Κεφάλαιο 3. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ

Σχετικά έγγραφα
Ανθρωπολογική Μελέτη οστεολογικού υλικού ανθρώπου Γεωμετρικής Εποχής Αρχαιολογικού Χώρου Παλαιάς Πόλης Σαλαμίνας

Ανθρώπινος Σκελετός. ñ Ανθεκτικότητα στην αποικοδόµηση. ñ Ιδανική πηγή πληροφοριών: προϊστορικά, ιστορικά, σύγχρονα

ΠΥΕΛΙΚΗ ΖΩΝΗ. Γαλανοπούλου Α Λαβδάς Ε

Ο Σκελετός της Πυέλου

Α Μέρος (από 2) Οστά του Κορμού (Σπονδυλική Στήλης, Θώρακα, Κρανίου)

2. Προσδιορισμός του φύλου και εκτίμηση της ηλικίας στον ανθρώπινο σκελετό

Η ΒΡΑΧΟΣΚΕΠΗ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΚΕΦΑΛΑ ΠΕΤΡΑ ΣΗΤΕΙΑΣ

B Μέρος (από 2) Οστά των Ακρων

Είναι η σύνδεση δύο ή περισσότερων οστών με τη συμμετοχή ενός μαλακότερου ιστού

Ποικιλομορφία μετρικών χαρακτήρων του ανθρώπινου σκελετού I. Δρ. Μαρία-Ελένη Χοβαλοπούλου

Ο ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΗΣ ΣΠΟΝΔΥΛΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ

Εκτιμητική ζώων Οπίσθιο τμήμα κορμού-1

Ποικιλομορφία μετρικών χαρακτήρων του ανθρώπινου σκελετού I. Δρ. Μαρία-Ελένη Χοβαλοπούλου

Η εξέλιξη και η ποικιλομορφία του ανθρώπινου σκελετού Η ιστορία των ανθρωπογονικών

ΡΑΧΗ. 3. Μύες (ανάλογα µε την εµβρυολογική προέλευση και την νεύρωσή τους διαχωρίζονται σε: α. Εξωγενείς (ετερόχθονες) β. Ενδογενείς (αυτόχθονες)

ΟΣΤΕΟΛΟΓΙΑ - ΣΥΝΔΕΣΜΟΛΟΓΙΑ

7. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΠΡΩΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΡΟΓΟΜΦΙΟΥ ΤΗΣ ΚΑΤΩ ΓΝΑΘΟΥ

10. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΟΝΤΙΩΝ

ΣΚΕΛΕΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΒΡΕΓΜΑΤΙΚΟ ΑΤΛΑΣ ΑΚΡΟΜΙΟ ΩΜΟΠΛΑΤΗ ΒΡΑΧΙΟΝΙΟ ΠΛΕΥΡΕΣ ΣΤΕΡΝΟ ΩΛΕΝΗ ΚΕΡΚΙΔΑ ΜΕΤΑΤΑΡΣΙΑ ΚΝΗΜΗ ΠΕΡΟΝΗ ΙΝΙΑΚΟ ΑΞΟΝΑΣ ΑΝΩ ΓΝΑΘΟΣ ΖΥΓΩΜΑΤΙΚΟ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΕΦΑΑ, Κομοτηνής. Λειτουργική ανατομική των κάτω άκρων - Ισχίο

ΚΑΤΩ ΑΚΡΟ. Βάσιου Αικ. Επίκουρη Καθηγήτρια Ανατοµίας. Ιατρικό Τµήµα. Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας. Wednesday, January 15, 14

6. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΠΡΩΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΠΡΟΓΟΜΦΙΟΥ ΤΗΣ ΑΝΩ ΓΝΑΘΟΥ

ΓΛΩΣΣΑΡΙ. Αρθρική κοτύλη. Εμπρόσθιο χείλος. Μικρή κεφαλή. Κοιλότητα Αυχενικοί σπόνδυλοι. Κορωνοειδής απόφυση. Μετωποβρεγματική ραφή.

Άνω και κάτω στόμιο θώρακα Το κάτω στόμιο αφορίζεται από το πλευρικό τόξο και την ξιφοειδή απόφυση. Το άνω από τις 2 πρώτες πλευρές

ΜΕΛΕΤΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΣΚΕΛΕΤΙΚΩΝ ΥΠΟΛΕΙΜΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ ΔΙΣΠΗΛΙΟ

Διάλεξη 11η Αποκλίσεις Σπονδυλικής Στήλης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο. Οστεολογία ΣΤ. ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ - ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ I Β ΕΠΑ.Λ. ΜΑΡΙΑ ΣΗΦΑΚΗ

Μύες του προσώπου και της κεφαλής

Κάτω Άκρο Οι Χώρες του Μηρού

ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΣΚΗΣΗ 7 ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΕΥΟΝΤΩΝ Ι

Πρόσθιο Κοιλιακό Τοίχωµα & Πύελος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο. Συνδεσμολογία - Αρθρολογία ΣΤ. ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ -

1. Πατήστε στο ανθρωπάκι, πάνω αριστερά στο παράθυρο και επιλέξτε «ΣΧΕΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ» - ΜΥΪΚΟ

