Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία- Οικιστική ανάπτυξη- Προβλέψεις, παραβλέψεις και επιπτώσεις στον παράκτιο χώρο



Σχετικά έγγραφα
Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος

Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ

Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ


Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας. Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΠΟΛΕΟΔΟΜΗΣΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΟΙΚΙΣΜΩΝ»


B Η ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ

Πλαίσια Χωρικού Σχεδιασµού στον Ευρωπαϊκό και Ελληνικό χώρο: πολιτικές και θεσµοί Αθηνά Γιαννακού ρ. Χωροτάκτης-Πολεοδόµος (M.Sc.&Ph.D.

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΥΤΙΚΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ

ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ Έγκαιρη ειδοποίηση, Σχεδιασμός, Αντιμετώπιση

Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Ειδικά Πλαίσια για. Βιομηχανία

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ (Τ.Π.Σ.Ε.) ΔΙ.ΠΕ.ΧΩ. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

8. Συµπεράσµατα Προτάσεις

Πάτρα Αρ. Πρωτ.: 429

Νησιώτικο περιβάλλον, Νησιωτική-Θαλάσσια χωροταξία και Βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη: Το ζήτημα της φέρουσας ικανότητας νησιωτικών περιοχών

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΣ (ΤΟΜΕΑΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ)

ΜΑΘΗΜΑ : ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α ΓΠΣ - ΠΜ

Χωρικός Σχεδιασμός Βιώσιμη ανάπτυξη. Η πολεοδομική μεταρρύθμιση στα πλαίσια του ν. 4269/2014 όπως αντικαταστάθηκε με το ν.

Τα ΕΧΣ ως εργαλεία προσέλκυσης επενδύσεων, αστικής ανάπλασης και περιβαλλοντικής προστασίας (ν. 4269/14 όπως τροποποιήθηκε με τον ν.

Η ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗΣ ΥΔΑΤΟΡΕΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

H ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΡΥΜΟΤΟΜΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ

Λ έ ιμ νες ξενοδοχειακών μονάδων

Αριθµ. Πρωτ.: /36635/2011 Ειδική Επιστήµονας: κα Χαρίκλεια Αθανασοπούλου

ΤΟΜΕΑΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΣ

Αναπτυξιακό Συνέδριο ΤΕΕ/ΤΚΜ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ Άμεσες Ενέργειες και Στρατηγικός Σχεδιασμός

Η περιοχή του ήµου Μενεµένης βρίσκεται στη δυτική πλευρά του Πολεοδοµικού Συγκροτήµατος

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ A.Π. / ΔΤΥ ΠΡΟΣ : Πρόεδρο ΔΣ

2/1/2013. ο Αστικός Αναδασμός. η Μεταφορά Αναπτυξιακών ικαιωμάτων, και. το Τέλος Πολεοδομικής Αναβάθμισης.

Georgios Tsimtsiridis

Τοπογραφικών Εφαρµογών της Γενικής ιεύθυνσης Πολεοδοµίας του

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την εφαρμογή προγραμμάτων αστικής αναγέννησης. Προτάσεις για το μέλλον

Κατανάλωση εδάφους και προσπάθειες / εργαλείαανάσχεσηςτηςεξάπλωσης. ΑπότιςΖΟΕστιςΠΕΠ

Προσυνεδριακή ημερίδα HELECO Ρύπανση εποφανειακών και υπογείων υδάτων. Ιωάννινα, 20 Μαρτίου 2010

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΜΣ: ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΣΤΟΥΝΤΙΟ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

Βασικά σηµεία θέσεων για το ΕΠΧΣΑΑ για τον παράκτιο χώρο

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΣΤΟΥΣ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑ.ΣΟ.Κ 2007

Προστατεύει το. υδάτινο περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗΣ. Ι ΑΣΚΟΥΣΑ : ρ. Μαρία Π. Θεοδωροπούλου

Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση Στρατηγική ΜΠΕ Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη. Δρ Σταυρούλα Τσιτσιφλή

ΕΙΣΗΓΗΣΗ. Προτάσεις καλής οργάνωσης υπηρεσιών Δήμων: Θέματα Πολεοδομίας

Αστική ανάπτυξη και πολιτικές: Η περίπτωση των αναπλάσεων σε αστικές περιοχές.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΣ (ΤΟΜΕΑΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ)

ΣτΕ 1377/2016 [Εξαίρεση από την κατεδάφιση οικοδομής μετά την ακύρωση της οικοδομικής άδειας]

Φορείς ιαχείρισης: Βασικό εργαλείο ιακυβέρνησης στην εφαρµογή πολιτικών προστασίας Ι.. Παντής & Τογρίδου Σ. Α.

Η Περιβαλλοντική Πολιτική Στην Ελλάδα Μέσα Από Το Άρθρο 24 του Συντάγματος. Εύη Τζινευράκη Δικηγόρος

ΦΟΡΟΥΜ III: ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΧΗ (Οµάδα Εργασίας: Π. Ζέϊκου, Κ. Νάνου, Ν. Παπαµίχος, Χ. Χριστοδούλου)

ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Αναστασία Στρατηγέα. Ακριβή Λέκα Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός, Δρ. Ε.Μ.Π., Μέλος Ε.Δ.Ι.Π. Ε.Μ.Π.

Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Περιοχών

Εθνικό Κτηµατολόγιο: ιαπιστώσεις από τη µέχρι σήµερα εµπειρία, έργα και προϋποθέσεις για τη συνέχιση και ολοκλήρωσή του

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000»

94/ ) προστασίας και αξιοποίησης

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΣΤΡΑΣ. Ζητήματα ανάπτυξης: παραγωγικές προοπτικές και προστασία των φυσικών πόρων

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΙΔΙΚΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΧΗΜΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΕΘΝ. ΑΜΥΝΗΣ 25, Τ.Κ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΤΗΛ.

Πρόλογος... VII ΜΕΡΟΣ Α ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΉ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Έτσι η αλλαγή στα ζητήµατα των ΒΕΠΕ ήλθε το 1997 µε την εφαρµογή του Ν.2545.

ΕΙΣΗΓΗΣΗ: ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑ ΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ. ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΜΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ.

ΠΡΟΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΑΞΕΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΝ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΦΟΡΕΩΝ ΣΤΟ ΙΑ ΙΚΤΥΟ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ. ΑΙΓΙΑΛΟΣ ΠΑΡΑΛΙΑ ν.2971/2001

Κοινωνική Στέγη - Προσιτή Κατοικία

Ο θεσμός των ΣΜΠΕ: Η αξία και οι προϋποθέσεις επιτυχούς εφαρμογής τους στην Ελλάδα

ΑΝΤΙ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ της απελθούσας την ιοίκησης της Κτηµατολόγιο ΑΕ

Νέο υπόδειγμα σχεδιασμού με στόχο: Την προσέλκυση «στρατηγικών επενδύσεων» Την «αξιοποίηση» της ιδιωτικής περιουσίας του δημοσίου

ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ» Ποσοστό στη.. του Μέτρου. Ποσό (σε ΕΥΡΩ)

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ **************

EUROPAN - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1996

Φισκάρδο: προβλήματα ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος σε έναν τουριστικό παραδοσιακό οικισμό


Αθήνα 3 Ιανουαρίου 2007 Α.Π. : 605


Αστική αειφορία. ιαµόρφωση και εφαρµογή ολοκληρωµένων πιλοτικών προγραµµάτων βιώσιµης αστικής ανάπτυξης. Το πρόγραµµα URBAN Κερατσίνι - ραπετσώνα.

ΣΥΜΦΩΝΟ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ. Σελίδα από του ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ

Προστατεύει το. περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

ΑΔΑ: ΒΕΤ9Β-ΣΧΠ. ΑΔΑ: ΑΘΗΝΑ 26 / 2 / 2013 Αρ. Πρωτ. 599/26167

ΘΕΜΑΤΑ ΕΓΚΡΙΣΗΣ, ΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ & ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΝΕΩΝ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ

ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΡΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙ ΙΚΗΣ

ενηµέρωση των κατευθυντήριων γραµµών σχετικά µε τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Ερωτηµατολόγιο

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Πληρ.: Κ. Κιτσάκη Αριθμ.Πρωτ: 395 Τηλ , Αγρίνιο

Θαλάσσια Αστική Συγκοινωνία Θεσσαλονίκης

ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ, ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

ΕΜΠ/ΔΠΜΣ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Σύστημα πολεοδομικών μελετών στην Ελλάδα

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

Συνεργασίες με τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη. Ερευνητικά προγράμματα Ε.Μ.Π. για την. Ερευνητικό πρόγραμμα Ε.Μ.Π. για ένα. Αθήνας Αττικής (δεκαετία 2000)

ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΥΔΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

εκτός των ορίων της παρεχοµένης µε το άρθρο 42 παραγρ. 5 ν. 1337/83 εξουσιοδοτήσεως και συνεπώς ανίσχυρες

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την. Προτάσεις για το μέλλον

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΜΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΊΝΑΙ: ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΗ ΔΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ

Κυρίες και κύριοι να σας ευχαριστήσω θερμά που ανταποκριθήκατε στην. Ανεξάρτητης Αρχής για την παρουσίαση της ειδικής

2. ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ

Transcript:

Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 9(22): 513-536 Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία- Οικιστική ανάπτυξη- Προβλέψεις, παραβλέψεις και επιπτώσεις στον παράκτιο χώρο Ελένη Σταµατίου Εντεταλµένη διδάσκουσα (Ν. 407/80, βαθµ. Επικ. Καθηγητή) Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης Πεδίο Άρεως, 38334 Βόλος, τηλ: +30 4210 74686 e-mail: rlacroix@otenet.gr Περίληψη Με δεδοµένη την διαπιστωµένη αναγκαιότητα χάραξης και άσκησης συντονισµένης πολιτικής για τις ακτές, στο παρόν άρθρο επιχειρείται η επισήµανση ελλείψεων του ισχύοντος θεσµικού πλαισίου καθώς και των κυριότερων απειλών και της σοβαρότητας των επιπτώσεών τους για τον παράκτιο χώρο. Η εισαγωγή των νέων νοµοθετικών ρυθµίσεων (Ν. 2971/2001) αποτέλεσε αντικείµενο κριτικής ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην παράκτια οικιστική εξάπλωση. Επισηµαίνεται ότι στα υφιστάµενα προβλήµατα προστίθενται και νέα, ενώ εξακολουθούν πρακτικές και διοικητικές αδυναµίες σε θέµατα διαχείρισης και προστασίας του παράκτιου χώρου. Λέξεις κλειδιά: αιγιαλός, παραλία, παράκτιος χώρος, εξέλιξη της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία, παράκτια οικιστική ανάπτυξη Ιούνιος 2003 Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πολυτεχνική Σχολη, Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας Πεδίον Άρεως, 38334 Βόλος, Τηλ: 2421074462, e-mail: regiolab@uth.gr, http://www.prd.uth.gr ιαθέσιµο ηλεκτρονικά στη διεύθυνση: http://www.prd.uth.gr/research/dp/2003/uth-prd-dp-2003-22_gr.pdf

Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία 515 1. Εισαγωγή Αντικείµενο της εργασίας αποτελεί η προσέγγιση και προβληµατική του ζητήµατος της προστασίας και διαχείρισης ακτών της Ελλάδας και ο συσχετισµός µε τις προβλέψεις και παραβλέψεις της οικείας νοµοθεσίας, όπως αυτή εξελίχθηκε από τον Α.Ν. 2344/1940 ως τον 2971/2001. Παράλληλη είναι διερεύνηση των αιτίων των υφιστάµενων φορτίσεων των ακτών και των πιθανών µελλοντικών τάσεων, όπως διαµορφώνονται υπό την παρούσα κατάσταση [ΚΟΚΚΩΣΗΣ 1995]. Η διαπιστωµένη ανάγκη χάραξης ολοκληρωµένης και συντονισµένης πολιτικής για τις ακτές, υπογραµµίζεται και από το γεγονός της εµπλοκής, τρεις δεκαετίες πλέον, σε µικρότερο ή µεγαλύτερο βαθµό, του συνόλου σχεδόν των διεθνών οργανισµών σε θέµατα προστασίας και διαχείρισης ακτών [NICOLAOU 1995, UNEP 1991, UNEP 1996]. Εστία ενδιαφέροντος και ευαισθησίας τους αποτελεί η επίλυση ή αντιµετώπιση των προβληµάτων και δυσλειτουργιών εξαιτίας της τεράστιας έλξης πληθυσµού και δραστηριοτήτων στις παράκτιες ζώνες [ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ 1997, ΛΑΓΟΣ 1998]. Ο τρόπος αντιµετώπισης ποικίλει ανάλογα µε τη φύση και τις προτεραιότητες κάθε οργανισµού (ΟΗΕ, Συµβούλιο της Ευρώπης, ΟΟΣΑ, Παγκόσµια Τράπεζα, ΕΕ, κ.ά.), αλλά και το περιεχόµενο και τον εστιασµό που δίνεται στη σχέση ανάπτυξης και προστασίας της φύσης, µε αντίστοιχες προτάσεις προσεγγίσεων και τρόπων διαµόρφωσης πολιτικής για τον παράκτιο χώρο [GRENON, BATISSE 1989, OECD 1993, COMMISSION EUROPEENNE 1999]. Χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί το MAP (Μεσογειακό Σχέδιο ράσης) του UNEP, που από την ίδρυσή του (1975), δραστηριοποιείται στον τοµέα διαχείρισης παράκτιων περιοχών της Μεσογείου, µε την παραγωγή τεχνικών αναφορών, µελετών, προγραµµάτων, πορισµάτων συνεδρίων, κ.ά., µε θέµα την περιβαλλοντική κατάσταση τους. Παρά την πληθώρα των δραστηριοτήτων, δεν µπορεί να αναζητηθεί σαφής άµεσα υλοποιήσιµος στόχος, ούτε και δοµή στρατηγικής συντονισµένης και ολοκληρωµένης πολιτικής για τις ακτές. Επιπλέον η καταγραφή των προβληµάτων των ακτών δεν είχε έως τώρα την δυνατότητα της απαιτούµενης συνέχειας και επάρκειας, ενώ οι προτεινόµενες δράσεις δεν υιοθετούνται πάντα από τα κράτη-µέλη [ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, 1999]. Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 2003, 9(22)

