Δ Ι Μ Η Ν Ι Α Ι Α Ε Κ Δ Ο Σ Η Ι Ε Ρ Α Σ Μ Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ε Ω Σ Ι Ε Ρ Α Π Υ Τ Ν Η Σ Κ Α Ι Σ Η Τ Ε Ι Α Σ Ἄγκυρα Ἐλπίδος Π Ε Ρ Ι Ο Δ Ο Σ Β Τ Ε Υ Χ Ο Σ 6 1 Μ Α Ρ Τ Ι Ο Σ - Α Π Ρ Ι Λ Ι Ο Σ 2 0 1 1
Περιεχόμενα σελ. Πατριαρχική Ἀπόδειξις ἐπί τῷ Ἁγίῳ Πάσχα,... 3-4 Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος ἐπί τῷ Ἁγίῳ Πάσχα,... 5-7 Σταυρός καί Θεοτόκος: ἡ χαρούμενη συνοδοιπορία πρός τό Σταυρώσιμο καί Ἀναστάσιμο Πάσχα, Πρωτ. Εὐαγγέλου Παχυγιαννάκη... 8-13 Ἡ Κασσιανή, Γιάννη Γ. Χρηστάκη... 14-16 Ὁ παπα - Μανώλης Τζώρτζης, Μιχαήλ Κλώντζα... 17-20 Ὁ ἐφημέριος τῆς Σπιναλόγκας ἱερομόναχος Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης, Δημήτρη Λ. Παπαδάκη... 21-30 Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911), ἑκατόν χρόνια ἀπό τό θάνατό του, Δημήτρη Ἐμμ. Κοντοπόδη... 31-39 Ἡ ἑόρτιος χαρά: ζεύκια καί ζουμπούχια στό ποιητικό ἔργο τοῦ Κ. Φραγκούλη Μαρίας Ζωγραφάκη-Σπυριδάκη... 40-44 Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία καί ἡ σημασία τῆς ἀσκήσεως στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας Ἰωάννη Ν. Λίλη... 45-50 Ἀπό τή ζωή τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, Ἐλευθερίου Χρυσοχόου...51-53 Ἀπό τή ζωή τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας,... 54-63 Ἄγκυρα Ἐλπίδος Διμηνιαῖο Ὀρθόδοξο Περιοδικό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Περιόδος Β, Τεῦχος 61, Μάρτιος - Ἀπρίλιος 2011. Ἰδιοκτήτης: Ἱερά Μητρόπολις Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Ἐκδότης-Διευθυντής, Ὑπεύθυνος κατά νόμο: Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος. Ἠλεκτρονική στοιχειοθεσία: Σταῦρος Κακοδειπνάκης, Γραμματεύς Ἱ. Μητροπόλεως. Ἐπιμέλεια ὕλης, ἠλεκτρονική σελιδοποίηση, προετοιμασία ἐκτύπωσης: Ἀρχιμ. Κύριλλος Διαμαντάκης, Πρωτοσύγκελλος Ἱ. Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Διεύθυνση: Φιλοθέου Α 8, 722 00 Ἱεράπετρα. Τηλέφωνο: 28420 22400/22786, FAX: 28420 89653 / Web Site: www.imis.gr / E-mail: angira@otenet.gr Κωδικός Ταχυδρομείου: 6155. Ἐκτύπωση: Γραφικές Τέχνες «ΤΥΠΟΚΡΕΤΑ», Ἡράκλειο, τηλ. 2810380886. Τό περιοδικό ἀποστέλλεται δωρεάν. Προαιρετικές εἰσφορές καί ἐμβάσματα. Ἐξώφυλλο: Ὁ Ἅγιος Γεώργιος, λεπτομέρεια τοιχογραφία ἀπό τόν Ἱερό Ναό Ἁγίων Ἀποστόλων στούς Ἀδρομύλους Λιθινῶν, 1415. Ὀπισθόφυλλο: βυζαντινή σημαία, τήν ὁποία κρατεῖ ὁ ἔφιππος Ἅγιος Γεώργιος λεπτομέρεια τοιχογραφίας ἀπό τόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἐπάνω Σύμης Βιάννου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ιεραπύτνης καί Σητείας, 1453. Τό περιοδικό ἐκδίδεται μέ τή χορηγία τοῦ Κοινωφελοῦς Ἐκκλησιαστικοῦ Ἱδρύματος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας «ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΝΗ». 2
ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ ΕΠΙ Τῼ ΑΓΙῼ ΠΑΣΧΑ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ ΕΛΕῼ ΘΕΟY ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, Κ αὶ πάλιν μετὰ χαρᾶς καὶ εἰρήνης ἀπευθύνομεν πρὸς ὑμᾶς τὸν χαρμόσυνον καὶ πλήρη ἐλπίδων χαιρετισμὸν "Χριστός Ἀνέστη"! Αἱ συγκυρίαι καὶ τὰ γεγονότα τῆς συγχρόνου ἐποχῆς φαίνονται μὴ δικαιολογοῦντα τὸ χαρμόσυνον τοῦ χαιρετισμοῦ μας. Αἱ συντελεσθεῖσαι ἤδη φυσικαὶ καταστροφαὶ ἐκ τῶν σεισμικῶν δονήσεων καὶ τῶν θαλασσίων ὑπερκυμάτων καὶ αἱ ἐπαπειλούμεναι τοιαῦται ἐκ τῆς πιθανολογουμένης ἐκρήξεως τῶν πυρηνικῶν ἐργοστασίων, ἀλλὰ καὶ αἱ ἀνθρωποθυσίαι ἐκ τῶν πολεμικῶν συρράξεων καὶ τῶν τρομοκρατικῶν ἐνεργειῶν, ἐμφανίζουν τὸν κόσμον μας δεινῶς πληγωμένον καὶ σφαδάζοντα ὑπὸ τὴν πίεσιν φυσικῶν καὶ πνευματικῶν κακῶν δυνάμεων. Ἐν τούτοις, ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ εἶναι γεγονὸς ἀληθινὸν καὶ παρέχει εἰς τοὺς πιστοὺς χριστιανοὺς τὴν βεβαιότητα καὶ εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τὴν δυνατότητα τῆς ὑπερβάσεως τῶν δυσμενῶν ἐπακολούθων τῶν φυσικῶν καταστροφῶν καὶ τῶν ψυχικῶν ἐκτροπῶν. Ἡ φύσις ἐπαναστατεῖ ὅταν ἡ ὑπερφίαλος ἀνθρωπίνη διάνοια ἀποπειρᾶται νὰ τιθασεύσῃ τὰς ἀπειρομεγέθεις δυνάμεις τὰς ὁποίας ἔχει ἐμπερικλείσει ὁ Δημιουργὸς εἰς τὰ φαινομενικῶς ἀσήμαντα εἰς ὄγκον καὶ ἀδρανῆ στοιχεῖα της. Θεωροῦντες πνευματικῶς τὰ δυσμενῆ φυσικὰ φαινόμενα, τὰ ὁποῖα πλήττουν τὸν πλανήτην μας ἐπανειλημμένως καὶ διαδοχικῶς κατὰ τοὺς ἐσχάτους τούτους καιρούς, πλησιάζομεν εἰς τὴν ἀποδοχὴν τῆς ἀπόψεως ὅτι ταῦτα δὲν εἶναι ἀνεξάρτητα τῆς πνευματικῆς ἐκτροπῆς τοῦ 3
ἀνθρωπίνου γένους. Τὰ σημεῖα τῆς ἐκτροπῆς, ὅπως ἡ πλεονεξία, ἡ ἀπληστία, ἡ ἀκόρεστος ἐπιθυμία τοῦ πλούτου ἐν συνδυασμῷ πρὸς τὴν ἀδιαφορίαν διὰ τὴν πτωχείαν τῶν πολλῶν τὴν ὁποίαν συνεπιφέρει ὁ ὑπέρμετρος πλουτισμὸς τῶν ὀλίγων, δὲν φαίνονται διὰ τοὺς φυσικοὺς ἐπιστήμονας νὰ ἔχουν σχέσιν πρὸς τὰ φυσικὰ γεγονότα. Ἐν τούτοις, διὰ τὸν πνευματικῶς ἐρευνῶντα τὸ θέμα, ἡ ἁμαρτία διαταράσσει ὄχι μόνον τὴν ἁρμονίαν τῶν πνευματικῶν σχέσεων ἀλλὰ καὶ τῶν φυσικῶν. Ὑπάρχει μυστικὴ σχέσις μεταξὺ τοῦ ἠθικοῦ κακοῦ καὶ τοῦ φυσικοῦ κακοῦ καὶ ἐάν θέλωμεν νὰ ἀπαλλαγῶμεν ἀπὸ τὸ δεύτερον, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἀρνηθῶμεν τὸ πρῶτον. Ὁ Ἀναστὰς Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ νέος ἄνθρωπος καὶ Θεός, ἀποτελεῖ τὸ πρότυπον τῆς εὐεργετικῆς ἐπιρροῆς τοῦ ἁγίου εἰς τὸν φυσικὸν κόσμον. Ἐθεράπευε τὰς φυσικὰς καὶ πνευματικὰς νόσους καὶ διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ταυτοχρόνως ἐγαλήνευσε καὶ τὴν τεταραγμένην θάλασσαν καὶ ἐπολλαπλασίασε τοὺς πέντε ἄρτους εἰς χορτασμὸν πεντάκις χιλίων ἀνδρῶν, συνδυάζων οὕτω τὴν ἀποκατάστασιν τῆς πνευματικῆς καὶ τῆς φυσικῆς ἁρμονίας. Ἐὰν θέλωμεν εἰς τὰς παρούσας δυσμενεῖς φυσικῶς καὶ πολιτικῶς καταστάσεις νὰ ἐπιδράσωμεν εὐμενῶς, δὲν ἔχομεν ἄλλην ὁδὸν ἀπὸ τὴν πίστιν εἰς τὸν Ἀναστάντα Χριστὸν καὶ ἀπὸ τὴν τήρησιν τῶν σωτηριωδῶν διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐντολῶν Του. Ὁ Χριστὸς ἀνέστη καὶ συνανέστησε τὸ τέλειον ἦθος τοῦ ἀμαυρώσαντος αὐτὸ ἀνθρώπου, γενόμενος πρωτότοκος καὶ πρωτοπόρος εἰς τὴν ἀναγέννησιν τοῦ κόσμου, τῶν ἀνθρώπων καὶ τῆς φύσεως. Τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως δὲν εἶναι κενὸν οὐσιαστικῆς ἐπιρροῆς εἰς τὴν ποιότητα τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς καὶ τῆς εὐρύθμου λειτουργίας τῆς φύσεως. Ὅσον πληρέστερον καὶ βαθύτερον θὰ βιώσωμεν τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ εἰς τὰ βάθη τῶν καρδιῶν μας, τόσον εὐεργετικωτέρα θὰ εἶναι ἡ ἐπιρροὴ τῆς ὑπάρξεώς μας εἰς τὴν ὅλην ἀνθρωπότητα καὶ εἰς τὸν φυσικὸν κόσμον. Αἱ φυσικαὶ ἐπιστῆμαι ἴσως δὲν ἔχουν ἀκόμη ἐπισημάνει τὴν σχέσιν αὐτὴν μεταξὺ ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀνακαινίσεως τῆς φύσεως, ἀλλὰ ἡ πεῖρα τῶν ἁγίων, ἡ ὁποία εἴθε νὰ εἶναι καὶ ἰδική μας πεῖρα, διαβεβαιοῖ ὅτι εἶναι ἐμπειρικῶς διαπιστωμένον ὅτι ὄντως ὁ ἀναγεννημένος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος ἀποκαθιστᾷ τὴν διατεταραγμένην ἐκ τῆς ἁμαρτίας ἁρμονίαν τῶν φυσικῶν φαινομένων. Ὁ ἅγιος ἐν Χριστῷ μετακινεῖ ὄρη ἐπ ἀγαθῷ καὶ ὁ κακὸς καὶ ἀντίθεος ἄνθρωπος μετακινεῖ ἐδάφη καὶ ὑψώνει κύματα ὑπερμεγέθη ἐπὶ κακῷ. Εἴθε νὰ προσεγγίσωμεν πρὸς τὴν ἁγιότητα τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ἵνα διὰ τῆς χάριτος Αὐτοῦ γαληνεύσωμεν τὰ φυσικὰ καὶ ἠθικὰ κύματα τὰ ὁποῖα πλήττουν τὸν σύγχρονον κόσμον μας. Ἡ χάρις τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἴη μετὰ πάντων ὑμῶν, τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά. Γένοιτο. Ἅγιον Πάσχα 2011 Ὁ Κωνσταντινουπόλεως ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ διάπυρος πρὸς Χριστὸν Ἀναστάντα εὐχέτης πάντων ὑμῶν 4
ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΕΠΙ Τῼ ΑΓΙῼ ΠΑΣΧΑ Ε Υ Γ Ε Ν Ι Ο Σ ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΙΕΡΑΠΥΤΝΗΣ ΚΑΙ ΣΗΤΕΙΑΣ Τῼ ΙΕΡῼ ΚΛΗΡῼ ΚΑΙ Τῼ ΘΕΟΦΡΟΥΡΗΤῼ ΛΑῼ ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΙΕΡΑΠΥΤΝΗΣ ΚΑΙ ΣΗΤΕΙΑΣ ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ «Κύριε, ἐσφραγισμένου τοῦ τάφου ὑπὸ τῶν παρανόμων, προῆλθες ἐκ τοῦ μνήματος, καθὼς ἐτέχθης ἐκ τῆς Θεοτόκου, οὐκ ἔγνωσαν πῶς ἐσαρκώθης, οἱ ἀσώματοί σου Ἄγγελοι, οὐκ ᾔσθοντο πότε ἀνέστης, οἱ φυλάσσοντές σε στρατιῶται ἀμφότερα γὰρ ἐσφράγισται τοῖς ἐρευνῶσι, πεφανέρωται δὲ τὰ θαύματα, τοῖς προσκυνοῦσιν, ἐν πίστει τὸ μυστήριον ὃ ἀνυμνοῦσιν, ἀπόδος ἡμῖν ἀγαλλίασιν, καὶ τὸ μέγα ἔλεος.» (Ἀναστάσιμο Στιχηρό τῶν Αἴνων, Ἦχος πλ. α ). Ἀγαπητοί Συμπρεσβύτεροι καί Συλλειτουργοί, Τέκνα φωτόμορφα τῆς Ἐκκλησίας, Χριστός Ἀνέστη! Μετά τόν Σταυρό, ἡ Ἀνάσταση! Μετά τό σκοτάδι, τό φῶς! Μετά τόν θάνατο, ἡ Ζωή, ἡ ἀνάσταση ὅλων τῶν πεσόντων στήν ἁμαρτία. Μέ τίς φραστικές αὐτές διατυπώσεις καί τά ποιητικά λεκτικά σχήματα, πού δέν εἶναι σχήματα λόγου, ἀλλά ἔκφραση πνεύματος καί πίστεως, οἱ ἱεροί Ὑμνογράφοι καί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας περιγράφουν μέ ὅλο τους τό χάρισμα τό μεγάλο γεγονός καί τή μοναδική ἐμπειρία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Σταυρός ἦταν μέν τό τραγικό γεγονός, ὄχι ὅμως τό τελευταῖο, τοῦ δράματος τοῦ Ἰησοῦ. Ἀκολούθησε ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου πάνω στόν Σταυρό, ὁ σεισμός καί τό σκοτάδι πού ἁπλώθηκε παντοῦ, ἡ ἀποκαθήλωση καί ἡ Ταφή Του. Ὅλα τά γεγονότα πού συνέβησαν ἦταν θαυμαστά καί ἐκπληκτικά, «τρόμος καί ἔκστασις» μαζί, γιά νά μᾶς ὁδηγήσουν στό πιό θαυμαστό καί μεγάλο γεγονός, τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Αὐτό ὑπερβαίνει κάθε προηγούμενο καί γι αὐτό εἶναι τό μόνο «καινόν ὑπό τόν ἥλιον», καινούργιο, μοναδικό γεγονός. Γι αὐτό φανερώνεται μόνο σ αὐτούς πού μέ πίστη προσκυνοῦν τό μυστήριον. Ὁ Ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός μιλοῦσε ἄλλοτε παραβολικά γιά τήν ἐκ νεκρῶν τριήμερη Ἀνάστασή Του, ὅταν ἔλεγε: «λύσατε τόν ναόν τοῦτον καί ἐν τρισίν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν» (Ἰω. 2, 21). Οἱ Ἰουδαῖοι ἀντέδρασαν γιατί νόμισαν ὅτι μιλοῦσε γιά τόν ναό τοῦ Σολομῶντος πού ἔκανε σαράντα ἕξι (46) χρόνια νά κτισθεῖ. Καί ἐξηγεῖ ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὅτι 5
«ἐκεῖνος ἔλεγε περί τοῦ ναοῦ τοῦ σώματος αὐτοῦ» (Ἰω. 2, 19-22). Ἄλλοτε πάλι ὁ Ἰησοῦς «ἤρξατο διδάσκειν αὐτούς ὅτι δεῖ τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου πολλά παθεῖν... καί ἀποκτανθῆναι καί μετά τρεῖς ἡμέρας ἀναστῆναι» (Μάρκ. 8,31). Ἐνδείξεις πού μιλοῦν γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι: Πρῶτον: Τά ἴδια τά λόγια Του. Ὁ χρόνος πού ὁ ἴδιος εἶχε προσδιορίσει πρίν ἀπό τό πάθος Του, ὅτι δηλ. θά ἀναστηθεῖ τήν τρίτη μέρα (Ματθ. 16,21). Πράγματι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔγινε ἀπό τήν 6ην μ.μ. τοῦ Μεγάλου Σαββάτου μέχρι τίς πρωινές ὧρες-χαραυγή τῆς Κυριακῆς. Οἱ τρεῖς μέρες ὑπολογίζονται ὡς ἑξῆς: Ἡ πρώτη ἡμέρα λογίζεται ἀπό τήν ὥρα τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ «Ἦν δὲ ὡσεὶ ὥρα ἕκτη καὶ σκότος ἐγένετο ἐφ ὅλην τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης, τοῦ ἡλίου ἐκλείποντος» (Λουκ. 23,44), μέχρι τό ἑσπέρας, γιατί ὅπως ἀναφέρεται στήν Παλαιά Διαθήκη «καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς ἡμέραν καὶ τὸ σκότος ἐκάλεσε νύκτα. Καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα μία» (Γεν. 1,5). Δηλ. ἀπό τίς 3:00 ἡ ὥρα τό μεσημέρι τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, πού ἐγένετο σκότος μέχρι καί τίς 6 ἡ ὥρα τό ἑσπέρας τελείωσε ἡ πρώτη μέρα. Ἡ δεύτερη ἡμέρα ἀπό τό ἑσπέρας τῆς Μ. Παρασκευῆς ἕως καί τό ἀπόγευμα τοῦ Μ. Σαββάτου. Ἡ τρίτη ἡμέρα ἀπό τό ἑσπέρας τοῦ Μ. Σαββάτου μέχρι καί τό ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς. Ἡ ἐπίσκεψη τῶν Μυφορόρων γυναικῶν ἔγινε «λίαν πρωί τῆς μιᾶς Σαββάτων», μία μέρα μετά τό Σάββατο, τήν Κυριακή (Ματθ. 28,1). Ἄρα ἀναστήθηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστός τά ξημερώματα τῆς τρίτης αὐτῆς ἡμέρας. Ἐμεῖς γιορτάζουμε τήν Ἀνάσταση στίς 12:00 τά μεσάνυκτα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου ἐπειδή τότε ἀρχίζει μέ τό σημερινό ὑπολογισμό τοῦ 24ώρου ἡ τρίτη ἡμέρα. Τό ἐκκλησιαστικό 24ώρο ἀκολουθεῖ τόν παλαιό ὑπολογισμό πού ἡ ἡμέρα ἀρχίζει τό ἀπόγευμα μέ τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ. Ἔτσι ἡ Κυριακή ἀρχίζει μέ τόν Ἑσπερινό, πού ψάλλεται τό Σάββατο τό ἑσπέρας, καί ὅλα τά τροπάρια εἶναι ἀναστάσιμα. Ἀπό τό Σάββατο ἑσπέρας ἀρχίζει ὁ ἦχος τῆς κάθε ἑβδομάδος καί ἀποδίδεται - ὁλοκληρώνεται μέχρι τό Σάββατο τό πρωί. Πρός διευκόλυνση τῶν πιστῶν τό Μέγα Σάββατο τό πρωί ψάλλεται καί ὁ Ἑσπερινός τοῦ Μεγ. Σαββάτου μαζί μέ τή Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί τό «Ἀνάστα ὁ Θεός», γι αὐτό καί ἡ ἀκολουθία αὐτή λέγεται «Πρώτη Ἀνάσταση». Ἡ παράδοση αὐτή ἀναλλοίωτη διατηρεῖται μέχρι σήμερα στή λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, γι αὐτό ὅπως καί στό θάνατο τοῦ Χριστοῦ ἔτσι καί στό θάνατο κάθε πιστοῦ χριστιανοῦ ὑπολογίζομε καί ἀριθμοῦμε πρώτη μέρα τήν ἡμέρα καί τήν ὥρα τοῦ θανάτου, γιά νά ὑπολογίσομε στή συνέχεια τά τριήμερα, ἐννιάμερα, τεσσαρακονθήμερα καί τά ἄλλα μνημόσυνα. Δεύτερο στοιχεῖο ἐνδεικτικό τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό πότε καί πῶς ἀνέστη. Δέν γνωρίζομε ἀκριβῆ ὥρα ἀλλά ὑπολογίζομε, ὅπως παραπάνω γράψαμε. Μᾶς ἐνδιαφέρει κυρίως τό πῶς ἀναστήθηκε. Ψάλλομε «ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος ἡ ζωή ἐκ τάφου ἀνέτειλας Χριστέ ὁ Θεός», γιατί ὁ ἴδιος Χριστός ἀναστήθηκε μόνος του καί ὄχι ἐπειδή ἄνοιξε τό μνῆμα ὁ Ἄγγελος βγάζοντας τόν λίθο. Αὐτό τό ἐπέτρεψε ὁ Κύριος γιά τίς Μυροφόρες, προκειμένου οἱ ἴδιες πού εἶδαν τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ νά ἐνταφιάζεται στό μνῆμα, οἱ ἴδιες πάλι νά δοῦν τό μνῆμα ἄδειο-κενό χωρίς τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί νά λάβουν ἀπό τόν ἴδιο τόν Ἄγγελο τή διαβεβαίωση «οὐκ ἔστιν ὧδε ἠγέρθη γὰρ καθὼς εἶπε» (Ματθ. 28,6). Βρῆκαν λοιπόν τόν τάφον ἀδειανό καί ὁ λίθος ἦταν μετακινημένος ἀπό τόν Ἄγγελο, ὅπως μᾶς ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος (Ματθ. 28, 2-4). Συνεπῶς ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἀναστήθηκε πρωινές ὧρες-λίαν πρωί, πρίν νά μετακινηθεῖ ὁ λίθος ἐκ τοῦ μνήματος, γιατί ὡς Παντοδύναμος Θεός δέν εἶχε ἀνάγκη τή βοήθεια κανενός, ἀλλά γιά νά πιστέψουν στήν Ἀνάστασή Του ἔμειναν «τά ὀθόνια κείμενα μόνα» (Λουκ. 6
24,12), δηλ. μόνο τά νεκρικά σάβανα-ἐπίδεσμοι καί ὁ λίθος μετηρμένος. Ἡ ἐξαγγελία τῆς Ἀναστάσεως ἔγινε ἀπό τόν ἴδιο τόν Ἄγγελο, πού ἦταν δίπλα στόν Τάφο. Ἦταν καί αὐτή μιά ἀλήθεια ἐξ Ἀποκαλύψεως, πού φανερώθηκε μέ ἕνα λόγο, μιά ἀγγελία, ὅπως σ ὅλα τά μεγάλα γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, γιά νά μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νά τά ἐννοήσουν μόνο μέ τήν πίστη καί τήν ἀγάπη στόν Ἰησοῦ Χριστό. Ἔτσι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὅπως καί ἡ Γέννησή Του, ἔγιναν ἀθόρυβα καί ταπεινά μέ σεβασμό στήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός ἔκρυψε τό μεγαλεῖο καί τή δόξα Του καί δέν ἄφησε νά γίνει ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἕνα ἐκτυφλωτικό καί ἐντυπωσιακό φαινόμενο, γιά νά μή συντριβεῖ καί ὑποτιμηθεῖ ὁ ἄνθρωπος. Ἐλεύθερα ἔπρεπε ὁ ὑποταγμένος στή φθορά καί τό θάνατο ἄνθρωπος νά ἀποδεχθεῖ ἤ ὄχι τό μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως καί νά πιστέψει σ αὐτό, ὅπως καί στό μυστήριο πού κρύβει μέσα της κάθε πράξη τοῦ Χριστοῦ, γιά νά ἔχει προσωπικό Θεό καί προσωπική ἐμπειρία τοῦ Χριστοῦ ἀπ αὐτή τή ζωή. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία ἀκόμη πρόκληση νά βιώσομε τό μυστήριο τῆς πίστεως γιά νά φθάσομε καί στήν προσωπική μας ἀνάσταση, ἀναδημιουργία καί ἀναγέννηση. Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί. Ὁ Ἀναστάς Κύριος ἀπέδειξε τρανῶς μέ τήν Ἀνάστασή Του ὅτι δέν ἀνήκει πιά στόν κόσμο τῆς φθορᾶς καί στό χῶρο τοῦ θανάτου. Εἶναι ὁ νικητής τοῦ θανάτου γι αὐτό χαρίζει ζωή. Ἑνοποιεῖ αὐτόν τόν κόσμο μέ τόν ἄλλο χωρίς νά τόν ταυτίζει. Ἁπλά δίνει τή δυνατότητα σέ αὐτούς πού τόν πιστεύουν καί τόν ἀκολουθοῦν νά ζήσουν τήν Ἀνάστασή Του ἀπ αὐτήν ἐδῶ τή ζωή γιά νά συνεχίσουν νά τή βιώνουν αἰώνια καί στήν ἄλλη ζωή. Ὅποιος δέν ἀρχίσει ἀπ ἐδῶ, οὔτε μετά θάνατον μπορεῖ, γιατί «ἐν τῷ ᾋδῃ οὐκ ἔστι μετάνοια». Ἀνήκουμε στόν καινούργιο κόσμο τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ ἀνθρώπου, γι αὐτό δέν περιοριζόμαστε στά στοιχεῖα τοῦ κόσμου τούτου (σχῆμα, μορφή, σῶμα, τροφή κ.ἄ.). Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἰσέρχεται στόν κόσμο αὐτό καί ἐπικοινωνεῖ προσωπικά μέ τόν κάθε ἄνθρωπο μ ἕνα ἀπροσδόκητο, αἰφνιδιαστικό καί ὑπέροχο τρόπο. Μέ λιτό καί πατρικό ἐνδιαφέρον ψάχνει νά βρεῖ τόν χαμένο καί κατακερματισμένο σύγχρονο ἄνθρωπο μέσα στό μνῆμα τῆς προσωπικῆς του ἀνασφάλειας, τῆς ἀπιστίας καί τῆς ἄρνησης, τῆς κοσμικότητας καί τῆς τυπολατρείας. Ἔχει τή δύναμη νά μεταμορφώσει καί νά ἀναστήσει τίς νεκρικές ὑπολανθάνουσες δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου ἀπό μιά ἐπιφανειακή συνήθεια, ἀπό ψυχαγωγικό γεγονός μέ τριήμερα ἐκδρομῶν καί ξεφαντώματα, σέ μιά σωτηριώδη ἀλήθεια τῆς προσωπικῆς του ἀνάστασης καί ἀναδημιουργίας. Λυπᾶται καί πονεῖ ὅταν βλέπει τήν εἰκόνα Του, τόν ἄνθρωπο, ἕνα μνῆμα κενό, νά περιφέρεται χωρίς ἐμπειρία προσωπικοῦ ἑορτασμοῦ, ἁγιασμοῦ καί δοξασμοῦ. Ἡ ζωή μας πρέπει νά γίνει σήμερα ἀπό κενό μνῆμα, μήνυμα καινούργιας ζωῆς καί ἐλπίδας μέ νόημα καί πίστη στόν Ἀναστημένο Χριστό. Τότε θά ζοῦμε «Πάσχα ἱερόν», «Πάσχα καινόν, Ἅγιον, Πάσχα μυστικόν, Πάσχα πανσεβάσμιον», «Πάσχα ἄμωμον, Πάσχα μέγα», «Πάσχα τό πύλας ἡμῖν τοῦ παραδείσου ἀνοῖγον», «Πάσχα λύτρον λύπης» καί πρόξενον χαρᾶς μεγάλης, πού προαναγγέλει τήν λαμπροφόρο ἡμέρα τῆς δικῆς μας ἐγέρσεως καί τῆς κοινῆς Ἀναστάσεως. Αὐτό «καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν» (Β Κορ. 4,13) καί κηρύττομεν: Ἀδελφοί, «Χριστός Ἀνέστη», «Ἀληθῶς Ἀνέστη» ὁ Κύριος! Αὐτῷ ἡ δόξα καί τό κράτος στούς αἰῶνες. Ἀμήν. Ἅγιον Πάσχα 2011 Ὁ Ἱεραπύτνης καί Σητείας ΕΥΓΕΝΙΟΣ Διάπυρος πρός τόν Ἀναστάντα Κύριον εὐχέτης πάντων ὑμῶν 7