Κινητικό σύστημα του ανθρώπου Μέρος Ι: Ερειστικό, μυϊκό και συνδεσμικό σύστημα. Μάλλιου Βίβιαν Καθηγήτρια ΤΕΦΑΑ ΔΠΘ Φυσικοθεραπεύτρια

ΣΩΜΑΤΟΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ

ΟΠΙΣΘΙΟ ΚΟΙΛΙΑΚΟ ΤΟΙΧΩΜΑ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

Αντιμετώπιση συμπτωμάτων vs. Αποκατάσταση της αιτίας του πόνου και της δυσλειτουργίας

ΟΣΤΑ & ΣΚΕΛΕΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΡΑΧΗ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

ΦΥΣΙΟ 4 ΠΥΕΛΟΣ - ΙΣΧΙΑ

Ακτινογραφική απεικόνιση ωμικής ζώνης. Περικλής Παπαβασιλείου,PhD Τεχνολόγος Ακτινολόγος

Διαφορές Νεογιλών Μόνιμων Δοντιών

Δικαστική Ανθρωπολογία

Περιεχόμενα. 1 Εισαγωγή 1. 2 Βασικές aρχές oστεολογίας και oδοντολογίας του aνθρώπου 31. vii. xvii

Μύες Θώρακα - Κορμού

Οστεολογία Ι. Ioannis Lazarettos. MD PhD Orthopaedic Surgeon

Ποικιλομορφία μη μετρικών χαρακτήρων του ανθρώπινου σκελετού. Δρ. Μαρία-Ελένη Χοβαλοπούλου

Κινησιολογία : Έννοιες : Βαρύτητα : Κέντρο βάρους : Άρθρωση : Τροχιά κίνησης : Εύρος τροχιάς(rom) : Ροπή : Μοχλός : Μοχλοί :

Εκτιμητική ζώων Οπίσθιο τμήμα κορμού-2

ΟΣΤΕΟΛΟΓΙΑ. Δρ. Ευριπιδου Πολυκαρπος Παθολογος-Διαβητολογος C.D.A. College Limassol

Εκτιμητική ζώων Πρόσθιο τμήμα κορμού και πρόσθια άκρα

Κινητικό σύστημα του ανθρώπου Σπονδυλική Στήλη

Το μυϊκό σύστημα αποτελείται από τους μύες. Ο αριθμός των μυών του μυϊκού συστήματος ανέρχεται στους 637. Οι μύες είναι όργανα για τη σωματική

ΕΞΩΣΤΟΜΑΤΙΚΕΣ ΛΗΨΕΙΣ

Στη μορφολογία πρέπει αρχικά να εξετάσουμε το γενικό σχήμα του προσώπου.

Εξωστοματικές τεχνικές τοπικής αναισθησίας

Οσφυϊκό Πλέγµα και Νεύρα

Μαθήματα Ανατομίας

ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΤΟΜΙΚΗ ΚΡΑΝΙΟ ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ

Μέτρηση μηκών και ακτίνων καμπυλότητας σφαιρικών επιφανειών

Ειδικές Προβολές Πυελικής Ζώνης

Βουβωνική Χώρα. Ι. Βουβωνικός Χώρα

Συνδεσμολογία. Ioannis Lazarettos. MD PhD Orthopaedic Surgeon

Εργαστήριο Ανατοµίας Ιατρική Σχολή Πανεπιστήµιο Αθηνών

ΜΥΟΛΟΓΙΑ. 1. Σκελετικοί µύες

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΡΟΠΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΤΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΤΩΜΑΤΟΣ

ΑΝΩ ΑΚΡΟ. αντιβράχιο αγκώνας - βραχιόνιο Α. ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΥ

Μέτρηση της κινητικότητας των αρθρώσεων

Στελεχιαία αναισθησία

Μύες του πυελικού τοιχώματος

Μυς κεφαλής - τραχήλου άνω άκρου

ΕΡΓΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΘΛΗΤΩΝ ΜΚ 913

ΜΕΡΟΣ Α Μύες: 1. Της Κεφαλής, 2. του Τραχήλου, 3. του Θώρακα, 4. της Κοιλίας.

9. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΠΡΩΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΤΡΙΤΟΥ ΓΟΜΦΙΟΥ ΤΗΣ ΚΑΤΩ ΓΝΑΘΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ-ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΛΑΙΟΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ

Κάτω Άκρο. 1. Κνήµη. Β. Διαµερίσµατα της Κνήµης

ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ. Μαρία Ελένη Χοβαλοπούλου. Τριμελής συμβουλευτική επιτροπή:

Kλινικό Σενάριο 1 (S1)

O ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ. Οστά της κεφαλής Οστά του κορμού Οστά των άνω άκρων και της ωμικής ζώνης Οστά των κάτω άκρων και της πυελικής ζώνης

Η εξέλιξη και η ποικιλομορφία του ανθρώπινου σκελετού Η ιστορία των ανθρωπογονικών

ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΓΕΝΕΤΙΚΗ 03. ΜΕΣΗ ΤΙΜΗ & ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗ

Τοποθέτηση για ωδίνες τοκετού και τοκετό

Εκτιμητική ζώων: κεφαλή & τράχηλος

ΚΕΝΤΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΛΑΓΙΟΙ ΑΝΩ ΤΟΜΕΙΣ (11, 21 12, 22)

