ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ Πρόκειται για τίτλο που δεν αφήνει να εννοηθεί καθαρά αυτό που στην πραγματικότητα θα ήθελε να περιγράψει. Και αυτό επειδή οποιαδήποτε μορφή Γεωργίας από την πλέον αρχέγονη έως την πιο σύγχρονη, δεν παύει να είναι μία βιολογική διεργασία, είτε πρόκειται για φυτά είτε για ζώα. Ο πολύ γενικός αυτός τίτλος θα μπορούσε να περιλάβει πάρα πολλά διαφορετικά συστήματα διαχείρισης της γεωργικής παραγωγής. Ίσως γι αυτό η Ευρωπαϊκή νομοθεσία που καλύπτει το συγκεκριμένο σύστημα διαχείρισης χρησιμοποιεί τον τίτλο ßΟργανική Γεωργία (Organic farming). Η ασάφεια του Ελληνικού τίτλου είναι πιθανόν ένας από τους παράγοντες που συμβάλουν ώστε στη χώρα μας να παραμένουν ασαφείς στο ευρύ κοινό οι κανόνες που διέπουν τη Οργανική (Βιολογική) Γεωργία. Σ αυτό πιθανόν να συμβάλλει και το γεγονός ότι υπάρχουν 11 ιδιωτικοί Οργανισμοί που πιστοποιούν την εφαρμογή της και είναι φυσικό να υπάρχουν διαφοροποιήσεις στις κατευθύνσεις που δίνουν και στον τρόπο ελέγχου εφαρμογής τους, παρά το ότι οι ίδιοι επιβλέπονται και αδειοδοτούνται από το Υ.Α.Α.Τ και ελέγχονται από την αρμόδια υπηρεσία για τον έλεγχο συστημάτων ποιότητας. Έτσι πολλοί θεωρούν ότι η μόνη υποχρέωση που έχουν όσοι εφαρμόζουν ßΒιολογική Γεωργία είναι να μη χρησιμοποιούν συνθετικά χημικά προϊόντα ούτε για την προστασία των καλλιεργειών τους από εχθρούς (έντομα, ακάρεα, νηματώδεις, ασθένειες, ζιζάνια κ.α) ούτε για τη διατήρηση και βελτίωση της γονιμότητας του εδάφους. Μιλώντας για τη βιολογική γεωργία θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι: 1
- Η παγκόσμια παραγωγή των τροφίμων που απαιτούνται για την διατροφή των κατοίκων της Γης, στηρίζεται στην κατά οποιοδήποτε τρόπο προστασία των καλλιεργειών από τους εχθρούς που τις προσβάλλουν και από τη δυνατότητα αύξησης της παραγωγής ανά μονάδα επιφάνειας καλλιεργήσιμου εδάφους. - Με την συνεχή ανάπτυξη του πληθυσμού της Γης, οι ανάγκες σε τρόφιμα πάσης φύσεως, αυξήθηκαν και συνεχίζουν να αυξάνονται. Αντίθετα τα καλλιεργήσιμα εδάφη μειώνονται συνεχώς (ερημοποίηση, ανάπτυξη των πόλεων, δρόμοι, αεροδρόμια, εργοστάσια κ.α.) Αυτό οδήγησε στο μοντέλο της βιομηχανικής Γεωργίας, όπου τεράστιες ποσότητες συνθετικών χημικών προϊόντων όπως φυτοφάρμακα και λιπάσματα χρησιμοποιούνται κάθε χρόνο για την παραγωγή τροφίμων αναγκαίων για την διατροφή του αυξανόμενου πληθυσμού της Γης. Στην αρχή τα συνθετικά αυτά προϊόντα θεωρήθηκαν πανάκεια για την εξαφάνιση του φάσματος της πείνας που απειλούσε και απειλεί όλο τον κόσμο λόγω της γεωμετρικής αύξησης του πληθυσμού της γης. Όμως με τον καιρό αποδείχθηκε ότι αρκετές από τις ßσωτήριες αυτές ουσίες ήταν επικίνδυνες για τον άνθρωπο και το περιβάλλον όχι μόνο λόγω των άμεσων δυσμενών επιπτώσεων που μπορεί να έχουν αλλά και επειδή υπολείμματά τους παραμένουν στα τρόφιμα και στο περιβάλλον έστω και σε πολύ χαμηλά επίπεδα (της τάξεως κάποιων ppm) και μετά από μακροχρόνια κατανάλωση μολυσμένων τροφών συσσωρεύονται στον οργανισμό των ανθρώπων και ζώων (οικόσιτων και μη) και μπορεί να τους προκαλέσουν σοβαρές διαταραχές. 2