Σταυρός καί Θεοτόκος: Ἡ χαρούμενη συνοδοιπορία πρός τό Σταυρώσιμο καί Ἀναστάσιμο Πάσχα Πρωτ. Εὐαγγέλου Παχυγιαννάκη, Θεολόγου-συγγραφέως 8 Αφοῦ εὐχαριστήσω τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη, τῆς Θεοσώστου αὐτῆς Ἐπαρχίας κύριον κύριον Εὐγένιο γιά τήν εὐγενική πρόσκληση*, πού μέ τιμᾶ ἰδιαίτερα, νά παραστῶ καί νά ὁμιλήσω στόν ἀποψινό Κατανυκτικό Ἑσπερινό της Γ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν, γνωστῆς ὡς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, καί ἀφοῦ εὐχαριστήσω καί ὅλους ἐσᾶς τούς ἐκ τοῦ ἱεροῦ καταλόγου ἀδελφούς καί ὅλους τούς ἀδελφούς καί ἀδελφές ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, εἰσέρχομαι ἀμέσως στήν ἀνάπτυξη τοῦ θέματος πού ἔχω τήν τιμή νά παρουσιάσω στήν ἀγάπη σας: «Σταυρός καί Θεοτόκος: Ἡ χαρούμενη συνοδοιπορία πρός τό Σταυρώσιμο καί Ἀναστάσιμο Πάσχα». Εἶναι γνωστό σέ ὅλους μας, Σεβασμιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί καί ἀδελφές, ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική περίοδος πού διανύομε, ἡ περίοδος τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶναι μία πορεία. Εἶναι πορεία ἀσκήσεως καί μάλιστα ἐπίπονης ἀσκήσεως καί ὁδοιπορίας, ὄντας τό κατ ἐξοχήν στάδιο τῶν ἀρετῶν, καιρός μετανοίας, νηστείας, ταπεινοφροσύνης, αὐτογνωσίας καί συγχωρήσεως, πού ἀρχίζει μέ τό δάκρυ τῆς συντριβῆς καί διαρκοῦς ἐπίκλησης τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ καί τελειώνει μέ τό δάκρυ τῆς χαρᾶς, πού πηγάζει ἀπό τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Καί ἡ πορεία αὐτή, ὅπως καί κάθε πορεία, γιά νά γίνει εὔκολη, ὅσο δύσκολη κι ἄν εἶναι, ἤ ἄν φαίνεται, πρέπει νά ἔχει καλούς συνοδοιπόρους. Ὅταν ἔχεις καλούς συντρόφους, μή φοβᾶσαι τό ταξίδι ὅσο δύσκολο κι ἄν εἶναι, λέει ὁ σοφός λαός. Πολύ δέ περισσότερο, ὅταν, σ αὐτή τή δυσκολοδιάβατη πορεία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἔχομε συνοδίτες πού δέν μπορεῖ νά ὑπάρξουν ἄλλοι πολυτιμότεροι ἀπό τόν Τίμιο Σταυρό καί τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Παρά δέ τῷ Σταυρῷ τοῦ Σωτῆρος ἡ Παρθένος Μαρία, ὅπως καί τό πρωί τῆς μιᾶς Σαββάτων, σκοτίας ἔτι οὔσης πάλι ἡ Παρθένος Μαρία, τήν ὁποίαν ὑπήντησεν ὁ ἀναστάς Κύριος, σύμφωνα μέ τό ἀναστάσιμο Ἀπολυτίκιο, δωρούμενος τῷ κόσμῳ τήν ζωήν. Σταυρός καί Θεοτόκος: οἱ Φίλοι καί συνέκδημοι τοῦ σαρκωθέντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν Φάτνη ὥς τόν Φρικτόν Γολγοθά καί τό Κενό Μνημεῖο τῆς Ἀναστάσεως. Ἀλλά καί οἱ πεφιλημένοι συνοδοιπόροι τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων ἀπό τή μήτρα στό μνῆμα κι ἀπό τό μνῆμα ὡς νέα μήτρα τό πέρασμα στήν ὄντως Ζωή. Δύο ὑπάρξεις, δύο ὀντότητες ἤ, ἄν θέλετε, κατά θεολογικήν ἔννοια καί ἀξία δύο πρόσωπα: τό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί τό πρόσωπο τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ, διότι καί ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, ὅπως καί τό ἱερόν Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι πράγματα οὔτε ἀντικείμενα, εἶναι πρόσωπον, ἀφοῦ τό πρόσωπο τοῦ Σωτῆρος φανερώνεται μέσα ἀπό τό εὐαγγέλιό Του, ἀποκαλύπτεται δέ καί ἐκφράζεται μέσα ἀπό τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ. Ὁ Σταυρός εἶναι ἡ χαρά μας, ἡ ζωή μας, τό κήρυγμά μας, ἡ ἐσχατολογική μας ἐλπίδα. Τόν Σταυρόν ἠγίασε, ὁ ἐν αὐτῷ ὑψωθείς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, Κύριος Ἰησοῦς καί ἡ Θεοτόκος πλάι στόν Σταυρό συνοδοιπορεῖ μετ ἁπάσης τῆς κτίσεως ἀπαρχῆς μέχρι τῶν ἐσχάτων. Σταυρός καί Θεοτόκος εἶναι μεταξύ τους συνδεδεμένα ἀχώριστα καί συνακολουθοῦν τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τήν προπτωτική στήν πτωτική καί μέχρι τή μεταπτωτική κατάσταση τοῦ σύμπαντος κόσμου - στήν ἐπέκεινα τοῦ παρόντος αἰῶνος ἀτελεύτητη Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Ἰδιαίτερα αὐτή ἡ συμπόρευση γίνεται πιό φανερή καί πιό κατανοητή κατά τήν περίοδο τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, ὅπου ὁ ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας καλεῖται νά βιώσει σέ μία πνευματική καί οὐσιαστικά ἐπίπονη πορεία ἀσκήσεως τό Σταυρώσιμο καί Ἀναστάσιμο Πάσχα. Στήν Ὀρθόδοξη λατρεία μας ποτέ δέν ἑορτάζονται αὐτά τά σωτηριώδη γεγονότα τῆς Θείας Οἰκονομίας ξεχωριστά. Σταυρός καί Ἀνάσταση εἶναι *Ὁμιλία τοῦ π. Εὐαγγέλου Παχυγιαννάκη στόν Κατανυκτικό Ἑσπερινό τήν Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, 27 Μαρτίου 2011, στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας.
πάντα μαζί, σφιχτοδεμένα κι ἀδιαχώριστα. Τήν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως μέ χαρούμενη φωνή ψέλνουμε: «Ὁ Σταυρός Σου, Κύριε, ζωή καί ἀνάστασις ὑπάρχει τῷ λαῷ Σου» καί ὅταν ὁ Χριστός στήν ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως βγαίνει θριαμβευτικά ἀπό τό Κενό Μνημεῖο - «ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος» - κρατεῖ τή σημαία τῆς νίκης: τόν Σταυρόν. Τό ἴδιο καί τήν ἡμέρα τῆς Σαυρώσεως, τή Μεγάλη Παρασκευή, κάτω ἀπό τόν σταυρό τοῦ Κυρίου μέ κραυγή γεμάτη ἀπό ἐλπίδα ἀνακράζομε: «Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν σου ἀνάστασιν» Σήμερα, Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, ὄρθρου βαθέως μέ χαρά ψάλλομε: «Ὀρθρίζοντες σέ ἀνυμνοῦμεν Σωτήρ τοῦ κόσμου, εἰρήνην εὑράμενοι τῷ Σταυρῷ σου. Δι οὗ ἀνεκαίνισας τό γένος τῶν ἀνθρώπων, φῶς πρός ἀνέσπερον ἄγων ἡμᾶς». Καί πάντοτε, δίπλα στόν Σταυρό τῆς ἀγωνίας καί τῆς ἐλπίδας, τῆς χαρᾶς καί τῆς δόξας ἡ ὑπέραγνος Μητέρα τοῦ Ἐμμανουήλ, ἡ Παρθένος Μαρία. Ζωντανή εἰκόνα τῆς χαρμολύπης, σμίγει τόν πόνο της καί τή χαρά της μέ τόν πόνο καί τή χαρά κάθε ἀνθρώπου. Κι ἡ κάθε ἀνθρώπινη καρδιά, συμπάσχουσα καί εὐγνωμονοῦσα ἀνταποκρίνεται δεητικά: «Οἱ τήν σήν προστασίαν κεκτημένοι, Ἄχραντε, καί ταῖς σαῖς ἱκεσίαις τῶν δεινῶν ἐκλυτρούμενοι, τῷ Σταυρῷ τοῦ Υἱοῦ σου, ἐν παντί φρουρούμενοι, καταχρέως σέ πάντες, εὐσεβῶς μεγαλύνομεν» (Κάθισμα, Σταυροθεοτοκίον, Τετάρτη δ ἑβδομάδος). Ὀφείλομε, βέβαια νά τονίσομε, ὅτι στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας δέν ὑπάρχει ξεχωριστή τιμή, εὐλάβεια, προσκύνηση καί πίστη πρός τήν Παναγία. Ὅλα αὐτά εἶναι συνδεδεμένα μέ τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὡς Θεανθρώπου, ἀναφορικά μέ τό σωτηριολογικό ἔργο Του. Ἡ δόξα ἀνήκει στόν δοξάσαντα καί δοξάζοντα καί ἡ τιμή στόν τιμήσαντα καί ἀεί τιμῶντα. Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ πάντοτε τήν Παναγία μαζί καί σέ σχέση μέ τόν Χριστό καί τά γεγονότα τῆς ἐπιγείου ζωῆς Του, γι αὐτό καί οἱ Θεομητορικές ἑορτές της εἶναι συνεπακόλουθες τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν. Τήν τιμήν της ἡ Παναγία τήν ἀντλεῖ ἀπό τή θεότητα καί τό μεγαλεῖο τοῦ Υἱοῦ της. Εἶναι ἡ ἀειπάρθενος Θεοτόκος, ἡ τεκοῦσα τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ Λόγον, σεσακωμένον. Ἡ εὐλάβεια πρός τήν Παναγία ἐκφράζεται πάντοτε στό τέλος κάθε λειτουργικῆς ἑνότητος, τῆς ὁποίας κάθε ὁμάδα ὕμνων, Κανόνων, Ἰδιομέλων, Προσομοίων κ.λπ. καταλήγει μέ τό Θεοτοκίον, δηλαδή μ ἕναν ἰδιαίτερον ὕμνο πρός τήν Παναγία. Οἱ Τετάρτες καί οἱ Παρασκευές ὅλου τοῦ χρόνου, πού εἶναι ἀφιερωμένες στόν Σταυρό, εἶναι ἀφιερωμένες καί στήν Θεοτόκο μέ ὕμνους πού ὀνομάζονται Σταυροθεοτοκία καί ἔχουν περιεχόμενο σταυρικό. Ἐνδεικτικό εἶναι τό Σταυροθεοτοκίον, πού ψάλλεται κάθε Τρίτη καί Πέμπτη βράδυ, στό τέλος τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου: «Σφαγήν σου τήν ἄδικον, Χριστέ, ἡ Παρθένος βλέπουσα, ὀδυρωμένη ἐβόα σοι, τέκνον γλυκύτατον, πῶς ἀδίκως πάσχῃς; Πῶς τῷ ξύλῳ κρέμασαι ὁ πᾶσαν γῆν κρεμάσας τοῖς ὕδασι; Μή λίπῃς μόνην με, εὐεργέτα πολυέλεε, τήν μητέρα καί δούλην σου δέομαι». Στήν περίπτωση συμπόρευσης τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μέ τήν Θεοτόκο ἔχομε τήν ἐκπλήρωση τῆς προφητείας τοῦ δικαίου Συμεών, πού, ὑποδεχόμενος τόν Χριστό ὡς βρέφος τεσσαρακονθήμερο, ἀπευθυνόμενος πρός τήν Παναγία Μητέρα Τοῦ εἶπε: «καί σοῦ δέ αὐτῆς τήν ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, ὅπως ἄν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί» (Λουκ. 2,35). Προφανῶς ἡ προφητεία αὐτή ἀναφέρεται στόν πόνο τῆς Παναγίας ὡς Μητέρας, ὅταν θά ἔβλεπε τόν Υἱόν καί Θεόν της γυμνόν, κρεμάμενον ἐπί τοῦ Σταυροῦ, «μή ἔχοντος εἶδος οὐδέ κάλλος». Γιατί ἡ Παναγία κατά τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ δέν ὑπέφερε, παρ ὅλη τή φτώχεια καί τήν ἀστοργία τῶν ἀνθρώπων, ὑπέφερε ὅμως στό Πάθος Του καί αὐτό ἀκριβῶς περιγράφεται στό α τροπάριο τῆς Θ ᾨδῆς τοῦ Μεγάλου Σαββάτου: «Ἐπί τῷ ξένῳ σου τόκῳ τάς ὠδίνας φυγοῦσα, ὑπερφυῶς ἐμακαρίσθην, ἄναρχε Υἱέ. Νῦν δέ σέ, Θεέ μου, ἄπνουν ὁρῶσα νεκρόν, τῇ ρομφαίᾳ τῆς λύπης σπαράττομαι 9
