ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΧΩΡΟΘΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Οδηγία SEVEZO II Όροι, προϋποθέσεις και µέτρα για την προστασία από βιοµηχανικά (τεχνολογικά) ατυχήµατα µεγάλης έκτασης (ΒΑΜΕ). Ζαχαρίας Π. Μαυρούκας Χηµικός Εισήγηση στην Ηµερίδα του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας για τα Βιοµηχανικά Ατυχήµατα Μεγάλης Έκτασης ΑΘΗΝΑ-ΜΑΙΟΣ 2007 Ο ΗΓΙΕΣ SEVEZO ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Τα µεγάλα τεχνολογικά ατυχήµατα βιοµηχανικά ατυχήµατα µεγάλης έκτασης- είναι ένα φαινόµενο που προέκυψε κυρίως τα τελευταία 100 χρόνια και οφείλεται στη ραγδαία ανάπτυξη της βιοµηχανικής δραστηριότητας από τον άνθρωπο. Βιοµηχανικά ατυχήµατα στη χηµική βιοµηχανία και όχι µόνο συνέβαιναν και θα συµβαίνουν πάντοτε στον κόσµο µας, δεδοµένου ότι σε όλες τις διαδικασίες και διεργασίες ενυπάρχει ο παράγων σφάλµα, που δεν είναι κάθε φορά δυνατόν να ελεγχθεί µε απόλυτο τρόπο από τον άνθρωπο. Η Ευρώπη, µετά από το µεγάλο ατύχηµα που συνέβη στο SEVEZO της Ιταλίας, οδηγήθηκε εκ των πραγµάτων στην ανάγκη αντιµετώπισης του φαινόµενου των τόσο σε επίπεδο πρόληψης, όσο και σε επίπεδο καταστολής και αντιµετώπισης των συνεπειών παρόµοιων ατυχηµάτων. Η πρώτη Οδηγία 82/501/ΕΟΚ 1 - που ονοµάστηκε και Οδηγία SEVEZO η οποία κλήθηκε να αντιµετωπίσει το φαινόµενο- υιοθετήθηκε τον Αύγουστο του 1982 από το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο. Ο τίτλος της Οδηγίας είναι χαρακτηριστικός για τους στόχους που καλείτο να υπηρετήσει «Περί του κινδύνου ατυχηµάτων µεγάλης έκτασης τον οποίο περικλείουν ορισµένες βιοµηχανικές δραστηριότητες».κατά την άποψή µου η Οδηγία αυτή αποτέλεσε και τον πρώτο ουσιαστικό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Πολιτικής για το Περιβάλλον, που στη συνέχεια εντάχτηκε ως κύριος πυλώνας για τη βιώσιµη ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Συνθήκη. Στη συνέχεια, δύο άλλα τροµακτικά ατυχήµατα στο εργοστάσιο µπαταριών της Union Carbide στο Bhopal της Ινδίας (1984) και των αποθηκών της SANDOZ στη Βασιλεία της Ελβετίας (1986), οδήγησαν στην τροποποίηση δύο φορές της Οδηγίας SEVEZO 2. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις επεκτάθηκε το πεδίο εφαρµογής της Οδηγίας, ώστε να περιλάβει και την αποθήκευση επικίνδυνων ουσιών, που δεν εµφανιζόταν πουθενά προηγουµένως. Στο τέλος του 1996, υιοθετείται από το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο και Κοινοβούλιο η Οδηγία 96/82/ΕΚ 3 η επονοµαζόµενη και Οδηγία SEVEZO ΙΙ, η οποία αντικατέστησε πλήρως όλες τις προηγούµενες. Η Οδηγία αυτή η οποία βρίσκει εφαρµογή σε αρκετές χιλιάδες βιοµηχανικές εγκαταστάσεις και µονάδες, εισάγει µια νέα αντίληψη και φιλοσοφία στα θέµατα των µεγάλων βιοµηχανικών ατυχηµάτων. Περιλαµβάνει µια αναθεωρηµένο και διευρυµένο πεδίο εφαρµογής σε σχέση µε τις προηγούµενες οδηγίες, εισάγει νέες απαιτήσεις σχετικά µε την εφαρµογή συστηµάτων διαχείρισης της ασφάλειας, σχεδιασµό εκτάκτου ανάγκης και χρήσεων γης, καθώς και την ενίσχυση των διατάξεων για τις επιθεωρήσεις από τα κράτη-µέλη. Υπό το πρίσµα των πρόσφατων µεγάλων τεχνολογικών ατυχηµάτων στην Τουλούζη, στην Μπάϊα Μάρε και στο Enchede και των µελετών σχετικά µε τις καρκινογενείς ουσίες και τις επικίνδυνες ουσίες για το περιβάλλον, η Οδηγία 96/85/ΕΚ συµπληρώθηκε περαιτέρω και υιοθετήθηκε η Οδηγία 2003/105/ΕΚ 4. Οι πιο ουσιαστικές αλλαγές που περιλαµβάνονται