«Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ»



Σχετικά έγγραφα
Η πρόσληψη της Καινής Διαθήκης στη λογοτεχνία και την τέχνη

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Διδακτική της Λογοτεχνίας

Αιτιολογική έκθεση. µεγάλων δυσκολιών που η κρίση έχει δηµιουργήσει στον εκδοτικό χώρο και στους

ΕΚΦΡΑΣΗ ΕΚΘΕΣΗ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Πρόσληψη του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος

III_Β.1 : Διδασκαλία με ΤΠΕ, Γιατί ;

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ «ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ»

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Τύπος Εκφώνηση Απαντήσεις

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ

Η πρόσληψη της Καινής Διαθήκης στη λογοτεχνία και την τέχνη

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ & ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΟΥ Το Διαδικαστικό Μοντέλο

Αφηγηματικές τεχνικές -αφηγηματικοί τρόποι

Η ΙΣΧΥΣ ΕΝΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ. (Power of a Test) ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Δημιουργώντας μια Συστηματική Θεολογία

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Κείµενο [Οι διαδικτυακές επαφές στο περιβάλλον του Facebook]

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ: Ιστορία της Μεσαιωνικής και Νεότερης Μουσικής

Περί της έννοιας της άρνησης στη διαλεκτική*

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ 21 / Εισαγωγή στην αρχαία Ελληνική και Πρώιμη Βυζαντινή Λογοτεχνία

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

Μέθοδοι έρευνας και μεθοδολογικά προβλήματα της παιδαγωγικής επιστήμης

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ

Γράφοντας ένα σχολικό βιβλίο για τα Μαθηματικά. Μαριάννα Τζεκάκη Αν. Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Μ. Καλδρυμίδου Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ

«Από την έρευνα στη διδασκαλία» Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Λάρισας «Κωνσταντίνος Κούμας» Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

II29 Θεωρία της Ιστορίας

επιστήμεσ ελισάβετ άρσενιου Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ Η αξία της ποίησης

«Φιλολογικό» Φροντιστήριο

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ

Γιούλη Χρονοπούλου Μάιος Αξιολόγηση περίληψης

Συμβουλευτική στη δια βίου ανάπτυξη. Καθηγήτρια: Καλούρη Ο. Σπουδάστρια: Δασκαλά Βασιλική

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Ι ΣΤΑΘΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΜΜΕ & Ρατσισμός. Δοκιμασία Αξιολόγησης Β Λυκείου

Μέρος Β /Στατιστική. Μέρος Β. Στατιστική. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Εργαστήριο Μαθηματικών&Στατιστικής/Γ. Παπαδόπουλος (

Συνέντευξη από την Ανδρούλλα Βασιλείου, Επίτροπο εκπαίδευσης, πολιτισμού, πολυγλωσσίας και νεολαίας

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΚΕΙΜΕΝΟ

Το Αληθινό, το Όμορφο και η απόλυτη σχέση τους με την Νοημοσύνη και τη Δημιουργία Σελ.1

Κείμενο Γλώσσα και λογοτεχνική δημιουργία (10394)

Διδακτική Γλωσσικών Μαθημάτων (ΚΠΒ307)

Το παιδί ως αναγνώστης: Τα στάδια ανάπτυξης της ανάγνωσης και η σημασία της στην ευρύτερη καλλιέργεια του παιδιού

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΉΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

«Διδακτική προσέγγιση με τη χρήση των ΤΠΕ στο μάθημα της Ιστορίας Β Λυκείου» Άρια Μαυρογιάννη -Φιλόλογος Μ.Α. 2ο ΓΕΛ Ηρακλείου

ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ B1. δ.λάθος. ε.σωστό Β2.

Ιδανικός Ομιλητής. Δοκιμασία Αξιολόγησης Α Λυκείου. Γιάννης Ι. Πασσάς, MEd Εκπαιδευτήρια «Νέα Παιδεία» 22 Μαΐου 2018 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Μέθοδος-Προσέγγιση- Διδακτικός σχεδιασμός. A. Xατζηδάκη, Π.Τ.Δ.Ε. Παν/μιο Κρήτης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Διδακτική της Λογοτεχνίας

<5,0 5,0 6,9 7 7,9 8 8,9 9-10

Διάγραμμα Μαθήματος. Νεοελληνική Λογοτεχνία

Πρόταση Διδασκαλίας. Ενότητα: Γ Γυμνασίου. Θέμα: Δραστηριότητες Παραγωγής Λόγου Διάρκεια: Μία διδακτική περίοδος. Α: Στόχοι. Οι μαθητές/ τριες:

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΑΛ 102 Προφορικός λόγος 6 ΓΑΛ 103 Γραπτός λόγος I 6 ΓΑΛ 170 e-french 6 ΓΑΛ Μάθημα περιορισμένης επιλογής 6

Η Θεωρία της Οικονομικής Ενοποίησης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ MANAGEMENT ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ. Ορισμοί

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ Ή ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2017 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Η ΤΑΞΗ ΩΣ «ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ» «ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ»

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Λιάνα Καλοκύρη ΣΕΕ ΠΕ02 ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΠΕΚΕΣ ΚΡΗΤΗΣ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θέση της «κυκλοφορίας» στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος... Γιώργος Σταμάτης

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Α

η ενημέρωση για τις δράσεις που τυχόν υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτές.

Το μάθημα των Νέων Ελληνικών στα ΕΠΑΛ: Ζητήματα διδασκαλίας και αξιολόγησης. Βενετία Μπαλτά & Μαρία Νέζη Σχολικές Σύμβουλοι Φιλολόγων 5/10/2016

Γιάννης Ρίτσος: Ανυπόταχτη Πολιτεία (Κ.Ν.Λ. Γ Λυκείου, σσ )

η φιλοσοφία Gestalt, η προσέγγιση PSP, το Playback Θέατρο: τοπία αυτοσχεδιασμού

Τα φύλα στη λογοτεχνία Τάξη: Α Λυκείου

ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ Ι ΑΣΚΑΛΙΑΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΦΟΡΜΑΓΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Δεοντολογία Επαγγέλματος Ηθική και Υπολογιστές

Μέθοδοι Έρευνας. Ενότητα 2.7: Τα συμπεράσματα. Βύρων Κοτζαμάνης ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ: 1 η σκηνή: στίχοι 1-82

Έρευνα Εμπιστοσύνης του Καταναλωτή

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΟ ΓΕΩΡΓΙΑ. Α. Κουτσούρης Γεωπονικό Παν/μιο Αθηνών

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ28 / ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ (19ΟΣ ΚΑΙ 20ΟΣ ΑΙΩΝΑΣ)

«Ορυκτός Πλούτος και Τοπικές Κοινωνίες» 13 Ιανουαρίου 2010 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ, ΣΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ. Γ.

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

ΥΛΗ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Α ΚΥΚΛΟΥ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ

Η πρόσληψη της Καινής Διαθήκης στη λογοτεχνία και την τέχνη

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΒΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Αρχιτεκτονική σχεδίαση με ηλεκτρονικό υπολογιστή

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ» ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΚΑΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ» Αθανασία Παπαπαναγιώτου Επιβλέπουσα: Γκότση Γεωργία

2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 7 1.1. Η θεωρία της πρόσληψης και η ιστορία της λογοτεχνίας.... 7 1.2. Η ιστορία της σολωμικής πρόσληψης (1859 1900).... 25 2. Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ Δ. ΣΟΛΩΜΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ.... 61 2.1. Tο περιοδικό Παναθήναια.... 61 2.2. Ο «απροσδιόνυσος» στον Σολωμό Α τόμος.... 66 2.3. Συγκυριακοί όροι πρόσληψης του Δ. Σολωμού: Νέες εκδόσεις Εκατονταετηρίς... 70 (i). Διονυσίου Σολωμού, Άπαντα τα Ευρισκόμενα, [εκδ. Παλαμά] Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήνα, 1901.... 72 (ii). Εκατονταετηρίς Αφιέρωμα στον Διονύσιο Σολωμό (Παναθήναια, τ. 4, 31 Μαΐου 1902).... 78 (iii). Η λανθάνουσα κριτική αντιδικία Καλοσγούρου Παλαμά.... 82 (iv). Διονυσίου Σολωμού: τα Άπαντα και η Ζάκυνθος.... 88 (v). Σολωμικά επίκαιρα.... 91 2.4. Το πορτρέτο του Διονυσίου Σολωμού.... 94 (i). Σημειώσεις για μια βιογραφία.... 96 (ii). Ο Σολωμός στα γράμματά του.... 119 (iii). Ήθος και έθη.... 129 (iv). Η μορφή του ποιητή.... 136 2.5. Η πρόσληψη του Δ. Σολωμού σε συνάρτηση με το γλωσσικό ζήτημα.... 140 2.6. Η πρόσληψη του σολωμικού έργου.... 162 2.7. Τα σολωμικά «αντιπαραδείγματα».... 182 3. ΕΠΙΛΟΓΟΣ... 193 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ... 198 i) Το πορτρέτο του Δ. Σολωμού Ο Σολωμός στα γράμματά του... 203 ii) Η πρόσληψη του σολωμικού έργου Πίνακες έργων... 222 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 227 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΝΟΜΑΤΩΝ... 236

