ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΟ
Ασ ταξιδϋψουμε ςτην Πελοπόννηςο Η Πελοπόννηςοσ (γνωςτό και ωσ Μωρϋασ ό Μωριϊσ) εύναι η μεγαλύτερη χερςόνηςοσ τησ Ελλϊδασ και ϋνα από τα εννϋα γεωγραφικϊ τησ διαμερύςματα. Βρύςκεται ςτα νότια του ηπειρωτικού τμόματοσ τησ χώρασ και ςυνδϋεται με τη τερεϊ Ελλϊδα μϋςω μιασ ςτενόσ λωρύδασ γησ, του Ιςθμού τησ Κορύνθου, ςτον οπούο το 1893 καταςκευϊςτηκε η ομώνυμη διώρυγα μετατρϋποντϊσ την ουςιαςτικϊ ςε νηςύ. Επιπλϋον, από το 2004 η γϋφυρα Ρύου-Αντιρρύου ςυνδϋει την Πελοπόννηςο με τη τερεϊ Ελλϊδα και την υπόλοιπη ηπειρωτικό χώρα.
ΥΤΙΚΕ ΟΜΟΡΥΙΕ Η Πελοπόννηςοσ, με τουσ κόλπουσ Κορινθιακό, Πατραώκό, αρωνικό, Μεςςηνύασ, Αργολύδασ και Λακωνύασ, ϋχει ςχόμα πλατανόφυλλου, γι αυτό παλαιότερα την ϋλεγαν και «Μοριϊ». Έχει ξηρό κλύμα ςτα ανατολικϊ, κρύο, χιόνια και πλούςια βλϊςτηςη ςτισ κεντρικϋσ ορεινϋσ περιοχϋσ και περιςςότερεσ βροχϋσ και ζϋςτη ςτα δυτικϊ. Παραλία Βοϊδοκοιλιάς
ΣΟ ΥΑΡΑΓΓΙ ΣΟΤ ΡΙΝΣΟΜΟΤ Σο φαρϊγγι του Ριντόμου χαρακτηρύζεται από φυςικϋσ ομορφιϋσ, όπωσ η πλούςια χλωρύδα, τα πολυπούκιλα πετρώματα και οι ςχεδόν κατακόρυφεσ πλαγιϋσ του. Η διϊςχιςη του φαραγγιού αυτού εύναι δημοφιλόσ ανϊμεςα ςτουσ φυςιολϊτρεσ. Η πεζοπορύα ςτο φαρϊγγι κρύβει πολλϋσ όμορφεσ εκπλόξεισ όπωσ τον γραφικό οικιςμό του Ριντόμου, τα χωρϊφια που ϊλλοτε καλλιεργούνταν από τουσ κατούκουσ, γεφύρια και ςπόλαια.
ΜΟΝΕΜΒΑΙΑ την ανατολικό Πελοπόννηςο, ςτον νομό Λακωνύασ, περύπου 320 χιλιόμετρα από την πρωτεύουςα, μια μικρό ιςτορικό πόλη με μεςαιωνικό φρούριο που ςυνδϋεται μϋςω γϋφυρασ με τη λακωνικό ακτό, μαγεύει τουσ επιςκϋπτεσ τησ 365 μϋρεσ το χρόνο, με την περύοδο του καλοκαιριού να γεμύζει ζωό και ενϋργεια. Ο βρϊχοσ ςτον οπούο βρύςκεται και θυμύζει κϊτι από Γιβραλτϊρ, αποκολλόθηκε από τη ςτεριϊ το 375 μ.φ. εξαιτύασ ενόσ δυνατού ςειςμού και τησ ϋδωςε τη ςημερινό, ιδιαύτερη μορφό τησ.
ΑΡΦΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΦΩΡΟΙ Μνημεύα από κϊθε περύοδο τησ πολυκύμαντησ ιςτορύασ τησ, ςπουδαύοι αρχαιολογικού χώροι όπωσ η αρχαύα Ολυμπύα, η Επύδαυροσ, οι Μυκόνεσ, η Σύρυνθα, βυζαντινϋσ εκκληςύεσ, δύνουν τη δυνατότητα ςτον επιςκϋπτη να ϋρθει ςε επαφό με την ιςτορύα και τον πολιτιςμό. την Πελοπόννηςο εγκαταςτϊθηκαν ϊνθρωποι από τη μϋςη παλαιολιθικό εποχό, περύπου 100.000 χρόνια π.φ. Σην εποχό του χαλκού ξεκινϊ ο ελλαδικόσ πολιτιςμόσ και μετϊ το 2000 π.φ. ϋρχονται ςτην περιοχό οι Πρωτοϋλληνεσ. Μερικούσ αιώνεσ αργότερα, οι Μυκόνεσ εύναι ςτο προςκόνιο του ελληνικού κόςμου. Οι αναςκαφϋσ επαληθεύουν τον θρύλο των Μυκηνών του Ομόρου, ενώ τα ερεύπια ςτην Πύλο ταιριϊζουν με τισ αναφορϋσ για τα περύφημα ανϊκτορα του βαςιλιϊ Νϋςτορα ςτη δυτικό Πελοπόννηςο.
ΑΡΦΑΙΑ ΟΛΤΜΠΙΑ Η Ολυμπύα, υπόρξε το πιο δοξαςμϋνο ιερό τησ αρχαύασ Ελλϊδασ αφιερωμϋνο ςτον Δύα, πατϋρα των θεών και των ανθρώπων. Ήταν ο τόποσ διεξαγωγόσ των Ολυμπιακών Αγώνων οι οπούοι τελούνταν ςτο πλαύςιο των Ολυμπύων, τησ πιο ςημαντικόσ εορτόσ των Ελλόνων κατϊ το μεγαλύτερο διϊςτημα τησ αρχαιότητασ
ΑΡΦΑΙΟ ΘΕΑΣΡΟ ΕΠΙΔΑΤΡΟΤ Από όλα τα αρχαύα θϋατρα το θϋατρο τησ Επιδαύρου εύναι το ωραιότερο και το καλύτερα διατηρημϋνο. Προοριςμϋνο για τη διαςκϋδαςη αςθενών ϋχει χωρητικότητα 13.000 θεατών. Φωρύζεται ςε δύο μϋρη: Ένα των 21 ςειρών καθιςμϊτων για το λαό και το κϊτω, από 34 ςειρϋσ καθιςμϊτων, για τουσ ιερεύσ και τουσ ϊρχοντεσ. Η θαυμϊςια ακουςτικό του, αλλϊ και η πϊρα πολύ καλό κατϊςταςη ςτην οπούα διατηρεύται ςυντϋλεςαν ςτη δημιουργύα του φεςτιβϊλ Επιδαύρου, θεςμόσ που ϋχει ξεκινόςει εδώ και πολλϊ χρόνια.
ΜΤΚΗΝΕ Οι Μυκόνεσ (Μυκόναι, Μυκόνη) όταν αρχαύα πόλη τησ Αργολύδασ. Ο αρχαιολογικόσ χώροσ των Μυκηνών βρύςκεται περύπου 90 χιλιόμετρα νοτιοδυτικϊ τησ Αθόνασ, ςτη βορειοανατολικό Πελοπόννηςο. Κατϊ τη δεύτερη χιλιετηρύδα προ Φριςτού, οι Μυκόνεσ όταν ϋνα από τα μεγαλύτερα κϋντρα ελληνικού πολιτιςμού, αποτελώντασ ϋνα ιςχυρό ςτρατιωτικό φρούριο που δϋςποζε ςτο μεγαλύτερο μϋροσ τησ νότιασ Ελλϊδασ. Η περύοδοσ τησ ελληνικόσ ιςτορύασ μεταξύ 1600 π.φ. ϋωσ περύπου το 1100 π.φ. ονομϊζεται «μυκηναώκό», αναφερόμενη ςτισ Μυκόνεσ.
ΕΘΙΜΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΟΤ Σο κϋντημα του βελονιού Σο κϋντημα αποτϋλεςε παρϊδοςη για την γυναύκα ςτη Λακωνύα, όπωσ ϊλλωςτε και ςε όλη την υπόλοιπη Ελλϊδα. Κατεύχε δεςπόζουςα θϋςη ςτην οικιακό χειροτεχνεύα. Από μικρό η Ελληνύδα ϋπρεπε να μυηθεύ ςτην τϋχνη του κεντόματοσ για να κεντόςει τα προικιϊ τησ (μαξιλϊρια, πετςϋτεσ, πετςετϊκια, τραπεζομϊντιλα, ποδιϋσ, ςεντόνια, κουρτύνεσ και ότι ϊλλο μπορούςε να ςτολύςει τον γιούκο τησ [ςτούβα με ρούχα]. Πολλϋσ από τισ παραςτϊςεισ του κεντόματοσ εύναι ςυμβολικϋσ και εύναι βγαλμϋνεσ από τη φύςη, την ιςτορύα ό το θρύλο.
