ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ` ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2015-16 ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ α. Βασικές έννοιες - Τι είναι ιστορία: α. Ιστορία: η έρευνα σχετικά με τις πράξεις των ανθρώπων = ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ. β. Ιστορία: το αντικείμενο της έρευνας (τα γεγονότα του παρελθόντος) γ. Ιστορία: η αφήγηση αλλά και το αφήγημα δ. Ιστορία: η μη αξιόπιστη υπόθεση. - Αντικείμενο της ιστορίας: οι άνθρωποι και οι πράξεις τους, οι σκέψεις τους, οι ανθρώπινες σχέσεις, οι νοοτροπίες, η ιδεολογία, τα γεγονότα, οι θεσμοί, οι κοινωνικές τάξεις, η οικονομία, η γεωργία, οι τοπικές κοινωνίες, η καθημερινή ζωή, οι συνήθειες, η εκπαίδευση, η διατροφή. - Υποκείμενο της ιστορίας: α. Οι άνθρωποι: Ιστορία συλλογική μνήμη β. Οι ιστορικοί: Ιστορία ιστορική επιστήμη, ιστορικές σπουδές - Σχέση παρελθόντος παρόντος: διαφορετικές απόψεις για το πώς εγγράφεται το παρελθόν στο παρόν. Η σχέση παρελθόντος παρόντος: αποτελεί μια διαδικασία που διαμορφώνεται από τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στο υποκείμενο και στο αντικείμενο της ιστορίας, και πραγματοποιείται στο εκάστοτε παρόν το οποίο χαρακτηρίζεται από τις δικές του προτεραιότητες, ενδιαφέροντα, οπτικές, τεχνικές αναζήτησης και επαλήθευσης πληροφοριών, μεθοδολογία, ιστορική επιστήμη. Σχετίζεται με τις διαδικασίες διαμόρφωσης της ιστορικής σκέψης. Η ιστορική σκέψη συνδέεται με: α. Βασικές «ιστορικές» πραγματικότητες: το «πραγματικό» παρελθόν τα διάφορα κατάλοιπα του παρελθόντος τον ιστορικό τον ιστορικά σκεπτόμενο άνθρωπο (δάσκαλο/α, μαθητή / τρια) το παρόν και το «ιστορικό» παρελθόν β. Βασικές ιστορικές διαδικασίες τη χρήση των καταλοίπων ως πηγών την ερμηνεία τους ως ιστορικών μαρτυριών τη διαμόρφωση ιστορικών υποθέσεων ή συμπερασμάτων Διάλογος παρελθόντος παρόντος θέτει ζητήματα αντικειμενικότητας του παρελθόντος και της ιστορίας, αμεροληψίας, τη σχέση ιστορικών σπουδών με τη συλλογική μνήμη, μύθος και αλήθεια. Ιδεολογικές χρήσεις του παρελθόντος στο παρόν. 1
ΜΝΗΜΗ P. Nora: Αντιδιαστολή ανάμεσα στη συλλογική βιωματική συναισθηματική μνήμη των ομάδων και στην ιστορική διανοητική επιστημονικά τεκμηριωμένη μνήμη των ιστορικών J. Le Goff: «ιστορία και μνήμη»: το βίωμα της σχέσης παρόντος- παρελθόντος μυθική Παραμορφωμένη J. Le Goff: ποικιλία χρήσεων και «τόπων» της «συλλογικής μνήμης»: Α. ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΤΟΠΟΘΕΣΙΕΣ Β. «Τόποι» μνήμης: 1. Τοπογραφικοί (αρχεία παραδοσιακά, προφορ. ιστορίας, μουσεία) 2. Μνημειακοί (ηρώα, νεκροταφεία πεσόντων) 3. Συμβολικοί (εθνικές επέτειοι, εμβλήματα, σημαίες, σύμβολα) 4. Λειτουργικοί (σχολικά εγχειρίδια, σύλλογοι) Τι είναι Ιστορία; Ε.Χ. Κάρ (1960): «Κατά τον Μπούρκχαρτ, ιστορία είναι η καταγραφή όλων εκείνων των γεγονότων μιας εποχής «που μια άλλη εποχή θεωρεί αξιομνημόνευτα». Μπορούμε να κατανοήσουμε το παρελθόν μόνο υπό το φως του παρόντος και το παρόν υπό το φως του παρελθόντος. Η ιστορία έχει διπλό καθήκον: αφενός να δώσει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να κατανοήσει την κοινωνία του παρελθόντος, και αφετέρου να ενισχύσει τον ηγεμονικό έλεγχο που αυτός ασκεί στη σημερινή κοινωνία» Αντώνης Λιάκος (2007) σμήνος εννοιών της Ιστορίας: Ως «όρος» και ως «έννοια» είναι γλωσσικός και πολιτισμικός δείκτης διαφορετικών τρόπων κατανόησης της κοινωνικής χρονικότητας. Οι τρόποι διαφέρουν ανά εποχή. Η ιστορικότητα κάθε κουλτούρας