516 Ελένη Σταµατίου 2. Η εξέλιξη της οικιστικής ανάπτυξης στον παράκτιο χώρο - Α.Ν. 2344/1940 Παρότι διαθέτει µεγάλο ποσοστό παράκτιων ζωνών (µε ακτογραµµή 15.021 χλµ., από τις µεγαλύτερες σε µεσογειακό και ευρωπαϊκό επίπεδο), στην Ελλάδα δεν έχει καθοριστεί ούτε ασκηθεί συντονισµένη και ολοκληρωµένη πολιτική για τις ακτές. Ο Α. Νόµος (ΦΕΚ 154Α ) περί αιγιαλού και παραλίας 2344/1940, επί 60 έτη, αποτέλεσε το µοναδικό θεσµικό εργαλείο για την προστασία των ακτών 1. Η αντικατάστασή του ήρθε µε µεγάλη καθυστέρηση, κι αφού είχε ήδη καταστεί επιτακτική η ανάγκη αντιµετώπισης και κάλυψης των σύγχρονων και επειγουσών περιβαλλοντικών επιταγών και της εξέλιξης της κατάστασης του παράκτιου χώρου [ΝΙΚΟΛΑΟΥ1994α, ΝΙΚΟΛΑΟΥ 1994β]. Συµπληρωµένος µε διατάξεις του Ν. 1337/1983 και του Π.. 236/1984 καθόριζε κυρίως [ΚΑΡΥ ΗΣ. κ.ά., 1994] την έννοια και τον τρόπο οριοθέτησης του αιγιαλού, τις διαδικασίες διαπλάτυνσής του και δηµιουργίας θαλάσσιων προσχώσεων για την εκτέλεση και δηµιουργία εσωτερικών λιµενικών έργων, τις διαδικασίες παραχώρησης της χρήσης του για την εκτέλεση εµπορικών, βιοµηχανικών, µεταλλευτικών ή άλλων έργων και τις διαδικασίες κατασκευής εξωτερικών λιµενικών έργων στον αιγιαλό ή στη θάλασσα και τη διοίκησή τους από τα Λιµενικά Ταµεία. Η νοµοθεσία αυτή κάλυπτε ένα πολύ µικρό τµήµα (20 µ.) πλάτους της παράκτιας ζώνης, ενώ η διαχείριση του υπόλοιπου χερσαίου τµήµατος προς την ενδοχώρα ρυθµιζόταν µέσω του πολεοδοµικού (Ν.1337/1983) και άλλων τοµεακών θεσµικών πλαισίων όπως εκείνου περί δηµόσιων κτηµάτων (Π.. 11-12.11.1929), του τουρισµού, του περί δήµων και κοινοτήτων κλπ. Σε τοµεακή κλίµακα επισηµαίνονται οι απόπειρες για τη µεγαλύτερη προστασία των ακτών που ή δεν προχώρησαν σε θεσµοθέτηση, ή παρότι θεσµοθετήθηκαν για µακροχρόνια ισχύ, κατέστησαν, σύντοµα, µετά από πιέσεις ανενεργά (πχ. ο Ν. 360/1976 Περί Χωροταξίας και Περιβάλλοντος και ο Ν. 1650/1986 Νόµος-Πλαίσιο για το Περιβάλλον ) ή οδηγήθηκαν στην σταδιακή ακύρωση και κατάργηση (πχ. ο Ν. 1337/1983 Περί Οικιστικής Ανάπτυξης ). Οι κυριότερες από αυτές τις προσπάθειες αφορούσαν σε: 1 Η γενική νοµολογία που συνδέει την οικιστική ανάπτυξη µε την παράκτια ζώνη στον ελληνικό χώρο, αφορά κυρίως [ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ 1997]: στην απόσταση οικοδοµών και κτιρίων από την οριογραµµή αιγιαλού, στην κατεδάφιση αυθαίρετων κτισµάτων στον αιγιαλό και προστασία του από την αυθαίρετη κατάληψη [Α.Ν. 2344/1940, αρθ. 24] σύµφωνα µε νοµολογία του ΣτΕ [απ. 738/1989] η οποία για την κήρυξη κατεδάφισης ορίζει αρµόδιο τον οικονοµικό έφορο και όχι την πολεοδοµία, σε διόδους προσπέλασης προς τις ακτές [Ν.. 439/1970 αρθ.2], και σε περιφράξεις παραλιακών κτηµάτων - οικοπέδων σε περιοχές εκτός σχεδίου πόλεων ή οικισµών σε ζώνη πλάτους 500 µ. από την ακτή ή όχθη δηµόσιων λιµνών [Ν. 1337/1983, αρθ. 23, παρ. 1, 2, 7] από την απαγόρευση των οποίων καθώς και τη διαδικασία κατεδάφισης [αποφ. ΥΠ.ΧΟΠ 44353/18.12.1983 ΦΕΚ 466Β, 16.08.1983] όσων εµποδίζουν την πρόσβαση στην ακτή. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία 517 1. Καθορισµό µεγαλύτερων αποστάσεων από τη γραµµή του αιγιαλού για την εγκατάσταση τουριστικών µονάδων (απόσταση 70µ., που µετά από τροποποίηση παρέµειναν στα 50µ.). Μεγαλύτερες απαγορευτικές αποστάσεις για δόµηση (100 µ.) προτάθηκαν και από µια σειρά µελετών χρήσεων γης στον παράκτιο και νησιωτικό χώρο, αλλά προσέκρουσαν στην έντονη αντίδραση των κεντρικών διοικητικών διαδικασιών, χωρίς ποτέ να θεσµοθετηθούν. Αξιοσηµείωτο είναι ότι οι προτάσεις αυτές είχαν γίνει αποδεκτές από µεγάλο µέρος των τοπικών φορέων και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης κατά τη διάρκεια των συµµετοχικών διαδικασιών των µελετών, λόγω της αµεσότητας των φορέων αυτών µε τις αρνητικές επιπτώσεις της καταστροφής των ακτών (ως φυσικών πόρων, κι όχι µόνο). Αριθµός των µελετών αυτών χρηµατοδοτήθηκε από κοινοτικά προγράµµατα περιβαλλοντικής προστασίας των ακτών, όπως το ENVIREG [ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, 1999].Υπογραµµίζεται ότι το Europe 2000, κείµενο πολιτικής χωρικής ανάπτυξης της ΕΕ προτείνει, χωρίς να δεσµεύει, ελάχιστη απόσταση εγκατάστασης δραστηριοτήτων από τον αιγιαλό τα 100 µ. Η µετριοπαθής αυτή πρόταση της ΕΕ στο πλαίσιο των χωροταξικών κατευθύνσεών της στηρίζεται στις αντίστοιχες νοµοθετικές ρυθµίσεις, που έχουν υιοθετήσει τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη. 2 2. Σύνταξη, κατόπιν διϋπουργικής συνεργασίας (ΥΠ.ΓΕ, ΥΠΕΧΩ Ε), Προεδρικού ιατάγµατος για την προστασία της παράκτιας γεωργικής γης, πολύτιµης λόγω της ορεινότητας της χώρας (κατά τα 3/5 των εδαφών της), το οποίο δεν νοµοθετήθηκε. 3. Στον τοµέα της περιβαλλοντικής πολιτικής, εκτός ίσως από την αναγκαστική εφαρµογή οδηγιών της ΕΕ, δεν προωθήθηκαν αυτεπάγγελτα διατάξεις ή πρακτικές διασφάλισης της αειφόρου ανάπτυξης ή προστασίας των ακτών. Για τους παράκτιους βιοτόπους δεν νοµοθετήθηκε χωροταξικό ή διαχειριστικό σχέδιο, αν και οι αντίστοιχες υφιστάµενες προτάσεις δεν διασφάλιζαν ικανοποιητικά την προστασία των ακτών από τη δόµηση, αφού οι προηγηθείσες πιέσεις για τη µη απαγόρευσή της είναι µεγάλες. 2 Συγκεκριµένα είναι οι ακόλουθες: Ιταλία: Σύµφωνα µε νόµο του 1985 απαγορεύεται κάθε µετατροπή χαρακτήρα περιοχών που βρίσκονται σε απόσταση 300µ. από τις ακτές λιµνών και θαλασσών. ανία: Από το 1937 έχει καθοριστεί ως ζώνη προστασίας µία λωρίδα 100µ. από τη θάλασσα (όπου ισχύουν απαγόρευση/περιορισµοί δόµησης, εγκατάστασης φρακτών, κλπ.), και εξασφάλιση του δικαιώµατος της πρόσβασης του κοινού σε όλες τις ακτές. Το 1994 ο νόµος για τις παράκτιες περιοχές επεκτείνει τη ζώνη προστασίας στα 300µ., όπου είναι αυτό δυνατό στις αγροτικές περιοχές, ενώ παραµένει στα 100µ. σε αστικές και παραθεριστικές περιοχές. (Οι αγροτικές - αστικές και παραθεριστικές περιοχές έχουν καθοριστεί από το χωροταξικό σύστηµα της χώρας τη δεκαετία του 1970). Ισπανία: Σύµφωνα µε το νόµο για τις ακτές του 1988 θεωρείται προστατευόµενη η ζώνη από το ενδότερο σηµείο της δηµόσιας ιδιοκτησίας σε απόσταση 100µ. από την ακτογραµµή (µε δυνατότητα για επιπλέον 100µ.) και πολλές δραστηριότητες (κυρίως οι κατασκευές) απαγορεύονται η ελέγχονται αυστηρά. Πορτογαλία: Ο νόµος που ισχύει από το 1933 έχει ως σκοπό την προστασία της περιβαλλοντικής αξίας των ακτών κυρίως προς όφελος του τουρισµού. Σε µήκος 500µ. ορίζεται παράκτια ζώνη όπου τηρούνται συγκεκριµένες χωροταξικές αρχές. Νορβηγία: Η παράκτια ζώνη ορίζεται στα 100µ. και απαγορεύεται η δόµηση.εχει εκδοθεί νόµος από το 1986 και προεδρικό διάταγµα το 1989 που απαγορεύει την ανέγερση κτιρίων εκτός των αστικών περιοχών σε µία ζώνη 100µ. από την ακτή, καθώς και την κατασκευή νέων δρόµων πάνω στις παραλίες, τις λιµνοθάλασσες ή τις αµµοθίνες. Οι νέες οδοί θα πρέπει να απέχουν τουλάχιστον 2 χλµ. από την ακτή. Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 2003, 9(22)