Ο ΠΑΡΑΔΟΙΑΚΟ ΓΑΜΟ ΣΗΝ ΛΑΚΩΝΙΑ Ο παραδοςιακόσ γϊμοσ ςτην Λακωνύα όταν αναμφιςβότητα ϋνα ςημαντικό γεγονόσ και αποτελούςε ορόςημο ςτη ζωό δύο ανθρώπων που ενδεχόμενο όταν να μη γνωρύζονταν ό ακόμη και να μην εύχαν ειδωθεύ ποτϋ προηγούμενα. Όταν η νύφη όταν ϋτοιμη ξεκύναγε η πομπό για την εκκληςύα. Μόλισ βγαύνανε από την εκκληςύα ο γαμπρόσ αποκτούςε πλόρη ελευθερύα επικοινωνύασ με τη νύφη, την οπούα ϋπαιρνε αγκαζϋ και την οδηγούςε ςπύτι του, που όταν και η νϋα κατοικύα τουσ.
ΑΠΟΚΡΙΕ ΚΑΙ ΦΟΙΡΟΥΑΓΙΑ ΣΗ ΛΑΚΩΝΙΑ Οι Αποκριϊ αρχύζει τρεισ εβδομϊδεσ πριν την Καθαρό Δευτϋρα, δηλαδό από την Κυριακό του Σελώνη και Υαριςαύου και τελειώνει την Κυριακό τησ Συροφϊγου. Σο ϋθιμο των αποκριών υπόρχε και κατϊ την αρχαιότητα και ςυνεχύςτηκε κατϊ τουσ ρωμαώκούσ χρόνουσ. τη Λακωνύα η περύοδοσ τησ αποκριϊσ ςυνϋπιπτε με αυτό τησ χοιροςφαγύασ.
ΠΑΡΑΔΟΙΑΚΕ ΥΟΡΕΙΕ Τςολιάσ την Πελοπόννηςο, ςτην Αττικό και γενικϊ ςτη τερεϊ Ελλϊδα αλλϊ και ςτουσ αρακατςϊνουσ ςυναντϊμε τη φουςτανϋλα, εύδοσ πολύπτυχησ φούςτασ. Σο πιο γνωςτό ϋνδυμα, τη φουςτανϋλα, που τη φορούςαν κυρύωσ οι αρματωλού και οι κλϋφτεσ, την καθιϋρωςε ο πρώτοσ βαςιλιϊσ τησ Ελλϊδασ Όθωνασ ωσ αυλικό ϋνδυμα και από τότε φορϋθηκε ςχεδόν από όλουσ τουσ Έλληνεσ. Η ςύνθεςη τησ περιλαμβϊνει το μπουντούρι και λευκϋσ πλεκτϋσ ψηλϋσ κϊλτςεσ. Οι κϊλτςεσ τεντώνουν με τισ γονατούρεσ, ενώ με τισ κϊλτςεσ φορούςαν τςαρούχια με φούντα. Σϋλοσ ςτο κεφϊλι φορούςαν το μπαρϋζι η το φϋςι. Αμαλία Η αςτικό φορεςιϊ τησ Πελοποννόςου μετϊ το 1835 διαδόθηκε απο τη Βαςύλιςςα τησ Ελλϊδασ Αμαλύα ωσ επύςημη ςτολό τησ Αυλόσ. Η φορεςιϊ αυτό ςυνηθιζόταν και ςτην Αθόνα. Σό φουςτϊνι ό Καβϊδι εύναι από πολύτιμη ςτόφα, ςυχνϊ χρυςοΰφαντη. Σο κοντογούνι εύναι βελούδινο, ςε ςκούρο χρώμα, χρυςοκϋντητο και πϊρα πολύ εφαρμοςτό. το κεφϊλι φοριϋται το φϋςι ό καλπϊκι. Μεγϊλη ςημαςύα ϋπαιζε η φούντα του, το παπϊζι, φτιαγμϋνο από χρυςϋσ κλωςτϋσ πλεγμϋνεσ ωσ κοτςύδα.
