Οικονομία, Πολιτική και Εθνική Ιδεολογία



Σχετικά έγγραφα
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Τίτλος: The nation, Europe and the world: Textbooks and Curricula in Transition

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα;

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση

Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Ας γνωρίσουμε τη γεωγραφία της Ελλάδας

ΒΟΓΛΗΣ ΠΟΛΥΜΕΡΗΣ. Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Η διαπολιτισμική διάσταση των φιλολογικών βιβλίων του Γυμνασίου: διδακτικές προσεγγίσεις

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Το μυστήριο της ανάγνωσης

Αθανασίου Έκτωρ, Ζαμπέτογλου Αθανάσιος, Μπογκντάνι Φίντο, Πάνος Δημήτριος, Παπαλεξίου Ευαγγελία Μαθητές Α Λυκείου, Αριστοτέλειο Κολλέγιο

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση

Εναλλακτικές Μορφές Τουρισμού

Η ΣΗΜΑΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΘΝΟΣΗΜΟ

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

1. Οι Σλάβοι και οι σχέσεις τους με το Βυζάντιο

Σοφία Αυγερινού-Κολώνια, Καθηγήτρια

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος:

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΑ)

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

ΣHMEIA ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ. ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟ-ΕΥΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΧΟΛΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ στη «ΝΑΥΤΙΛΙΑ»

Νέοι τόποι Περιπέτεια Φύση Παράδοση Ιστορία. Πολιτισμός Ζωή Μνημεία Ασφάλεια Χαρά

οκ _ τόπους παρεμβάσεις τοπίου για την ανάδειξη του παραλιακού μετώπου του Ναυπλίου

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

Τίτλος: Power/ Knowledge: Selected interviews and other writings

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

12 Ο ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΚΡΟΔΕΞΙΑΣ

Λιμνών Αποξηράνσεις - έρευνα με την Ελένη Κοβάνη (παρουσίαση του βιβλίου) από την Καλλισθένη Αβδελίδη

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών

ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΦΡΑΓΚΟΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ

108 Ιστορίας και Εθνολογίας Θράκης (Κομοτηνή)

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΜΕΛΕΤΩΝ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΥ ΤΟΥ ΑΙΜΟΥ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ

«Άρχεσθαι μαθών, άρχειν επιστήσει» («Ανάλαβε εξουσία αφού πρώτα μάθεις να εξουσιάζεσαι») Σόλων, ο Αθηναίος

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη

ΜΑΘΗΜΑ 16 ΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΔΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ

Ορθή επανάληψη: Πρόσκληση Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος για υποψηφίους διδάκτορες στο πλαίσιο της χρηµατοδοτούµενης Πράξης Κύρτου Πλέγµατα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ «ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ: ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ»

ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ

Οργανώνοντας την έρευνα ΒΑΣΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΜΙΑΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Η παρακάτω ομάδα κεφαλαίων εξετάζει τους μηχανισμούς της κυβέρνησης και τις διαδικασίες μέσω των οποίων διαμορφώνεται και εφαρμόζεται η δημόσια

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

«DARIAH-ΑΤΤΙΚΗ Ανάπτυξη της ελληνικής ερευνητικής υποδομής για τις ανθρωπιστικές επιστήμες ΔΥΑΣ» Αθήνα, 26 Φεβρουαρίου 2015

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

Ιστορία. ΓΙΑΝΝΗΣ Ι. ΠΑΣΣΑΣ, MED ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» 16 Σεπτεμβρίου Α. ΚΕΙΜΕΝΟ [Ιστορία & Εκπαίδευση]

ΗΕΠΟΧΗΤΗΣΑΚΜΗΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ ΩΣ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Της Μαρίας Αποστόλα

Μεταγνωστικές διεργασίες και αυτο-ρύθμιση

Αυτή ακριβώς η μεταλλαγή είναι το θέμα του παρόντος βιβλίου. Προκειμένου να την προσδιορίσουμε μέσα σε όλο αυτό το ομιχλώδες τοπίο της

Χαιρετισμός στην εκδήλωση για την συμπλήρωση 20 χρόνων από την αδελφοποίηση των Δήμων Ηρακλείου και Λεμεσού

III_Β.1 : Διδασκαλία με ΤΠΕ, Γιατί ;

Δείκτες Επιτυχίας και Δείκτες επάρκειας ανά ενότητα ΑΠ Γεωγραφίας Γυμνασίου

ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ

Στάσεις και αντιλήψεις της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στους μετανάστες

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ. Γ. ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Κριτικά σχόλια για τις στρατηγικές επιπολιτισμοποίησης. Ζητήματα μέτρησης Ταυτοποίηση Επιπολιτισμοποίηση και προσαρμογή

Πρόλογος. Στις μέρες μας, η ελεύθερη πληροφόρηση και διακίνηση της πληροφορίας

Η πόλη και οι λειτουργίες της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ. «Σώστε με από τους φίλους μου!»

Naoki HigasHida. Γιατί χοροπηδώ. Ένα αγόρι σπάει τη σιωπή του αυτισμού. david MiTCHELL. Εισαγωγή:

Ανατολικο ζητημα κριμαϊκοσ πολεμοσ. Μάθημα 4ο

ΠΡΑΞΗ: «ΜΟ.ΔΙ.Π» (Μονάδα Διασφάλισης Ποιότητας) του Πανεπιστημίου Μακεδονίας» Κωδικός MIS ΥΠΟΕΡΓΟ:

1 Μνηστεία Επιστροφή δώρων και συμβόλων

Πώς γράφεται μια προπτυχιακή εργασία στην Ιστορία της Τέχνης. Σχεδιάγραμμα. Γενικές οδηγίες

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΣ ΤΟΜΟΣ

στη Βουλγαρία και µετά την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1 η Ιανουαρίου 2007, κάτω από τον πιο εύγλωττο τίτλο Σύγχρονη

ΝΑΠ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ (Γνωρίζω τον Κόσμο μου) Επιμορφώσεις Μάχιμων Εκπαιδευτικών Σεπτέμβριος 2011

Η Επιστήµη της Κοινωνιολογίας

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

«Ανακαλύπτοντας τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της Επαρχίας Ελασσόνας»- Μια διδακτική προσέγγιση

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας

Transcript:

ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΥΜΠΕΡΑΤΟΣ Οικονομία, Πολιτική και Εθνική Ιδεολογία Η διαμόρφωση των εθνικών κομμάτων στη Φιλιππούπολη του 19 ου αιώνα Ε-ΒOOK ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ Iδρυτική δωρεά Παγκρητικής Eνώσεως Aμερικής Hρακλειο 2011

ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ Ίδρυμα Tεχνολογίας και Έρευνας Hράκλειο Kρήτης, T.Θ. 1385, 711 10. Tηλ. 2810 391097, Fax: 2810 391085 Aθήνα: Κλεισόβης 3, 10677. Tηλ. 210 3849020-23, Fax: 210 3301583 e-mail: info@cup.gr www.cup.gr ΣΕΙ ΡΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΔΙΕΥ ΘΥ ΝΤΗΣ ΣΕΙ ΡΑΣ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΑΤΖΗΙΩΣΗΦ 2009: Πα νε πι στη μια κές Εκ δό σεις Κρή της Φιλολογική επι μέ λεια: Βίκτωρ Αθανασιάδης Στοιχειοθεσία - σελιδοποίηση: Παρασκευή Βλάχου (ΠΕΚ) Ε κτύ πω ση - βιβλιοδεσία: Φωτολιο-Τυπικον Σχε δί α ση εξω φύλ λου: Αλέκος Βλ. Λεβίδης ISBN 978-960-524-273-2