4

και όταν θαρρώ πως την χρυσήν πατώ βαθμίδα, όπου αντηχεί ψηλάθε απέραντη αρμονία, θαμπή στιγμή την ιλαρή μού παίρνει ελπίδα, με ουράνιο λάλημα να ειπώ τραγούδια θεία. Ιάκωβος Πολυλάς, «Ερασιτέχνης» 1 1 Η ελληνική ποίηση. Ανθολογία Γραμματολογία. τ. Α, Φαναριώτες, Άνθη Ευλαβείας, Επτανήσιοι, επιμέλεια εισαγωγής Μ. Μ. Παπαϊωάννου, επιμέλεια ανθολογίας Κ. Ιορδανίδης, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 1990, σελ. 276-277. 5

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1. Η θεωρία της πρόσληψης και η ιστορία της λογοτεχνίας. 1 Quidquid recipitur ad modum recipientis reqipitur Τον Απρίλιο του 1967 ο Hans Robert Jauss, διδάκτωρ της ρομανικής φιλολογίας στο νεοσύστατο, μεταρρυθμιστικό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντίας, εγκαινίασε τη διδακτική του πορεία με μια διάλεξη που επρόκειτο να γνωρίσει, κατά την έκφραση του Μ. Πεχλιβάνου, «την επιτυχία ενός επιστημονικού best-seller». 2 Ο τίτλος που επιλέγει ο Jauss για το εναρκτήριο μάθημά του παραπέμπει ευθέως στον επίσης εισιτήριο λόγο που εκφώνησε ο Friedrich Schiller στο Πανεπιστήμιο της Ιένας τον Μάιο του 1789. ο απορηματικός τίτλος του Schiller «Τι είναι η οικουμενική ιστορία και με ποιο σκοπό την σπουδάζουμε;» επαναλαμβάνεται από τον Jauss με μια ελάχιστη παραλλαγή: «Τι είναι η ιστορία της λογοτεχνίας και με ποιο σκοπό την σπουδάζουμε;». Παρά το γεγονός ότι μεσολαβεί διάστημα εκατόν εβδομήντα οκτώ χρόνων ανάμεσα στην κλασική πια απάντηση του Schiller 3 και το προγραμματικό κείμενο του Jauss (και ανεξάρτητα από την επάρκεια αυτής της απάντησης ή την αντοχή της στο χρόνο), η ηθελημένη από τον Jauss σύμπτωση τίτλων μαρτυρεί τουλάχιστον μερική σύμπτωση ενδιαφερόντων, έστω κι αν αυτή επικεντρώνεται στο πεδίο που άπτεται μιας ιστορίας της λογοτεχνίας. Ο νεότερος μελετητής επαναφέρει το αίτημα του ιδεαλιστή προκατόχου του για σύνδεση του παρελθόντος με το παρόν, για να 1 Για τη θεωρία της πρόσληψης στη συνάφειά της με την ιστορία της λογοτεχνίας βασικό οδηγό αποτέλεσε η μελέτη του Jauss «Η ιστορία της λογοτεχνίας ως πρόκληση για τις γραμματολογικές σπουδές». Βλ. Hans Robert Jauss, Η θεωρία της πρόσληψης. Τρία μελετήματα, Εισαγωγή, μετάφραση, επίμετρο Μίλτος Πεχλιβάνος, Βιβλιοπωλείο της Εστίας Ι.Δ. Κολλάρου και Σιας Α.Ε., Αθήνα, 1995. Συμπληρωματικά στοιχεία για το παρόν κεφάλαιο συνάγονται από τη μονογραφία του Robert C. Holub, Θεωρία της πρόσληψης, μια κριτική εισαγωγή, μτφρ. Κωνσταντίνα Τσακοπούλου, Επιμέλειαθεώρηση μετάφρασης: Άννα Τζούμα, Μεταίχμιο, Αθήνα, 2004, τη μελέτη του Robert Holub, «Θεωρία της πρόσληψης: η Σχολή της Κωνσταντίας» στο The Cambridge history of literary criticism, Ιστορία της θεωρίας της λογοτεχνίας, τ. 8, Από τον Φορμαλισμό στον Μεταδομισμό, επιμέλεια Raman Selden, θεώρηση μετάφρασης Μίλτος Πεχλιβάνος, Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], 2005, σελ. 445-482, τα οικεία χωρία από το εισαγωγικό εγχειρίδιο του Τέρι Ήγκλετον, Εισαγωγή στη θεωρία της λογοτεχνίας, Εισαγωγή, θεώρηση μετάφρασης Δημήτρης Τζιόβας, μτφρ. Μιχάλης Μαυρώνας, Οδυσσέας, Αθήνα, 1996, σελ. 117-143. 2 Από τον πρόλογο του Μίλτου Πεχλιβάνου στο Jauss, Η θεωρία της πρόσληψης, ό.π., σελ. 13. 3 Ο σιλλερικός ορισμός του ενδιαφέροντος για την ιστορία αναδιατυπώνεται από τον Jauss ως εξής: «Τι νόημα λοιπόν έχουν σήμερα πια οι ιστορικές σπουδές της λογοτεχνίας, αν [ ]δεν είναι σε θέση να υποσχεθούν στον στοχαστικό θεατή διδάγματα, στον άνθρωπο της δράσης πρότυπα προς μίμηση, στον φιλόσοφο σημαντικά ευρήματα και στον αναγνώστη μια πηγή της ευγενέστερης απόλαυσης;». Αυτόθι, σελ. 28. 7

καταλήξει τελικά στο συμπέρασμα «ότι η τωρινή εποχή χρειάζεται να αποκαταστήσει ζωτικούς δεσμούς ανάμεσα στα τεχνουργήματα του παρελθόντος και τις μέριμνες του παρόντος. Μια τέτοια σύνδεση, ισχυρίζεται ο Jauss, μπορεί να επιτευχθεί, μόνο εφόσον η ιστορία της λογοτεχνίας πάψει να υποβιβάζεται στην περιφέρεια της επιστήμης. Δεν προασπίζεται τη λογοτεχνική ιστορία με τη μορφή που είχε τον 19 ο αι. [ ] αλλά μάλλον [στοχεύει σε μια] αναθεώρηση της ίδιας της έννοιας για το τι ενέχεται στη λογοτεχνική ιστορία». 4 Από τις πρώτες σελίδες της μελέτης του καθίσταται φανερό ότι ο στόχος που θέτει ο Jauss είναι διττός: από τη μία αναλαμβάνει να αποκαταστήσει την ιστορία της λογοτεχνίας και να επιτύχει την επαναφορά της στο προσκήνιο των γραμματολογικών σπουδών, και από την άλλη κύριο μέλημά του είναι η αναζωογόνηση της «επαφής μας με τα κείμενα στη βάση μιας νέας προσέγγισης της παράδοσης». 5 Με αυτόν τον τρόπο η «απολογητική στρατηγική» του πρόκειται για την «απολογία της ιστορίας της λογοτεχνίας» διαπλέκεται προγραμματικά με τη ρητή πρόθεσή του για άμεση αλλαγή του επιστημολογικού παραδείγματος στις γραμματολογικές σπουδές. Ο τίτλος της πληρέστερης, αναθεωρημένης, μορφής αυτής της διάλεξης, που δημοσιεύτηκε στα 1970 ως «Η ιστορία της λογοτεχνίας ως πρόκληση για τις γραμματολογικές σπουδές», είναι δηλωτική των προθέσεών του. Η προσφυγή στον Schiller σε καμία περίπτωση δεν νοείται ως υπαναχώρηση σε απαρχαιωμένες θεωρητικές θέσεις και πρακτικές. Αντιθέτως, επικαιροποιώντας μια παλαιότερη προβληματική, προοιωνίζεται για να θυμηθούμε την προσφιλή στον Jauss ορολογία του Thomas S. Kuhn μια «επιστημονική επανάσταση». 6 Στον πυρήνα της θεωρητικής αντιπρότασης του Jauss βρίσκεται η μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τον συγγραφέα και το έργο στο κείμενο και κυρίως στον αναγνώστη. Η λογοτεχνική θεωρία που εισηγείται ο Jauss ευρύτερα γνωστή ως θεωρία ή αισθητική της πρόσληψης «φιλοδοξεί να λάβει υπ όψιν της το λογοτεχνικό φαινόμενο σε όλες τις διαστάσεις του, καλείται δηλαδή να αποκαταστήσει την πλευρά που δεξιώνεται την τέχνη, τον αναγνώστη της λογοτεχνίας, και να μελετήσει το λογοτεχνικό έργο κατά την ιστορία των διαδοχικών αναγνωστικών πραγματώσεών του ως προς την επικοινωνιακή του λειτουργία, ως 4 Holub, «Θεωρία της πρόσληψης: η Σχολή της Κωνσταντίας», ό.π., σελ. 447. 5 Αυτόθι, σελ. 447. 6 Βλ. σχετικά: Holub, Θεωρία της πρόσληψης, μια κριτική εισαγωγή, ό.π., σελ. 1-14. 8