στη νέα νοµοθεσία αφορούν στην επέκταση του πεδίου εφαρµογής της, ώστε να περιληφθούν και οι κίνδυνοι που προέρχονται από την αποθήκευση και τις εξορυκτικές δραστηριότητες, από πυροτεχνικές και εκρηκτικές ουσίες και από την αποθήκευση νιτρικού αµµωνίου καθώς και λιπασµάτων που περιέχουν νιτρικό αµµώνιο. Η πρόληψη και αντιµετώπιση των µεγάλων βιοµηχανικών (τεχνολογικών ) ατυχηµάτων ολοκληρώνεται µε µια σειρά άλλων νοµοθετικών παρεµβάσεων που αφορούν στην ταξινόµηση των επικινδύνων ουσιών, στα µέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος 5, στην υγιεινή και ασφάλεια των εργαζοµένων 6, στη χωροθέτηση περιοχών για την ίδρυση και λειτουργία βιοτεχνικών και βιοµηχανικών µονάδων 7, στα µέτρα αντιµετώπισης των µεγάλων καταστροφών 8, στην αναβάθµιση της Γενικής Γραµµατείας Πολιτικής Προστασίας κλπ. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠO ΜΕΓΑΛΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ (SEVEZO) 1 Οδηγία 82/105/ΕΟΚ ( O J No 230 L, 5.8.1982) 2 Οδηγία 87/216/ΕΟΚ (O J No 85 L, 19.3.1987) και 88/610/ΕΟΚ ( O J 336 L, 7.12.1988) 3 Οδηγία 96/82/ΕΟΚ (Ο J No 10 L, 14.1.1997. Εναρµονίστηκε µε την ΚΥΑ 5697/590/29.3.2000 (ΦΕΚ 405/Β/200). 4 Οδηγία 2003/105/ΕΚ (O J No 354, 31.12.2003). Εναρµονίστηκε µε την ΚΥΑ 12044/613/19.2.2007 (ΦΕΚ 376/Β/2007) 5 Ν. 1650/1986 (ΦΕΚ 160/160/1986) «για την προστασία του περιβάλλοντος», όπως τροποποιήθηκε και συµπληρώθηκε µε τον Ν. 3010/2002 (ΦΕΚ 91/Α/2002) 6 Ν.1568/85 (ΦΕΚ 177/Α/85) «Υγιεινή και Αφάλεια των εργαζοµένων» 7 Ν. 3325/2005 (ΦΕΚ 68/Α/2005) «περί ιδρύσεως και λειτουργίας βιοµηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης» 8 Υπουργική Απόφαση 1299/2003 (ΦΕΚ 423/Β/2003) Έγκριση του Γενικού Σχεδίου Πολιτικής Προστασίας µε τη συνθηµατική λέξη ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ»
Οι επιπτώσεις από µεγάλα βιοµηχανικά (τεχνολογικά) ατυχήµατα επηρεάζουν τρεις ουσιαστικούς τοµείς της ζωής µας: Την οικονοµία (ανάπτυξη, επενδύσεις, απασχόληση, κοινωνική περιουσία). Την υγεία (θάνατοι, τραυµατισµοί, µεσοµακροπρόθεσµα αποτελέσµατα ) Περιβάλλον (φυσικό, ανθρωπογενές, πολιτισµικό κλπ). ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ Ο ΗΓΙΑΣ Η πολιτική και οι στόχοι που καλείται να υπηρετήσει η Οδηγία SEVEZO II παραµένουν ως έχουν στην Οδηγία 96/82/ΕΚ και ειδικότερα αφορούν : Στην πρόληψη µεγάλων ατυχηµάτων που σχετίζονται µε επικίνδυνες ουσίες. Στον περιορισµό των επιπτώσεων (συνεπειών) στον άνθρωπο και το περιβάλλον, ώστε να διασφαλίζεται υψηλού επιπέδου προστασία µε τρόπο συνεπή και αποτελεσµατικό. Στο πρακτικό της µέρος η Οδηγία στοχεύει: στην εκτίµηση των κινδύνων για την εκδήλωση ενός µεγάλου ατυχήµατος, στην αποτελεσµατικότητα των µέτρων πρόληψης ενός µεγάλου ατυχήµατος, στην καταστολή και των περιορισµό των συνεπειών του όταν αυτό συµβεί, στον εξορθολογισµό των αποφάσεων µε σκοπό την ελάττωση του κινδύνου, όλων εκείνων των εγκαταστάσεων και µονάδων που µπορούν να προκαλέσουν µεγάλο ατύχηµα, εξ αιτίας επικίνδυνων ουσιών που βρίσκονται για διάφορους λόγους στο χώρο τους (π.