διαμορφώνει την αντίληψη περί ιστορίας. β. Προσεγγίσεις της ιστορικής σκέψης από τη σκοπιά της ιστορίας και της διδακτικής της ιστορίας Η διαδικασία διαμόρφωσης της ιστορικής σκέψης μπορεί να ερευνηθεί μέσα από τρία επιστημονικά «παραδείγματα» 1 που αναπτύχθηκαν στον 19ο και στον 20ο αιώνα και αφορούν τις συγκροτημένες ιστορικές και επιστημολογικές αντιλήψεις που ανέπτυξε η ιστορική επιστήμη για το παρελθόν και για τη διαδικασία κατανόησής, οι οποίες διαμόρφωσαν και τα ανάλογα «παραδείγματα» της ιστορικής εκπαίδευσης: 1 Σύμφωνα με τον Thomas Khun στο βιβλίο του Ο Αιώνας των Επιστημονικών Επαναστάσεων επιστημονικό παράδειγμα «είναι το σύνολο των πεποιθήσεων, των αναγνωρισμένων αξιών και των τεχνικών που ασπάζονται τα μέλη μιας δοσμένηςομάδας επιστημόνων». 2
Α. Παραδοσιακό ιστορικό «επιστημονικό παράδειγμα» Β. Μοντέρνο ιστορικό «επιστημονικό παράδειγμα» Γ. Μεταμοντέρνο ιστορικό «επιστημονικό παράδειγμα» Α. Παραδοσιακές αντιλήψεις για το παρελθόν * Ιστορικές αντιλήψεις: Το παρελθόν υπάρχει παράλληλα με το παρόν, το πραγματικό, μοναδικό και δεδομένο παρελθόν εξουσιάζει το παρόν. Το παρόν, η παρούσα ιδεολογία, συνείδηση και ταυτότητα νομιμοποιούνται με τη γενεαλογική τους σχέση και εξάρτηση από το παρελθόν. Επιστημολογικές αντιλήψεις: η «αντικειμενικότητα» είναι αναγκαία συνθήκη για τη δικαίωση των ιστορικών συμπερασμάτων. Το «πραγματικό» παρελθόν είναι μοναδικό, απλό (μη σύνθετο) και δεδομένο άρα μπορεί να γίνει γνωστό. Το «ιστορικό» παρελθόν ταυτίζεται με το «πραγματικό» παρελθόν. Η επιστημονική αλήθεια είναι μια και μοναδική. Ως αποτέλεσμα, η ιστορική σκέψη δεν επηρεάζεται από το κοινωνικό, πολιτισμικό και ιδεολογικό περιβάλλον του ιστορικού, διαμορφώνεται με βάση τη συσσώρευση «ορθών», «αντικειμενικών» ιστορικών στοιχείων ενώ το αποτέλεσμα της ιστορικής σκέψης εξαρτάται από την ικανότητα του ιστορικού να ανακαλύψει αντικειμενικά το παρελθόν. Μεθοδολογία ιστορικής σκέψης: η ιστορική σκέψη ακολουθεί κυκλική πορεία από το «πραγματικό» παρελθόν και πάλι πίσω σε αυτό. Το αποτέλεσμα της ιστορικής σκέψης ελέγχεται και αξιολογείται κυρίως ως προς την αντικειμενική του αντιστοιχία με το παρόν (αποκρύπτεται η ενεργός συμμετοχή του σκεπτόμενου υποκειμένου). Παραδοσιακή ιστορική εκπαίδευση: ανάπτυξη της ιστορικής σκέψης των μαθητών /τριών μόνο ως προς το περιεχόμενο και όχι ως προς την ιστορική μεθοδολογία και τα ειδικά * Οι τρεις πίνακες που ακολουθούν προέρχονται από το βιβλίο της Ειρήνης Νάκου (2000) Τα παιδιά και η ιστορία. Ιστορική σκέψη, γνώση και ερμηνεία. Αθήνα: Μεταίχμιο. 3
χαρακτηριστικά της. Ως αποτέλεσμα, η χρήση πηγών από τους μαθητές θεωρείται είτε επικίνδυνη είτε χωρίς νόημα - αποφεύγεται ως δύσκολη ή χωρίς σημασία. Αναπαραγωγή μιας αυστηρά προκαθορισμένης «αντικειμενικής» ιστορικής γνώσης που διδάσκεται ως μια απλοποιημένη περίληψη της «ορθόδοξης» ακαδημαϊκής ιστορίας. Επαναλαμβανόμενες, μηκριτικές, αναγνώσεις ιστορικών σχολικών εγχειριδίων και αναπαραγωγή της μίας και μοναδικής «σωστής», «ορθόδοξης» ιστορικής γνώσης. Β. Μοντέρνες αντιλήψεις για το παρελθόν Ιστορικές αντιλήψεις: Το παρελθόν υπάρχει μέσω της σχέσης του με το παρόν αλλά είναι διαφορετικό από το παρόν. Παρελθόν & παρόν γίνονται αντιληπτά υπό την έννοια της πολυπλοκότητας, της ετερότητας, του ετερομορφισμού και της εξέλιξης. Επιστημολογικές αντιλήψεις: η «αντικειμενικότητα», ενυπάρχει στη σύνθετη διαδικασία διασύνδεσης και διάδρασης μεταξύ της μαρτυρίας - ερμηνείας, του παρελθόντος - παρόντος, του