33. Προοπτική Μνήμη Σύνοψη Η προοπτική μνήμη αποτελεί ένα είδος μνήμης, ενθύμησης για μελλοντικές ενέργειες και βασίζεται είτε σε μία εσωτερική αντίληψη και σήμανση του χρόνου κατά τον οποίο πρέπει να πραγματοποιηθεί μια πράξη είτε σε κάποιες εξωτερικές νύξεις, ενδείξεις οι οποίες θα «υπενθυμίσουν» στο υποκείμενο την προς εκτέλεση ενέργεια. Δεν υπάρχει συμφωνία κατά πόσο αποτελεί αυτόνομο μνημονικό τύπο και δεν έχει ακόμα μελετηθεί επαρκώς. Ελάττωση της προοπτικής μνήμης παρατηρείται σε αγχώδεις καταστάσεις. Προαπαιτούμενη γνώση Δεν απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις για την κατανόηση του περιεχομένου αυτού του κεφαλαίου. 33.1 Ορισμός Προοπτική μνήμη (prospective memory) είναι η ενθύμηση εκτέλεσης μιας σκόπιμης (προγραμματισμένης) πράξης στο μέλλον χωρίς την ύπαρξη οποιασδήποτε ρητής οδηγίας ενθύμησης (Eysenck, 2009). Δηλαδή, η προοπτική μνήμη συνίσταται στην αυθόρμητη ανάκληση μιας πληροφορίας στο προσεχές μέλλον, η οποία οδηγεί στην εκτέλεση μιας συγκεκριμένης πράξης που έχει προγραμματιστεί να γίνει σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο στο προσεχές μέλλον. Συνεπώς, προοπτική μνήμη είναι η μνήμη των προθέσεων και των προς εκτέλεση ενεργειών. Η έννοια της προοπτικής μνήμης αντιτίθεται σε αυτήν της αναδρομικής μνήμης, η οποία αφορά συμβάντα και εμπειρίες του παρελθόντος. Πρέπει να σημειωθεί ότι παρόλο που η προοπτική μνήμη απαιτεί την ύπαρξη προγράμματος, δεν υπάρχει ταύτιση μεταξύ των δύο, γιατί, ενώ ο προγραμματισμός περιλαμβάνει οργανωμένα σχέδια δράσης για την επίτευξη ενός στόχου, η προοπτική μνήμη περιλαμβάνει επίσης χαλαρά οργανωμένες προθέσεις καθώς και τις συγκεκριμένες ενέργειες που πρέπει να εκτελεστούν. 33.2 Χαρακτηριστικά και Κατηγοριοποίηση Σε αντίθεση με την αναδρομική μνήμη (retrospective memory) που συνήθως αφορά ενθύμηση αυτού που γνωρίζουμε για κάτι και συνήθως έχει πλούσιο πληροφοριακό περιεχόμενο, η προοπτική μνήμη εστιάζει κυρίως στο πότε πρέπει να πραγματοποιηθεί μία πράξη και έχει συνήθως περιορισμένο πληροφοριακό περιεχόμενο. Επίσης, μια άλλη διαφοροποίηση μεταξύ προοπτικής και αναδρομικής μνήμης είναι οι συνήθως περισσότερες εξωτερικές ενδείξεις στην περίπτωση της αναδρομική μνήμης που διατίθενται για την ανάκληση του μνημονικού περιεχομένου. Γενικά, αναγνωρίζονται δύο είδη προοπτικής μνήμης, τα οποία διακρίνονται από τον τύπο της ένδειξης (νύξης) που χρησιμοποιείται για την ενθύμηση της προς εκτέλεση πράξης. Έτσι, υπάρχει το είδος εκείνο της προοπτικής μνήμης που βασίζεται σε ενδείξεις οι οποίες συνίστανται σε γεγονότα. Στο είδος αυτό προοπτικής μνήμης τον ρόλο της ένδειξης για την επιτέλεση της προγραμματισμένης πράξης τον παίζει ένα (αναμενόμενο) συμβάν. Για παράδειγμα, όταν συναντήσω ένα συγκεκριμένο άτομο, (να θυμηθώ) να του αναφέρω κάτι. Το δεύτερο είδος προοπτικής μνήμης βασίζεται στον χρόνο. Δηλαδή, η ένδειξη που προκαλεί την ενθύμηση προς εκτέλεση μιας ενέργειας συνίσταται σε ένα συγκεκριμένο (μελλοντικό) χρονικό σημείο. Τυπικά παραδείγματα αυτού του είδους προοπτικής μνήμης αποτελούν οι προκαθορισμένες συναντήσεις (ραντεβού) και επίσης οι ενέργειες (π.