Περιεχόμενα Συντομογραφίες... θ Σύστημα μεταγραφής κυριλλικού αλφαβήτου... ια Εισαγωγή... ιγ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Το Ιστορικο υποβαθρο και το πλαισιο της αντιπαραθεσης Κεφαλαιο 1: Η Φιλιππούπολη και η ενδοχώρα της: δυναμικές και διακυβεύματα...3 Η φυσική γεωγραφία: Φυσικός πλούτος και επικοινωνία.... 5 Δρόμοι και πόλεις. Το οικιστικό πλέγμα... 12 Διοικητική και εκκλησιαστική γεωγραφία. Τάσεις και διακυβεύματα... 32 Κεφαλαιο 2: Η κληρονομιά του 18ου αιώνα...45 H εποχή των Κιρτζαλήδων και η Φιλιππούπολη... 47 Η Φιλιππούπολη εμπορικό και βιοτεχνικό κέντρο...58 Τσελεμπήδες και συντεχνίτες... 81 Κεφαλαιο 3: Η Φιλιππούπολη του κεφαλαίου και των μεταρρυθμίσεων...101 Το γενικό πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο... 101 Η εικόνα της Φιλιππούπολης του Τανζιμάτ... 107 Μεταξύ Φιλιππούπολης και Κωνσταντινούπολης... 151 ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΠΡΟΚΡΙΤΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΤΟΥΣ Κεφαλαιο 4: Το γένος των Τσαλίκοφ...159 Τζελέπηδες και Μπεγλικτσήδες: Οι «άνθρωποι του Σουλτάνου».... 160 Οι Τσαλίκοφ τσορμπατζήδες Φιλιππουπόλεως.... 194 Τα οικονομικά της Κεντρικής Ελληνικής Σχολής: Ένας καθρέφτης πολιτικών ανακατατάξεων και ηγεμονικών στρατηγικών.... 207 Μεταξύ «οθωμανικού ελληνισμού» και «αναγεννώμενης βουλγαρικότητας»... 212 Η παρακμή του μπεγλικιού. Αναπροσαρμογές και ρήξεις... 226 Κεφαλαιο 5: Ο Μιχαλάκης Γκιουμουσγκερδάνης και οι «αμπάδες του μιριού»......237 Η κοινωνική προέλευση των Γκιουμουσγκερδάνηδων.... 240 Η απομάκρυνση από την συντεχνία...243 Σαγιάκι για τον νικηφόρο στρατό του Σουλτάνου... 247 Οι «αμπάδες του μιριού»... 256 Πίστη, υπόληψη και οι απαρχές του Ορθόδοξου χριστιανικού «οθωμανισμού»... 271

ηʹ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ Η γενίκευση της οικονομικής σύγκρουσης... 278 Γκιουμουσγκερδάνηδες και Τσαλίκοφ. Μετέωρες γαμήλιες συμμαχίες και αντίπαλες στρατηγικές κοινωνικής ηγεμονίας.... 291 ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ Η ΕΝΔΟΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ Κεφαλαιο 6: Η εκδήλωση της ρήξης...301 To νέο πολιτικό πεδίο του Τανζιμάτ και η Ορθόδοξη κοινότητα της Φιλιππούπολης... 301 Ο πολιτικός ρόλος των συντεχνιών και η παρακμή των αμπατζήδων.... 319 Η νεοτσελεμπήδικη αντίδραση.... 329 Η κρίση νομιμοποίησης της Ορθόδοξης Εκκλησίας και η ρήξη Νικηφόρου - Στογιάν Τσαλίκοφ.... 336 Το «κίνημα της Βουλγαρίας». Συμβιβαστικές κινήσεις και ρήξεις σε Κωνσταντινούπολη και Φιλιππούπολη.... 347 Κεφαλαιο 7: Η άρθρωση και οι υποδοχές της Εθνικής Ιδεολογίας...361 Οι φορείς της αντιπαράθεσης... 362 Τα κείμενα και οι στρατηγικές τους... 380 Οι υποδοχές της εθνικής ιδεολογίας, τα όρια και οι αντιφάσεις τους... 394 Κεφαλαιο 8: Η πορεία της ενδοκοινοτικής σύγκρουσης...419 Τα πρώτα χρόνια και οι πρώτοι τριγμοί στη θητεία του Χρυσάνθου του Λεσβίου... 419 Το ιντερμέδιο του Κριμαϊκού. Η οικονομία του πολέμου και η θνησιγενής συμμαχία Μιχ. Γκιουμουσγκερδάνη - Σάλτσο Τσομάκοφ... 432 Η υπόθεση της δημογεροντίας και η έξωση του Χρυσάνθου Φιλιππουπόλεως... 445 Η οριστική ρήξη. Η αρχιερατική θητεία, η καθαίρεση και η εξορία του Παϊσίου Φιλιππουπόλεως.... 479 Συμπεράσματα...515 Οι «πρωτοκαπιταλιστικές» συντεχνίες... 516 Η περιφερειακή ενσωμάτωση... 519 Το μεταρρυθμιζόμενο οθωμανικό κράτος και οι Ορθόδοξες ελίτ... 521 Η αποτυχία ενός παραδοσιακού γάμου και οι δύο στρατηγικές ηγεμονίας και περιφερειακής ενσωμάτωσης... 523 Η παράλληλη κρίση δύο παλαιών αντιπάλων... 525 Το έθνος ως εγχείρημα ηγεμονίας.... 527 Η πορεία της σύγκρουσης στο πλαίσιο του Βουλγαρικού Ζητήματος... 530 Πηγές-Βιβλιογραφία...535 Γλωσσάρι...559 Ευρετήριο...565

Συντομογραφίες ΑΘΛΓΘ = Αρχείον Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού ΙΑΥΠΕΞ = Ιστορικό Αρχείο Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών Α.Μ.Α.Ε. = Αρχείο του Γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών CDIA = Κεντρικό Κρατικό Ιστορικό Αρχείο της Βουλγαρίας-Σόφια IJMES = International Journal of Middle Eastern Studies ΝΒΚΜ- ΒΙΑ = Εθνική Βιβλιοθηκη «Άγ. Κύριλλος & Μεθόδιος» Βουλγαρικό Ιστορικό Αρχείο, Σόφια. ΝΒΙV- BIA = Εθνική Βιβλιοθήκη «Ιβάν Βάζοφ» Βουλγαρικό Ιστορικό Αρχείο Φιλιππούπολη P. R.O. / F. O. = Αρχείο του Βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών

Σύστημα μεταγραφής κυριλλικού αλφαβήτου А = a П = p Б = b Ρ = r В = v С = s Г = g T = t Д = d У = u Е = e Ф = f Ж = ž Χ = h З = z Ц = c И = I Ч = č Й = j Ш = š К = k Щ = št Л = l Ъ = ă М = m Ь = j (o) Н = n Ю = ju О = o Я = ja

Εισαγωγή Ο πίνακας στο εξώφυλλο της μελέτης που έχετε στα χέρια σας φιλοτεχνήθηκε κάπου μέσα στη δεκαετία του 1960 από τον Βούλγαρο καλλιτέχνη Γκεόργκι Δασκαλόφ και κοσμεί τη συλλογή του Μουσείου της Βουλγαρικής Αναγέννησης στη Φιλιππούπολη (Plovdiv). 1 Πρόκειται για απεικόνιση των βίαιων συμπλοκών της 20 ής Δεκεμβρίου 1859 στην εκκλησία της Παναγίας (Sv. Bogorodica) στη Φιλιππούπολη μεταξύ οπαδών του ελληνικού και του βουλγαρικού κόμματος της πόλης, με αντικείμενο τη γλώσσα λειτουργίας και εν τέλει τον έλεγχο της ίδιας της εκκλησίας. Η εκκλησία, χώρος ιερός, «βεβηλώθηκε» από τους ίδιους τους διεκδικητές της: ιερά σκεύη, βιβλία και εικόνες χρησιμοποιήθηκαν ως όπλα κατά την συμπλοκή. 2 Στη σύνθεσή του ο Δασκαλόφ χρησιμοποιεί με φειδώ ενδυματολογικά ή άλλα εικαστικά στοιχεία που διακρίνουν τις αντιμαχόμενες πλευρές. Οι φιγούρες στα κάτω άκρα του πίνακα (ιδίως εκείνη στο κάτω αριστερό άκρο) φέρουν τη χωριάτικη ενδυμασία από χονδρό μάλλινο ύφασμα (γιλέκο, φαρδιά ζώνη και μάλλινα ποτούρια 3 ), παραπέμποντας στη συμμετοχή στα επεισόδια οπαδών του βουλγαρικού κόμματος από τα περίχωρα της πόλης και τα γύρω χωριά. Ανάμεσα στους λοιπούς μυστακοφόρους άνδρες με ευρωπαϊκή ενδυμασία που απεικονίζονται, δύσκολα μπορεί κανείς να ξεχωρίσει τους «Έλληνες» από τους «Βούλγαρους». Η σύνθεση του Βούλγαρου καλλιτέχνη θα λέγαμε ότι αποδίδει σωστά την ύπαρξη μιας κοινής αστικής κουλτούρας ανάμεσα στους συμ- 1. Για την εκτίμηση του χρόνου φιλοτέχνησης του (αχρονολόγητου) πίνακα ευχαριστώ την συνάδελφο Μίνα Χριστέμοβα από το Εθνογραφικό Μουσείο του Ασένοφγκραντ (Στενημάχου) και τους συναδέλφους του Μουσείου της Βουλγαρικής Αναγέννησης (Μuzej na Bălgarskoto Văzraždane-Plovdiv). 2. Nikola Gančev Eničerev, Văzpominanija i beležki, Sofia, 1906, σ. 33. 3. Ποτούρια = χονδρή μάλλινη βράκα (βουλγ. poturi). Οι κυριότεροι ξένοι όροι που γράφονται με πλάγια ελληνικά στοιχεία την πρώτη φορά κατά την οποία εμφανίζονται ερμηνεύονται και στο Γλωσσάρι, στο τέλος του βιβλίου. Οι λέξεις ή φράσεις που παρεμβάλλονται σε αγκύλες μέσα σε ξένα παραθέματα είναι του συγγραφέα.