υποκειμένου - αντικειμένου. Το πραγματικό παρελθόν είναι μια σύνθετη οντότητα δεν γίνεται πραγματικά και άμεσα γνωστό. Ο ιστορικός, επιτυγχάνει μια σχετική αναδόμηση του παρελθόντος χρησιμοποιώντας τις διαθέσιμες πηγές και ερμηνεύοντάς τες ως μαρτυρίες. Το ιστορικό παρελθόν αναφέρεται στο «πραγματικό» παρελθόν, αλλά δεν ταυτίζεται με αυτό. Μεθοδολογία ιστορικής σκέψης : Οι ιστορικές ερωτήσεις και η ιστορική γνώση η οποία παράγεται από την ιστορική σκέψη είναι σχετικές: η διερεύνηση της πρόθεσης του καταλοίπου (intention operis) και των προθέσεων του δημιουργού (intention auctoris) του διασυνδέονται με τις προθέσεις του ιστορικού (intention lectoris). Η ιστορική σκέψη επηρεάζεται από το 4
πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλον του ιστορικού επομένως υπάρχουν εναλλακτικές ιστορικές ερμηνείες που μπορούν να γίνουν αποδεκτές ως έγκυρες, ακόμα και αν βασίζονται στις ίδιες μαρτυρίες. Μπορούν να προσφέρουν διαφορετικές όψεις της ίδιας πλευράς. Θεμελιακά χαρακτηριστικά της ιστορικής σκέψης είναι η έννοια της ιστορικής αβεβαιότητας και της σχετικότητας. Η σχετικότητα αποτελεί αναγκαία συνθήκη για ένα έγκυρο ιστορικό αποτέλεσμα. (Νέα ιστορικά ερωτήματα μπορούν να τεθούν για τις όψεις του παρελθόντος που έχουν ήδη μελετηθεί και αναδομηθεί). Η έννοια της ενσυναίσθησης (empathy) = αναγκαίο στοιχείο της μοντέρνας αντίληψης για την προσέγγιση του παρελθόντος και προϋπόθεση ότι το παρελθόν μπορεί να αναδομηθεί. Μοντέρνα ιστορική εκπαίδευση: Ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της ιστορικής σκέψης των μαθητών ως προς το περιεχόμενο, τη μεθοδολογία, και τα ειδικά της χαρακτηριστικά. Τελικός στόχος η ανάπτυξη κριτικής ιστορικής γνώσης. Ιστορική γνώση αποτελεί θεμελιώδες χαρακτηριστικό της ιστορικής σκέψης: ως διανοητική και κοινωνική δεξιότητα με στόχο την ιστορική ερμηνεία και όχι την απλή συσσώρευση ιστορικών στοιχείων. Απαραίτητη η εισαγωγή των μαθητών / τριών στην ιστορική μέθοδο και στη διαδικασία της ιστορίας. Η κριτική μελέτη των ιστορικών έργων όπως και η χρήση και ερμηνεία ιστορικών μαρτυριών από τους μαθητές /τριες συμβάλλει στην παράλληλη ανάπτυξη της ιστορικής γνώσης και της ιστορικής σκέψης. Γ. Μεταμοντέρνες αντιλήψεις για το παρελθόν 5
Ιστορικές αντιλήψεις: Αποδόμηση και άρνηση οποιασδήποτε ουσιαστικής σχέσης του παρόντος με το παρελθόν (μόνο ελάχιστα ίχνη του παρόντος στο κατακερματισμένο παρόν). Το παρόν (συνειδήσεις, ιδεολογίες, νοοτροπίες, ταυτότητες) και το παρελθόν εννοούνται ως αποδομημένες ρητορικές και μεταφορικές κατασκευές που διαμορφώνονται και ρυθμίζονται από τη σχέση των σκεπτόμενων υποκειμένων με τις μορφές εξουσίας, από τις ιδεολογικές θέσεις και τα συμφέροντά τους στο παρόν. Επιστημολογικές αντιλήψεις: Άρνηση κάθε έννοιας «αντικειμενικότητας» - η ιστορία είναι ρητορική και κατασκευή των ιστορικών των οποίων η σκέψη είναι συνδεδεμένη με το παρόν. Το πραγματικό παρελθόν έχει χαθεί οριστικά ενώ το ιστορικό παρελθόν αποτελεί μια ιστοριογραφία του παρόντος η οποία δομείται από τους ιστορικούς και από τους ιστορικά σκεπτόμενους ανθρώπους με βάση τις σημερινές ιδεολογίες, παρούσες ανάγκες και χρήσεις. Ως αποτέλεσμα, άρνηση της έννοιας της επιστημονικής αλήθειας. Η αλήθεια και η πραγματικότητα εννοούνται ως ιδεολογικές, ρητορικές και μεταφορικές έννοιες του παρόντος. Μεθοδολογία ιστορικής σκέψης: Η ιστορική σκέψη αξιολογείται με βάση την ερμηνεία των διαθέσιμων καταλοίπων η οποία είναι μια επιβολή της πρόθεσης του