518 Ελένη Σταµατίου Επίσης, καθυστέρηση σηµείωσαν οι διαδικασίες για το NATURA 2000, το οποίο χαρακτηριστικά διακρίθηκε από τη διοίκηση σε πολιτικό κατάλογο και σε τεχνικό κατάλογο. Έτσι, κοινή και προφανή διαπίστωση αποτελεί το ότι, κρίσιµο σηµείο αναστολής όλων αυτών των διαδικασιών αναδεικνύεται η αδυναµία επιβολής περιορισµών της δόµησης. Εξάλλου, οι διαπιστώσεις των διεθνών οργανισµών ότι οι ακτές εξακολουθούν τη µαζική προσέλκυση ανθρωπίνων δραστηριοτήτων µε υψηλούς ρυθµούς (κυρίως για κατοίκηση), την οικιστική εξάπλωση και την αστικοποίηση, καταδεικνύουν το µέγεθος των συνεπειών της παντελούς έλλειψης πολιτικής προστασίας των ακτών [ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ 1999]. Συγκεκριµένα, σύµφωνα µε το UNEP [GRENON, BATISSE 1989], ο παράκτιος αστικός πληθυσµός στη Μεσόγειο προβλέπεται να ανέλθει από 130 σε 217 εκατοµµύρια µέχρι το 2025 (ΠΙΝΑΚΑΣ 1). Ειδικότερα στην Ελλάδα, όπου και το προϋπάρχον θεσµικό πλαίσιο που αφορά τόσο στις ακτές, όσο και στον χωροταξικό πολεοδοµικό και περιβαλλοντικό σχεδιασµό είναι αδύναµο, οι κίνδυνοι είναι υψηλοί για καθολικά και µη αναστρέψιµα αποτελέσµατα [ΛΑΓΟΣ 1998α, ΛΑΓΟΣ 1998β, ΛΑΓΟΣ,ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ 2001]. Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου, σε οικονοµικούς όρους, σε ορισµένες περιοχές, είχε ως αποτέλεσµα την ένταση της παράκτιας δόµησης. Σε συνδυασµό µε το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει το υψηλότερο ποσοστό κατοικιών ανά κάτοικο στην ΕΕ οδηγεί στο συµπέρασµα ότι η δόµηση -ανεξάρτητα του τρόπου εξάπλωσης ή της κύριας χρήσης της- αποτελεί τη βασικότερη απειλή των ακτών [ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ 1999]. Μεγάλος είναι ο αριθµός των νέων παραλιακών οικισµών που δηµιουργήθηκαν µεταξύ 1971-1991 σε δύο περιοχές έντονων, µέχρι σήµερα, πιέσεων οικιστικής ανάπτυξης (ΠΙΝΑΚΕΣ 2,3). Στον πίνακα 2 παρουσιάζεται ο Ν. Χαλκιδικής, νοµός µε αποκλειστικά -εκτός από την πρωτεύουσά του-, παραλιακό παραδοσιακό πρότυπο κατοίκησης. Οι υφιστάµενοι 53 οικισµοί του το 1971 υπερδιπλασιάστηκαν µε 82 νέους οικισµούς, φθάνοντας τους 135, το 1991 [ΝΙΚΟΛΑΟΥ,ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ 1999, ΕΣΥΕ 1972, ΕΣΥΕ 1982, ΕΣΥΕ 1992]. Στον αντίστοιχο πίνακα 3 που παρουσιάζεται ο Ν. Αττικής (Τµήµα επαρχίας Αττικήςυπόλοιπο Αττικής, ή, υπόλοιπο επαρχίας Αττικής, όπως καθοριζόταν διοικητικά το 1971), στους 53 οικισµούς παραλιακών ΟΤΑ καταγράφονται επίσηµα 34 νέοι µέχρι το 1991 [ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ 1999, ΕΣΥΕ 1972, ΕΣΥΕ 1982, ΕΣΥΕ 1992]. Τα προαναφερόµενα στοιχεία είναι ενδεικτικά του µεγέθους και του προτύπου κατοίκησης, που όµως δεν περιλαµβάνει τις τεράστιες επεκτάσεις οικισµών, αστικών και ηµιαστικών κέντρων, οι οποίοι στο µεγαλύτερο ποσοστό τους είναι παράκτιοι, τις ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία 519 ιδιωτικές πολεοδοµήσεις, τους οικοδοµικούς συνεταιρισµούς, τις παραθεριστικές κατοικίες και την εκτός σχεδίου δόµηση. Η ιστορική διερεύνηση του θέµατος αποκαλύπτει σοβαρή µεταβολή του προτύπου κατοίκησης, µε ιδιαίτερη έµφαση, αναφορικά µε τα µεγέθη, στην καταγραφή των εντάξεων σε σχέδιο και νοµιµοποιήσεων περιοχών ακόµη και την τελευταία δεκαπενταετία [ΚΕΠΕ, ΠΑΝ/ΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ 1997]. Αναφορικά µε τους οικοδοµικούς συνεταιρισµούς (Π 93/1987) οι οποίοι κατατάσσονται σε αστικούς και παραθεριστικούς, οι περισσότεροι, εγκεκριµένοι ή προς έγκριση (εκείνοι που έχουν έκταση µε οριστικά συµβόλαια, άδεια οικοδόµησης ή προέγκριση, ή και άλλοι που έχουν απλώς συσταθεί), εντοπίζονται στην Αττική [ΛΑΠΠΑΣ, 1993]. Σύµφωνα µε αριθµητικά στοιχεία του ΥΠΕΧΩ Ε (δεδοµένα 1993) που αφορούν σε έγκριση οικιστικής καταλληλότητας υφιστάµενων προ του Π 17/1984, οικοδοµικών συνεταιρισµών, αυτοί είχαν την ακόλουθη γεωγραφική κατανοµή: 115 στην Αττική, 134 σε 49 νοµούς της χώρας, 17 στη Θεσσαλονίκη κλπ. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι οικοδοµικοί συνεταιρισµοί είναι παραθαλάσσιοι, αναλογία που ισχύει και σήµερα. Ο πίνακας 4 δίνει ένα δείγµα του µεγέθους και της γεωγραφικής περιοχής χωροθέτησης των ιδιωτικών πολεοδοµήσεων, τρόπου οικιστικής ανάπτυξης που διευκόλυνε: την παράκαµψη της νοµοθεσίας των τουριστικών εγκαταστάσεων, η οποία είχε πλέον υψηλές απαιτήσεις σε χώρους και προσφερόµενες υπηρεσίες (κοινόχρηστοι χώροι, απαιτούµενο προσωπικό και κανόνες λειτουργίας, φορολογία) στο ελάχιστο πλαίσιο τουριστικής αναβάθµισης και οριακής κατάστασης του µεγέθους των ενοικιαζόµενων δωµατίων. την δυνατότητα σε οικοδοµικούς συνεταιρισµούς για τµηµατική νοµιµοποίησή τους, µε παράκαµψη και πάλι της αντίστοιχης νοµοθεσίας, την αξιοποίηση µεγάλων τµηµάτων δηµόσιας, εκκλησιαστικής και παραχωρηµένης στους ΟΤΑ, γης. Ένταση περιπτώσεων Ιδιωτικής Πολεοδόµησης συναντάται στο Ν. Χαλκιδικής ήδη από την θεσµοθέτησή της (Ν. 1947/1991 και 2052/1992) [ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ 1993], στην Ιερισσό, στην Κοινότητα Πετραλώνων, στην Κοινότητα Νέων Ρόδων, στην Κοινότητα Γαλαρινού, κλπ. Το ίδιο φαινόµενο εντοπίζεται και στο Ν. Αργολίδας, ωδεκανήσου, Κυκλάδων, Λασιθίου, Ρεθύµνης, µε ιδιωτικές πολεοδοµήσεις µεγάλων εκτάσεων, κλπ.(πινακασ 4). Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 2003, 9(22)