χ αποθήκευση, βιοµηχανική παραγωγή, χρήση κλπ). ΠΟΙΟΥΣ ΑΦΟΡΑ Η Ο ΗΓΙΑ Η Οδηγία απευθύνεται προς τα κράτη-µέλη και ειδικότερα στις εντεταλµένες προς τούτο αρµόδιες αρχές σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο, που εµπλέκονται στα ζητήµατα που ρυθµίζει (εγκατάσταση και λειτουργία επιχειρήσεων, περιβάλλον, υγεία και ασφάλεια, περίθαλψη, πολιτική προστασία, κλπ), στους ασκούντες την εκµετάλλευση (επιχειρήσεις) και στην κοινωνία. Επισπεύδουσα αρχή για την εφαρµογή της Οδηγίας στην Ελλάδα είναι το ΥΠΕΧΩ Ε, καθώς και για κάθε εκπροσώπηση και παροχή στοιχείων στην ΕΕ (άρθρο 17 της ΚΥΑ). ΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Η διασφάλιση της πρόληψης βιοµηχανικού ατυχήµατος µεγάλης έκτασης (ΒΑΜΕ) εξασφαλίζεται µόνο αν καταστεί δυνατός ο ποσοτικός καθορισµός ( η µέτρηση) της επικινδυνότητας µιας εγκατάστασης ή µιας µονάδας. Η µέτρηση αυτή είναι προφανές ότι απαιτεί την ύπαρξη δεικτών οι οποίοι πρέπει να είναι σαφώς καθορισµένοι. Η πρόληψη λοιπόν µε βάση την Οδηγία SEVEZO II καθορίζεται από τη Μελέτη Ασφάλειας που προβλέπεται σ αυτή, µε βάση συγκεκριµένα ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία τα οποία περιγράφονται στο άρθρο 8 και στα παραρτήµατα Ι και ΙΙ. Η αντιµετώπιση και καταστολή ενός ατυχήµατος καθώς και η ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων του στο περιβάλλον και τους ανθρώπους τόσο εντός της εγκατάστασης ή της µονάδας, όσο και εκτός αυτής καθορίζεται µε βάση προκαθορισµένα και οργανωµένα συστήµατα και διαδικασίες (Σχέδια), που εκπονούν όλοι οι εµπλεκόµενοι φορείς. Τα Σχέδια αυτά ορίζονται στην Οδηγία ως Σχέδια Αντιµετώπισης Τεχνολογικών Ατυχηµάτων µεγάλης Έκτασης (ΣΑΤΑΜΕ) όπως αυτά περιγράφονται στο άρθρο 9. Σε κάθε µια από τις ανωτέρω περιπτώσεις καθορίζονται από την Οδηγία και η διαδικασίες ενηµέρωσης του κοινού για τα µέτρα ασφάλειας, όπως αυτά καθορίζονται στο άρθρο 13 και στα προηγούµενα άρθρα 8 και 9. Τα προαναφερθέντα ισχύουν για ποσότητες άνω ενός συγκεκριµένου ορίου (ποσότητα) τοξικών, εύφλεκτων, εκρηκτικών κλπ ουσιών, που θεωρούνται από την σηµερινή µα εµπειρία ότι µπορούν να προκαλέσουν σηµαντικές βλάβες στον άνθρωπο και το περιβάλλον, εφ όσον προκληθούν ατυχήµατα µεγάλης έκτασης. Η Οδηγία όµως λαµβάνει πρόνοια και για εγκαταστάσεις ή µονάδες που έχουν επικίνδυνες ουσίες και στις οποίες είναι δυνατόν να συµβεί ατύχηµα. Στις περιπτώσεις αυτές (άρθρο 6 και 7 της Οδηγίας) θεσπίζεται η υποχρέωση Κοινοποίησης προς τις αρµόδιες αρχές, η οποία περιλαµβάνει τα στοιχεία της εγκατάστασης και των υπευθύνων, επαρκείς πληροφορίες για τις ουσίες και τις ποσότητες που υπάρχουν ή παράγονται, για την ύπαρξη άλλων µονάδων πλησίον και εκτίµηση της πιθανότητας πρόκλησης µεγάλου ατυχήµατος, καθώς και Έκθεση σχετικά µε την πολιτική πρόληψης µεγάλων ατυχηµάτων (όροι και µέθοδοι ορθής εφαρµογής της).
ΜΕΛΕΤΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Όπως ήδη προαναφέρθηκε η Μελέτη Ασφάλειας και κατ επέκταση και η αξιολόγησή της, αποτελεί ένα από τους δύο βασικούς πυλώνες που ορίζονται στην Οδηγία, προκειµένου να αντιµετωπιστούν προληπτικά αλλά και κατασταλτικά τα θέµατα των ΒΑΜΕ.Εποµένως η ποιότητα του περιεχοµένου της, η ακρίβεια και η πληρότητα των στοιχείων της σε συνάρτηση µε επαρκή τεκµηρίωσή τους, αποτελούν τη βάση τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και τις αρµόδιες αρχές, ώστε να διασφαλίζονται οι κρίσιµοι παράγοντες και σκοποί που επιδιώκονται από την Οδηγία. Την ευθύνη και υποχρέωση για την εκπόνηση της Μελέτης Ασφάλειας, έχει ο ασκών την εκµετάλλευση της µονάδας ή της εγκατάστασης, ενώ την ευθύνη για την αξιολόγηση της και τη συµµόρφωσης της προς τις απαιτήσεις της Οδηγίας έχουν οι αρµόδιες αρχές όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 8, οι οποίες γνωµοδοτούν