ιστορικού σε σχέση με την αναζήτηση της πρόθεσης των ιστορικών καταλοίπων ενώ η αναζήτηση των προθέσεων του δημιουργού υπολανθάνει. Η ιδεολογική θέση των ιστορικά σκεπτόμενων υποκειμένων φορτίζει ιδεολογικά την ιστορική σκέψη και την ιστορική γνώση. Η μεθοδολογία της ιστορικής σκέψης περιορίζεται στο παρόν: αρχίζει από το «ίχνος» του παρελθόντος στο παρόν και καταλήγει σε μια ιστοριογραφία, σε μια ρητορική κατασκευή ενός παρελθόντος στο παρόν. Μεταμοντέρνα ιστορική εκπαίδευση: αποβλέπει στην ανάπτυξη των διανοητικών και ρητορικών δεξιοτήτων των μαθητών / τριών που θα τους επιτρέψουν να διαμορφώσουν ένα ειδικό ιστορικό εννοιολογικό σύστημα και λεξιλόγιο ώστε να αρθρώνουν ιστορικό λόγο και να αναγιγνώσκουν τον ιστορικό λόγο των άλλων με βάση τις ιδεολογικά διαμορφωμένες θέσεις τους (των μαθητών / τριών) και τα συμφέροντά τους στο παρόν. γ. Η ιστορία ως διδακτικό αντικείμενο Από τα τέλη του 18 ου αιώνα και κατά τη διάρκεια του 19 ου αιώνα η ιστορία εισάγεται στη σχολική εκπαίδευση της Δύσης ως αυτόνομο μάθημα. Η θέση του γνωστικού αντικειμένου της ιστορίας στα προγράμματα των διαφορετικών χωρών εξαρτάται από τη δυνατότητά του να διαχειρισθεί το παρελθόν ως εθνικό παρελθόν και να υπηρετήσει τις ανάγκες προσδοκίες του έθνους κράτους που αναδύεται την ίδια εποχή. Η έννοια τους έθνους περιγράφει μια ομάδα ανθρώπων με κοινή καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία και παραδόσεις (το στοιχείο της γλώσσας πολλές φορές είναι το πιο βασικό). Η έννοια του εθνικισμού στο πλαίσιο του ρομαντισμού του 19 ου αιώνα: το έθνος αποτελεί οικουμενική, «φυσική» οντότητα, ανεξάρτητη από το χρόνο χώρο. Η εθνική ταυτότητα είναι αυτονόητη, αποτελεί αναλλοίωτη αποτύπωση της εθνικής 6
συνοχής (& ομοψυχίας). Ανάπτυξη της εθνικής ιστοριογραφίας: έμφαση στην ιστορία και στον πολιτισμό της ομάδας, στη συνέχεια της εθνικής ομάδας, ενίσχυση στην αντίσταση απέναντι στις ξένες επιβουλές, προβολή του έθνους στο παρελθόν (επιλογή συγκεκριμένου χώρου και χρόνου), οργάνωση της ιστορικής αφήγησης σε άξονες που εξυπηρετούν έμμεσα ή άμεσα την ιστορία του έθνους. Ιδεολογική χρήση της εθνικής ιστοριογραφίας - συμβολή στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας μέσα από τον καθορισμό του περιεχομένου και των ορίων της «εθνικής μνήμης». Διάδοση και διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης μέσω της εκπαίδευσης αλλά και με άλλους τρόπους (εθνικές εορτές-εκδηλώσεις, χάρτες, μουσείο κλπ). Η διδασκαλία της ιστορίας στον 19 ο αιώνα, σε γενικές γραμμές, αποσκοπεί στην εθνική και ηθική διαπαιδαγώγηση, έχει εθνοκεντρικό και γεγονοτολογικό χαρακτήρα, το περιεχόμενο είναι δομημένο σειραϊκά, δε συνδέεται με την επιστήμη της ιστορίας (ιστοριογραφία), προσεγγίζεται διδακτικά μέσα από τη μετάδοση και την απομνημόνευση της ιστορικής γνώσης. Προσπάθειες ανανέωσης της σχολικής ιστορίας (τέλη 19 ου α μισό 20 ου αιώνα) σε χώρες όπως οι Η.Π.Α. και η Γαλλία και κριτική στην παραδοσιακή ιστορική εκπαίδευση (περιεχόμενο και μορφή) ως αποτέλεσμα διαφοροποίησης από το κυρίαρχο επιστημονικό παράδειγμα (π.