ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: ΒΑΣΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Έχοντας ως εδώ εξετάσει ορισμένα κεντρικά προκαταρκτικά ζητήματα της οικονομικής ανάπτυξης, θα στραφούμε τώρα στα πρίσματα θέασης και κατανόησης της αύξησης του ΑΕΠ, με έμφαση στα εργαλεία της οικονομικής θεωρίας. Οι προσεγγίσεις αυτές είναι πολλές και διαφορετικές: όπως θα δούμε, συχνά αλληλοσυμπληρώνονται αλλά ενίοτε συγκρούονται μεταξύ τους. 4-Α. Η ΚΑΜΠΥΛΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΩΝ Σε μια δεδομένη ιστορική στιγμή, μια χώρα έχει τη δυνατότητα να παράγει μια σειρά από προϊόντα. Η δυνατότητα αυτή μπορεί να εκφραστεί από τη λεγόμενη καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων. Καθώς είναι αδύνατον να απεικονίσουμε στον δισδιάστατο χώρο τις εκατοντάδες των παραγόμενων αγαθών, απλοποιώντας αλλά συγκρατώντας το βασικό σκεπτικό, μπορούμε να υποθέσουμε ότι παράγονται δύο αγαθά. Μεταφέροντας στη μακρινή Κίνα τη λογική των Ρωμαίων αυτοκρατόρων που ήθελαν να προσφέρουν στον λαό «άρτο και θεάματα», ας πούμε ότι τα δύο αγαθά είναι ρύζι και ραδιόφωνα. Με ένα διάγραμμα μπορούμε να δούμε όλους του δυνατούς συνδυασμούς παραγωγής αυτών των προϊόντων. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 4-1: Η ΚΑΜΠΥΛΗ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΩΝ Το πόσο ρύζι και πόσα ραδιόφωνα θα παραχθούν ένα συγκεκριμένο έτος, με δεδομένες τις δυνατότητες μιας χώρας, αποτελεί μια επιλογή: είτε ενός κεντρικού κυβερνητικού σχεδιασμού, είτε της αγοράς. Στην πρώτη περίπτωση καθορίζεται βάσει ενός πλάνου που καταρτίζει το κράτος (π.χ. στην εποχή της ΕΣΣΔ), στη δεύτερη, με βάση τις δυνάμεις της ζήτησης, η αγορά στέλνει «σήματα» μέσω των τιμών που διαμορφώνει («Ο κόσμος
ζητάει ραδιόφωνα! Θα τα μοσχοπουλήσετε!» ή «Ο κόσμος χρειάζεται ρύζι!») και η παραγωγή προσαρμόζεται αναλόγως. Έτσι μπορούμε να έχουμε πιο πολύ ρύζι και λιγότερα ραδιόφωνα (σημείο Α) ή λιγότερο ρύζι και πιο πολλά ραδιόφωνα (σημείο Β). Τόσο το σημείο Α όσο και το σημείο Β έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό ότι βρίσκονται ακριβώς πάνω στη γραμμή, δηλαδή εξαντλούν τις υπάρχουσες δυνατότητες. Εν ολίγοις, δεν μπορείς να έχεις πιο πολλά ραδιόφωνα χωρίς να θυσιάσεις μερικούς τόνους ρύζι. Αυτή είναι η έννοια της κατά Pareto αποτελεσματικότητας, από το όνομα του Ιταλού οικονομολόγου V. Pareto που την εισήγαγε. Αντίθετα, στο σημείο Γ δεν έχουμε τέτοια αποτελεσματικότητα, που σημαίνει ότι δεν εξαντλούνται οι υπάρχουσες δυνατότητες, λ.χ. μένει αναξιοποίητο παραγωγικό δυναμικό, άνθρωποι ή μηχανές. [Σημείωση: η έννοια της κατά Pareto αποτελεσματικότητας εφαρμόζεται και στην κατανομή εισοδήματος. Αν στο ίδιο διάγραμμα αντί ρύζι και ραδιόφωνα τοποθετήσουμε δυο άτομα και πόσα χρήματα παίρνει το καθένα, μετακινούμενοι από το σημείο Α στο Β το ένα κερδίζει εις βάρος του άλλου, ενώ από το σημείο Γ μπορείς να μεταβείς πάνω στην ευθεία των δυνατών συνδυασμών έτσι ώστε και τα δύο να βγαίνουν κερδισμένα.] Η τεχνολογική πρόοδος (στην οποία αφιερώνουμε ξεχωριστό κεφάλαιο πιο κάτω) σημαίνει αύξηση της δυνατότητας παραγωγής, είτε ρυζιού, λόγω π.χ. νέων ποικιλιών με καλύτερη στρεμματική απόδοση ή καλύτερων μεθόδων άρδευσης, είτε ραδιοφώνων, όπως συνέβη, λ.χ., με τη μαζική παραγωγή τρανζίστορ γύρω στο 1960. Αυτό αποτυπώνεται στη μετατόπιση της καμπύλης είτε προς τα πάνω είτε προς τα δεξιά αντιστοίχως, όπως βλέπουμε στο διάγραμμα 4-1. Μπορεί βέβαια να έχουμε συνολική αύξηση της δυνατότητας παραγωγής και για τα δύο προϊόντα. Στην περίπτωση αυτή μετατοπίζεται δεξιά και προς τα πάνω χωρίς να αλλάζει πολύ η κλίση. Πώς όμως «σπρώχνουμε» δεξιά και προς τα πάνω την καμπύλη; (Η καμπύλη κανονικά περιλαμβάνει πολλά προϊόντα, δεκάδες, είναι ν-διάστατη και άρα δύσκολα αποτυπώνεται.) Η ίδια η έννοια της ανάπτυξης-μεγέθυνσης μιας οικονομίας γύρω από αυτήν ακριβώς τη διαδικασία περιστρέφεται, δηλαδή την αύξηση των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών. Εδώ κεντρική είναι η έννοια της επένδυσης. Περιορίζοντας το μερίδιο του ΑΕΠ που καταναλώνεται και αυξάνοντας αυτό που επενδύεται, εξασφαλίζουμε μελλοντικά περισσότερα αγαθά: κατά κάποιο τρόπο, «θυσιάζουμε» σημερινή κατανάλωση για να έχουμε περισσότερη στο μέλλον (εμείς και τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας). Στην πράξη, δύο είναι οι φορείς που αναλαμβάνουν το έργο αυτό: το κράτος με τις δημόσιες επενδύσεις (λ.χ. σε έργα υποδομής) και οι ιδιώτες-επιχειρηματίες-κεφαλαιούχοι που επενδύουν προσβλέποντας ότι με τα χρόνια θα πάρουν πίσω τα λεφτά τους μαζί με ένα ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους. Τέλος, ως προς την καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων, να επισημάνουμε ότι η μακροοικονομική πολιτική, ιδίως σε συνθήκες ανεργίας, μπορεί κάλλιστα να έχει ως «αναπτυξιακό» στόχο την αύξηση του ΑΕΠ, ξεκινώντας από ένα σημείο τύπου Γ, που υποδηλώνει ότι δεν αξιοποιούνται όλες οι παραγωγικές δυνατότητες. Στην περίπτωση επιτυχίας αυτής της πολιτικής, θα έχουμε ανάπτυξη, δηλαδή αύξηση του ΑΕΠ, χωρίς αυτό να σημαίνει κατ ανάγκη και μετατόπιση της καμπύλης προς τα δεξιά και πάνω. Στην πραγματικότητα συνυπάρχουν και οι δυο στόχοι (πλήρης αξιοποίηση των υπαρχουσών δυνατοτήτων - αύξηση των δυνατοτήτων) και δεν είναι πάντα εύκολο να ξεχωρίσεις τη μία διαδικασία από την άλλη. 4-Β. ΞΕΠΕΡΝΩΝΤΑΣ ΤΗ ΦΤΩΧΕΙΑ: ΙΣΟΡΡΟΠΗ ΚΑΙ ΜΗ ΙΣΟΡΡΟΠΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ Όπως είδαμε στο κεφάλαιο 3 για τον «φαύλο κύκλο της φτώχειας», αν σε μια πάμπτωχη χώρα κάποιος επενδύσει σε εργοστάσιο μαζικής παραγωγής υποδημάτων θα πέσει έξω, διότι δεν θα μπορεί να τα πουλήσει. Δεν υπάρχουν πελάτες με λεφτά για να τα αγοράσουν. Ωστόσο, αν ταυτοχρόνως και συντονισμένα γίνουν μια σειρά επενδύσεων (κονσέρβες, ρούχα, παπούτσια, ποδήλατα, εργαλεία κ.ά.), τότε οι μισθωτοί του ενός κλάδου θα αγοράζουν τα προϊόντα του άλλου (π.χ. ποδήλατο για να πηγαίνουν γρήγορα στη δουλειά). Μέσα από αυτήν την αλληλοϋποστήριξη, οι επενδύσεις θα αποβούν κερδοφόρες, άρα βιώσιμες. Αυτή ακριβώς είναι η φιλοσοφία πίσω από τη θεωρία της «μεγάλης ώθησης» και της ισόρροπης ανάπτυξης: μια μεμονωμένη επένδυση δεν θα καρποφορήσει, αλλά ένα συνεκτικό σύνολο συμπληρωματικών επενδύσεων, ιδίως σε προϊόντα ελαφριάς