520 Ελένη Σταµατίου 3. Κριτική θεώρηση προγραµµάτων διαχείρισης και προστασίας ακτών Από την επισκόπηση των υλοποιηµένων σε εθνικό επίπεδο επιχειρησιακών προγραµµάτων, ερευνών και µελετών, που αφορούν είτε στον παράκτιο χώρο είτε στην οικιστική ανάπτυξη προκύπτουν αξιοποιήσιµα συµπεράσµατα για τις απαιτούµενες ενέργειες προκειµένου για την αποτελεσµατική προστασία των ακτών. Θέµατα όπως η σηµασία και το µέγεθος των ελληνικών ακτών (ορισµοί και οριοθέτηση της παράκτιας ζώνης), το εύρος των νησιωτικών ακτών, τα βιοτικά και αβιοτικά χαρακτηριστικά του αιγιαλού και της παραλίας, τα παράκτια οικοοσυστήµατα και η οριοθέτησή τους, η ισχύουσα νοµοθεσία και οι διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας για τις οικολογικά ευαίσθητες παράκτιες ζώνες, έχουν ποικιλοτρόπως αναπτυχθεί στη συναφή ελληνική βιβλιογραφία [ΚΟΚΚΩΣΗΣ 1995, ΓΚΕΣΚΟΥ 2002, COCCOSSIS, MEXA 1996]. Αξιοσηµείωτο είναι ότι η οριοθέτηση των παράκτιων και µη υγροτόπων, βιοτόπων και οικοσυστηµάτων έχει καταρτισθεί κατ εξακολούθηση από τις ίδιες τις δηµόσιες υπηρεσίες, ερευνητικά προγράµµατα και µελέτες, οπότε δεν είναι δόκιµη η επανοριοθέτησή τους µε δαπάνη και άλλων κοινοτικής προέλευσης κονδυλίων. Παράλληλα, µέσα από τα προαναφερόµενα κείµενα, όπως φαίνεται στο περιεχόµενο του Προγράµµατος για τη βιώσιµη ανάπτυξη των ελληνικών ακτών και νησιών του ΥΠΕΧΩ Ε, έγινε προσπάθεια τεκµηρίωσης µιας αµβλυµµένης προστασίας µε βάση την τυπολογία του ελληνικού παράκτιου χώρου µε γεωµορφολογικά κριτήρια (αµµώδεις, βραχώδεις ακτές, κ.ά.) [ΥΠΕΧΩ Ε, ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ 1998], η οποία προσέκρουσε τόσο στα οικολογικά δεδοµένα (εξίσου σηµαντικές από βιολογική άποψη οι βραχώδεις και αµµώδεις ακτές), όσο και τη διεθνή πρακτική καθορισµού µέτρων προστασίας των ακτών. Σε ό,τι αφορά στην υιοθέτηση των αρχών περιβαλλοντικού σχεδιασµού και γενικότερα της αειφορίας, διαπιστώνεται ότι η αρχή της πρόληψης που συνεπάγεται την αναζήτηση της πηγής των αιτίων καταστροφής των ακτών και αντίστοιχα της τεκµηρίωσης µέτρων πολιτικής για την εξάλειψή τους, δεν ενσωµατώνεται στις σχετικές έρευνες. Απλή απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι η δόµηση σε κανένα σχετικό κείµενο δεν επισηµαίνεται ως βασική αιτία περιβαλλοντικής υποβάθµισης των ακτών και δεν προτείνεται συγκεκριµένα η απαγόρευση ή τουλάχιστον ο περιορισµός της. Αντίθετα, κυρίαρχη περιβαλλοντική αρχή στην διερεύνηση των ακτών αναδεικνύεται αυτή της φέρουσας ικανότητας. Η αρχή αυτή παραλληλίζεται, αν δεν αντικαθιστά στο χωρικό επίπεδο, την µη επιτυχή στην εφαρµογή της (σύµφωνα µε όλες τις µετρήσεις, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία 521 διεθνώς, αρµόδιους φορείς και οικολογικές οργανώσεις), αρχή των ανώτατων επιτρεπτών ορίων 3. Η επιλεκτική απόφαση των κριτηρίων και ο αυθαίρετος καθορισµός του ύψους τους στάθηκε ιδιαίτερα ευάλωτος στις ευέλικτες πολιτικές παρεµβάσεις για συνεχείς αλλαγές τους. Τα ίδια χαρακτηριστικά έχουν και τα σταθερότυπα της αρχής της φέρουσας ικανότητας, εφόσον η υποκειµενική κατά το δοκούν χρησιµοποίηση της παραµέτρου των κοινωνικών αναγκών και ποιοτικών κριτηρίων διαβίωσης µπορούν κάλλιστα να αποτελέσουν αντικείµενα πολιτικής απόφασης ώστε να µην εξασφαλιστεί η ουσιαστική περιβαλλοντική προστασία των ακτών. Εξάλλου, στο συµπέρασµα της ανάγκης προστασίας των ακτών από τη δόµηση µπορεί να οδηγηθεί κανείς και εµπειρικά. Αξίζει να αναφερθεί ότι µετά την προαναφερόµενη προσπάθεια της ΕΕ να θίξει δείκτες και µεγέθη ευηµερίας όπως η οικιστική επάρκεια ( έκτη έκθεση της κατάστασης των περιφερειών ) ξεκίνησε η ανάπτυξη επιχειρηµατολογίας σε εθνικό επίπεδο σχετικά µε την ελευθερία ικανοποίησης και άλλων ποιοτικών αναγκών µέσω της χρήσης πολλαπλών κατοικιών. Στην περίπτωση αυτή η επίκληση των συνταγµατικών επιταγών, όπου η κατοικία αποτελεί κοινωνικό αγαθό παρεχόµενο από το κράτος οπωσδήποτε δεν πρέπει να γίνεται σε βάρος του δικαιώµατος του περιβάλλοντος, της ποιότητας ζωής και του κοινού συµφέροντος, αντικρούει την αναδυόµενη επιχειρηµατολογία. υστυχώς, ο επιχειρούµενος περιορισµός της δραστηριοποίησης του ΣτΕ που βάλλεται από πλήθος επαγγελµατικών κατηγοριών και πολιτικών παρεµβάσεων δεν αποτελεί ευοίωνη προοπτική για τις ακτές 4. 3 H αρχή των ανώτατων επιτρεπτών ορίων, µαζί µε την αρχή ο ρυπαίνων πληρώνει και την αρχή της πρόληψης αποτέλεσαν τους άξονες των οικολογικών διαµαρτυριών και προτάσεων. 4 -Συναφείς διατάξεις αποτελούν: η νοµολογία του ΣτΕ κυρίως για τη διασφάλιση του κοινόχρηστου χώρου του αιγιαλού ειδικά σε περιπτώσεις παραχώρησης δικαιώµατος αποκλειστικής χρήσης του αιγιαλού [Ν. 4171/1961] και απαγόρευσης περίφραξης, καθώς και η διάκριση της έννοιας και εφαρµογής της πρόσβασης προς την ακτή [Ν. 1337/1983, αρθ. 23] και της οδού προσπέλασης προς την παραλία [Ν. 1337/1983, αρθ.24], καθώς και η ΓΝΣΚ 472/1992 για επιβεβληµένη περίφραξη αιγιαλού για λόγους λειτουργίας ή ασφάλειάς του (π.χ. βιοµηχανικών συγκροτηµάτων πετρελαιοειδών), µε κατά περίπτωση εξαιρέσεις. -Αξιοµνηµόνευτη είναι η απόφαση του ΣτΕ για απαγόρευση της έγκρισης ιδιωτικών πολεοδοµήσεων στα νησιά. -Το ΣτΕ (Ε τµήµα 253/1996, πρακτικό) µε απόφασή του ακύρωσε Π του ΥΠΕΧΩ Ε θεωρώντας παράνοµη την τροποποιητική ρύθµιση του σχεδίου του (µετατροπή Ο.Γ. και Ρ.Γ. προς την πλευρά της θάλασσας) στην Αγ. Μαρίνα. Κρωπίας (ΟΤ Γ54 στο ύψος του 37ου χλµ. της οδού Βουλιαγµένης - Σουνίου) που αποχαρακτηρίζει και παραχωρεί σε ορισµένη ιδιοκτησία κοινόχρηστο χώρο, και αντίθετη προς το άρθρο 24 του Συντάγµατος, τη ιακήρυξη της Στοκχόλµης (1972), τη ιακήρυξη του Ρίο (1992) και τις διατάξεις της Agenda 21 εφόσον εντίκειται εις το προστατευτικό καθεστώς των ακτών. Σύµφωνα µε το Σύνταγµα υποχρέωση του κράτους, δηλαδή των αρµόδιων υπουργών, είναι η διασφάλιση της ελεύθερης πρόσβασης όλων των πολιτών (και σ όλο το µήκος των ακτών) στο κοινό αγαθό της θάλασσας όπως υπογραµµίζει στο πρακτικό του το ΣτΕ. Σ αυτό αναφέρεται ειδικότερα ότι κατά τις Συνταγµατικές επιταγές (άρθρο 24) το οικοσύστηµα των ακτών πρέπει να διέπεται από ιδιαίτερο προστατευτικό θεσµικό καθεστώς από το κράτος το οποίο οφείλει, τουλάχιστον, να : - ιαφυλάσση την µορφολογίαν των ακτών και την ακεραιότητα της ακτογραµµής, η οποία εντός της λειτουργίας της εις τη διηνεκή αλληλεπίδρασην χερσαίας και θαλάσσιας ζώνης οικοσυστήµατος αποτελεί και προστατευτέον οπτικόν πόρον και υπό την έννοιαν αύτη, αφ ενός µεν να δύναται να αλλοιωθή µε την Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 2003, 9(22)