χ. σχολή των Annales, Νέα Ιστορία κυρίως μετά το β μισό του 20 ου αιώνα) ή ως κριτική μετά από σημαντικά γεγονότα (Παγκόσμιοι Πόλεμοι). Προτάσεις για διεύρυνση του περιεχομένου από το γεγονοτολογικό και προσωποκεντρικό περιεχόμενο στη συνολικό γίγνεσθαι του ιστορικού παρελθόντος (κοινωνία, πολιτισμός, ιδέες), για εισαγωγή των ιστορικών μεθόδων στη διδασκαλία και αξιοποίηση των ιστορικών πηγών στη διαμόρφωση ιστορικής σκέψης. Οι προσπάθειες έχουν κάποια αποτελέσματα αλλά δεν ανανεώνουν πλήρως τη σχολική ιστορία. Έχουν συμπληρωματική εφαρμογή στο πλαίσιο μιας προσέγγισης η οποία σε μεγάλο βαθμό χαρακτηρίζεται από αφηγηματικότητα, γεγονοτολογία, εθνοκεντρισμό και απομνημόνευση. Σημαντικές εξελίξεις στη διδακτική της ιστορίας από τα μέσα του 20 ου αιώνα και εξής για λόγους πολιτικούς (αποτελέσματα Β Παγκοσμίου Πολέμου), κοινωνικούς (κινήματα της δεκαετίας του 60) και επιστημονικούς (γνωστικές θεωρίες, κοινωνιολογία της εκπαίδευσης, εξελίξεις στην παιδαγωγική και στη διδακτική). δ. Ζητήματα διδακτικής της ιστορίας ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΈΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ (H. Moniot): Α. Διαμόρφωση ιδιαίτερης επαγγελματικής συνείδησης στους εκπαιδευτικούς: - διάκριση μεταξύ ιστορικής πραγματικότητας μύθου / ιδεολογίας - κατανόηση ότι η ιδεολογία κατασκευάζει & διαμορφώνει ιστορικές «πραγματικότητες» - κατανόηση της διαφοράς ανάμεσα στην ιστορική αλήθεια και στην ιστορική ερμηνεία - οι πηγές ντετερμινιστικά και αδιαμεσολάβητα τεκμήρια 7
Β. Σχολικές χρήσεις της ιστορίας: ρόλος και λειτουργίες της, γενικοί σκοποί και ειδικοί στόχοι, μεθόδους πρόσληψης της ιστορικής γνώσης Γ. Ο ρόλος των σχολικών εγχειριδίων Δ. Από-ιδεολογικοποίηση του μαθήματος Ε. Η διανοητική και ψυχολογική συγκρότηση των μαθητών ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ: Martin Booth: με έρευνες ανέτρεψε τις βιολογικές αναπτυξιακές αντιλήψεις του J. Piaget για τη σκέψη. Επικοινωνιακό μοντέλο: Ικανότητα κατανόησης και χειρισμού της ιστορικής ορολογίας και του εννοιολογικού εξοπλισμού της Ιστορίας Εμπλοκή της ιστορικής γνώσης και της ενσυναίσθησης στη διαδικασία της ιστορικής κατανόησης Ικανότητα συγκέντρωσης -χρήσης ιστορικών πηγών Έμφαση στη χρήση οπτικών εικαστικών πηγών Κατανόηση ιδεών κομβικής σημασίας Μετασχηματισμός της τάξης σε πεδίο άρθρωσης τεκμηριωμένου ιστορικού λόγου ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Δ.Ε.Π.Π.Σ.: «η ανάπτυξη της ιστορικής σκέψης και της ιστορικής συνείδησης. Η ανάπτυξη ιστορικής σκέψης αφορά την κατανόηση των ιστορικών γεγονότων μέσα από την εξέταση αιτίων και αποτελεσμάτων, ενώ η καλλιέργεια ιστορικής συνείδησης αφορά την κατανόηση της συμπεριφοράς των ανθρώπων σε συγκεκριμένες καταστάσεις και τη διαμόρφωση αξιών και στάσεων που οδηγούν στην εκδήλωση υπεύθυνης συμπεριφοράς στο παρόν και το μέλλον προετοιμασία υπεύθυνων πολιτών» Μαρία Ρεπούση: «διαμόρφωση κριτικά σκεπτόμενων και ιστορικά εγγράμματων πολιτών» K.C. Barton L. S. Levstik: Οι 4 σκοπιές της ιστορικής εκπ/σης για δημοκρατική πολιτειότητα: «η συμμετοχή στη δημοκρατική ζωή η οποία εκπληρώνεται όταν οι μαθητές μέσα από την ιστορική εκπαίδευση μπορούν να κάνουν ταυτίσεις, να αναλύουν, να αποκρίνονται ηθικά, να εκθέτουν». - «Η σκοπιά της συγκρότησης της ταυτότητας»: ταύτιση με την προσωπική και οικογενειακή ιστορία, ταύτιση με την εθνική ταυτότητα, ταύτιση του παρόντος με το εθνικό παρελθόν (ως πρότυπο) - «Η αναλυτική σκοπιά»: πως το παρελθόν οδηγεί στο παρόν; τα μαθήματα που μας δίνει το παρελθόν, πως διαμορφώνονται οι ιστορικές θεωρήσεις; 8