ιδʹ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ μετέχοντες σε μια σύγκρουση η οποία, ωστόσο, γίνεται στο όνομα δύο διαφορετικών γλωσσικών και, κατ επέκτασιν, εθνικών «πολιτισμών». Στους κόλπους μιας πόλης και μιας Ορθόδοξης κοινότητας που έχει για χρόνια λειτουργήσει ως χωνευτήρι ανθρώπων και επιδράσεων, στους κόλπους ενός εθνολογικά ανάμεικτου πληθυσμού στενότατα συνδεδεμένου με οικογενειακούς, επαγγελματικούς και πολιτισμικούς δεσμούς, κορυφώνεται το 1859 μια σύγκρουση η οποία είναι συνάμα «θρησκευτική» αλλά και «πολιτική» (θα λέγαμε «ανίερη»), «εθνική» αλλά και «εμφύλια». Οι αμφισημίες και αντιφάσεις που απελευθερώνονται και εκφράζονται με καθαρό τρόπο σε στιγμές κρίσης και σύγκρουσης όπως είναι αυτή που εκτυλίσσεται στη Φιλιππούπολη του τέλους της δεκαετίας του 1850, αποτελούν όψεις μιας ευρύτερης, πολύπλοκης και αντιφατικής διαδικασίας ιδεολογικο-πολιτικής μετάβασης την οποία διέρχεται η οθωμανική κοινωνία και, εν προκειμένω, οι Ορθόδοξοι χριστιανικοί πληθυσμοί της αυτοκρατορίας κατά την περίοδο των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων του Τανζιμάτ (1839-1876). Η μετάβαση αυτή από το μιλλέτ στο έθνος κομβική πτυχή της οποίας υπήρξε για τους Ορθοδόξους Χριστιανούς των οθωμανικών Βαλκανίων το Βουλγαρικό Ζήτημα, δηλαδή από έναν κυρίαρχα θρησκευτικό σε έναν κυρίαρχα εθνικό προσδιορισμό και αυτοπροσδιορισμό των υπηκόων της αυτοκρατορίας, ή σύμφωνα με την ορολογία μιας διαδεδομένης αν και εφαρμοζόμενης με διαφορετικά αποτελέσματα θεωρητικής προσέγγισης από μια θρησκευτική σε μια εθνική «φαντασιακή κοινότητα» 4, έχει από τη δεκαετία του 1990 βρεθεί και εξακολουθεί να βρίσκεται στο επίκεντρο του ιστοριογραφικού ενδιαφέροντος στην Ελλάδα. Οι σημαντικές εργασίες που είδαν το φως της δημοσιότητας στα πλαίσια αυτής της προβληματικής 5 συνέβαλαν, παρά τις μεταξύ τους διαφορές, στην αμφισβήτηση των μεταφυσικών αντιλήψεων του έθνους ως διαχρονικού συλλογικού υποκειμένου της ιστορίας στις οποίες θεμελιώθηκε η ελληνική αλλά και οι λοιπές βαλ- 4. B. Anderson, Imagined Communities, London, 1983. 5. Βλ. μεταξύ άλλων P. Kitromilides, «Imagined Communities and the Origins of the National Question in the Balkans» στο M. Blinkhorn & Th. Veremis (ed.), Modern Greece: Nationalism and Nationality, Αθήνα, 1990, σσ. 23-66 Σία Αναγνωστοπούλου, Μικρά Ασία, 19 ος αι.-1919. Οι Ελληνορθόδοξες κοινότητες. Από το μιλλέτ των Ρωμιών στο ελληνικό έθνος, Αθήνα, 1997 Π. Κονόρτας, Οθωμανικές θεωρήσεις για το Οικουμενικό Πατριαρχείο 17 ος -αρχές 20 ού αι., Αθήνα, 1998 του ίδιου, «Από τα μιλλέτ στα έθνη: διαμόρφωση συλλογικών ταυτοτήτων στη Θράκη (19 ος -αρχές 20 ού αιώνα)» στο Θράκη. Ιστορικές και γεωγραφικές προσεγγίσεις, Αθήνα, Ε.Ι.Ε., 2000, σσ. 169-195 Π. Ματάλας, Έθνος και Ορθοδοξία. Οι περιπέτειες μιας σχέσης. Από το «ελλαδικό» στο βουλγαρικό σχίσμα, Ηράκλειο, 2002 Δ. Σταματόπουλος, Μεταρρύθμιση και εκκοσμίκευση. Προς μια ανασύνθεση της ιστορίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον 19 ο αιώνα, Αθήνα 2003.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ιεʹ κανικές εθνικές ιστορίες 6 και, επιφέροντας μια μεθοδολογική αντιστροφή, ανέδειξαν το έθνος και τις εθνοποιητικές διεργασίες ως νόμιμο αντικείμενο και γόνιμο πεδίο θεωρητικής συζήτησης και ιστορικής-εμπειρικής μελέτης. Περαιτέρω, στρέφοντας το ενδιαφέρον στις ιδιαίτερες πραγματικότητες, τους θεσμούς και την ιδεολογία των Ελληνορθόδοξων Χριστιανών της αυτοκρατορίας και προβληματοποιώντας την ιδεολογική ταύτιση και τον πολιτικό προσανατολισμό τους προς το νεαρό Βασίλειο της Ελλάδος, ανέδειξαν την ανάγκη ενδελεχέστερης μελέτης της οθωμανικής και εν ταυτώ της βαλκανικής κοινωνίας και του οθωμανικού πολιτικού πλαισίου, συμβάλλοντας έτσι στη διεύρυνση των οριζόντων της νεοελληνικής ιστοριογραφίας και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για νέα γόνιμη επικοινωνία με τις ιστοριογραφίες των άλλων διάδοχων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εθνών-κρατών. Παρά τα ανεκτίμητα επιτεύγματα, τη θεωρητική ανανέωση και τις σημαντικές συνεισφορές που καταδεικνύουν το πολύπλοκο της πορείας μετάβασης από το μιλλέτ στο έθνος, διερευνούν τις αντιφάσεις και περιπέτειες της εθνικής ιδεολογίας ή εξιχνιάζουν το δαιδαλώδες κεντρικό πολιτικό πεδίο της Κωνσταντινούπολης, σημαντικά κενά μένουν ακόμη να καλυφθούν. Ειδικά σε ό,τι αφορά τη διάσπαση του ορθόδοξου μιλλέτ και το Βουλγαρικό Ζήτημα, η φύση των πηγών που έχουν μέχρις ώρας αξιοποιηθεί και η πλημμελής επικοινωνία με την πλούσια επί του ζητήματος βουλγαρική βιβλιογραφία περιορίζουν τη γνώση μας κυρίως στα τεκταινόμενα στην κεντρική πολιτική σκηνή της Κωνσταντινούπολης ή στον τρόπο που η εμφάνιση του Βουλγαρικού Ζητήματος ως πτυχής του Ανατολικού Ζητήματος οδήγησε σε αναπροσαρμογές τον ελληνικό εθνικισμό. Το τί συμβαίνει πριν από την «επίσημη» εμφάνιση του Βουλγαρικού Ζητήματος (δηλαδή πριν από τον Κριμαϊκό Πόλεμο 1853-1856) ή το τί συμβαίνει στις κεντρικές και ανατολικές επαρχίες των Βαλκανίων και το πώς οι εξελίξεις στο κεντρικό πολιτικό πεδίο αλληλοδιαπλέκονται, επικαθορίζουν και καθορίζονται από τα τεκταινόμενα στις επαρχίες μένει ακόμη να διερευνηθεί στο πεδίο της νεοελληνικής ιστοριογραφίας από εξειδικευμένες τοπικές μελέτες. Παρά τις συμβολές, επίσης, και τις υποθέσεις που έχουν γίνει, σημαντικό παραμένει το κενό της μελέτης των κοινωνικών όρων και προϋποθέσεων κατίσχυσης των συγκρουόμενων βαλκανικών εθνικιστικών ιδεολογιών. Η ανάπτυξη και η σύγκρουση των εθνικισμών, βουλγαρικού και ελληνικού, συντελείται μέσα σε ένα πλαίσιο βαθιών και δυναμικών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών μετασχηματισμών, οι οποίοι δεν λειτουργούν απλώς ως όροι γένεσης και διάδοσης των εθνικών ιδεολογιών, αλλά επιδρούν καθοριστικά 6. Πρβλ. Έλλη Σκοπετέα, «Βαλκανικές εθνικές ιστορίες», στο Έθνος-κράτος-εθνικισμός, Επιστημονικό Συμπόσιο (21-22 Ιανουαρίου 1994), Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας (Ιδρ. Σχολή Μωραΐτη), σσ. 305-317.