ανταλλαγή δηλαδή και διαμεσολάβηση εμπειρίας». 7 Συνακόλουθα, σύμφωνα με τον ίδιο τον Jauss, «η σημασία μιας ιστορίας της λογοτεχνίας θεμελιωμένης στην αισθητική της πρόσληψης εξαρτάται από το κατά πόσον η ιστορία αυτή θα κατορθώσει να διαδραματίσει ενεργό ρόλο σε σχέση με έναν, μέσω της αισθητικής εμπειρίας, αδιάλειπτο συνυπολογισμό του παρελθόντος στο παρόν. Αυτό απαιτεί αφενός [ ] μια συνειδητή απόπειρα για τη διαμόρφωση ενός λογοτεχνικού κανόνα, ο οποίος, αφετέρου [ ] προϋποθέτει την κριτική αναθεώρηση, αν όχι αποσύνθεση του κληροδοτημένου λογοτεχνικού κανόνα. Η αισθητική της πρόσληψης καθορίζει με σαφήνεια το κριτήριο βάσει του οποίου θα πρέπει να συστήνεται ένας τέτοιος κανόνας και να ξαναγράφεται, όπως είναι αδιάκοπα αναγκαίο, η ιστορία της λογοτεχνίας. Το βήμα από την ιστορία της πρόσληψης του επιμέρους έργου έως την ιστορία της λογοτεχνίας θα έπρεπε να μας οδηγήσει να δούμε και να δείξουμε με ποιον τρόπο η ιστορική διαδοχή των έργων επικαθορίζει και φωτίζει την σημαντική για μας εσωτερική συνοχή της λογοτεχνίας ως προϊστορία της αισθητικής μας εμπειρίας στο παρόν». 8 Με αυτόν τον τρόπο ικανοποιείται από νέα βάση το σιλλερικό αίτημα «να συνδέει [η ιστορία και η μέθοδός της] το παρελθόν με το παρόν μια αναπαλλοτρίωτη, φαινομενικά μόνο θεωρητική γνώση» που δεν μπορούμε, σύμφωνα με τον Jauss, να παραβλέψουμε «ατιμωρητί». 9 Για το λόγο αυτό και η μελέτη του εκκινεί από εκείνα ακριβώς τα επιστημολογικά ατοπήματα που έγιναν η αιτία να περιπέσει η ιστορία της λογοτεχνίας σε ανυποληψία. Ο Jauss χαρτογραφεί αδρομερώς μια πορεία δύο αιώνων που οδήγησε στο σύγχρονό του αδιέξοδο. Όπως γράφει, από τη στιγμή που η τελεολογική θεώρηση της ιστορίας, έτσι όπως επικαθορίστηκε από τον ιδεαλισμό, γνώρισε την κορύφωσή της στις ιστορίες των εθνικών λογοτεχνιών (χαρακτηριστικό δείγμα για τον Jauss αποτελεί το έργο του Cervinus για τη γερμανική λογοτεχνία), οι ενδογενείς της ανεπάρκειες έφεραν «σε δεινή αμηχανία» 10 την ιστορική έρευνα. Έγινε κατανοητό ότι ο ιστορικός της λογοτεχνίας δεν μπορεί να προχωρήσει «πέρα από τη στιγμή της κορύφωσης [ ], πέρα από την ακμή της εθνικής κλασικής λογοτεχνίας. Η συνέχιση [των ιστοριών], ωστόσο», εξακολουθεί ο Jauss, «πέρα από 7 Jauss, Η θεωρία της πρόσληψης, ό.π., σελ. 11. 8 Αυτόθι, σελ. 52-53. 9 Αυτόθι, σελ. 33. 10 Την άποψη του Hans Georg Gadamer παραθέτει ο Jauss. Αυτόθι, σελ. 31. 9

την τελευταία σκηνή επαναθέτει κατ ανάγκην το παλαιό δίλημμα [ ] του τέλους ή της συνέχισης της ιστορίας». 11 Το πρόβλημα προς στιγμήν φάνηκε να αίρεται με την προσφυγή στις μεθόδους και τις εφαρμογές του θετικισμού. Ωστόσο, στο όνομα του αιτιοκρατικού ορθολογισμού και της απόλυτης αντικειμενικότητας προϋποθέσεις εκ των ων ουκ άνευ για τον ιστορισμό του όψιμου 19 ου αι. οι ιστορίες της λογοτεχνίας συρρικνώθηκαν στη μελέτη των επιμέρους λογοτεχνικών εποχών. Όμως ο κατακερματισμός της ενιαίας ιστορίας σε κλειστά συστήματα, προσβάσιμα κατά τις μεθοδολογικές επιταγές του θετικισμού-ιστορισμού, είχε ως αντίτιμο «να κοπεί το νήμα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν της ιστορίας, ανάμεσα στην εποχή όπως αυτή πραγματικά συνέβη και σε αυτό που επακολούθησε». 12 Το δεύτερο ανεπίγνωστο σφάλμα του ιστορισμού ήταν εκείνο που ο Jauss ονομάζει «αισθητική αποχή», η αδυναμία δηλαδή ή η απροθυμία των μελετητών να παραβιάσουν το δόγμα της αμφίβολης αντικειμενικότητας, εκφέροντας αξιολογικό, ή περί αισθητικής, κριτικό λόγο. Η αντίδραση στο επιστημονικό ιδεώδες του θετικισμού ήρθε με την Geistesgeschichte (Ιστορία του Πνεύματος / Ιστορία των Ιδεών) που «αναζήτησε τη συνοχή της λογοτεχνίας στην επανάληψη υπερχρονικών ιδεών και μοτίβων». 13 Με αυτή την προσέγγιση όμως η λογοτεχνία στερήθηκε το προνόμιο μιας ιδιαίτερης ιστορίας, αφού αντιμετωπίστηκε ως απλός αντικατοπτρισμός της βαθμιαίας μετατόπισης του παραδείγματος στην ιστορία της φιλοσοφίας. Το πρόβλημα που αναφύεται, σημειώνει ο Jauss, είναι ότι οι μελέτες αυτού του τύπου «ακυρώνουν τη ζωντανή πράξη της ιστορίας, καθώς επικεντρώνουν την προσοχή τους στις αρχές ή την υπερχρονική συνέχεια της παράδοσης, ποτέ όμως στο παρόν και τη μοναδικότητα ενός λογοτεχνικού φαινομένου». 14 Πρόσθετη παράπλευρη απώλεια είναι ότι «τα αχρονικά κλασικά αριστουργήματα υψώνονται πάνω από την [ ] αρραγή αλυσίδα των μέσων όρων και αφήνουν πίσω τους την ιστορία που παραμένει terra incognita». 15 Η σύντομη αυτή επισκόπηση καταλήγει στην ανασύνθεση της εικόνας των σύγχρονών του πρακτικών στην ιστορία της λογοτεχνίας. Η τελευταία, εύλογα 11 Αυτόθι, σελ. 31. 12 Αυτόθι, σελ. 33. 13 Αυτόθι, σελ. 34-35. 14 Αυτόθι, σελ. 35. 15 Αυτόθι, σελ. 35. 10