βιομηχανίας και καταναλωτικών ειδών, μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα, βάζοντας τη χώρα σε αυτοτροφοδοτούμενη τροχιά ανάπτυξης (Nurkse, 1961). Η προσέγγιση αυτή, που διατυπώθηκε μεταξύ άλλων από τον R. Nurkse, επηρέασε την οικονομική θεωρία της ανάπτυξης στα πρώτα της βήματα. Οι πολλές ταυτόχρονες επενδύσεις που κατανέμονται ισόρροπα σε μια σειρά κλάδους, οι οποίοι στη συνέχεια αναπτύσσονται χάρη στην διευρυνόμενη εσωτερική αγορά, προϋποθέτουν βέβαια ότι ο κάθε επενδυτής προσδοκά ότι θα υπάρξουν και άλλες επενδυτικές κινήσεις. Όπως και σε άλλες εκδηλώσεις της οικονομικής ζωής, οι προσδοκίες παίζουν εδώ αποφασιστικό ρόλο. (Το ζήτημα αυτό σχετίζεται με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και το θεσμικό/κοινωνικό πλαίσιο, το οποίο θα δούμε πιο κάτω, στην ενότητα για τα θεσμικά οικονομικά.) Αλλά ελλείψει κονδυλίων (και προσδοκιών), σε μια φτωχή χώρα επενδύσεις δεν θα γίνουν παρά μόνο εάν δοθεί έξωθεν αυτή η αρχική μεγάλη ώθηση (big push) (Nurkse, 1961). Η προσέγγιση του Nurkse συμπληρώθηκε τροποποιήθηκε και αμφισβητήθηκε από τον Α. Hirschman, ο οποίος πρώτος διατύπωσε την έννοια της μη ισόρροπης ανάπτυξης, σύμφωνα με την οποία η αναπτυξιακή διαδικασία δεν συντελείται ομαλά και ισόρροπα αλλά με άλματα, ασυνέχειες, γόνιμες ασυμμετρίες, με το κράτος να παίζει σημαίνοντα ρόλο (Hirschman, 1958). Για παράδειγμα, το κράτος κατασκευάζει δρόμους και λιμάνια και, ως αποτέλεσμα αυτών των έργων υποδομής, δελεάζονται ιδιώτες και επενδύουν στην περιοχή. Ή, αντίστροφα, οι βιομήχανοι, έχοντας δημιουργήσει εργοστάσια, στη συνέχεια πιέζουν το κράτος να προχωρήσει στα αναγκαία έργα υποδομής (δρόμους, τρένα) αλλά και να αναπτύξει την εκπαίδευση ώστε να διαθέτουν καλύτερο εργατικό προσωπικό. Με άλλα λόγια, «το ένα φέρνει το άλλο», όχι όμως με τρόπο γραμμικό και συνεχή, αλλά με μη ισόρροπο. Η προσέγγιση αυτή, εκτός από τον ρόλο του κράτους, τονίζει επίσης τους δεσμούς που υπάρχουν ανάμεσα στις οικονομικές δραστηριότητες: ορισμένοι κομβικοί τομείς είτε τροφοδοτούν πολλούς άλλους είτε τροφοδοτούνται από την παραγωγή πολλών άλλων. Για παράδειγμα, η χαλυβουργία τροφοδοτεί μια σειρά κλάδων όπως η οικοδομική δραστηριότητα, ενώ η αυτοκινητοβιομηχανία δημιουργεί ζήτηση για μπαταρίες, για ελαστικά, για καθίσματα. Με τη σειρά της, η υφαντουργία δημιουργεί ζήτηση για βαμβάκι και παράγει τα απαραίτητα για τον κλάδο της ένδυσης. Και, βέβαια, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας τροφοδοτεί (κάπως σαν αιμοδοσία) μια τεράστια γκάμα δραστηριοτήτων, από τη βιομηχανία μέχρι τα νοικοκυριά. Η οπτική της «μη ισόρροπης ανάπτυξης» αναδεικνύει τη σημασία τέτοιου είδους δεσμών: είτε προς τα μπρος (ένας κλάδος τροφοδοτεί άλλους), είτε προς τα πίσω (ένας κλάδος δημιουργεί ζήτηση για ενδιάμεσα προϊόντα που θα χρησιμοποιήσει). Ο πλούτος και η ποιότητα αυτών των δεσμών καθιστά ορισμένους τομείς στρατηγικής σημασίας για την ανάπτυξη μιας χώρας. 4-Γ. ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ, ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Βασικές έννοιες στα οικονομικά της ανάπτυξης/μεγέθυνσης είναι εκτός από το ΑΕΠ και τα συστατικά του στοιχεία. Συγκεκριμένα, η κατανάλωση (C consumption) και οι επενδύσεις (I investments). Πολύ απλά, όπως μαθαίνουμε στη μακροοικονομία, το εθνικό εισόδημα (Υ) είναι το άθροισμα αυτών των δύο μεγεθών. Εξ ορισμού, δηλαδή: Υ= C+I Αν δεν υπάρχουν καθόλου επενδύσεις, Ι=0, τότε όλο το ετήσιο εισόδημα πάει στην κατανάλωση, υπονομεύοντας τη μελλοντική αύξηση του ΑΕΠ και υποθηκεύοντας το μέλλον. Από την άλλη, το μερίδιο που πηγαίνει στις επενδύσεις δεν μπορεί να είναι υπερβολικά μεγάλο, διότι κάτι τέτοιο πλήττει το επίπεδο της κατανάλωσης των κατοίκων μιας χώρας. Τίθεται δηλαδή ένα ζήτημα ισορροπίας ανάμεσα στα δύο μεγέθη. Πολύ περισσότερο μάλιστα που η καταναλωτική δαπάνη εξασφαλίζει τα απαραίτητα έσοδα και κέρδη στις υπάρχουσες παραγωγικές μονάδες, όπως είδαμε πιο πάνω στην ισόρροπη ανάπτυξη. Συνεπώς, μελετώντας τις αναπτυξιακές επιδόσεις
ή προοπτικές μιας ώρας, κοιτάμε αυτό το κρίσιμο μέγεθος (το Ι ως ποσοστό του Υ): όσο πιο μεγάλο, τόσο ταχύτερη και η ανάπτυξη. Σε μια ανοικτή οικονομία (βλ. κεφάλαιο 7 για την εξωτερική διάσταση της ανάπτυξης) αυτή η επενδυτική ώθηση μπορεί να έρθει απέξω, υπό τη μορφή ξένων επενδύσεων. Υπό άλλο πρίσμα, μπορούμε να πούμε πως το παραγόμενο εισόδημα μιας χώρας εξαρτάται από δύο βασικούς παράγοντες: από το συσσωρευμένο κεφάλαιο που ήδη υπάρχει, λόγω επενδύσεων που έχουν γίνει στο παρελθόν, και από το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό. Η συνάρτηση παραγωγής (production function) που χρησιμοποιείται εν προκειμένω δηλώνει ακριβώς αυτό: Y=F (K, L), όπου Κ είναι το κεφάλαιο (το Capital βέβαια γράφεται με C, αλλά το γράμμα αυτό χρησιμοποιείται για την κατανάλωση) και L είναι η εργασία (Labour). Η συνάρτηση παραγωγής μάς λέει ότι όσο πιο πολλοί οι εργαζόμενοι (L) και όσο πιο πολύ το διαθέσιμο κεφάλαιο (Κ), τόσο μεγαλύτερο και το παραγόμενο προϊόν (Υ). Κατά κάποιον τρόπο, εφαρμόζει για το σύνολο της οικονομίας την εικόνα ενός εργοστασίου που λειτουργεί με αυτούς τους δύο βασικούς «συντελεστές παραγωγής» (factors of production). Στους συντελεστές παραγωγής πρέπει κανονικά να προσθέσουμε και τη γη: συνήθως όμως παραβλέπεται, επειδή οι αυξομειώσεις της είναι πλέον περιορισμένες. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι στο παρελθόν οι άνθρωποι «κατακτούσαν γη», λ.χ. καθιστώντας καλλιεργήσιμες εκτάσεις τα δάση, που κάποτε κάλυπταν μεγάλο μέρος της Ευρώπης ή της Βόρειας Αμερικής. Κάτι ανάλογο συμβαίνει όταν μια χώρα, όπως το Ισραήλ, εφαρμόζοντας σύγχρονες μεθόδους, κάνει την έρημο εύφορη. Παρ όλες αυτές τις εξαιρέσεις, για λόγους απλότητας, χρησιμοποιείται η συνάρτηση παραγωγής με δύο βασικούς συντελεστές. Η σχέση Κ/L παρουσιάζει ενδιαφέρον διότι μας δείχνει πόσο κεφάλαιο αναλογεί σε κάθε εργαζόμενο μιας χώρας. Το κλάσμα αυτό είναι υψηλό στις αναπτυγμένες χώρες που διαθέτουν πολύ κεφάλαιο και χαμηλό στις φτωχές όπου η μάζα των εργαζομένων είναι μεγάλη σε σχέση με το υπάρχον κεφάλαιο. Το γεγονός αυτό επιδρά στην παραγωγικότητα της εργασίας, που είναι σαφώς μεγαλύτερη εκεί όπου οι εργαζόμενοι έχουν περισσότερο κεφάλαιο στη διάθεσή τους: άλλο να οργώνεις με άροτρο, άλλο να έχεις στη διάθεσή σου τρακτέρ. Να σημειωθεί ότι οι επενδύσεις αυξάνουν το Κ, ενώ με τα χρόνια η μάζα του κεφαλαίου Κ τείνει να χάνει βαθμιαία την αξία του λόγω σταδιακής φθοράς, δηλαδή απαξιώνεται. Ένα ολοκαίνουργιο μηχάνημα έχει μεγαλύτερη αξία από ό,τι ένα 20 ή 30 ετών πόσο μάλλον που το καινούργιο ενσωματώνει πιο σύγχρονες τεχνολογίες και είναι άρα πιο αποδοτικό. Ως προς το L, πρέπει να σημειωθεί ότι αποτυπώνει ανθρωποώρες, δηλαδή πόσο χρόνο εργάστηκαν στη διάρκεια ενός έτους οι εργαζόμενοι μιας χώρας, και επηρεάζεται αρνητικά από την ανεργία, δηλαδή από το ποσοστό των πολιτών που αναζητούν αλλά δεν βρίσκουν δουλειά. Επηρεάζεται επίσης, ιστορικά, από πολιτιστικές τάσεις και δεδομένα, με πιο χαρακτηριστικό την αύξηση τα τελευταία εκατό χρόνια των γυναικών που μπαίνουν στη αγορά εργασίας ιδίως στις αναπτυγμένες χώρες. Το υπόδειγμα Solow Η μεγέθυνση μπορεί να ιδωθεί λοιπόν ως μια διαδικασία που προκύπτει από: Την αύξηση των διαθέσιμων συντελεστών παραγωγής: για να παραχθούν περισσότερα αγαθά χρειάζονται περισσότερα λιμάνια, δρόμοι, μηχανές, γεννήτριες ηλεκτρικού ρεύματος αλλά και περισσότεροι εργαζόμενοι. Την αύξηση της παραγωγικότητας, δηλαδή από το πόσο παράγεται ανά μονάδα κεφαλαίου ή εργασίας, η οποία σχετίζεται με την οργάνωση της παραγωγής για να είναι πιο αποτελεσματική/αποδοτική, αλλά και με τις τεχνολογικές αλλαγές και την εκπαίδευση (βλ. αναλυτικότερα κεφάλαιο 8). Οι κεντρικές ιδέες στα καθιερωμένα υποδείγματα μεγέθυνσης (με πιο γνωστό του R. Solow) είναι οι εξής:
