187 ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΕΥαγγΕΛΟΣ μουτσοπουλοσ Εἶναι πολὺ πρόσφατη ἡ λοιδορία τῆς χώρας μας ἀπὸ τὸν γερμανικὸν τύπο. Ὡστόσο δύο φωνὲς ὑψώθηκαν στὴν γερμανία κατὰ τῆς λοιδορίας αὐτῆς: ἡ πρώτη, ἀπὸ μιὰν διάδοχον τοῦ Ἱπποκράτους κ ἡ δεύτερη, ἀπὸ τὸν διάσημον μελετητὴ τῆς πλατωνικῆς φιλοσοφίας Thomas Szlezák, τοῦ Πανεπιστημίου Tübingen, ὁ ὁποῖος ἐδημιούργησε ὁλόκληρην σχολὴν ἐρεύνης κ ἑρμηνείας τῶν «ἄγραφων δογμάτων» τοῦ Πλάτωνος. Ὁ ἴδιος μοῦ ἀπέστειλε πρὸ μηνὸς τὸ ἐπίκαιρο βιβλίο του, Τί ὀφείλει ἡ Εὐρώπη στοὺς Ἕλληνες. Περὶ τῶν θεμελίων τῆς πνευματικῆς μας καλλιέργειας κατὰ τὴν ἑλληνικὴν ἀρχαιότητα. Χαίρεται κανεὶς μὲ τὴν ἀποδοχὴ τῆς ὀφειλῆς αὐτῆς ἀπὸ ἕναν ἔξοχον ἐκπρόσωπο τοῦ σύγχρονου εὐρωπαϊκοῦ πνεύματος, κληρονόμου τῆς ἑλληνικῆς πολιτιστικῆς δημιουργίας. Εὐκταῖον εἶναι τὸ προμνησθὲν ἔργο νὰ μεταφρασθῆ στὴν ἑλληνικὴν τὸ ταχύτερον, ὥστε νὰ καρπωθοῦν τῶν μηνυμάτων του εὐρύτερα στρώματα τῆς κοινωνίας μας, ποὺ τείνουν νὰ λιποψυχήσουν. Ὡς πρὸς τὶς φιλοσοφικὲς ρίζες τῆς εὐρωπαϊκῆς πνευματικῆς καλλιέργειας, ἐπιβάλλεται νὰ ὑπενθυμίσω πὼς ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ πε - ριβάλλοντος κόσμου, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἑαυτοῦ του, ὑπῆρξεν ἀνέκαθεν προνόμιον, ἀλλὰ κι οὐσιῶδες πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου, ὑπὸ μορφὴν σειρᾶς ζωτικῶν περὶ ἑαυτοῦ ἐρωτημάτων. Τὰ ἐρωτήματα, ὡστόσο, αὐτὰ εὑ - ρέθησαν ἐξ ἀρχῆς στενῶς συνδεδεμένα πρὸς μαγικο-θρησκευτικὲς ἀν - τιλήψεις καὶ πρακτικές. Δὲν φαίνεται νὰ ὑπῆρξε ποτὲ κοινωνία ἀν θρώπινη ὅπου μαγικο-θρησκευτικὲς καὶ καλλιτεχνικὲς δραστηριότητες νὰ μὴν συνεδέθησαν μεταξύ των. Οἱ πρῶτες ἀπέβλεπαν εἰς τὸ νὰ διεισδύσουν στὸ μυστήριο τῆς ὑπάρξεως ἐν συναρτήσει πρὸς τὴν ἐνταξιακὴν σχέση τοῦ ἐγώ, μέσω τοῦ ἐμεῖς, πρὸς ἕνα περιβάλλον ὁπωσδήποτε θαυμαστόν, κι ὅμως συχνὰ δυσμενές, πρὸς τὸ ὁποῖον ἐκρίνετο ἐπεῖγον νὰ ἐπέλθει συμβιβασμός. Ἡ θρησκεία παρεῖχε τὴν εἰκόνα μιᾶς
188 ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ πραγματικότητος πολυσθενοῦς, ὑπερφυσικῆς κ ὑπερβατικῆς, κυβερνώσης τὸ σύμπαν, καὶ τῆς ὁποίας ἡ προστασία, ἀκόμη κ ἡ ἐπιείκεια, ἐθεωρήθησαν ἐπικλήσιμες. Ἀπὸ τὴν πλευρά της, ἡ μαγεία παρεῖχε τὶς ἀπαιτούμενες συγκεκριμένες πρακτικὲς πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτόν. Κ ἡ τέχνη, μορφικὴ καὶ συμβολικὴ ἔκφραση τῶν ἀνθρωπίνων βιωμάτων, εὐνοώντας καὶ διευκολύνοντας τὴν ἐντὸς τῶν ὁμάδων ἐπικοινωνίαν μεταξὺ τῶν συνειδήσεων καὶ συντελώντας εἰς τὴν στερέωση τῶν ὁμάδων αὐτῶν, ἀπέβη, ἀρχικῶς, ἀναπόσπαστον τμῆμα τῶν δρωμένων, ὡς διακόσμηση σκευῶν, ἐργαλείων καὶ ὅπλων, ὥστε ἡ χρήση τους ν ἀποβῆ ἀποτελεσματικώτερη, ἀλλὰ κι ὡς ρεαλιστικὴ ἀναπαράσταση τοῦ δυνητικοῦ θηράματος, ὅπως συνέβη μὲ τὶς βραχογραφίες τῶν εὐρωπαϊκῶν σπηλαίων ἢ κι ὡς ἀπεικόνιση σκηνῶν κυνηγίου, ὥστε νὰ ἐπιτευχθῆ, κατὰ προήγησιν, ἡ εὐτυχὴς ἔκβασίς του. Ἐκ παραλλήλου ἀνεπτύχθη κ ἡ φωνητική, ἀλλὰ κ ἡ κινητικὴ ἀναπαράστασις ἀναλόγων ἐπικλήσεων, ὑπὸ τύπον μιμήσεων, γιὰ σκοποὺς συναφεῖς. Οἱ αἰτιακὲς σχέσεις, ὅπως αὐτὲς ἐλειτούργησαν ἐντὸς τῶν ἀρ - χαϊκῶν κοινωνιῶν, δηλαδὴ ὑπὸ τὴν μορφή: post hoc, ergo propter hoc (ὅ,τι χρονικῶς προηγεῖται εἶναι ἀναγκαστικῶς τὸ μόνον αἴτιον ἐκείνου ποὺ ἕπεται, ἔστω κι ἂν εἶναι φαινομενικῶς ἄσχετο πρὸς αὐτό), ἐδημιούργησαν συνειρμοὺς κ ἐπέτρεψαν τὴν ἀνάπτυξιν ἐπῳδῶν πρὸς ἐπίσπευσιν ἢ κι ἀποτροπὴν ἐπικείμενων, εὐκταίων ἢ ἀπευκταίων, συμβησομένων, κατὰ περίπτωσιν. μῦθοι ἐπλάσθησαν πρὸς τοῦτο, μ ἀφετηρίαν δοξασίες διάσπαρτες, ποὺ ἐδομήθησαν σὲ σύνολα κατοπ - τρίζοντα τὴν δομὴ μιᾶς συγκεκριμένης κοινωνίας, καὶ πρὸς τὰ ὁποῖα ἄλλοι μῦθοι προσετίθεντο, κατοπτρίζοντες μεταβολὲς ποὺ εἶχαν στὸ μεταξὺ ἐπέλθει στὴν δομὴ τῆς ἴδιας κοινωνίας. Οἱ νέοι μῦθοι ἐνετάσσοντο στὸ πλαίσιο τῶν παλαιῶν, ἐπικαλύπτοντάς τους, δίχως ὅμως καὶ νὰ τοὺς καταλύουν. Ἀπὸ τὴν συγκρητιστικὴν αὐτὴν διαδικασία προῆλθαν κ οἱ πολυάριθμες ἀντιφάσεις των ποὺ διαπιστώνονται, καὶ ποὺ ἰδιάζουν στὴν πρωτόγονη νοοτροπίαν. Ὅλοι οἱ μῦθοι, ἀνεξαιρέτως, προῆλθαν ἀπὸ τὴν ἀνάγκη συναρμογῆς (δι ἑνὸς συνεκτικοῦ αἰτιολογικοῦ δεσμοῦ) τοῦ αἰσθητοῦ σύμπαντος πρὸς ἕνα σύμπαν χθόνιον καὶ πρὸς ἕνα ὑπερπέραν. Ἔκτοτε, ἡ προσφορὰ τῆς τέχνης συνίστατο στὴν ἀπεικόνιση τῶν δυὸ αὐτῶν κόσμων, μὲ τὴν δια - μεσολάβηση τοῦ κόσμου τῶν ἀνθρώπινων κοινωνιῶν, διὰ μορφῶν αἰσθητικῶν εὐχερῶς συλληπτῶν. Ἡ κατάστασις αὐτή, ὅπου μῦθος καὶ μαγεία ἐπικρατοῦσαν ἀπολύτως, ἐβιώθη καὶ στὴν ἴδια τὴν Ἑλλάδα, καὶ περιγράφεται ἀπὸ τὸν Ὅμηρο καὶ τὸν Ἡσίοδο, μεταξὺ ἄλλων
ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ 189 πηγῶν, ἀκόμη καὶ μεταγενεστέρων. Τὸ λυκαυγὲς τοῦ φιλοσοφικοῦ λόγου ἐπισπεύδεται μὲ τὴν ἐμφάνιση, στὸν πνευματικὸν ὁρίζοντα, τῆς μεταβατικῆς ἐποχῆς τῶν ἑπτὰ Σοφῶν, οἱ ὁποῖοι μᾶλλον ἐβιοσόφησαν παρὰ ἐφιλοσόφησαν. Καὶ τότε, μιὰ ἀστραπὴ φωτίζει, ἐξαίφνης, τὸν οὐρανὸ τῆς Ἰωνίας μὲ τοὺς πρώτους αὐθεντικοὺς φιλοσόφους ποὺ ἀναφαίνονται, κατὰ τὸν ἕκτον π.χ. αἰώνα, ἀναστατώνοντας τὶς συνειδήσεις μὲ τὴν ρωμαλέα των διανόηση. Ἐπρόκειτο, πράγματι, περὶ ἐπαναστάσεως διὰ τῆς ὁποίας ἡ ἀναζήτηση τοῦ ὑπερφυσικοῦ ἀντικαθίστατο ἀπὸ τὴν ἀναζήτηση καθαρῶν ἀρχῶν ποὺ διέπουν τὸ σύμπαν. Στὸ πλαίσιο τῆς μεταβολῆς αὐτῆς, ἡ αἰγυπτιακὴ πρακτικὴ τῆς γεωδαισίας, ποὺ ἐρρύθμιζε τὴν κατανομὴ τῶν καλλιεργησίμων γαιῶν ἀναλόγως τῶν πλημμυρῶν τοῦ ποταμοῦ Νείλου, ἀντικατεστάθη ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη τῆς γεωμετρίας κ ἡ ἀστρολογία, πρακτικὴ τῶν λαῶν τῆς μεσοποταμίας, θεωρούμενη ὡς ἑρμηνεύουσα τὶς κινήσεις τῶν οὐρανίων σωμάτων ὡς πρὸς τὸ μέλλον ποὺ ἐπιφυλάσσεται στὸν ἄνθρωπο, ἀντικατεστάθη ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη τῆς ἀστρονομίας. Δὲν ἐνδιέφεραν πλέον τὶς ἐπι - στῆμες, ὅσες ἀνεπτύχθησαν ἔκτοτε, ἄμεσες πρακτικὲς σκοπιμότητες, ἀλλὰ μονάχα ἡ πρόσκτηση μιᾶς καθαρῆς γνώσεως, νοουμένης ὡς μοναδικοῦ οὐσιαστικοῦ σκοποῦ, ἀνεξαρτήτως τῶν ἐνδεχόμενων πρακ - τικῶν ἐφαρμογῶν της ἐπὶ τοῦ καθημερινοῦ βίου. Ὡς πρὸς τὶς ἐφαρμογές, αὐτὲς ἐκαλύφθησαν ἀπὸ τὴν παράλληλην ἀνάπτυξη τῶν ἀντίστοιχων τεχνικῶν. Ἡ γενικώτερη αὐτὴ ἀνατροπὴ τῶν ἀντικειμενικῶν σκοπῶν τῆς διανοήσεως συνεπήγετο ἀναγκαστικῶς μιὰν ἀνανέωση τῆς θεωρήσεως τῶν προβλημάτων τοῦ κόσμου καὶ τοῦ βίου. Ἐχρειάσθη ν ἀναζητηθῆ μιὰ ὀρθολογικὴ ἀπάντηση, ἐντελῶς ἀνεξάρτητη ἀπὸ τὴν μυθικὴ παράδοση, καὶ παραδεκτὴ καθ ἑαυτήν, δηλαδὴ ὡς ἀλήθεια αὐτάρκης. Ὁ μῦθος παρεμερίσθη χάριν τοῦ λόγου. Οἱ τέχνες ἐγκατέλειψαν τὶς ἄκαμπτες μορφὲς εἰς τὶς ὁποῖες εἶχαν, οἱ περισσότερες, ἐγκλεισθῆ, γιὰ νὰ υἱοθετήσουν ἄλλες, πιὸ χειραφετημένες, πιὸ εὐλύγιστες καὶ πιὸ ἐπεξ - ειργασμένες. Σ ἐλάχιστες μόλις δεκαετίες, τὸ πνεῦμα διεπίστωνε τὴν ἴδια του τὴν ἀναγέννηση. Ἀργότερα, ὁ Πλάτων θὰ ὑπεστήριζε πὼς οἱ Ἕλληνες τίποτε δὲν εἶχαν ἐφεύρει ἀφ ἑαυτῶν καὶ πὼς τὰ πάντα εἶχαν παραλάβει ἀπὸ τοὺς βαρβάρους, προσθέτοντας ὅμως ὅτι εἰς τὰ πάντα αὐτὰ κατώρθωσαν ν ἀποθέσουν τὴν σφραγίδα τῆς μεγαλοφυΐας των. Εἶταν ἡ διαπίστωση αὐτὴ μιὰ ἐκδοχὴ δικαιωτική, ἄλλωστε καλῶς θεμελιωμένη, ἐκείνου τὸ ὁποῖον ἀπεκλήθη «τὸ ἑλληνικὸν θαῦμα».