δεινῶς. Ἀλλ ἀ ν ά σ τ η θ ι ὅπως μεγαλυνθήσωμαι». Πρίν δύο ἡμέρες ἑορτάσαμε τήν μεγάλη Θεομητορική ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί ψ ά λ λ α μ ε σ υγχρόνως καί τήν Γ Στάση τῶν Χαιρετισμῶν στήν Παναγία μας. Καί θά λεγε κανείς ὅτι σ αὐτές τίς ἡμέρες, ἀπό τήν Παρασκευή ἕως καί σήμερα, συμπυκνώνεται ὅλο τό μυστηριακό νοηματικό πλέγμα τοῦ Σταυροῦ, τῆς Θεοτόκου καί τοῦ Σταυρωσίμου καί Ἀναστασίμου Πάσχα. Σέ ἕνα ἀπό τά Χαῖρε αὐτῆς τῆς ὁμάδος τῶν ὡραιότατων καί λαοφίλητων Χαιρετισμῶν στήν Παναγία μας, ψάλαμε, ἀπευθυνόμενοι στήν Παναγία: «Χαῖρε δι ἧς ἐλύθη παράβασις. Χαῖρε δι ἧς ἠνοίχθη παράδεισος». Ὁ στίχος αὐτός μᾶς ἐπαναφέρει στή μνήμη τόν ἀπολεσθέντα Παράδεισο τῆς τρυφῆς. Τότε ἡ παρακοή τῆς Εὔας στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ γίνεται πρόξενος ἀθετήσεως τοῦ θείου προστάγματος καί ἐξώσεως τῶν πρωτοπλάστων ἐκ τοῦ Παραδείσου, μέ τίς γνωστές συνέπειες γιά ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος. Ἔκτοτε βρισκόμαστε στήν μακράν τοῦ Θεοῦ χώρα τῆς ἐξορίας, τῆς πτώσεως, τῆς φθορᾶς καί διαφθορᾶς, τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀποστασίας καί ἀλλοτρίωσης. Τώρα, μέ τήν ὑπακοή τῆς Παρθένου Μαρίας στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔχομε τή δημιουργία τῆς Νέας Εὔας, τῆς ὁποίας ἡ ὁλόψυχη συγκατάθεση νά γίνει Μητέρα τοῦ Θεοῦ, λύει τήν ἀρχαία παράβαση τῆς πρώτης Εὔας. Ἔτσι, ἡ Μαρία γίνεται Θεοτόκος καί ἀνοίγει ξανά τόν Παράδεισο τῆς τρυφῆς. Ἡ πρώτη Εὔα ὁδηγεῖ τό ἀνθρώπινο γένος στόν θάνατο καί στό ἀφεγγές σκοτάδι τοῦ Ἅδου. Ἡ Νέα Εὔα, ἡ Παναγία, ἀνοίγει τήν θύρα πρός τή ζωή. Δίνει τή δυνατότητα ξανά συνομιλίας τοῦ πλάσματος μέ τόν Πλάστη καί παρέχει τή βεβαιότητα οἰκειώσεως τῆς θείας χάριτος. Μέ τή Θεοτόκο καί διά τῆς Θεοτόκου ἐπιτυγχάνεται ὁ ἀρχετυπικός προσδιορισμός τῆς παραδείσιας εὐδαιμονίας, μέ τήν ὑπακοή καί τήν ἄσκηση ἐν ἐλευθερίᾳ καί ἀγάπῃ καί ἡ πραγμάτωση τοῦ «κατ εἰκόνα» εἰς τό «καθ ὁμοίωσιν». «Ἄν ὁ Χριστός εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Πατρός, ἡ Παναγία εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς νέας δημιουργίας, ἡ νέα Εὔα, πού ἀνταποκρίνεται στόν νέο Ἀδάμ, ἐκπληρώνοντας τό μυστήριο τῆς ἀγάπης. Εἶναι ἡ νέα Εὔα λόγῳ τῆς ἀπαντήσεως πού ἔδωσε στό αἴτημα τοῦ Θεοῦ: Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ῥῆμά σου. Ἐκείνη τή στιγμή ξεπεράστηκαν ὅλες οἱ ἀνθρώπινες δομές πού εἶχαν ξεκινήσει μέ τήν ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό-ἐλευθερία καί ἐξουσία, δικαιώματα καί ὑποχρεώσεις κ.λπ. Ἡ νέα ζωή δέν εἰσῆλθε στόν κόσμο ὡς ζωή ἐξουσίας καί ὑποταγῆς, ἀλλ ὡς ζωή κοινωνίας καί ἀγάπης» (Ἀλ. Σμέμαν, Η ΠΑΝΑΓΙΑ, σελ. 85). Στοχαστικά μένομε στόν Παράδεισο τῆς τρυφῆς. Πλάι στόν τύπο τῆς Παναγίας ὑπάρχει ὁ τύπος τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Γύρω ἀπό τό δένδρο τῆς «γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ» παίχθηκε τό δράμα ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος. Τότε ὁ διάβολος γύρω ἀπό αὐτό τό δένδρο χρησιμοποίησε μία παρθένο, τήν Εὔα, γιά τήν πτώση μας καί τώρα, γύρω ἀπό ἕνα δένδρο, τό δένδρο τοῦ Σταυροῦ, ὁ Χριστός χρησιμοποίησε τήν Παρθένο Μαρία γιά τή σωτηρία μας. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, σέ μιά ὁμιλία του Εἰς τό κοιμητήριον καί τόν Σταυρόν, κάνει μία ὑπέροχη ἀναφορά: «Παρθένος, καί ξύλον, καί θάνατος τῆς ἥττης ἡμῶν ἦν τά σύμβολα. Παρθένος ἦν ἡ Εὔα, οὔπω γάρ ἄνδρα ἐγίνωσκε. Ξύλον ἦν τό δένδρον, καί θάνατος ἦν τό ἐπιτίμιον τοῦ Ἀδάμ. Ἀλλ ἰδού, πάλιν παρθένος, καί ξύλον, καί θάνατος, τά τῆς ἥττης σύμβολα ταῦτα, καί τῆς νίκης ἐγένετο σύμβολα. Ἀντί γάρ τῆς Εὔας, ἡ Μαριάμ. Ἀντί τοῦ ξύλου τοῦ εἰδέναι τό καλόν καί τό πονηρόν, τό ξύλον τοῦ Σταυροῦ. Ἀντί τοῦ θανάτου τοῦ Ἀδάμ, ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ. Εἶδες, δι ὧν ἐνίκησε, διά τούτων αὐτόν ἡττώμενον; Περί τό δένδρον κατηγωνίσατο τόν Ἀδάμ ὁ διάβολος, περί τόν σταυρόν κατεπάλαισε τόν διάβολον ὁ Χριστός. Καί ξύλον, τό μέν ἔπεμπεν εἰς ἄδην, τό δέ καί τούς ἀπελθόντας ἐκεῖθεν ἀνεκαλεῖτο. Πάλιν ξύλον, τό μέν τόν αἰχμάλωτον γυμνόν ἔκρυψε, τό δέ τόν νικητήν γυμνόν ἐφ ὑψηλοῦ πᾶσιν ἐδείκνυ. Καί θάνατος, ὁ μέν τούς μετ αὐτόν κατέ- 10
κρινεν, ὁ δέ καί τούς πρό αὐτοῦ γενομένους ἀνέστησε». Ἡ ἀναφορά αὐτή τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου μᾶς ὑπενθυμίζει τό δοξαστικό τῶν ἑσπερίων τοῦ Τιμίου Σταυροῦ: «Δεῦτε ἅπαντα τά ἔθνη, τό εὐλογημένον ξύλον προσκυνήσωμεν, δι οὗ γέγονεν ἡ αἰώνιος δικαιοσύνη, τόν γάρ προπάτορα Ἀδάμ ὁ ἀπατήσας ἐν ξύλῳ τῷ Σταυρῷ δελεάζεται καί πίπτει κατενεχθείς πτῶμα ἐξαίσιον ὁ τυραννίδι κρατήσας τοῦ βασιλείου πλάσματος. Αἵματι Θεοῦ ὁ ἰός τοῦ ὄφεως ἀποπλύνεται, καί κατάρα λέλυται καταδίκης δικαίας, ἀδίκῳ δίκῃ τοῦ δικαίου κατακριθέντος. Ξύλῳ γάρ ἔδει τῷ ξύλῳ ἰάσασθαι καί πάθει τοῦ ἀπαθοῦς τά ἐν ξύλῳ λῦσαι πάθη τοῦ κατακρίτου». Συνεχίζοντας ὁρισμένες ἄλλες ἀντιστοιχίες Σταυροῦ καί Παναγίας βλέπομε ὅτι στήν Γ Στάση τῶν Χαιρετισμῶν, πού προείπαμε, ἡ Παναγία χαιρετίζεται ὡς «ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ οὗ σκέπονται πολλοί». Καί ὡς «δένδρον ἀγλαόκαρπον ἐξ οὗ τρέφονται πολλοί». Ἀλλά καί ὁ Σταυρός τοῦ Σωτῆρος ὑψούμενος εἰς τό μέσον τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς ἑρμηνεύεται ἀπό τούς Πατέρες ὡς τό δένδρον τό πλατύφυλλο, ὅπου, κάτω ἀπό τήν παχιά σκιά του, κάθονται νά ξαποστάσουν οἱ ὁδοιπόροι καί νά πάρουν κουράγιο γιά νά συνεχίσουν τόν ἀνάντη δρόμο τῆς πρό τοῦ Πάσχα ἀσκήσεως. Ὅπως, ἐπίσης, ἡ τροφή μέ τήν ὁποία τρέφονται οἱ πιστοί εἶναι τά Δῶρα τῆς Ἐσταυρωμένης Ἀγάπης πού ἔρρευσαν ἀπό τή θυσία τοῦ Κυρίου πάνω στόν Σταυρό. Στό σημεῖο αὐτό ταυτίζονται Σταυρός καί Παναγία. Ἡ Παναγία ἔγινε «γῆ ζωοδότις» καί τό χωράφι τό γόνιμο πού βλάστησε τόν «κόκκο τοῦ σίτου», τόν Χριστό(Θεοφάνης). Ἀπό τά σπλάχνα της πλάστηκε τό πανάγιον σῶμα καί αἷμα τοῦ Κυρίου κι ἔγινε ἡ Ἀειπάρθενος «θεία Τράπεζα, ἡ προσφέρουσα ἐξ ἑαυτῆς τήν κοινήν ἀμβροσίαν καί τό ζωοποιόν νέκταρ, τήν σάρκα δηλαδή καί τό αἷμα τοῦ ἐξ αὐτῆς ἀρρήτως ἀναβλαστήσαντος» (ὅ.π.). Ἔτσι, τά Δῶρα τῆς σταυρικῆς Θυσίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι δῶρα τῆς παναγίας Μητρός Του «ἡ τό ἴδιον γάλα καθ ἑκάστην ἀφθόνως τούτῳ παρεχομένη πρός βρῶσιν ἅμα καί πόσιν, ἀπόλαυσίν τε καί εὐφροσύνην». Γι αὐτό σέ κάθε θεία Λειτουργία ὁ Χριστός εἶναι «νυμφίος καί πανηγυριάρχης» (Κύριλλος Ἀλεξανδρείας) καί ἡ «ἀνύμφευτος Νύμφη ἡ φιλότιμος ἑστιάτωρ καί τροφός τῶν καλεσμένων» (βλ. Ἱερομον. Γρηγορίου, Ἡ Θεία Λειτουργία, σελ. 292-3). Ἐνδεικτικό τῆς ἀμέσου σχέσεως τοῦ ζωοποιοῦ Σταυροῦ καί τῆς Θεοτόκου, μέ τό Σταυρώσιμο καί Ἀναστάσιμο Πάσχα, εἶναι τό Ἐξαποστειλάριο Θεοτοκίον τῆς Κυριακῆς της Σταυροπροσκυνήσεως, πού ἀκούσαμε σήμερα τό πρωί. Ἄς τό προσέξομε: «Τό ξύλον ἐν ᾧ Πάνσεμνε τάς ἀχράντους παλάμας, ὑπέρ ἡμῶν ἐξέτεινε, προσπαγείς ὁ Υἱός σου, νῦν εὐσεβῶς προσκυνοῦμεν. Δός ἡμῖν τήν εἰρήνην καί τά κοσμοσωτήρια Πάθη, καί τήν λαμπράν, καί κοσμοχαρμόσυνον προσκυνῆσαι, τοῦ Πάσχα κυριώνυμον, καί φωσφόρον ἡμέραν». Προεικόνιση τῆς Παναγίας ἦταν ἡ φωτεινή στήλη πού ὁδηγοῦσε τόν πλάνητα λαόν μέσα στήν ἔρημο, δείχνοντάς του τόν δρόμο γιά τή γῆ τῶν πατέρων του. Τώρα ἐγκωμιάζεται ἡ Παναγία ὡς «πύρινος στύλος» καί «σκέπη τοῦ κόσμου, πλατυτέρα νεφέλης» (γράμμα Λ, στ. δ ), πού παρέχει νέους προσανατολισμούς στόν περιπλανώμενο ἄνθρωπο, πού σκουντουφλᾶ μέσα στήν ἄγρια νύχτα τῶν παθῶν καί ἡδονῶν τοῦ βίου, προσπαθώντας νά βρεῖ, νά ἀνακαλύψει τόν ἀληθινό προορισμό του. Τό ἴδιο χαρακτηρίζεται καί ὁ Τίμιος Σταυρός, ὡς «φωστήρ, τοῖς ἐν σκότει φαίνων, καί ἀστήρ τόν κόσμον αὐγάζων» (Χαιρετισμοί τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, γράμμα Φ, στ α ). Οἱ ἄνθρωποι πορεύονται ἀπροστάτευτοι κι ἀκαθοδήγητοι μέσα στόν κόσμο, μέ μόνους ὁδηγητές τά ἔνστικτά τους, γι αὐτό διεκδικοῦν καί ἐκδικοῦνται, μάχονται καί ἀντιμάχονται, σταυρώνονται καί σταυρώνουν τούς συνανθρώπους τους. Ὁ Τίμιος Σταυρός εἶναι ὁ καθοδηγητικός φάρος πού ἐκπέμπει φωτεινά σήματα ὑπομονῆς, συγγνώμης, θυσίας καί ἀγάπης κι ἀφήνει στά πέρατα τοῦ κόσμου ὡς αἰώνιο παράδειγμα πώς, γιά νά χαρεῖς τήν Ἀνάσταση πρέπει νά περάσεις πρῶτα ἀπό τήν αἰσχύνη, τή μωρία καί τό σκάνδαλο τοῦ Σταυροῦ. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στό σημεῖο αὐτό κάνει μία ὑπέροχη ἀναφορά γιά τόν καθένα μας: «Ἄμποτε, ἀδελφέ, νά εἶναι καί εἰς σέ ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου φῶς νοητόν, φωτίζων μέν τόν νοῦν καί τήν διάνοιάν σου μέ τάς ἀκτίνας τῆς θείας γνώσεως καί σοφίας, θέλγων δέ καί γλυκαίνων τήν καρδίαν σου μέ τήν χάριν τοῦ ἐν αὐτῷ σταυρωθέντος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὥσπερ γάρ ὁ πύρινος ἐκεῖνος καί φωτεινός στύλος, ὡδήγει τούς Ἰσραηλίτας ἐν τῇ ἐρήμῳ, κατά τόν 11
καιρόν τῆς νυκτός καί δέν ἄφηνεν αὐτούς νά πλανηθοῦν εἰς τήν στράταν, οὕτω καί ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου ἐδόθη εἰς σέ, χριστιανέ, διά νά σέ φωτίζει καί νά σέ ὁδηγεῖ μέσα εἰς τό σκότος τῆς παρούσης ζωῆς καί νά μή σέ ἀφήνει νά πλανηθεῖς εἰς τούς κρημνούς τῆς ἁμαρτίας». Ὁ Σταυρός, ἐπίσης, προσφωνεῖται: «Ἱλαστήριον ἁπάντων» (ε τροπ. Ζ ᾨδῆς τῶν Χαιρετισμῶν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ), ἀλλά καί στήν Θεοτόκο ἀπευθύνομε τόν χαιρετισμό: «Ἱλαστήριον τοῦ κόσμου, χαῖρε, ἄχραντε Δέσποινα» (β τροπ. Δ ᾨδῆς τοῦ Κανόνος τῶν Χαιρετισμῶν). Ἡ μέν Θεοτόκος ἐφανέρωσε τόν Θεόν Λόγον στούς ἀνθρώπους, μέ συνέπεια «τό μεσότειχον τῆς ἔχθρας καθελοῦσα, εἴρηνην ἀντεισῆξε καί τό βασίλειον ἠνέῳξεν». Ὁ δέ Τίμιος Σταυρός ἐβάστασε πάνω τοῦ ὅλο τό εὖρος τῆς μεγάλης ἀγάπης καί ποτίστηκε μέ τό αἷμα «τοῦ ἀμώμου καί ἀσπίλου Χριστοῦ» (Α Πέτρ. 1, 19). Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἔσχατη ἀποκάλυψη τῆς φιλανθρωπίας καί ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, πού ἀνοίγει μία νέα ἐποχή καί ἀπεργάζεται μία νέα ζωή στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος. Εἶναι τό μέγα θαῦμα τῆς ἐλευθερίας καί τό κορύφωμα τῆς παντοδυναμίας τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, πού πεθαίνει γιά νά ζήσει ὁ κόσμος. Μέσα σέ ἕναν κόσμο πού ὁ ἕνας ἀντιμάχεται τόν ἄλλο κι ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο γίνεται λύκος, πού συνεχῶς καταβουλιάζει μέσα στήν κακεντρέχεια καί τό μίσος, στή μικροψυχία καί τή βία, στίς ἀπειλές, στήν ἐκδίκηση καί στά πάθη τῆς φθορᾶς καί διαφθορᾶς, ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἔρχεται νά μᾶς ὑπενθυμίσει τήν ἀξία ἄνθρωπος! Καί ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου δέν ἔγκειται στή δύναμη ἤ τήν ἐξουσία, τή φρενίτιδα τῶν ἀπαιτήσεων καί τῶν δικαιωμάτων, στήν προκλητική τυραννική βία ἤ τήν ἀνταπόδοση βίας, ἀλλά στήν κένωση, στή σταυρική ἀποδοχή τοῦ πλησίον, στή δύναμη πού γυμνώνει ἀπό κάθε ἐπιθυμία αὐτούς πού ἀγαποῦν χάρη ἐκείνων πού ἀγαποῦνε κι ἀκόμη πιό πέρα ἀπό ἐκείνους σ ἐκείνους πού τούς ἐχθρεύονται. Σεβασμιώτατε, ἀδελφοί μου! Μέ τή βοήθεια, τή χάρη καί τήν ἀνοχή τοῦ Θεοῦ προχωρᾶμε. Βρισκόμαστε ἐν πορείᾳ πρός τό Σταυρώσιμο καί Ἀναστάσιμο Πάσχα. Καί ἡ πορεία μας αὐτή ὅσο δύσκολη καί κουραστική, λόγῳ τῶν πολλῶν πειρασμῶν καί τῆς πνευματικῆς ἀσκήσεως καί ἄν εἶναι, γίνεται ἀνάλαφρη καί χαρούμενη ὅταν ἔχομε συνοδοιπόρους τόν Τίμιον Σταυρόν καί τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. «Σταυρός ὁ φύλαξ πάσης της οἰκουμένης» ψάλλομε καί προσκυνώντας αὐτόν ἐν πίστει, τήν ἁγίαν τοῦ Κυρίου Ἀνάστασιν δοξάζομεν. Εἶναι ὁ προάγγελος «τάς αὐγάς φωτοβολῶν» τῆς «λαμπρᾶς καί κοσμοχαρμοσύνου τοῦ Πάσχα φωσφόρου ἡμέρας». Σήμερα, Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, νιώθομε τόσο ἔντονα αὐτόν τόν παλμό τῆς χαρᾶς καί τῆς λύπης, τῆς Σταύρωσης καί τῆς Ἀνάστασης! Τό πρωί στήν κωδωνοκρουσία τοῦ Ὄρθρου ἀκούσαμε τίς Καταβασίες τῆς ἑορτῆς: «Ὁ θειότατος προετύπωσε πάλαι Μωσῆς ἐν Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ», τονισμένες στόν χαρούμενο ἦχο α καί στό ἴδιο μέλος, μέτρο καί ρυθμό τῶν Καταβασιῶν τοῦ Πάσχα: «Ἀναστάσεως ἡμέρα» καί στήν Θ ᾨδή ψάλαμε τόν Εἱρμό τῆς Θεοτόκου: «Ὤ, Μῆτερ, Παρθένε καί Θεοτόκε ἀψευδής, ἡ τεκοῦσα ἀσπόρως Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν, τόν ἐν Σταυρῷ ὑψωθέντα σαρκί, σέ οἱ πιστοί ἅπαντες ἀξίως, σύν τούτῳ νῦν μεγαλύνομεν». Μόνο ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ μπορεῖ νά σηκώσει τούς σταυρούς μας καί τούς σταυρούς ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ πορεύεται σταυροφόρος, πρός τήν νέα πολιτεία, τήν ἄνω Ἱερουσαλήμ, τό αἰώνιον Πάσχα, ὡς συντεταγμένη φάλαγγα πολιτῶν τοῦ σταυρικοῦ πολιτεύματος. Πορεύεται σταυρωμένος μέ τόν συσταυρωμένο Κύριο τῆς Δόξης, πού γίνεται Σταυροφόρος καί Κυρηναῖος μαζί. Αὐτός, ὅμως, «Ὁ λαός πού δέν εἶναι τό ἐπινόημα ἤ ἡ μαριονέτα τῶν ἀρχόντων ἤ τῶν πολιτικῶν ἤ τῶν ἐθνοσωτήρων, πού τόν θεωροῦν κτῆμα τους ἥ τόν ναρκώνουν μέ τίς ὑποσχέσεις τους ἤ τόν θυμοῦνται μόνο στήν ἄσκηση τῆς ἐξουσίας τους» (Βλ.: π. Μιχ. Καρδαμάκη, Στήν Παναγία τοῦ Δεκαπενταύγουστου, σελ. 30). Καί, ὁπωσδήποτε, ὄχι ὁ ἀνώνυμος ὄχλος τοῦ μαζανθρώπου, πού 12
καταβουλιάζει συνεχῶς ἀσθμαίνοντας μέσα σ ἕνα ὁμαδικό χαμάμι. Ἀλλά ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, ὁ ἐπώνυμος λαός, ἀφοῦ ὁ καθένας χωριστά ἔχει τήν προσωπική κλήση του, χαραγμένη μέ τό σημεῖον τοῦ Σταυροῦ καί εἶναι σφραγισμένος μέ τό ἀνεξάρνητον ὄνομά του. Αὐτός ὁ λαός πού θά χαθεῖ ὄχι ὅταν τοῦ λείψουν οἱ ἰδεολογίες, γιατί αὐτές ἀλληλοχτυπιοῦνται, ἀλληλοαναιροῦνται κι ἀλληλοκαταστρέφονται, ἀλλά ὅταν τοῦ λείψει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ὁ θεμελιακός νόμος τῆς σταυρωμένης ἀγάπης, τό κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ, πού εἶναι ὁ πιό ἄμεσος τρόπος νά ζεῖς τίς αὐταπαρνήσεις σου στίς ἀνάγκες τῶν ἄλλων καί τήν ἐθελούσια σκλαβιά γιά τήν ἐλευθερία τῶν ἄλλων. Καί πλάι στόν Σταυρό ἡ Γυνή, ἡ περιβεβλημένη τόν ἥλιον (Ἀποκ. 12.1). Ὅ,τι τιμαλφέστερο καί ὡραιότερο ἔχει τό ἀνθρώπινο γένος νά προσφέρει ὡς Δῶρο πρός τόν Δωρητήν: ἡ Παρθένος Μαρία, ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί Μητέρα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, πού ἔζησε τήν ὀδύνη τῆς θυσίας καί τῆς ὁλοπόρφυρης ἀγάπης τοῦ Σταυροῦ. Κι αὐτή ἡ κλήση τοῦ φιλευσπλάχνου Θεοῦ, πού θέλησε νά τῆς χαράξει τά σπλάχνα μέ τή δίστομη ρομφαία του ὁ σκληρός πόνος τῆς ἀδικίας, τῆς ἀπανθρωπιᾶς, τῆς κακουργίας, τῆς ἔδωσε τό χάρισμα νά συμπαρίσταται στόν πολύμορφο καί ποικιλώνυμο πόνο τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ συνολικά καί χωριστά στόν καθένα. Καί ἄν τοῦ Χριστοῦ τό πανάγιο κορμί συνεχίζει νά αἱμοστάζει, ὡσότου ὑπάρχει ἕνας πονεμένος κι ἀδικημένος ἄνθρωπος στόν κόσμο, τό ἴδιο καί τῆς Παναγίας Μητέρας, ὡσότου ὑπάρχουν πονεμένοι καί θλιμμένοι ἄνθρωποι πάνω στή γῆ, δέν θά στερέψουν ποτέ τά δάκρυα πρός τόν Υἱόν καί Θεόν της, νά γίνει ἵλεως. Ἵλεως γιά ὅλους τους ἀνθρώπους ὅπου κι ἄν βρίσκονται, σέ ὅποια μακρινή χώρα τῆς ἀσωτίας κι ἄν προσπαθοῦν νά χορτάσουν μέ τά ξυλοκέρατα τῆς ἀποστασίας. Γιατί ἀκόμη καί σ αὐτούς πού θητεύουν στήν ἀσχήμια τῆς ἁμαρτίας ὑπάρχει μία ἔστω μικρή σπίθα θεϊκή στά κατάβαθα τῆς καρδιᾶς τους καί ἀπό αὐτή τήν κρυμμένη σπίθα ἡ Θεοτόκος Μαρία, ἡ Ἀμόλυντος, ἡ Πάντων Χαρά, μέ τίς πρεσβεῖες της προσπαθεῖ νά ἀνάψει τή φλόγα τῶν ἀρετῶν καί τήν ὀμορφιά τῆς συγγνώμης, νά κλάψει ὁ καθείς γιά τά κρίματά του καί νά ἐπιστρέψει μετανοιωμένος στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ. «Ἡ Παναγία εἶναι ἡ ἔκφραση προστασίας καί μεσιτείας. Ταυτίζεται μέ ὅλους ὅσοι ὑποφέρουν, μέ τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου σ αὐτό τόν κόσμο, πού εἶναι τραγωδία καί πόνος. Γίνεται ἔτσι ἡ εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας ὡς Μητέρας» (Βλ.: Ἀλ. Σμέμαν, ὅ.