ιϛʹ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ και στο ίδιο το περιεχόμενο, στην τροπή και στις αντιφάσεις των διαμορφούμενων εθνικών λόγων. Αναγκαία πάλι εδώ εμφανίζεται η εστίαση της μελέτης στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών. Η εστίαση, τέλος, αυτή στις τοπικές κοινωνίες και η μικροιστορική προσέγγιση πιστεύουμε ότι μπορεί να ανάδειξει τον πλούτο, τις αντιφάσεις και την πολυπλοκότητα των εθνοποιητικών διαδικασιών στα οθωμανικά Βαλκάνια του 19 ου αιώνα, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στον έλεγχο και την εξειδίκευση των γενικών θεωρητικών σχημάτων περί εθνικισμού. Εντασσόμενη σ αυτό το ευρύτερο πεδίο συζήτησης, η παρούσα μελέτη για τη διαμόρφωση των εθνικών κομμάτων στη Φιλιππούπολη του 19 ου αιώνα φιλοδοξεί να συμβάλει στη συμπλήρωση κάποιων από αυτά τα κενά και στη διεύρυνση της παραπάνω γόνιμης προβληματικής. 7 Η ενδοκοινοτική σύγκρουση στη Φιλιππούπολη του Τανζιμάτ και η διάσπαση της Ορθόδοξης κοινότητάς της δεν είναι απλώς ένα από τα πολλά επεισόδια του Βουλγαρικού Ζητήματος και της σύγκρουσης του βουλγαρικού με τον ελληνικό εθνικισμό στα οθωμανικά Βαλκάνια. Αποτελεί την πρώτη και την οξύτερη σε αυτή τη φάση σύγκρουση των δύο (και εν γένει των βαλκανικών) εθνικισμών σε τοπικό επίπεδο. Στη Φιλιππούπολη, και με αφορμή την ίδρυση του βουλγαρικού γυμνασίου της πόλης (1850), λαμβάνει χώρα η πρώτη ανοιχτή και δημόσια αντιπαράθεση των δύο εθνικιστικών λόγων. Στο ανεπτυγμένο εμπορικό και βιοτεχνικό κέντρο της Βόρειας Θράκης και την αναπτυσσόμενη ενδοχώρα του βρίσκονται την ίδια περίοδο σε εξέλιξη σημαντικές πρωτόγνωρες οικονομικές και κοινωνικές διεργασίες, αποκρυσταλλώνονται νέες κοινωνικές συμμαχίες και αναπτύσσονται νέες μορφές πολιτικής πάλης και κινητοποίησης. Στην πορεία του Βουλγαρικού Ζητήματος, η Φιλιππούπολη, στενότατα συνδεδεμένη με την πρωτεύουσα, αποτελεί μία από τις πόλεις-βαρόμετρα της αντιπαράθεσης και ένα από τα ακανθώδη σημεία στις αποτυχημένες διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Ζητήματος. Με όλες τις διερευνητέες ιδιαιτερότητες και συνεξαρτήσεις της, η περίπτωση της πρώτης αυτής τοπικής εθνικιστικής σύγκρουσης αποτελεί ένα πεδίο παρατήρησης και μελέτης στο οποίο εμπεριέχονται και αποκτούν για πρώτη φορά ανοιχτή έκφραση στοιχεία της ευρύτερης αντιπαράθεσης των δύο εθνικισμών, που θα οξύνεται τις επόμενες δεκαετίες καταλαμβάνοντας διαδοχικά νέα εδάφη των οθωμανικών Βαλκανίων. Η Φιλιππούπολη εμφανίζεται ως ιστοριογραφικό αντικείμενο μέσα στα πλαίσια της εθνικιστικής σύγκρουσης του 19 ου αιώνα, 8 η σκιά της οποίας ακολούθησε, και σε 7. Μια πρώτη μορφή αυτής της μελέτης αποτέλεσε τη διδακτορική μου διατριβή που υποστηρίχθηκε στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας, τον Δεκέμβριο του 2005. 8. Η πρώτη «ιστορία» της Φιλιππούπολης, γράφηκε εν μέσω της σύγκρουσης από έναν εκ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ιζʹ μεγάλο βαθμό ακολουθεί ακόμη, την ιστοριογραφία της πόλης στην 150ετή σχεδόν διαδρομή της. Οι ιστοριογραφικές προσεγγίσεις στο απώτερο, και ακόμη περισσότερο στο νεότερο παρελθόν της, τοποθετούμενες στον απόηχο της τοπικής σύγκρουσης ή ορισμένες από αυτές στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων κατά τον 20 ό αιώνα ευρύτερων ανταγωνισμών και συγκρούσεων των δύο εθνών-κρατών, επιχειρούν να αποδείξουν με άμεσο ή να υποδείξουν με έμμεσο τρόπο τη «βουλγαρικότητα» ή την «ελληνικότητα» της πόλης και να κατοχυρώσουν τη θέση της στα αντίστοιχα εθνικά ιστορικά αφηγήματα. 9 Στα γενικά αυτά έργα περί Φιλιππουπόλεως, όπως και σε μια σειρά από πιο εξειδικευμένες μελέτες και μονογραφίες, γίνεται εκτενής αναφορά στην σύγκρουση των εθνικών κομμάτων στη Φιλιππούπολη του Τανζιμάτ, δημοσιεύεται ή αξιοποιείται ποικίλο αρχειακό υλικό και συγκεντρώνεται ένα σώμα πληροφοριών το οποίο είναι αναμφίβολα χρήσιμο για τον μελετητή της ιστορίας της πότων «πρωταγωνιστών» της. Βλ. Γ. Τσουκαλάς, Ιστοριογεωγραφική περιγραφή της επαρχίας Φιλιππουπόλεως, Βιέννη, 1851. 9. Στα σημαντικότερα έργα στη βουλγαρική ιστοριογραφία της πόλης μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με αυτή πάντα την αντίληψη και φροντίδα, συγκαταλέγονται τα εξής: Α. Τ. Gjaurov, Kratki beležki za minaloto i segašnoto na gr. Plovdiv, Plovdiv, 1898 S. N. Šiškov, Plovdiv v svoeto minalo i nastojašte. Istoriko-etnografski i politiko-ekonomičeski pregled., (St. N. Chichkov Plovdiv dans son passée et son present. Aperçu historico-ethnographique et politico-sociale), Plovdiv, 1926 Al. Peev, Begăl pogled vărhu minaloto na gr. Plovdiv, Plovdiv, 1938 V. Peev, Grad Plovdiv. Minalo i nastojašte, Plovdiv, 1941 Hr. Kesjakov, Vălko i Stojan Todorovi Čalăkovi. Poteklo, život i dejnost. Plovdiv, 1935 Iv. Kepov, Život i dejnost na Čalakovci i tjahnoto potomstvo (rodoslovno izsledvane), N.A. pri B.A.N., Sb. IV, a.e. 35, Sofia, 1935. Από ελληνικής πλευράς ανάλογη στοχοθεσία έχει το τεράστιο σε πλούτο και σημασία ιστοριοδιφικό-ιστορικό έργο του Κοσμά Μυρτίλου Αποστολίδη (1862-1942), το οποίο συγκεντρώθηκε μετά θάνατον στο: Κ. Μ. Αποστολίδου, Η της Φιλιππουπόλεως ιστορία από των αρχαίων μέχρι των καθ ημάς χρόνων, Αθήνα, 1959. Στην ίδια «γραμμή» το Κ. Βακαλόπουλου, Ο Ελληνισμός της Βόρειας Θράκης και του Θρακικού Ευξείνου Πόντου (Μέσα από το Αρχείο Γκιουμουσγκερδάνη), Θεσσαλονίκη, 1995. Βλ. επίσης την πρόσφατα εκδοθείσα μελέτη του Σπ. Πλουμίδη, για την περίοδο 1878-1914, Εθνοτική συμβίωση στα Βαλκάνια. Έλληνες και Βούλγαροι στη Φιλιππούπολη, 1878-1914, Αθήνα, 2006. Στη μεταπολεμική βουλγαρική ιστοριογραφία, εκτός από τα έργα επιστημονικο-εκλαϊκευτικού χαρακτήρα (όπως είναι π.χ. το N. Nemski, Plovdiv prez epohata na văzrăzdaneto i nacionalnoosvoboditelnite vojni, Sofia, 1965), δεσπόζει το έργο του Νικολάι Γκέντσεφ, που, παρά τις μαρξιστικές του επιφάσεις, βασική του μέριμνα παραμένει η κατάδειξη της «βουλγαρικότητας» της πόλης. Ν. Genčev, Văzroždenskijat Plovdiv. (Prinos v bălgarskoto duhovno văzraždane), Plovdiv, 1981. Άλλα έργα που ακολούθησαν το έργο του Γκέντσεφ, π.χ. το St. Šivačev (red.), Očerci iz istorijata na Plovdiv, Plovdiv, 1994, ή το συμπιληματικό Ι. Jančeva, Etnologija na văzroždenskija Plovdiv, Plovdiv, 1996, παρά τις επιμέρους συνεισφορές τους, δεν ξεφεύγουν από τη «γραμμή» Γκέντσεφ.

