ΠΑΛΑΙΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΝΟΣΩΝ ΚΑΤΕΒΑΤΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΤΑΜΑΤΕΛΑΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΛΟΥΚΑΣ ΡΙΖΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ ΣΟΦΙΑ ΛΑΖΑΡΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΣΤΑΪΚΟΥ ΛΙΑ ΓΕΡΟΝΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΣΟΥΡΙΔΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΚΛΑΜΠΑΤΣΕΑΣ ΙΑΣΟΝΑΣ ΚΑΛΑΜΙΔΑ ΘΕΟΔΩΡΑ ΚΟΥΤΡΑΚΟΥ ΖΑΧΑΡΟΥΛΑ ΚΑΖΑΝΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΜΑΥΡΑΚΗΣ ΦΩΤΗΣ ΠΑΤΡΙΝΟΥ ΧΑΡΑ 7 Ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ
Παλαιοπαθολογία και εξέλιξη των νόσων Η ασθένεια είναι ένα αναπόσταστο κομμάτι της ζωής, και η αντιμετώπιση της ασθένειας είναι μία καθολική πτυχή της ανθρώπινης εμπειρίας. Η εμπειρία της ασθένειας είναι τόσο αναπόφευκτη όσο και ο ίδιος ο θάνατος. (Brown et al. 1996) Εικόνα 1. Κρανίο με εμφανείς αλλοιώσεις από την νόσο της λέπρας Εισαγωγή Η μελέτη της παλαιοπαθολογίας εξετάζει την προέλευση, την εξέλιξη και την πρόοδο των ασθενειών σε μεγάλες χρονικές περιόδους καθώς επίσης τον τρόπο που οι άνθρωποι προσαρμόστηκαν στις αλλαγές στο περιβάλλον τους. Σε σχέση με την εξελεκτική Ιατρική 1 προσφέρει πρωτογενή στοιχεία για την κατάσταση της υγείας των προγόνων μας. Συνδυάζοντας βιολογικά και πολιτισμικά στοιχεία η Παλαιοπαθολογία αποτελεί μεγάλου εύρους ολιστικό τομέα έρευνας. Οι ασθένειες έχουν μια ιστορία και κάθε εποχή έχει τις «δικές της» ασθένειες. Μερικές από αυτές υπάρχουν ήδη από την Αρχαιότητα ή και την προϊστορική εποχή: το γνωρίζουμε αυτό γιατί ίχνη τους αναβρέθηκαν σε οστά στις ανασκαφές. Παρ' όλα αυτά, οι ίδιες ασθένειες βιώνονται εντελώς διαφορετικά σε κάθε εποχή. Εξάλλου, μακροπρόθεσμα, υπάρχει εξέλιξη των διαφόρων παθολογιών, όπως επίσης και διαφορετική αντίσταση τους: οι συλλογικές μάστιγες του παρελθόντος διαφοροποιούνται ολοφάνερα από τις ατομικές, τις περισσότερες φορές, ασθένειες που γνωρίζουμε σήμερα. Παλαιοπαθολογία Η πρώτη αναφορά παλαιοπαθολογικής φύσης παρουσιάζεται από τον E.J.C. Esper (1742-1810) 2 όπου αναφέρεται στην παρουσία οστεοσαρκώματος στο κάτω μισό του μηριαίου όστου ενός απολιθώματος σπηλιαίας αρκούδας. Η πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε ο όρος παλαιοπαθολογία ήταν από τον Robert Wilson Schufeldt (1851-1934) 3 σε ένα άρθρο πάνω στη μελέτη απολιθωμάτων πουλιών που δημοσιεύτηκε το 1893 στο περιοδικό Popular Science Monthly. Εικόνα 2. Απεικόνιση του μηριαίου οστού αρκούδας όπως παρουσιάζεται στην δημοσίευση του JF Esper s (1774) 1 Nesse and Williams (1994) 2 Moodie R.L. (1923) 3 Waldron T. (2015)