Οι νέες επενδύσεις, αν υπερβαίνουν την ετήσια απόσβεση (φθορά και ανάγκη αντικατάστασης) του υπάρχοντος εξοπλισμού, αυξάνουν το διαθέσιμο κεφάλαιο Κ. Έτσι μεγαλώνει η ποσότητα κεφαλαίου που έχει στη διάθεσή του ο κάθε εργαζόμενος (η αναλογία K/L). Οι επενδύσεις αυτές τροφοδοτούνται από την αποταμίευση, δηλαδή το μερίδιο του ΑΕΠ που δεν καταναλώνεται: είτε από τα νοικοκυριά που βάζουν τα λεφτά που δεν ξοδεύουν στην τράπεζα, είτε από τις εταιρείες όταν δεν διανέμουν το σύνολο των κερδών τους, είτε από το δημόσιο που δαπανά για τις τρέχουσες ανάγκες λιγότερα από όσα εισπράττει μέσω των φόρων. Για τα νοικοκυριά, βασικό κριτήριο για την απόφαση είναι πόσο να καταναλώσουν τώρα και πόσα χρήματα να αποταμιεύσουν για μελλοντικές ανάγκες. Αντλώντας από την εμπειρία ιδίως των τελευταίων δύο αιώνων, η οικονομική θεωρία επικεντρώνεται στη σημασία της συσσώρευσης κεφαλαίου: όσο περισσότερο Κ τόσο μεγαλύτερη και η ανά εργαζόμενο παραγωγή. Δίνοντας έμφαση στη μεταβλητότητα της αναλογίας K/L, το υπόδειγμα Solow διαφοροποιείται από προηγούμενα μοντέλα, όπως των Harrod - Domar, που εξετάζουν τη μεγέθυνση ως αποτέλεσμα επενδύσεων αλλά με σταθερή την αναλογία κεφαλαίου - εργασίας. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 4-2: ΤΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ SOLOW Το παραπάνω διάγραμμα συνοψίζει το υπόδειγμα Solow. Ο κάθετος άξονας δείχνει το εισόδημα ανά μονάδα εργασίας Y/L, ενώ ο οριζόντιος την αναλογία κεφαλαίου - εργασίας K/L. Η πάνω καμπύλη δείχνει πόσο προϊόν
ανά εργαζόμενο (άρα κατά κεφαλήν ΑΕΠ) αντιστοιχεί σε κάθε K/L. Διαπιστώνουμε ότι όσο αυξάνει η αναλογία K/L μεγαλώνει και η ανά εργαζόμενο παραγωγή Y/L. Ωστόσο, ενώ στο αριστερό μέρος, κοντά στο 0, η κλίση της καμπύλης (άρα η αύξηση του Y/L ως αποτέλεσμα της αύξησης του K/L) είναι μεγάλη, όσο πηγαίνουμε πιο δεξιά, δηλαδή όσο αυξάνει η αναλογία K/L, η κλίση της καμπύλης μειώνεται: η πρόσθετη παραγωγικότητα ανά μονάδα κεφαλαίου δεν είναι τόσο σημαντική. Αυτό σημαίνει ότι σε μια χώρα με ελάχιστο κεφάλαιο ανά εργάτη κάθε προσθήκη πιάνει πολύ περισσότερο τόπο, από ό,τι σε μια χώρα με ήδη άφθονο συσσωρευμένο κεφάλαιο. Η από κάτω καμπύλη είναι το γινόμενο sy, όπου s είναι το μερίδιο του εισοδήματος που δεν καταναλώνεται αλλά αποταμιεύεται και επενδύεται. Τέλος, η ευθεία γραμμή αντιπροσωπεύει το άθροισμα του ρυθμού αύξησης του πληθυσμού και του ρυθμού απόσβεσης του κεφαλαίου: όσο αυξάνει η εργασία και όσο φθείρεται το υπάρχον κεφάλαιο, απαιτούνται επενδύσεις για να παραμείνει η αναλογία κεφάλαιο ανά εργασία αναλλοίωτη. Το σημείο Α, όπου η ευθεία αυτή τέμνει την κάτω καμπύλη της αποταμίευσης, αποτελεί σημείο ισορροπίας: αριστερά του, ο ρυθμός αποταμίευσης εξασφαλίζει μεγαλύτερη αύξηση του κεφαλαίου από την απαραίτητη λόγω απόσβεσης και αύξησης πληθυσμού, και έτσι η αναλογία K/L ωθείται δεξιά. Αντιθέτως, στα δεξιά του σημείου Α, οι επενδύσεις δηλαδή η αύξηση του Κ υστερεί έναντι της πληθυσμιακής αύξησης και της απόσβεσης, με αποτέλεσμα το K/L να πιέζεται προς τα κάτω. Το σημείο Α αντιπροσωπεύει τη λεγόμενη «μεγέθυνση σε σταθερή κατάσταση» (steady state growth), όπου οι δύο αναλογίες K/L και Y/L παραμένουν σταθερές: η αναλογία κεφαλαίου - εργασίας και η παραγωγή ανά εργαζόμενο (άρα το κατά κεφαλήν εισόδημα) παραμένουν ίδια. Για να αυξηθούν, απαιτείται, σύμφωνα με το υπόδειγμα, αύξηση της αποταμίευσης-επένδυσης, δηλαδή μετατόπιση της αντίστοιχης καμπύλης προς τα πάνω (με όριο, βέβαια, την πάνω καμπύλη, της παραγωγής, καθώς δεν γίνεται μια χώρα να μην καταναλώνει καθόλου) (Perkins et al., 2013). Συσχετίζοντας όλα αυτά με την Ελλάδα του 2015, βλέπουμε ότι ενώ απαιτούνται περί τα 33 δισ. ευρώ επενδύσεις ετησίως για να καλυφθεί η απαξίωση (δηλαδή η μείωση) του κεφαλαίου (Κ), οι επενδύσεις είναι μόνο 18 δισ. ευρώ: αυτή η υστέρηση ισοδυναμεί με «αποεπένδυση», δηλαδή μείωση του Κ, της τάξης των 15 δισ. ετησίως. [Μπορούμε να δούμε το διάγραμμα και από την εξής διαφορετική οπτική γωνία, ξεχνώντας το ζήτημα της αποταμίευσης: να θεωρήσουμε ότι οι δύο καμπύλες αντιστοιχούν σε δύο διαφορετικούς τρόπους οργάνωσης της παραγωγής, όπου η κάτω, με χειρότερη οργάνωση, με ίδιο Κ και L παράγεται λιγότερο εισόδημα. Ως εκ τούτου, και η ανά εργαζόμενο παραγωγικότητα Y/L που προκύπτει, στον κάθετο άξονα, είναι χαμηλότερη: με την ίδια ακριβώς αναλογία K/L παράγονται λιγότερα από ό,τι στην άλλη. Αλλά το υπόδειγμα Solow δεν αναφέρεται αναλυτικά σε τέτοια ζητήματα.] 4-Δ. ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Αρχικά, η προσέγγιση στην ανάπτυξη αντλούσε πολύ από τη θεωρία του Keynes, η οποία μεταπολεμικά καθιερώθηκε στο πλαίσιο των μακροοικονομικών αναλύσεων και πολιτικών. Σύμφωνα με αυτήν, οι οικονομίες μπορούν να βρεθούν επί μακρόν σε κατάσταση μαζικής ανεργίας/υποαπασχόλησης: το πιστοποιούσε άλλωστε η ζοφερή εμπειρία των ΗΠΑ και της Ευρώπης στη δεκαετία του 1930. (Όπως βλέπουμε και πάλι, οι ιστορικές συνθήκες γεννούν θεωρίες, και η θεωρία του Keynes ήταν «απάντηση» στη μεγάλη κρίση της δεκαετίας του 1930.) Η θεωρία της ισόρροπης ανάπτυξης, που διδάσκει ότι χρειάζεται μεγάλη ώθηση για να αναπτυχθούν ταυτόχρονα πολλοί τομείς, ενώ αντίθετα ένας μοναχικός τομέας θα μαραζώσει ελλείψει επαρκούς ζήτησης για τα προϊόντα του, σαφώς αντλεί από τον κενσϋανισμό και τη σημασία που αποδίδει στην ενεργό ζήτηση, δηλαδή στο σύνολο της δαπάνης, ιδιωτικής και δημόσιας, που αυξανόμενη τονώνει την οικονομική δραστηριότητα. Ταυτόχρονα, η προσέγγιση της μη ισόρροπης ανάπτυξης εμπνέεται και αυτή από τον Keynes, καθώς μάλιστα τονίζει τον κομβικό ρόλο του κράτους και των δημόσιων επενδύσεων στην αναπτυξιακή διαδικασία.