χ. τηλεφωνικές κλήσεις) που πρέπει να γίνουν κατά τη διάρκεια μιας επαγγελματικής ημέρας. Το είδος της προοπτικής μνήμης που βασίζεται σε γεγονότα διακρίνεται σε δύο επιμέρους κατηγορίες που αντιστοιχούν σε δύο τύπους δοκιμασιών: άμεσα εκτελέσιμη ενέργεια και εκτέλεση της ενέργειας μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. Η δεύτερη περίπτωση είναι τυπική της καθημερινής ζωής, κατά την οποία η προγραμματισμένη άμεση εκτέλεση μιας ενέργειας παρεμποδίζεται από διάφορα περιστασιακά γεγονότα. Για παράδειγμα, κάποιος ξεκινά για αγορές σε τρία διαφορετικά καταστήματα της πόλης, όταν ξαφνικά (παρεμβολή) συναντά ένα γνωστό πρόσωπο μετά από αρκετό καιρό, με το οποίο συζητά για αρκετά λεπτά. 33.2.1 Ο Ρόλος του Είδους των Νύξεων Το είδος των ενδείξεων, των νύξεων παίζει σημαντικό ρόλο στην προοπτική μνήμη. Σε μια πειραματική δο- - 277 -
κιμασία οι επιδόσεις στην προοπτική μνήμη ήταν καλύτερες, όταν η ενθύμηση βασιζόταν σε γεγονότα απ ό,τι όταν βασίζονταν στον χρόνο, ακόμα και όταν στην περίπτωση που βασιζόταν στον χρόνο οι εξεταζόμενοι αφιέρωναν τον περισσότερο από τον χρόνο τους (μέχρι την προς εκτέλεση πράξη) στο να σκέπτονται γύρω από την προς εκτέλεση πράξη (Sellen, Louie, Harris, & Wilkins, 1997). Πιθανώς, αυτό να οφείλεται στο ότι απαιτείται περισσότερη εγκεφαλική δραστηριότητα στη δεύτερη περίπτωση μέσω μιας συνεχούς ή και επαναλαμβανόμενης εποπτείας (ανάκλησης) της μνήμης της προς εκτέλεση πράξης. Αντίθετα, η διεργασία πρόκλησης της ενθύμησης για εκτέλεσης μιας ενέργειας από ένα εξωτερικό γεγονός (η οποία προφανώς βασίζεται στον προσχηματισμό μιας σύνδεσης, ενός συνειρμού, μεταξύ του γεγονότος αυτού και της προς εκτέλεση ενέργειας) φαίνεται πιο απλή και λιγότερο απαιτητική από την άποψη του φορτίου εγκεφαλικής δραστηριότητας επεξεργασίας. Πιθανόν, αυτός είναι ο λόγος και για το ότι η επίδοση σε δοκιμασίες προοπτικής μνήμης επηρεαζόταν θετικά από τον βαθμό εξειδίκευσης του περιεχομένου της (δηλαδή όσο πιο συγκεκριμένη είναι η πληροφορία που πρέπει να ανακληθεί σχετικά με την προς εκτέλεση πράξη) απ ό,τι από το ποιόν του περιεχομένου της μνήμης που πρέπει να ανακληθεί. 