Ακτινογραφικός έλεγχος άνω άκρου. Περικλής Παπαβασιλείου, PhD Τεχνολόγος-Ακτινολόγος

ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ ΒΟΗΘΗΜΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ ΜΥΟΛΟΓΙΑ

ΚΕΝΤΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΛΑΓΙΟΙ ΚΑΤΩ ΤΟΜΕΙΣ (31, 41 32, 42)

Βασικές Αρχές Κλινικής Εξέτασης. Σπύρος Δαμάσκος

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ - OΣΤΑ Τ.Ε.Ι ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Μύες και Νεύρα Πυέλου

ΓΩΝΙΟΜΕΤΡΗΣΗ. διάφορες μέθοδοι (0-180 / / 360 / ΟΜΕΣ)

ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΙ ΚΑΤΩ ΓΟΜΦΙΟΙ (36, 37 46, 47*)

3. ΕΙΔΙΚΗ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΜΟΝΙΜΩΝ ΔΟΝΤΙΩΝ ΑΝΩ ΓΝΑΘΟΥ

2. Μοντέλα Ερευνας Γενικά Μοντέλα έρευνας

5. Στήριξη και κίνηση

5. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΜΟΝΙΜΩΝ ΚΥΝΟΔΟΝΤΩΝ ΑΝΩ ΚΑΙ ΚΑΤΩ ΓΝΑΘΟΥ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Κεφάλαιο 5 «Στήριξη και Κίνηση»

Μετωπιαίο, Σφηνοειδές, Ηθμοειδές, Δακρυϊκό, Άνω γνάθος, Ζυγωματικό, Υπερώιο

Ανατομία και μορφολογία πτηνού

Transcript:

Κεφάλαιο 3. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ Σε συνεργασία με τη διδάκτορα Μ.E. Χοβαλοπούλου Σύνοψη Σκοπός του κεφαλαίου είναι να εισαγάγει τους φοιτητές στη μεθοδολογία του προσδιορισμού του φύλου μέσω της μελέτης του κρανιακού και μετακρανιακού σκελετού. Παρόλο που τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί πολύπλοκες μετρικές μέθοδοι για τον προσδιορισμό του φύλου, οι ποιοτικές μέθοδοι εξακολουθούν να παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στην εύρεση του φύλου σε σκελετικά κατάλοιπα. Προαπαιτούμενη γνώση Απαιτείται καλή γνώση της ανατομίας του ανθρώπινου σκελετού, η οποία εξετάστηκε στα Κεφάλαια 1 και 2. 3.1 Σκελετός και φύλο Ο προσδιορισμός του φύλου σε σκελετικά κατάλοιπα αποτελεί βασική προτεραιότητα στην ιατροδικαστική, αρχαιολογική και παλαιοανθρωπολογική έρευνα και στηρίζεται στο γεγονός ότι ο φυλετικός διμορφισμός (sexual dimorphism) που χαρακτηρίζει τα πρωτεύοντα και κατά συνέπεια τον άνθρωπο αντικατοπτρίζεται και στον σκελετό. Ο ανθρώπινος σκελετός διαφοροποιείται μεταξύ ανδρών και γυναικών τόσο όσο προς τη μορφή όσο και ως προς το μέγεθος, καθώς τα οστά των αρσενικών είναι γενικά μεγαλύτερα και πιο εύρωστα από τα αντίστοιχα θηλυκά, τα οποία χαρακτηρίζονται από μικρότερο μέγεθος και λεπτότερη κατασκευή. Ωστόσο, τα επίπεδα φυλετικού διμορφισμού ποικίλουν μεταξύ πληθυσμιακών ομάδων και κατ επέκταση διαπληθυσμιακές συγκρίσεις πρέπει να πραγματοποιούνται με επιφύλαξη. Για παράδειγμα, οι σκελετοί αρσενικών ατόμων ασιατικής προέλευσης είναι συχνά λιγότερο εύρωστοι σε σύγκριση με τους σκελετούς θηλυκών ιθαγενών της Αυστραλίας. Ακόμη και μέσα στα πλαίσια μιας πληθυσμιακής ομάδας μπορεί να παρατηρηθεί μεγάλη ποικιλομορφία, καθώς εντοπίζονται μικρόσωμα αρσενικά και ρωμαλέα θηλυκά, με αποτέλεσμα να υπάρχει επικάλυψη ως προς τις σκελετικές διαστάσεις και τη μορφολογία μεταξύ των φύλων. Σε αντίθεση προς τους μεγάλους πιθήκους όπου τα σκελετικά κατάλοιπα μπορούν να δώσουν σαφείς πληροφορίες για το φύλο είτε λόγω μεγέθους του σκελετού (γορίλας, ουρακοτάγκος) είτε λόγω μορφολογίας των δοντιών (κυνόδοντες στους χιμπαντζήδες), η μελέτη του σκελετικού υλικού στον άνθρωπο πάντα αφήνει ένα ποσοστό αμφιβολίας όσον αφορά τον προσδιορισμό του φύλου. Η μεθοδολογία που εφαρμόζεται εστιάζει πρωτίστως σε χαρακτηριστικά της λεκάνης και δευτερευόντως του κρανίου, επειδή σ αυτές τις ανατομικές περιοχές οι διαφορές στα δύο φύλα είναι πιο εμφανείς. Ωστόσο, η σχετική μελέτη προϋποθέτει εμπειρία από τον ερευνητή και επιπλέον εξοικείωση με τα σκελετικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού από τον οποίο προέρχεται το υπό μελέτη υλικό. Στην περίπτωση φυσικά που μπορεί να εξαχθεί DNA από τα οστά, τόσο σε αρχαιολογικό υλικό όσο και σε σύγχρονο στο πλαίσιο ιατροδικαστικής μελέτης, η ταυτοποίηση του φύλου είναι ακριβής. Όπως προαναφέρθηκε, το πρωταρχικό στοιχείο που εξετάζουμε για τον προσδιορισμό του φύλου είναι τα οστά της λεκάνης. Αν διαθέτουμε μόνο κρανία, τότε πρέπει πρώτα να προσδιορίσουμε τα επίπεδα φυλετικού διμορφισμού ενδοπληθυσμιακά βασιζόμενοι σε κρανία σκελετών που διασώζουν και τις αντίστοιχες λεκάνες, και στη συνέχεια να αποφασίσουμε για τη χρήση και τη βαρύτητα κάθε επιμέρους κρανιακού γνωρίσματος. Σε περίπτωση που το διαθέσιμο δείγμα περιλαμβάνει μικρό αριθμό κρανίων, μπορούμε να υλοποιήσουμε την παραπάνω διαδικασία χρησιμοποιώντας κρανία από γενετικά και χωρικά κοντινούς πληθυσμούς μ αυτόν του δείγματος. Μια σημαντική παράμετρος στον προσδιορισμό του φύλου είναι το γεγονός ότι τα φυλετικά διμορφικά χαρακτηριστικά εμφανίζονται όταν τα άτομα ενηλικιωθούν. Σε ανήλικα άτομα ή σε εφήβους είναι δύσκολο έως αδύνατο να γίνει προσδιορισμός του φύλου από σκελετικά κατάλοιπα, καθώς τα επίπεδα τεστοστερόνης είναι ιδιαίτερα χαμηλά πριν την ενηλικίωση. 69