522 Ελένη Σταµατίου Από τις έρευνες και µελέτες οργάνωσης του χώρου δεν υπήρξε ποτέ ιδιαίτερη µεταχείριση για τις ακτές, εκτός ίσως από τις πρώτες ΕΧΜ και προτάσεις ΖΟΕ που ποτέ δεν θεσµοθετήθηκαν (δεκαετία 1980), παρότι αφορούσαν σχεδόν αποκλειστικά στον παράκτιο και νησιωτικό χώρο. Προσανατολισµένα τα κείµενα αυτά στην οικιστική ανάπτυξη δεν έθιξαν ποτέ τεκµηριωµένα τον περιορισµό της οικιστικής εξάπλωσης αποφεύγοντας συγκρούσεις µε την κεντρική διοικητική κατεύθυνση και πάγια οικιστική πολιτική ένταξης σε σχέδιο µε διάφορες προφάσεις (περιοχές αυθαιρέτων, πυκνοδοµηµένες περιοχές, παραθεριστικές ανάγκες κ.ά.) προσπαθώντας σε ρεαλιστικό πλαίσιο να επιτύχουν το έλασσον. Σε αντίφαση µε τις αναλύσεις τους, και στο πλαίσιο της επιστηµονικής αφαίρεσης (δεν υπολογίζοντο στα µεγέθη υφιστάµενοι οικισµοί, νόµιµοι η αυθαίρετοι, επεκτάσεις και κυρίως η ένταση της εκτός σχεδίου δόµησης) συνήθως οι µελέτες αυτές φθάνουν να προτείνουν και νέες περιοχές οικιστικών αναπτύξεων. Τέλος, δεν διαφαίνεται προβληµατισµός για το γεγονός ότι ο χώρος και οι συγκρούσεις που δηµιουργεί η κατάληψή του κατά την αναπτυξιακή εξέλιξη, δεν αφήνουν µεγάλα περιθώρια στην κυρίαρχη επιχειρηµατολογία της αειφόρου ανάπυξης που αφορά στη χρησιµοποίηση της διαθέσιµης, κατάλληλης τεχνολογίας. 4. Από τον Α.Ν. 2344/1940 στο Ν. 2971/2001 Ο αιγιαλός και η παραλία αντιπροσωπεύουν το καταρχήν αντικείµενο νοµοθετικών ρυθµίσεων του ελληνικού δικαίου [ΜΙΧΑΗΛ 1984]. Η πρώτη νοµοθετική ρύθµιση χρονολογείται την 21 η.06.1837 και αναφέρεται στον αιγιαλό και το νοµικό καθεστώς που τον διέπει. Συγκεκριµένα, στο άρθρο του 15 ( περί διακρίσεως κτηµάτων ) διατυπώθηκε ο -προερχόµενος από το βυζαντινό και ρωµαϊκό δίκαιο- πρώτος ορισµός του αιγιαλού, ο οποίος διασφάλιζε την κυριότητα του ηµοσίου [ΓΚΕΣΚΟΥ 2002]. Από το 1940 έως πρόσφατα, ο Α.Ν. 2344 αποτελούσε το µοναδικό θεσµικό εργαλείο για την προστασία των ακτών, µε περιεχόµενό που αφορούσε, εκτός από την έννοια και τον καθορισµό του αιγιαλού και της παραλίας, στην παραχώρηση της χρήσης τους για την εξυπηρέτηση τουριστικών και άλλων σκοπών, στην κατασκευή έργων για εκµετάλλευσή τους, κ.ά. Η αντικατάστασή του θεωρήθηκε αναγκαία για την αντιµετώπιση σύγχρονων και επειγουσών αναγκών των περιβαλλοντικών επιταγών και των δυσµενών εκτέλεσιν τεχνικών έργων, αφ ετέρου δε δέον να παραµένη υποχρεωτικώς αδόµητος εις ικανόν βάθος όχι µικρότερον των 100 µ. από τον αιγιαλόν, - ιασφαλίζη ελευθέραν και ακώλυτον την πρόσβασιν όλων των πολιτών καθ όλον το µήκος των ακτών εις το κοινόν αγαθόν της θαλάσσης, - Προβλέπη, να επιτρέπει και να ρυθµίζει µόνον ηπίας µορφάς χρήσεων των ακτών [ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (εφηµ.) 04.08.96: 18, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ 1997]. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία 523 µετασχηµατισµών του παράκτιου χώρου (εξαιτίας της οικιστικής επέκτασης και τουριστικής ανάπτυξης, των παραγωγικών διαδικασιών, του οδικού δικτύου, κλπ.) [ΜΙΧΑΗΛ 1984]. Επισηµαίνεται ότι κατά τη διάρκεια της ισχύος του συµπληρώθηκε µε τα Ν /γµατα 439/1970 και 393/1974 καθώς και από το Ν. 1337/1983. Το πρώτο έθετε περιορισµούς δόµησης για λόγους προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος σε απόσταση µικρότερη των 30 µ. από την οριακή γραµµή του αιγιαλού σε παραλιακές εκτάσεις ευρισκόµενες σ εκτός σχεδίου περιοχές ή σε οικισµούς υφιστάµενους προ του 1923. Παρείχε, εξάλλου, τη δυνατότητα αναγκαστικής απαλλοτρίωσης κτηµάτων ευρισκόµενων σε παραλιακές εκτάσεις, για τη διάνοιξη οδών προσπέλασης προς τον αιγιαλό ή την παραλία [ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΣ, 1997]. Οι κυριότερες ρυθµίσεις του Ν. 1337/1983 όσον αφορά στη συµπλήρωση του Α.Ν. 2344/1940 ήταν:α) η πρόβλεψη σε ζώνη 500µ. από τις ακτές της θάλασσας ή από τις όχθες των λιµνών και ποταµών, απαγόρευσης της περίφραξης των ιδιοκτησιών (µε εξαίρεση κατόπιν άδειας της Αρχής), β)η δυνατότητα, κατά µήκος ακτών ή των όχθεων δηµόσιων λιµνών ή ποταµών, καθορισµού Ζωνών Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) για τον έλεγχο των χρήσεων και κατατµήσεων της γης, γ) η κατεδάφιση των κτισµάτων που έχουν ανεγερθεί στον αιγιαλό, δ) η µη δυνατότητα δικαιώµατος στους ιδιώτες για ανέγερση κτιρίων στον αιγιαλό µε ιδιωτική χρήση για ορισµένο χρόνο, κ.ά. [ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΣ 1997, ΓΚΕΣΚΟΥ 2002]. Εξάλλου, ο Ν. 1650/1986 για την προστασία του περιβάλλοντος (αρθ.1), περιλαµβάνοντας γενικότερες ρυθµίσεις που αφορούν και στον παράκτιο χώρο, αναφέρει, µεταξύ των επιδιώξεών του την προστασία των ακτών των θαλασσών, των όχθεων των ποταµών, των λιµνών, του βυθού αυτών και των νησίδων, ως φυσικών πόρων, ως στοιχείων οικοσυστηµάτων και ως στοιχείων του τοπίου, αξιολογώντας την οικολογική, αισθητική κ.ά. αξία και σηµασία τους. Επίσης, µε τη θεσµοθέτηση των Περιοχών Ειδικής Προστασίας (ΠΕΠ) του Ν. 2508/1997 (αρθ.4, παρ.4) στις οποίες περιλαµβάνονται παραθαλάσσιες ζώνες συνεχόµενες ή µη προς τις πολεοδοµηµένες ή τις προς πολεοδόµηση περιοχές, προσφέρεται ένα επιπλέον µέσο χωρικού σχεδιασµού µε συµβολή στη διευθέτηση του παράκτιου χώρου [ΓΚΕΣΚΟΥ, 2002]. Στις έξι δεκαετίες ισχύος του ΑΝ ανέκυψαν προβλήµατα καταπάτησης της παράκτιας δηµόσιας γης, πληθυσµιακής παράκτιας υπερσυγκέντρωσης, έλλειψης ελεύθερων χώρων κοινωνικής εξυπηρέτησης, κ.ά., των οποίων η ανάγκη αντιµετώπισης επέβαλε την αντικατάστασή του από νέο θεσµικό πλαίσιο για την αποτελεσµατικότερη προστασία και την αειφορική ή τουλάχιστον ορθολογική αξιοποίηση της διαχείρισής της [ΛΑΓΟΣ 1998α, ΛΑΓΟΣ 1998β]. Ο νόµος δεν περιείχε, εξάλλου, προβλέψεις για την αντιµετώπιση διαβρώσεων ή προσχώσεων των παραλιακών εκτάσεων καθώς και της ανόδου της στάθµης της θάλασσας. Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 2003, 9(22)

