες, οι αστοί και οι μη ντόπιοι (ξένοι) νοηματιστές χρησιμοποιούν τους μη πρότυπους τύπους (non citation forms). Ακόμη, οι ερευνητές εξέτασαν και το είδος του λόγου, δηλαδή αν επρόκειτο για κάποια διήγηση ή συζήτηση. Συγκεκριμένα, διαπίστωσαν πως όταν το είδος του λόγου ήταν κάποια διήγηση τότε προτιμότερος ήταν πάλι κάποιος από τους μη πρότυπους τύπους ποικιλίας (non citation forms) σε αντίθεση με την περίπτωση της συζήτησης όπου προτιμότερος ήταν ο πρότυπος τύπος. 73 Μια ακόμη έρευνα σχετικά με την κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία που εμφανίζεται στην τοποθεσία των νοημάτων διεξήχθη κι από τους Schembri et al (2006) και Schembri et al (2009:193) για την AUSLAN (Αυστραλιανή ΝΓ) και NZSL (ΝΓ της Νέας Ζηλανδίας). Σ αυτή την έρευνα όπως είδαμε και στην υποενότητα 3.2.1.1 οι μελετητές διαπίστωσαν πως τα νοήματα «THINK», «NAME» και «CLEVER» παρουσιάζουν τύπους ποικιλίας που διαφοροποιούνται ως προς τον τόπο άρθρωσης και διαχωρίζονται σε πρότυπο (citation form) και μη πρότυπους τύπους ποικιλίας (non citation forms). Ο πρότυπος τύπος (citation forms) παράγεται σε υψηλότερες τοποθεσίες του προσώπου ενώ οι μη πρότυποι (non citation forms) σε χαμηλότερες τοποθεσίες του. Οι Schembri et al (2009:217) όπως και οι Lucas et al (2001:134-136) προηγουμένως για την ASL, συσχέτισαν την γλωσσική αυτή ποικιλία των φωνολογικών χαρακτηριστικών με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών. Οι ερευνητές κατέληξαν πως οι ηλικιωμένοι, οι γυναίκες και οι νοηματιστές της επαρχίας που είναι γλωσσικά πιο συντηρητικοί χρησιμοποιούν τον πρότυπο τύπο της ποικιλίας (citation form) ενώ αντίθετα οι νέοι, οι άντρες και οι αστοί νοηματιστές χρησιμοποιούν μη πρότυπους τύπους (non citation forms) στην περίπτωση της AUSLAN (Αυστραλιανής ΝΓ). Ωστόσο, στην περίπτωση της NZSL (ΝΓ της Νέας Ζηλανδίας) παρατήρησαν πως τα αποτελέσματα ήταν διαφορετικά καθώς οι νοηματιστές ε- παρχιακών περιοχών και οι περισσότεροι άντρες νοηματιστές έδειχναν φανερή προτίμηση στη χρήση του πρότυπου τύπου ποικιλίας (citation form) ενώ οι γυναίκες, οι αστοί και φυ- 72 Οι McCaskill et al (2011) όπως παρατίθεται στην Brentari (in press:125) παρατήρησε επίσης πως οι μαύροι νοηματιστές της ASL χρησιμοποιούν μεγαλύτερο χώρο νοηματισμού από τους λευκούς νοηματιστές. 73 Παρόμοια αποτελέσματα μ αυτά του «DEAF» είχαν και τα υπόλοιπα νοήματα που ελέγχθηκαν από τους Lucas et al (2001:129) κι εμφάνιζαν κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία στην τοποθεσία, όπως τα νοήματα «FOR» και «KNOW». 66
σικοί ομιλητές της NZSL (ΝΓ της Νέας Ζηλανδίας) έδειχναν να προτιμούν τους μη πρότυπους τύπους (non citation forms). 3.3.2.2 Κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την χειρομορφή Μια από τις χειρομορφές που εμφανίζει έντονη κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία είναι η χειρομορφή-1 (1-handshape). Στην κοινωνιογλωσσική τους έρευνα οι Bayley et al (2002:46) και οι Lucas et al (2001:84) όπως επισημάναμε και στην υποενότητα 3.2.1.2 διαπίστωσαν πως η χειρομορφή-1 στην ASL, μπορεί να εμφανίζεται είτε με τον πρότυπο τύπο ποικιλίας (citation form) ο οποίος σχηματίζεται με το δείκτη τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς, είτε με άλλους μη πρότυπους τύπους ποικιλίας. Οι Bayley et al (2002:46) και οι Lucas et al (2001:101-104) συσχέτισαν τη γλωσσική αυτή ποικιλία με κάποια κοινωνικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών όπως την ηλικία, την κοινωνική τάξη, την εθνικότητα και τον τόπο διαμονής του νοηματιστή. Η μεγαλύτερη διαφοροποίηση ως προς τον τύπο πραγμάτωσης της ποικιλίας εντοπίστηκε στον τόπο διαμονής του νοηματιστή. Αρχικά, οι ερευνητές ομαδοποίησαν τα δεδομένα σχετικά με τον τόπο διαμονής σε δυο μεγάλες υποκατηγορίες που περιελάμβαναν ένα σύνολο πόλεων. Συγκεκριμένα, διαπίστωσαν πως οι νοηματιστές από τις περιοχές Καλιφόρνια, Κάνσας/Μισούρι, Λουιζιάνα και Μασαχουσέτη προτιμούν τη χρήση του πρότυπου τύπου ποικιλίας (citation form). Αντιθέτως, οι νοηματιστές που κατοικούν σε περιοχές όπως το Μέρυλαντ, τη Βιρτζίνια και την Ουάσινγκτον προτιμούν τη χρήση μη πρότυπων τύπων ποικιλίας (non citation forms) της χειρομορφής-1. Εντός αυτών των ομαδοποιημένων περιοχών παρατηρήθηκε πως και οι κοινωνικοί παράγοντες της ηλικίας και της κοινωνικής τάξης ήταν επίσης σημαντικοί για την πραγμάτωση του τύπου της ποικιλίας. Πιο συγκεκριμένα, οι νεαροί νοηματιστές από τις περιοχές Καλιφόρνια, Κάνσας/Μισούρι, Λουιζιάνα και Μασαχουσέτη χρησιμοποιούσαν κυρίως τον πρότυπο τύπο της χειρομορφής-1 (citation form) ενώ οι πιο ηλικιωμένοι προτιμούσαν μη πρότυπους τύπους (non citation forms). Επιπλέον, οι νοηματιστές της μεσαίας κοινωνικής τάξης από τις περιοχές Μέρυλαντ, Βιρτζίνια και Ουάσινγκτον χρησιμοποιούσαν περισσότερο τον πρότυπο τύπο της χειρομορφής-1 (citation form) σε σχέση με τους νοηματιστές της εργατικής κοινωνικής τάξης των αντίστοιχων περιοχών. Ωστόσο, στις περιοχές Καλιφόρνια, Κάνσας/Μισούρι, Λουιζιάνα και Μασαχουσέτη οι νοηματιστές της εργατικής τάξης φάνηκε ότι ήταν εκείνοι που χρησιμοποιούσαν τον πρότυπο τύπο της ποικιλίας περισσότερο από τους νοηματιστές της μεσαίας κοινωνικής τάξης (Lucas et al 2001:103-104). Μια ανάλογη έρευνα μ αυτή των Bayley et al (2002) και οι Lucas et al (2001:101-104) σχετικά με την κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία της χειρομορφής-1 στην ASL, πραγματοποιήθηκε κι από τους Fenlon et al (2013:69-91) για την BSL. Πιο συγκεκριμένα, και οι 67
Fenlon et al (2013:69-91) διέκριναν μεταξύ του πρότυπου (citation form) 74 και μη πρότυπων τύπων (non citation forms) ποικιλίας της χειρομορφής-1. Οι ερευνητές συσχέτισαν τη γλωσσική αυτή ποικιλία με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών και διαπίστωσαν πως στην περίπτωση της BSL όπως και της ASL προηγουμένως καθοριστικό ρόλο για την πραγμάτωση του τύπου της ποικιλίας, διαδραμάτισε η περιοχή διαμονής του νοηματιστή. Αναλυτικότερα, διαπίστωσαν πως οι νοηματιστές από τις περιοχές Μάντσεστερ, Μπέρμινχαμ, Γλασκόβη και Λονδίνο προτιμούσαν τη χρήση του πρότυπου τύπου ποικιλίας (citation form) της χειρομορφής-1, ενώ οι νοηματιστές από τις περιοχές Κάρντιφ, Μπέλφαστ και Μπρίστολ προτιμούσαν κυρίως τη χρήση μη πρότυπων τύπων της (non citation forms). Επιπλέον, στην περίπτωση της BSL σε αντίθεση με την ASL προηγουμένως, η κοινωνική τάξη και η ηλικία δεν φάνηκε να είναι στατιστικά σημαντικοί παράμετροι για την πραγμάτωση κάποιου τύπου ποικιλίας. 3.3.2.3 Κοινωνιογλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού Όπως επισημάναμε ήδη στην υποενότητα 3.2.1.3 μια ακόμη μορφή φωνολογικής ποικιλίας σχετίζεται και με την παραγωγή των νοημάτων με ένα ή δυο χέρια. Η Deuchar (1981) όπως παρατίθεται στους Schembri et al (2018:14) και Schembri et al (2010:495) ήταν αυτή που πρώτη εντόπισε τη φωνολογική αυτή αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού στα συμμετρικά νοήματα της BSL. Όπως παρατήρησε, αυτή η αποκοπή έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία δυο τύπων ποικιλίας. Αρχικά, ο τύπος που σχηματίζεται και με τα δύο χέρια αποτελεί τον πρότυπο τύπο (citation form) της ποικιλίας ενώ ο τύπος που σχηματίζεται με το ένα κυρίαρχο χέρι αποτελεί τον μη πρότυπο τύπο (non citation form) ποικιλίας (Brentari in press:126) 75. Η Deuchar (1981) όπως παρατίθεται στους Schembri et al (2018:14) και Schembri et al (2010:495), προέβει και σε περαιτέρω διερεύνηση της φωνολογικής αποκοπής του μη κυρίαρχου χεριού (weak hand drop), αφού συσχέτισε τη γλωσσική αυτή φωνολογική ποικιλία με τον κοινωνικό παράγοντα της επικοινωνιακής περίστασης. Πιο συγκεκριμένα, συγκέντρωσε και σύγκρινε το υλικό της από δύο διαφορετικές επικοινωνιακές περιστάσεις. Αρχικά από ένα κοινωνικό γεγονός στη λέσχη κωφών (ανεπίσημη περίσταση επικοινωνίας) κι έπειτα ένα άλλο στο χώρο της εκκλησίας (επίσημη περίσταση επικοινωνίας). Τα αποτελέσματα της ερευνάς της απέδειξαν πως οι νοηματιστές προτιμούσαν την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού (μη πρότυπο τύπο ποικιλίας) κυρίως σε ανεπίσημες περιστάσεις επικοινωνίας. 74 Και στην BSL ο πρότυπος τύπος ποικιλίας (citation form) πραγματώνεται με το δείκτη τεντωμένο και τα υ- πόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς. 75 H Brentari (in press:126) προβαίνει στο διαχωρισμό αυτών των δυο τύπων ποικιλίας στην ASL ωστόσο ο διαχωρισμός αυτός ισχύει και στην περίπτωση της BSL. 68