Μετά τον πόλεμο εμφανίστηκαν ωστόσο και άλλες θεωρήσεις, ειδικά της ανάπτυξης. Τα στάδια οικονομικής ανάπτυξης Η θεώρηση της αναπτυξιακής διαδικασίας πολύ συχνά παραπέμπει σε μια γραμμική αντίληψη ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες «προχωρούν» από την παράδοση στην ευμάρεια, η οποία προκύπτει χάρη στη σύγχρονη κοινωνική-οικονομική οργάνωση. Μια τέτοια προσέγγιση ήταν του Αμερικανού οικονομολόγου W. Rostow, ο οποίος στο βιβλίο του Τα στάδια της οικονομικής ανάπτυξης (The Stages of Economic Growth) υποστήριξε ότι κάθε κοινωνία περνάει από πέντε στάδια ανάπτυξης: ξεκινώντας από μια παραδοσιακή κοινωνία (A), σταδιακά δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για «απογείωση» (B), συντελείται η «απογείωση» (Γ), ακολουθεί η ωρίμανση (Δ), ενώ το τελευταίο στάδιο είναι η εποχή της μαζικής καταναλωτικής κοινωνίας για το σύνολο του πληθυσμού (Ε). Οι φάσεις αυτές διαρκούν περισσότερα ή λιγότερα χρόνια (ή και δεκαετίες), ανάλογα με την ταχύτητα αλλαγής κάθε χώρας. Η θεώρηση αυτή, κάπως σχηματική, επικεντρώνεται στη βασική έννοια της «απογείωσης», η οποία αρχικά συντελείται σε ορισμένους τομείς, που λειτουργούν σαν «ατμομηχανές», συμπαρασύροντας και την υπόλοιπη κοινωνία (αυτό θυμίζει κατά κάποιον τρόπο τη «μη ισόρροπη ανάπτυξη» που είδαμε πιο πάνω) (Rostow, 1960). Η θεωρία των σταδίων συγγενεύει με κοινωνιολογικές αντιλήψεις περί «εκσυγχρονισμού παραδοσιακών κοινωνιών» και «κοινωνικής εξέλιξης» (με τις εντάσεις που αυτή η διαδικασία συνεπάγεται). Το τελευταίο «στάδιο», της σύγχρονης κοινωνίας της αφθονίας, είναι το σημείο κατάληξης της όλης διαδικασίας, όπου επιτυγχάνεται, κατά τον Rostow, μια ισορροπία η οποία στη συνέχεια δεν προβλέπεται να διαταραχθεί. Υπό αυτήν την έννοια, στη θεώρηση του Rostow διακρίνουμε κάποια ομοιότητα με το «τέλος της ιστορίας» για το οποίο θα μιλήσει, πολλά χρόνια αργότερα, ένας άλλος Αμερικανός στοχαστής, ο Fukuyama (1992). Να σημειώσουμε ότι, στον τίτλο του βιβλίου του, ο Rostow το χαρακτηρίζει «ένα μη κομμουνιστικό μανιφέστο» καθόλου παράξενο καθότι, όπως είπαμε, η συγκυρία που γεννά τις θεωρίες ανάπτυξης είναι σημαντική, και το βιβλίο γράφτηκε μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου μεταξύ ΗΠΑ/Δυτικής Ευρώπης και ΕΣΣΔ/Κίνας, εν πολλοίς ως συνταγή για την ανάπτυξη. Συγχρόνως ήταν και ένα «κήρυγμα», ένα κάλεσμα προς τις φτωχές χώρες να ακολουθήσουν την πορεία από την παράδοση στη σύγχρονη ώριμη καπιταλιστική κοινωνία, όπου θα γευτούν τους καρπούς και τον τρόπο ζωής των προηγμένων κρατών. Εν ολίγοις, η ιδεολογική διάσταση της θεώρησης είναι εμφανής. Πάντως, όταν σκεφτόμαστε την ανάπτυξη, πολύ συχνά ο τρόπος θέασης που υιοθετούμε εμπεριέχει μια «γραμμικότητα» και μια, έστω και άρρητη, αποδοχή ότι υπάρχουν διακριτές φάσεις που οδηγούν από μια παραδοσιακή σε μια πλουσιότερη προηγμένη οικονομία/κοινωνία. Η παραδοσιακή κοινωνία (πρώτο στάδιο κατά Rostow) είναι στατική, χωρίς αλλαγές, και χαρακτηρίζεται από έμφαση στη γεωργία, στον «πρωτογενή τομέα», με πρωτόγονα τεχνολογικά μέσα. Αντίθετα, τα δύο επόμενα στάδια της «απογείωσης» συνοδεύονται από κινητικότητα στην κοινωνία, αστικοποίηση, τεχνολογική αλλαγή και μεγαλύτερη παραγωγικότητα, εντέλει δε εκβιομηχάνιση. Ιστορικά, αυτό σε πολλές χώρες συμβάδισε συνήθως και με τη διαμόρφωση «εθνικής ταυτότητας». Τα δύο τελευταία στάδια σηματοδοτούν την πορεία προς μια σύγχρονη ώριμη κοινωνία, με διαφοροποίηση της βιομηχανικής παραγωγής σε όλο και μεγαλύτερης αξίας προϊόντα και έργα υποδομής (στις μεταφορές, στην παιδεία, στην υγεία κ.ά.). Κατάληξη, μια μαζική καταναλωτή κοινωνία, με τους πολίτες να διαθέτουν υψηλά εισοδήματα, κατ εικόνα και ομοίωση των ΗΠΑ του 1960 (Rostow, 1960). 4-Ε. ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΠΕΡΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ: ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ, ΜΟΝΑΔΙΚΟΤΗΤΑ Η θεώρηση των σταδίων οικονομικής ανάπτυξης συνδέεται και με ευρύτερους προβληματισμούς. Για παρά-
δειγμα, κατά πόσο οι φτωχές χώρες αναπτύσσονται, στο δεύτερο μισό του 20ού και στις αρχές του 21ου αιώνα, επαναλαμβάνοντας την εμπειρία και τη διαδρομή των ήδη αναπτυγμένων; Και κατά πόσο υπάρχει κάποιου είδους νομοτέλεια, που μπαίνει σε λειτουργία άπαξ και αρχίσει η αναπτυξιακή διαδικασία (λ.χ. μετάβαση στο δεύτερο στάδιο του Rostow); Μήπως, αντίθετα, όλα αυτά επηρεάζονται αποφασιστικά από τη χρονική στιγμή, την ιστορική συγκυρία, το διεθνές πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσονται; Ορισμένες θεωρίες τονίζουν ότι υπάρχουν οικονομικοί «νόμοι» και «δομές» ή «πρότυπα» (patterns), που επαναλαμβάνονται λίγο πολύ πανομοιότυπα, ανεξαρτήτως της κάθε χρονικής στιγμής: λ.χ. αρχίζοντας από «χαμηλά», οι χώρες που ξεφεύγουν από την παραδοσιακή κοινωνία παρουσιάζουν συνθήκες παρεμφερείς με της Αγγλίας της βιομηχανικής επανάστασης. Οι σημερινοί εργάτες στις φάμπρικες των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών που ζουν σε φτωχογειτονιές-παραγκουπόλεις και δουλεύουν δωδεκάωρα μοιάζουν πράγματι σε πολλά με όσα περιγράφει ο Άγγλος συγγραφέας Dickens για τις άθλιες συνθήκες ζωής των φτωχών της εκβιομηχανιζόμενης Βρετανίας του 19ου αιώνα. Εδώ συναντάμε και την κλασική μαρξιστική προσέγγιση. Με βάση την ιστορικότητα της επέκτασης του καπιταλισμού, ο Marx υποστηρίζει ότι υπάρχουν στάδια ανάπτυξης από τα οποία, νομοτελειακά, όλες οι φτωχές χώρες πρέπει να περάσουν ακόμα και αν, σε αντίθεση με τον Rostow, βλέπει ως τελική κατάληξη για όλα τα κράτη τον σοσιαλισμό. Επιπλέον, θεωρεί ότι ο καπιταλισμός αναπτύσσει όλο τον κόσμο, πλάθοντάς τον με τον ίδιο τρόπο σαν να πρόκειται για «ενιαίο καλούπι». «Με την εκμετάλλευση της παγκόσμιας αγοράς», διαβάζουμε στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, «η αστική τάξη διαμόρφωσε κοσμοπολίτικα την παραγωγή και την κατανάλωση όλων των χωρών. Με τη γρήγορη βελτίωση όλων των εργαλείων παραγωγής, με την απεριόριστη διευκόλυνση των επικοινωνιών, η αστική τάξη τραβάει στον πολιτισμό όλα, ακόμα και τα πιο βάρβαρα έθνη» (Μαρξ & Ένγκελς, 2004). Αντίθετα, οι θεωρίες του ιμπεριαλισμού και αργότερα, στη δεκαετία του 1960 και του 1970, οι νεομαρξιστικές προσεγγίσεις δίνουν έμφαση στην ιστορική φάση που διανύει παγκοσμίως ο καπιταλισμός, στη διεθνή συγκυρία, στη διεθνή αγορά όπως έχει ήδη διαμορφωθεί και στους περιορισμούς που αυτή επιβάλλει σε όσες χώρες προσπαθούν να αναπτυχθούν σε ένα πλαίσιο όπου δεσπόζουν πλέον τα προηγμένα κράτη. Η επανάληψη, σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη, δεν είναι εφικτή. Η ροή (της ιστορίας) κερδίζει την παρτίδα έναντι της «δομής» της ανάπτυξης. Η μοναδικότητα της κάθε περιόδου επισκιάζει την επανάληψη των καταστάσεων. Οι νεομαρξιστικές θεωρήσεις μιλάνε για την εξάρτηση και την εκμετάλλευση των χωρών της «περιφέρειας» από το μητροπολιτικό «κέντρο» και την άνιση ανάπτυξη που προκύπτει. Στην εποχή της αποικιοκρατίας, η οικονομική απομύζηση γινόταν με πολιτικά-στρατιωτικά μέσα επιβολής, όμως αργότερα τη σκυτάλη πήραν νεοαποικιοκρατικές (neocolonialist) πρακτικές, όπου δεσπόζουν πλέον όχι η πολιτική επιβολή, αλλά