ιηʹ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ λης κατά τον 19 ο αιώνα. Την ίδια στιγμή ωστόσο, η ιδιαίτερη στοχοθεσία των παραπάνω μελετών δημιουργεί στρεβλώσεις και προσκόμματα στην προσπάθεια κατανόησης της οξύτατης ενδοκοινοτικής εθνικής σύγκρουσης. Το ζητούμενό τους, άλλωστε, δεν είναι η κατανόηση της σύγκρουσης, αλλά η δικαίωση της μιας ή της άλλης πλευράς. Στο επίπεδο της πραγματολογικής βάσης, οι περισσότερες από τις παραπάνω μελέτες διακρίνονται από μονομέρεια και επιλεκτικότητα. Στην προσπάθειά τους να οικειοποιηθούν αναδρομικά για λογαριασμό του έθνους τους το παρελθόν της πόλης, επιλέγουν την ανάδειξη εκείνων μόνο των πληροφοριών και πηγών που συμβάλλουν σε αυτόν τον στόχο. Αν εξαιρέσει κανείς ως έναν βαθμό τον Κ. Μ. Αποστολίδη, ο οποίος είχε επαφή και έκανε χρήση της βουλγαρικής βιβλιογραφίας της εποχής του, η γενική εντύπωση είναι ότι έχουμε να κάνουμε με δύο σώματα ιστοριογραφικής παραγωγής τα οποία δεν επικοινωνούν μεταξύ τους. Υπάρχουν οι μελέτες «μας» και οι μελέτες «τους», οι πηγές «μας» και οι πηγές «τους» και, φυσικά, οι μαρτυρίες των ξένων, κυρίως των Δυτικών, οι οποίοι, ωσεί αμέτοχοι στις εθνικές αντιπαραθέσεις, αποκτούν, όταν και μόνο προσφέρουν βολικές μαρτυρίες, το κύρος του αντικειμενικού επιδιαιτητή. Εκτός από τη μονομέρεια και επιλεκτικότητα των πηγών, ιδιαίτερες και πιο σοβαρές στρεβλώσεις παράγονται και στο επίπεδο της ερμηνευτικής τους χρήσης. Διακατεχόμενες από μια μεταφυσική και ουσιοκρατική αντίληψη του έθνους, οι παραπάνω προσεγγίσεις οδηγούνται σε εν πολλοίς ασύνειδες ή ημισυνειδητές παρερμηνείες των πηγών που χρησιμοποιούν, προβάλλοντας αδιακρίτως τις εθνικές κατηγορίες των οποίων είναι φορείς στο παρελθόν, στα υποκείμενα, τους θεσμούς και τις καταστάσεις που ιστορούν. Με τον τρόπο αυτόν συγκαλύπτουν τον πολύπλοκο και αντιφατικό χαρακτήρα των ιστορικών κοινωνικών φαινομένων, κατασκευάζοντας και προωθώντας μια «ανθρωπολογία» του «εθνικώς δρώντος» υποκειμένου (ή υποκειμενοποιημένου θεσμού) και καταφεύγοντας, όπου οι ίδιες οι πηγές δεν συμμορφώνονται με αυτήν την «ανθρωπολογία», σε μυθιστορηματικού τύπου συλλογισμούς που διακρίνονται από έντονο ψυχολογισμό. Η ιδιαίτερη αυτή «πολεμική» κληρονομιά επιβάλλει, σε κάθε προσέγγιση που θέτει στο κέντρο της προβληματικής της τη διερεύνηση των ιδεολογικο-πολιτικών μετασχηματισμών και καθιστά το «εθνικώς δρων» υποκείμενο ζητούμενο και όχι αναλυτικό εργαλείο της, την επίδειξη ιδιαίτερης προσοχής και εγρήγορσης σε ό,τι αφορά δύο κυρίως σημεία. Το πρώτο είναι ότι, κοντά στην χρήση νέων πηγών, απαραίτητη προβάλλει η ανάγκη αναδίφησης και νέας προσέγγισης, με πνεύμα «μεθοδικής αμφιβολίας», των πηγών που έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί, ερμηνευθεί και συχνά παρερμηνευθεί μέσα από το πρίσμα της κληρονόμου της σύγκρουσης ιστοριογραφίας. Το δεύτερο αφορά την κριτική τοποθέτηση έναντι της ορολογίας και εννοιολόγησης που χρησιμοποιεί η εθνικιστική ιστοριογραφία και η συνακόλουθη διευκρίνιση του τρόπου με τον οποίο όροι και έννοιες επιστρατεύονται στη νέα προσέγγιση. Περνώ-