- «Η σκοπιά της ηθικής απόκρισης»: αξιολογικές κρίσεις για τη μνήμη και λήθη, τη δικαιοσύνη, τους ήρωες και τον ηρωισμό - «Η σκοπιά της παρουσίασης»: παρουσίαση για προσωπική ικανοποίηση, παρουσίαση ως μέσου ελέγχου (επίδοση κλπ.), παρουσίαση ως υπηρεσία στους άλλους (Μουσεία, ΜΜΕ κλπ) Η διδακτική της ιστορίας, ως αυτόνομο επιστημονικό αντικείμενο, εμφανίζεται κατά τη δεκαετία του 60, σε μια εποχή που το μάθημα της ιστορίας αμφισβητείται ως μέσο νομιμοποίησης του κατεστημένου. Σταδιακά συγκροτείται η σχετική ακαδημαϊκή κοινότητα και θεσμοθετείται ακαδημαϊκά το γνωστικό αντικείμενο της διδακτικής της ιστορίας, το οποίο αποσκοπεί στην υπέρβαση της παραδοσιακής, διαισθητικού χαρακτήρα, προσέγγισης της διδασκαλίας της ιστορίας και στη διαμόρφωση ενός λόγου επιστημονικά τεκμηριωμένου για το γνωστικό αντικείμενο. Σε επιστημονικό επίπεδο υιοθετείται μια διεπιστημονική προσέγγιση και αξιοποιούνται τα ερευνητικά αποτελέσματα πολλών επιστημών και ειδικοτήτων (παιδαγωγική, γνωστική ψυχολογία, ιστοριογραφία, κοινωνιολογία κλπ). Από τότε και εξής η θεωρία για τη διδακτική της ιστορίας μετασχηματίζεται και διευρύνεται ώστε να καλύψεις ένα ευρύτερο φάσμα ιστορικής γνώσης, εκτός της τυπικής εκπαίδευσης, που αφορά στο δημόσιο χώρο (Μουσείο, ΜΜΕ, Films,διαδίκτυο). Στόχος του μαθήματος της ιστορίας είναι η ανάπτυξη της ιστορικής σκέψης των μαθητών / τριών και η δημιουργία κριτικά σκεπτόμενων και ιστορικά εγγράμματων πολιτών. Με βάση τις σύγχρονες αντιλήψεις για τη διδακτική της ιστορίας η ιστορική γνώση έχει τριπλό χαρακτήρα. Σχετίζεται με: Α. Το δηλωτικό / προτασιακό χαρακτήρα, δηλαδή τη γνώση των ιστορικών γεγονότων. Β. Το διαδικαστικό / μεθοδολογικό χαρακτήρα, δηλαδή τη γνώση των ιστορικών μεθόδων και της διαδικασίας απόκτησης της ιστορικής γνώσης. Γ. Τον εννοιολογικό χαρακτήρα της ιστορικής γνώσης, δηλαδή τη γνώση της ιστορικής γλώσσας. Η σύγχρονη έρευνα δείχνει ότι η δηλωτική γνώση θα πρέπει να ενισχύεται από τη γνώση των μεθόδων και των ιστορικών εννοιών. Μέχρι τη δεκαετία του 60 η δηλωτική γνώση κυριαρχεί στο περιεχόμενο του γνωστικού αντικειμένου της ιστορίας στο σχολείο, ενώ στη δεκαετία του 70 εντείνεται η προσπάθεια για την εισαγωγή των μεθοδολογικών γνώσεων. Πιο πρόσφατα ο δηλωτικός και ο μεθοδολογικός χαρακτήρας της γνώσης συνυπάρχουν. Η δηλωτική ιστορική γνώση στην παραδοσιακή προσέγγιση της σχολικής ιστορίας χαρακτηρίζεται από την έμφαση στα ιστορικά γεγονότα, στα σημαντικά ιστορικά πρόσωπα, στην χρονολογική προσέγγιση του ιστορικού γίγνεσθαι σε συνδυασμό με την έμφαση στον εθνικό χαρακτήρα της ιστορίας. Σημαντικές αλλαγές στο δηλωτικό - προτασιακό χαρακτήρα της ιστορικής γνώσης σημειώνονται από τη δεκαετία του 60 και εξής: αλλαγή στη φορά του χρόνου (ισχύει στην ιστορική εκπαίδευση Γαλλίας, Η.Π.Α., Αγγλίας και αλλού), θεματική 9
προσέγγιση αντί της χρονολογικής προσέγγισης των ιστορικών περιεχομένων (μέσα από ένα θέμα εξετάζονται οι αλλαγές των ιστορικών περιόδων), υιοθέτηση μικτών προσεγγίσεων (χρονικών και θεματικών) της ιστορικής ύλης, μετάβαση από το γεγονοτολογικό και ηρωικό περιεχόμενο σε θεματικές που αφορούν στο κοινωνικό, οικονομικό, πολιτισμικό και ιδεολογικό παρελθόν. Τέλος, ανανεώνεται ο τρόπος αξιολόγησης: μετακίνηση από την αναπαραγωγή της ιστορικής γνώσης στην αυτό-αξιολόγηση και ετερο-αξιολόγηση με κριτήριο τα ποικίλα «προϊόντα» που δημιουργούν οι μαθητές / τριες (ιστορικό συμπέρασμα, αφήγηση, κείμενο, ζωγραφιά, θεατρικό παιχνίδι δραματοποίηση, πίνακας, χάρτης). Ο διαδικαστικός μεθοδολογικός χαρακτήρας της ιστορικής γνώσης στο πλαίσιο της σχολικής ιστορίας αναφέρεται στη γνώση των ιστορικών μεθόδων δηλαδή στην ανάπτυξη της ικανότητας των παιδιών να θέτουν ερωτήματα σχετικά με το παρελθόν και να έχουν την ικανότητα να δίνουν