190 ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ Ὅπως ὁ ἀναξαγόρειος Νοῦς, ποὺ ὑποτίθεται πὼς ἐπεμβαίνει ἐπὶ ἑνὸς σημείου τοῦ σύμπαντος, σημείου τὸ ὁποῖον συγκλονίζει, πρὶν ὁ ἴδιος ἐπεκτείνει τὴν δράση του ἐφ ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου, ὥστε νὰ ἐπιβάλει ἐπ αὐτοῦ τὴν τάξη, ἔτσι κ ἡ φιλοσοφία, ὑπὸ τὴν στενὴν σημασία τοῦ ὅρου, ἀνεδύθη ἀπὸ τὶς πόλεις τῆς Ἰωνίας πρὶν διαδοθῆ στὸ σύνολον τοῦ ἑλληνισμοῦ, ἀκόμη καὶ στὴν Θράκη καὶ στὴν μεγάλην Ἑλλάδα. Οἱ ἱστορικοὶ τῆς φιλοσοφίας διερωτήθησαν περὶ τῶν αἰτίων τῆς γεωγραφικῆς αὐτῆς εὐνοίας ἀναφερόμενοι στὸν πλοῦτον ποὺ εἶχε συσσωρευθῆ στὸν ἑλληνικόν, γενικώτερα, χῶρον, χάρη στὸ ἐμπόριον, κι ὁ ὁποῖος ἐπέτρεψε στοὺς πολίτας νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὶς βιοτικές των μέριμνες ἐπιδιδόμενοι ἐφεξῆς εἰς τὶς πνευματικές των ἀσχολίες. Τὸ ἐπιχείρημ αὐτὸ κρίνετ ἀναγκαῖο, πλὴν οὐδόλως ἐπαρκές. Ἀσφαλῶς, ἡ ἀνάπτυξη τῆς ναυτιλίας καὶ τοῦ ἐμπορίου μεταξὺ μητροπόλεων κι ἀποικιῶν, ἀλλὰ καὶ μεταξὺ αὐτῶν καὶ χωρῶν βαρ - βαρικῶν, εἶχε συντελέσει στὴν ἀνάδειξη πολλῶν Ὀδυσσέων, ποὺ ἐγνώ ρισαν ἄλλες νοοτροπίες, κ ἱκανῶν νὰ ὑπερβοῦν τοπικὲς προκαταλήψεις. Δὲν ἐπιτρέπεται ὅμως ν ἀγνοηθῆ ὁ παράγων τῶν πολιτικῶν καθεστώτων, δημοκρατικῶν ἢ τυραννικῶν, ποὺ ἀπέτρεπαν ἢ ἐνεθάρρυναν, ἀναλόγως, τὴν ἀποδημίαν ἐξεχόντων πολιτῶν ἀπὸ πόλεις μ εὐάριθμους κατοίκους πρὸς μείζονα κέντρα πού, μὲ τὴν συρροὴ τόσων ἐπιφανῶν προσώπων, κατέστησαν, σὺν τῷ χρόνῳ, κέντρα πνευματικῆς ἀκτινοβολίας, χάρη στὰ δημοκρατικά των πολιτεύματα καὶ στὸν σχετικὸν κοσμοπολιτισμό τους, ὅπου οἱ προσωπικὲς ἐλευθερίες ἦσαν σεβαστὲς κι ὅπου λαμπερὲς προσωπικότητες, ὅπως ὁ Πυθαγόρας λ.χ., ἔσπευδαν νὰ καταφύγουν μόλις εἰς τὴν πατρίδα τους τὴν ἀρχὴν κατελάμβανε κάποιος τύραννος. μέσα σ ἕνα κλίμα δημοκρατίας, ὅπου ἡ γνῶσις εἶχε παύσει νὰ συνιστᾷ προνόμιον κάποιας κοινωνικῆς ὁμάδος, ἡ φιλοσοφία ἐγεννήθη, ἐστερεώθη κι ἀνεπτύχθη πρὶν διαδοθῆ καὶ ριζώσει σὲ πόλεις γοήτρου, ὅπως ἡ Ἀθήνα. Θὰ πρέπει, στὸ σημεῖον αὐτό, νὰ προστεθῆ ἡ ἀνησυχία ποὺ διακατεῖχε τοὺς κατοίκους τῆς Ἰωνίας ὡς ἐκ τῆς ἐπικείμενης ἀπειλῆς τῆς περσικῆς πλημμυρίδος. μήπως παρόμοια ἀνησυχία δὲν ἀποτυπώνεται καὶ στὶς ἀποκαλούμενες ἑλληνιστικὲς φιλοσοφίες; Ἀπὸ τὶς τελευταῖες δεκαετίες τοῦ πέμπτου μέχρι τὶς πρῶτες δεκαετίες τοῦ τετάρτου π.