σχετικά για την καταχώρησή της στις αρµόδιες αδειοδοτούσες αρχές ( Νοµαρχίες και ΥΠΑΝ ). Τα ουσιαστικά στοιχεία τα οποία πρέπει να περιλαµβάνονται σε µια Μελέτη Ασφάλειας καθορίζονται στο άρθρο 8 της Οδηγίας και στο Παράρτηµα ΙΙ. Ως κύρια στοιχεία που πρέπει να περιλαµβάνει αναφέρονται : Η παρουσίαση του περιβάλλοντος της εγκατάστασης (γεωγραφική θέση, µετεωρολογικά και άλλα στοιχεία, προσδιορισµός άλλων εγκαταστάσεων που µπορούν να προκαλέσουν ατύχηµα κλπ). Περιγραφή της εγκατάστασης (κύριες δραστηριότητες, παραγωγή, προϊόντα, επικίνδυνες ουσίες,κλπ) Αναγνώριση και ανάλυση κινδύνων ατυχήµατος και προληπτικά µέτρα (σενάρια ατυχηµάτων, αίτια, εκτίµηση συνεπειών, εξοπλισµός ασφάλειας κλπ) Μέτρα προστασίας και επέµβασης σε περίπτωση ατυχήµατος ( εξοπλισµός περιορισµού ατυχήµατος, οργάνωση συναγερµού και επέµβασης, εσωτερικές και εξωτερικές κινητοποιήσεις κλπ). Μια ολοκληρωµένη Μελέτη Ασφάλειας περιλαµβάνει ακόµα και ένα άλλο κρίσιµο στοιχείο, που αναφέρεται στην οργάνωση Συστήµατος ιαχείρισης της Ασφάλειας (Σ Α) σύµφωνα µε το Παράρτηµα ΙΙΙ της Οδηγίας. Το Σ Α περιλαµβάνει την πολιτική, το σύστηµα, την οργάνωση του προσωπικού, τις διαδικασίες για τον προσδιορισµό των κινδύνων, εντολές και οδηγίες, σχεδιασµό έκτακτης ανάγκης, έλεγχο και επανεξέταση διαδικασιών κλπ. Προκειµένου να υπάρχει ενιαίος τρόπος σύνταξης αλλά και πληρότητα των στοιχείων των Μελετών Ασφάλειας, που θα περιλαµβάνει όλα τα ανωτέρω µε σκοπό τη βοήθεια των επιχειρήσεων στο έργο τους, η ΓΓΒ/ΥΠΑΝ έχει εκπονήσει µέσω Επιστηµονικού-Τεχνικού Συµβούλου ένα πρότυπο Οδηγό για την Μεθοδολογία Σύνταξης Μελετών Ασφάλειας για συγκεκριµένες κατηγορίες εγκαταστάσεων (π.χ εκρηκτικών, χηµικών και φυτοπροστατευτικών προϊόντων). Ο Οδηγός αυτός χρησιµοποιήθηκε την περίοδο 2004-2006 για την σύνταξη 45 περίπου Μελετών Ασφάλειας από ελληνικές επιχειρήσεις που υπάγονταν στην Οδηγία SEVEZO. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΕΛΕΤΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Η αξιολόγηση των Μελετών Ασφάλειας αποτελεί ένα κρίσιµο κρίκο στην αλυσίδα της εφαρµογής της Οδηγίας και κατ επέκταση της πρόληψης και αντιµετώπισης των ΒΑΜΕ. Στη διαδικασία αυτή εµπλέκεται το σύνολο σχεδόν των αρµόδιων αρχών που καθορίζονται στην ΚΥΑ 12044/613/2007, µε την οποία ενσωµατώθηκε η Οδηγία SEVEZO II στο ελληνικό δίκαιο, ανάλογα µε τον τοµέα αρµοδιότητάς τους και την οπτική µε την οποία αντιµετωπίζουν την πληρότητα της Μελέτης Ασφάλειας (π.χ ταξινόµηση επικινδύνων ουσιών Γεν.Χηµείο Κράτους, περιβαλλοντικές επιπτώσεις ΥΠΕΧΩ Ε, υγεία και ασφάλεια Υπουργείο Απασχόλησης, κλπ). Η ακολουθούµενη διαδικασία αξιολόγησης, της οποίας το κύριο βάρος φέρει η Γενική Γραµµατεία Βιοµηχανίας του ΥΠΑΝ 9, ακολουθεί συνοπτικά την παρακάτω ροή: 9 Αρµόδια υπηρεσία είναι η /νση Βιοµηχανικής Χωροθεσίας και Περιβάλλοντος της ΓΓΒ σύµφωνα µε τον Κανονισµό Οργάνωσης της ΓΓΒ/ΥΠΑΝ (Π. 99/31.5.95)