στερημένη κύρους και ενδιαφέροντος, έχει περιοριστεί σε μηχανική συμπαράθεση λογοτεχνικών γεγονότων κατά χρόνο ή κατά γένος, με βασικό ερμηνευτικό και αξιολογικό εργαλείο το σχήμα «Βίος και Έργο». Στις εμφανείς ανεπάρκειες αυτής της τακτικής συνυπολογίζονται η αδυναμία της να εξηγήσει τη συνύπαρξη ή και τη διαδοχή των λογοτεχνικών φαινομένων, οι γενικόλογες θεωρήσεις και η πεισματική «αισθητική αποχή». 16 Αυτό που κυρίως της καταλογίζει ο Jauss είναι «πως προφασίζεται μόνον ότι αποτελεί ιστοριογραφία, ενώ στην πραγματικότητα κινείται εκτός της ιστορικά διάστασης, και πως δεν είναι σε θέση να θεμελιώσει τις αισθητικές κρίσεις της, μολονότι το ίδιο το αντικείμενό της, η λογοτεχνία ως είδος της τέχνης, το απαιτεί». 17 Προς επίρρωσιν των παραπάνω ισχυρισμών ο Jauss παραθέτει σε υποσημείωση και το εύστοχο σχόλιο του Rene Wellek: «οι περισσότερες έγκριτες ιστορίες της λογοτεχνίας είναι είτε πολιτισμικές ιστορίες ή συλλογές κριτικών άρθρων. Οι πρώτες δεν είναι ιστορίες της τέχνης, οι δεύτερες δεν είναι ιστορίες της τέχνης». 18 Με βάση αυτά τα δεδομένα το αναπόφευκτο και αδόκητο αποτέλεσμα είναι ένα ολοένα διευρυνόμενο «χάσμα ανάμεσα στην ιστορική και την αισθητική θεώρηση της λογοτεχνίας». 19 Η επιβαλλόμενη άρση του αδιεξόδου στο οποίο οδηγήθηκε η ιστορία της λογοτεχνίας φάνηκε προσωρινά δυνατή, από το δεύτερο τέταρτο του 20 ού αιώνα, με την εμφάνιση των δύο ανταγωνιστικών θεωρητικών σχολών του μαρξισμού και του ρωσικού φορμαλισμού. Με την συντονισμένη «αποκήρυξη τόσο της τυφλής εμπειριοκρατίας του θετικισμού όσο και της αισθητικής μεταφυσικής της Geistesgeschichte, δοκίμασαν, προς αντίθετη κατεύθυνση η καθεμιά, να λύσουν το ίδιο πρόβλημα: πώς θα σταθεί δυνατόν να επαναφέρουμε το απομονωμένο 16 Αυτόθι, σελ. 28. 17 Αυτόθι, σελ. 26-27. 18 Αυτόθι, σελ. 27 (σημείωση 2). Ο Wellek πάντως προσυπογράφει τη διαπίστωση του Jauss ότι είναι αναγκαίος ο αναπροσανατολισμός των γραμματολογικών σπουδών προς «ένα νέο ιδεώδες της ιστορίας της λογοτεχνίας και νέες μεθόδους που να κάνουν την πραγματοποίησή του δυνατή». Η συλλογιστική του μάλιστα κάποτε συγκλίνει αξοσημείωτα προς την κατεύθυνση που θα υποδείξει τελικά ο Γερμανός θεωρητικός: «Όπως δείξαμε και πιο πριν, ένα ατομικό καλλιτέχνημα δεν μένει αναλλοίωτο μέσα στο πέρασμα της ιστορίας. Υπάρχει βεβαίως μια ουσιώδης ταυτότης δομής που παραμένει η ίδια μέσα στο πέρασμα των χρόνων. Αλλά αυτή η δομή είναι δυναμική. Αλλάζει μέσα στην πορεία της ιστορίας ενώ περνά από τη σκέψη αναγνωστών, κριτικών, και ομοτέχνων. Οι διαδικασίες της ερμηνείας, της κριτικής και της καταξιώσεως δεν εσταμάτησαν ποτέ εξ ολοκλήρου και πιθανόν να συνεχιστούν επ άπειρον εφ όσον δεν υπάρχει πλήρης διακοπή της πολιτιστικής παραδόσεως. Ένα από τα καθήκοντα του ιστορικού της λογοτεχνίας είναι η περιγραφή αυτών των διαδικασιών». René Wellek - Austin Warren, Θεωρία λογοτεχνίας (Theory of Literature), μτφρ. Σταύρος Γ. Δεληγιώργης, Δίφρος, Αθήνα [1980], σελ. 344 και 326 αντίστοιχα. 19 Αυτόθι, σελ. 35. 11

λογοτεχνικό γεγονός ή το φαινομενικά αυτόνομο λογοτεχνικό έργο στην ιστορική συνοχή της λογοτεχνίας και να το συλλάβουμε πάλι στη δυναμική του διάσταση, ως μαρτυρία του κοινωνικού γίγνεσθαι ή ως στιγμή της λογοτεχνικής εξέλιξης [Evolution]». 20 Αν και στο πλαίσιο του μαρξισμού η λογοτεχνική θεωρία τέθηκε σταθερά στη βάση μιας αδιάλειπτης και δυναμικής αλληλεξάρτησης ανάμεσα στη λογοτεχνία και την κοινωνία (επομένως και στο ιστορικό γίγνεσθαι), η διαφαινόμενη υπόσχεση για ανανέωση του ιστορικού ιδεώδους δεν τελεσφόρησε. Αντίθετα η μαρξιστική θεωρία, παλινδρομώντας σε ψευδο-διλήμματα και αντιφάσεις πάντα κατά τον Jauss εγκλωβίστηκε εξαιτίας της ανεδαφικής της εμμονής να προσεγγίζει την τέχνη περισσότερο ως προϊόν των κοινωνικών αλλαγών και δυνάμεων παρά ως κινητήρια δύναμη της κοινωνικής αλλαγής. Από την άλλη πλευρά, η μονολιθική προσήλωση στο δόγμα του κοινωνικού ρεαλισμού και τη συγγενή θεωρία της αντανάκλασης περιόρισε τη λειτουργία της λογοτεχνίας στην «απλή αναγνώριση μιας ήδη γνωστής (ή δήθεν ήδη γνωστής) πραγματικότητας» 21 και της στέρησε δύο από τα βασικότερα ειδοποιά της γνωρίσματα, δηλαδή τον εγγενή επαναστατικό της χαρακτήρα και τη συνακόλουθη δυνατότητά της να ασκεί διαμορφωτική επίδραση στην κοινωνία. Με λίγα λόγια, οι θεωρητικοί του μαρξισμού «απέτυχαν να περιγράψουν τη σχέση λογοτεχνίας και ιστορίας, χωρίς η πρώτη να συρρικνωθεί, θυσιάζοντας τον καλλιτεχνικό χαρακτήρα της, στη λειτουργία απλής αντανάκλασης ή σχολιασμού της δεύτερης». 22 Στους Ρώσους φορμαλιστές, πάλι, οφείλεται η επάνοδος της ακυρωμένης ιστορικότητας της λογοτεχνίας με την επανενεργοποίηση της αρχής της διαχρονίας. Χάρη σε αυτήν η «νέα της σύλληψη διαφοροποιήθηκε από την παλαιότερη ιστορία της λογοτεχνίας, εγκαταλείποντας τη βασική υπόθεση ενός ευθύγραμμου και συνεχούς γίγνεσθαι και αντιτάσσοντας στην κλασική έννοια της παράδοσης τη δυναμική αρχή της λογοτεχνικής εξέλιξης [Evolution]. [ ] Η ανάλυση της λογοτεχνικής εξέλιξης αποκαλύπτει στην ιστορία της λογοτεχνίας τη διαλεκτική αυτοαναπαραγωγή [dialektische Selbsterzeugung] νέων μορφών και περιγράφει τον φαινομενικά ειρηνικό και σταθερό ειρμό της παράδοσης ως διαδικασία πλούσια σε τομές και σε ρήγματα, σε εξεγέρσεις νέων σχολών και σε έριδες αντιμαχόμενων 20 Jauss, Η θεωρία της πρόσληψης, ό.π., σελ. 36. 21 Αυτόθι, σελ. 43. 22 Αυτόθι, σελ. 49-50. 12