33.3 Λειτουργικός Ρόλος και Εγκεφαλικοί Μηχανισμοί Η σημασία της προοπτικής μνήμης γίνεται σαφής από το γεγονός ότι από το σύνολο των προγραμματιζόμενων σχεδίων προς εκτέλεση για την επόμενη εβδομάδα μόνον το 3% λησμονείται (Marsh, Hicks, & Landau, 1998). Σε μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε πληρώματα αεροσκαφών υπό πτήση διακρίθηκαν οι πιο κάτω περιπτώσεις, στις οποίες απαιτείται σημαντικά αποτελεσματική λειτουργία της προοπτικής μνήμης (Nowinski & Dismukes, 2005): 1. Ενθύμηση εκτέλεσης μιας έκτακτης, μη συνηθισμένης πράξης. 2. Ενθύμηση εκτέλεσης πολλών ενεργειών σε μία συγκεκριμένη (σωστή) σειρά. 3. Ενθύμηση εκτέλεσης μη συνηθισμένων ενεργειών ως απόκλιση σε ή αντικατάσταση μιας συνηθισμένης ενέργειας. 4. Ενθύμηση για επιστροφή στην εκτέλεση μια ενέργειας μετά από διακοπή της για εκτέλεση μια άλλης πράξης. 5. Εκτέλεση πολλών ενεργειών ταυτόχρονα. Ένας σημαντικό εμπόδιο αποδείχτηκε ότι ήταν οι διακοπές, δηλαδή η διάσπαση κατά την επιτέλεση μιας πράξης, και σημαντικά προβλήματα δημιουργούνται, όταν υπάρχουν αποκλίσεις από τη συνηθισμένη αλληλουχία εργασιών (ρουτίνας) που πρέπει να εκτελεστούν. Τα προβλήματα φαίνεται να δημιουργούνται λόγω του μειωμένου χρόνου που διατίθεται για επανασχεδιασμό της δράσης, τόσο για την αντιμετώπιση της νέας κατάστασης όσο και την επαναφορά στην προηγούμενη ρουτίνα (αλληλουχία εργασιών), όταν οι διακοπές είναι έντονες και απότομες. Πράγματι, πιο αποτελεσματική επαναφορά στο προηγούμενο πρόγραμμα ενεργειών (αυξημένη επίδοση) παρατηρείται, όταν μεταξύ της διακοπής και της απαίτησης για επαναφορά υπάρχει επαρκής χρόνος μερικών δευτερολέπτων. Μια αποδεκτή θεωρία η οποία ερμηνεύει τις εγκεφαλικές διεργασίες στις οποίες υπόκειται η προοπτική μνήμη είναι η θεωρία των προπαρασκευαστικών διεργασιών προσοχής και μνήμης (PAM, preparatory attentional and memory processes) (Smith & Bayen, 2005). Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, υφίστανται δύο κύριες διεργασίες. Πρώτον, μία διεργασία εποπτικής παρακολούθησης, η έναρξη της οποίας ταυτίζεται με την έναρξη της πρόθεσης για εκτέλεση μιας ενέργειας και διατηρείται μέχρι την περάτωση της εκτέλεσης της πράξης. Κατά τη διεργασία αυτή της εποπτικής παρακολούθησης χρησιμοποιούνται υπολογιστικά απαιτητικές εγκεφαλικές διεργασίες, όπως αυτές που συμμετέχουν στη λειτουργία της προσοχής και απασχολούν αρκετή από την επεξεργαστική ικανότητα του εγκεφάλου. Δεύτερον, διεργασίες αναδρομικής μνήμης που απαιτούνται για την ενθύμηση του ακριβούς περιεχομένου της προγραμματισμένης προς εκτέλεση ενέργειας σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, προβλέπεται ότι η επίδοση σε δοκιμασίες προοπτικής μνήμης μεγιστοποιείται, όταν αφιερώνεται όλη η ικανότητα προσοχής καθώς και πρόσθετες διεργασίες στη διεργασία εποπτικής παρακολούθησης. Πράγματι, καλύτερη προοπτική μνήμη έχουν άτομα με μεγάλη ικανότητα προσοχής. Πρέπει να σημειωθεί ότι η διεργασία της προοπτικής μνήμης απασχολεί ένα τμήμα της ικανότητας επεξεργασίας του εγκεφάλου ακόμα και απουσία ερεθισμάτων που σχετίζονται με την προς εκτέλεση εργασία. Λαμβάνοντας υπόψη τον συσχετισμό μεταξύ ικανότητας επεξεργασίας και ενεργού μνήμης (ή μνήμης εργασίας), καθίσταται κατανοητό το γεγονός ότι άτομα με υψηλή ικανότητα μνήμης εργασίας παρουσιάζουν καλύτερη προοπτική μνήμη σε σύγκριση με άτομα που έχουν ασθενή μνήμη εργασίας (Smith - 278 -