Οι αδειοδοτούσες αρχές (Νοµαρχίες και Κεντρικές Υπηρεσίες 10 ) υποδέχονται τις Μελέτες Ασφάλειας και τις διαβιβάζουν προς αξιολόγηση στις αρµόδιες κεντρικές υπηρεσίες των Υπουργείων και φορέων 11 που ορίζονται στην Οδηγία (βλ. άρθρο 8 ). Αντίγραφο µε τα στοιχεία του Παραρτήµατος ΙΙ και του άρθρου 20 παρ.ιιι Γ της Μελέτης, διαβιβάζεται στο Γενικό Χηµείο του Κράτους, το οποίο βεβαιώνει εντός 15 ηµερών-για την υπαγωγή ή µη της εγκατάστασης στην Οδηγία. Η βεβαίωση αυτή διαβιβάζεται µέσω της αδειοδοτούσας αρχής στην ΓΓΒ/ΥΠΑΝ και το ΥΠΕΧΩ Ε προκειµένου να ξεκινήσει η αξιολόγηση. Προκειµένου για εγκαταστάσεις φυτοπροστατευτικών προϊόντων/ λιπασµάτων, το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης πιστοποιεί την ύπαρξη συγκεκριµένων επικίνδυνων ουσιών στη Μελέτη και ενηµερώνει τις αδειοδοτούσες αρχές και τις άλλες αρµόδιες αρχές. Η ΓΓΒ/ΥΠΑΝ εξετάζει την Μελέτη (ανάλυση κινδύνων ατυχήµατος, προληπτικά µέσα, τα σενάρια ατυχηµάτων και την εκτίµηση των επιπτώσεων) εντός τριµήνου και διαπιστώνει ή µη την πληρότητα και τη συµβατότητάς της της µε τις απαιτήσεις της Οδηγίας. Με βάση την παραπάνω διαπίστωση προχωρά η αξιολόγηση της Μελέτης ή ζητούνται συµπληρωµατικά στοιχεία από τους ασκούντες την εκµετάλλευση εντός συγκεκριµένων χρονικών περιθωρίων, από όλες τις εµπλεκόµενες αρχές. Η αξιολόγηση της Μελέτης από τις αρµόδιες αρχές αφορά γνωµοδοτήσεις: - Για τη ΓΓΒ/ΥΠΑΝ κατά κύριο λόγο του Συστήµατος ιαχείρισης Ασφάλειας. - Για το ΥΠΕΧΩ Ε για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον σε περίπτωση ατυχήµατος. - Για το Υπ. Υγείας για τις επιπτώσεις στην υγεία των περιοίκων σε περίπτωση ατυχήµατος. - Για το Υπ.Απασχόλησης για τις επιπτώσεις στο εργασιακό περιβάλλον. - Για την Πυροσβεστική τα θέµατα σχεδιασµού αντιµετώπισης ατυχήµατος. - Για το Υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης για τις επιπτώσεις στις καλλιέργειες, στα ζώα κλπ σε περίπτωση ατυχήµατος. Οι Γνωµοδοτήσεις των ανωτέρω αρχών µπορεί να περιλαµβάνουν και την επιβολή πρόσθετων όρων για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και του περιβάλλοντος, η τήρηση των οποίων αποτελεί προϋπόθεση για χορήγηση άδειας λειτουργίας των εγκαταστάσεων ή µονάδων. Σε περίπτωση µη συµµόρφωσης προς τα ανωτέρω µπορεί να υπάρξει και διακοπή λειτουργίας των εγκαταστάσεων. Τελικώς: Η καταχώρηση της Μελέτης Ασφάλειας γίνεται από τις αδειοδοτούσες αρχές, αφού παραλάβουν όλες τις σχετικές γνωµοδοτήσεις, χωρίς η καταχώρηση να συνιστά έγκριση του περιεχοµένου, δεδοµένου ότι όλα τα στοιχεία της τελούν υπό διαρκή έλεγχο, συµπλήρωση και βελτίωση. Ακόµα η Μελέτη αποτελεί τη βάση για τη διεξαγωγή των ετήσιων ή δειγµατοληπτικών επιτηρήσεων από τις αρµόδιες αρχές (βλ. άρθρο 16 ). Ενηµερώνονται οι Νοµαρχιακές Υπηρεσίες Πολιτικής Προστασίας που µε τη σειρά τους ενηµερώνουν το κοινό (άρθρο 13) και προχωρούν στην κατάρτιση σχεδίων έκτακτης ανάγκης (άρθρο 9 παρ.γ, εδαφ.2). Ορισµένα κρίσιµα στοιχεία σχετικά µε τα παραπάνω, είναι χρήσιµο να αναφερθούν στο ζήτηµα της αξιολόγησης των Μελετών Ασφάλειας. Ειδικότερα σηµειώνουµε ότι η αξιολόγηση είναι ένα εξαιρετικά ευαίσθητο µέρος της όλης διαδικασίας εφαρµογής της Οδηγίας SEVEZO II. Απαιτεί εµπειρία και τεχνογνωσία και σε ορισµένες περιπτώσεις ιδιαίτερή επιστηµονική γνώση και εξειδίκευση, που µέχρι σήµερα δεν διαθέτουν, τουλάχιστον στο βαθµό επάρκειας που απαιτείται οι αρχές που εµπλέκονται στα ζητήµατα αυτά (αδειοδοτούσες αρχές, υπουργεία κλπ) για πολλούς λόγους 12. 10 Κεντρικές Υπηρεσίες είναι αυτές οι οποίες έχουν διατηρήσει το δικαίωµα να χορηγούν άδειες εγκατάστασης σε κεντρικό επίπεδο, όπως για παράδειγµα η /νση Εγκαταστάσεων Πετρελαιοειδών του ΥΠΑΝ, η οποία αδειοδοτεί εγκαταστάσεις διυλιστηρίων και µεγάλων αποθηκευτικών χώρων υγρών και αερίων καυσίµων. 11 ΓΓΒ/ΥΠΑΝ, ΥΠΕΧΩ Ε, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Υπουργείο Απασχόλησης και στις περιπτώσεις µονάδων φυτοπροστετυτικών προϊόντων στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, στη Γεν.Γραµ.Πολιτικής Προστασίας, καθώς και την τοπική Πυροσβεστική Υπηρεσία. 12 Στους λόγους θα µπορούσαµε να περιλάβουµε κυρίως την έλλειψη εξειδικευµένου προσωπικού και στελέχωσης των σχετικών υπηρεσιών, η έλλειψη επαρκούς εκπαίδευσης και κατάρτισης, κλπ.