3.1.1 Πυελικά χαρακτηριστικά των δύο φύλων Η πυελική ζώνη θεωρείται ως η περιοχή που παρέχει τον πιο αξιόπιστο προσδιορισμό του φύλου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι διαφορές στην πύελο αντικατοπτρίζουν λειτουργικές/εξελικτικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων. Στις γυναίκες η πύελος είναι προσαρμοσμένη τόσο για αποτελεσματική βάδιση όσο και για τη διαδικασία του τοκετού, ενώ στα αρσενικά το σχήμα της πυέλου καθορίζεται αποκλειστικά από την ανάγκη για δίποδη βάδιση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα κατά την εφηβεία η λεκάνη των θηλυκών να διευρύνεται σε σχέση με το ύψος της, ενώ η ανάπτυξη των αρσενικών ακολουθεί το προεφηβικό πρότυπο. Έτσι, η γυναικεία πύελος είναι πιο ευρεία και πιο κοντή σε σχέση μ αυτή των ανδρών, η οποία είναι συγκριτικά στενή και ψηλή (Εικόνα 3.1). Εικόνα 3.1. Γυναικεία και ανδρική πύελος. Πέρα από το γενικό αυτό χαρακτηριστικό, ο φυλετικός διμορφισμός στην πύελο εκδηλώνεται και μέσω επιπλέον γνωρισμάτων (Εικόνα 3.2). Η γωνία μεταξύ των ηβικών οστών στα θηλυκά άτομα είναι μεγαλύτερη από 90 ο, ενώ στα αρσενικά σχηματίζεται οξεία γωνία. Επίσης, βλέποντας την πυελική ζώνη άνωθεν, στα θηλυκά άτομα το ιερό οστό έχει οπίσθια κλίση, σε αντίθεση με τα αρσενικά όπου έχει εμπρόσθια κλίση (αν και το γνώρισμα αυτό δεν παρατηρείται σε όλους τους πληθυσμούς). Τέλος, εξετάζοντας την πύελο κάτωθεν, στα θηλυκά η μέγιστη απόσταση μεταξύ των λαγόνιων (ιλιακών) οστών είναι μεγαλύτερη σε σύγκριση με τα αρσενικά. Εικόνα 3.2. Επιμέρους μορφολογικές διαφορές στην πυελική ζώνη ανάμεσα στα δύο φύλα. 70