λιγότερο ορατές οικονομικές δυνάμεις, όπως η αγορά, οι πολυεθνικές εταιρείες κλπ. Υπογραμμίζεται εν προκειμένω η αντίθεση πλούσιων και φτωχών κρατών: υπάρχει ένας πυρήνας προηγμένων κρατών που εξάγουν κυρίως βιομηχανικά προϊόντα στις φτωχές χώρες, οι οποίες είναι καταδικασμένες να παράγουν και να εξάγουν χαμηλής αξίας προϊόντα του πρωτογενούς τομέα. Αυτή η «διαρθρωτική» ανισότητα κρατών που διαιωνίζεται μέσω των δοσοληψιών τους αποτελεί σημαντικό στοιχείο των θεωριών «κέντρου - περιφέρειας» και «εξαρτημένης ανάπτυξης». Οι θεωρήσεις αυτές επηρέασαν μεταπολεμικά τον τρόπο σκέψης, την πολιτική σκηνή και την οικονομική πρακτική σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες (ιδίως της Λατινικής Αμερικής): πρέσβευαν τη ρήξη και αποκοπή από δοσοληψίες με τις πλούσιες χώρες, ως απαραίτητη προϋπόθεση της ανάπτυξης (Frank, 1966). Ιδωμένες στις αρχές του 21ου αιώνα, οι αντιλήψεις αυτές μοιάζουν να έχουν αναγορεύσει ορισμένες υπαρκτές εμπειρίες σε απαράβατες νομοτέλειες: στην πράξη, μετά τα τέλη του 20ού αιώνα, πολλές φτωχές χώρες αναπτύσσονται γοργά όχι αποκόβοντας τους δεσμούς τους με τη διεθνή αγορά αλλά, αντίθετα, συνδεόμενες όλο και περισσότερο μαζί της (χαρακτηριστικότερο παράδειγμα η Κίνα). Από την άλλη, κράτη που επί πολλά χρόνια απομονώθηκαν από τη διεθνή οικονομία, αντί να ευδοκιμήσουν, δεν τα πήγαν καθόλου καλά (λ.χ. η Αλβανία έως το 1990, η Βόρεια Κορέα σήμερα). Εν ολίγοις, φαίνεται περισσότερο να επιβεβαιώνεται η άποψη ότι η ανάπτυξη ακολουθεί τους δικούς της κανόνες που επαναλαμβάνονται σε ποικίλες ιστορικές στιγμές και διαφορετικά γεωγραφικά μήκη και πλάτη. Όπως σε πολλά κοινωνικά-οικονομικά φαινόμενα, έχουμε να κάνουμε με ένα περίεργο παιχνίδι, όπου συνυπάρχουν η επανάληψη με το ιστορικά καινούργιο, η δομή και εσωτερική λογική των «κανόνων» της ανάπτυξης με τις ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες (όπως λ.χ. η Κίνα και το Βιετνάμ που υπό το καθεστώς του Κομμουνιστικού Κόμματος αναπτύσσονται υιοθετώντας καπιταλιστικά πρότυπα). Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ιδιαιτερότητες, ιδίως ως προς τους θεσμούς που ιστορικά έχουν διαμορφω-
θεί σε κάθε χώρα. Το τελευταίο μας οδηγεί σε μια άλλη διακριτή οπτική γωνία των αναπτυξιακών ζητημάτων. 4-ΣΤ. ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ Ο DOUGLAS NORTH Οι θεσμοί μιας κοινωνίας είναι οι κανόνες του παιχνιδιού, μέσω των οποίων ορίζονται οι ανθρώπινες δοσοληψίες. Απαρτίζονται όχι μόνο από ρητές επίσημες διατάξεις (όπως λ.χ. το αστικό δίκαιο, που αποτελεί βάση κάθε οικονομίας της αγοράς), αλλά και από ποικίλους άρρητους κανόνες συμπεριφοράς, οι οποίοι συχνά μάλιστα κάνουν τους ανθρώπους να αυτοπεριορίζονται. Παράδειγμα, οι διάφοροι «κώδικες τιμής» στα οικογενειακά δίκτυα, που καθιστούν αδιανόητη την εξαπάτηση και όπου ακόμα και μια απλή χειραψία μπορεί να λειτουργεί ως συμβόλαιο. Εκτός από τους θεσμούς, σε κάθε κοινωνία υπάρχουν και οι οργανισμοί, όπως λ.χ. πολιτικά κόμματα, δημοτικά συμβούλια, επιχειρήσεις, σωματεία, συνδικάτα, εκπαιδευτικά ιδρύματα κ.ά. Θεσμοί και οργανισμοί βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση: οι οργανισμοί συχνά ωθούνται από τις δυνάμεις του ανταγωνισμού σε συνεχή βελτίωση και στην απόκτηση όλο και περισσότερων δεξιοτήτων και αποτελεσματικότητας. Αυτό οδηγεί μάλιστα σε θεσμικές αλλαγές. Άλλοτε πάλι, αναλόγως των θεσμών, μπορεί οι οργανισμοί να αφεθούν σε έναν λήθαργο. Σημαντικό ρόλο παίζουν εδώ και οι αντιλήψεις που έχουν οι «οικονομικοί παίκτες» και τα δίκτυα συνεργασίας τα οποία φτιάχνουν. Όλα αυτά μαζί ωθούν στην οικονομική εξέλιξη - μεγέθυνση ή, αντίθετα, σε κάποιου είδους ακινησία και τέλμα. Το κράτος, εν ολίγοις, δεν είναι ουδέτερος και αμέτοχος θεατής του οικονομικού γίγνεσθαι, κάθε άλλο, αφού οι θεσμοί που υφαίνονται γύρω από αυτό επηρεάζουν αποφασιστικά την οικονομική ανάπτυξη. Τα θεσμικά οικονομικά (Institutional Economics), που καθιερώθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, μελετούν και αναδεικνύουν αυτές ακριβώς τις πτυχές της οικονομίας: φωτίζουν με έναν δικό τους ιδιαίτερο τρόπο την αναπτυξιακή διαδικασία, αγκυροβολώντας την αγορά μέσα στην κοινωνία, σε συνάρτηση με την πολιτική εξουσία, την ιδεολογία, τα κατοχυρωμένα ή μη ιδιοκτησιακά δικαιώματα. Σε αυτόν τον τρόπο σκέψης πρωτοστάτησε, μεταξύ άλλων, ο Αμερικανός καθηγητής Douglass North (βραβείο Νόμπελ Οικονομίας 1993). Το φιλόδοξο έργο του οικονομικής ιστορίας (λ.χ. Δομή και μεταβολές στην οικονομική ιστορία) παραπέμπει στην πολιτική οικονομία, συμπεριλαμβανομένης της μαρξιστικής θεώρησης, από την οποία ωστόσο αποστασιοποιείται. Το ενδιαφέρον είναι ότι η προσέγγισή του είναι κραυγαλέα «εκλεκτικιστική»: επιλέγοντας ό,τι θεωρεί χρήσιμο, αλιεύει ιδέες και έννοιες από τη μαρξιστική όσο και από την κλασική και νεοκλασική οικονομική θεωρία, για να κτίσει και να εμπλουτίσει μια δική του πρωτότυπη και γόνιμη θεώρηση του οικονομικού γίγνεσθαι, της διαχρονικής σταθερότητας και μεταβολής. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιεί έννοιες όπως ιδιοκτησιακά δικαιώματα (property rights), κόστος συναλλαγής (transaction cost) και δωρεάν επιβάτης (free rider). Μεγάλη είναι η σημασία των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων στην προσέγγιση των θεσμικών οικονομικών: όσο πιο σαφή και αδιαμφισβήτητα είναι αυτά τόσο βοηθείται η ανάπτυξη, ενώ αντίθετα ένα θολό ιδιοκτησιακό τοπίο την υπονομεύει. Πράγματι, ποιος θα επενδύσει σε μια χώρα όπου η ιδιοκτησία δεν είναι με σαφήνεια καθορισμένη άρα προφυλαγμένη; Από την άλλη, το «κόστος συναλλαγής» είναι η επιβάρυνση στην οποία υποχρεώνονται οι οικονομικοί παίκτες στις διάφορες δοσοληψίες τους: λ.χ. η δωροδοκία γραφειοκρατών για την έκδοση μιας άδειας ή η ατέρμονη αναμονή για εκδικάσεις δικαστικών υποθέσεων αυξάνουν αυτό το κόστος, φρενάροντας τις επενδύσεις και άρα την ανάπτυξη. Είναι ως εάν αντί η οικονομία να λειτουργεί σαν μια «καλολαδωμένη μηχανή», τα γρανάζια της να βρίσκονται συνεχώς αντιμέτωπα με κόκκους άμμου, που δημιουργούν τριβές, απώλειες ενέργειας, φθορές, εντέλει κόστος (συναλλαγής). Βασική συλλογιστική του North είναι πως η πολιτική εξουσία πολύ συχνά καθορίζει τους κανόνες του οικονομικού παιχνιδιού για στενά ίδιον όφελος (άντληση ισχύος και πόρων), κάτι που μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη και, συνεπώς, να υπονομεύσει το μακροπρόθεσμο συμφέρον της. Σε όλα αυτά υπεισέρχεται προφανώς και η «ιδεολογία»: η τήρηση ενός συγκεκριμένου θεσμικού πλέγματος ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων συνεπάγεται ένα κόστος (αστυνόμευση, δικαιοσύνη) το οποίο είναι αντιστρόφως ανάλογο της ιδεολογικής επιτυχίας του όλου κοινωνικοοικονομικού συστήματος, δηλαδή της ικανότητάς του να πείθει τους ανθρώπους ότι είναι δίκαιο, ότι αποτελεί αν όχι τον μόνον, πάντως έναν ορθό τρόπο κοινωνικής οργάνωσης. Παράλληλα, οι δυνάμεις ανατρο-