χ. αἰῶνος, διέλαμψαν, μὲ τὴν παροδική τους ἐμφάνισιν, οἱ ὑποκειμενίζοντες καὶ σχετικοκρατικοὶ Σοφιστὲς ποὺ ἀπείλησαν προσωρινῶς τὴν ἐπικράτηση τοῦ λόγου, τὸν ὁποῖον ἐπέβαλε καὶ πάλιν ὁ Σωκράτης ποὺ εὐτύχησε νὰ ἔχει συνεχιστὲς τῶν
ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ 191 προσπαθειῶν του τὸν Πλάτωνα καί, μέσω αὐτοῦ, τὸν Ἀριστοτέλη, δίχως νὰ παραλειφθοῦν οἱ ἐκπρόσωποι τῶν ἀποκαλούμενων «μι - κρῶν» σωκρατικῶν σχολῶν, ὅπως τῆς Ἤλιδος, τῆς Ἐρέτριας ἢ τῆς Κυρηναϊκῆς χάρη σ αὐτές, ἡ σωκρατικὴ διδασκαλία θὰ εἶχ ἐνδεχομένως διασωθῆ δίχως τὴν μεσολάβηση τῆς πλατωνικῆς Ἀκαδήμειας καὶ τοῦ ἀριστοτελικοῦ Λυκείου. Τὸ βέβαιον ὅμως παραμένει, πὼς ὁ Πλάτων κι ὁ Ἀριστοτέλης ἀπετέλεσαν τοὺς δύο πόλους μεταξὺ τῶν ὁποίων ἐκινήθη, ὣς τὴν Ἀναγέννησιν, ἡ εὐρωπαϊκὴ φιλοσοφία. Οἱ ἑλληνιστικὲς φιλοσοφίες, ἐπικουρισμὸς καὶ στωϊκισμός, διεδόθησαν, μέσω τῆς «παγκοσμιοποιήσεως» τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, σὲ νέες χῶ - ρες τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσης, μὲ σημαντικώτερα κέντρα τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ τὴν Ρώμη. Οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ Πατέρες ἐθεμελίωσαν τὴν διδασκαλία τους ἐπὶ καθαρῶς στωϊκῶν προτύπων κ οἱ χριστιανοὶ αἱρεσιάρχες ἔδωκαν ἀφορμὴν στὶς πρῶτες Οἰκουμενικὲς Συνόδους νὰ θεμελιώσουν ἐπὶ βάσεων καθαρῶς ὀντολογικῶν τὴν νέαν θρησκεία. Τότε κ ἡ ἀρχαία πλατωνικὴ παράδοσις ἀνενεώθη χάρη στὴν φιλοσοφία τοῦ ἀλεξανδρινοῦ Πλωτίνου, ὁ ὁποῖος ἐδίδαξεν ἑλληνιστὶ τοὺς Ρωμαίους ὣς τὰ τέλη σχεδὸν τοῦ τρίτου μ.χ. αἰῶνος. Νεοπλατωνισμὸς κι ἀριστοτελισμὸς ἐκυριάρχησαν τόσο στὴν Ἀνατολὴν ὅσο καὶ στὴν Δύση. Ὁ πρῶτος ἐξέθρεψε τοὺς παντοίας προελεύσεως μεσαιωνικοὺς μυστικισμούς ὁ δεύτερος συνέβαλε στὴν θεμελίωση τῆς ὀρθολογικῆς ἐπιχειρηματολογίας. Πλατωνισμὸς καὶ νεοπλατωνισμός, ἀφ ἑνός, κι ἀριστοτελισμός, ἀφ ἑτέρου, διαδέχθηκαν ἀλλήλους ἐπανειλημμένως κατὰ τὸν