Κάποιοι ακόμη μελετητές όπως οι Stamp et al (2015:165-166) διαπίστωσαν και διερεύνησαν την πραγμάτωση των δυο αυτών τύπων ποικιλίας σε πιο συγκεκριμένα νοήματα όπως αυτά των αριθμών της BSL. Οι Stamp et al (2015) παρατήρησαν πως ένας από τους πιο καθοριστικούς κοινωνικούς παράγοντες για την πραγμάτωση ενός εκ των δυο τύπων ποικιλίας ήταν κι αυτός της ηλικίας. Αναλυτικότερα, στην έρευνά τους διαπίστωσαν πως οι ηλικιωμένοι χρησιμοποιούσαν κυρίως τον πρότυπο τύπο ποικιλίας (citation form) όπου το νόημα σχηματίζεται και με τα δύο χέρια. Αντίθετα, οι νέοι νοηματιστές φάνηκε να επιλέγουν κυρίως τη χρήση του μη πρότυπου τύπου (non citation form) όπου το νόημα σχηματιζόταν με το ένα κυρίαρχο χέρι 76. Σημαντικός ακόμη κοινωνικός παράγοντας στην έρευνα των Stamp et al (2015) για την πραγμάτωση ενός εκ των δυο τύπων ποικιλίας ήταν και το γένος του νοηματιστή. Όπως παρατηρήθηκε στην έρευνα οι γυναίκες επέλεγαν το σχηματισμό του νοήματος κυρίως με το ένα κυρίαρχο χέρι (μη πρότυπο τύπο ποικιλίας- non citation form) ενώ οι άνδρες νοηματιστές συνήθως προτιμούσαν το σχηματισμό του νοήματος και με τα δύο χέρια (πρότυπος τύπος ποικιλίας- citation form). Επιπλέον, στην έρευνά τους οι Stamp et al (2015) επιβεβαίωσαν την άποψη της Deuchar (1981) πως αυτή η ποικιλία στο σχηματισμό του νοήματος είναι ενδεικτική και της γλωσσικής αλλαγής που βρίσκεται σε εξέλιξη, αφού από το σχηματισμό του νοήματος με δύο χέρια περνάμε στην παραγωγή του μόνο με το ένα κυρίαρχο χέρι. Μάλιστα, όπως επισημαίνουν οι Schembri et al (2018:15) το γεγονός πως οι γυναίκες και οι νέοι προκρίνουν τη χρήση του νέου μη πρότυπου τύπου που σχηματίζεται μόνο με το ένα κυρίαρχο χέρι αποδεικνύει πως η γλωσσική αλλαγή βρίσκεται σε εξέλιξη και υποκινείται από τις «κατώτερες» κοινωνικές ομάδες που βιώνουν κρίση ταυτότητας, σύμφωνα με τον δεύτερο κανόνα της «κάτωθεν αλλαγής» (change from below) του Labov (2001). Τέλος, μια ακόμη κοινωνιογλωσσική έρευνα η οποία επεσήμανε επίσης την εμφάνιση των δύο τύπων ποικιλίας ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού ήταν κι αυτή του Goeke (2006) για την ASL, όπως παρατίθεται στoυς Lucas & Bayley (2010:470). Όπως αναφέραμε και στην υποενότητα 3.2.1.3 o ερευνητής εντόπισε ποικιλία σε νοήματα όπως τα «DEER», «WANT» και «SURPRISE» τα οποία πραγματώνονταν πότε με τα δυο χέρια και πότε με το ένα κυρίαρχο χέρι. Κατά τη συσχέτιση των γλωσσικών αυτών και κοινωνικών παραγόντων, παρατηρήθηκε πως οι νέοι και οι λευκοί νοηματιστές προτιμούν τη χρήση του νοήματος με το ένα κυρίαρχο χέρι (μη πρότυπο τύπο non citation form). Αντιθέτως, οι ηλικιωμένοι και αφροαμερικάνοι νοηματιστές προτιμούν τη χρήση του πρότυπου τύπου (citation form) που πραγματώνεται και με τα δύο χέρια. 76 Οι McKee, McKee & Major (2008) στην έρευνά τους σχετικά με τη φωνολογική αποκοπή στα νοήματα των αριθμών της NZSL (ΝΓ της Νέας Ζηλανδίας) διαπίστωσαν πως και εκεί όπως στην μελέτη των Stamp et al (2015:165-166) για την BSL, οι νεότεροι νοηματιστές για τους αριθμούς 6 έως 10 χρησιμοποιούσαν τον μη πρότυπο τύπο ποικιλίας (non citation form), που σχηματιζόταν μόνο με το ένα κυρίαρχο χέρι. Αντίθετα οι μεγαλύτεροι σε ηλικία νοηματιστές προτιμούσαν το σχηματισμό τους και με τα δυο χέρια (πρότυπος τύπος ποικιλίας citation form). 69
Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα, πως διάφοροι κοινωνικοί παράγοντες όπως το φύλο, η ηλικία, η εθνικότητα, ο τόπος διαμονής αλλά και η επικοινωνιακή περίσταση μπορεί να είναι υπεύθυνοι για την πραγμάτωση της κοινωνιογλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας. Ω- στόσο, ας προβούμε και στην εξέταση της συντακτικής κοινωνιογλωσσικής ποικιλίας στην ενότητα που ακολουθεί για να ερευνήσουμε αν οι ίδιοι κοινωνικοί παράγοντες ευθύνονται και για την εκεί κοινωνιογλωσσική ποικιλία. 3.3.3 Η κοινωνιογλωσσική συντακτική ποικιλία Στην ενότητα 3.2.2 διαπιστώσαμε μέσα από την έρευνα των Lucas et al (2001:158) για την ASL, πως ποικιλία μπορεί να εμφανίζεται μεταξύ άλλων και στον τομέα της σύνταξης. Πιο αναλυτικά, οι Lucas et al (2001:158) μελέτησαν την κοινωνιογλωσσική ποικιλία που εντοπίζεται στον τρόπο εμφάνισης των υποκειμένων των απλών ρημάτων. Όπως παρατηρήθηκε στην εν λόγο έρευνα το Υ μπορούσε να εμφανίζεται είτε ως κενό είτε ως αντωνυμία. Οι ερευνητές συσχέτισαν τη γλωσσική αυτή ποικιλία με κάποιους κοινωνικούς παράγοντες, όπως την επιρροή από την ομιλούμενη αγγλική, το γένος και την ηλικία του νοηματιστή (Lucas et al 2001:167-169). Αρχικά, παρατήρησαν πως η παρουσία στοιχείων της ομιλούμενης αγγλικής στην πρόταση είχε ως αποτέλεσμα το Υ να πραγματώνεται περισσότερο ως κενό. Αυτό εξηγείται γιατί η ομιλούμενη αγγλική που θεωρείται γλώσσα κύρους για την κοινότητα των κωφών δεν ανήκει στις pro drop γλώσσες 77 όπως η ASL (Lucas et al 2001:170-173). Ωστόσο, όπως διαπιστώθηκε το κενό Υ φαίνεται να ήταν προτιμότερο στις περιπτώσεις που ο νοηματιστής ήταν αρσενικού φύλου. Οι γυναίκες σύμφωνα με τους Lucas et al (2001:172) φαίνεται να χρησιμοποιούν πιο συχνά ρητά εκπεφρασμένη προσωπική αντωνυμία ως Υ καθώς προτιμούν τη χρήση των τύπων που έχουν μεγαλύτερο κύρος, μέσα από τη χρήση μιας δομής που μοιάζει πιο πολύ στη δομή της ομιλούμενης αγγλικής που όπως αναφέραμε δεν επιτρέπει την ύπαρξη κενών υποκειμένων. Ένας ακόμη κοινωνικός παράγοντας που ελέγχθηκε από τους Lucas et al (2001:172) κατά την έρευνά τους ήταν κι αυτός της ηλικίας. Σ αυτή την περίπτωση ωστόσο, δεν παρατηρήθηκε αξιοσημείωτη διαφορά μεταξύ ηλικιωμένων και νέων καθώς κατ ένα μικρό ποσοστό οι ηλικιωμένοι φάνηκε να προκρίνουν τη χρήση ρητά εκπεφρασμένων προσωπικών αντωνυμιών ως Υ, που σύμφωνα με τους ερευνητές είναι απόρροια της εκπαίδευσης της οποίας ήταν δέκτες. 77 Σύμφωνα με την παράμετρο του κενού υποκειμένου (the null subject parameter) οι γλώσσες διακρίνονται σε δυο βασικούς τύπους, σε αυτές που παραλείπουν το αντωνυμικό υποκείμενο (pro drop) και σε αυτές που δεν το παραλείπουν (non pro drop) (Ρούσσου 2015:118). 70
Μια ανάλογη έρευνα σχετικά με την ποικιλία στον τρόπο πραγμάτωσης του Υ έχει πραγματοποιηθεί και για την AUSLAN από τους Schembri & Johnston (2016) όπως παρατίθεται στους Schembri et al (2010:497). Στο δείγμα της έρευνάς τους οι μελετητές παρατήρησαν επίσης τους δυο εναλλακτικούς ποικίλους τύπους πραγμάτωσης του Υ, ως κενό ή ως αντωνυμία. Συσχετίζοντας τους γλωσσικούς με τους κοινωνικούς παράγοντες οι Schembri & Johnston (2016), διαπίστωσαν πως στην περίπτωση της AUSLAN σε αντίθεση με την περίπτωση της ASL προηγουμένως, οι κοινωνικοί παράγοντες του φύλου και της ηλικίας δεν ή- ταν στατιστικά σημαντικοί. Επιπλέον, μια ακόμη σημαντική διαπίστωση των Schembri & Johnston (2016) ήταν πως η επιρροή της ομιλούμενης αγγλικής ήταν αρκετά προφανής αφού παρατηρήθηκαν μορφοσυντακτικά σχήματα της ομιλούμενης αγγλικής στην BSL. Μάλιστα, όπως επισημαίνεται και στους Schembri et al (2018:16) η επιρροή από την αγγλική συμβαίνει εξαιτίας παραγόντων όπως η επιρροή από την πλειονοτική κοινότητα των ακουόντων, η παροχή υπηρεσιών υποτιτλισμού στην τηλεόραση αλλά και από την όλο και αυξανόμενη ύπαρξη των μη φυσικών ομιλητών της BSL μέσα στην κοινότητα. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα σύμφωνα με την Deuchar (1984) όπως παρατίθεται στους Schembri et al (2018:16) την ύπαρξη της BSL παράλληλα με μιας μορφής νοημάτων της αγγλικής ομιλούμενης. H Deuchar (1984) παρατήρησε λοιπόν στην έρευνά της πως αυτή η μορφή νοημάτων της ομιλούμενης αγγλικής χρησιμοποιείται ως γλώσσα με μεγαλύτερο κύρος μεταξύ των υπαλλήλων της εκκλησίας αλλά και μεταξύ κάποιων κωφών. Αυτή η ποικιλία λοιπόν δεν διαθέτει το μορφοσυντακτικό σχήμα της BSL, όπως τη θεματοποίηση, τα μη χειριμικά στοιχεία της άρνησης κι ερώτησης αλλά ούτε και τις χωρικές συντακτικές σχέσεις των νοημάτων της. Α- ντιθέτως έχει προσαρμόσει τη δακτυλογραφή (fingerspelling) και κάποια λεξικά νοήματα στη συντακτική δομή της αγγλικής. Μάλιστα η Deuchar (1984) όπως παρατίθεται στους Schembri et al (2018:16) θεωρεί ότι μεταξύ των δυο ποικιλιών εμφανίζεται ένα δίγλωσσο καθεστώς στην κοινότητα των κωφών της Αγγλίας, ωστόσο άλλοι μελετητές διαφωνούν κι επισημαίνουν πως αυτή η ποικιλία είναι μόνο περιστασιακή καθώς δεν είναι κατάλληλη για όλες τις επικοινωνιακές περιστάσεις της κοινότητας των κωφών. Σύμφωνα με έρευνα μάλιστα των Sutton Spence & Woll (1991) όπως παρατίθεται από τους Schembri et al (2018:16) και Schembri et al (2010:497) παρατηρήθηκαν κι άλλες ποικιλίες της BSL, ωστόσο το πώς διαφοροποιούνται δομικά από την BSL δεν έχει ακόμη διερευνηθεί. Όπως διαπιστώσαμε λοιπόν, αρκετοί κοινωνικοί παράγοντες όπως η επιρροή από την ομιλούμενη πλειονοτική γλώσσα, το γένος και η ηλικία είναι υπεύθυνοι για την εμφάνιση της κοινωνιογλωσσικής συντακτικής ποικιλίας. Ωστόσο, προκειμένου να αποκτήσουμε τη γενική εποπτεία της κοινωνιογλωσσικής ποικιλίας στις ΝΓς ας περάσουμε στην περιγραφή της κοινωνιογλωσσικής ποικιλίας που εμφανίζεται στο λεξιλόγιο των ΝΓ. 71