Η διακριτική ικανότητα της ανατομίας της πυελικής ζώνης όσον αφορά τον προσδιορισμό του φύλου μπορεί να φτάσει μέχρι 90%. Ωστόσο, τα παραπάνω γνωρίσματα είναι χρήσιμα στις περιπτώσεις όπου η πυελική ζώνη είναι ανέπαφη. Συχνά όμως διασώζονται μόνο θραύσματα αυτής, γεγονός που έδωσε το έναυσμα για αναζήτηση φυλετικών γνωρισμάτων σε επιμέρους τμήματα. Μέγιστη ισχιακή εντομή (greater sciatic notch): Βρίσκεται πλευρικά του ανώνυμου οστού (Εικόνα 3.3) και είναι ευρεία και ρηχή στις γυναίκες, ενώ στενή και βαθιά στους άνδρες. Το γνώρισμα αυτό πρέπει να χρησιμοποιείται ως δευτερεύων δείκτης εφόσον οι διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα δεν είναι απόλυτες αλλά παρουσιάζουν διαβάθμιση. Εικόνα 3.3. Μορφολογικές διαφορές στην ισχιακή εντομή ανάμεσα στα δύο φύλα. Πάνω: Διαβάθμιση μορφολογίας μέγιστης ισχιακής εντομής όπου (1) = υπερθήλεα άτομα και (5) = υπεράρρενα άτομα. Κάτω: Θηλυκό άτομο (αριστερά), Αρσενικό άτομο (δεξιά). Προωτιαία αύλακα (preauricular sulcus): Πρόκειται για μια αύλακα διαβαθμισμένου βάθους στην περιοχή μεταξύ ισχιακής εντομής και ωτιαίας επιφάνειας. Εμφανίζεται κατά κανόνα στις γυναίκες, ενώ στους άνδρες είναι απούσα ή ιδιαίτερα ρηχή (Εικόνα 3.4). 71

Εικόνα 3.4. Μορφολογικές διαφορές στην προ-ωτιαία επιφάνεια ανάμεσα στα δύο φύλα. Πάνω: Αρσενικό (αριστερά), Θηλυκό (δεξιά). Κάτω: Λεπτομέρεια στις μορφολογικές διαφορές στην προ-ωτιαία επιφάνεια ανάμεσα στα δύο φύλα. Ηβικό τρήμα (obturator foramen): Στα θηλυκά το τρήμα αυτό είναι τριγωνικό, ενώ στα αρσενικά ωοειδές (Εικόνα 3.5). Εικόνα 3.5. Μορφολογικές διαφορές στο ηβικό τρήμα ανάμεσα στα δύο φύλα. Αρσενικό (αριστερά), Θηλυκό (δεξιά). 3.1.1.1 Μέθοδος Phenice Η μέθοδος που προτάθηκε από τον T.W. Phenice (Am. J. Phys. Anthrop. 30 (1969): 297-302), δίνει τη δυνατότητα να προσδιοριστεί το φύλο με τη χρήση τριών γνωρισμάτων του ανώνυμου οστού. Ράχη κοιλιακού τόξου (ventral arc): Παρατηρούμε την κοιλιακή επιφάνεια του οστού και εστιάζουμε στη διαμόρφωση της ηβικής σύμφυσης. Στα θηλυκά άτομα το κοιλιακό τόξο παρουσιάζει μια ακρολοφία που επεκτείνεται εξωτερικά και πλευρικά κατά μήκος της κοιλιακής επιφάνειας και ενώνεται με 72

το μεσαίο όριο της ισχιοηβικής κοιλότητας (Εικόνα 3.6). Στα αρσενικά άτομα αυτό το ανατομικό γνώρισμα απουσιάζει. Εικόνα 3.6. Ράχη κοιλιακού τόξου. Αρσενικό (αριστερά), Θηλυκό (δεξιά). Κοίλωμα υποηβικής περιοχής (sub-pubic concavity): Παρατηρώντας το οστό από τη ραχιαία επιφάνεια, στα θηλυκά το άνω άκρο του ισχιοηβικού κλάδου είναι κοίλο, ενώ στα αρσενικά συνήθως είναι ευθύγραμμο ή ελαφρώς κυρτό (Εικόνα 3.7). Εικόνα 3.7. Κοίλωμα υποηβικής περιοχής. Αρσενικό (πάνω), Θηλυκό (κάτω). Κεντρική επιφάνεια ισχιοηβικού κλάδου (ischiopubic ramus): Περιστρέφουμε το ηβικό οστό ώστε η επιφάνεια της ηβικής σύμφυσης να είναι ακριβώς απέναντί μας και παρατηρούμε την περιοχή του 73

ισχιοηβικού κλάδου κάτω από την ηβική σύμφυση. Στα θηλυκά η επιφάνεια της παραπάνω περιοχής είναι στενή και παρουσιάζει μια οστέινη ακρολοφία, ενώ στα αρσενικά είναι πλατιά και επίπεδη (Εικόνα 3.8). Εικόνα 3.8. Κεντρική επιφάνεια ισχιοηβικού κλάδου. Αρσενικό (αριστερά), Θηλυκό (δεξιά). Όταν ένα από τα παραπάνω κριτήρια δεν είναι εμφανές, τότε αυτό απορρίπτεται. Όταν υπάρχει αμφιβολία για ένα ή δύο κριτήρια (συνήθως για την κεντρική επιφάνεια του ισχιοηβικού κλάδου και κατά δεύτερο λόγο για το κοιλιακό τόξο), τα υπόλοιπα κριτήρια αρκούν για τον προσδιορισμό του φύλου. Έλεγχοι της αξιοπιστίας αυτής της μεθόδου έδειξαν ποσοστά επιτυχίας που κυμαίνονται από 83% (Lovell 1989) έως 96-100% (Phenice 1969), αν και άλλοι ερευνητές έχουν εκφράσει επιφυλάξεις (MacLaughlin & Bruce 1990). Σε κάθε περίπτωση, αφού καταλήξουμε στο φύλο του δείγματος με τη μέθοδο Phenice, κάνουμε επαλήθευση με τη χρήση άλλων διαγνωστικών χαρακτηριστικών. 3.1.2 Κρανιακά χαρακτηριστικά των δύο φύλων Ο προσδιορισμός του φύλου με τη χρήση κρανιακών χαρακτηριστικών βασίζεται στο γεγονός ότι τα αρσενικά άτομα είναι μεγαλύτερα και πιο εύρωστα από τα θηλυκά. Στο παρακάτω σχήμα (Εικόνα 3.9) παρουσιάζονται τα σημεία του κρανίου όπου εντοπίζονται διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα. Εικόνα 3.9. Σημεία του κρανίου όπου εντοπίζονται διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα. 74