π., σελ. 122). Ἡ ρομφαία πού διαπέρασε τήν καρδιά τῆς Θεοτόκου δέν ἦταν μόνο ὁ πόνος γιά τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ καί τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά γιά ὅλους τους υἱούς τῶν ἀνθρώπων. «Διηγήσατο ὁ Ἀβᾶς Ἰωσήφ», διαβάζομε στό Γεροντικό, «ὅτι εἶπεν ὁ Ἀβᾶς Ἰσαάκ, ὅτι ἐκαθήμην πρός τόν Ἀβᾶ Ποιμένα, καί εἶδον αὐτόν ἐν ἐκστάσει γενόμενον. Καί ἐπειδή εἶχον πρός αὐτόν πολλήν παρρησίαν, ἔβαλον αὐτῷ μετάνοιαν καί παρεκάλεσα αὐτόν λέγων: εἰπέ μοι, ποῦ ἦς; ὁ δέ ἀναγκασθείς εἶπεν: ὁ ἐμός λογισμός, ὅπου ἡ Ἁγία Μαρία ἡ Θεοτόκος ἔστηκε καί ἔκλαιεν ἐπί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος. Καί ἐγώ ἤθελον πάντοτε οὕτω κλαίειν». Καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, ἄς φέρομε τήν σκέψη μας πρός τόν Τίμιον καί Ζωοποιόν Σταυρόν, τόν ὁποῖον, χείλεσιν ἀναξίοις, ἀξιωθήκαμε νά προσκυνήσομε σήμερα ἐν μέσῳ τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, ὅπου ἡ πάναγνος Θεοτόκος θρηνεῖ γιά τούς ἐσταυρωμένους ὅλου τοῦ κόσμου. Καί, ὅσα ἀπό τήν ἀρχή τῆς ὁμιλίας μας ἀναφέραμε, θά κλείσομε ὡς ἀνακεφαλαίωση μέ τό α προσόμοιο τοῦ Μικροῦ Ἑσπερινοῦ τῆς σημερινῆς Γ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν: «Ἵνα τοῦ Ἀδάμ, ἀφανίσῃς τήν κατάραν, σάρκα τήν ἡμῶν, προσλαμβάνεις δίχα ρύπου. Σταυροῦσαι δέ καί θνήσκεις, Ἰησοῦ ὑπεράγαθε, ὅθεν τόν Σταυρόν σου καί τήν λόγχην, σπόγγον καί τόν κάλαμον, τούς ἥλους, πιστῶς σέβομεν, καί τήν Ἀνάστασιν τήν σήν, ἰδεῖν ἐξαιτούμεθα», διά πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, πού ἀπόψε μᾶς φιλοξένησε σ αὐτόν ἐδῶ τόν πάνσεπτον ἱερόν Ναόν του, καί δι εὐχῶν τοῦ ἁγίου δεσπότου ἡμῶν. Ἀμήν! 13
Ἡ Κ α σ σ ι α ν ή Γιάννη Γ. Χρηστάκη, Ἐπίτ. Σχολ. Συμβούλου Ηβυζαντινή ἀρχοντοπούλα Κασσιανή ἤ Κασσία ἤ Εἰκασία, ὅπως ἦταν τό πραγματικό της ὄνομα, ἔγινε πασίγνωστη στόν ὀρθόδοξο χριστιανικό κόσμο ἀπό τό ἰδιόμελο Δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τῆς Μεγάλης Τρίτης τό βράδυ (Ὄρθρος τῆς Μεγάλης Τετάρτης), τό ὁποῖο συνέθεσε καί μελοποίησε ἡ ἴδια. Στήν ἱστορία δέ τό ὄνομα της ἔγινε γνωστό, ἐξ αἰτίας τῆς εὐφυΐας της, τῆς παρρησίας καί τῆς ἰσχυρῆς προσωπικότητάς της, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια. Κόρη ἀνώτερης οἰκογένειας τῆς βυζαντινῆς κοινωνίας γεννήθηκε μεταξύ τοῦ 805 καί 810, ὅπως ὑποστηρίζουν ὁ βυζαντινολόγος Κρουμπάχερ καί ὁ δικός μας ἱστορικός Κων/νος Παπαρρηγόπουλος. Ἔτυχε ὑψηλῆς μόρφωσης καί ἀγωγῆς, γι αὐτό, σύμφωνα πάλι μέ τόν Κρουμπάχερ, εἶχε «ὥριμον νοῦν». Συγχρόνως στολιζόταν, ὅπως μαρτυροῦν οἱ χρονογράφοι τῆς ἐποχῆς, μέ ἔκπαγλη ὀμορφιά. Τά δύο αὐτά χαρακτηριστικά τῆς Κασσιανῆς χάραξαν ἁδρά τήν πορεία της στή ζωή, μιά πορεία πού κινεῖται μεταξύ ἱστορίας καί θρύλου, μεταξύ πραγματικοῦ καί φανταστικοῦ. Τά ἐξακριβωμένα ἱστορικά στοιχεῖα θέλουν τήν Κασσιανή, ὅταν ἦταν στήν ἡλικία τῶν 24 ἐτῶν περίπου, νά πῆρε μέρος στήν ἐπιλογή συζύγου τοῦ Αὐτοκράτορα Θεόφιλου (829-842), πού ἦταν γιός τοῦ Μιχαήλ Β Τραυλοῦ καί ἐπιτροπευόταν ἀπό τή μητρυιά του Εὐφροσύνη, κόρη τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Στ. Ὅταν λοιπόν ὁ Θεόφιλος θέλησε νά ἐπιλέξει τή σύζυγό του (830) ἡ μητρυιά του Εὐφροσύνη, ἀκολουθώντας τήν παράδοση τῶν Ἀσιατῶν αὐτοκρατόρων, κάλεσε τίς πιό ὄμορφες νέες νά ἔλθουν στά ἀνάκτορα γιά νά ἐπιλέξει ὁ Αὐτοκράτορας Θεόφιλος τή γυναίκα, πού θά ἔκανε σύζυγό του, τήν Αὐτοκράτειρα. 14 Προσῆλθαν τελικά δώδεκα ὄμορφες νέες στήν αἴθουσα Τρίκλινον τοῦ Ἱεροῦ Ἀνακτόρου, ἀνάμεσα στίς ὁποῖες ἦταν ἡ Κασσιανή καί ἡ Θεοδώρα ἀπό τήν Παφλαγονία. Ἡ Εὐφροσύνη ἔδωσε στό Θεόφιλο ἕνα χρυσό μῆλο, νά τό δώσει σ αὐτή πού θά ἐπέλεγε γιά γυναίκα του. Ὁ Θεόφιλος πέρασε μπροστά ἀπό τίς ὑποψήφιες Αὐτοκράτειρες, κοιτάζοντάς τις προσεκτικά καί ἐκτιμώντας τήν ὀμορφιά καί τά κάλλη τῆς κάθε μιᾶς. Ὅταν ἔφτασε μπροστά στήν Κασσιανή ἔμεινε κατάπληκτος ἀπό τή σωματική της ὀμορφιά καί σταμάτησε. Πρίν ὅμως τῆς δώσει τό μῆλο, θέλησε νά ἐλέγξει τήν εὐφυΐα της, κάνοντάς της τήν ἐρώτηση: -Ἐκ γυναικός ἐρρύη τά φαῦλα, ὑπονοώντας τήν παρακοή τῆς Εὔας. Ἡ Κασσιανή ἐρυθρίασε καί ἀπάντησε, χωρίς νά χάσει τόν αὐτοέλεγχό της, μέ ἑτοιμότητα, σεμνότητα, στόν Αὐτοκράτορα. -Ἀλλά καί ἐκ γυναικός πηγάζει τά κρείττω, ὑπονοώντας τήν Παναγία μέ τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Αὐτοκράτορας θεώρησε τήν ἀπάντηση τῆς Κασσιανῆς ὑπερφίαλη καί ἐγωιστική, τήν προσπέρασε κι ἔδωσε τό μῆλο στή Θεοδώρα, ἡ ὁποία κέρδισε τό βυζαντινό θρόνο. Τό γεγονός, ὅπως ἦταν φυσικό, λύπησε βαθύτατα τήν Κασσιανή, ἡ ὁποία ἀποφάσισε νά μονάσει, ἐγκαταλείποντας τά ἐγκόσμια. Ἔκτισε μία μονή στά Ὑψωμάθεια τῆς Κωνσταντινούπολης, ὅπου καί μόνασε. Αὐτά εἶναι τά ἀποδεδειγμένα ἱστορικά στοιχεῖα γιά τήν Κασσιανή. Ἡ ζωή της ὅμως περιπλέχθηκε στό μύθο καί τό θρύλο, πού παρουσιάζουν τό Θεόφιλο νά μή μπορεῖ νά ἀπαλλαχθεῖ ἀπό τόν σφοδρό ἔρωτα, πού τοῦ ἐνέπνευσε ἡ Κασσιανή καί νά ἐξακολουθεῖ νά τήν ποθεῖ παράφορα. Ἔτσι, κατά τήν παράδοση ἐπισκέφθηκε τή Μονή της γιά νά τή συναντήσει. Ἐκείνη τή στιγμή ἡ Κασσιανή βρισκόταν στό κελλί
της καί συνέθετε τό τροπάριο πού ψάλλεται κάθε Μεγάλη Τρίτη τό βράδυ στούς χριστιανικούς ναούς καί τόν εἶδε νά προσέρχεται στή Μονή. Ἐγκατέλειψε τότε τό κελλί της καί κρύφθηκε, γιά νά μήν τήν συναντήσει ὁ Αὐτοκράτορας. Ὁ Θεόφιλος μπῆκε μέσα στό κελλί καί βρῆκε στό τραπέζι της πάνω μισοτελειωμένο τό τροπάριο, τό ὁποῖο εἶχε ἀφήσει στό σημεῖο ἐκεῖνο, πού ἀναφέρει: «...καταφιλήσω τούς ἀχράντους Σου πόδας, ἀποσμήξω δέ τούτους πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τό δειλινόν...» διάβασε τό ποίημα καί πρόσθεσε: «κρότον τοῖς ὠσίν ἠχηθεῖσα τῷ φόβῳ ἐκρύβη...» ἀποτυπώνοντας ἔτσι τή φυγή τῆς Κασσιανῆς στόν ἐρχομό του. Σέ μετάφραση τοῦ Ἰωάννη Πολέμη οἱ στίχοι αὐτοί ἔχουν ὡς ἑξῆς: «...τ ἀνέγγιχτα τά πόδια Σου ἄφες νά τά φιλήσω καί νά σφογγίσω τά φιλιά μέ τά πλεχτά μαλλιά μου. Τά πόδια πού σάν ἄκουσε τόν κρότο τους ἡ Εὔα τό δειλινό μές τήν Ἐδέμ... ἐκρύφτηκε ἀπό φόβο...». Ὅταν ἔφυγε ὁ Αὐτοκράτορας, κατά τό θρύλο πάντοτε, καί ἡ Κασσιανή γύρισε στό κελί της, βρῆκε τόν πρόσθετο στίχο στό ποίημά της, τόν ὁποῖο καί δέν ἀφαίρεσε, ἀλλά συνέχισε καί τελείωσε τό ἔργο της, πού ἔμελλε νά τήν κάμει γνωστή ἀνά τούς αἰῶνες. Ἀνάμεσα στά στοιχεῖα πού παρεισέφρησαν στήν ἱστορία τῆς Κασσιανῆς εἶναι καί τό ὅτι τό τροπάριο αὐτό ἀφοροῦσε τήν ἴδια. Αὐτό εἶναι ἀναληθέστατο. Ἡ Κασσιανή ὑπῆρξε ὑπόδειγμα ἀρετῆς σ ὅλη της τή ζωή. Τό τροπάριο ἀναφέρεται στή Μαγδαληνή, ἡ ὁποία ἄλειψε μέ μύρα τά πόδια τοῦ Χριστοῦ δύο μέρες πρίν ἀπό τόν ἐνταφιασμό του καί ὕστερα τά σφούγγισε μέ τά μαλλιά της. Τό τροπάριο αὐτό, πού ἔγινε τό ἰδιόμελο δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τῆς Μεγάλης Τρίτης καί κατέστη περιλάλητο στόν ὀρθόδοξο κόσμο, ἀποτελεῖ, ἀναντίρρητα, τήν κορωνίδα τῆς βυζαντινῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνογραφίας. Ἡ Κασσιανή ὅμως δέν ἔγραψε μόνο αὐτό τό ποιητικό βυζαντινό ἀριστούργημα, ἀλλά συνέθεσε καί πλῆθος ἄλλων θρησκευτικῶν ποιημάτων, πού ἔχουν ἄφθαστο ἐπίσης λυρισμό καί μεγάλη ποιητική δύναμη. Ἀπ αὐτά ξεχωρίζει τό δοξαστικό τῶν Χριστουγέννων «Αὐγούστου μοναρχήσαντος ἐπί τῆς γῆς...», τό ὁποῖο ὁ Κρουμβάχερ κατονομάζει «σφόδρα πρωτότυπον». Σ αὐτή ἐπίσης ἀποδίδονται οἱ τέσσερις πρῶτοι εἱρμοί τοῦ κανόνα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, καθώς καί πλῆθος ἄλλων ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων, γνωμικῶν καί ἐπιγραμμάτων. Τό ἔξοχο τροπάριο τῆς Κασσιανῆς δέν μποροῦσε νά ἀφήσει ἀσυγκίνητους τούς μεγάλους νεοέλληνες ποιητές, οἱ ὁποῖοι, γοητευμένοι ἀπό τήν τέχνη του, τό μετέφεραν στή νεοελληνική ποίηση ἐπίσης μέ ἐπιτυχία. Τά σπουδαιότερα ἀπ αὐτά εἶναι δύο τοῦ Κωστῆ Παλαμᾶ καί τοῦ Ἰωάννη Πολέμη, τά ὁποῖα καί παραθέτομε. 1. Κωστῆ Παλαμᾶ Κύριε, γυναίκα ἁμαρτωλή, πολλά πολλά, θολά, βαριά τά κρίματά μου. Μά, ὦ, Κύριε πῶς ἡ θεότη Σου μιλᾶ μές στήν καρδιά μου. Κύριε, προτοῦ Σέ κρύψει ἡ ἐντάφια γῆ, ἀπό τή δροσαυγή λουλούδια πῆρα κι ἀπ τῆς λατρείας τήν τρίσβαθη πηγή Σοῦ φέρνω μύρα. Οἶστρος μέ σέρνει ἀκολασίας. Νυχτιᾶς σκοτάδι ἀφέγγαρο, ἄναστρο μέ ζώνει τό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας. Φωτιά μέ καίει, μέ λυώνει. Ἐσύ, πού ἀπό τά πέλαα τά νερά τά ὑψώνεις νέφη, πᾶρέ τα, Ἔρωτά μου. Κυλᾶνε, εἶναι ποτάμια φλογερά 15