524 Ελένη Σταµατίου Οι επισηµαινόµενες αδυναµίες του Α.Ν. 2344/1940 σχετικά µε την οριοθέτηση της παράκτιας ζώνης (αδυναµία εξαιτίας της φύσης τους, σαφούς διατύπωσης αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού, µε σκοπό τη δυνατότητα κατοχύρωσης της δηµόσιας ιδιοκτησίας), τον λεπτοµερή καθορισµό του απόλυτα προστατευόµενου τµήµατος της ακτής (µη πλήρωση απαραίτητων προδιαγραφών στη σύνταξη τοπογραφικών διαγραµµάτων, χρονοβόρες οι διαδικασίες τµηµατικού προσδιορισµού, κλπ.), την προσπελασιµότητα του κοινού, κ.ά., έχουν αποτελέσει αντικείµενα κριτικής, διερεύνησης και αναθεωρήσεων κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του [ΓΚΕΣΚΟΥ, 2002]. Η προσπάθεια κριτικής και συγκριτικής θεώρησης του νέου ελληνικού θεσµικού πλαισίου για τον αιγιαλό και την παραλία απορρέει από την κοινή διαπίστωση της αναζήτησης και ανάγκης λειτουργίας σύγχρονης, ολοκληρωµένης νοµοθεσίας και πολιτικής που να διέπει τις κοινωνικές και οικονοµικές δραστηριότητες της παράκτιας ζώνης, διαφυλάσσοντας την βιωσιµότητα των αντίστοιχων πόρων [ΛΑΓΟΣ 1998α, ΛΑΓΟΣ 1998β, ΛΑΓΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ 2001]. 5. Ο ρόλος του Ν. 2971/2001 σε θέµατα παράκτιας δόµησης και ιδιοκτησίας Παρότι, έξι δεκαετίες, πριν, ο νοµοθέτης (Α.Ν. 2344/1940) χαρακτήρισε τον αιγιαλό και την παραλία κτήµα κοινόχρηστον που ανήκει, προστατεύεται και διαχειρίζεται από το ηµόσιο, η Πολιτεία δεν επέδειξε επιτυχή και δίκαιη πολιτική αναφορικά µε την κοινή χρήση και την ελεύθερη πρόσβαση, µε συνέπεια την προνοµιακή χρήση ή εκµετάλλευσή τους από τουριστικές και άλλες επιχειρήσεις ή µερίδα ενδιαφερόµενων ιδιωτών. Από τον ορισµό του νόµου προκύπτει ότι ο αιγιαλός ως δηµόσιο κτήµα και εκτός συναλλαγής, δεν µπορεί ν ανήκει στην κυριότητα ιδιωτών, ΝΠ και ΟΤΑ, στους οποίους µπορεί να παραχωρηθεί µόνο δικαίωµα χρήσης µε την προϋπόθεση της µη αναίρεσης του κοινόχρηστου χαρακτήρα του. Άξια, παρατήρησης, όµως, είναι, η περιπτωσιακή ευλιγισία παράκαµψης ή και κατάργησης σηµειακών ευρύτερων ρυθµίσεων, που είχαν, συχνά, καταστήσει την παράκτια ζώνη πεδίο πολιτικών συγκρούσεων και σκοπιµοτήτων. Η προσπάθεια αποσαφήνισης των διαδικασιών οριοθέτησης, του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και των χρήσεων αιγιαλού και παραλίας θεωρήθηκε ως θετική κρατική πρωτοβουλία. Η έως σήµερα έλλειψη συνέχειας και συστηµατοποίησης στην αποτύπωση του αιγιαλού είχε ως αποτέλεσµα, σε χρονικό διάστηµα 50 ετών, τον καθορισµό του σε µήκος µόνο 1700 χλµ. ακτής, ή 11% του συνόλου [ΥΠΕΧΩ Ε 1997, ΓΚΕΣΚΟΥ 2002]. Αξιοσηµείωτο είναι ότι οι περιοχές µε χάραξη του αιγιαλού και της παραλίας είναι, κυρίως οι βασικοί αποδέκτες των οικιστικών πιέσεων. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία 525 Ωστόσο, σύµφωνα µε το Ν. 2344/1940 (αρθ. 4), κατά τη χάραξη του αιγιαλού τα υφιστάµενα ανήκοντα σε ιδιώτες και εµπίπτοντα στη ζώνη αυτού κτήµατα, θεωρούνται αναγκαστικά απαλλοτριωτέα υπέρ του ηµοσίου, µε δικαίωµα αποζηµίωσης των ιδιοκτητών αποκλειστικά για κτίσµατα προ του 1884 (σύµφωνα µε νόµο του 1915). Στην πραγµατικότητα, εκτός ολογάριθµων εξαιρέσεων, δεν ολοκληρώνονταν οι απαραίτητοι αναλογισµοί και απαλλοτριώσεις, µε συνέπεια τη µη ισχύ της καθορισθείσας οριογραµµής της παραλίας [ΓΚΕΣΚΟΥ, 2002]. Το νέο σύστηµα που εισάγει η νοµοθεσία για την οριοθέτηση του αιγιαλού και της παραλίας, επηρεάζει το ιδιοκτησιακό καθεστώς αριθµού ιδωτικών ακινήτων ευρισκόµενων στις παράκτιες ζώνες, καθορίζει νέους κανόνες για την παραχώρηση χρήσης εκτάσεων στον αιγιαλό και την παραλία, και καινοτοµεί προβλέποντας νέους τρόπους κατασκευής ή εκµετάλλευσης σε θαλάσσιους ή παράκτιους χώρους. Παρότι (αρθ.2, παρ.2) ανεξάρτητα από τον τρόπο καθορισµού του αιγιαλού και της παραλίας αναγνωρίζεται η οικολογική σηµασία τους, µε ανάθεση της ευθύνης προστασίας τους στο Κράτος [σύµφωνα και µε αποφάσεις του ΣτΕ (αρ. 327/1999) και του Συντάγµατος (αρθ. 24)], επόµενα άρθρα του νόµου επιτρέπουν τη δόµηση. Σηµεία προς εστιασµό αποτελούν η αντιµετώπιση της αυθαίρετης δόµησης (χωρίς άδεια, υπέρβαση αυτής, υπέρβαση των διατάξεων, κ.ά.) και οι παραχωρήσεις αιγιαλού [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2002]. Στην πρώτη περίπτωση ερωτηµατικά προκαλεί η αντιµετώπιση νοµιµοποιήσεων ορισµένων αυθαιρέτων µετά την καταβολή αποζηµίωσης, που ουσιαστικά όχι µόνο δεν επιλύει, αλλά ούτε καν αποθαρρύνει την συνέχιση της αυθαιρεσίας. Με το αρθ. 7, παρ.4 του Ν. 2971/2001 επιτρέπεται, ουσιαστικά, η δόµηση, παρότι στον ίδιο νόµο άλλες διατάξεις αναφέρονται σ επεµβάσεις υπό προϋποθέσεις και για συγκεκριµένες, µόνο, χρήσεις. Άξιο υπογράµµισης είναι το γεγονός της υποχρέωσης καταβολής χρηµατικής αποζηµίωσης από πλευράς του ηµοσίου για τυχόν βελτιώσεις σε υπό απαλλοτρίωση ακίνητα, όταν ταυτόχρονα δεν υπάρχει µέριµνα προστασίας των ακτών από τις ίδιες επεµβάσεις και αποκατάστασης από τις επιπτώσεις τους. Σηµειωτέον, εξάλλου, ότι ο ισχύων νόµος (αρ. 7, παρ.3), όπως και ο προηγούµενος, αναφέρουν ότι για την παραλία εφαρµόζονται ο διατάξεις περί απαλλοτριώσεως λόγω ρυµοτοµίας, εποµένως δεν ισχύει η προθεσµία της τετραετίας για τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης, όπως στις κοινές διατάξεις περί απαλλοτριώσεων. Εξάλλου, έρχεται σ αντίφαση µε την παρ.4, αρθ. 2 (που απαγορεύει τη δόµηση και κάθε είδους επέµβαση στη ζώνη της παραλίας) και µε την παρ. 5, αρθ. 23 του Ν. 1337/1983 (για την προστασία ζώνης παραλίας από κάθε είδους επεµβάσεις, αλλά και µε τα Συνταγµατικά άρθρα 17 (για την επικράτηση του γενικότερου έναντι του ιδιωτικού συµφέροντος) και 24 (για την περιβαλλοντική προστασία), που, λογικά, καθιστά την επίµαχη διάταξη µη εφαρµόσιµη [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2002]. Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 2003, 9(22)

526 Ελένη Σταµατίου Σε αντίθεση µε την παρ. 3, αρθ. 2 (για την ακώλυτη πρόσβαση στις ακτές µε τις εξαιρέσεις κοινωφελών περιβαλλοντικών και πολιτιστικών σκοπών και της απλής χρήσης παρ. 1, αρθ. 13, και για λόγους υπέρτατου δηµόσιου συµφέροντος), την παρ. 4, αρθ. 2 (που δεν επιτρέπει τη δόµηση µε τις εξαιρέσεις της προηγούµενης παραγράφου) και την παρ. 1, αρθ. 8 (που απαιτεί καθορισµό αιγιαλού και παραλίας και εκπόνηση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων), έρχεται η έκδοση οικοδοµικών αδειών για κατοικίες, εµπορικές ή τουριστικές λειτουργίες, κ.ά., που κάθε άλλο παρά εξυπηρετούν κοινωφελείς σκοπούς εµποδίζοντας, παράλληλα, την ελεύθερη πρόσβαση [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2002]. Στη δεύτερη περίπτωση η αναφορά σε παραχώρηση απλής χρήσης τµήµατος του αιγιαλού και της παραλίας, σε παραχώρηση αιγιαλού και παραλίας για την εκτέλεση έργων και παραχώρηση νησίδων του ηµοσίου και αβαθών θαλάσσιων εκτάσεων, κ.ά., έχει αντιµετωπισθεί µε επιφύλαξη, εξαιτίας της µη πρόβλεψης/έλλειψης αρµόδιας αρχής επίβλεψης και παρέµβασης σε περιπτώσεις καταστρατηγήσεων, κλπ. Κατά το αρθ. 14, η παραχώρηση του δικαιώµατος χρήσης αιγιαλού και παραλίας γίνεται µε απόφαση του Υπ. Οικονοµικών, αλλά η γενική αναφορά σ εµπορικούς, συγκοινωνιακούς και άλλους σκοπούς είναι ασαφής και αόριστη. Χωρίς να συνοδεύεται από ειδική αιτιολογία για τις όποιες επεµβάσεις και αναφορά περί δηµοσίου συµφέροντος ή κατοχύρωσης της προστασίας της παράκτιας ζώνης αντιβαίνει στις συναφείς Συνταγµατικές διατάξεις (αρθ. 24) [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2002]. 6. Προβλέψεις, παραβλέψεις κι επιπτώσεις- Ν. 2971/2001 Ο καθορισµός της παράκτιας ζώνης τόσο µέσω του Α.Ν. 2344/1940, όσο και του Ν. 2971/2001 πραγµατοποιείται µε κριτήρια το ιδιοκτησιακό καθεστώς, την ανάγκη εξυπηρέτησης της επικοινωνίας µεταξύ ξηράς-θάλασσας ή της χρήσης, κι όχι µε περιβαλλοντικά, γεωλογικά, και άλλα [ΓΚΕΣΚΟΥ 2002, ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2000, 2001, 2002]. Bασικά σηµεία του νέου νόµου είναι: A) ως πλεονεκτήµατα: 1) επισήµανση (όπως και στον προγενέστερο Α.Ν. 2344/1940) α) του κοινόχρηστου χαρακτήρα της -ανήκουσας στο ηµόσιο- παράκτιας ζώνης (αιγιαλού-παραλίας και όχθης-παρόχθιας ζώνης µεγάλων λιµνών και πλευσίµων ποταµών) και β)της ελεύθερης και ακώλυτης πρόσβασης των πολιτών προς αυτές (αρθ.1), 2) θεώρηση των επεµβάσεων στις ακτές ως εξαιρετικών διαδικασιών και για λόγους δηµοσίου συµφέροντος και µε δικαίωµα του ηµοσίου µονοµερούς ανάκλησης ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία 527 παραχωρήσεων αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης, για λόγους δηµόσιας τάξης και ασφάλειας ή δηµόσιας υγείας και προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος (αρθ. 1, παρ.2 και αρθ. 15, παρ.1), 3) υποχρέωση κατάρτισης Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων πριν από κάθε επέµβαση (κατ εφαρµογή της ΚΥΑ 69269/1990) και προέγκρισης χωροθέτησης, 4) ορισµός κεντρικού διοικητικού φορέα (Υπουργείο Οικονοµικών) ως αρµόδιου οργάνου διαχείρισης του αιγιαλού και της παραλίας, 5) υπαγωγή των παράκτιων ζωνών σ ενισχυµένο καθεστώς προστασίας κατ εφαρµογή ειδικών διατάξεων του νόµου, αναφορικά µε τις κατεδαφίσεις αυθαιρέτων (αρθ. 27), Β)ως µειονεκτήµατα: 1) ανυπαρξία πρόβλεψης προηγούµενου σχεδιασµού των επιτρεπτών δραστηριοτήτων στον παράκτιο χώρο, 2) ανεπαρκής κωδικοποίηση της νοµοθεσίας σε ζητήµατα διαχείρισης ακτών, 3) ρυθµίσεις µεταβατικού χαρακτήρα για νοµιµοποίηση των αυθαιρέτων, 4) αντιφάσεις στο περιεχόµενο αλλά και στο πνεύµα, διατάξεων µεταξύ τους, όπως προαναφέρθηκε. Κύρια σηµεία κριτικής ήταν η ταυτότητα του κοινόχρηστου χαρακτήρα και η δυνατότητα προσπελασιµότητας από το κοινό, η αξιοποίηση και ανάπτυξη, ο καθορισµός της γραµµής του αιγιαλού και της παραλίας, η παραχώρηση νησίδων και αβαθών θαλάσσιων εκτάσεων, η προστασία των ευπαθών οικοσυστηµάτων των ακτών, κ.ά. Βασική παρατήρηση είναι ότι στα ήδη υφιστάµενα προβλήµατα (παράνοµη αλλοίωση της ακτογραµµής, καταπάτηση ακτών από παρακείµενες ιδιοκτησίες, κ.ά.) προστίθενται και νέα (κίνδυνος ιδιωτικοποιήσεων, κλπ.), ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρές αδυναµίες στην πρακτική αντιµετώπιση του θέµατος, όπως: οι ελλείψεις στελέχωσης αρµόδιων υπηρεσιών, η ανεπάρκεια µηχανισµών προστασίας και άσκησης ελέγχου και τήρησης απαιτούµενων διαδικασιών και προτύπων, κλπ. Με θετικές προσεγγίσεις όσον αφορά στην προσπάθεια συντόµευσης διαδικασιών, αλλά και µειονεκτήµατα σχετικά µε τις συνεχείς εξαιρέσεις προκειµένου για την διασφάλιση της απρόσκοπτης πρόσβασης του κοινού στη θάλασσα, την αντιµετώπιση των περιφράξεων και την οικοδόµηση σε παραλιακούς οκισµούς, κ.ά., σκιαγραφείται η νέα νοµοθεσία για τον αιγιαλό και την παραλία. Σύµφωνα µε τους επικριτές της νοµοθεσίας, η φιλοσοφία παρέµεινε αναλλοίωτη και µετά την αναδιατύπωση ορισµένων σηµείων του νοµοσχεδίου, ευνοϊκών προς την εµπορική εκµετάλλευση και δόµηση του αιγιαλού, την αλλοίωση της ακτογραµµής µε προσχώσεις, την παραχώρηση βραχονησίδων, κλπ. Αξιοσηµείωτη είναι, µεταξύ άλλων, η σύµφωνη Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 2003, 9(22)