Το άνω χείλος της οφθαλμικής κόγχης (supra-orbital margin) είναι ευρύ και αμβλύ στους άνδρες, ενώ λεπτό και οξύληκτο στις γυναίκες (Εικόνα 3.10). Εικόνα 3.10. Άνω χείλος οφθαλμικής κόγχης. Αρσενικό (αριστερά), Θηλυκό(δεξιά). Τα υπερόφρυα τόξα (supra-orbital ridges) είναι πιο αναπτυγμένα και ογκώδη στα αρσενικά, ενώ στα θηλυκά το μεσόφρυο είναι ελαφρά προεξέχον (Εικόνα 3.11). Εικόνα 3.11. Υπερόφρυα τόξα και μεσόφρυο. Θηλυκό (αριστερά), Αρσενικό (δεξιά). Το μέτωπο στους άνδρες έχει σημαντική κλίση προς τα πίσω (επικλινές), ενώ στις γυναίκες είναι σχεδόν κάθετο και πιο στρογγυλεμένο (ορθομετωπία) (Εικόνα 3.12). Εικόνα 3.12. Πλάγια όψη μετώπου. Θηλυκό (αριστερά), Αρσενικό (δεξιά). 75

Η μαστοειδής απόφυση (mastoid process) είναι πιο αναπτυγμένη στους άνδρες και πιο λεπτή στις γυναίκες (Εικόνα 3.13). Εικόνα 3.13. Μαστοειδής απόφυση. Θηλυκό (αριστερά), Αρσενικό (δεξιά). Στα αρσενικά το ζυγωματικό τόξο (zygomatic process) είναι πιο φαρδύ και το οπίσθιο άκρο του εκτείνεται ως την υπερμαστοειδή ακρολοφία σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι στα θηλυκά άτομα (Εικόνα 3.14). Εικόνα 3.14. Ζυγωματικό τόξο. Θηλυκό (αριστερά), Αρσενικό (δεξιά). Το ινιακό έπαρμα (occipital protuberance) είναι μεγαλύτερο στα αρσενικά και η περιοχή πρόσφυσης των μυών παρουσιάζει πιο τραχύ ανάγλυφο (Εικόνα 3.15). Στα θηλυκά το ινιακό έπαρμα είναι σχεδόν λείο και οι γραμμές πρόσφυσης των μυών είναι ελαφρώς εμφανείς. Εικόνα 3.15. Ινιακό έπαρμα και ινιακή περιοχή. Θηλυκό (αριστερά), Αρσενικό (δεξιά). 76

Η κάτω γνάθος παρουσιάζει επίσης φυλετικά διμορφικά χαρακτηριστικά. Ακολουθώντας το γενικό πλαίσιο, το οστό αυτό είναι γενικά πιο εύρωστο στους άνδρες. Επίσης, η γενειακή σύμφυση (mental eminence) τείνει να είναι πιο τετραγωνισμένη στους άνδρες και πιο οξύληκτη στις γυναίκες (Εικόνα 3.16). Εικόνα 3.16. Κάτω γνάθος. Αρσενικό (αριστερά), Θηλυκό (δεξιά). Η κάθετη κλάδος (πτερύγιο) της γνάθου είναι πιο ευρεία και ογκώδης στα αρσενικά και πιο στενή στα θηλυκά. Η γωνία του σώματος της γνάθου με την κλάδο είναι ορθή στα αρσενικά και αμβλεία στα θηλυκά. Τέλος, στα αρσενικά η κλάδος εμφανίζει μια χαρακτηριστική καμπυλότητα στο οπίσθιο τμήμα της στο ύψος της μασητικής επιφάνειας των γομφίων (mandibular ramus flexure). Στα θηλυκά αυτή η καμπυλότητα είτε απουσιάζει, είτε είναι ανεπαίσθητη, είτε βρίσκεται στο ύψος του αυχένα του κονδύλου (Εικόνα 3.17). Εικόνα 3.17. Πλευρική όψη κάτω γνάθου. Θηλυκό (αριστερά), Αρσενικό (δεξιά). Με βάση τα παραπάνω γνωρίσματα, ο Walker (1994) πρότεινε πέντε μορφολογικά χαρακτηριστικά του κρανίου τα οποία είναι χρήσιμα για τον προσδιορισμό του φύλου. Τα χαρακτηριστικά αυτά παρουσιάζονται στον Πίνακα 3.1. Σε όλες τις περιπτώσεις υπάρχει μια κλίμακα 5 βαθμίδων για την κατάταξη του δείγματος. Η κλίμακα ερμηνεύεται ως: 1: Υπερθήλυ, 2: Θήλυ, 3: Ενδιάμεσο, 4: Άρρεν, 5: Υπεράρρεν. Στη βιβλιογραφία υπάρχουν διάφορα συστήματα για τη χρήση και τη βαρύτητα των προαναφερθέντων χαρακτηριστικών του κρανίου. Γενικά επικρατεί η άποψη να επιλέγεται το φύλο υπέρ του οποίου συνηγορούν τα περισσότερα χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, αν δύο χαρακτηριστικά συνηγορούν υπέρ θηλυκού ατόμου και πέντε συνηγορούν υπέρ αρσενικού ατόμου, τότε κατατάσσουμε το δείγμα ως «αρσενικό». 77