Το Υπουργείο Ανάπτυξης για την αντιµετώπιση του κρίσιµου αυτού ζητήµατος επέλεξε τη λύση της συνεργασίας µε εξειδικευµένο Επιστηµονικό-Τεχνικό Σύµβουλο, ο οποίος διαθέτει τα προαναφερθέντα προσόντα και εµπειρία. Επέλεξε δηλαδή να συνεργαστεί µε Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύµατα και Ερευνητικά Ιδρύµατα 13, αναθέτοντας τους στο πλαίσιο του ΕΠΑΝ 14 µε διετή σύµβαση την υποστήριξη της αρµόδιας υπηρεσίας του ( /νση Βιοµηχανικής Χωροθεσίας και Περιβάλλοντος) στα θέµατα αξιολόγησης των Μελετών Ασφάλειας για την περίοδο 2004-2006 καθώς και άλλων σηµαντικών θεµάτων για το ίδιο αντικείµενο. Παράλληλα το ΥΠΑΝ ανέθεσε στους ίδιους φορείς τη διοργάνωση διήµερου σεµιναρίου (Απρίλιος 2005), µε σκοπό την κατάρτιση στελεχών της ΓΓΒ/ΥΠΑΝ και τη Νοµαρχιακής Αυτοδιοίκησης που εµπλέκονται στις διαδικασίες αξιολόγησης και ελέγχων εγκαταστάσεων που µπορούν να προκαλέσουν ΒΑΜΕ. ΣΧΕ ΙΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΚΤΑΣΗΣ (ΣΑΤΑΜΕ) Η αξιολόγηση των Μελετών Ασφάλειας οδηγεί και στο επόµενο κρίσιµο βήµα για την αντιµετώπιση των ΒΑΜΕ, που είναι η εκπόνηση των ΣΑΤΑΜΕ. Τα σχέδια αυτά αποτελούν αναπόσπαστο µέρος της προσπάθειας εφαρµογής της Οδηγίας, επιδιώκοντας τον περιορισµό και τον έλεγχο των περιστατικών ΒΑΜΕ και των επιπτώσεων τους στον άνθρωπο, το περιβάλλον και τα αγαθά, καθώς και την αποκατάσταση και το καθαρισµό του περιβάλλοντος όταν αυτά συµβούν. Τα ΣΑΤΑΜΕ ως σχεδιασµός κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα µε τους σκοπούς που καλούνται να εξυπηρετήσουν. Ειδικότερα υπάρχουν: Το Γενικό ΣΑΤΑΜΕ, που αποτελεί τον κεντρικό εθνικό σχεδιασµό για αντιµετώπιση των ΒΑΜΕ, που εντάσσεται στο Σχέδιο ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ και εκπονείται από τη ΓΓΠΠ σε συνεργασία µε τις άλλες εµπλεκόµενες αρµόδιες αρχές. Το εσωτερικό ΣΑΤΑΜΕ που εκπονείται από τους ασκούντες την εκµετάλλευση για την αντιµετώπιση ΒΑΜΕ εντός των εγκαταστάσεων ή των µονάδων, µε βάση τα στοιχεία που αναφέρονται στις Μελέτες Ασφάλειας. Το Εξωτερικό ΣΑΤΑΜΕ, που εκπονείται από την αρµόδια υπηρεσία πολιτικής προστασίας της Νοµαρχίας σε συνεργασία τις άλλες συναρµόδιες υπηρεσίες και την επιχείρηση και δηµοσιοποιείται µε κάθε πρόσφορο µέσο στο κοινό. Σε κάθε περίπτωση η έγκριση των ΣΑΤΑΜΕ γίνεται από την ΓΓΠΠ και τις αρµόδιες νοµαρχιακές υπηρεσίες της. Η τοπική Πυροσβεστική Υπηρεσία µεριµνά για την πραγµατοποίηση ασκήσεων ετοιµότητας σε συνεργασία µε τις επιχειρήσεις για τα Εσωτερικά ΣΑΤΑΜΕ, καθώς και για την εκπαίδευση σ αυτά. Για τα Εξωτερικά ΣΑΤΑΜΕ οι ασκήσεις ετοιµότητας και εκπαίδευση γίνονται µε τη συνεργασία των αρµόδιων αρχών µε τις επιχειρήσεις. Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΜΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ Ο ΗΓΙΑΣ Η εφαρµογή της Οδηγίας SEVEZO II ξεκίνησε ουσιαστικά µετά το 2000, όταν και ενσωµατώθηκε στο εθνικό µας δίκαιο µε την ΚΥΑ 5697/590/29.3.2000 (ΦΕΚ 405/Β/2000). Στα πρώτα της δειλά βήµατα είναι γεγονός ότι συνάντησε πολλές δυσκολίες σε όλα τα επίπεδα (κεντρική διοίκηση, περιφερειακή διοίκηση, επιχειρήσεις κλπ). Ενδεικτικά αναφέρουµε ορισµένες βασικές δυσκολίες και πρακτικά θέµατα εφαρµογής που αφορούσαν: Στην ευαισθητοποίηση ενηµέρωση και πληροφόρηση όλων των εµπλεκοµένων µερών για την εφαρµογή της Οδηγίας. Στην αξιολόγηση και καταγραφή των εγκαταστάσεων και µονάδων της χώρας που υπάγονται στο πεδίο εφαρµογής της οδηγίας, καθώς και το επίπεδο επικινδυνότητας στο οποίο ανήκουν ( κοινοποίηση, µελέτη ασφάλειας). Στην εκπόνηση από τις επιχειρήσεις των Μελετών Ασφάλειας µε ενιαίο τυποποιηµένο τρόπο και το περιεχόµενό τους. 13 Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (Μονάδα Υπολογιστικής Ρευστοµηχανικής), Πολυτεχνείο Κρήτης (Εργαστήριο ιαχείρισης Βιοµηχανικής Ασφάλειας) και ΕΚΕΦΕ- ΗΜΟΚΡΙΤΟΣ ((Εργαστήριο Αξιοπιστίας Συστηµάτων και Βιοµηχανικής Ασφάλειας). 14 Το έργο του ΕΠΑΝ είχε τίτλο «Υποστήριξη της ηµόσιας ιοίκησης στον έλεγχο Μελετών Ασφάλειας, τον καθορισµό των µέτρων που πρέπει να εφαρµόζονται και τη µεθοδολογία ελέγχου αυτών, για εγκαταστάσεις που ενέχουν κίνδυνο ΒΑΜΕ, και ενέργειες αναλυτικής παρουσίασης της µεθοδολογίας στους αρµόδιους φορείς. Εκπόνηση Μελέτης καθορισµού των βασικών αρχών επιθεωρήσεων και ελέγχων εγκαταστάσεων που ενέχουν κίνδυνο ΒΑΜΕ».
Στην αξιολόγηση των Μελετών Ασφάλειας, λόγω έλλειψης εµπειρίας και τεχνογνωσίας από τις αρµόδιες αρχές. Στην ανάγκη σηµαντικών επενδύσεων από πλευράς επιχειρήσεων για βελτίωση του επιπέδου ασφάλειας των εγκαταστάσεών τους µε βάση τις απαιτήσεις της Οδηγίας. Στην εκπαίδευση του προσωπικού των αρµόδιων αρχών (κεντρικών και νοµαρχιακών) για τη διεξαγωγή επιθεωρήσεων και ελέγχων. Στο συντονισµό όλων των αρµόδιων αρχών για την καλύτερη και αποτελεσµατικότερη εφαρµογή της Οδηγίας. Υπό το πρίσµα των προαναφερθέντων η ΓΓΒ/ΥΠΑΝ, σχεδίασε σε πρώτη φάση µια σειρά δράσεων για την αντιµετώπιση των βασικών απαιτήσεων της Οδηγίας, που εντάχθηκαν και χρηµατοδοτήθηκαν από το ΕΠΑΝ (Γ ΚΠΣ) και οι οποίες ήταν : H ράση 2.9.5.1 που ολοκληρώθηκε το 2005 και αφορούσε στην πραγµατοποίηση επενδύσεων από ΜΜΕ, προκειµένου να βελτιωθεί η ασφάλεια των εγκαταστάσεών τους σύµφωνα µε τις απαιτήσεις που θέτει η Οδηγία SEVEZOII, για την αποφυγή βιοµηχανικών ατυχηµάτων µεγάλης έκτασης (ΒΑΜΕ).Στη δράση αυτή εντάχθηκαν µόνο τρία έργα επιχειρήσεων µε ότι αυτό σηµάινει. Η ράση 2.9.5.2, η υλοποίηση της οποίας ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2004, αφορούσε στην υποστήριξη της ηµόσιας ιοίκησης από Ερευνητικά και Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύµατα για την αξιολόγηση Μελετών Ασφάλειας επιχειρήσεων που υπάγονται στην Οδηγία SEVEZO. II (ΒΑΜΕ), καθώς και στον καθορισµό των µέτρων που πρέπει να εφαρµόζονται και στη µεθοδολογία ελέγχου αυτών. Στη διάρκεια της περιόδου 2004-2006 αξιολογήθηκαν 46 περίπου µελέτες ασφάλειας και εκδόθηκαν αντίστοιχες γνωµοδοτήσεις προς τις νοµαρχιακές αυτοδιοικήσεις για καταχώρηση τους και αφορούσαν στους κλάδους των εκρηκτικών, φυτοφαρµάκων, και χηµικών βιοµηχανιών. Ο τοµέας των υγρών και αερίων καυσίµων που περιλάµβανε 80 περίπου Μελέτες αξιολογήθηκε από τη /νση Εγκαταστάσεων Πετρελαιοειδών του τοµέα ενέργειας του ΥΠΑΝ. Στο πλαίσιο της πιο πάνω δράσης οργανώθηκε σεµινάριο το 2005 για την εκπαίδευση των στελεχών της διοίκησης, όπως ήδη προανέφερα. Σχετικά µε τις επιθεωρήσεις στις εγκαταστάσεις και τις µονάδες που ορίζονται στην Οδηγία, αυτές πραγµατοποιήθηκαν κυρίως στο πλαίσιο της επιβεβαίωσης στοιχείων των Μελετών Ασφάλειας από τον Επιστηµονικό-Τεχνικό Σύµβουλο και µε τη συµµετοχή στελεχών της διοίκησης σε ορισµένες περιπτώσεις. Αυτόνοµοι έλεγχοι πραγµατοποιήθηκαν από τις αρµόδιες αρχές σε πολύ µικρό αριθµό εγκαταστάσεων για τους λόγους που ήδη εξηγήθηκαν. Η αντίδραση των εµπλεκόµενων φορέων στα ΒΑΜΕ σε περιπτώσεις ατυχηµάτων (π.