& Bayen, 2005). Βέβαια, στην πραγματικότητα της καθημερινής ζωής φαίνεται ότι συνήθως δεν υφίσταται ανάγκη συνεχούς παρακολούθησης του προς επίτευξη στόχου (της προς εκτέλεση ενέργειας). Προπαρασκευαστικές διεργασίες προσοχής μπορούν να υφίστανται εκτός της περιοχής της εστιασμένης προσοχής. Πράγματι, συχνά εκτελούμε ενέργειες που απαιτούν τη λειτουργία της προοπτικής μνήμης αυτόματα (δηλαδή με αυτόματο εντοπισμό των στόχων), χωρίς αναγκαιότητα συνεχούς παρακολούθησης του προς επίτευξη στόχου (Einstein et al., 2005). Τέτοιος αυτόματος εντοπισμός-ανίχνευση αυτού που πρέπει να κάνουμε, συμβαίνει, όταν: α) υπάρχει στενή σύνδεση (υψηλός συνειρμός) μεταξύ της ένδειξης (που θα προκαλέσει την έναρξη της εκτέλεσης της πράξης) και της προς εκτέλεση πράξης, β) η ένδειξη είναι ιδιαίτερα φανερή και σημαντική, γ) η παράλληλα διενεργούμενη εγκεφαλική διεργασία επιτέλεσης μιας άλλης ενέργειας κατευθύνει την προσοχή σε σημαντικές πτυχές της ένδειξης (πιθανώς πάλι μέσω συνειρμικής σχέσης). Παρόλο που η μνήμη για τις προθέσεις και τις μελλοντικές ενέργειες είχε κάπως προσεγγιστεί από την αρχή της πειραματικής ανθρώπινης ψυχολογίας, η συστηματική έρευνα της προοπτικής μνήμης είναι πολύ πρόσφατη, μόλις των τελευταίων δύο δεκαετιών (Brandimonte & Ellis, 1996). Οι πιθανές αιτίες γι αυτή την καθυστερημένη ανάπτυξη της μελέτης της προοπτικής μνήμης περιλαμβάνουν τον επηρεασμό από τη γενική αντίληψη ότι η μνήμη αφορά το παρελθόν και όχι το μέλλον, την παραδοξότητα παραμέλησης από την πλευρά της επιστήμης σημαντικών ζητημάτων, καθώς και το γεγονός ότι ο έλεγχος των πειραματικών δοκιμασιών και οι ερμηνείες των αποτελεσμάτων είναι πιο δυσχερείς στην προοπτική απ ό,τι στην αναδρομική μνήμη. Επίσης, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, στις διεργασίες της προοπτικής μνήμης περιλαμβάνονται και μη μνημονικές, οι οποίες δυσκολεύουν την ανάλυση των μνημονικών παραμέτρων των σχετικών δοκιμασιών. Το γεγονός ότι όλες οι δοκιμασίες της προοπτικής μνήμης περιλαμβάνουν και αναδρομική μνήμη, δυσκολεύει τη διερεύνηση των εγκεφαλικών μηχανισμών στις οποίες υπόκειται η προοπτική μνήμη. Μία μέθοδος που μπορεί να συμβάλλει στην κατεύθυνση αυτή είναι αυτή της λειτουργικής νευροαπεικόνισης, κατά την οποία μπορεί να χαρτογραφηθεί η εγκεφαλική δραστηριότητα σε υγιή υποκείμενα κατά την εκτέλεση μιας δοκιμασίας προοπτικής μνήμης. Μέχρι τώρα μία ετερογενής κατά τα άλλα εγκεφαλική περιοχή έχει υποδειχτεί ότι παίζει σημαντικό ρόλο στην προοπτική μνήμη, ο μετωπιαίος εγκεφαλικός φλοιός (Fuster, 2000 Okuda et al., 1998). Αυτό συνάδει με τον σημαντικό ρόλο του μετωπιαίου φλοιού στη μνήμη εργασίας. 