βυζαντινὸν μεσαίωνα. Περιέργως, τὸ πρῶτον ἀπὸ τὰ ρεύματ αὐτὰ ἐπεκράτησε σὲ περιόδους ἀκμῆς τῶν γραμμάτων καὶ τῆς αὐτοκρατορίας γενικώτερον τὸ δεύτερον, σὲ περιόδους παρακμῆς καὶ περισυλλογῆς. Ἐξ ἄλλου, μετὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Ἀλεξανδρινῆς Βιβλιοθήκης, πολλὰ ἔργα φιλοσοφίας διεσώθησαν χάρη σὲ προηγηθεῖσες συριακὲς μεταφράσεις. Τὰ ἔργ αὐτὰ μεταφράστηκαν καὶ στὴν ἀραβικήν, ἀλλὰ καὶ στὴν περσικήν, μὲ τὴν βοήθειαν Ἑλλήνων ποὺ ἀναγκάσθηκαν νὰ ἐκπατρισθοῦν στὴν Περσία μετὰ τὸ κλείσιμο τῶν ἀθηναϊκῶν φιλοσοφικῶν σχολῶν ἀπὸ τὸν Ἰουστινιανόν, τὸ 529. Ἡ διάδοση τῆς ἀριστοτελικῆς, κυρίως, φιλοσοφίας πρὸς τὴν Δύσιν ἀκολούθησεν, ἐκ παραλλήλου πρὸς τὴν εὐθεῖαν ὁδόν, μέσω Ρώμης, τὴν περιφερειακὴν διαδρομὴν τῆς ἐξαπλώσεως τῶν Ἀράβων πρὸς τὴν Ἰβηρικὴν χερσόνησον κ ἐκεῖθεν μέχρι τῆς κεντρικῆς Εὐρώπης, ὅπου συνάντησε τὸν νεοπλατωνισμὸν ποὺ εἶχεν ἤδη διαδοθῆ ἀπὸ μεταφράσεις τοῦ ψευδο-διονυσίου, τοῦ ἀπο-
192 ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ κληθέντος Ἀρεοπαγίτου, μιμητοῦ τοῦ Πρόκλου, προτελευταίου διαδόχου τοῦ Πλάτωνος. Ὁ νεοπλατωνισμὸς συνέβαλε, διὰ τῆς συνεχοῦς παρεμβολῆς νέων ὀντοτήτων μεταξὺ τῶν ἀρχικῶν παρμενίδειων ὄντος καὶ μὴ ὄντος, εἰς τὴν ἐπίλυση δυσχερῶν φιλοσοφικῶν προβλημάτων ποὺ ἐθεωροῦντο ἀνεπίλυτα, χάρη στὴν χρήση ἑνὸς «πρὸ τοῦ γράμματος» ἀπειροστικοῦ λογισμοῦ. Διὰ τοῦ χριστιανισμοῦ ἡ ἑλληνικὴ φιλοσοφία διεδόθη καὶ στὴν ἀνατολικὴν Εὐρώπην, ὅπου μέχρι σήμερα ἐξακολουθεῖ ν ἀκμάζει. Ὁ δυτικοευρωπαϊκὸς ἀριστοτελισμὸς ἐπηρέασε τὶς ἑλληνικὲς χῶρες μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Φράγκους. Ὁ μονόδρομος τῶν ἐπιδράσεων τῆς φιλοσοφίας πρὸς τὴν Δύση κατέστη πλέον ἀντίστροφος ὀρθότερον, ἀμοιβαίας, διπλῆς κατευθύνσεως. Ἀριστοτελικὲς διδασκαλίες ἐπεστράφησαν στὸν γενέθλιον χῶρο τους ὑπὸ μορφὴν ἀντιδανείων. αὐτὸ ἐσήμανε καὶ τὶς ἀπαρχὲς τῆς νεοελληνικῆς φιλοσοφίας. Τολμηροὶ ἕλληνες στοχαστές, ὅπως οἱ ἀδελφοὶ Δημήτριος καὶ Πρόχωρος Κυδώνης, διώρθωσαν, βάσει ἑλληνικῶν χειρογράφων, ἐσφαλμένες μεταφράσεις τοῦ Ἀριστοτέλους, ποὺ ὁ Θωμᾶς Ἀκυινάτης εἶχεν ἐντάξει στὰ δικά του κείμενα. Οἱ τολμηρὲς