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ιθʹ ντας στα ζητήματα της ορολογίας και των πηγών της παρούσας έρευνας, αναγκαίο είναι ένα αυτονόητο ίσως σχόλιο για τους μεθοδολογικούς περιορισμούς μιας εργασίας της οποίας στόχος δεν είναι απλώς και μόνο η κατάδειξη της ανεπάρκειας και των αντιφάσεων της εθνικιστικής ιστοριογραφίας, αλλά η συμβολή στην κατανόηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών προϋποθέσεων και συνθηκών της παραγωγής και κατίσχυσης των νέων εθνικών συλλογικών αναπαραστάσεων. Σημαντικοί μεθοδολογικοί περιορισμοί συνοδεύουν αναπόφευκτα κάθε διερεύνηση ιδεολογικών φαινομένων που αφορούν ανθρώπους οι οποίοι έζησαν, έδρασαν και πέθαναν σε μια μακρινή από εμάς εποχή. Στερημένοι από τα προνόμια της «συμμετοχικής παρατήρησης», μπορούμε να μπούμε σε έναν διάλογο μόνο με τις γραπτές μαρτυρίες που έφτασαν έως εμάς από επίσημους ή ανεπίσημους φορείς της τοτινής εγγραμματοσύνης. Ο απλός συντεχνίτης της Φιλιππούπολης ή ο Βούλγαρος αγρότης της φιλιππουπολίτικης ενδοχώρας μιλούν μόνο μέσα από την «αντικειμενική» θέση τους στις μαρτυρίες αυτές. Ακόμη και οι αποσπασματικές γραπτές μαρτυρίες των ίδιων των πρωταγωνιστών της ενδοκοινοτικής σύγκρουσης ή οι πληροφορίες τρίτων περί αυτών δεν επαρκούν συχνά για τον σχηματισμό μιας ολοκληρωμένης εικόνας για τις ιδεολογικές διεργασίες των οποίων είναι φορείς. Συχνά, οι έλλογες ερμηνείες της δράσης και συμπεριφοράς τους συναντούν απροσπέλαστα όρια, πέραν των οποίων ξεκινούν οι εικασίες. Πολλά σημεία διατηρούν και θα πρέπει να διατηρούν, μπροστά στις εύκολες ερμηνείες, ένα συνοδευτικό ερωτηματικό. Οι μεθοδολογικές αυτές δυσκολίες και περιορισμοί δεν πρέπει, ωστόσο, να μας αποθαρρύνουν από το να θέτουμε στις πηγές μας ανάλογα ερωτήματα. Αν, επιπλέον, οι πηγές μας είναι συχνά σιωπηρές ή φειδωλές σε ό,τι αφορά τον χώρο της υποκειμενικότητας, είναι την ίδια στιγμή πολύ πλούσιες σε ό,τι αφορά το μεταβαλλόμενο κοινωνικο-οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αποκτά ιδιαίτερο νόημα και πολιτική λειτουργία η εθνική ένταξη. Η επισήμανση των παραπάνω μεθοδολογικών δυσκολιών σχετίζεται άμεσα και με το πρόβλημα των όρων που επιστρατεύονται για να δηλωθούν τα συλλογικά υποκείμενα (π.χ. Έλληνας, Γραικός, Βούλγαρος κ.λ.π.) καθώς και των σχετικών προσδιορισμών (ελληνικός, γραικικός, βουλγαρικός κ.ο.κ.). 10 Ένας τρόπος να υπερβεί κανείς αυτά τα προβλήματα είναι να χρησιμοποιεί την ορολογία της εποχής που μελετά και, ακόμη ορθότερα, να αναζητεί και να αναδεικνύει την ορολογία που χρησιμοποιούν τα ίδια τα υποκείμενα για να ορίσουν τον εαυτό τους και τον περιβάλλοντα κόσμο. 10. Τα προβλήματα δημιουργούνται από την συγκάλυψη του εγχειρηματικού-κανονιστικού χαρακτήρα που τέτοιου είδους όροι αποκτούν στα πλαίσια της εθνικιστικής αντιπαράθεσης και της κληρονόμου της ιστοριογραφίας, καθώς και η εμφάνισή τους ως όρων «περιγραφικών».

ικʹ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ Παρά τις μεθοδολογικές δυσκολίες τις οποίες επισημάναμε (σιωπές των πηγών, άνιση πρόσβαση στον γραπτό λόγο και, εν τέλει, στον «ορισμό» κ.λ.π.), ακολουθούμε κατά κανόνα στο ανά χείρας βιβλίο αυτήν την αρχή (παρέχοντας συχνά και τις αναγκαίες σχετικές επεξηγήσεις), με πλήρη ωστόσο συνείδηση του δυναμικού, σχεσιακού και εν τέλει σχετικού χαρακτήρα αυτών των «ορισμών». Το σημασιολογικό περιεχόμενο τέτοιου είδους όρων δεν είναι κάτι παγιωμένο αλλά εξαρτάται εν πολλοίς από το ιδιαίτερο πλαίσιο, μέσα στο οποίο χρησιμοποιούνται και παρακολουθεί τις μεταβολές αυτού του πλαισίου. Το να αυτοορίζεται κανείς π.χ. ως Βούλγαρος στη Φιλιππούπολη του τέλους του 18 ου αιώνα δεν είχε την ίδια σημασία και τις ίδιες πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες με την αντίστοιχη δήλωση-τοποθέτηση στα τέλη της δεκαετίας του 1850. Τα ονόματα που δηλώνουν συλλογικά υποκείμενα είναι αντικείμενο διαρκών, συγκρουσιακών και αντιφατικών διεργασιών ανασημασιοδότησης, η διερεύνηση του πλαισίου των οποίων, άλλωστε, αποτελεί και κεντρικό ερώτημα της μελέτης μας. Έχοντας επίγνωση αυτών των διεργασιών ανασημασιοδότησης και θέτοντάς τις ως πρόβλημα, επιλέγουμε να διατηρήσουμε αυτούς τους «ασταθείς» και ανασημασιοδοτούμενους όρους αντί να εισαγάγουμε νέους ορισμούς αποφαινόμενοι έμμεσα για το «τί πραγματικά ήταν» τα συλλογικά υποκείμενα. Με τα τοπωνύμια αντιμετωπίζει κανείς το αντίστροφο πρόβλημα από ό,τι με τα «εθνωνύμια», τα οποία, μέσα σε ένα μεταβαλλόμενο και συγκρουσιακό πλαίσιο, μεταβάλλουν το σημασιολογικό τους φορτίο. Εδώ επιστρατεύονται από τους αντίπαλους εθνικισμούς διαφορετικά ονόματα για να περιγραφεί και εν τέλει να κατακτηθεί μέσα από αυτή την ονοματοθεσία το ίδιο «πράγμα» και, εν προκειμένω πρώτα απ όλα η πόλη της Φιλιππούπολης ή του Πλόβντιφ, βουλγαρικής ονομασίας που εισήχθη από το βουλγαρικό εθνικό κίνημα στα μέσα του 19 ου αιώνα προκαλώντας την αντίδραση εκπροσώπων του ελληνικού εθνικισμού. 11 Το τελευταίο που ενδιαφέρει την έρευνα αυτή είναι, όπως πρέπει να έχει ήδη γίνει εμφανές, το να πάρει θέση ή να ενεργοποιήσει τις εθνικιστικές αντιπαραθέσεις για τα ονόματα. Έτσι, στην παρούσα εργασία χρησιμοποιούμε κατά κανόνα τα σημερινά βουλγαρικά τοπωνύμια των οικισμών ή των περιοχών που εμφανίζονται στο κείμενό μας (με εξαίρεση κάποιους διοικητικούς οθωμανικούς όρους), δίνοντας σε παρένθεση τα παλαιότερα ή εναλλακτικά ονόματα, π.χ. Κοπρίφστιτσα (οθωμ. Avret alan, Αβράδαλα). Μια δεύτερη εξαί- 11. Σε παλαιότερες βουλγαρικές πηγές (όπως η αλληλογραφία των Βουλγάρων μπεγλικτσήδων) απαντά η οθωμανική ονομασία της πόλης, «Φιλιμπέ», Filibe. To όνομα της πόλης δεσπόζει στον τίτλο μιας αποκαλυπτικής για την λειτουργία της ονοματοθεσίας μπροσούρας του 1860: Αμερολήπτου, Περί του τρόπου και των μέσων δι ών πρόκειται να μεταβληθή η Φιλιππούπολις εις Πλόβδηφ, Αθήναι, 1860. Περισσότερα για την ονοματοθεσία βλ. στο Κεφάλαιο Έβδομο: «Η άρθρωση και οι υποδοχές της εθνικής ιδεολογίας».