Για τους λόγους αυτούς κατά τα τελευταία 20-30 χρόνια θεωρήθηκε απόλυτη προτεραιότητα να μειωθεί η χρήση χημικών προϊόντων φυτοπροστασίας στη γεωργία και κυρίως να κυκλοφορούν μόνον όσα έχουν αποδειχθεί ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν χωρίς να διακινδυνεύεται η υγεία ανθρώπων και ζώων και το περιβάλλων. Έτσι στην Ευρωπαϊκή κοινότητα έχει καθιερωθεί εδώ και πάνω από 20 χρόνια ένα ενιαίο σύστημα ελέγχου που βασίζεται σε μια σειρά από μελέτες και ελέγχους και καταλήγει στην έγκριση κυκλοφορίας και χρήσης προϊόντων φυτοπροστασίας που μπορούν να χρησιμοποιηθούν χωρίς τους κινδύνους που περιγράψαμε παραπάνω με την προϋπόθεση ότι ο χειρισμός και η χρήση τους θα γίνονται σύμφωνα με τις οδηγίες που συνοδεύουν την έγκρισή τους και αναγράφονται στις ετικέτες τους. Παράλληλα προτάθηκαν και αναπτύχθηκαν πολλά συστήματα με σκοπό την μείωση της χρήσης χημικών ουσιών ή και την πλήρη κατάργησή τους κατά τη διαδικασία παραγωγής τροφίμων. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η Ολοκληρωμένη Διαχείριση Εχθρών (έντομα, ακάρεα, νηματώδεις, ασθένειες, ζιζάνια κ.α) των καλλιεργούμενων φυτών (IPM: Integrated Pest Management), η διαχείριση ανθεκτικότητας στα μυκητοκτόνα (FRAC: Fungicide Resistance Action Committee), η διαχείριση ανθεκτικότητας στα εντομοκτόνα (IRAC: Insecticide Resistance Action Committee), η διαχείριση ανθεκτικότητας στα ζιζανιοκτόνα (HRAC: Herbicide Resistance Action Committee) και η Οργανική Γεωργία (στην Ελλάδα ßΒιολογική Γεωργία ). Ο κανόνες που διέπουν την Οργανική (Βιολογική) Γεωργία και οι διαδικασίες ελέγχου εφαρμογής τους καθορίζονται κυρίως από τους κανονισμούς ΕΚ αριθ. 834/2007 και 889/2008. Ένας από τους βασικούς περιορισμούς κατά την 3
εφαρμογή της είναι η απαγόρευση άμεσης ή έμμεσης χρήσης συνθετικών χημικών ουσιών κατά τη διαδικασία παραγωγής ßβιολογικών προϊόντων φυτικής ή ζωικής προέλευσης και η κάλυψη των αναγκών προστασίας και θρέψης των φυτών και των ζώων με ουσίες φυτικής ή ζωικής προέλευσης, μικροοργανισμούς, ορισμένα ανόργανα προϊόντα φυσικής προέλευσης και παραδοσιακής χρήσης στη γεωργία, και καλλιεργητικές πρακτικές. Όμως η εφαρμογή της Οργανικής (Βιολογικής) Γεωργίας έφερε στην επιφάνεια τα αναμενόμενα μειονεκτήματά της τα οποία συνοψίζονται στη μείωση κατά μεγάλο ποσοστό (>30%) των αποδόσεων των καλλιεργειών ανά μονάδα επιφάνειας καλλιεργήσιμου εδάφους και στην αύξηση του κόστους παραγωγής σε σύγκριση με τη συμβατική γεωργία, κυρίως λόγω αυξήσεως της χειρονακτικής εργασίας. Εξάλλου και ο κίνδυνος καταστροφής της καλλιέργειας λόγω εμφανίσεως κάποιου επιθετικού εντόμου εχθρού ή μιας πολύ γρήγορα αναπτυσσόμενης ασθένειας γίνεται μεγαλύτερος λόγω αδυναμίας χρήσης συνθετικών φυτοφαρμάκων άμεσης δράσης και μεγάλης αποτελεσματικότητας. Τέλος η εμφάνιση των παραγόμενων προϊόντων είναι σαφώς κατώτερη εκείνων που παράγονται με τις συμβατικές τεχνικές. Η Οργανική (Βιολογική) Γεωργία με τα μέσα που σήμερα διαθέτει είναι αδύνατον να θρέψει τον συνεχώς αυξανόμενο πληθυσμό της γης. Θα ήταν όμως ευχής έργο να εντάξουμε τις μεθόδους και τα μέσα της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Εχθρών (εντόμων, ασθενειών κλπ) των καλλιεργειών (IPM) στο σύνολο της γεωργικής παραγωγής πλην εκείνης που θα παράγεται από την Οργανική (Βιολογική) Γεωργία. Το σύστημα αυτό μας επιτρέπει να χρησιμοποιούμε εγκεκριμένα και κατάλληλα κατά περίπτωση 4