Πρωτοπόρος του τομέα της παλαιοπαθολογίας θεωρείται ο Marc Armand Ruffer (1859-1917). Εργάστηκε στην Αίγυπτο όπου οι ιστολογικές του μελέτες σε μούμιες αποτελούν τις βάσεις της παλαιοπαθολογίας 4. Ήταν όμως ο R.L.Moodie ο πρώτος στον οποίο αποδόθηκε ο τίτλος του πρώτου παλαιοπαθολόγου. Μελέτησε παθολογικές διαφοροποιήσεις σε απολιθώματα της περιοχής Rancho La Brea στην Καλιφόρνια. To 1923 εξέδωσε το έργο «Paleopathology; an Introduction to the study of Ancient Evidences of Disease». Τον 19 ο αιώνα έγιναν ακριβείς περιγραφικές μελέτες πάνω στην σύφιλη σε προκολομβιανά δείγματα από τους Virchow, J. Jones και Putnam. Οι Moodie και Ruffer και άλλοι στις αρχές του 20 ου αιώνα μελέτησαν δείγματα με τρυπανισμό μέχρι σχιστοσομίαση. Αλλά μόνο όταν οι Hooton, Stewart, Wells και άλλοι (1930-1965) συνδύασαν την παλαιοπαθολογία με την παλαιοδημογραφία μπόρεσαν να βγουν συμπεράσματα πάνω στον τρόπο που αντιλαμβάνεται ο πληθυσμός την υγεία σαν μια ισορροπία με την ασθένεια. Τα τελευταία χρόνια παθολόγοι συνεργάζονται με φυσικούς ανθρωπολόγους και ιστορικούς. Αυτή η συνεργασία πυροδότησε μια μεγάλη αναγέννηση στην μελέτη της σχέσης της φυσιολογίας των οστών και διαφόρων ασθενειών, καθώς επίσης στην οικολογία των ασθενειών, την δημογραφία, την υγεία και την παλαιοδιατροφή. Μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο άλλαξε η οπτική για την παλαιοπαθολογία. Θεωρήθηκε σαν εργαλείο για την κατανόηση πληθυσμών του παρελθόντος και συσχετίστηκε με την επιδημιολογία και την δημογραφία. Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται σήμερα εκτείνονται από ιστολογικές μέχρι και ανοσοχημικές 5. Στην Ελλάδα το έργο αυτό ανέλαβαν οι ιδρυτές του Ανθρωπολογικού Μουσείου της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Κλών Στέφανος και Ι. Κουμάρης. Οι τομείς με τους οποίους ασχολείται η παλαιοπαθολογία ομαδοποιούνται σε 5 κατηγορίες: Οστίτης Ιστός Οδοντική Παθολογία Μηχανικές Βλάβες Μολυσματικές Ασθένειες Αναιμίες Νεοπλασίες 6 Εικόνα 4. Παθολογικό κάταγμα περόνης επί εδάφους μεταστατικού νεοπλάσματος Εικόνα 3. Earnest Hooton πρωτοπόρος στον τομέα της Παλαιοπαθολογίας Εξέλιξη των ασθενειών Πολλές από τις ασθένειες του παρελθόντος αφήνουν το αποτύπωμά τους πάνω στα οστά των πασχόντων οργανισμών. Είναι φανερό ότι τραυματισμοί όπως κατάγματα και δυσμορφίες των οστών μπορούν εύκολα να προσδιοριστούν. Φαίνεται όμως και ασθένειες όπως η φυματίωση και η σύφιλη αφήνουν τα ίχνη τους πάνω στα οστά. Επίσης ασθένειες όπως οι αρθροπάθειες και η οστεοαρθρίτιδα είναι ιδιαίτερα συχνές στην μελέτη οστών από ανθρώπινες ταφές. 4 Sandison A.T. (1961) 5 Angel J.L. (1981) 6 Πίτσιος Θ.Κ. (2003)
Μεσογειακή αναιμία Η Μεσογειακή αναιμία, ή νόσος του Κούλεϊ (Cooley), είναι ένα βαρύτατο κληρονομικό νόσημα με μεγάλη συχνότητα στη χώρα μας όπως και σε άλλους μεσογειακούς πληθυσμούς. Χαρακτηρίζεται από βαριά αναιμία που εκδηλώνεται ήδη από τη βρεφική ηλικία με σοβαρές συνέπειες στην ανάπτυξη και την υγεία του πάσχοντος. Η συμμετρική υπεροστική οστεοπόρωση των κρανιακών οστών είναι συχνό παθολογικό γνώρισμα και των σκελετικών πληθυσμών του ελλαδικού χώρου. Έχει διαπιστωθεί πώς αρκετές παθολογικές ποικιλίες αιμοσφαιρινών όπως η αιμοσφαιρίνη