λογοτεχνικών γενών». 23 Τόσο αυτή όσο και η κοινής, φορμαλιστικής, καταγωγής έννοια της «ανοικείωσης» θα αποδειχθούν ιδιαίτερα χρήσιμες στον Jauss όπως θα δούμε και στη συνέχεια η πρώτη όταν θα επιχειρήσει να αποσαφηνίσει την βασική κατηγορία της δικής του θεωρίας, τον ορίζοντα προσδοκιών, και η δεύτερη, όταν θα την επιλέξει ως μείζον αξιολογικό κριτήριο της αισθητικής του. Από την άλλη πλευρά, η μετατόπιση του ενδιαφέροντος αποκλειστικά στη μορφή του λογοτεχνικού έργου, που νοείται μονομερώς «ως άθροισμα όλων των τεχνασμάτων που επιστρατεύονται για την παραγωγή του», μπορεί να ανέδειξε την αντιληπτική διαδικασία ως κύριο μέσο για τη «διάγνωση του τεχνάσματος», αλλά απέκοψε και πάλι τη λογοτεχνία από τις ευρύτερες ιστορικο-κοινωνικές συνδηλώσεις της και την εκτόπισε για μια ακόμη φορά στον ελεφάντινο πύργο της. Καταληκτικά, ο Jauss αναγνωρίζει ότι, χάρη στην προσφορά των δύο αντίπαλων θεωριών, του φορμαλισμού και του μαρξισμού, «από τη μια μεριά μπόρεσε να γίνει κατανοητή η λογοτεχνική εξέλιξη στην ιστορική διαδοχή των συστημάτων και από την άλλη το ιστορικό γίγνεσθαι στη δυναμική αλυσιδωτή διαπλοκή των κοινωνικών συνθηκών». 24 Παράλληλα όμως επισημαίνει ότι και «η μαρξιστική και η φορμαλιστική θεωρία της λογοτεχνίας οδηγήθηκαν τελικά, εξαιτίας της μονομέρειάς τους, σε αδιέξοδο, η άρση του οποίου θα απαιτούσε να τεθεί σε νέα βάση η σχέση της ιστορικής και της αισθητικής θεώρησης των κειμένων». 25 Η νέα βάση που προτείνει ο Jauss προϋποθέτει μια δεξιόστροφη μετατόπιση στο σχήμα γραφής-ανάγνωσης προς τον μονίμως παραγνωρισμένο αν και αναπαλλοτρίωτο ρόλο του αποδέκτη της γραφής, του αναγνώστη. «Στο τρίγωνο συγγραφέας, έργο και κοινό, ο τρίτος παράγοντας δεν συνιστά απλώς την παθητική διάσταση, τον ύστατο κρίκο σε μια σειρά απλών αλυσιδωτών αντιδράσεων, αλλά, αντιθέτως, δρα διαμορφώνοντας με τη σειρά του την ιστορία. Είναι αδύνατον να συλλάβουμε τον ιστορικό βίο ενός λογοτεχνικού έργου χωρίς να συνυπολογίσουμε την ενεργητική συμμετοχή του παραλήπτη του. μόνο με τη διαμεσολαβητική εργασία του αναγνώστη εισέρχεται το έργο στον μεταβαλλόμενο ορίζοντα της αισθητικής εμπειρίας, σε εκείνο το συνεχές όπου συντελείται η αέναη μετατόπιση από την απλή αποδοχή στην κριτική κατανόηση, από την αναγνωρισμένη αισθητική νόρμα σε μια νέα παραγωγή που υπερβαίνει το παλαιό. Η ιστορικότητα της λογοτεχνίας και ο 23 Αυτόθι, σελ. 48. 24 Αυτόθι, σελ. 49. 25 Αυτόθι, σελ. 36. 13

επικοινωνιακός χαρακτήρας της προϋποθέτει ανάμεσα στο έργο, το κοινό και το νέο έργο μια σχέση διαλόγου και δυναμικού γίγνεσθαι». 26 Η αλλαγή προοπτικής που εγκαινιάζεται με τη θεωρία της πρόσληψης εξασφαλίζει, σύμφωνα με τον Jauss, και ένα ακόμη ζητούμενο: την επανασύνδεση ιστορίας και αισθητικής. «Αν η ιστορία της λογοτεχνίας ιδωθεί, υπό το πρίσμα αυτό», σημειώνει, «στον ορίζοντα της συνέχειας που διαμορφώνεται από το διάλογο του έργου και του κοινού, γίνεται ακόμη δυνατόν να αρθεί η διχοτομία ανάμεσα στην αισθητική και την ιστορική διάσταση και να επανασυνδεθεί, έτσι, το νήμα που συνδέει τις λογοτεχνικές εκφάνσεις του παρελθόντος και τη σύγχρονη εμπειρία της λογοτεχνίας νήμα το οποίο είχε κόψει ο ιστορισμός. Η σχέση λογοτεχνίας και αναγνώστη εμπεριέχει τόσο μια αισθητική όσο και μια ιστορική διάσταση. Αισθητική, στο βαθμό που ο αποδέκτης κατά την πρώτη ήδη ανάγνωση ενός έργου πιστοποιεί την αισθητική του αξία συγκρίνοντάς το με άλλα διαβάσματά του. ιστορική, στο βαθμό που την ερμηνεία του πρώτου αναγνώστη μπορούν να συνεχίσουν και να εμπλουτίσουν άλλες από γενιά σε γενιά, συστήνοντας μιαν αλυσίδα διαδοχικών προσλήψεων, η οποία συγχρόνως θα αποφασίσει για την ιστορική σημασία του έργου και θα καταστήσει προφανή την αισθητική του αξία». 27 Επάνω σε αυτό τον άξονα επιχειρεί ο Jauss να θεμελιώσει σε επτά σημεία μια εναλλακτική θεωρία της λογοτεχνίας και να στήσει το θεωρητικό υπόβαθρο για μια νέα ιστορία της λογοτεχνίας, συναρμοσμένης στην αισθητική της πρόσληψης. Σύμφωνα με την καινοφανή αυτή προσέγγιση, η άνοδος του αναγνώστη στο στερέωμα της λογοτεχνικής θεωρίας και η σύστοιχη αναγνώριση του απαράγραπτου ρόλου του διδάσκουν ότι το λογοτεχνικό έργο δεν είναι ένα αυτοκαθοριζόμενο, στατικό και αναλλοίωτο «μνημείο που μονολογώντας αποκαλύπτει την αχρονική ουσία του». 28 Αντίθετα, ετεροκαθορίζεται και ανασημασιοδοτείται μέσα από τη διαλογική και αμφίδρομη σχέση με τον αποδέκτη του. Στο προσλαμβάνον υποκείμενο επαφίεται κάθε φορά ο ρόλος να επικαιροποιήσει εκ νέου και να ανανεώσει τα λογοτεχνικά έργα, να τα προσοικειωθεί και να αντιδράσει δημιουργικά σε αυτά, να τα αναδείξει ή να τα αφήσει να περιπέσουν στην αφάνεια και τη λήθη. Κι εφόσον τα ίδια τα κείμενα στην πραγματικότητα παραμένουν πάντοτε σταθερά και αμετάβλητα, ο μεταβλητός όρος σε αυτήν την δυναμική ανταλλαγή ανάμεσα στο κείμενο και το 26 Αυτόθι, σελ. 51. 27 Αυτόθι, σελ. 52. 28 Αυτόθι, σελ. 55. 14