τά δάκρυά μου. Γύρε σ ἐμέ. Ἡ ψυχή μου πῶς πονεῖ!! Δέξου μέ, Ἐσύ, πού δέχτηκε καί γεῖραν ἄφραστα ἐδῶ κάτου οἱ οὐρανοί καί σάρκα πῆραν. Στ ἄχραντά Σου τά πόδια, Βασιλιά μου Ἐσύ, θά πέσω καί θά στά φιλήσω καί μέ τῆς κεφαλῆς μου τά μαλλιά θά τά σφουγγίσω. Τ' ἄκουσε ἡ Εὔα μές στό ἀποσπερνό τοῦ παραδείσου φῶς ν ἀντικυπᾶνε κι ἀλαφιασμένη κρύφτηκε. Πονῶ σῶσε, ἔλεος κάνε. Ψυχοσώστη οἱ ἁμαρτίες μου λαός, τ ἀξεδιάλυτα ποιός θά ξεδιαλύσει ἀμέτρητό Σου τό ἔλεος ὁ Θεός ἄβυσσο ἡ κρίση. 2. Ἰωάννη Πολέμη Χριστέ, γυναίκα πού ἔπεσε σέ χίλιες ἁμαρτίες, σάν ἄκουσε, σάν ἔνοιωσε τή θεϊκή σου χάρι, μέ μυροφόρου φόρεμα, στά δάκρυα πνιγμένη, πρίν νά Σέ θάψουνε στή γῆ, μύρα γλυκά σοῦ φέρνει. Ὠιμέ, φωνάζει ὁλόγυρα, νύκτα νε, νύκτα μαύρη, νύκτα π ἀνοίγει καί κεντᾶ τούς σαρκικούς μου πόθους, καί σκοτεινή κι ἀσέληνη, τῆς ἁμαρτίας ἔρως. Δέξου, Χριστέ, τά δάκρυα, τά δάκρυα πού χύνω. Σύ, πού τραβᾶς στά σύννεφα, τῆς θάλασσας τό κύμα. Λυγίσου, γύρε τή καρδιά στούς ἀναστεναγμούς μου, Σύ, πού γυρες στούς οὐρανούς στή γέννησή Σου ἀπάνω. Τ ἀνέγγιχτα τά πόδια Σου ἅφες νά τά φιλήσω καί νά σφογγίσω τά φιλιά μέ τά πλεχτά μαλλιά μου. Τά πόδια, πού σάν ἄκουσε τόν κρότο τους ἡ Εὔα. Τό δειλινό μές στήν Ἐδέμ ἐκρύφτηκε ἀπό φόβο. Ταῖς τόσαις ἁμαρτίαις μου, τή φοβερή Σου κρίση ποιός νά μετρήσει δύναται, Σωτήρ μου ψυχοσώστη; Μή μέ θωρεῖς ἀδιάφορη τήν ταπεινή Σου δούλη, Ἐσύ, πού ἔχεις σάν θεός ἀμέτρητη εὐσπλαχνία. ( Ἡ ὀρθογραφία τῶν ποιητῶν) Ἡ Κασσιανή κατέλαβε ἐξέχουσα θέση στήν ἐκκλησιαστική ὑμνολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί μπορεῖ ἐξ αἰτίας τῆς εὐστροφίας, τῆς ἑτοιμολογίας καί τῆς τόλμης της, νά ἔχασε τό βυζαντινό θρόνο, τόν ὁποῖον ἀπόλαυσε ἡ Θεοδώρα, κέρδισε ὅμως τόν θρόνο τῆς οὐράνιας βασιλείας. Ἔγινε ὑμνωδός καί μελωδός τοῦ Ὑψίστου. Ὡστόσο καί ἡ Θεοδώρα δέν ὑστέρησε. Συνέβαλε ἀποφασιστικά στήν ὁμαλή πορεία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Στή Σύνοδο τοῦ 843 μ.χ. ἔπαιξε καθοριστικό ρόλο στή ρύθμιση τοῦ προβλήματος τῆς εἰκονομαχίας καί εἰκονολατρίας, πού ἔφερε στό Βυζάντιο καί τήν Ἐκκλησία τήν ἡσυχία καί τήν ἠρεμία. Δύο γυναῖκες μέ δύο διαφορετικές πορείες, ἀλλά μέ παρόμοιο στόχο καί σκοπό, τήν ἀνάταση τῆς ψυχῆς πρός τόν Ὕψιστο καί τήν καθησύχαση τῶν ἐρίδων στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. 16
Ὁ πα π α - Μ α ν ώλ η ς Τ ζώ ρτ ζ η ς Μιχαήλ Κλώντζα, Προέδρου τοῦ Ὀδοντιατρικοῦ Συλλόγου Λασιθίου Οπαπα - Μανώλης* γεννήθηκε στίς 12 Δεκέμβρη 1912, τήν ἡμέρα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνα, στό Καλό Χωριό Μεραμβέλλου. Πατέρας του ὁ Τζώρτζης Στερεός. Μάνα του ἡ Καναράκη Μαρία. Ἀδελφή τοῦ παπα - Μανώλη, ἡ Εὐαγγελία Τζώρτζη. Τά παιδικά του χρόνια ὁ μικρός Μανώλης Τζώρτζης τά πέρασε μέ τήν οἰκογένειά του καί τήν ἀδελφή του στό Καλό Χωριό. Πῆγε στό Δημοτικό σχολεῖο τοῦ χωριοῦ. Ἔφηβος - νέος ἀσχολήθηκε μέ ἀγροτικές δουλειές τοῦ χωριοῦ, μέχρι πού τό 1935, σέ ἡλικία 23 ἐτῶν, παντρεύτηκε τήν Καλλιόπη Μαργετουσάκη. Ὁ παπα - Μανώλης ἦταν πρᾶος, ἐργατικός καί ἰδιαίτερα ἀγαπητός στό χωριό του. Ἰδιαίτερα καλός χριστιανός μέ δυναμικό χαρακτήρα καί ξεχωριστή προσωπικότητα. Λόγῳ λοιπόν ὅλων τῶν παραπάνω χαρακτηριστικῶν του, οἱ συγχωριανοί του τόν προέτρεψαν καί τόν ἐνθάρρυναν νά πάει στήν Ἱερατική Σχολή. Γιά νά πετύχει ἡ προσπάθεια αὐτή, σύσσωμο τό Καλό Χωριό πῆγε στήν Ἱεράπετρα κι ἐπισκέφθηκε τόν τότε Ἐπίσκοπο Ἱερᾶς καί Σητείας Φιλόθεο Μαζοκοπάκη, ζητώντας του νά κάνει Ἱερέα αὐτό τό νέο καί καθ ὅλα ἄξιο παλικάρι. Ἔτσι κι ἔγινε. Φοίτησε στήν Ἱερατική Σχολή τοῦ Ἡρακλείου (Ἐκκλησιαστική Προπαρασκευαστική Σχολή τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κρήτης). Πρώτη ἐνορία του ἡ Μακρυλιά. Εἶχε ἤδη γεννηθεῖ τό πρῶτο του παιδί. Ἡ κόρη του Μαρία, ἡ ὁποία μεγάλωνε μαζί μέ τόν παπα - Μανώλη καί τή μαμά παπαδιά Καλλιόπη στή Μακρυλιά. Ἀργότερα ἦρθε ἱερέας στό Καλό Χωριό. Ἐδῶ πλέον γεννήθηκαν μετά τή Μαρία τά ὑπόλοιπα παιδιά τῆς οἰκογένειας: ὁ Μιχάλης, ἱερέας σήμερα στόν Ἱ. Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου Ἱεράπετρας, ὁ Γιάννης, ἡ Ζαχαρένια, καί ἡ Εὐαγγελία. Ὁ παπα - Μανώλης καί ἡ παπαδιά εἶχαν τήν εὐτυχία νά πλουτίσουν τόν τόπο μας μέ πέντε ξεχωριστά παιδιά καί ἐννέα ἐγγόνια. Μεγάλο τό γενεαλογικό δέντρο τοῦ παπα - Μανώλη. Ἐπιτρέψτε μου ὅμως νά πῶ, μέσα ἀπό τήν καρδιά μου, τό ἑξῆς: Εἴμαστε ὅλοι πνευματικά παιδιά τοῦ παπα - Μανώλη. Παιδιά του ἦταν τά παιδιά ὅλου τοῦ κόσμου. Αὐτός μᾶς ἔμαθε τό δρόμο πρός τήν ἐκκλησία καί τό Χριστιανισμό. Αὐτός μᾶς ἔμαθε τό κατηχητικό. Ἐκεῖνον περιμένανε κάθε ἀπόγευμα τά παιδιά τοῦ χωριοῦ στόν περίβολο τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους, σά διψασμένα χελιδονάκια. Μιλοῦσαν μαζί του ἀνάμεσα στό παιχνίδι καί τή χαρά καί γέμιζε τίς καρδιές τους μέ ἀγάπη γιά τόν ἄνθρωπο, τήν οἰκογένεια καί τό χριστιανισμό. Ἦταν ἡ ἐποχή πού τό ἱερό εἶχε τόσα πολλά παιδιά πού δέν χωροῦσαν. Μάλωναν ποιό παιδί θά πάρει τή λαμπάδα γιά νά βγεῖ στό Εὐαγγέλιο μέ τόν παπα - Μανώλη. Ποιό θά κρατᾶ τό θυμιατό καί ποιό θά φέρει τά κάρβουνα. Καί ὄχι μόνο στό ἱερό. Ὁ ἴδιος συνωστισμός ἀπό παιδιά γινόταν καί στό ψαλτήρι. Δέν εἶναι τυχαῖο πώς ἐπί τῆς ἐποχῆς του βγῆκαν σπουδαῖοι θεολόγοι καί ἱεροψάλτες: Ὁ παπα - Νικολῆς Ραπάνης, ὁ Νίκος Τζιράκης, ὁ γιός του παπα - Μιχάλης Τζώρτζης, ὁ παπα - Γιώργης Μανδουράρης, ὁ γιός του Γιάννης, ὁ Γιῶργος Χριστινάκης, ὁ Γιῶργος Τζιράκης. Καί τόσοι ἄλλοι. Δέν σᾶς κρύβω πώς ἐμένα τόν ἴδιο ὅταν μέ ρωτοῦν πῶς, παρότι ὀδοντίατρος, ξεκίνησα νά τραγουδῶ, ἡ ἀπάντησή μου εἶναι: «Ἀπό τό στασίδι, ἐπηρεασμένος ἀπό τόν παπα - Μανώλη». Σ αὐτό τό σημεῖο θεωρῶ ὑποχρέωσή μου νά *Ἐκφωνήθηκε ἀπό τόν κ. Μιχ. Κλώντζα τήν Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν, 20 Μαρτίου 2011, στήν ἐκδήλωση τιμῆς καί μνήμης τοῦ ἀειμνήστου Ἐφημερίου Πρωτ. π. Ἐμμανουήλ Τζώρτζη, πού διοργάνωσε ἡ Ἐνορία Καλοῦ Χωριοῦ Μεραμβέλλου μέ ἀφορμή τή συμπλήρωση ἀκριβῶς 30 ἐτῶν ἀπό τήν ἐκδημία τοῦ μακαριστοῦ Ἱερέως. 17
Ὁ μακαριστός παπα-μανώλης Τζώρτζης σέ νεαρά ἡλικία. 18 ἀναφέρω καί τούς ἄξιους συνεργάτες τοῦ παπα - Μανώλη πού στάθηκαν δίπλα του ὅλα αὐτά τά χρόνια, ὅπως οἱ Γιώργης Χρυσός (Χρυσογιώργης), Γιώργης Μαργετουσάκης, Γιάννης Στρατάκης, Μανώλης Στρατάκης, Μανώλης Τζιράκης, Μανώλης Καλύβας, Εὐθύμης Κουρίνος καί τόσοι ἄλλοι Ἄς γυρίσουμε λίγο πίσω 1940-1944. Δύσκολη ἡ ἐποχή τῆς κατοχῆς. Ὁ κατακτητής βαρύς, ἀνελέητος. Τά προβλήματα μεγάλα. Ἡ φτώχια σκληρή. Ὁ ὑποδουλωμένος Κρητικός λαός πάλευε ἀπέναντι στόν κατακτητή μέ ὅπλα του τή λεβεντιά καί τόν πόθο του γιά ἐλευθερία. Τότε καθένας Καλοχωριανός ἦταν κι ἕνας μικρός ἥρωας. Ὁ παπα - Μανώλης ἦταν ἀνυπότακτος ἱερέας, ἕνας ἀντάρτης παπάς, μέ ἀτέλειωτη ὄρεξη νά ὑπερασπισθεῖ τό χωριό του καί τήν πατρίδα του. Προέτασσε τά στήθη του γιά νά γίνει αὐτός ἀποδέκτης τῆς ὀργῆς τοῦ κατακτητῆ κι ἔτσι νά γλιτώσουν οἱ συγχωριανοί του. Οἱ Γερμανοί τόν θεωροῦσαν ὑπεύθυνο καί ὑπόλογο γιά ὅ,τι κακό πάθαιναν ἀπό τούς ἀντάρτες ἤ τούς κατοίκους τοῦ Καλοῦ Χωριοῦ. Μαζί μ ἐκεῖνον ὑπέφερε καί ἡ οἰκογένειά του. Κάποτε, οἱ Γερμανοί κατέσχεσαν ὅλα τά ζῶα ἀπό τή Μονή Τοπλοῦ γιά νά τά μεταφέρουν στό Ἡράκλειο καί νά τά δώσουν στά γερμανικά στρατεύματα. Στήν περιοχή τοῦ Καλοῦ Χωριοῦ - Ἅγιος Σίλας, ἀντάρτες Καλοχωριανοί καί Κρουστιανοί τά ἔκλεψαν ἀπό τούς Γερμανούς, αἰχμαλώτισαν τούς Γερμανούς πού τά συνόδευαν καί τά μετέφεραν στά Κρουστιανά ὄρη. Ὁ παπα - Μανώλης δέν γνώριζε τί συνέβη καί μάλιστα ἐπειδή εἶχε κάνει γάμο ἀπό βραδύς, φιλοξενήθηκε στό σπίτι τῆς Εὐγενίας Δατσέρη γιατί δέν μποροῦσε νά πάει σπίτι του λόγῳ ἀπαγόρευσης κυκλοφορίας μετά τίς 8:00 τό βράδυ. Οἱ Γερμανοί ὅμως ἐπειδή θεώρησαν πιθανή τή συμμετοχή του, ἔτρεξαν ἀγριεμένοι στό σπίτι του καί χτυπώντας τήν πόρτα ἀπαιτοῦσαν νά μάθουν ποῦ εἶναι ὁ παπάς. Ἡ μικρή Μαρία τότε θυμᾶται τά οὐρλιαχτά τους στήν πόρτα καί τίς λέξεις: «ποῦ παπάς, ποῦ ὀζά, ποῦ Ζαχαρίας; Ποῦ παπάς, ποῦ ὀζά, ποῦ Ζαχαρίας; (διερμηνέας τῶν Γερμανῶν). Τήν παπαδιά πού βύζαινε τό μικρό Μιχάλη (σήμερα παπα - Μιχάλη) τήν πῆραν μπροστά στά μάτια τῆς μικρῆς Μαρίας, πετώντας τό μωρό χάμω, πάνω σέ μία γούνα. Ἀπαιτοῦσαν νά μάθουν ἀπό τήν παπαδιά ποῦ εἶναι κρυμμένος ὁ παπάς. 8 Σεπτεμβρίου 1944. Ὁ παπα - Μανώλης λειτουργεῖ στόν Πύργο. Οἱ Γερμανοί ἀναζητοῦν νά μάθουν ποιός ἔκλεψε τό κοπάδι. Πηγαίνουν πρός τήν ἐκκλησία. Κάποιος δικός μας ἐνημερώνει τόν παπά. Ἐκεῖνος μέ τή σειρά του στήν προσπάθειά του νά προστατέψει τούς συγχωριανούς του, λέει στούς ἄνδρες νά φύγουν γρήγορα ἀπό τήν ἐκκλησία γιά νά μήν τούς σκοτώσουν οἱ Γερμανοί, ἐνῶ ἐκεῖνος θά ἔμενε στήν ἐκκλησία. Τήν ὥρα τῆς Λειτουργίας οἱ Γερμανοί περικυκλώνουν τήν ἐκκλησία καί κάποιοι μπαίνουν μέσα. Ἄλλοι στήν εἴσοδο καί ἄλλοι μπροστά στήν Ὡραία Πύλη καλοῦν τόν παπά μέ προτεταμένα τά ὅπλα, νά σταματήσει τή λειτουργία καί νά βγεῖ ἔξω. Ὁ παπα - Μανώλης ἀρνήθηκε πεισματικά, λέγοντας ὅτι δέν σταματῶ τή λειτουργία, ἄν θέλετε νά μέ σκοτώσετε κάντε ἐδῶ μέσα στό ἱερό. Ἐκείνη τήν ὥρα μία γυναίκα, ἔφερε τό παιδάκι της γιά θεία μετάληψη, ἀλλά οἱ ἴδιοι οἱ Γερμανοί τήν πέταξαν ἔξω. Τελείωσε ἡ ἐκκλησία στόν Πύργο. Οἱ Γερμανοί πῆραν τόν ἱερέα καί χτυπώντας τόν ἀπό τόν Πύργο μέχρι τό Ἀρνικοῦ, τοῦ ζητοῦσαν νά τούς πεῖ ποιός ἔκλεψε τό κοπάδι κι αἰχμαλώτισε τούς δικούς τους. Σέ ὅλο τό δρόμο ἀκολουθοῦσε ἡ μικρή Μαρία, ἡ ὁποία ἔβλεπε τούς Γερμανούς νά δέρνουν τόν πατέρα της. Μάταια τά κλάματα καί οἱ φωνές τοῦ μικροῦ παιδιοῦ, μάταιες καί οἱ προσπάθειές του νά ἀφήσουν τόν μπαμπά του καί νά σταματήσουν νά τόν χτυποῦν. Πολύ σκληρές εἰκόνες γιά τήν παιδική ψυχή τῆς μικρῆς Μαρίας, χαραγμένες μέχρι σήμερα στή θύμησή της. Ἔφθασαν στό Ἀρνικοῦ. Στό καφενεῖο τοῦ Γιάννη τοῦ Διαλυνᾶ (Νταμπακογιάννη). Οἱ