3.3.4 Η κοινωνιογλωσσική ποικιλία στο λεξιλόγιο των ΝΓ Σύμφωνα με τους Lucas & Bayley (2010:451) οι χρήστες οποιουδήποτε γλωσσικού συστήματος διαθέτουν πολλούς διαφορετικούς τρόπους είτε για να ονοματίσουν είτε για να νοηματίσουν οποιαδήποτε έννοια ή αντικείμενο. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου νοήματος είναι το νόημα «AMERICA» για την BSL όπως παρατίθεται από την Stamp (2013:158) και παρουσιάζεται στο σχήμα 33 που ακολουθεί. Σχήμα 33: Τέσσερις διαφορετικές λεξιλογικές ποικιλίες του τύπου «AMERICA» για την BSL Stamp (2013:158) Ανάλογη λεξιλογική ποικιλία απαντά και σε άλλες ΝΓς όπως στην AUSLAN (Johnston & Schembri 2007:43) και την ASL (Lucas et al 2001:176 Lucas 2004:80). Μάλιστα, όπως επισημαίνει η Stamp (2013:158) η λεξιλογική αυτή ποικιλία συνήθως εξαρτάται από διάφορους κοινωνικούς παράγοντες όπως η περιοχή κατοικίας, η ηλικία, η εθνικότητα, η κοινωνική τάξη ή ακόμη κι από κοινωνικούς παράγοντες που εμφανίζονται μόνο στη γλωσσική κοινότητα των κωφών. Τέτοιοι παράγοντες είναι συνήθως οι συγκεκριμένες γλωσσικές επιλογές του κάθε νοηματιστή ανάλογα με το σχολείο φοίτησης ή το γλωσσικό του υπόβαθρο. Ακόμη ε- πισημαίνεται πως κάποιες από αυτές τις αλλαγές μπορεί να φανερώνουν πως η διαδικασία της γλωσσικής αλλαγής βρίσκεται σε εξέλιξη κάτι που έχει διαπιστωθεί κι από την Brentari (in press: 128). 3.3.4.1 Κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία ως προς την περιοχή Οι Johnston & Schembri (2007:45) μελετώντας την ποικιλία που εμφανίζεται στο λεξιλόγιο της AUSLAN επισημαίνουν πως στην έρευνά τους δεν βρήκαν διαφοροποιήσεις που να α- φορούν την «προφορά» του νοηματιστή όπως για παράδειγμα αλλαγές στον τρόπο παραγωγής μιας χειρομορφής, μιας κίνησης ή μιας τοποθεσίας ενός νοήματος, αλλά ανακάλυψαν διαφοροποιήσεις μεταξύ νοηματιστών που προέρχονται από διαφορετικές περιοχές. Αναλυτικότερα εντόπισαν και διέκριναν τη βόρεια και τη νότια διαλεκτική ποικιλία. Παρατήρησαν επίσης πως οι μεγαλύτερες διαφοροποιήσεις στο λεξιλόγιο εμφανίζονταν κυρίως 72
στα νοήματα των αριθμών και των χρωμάτων, στοιχείο το οποίο τονίστηκε κι από τους Stamp et al (2014:3), Stamp et al (2015:151) και Schembri et al (2010:488) για την BSL. Οι διαφοροποιήσεις των χρωμάτων παρατηρούνται και στο σχήμα που παρατίθεται από τους Johnston & Schembri (2007:46) κι αφορά τον τρόπο νοηματισμού του κάθε χρώματος στη βόρεια και νότια διάλεκτο της AUSLAN. (σχήμα 34) Σχήμα 34: Τα νοήματα των χρωμάτων στη βόρεια και νότια διάλεκτο της AUSLAN Johnston & Schembri (2007:46) Ακόμη, διαφοροποιήσεις μεταξύ της βόρειας και νότιας διαλέκτου της AUSLAN εμφανίζονται και στο λεξιλόγιο που περιέχει χρονικές πληροφορίες όπως το νόημα «AFTERNOON» και «MORNING» (σχήμα 35,36) Σχήμα 35: Οι διάφορες ποικιλίες του νοήματος «AFTERNOON» στην AUSLAN ανάλογα με την περιοχή. Johnston & Schembri (2007:46) Σχήμα 36: Οι διαφορετικές ποικιλίες του νοήματος «MORNING» στη βόρεια και νότια διάλεκτο της AUSLAN. 73
Schembri et al (2009:195) Επιπλέον οι Woll et al (1991) όπως παρατίθεται στους Schembri et al (2018:7) και Schembri et al (2010:488-490) διαπίστωσαν πως στη BSL εντελώς διαφορετικά νοήματα χρησιμοποιούνται και για της ημέρες της εβδομάδας («MONDAY- SATURDAY»). Πιο συγκεκριμένα, στην ερευνά τους παρατήρησαν πως τα νοήματα που χρησιμοποιούνταν από τους νοηματιστές της περιοχής Μπρίστολ ήταν αποτέλεσμα λεξικοποίησης των ονομάτων από την ομιλούμενη αγγλική μέσω της δακτυλογραφής (fingerspelling) ενώ στην περιοχή της Γλασκόβης χρησιμοποιούνταν εντελώς διαφορετικά νοήματα τα οποία δεν είχαν προκύψει μέσα από λεξικοποίηση. Αυτή η διαφοροποίηση σύμφωνα με τους μελετητές οφείλεται στο γεγονός πως πολλά σχολεία κωφών δημιουργήθηκαν σε αρκετές επαρχιακές πόλεις του Ηνωμένου Βασιλείου κατά τον 19 ο αιώνα, τα οποία δεν ακολουθούσαν κοινή εκπαιδευτική πολιτική καθώς μέχρι τότε δεν υπήρχε κοινό σύστημα εκπαίδευσης των δασκάλων που ασχολούνταν με την εκπαίδευση των κωφών. Ένας ακόμη παράγοντας αυτής της διαφοροποίησης έγκειται και στο γεγονός πως εκείνη την περίοδο η χρήση της νοηματικής είχε απαγορευτεί στα περισσότερα σχολεία κωφών της Ευρώπης, πράγμα το οποίο οδηγούσε τα κωφά παιδιά στην ε- πινόηση νέων νοημάτων κατά την επικοινωνία τους εκτός σχολικού χώρου. Μια ακόμη σημαντική μελέτη για την λεξιλογική ποικιλία στην BSL πραγματοποιήθηκε κι από τους Stamp et al (2014:3) οι οποίοι μελέτησαν τον τρόπο πραγμάτωσης της λεξιλογικής ποικιλίας στα χρώματα, στις χώρες, στους αριθμούς και στις πόλεις του Ηνωμένου Βασιλείου. Πιο αναλυτικά, παρατήρησαν πως κάποια νοήματα για κάποιες πόλεις χρησιμοποιούνταν ως ενδεικτικά ταυτότητας για το νοηματιστή (αν δηλαδή είναι ντόπιος ή ξένος). Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που παρατίθεται για το νόημα «BRISTOL», για το οποίο οι ντόπιοι επιλέγουν μια εντελώς διαφορετική λεξιλογική ποικιλία από αυτούς που δεν κατοικούν στην συγκεκριμένη περιοχή (Stamp et al 2014:35 Stamp 2013:160). Σύμφωνα με την έρευνα μόνο τρεις περιοχές η Γλασκόβη «GLASGOW», το Λονδίνο «LONDON» και το Μάντσεστερ «MANCHESTER» δεν εμφάνισαν τη χρήση ενός ντόπιου λεξιλογικού τύπου κι ενός πιο γενικού. Επιπλέον, αναφορά για γεωγραφική ποικιλία υπάρχει και στην περίπτωση της ΕΝΓ σύμφωνα με την έρευνα των Κουζέλης, Νικολαϊδου & Κασάπη (2007) όπως παρατίθεται στη Βλέτση (2008:6-7), ποικιλία η οποία παρατηρείται κυρίως μεταξύ κάποιων νοημάτων των δύο μεγάλων αστικών κέντρων της Αθήνας και της θεσσαλονίκης όπως στο παράδειγμα του νοήματος «ΔΥΣΚΟΛΟ» στο σχήμα 37, (Quer et al 2010:97-98). 74
Σχήμα 37: Το νόημα «ΔΥΣΚΟΛΟ» στη διάλεκτο της Αθήνας και της θεσσαλονίκης. Βλέτση (2008:7) 3.3.4.2 Κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία ως προς την ηλικία Όπως επισημαίνουν οι Schembri et al (2018:10), Schembri et al (2010:490), Lucas et al (2001:185) και Johnston & Schembri (2007:48) μπορούν να υπάρχουν διαφοροποιήσεις μεταξύ των νοημάτων που χρησιμοποιούν οι ηλικιωμένοι έναντι αυτών των νέων. 78 Μερικές φορές μάλιστα, κάποιοι νέοι κάνουν λόγο και για δυσκολία στην κατανόηση των νοημάτων που χρησιμοποιούνται από τους ηλικιωμένους. Η έρευνα που διεξήχθη από την Woll (1994) όπως παρατίθεται στους Schembri et al (2018:10), επιβεβαίωσε αυτό τον ισχυρισμό, αφού αποδείχθηκε πως οι νέοι νοηματιστές αναγνώριζαν λιγότερες λεξιλογικές ποικιλίες της BSL απ ότι οι ηλικιωμένοι. Μία παρόμοια έρευνα για τη λεξιλογική ποικιλία των νοημάτων της ASL πραγματοποιήθηκε κι από τους Lucas et al (2001:176), οι οποίοι μελέτησαν τους ποικίλους τύπους νοημάτων όπως τα «PIZZA», «BANANA» κ.α. και συσχέτισαν την εμφάνισή τους με τα ποικίλα κοινωνιογλωσσικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών. Αρχικά, σύμφωνα με την έρευνά τους εντοπίστηκαν τρείς πιθανές πραγματώσεις του νοήματος «PIZZA» όπως φαίνεται στο σχήμα 38 που ακολουθεί. Σχήμα 38: Οι διάφορες λεξιλογικές πραγματώσεις του νοήματος «PIZZA» στην ASL 78 Σύμφωνα με τους Schembri et al (2018:10) και Schembri et al (2010:490) αυτό οφείλεται στο γεγονός πως οι περισσότεροι κωφοί προέρχονται από οικογένειες ακουόντων οπότε και μαθαίνουν πολύ αργότερα κάποια ΝΓ όπως επισημάναμε ήδη και στην πρώτη ενότητα αυτού του κεφαλαίου που αναλύσαμε τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των κωφών. 75
Lucas et al (2001:178) Αναλυτικότερα, στην πρώτη εικόνα το νόημα σχηματίζεται μέσω της δακτυλογραφής (fingerspelling) ως λεξικοποιημένο δάνειο από την ομιλούμενη αγγλική. Στην δεύτερη εικόνα όμως, το νόημα σχηματίζεται και με τη χειρομορφή-β («handshape-b») 79 λυγισμένη με την παλάμη να έχει κατεύθυνση προς το στόμα. Ενώ τέλος, μια ακόμη πιθανή εκδοχή του νοήματος είναι αυτή της τρίτης εικόνας όπου το νόημα σχηματίζεται με τα δυο χέρια να σχηματίζουν λυγισμένη την χειρομορφή- L («handshape-l») 80 αναπαριστώντας το στρογγυλό σχήμα της πίτσας (Lucas et al 2001:179-180). Τρεις πιθανές πραγματώσεις ωστόσο, βρέθηκαν και για το νόημα «BANANA» όπως φαίνεται και στο σχήμα 39 που ακολουθεί. Σχήμα 39: Οι διάφορες λεξιλογικές πραγματώσεις του νοήματος «BANANA» στην ASL 79 Η χειρομορφή- Β (handshape- B) στην ASL σχηματίζεται με τα δάχτυλα τεντωμένα κι ενωμένα. 80 Η χειρομορφή-l (handshape-l) στην ASL σχηματίζεται με τον αντίχειρα ανοιχτό, τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστα και τον δείκτη τεντωμένο. 76