ΕΙΣΑΓΩΓΗ κʹ ρεση αποτελούν μερικά τοπωνύμια ή γεωγραφικά ονόματα (Φιλιππούπολη, Στενήμαχος, Αίμος, Έβρος κ.ά.), των οποίων η κατοχύρωση στη νεοελληνική γραμματεία επιβάλλει σε όποιον απευθύνεται στο ελληνικό κοινό τη χρήση τους, χωρίς με αυτό να υποδηλώνεται από μέρους μας κάποια αξιολογική κρίση. 12 Ας περάσουμε, όμως, από τις αναγκαίες αυτές διευκρινίσεις σχετικά με τους δηλωτικούς όρους συλλογικών υποκειμένων και τόπων, στις έννοιες που κατέχουν κεντρική θέση στην ανάλυσή μας. Ένα πλέγμα εννοιών (νομιμοποίηση, ενσωμάτωση, ηγεμονία) που μας βοηθάει να κατανοήσουμε την ενδοκοινοτική εθνικιστική σύγκρουση στην Φιλιππούπολη ως τμήμα ευρύτερων διεργασιών που συντελούνται στον οθωμανικό χώρο του Τανζιμάτ, αφορά τον βαθύ μετασχηματισμό στην άσκηση της εξουσίας. 13 Η έννοια της ηγεμονίας, η οποία γεννήθηκε στα πλαίσια της μαρξιστικής παράδοσης, αναδείχθηκε σε κεντρική στην ανάλυση του Αντόνιο Γκράμσι στην προσπάθειά του να εξηγήσει την φύση της εξουσίας στις σύγχρονες δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες και προκάλεσε πολλές συζητήσεις στα πλαίσια του δυτικού μαρξισμού, 14 παραπέμπει, σε σχέση με τις άλλες έννοιες του ίδιου σημασιολογικού πεδίου (εξουσία, κυριαρχία, καταστολή, ισχύς κ.ο.κ.), στη «συναινετική» και αμφίδρομη διάσταση της εξουσιαστικής σχέσης μεταξύ κυρίαρχων και υπάλληλων ομάδων. 15 Η χρήση της στην ανάλυση της οθωμανικής πραγματικότητας του 19 ου αιώνα οφείλει να γίνεται με επίγνωση των ιδιαιτεροτήτων αυτής της πραγματικότητας. Μια σειρά, ωστόσο, από φαινόμενα κρίσης, αμφισβήτησης ή μεταρρύθμισης κα- 12. Αν η μελέτη αυτή ήταν γραμμένη στα βουλγαρικά, θα χρησιμοποιούνταν οι όροι Πλόβντιφ, Ασένοφγκραντ, Στάρα Πλανινά, Μαρίτσα κ.ο.κ. 13. Στο χώρο που μας αφορά, την έννοια της νομιμοποίησης αναδεικνύει ως κεντρική για την κατανόηση των μεταρρυθμίσεων και του πολύπλοκου ιδεολογικο-πολιτικού τοπίου του Τανζιμάτ η Σία Αναγνωστοπούλου, ό.π. Για μια εφαρμογή της έννοιας της ηγεμονίας, σε συνδυασμό με την θεωρία των κοινωνικών δικτύων εξουσίας, για την διερεύνηση του κεντρικού πολιτικού πεδίου της Κωνσταντινούπολης τον 19 ο αιώνα βλ. Δ. Σταματόπουλος, ό.π. 14. Για την ιστορία της έννοιας καθώς και για μια κριτική τοποθέτηση στη σχετική συζήτηση βλ. Π. Άντερσον, Οι αντινομίες του Αντόνιο Γκράμσι, Αθήνα, 1985 [α έκδοση P. Anderson, The Antinomies of Antonio Gramsci, New Left Review, 100 (1977), σσ. 5-81. Πρβλ. Ν. Πουλαντζάς, Για τον Γκράμσι, Αθήνα, 1984 [α έκδοση Les Tempes Modernes 234 & 235 (1966), σσ. 862-896 & 1048-1069 αντίστοιχα]. 15. «η ηγεμονία προϋποθέτει ότι πρέπει να αποδοθεί προσοχή στα συμφέροντα και τις τάσεις των ομάδων επί των οποίων πρόκειται η ηγεμονία να ασκηθεί». «Η αυθόρμητη συναίνεση προκαλείται ιστορικά από το κύρος (και συνακόλουθα την εμπιστοσύνη) που η κυρίαρχη ομάδα απολαμβάνει λόγω της θέσης και λειτουργίας της στον κόσμο της παραγωγής» A. Gramsci, Selections from the Prison Notebooks (ed. Q. Hoare & G.N. Smith), London, 1971, σσ. 12 & 161.

καʹ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ τά τον 19 ο αιώνα των εξουσιαστικών θεσμών του οθωμανικού Παλαιού Καθεστώτος, φαινόμενα που συνοδεύονται από τη σταδιακή ανάδυση της πολιτικής, ως πρακτικής και λόγου περί του «συλλογικού» συμφέροντος που υπερβαίνει και υπερκαθορίζει τα φατριαστικά συμφέροντα και δίκτυα, εκτιμούμε ότι δικαιολογούν τη χρήση της έννοιας της ηγεμονίας για να περιγραφούν οι νέοι τροπισμοί που η εξουσιαστική διαδικασία λαμβάνει μέσα στην ραγδαία μετασχηματιζόμενη οθωμανική κοινωνία του Τανζιμάτ. Ένα δεύτερο πλέγμα εννοιών (κοινωνική κινητικότητα, κοινωνική άνοδος, περιφερειακή ενσωμάτωση) αφορά αυτόν ακριβώς τον κοινωνικό μετασχηματισμό, ο οποίος καθιστά δυνατή και αναπόφευκτη την είσοδο των μαζών στο πολιτικό προσκήνιο και ο οποίος, με τη σειρά του, συντελείται υπό την επίδραση νέων δυναμικών οικονομικών φαινομένων. Οικονομία, πολιτική και εθνική ιδεολογία αποτελούν τους πόλους της διερεύνησης μιας τοπικής κοινωνίας σε μετάβαση, με μια προσέγγιση η οποία φιλοδοξεί να αποφύγει τους εύκολους αναγωγισμούς, εμμένοντας ωστόσο σε πείσμα των δημοφιλών και ιδεολογικών κατηγοριών περί αναγωγισμού στην ανάγκη συνολικής οπτικής και διερεύνησης των πολλαπλών συσχετίσεων των φαινομένων της ιστορικής κοινωνικής πραγματικότητας. Η διερεύνηση του θέματος της εργασίας μας βασίστηκε στη χρήση ποικίλου εκδεδομένου και ανέκδοτου τεκμηριωτικού υλικού (πλήρης κατάλογος των πηγών παρατίθεται στο τέλος της μελέτης). Η επιλογή των πηγών καθορίστηκε, εκτός των άλλων, και από δύο κριτήρια στα οποία αναφερθήκαμε κατά την συνοπτική επισκόπηση της μέχρι τώρα ιστοριογραφίας για την Φιλιππούπολη. Το πρώτο αφορά την ανάγκη υπέρβασης της συνειδητής η μη πραγματολογικής μονομέρειας και απομόνωσης των βαλκανικών ιστοριογραφικών προσεγγίσεων του «εθνικού ζητήματος». Το δεύτερο αφορά την ανάγκη επίσκεψης ήδη αξιοποιημένου σε άλλα ωστόσο πλαίσια αρχειακού υλικού. Στην έρευνα αυτή χρησιμοποιήθηκε εκτενώς ανέκδοτο βουλγαρικό αρχειακό υλικό από τα Βουλγαρικά Ιστορικά Αρχεία των Εθνικών Βιβλιοθηκών της Σόφιας και της Φιλιππούπολης. Πρόκειται τόσο για γενικές αρχειακές συλλογές όσο και κυρίως για τα φερώνυμα αρχεία σημαντικών προσωπικοτήτων της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής της Φιλιππούπολης του Τανζιμάτ και ηγετικών φυσιογνωμιών του βουλγαρικού εθνικού κινήματος της πόλης (Σάλτσο Τσομάκοφ, Στογιάν Τσομάκοφ, Γκεόργκι Στογιάνοβιτς Τσάλογλου, Ιωακείμ Γκρούεφ Πρόιτσεφ). Η μελέτη, αντίστοιχα, του κατά βάση ελληνόγλωσσου φερώνυμου αρχείου της οικογένειας του Μιχαλάκη Γκιουμουσγκερδάνη στο Κεντρικό Κρατικό Ιστορικό Αρχείο της Σόφιας φώτισε αρκετές άγνωστες πλευρές της δραστηριότητας της γνωστής αυτής ηγετικής φυσιογνωμίας του ελληνικού κόμματος της πόλης. Τον κύριο όγκο του ανέκδοτου αρχειακού υλικού συμπληρώνουν κώδικες της μητρόπολης Φιλιππουπόλεως (Κώδιξ Κυρίλλου ΙΙ και «Κώδιξ της πολιτικής επιτροπείας του σενδουκίου της Ιεράς Μητροπόλεως Φιλιππουπόλεως» Περιφερεια-