Πίνακας 3.1. Κριτήρια προσδιορισμού του φύλου με βάση το κρανίο. Κατά τον προσδιορισμό, τα καλύτερα αποτελέσματα προκύπτουν κρατώντας το κρανίο ή τη γνάθο στο μήκος του χεριού, μερικά εκατοστά πάνω από το αντίστοιχο τμήμα του πίνακα, και προσανατολίζοντας το δείγμα ώστε να γίνεται άμεση σύγκριση με το γνώρισμα που εξετάζουμε. Μεταφέρουμε το δείγμα από διάγραμμα σε διάγραμμα μέχρι να πετύχουμε την καλύτερη ταύτιση. Ο προσδιορισμός γίνεται χωριστά για κάθε γνώρισμα αγνοώντας τα υπόλοιπα. 1: Υπερθήλυ, 2: Θήλυ, 3: Ενδιάμεσο, 4: Άρρεν, 5: Υπεράρρεν 3.1.3 Μετρικά χαρακτηριστικά του σκελετού των δύο φύλων Πέραν των ανατομικών και μορφολογικών χαρακτηριστικών του σκελετού που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό του φύλου, αρκετές μελέτες χρησιμοποιούν μετρικά χαρακτηριστικά των οστών. Αν και πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν πως αυτές οι μέθοδοι συχνά οδηγούν στη διάγνωση του φύλου με ποσοστό επιτυχίας πάνω από 80%, η επιτυχία τους σαφώς εξαρτάται από τα επίπεδα φυλετικού διμορφισμού στο πλαίσιο κάθε πληθυσμού, άρα οι παρακάτω δείκτες είναι σχετικοί. Για πιο αξιόπιστα αποτελέσματα, συνιστάται η χρήση στατιστικών αναλύσεων, κυρίως της Διαχωριστικής Ανάλυσης (Discriminant Analysis). 78

3.1.3.1 Κριτήρια Bass Στέρνο: Η χρησιμότητά του στον προσδιορισμό του φύλου ποικίλει. Γενικά στα θηλυκά το στέρνο είναι λεπτότερο, κοντύτερο και στενότερο σε σχέση με τα αρσενικά. Στα αρσενικά ισχύει: μήκος σώματος > 2 μήκος λαβής, ενώ στα θηλυκά η αντίστοιχη σχέση είναι μήκος σώματος < 2 μήκος λαβής (Εικόνα 3.18). Βασικός περιορισμός στη χρήση αυτού του δείκτη είναι το γεγονός ότι το στέρνο σπάνια σώζεται ακέραιο, κυρίως σε αρχαιολογικά δείγματα. Εικόνα 3.18. Μετρήσεις στο στέρνο. 1. Μήκος λαβής, 2. Μήκος σώματος. Ωμοπλάτη: Το μέγιστο μήκος στα αρσενικά άτομα είναι μεγαλύτερο από 170 mm, ενώ στα θηλυκά είναι μικρότερο από 140 mm. Αντίστοιχα το μήκος της ωμογλήνης στα αρσενικά άτομα είναι μεγαλύτερο από 36 mm, ενώ στα θηλυκά είναι μικρότερο από 35 mm (Εικόνα 3.19). Εικόνα 3.19. Μετρήσεις στην ωμοπλάτη: 1. Μήκος ωμοπλάτης, 2. Μήκος ωμογλήνης. Διάμετρος κεφαλής βραχιονίου: Η διάμετρος αυτή στα αρσενικά άτομα είναι μεγαλύτερη από 47 mm, ενώ στα θηλυκά είναι μικρότερη από 43 mm (Εικόνα 3.20). Διάμετρος κεφαλής κερκίδας: Η διάμετρος αυτή στα αρσενικά άτομα είναι μεγαλύτερη από 24 mm, ενώ στα θηλυκά είναι μικρότερη από 21 mm (Εικόνα 3.20). 79