Lucas et al (2001:179) Διεξοδικότερα, στην πρώτη περίπτωση το νόημα σχηματίζεται με το κυρίαρχο χέρι να πραγματώνει την χειρομορφή-1 («handshape-1») 81 ενώ το μη κυρίαρχο χέρι κινείται από την κορυφή του δείκτη προς τα κάτω, διαδικασία που μοιάζει με το ξεφλούδισμα μιας μπανάνας. Ένας ωστόσο ακόμη τρόπος πραγμάτωσης του νοήματος είναι κι αυτός της δεύτερης εικόνας όπου η μόνη διαφορά με τον πρώτο τύπο έγκειται στο γεγονός πως το μη κυρίαρχο χέρι παρουσιάζει διαφορετική χειρομορφή, όμως η κίνηση, η χειρομορφή του κυρίαρχου χεριού και η διαδικασία παραμένουν ίδιες. Στον τρίτο πιθανό τύπο σχηματισμού του νοήματος παρατηρούμε αλλαγή τόσο στη χειρομορφή του μη κυρίαρχου χεριού όσο και στη χειρομορφή του κυρίαρχου χεριού όμως και εδώ η κίνηση παραμένει ίδια όπως και η διαδικασία που μοιάζει με το ξεφλούδισμα της μπανάνας. Τα αποτελέσματα της έρευνας των Lucas et al (2001:185) έδειξαν πως κάποιοι λεξιλογικοί τύποι των νοημάτων εμφανίζονται μόνο σε συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες όπως το νόημα «PIZZA» το οποίο εμφανίζει έναν τύπο νοήματος που παρουσιάζεται μόνο μεταξύ των νέων. Ακόμη, στην περίπτωση του νοήματος «BANANA» παρά την ποικιλία των τύπων πραγμάτωσής του, οι Lucas et al (2001:185) παρατήρησαν, πως οι μεσήλικες νοηματιστές δεν προτιμούσαν κανέναν από τους πιθανούς τύπους πραγμάτωσης που παρουσιάσαμε αφού κυρίως προτιμούν να νοηματίζουν το συγκεκριμένο νόημα μέσω της δακτυλογραφής (fingerspelling). 81 Η χειρομορφή 1 σχηματίζεται με το δείκτη τεντωμένο και τα υπόλοιπα δάχτυλα κλειστά σε σχήμα γροθιάς. 77
Επιπλέον, μια ακόμη παρόμοια έρευνα πραγματοποιήθηκε για την BSL και από την Woll (1983) όπως παρατίθεται στους Schembri et al (2018:10) και Schembri et al (2010:490-491) όπου παρατηρήθηκε πως οι νέοι δεν χρησιμοποιούσαν τα ίδια νοήματα με τους ηλικιωμένους για την κατονομασία των χρωμάτων (BROWN, GREEN, PURPLE, YELLOW) και των αριθμών (HUNDRED, THOUSAND), παρ όλα αυτά προτιμούσαν τη χρήση νέων νοημάτων που συνήθως ήταν η δακτυλογραφή του αντίστοιχου τύπου με παράλληλη χρήση μη χειριμικών στοματικών στοιχείων (mouthing). Ακόμη, διαφοροποιήσεις μεταξύ των λεξιλογικών νοημάτων που χρησιμοποιούν οι ηλικιωμένοι έναντι αυτών των νέων, παρουσιάζονται και στα νοήματα που αφορούν τις νέες τεχνολογίες. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των Johnston & Schembri (2007:48) οι ο- ποίοι παραθέτουν τον τρόπο της αλλαγής του νοήματος του τηλεφώνου που σχετίζεται ά- μεσα με τους όλο και νεότερους τεχνολογικά τύπους του τηλεφώνου που ανακαλύφθηκαν (σχήμα 40). Σχήμα 40: Οι διάφοροι λεξιλογικοί τύποι του νοήματος «TELEPHONE» στην AUSLAN κατά την πάροδο των χρόνων Johnston & Schembri (2007:48) Το παράδειγμα ακόμη φανερώνει και την ιστορική αλλαγή των νοημάτων από γενιά σε γενιά. Μια ακόμη παρατήρηση των Johnston & Schembri (2007:48) για την AUSLAN αλλά και των Stamp et al (2014:10) για την BSL έχει να κάνει και με τη σύνδεση της ηλικίας με την δακτυλογραφή (fingerspelling). Πιο αναλυτικά, οι ηλικιωμένοι τείνουν να χρησιμοποιούν τη δακτυλογραφή πολύ πιο συστηματικά από τους νεότερους κι αυτό αντικατοπτρίζει τις εκπαιδευτικές εμπειρίες των ηλικιωμένων, οι οποίοι εκπαιδεύτηκαν με μεθόδους που έδιναν έμφαση στη χρήση της δακτυλογραφής. Η μελέτη των Stamp et al (2015:151) σχετικά με τη λεξιλογική ποικιλία που εμφανίζεται στα νοήματα των αριθμών της BSL απέδειξε πως και εκεί ένας από τους πιο καθοριστικούς παράγοντες για την πραγμάτωση της οποιασδήποτε ποικιλίας ήταν η ηλικία. Πιο διεξοδικά, οι τύποι που εμφανίστηκαν σε δυο διαφορετικές περιοχές της Αγγλίας (Λονδίνο και Μάντσεστερ αντίστοιχα ) παρουσιάζονται και στο σχήμα 41. Σχήμα 41: Διαφορετικοί τύποι απεικόνισης των αριθμών στην BSL 78
Stamp et al (2015:157-158) Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης έρευνας έδειξαν πως οι ηλικιωμένοι προτιμούσαν τη χρήση των παραδοσιακών νοημάτων σε αντίθεση με τους νέους. Παρόλα αυτά εξίσου σημαντικοί παράγοντες για την πραγμάτωση της ποικιλίας ήταν και η τοποθεσία του σχολείου στο οποίο είχαν φοιτήσει οι συμμετέχοντες αλλά και το γλωσσικό τους υπόβαθρο, αφού διαπιστώθηκε πως στο δείγμα των νέων που είχαν κωφούς γονείς χρησιμοποιούσαν επίσης τα παραδοσιακά νοήματα για τους αριθμούς 82 (Stamp et al 2015:163). 3.3.4.3 Κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία ως προς το φύλο Οι Johnston & Schembri (2007:49) διαπιστώνουν πως στην περίπτωση της AUSLAN παρουσιάζονται λεξιλογικοί τύποι που χρησιμοποιούνται κυρίως από γυναίκες ενώ κάποιοι άλλοι αποτελούν κυρίως επιλογή των ανδρών. Αναλυτικότερα, όπως φαίνεται και στο σχήμα 42, το νόημα του χαιρετισμού μπορεί να έχει ποικίλες λεξιλογικές πραγματώσεις ανάλογα με το φύλο. Σχήμα 42: Ποικίλες λεξιλογικές πραγματώσεις του νόηματος του χαιρετισμού στην AUSLAN 82 Όπως διαπιστώνουν Stamp et al (2015:157-158) ακολουθώντας την άποψη των Lucas et al (2001), οι νοηματιστές κωφοί που έχουν κωφούς γονείς τείνουν να χρησιμοποιούν πιο συντηρητικούς τύπους εξαιτίας της έκθεσης τους στα νοήματα των γονέων τους. Σε αντίθεση μ αυτούς, οι κωφοί νοηματιστές από ακούοντες γονείς, προτιμούν τη χρήση πιο νέων τύπων επειδή εκτίθενται σε μεγαλύτερη λεξιλογική ποικιλία νοημάτων κυρίως μέσω των συνομηλίκων τους στο σχολικό περιβάλλον. 79
Johnston & Schembri (2007:49) Πιο συγκεκριμένα, οι άνδρες παλαιότερα συνήθιζαν να χρησιμοποιούν αποκλειστικά το νόημα «DOFF» που παραπέμπει σε άνδρα που βγάζει το καπέλο για να χαιρετήσει, ενώ στις μέρες μας προτιμούν το νόημα «HI» σε αντίθεση με τις γυναίκες που δείχνουν να χρησιμοποιούν περισσότερο το νόημα «HELLO». Στην περίπτωση της BSL όπως επισημαίνεται από τους Schembri et al (2018:12) και Schembri et al (2010:493) δεν έχουν διεξαχθεί ακόμη έρευνες που να αποδεικνύουν συστηματική προτίμηση κάποιου λεξιλογικού τύπου έναντι κάποιου άλλου. Όσον αφορά τώρα την περίπτωση της ASL σύμφωνα με την έρευνα των Lucas et al (2001:186) μόνο σε 8 από τα 34 νοήματα παρουσιάστηκαν διαφοροποιήσεις μεταξύ των νοημάτων των γυναικών και των ανδρών ενώ τα νοήματα στα οποία παρουσιάστηκε διαφοροποίηση αφορούσαν κυρίως νέες έννοιες στο λεξικό των ΝΓ όπως τα «COMPUTER» και «MICROWAVE». 3.3.4.4 Κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία ως προς την εθνικότητα Στην έρευνά τους οι Lucas et al (2001:186) παρατήρησαν πως οι αφρο-αμερικάνοι νοηματιστές χρησιμοποιούσαν λεξιλογικές ποικιλίες που δεν χρησιμοποιούνταν από τους λευκούς νοηματιστές σε 28 από τα 34 νοήματα που ελέγχθηκαν. Αυτό συμβαίνει σύμφωνα με τους ερευνητές επειδή οι αφρο-αμερικάνοι κωφοί διαχωρίστηκαν από τους λευκούς κατά την εκπαίδευσή τους, κάτι το οποίο δεν συνέβη στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, ω- στόσο όπως επισημαίνεται στην Schembri et al (2010:493) πολλές φορές και εκεί πολλοί κωφοί που ανήκουν σε εθνικές μειονότητες τείνουν να σχηματίζουν κοινωνικές ομάδες που συνδυάζουν την εθνική και ακουστική τους ταυτότητα. Ποικιλία στο λεξιλόγιο σύμφωνα με τους Quer et al (2010:98) παρουσιάζει στην περίπτωση της ΕΝΓ η εθνική μειονότητα των ρομά ωστόσο χωρίς εμπειρικές έρευνες που να το αποδεικνύουν. 3.4 Συμπεράσματα κεφαλαίου 80
Ανακεφαλαιώνοντας, στο παρόν κεφάλαιο εξετάσαμε τη διαγλωσσική, γλωσσική και κοινωνιογλωσσική ποικιλία που εμφανίζεται στα γλωσσικά επίπεδα της φωνολογίας, της σύνταξης αλλά και του λεξιλογίου. Αρχικά, διαπιστώσαμε την ύπαρξη της διαγλωσσικής ποικιλίας που εμφανίζεται μεταξύ των γλωσσικών συστημάτων των διαφορετικών ΝΓ. Πρώτα, αναλύσαμε τη διαγλωσσική φωνολογική ποικιλία όπου διαπιστώσαμε την ύπαρξη διαφορετικών φωνολογικών περιορισμών ανάλογα με την εκάστοτε ΝΓ. Έπειτα, διερευνήσαμε τη διαγλωσσική μορφολογική ποικιλία όπου διαπιστώσαμε ποικιλία στον τρόπο σχηματισμού του πληθυντικού, στη χρήση διαφόρων τύπων ταξινομητών, στο μορφολογικό μαρκάρισμα και τη συντακτική κατανομή των ρημάτων σε διαφορετικές ΝΓς. Στο τέλος, περιγράψαμε και τη συντακτική διαγλωσσική ποικιλία όπου και εντοπίσαμε ποικιλία στον τρόπο σχηματισμού της άρνησης και της ερώτησης, στη βασική σειρά όρων αλλά και στη χρήση βοηθητικών ρημάτων συμφωνίας μεταξύ διαφορετικών ΝΓ. Έπειτα, διαπιστώσαμε την ύπαρξη της γλωσσικής ποικιλίας η οποία εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά και τους περιορισμούς της ίδιας της γλώσσας. Αρχικά, εξετάσαμε τη γλωσσική φωνολογική ποικιλία ως προς την τοποθεσία, ως προς τη χειρομορφή αλλά και ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού. Οι γλωσσικοί παράγοντες που ήταν συνήθως υπεύθυνοι για τους δύο πρώτους τύπους της γλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας ήταν συνήθως το φωνολογικό περιβάλλον και η γραμματική κατηγορία του στοιχείου, ενώ στον τρίτο τύπο εκτός από το φωνολογικό περιβάλλον καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε και η επαφή του νοήματος με το σώμα του νοηματιστή. Στην συνέχεια, ελέγξαμε τη γλωσσική συντακτική ποικιλία και ειδικότερα παράγοντες που επιτρέπουν την ποικιλία του Υ. Μερικοί από τους γλωσσικούς παράγοντες που θεωρήθηκαν καθοριστικοί, ήταν η πρωτοπρόσωπη αναφορά, η χρήση ενός ρήματος συμφωνίας στην κύρια πρόταση και η χρήση συναναφορικού Υ. Στη συνέχεια, αναλύσαμε την κοινωνιογλωσσική ποικιλία. Αφού μελετήσαμε τα κοινωνιογλωσσικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών, περάσαμε στην εξέταση της κοινωνιογλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας ως προς την τοποθεσία, ως προς τη χειρομορφή και ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού. Οι κοινωνικοί παράγοντες που εμφανίστηκαν να είναι υπεύθυνοι για τον πρώτο τύπο κοινωνιογλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας, ήταν συνήθως το φύλο, η ηλικία, η κοινωνική τάξη και ο τόπος διαμονής του νοηματιστή. Στο δεύτερο τύπο κοινωνιογλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας, ο πιο σημαντικός κοινωνικός παράγοντας ήταν ο τόπος διαμονής του νοηματιστή ενώ τέλος, στον τρίτο τύπο κοινωνιογλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε η επικοινωνιακή περίσταση, η ηλικία, το γένος και η εθνικότητα. Ακόμη, εξετάσαμε και την κοινωνιογλωσσική συντακτική ποικιλία. Οι κοινωνικοί παράγοντες που αποδείχθηκαν καθοριστικοί γι αυτό το είδος ποικιλίας, ήταν το φύλο του νοηματιστή, η επικοινωνιακή περίσταση αλλά και η επίδραση της κυρίαρχης πλειονοτικής ομιλούμενης γλώσσας στην περίπτωσή μας της αγγλικής. Τέλος, διερευνήσαμε και την κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία, όπου και παρατηρήσαμε πως κοινωνικοί παράγοντες όπως η περιοχή διαμονής και καταγωγής, η ηλικία, η εθνικότητα, η κοινωνική τάξη, το σχολείο φοίτησης, αλλά και το γλωσσικό υπόβαθρο του νοηματιστή μπορούν να είναι υπεύθυνοι για τους λεξιλογικούς ποικίλους τύπους που εμφανίζονται στο 81
πλαίσιο μιας ΝΓ. Ωστόσο πριν προβούμε στα τελικά συμπεράσματά μας είναι σημαντικό να επισημάνουμε και τις μέχρι τώρα έρευνες για την ΕΝΓ. Κεφάλαιο 4: Συμπεράσματα 4.1 Οι μέχρι τώρα μελέτες για την ΕΝΓ Η μελέτη για την ΕΝΓ ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990, η πρώτη έρευνα μάλιστα διεξήχθη από την Λαμπροπούλου (1997) όπως παρατίθεται στην Λαμπροπούλου (1999γ:20-21) η οποία μελέτησε τα βασικά δομικά στοιχεία των νοημάτων (χειρομορφές, κινήσεις, τοποθεσίες) της ΕΝΓ. Πιο αναλυτικά, στην έρευνά της χρησιμοποίησε βιντεοσκοπημένο υλικό συζητήσεων νοηματιστών από τα σωματεία κωφών, μια ομάδα κωφών 10 περίπου ατόμων αλλά και υλικό από συνεδριάσεις των επιτροπών της ΟΜΚΕ. Όπως επισημαίνεται στην Λαμπροπούλου (1999γ:20-21) διαπιστώθηκαν 17 διαφορετικές χειρομορφές που είναι μέρος τεσσάρων ομάδων νοημάτων. Κατοπινοί μελετητές όπως ο Παπασπύρου (1994) επεσήμαναν την ύπαρξη 45 χειρομορφών ενώ άλλοι όπως οι Kourbetis & Hoffmeister (2002) διαπίστωσαν την ύπαρξη 53 χειρομορφών. Ωστόσο όλες αυτές οι διαφοροποιήσεις δεν αποτελούν σημείο διαφωνίας μεταξύ των μελετητών καθώς πρόκειται για χειρομορφές που αποτελούν ζεύγη αλλοφώνων/ αλλομόρφων και όχι νέες αυτόνομες χειρομορφές. Ο Παπασπύρου (1998:19) μάλιστα στη διδακτορική του διατριβή προσπάθησε να προβάλλει την έμφυτη γλωσσική ικανότητα του ανθρώπου ενώ μέσα από μια συγκριτική μελέτη του κατέληξε στη διαφοροποιημένη ονομασία της ΕΝΓ ως κινηματική γλώσσα. Επιπλέον, ο ίδιος πρότεινε κι ένα γραπτό σύστημα για την «κινηματική» κατά την ορολογία του γλώσσα. Επόμενη έρευνα σχετικά με την ΕΝΓ ήταν αυτή της Sapountzaki (2005) η οποία ασχολήθηκε με τον τρόπο εμφάνισης και κατανομής των βοηθητικών ρημάτων στην ΕΝΓ. Στην έρευνά της χρησιμοποίησε βιντεοσκοπημένες διηγήσεις ιστοριών στην ΕΝΓ αλλά και βιντεοσκοπημένο υλικό της ΟΜΚΕ. Αντικείμενο της βασικής της μελέτης αποτέλεσαν τα νοήματα που είναι υπεύθυνα για την εκφορά του χρόνου, την τροπικότητα, τη συμφωνία κ.α. Αναλυτικότερα στην έρευνά της επισημαίνει πως ο χρόνος εκφράζεται μέσα από τη χρήση χρονικών δεικτών και δεν αποτελεί γραμματική κατηγορία. Όπως μάλιστα διαπιστώνει στην ΕΝΓ υ- πάρχουν βοηθητικά ρήματα που δηλώνουν το προτερόχρονο υστερόχρονο, επαναλαμβανόμενο και συνεχές. Έπειτα, η ερευνήτρια διαπιστώνει και την ύπαρξη διαφορετικών σημασιολογικών κατηγοριών δεικτών τροπικότητας και καταλήγει στο συμπέρασμα πως τα βοηθητικά της ΕΝΓ ακολουθούν την εξέλιξη που ακολουθούν τα αντίστοιχα βοηθητικά σε άλλες ΝΓς. Μια ακόμη σημαντική έρευνα για την ΕΝΓ ήταν κι αυτή του Antzaka (2008) ο οποίος στη διδακτορική του διατριβή μελέτησε τον τρόπο εκφοράς της άρνησης στην ΕΝΓ. Ο ερευνητής 82
για την διεξαγωγή της έρευνάς του χρησιμοποίησε βιντεοσκοπημένο υλικό ιστοριών και ελεύθερων συζητήσεων καθώς και γλωσσικό υλικό από εννιά κωφούς πληροφορητές. Μια από τις πιο σημαντικές διαπιστώσεις του ερευνητή ήταν η παράλληλη χρήση μη χειριμικών και χειριμικών νοημάτων για την εκφορά της άρνησης ενώ εντοπίστηκαν και νοήματα με ενσωματωμένη την άρνηση. Ωστόσο, το τελικό συμπέρασμα του ερευνητή ήταν πως το αρνητικό μόριο τοποθετείται κυρίως στο τέλος της πρότασης. Επόμενη έρευνα για την ΕΝΓ ήταν κι αυτή της Hatzopoulou (2008) η οποία στη διδακτορική της διατριβή μελέτησε τον τρόπο εμφάνισης της γλωσσικής χρήσης της δείξης ως αντωνυμίας πρώτου και μη πρώτου προσώπου στην ΕΝΓ. Η ερευνήτρια για τη διεξαγωγή της έρευνάς της βιντεοσκόπησε την επικοινωνία ενός κωφού παιδιού με τα συγγενικά του πρόσωπα από την ηλικία των 12 έως 36 μηνών. Διαπίστωσε πως τα κωφά παιδιά κατακτούν τις προσωπικές αντωνυμίες στην ίδια περίπου ηλικία με τα ακούοντα παιδιά παρά την ομοιότητα στη μορφή της αντωνυμίας με τη δεικτική χειρονομία. Μια ακόμη έρευνα μικρότερης έκτασης πραγματοποιήθηκε την ίδια χρονιά από τη Βλέτση (2008) στη μεταπτυχιακή διπλωματική της διατριβή στην οποία μελέτησε τη γραμματικοποίηση του παρελθοντικού χρόνου και της ρηματικής όψης στην ΕΝΓ. Η ερευνήτρια χρησιμοποίησε ένα δομημένο τεστ στο οποίο συμμετείχαν έξι κωφοί πληροφορητές ενώ σκοπός της ήταν να διερευνήσει τον τρόπο πραγμάτωσης του αορίστου. Στην έρευνα διαπιστώθηκε τελικά ένας ομοιόμορφος κανόνας για τη γραμματικοποίηση του συνοπτικού στο παρελθόν αλλά ποικιλία στον τρόπο δήλωσης του μη συνοπτικού. Μια από τις επόμενες έρευνες ήταν κι αυτή του Μαυρέα (2011) ο οποίος στη διατριβή του ερεύνησε τις παραμέτρους του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ. Στην έρευνά του χρησιμοποίησε συνεντεύξεις με κωφούς νοηματιστές και προσπάθησε να μελετήσει τη γλωσσική τους συμπεριφορά. Αναζήτησε επίσης τους φορείς που εμπλέκονται στο γλωσσικό σχεδιασμό ενώ παρατήρησε τον ιδιαίτερο τρόπο κατάκτησης της ΕΝΓ κι εντόπισε έντονη ποικιλομορφία λόγω των δάνειων στοιχείων από την ομιλούμενη ελληνική αλλά και άλλες γεωγραφικές και ηλικιακές ποικιλίες. Μια από τις τελευταίες έρευνες για την ΕΝΓ ήταν αυτή της Ανδρικοπούλου (2015), η οποία στην διατριβή της μελέτησε τη μορφολογική διαδικασία της σύνθεσης στην ΕΝΓ. Στην έρευνα της εξέτασε τους κανόνες που διέπουν τη διαδικασία της σύνθεσης αλλά και τις αλλαγές που λαμβάνουν χώρα κατ αυτή τη διαδικασία αλλά και τις επιμέρους σχέσεις των νοημάτων. Η ερευνήτρια κατέληξε, πως το σύνθετο είναι μια ενιαία μονάδα που λειτουργεί ως ένα νόημα και κατά την παραγωγή του δεν δύναται να παρεμβληθούν άλλα νοήματα στο εσωτερικό του. Ύστερα από την παράθεση όλων των ερευνών για την ΕΝΓ παρατηρούμε πως οι έρευνες για αυτήν είναι αρκετά περιορισμένες. Έρευνες όπως αυτές που αναλύσαμε διεξοδικά στο προηγούμενο κεφάλαιο σχετικά με τη γλωσσική και κοινωνιογλωσσική ποικιλία που χαρακτηρίζει τις ΝΓς όπως την ASL και BSL δεν έχουν πραγματοποιηθεί για την ΕΝΓ. Αυτό μας δί- 83