απαντήσεις σε αυτά. Δομικό στοιχείο αποτελεί η κατανόηση από την πλευρά των εκπαιδευομένων ότι η ιστορική γνώση είναι «διαμεσολαβημένη» γνώση - μέσω των ιστορικών πηγών και ότι το παρελθόν γίνεται ιστορικό παρελθόν λόγω του παρόντος. Η δυνατότητα διατύπωσης ιστορικών ερωτημάτων κατά την εκπαιδευτική διαδικασία αποτελεί ατραπό για την ιστορική κατανόηση. Τρεις τύποι ιστορικών ερωτημάτων μπορούν να αναπτυχθούν στο περιβάλλον της τάξης: α. ανοικτό ιστορικό ερώτημα: το θέτουν τα παιδιά, πρέπει να είναι σχετικό με την ιστορία και να μπορεί να απαντηθεί, απαιτεί ανοικτές παιδαγωγικές διαδικασίες εκτός Α.Π. (project) ή σε «παράθυρα» του Α.Π. β. καθοδηγούμενο ιστορικό ερώτημα: προκύπτει από «περιβάλλον» ετοιμασμένο από εκπ/κό, αναπτύσσονται (υπο)ερωτήματα, αφορά προγράμματα άτυπης ιστορικής εκπ/σης (μουσείο) γ. δεδομένο ιστορικό ερώτημα: το θέτει ο/η εκπ/κος ή το σχολικό εγχειρίδιο το οποίο παρέχει και το σχετικό εκπαιδευτικό υλικό (ντοκουμέντα, πληροφοριακό υλικό) ώστε να αναπτυχθούν ερευνητικές δραστηριότητες για να απαντηθεί. Η διαδικαστική μεθοδολογική ιστορική γνώση απαιτεί την εξοικείωση των μαθητών / τριων με τις ιστορικές πηγές. Μια βασική δυσκολία πηγάζει από το γεγονός ότι οι ιστορικές πηγές έχουν παραχθεί εκτός σχολείου. Όταν αξιοποιούνται στη διδακτική πράξη αποτελούν ντοκουμέντα τα οποία χρειάζεται να υποβληθούν σε τρόπους ανάγνωσης. Στην επιστήμη της ιστορίας οι πηγές διακρίνονται σε γραπτές πηγές και υλικά τεκμήρια, σε πρωτογενείς και δευτερογενείς, σε δημοσιευμένες αδημοσίευτες, σε υλικές και άϋλες πηγές. Στο πλαίσιο της διδακτικής της ιστορίας οι πηγές (ντοκουμέντα) με κριτήριο τη μορφή με την οποία αξιοποιούνται διακρίνονται σε γραπτές πηγές, ηχητικές πηγές, οπτικές πηγές (οτιδήποτε μπορεί να αξιοποιηθεί στην τάξη με τη μορφή εικόνας: π.χ. αρχαιολογικά ευρήματα, φωτογραφίες, καρτ ποστάλ, έργα τέχνης, γελοιογραφίες), προφορικές πηγές, οι πηγές του 10
τοπίου (οποιοδήποτε στοιχείο του φυσικού ή του δομημένου περιβάλλοντος είναι επισκέψιμο), ηλεκτρονικές πηγές (διαδίκτυο, πολυμέσα, Cd-Rom), έργα τέχνης, αντικείμενα, χάρτες, οπτικοακουστικές πηγές, στατιστικοί πίνακες. Η προσέγγιση των ιστορικών πηγών (ντοκουμέντων) στο πλαίσιο της διδακτικής πράξης περνά από μια διαδικασία σταδιακών αναγνώσεων στις οποίες περιλαμβάνονται: α). O προσδιορισμός της ταυτότητας της πηγής: (ποιος/α, που, πότε τη δημιούργησε, σκοπός και σε ποιους/ες απευθύνεται, κλπ.) με στόχο την αναζήτηση της σχέσης της ιστορικής πηγής με τον / τη δημιουργό της. β). H ανάλυση της πηγής: μέσα από την κατάταξή της (ως προς το είδος, τον τόπο εύρεσης και διαφύλαξης, τη μεμονωμένη ή σχολή, ρεύμα, τάση στην οποία ανήκει), την κατανόησή της (αναζήτηση του θέματος, των απόψεων που εκφράζονται, εντοπισμός σημαντικών ιστορικών εννοιών, ενδεχόμενα αποτελέσματα από τη χρήσης της), την αξιολόγησή της (ως προς την εποχή της, τις ενδεχόμενες προκαταλήψεις, μεροληψία, αντικειμενικότητα, επιρροή στους σύγχρονους ή στους μεταγενέστερους της) με στόχο την κατανόηση του ρόλου της μαρτυρίας και τον εντοπισμό της συμβολής της στη διαμόρφωση της ιστορικής γνώσης. γ). H τοποθέτηση της μαρτυρίας στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο: μέσα από την εξέταση της ιστορικής πηγής σε σχέση με το θέμα και τα συγκεκριμένα ερωτήματα που έχουν τεθεί στο πλαίσιο της διδασκαλίας, τον εντοπισμό ιστορικών πληροφοριών και την εξαγωγή ιστορικών συμπερασμάτων και την αξιοποίηση ιστορικών πληροφοριών σε συνάρτηση