πής και αλλαγής προσκρούουν πάντα, κατά τον Douglas North, στο πρόβλημα του «δωρεάν επιβάτη»: σε μια κατηγορία των «ανθρώπων-παικτών» που, αν και δυσαρεστημένοι με το όλο σύστημα, δεν είναι διατεθειμένοι να κινητοποιηθούν, πολύ περισσότερο να θυσιαστούν, για την επανάσταση: προτιμούν να αφήσουν τους άλλους να «βγάλουν το φίδι από την τρύπα». Η ύπαρξη αυτού του προβλήματος του «δωρεάν επιβάτη» δεν αναιρεί βέβαια το γεγονός πως, ιστορικά, υπήρξαν επαναστατικές κινητοποιήσεις και αυτοθυσίες που οδήγησαν σε αλλαγή (North, 2000). Πρόσθετοι παράγοντες που προφανώς εντάσσονται στη θεώρηση των θεσμικών οικονομικών είναι οι δημογραφικές τάσεις και η τεχνολογική μεταβολή. Αποδίδεται επίσης ιδιαίτερο βάρος στην (εν πολλοίς παραμελημένη από την έρευνα) στρατιωτική τεχνολογία και οργάνωση του πολέμου, που ιστορικά επηρέασε την ισχύ, το μέγεθος αλλά και τα οικονομικά των κρατικών μορφωμάτων. Στο μήκος κύματος των θεσμικών οικονομικών κινείται και το πολυσυζητημένο πρόσφατο βιβλίο των D. Acemoglou και J. Robinson, Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη. Πολιτικός επιστήμονας ο ένας, οικονομολόγος ο άλλος, οι συγγραφείς του υποστηρίζουν ότι εκείνο που διαφοροποιεί τις χώρες είναι πρωτίστως το είδος των θεσμών τους. Τα κράτη διαπρέπουν όταν καταφέρνουν να αναπτύξουν «περιεκτικούς πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς» και αποτυγχάνουν όταν οι θεσμοί τους καθίστανται ελιτίστικοι και συγκεντρώνουν ισχύ και ευκαιρίες στα χέρια των ολίγων. Επιτυχείς είναι οι θεσμοί που αποδεσμεύουν, ενισχύουν και προστατεύουν το πλήρες δυναμικό του κάθε πολίτη να καινοτομεί, να επενδύει και να αναπτύσσεται. Οι Acemoglou και Robinson επικαλούνται πολλά ιστορικά παραδείγματα: Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, μεσαιωνική Βενετία, κομμουνιστική Ρωσία, αποικιοκρατούμενη Αφρική - δουλεμπόριο. Ως προς την τελευταία, περιγράφεται με ενάργεια ο ανασταλτικός ρόλος των ευρωπαϊκών αποικιοκρατικών δυνάμεων στην ανάπτυξη «ανοικτών» θεσμών, παρατήρηση που εμμέσως παραπέμπει και στις προαναφερθείσες νεομαρξιστικές προσεγγίσεις κέντρου - περιφέρειας. Η περίπτωση της σύγχρονης Κίνας, που αναπτύσσεται επιτυχώς, διατηρώντας όμως «κλειστούς» πολιτικοοικονομικούς θεσμούς υπό τον ασφυκτικό έλεγχο του Κομμουνιστικού Κόμματος, τυγχάνει ιδιαίτερης προσοχής ως «παράδοξο». Το βιβλίο προδιαγράφει το τέλος της κινεζικής ανάπτυξης, μόλις η Κίνα φτάσει το επίπεδο ζωής μιας χώρας μεσαίου εισοδήματος, αλλά δεν αποκλείει και τη μη κατάρρευση, υπό την προϋπόθεση η χώρα να θεσπίσει εγκαίρως συμμετοχικούς θεσμούς, προτού το καθεστώς κλειστών θεσμών φτάσει στα όριά του. Αυτή η προσέγγιση θυμίζει λίγο τη θεωρία των σταδίων έχει μια οσμή «νομοτέλειας» (Acemoglou & Robinson, 2013). 4-Ζ. ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ: ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΔΕΙΚΤΕΣ Μετά τις θεωρίες της ανάπτυξης, ας περάσουμε από τη θεωρία στην πράξη, στις απτές αναπτυξιακές συνταγές και τους συνακόλουθους δείκτες. Η αναφορά μας στα θεσμικά οικονομικά συγγενεύει με το ζήτημα της «ποιότητας διακυβέρνησης» το οποίο, αν και σαφώς πολιτικό ζήτημα, έχει σύμφωνα με όλες τις αναλύσεις σαφέστατες επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη. Ένας δείκτης που έχει καθιερωθεί εδώ και χρόνια γι αυτό είναι ο λεγόμενος «δείκτης διαφθοράς» (Corruption index) ο οποίος κατατάσσει τις χώρες ανάλογα με την έκταση της διαφθοράς του δημόσιου τομέα τους, όπως την «προσλαμβάνουν» οι πολίτες. Αν και έχει ως βάση μια υποκειμενική αντίληψη, τελικά παρέχει αρκετά ικανοποιητική αντικειμενική εικόνα. Ο οργανισμός που διερευνά το θέμα από το 1993 είναι η Διεθνής Διαφάνεια (Transparency International). ΠΙΝΑΚΑΣ 4-1: ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΚΡΑΤΩΝ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΔΕΙΚΤΗ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ (CORRUPTION PERCEPTION INDEX)
Θέση Χώρα Επίδοση 2014 Επίδοση 2013 Επίδοση 2012 1 Denmark 92 91 90 2 New Zealand 91 91 90 3 Finland 89 89 90 4 Sweden 87 89 88 5 Norway 86 86 85 5 Switzerland 86 85 86 7 Singapore 84 86 87 8 Netherlands 83 83 84 9 Luxembourg 82 80 80 10 Canada 81 81 84 11 Australia 80 81 85 12 Germany 79 78 79 12 Iceland 79 78 82 14 United Kingdom 78 76 74 15 Belgium 76 75 75 15 Japan 76 74 74 17 Barbados 74 75 76 17 Hong Kong 74 75 77 17 Ireland 74 72 69 17 United States 74 73 73 21 Chile 73 71 72 21 Uruguay 73 73 72 23 Austria 72 69 69 24 Bahamas 71 71 71 25 United Arab Emirates 70 69 68 26 Estonia 69 68 64 26 France 69 71 71 26 Qatar 69 68 68 29 Saint Vincent and the Grenadines 67 62 62 30 Bhutan 65 63 63 31 Botswana 63 64 65 31 Cyprus 63 63 66 31 Portugal 63 62 63 31 Puerto Rico 63 62 63 35 Poland 61 60 58 35 Taiwan 61 61 61 37 Israel 60 61 60 37 Spain 60 59 65 39 Dominica 58 58 58 39 Lithuania 58 57 54 39 Slovenia 58 57 61 42 Cape Verde 57 58 60 43 Korea (South) 55 55 56 43 Latvia 55 53 49 43 Malta 55 56 57 43 Seychelles 55 54 52 47 Costa Rica 54 53 54 47 Hungary 54 54 55 47 Mauritius 54 52 57 50 Georgia 52 49 52 50 Malaysia 52 50 49 50 Samoa 52 #N/A #N/A 53 Czech Republic 51 48 49 54 Slovakia 50 47 46 55 Bahrain 49 48 51 55 Jordan 49 45 48
Θέση Χώρα Επίδοση 2014 Επίδοση 2013 Επίδοση 2012 55 Lesotho 49 49 45 55 Namibia 49 48 48 55 Rwanda 49 53 53 55 Saudi Arabia 49 46 44 61 Croatia 48 48 46 61 Ghana 48 46 45 63 Cuba 46 46 48 64 Oman 45 47 47 64 The FYR of Macedonia 45 44 43 64 Turkey 45 50 49 67 Kuwait 44 43 44 67 South Africa 44 42 43 69 Brazil 43 42 43 69 Bulgaria 43 41 41 69 Greece 43 40 36 69 Italy 43 43 42 69 Romania 43 43 44 69 Senegal 43 41 36 69 Swaziland 43 39 37 76 Montenegro 42 44 41 76 Sao Tome and Principe 42 42 42 78 Serbia 41 42 39 79 Tunisia 40 41 41 80 Benin 39 36 36 80 Bosnia and Herzegovina 39 42 42 80 El Salvador 39 38 38 80 Mongolia 39 38 36 80 Morocco 39 37 37 85 Burkina Faso 38 38 38 85 India 38 36 36 85 Jamaica 38 38 38 85 Peru 38 38 38 85 Philippines 38 36 34 85 Sri Lanka 38 37 40 85 Thailand 38 35 37 85 Trinidad and Tobago 38 38 39 85 Zambia 38 38 37 94 Armenia 37 36 34 94 Colombia 37 36 36 94 Egypt 37 32 32 94 Gabon 37 34 35 94 Liberia 37 38 41 94 Panama 37 35 38 100 Algeria 36 36 34 100 China 36 40 39 100 Suriname 36 36 37 103 Bolivia 35 34 34 103 Mexico 35 34 34 103 Moldova 35 35 36 103 Niger 35 34 33 107 Argentina 34 34 35 107 Djibouti 34 36 36 107 Indonesia 34 32 32 110 Albania 33 31 33 110 Ecuador 33 35 32 110 Ethiopia 33 33 33 110 Kosovo 33 33 34
Θέση Χώρα Επίδοση 2014 Επίδοση 2013 Επίδοση 2012 110 Malawi 33 37 37 115 Côte d Ivoire 32 27 29 115 Dominican Republic 32 29 32 115 Guatemala 32 29 33 115 Mali 32 28 34 119 Belarus 31 29 31 119 Mozambique 31 30 31 119 Sierra Leone 31 30 31 119 Tanzania 31 33 35 119 Vietnam 31 31 31 124 Guyana 30 27 28 124 Mauritania 30 30 31 126 Azerbaijan 29 28 27 126 Gambia 29 28 34 126 Honduras 29 26 28 126 Kazakhstan 29 26 28 126 Nepal 29 31 27 126 Pakistan 29 28 27 126 Togo 29 29 30 133 Madagascar 28 28 32 133 Nicaragua 28 28 29 133 Timor-Leste 28 30 33 136 Cameroon 27 25 26 136 Iran 27 25 28 136 Kyrgyzstan 27 24 24 136 Lebanon 27 28 30 136 Nigeria 27 25 27 136 Russia 27 28 28 142 Comoros 26 28 28 142 Uganda 26 26 29 142 Ukraine 26 25 26 145 Bangladesh 25 27 26 145 Guinea 25 24 24 145 Kenya 25 27 27 145 Laos 25 26 21 145 Papua New Guinea 25 25 25 150 Central African Republic 24 25 26 150 Paraguay 24 24 25 152 Congo, Republic of 23 22 26 152 Tajikistan 23 22 22 154 Chad 22 19 19 154 Congo, Democratic Republic of 22 22 21 156 Cambodia 21 20 22 156 Myanmar 21 21 15 156 Zimbabwe 21 21 20 159 Burundi 20 21 19 159 Syria 20 17 26 161 Angola 19 23 22 161 Guinea-Bissau 19 19 25 161 Haiti 19 19 19 161 Venezuela 19 20 19 161 Yemen 19 18 23 166 Eritrea 18 20 25 166 Libya 18 15 21 166 Uzbekistan 18 17 17 169 Turkmenistan 17 17 17