Εικόνα 3.20. Διάμετρος κεφαλής βραχιονίου (πάνω) και διάμετρος κεφαλής κερκίδας (κάτω). Διάμετρος κεφαλής μηριαίου οστού: Η διάμετρος αυτή στα αρσενικά άτομα είναι μεγαλύτερη από 47 mm, ενώ στα θηλυκά είναι μικρότερη από 43 mm (Εικόνα 3.21). Περίμετρος στο μέσο της διάφυσης του μηριαίου: Η περίμετρος αυτή στα αρσενικά άτομα είναι μεγαλύτερη από 81 mm, ενώ στα θηλυκά είναι μικρότερη από 81 mm (Εικόνα 3.21). Εικόνα 3.21. Μετρήσεις στο μηριαίο οστό. Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι μετρικές μέθοδοι που περιγράφηκαν παραπάνω θα πρέπει να εφαρμόζονται με μεγάλη επιφύλαξη καθώς υπάρχει σημαντική ενδο- και δια-πληθυσμιακή ποικιλομορφία στο μέγεθος των οστών και στα αντίστοιχα επίπεδα φυλετικού διμορφισμού. 3.2 Πρακτικό μέρος Σε κάθε θέση πρέπει να υπάρχει ένας σκελετός γνωστού φύλου. Κάθε ομάδα προσπαθεί να βρει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που βοηθούν στον προσδιορισμό του φύλου. Κάθε ομάδα θα μελετήσει τουλάχιστον 4 σκελετούς (δύο από κάθε φύλο). Σε κάθε θέση μπορεί επίσης να υπάρχουν επιπλέον 5 κρανία, το φύλο των οποίων πρέπει να προσδιορίσει η κάθε ομάδα. Κάθε ομάδα θα μετρήσει τους μετρικούς χαρακτήρες που βοηθούν στον προσδιορισμό του φύλου. Τα αποτελέσματα θα δοθούν στους υπευθύνους ώστε να κατασκευαστεί ο συνολικός πίνακας του τμήματος και στη συνέχεια θα εξεταστεί κατά πόσο τα αποτελέσματα του τμήματος συμφωνούν με τα κριτήρια του Bass. Η επεξεργασία των στοιχείων θα γίνει σύμφωνα με το φυλλάδιο εργασίας. 80

3.3. ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΕΝΝΟΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Άνω χείλος οφθαλμικής κόγχης Γενειακή σύμφυση Ζυγωματικό τόξο Ηβικό τρήμα Ινιακό έπαρμα Κεντρική επιφάνεια ισχιοηβικού κλάδου Κοίλωμα υποηβικής περιοχής Μαστοειδής απόφυση Μέγιστη ισχιακή εντομή Προωτιαία αύλακα Ράχη κοιλιακού τόξου Υπερόφρυα τόξα Φυλετικός διμορφισμός ΑΓΓΛΙΚΑ Supra-orbital margin Μental eminence Zygomatic process Obturator foramen Occipital protuberance Ischiopubic ramus Sub-pubic concavity Mastoid process Greater sciatic notch Preauricular sulcus Ventral arc Supra-orbital ridges Sexual dimorphism 3.4. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ Βάση καταγραφής σκελετικών δεδομένων: https://osteoware.si.edu ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Bass, W.M. (1987). Human Osteology: A Laboratory and Field Manual, third edition. Special Publication No.2 of the Missouri Archeological Society. Columbia, Missouri: Missouri Archeologicall Soceity, Inc. Buikstra, J.E. & Ubelaker, D.H. (1994). Standards for Data Collection from Human Skeletal Remains. Fayetteville, Arkansas: Arkansas Archaeological Survey Report Number 44. Cox, M. & Mays, S. (2010). Human Οsteology in Αrchaeology and Forensic Science. London: Greenwich Medical Media, Ltd. Katzenberg, M.A. & Saunders, S.R. (2008). Biological Anthropology of the Human Skeleton, second edition. New York: Wiley. White, T.D., Black, M.T. & Folkens, P.A. (2011). Human Osteology, third edition. Burlington: Elsevier Academic Press. 81

82

Ασκήσεις Εμπέδωσης 3. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ 1. Δώστε τον ορισμό του φυλετικού διμορφισμού. 2. Γιατί κάποια γνωρίσματα της πυελικής ζώνης είναι αποτελεσματικοί δείκτες για τον προσδιορισμό του φύλου; 3. Γιατί το μέγεθος των μακρών οστών δεν συνιστά αποτελεσματικό δείκτη για τον προσδιορισμό του φύλου; 4. Ποιοι περιορισμοί υπάρχουν στη μέθοδο Phenice; 5. Ποια γνωρίσματα της γενικής μορφολογίας της πυελικής ζώνης χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό του φύλου; 83

6. Εξετάζοντας τα παρακάτω οστά (α-ι) προσπαθήστε να προσδιορίσετε το φύλο του σκελετού από τον οποίο προέρχονται, δικαιολογώντας την επιλογή σας. Σε κάθε περίπτωση χρωματίστε το τμήμα του οστού που σας οδήγησε στην αναγνώριση. α. β. γ. δ. 84

ε. στ. ζ. η. θ. ι. 85

7. Στην εικονιζόμενη πύελο εντοπίστε και αριθμήστε τα σημεία που βοηθούν στον προσδιορισμό του φύλου. 8. Στο παρακάτω κρανίο εντοπίστε και αριθμήστε τα σημεία που βοηθούν στον προσδιορισμό του φύλου. 86

9. Τα κριτήρια του Bass ισχύουν για τον σκελετό της θέσης σας; ΔΕΙΓΜΑ... 10. Χρησιμοποιώντας τα κριτήρια προσδιορισμού του φύλου (α) από το κρανίο και (β) από την πυελική ζώνη, βρείτε το φύλο των σκελετών της θέσης σας (Δείγματα 1, 2, 3) και αιτιολογήστε τα συμπεράσματά σας. 87

88