S, καθώς και οι α-και β- αλυσίδες, παραλλαγές της αιμοσφαιρίνης της μεσογειακής αναιμίας, εμφανίζουν σημαντική συχνότητα σε ελονοσιακές περιοχές. Ο προσαρμοστικός μηχανισμός ο οποίος προκαλεί θετική επιλογή των ετερόζυγων- ως προς το γονίδιο της αναιμίας- ατόμων οφείλεται στο ότι όλες οι παρασιτικές μορφές του πλασμόδιου της ελονοσίας πολλαπλασιάζονται στα ερυθροκύτταρα του αίματος 7. Φυματίωση Οι οργανισμοί που θεωρούνται που σχετίζονται με την νόσο της φυματιώσης είναι το Mycobacterium tuberculosis και το Mycobacterium bovis. Όπως φαίνεται από την μελέτη αρχαιολογικών ταφών οι ανωμαλίες στον σκελετό που προκύπτουν από την νόσο της φυματίωσης στους σκελετούς εμφανίζονται στο τέλος της Νεολιθικής περιόδου. Η επικρατούσα άποψη ήταν ότι η νόσος πέρασε στους ανθρώπους από τα βοοειδή κατά την διάρκεια του Ολόκαινου (6000 π.χ). Συνήθως η φυματίωση δεν επηρεάζει την σπονδυλική στήλη. Όταν αυτό συμβαίνει δημιουργεί αλλοιώσεις κυρίως στο κάτω τμήμα της σπονδυλικής στήλης ή στο ισχίο όπου προκαλούν σημαντική αναπηρία 8. Στην μεσαιωνική Ευρώπη, ο φεουδαρχικός τρόπος ζωής και η διασπορά του πληθυσμού σε μικρούς αγροτικούς πληθυσμούς φαίνεται ότι συνέβαλαν στην περιορισμένη εξάπλωση της νόσου. Η ανάπτυξη των μεγάλων αστικών κέντρων από τον 11 ο μέχρι τον 16 ο αιώνα με τη μεγάλη πληθυσμιακή πυκνότητα προκάλεσαν ανεξέλγκτη διάδοση της Εικόνα 5. Κατάρρευση της σπονδυλικής στήλης λόγω φυματίωσης Φυματίωσης 9. Το 1946, η ανάπτυξη του αντιβιοτικού στρεπτομυκίνης κατέστησε δυνατή την αποτελεσματική θεραπεία και ίαση της φυματίωσης. Πριν την εφεύρεση του εν λόγω φαρμάκου, η μοναδική θεραπεία (πέρα από τα σανατόρια) ήταν η χειρουργική επέμβαση. Η «τεχνική του πνευμοθώρακα» οδηγούσε σε κατάρρευση του πνεύμονα που είχε προσβληθεί για να τον «ξεκουράσει» και να βοηθήσει τις φυματιώδεις βλάβες να θεραπευτούν 10. Σύφιλη Σύφιλη είναι ένα χρόνιο μεταδοτικό, σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα που μπορεί να προσβάλλει όλα τα όργανα και συστήματα του οργανισμού. Οφείλεται στο βακτηρίδιο Treponema pallidum και για μεγάλα χρονικά διαστήματα μπορεί να βρίσκεται σε λανθάνουσα φάση. 7 Πίτσιος Θ.Κ.(2003) 8 Ortner D.J. (2011) 9 Πίτσιος Θ.Κ. (2003) 10 Shields T. (2009)
Μεταδίδεται αποκλειστικά με την σεξουαλική επαφή (επίκτητη σύφιλη), και από την πάσχουσα μητέρα στο έμβρυο μέσω του πλακούντα (συγγενής σύφιλη). Γύρω στα 1500 μ.χ. προκλήθηκε μεγάλη επιδημία σύφιλης. Παλαιότερα δεν υπήρχαν οι γνώσεις για να γίνει διάκριση μεταξύ σύφιλης και λέπρας. Η σύφιλη ιδιαίτερα σε συνθήκες κακής υγιεινής μεταβιβάζεται με την απλή σωματική επαφή και η περίοδος επώασης της διαρκεί μόνο μερικές ημέρες ή λίγες εβδομάδες. Η επιδημιακή έξαρση στην Ευρώπη γύρω στα 1500 μ.