χ ΧΥΜΑ, εγκαταστάσεις αερίου Θεσσαλονίκης) έδειξαν ότι υπάρχει ακόµα αρκετός δρόµος για την επίτευξη ενός ανεκτού επιπέδου αντιµετώπισης ΒΑΜΕ, που σχετίζεται κυρίως µε την οργάνωση και το συντονισµό αλλά και την αποτελεσµατική εφαρµογή της Οδηγίας. Ουσιαστικές ελλείψεις παρατηρούνται ακόµα στα θέµατα που σχετίζονται µε τα νέα ΣΑΤΑΜΕ (Εξωτερικά και Γενικό), όπου υπάρχουν καθυστερήσεις και εγγενείς δυσκολίες, αφού µέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε συµφωνία στο περιεχόµενό τους, µε αποτέλεσµα να ισχύουν τα προ του 2000 Σχέδια τα οποία προφανώς έχουν ξεπεραστεί. Η προσπάθεια που ξεκίνησε από τη ΓΓΠΠ (Ιούνιος 2006) µε τη συµµετοχή όλων των αρµόδιων αρχών αποτελεί ένα ουσιαστικό βήµα για την υλοποίηση του κρίσιµου αυτού κρίκου στην αλυσίδα των ΒΑΜΕ και της ασφάλειας. Τέλος θα σηµειώναµε το έλλειµµα συντονισµού µεταξύ των εµπλεκόµενων φορέων, σχεδόν σε όλες τις φάσεις της εφαρµογής της Οδηγίας, το οποίο συχνά αντιµετωπίζεται σε προσωπική βάση µεταξύ των στελεχών και όχι σε επίπεδο οργανωµένων διαδικασιών, διαβούλευσης, συναίνεσης και αποτελεσµατικής εφαρµογής, ως όφειλε, λόγω της κεφαλαιώδους σηµασίας για την οικονοµία, την κοινωνία και το περιβάλλον. ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Η τροποποιηµένη Οδηγία και η νέα ΚΥΑ, σε συνδυασµό µε τη µέχρι σήµερα αποκτηθείσα εµπειρία και γνώση, επιβάλει µια διαφορετική αντιµετώπιση της εφαρµογής της, στη βάση της διοικητικής οργάνωσης και αποτελεσµατικότητας, της επιστηµονικής επάρκειας του αντικειµένου και της επιθεώρησης και ελέγχου της υλοποίησης. Συµπληρωµατικά προς αυτούς τους άξονες, έχοντας ιδιαίτερη σηµασία, θα πρέπει να λειτουργήσει η ευαισθητοποίηση, ενηµέρωση και πληροφόρηση, σε συνδυασµό µε την εκπαίδευση και κατάρτιση.
Στην ανωτέρω κατεύθυνση η ΓΓΒ/ΥΠΑΝ έχει κωδικοποιήσει συγκεκριµένες προτάσεις και έχει προτείνει στοχευµένες δράσεις για το ΚΠΣ που αφορούν: Στην επαναξιολόγηση των Μελετών Ασφάλειας και επικύρωση των Κοινοποιήσεων για επιχειρήσεις που εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής της Οδηγίας (συνέχεια συνεργασίας ΥΠΑΝ-ΑΕΙ). Στην προώθηση του ελέγχου σε ετήσια βάση όλων εγκαταστάσεων των επιχειρήσεων που έχουν υποβάλλει Μελέτες Ασφάλεια και δειγµατοληπτικά αυτών που υποχρεούνται σε υποβολή Κοινοποίησης, προκειµένου να διαπιστωθεί ότι τηρούνται οι όροι και προϋποθέσεις ασφάλειας. Στη στελέχωση των αρµόδιων υπηρεσιών και εκπαίδευση των στελεχών της διοίκησης, προκειµένου να είναι σε θέση να πραγµατοποιούν ελέγχους και αξιολογήσεις και δηµιουργία σχετικού µητρώου επιθεωρητών. Στην εκπόνηση Οδηγών Εφαρµογής (Guidelines) και Ειδικών Μελετών (π.χ κίνητρα για βελτίωση της ασφάλειας, εγκαταστάσεις αποθήκευσης υγρών χηµικών σε λιµάνια και ειδικές επιχειρηµατικές περιοχές κλπ). Στη δηµιουργία ηλεκτρονικής βάσης καταχώρησης όλων των στοιχείων σχετικά µε την παρακολούθηση της υλοποίησης της ΚΥΑ, το οποίο θα αποτελέσει και τη βάση πληροφόρησης των αρµόδιων οργάνων σε περίπτωση ΒΑΜΕ. Στη δηµιουργία ειδικής ιστοσελίδας στο διαδίκτυο για την ευαισθητοποίηση, ενηµέρωση και πληροφόρηση όλων των ενδιαφεροµένων µερών.