υποκείμενο της πρόσληψης είναι ο αναγνώστης. Η ανασημασιοδότηση, δηλαδή, και ο φαινομενικός μετασχηματισμός της τέχνης εξαρτάται κάθε φορά από το τι κομίζει ο αποδέκτης. Το πολυσύνθετο αυτό πλέγμα πολιτισμικών (άρα και λογοτεχνικών), κοινωνικών και ιστορικών, ή άλλων προσλαμβανουσών που φέρει ο αναγνώστης συνιστά εκείνο που Jauss ονομάζει «ορίζοντα των προσδοκιών». 29 Πάνω σε αυτόν εγγράφεται κάθε φορά η προσωπική εμπειρία της ανάγνωσης και αυτόν με τη σειρά της εμπλουτίζει ή διευρύνει. Για την ακρίβεια, «όπως σε κάθε εμπειρία του καθημερινού βίου έτσι και στη λογοτεχνική εμπειρία, η οποία συνίσταται στη γνωριμία με ένα άγνωστο ως τότε έργο, συμπράττουν προγενέστερες γνώσεις που αποτελούν συνιστώσα της ίδιας της εμπειρίας και εξαιτίας των οποίων οτιδήποτε νέο υποπίπτει στην αντίληψή μας καθίσταται εν γένει προσιτό ως εμπειρία, με άλλα λόγια: καθίσταται αναγνώσιμο στα συμφραζόμενα των εμπειριών μας». 30 Στην προσπάθειά του να αποφύγει τις συμπληγάδες μιας ψυχολογικού τύπου προσέγγισης της ανάγνωσης (με τον τρόπο του I. A. Richards) από τη μια και της ατελέσφορης προσφυγής σε γενικόλογες διαπιστώσεις για το κλίμα της εποχής από την άλλη, ο Jauss αναζητά ένα αντικειμενικά εξακριβώσιμο σύστημα αναφοράς για τον προσδιορισμό του ορίζοντα των προσδοκιών. Κατά την εκτίμησή του αυτό το σύστημα προκύπτει από τα ενδογενή χαρακτηριστικά (θεματικά, μορφολογικά, ειδολογικά κ.ο.κ.), τα οποία συστήνει το κάθε νέο έργο ως ειδοποιά γνωρίσματά του. 29 O R. C. Holub συζητά τα βασικά προβλήματα που δημιουργεί η χρήση του όρου και επιχειρεί έναν υποτυπώδη ορισμό: «Το πρόβλημα με τη χρήση του όρου ορίζοντας από τον Jauss είναι ότι είναι τόσο ασαφώς καθορισμένος ώστε θα μπορούσε να περιλαμβάνει ή και να αποκλείει οποιαδήποτε προηγούμενη χρήση της λέξης. Στην πραγματικότητα ο Jauss δεν περιγράφει ποτέ με λεπτομέρεια τι εννοεί με τον όρο αυτό. [ ] Επιπλέον, ο όρος συναντάται σε διάφορα σύνθετα ονόματα και φράσεις. [ ] Η σχέση ανάμεσα σε αυτές τις χρήσεις παραμένει το ίδιο νεφελώδης όσο και η ίδια η κατηγορία του ορίζοντα. Ο Jauss φαίνεται να υπολογίζει στην κοινή λογική του αναγνώστη για να καταλάβει τουλάχιστον τον βασικό όρο της θεωρίας του. Ο ορίζοντας των προσδοκιών μοιάζει να αναφέρεται σε ένα διυποκειμενικό σύστημα ή δομή προσδοκιών, σε ένα σύστημα αναφορών ή σε ένα νοητικό σύνολο που ένα υποθετικό άτομο φέρνει σε ένα οποιοδήποτε κείμενο». Holub, Θεωρία της πρόσληψης, μια κριτική εισαγωγή, ό.π., σελ. 104. Ο Δ. Τζιόβας σημειώνει σχετικά: «Για τον Jauss το νόημα ενός κειμένου εξαρτάται από τον ορίζοντα των προσδοκιών του αναγνώστη, που εκφράζει τις πολιτιστικές και κοινωνικές του καταβολές αλλά και την εκάστοτε ιστορική συγκυρία». Δημήτρης Τζιόβας, Μετά την αισθητική. Θεωρητικές δοκιμές και ερμηνευτικές αναγνώσεις της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Γνώση, Αθήνα 1987, σελ. 247. Για την καταγωγική σχέση του ορίζοντα των προσδοκιών του Jauss προς την ερμηνευτική του H.G. Gadamer, την ομολογία του με παραπλήσιους όρους των Karl Popper και Karl Mannheim και, τέλος, για τη συμβατότητά του με το ρεπερτόριο του δεύτερου εκ του Διοσκούρων της πρόσληψης Wolfgang Iser βλ. Holub, Θεωρία της πρόσληψης, μια κριτική εισαγωγή, ό.π., σελ. 73-75 και 103-104, επίσης: Holub, «Θεωρία της πρόσληψης: η Σχολή της Κωνσταντίας», ό.π., σελ. 445-450 και το τρίτο κεφάλαιο («The Repertoire») της μελέτης του Wolfgang Iser, The act reading. A theory of aesthetic response, Johns Hopkins University Press, Baltimore and London, 1978. 30 Jauss, Η θεωρία της πρόσληψης, ό.π., σελ. 57. 15

«Ένα λογοτεχνικό έργο, ακόμη και τη στιγμή κατά την οποία εμφανίζεται, δεν συστήνεται ως κάτι απολύτως νέο εντός πληροφοριακού κενού, αλλά προδιαθέτει το κοινό του για μιαν εντελώς συγκεκριμένη μορφή πρόσληψης, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα της προειδοποίησης, σήματα φανερά ή συγκαλυμμένα, οδηγίες που λανθάνουν στο έργο και ενδείξεις που δημιουργούν οικειότητα. Ανακαλεί στη μνήμη παλαιότερα διαβάσματα, οδηγεί τον αναγνώστη σε μιαν ορισμένη συναισθηματική στάση και δημιουργεί, ήδη με τον τρόπο που αρχίζει, προσδοκίες για τη μέση και το τέλος, οι οποίες, στην πορεία της ανάγνωσης και σύμφωνα με τους συγκεκριμένους κανόνες του λογοτεχνικού γένους ή του ύφους του κειμένου, θα επιβεβαιωθούν ή θα τροποποιηθούν, θα αλλάξουν προσανατολισμό ή θα τύχουν ειρωνικής διάψευσης. Στον πρωτογενή ορίζοντα της αισθητικής εμπειρίας, η ψυχική διαδικασία κατά την πρόσληψη ενός κειμένου δεν συνίσταται ποτέ σε μια συμπτωματική και μόνο διαδοχή υποκειμενικών εντυπώσεων. Πρόκειται, αντιθέτως, για την εκτέλεση συγκεκριμένων υποδείξεων στο πλαίσιο μιας διαδικασίας καθοδηγημένης αντίληψης, διαδικασία την οποία μπορούμε να συλλάβουμε βάσει της εσωτερικής λογικής που την συγκροτεί και των σημάτων που τη διατρέχουν». 31 Εξαργυρώνοντας με αυτόν τον τρόπο τις κατακτήσεις του φορμαλισμού, η θεωρία της πρόσληψης απομακρύνεται από το περιοριστικό πλαίσιο της ατομικής και μεμονωμένης αναγνωστικής εμπειρίας και αντί αυτής ανασυνθέτει έναν διυποκειμενικό ορίζοντα κατανόησης που ταυτόχρονα την υπερβαίνει και τη συμπεριλαμβάνει. Ακριβώς όμως επειδή η προβληματική του Jauss στρέφεται σταθερά προς την ιστορικότητα της λογοτεχνίας, είναι φανερό ότι τα ενδοκειμενικά κριτήρια που επέλεξε δεν επαρκούν πλήρως. Επομένως, για να αποκατασταθεί ο ιστορικός ορίζοντας κάθε νέου έργου και να γίνει ορατή η δυναμική των διαμεσολαβήσεων, πρέπει αυτό να τοποθετηθεί στους διασταυρούμενους άξονες τόσο της ενδολογοτεχνικής (διαχρονία και συγχρονία), όσο και της κατεξοχήν ιστορικής του διάστασης. Η φορμαλιστική έννοια της λογοτεχνικής εξέλιξης (Evolution) θα χρησιμεύσει ως αφετηρία της συλλογιστικής του. Ο Jauss όμως δεν θα αρκεστεί ούτε στην στατική διαπίστωση της απλής διαδοχής των λογοτεχνικών συστημάτων, ούτε στην περιγραφή των μορφολογικών χαρακτηριστικών και τη διάγνωση των λογοτεχνικών 31 Αυτόθι, σελ. 57. 16