χ. αποδίδεται σε ιστορικούς λόγους και συγκεκριμένα στη διάλυση από την καθολική εκκλησία των λεπροκομείων και στην εκδίωξη από την Ισπανία 200.000-400.000 αστέγων και περιπλανώμενων εβραίων, φορέων της ασθένειας. Στις περιπτώσεις της συγγενούς σύφιλης περιλαμβάνουν οστεχονδρίτιδα, περιοστίτιδα και οστεομελύτιδα. Τα οστά που προσβάλλονται περισσότερο είναι το μετωπιαίο και τα βρεγματικά οστά του κρανίου, οστά της ρινικής κοιλότητας και τα οστά της κνήμης και της περόνης 11. Εικόνα 6. Κρανιακές αλλοιώσεις από την νόσο της σύφιλης Λέπρα Η πρώτη αναφορά της λέπρας προέρχεται από μία περιγραφή σε ένα ινδικό ιατρικό κείμενο του 500 π.χ. Οι ασθενείς μπορεί να παρουσιάζουν ελαφρά συμπτώματα και περιορισμένη νοσηρότητα μέχρι και πολύ σοβαρά συμπτώματα που συνοδεύονται από σκελετικά προβλήματα. Τα σκελετικά χαρακτηριστικά είναι παθοδιαγνωστικά για την παρουσία της ασθένειας. Αυτά περιλαμβάνουν καταστροφή και αναδιάταξη της ρινικής κοιλότητας, το οστό της οφθαλμικής κοιλότητας γίνεται πορώδες. Επίσης επηρεάζει την δομή των οστών του κρανίου και τις φάλαγγες των δακτύλων 12. Τα σχετικά παλαιοπαθολογικά ευρήματα αυξάνονται σημαντικά την περίοδο του Μεσαίωνα. Στην σύγχρονη περίοδο η λέπρα είναι ενδημιή σε πολλ ς περιοχές της Νότιας Αμερικής Νεοπλασίες Η πιο παλιά εμφάνιση της περιγραφής του καρκίνου βρέθηκε τυχαία το 1862, όταν ένας αυτοδίδακτος αιγυπτιολόγος, ο Εντουιν Σμιθ, βρήκε σε ένα παλαιοπωλείο στο Λούξορ της Αιγύπτου έναν πάπυρο μήκους 4,5 μέτρων. Ηταν το σύνολο των διδασκαλιών του μεγάλου Αιγύπτιου γιατρού Ιμχοτέπ, ο οποίος έζησε γύρω στο 2625 π.χ. Εκεί, στο περιστατικό με τον αριθμό 45, περιγράφεται για πρώτη φορά ο καρκίνος του μαστού, «...μια διογκωμένη μάζα στον μαστό... είναι σαν να αγγίζεις μια μπάλα από χαρτί», έγραφε. Ομως στην ενότητα θεραπεία, ο Ιμχοτέπ γράφει: «Δεν υπάρχει». Πέρασαν δύο χιλιετίες μέχρις ότου ξαναγίνει λόγος για αυτήν την ασθένεια, και μάλιστα στο έργο «Ιστορίαι» του Ηρόδοτου, περίπου το 440 π.χ. Εκεί ο Ηρόδοτος «καταγράφει την περίπτωση της Ατόσσας, βασίλισσας των Περσών, η οποία ξαφνικά χτυπήθηκε από μια σπάνια ασθένεια. (...) Μεσούσης της βασιλείας της, η Ατόσσα παρατήρησε ένα εξόγκωμα που αιμορραγούσε στον μαστό της...». Μερικούς αιώνες αργότερα, περίπου το 160 μ.χ., ο Ελληνας γιατρός Κλαύδιος Γαληνός υποστηρίζει ότι «ο καρκίνος είναι παγιδευμένη μέλαινα χολή - στατική χολή, η οποία δεν μπορεί να αποδράσει από ένα σημείο και έτσι πήζει και γίνεται συμπαγής μάζα». Ο καρκίνος είναι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα υγείας που παρατηρούνται σήμερα στις αναπτυγμένες χώρες. Οι στατιστικές δείχνουν ότι αποτελεί τη δεύτερη πιο συχνή αιτία θανάτου 11 Πίτσιος Θ.Κ. (2003) 12 Ordner D.J. (2011)