φυτοπροστατευτικά προϊόντα σε χρόνους και τρόπους εφαρμογής που καθορίζονται από την έγκρισή τους και τις τοπικές γεωργικές προειδοποιήσεις. Τα προϊόντα που παράγονται από την Οργανική (Βιολογική) Γεωργία με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους, απευθύνονται κυρίως σε ένα μικρό τμήμα του πληθυσμού, το οποίο έχει την δυνατότητα να καλύψει το υψηλό κόστος που απαιτείται για την παραγωγή τους. Παρά ταύτα ειδικά στην Ελλάδα, όπου ο αριθμός μικροκαλλιεργητών με έτσι κι αλλιώς υψηλό κόστος παραγωγής είναι μεγάλος, ενδείκνυται η μετατροπή της γεωργίας τους σε Οργανική (Βιολογική). Για να εξασφαλίσουν όμως ένα ικανοποιητικό εισόδημα θα πρέπει να συνδεθούν με τα σημεία πωλήσεως (πολυαγορές εστιατόρια ξενοδοχεία κ.α.) ώστε να αποφύγουν τους μεσάζοντες που καταδυναστεύουν τους παραγωγούς και αυξάνουν την τιμή των γεωργικών προϊόντων στον καταναλωτή. Η Οργανική (Βιολογική) Γεωργία έχει ανάγκη από πολλές ρυθμίσεις, όπως πλήρη εκπαίδευση εκείνων οι οποίοι πρόκειται να την εφαρμόσουν (π.χ. περίοδος 2-3 ετών). Αυστηρό έλεγχο της εφαρμογής των όρων που διέπουν τον καλλιεργητή και τον οργανισμό ελέγχου. Συχνή επίσκεψη ειδικά εκπαιδευμένων γεωπόνων στα κτήματα των καλλιεργητών. Δημιουργία ειδικού γραφείου που θα συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία των παραγωγών και της πορείας τους. Προώθηση των παραγομένων προϊόντων στην αγορά, και ενημέρωση των καλλιεργητών με νέα προϊόντα ή τεχνικές που κυκλοφορούν στην αγορά, τόσο ως προς την προστασία από επιβλαβή έντομα ή ασθένειες, όσο και ως προς την λίπανση. Τέλος θα πρέπει κάθε παρτίδα προϊόντος να 5
αναγράφει το όνομα του καλλιεργητού και την περιοχή παραγωγής του προϊόντος. Συμπερασματικά, η Οργανική (Βιολογική) Γεωργία αφορά σε ένα πολύ μικρό τμήμα του συνόλου της σύγχρονης γεωργίας, το οποίο όμως μπορεί να αποδειχθεί πολύ χρήσιμο, εφαρμοζόμενο σε ειδικές περιπτώσεις όπως μικροκαλλιεργητές, ανεπτυγμένο τμήμα πληθυσμού με οικονομική άνεση, παραγωγή ειδικών σπάνιων φυτικών προϊόντων υψηλού κόστους κ.α. Για την κάλυψη όμως των αναγκών όλου του πληθυσμού σε τρόφιμα χωρίς επιπτώσεις στην υγεία ανθρώπων και ζώων και το περιβάλλον η λύση είναι η Ολοκληρωμένη Γεωργία. Καταλήγοντας θεωρούμε απαραίτητο να επαναλάβουμε ότι όλα τα ανωτέρω συστήματα γεωργικής παραγωγής μπορούν να ενταχθούν στο ευρύτερο της Ολοκληρωμένης Γεωργίας η οποία δίνει την ευχέρεια χρήσης όλων των κατάλληλων για την παραγωγή μέσων και μεθόδων και καλύπτει στόχους όπως: Παραγωγή των τροφίμων που χρειάζονται για να θρέψουν τους ανθρώπους του πλανήτη. Προστασία του περιβάλλοντος στο οποίο αναπτύσσεται η γεωργία. Ευημερία των καλλιεργητών. Χρήση όλων των μέσων που μας προσφέρει η φύση και παρέχει η επιστήμη για την καλλίτερη και αποδοτικότερη εφαρμογή της γεωργίας κ.α. 6