τεχνασμάτων. Το ενδιαφέρον του δεν εξαντλείται στην απλή αντίθεση των μορφών. 32 Αντίθετα, εκείνο που επιδιώκει είναι να γίνει κατανοητή σε κάθε περίπτωση η «διαμεσολάβηση» των «διαφοροποιητικών ποιοτήτων», διαμεσολάβηση «η οποία συμπληρώνει το βήμα από την παλαιά στη νέα μορφή κατά τη σύμπραξη του έργου και του προσλαμβάνοντος υποκειμένου (κοινό, κριτικός, νέος δημιουργός), του λογοτεχνικού συμβάντος στο παρελθόν και των διαδοχικών σταδίων της πρόσληψής του», 33 προκειμένου να αποκαλυφθεί το βάθος, το εύρος και η εμβέλεια του ορίζοντα. Εκείνο πάντως που έχει κερδηθεί με την επανένταξη του έργου στη «λογοτεχνική σειρά» στην οποία ανήκει οργανικά τόσο στον παραδειγματικό άξονα της διαχρονίας, όσο και στον συνταγματικό άξονα της συγχρονίας είναι ότι αναδύονται οι διαδραστικοί συσχετισμοί εντός του διευρυμένου πια λογοτεχνικού περιβάλλοντος. Έτσι, με την προβολή του νέου έργου στην κατακόρυφη, «τεθλασμένη» 34 γραμμή της λογοτεχνικής διαδοχής, έρχονται στην επιφάνεια οι σχέσεις «αμοιβαιότητας λειτουργιών και μορφών» προς τα έργα που προηγήθηκαν και γιατί όχι η δυνητική προέκταση σε δομές που ενδέχεται να υιοθετήσουν άλλα έργα που θα επακολουθήσουν στο μέλλον. Από την άλλη πλευρά, η συνεξέταση των έργων στον οριζόντιο άξονα αποκαλύπτει πόσο ψευδαισθητική ήταν η έννοια της «καθαρής συγχρονίας» και αφήνει περιθώρια για τη συνύπαρξη ή τη συνεμφάνιση του διαφορετικού και του «μη ομόχρονου». 35 Πρόσθετο κέρδος είναι ότι επιτρέπεται να παραβληθεί «το σημαντικό ως προς την ιστορία της επίδρασης έργο με τα βυθισμένα κάτω από την επιφάνεια της ιστορίας συμβατικά δείγματα [ ] και δεν περιφρονεί ακόμα τη σχέση του [ ] με τον λογοτεχνικό περίγυρό του, εντός του οποίου θα διεκδικήσει τα δικαιώματά του πλάι σε έργα άλλων [ ]. Ακριβώς στα 32 «Βασισμένη στην αισθητική της πρόσληψης, η λογοτεχνική εξέλιξη δεν ξαναβρίσκει μόνον τη χαμένη κατεύθυνσή της, στο βαθμό που το παρόν του ιστορικού της λογοτεχνίας προσδίδει προοπτικό βάθος στην ιστορική εξέλιξη χωρίς όμως να συνιστά και το σκοπό της! Η ματιά του ιστορικού καθοδηγείται επίσης προς το λησμονημένο παρελθόν της λογοτεχνικής εμπειρίας, καθόσον η διερεύνηση της πρόσληψης καθιστά ορατή τη μεταβαλλόμενη απόκλιση ανάμεσα στην επίκαιρη και τις δυνητικές σημασίες ενός λογοτεχνικού έργου. Τούτο σημαίνει πως ο καλλιτεχνικός χαρακτήρας ενός έργου, το σημασιολογικό δυναμικό του οποίου περιόρισαν οι φορμαλιστές στην ανανέωση ως αποκλειστικό αξιολογικό κριτήριο, δεν είναι διόλου αναγκαίο να γίνεται πάντοτε αμέσως αντιληπτός στον ορίζοντα της πρώτης εμφάνισης του έργου, ούτε πάλι κατά μείζονα λόγο, να εξαντλείται στην απλή αντίθεση ανάμεσα στην παλαιά και τη νέα μορφή». Αυτόθι, σελ. 76. 33 Για να αποσαφηνίσει τη φορμαλιστική έννοια των «διαφοροποιητικών ποιοτήτων», ο Jauss παραθέτει σε υποσημείωση το επεξηγηματικό σχόλιο του V. Erlich: «Στο επίπεδο της απεικόνισης της πραγματικότητας ο όρος διαφοροποιητική ποιότητα σήμαινε την απόκλιση από το πραγματικό, μια δημιουργική δηλαδή παραμόρφωση. Στο γλωσσικό επίπεδο σήμαινε την απόκλιση από την κοινή χρήση της γλώσσας. Στο επίπεδο της λογοτεχνικής δυναμικής, τέλος, [ ] τη μεταβολή της ως τότε δεσπόζουσας καλλιτεχνικής νόρμας». Αυτόθι, σελ. 75, όπου και η σημ. 122. 34 Holub, Θεωρία της πρόσληψης, μια κριτική εισαγωγή, ό.π., σελ. 38. 35 Βλ. Jauss, Η θεωρία της πρόσληψης, ό.π., σελ. 78-81, και τις σημ. 127 και 132. 17

σημεία τομής της διαχρονίας και της συγχρονίας έρχεται στο φως η ιστορικότητα της λογοτεχνίας»: 36 η συντήρηση και η πρωτοπορία, η στατικότητα και η ανανέωση, η παθητικότητα της αναπαραγωγής του ήδη γνωστού και το απροσδόκητο της ανοικείωσης, τέλος, η ιδιότυπη γεωφυσική της λογοτεχνίας με τις «κορυφογραμμές» και τις «παρυφές» της 37 δέχονται νέο φως μέσα από το πρίσμα της αισθητικής της πρόσληψης. Στο βαθμό που μας αφορά εδώ, ο αξιοσημείωτος προβιβασμός είναι η ανασύνθεση του ιστορικού ορίζοντα «για το κοινό που προσλαμβάνει τη λογοτεχνία ως λογοτεχνία του δικού του παρόντος και προχωρεί σε αλλεπάλληλους συσχετισμούς, στην ενότητα δηλαδή ενός κοινού ορίζοντα από λογοτεχνικές προσδοκίες, μνήμες και προοιωνισμούς, που συνιστούν το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί η κατανόηση των λογοτεχνικών έργων». 38 Υπολείπεται ένα ακόμη βήμα για να καταφανεί η δυναμική και η εμβέλεια του ορίζοντα και αυτό ακριβώς συνίσταται στην απαραίτητη σύνδεση της λογοτεχνικής με τη μη λογοτεχνική σειρά, η αποκατάσταση δηλαδή του ουσιαστικά άρρηκτου για να θυμηθούμε τον Schiller δεσμού της λογοτεχνίας με την πραγματική ιστορία. «Ο αναγνώστης», παρατηρεί ο Jauss, «απολαμβάνει σε σχέση με τον (υποθετικό) μη αναγνώστη το προνόμιο ότι δεν χρειάζεται [όπως οι τυφλοί] να πέσει πάνω σε ένα νέο εμπόδιο για να αποκομίσει μια νέα εμπειρία από την πραγματικότητα. Η εμπειρία της ανάγνωσης είναι δυνατόν να τον απελευθερώσει από τις προσαρμογές, τις προκαταλήψεις και τα διλήμματα του πρακτικού του βίου, υποχρεώνοντάς τον σε μια νέα αντίληψη των πραγμάτων. Ο ορίζοντας προσδοκιών της λογοτεχνίας διαφοροποιείται από τον ορίζοντα προσδοκιών του ιστορικά προσδιορισμένου πρακτικού βίου στο ότι δεν συντηρεί μόνον ήδη σχηματισμένες εμπειρίες, αλλά προοιωνίζεται μη υλοποιημένες ακόμη δυνατότητες, διευρύνει τα όρια του περιορισμένου χώρου της κοινωνικής συμπεριφοράς προς την κατεύθυνση νέων επιθυμιών, αιτημάτων και στόχων, και διανοίγει έτσι δρόμους μελλοντικής εμπειρίας». 39 Με αυτόν τον τρόπο ο ορίζοντας του έργου παρεμβάλλεται στον ορίζοντα της απτής καθημερινότητας και απεργάζεται την αλλαγή κοσμοθεωριών και κοινωνικών συμπεριφορών, «προκαλ[ώντας] ρήγματα στις προσδοκίες των αναγνωστών του και φέρ[νοντάς] τους συγχρόνως αντιμέτωπους με ερωτήματα στα οποία δεν είχε κατορθώσει να δώσει απάντηση η επικυρωμένη από τη θρησκεία ή την 36 Αυτόθι, σελ. 80. 37 Αυτόθι, σελ. 82. 38 Αυτόθι, σελ. 81. 39 Αυτόθι, σελ. 86. 18