νει τη δυνατότατα να προβούμε στα παρακάτω καταληκτικά συμπεράσματα της εργασίας μας. 4.2 Σύνοψη της εργασίας και καταληκτικά συμπεράσματα Καταλήγοντας, στην παρούσα εργασία αφού μελετήσαμε το υπόβαθρο των ΝΓ δίνοντας τον ανάλογο ορισμό τους, παρουσιάσαμε την εντελώς διαφορετική τροπικότητά τους (1.1). Στη συνέχεια, περιγράψαμε την ιστορία εκπαίδευσης των κωφών σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο (1.2) και προχωρήσαμε σε μια ανάλογη ιστορική περιγραφή του συστήματος αυτού και για τα ελληνικά δεδομένα, περιγράφοντας την ιστορία εκπαίδευσης των κωφών στην Ελλάδα αλλά και το ευρύτερο πλαίσιο της ένταξής τους (1.3). Στο δεύτερο κεφάλαιο προχωρήσαμε στην εξέταση του γλωσσικού συστήματος των ΝΓ τριών γλωσσικών επιπέδων, της φωνολογίας, της μορφολογίας και της σύνταξης. Αρχικά, διαπιστώθηκε πως τα νοήματα δεν αποτελούν ολιστικές χειρονομίες αλλά μπορούν να αναλυθούν σε κατηγορίες που δεν διαθέτουν αυτόνομες κάποιο νόημα: τη χειρομορφή, την τοποθεσία, την κίνηση, τον προσανατολισμό και την έκφραση (2.1.1). Επίσης, επισημάνθηκε πως διαφοροποιώντας κάποιο από τα χαρακτηριστικά αυτά που δεν διαθέτουν σημασία υπάρχει η δυνατότητα να μεταβληθεί ολόκληρη η σημασία του νοήματος (ελάχιστα ζεύγη) (2.1.2). Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι τα στοιχεία χωρίς σημασία υπόκεινται σε κάποιους φωνολογικούς περιορισμούς κατά το συνδυασμό τους για την παραγωγή των νοημάτων (2.1.4) και μπορεί να μεταβάλλονται ανάλογα με το φωνολογικό περικείμενο. Ακόμη, παρατηρήθηκαν και κάποιες φωνολογικές διαδικασίες (2.1.5) όπως αυτή της αφομοίωσης και της α- ποκοπής του μη κυρίαρχου χεριού. Στη συνέχεια, ύστερα από τη μελέτη της εσωτερικής δομής των νοημάτων (2.2.1) διαπιστώθηκε πως η μικρότερη μονάδα σημασίας στις ΝΓς όπως και στις ομιλούμενες είναι το μόρφημα. Οι ΝΓς διαθέτουν ρίζες, προσφυματικά, ελεύθερα, δεσμευμένα, λεξικά, γραμματικά, παραγωγικά και κλιτικά μορφήματα που συνδυάζονται κατάλληλα με τις ανάλογες μορφολογικές διαδικασίες για το σχηματισμό των νοημάτων. Συγκεκριμένα, μέσα από τη μελέτη του τρόπου σχηματισμού του πληθυντικού (2.2.2) μελετήθηκαν μορφολογικές διαδικασίες όπως αυτή του αναδιπλασιασμού. Ακόμη, μέσω της μελέτης της ρηματικής μορφολογίας (2.2.3) διαπιστώθηκε πως διαφορετικά είδη ρημάτων διαθέτουν και διαφορετικούς περιορισμούς κατά την κατανομή τους και κατά την έκφραση της συμφωνίας. Κατόπιν κατά τη μελέτη της συντακτικής (2.3) σειράς όρων των ΝΓ διαπιστώθηκαν κάποιες από τις βασικές σειρές όρων διαφόρων ΝΓ (2.3.1). Επιπλέον, παρατηρήθηκε η ύπαρξη και νομιμοποίηση των κενών υποκειμένων (2.3.2) και ερευνήθηκαν οι διάφοροι τρόποι σχηματισμού της άρνησης που μας έδωσαν μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για την σειρά των όρων στις ΝΓς και ιδιαίτερα για την ΕΝΓ όπου διαπιστώθηκε πως το αρνητικό μόριο καταλαμβάνει σχεδόν πάντα τη μεταρηματική θέση. 84
Στο τρίτο κεφάλαιο διατυπώθηκε η άποψη πως οι ΝΓς χαρακτηρίζονται από ποικιλία κατά τη δομική αναπαράστασή τους. Αρχικά, εντοπίστηκε η διαγλωσσική ποικιλία που υπάρχει μεταξύ των γλωσσικών συστημάτων των διαφορετικών ΝΓ (3.1). Πρώτα, εξετάστηκε η διαγλωσσική φωνολογική ποικιλία όπου διαπιστώθηκε η ύπαρξη διαφορετικών φωνολογικών περιορισμών ανάλογα με την εκάστοτε ΝΓ (3.1.1). Έπειτα, διερευνήθηκε η διαγλωσσική μορφολογική ποικιλία (3.1.2) όπου εντοπίστηκε ποικιλία στον τρόπο σχηματισμού του πληθυντικού, στη χρήση διαφόρων τύπων ταξινομητών, στο μορφολογικό μαρκάρισμα και τη συντακτική κατανομή των ρημάτων σε διαφορετικές ΝΓς. Τέλος, εξετάστηκε και η συντακτική διαγλωσσική ποικιλία (3.1.3) όπου και πάλι εντοπίστηκε ποικιλία στον τρόπο σχηματισμού της άρνησης και της ερώτησης, στη βασική σειρά όρων αλλά και στη χρήση βοηθητικών ρημάτων συμφωνίας μεταξύ διαφορετικών ΝΓ. Εν συνεχεία, παρατηρήθηκε και η ύπαρξη της γλωσσικής ποικιλίας η οποία εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά και τους περιορισμούς της ίδιας της γλώσσας (3.2). Αρχικά, διερευνήθηκε η γλωσσική φωνολογική ποικιλία (3.2.1) ως προς την τοποθεσία (3.2.1.1), ως προς τη χειρομορφή (3.2.1.2) αλλά και ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού (3.2.1.3). Οι γλωσσικοί παράγοντες που είναι συνήθως υπεύθυνοι για τους δύο πρώτους τύπους γλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας είναι συνήθως το φωνολογικό περιβάλλον και η γραμματική κατηγορία του στοιχείου. Ενώ στον τρίτο τύπο εκτός από το φωνολογικό περιβάλλον καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε και η επαφή του νοήματος με το σώμα του νοηματιστή. Στην συνέχεια λόγο έλλειψης ερευνών για τη γλωσσική μορφολογική ποικιλία, εξετάστηκε η γλωσσική συντακτική ποικιλία (3.2.2) και ειδικότερα οι παράγοντες που επιτρέπουν την ποικιλία μεταξύ της χρήσης ρητά εκπεφρασμένου αντωνυμικού Υ και κενού Υ αντίστοιχα. Μερικοί από τους γλωσσικούς παράγοντες που θεωρήθηκαν καθοριστικοί, ήταν η πρωτοπρόσωπη αναφορά, η χρήση ενός ρήματος συμφωνίας στην κύρια πρόταση και η χρήση συναναφορικού Υ. Έπειτα, εντοπίστηκε και η κοινωνιογλωσσική ποικιλία που συσχετίζει τα γλωσσικά χαρακτηριστικά με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών (3.3). Έτσι, αφού μελετήθηκαν πρώτα τα κοινωνιογλωσσικά χαρακτηριστικά των νοηματιστών (3.3.1), περάσαμε στην εξέταση της κοινωνιογλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας (3.3.2) ως προς την τοποθεσία (3.3.2.1) ως προς τη χειρομορφή (3.3.2.2) και ως προς την αποκοπή του μη κυρίαρχου χεριού (3.3.2.3). Οι κοινωνικοί παράγοντες που εμφανίστηκαν να είναι υπεύθυνοι για τον πρώτο τύπο κοινωνιογλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας, ήταν συνήθως το φύλο, η ηλικία, η κοινωνική τάξη και ο τόπος διαμονής του νοηματιστή. Στο δεύτερο τύπο κοινωνιογλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας, ο πιο σημαντικός κοινωνικός παράγοντας ήταν ο τόπος διαμονής του νοηματιστή. Ενώ τέλος, στον τρίτο τύπο κοινωνιογλωσσικής φωνολογικής ποικιλίας καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε η επικοινωνιακή περίσταση, η ηλικία, το γένος και η εθνικότητα. Στη συνέχεια, λόγο έλλειψης ερευνών για την κοινωνιογλωσσική μορφολογική ποικιλία, διερευνήσαμε την κοινωνιογλωσσική συντακτική ποικιλία (3.3.3). Οι κοινωνικοί παράγοντες που αποδείχθηκαν καθοριστικοί γι αυτό το είδος ποικιλίας, ήταν το φύλο του νοηματιστή, η επικοινωνιακή περίσταση αλλά και η επίδραση της κυρίαρχης πλειονοτικής ομιλούμενης 85
γλώσσας στην περίπτωσή μας της αγγλικής. Τέλος, διερευνήθηκε και η κοινωνιογλωσσική λεξιλογική ποικιλία (3.3.4) όπου και διαπιστώθηκε πως κοινωνικοί παράγοντες όπως η περιοχή διαμονής και καταγωγής, η ηλικία, η εθνικότητα, η κοινωνική τάξη, το σχολείο φοίτησης, αλλά και το γλωσσικό υπόβαθρο του νοηματιστή, μπορούν να είναι υπεύθυνοι για τους λεξιλογικούς ποικίλους τύπους που εμφανίζονται στο πλαίσιο μιας ΝΓ. Έπειτα, περνώντας στην καταγραφή των ερευνών που έχουν διεξαχθεί για την ΕΝΓ (4.1) διαπιστώσαμε πως οι μελέτες αυτές είναι αρκετά περιορισμένες. Ανάλογη έρευνα που να μελετά τη δομική γλωσσική και κοινωνιογλωσσική ποικιλία στα γλωσσικά επίπεδα ανάλυσης της φωνολογίας, της μορφολογίας και της σύνταξης δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί για την ΕΝΓ. Ευελπιστούμε λοιπόν σε ανάλογες μελλοντικές μελέτες που θα διερευνούν την τυπολογική ποικιλία στην ΕΝΓ. Τέτοιες μελέτες θα μπορέσουν αρχικά να μας αποκαλύψουν πτυχές του δομικού συστήματος των ΝΓ, θα μας επιτρέψουν να προβούμε σε συσχετισμό τους με τις ομιλούμενες γλώσσες αλλά θα μας φανούν εξαιρετικά χρήσιμες αποτελώντας ακόμη και θεωρητικό πλαίσιο σε εφαρμογές της επιστήμης της διδακτικής. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Aarons, D. (1994). Aspects of the syntax of American Sign Language. Doctoral dissertation, Boston University. Antzakas, K. (2008). Aspects of Morphology and Syntax of Negation in Greek Sign Language. PhD thesis, City University of London. Antzakas K. & Quer J.. (2015).Η ρηματική συμφωνία στην ελληνική νοηματική γλώσσα. Μελέτες για την ελληνική γλώσσα 35, 92-105. Antzakas K. & Woll B.. (2001). Head Movements and Negation in Greek Sign Language. Department of Language and Communication Science, City University, London. Aronoff, M., I. Meir, C.Padden & W. Sandler (2004). Morphological universals and the sign language type, στο Geert Booij & Jaap van Marle (εκδ.) Yearbook of Morphology. Kluwer Academic Publishers, σσ, 19-39 http://sandlersignlab.haifa.ac.il/pdf/morphological%20universals%20&%20sl (τελευταία πρόσβαση: 08.08.2018) Aronoff, M., Meir, I., Sandler, W. (2005). The paradox of sign language morphology. In Language v.81 No 2. 301-344. 86