33.4 Μεταβολές Διαταραχές Προοπτικής Μνήμης Μία ενδιαφέρουσα περίπτωση κατά την οποία υφίσταται μειωμένη ικανότητα για προοπτική μνήμη αποτελούν οι πάσχοντες από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Τα άτομα αυτά ελέγχουν επανειλημμένως εάν έχουν εκτελέσει μία πράξη, π.χ. εάν έχουν κλειδώσει την πόρτα του σπιτιού, εάν έχουν κλείσει τα μάτια της κουζίνας, την πόρτα του αυτοκινήτου, κ.λπ. Η συμπεριφορά αυτή μπορεί να ερμηνευτεί με ποικίλους τρόπους, όπως τη μειωμένη εμπιστοσύνη που τα άτομα αυτά έχουν στην ικανότητά τους για προοπτική μνήμη. Θα μπορούσε πιθανόν να εκφράζει και μία μειωμένη αίσθηση προσωπικής υπευθυνότητας. Αυτή η ίδια συμπεριφορά του πλεονάζοντος επαναλαμβανόμενου ελέγχου στα άτομα με ιδεοψυναγκαστική διαταραχή πιθανόν να οδηγεί σε συρρίκνωση της ικανότητάς τους για προοπτική μνήμη μέσω ενός είδους παρεμβολής λόγω του μεγάλου αριθμού μνημών (ενθυμήσεων) των πράξεων ελέγχου. Δηλαδή, ο μεγάλος αριθμός των συνεχών ελέγχων για την επιτέλεση μιας (προγραμματισμένης) πράξης (που δημιουργούν νέες μνήμες στον εγκέφαλο) θα μπορούσε να οδηγεί σε δυσκολία διάκρισης του χρονικού σημείου στο οποίο είχε προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί μία πράξη, για παράδειγμα, σήμερα, σε σχέση με άλλα χρονικά σημεία, π.χ. δύο ημέρες πριν. Είναι γεγονός ότι ο υπερβολικός έλεγχος για την επιτέλεση μιας πράξης μπορεί να οδηγήσει σε αμφιβολία γύρω από το εάν έχει όντως πραγματοποιηθεί ο προγραμματισμένος έλεγχος, ακόμα και σε άτομα χωρίς ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Δηλαδή, δημιουργείται μία σύγχυση μεταξύ της μνήμης της πράξης προς εκτέλεση και των συναφών μνημών των πράξεων ελέγχου επιτέλεσης της πράξης. Αυτό μπορεί να σχετίζεται με την εγγενή δυσκολία (του εγκεφάλου) διάκρισης μεταξύ πολύ παρόμοιων μνημονικών αποτυπωμάτων, ιδιαίτερα όταν αυτά πραγματοποιούνται σε κοντινά χρονικά σημεία. Συνεπώς, η δυσκολία αυτή μπορεί να εκφράζει δυσκολία διάκρισης κοντινών χρονικών σημείων. Επίσης, η προοπτική μνήμη φαίνεται ότι επηρεάζεται αρνητικά από το στρες και το άγχος (Cockburn & Smith, 1994 Harris & Menzies, 1999). 33.4.1 Προοπτική Μνήμη στο Γήρας Η επίδοση των ηλικιωμένων στην προοπτική μνήμη είναι καλύτερη, συγκρινόμενη με εκείνη στην αναδρομική μνήμη. Συγκρινόμενες με αυτές των νέων ατόμων (~25 έτη), και κάτω από πειραματικές συνθήκες, οι επιδόσεις των ηλικιωμένων (~70 έτη) στην προοπτική μνήμη είναι μικρότερες, και μειώνονται δραστικά όσο - 279 -