εξουσία ηθική». 40 Η λογοτεχνία, λοιπόν, ξαναβρίσκει το ρόλο της ως διαμορφωτική δύναμη της ιστορίας, καθόσον γίνεται αντιληπτό ότι επι-δρά ως δυναμικό συμβάν σε ένα αενάως μεταβαλλόμενο γίγνεσθαι και «συμβάλλει στη χειραφέτηση του ανθρώπου από τις δεσμεύσεις» 41 που του επιβάλλει η ισχύουσα κάθε φορά κοινωνική, θρησκευτική, πολιτική κ.ο.κ. νόρμα. Έχοντας τελικά προωθήσει τις ατελείς παρακαταθήκες του μαρξισμού και του φορμαλισμού με τον θεωρητικό ελιγμό που παρακολουθήσαμε παραπάνω, ο Jauss θα καταλήξει από πολλές ατραπούς στην κρίσιμη διαπίστωση ότι «το νέο δεν είναι αισθητική μόνον κατηγορία. [ ] Το νέο μπορεί επίσης να αποτελέσει ιστορική κατηγορία, αν η [ ] ανάλυση της λογοτεχνίας διευρύνει τα όριά της» 42 μέσα από την αισθητική της πρόσληψης. «Ό,τι σε τελευταία ανάλυση επιχειρεί να κάνει ο Jauss είναι να συμβιβάσει το Ρωσικό Φορμαλισμό, που αγνοεί την ιστορία, με τις κοινωνικές θεωρίες, που αγνοούν το κείμενο, ανοίγοντας νέους δρόμους στην ιστορία της λογοτεχνίας». 43 Το σημείο αιχμής της διαφορετικής προσέγγισης του Jauss συμπίπτει με το προτιμώμενο σημείο συνάντησης της γραμμής των οριζόντων έργου και αναγνώστη. Είδαμε νωρίτερα με ποιον τρόπο ένα πρωτοεμφανιζόμενο κείμενο επεμβαίνει στον ορίζοντα του αποδέκτη του, ανακαλώντας στο προσκήνιο το σύνολο «των προσδοκιών και των κανόνων που του είναι οικείοι [ ], και τους οποίους κατόπιν με τη σειρά του αυτό θα παραλλάξει, θα διορθώσει, θα τροποποιήσει ή απλώς θα αναπαραγάγει». 44 Ευνόητο είναι ότι, σε μια τέτοια διαδικασία ανάκλησης του συστήματος αναφοράς, η επίδραση με την έννοια της αποτελεσματικότητας που ασκεί ένα νέο έργο βρίσκεται σε πλήρη αναλογία με την ικανότητά του να ενισχύει την εντύπωση του ανοίκειου και να δημιουργεί πρωτόγνωρες και αιφνιδιαστικές εμπειρίες που απομακρύνονται από τις ήδη διαμορφωμένες προσδοκίες και αψηφούν τις επιβεβλημένες νόρμες. Η λογική αυτή, που γειτνιάζει ιδιαίτερα με την περίφημη έννοια της ανοικείωσης (ostranenie) των Ρώσων φορμαλιστών, συνοψίζεται στη θέση ότι όσο πιο έντονη είναι η ετεροδοξία που κομίζει το έργο, τόσο πιο δραστική θα είναι και η επίδρασή του στον αναγνώστη, σε σημείο μάλιστα που μπορεί να προκαλέσει τη μετατόπιση του ίδιου του ορίζοντα των προσδοκιών. Η προσήλωση 40 Αυτόθι, σελ. 90. 41 Αυτόθι, σελ. 91. 42 Αυτόθι, σελ. 77. 43 Τζιόβας, Μετά την αισθητική, ό.π., σελ. 250. 44 Jauss, Η θεωρία της πρόσληψης, ό.π., σελ. 58. 19

του Jauss σε αυτήν ακριβώς την πτυχή των έργων προδίδει τη ροπή της θεωρίας της πρόσληψης προς τη λεγόμενη «αισθητική της αποφατικότητας», η οποία συνίσταται στην αντίληψη ότι «μόνο οι διαψευσμένες προσδοκίες [ ] παράγουν εξέχουσα λογοτεχνία». 45 Σε αυτά τα συμφραζόμενα, αυτόματα και εύλογα προνομιακό ρόλο αποκτούν εκείνα τα έργα που υποβοηθούν με όλα τα μέσα την ανασυγκρότηση του ήδη υπάρχοντος ορίζοντα, προκειμένου να τον ανατρέψουν στη συνέχεια σημείο προς σημείο. 46 Η ευδιάκριτη, σε αυτές τις περιπτώσεις, απόσταση που ενυπάρχει ανάμεσα στον διαμορφωμένο κάθε φορά ορίζοντα προσδοκιών και σε ένα νέο έργο ονομάζεται από τον Jauss «αισθητική απόκλιση» και απερίφραστα, σύμφωνα με τη θεωρία της πρόσληψης, «συνιστά προφανώς κριτήριο για να καθορίσουμε την αισθητική αξία του». 47 Κάθε φορά που η απόσταση αυτή τείνει να μηδενιστεί, το έργο απαλλάσσει τον αναγνώστη από την απαίτηση να στραφεί προς έναν άγνωστο ορίζοντα και έτσι αποδυναμώνει την ίδια τη δραστικότητά του. Με αυτόν τον τρόπο υποβαθμίζεται στην κατηγορία της «εύπεπτης» τέχνης, της προορισμένης για μαζική κατανάλωση και καταδικάζεται στην καλύτερη περίπτωση «να ξεθωριάσει ως best-seller του χθες». 48 Αντίθετα, όταν η απόκλιση διευρύνεται, το έργο εμφανίζεται με θετικό αισθητικό πρόσημο. Όπως είναι αυτονόητο, η υπέρβαση του ορίζοντα δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά την πρωτογενή απόλαυση του κειμένου και την αναντίρρητη αποδοχή του από το αρχικό κοινό. Απεναντίας, η ιστορία της λογοτεχνίας, στο σύνολό της, είναι πεδίο πολλαπλών και ποικίλων ανατροπών, οι οποίες, μάλιστα, χαρακτηρίζονται από «κανονικότητα»: σε μια πρώτη βαθμίδα, τα νέα έργα που απεργάζονται συστηματικά τη ματαίωση των προσδοκιών προκαλούν σχεδόν πάντοτε αρνητικές αντιδράσεις, οι οποίες κυμαίνονται σε μια ευρεία κλίμακα, από την απλή απογοήτευση έως την απροκάλυπτη οργή (το παράδειγμα που επικαλείται ο Jauss είναι η περίπτωση της περίφημης δίκης του Gustave Flaubert για την Madame Bovary). Αυτού του είδους έργα «κατά τη στιγμή της εμφάνισής τους δεν είναι δυνατόν να συσχετιστούν με κάποιο ιδιαίτερο κοινό, αλλά ανατρέπουν τόσο 45 Holub, «Θεωρία της πρόσληψης: η Σχολή της Κωνσταντίας», ό.π., σελ. 465. 46 Ακόμη όμως και για τα έργα με λιγότερο ανατρεπτικό πρόγραμμα η εξακρίβωση του αντικειμενικού ορίζοντα των προσδοκιών μπορεί να επιτευχθεί με τη βοήθεια τριών κριτηρίων: «α) γνωστές νόρμες ή εσωτερική ποιητική του λογοτεχνικού γένους, β) λανθάνουσες σχέσεις προς άλλα γνωστά έργα στη συνάφεια της ιστορίας της λογοτεχνίας και γ) αντίθεση μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας, ποιητικής και πρακτικής λειτουργίας της γλώσσας». Jauss, Η θεωρία της πρόσληψης, ό.π., σελ. 60. 47 Η υπογράμμιση δική μου. Αυτόθι, σελ. 60. 48 Αυτόθι, σελ. 66. 20