μετά τις καρδιοπάθειες. Συνήθως προσβάλλει ανθρώπους μεγάλης ηλικίας, υπάρχουν όμως και μορφές καρκίνου που εμφανίζονται σε νεαρής ηλικίας άτομα, ακόμη και σε παιδιά. Εικόνα 7. Οπές σε οστό που πιθανόν να οφείλονται σε καρκίνο από αρχαίο σκελετόσ στο Σουδάν Τρυπανισμός Τρυπανισμός ονομάζεται η χειρουργική τεχνική κατά την οποία διανοίγεται μια οπή σε οστό του κρανίου, με σκοπό την πρόσβαση στον εγκέφαλο, ώστε να παρέμβει ο θεράπων στην παθούσα εγκεφαλική μάζα του εξώτερου ιστού του εγκεφάλου. Ο τρυπανισμός εμφανίζεται κατά τη Νεολιθική εποχή, την 7η χιλιετία π.χ. Το αρχαιότερο δείγμα τρυπανισμένου κρανίου προέρχεται από την Ουκρανία και χρονολογείται μεταξύ του 8.000 και 7.600 π.χ. Στη Γαλλία, σε έναν ομαδικό τάφο που χρονολογήθηκε στα 6.500 π.χ., από τα 120 κρανία που βρέθηκαν, τα 40 έφεραν δείγματα τρυπανισμού. Από ζωγραφιές σε σπήλαια φαίνεται ότι οι άνθρωποι πίστευαν πως έτσι θα γιάτρευαν ημικρανίες, επιληψίες και ψυχικές ασθένειες, συχνά θεωρώντας Εικόνα 8. Κρανίο που έχει υποστεί τρυπανισμό πως «απελευθερώνουν» τελετουργικά τα κακά πνεύματα που φωλιάζουν στο κεφάλι του ασθενούς. Επίσης με αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζονταν τραύματα στο κεφάλι και αφαιρούνταν θραύσματα οστού ή καθαρίζονταν εγκεφαλικά αιματώματα. Ο τρυπανισμός συστηματοποιείται από τον Ιπποκράτη, ο οποίος δίνει σαφείς οδηγίες στο κείμενό του «Περί των εν τη Κεφαλή Τραυμάτων» και από τον οποίο η επέμβαση παίρνει το όνομά της, λόγω του εργαλείου που χρησιμοποιεί, το τρύπανον, κατά τα πρότυπα του τοξόσχημου δραπάνου. Οι αρχαιότεροι τρυπανισμοί, που εμφανίζονται πριν τη χρήση του μετάλλου, έχουν γίνει με μαχαίρι από πυρόλιθο. Ήταν φτιαγμένο από εύκαμπτο ξύλο και με δερμάτινη χορδή. Με αυτό ο «χειρουργός» τοποθετούσε τη μύτη του δράπανου στο κεφάλι και τρυπούσε το κρανίο μετακινώντας μπρος και πίσω το οριζόντιο σκέλος, χρησιμοποιώντας το εργαλείο ακριβώς όπως χρησιμοποιούνταν και στη δημιουργία φωτιάς. Οι οπές που δημιουργούνται με αυτόν τον τρόπο είναι κυκλικές, ενώ οι οπές που γίνονται με μαχαίρι είναι τετράγωνες.
Βιβλιογραφία Angel J.L. (1981). History and development of paleopathology. American Journal of Physical Anthropology 56: 509 515. Moodie RL. Paleopathology. An introduction to the study of ancient evidences of disease, Chicago: University of Chicago Press, 1923. Moodie RL. The antiquity of disease, Chicago: University of Chicago Press, 1923 Nesse RM, Williams GC (1994) Why we get sick: The new science of Darwinian medicine. New York: Vintage Books. Ortner D.J. (2011). What skeletons tell us. The story of human paleopathology. Virchows Arch. 2011 Sep;459(3):247-54 Sandison A.T. (1969). Sir Marc Armand Ruffer (1859-1917) pioneer of palaeopathology.in The Global History of Paleopathology:Pioneers and Prospects, edited by Jane E. Buikstra, Charlotte Roberts. Oxford Uni Press. Shields, Thomas (2009). General thoracic surgery (7th ed. έκδοση). Philadelphia: Wolters Kluwer Health/Lippincott Williams & Wilkins, σελ. 792. ISBN 978-0-7817-7982-1. Waldron T. (2015). Roy Lee Moodie (1880 1934) and the beginnings of palaeopathology, Journal of Medical Biography 23(1) 8 13 Πίτσιος Θ.Κ. (2003). Εξελικτική Ανθρωπολογία. Πορίσματα και βασικές έννοιες της σύγχρονης ανθρωπολογικής έρευνας. Ιατρικές εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης, Δεκέμβριος 2003.