ΠΑΡΑΔΟΙΑΚΑ ΠΡΟΪΟΝΣΑ Η μαύρη Κορινθιακή Σταφίδα «Βοςτίτςα» καλλιεργεύται αποκλειςτικϊ ςτην ημιορεινό και ορεινό περιοχό τησ Αιγιϊλειασ από τα μϋςα του 14ου αιώνα. Τπόρξε για πϊρα πολλϊ χρόνια ατμομηχανό τησ αγροτικόσ παραγωγόσ τησ Ελλϊδασ, ενώ ςόμερα αποτελεύ ϋνα καθαρϊ εξαγώγιμο προώόν. Αποξηραύνεται με φυςικϋσ διαδικαςύεσ, αποτελεύ ϋνα πραγματικό «ενεργειακό νόμιςμα» και εύναι αναγνωριςμϋνη ωσ προώόν Π.Ο.Π. από το 1996.
ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΙΑΚΟΙ ΟΙΝΟΙ Σα πελοποννηςιακϊ κραςιϊ ςυγκαταλϋγονται ανϊμεςα ςτα καλύτερα διεθνώσ. Οι οινοπαραγωγού τησ Πελοποννόςου λαμβϊνουν κϊθε χρόνο τιμητικϋσ διακρύςεισ ςε διοργανώςεισ παγκόςμιου βεληνεκούσ και αποτελούν τουσ πρεςβευτϋσ τησ οινικόσ κουλτούρασ τησ χώρασ μασ.
ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΙΑΚΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ ΕΛΙΞΙΡΙΟ ΖΩΗ Σο πελοποννηςιακό ελαιόλαδο ϋχει μακραύωνη ιςτορύα. Αποτϋλεςε διατροφικό βϊςη του μυκηναώκού πολιτιςμού, όπωσ επιβεβαιώνεται από τισ αναςκαφϋσ ςτο Παλϊτι του Νϋςτωρα, ςτον Πϊνω Εγκλιανό. Σην περύοδο του 10ου μ. Φ. αιώνα παρατηρούμε από τισ ιςτορικϋσ πηγϋσ μια ςταθερό και ςημαντικό ϊνοδο τησ καλλιϋργειασ τησ ελιϊσ και τησ παραγωγόσ του λαδιού ςτην Πελοπόννηςο.
ΣΟ ΜΕΛΙ ΣΗ ΖΩΗ Σο Μαύναλο εύναι ϋνα μαγικό όροσ, που δεςπόζει ςτην Πελοπόννηςο, ςτην καρδιϊ τησ αρκαδικόσ γησ. Μύθοι, θρύλοι, θαυμϊςιοι οικιςμού και ϋνα απϋραντο δϊςοσ, ςυνθϋτουν το ςαγηνευτικό ςκηνικό, που αποπνϋει δύναμη και ζωντϊνια. το Μαύναλο φύεται η μαύρη ελϊτη, ϋνα ξεχωριςτό εύδοσ τησ οικογϋνειασ των ελϊτων, με πϊρα πολλϋσ φαρμακευτικϋσ ιδιότητεσ. Σα υπερόφανα αυτϊ δϋντρα δημιουργούν το εξαύςιο αρκαδικό τοπύο και αποτελούν ϋναν πραγματικό θηςαυρό. Από αυτϊ τα ςπϊνια ϋλατα προϋρχεται το Μϋλι Ελϊτησ Μαινϊλου Βανύλια
ΥΑΓΗΣΑ & ΓΛΤΚΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΟΤ Λαγοτό χοιρινό με καρύδια και παξιμάδι Παραδοςιακό πιϊτο τησ Πελοποννόςου, με πολύ ϋντονη και πλούςια γεύςη από το ςυνδυαςμό του ςκόρδου με τα μπαxαρικϊ. ερβύρεται με πατϊτεσ τηγανητϋσ ό ρύζι ωσ κυρύωσ πιϊτο, αλλϊ και ωσ μεζϋσ για κραςϊκι. Δίπλεσ Ένα από τα παραδοςιακϊ γλυκϊ τησ Πελοποννόςου που φτιϊχνεται με αγνϊ υλικϊ τησ γησ όπωσ καρύδι, μύγδαλο και μϋλι.