Ὁ μακαριστός παπα-μανώλης Τζώρτζης μέ τόν ἀοίδιμο Ἐπίσκοπο Ἱερᾶς καί Σητείας Φιλόθεο Μαζοκοπάκη, τόν ἀείμνηστο ἐκ Καλοῦ Χωρίου καταγόμενο Ἱερέα Νικόλαο Ραπάνη καί Καλοχωριανούς, μετά τήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου Γάμου τή δεκαετία τοῦ 1950. Γερμανοί ἀπαιτοῦσαν νά μάθουν ποῦ εἶναι τό κοπάδι, οἱ αἰχμάλωτοι Γερμανοί καί ὁ Ζαχαρίας. Στό καφενεῖο μαζεύτηκαν γυναῖκες (οἱ ἄντρες τοῦ χωριοῦ ὑπό τήν καθοδήγηση τοῦ παπᾶ εἶχαν κρυφτεῖ). Ὁ παπάς συστήνει ὑπομονή καί ὅτι θά βρεθοῦν τά ὀζά. Προσπαθεῖ νά κερδίσει χρόνο. Ἔρχεται μία γυναίκα χωριανή, ἡ Πολυχρόναινα κι ἐπειδή γνώριζε κάπως γερμανικά, κατάφερε κι ἔπεισε τούς Γερμανούς νά δώσουν χρόνο τριῶν (3) ἡμερῶν. Ὅταν ἔφυγαν οἱ Γερμανοί, ὁ παπα - Μανώλης καί οἱ παρευρισκόμενοι, μέσῳ τοῦ Χρυσογιώργη, πού ἦταν ἐπίτροπος καί ντελάλης, κάλεσαν τούς Καλοχωριανούς νά φέρουν ὅ,τι δικά τους ζῶα εἶχαν, κατσίκες, πρόβατα, γαϊδούρια, μουλάρια, νά τά παραδώσουν στούς Γερμανούς γιά νά μήν κάψουν τό χωριό. Ἔτσι κι ἔγινε. Σκληρές ἐποχές. Πέτρινα χρόνια. Πέρασε ὁ καιρός. Ἔφυγαν οἱ Γερμανοί. Ἠρέμησε ὁ φτωχός κι ὄμορφος τόπος μας. Ἡ ἄνοιξη ξανάρθε στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Τά παιδιά ἄρχισαν ξανά νά παίζουν. Ὁ παπάς πάλι μπροστά. Τούτη τή φορά, ἤρεμος, πράος, χαμογελαστός. Νά βοηθήσουμε τούς ἀνήμπορους. Νά ξαναφτιάξουμε τό χωριό μας. Εἶχε βάλει σκοπό του, ὡς ἔργο ζωῆς, νά φτιάξει ἕνα μεγάλο ναό στό Καλό Χωριό καί τό κατάφερε μέ μεγάλο ἀγώνα καί προσπάθεια πολλῶν ἐτῶν. Μέ προσπάθεια λοιπόν καί δική του καί τῶν συγχωριανῶν του, κατάφερε νά φτιάξει τή σημερινή Ἁγία Τριάδα. Κι ἐκεῖ πού πήγαμε νά ἀνασάνουμε σάν λαός, ἦρθε ἡ μαύρη ἐποχή τῆς χούντας. Καί πάλι ὁ παπάς μπροστάρης στόν ἀγώνα νά ὑπερασπισθεῖ τά δίκια τῶν συγχωριανῶν καί τοῦ τόπου. Δέν ξεχνοῦμε ὅτι ἐπί χούντας δύο φορές προσπάθησαν ἐπιτακτικά νά πάρουν ἀπό τό χωριό μας τό νερό τοῦ Πύργου. Τήν πρώτη φορά ἀπευθείας ἀπό τήν πηγή, τή δεύτερη φορά θά ἄνοιγαν γεώτρηση πάνω ἀπό τήν πηγή. Ὁ παπάς, διαφώνησε καί ἀρνήθηκε πεισματικά τήν ἐντολή αὐτή. Σύσσωμο τό χωριό ξεσηκώνεται καί ἀρνεῖται νά δώσει τό μόνο ἀγαθό πού εἶχε. Μπῆκαν μπροστά ὁ παπάς καί οἱ γυναῖκες τοῦ χωριοῦ. Οἱ ἄντρες βοηθοῦσαν δυναμικά, ἀλλά κρυφά, φοβούμενοι τίς ὅποιες συνέπειες. Ἀσπίδα καί δόρυ συνάμα ὁ παπάς. Χτυποῦν τίς καμπάνες τῆς ἐκκλησίας καί ὀργανώνουν τήν ἀντίσταση τους, ὁπότε τολμοῦν νά φτάσουν μέχρι τήν πηγή μας οἱ νέοι κατακτητές. Ἄνισος καί ἀτέλειωτος ὁ ἀγώνας ἐκείνων τῶν ἡμερῶν. Μετά ἀπ ὅλα αὐτά οἱ χουντικοί τοῦ ἔκαναν φάκελο. Ὀργισμένοι πῆγαν μέχρι τόν δεσπότη, τό μακαριστό Φιλόθεο Βουζουνεράκη. Ὁ στρατιωτικός διοικητής Λασιθίου ἀπαίτησε τήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τήν ἐκκλησία. Ἀπαίτησε νά τόν ξυρίσουν. Πρός τιμήν του τότε, ὁ Μητροπολίτης Φιλόθεος, ἀπάντησε: «Ἐσύ κουμάντο στούς στρατιῶτες σου, ἐγώ στούς παπᾶδες μου»! Καί σ αὐτή τή μάχη τῆς ἐπιβίωσης καί τῆς διασφάλισης τῶν ἀγαθῶν τοῦ χωριοῦ μας, νίκησαν ὁ παπάς, οἱ γυναῖκες κι οἱ ἄντρες τοῦ χωριοῦ μας. Σᾶς εὐχαριστοῦμε θερμά. Πληθωρική παρουσία, πού στό πέρασμά του ἀπέπνεε χριστιανοσύνη, ἀγάπη, ταπεινότητα, δυναμισμό καί δημιουργία. Ἄνθρωπος ἁπλός, προσιτός, φιλικός. Ὅταν διάβαζε εὐχές καί βρισκόσουν κάτω ἀπό τό πετραχήλι του ἔνιωθες ὅτι μεσολαβοῦσε ἀνάμεσα σέ σένα καί τό Θεό. Τό σπίτι του ἦταν χῶρος πού ὁ παπάς δεχόταν τόν κάθε συγχωριανό του καί ἄκουγε ὅ,τι τόν ἀπασχολοῦσε. Τό καφενεῖο ἦταν χῶρος πού ὁ παπάς συναναστρεφόταν πιό χαλαρά ὅλους τούς συγχωριανούς του. Συμμετεῖχε στά προβλήματα, στίς λύπες καί στίς χαρές τοῦ χωριοῦ του. Εἶχε ἄποψη, ἔπαιζε πρέφα στοῦ Σταυρούλη μέ τούς συγχωριανούς του, ἀγκάλιαζε καί δίδασκε μικρούς καί μεγάλους. Ἦταν ὁ κοινωνικός λειτουργός, ὁ ψυχολόγος, ὁ ψυχαναλυτής, 19
ὅπως θά λέγαμε σήμερα. Τί νά πρωτοθυμηθεῖ κανείς ἀπό τήν ψαλμωδία του; Ἄριστη φωνή, γλυκιά, ζεστή, σάν μάνας θαλπωρή. Φωνή μέ ἐκπληκτική ἄρθρωση. Τέτοια τέλεια ἄρθρωση πού σέ συνδυασμό μέ τήν ἀργή καί καθαρή ψαλμωδία του ἀκόμη καί ὁ πιό ἁπλός χριστιανός καταλάβαινε τά Μέ τή μακαριστή Πρεσβυτέρα ἀρχαῖα ἑλληνικά του Καλλιόπη. ἐκκλησιαστικά κείμενα καί συμμετεῖχε στόν ἐκκλησιασμό. Προκαλοῦσε κατάνυξη στούς ἐκκλησιαζόμενους. Δημιουργοῦσε ἀγγελική ἀτμόσφαιρα μέσα στήν ἐκκλησία. Ἔνιωθες ὅτι ὁ Θεός, ὁ Χριστός, ἡ Παναγία, οἱ Ἅγιοι, ἦταν παρόντες σέ κάθε ἐκκλησιασμό. Χαρισματικός ἱερέας. Μεγάλες στιγμές γιά ὅλους μας ὅταν ἀπολαμβάναμε τόν πατέρα - παπα - Μανώλη νά συλλειτουργεῖ μέ τό γιό του παπα - Μιχάλη καί μέ τόν ἄλλο του γιό τόν Γιάννη νά ψέλνει ἀπό τό στασίδι. Τρεῖς ὑπέροχες φωνές πού σέ ταξίδευαν στά βάθη τῶν χριστιανικῶν κειμένων. Κι ἐρχόταν τό καλοκαίρι. Ὅλο τό χωριό, μαζί, μέ τόν παπά μας, στήν Ἁγία Παρασκευή, στόν Ἅγιο Παντελεήμονα, στόν Ἅγιο Σίλα. Κι ἔρχονταν τά Χριστούγεννα. Ζούσαμε τήν ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου σέ ὅλη της τή μεγαλοπρέπεια. Καί ἡ ἐκκλησία γεμάτη κόσμο. Μικροί, μεγάλοι καί παιδιά. Ὁ παπα - Μανώλης μᾶς ἀγκάλιαζε ὅλους μέ τήν ἀγάπη του, τό λόγο του καί τήν καλοσύνη του. Εἶχε τό χάρισμα νά μᾶς ἑνώνει ὅλους. Μᾶς ἔκανε νά ξεπερνᾶμε ὅ,τι μᾶς χώριζε καί νά ἀναδεικνύουμε ὅ,τι μᾶς ἕνωνε. Κι ἐρχόταν τό Πάσχα. Ἡ παρουσία τοῦ παπα - Μανώλη προσκλητήριο γιά ὅλους τους πιστούς. Καί γι αὐτούς πού ἔμεναν στό χωριό ἀλλά καί γι αὐτούς πού ἔρχονταν ἀπό μακριά. Θυμᾶμαι τά παιδιά νά ψέλνουν τό «Κύριε τῶν δυνάμεων». Χαιρετισμοί. Καρφίτσα δέν ἔπεφτε στήν ἐκκλησία. Κάθε Πάσχα, ἡ κορύφωση τῆς ἱερατικῆς του δυναμικῆς. Ζούσαμε ξεχωριστές χριστιανικές στιγμές στόν Ἅγιο Χαράλαμπο καί ἀργότερα στήν Ἁγία Τριάδα. Ὁ Ἐπιτάφιος νά μοσχομυρίζει ἀπό τούς λεμονανθούς καί ἡ ἐκκλησία σάν παραδεισένιος ἀνθόκηπος. Μεγάλη Πέμπτη. Μόνο τά κεριά ἀναμμένα, ἀπόλυτη ἠρεμία. Ἡ μορφή του γλυκεία καί συνάμα πονεμένη ἀπό τό δράμα τῶν ἡμερῶν, καί ἀπό τό θεῖο φορτίο τοῦ Σταυροῦ μέ τόν Χριστό πού σήκωνε, κάνοντας τρεῖς (3) γύρους μέσα στήν ἐκκλησία. Ἡ φωνή του διαπερνᾶ τήν κατανυκτική ἀτμόσφαιρα καί συνταράσσει τίς καρδιές τῶν πιστῶν. «Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου». Στ ἀφτιά μας ἀκόμα ἀντηχεῖ ἡ φωνή του καί ἀνατριχίλα γεμίζει τό σῶμα μας ὅταν τόν θυμόμαστε νά διαβάζει τή φράση τοῦ Εὐαγγελίου «Ἠλί Ἠλί λαμά σαβαχθανί». Βραδιά Ἀναστάσεως. Ὁ παπα - Μανώλης δίνει τό Ἅγιο Φῶς μέ εὐλάβεια καί λαμπρότητα συνάμα. «Δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός». Τό πρόσωπό του φωτίζεται ἀπό τό Ἅγιο Φῶς. Τά μάτια του φέγγουν, λάμπουν ἀπό χαρά. Τά φωτίζει μόνο τό Ἅγιο Φῶς. Νομίζεις πώς βλέπεις ἅγιο ἄνθρωπο. Σέ λίγο ἡ φωνή του καλυμμένη ἀπό τή χαρά τῆς Ἀνάστασης, ψέλνει τό «Χριστός Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν». Χαίρεται τήν Ἀνάσταση. Τελειώνει ἡ Λειτουργία. Κατάκοπος συνεχίζει καί τή Λειτουργία τῆς Κυριακῆς. Κι ἡ δεύτερη Ἀνάσταση. Ὁ κόσμος συνοδεύει τόν παπα - Μανώλη ἀπό τό Ἀρνικοῦ στόν Πύργο κάτω ἀπό τόν ἀνοιξιάτικο ἥλιο καί τή χαρά τῆς Ἀνάστασης. Ὁ παπα - Μανώλης ἔφυγε γιά τό μεγάλο ταξίδι κοντά στό Χριστό καί τούς Ἁγίους, σάν σήμερα, 20 Μαρτίου τοῦ 1981, σέ ἡλικία 69 ἐτῶν. Ἐκεῖ πάνω εἶναι μαζί μέ τούς συγγενεῖς μας καί τούς ἀνθρώπους πού ἀγαπήσαμε. Παπα - Μανώλη μιᾶς καί σήμερα εἶναι τό μνημόσυνό σου, δῶσε τήν ἀγάπη μας, σέ ὅλους τους συγχωριανούς μας πού σήμερα δέν εἶναι μαζί μας. Ξέρουμε πώς ἀπό ἐκεῖ μᾶς βλέπεις, καί μᾶς βοηθᾶς, μᾶς θέλεις ἑνωμένους καί ἀγαπημένους. Μᾶς θέλεις ἄξιους καί καλούς χριστιανούς. Καί τοῦτο γιατί σάν καλός πατέρας θέλεις τό καλό ὅλων τῶν «παιδιῶν» σου. Παπα - Μανώλη σ εὐχαριστοῦμε γιά ὅλα ὅσα ἔκανες γιά μᾶς. Θεέ μου σ εὐχαριστοῦμε πού μας ἀξίωσες νά ἔχουμε γιά ἱερέα καί πνευματικό πατέρα μας τόν παπα - Μανώλη Τζώρτζη. 20