Baker, C. & Cokely, D. (1980). American Sign Language: A Teacher s Resource Text on Grammar and Culture. Silver Spring, MD: T. J. Publishers. Battison, R. (1978). Lexical Borrowing in American Sign Language. Silver Spring, MD: Linstok Press. Bayley, R., Lucas, C., & Rose, M. (2002). Phonological variation in American Sign Language: The case of 1 handshape. Language Variation and Change, 14, 19-53. Brennan, M. (1990). Productive Morphology in British Sign Language. In Prillwitz, P. and Volhaber, T. (Eds.), Current trends in European Sign Language Research. Proceedings of the 3rd European Congress on Sign Language Reseach. Hamburg: Signum. Brennan, M. (1994). Word order: Introducing the issues. In: M. Brennan & G. Turner (eds.), Word-order issues in sign language: working papers. Durham: International Sign Linguistics Association. 9-46. Brentari, D.(1998). A Prosodic Model of Sign Language Phonology. Cambridge, MA: MIT Press. Brentari, D. (2010). Sign Languages. Cambridge: Cambridge University Press Brentari, D. (in press). Sign Language phonology. Cambridge: Cambridge University Press Chambers J. K. & Trudgill P. (2011) Διαλεκτολογία (μτφρ. Σ.Λαμπροπούλου). Αθήνα: εκδόσεις Πατάκη Chomsky, N. 1981. Lectures on Government and Binding. Dordrecht: Foris. Crasborn, O. (2001). Phonetic Implementation of Phonological Categories in Sign Language of the Netherlands. Utrecht: LOT (Netherlands Graduate School of Linguistics). Orfanidou E., Woll B. & Morgan G. (2015). Research Methods in Sign Language Studies: A Practical Guide. Wiley Blackwell. Els van der Kooij. (2002). Phonological Categories in Sign Language of the Netherlands: The Phonetic Implementation and Iconicity. Utrecht: LOT (Netherlands Graduate School of Linguistics) Fenlon,J., Schembri,A., Rentelis,R., & Cormier, K. (2013). Variation in Handshape and Orientation in British Sign Language: The Case of the 1 Hand Configuration. Language and Communication, 33, 69 91. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/pmc3688332/ (τελευταία πρόσβαση: 13.08.2018) Fenlon, J., Cormier, K., & Brentari, D. (in press). The phonology of sign languages. In S. J. Hannahs & A. Bosch(Eds.),The Routledge Handbook of Phonological Theory: Routledge. 87
https://www.academia.edu/10304718/the_phonology_of_sign_languages_2018_ (τελευταία πρόσβαση: 08.08.2018) Fromkin V., Rodman R., Hyams N., (2008) Εισαγωγή στη μελέτη της γλώσσας (μτφρ. Ε. Βάζου, Γ. Ι. Ξυδόπουλος, Φ. Παπαδοπούλου, Α. Τσαγγαλίδης) (2 η έκδοση- Μάρτιος 2010). Αθήνα: εκδόσεις Πατάκη Hatzopoulou, M. (2008). Acquisition of reference to self and others in Greek Sign Language. PhD thesis, Stockholm University. Hohenberger A. (2007). The possible range of variation between sign languages: Universal Grammar, modality and typological aspects. In Perniss P.M., Pfau R. & Steinbach M. (ed). Visible Variation, Comparative Studies on Sign Language Structure (p.p.341-376). New York: Mouton de Gruyter Johnston, T. & Schembri, A. (2007). Australian Sign Language: An Introduction to Sign Language Linguistics. Cambridge: Cambridge University Press. Cormier K., Fenlon J. & Schembri A. (2015). Indicating verbs in British Sign Language favour motivated use of space. De Gruyter Open. https://www.academia.edu/11426092/indicating_verbs_in_british_sign_language_favour_ motivated_use_of_space_2015_(τελευταία πρόσβαση: 09.08.2018) Kourbetis V. & Hoffmeister R. (2002). Name Signs in Greek Sign Language. American Annals of the Deaf, 147 (3). 35-43 Labov, W. (1990). The intersection of sex and social class in the course of linguistic change, Language Variation and Change, 19: 205-254. Labov, W. (2001). Principles of Linguistic Change: Social Factors. Oxford, Blackwell. Liddell, S. K. (1980). American Sign Language Syntax. The Hague: Mouton. Liddell, S., & Johnson, R.E. (1989). American sign language: The phonological base. Sign language studies, 64, 195-277. Liddell, S. K. (2003). Grammar, gesture and meaning in American Sign Language. Cambridge: Cambridge University Press. Lucas, C., Robert B. & Clayton V. (2001). Sociolinguistic Variation in American Sign Language. Washington, DC: Gallaudet University Press. Amsterdam: Benjamins. Lucas, C. (2004). The Sociolinguistics of Sign Languages. Cambridge United Kingdom: Cambridge University Press. Lucas C. & Bayley R. (2010). Variation in American Sign Language. In D. Brentari (ed). Sign Languages (p.p.451-475). Cambridge: Cambridge University Press 88
Lyons, J. (1995). Εισαγωγή στη Γλωσσολογία (μτφρ. Μ. Αραπόπουλου, Α. Αρχάκης, Μ. Βραχιονίδου, Αι. Καρρά) (14 η έκδοση- Δεκέμβριος 2008). Αθήνα: εκδόσεις Πατάκη Mathur G. & Rathmann C. (2010). Verb agreement in Sign Language morphology. In D. Brentari (ed). Sign Languages (p.p.173-196). Cambridge: Cambridge University Press McKee R. I. (2007). Hand to Mouth: The role of mouthing in NZSL. Conference: Australian Sign Language Interpreters Association Conference 2007, Volume:Across the Board: ASLIA Victoria Newsletter, Vol 2, Issue 4. https://www.researchgate.net/publication/268804240_hand_to_mouth_the_role_of_mou thing_in_nzsl (τελευταία πρόσβαση: 16.08.2018) McKee, D., McKee, R. & Major, G. (2008). Variation in the NZSL number system. In R. M. de Quadros (ed.), Sign Languages: Spinning and unraveling the past, present and future. (p.p. 296 313). Moores, D. (1996). Educating the deaf. Psychology, Principles and Practices, 4 th edition. Boston, MA: Houghton Mifflin Company. Nadolske M.A. & Rosenstock R. (2007). Occurrence of mouthings in American sign languages: A preliminary study. In Perniss P.M., Pfau R. & Steinbach M. (ed). Visible Variation, Comparative Studies on Sign Language Structure (p.p.35-63). New York: Mouton de Gruyter Neidle, C., Kegl, J., Bahan, B., Lee, R. G. (2000). The syntax of American Sign Language: Functional categories and hierarchical structure. Cambridge, MA: The MIT Press. Nespor M. (1999). Φωνολογία, επιμ. Α. Ράλλη. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη. Padden, C. (1980). The Deaf Community and the culture of deaf people. In C. Baker and R. Battison (eds.), Sign Language and the deaf community. Silver Spring, MD: National Association of the Deaf. Padden, C. (1981). Some arguments for syntactic patterning in American Sign Language. Sign Language Studies, 10(32), 239-259. Perniss, P., Pfau R., Steinbach, M. (2007). Can t you see the difference? Sources of variation in sign language structure. In Visible Variation: Comparative Studies on Sign Language Structure, (ed.). P. Perniss, R. Pfau, M. Steinbach. 1 34. Berlin: Mouton de Gruyter. Pfau, R. & Quer, J. (2010). Nonmanuals: their grammatical and prosodic roles. In Sign Languages, ed. D Brentari. 381 402. Cambridge, UK: Cambridge Univ. Press 89
Quer J., Mazzoni L., & Sapountzaki G. (2010). Transmission of Sign Languages in Mediterranean Europe. In D. Brentari (ed). Sign Languages (p.p. 95-112). Cambridge: Cambridge University Press Ronice Mȕller de Quadros & Lillo Martin D. (2010). Clause Structure. In D. Brentari (ed). Sign Languages (p.p. 225-251). Cambridge: Cambridge University Press Sandler, W. & Lillo-Martin, D. (2001). Natural Sign Languages. In Handbook of Linguistics. M.Aronoff & J. Rees-Miller (eds.), 2001. 533-562. http://sandlersignlab.haifa.ac.il/pdf/natural%20sign%20languages.pdf%20.pdf (τελευταία πρόσβαση: 08.08.2018) Sandler, W. (2003a). On the Complementarity of Signed and Spoken Languages. In Language Competence Across Populations: Towards a definition of SL, Y. Levy & J. Schaeffer (Eds).Mahwah, NJ: Lawrence Erlbaum Ass, 383-409 http://sandlersignlab.haifa.ac.il/pdf/complementarity.pdf (τελευταία πρόσβαση: 08.08.2018) Sandler, W. (2003b). Sign Language Phonology στο William Frawley (εκδ.) The Oxford International Encyclopedia of Linguistics. http://sandlersignlab.haifa.ac.il/pdf/sign%20language%20phonology%20oel(τελευταία πρόσβαση: 12.08.2018) Sandler, W. (2005). An Overview of Sign Language Linguistics στο Keith Brown (εκδ.), Encyclopedia of Language and Linguistics, τ.11, 2 η έκδοση, σσ: 328 348. Oxford, UK: Elsevier http://sandlersignlab.haifa.ac.il/html/html_eng/pdf/ams%20language.pdf(τελευταία πρόσβαση: 14.08.2018) Sandler, W & Lillo-Martin, D. (2006). Sign Language and Linguistic Universals. Cambridge: Cambridge University Press. Sapountzaki, G. (2005). Free functional elements of Tense, Aspect, Modality and Agreement as possible auxiliaries in Greek Sign Language. PhD thesis, University of Bristol. Schembri, A., Johnston, T. & Goswell, D. (2006). NAME dropping: Location variation in Australian Sign Language. In C. Lucas (ed.), Multilingualism and Sign Languages: From the Great Plains to Australia (pp. 121 156). Sociolinguistics in Deaf Communities,Vol. 12. Washington, DC: Gallaudet University Press. Schembri, A., McKee, D., McKee, R., Pivac, S., Johnston, T., & Goswell, D. (2009). Phonological variation and change in Australian and New Zealand Sign Languages: The location variable. Language variation and change, 21, 193-231. Schembri, A., Cormier, K., Johnston, T., McKee, D., McKee, R., & Woll, B. (2010). Sociolinguistic Variation in British, Australian and New Zealand Sign Language. In D. Brentari (Ed.), Sign Languages (pp. 476 498). Cambridge: Cambridge University Press. 90