ΕΙΣΑΓΩΓΗ κβʹ κό Κρατικό Αρχείο Φιλιππουπόλεως) και η προξενική αλληλογραφία από τα αρχεία του ελληνικού (ΙΑΥΠΕΞ), του βρεττανικού (P.R.O/F.O.), και (για μια σύντομη περίοδο) του γαλλικού υπουργείου εξωτερικών (Α.Μ.Α.Ε.). 16 Ο βουλγαρικός και ελληνικός τύπος της Κωνσταντινούπολης, περιηγητές και απομνημονεύματα, καθώς και εκδεδομένο πλήρως ή τμηματικά αρχειακό υλικό (κώδικες της μητρόπολης, αρχεία της συντεχνίας των αμπαζήδων, εκδεδομένες βουλγαρικές μεταφράσεις οθωμανικών εγγράφων, ιδιωτική και υπηρεσιακή αλληλογραφία του υποπροξένου της Ρωσίας στην Φιλιππούπολη Νάϊντεν Γκέροφ, του Στογιάν Τσομάκοφ κ.ά.), αποτελούν τον βασικό όγκο των έντυπων και εκδεδομένων πηγών που χρησιμοποιήθηκαν. Η παρούσα μελέτη είναι διαρθρωμένη σε τρία μέρη και οκτώ κεφάλαια. Στο πρώτο μέρος («Το ιστορικό υπόβαθρο και το πλαίσιο της αντιπαράθεσης», Κεφάλαια 1-3) διερευνάται το γεωγραφικό, δημογραφικό και οικονομικό πλαίσιο της αντιπαράθεσης. Στο πρώτο εισαγωγικό κεφάλαιο επιχειρείται η ένταξη της Φιλιππούπολης και της επαρχίας της στα πολλαπλά γεωγραφικά πλαίσια αναφοράς (φυσικό, «ανθρώπινο», διοικητικό, εκκλησιαστικό) και η αναδρομή στην ιστορία της πόλης από την οθωμανική κατάκτηση έως τον 18 ο αιώνα. Στο δεύτερο κεφάλαιο μελετώνται μια σειρά από πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις του 18 ου και των αρχών του 19 ου αιώνα οι οποίες διαμόρφωσαν το κοινωνικό και πολιτικό τοπίο της πόλης κατά τις παραμονές του Τανζιμάτ. Στο τρίτο κεφάλαιο εξετάζεται το γενικό πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο της περιόδου του Τανζιμάτ, η οικιστική και δημογραφική εικόνα της Φιλιππούπολης κατά την παραπάνω περίοδο με εστίαση της προσοχής στην Ορθόδοξη κοινότητα της πόλης, η δημογραφική εικόνα της επαρχίας και οι δυναμικές που οδήγησαν στην οικονομική και δημογραφική έκρηξη των οικισμών της επαρχίας αναδεικνύοντας ως κεντρικό διακύβευμα το ζήτημα της περιφερειακής ενσωμάτωσης και των σχέσεων πόλης-επαρχίας. Στο δεύτερο μέρος ( «Οι Ορθόδοξοι πρόκριτοι και οι στρατηγικές τους», Κεφάλαια 4-5), μελετούμε τις περιπτώσεις δύο οικογενειών που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική και πολιτική ζωή της Ορθόδοξης κοινότητας και που επιφανή μέλη τους τάχθηκαν τελικά επικεφαλής των διαμορφούμενων αντίπαλων εθνικών κομμάτων. Παράλληλα, μέσα από τη μελέτη αυτών των παραδειγματικών περιπτώσεων φωτίζονται αρκετές πλευρές της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της Ορθόδο- 16. Το υλικό του γαλλικού υποπροξενείου Φιλιππουπόλεως (1857-59) το συμβουλεύθηκα όχι επιτοπίως αλλά χάρις στα μικροφίλμ του Κεντρικού Κρατικού Ιστορικού Αρχείου της Σόφιας. Περιθωριακά επίσης χρησιμοποιήθηκαν οθωμανικά έγγραφα από το Ανατολικό Τμήμα της Εθνικής Βιβλιοθήκης «Άγ. Κύριλλος και Μεθόδιος» της Σόφιας, καθώς και η ανέκδοτη δακτυλόγραφη εργασία του Ιβάν Κέποφ για τους Τσαλίκοφ (1935) από το Επιστημονικό Αρχείο της Βουλγαρικής Ακαδημίας Επιστημών.

κγʹ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ξης κοινότητας της Φιλιππούπολης κατά τη δεύτερη εικοσιπενταετία του 19 ου αιώνα και εξετάζονται στην εξειδικευμένη τοπική εμφάνισή τους όψεις του γενικότερου οθωμανικού πλαισίου που μας απασχολεί στο πρώτο μέρος. Στο τρίτο μέρος («Η ενδοκοινοτική σύγκρουση», Κεφάλαια 6-8) παρακολουθούμε την πορεία της ενδοκοινοτικής σύγκρουσης μέσα από την οποία συγκροτούνται τα αντίπαλα εθνικά κόμματα της πόλης, μελετώντας τις πολιτικές, ιδεολογικές και κοινωνικές όψεις της στη σύνθεση και διαπλοκή τους. Στο έκτο κεφάλαιο εξετάζονται οι προϋποθέσεις, τα διακυβεύματα και η πορεία προς την εκδήλωση της ρήξης στην Ορθόδοξη κοινότητα της πόλης. Το έβδομο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην άρθρωση και τις υποδοχές της εθνικής ιδεολογίας στη Φιλιππούπολη. Στο τελευταίο, τέλος, κεφάλαιο παρακολουθείται η πορεία της ενδοκοινοτικής σύγκρουσης η οποία κατέληξε στην οριστική ρήξη και τη δημιουργία ξεχωριστής βουλγαρικής κοινότητας στην πόλη (1861). Την συνεξέταση και σύνθεση των επιμέρους ευρημάτων της έρευνας θα την βρει ο αναγνώστης στο τελικό, συμπερασματικό κεφάλαιο. Στη μακροχρόνια πορεία της έρευνας και συγγραφής της παρούσας μελέτης πολλοί άνθρωποι με βοήθησαν και μου συμπαραστάθηκαν με πολλούς τρόπους. Ευγνωμοσύνη χρωστώ στους καθηγητές μου: στον επιβλέποντα καθηγητή κ. Χρήστο Χατζηιωσήφ χωρίς την καθοδήγηση και την πολύπλευρη συμπαράστασή του η μελέτη αυτή θα ήταν πολύ πιο φτωχή και ίσως δεν θα είχε ολοκληρωθεί στον κ. Παρασκευά Κονόρτα, στον οποίο συν τοις άλλοις χρωστώ και την αρχική έμπνευση και ώθηση προς τα ζητήματα που αποτελούν το αντικείμενο της μελέτης και στον κ. Σωκράτη Πετμεζά για την ακούραστη και μεθοδική του βοήθεια και ενίσχυση. Η μαθητεία μου στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και η συμμετοχή μου στις γόνιμες συναντήσεις υποψηφίων διδακτόρων και τα καλοκαιρινά σεμινάρια μεταπτυχιακών φοιτητών υπήρξε για μένα μια πολύ σημαντική και βοηθητική εμπειρία, για την οποία ευχαριστώ τους συναδέλφους μου διδάσκοντες και φοιτητές του Τομέα Νεότερης Ιστορίας. Η μακροχρόνια παραμονή μου και έρευνα στη Βουλγαρία υπήρξε δυνατή και γόνιμη χάρις στη βοήθεια των συναδέλφων μου από το Ινστιτούτο Βαλκανικών Σπουδών της Βουλγαρικής Ακαδημίας Επιστημών: του υφηγητή ερευνών Βαρμπάν Τόντοροφ, ο οποίος στάθηκε δίπλα μου από κάθε άποψη σαν αδελφός στα χρόνια της έρευνας, της επιβλέπουσας την εκεί εξειδίκευσή μου καθηγήτριας κ. Νάντια Ντάνοβα, η οποία εκτός των άλλων είχε την ευγενική καλοσύνη να μου παραχωρήσει προς χρήση ανέκδοτο αρχειακό υλικό, της Μαρίας Καλίτσιν, της Ντομπρίνκα Παρούσεβα, του Μπογιάν Μπεσεβλίεφ και όλων των άλλων εκεί συναδέλφων οι οποίοι μου προσέφεραν επιμέρους βοήθειες και συνέβαλαν στην προσαρμογή και εξοικείωσή μου με τη βουλγαρική ερευνητική και ιστοριογραφική πραγματικότητα. Ειδικές ευχαριστίες χρωστώ επίσης στη συνάδελφο του Εθνογραφικού Μουσείου του Ασένοφγκραντ (Στενημάχου) κ. Μίνα Χριστέμοβα. Στην ολο-