με τα α) και β). Στο πλαίσιο της διδακτικής της ιστορίας χρησιμοποιούνται ντοκουμέντα, πληροφοριακό και εκπαιδευτικό υλικό. Το πληροφοριακό υλικό διαφέρει από τις ιστορικές πηγές (ντοκουμέντα) στο βαθμό που έχει παραχθεί για διδακτικούς σκοπούς και περιλαμβάνει στοιχεία της δηλωτικής ιστορικής γνώσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εκπαιδευτικού υλικού αποτελούν τα βασικά κείμενα, τα δευτερεύοντα κείμενα, οι χάρτες, οι χρονογραμμές, οι λεζάντες των εικόνων κλπ. στα σχολικά εγχειρίδια που έχουν δημιουργηθεί με στόχο να μεταδώσουν την ιστορική γνώση. Συνολικά το εκπαιδευτικό υλικό περιλαμβάνει τόσο τα ντοκουμέντα όσο και το πληροφοριακό υλικό. Εκτός από το δηλωτικό και το μεθοδολογικό χαρακτήρα εξίσου σημαντικός είναι ο εννοιολογικός χαρακτήρας της ιστορικής γνώσης. Η ιστορική κατανόηση και η ιστορική γνώση εξαρτώνται άμεσα από τη γνώση των εννοιών (της ιστορικής γλώσσας) που ενυπάρχει τόσο στη δηλωτική όσο και στη μεθοδολογική ιστορική γνώση. Έχουν προταθεί διάφορες τυπολογίες των εννοιών (π.χ. P. J. Lee, H. Moniot). Σύμφωνα με τον Peter J. Lee οι έννοιες διακρίνονται σε ουσιαστικές ή πρώτης τάξης (π.χ. «μοναρχία», «πολιτισμός») και σε δομικές ή δεύτερης τάξης (π.χ. «χρόνος», «αιτιότητα», «ενσυναίσθηση»). Ο H. Moniot προτείνει μια διαφορετική 11
τυπολογία για τις έννοιες και τις ταξινομεί σε έννοιες που προέρχονται από το σημασιολογικό πεδίο νοηματοδότησης της καθημερινότητας, σε έννοιες που αποτελούν προϊόντα επεξεργασίας πολιτικών, κοινωνικών ή φιλοσοφικών αναζητήσεων οι οποίοι διατηρήθηκαν στην πολιτισμική μας παράδοση, σε έννοιες των σύγχρονων κοινωνικών επιστημών για την ανάλυση της ανθρώπινης πραγματικότητας και σε έννοιες κατασκευασμένες ή αναπροσδιορισμένες από ιστορικούς οι οποίες κατά περίπτωση συνθέτουν, συμπυκνώνουν ή επεξεργάζονται μια σειρά πράξεων γεγονότων. Τέλος, κατά μια άλλη τυπολογία (Μ. Ρεπούση) οι έννοιες μπορούν να ταξινομηθούν σε έννοιες μεθοδολογικού, σε έννοιες επικοινωνιακού και σε έννοιες οργανωτικού χαρακτήρα. Στις ιστορικές έννοιες μεθοδολογικού χαρακτήρα ανήκουν μια σειρά από δομικές ιστορικές έννοιες με διαθεματική και διαχρονική ισχύ και οι οποίες χρειάζονται ειδική επεξεργασία στη διδακτική της ιστορίας: χρόνος, χώρος, αιτιότητα και συνέπεια, συνέχεια και αλλαγή, αλληλουχία, ομοιότητα και διαφορά. Η έννοια του ιστορικού χρόνου είναι από τις βασικές για τη διδακτική του μαθήματος της ιστορίας και η κατανόησή του από τα παιδιά αποτελεί προϋπόθεση για τη διδακτική διαδικασία του ιστορικού μαθήματος. Με βάση τις νεώτερες έρευνες η έννοια του χρόνου είναι παροντική και υποκειμενική για τα παιδιά. Οι ιστορικές έννοιες επικοινωνιακού χαρακτήρα: (π.χ. «εκκλησία του δήμου», «δωρικός ρυθμός», «μινωικά ανάκτορα», «σύνταγμα») είναι οι ουσιαστικές ιστορικές έννοιες, έχουν φτιαχτεί εντός ή εκτός του πλαισίου της ιστοριογραφίας, έχουν σκοπό την επικοινωνία και η ιστορική τους σημασία σχετίζεται άμεσα με τα συγκεκριμένα χωροχρονικά συμφραζόμενα τους. Η διδακτική προσέγγιση των εννοιών επικοινωνιακού χαρακτήρα απαιτεί την υπέρβαση της αμφισημίας τους και του αυτονόητου χαρακτήρα τους, την ανίχνευση και ανάδειξη των διαφορετικών αναπαράστάσεων των μαθητών / τριών γι αυτές. Τέλος, οι ιστορικές έννοιες οργανωτικού χαρακτήρα αναφέρονται σε μεγάλες ιστορικές περιόδους ή σε ιστορικά φαινόμενα με το σύνολο των χαρακτηριστικών που τους αποδίδονται: π.χ. προϊστορία, αρχαιότητα, μεσαίωνας, αναγέννηση, βυζάντιο, νεωτερικότητα κλπ. 12