Schembri, A., Stamp, R., Fenlon, J. and Cormier K. (2018). Variation and change in English varieties of British Sign Language. https://www.academia.edu/35862482/variation_and_change_in_english_varieties_of_britis h_sign_language_2018_(τελευταία πρόσβαση: 17.08.2018) Stamp, R. (2013). Sociolinguistic Variation, Language Change and Contact in the British Sign Language (BSL) lexicon. University College London: London, Unpublished Ph.D. thesis. http://discovery.ucl.ac.uk/1393284/(τελευταία πρόσβαση: 18.08.2018) Stamp, R., Schembri, A., Fenlon, J., Rentelis, R. Woll B. & Cormier K. (2014). Lexical Variation and change in British Sign Language. https://www.academia.edu/3386670/lexical_variation_and_change_in_british_sign_langua ge(τελευταία πρόσβαση: 19.08.2018) Stamp, R., Schembri, A., Fenlon, J. and Rentelis, R. (2015). Sociolinguistic Variation and change in British Sign Language number signs: Evidence of leveling?. Sign Language Studies, 15 (2): 151 181. https://www.academia.edu/7877617/sociolinguistic_variation_and_change_in_british_sign _Language_Number_Signs_Evidence_of_levelling(τελευταία πρόσβαση: 12.08.2018) Stokoe, W. (1960). Sign Language Structure. An outline of the visual communication systems of the American Deaf. Studies in Linguistic Occasional Papers 8. Buffalo: University of Buffalo Press. (1993 Reprint ed.). Sutton-Spence, R.L. & Woll, B. (1999). The linguistics of British Sign Language. Cambridge: Cambridge University Press. Sutton-Spence, R. L., Woll, B., Elton, F. (2001). Multilingualism. In Lucas, C. (Ed.). The sociolinguistics of sign language (pp.8-32). Cambridge Cambridge University Press. Wardhaugh, R. (1992) [1986], An introduction to sociolinguistics. Oxford: Blackwell Zeshan, U. (2000). Sign language in Indopakistan: A description of a signed language. Zeshan, U. (2003). Indo-Pakistani Sign Language grammar: a typological outline. Sign Language Studies, 157-212. Ανδρικοπούλου, Γ. Ε. (2015). Η Σύνθεση και τα Σύνθετα Νοήματα στην Ελληνική Νοηματική Γλώσσα. Διδακτορική Διατριβή. Πανεπιστήμιο Πατρών. Σχολή Ανθρωπιστικών & Κοινωνικών Επιστημών. Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης. Αρχάκης, Α. & Μ. Κονδύλη. (2002). Εισαγωγή σε ζητήματα κοινωνιογλωσσολογίας. Αθήνα: Νήσος. 91
Βλέτση, Ελ. (2008). Η γραμματικοποίηση του παρελθοντικού χρόνου και της ρηματικής όψης στην Ελληνική Νοηματική Γλώσσα. Διπλωματική Μεταπτυχιακή Εργασία, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλολογίας-Τομέας Γλωσσολογίας. Θεοφανοπούλου-Κοντού, Δ. (2002) Γενετική Σύνταξη: Το πρότυπο της Κυβέρνησης και Αναφορικής Δέσμευσης. Εκδόσεις Καρδαμίτσα: Αθήνα. Κασβίκη, Μ.Π.(2017). Η Σειρά Προτασιακών Όρων στην Ελληνική Νοηματική Γλώσσα. Διπλωματική Μεταπτυχιακή Εργασία, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών, Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών Τομέας Γλωσσολογίας. Κουρμπέτης, Β.,Ε. Ευθυμίου, Μ. Κατσογιάννου & Γ. Σταϊνχάουζερ (2005). Πολυμεσικά Λεξικά Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας: Γλωσσικά και εκπαιδευτικά εργαλεία στο http://www.specialeducation.gr/frontend/index.php (τελευταία πρόσβαση: 12.08.2018) Λαμπροπούλου, Β. (Επ.) (1999α). Η κοινωνία και οι Κωφοί, κοινότητα και κουλτούρα Κωφών. 1ο Εκπαιδευτικό Πακέτο Επιμόρφωσης Εκπαιδευτικών. Ε.Π.Ε.Α.Ε.Κ. ΥΠ.Ε.Π.Θ. Πανεπιστήμιο Πατρών Π.Τ.Δ.Ε. Μονάδα Αγωγής Κωφών Λαμπροπούλου, Β. (Επ.) (1999β). Εκπαίδευση και Κωφό Παιδί. 3o Εκπαιδευτικό Πακέτο Ε- πιμόρφωσης Εκπαιδευτικών. Ε.Π.Ε.Α.Ε.Κ. ΥΠ.Ε.Π.Θ. Πανεπιστήμιο Πατρών Π.Τ.Δ.Ε. Μονάδα Αγωγής Κωφών Λαμπροπούλου, Β. (Επ.) (1999γ). Γλωσσική Ανάπτυξη και Κωφό Παιδί. 4o Εκπαιδευτικό Πακέτο Επιμόρφωσης Εκπαιδευτικών. Ε.Π.Ε.Α.Ε.Κ. ΥΠ.Ε.Π.Θ. Πανεπιστήμιο Πατρών Π.Τ.Δ.Ε. Μονάδα Αγωγής Κωφών Μαυρέας, Δ. (2011). Γλωσσικός Σχεδιασμός: η περίπτωση της Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας (ΕΝΓ). Διδακτορική Διατριβή. Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ). Σχολή Φιλοσοφική. Τμήμα Φιλολογίας. Τομέας Γλωσσολογίας. http://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/24680 (τελευταία πρόσβαση: 07.08.2018) Νόμος 3699/2008 - ΦΕΚ 199/Α/2-10-2008: Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες: http://dipe.kav.sch.gr/wpcontent/uploads/2014/12/n_3699_2008.pdf (τελευταία πρόσβαση: 29.09.2018) Νόμος 4074/2012 ΦΕΚ 88/ Α / 11.4.2012: Κύρωση της Σύμβασης για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες και του προαιρετικού πρωτοκόλλου στη σύμβαση για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες: https://www.e-nomothesia.gr/diethneis-sunthekes/nomos- 4074-2012-fek-88a-11-4-2012.html (τελευταία πρόσβαση: 29.09.2018) Νόμος 4488/2017 - ΦΕΚ 137/ Α /13.09.2017: Για την αναγνώριση της ΕΝΓ ως ισότιμης με την Ελληνική. Ανακτήθηκε από:https://www.omke.gr/wp-content/uploads/n.-4488-2017.pdf (τελευταία πρόσβαση: 09.08.2018) Παπασπύρου Χ. (1994) «Κινηματική Γλώσσα» στο Γλώσσα, τ.32, σ.σ 18-43. 92
Παπασπύρου, X. (1998). ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Ράλλη Α. (2005). Μορφολογία. Αθήνα: Πατάκης Ρούσσου, Α. 2015. Σύνταξη. Γραμματική και μινιμαλισμός. [Ηλεκτρονικό σύγγραμμα]. Αθήνα: ΣΕΑΒ. https://repository.kallipos.gr/handle/11419/581 (τελευταία πρόσβαση: 20.08.2018) Σαπουντζάκη, Γ. (2016). Μπες στο Νόημα! Β μέρος: αντιπαραβολή σημασιολογικών πεδίων μεταξύ ομιλούμενης Ελληνικής και Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας. Βιβλίο και DVD. Αυτοέκδοση Παράρτημα 93
Παράρτημα 1 Το δαχτυλικό αλφάβητο της ΕΝΓ όπως παρατίθεται από την Λαμπροπούλου (1999β:33) ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΚΩΦΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΑΚΤΥΛΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ 94
Παράρτημα 2 Ο πίνακας του Braem (1990) όπως παρατίθεται στην Brentari (in press: 103), που παρουσιάζει σε στάδια τις χειρομορφές που κατακτούν πρώτα τα κωφά παιδιά, ξεκινώντας από τις πιο απλές προς τις πιο σύνθετες χειρομορφές της ASL. 95
Παράρτημα 3 Ταυτόχρονα σύνθετα νοήματα σύμφωνα με την Άνδρικοπούλου (2015:87-88) είναι τα ε- ξής: (1) Αεροπλανοφόρο (ΠΛΟΙΟ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ-ΠΟΥ ΠΡΟΣΓΕΙΩΝΕΤΑΙ ΠΟΛΕΜΙΚΟ ) «Το σύνθετο αποτελείται από τρία συστατικά μέρη/νοήματα. Τα δύο παράγονται ταυτόχρονα (ΠΛΟΙΟ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ-ΠΟΥ-ΠΡΟΣΓΕΙΩΝΕΤΑΙ) και το τρίτο ακολουθεί (ΠΟΛΕΜΙΚΟ)» Άνδρικοπούλου (2015:87). (2) Πρόβλεψη (ΒΛΕΠΩ ΜΠΡΟΣΤΑ ΚΑΤΩ-ΑΠΟ-ΕΜΠΟΔΙΟ) «Το σύνθετο ΠΡΟΒΛΕΨΗ αποτελείται από τρία συστατικά μέρη/νοήματα. Τα Νοήματα αυτά δε παράγονται διαδοχικά, αλλά ταυτόχρονα. Το ένα χέρι παράγει το Νόημα ΕΜΠΟΔΙΟ και τα άλλο χέρι παράγει (ταυτόχρονα) τα Νοήματα ΒΛΕΠΩ-ΜΠΡΟΣΤΑ-ΚΑΤΩ ΑΠΟ.» Άνδρικοπούλου (2015:88). 96
Παράρτημα 4 Η μορφολογία των ρημάτων σύμφωνα με τους Sutton Spence & Woll (1999:108) δίνει πληροφορίες για την πράξη, αν επαναλαμβάνεται περισσότερες από μια φορές αλλά και πόσα πρόσωπα εμπλέκονται στην πράξη. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του ρήματος «ΔΙΔΑΣΚΩ» που ακολουθεί. (1) Εγώ διδάσκω κάποιον Antzakas & Quer (2015:95) (2) Κάποιος διδάσκει εμένα «Η αλλαγή εστιάζεται στη διαφοροποίηση του προσανατολισμού της παλάμης/ της άκρης των δαχτύλων.» Antzakas & Quer (2015:96) Antzakas & Quer (2015:95) 97
(3) Εγώ τους διδάσκω όλους «Μια συνεχής κίνηση του ρήματος «ΔΙΔΑΣΚΩ» δείχνει ότι μια ομάδα ανθρώπων δέχεται μια πράξη που εκφέρεται από ένα πρόσωπο.» Sutton- Spence & Woll (1999:108) (4) Εγώ διδάσκω κάθε έναν από αυτούς «Μια κίνηση επαναλαμβανόμενη και κατανεμημένη σε κάθε πρόσωπο δείχνει τον α- ριθμό των ατόμων που δέχονται την πράξη που εκφέρεται από ένα πρόσωπο.» Sutton- Spence & Woll (1999:108) 98