Θέση Χώρα Επίδοση 2014 Επίδοση 2013 Επίδοση 2012 170 Iraq 16 16 18 171 South Sudan 15 14 #N/A 172 Afghanistan 12 8 8 173 Sudan 11 11 13 174 Korea (North) 8 8 8 174 Somalia 8 8 8 ΠΗΓΗ: https://www.transparency.org/ Όπως παρατηρούμε στον παραπάνω πίνακα, ο βαθμός διαφθοράς, όπως τον βιώνουν οι πολίτες, κυμαίνεται. Είναι χαμηλός, δηλαδή με υψηλή βαθμολογία (πάνω από 80), στις πλέον αναπτυγμένες χώρες, ιδίως της Βόρειας Ευρώπης. Στη συνέχεια πέφτει πιο χαμηλά για να καταλήξει σε βαθμολογία κάτω από 30, 20 ακόμα και 10 σε λιγότερο αναπτυγμένα και κάθε άλλο παρά ευνομούμενα κράτη. Ενδεικτικά, κοντά στο 35 βρίσκονται η Κίνα, το Μεξικό, η Αίγυπτος, η Αλβανία, η Ινδονησία, η Αργεντινή. Περί το 43 βαθμολογούνται Ελλάδα, Ιταλία, Βουλγαρία, Ρουμανία. Πάνω από 60 βρίσκονται Κύπρος, Πολωνία, Πορτογαλία. Συναφής είναι και η προσέγγιση που κατατάσσει τις χώρες σύμφωνα με το πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η επιχειρηματικότητα: πρόκειται για τον δείκτη που κατασκευάζει η Παγκόσμια Τράπεζα (World Bank). ΠΙΝΑΚΑΣ 4-2: ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΧΩΡΩΝ ΒΑΣΕΙ ΕΥΚΟΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ (2014) Κατάταξη Ευκολία Ζητήματα Ευκολία Θέματα Πρόσβαση Προστασία Φορολο- Ευκολία Επιβολή Επίλυση Οικονομία σε μειοψηφιγία διασυνο- συμβολαί- αφερεγγυό- βάσει έναρξης οικοδομικών πρόσβασης εγγραφής ευκολίας νέας επιχείρησηκτρικχων αδειών σε ηλε- ιδιοκτησίας πιστώσεις κών μετόριακοωτητας επιχειρείν εμπορίου Singapore 1 6 2 11 24 17 3 5 1 1 19 New Zealand 2 1 13 48 2 1 1 22 27 9 28 Hong Kong SAR, China 3 8 1 13 96 23 2 4 2 6 25 Denmark 4 25 5 14 8 23 17 12 7 34 9 Korea, Rep. 5 17 12 1 79 36 21 25 3 4 5 Norway 6 22 27 25 5 61 12 15 24 8 8 United States 7 46 41 61 29 2 25 47 16 41 4 United Kingdom 8 45 17 70 68 17 4 16 15 36 13 Finland 9 27 33 33 38 36 76 21 14 17 1 Australia 10 7 19 55 53 4 71 39 49 12 14 Sweden 11 32 18 7 18 61 32 35 4 21 17 Iceland 12 31 56 9 23 52 28 46 39 3 15 Ireland 13 19 128 67 50 23 6 6 5 18 21 Germany 14 114 8 3 89 23 51 68 18 13 3 Georgia 15 5 3 37 1 7 43 38 33 23 122 Canada 16 2 118 150 55 7 7 9 23 65 6 Estonia 17 26 20 56 13 23 56 28 6 32 37 Malaysia 18 13 28 27 75 23 5 32 11 29 36 Taiwan, China 19 15 11 2 40 52 30 37 32 93 18 Switzerland 20 69 45 5 16 52 78 18 22 22 41 Austria 21 101 78 24 35 52 32 72 19 5 16 United Arab 22 58 4 4 4 89 43 1 8 121 92 Emirates Latvia 23 36 47 89 32 23 49 24 28 16 40 Lithuania 24 11 15 105 9 23 78 44 21 14 67 Portugal 25 10 58 47 25 89 51 64 29 27 10 Thailand 26 75 6 12 28 89 25 62 36 25 45 Netherlands 27 21 100 90 58 71 94 23 13 19 12 Mauritius 28 29 117 41 98 36 28 13 17 44 43 Japan 29 83 83 28 73 71 35 122 20 26 2
Οικονομία Macedonia, FYR Κατάταξη Ευκολία Ζητήματα Ευκολία Θέματα Πρόσβαση Προστασία Φορολο- Ευκολία Επιβολή Επίλυση βάσει έναρξης οικοδομικών πρόσβασης εγγραφής σε μειοψηφιγία διασυνο- συμβολαί- αφερεγγυό- ευκολίας επιχειρείν νέας επιχείρησης αδειών σε ηλεκτρικό ιδιοκτησίας πιστώσεις κών μετόχωριακού εμπορίου ων τητας 30 3 89 88 74 36 21 7 85 87 35 France 31 28 86 60 126 71 17 95 10 10 22 Poland 32 85 137 64 39 17 35 87 41 52 32 Spain 33 74 105 74 66 52 30 76 30 69 23 Colombia 34 84 61 92 42 2 10 146 93 168 30 Peru 35 89 87 86 26 12 40 57 55 100 76 Montenegro 36 56 138 63 87 4 43 98 52 136 33 Slovak Republic 37 77 110 100 11 36 100 100 71 55 31 Bulgaria 38 49 101 125 57 23 14 89 57 75 38 Mexico 39 67 108 116 110 12 62 105 44 57 27 Israel 40 53 121 109 135 36 11 97 12 111 24 Chile 41 59 62 49 45 71 56 29 40 64 73 Belgium 42 14 82 99 171 89 40 81 26 10 11 South Africa 43 61 32 158 97 52 17 19 100 46 39 Czech Republic 44 110 139 123 31 23 83 119 58 37 20 Armenia 45 4 81 131 7 36 49 41 110 119 69 Rwanda 46 112 34 62 15 4 117 27 164 62 101 Puerto Rico (U.S.) 47 48 158 32 163 7 78 133 84 92 7 Romania 48 38 140 171 63 7 40 52 65 51 46 Saudi Arabia 49 109 21 22 20 71 62 3 92 108 163 Qatar 50 103 23 40 36 131 122 1 61 104 47 Slovenia 51 15 90 31 90 116 14 42 53 122 42 Panama 52 38 63 29 61 17 76 166 9 84 132 Bahrain 53 131 7 73 17 104 104 8 64 123 87 Hungary 54 57 103 162 52 17 110 88 72 20 64 Turkey 55 79 136 34 54 89 13 56 90 38 109 Italy 56 46 116 102 41 89 21 141 37 147 29 Belarus 57 40 51 148 3 104 94 60 145 7 68 Jamaica 58 20 26 111 126 12 71 147 115 117 59 Luxembourg 59 82 50 42 137 165 117 20 35 2 62 Tunisia 60 100 85 38 71 116 78 82 50 78 54 Greece 61 52 88 80 116 71 62 59 48 155 52 Russian Federation 62 34 156 143 12 61 100 49 155 14 65 Moldova 63 35 175 149 22 23 56 70 152 42 58 Cyprus 64 64 148 160 112 61 14 50 34 113 51 Croatia 65 88 178 59 92 61 62 36 86 54 56 Oman 66 123 49 79 19 116 122 10 60 130 112 Samoa 67 33 57 20 48 151 71 96 80 83 124 Albania 68 41 157 152 118 36 7 131 95 102 44 Tonga 69 51 14 35 174 36 161 73 78 48 133 Ghana 70 96 106 71 43 36 56 101 120 96 161 Morocco 71 54 54 91 115 104 122 66 31 81 113 Mongolia 72 42 74 142 30 61 17 84 173 24 90 Guatemala 73 98 122 18 65 12 174 54 102 143 155 Botswana 74 149 93 103 51 61 106 67 157 61 49
Κατάταξη Ευκολία Ζητήματα Ευκολία Θέματα Πρόσβαση Προστασία Φορολο- Ευκολία Επιβολή Επίλυση Οικονομία σε μειοψηφιγία διασυνο- συμβολαί- αφερεγγυό- βάσει έναρξης οικοδομικών πρόσβασης εγγραφής ευκολίας νέας επιχείρησηκτρικχων αδειών σε ηλε- ιδιοκτησίας πιστώσεις κών μετόριακοωτητας επιχειρείν εμπορίου Kosovo 75 42 135 112 34 23 62 63 118 138 164 Vanuatu 76 137 80 115 91 36 135 48 113 77 103 Kazakhstan 77 55 154 97 14 71 25 17 185 30 63 Vietnam 78 125 22 135 33 36 117 173 75 47 104 Trinidad and 79 71 113 21 159 36 62 113 76 180 66 Tobago Azerbaijan 80 12 150 159 10 104 51 33 166 31 94 Fiji 81 160 73 75 64 71 110 107 116 59 91 Uruguay 82 60 162 39 146 52 110 140 83 106 57 Costa Rica 83 118 52 46 47 89 181 121 47 129 89 Dominican Republic 84 113 96 119 82 89 83 80 24 73 158 Seychelles 85 127 48 130 78 171 56 43 42 103 61 Kuwait 86 150 98 93 69 116 43 11 117 131 127 Solomon Islands 87 93 36 45 156 71 92 58 87 150 139 Namibia 88 156 25 66 173 61 87 85 136 53 81 Antigua and 89 102 30 17 141 151 35 159 89 76 114 Barbuda China 90 128 179 124 37 71 132 120 98 35 53 Serbia 91 66 186 84 72 52 32 165 96 96 48 Paraguay 92 126 43 51 60 71 166 111 150 90 106 San Marino 93 132 112 6 111 180 110 34 59 33 111 Malta 94 136 109 114 83 171 51 26 43 107 86 Philippines 95 161 124 16 108 104 154 127 65 124 50 Ukraine 96 76 70 185 59 17 109 108 154 43 142 Bahamas, The 97 95 92 50 179 131 141 31 63 125 60 Dominica 97 63 43 53 149 131 87 94 88 148 121 Sri Lanka 99 104 60 100 131 89 51 158 69 165 72 St. Lucia 100 72 39 23 132 151 141 69 122 145 100 Brunei Darussalam 101 179 53 42 162 89 110 30 46 139 88 Kyrgyz Republic 102 9 42 168 6 36 35 136 183 56 157 St. Vincent 103 80 35 8 155 151 71 93 45 101 189 and the Grenadines Lebanon 104 119 164 57 106 116 106 40 97 110 136 Honduras 104 138 103 110 81 7 174 153 70 166 140 Barbados 106 94 147 118 144 116 177 92 38 160 26 Bosnia and Herzegovina 107 147 182 163 88 36 83 151 104 95 34 Nepal 108 104 91 85 27 116 71 126 171 134 82 El Salvador 109 121 155 144 56 71 154 161 73 82 79 Swaziland 110 145 55 140 129 61 110 74 127 173 80 Zambia 111 68 99 126 152 23 83 78 177 98 95 Egypt, Arab Rep. 112 73 142 106 84 71 135 149 99 152 126 Palau 113 111 66 98 21 71 183 132 105 127 167 Indonesia 114 155 153 78 117 71 43 160 62 172 75 Ecuador 115 165 59 120 80 89 117 138 114 88 151 Maldives 116 50 24 108 169 116 135 134 132 91 135 Jordan 117 86 126 44 107 185 154 45 54 114 145 Belize 118 148 69 54 120 160 169 61 91 170 71 Nicaragua 119 120 134 95 134 89 172 164 74 70 110