αὐτὲς διάνοιες ἀπέβησαν οἱ πρωτοπόροι τῆς νεοελληνικῆς φιλοσοφίας ποὺ δὲν ἔπαυσεν, ἔκτοτε, ν ἀρύεται ἀντιδάνεια ἀπὸ τὴν Δύση καὶ νὰ προσφέρει σ αὐτὴν νέες ἰδέες. Ἡ ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς, σηματοδοτώντας τὴν ἔξοδο στοχαστῶν πρὸς τὴν Δύση, ὅπως ἄλλοτε μία ἰουστινιάνειος νεαρὰ ἔτρεψε τοὺς ἀθηναίους φιλοσόφους πρὸς τὴν Περσίαν, ἐξέθρεψε τὴν Ἀναγέννηση. Ὁ Πλήθων, μετὰ τοὺς ἀδελφοὺς Κυδώνη, ἀπετέλεσε νέον μεταβατικὸν μεταίχμιον. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Descartes, ὁ ὁποῖος εἶχε τραφῆ ἀπὸ τὰ νάματα τοῦ σχολαστικισμοῦ, τὸν ὁποῖον ὅμως κατεπολέμησε μὲ τὰ ἴδια του τὰ ὅπλα, καθὼς καὶ ὅσοι ἐνεπνεύσθησαν ἀπὸ τὸ παράδειγμά του, ἔστω καὶ διαφωνώντας πρὸς αὐτόν, διεμόρφωσαν τὴν νεώτερη φιλοσοφία ποὺ δὲν ἔπαυσε ποτὲ νὰ ἐμπνέεται ἀπὸ τὴν φιλοσοφία τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητος, κλασσικῆς καὶ ὕστερης τόσον, ὥστε ὁ Whitehead νὰ ἔχει ἐπιγραμματικῶς δηλώσει πὼς ἡ μετὰ Πλάτωνα φιλοσοφία, μέχρι καὶ σήμερα, ἄλλο δὲν εἶναι παρὰ μιὰ σειρὰ ὑποσημειώσεων εἰς τὸ ἔργον ἐκείνου. Ὡστόσον, ὄχι μονάχα τ ἀρέσκοντα στοὺς ἕλληνες φιλοσόφους ἐκληροδοτήθησαν ὡς ἕνα πολυδιάστατο καὶ πολυσθενὲς λειτουργικὸν χρηστήριον καταπίστευμα στὴν Εὐρώπη καί, δι αὐτῆς, εἰς τὴν οἰκου-
ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ 193 μένην ἡ βιοσοφία τῶν ἑπτὰ Σοφῶν ἐκληροδοτήθη κι αὐτή, ὡσαύτως, ὡς ἀξιολογία κι οὐδεὶς τολμᾷ ν ἀμφισβητήσει ἐπωνύμως τὴν πληθωρικοῦ πλούτου κλασσικὴν ἀξία τῆς καλοκαγαθίας, μολονότι πολυάριθμοι τὴν ὑπονομεύουν, χάρη στὴν ἀνοχὴ καὶ μόνον ποὺ ἔχομε ὅλοι ἐπιτρέψει νὰ παρεισφρήσει στὰ τοῦ οἴκου μας. Ἆράγε, ἡ φιλοσοφία εἶναι ἀκόμη ἱκανὴ νὰ εὐδοκιμήσει κατὰ τὸν ἀρξάμενον αἰώνα; Οἱ πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτὸν ἀπαιτούμενες συνθῆκες διατελοῦν, ἀσφα - λῶς, πρόσφορες: ἐπιταχυνόμενες ἐπικοινωνίες ἐπικράτηση τῆς πληροφορικῆς, παρὰ τοὺς κινδύνους ποὺ ἡ ἴδια συνεπάγεται τάσις πρὸς ἀπελευθέρωσιν τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὶς καθημερινὲς ὑλικὲς μέριμνες ηὐξημένος ἐλεύθερος χρόνος, τὰ πάντα προτρέπουν πρὸς φιλοσοφικὴν ἐνασχόλησιν. Ἀντιθέτως, ἡ φιλοσοφία στὶς ἡμέρες μας χρειάζεται ν ἀντιμετωπίσει μιὰν νέα καταπιεστικὴν παρουσία τοῦ μύθου. Ὁ μῦθος τῆς οἰκονομικῆς ἰσότητος, ἀκόμη καὶ διὰ μέσων τυραννικῶν, εἰς χρόνον ὁλονὲν παρατεινόμενον, ἀντικατεστάθη ἀπὸ τὸν μῦθο ποὺ προβάλλει στὸ προσκήνιον τῆς ἐπικαιρότητος εἴδωλα ἀνάξια, παρὰ ταῦτα παχυλῶς ἀμειβόμενα, τοῦ γηπέδου καὶ τοῦ θεάματος, ἀπολαύοντα, ἐπὶ πλέον, φορολογικῆς εὐνοίας, καὶ ποὺ προσελκύουν τοὺς ἀκαλλιέργητους τυχάρπαστους νεόπλουτους, ἀλλά, δυστυχῶς, καὶ τοὺς νέους, μέχρι σημείου νὰ τοὺς ἐμποδίζουν ν ἀξιολογήσουν τὶς συνθῆκες ὑπὸ τὶς ὁποῖες ἐπὶ τοῦ παρόντος διαβιοῦν, ὥστε μ ἐλευθερίαν κι ἀνεξαρτησίαν νὰ προετοιμάσουν γιὰ τοὺς ἑαυτούς των ἕνα μέλλον δημιουργικόν, ἰσάξιόν τους. Τοὺς μύθους αὐτοὺς οὐδεὶς ἐχέφρων λαμβάνει σοβαρῶς ὑπ ὄψιν, πλὴν οὐδεὶς τολμᾷ νὰ καταγγείλει ἀπροκαλύπτως, στηριζόμενος ἐπὶ ἀρχῶν κ ἐπὶ μιᾶς μεθόδου αὐ στη - ρῶς φιλοσοφικῶν. μ εὐθυκρισίαν ὁ Kant εἶχε διακρίνει τὴν «φιλοσοφίαν» ἀπὸ τὸ «φιλοσοφεῖν», ἀποδίδοντας στὴν πρώτη τὴν στερέωση τοῦ ἤδη κεκτημένου στὸ δεύτερο, τὴν αὐθεντικὴ κι αὐστηρὴν ἀναζήτησιν ἑνὸς περαι τέρω διαφαινόμενου. Τάσεις καὶ ρεύματα τοῦ παρόντος παρα - κινοῦν μᾶλλον πρὸς πηλοβασίαν παρὰ πρὸς δημιουργίαν. Πρέπει, ἆράγε, προκειμένου νὰ κατορθωθῆ ἡ ὑπέρβαση τῆς καταστάσεως αὐτῆς, νὰ εἶν εὐκταία μιὰ ἐπικείμενη ἀπειλή, ὅπως, κατὰ τὴν προκλασσικὴν ἀρχαιότητα, τῆς εἰσβολῆς τῶν Περσῶν στὴν Ἰωνία ἤ, πρὸς τὸ τέλος τῆς ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς, τῆς κατακτήσεως τῆς κυρίως Ἑλλάδος ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους, μ ὅλον τὸ ἄγχος ποὺ ἕνα παρόμοιον ἐνδεχόμενο θὰ συνεπέφερε; Ἐνώπιον τοῦ ἐνδεχομένου παρόμοιας καταστροφῆς προκύπτει ἡ ἀνάγκη ν ἀρκεσθῆ κανείς, ἔστω μονάχα,
194 ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ στὶς προόδους τῆς δημοκρατίας, τουλάχιστον ὅπου οἱ δημοκρατικὲς ἐλευθερίες δὲν κινδυνεύουν, πρὸς τὸ παρόν, νὰ διαβρωθοῦν. Ἡ προσεχὴς ἐμφάνισις ἑνὸς Σωκράτους πρέπει, ἆράγε, ν ἀποκλεισθῆ; Ἡ φιλοσοφία, ὡς ἐκ τῆς φύσεώς της, ἀλλὰ κι ὅπως τὴν ἀνέδειξαν οἱ Ἕλληνες, δὲν εἶναι, μήπως, προωρισμένη ν αὐτεπινοεῖται διαρκῶς;