αυξάνονται οι απαιτήσεις της δοκιμασίας (Henry, MacLeod, Phillips, & Crawford, 2004). Η δυσκολία αυτή των ηλικιωμένων στην προοπτική μνήμη κάτω από πειραματικές συνθήκες μπορεί να συνδέεται με τη μειωμένη ικανότητά τους στην ενεργό μνήμη. Όμως, είναι εντυπωσιακό και χαρακτηριστικό ότι οι επιδόσεις των ηλικιωμένων στην προοπτική μνήμη είναι σημαντικά καλύτερες σε σχέση με αυτές των νέων ατόμων κάτω από τις φυσιολογικές συνθήκες της καθημερινότητας. Η ερμηνεία αυτού μπορεί να έγκειται στο γεγονός ότι οι ηλικιωμένοι αφιερώνουν συγκριτικά περισσότερο χρόνο στον σχεδιασμό τακτικών εκτέλεσης των προγραμματισμένων ενεργειών τους και επίσης δέχονται σχετικά μικρότερο αριθμό περιστασιακών παρεμβολών οι οποίες διαταράσσουν τη διεργασία πραγμάτωσης της πρόθεσής τους να εκτελέσουν μία ενέργεια. - 280 -
Βιβλιογραφικές Αναφορές Brandimonte, M., & Ellis, J. (1996). Prospective memory. Cockburn, J., & Smith, P. T. (1994). Anxiety and errors of prospective memory among elderly people. Br J Psychol, 85 ( Pt 2), 273-282. Einstein, G. O., McDaniel, M. A., Thomas, R., Mayfield, S., Shank, H., Morrisette, N., & Breneiser, J. (2005). Multiple processes in prospective memory retrieval: factors determining monitoring versus spontaneous retrieval. J Exp Psychol Gen, 134(3), 327-342. doi: 10.1037/0096-3445.134.3.327 Eysenck, M. W. (2009). Prospective memory. In A. Baddeley, M. W. Eysenck & M. C. Anderson (Eds.), Memory (pp. 343-356): Psychology Press. Fuster, J. M. (2000). Prefrontal neurons in networks of executive memory. Brain Res Bull, 52(5), 331-336. Harris, L. M., & Menzies, R. G. (1999). Mood and prospective memory. Memory, 7(1), 117-127. doi: 10.1080/741943717 Henry, J. D., MacLeod, M. S., Phillips, L. H., & Crawford, J. R. (2004). A meta-analytic review of prospective memory and aging. Psychol Aging, 19(1), 27-39. doi: 10.1037/0882-7974.19.1.27 Marsh, R. L., Hicks, J. L., & Landau, J. D. (1998). An investigation of everyday prospective memory. Mem Cognit, 26(4), 633-643. Nowinski, J. L., & Dismukes, K. R. (2005). Effects of ongoing task context and target typicality on prospective memory performance: the importance of associative cueing. Memory, 13(6), 649-657. doi: 10.1080/09658210444000313 Okuda, J., Fujii, T., Yamadori, A., Kawashima, R., Tsukiura, T., Fukatsu, R.,... Fukuda, H. (1998). Participation of the prefrontal cortices in prospective memory: evidence from a PET study in humans. Neurosci Lett, 253(2), 127-130. Sellen, A. J., Louie, G., Harris, J. E., & Wilkins, A. J. (1997). What brings intentions to mind? An in situ study of prospective memory. Memory, 5(4), 483-507. doi: 10.1080/741941433 Smith, R. E., & Bayen, U. J. (2005). The effects of working memory resource availability on prospective memory: a formal modeling approach. Exp Psychol, 52(4), 243-256. - 281 -