Κατάταξη Ευκολία Ζητήματα Ευκολία Θέματα Πρόσβαση Προστασία Φορολο- Ευκολία Επιβολή Επίλυση Οικονομία σε μειοψηφιγία διασυνο- συμβολαί- αφερεγγυό- βάσει έναρξης οικοδομικών πρόσβασης εγγραφής ευκολίας νέας επιχείρησηκτρικχων αδειών σε ηλε- ιδιοκτησίας πιστώσεις κών μετόριακοωτητας επιχειρείν εμπορίου Brazil 120 167 174 19 138 89 35 177 123 118 55 St. Kitts and 121 87 16 10 170 151 87 137 67 116 189 Nevis Cabo Verde 122 78 114 133 62 104 170 91 101 39 189 Guyana 123 99 38 155 103 165 135 115 82 71 150 Argentina 124 146 181 104 119 71 62 170 128 63 83 Bhutan 125 92 131 72 86 71 104 86 165 74 189 Grenada 126 80 40 77 128 131 141 106 51 144 189 Mozambique 127 107 84 164 101 131 94 123 129 164 107 Pakistan 128 116 125 146 114 131 21 172 108 161 78 Lesotho 128 108 161 117 93 151 106 109 147 115 120 Iran, Islamic 130 62 172 107 161 89 154 124 148 66 138 Rep. Tanzania 131 124 169 87 123 151 141 148 137 45 105 Ethiopia 132 168 28 82 104 165 154 112 168 50 74 Papua New Guinea 133 130 141 26 85 165 94 110 138 181 141 Kiribati 134 122 65 167 139 160 154 14 81 60 189 Cambodia 135 184 183 139 100 12 92 90 124 178 84 Kenya 136 143 95 151 136 116 122 102 153 137 134 Yemen, Rep. 137 140 68 122 44 185 162 135 134 85 154 Gambia, The 138 159 71 138 113 160 162 180 77 49 102 Marshall Islands 139 70 10 68 189 71 183 128 68 58 168 Sierra Leone 140 91 120 172 158 151 62 130 133 109 143 Uzbekistan 141 65 149 145 143 104 100 118 189 28 77 India 142 158 184 137 121 36 7 156 126 186 137 West Bank and Gaza 143 162 173 83 99 116 141 51 130 105 189 Gabon 144 135 76 129 181 104 146 154 135 156 125 Micronesia, 145 151 37 30 189 61 186 114 106 162 118 Fed. Sts. Mali 146 169 97 132 133 131 146 145 163 128 108 Côte d Ivoire 147 44 180 161 124 131 146 175 158 72 85 Lao PDR 148 154 107 128 77 116 178 129 156 99 189 Togo 149 134 170 134 182 131 122 163 112 134 93 Uganda 150 166 163 184 125 131 110 104 161 80 98 Benin 151 117 64 173 165 116 135 178 121 167 115 Burundi 152 18 133 182 48 171 94 124 169 158 144 São Tomé and Príncipe 153 23 46 57 148 185 183 162 111 179 162 Algeria 154 141 127 147 157 171 132 176 131 120 97 Djibouti 155 163 146 176 154 180 162 75 56 171 70 Iraq 156 142 9 36 109 180 146 52 178 141 189 Bolivia 157 171 129 127 130 116 160 189 125 111 96 Cameroon 158 133 166 52 172 116 117 181 160 159 123 Comoros 159 173 31 81 105 131 122 167 144 177 189 Sudan 160 139 160 136 46 165 174 139 162 163 156 Senegal 161 90 151 183 167 131 122 183 79 142 99 Suriname 162 181 79 69 178 171 171 71 106 184 130 Madagascar 163 37 177 189 153 180 87 65 109 146 129 Malawi 164 157 72 181 76 151 132 103 170 154 166 Equatorial Guinea 165 186 94 95 145 104 122 171 143 67 189 Tajikistan 166 106 168 178 70 116 56 169 188 40 149
Κατάταξη Ευκολία Ζητήματα Ευκολία Θέματα Πρόσβαση Προστασία Φορολο- Ευκολία Επιβολή Επίλυση Οικονομία σε μειοψηφιγία διασυνο- συμβολαί- αφερεγγυό- βάσει έναρξης οικοδομικών πρόσβασης εγγραφής ευκολίας νέας επιχείρησηκτρικχων αδειών σε ηλε- ιδιοκτησίας πιστώσεις κών μετόριακοωτητας επιχειρείν εμπορίου Burkina Faso 167 153 75 177 147 131 122 152 174 153 115 Niger 168 177 119 165 95 131 146 155 179 132 128 Guinea 169 175 159 154 122 131 162 184 141 133 119 Nigeria 170 129 171 187 185 52 62 179 159 140 131 Zimbabwe 171 180 176 153 94 104 87 143 180 157 148 Timor-Leste 172 96 115 15 189 160 100 55 94 189 189 Bangladesh 173 115 144 188 184 131 43 83 140 188 147 Liberia 174 30 143 166 177 160 181 77 149 174 169 Syrian Arab Republic 175 152 189 76 140 165 78 117 146 175 146 Mauritania 176 164 77 169 66 171 166 187 151 86 189 Myanmar 177 189 130 121 151 171 178 116 103 185 160 Congo, Rep. 178 170 102 170 168 104 146 182 181 151 117 Guinea- Bissau 179 176 165 180 160 131 122 150 119 169 189 Haiti 180 188 132 94 175 171 187 142 142 89 189 Angola 181 174 67 157 164 180 94 144 167 187 189 Venezuela, RB 182 182 152 155 102 104 178 188 176 79 165 Afghanistan 183 24 185 141 183 89 189 79 184 183 159 Congo, Dem. 184 172 111 175 142 131 146 168 175 176 189 Rep. Chad 185 185 123 174 166 131 146 186 182 149 152 South Sudan 186 178 167 179 180 171 173 98 187 94 189 Central 187 187 145 186 150 131 135 185 186 182 152 African Republic Libya 188 144 189 65 189 185 188 157 139 126 189 Eritrea 189 183 189 113 176 185 166 174 172 68 189 Σημείωση: για χώρες με πληθυσμό πάνω από 100 εκατ. η βαθμολογία βασίζεται σε 2 πόλεις. ΠΗΓΗ: World Bank Group. Doing Business Economy Ranking (www.doingbusiness.org/rankings). Η πρώτη στήλη του παραπάνω πίνακα δίνει τη συνολική κατάταξη που προκύπτει από τη βαθμολογία κάθε χώρας με βάση τα ακόλουθα επιμέρους κριτήρια που εμφανίζονται στις επόμενες στήλες: η δεύτερη αναφέρεται στο πόσο εύκολα ξεκινάς («στήνεις») μια επιχείρηση, η τρίτη στην ευκολία οικοδομικών αδειών, η τέταρτη στην πρόσβαση σε ηλεκτρικό ρεύμα, η πέμπτη στην καταχώριση ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, η έκτη στην ευκολία χρηματοδότησης από τράπεζες, η έβδομη στην προστασία μειοψηφικών επενδυτών, η όγδοη στο φορολογικό καθεστώς, η ένατη στο διασυνοριακό εμπόριο, η δέκατη στην επιβολή τήρησης των συμβολαίων, η τελευταία στην πτωχευτική διαδικασία. Όσο πιο υψηλή η βαθμολογία τόσο πιο αρνητικό το επιχειρηματικό περιβάλλον. Οι χώρες κατατάσσονται ανάλογα με την επίδοσή τους. Στις πρώτες θέσεις συναντάμε, λ.χ., κράτη ιδιαίτερα φιλικά προς το επιχειρείν, όπως η Σιγκαπούρη και το Χονγκ Κονγκ, αλλά και τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, όπως άλλωστε και τις σκανδιναβικές χώρες (λ.χ. Δανία). Στη συνέχεια και με σχετικά καλή επίδοση θα βρούμε πολλά ευρωπαϊκά κράτη μεταξύ αυτών και ορισμένα πρώην σοσιαλιστικά, αλλά και αρκετά ασιατικά. Στις πιο χαμηλές θέσεις βρίσκονται φτωχές, ουδόλως ευνομούμενες χώρες, κυρίως της Αφρικής, ορισμένες σε έκρυθμη κατάσταση (Αφγανιστάν, Συρία), καθώς και επιφυλακτικά στην ιδιωτική πρωτοβουλία καθεστώτα (Βενεζουέλα). Οι δύο αυτές κατατάξεις κρατών συγγενεύουν φιλοσοφικά με τα θεσμικά οικονομικά και τη σημασία που αυτά αποδίδουν στον ρόλο του κράτους στην προσέλκυση και πλαισίωση της επιχειρηματικής δραστηριότη-