528 Ελένη Σταµατίου µε το αρθ. 12 Ν. 2971/2001, αντιµετώπιση της απειλής της ανόδου της στάθµης της θάλασσας και της διάβρωσης µε κατασκευή έργων προστασίας ακόµη κι από ιδιώτες, που συνεπάγεται ευνόητα αµφίβολη προστασία. Τέλος, αναφερόµενες εκθέσεις και προτάσεις ανεξάρτητων οργάνων και ειδικών, εκτιµάται ότι δύνανται να συµβάλλουν, έως και σε µεγάλο βαθµό, στην αντιµετώπιση του συνολικού ζητήµατος [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2000, 2001, 2002]. Σύµφωνα µε αυτές (Συνήγορος του Πολίτη, ΤΕΕ, κλπ.) η νέα νοµοθεσία για τον αιγιαλό [ΦΕΚ Α 285,19.12.2001, Ν. 2971/2000] παραλείπει την πρόβλεψη για τα µεµονωµένα κτίρια, τους παραδοσιακούς και τους προ του 1923 οικισµούς, µέρος των οποίων ευρίσκεται σε αιγιαλό ή παραλία, καθώς και συγκεκριµένες προδιαγραφές για τη διατήρηση κτιρίων (Συνήγορος Πολίτη, Ετήσια Έκθεση 2001) για τα οποία, από τους προαναφερόµενους φορείς έχουν επισηµανθεί αντίστοιχα σηµεία προτάσεις [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2002]. Θετικό είναι το γεγονός της υιοθέτησης, από τη ιοίκηση, τριών από τις προτάσεις του Συνήγορου του Πολίτη (Ετήσια Έκθεση 2001), που είχαν διατυπωθεί σε προηγούµενες ετήσιες εκθέσεις, και αφορούσαν σε:α) υποχρεωτικό καθορισµό του αιγιαλού και της παραλίας πριν από οποιοδήποτε οικοδοµική δραστηριότητα ή µελέτη εντός ζώνης 100µ. από την ακτογραµµή, β) σύνταξη υδρογεωλογικής µελέτης για τον καθορισµό του αιγιαλού και γ) σύνταξη σαφώς αιτιολογηµένης έκθεσης της επιτροπής καθορισµού του αιγιαλού. Επιδίωξη του ΣτΠ αποτελεί η εφαρµογή της νοµολογίας του ΣτΕ [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2000, 2001, 2002] και των προβλέψεων του Ν. 1650/1986, που επιτάσσουν:α)την προστασία του εδάφους, των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων θεωρούµενων ως οικοσυστηµάτων, την προστασία της ατµόσφαιρας, την προστασία και διατήρηση της φύσης και του τοπίου περιοχών µε βιολογική, οικολογική, αισθητική ή γεωµορφολογική αξία καθώς και την προστασία των ακτών των θαλασσών, των ακτών των ποταµών, λιµνών, και β)την αξιοποίηση της καλύτερης διαθέσιµης και οικολογικά εφικτής τεχνολογίας για την προστασία του περιβάλλοντος [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2002]. Κατά τη νοµολογία του ΣτΕ: α)οι ακτές υπόκεινται σε ειδικό καθεστώς προστασίας, β) συνεκτιµάται, µεταξύ άλλων, και η αισθητική τους αξία, γ) τα οποιαδήποτε αναγκαία έργα σ αυτές πρέπει να εξασφαλίζουν ήπια διαχείρισή τους, δ) πρέπει να εξασφαλίζεται η άµεση πρόσβαση του κοινού, ε) τα ζητήµατα αυτών είναι µείζονος σηµασίας και χρήζουν ανάλογης διοικητικής και κανονιστικής αντιµετώπισης. Υπογραµµίζεται ο πρωταγωνιστικός ρόλος του ΣτΕ στη διαµόρφωση συστήµατος αρχών για τη βιώσιµη ανάπτυξη, βασιζόµενου στο Συνταγµατικό άρθρο 24 για την περιβαλλοντική προστασία, υπό το πνεύµα των αρχών της ιακήρυξης του Ρίο και των οδηγιών της Ατζέντα 21 και των συναφών διατάξεων της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Σ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία 529 αυτές ανήκει η αρχή της ήπιας ανάπτυξης των ευπαθών οικοσυστηµάτων, στα οποία το ΣτΕ ενέταξε, µεταξύ άλλων (µικρά νησιά, δασικά οικοσυστήµατα, βουνά, τοποθεσίες φυσικού κάλλους, κ.ά.), τις ακτές και χαρακτηρίζεται από τα ακόλουθα σηµεία:α)οι επεµβάσεις στις ακτές είναι επιτρεπτές µόνο για λόγους δηµόσιου συµφέροντος και ο σχεδιασµός τους πρέπει να στηρίζεται σε τεκµηριωµένη µελέτη περιλαµβάνουσα αρχές προστασίας παράκτιων ζωνών (διαφύλαξης του φυσικού κεφαλαίου, σεβασµού της γεωµορφολογίας των ακτών και µη όχλησης των αντίστοιχων οικοσυστηµάτων), β) χρήσεις µη συµβατές µε τον κύριο προορισµό της ακτής ως τόπου κολύµβησης και αναψυχής είναι ανεπίτρεπτες,γ) η οικιστική ανάπτυξη των µικρών νησιών πρέπει να είναι ήπια, συµβατή µε τη φέρουσα ικανότητα αυτών και βασισµένη σε ειδικό, χωροταξικό σχέδιο [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2002]. Ως µεγαλύτερη απειλή για τον αιγιαλό και την παραλία θεωρείται η αυθαίρετη δόµηση, η οποία εξακολουθεί και εξαιτίας των περιορισµένων µηχανισµών προστασίας, από πλευράς ΚΕ και ήµων [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2002]. Εξάλλου, επισηµαινόµενες αδυναµίες των διοικητικών φορέων, όπως: η ανεπάρκεια εξειδικευµένης γνώσης και εµπειρίας του επιστηµονικού προσωπικού σε ζητήµατα παράκτιων ζωνών και χωροταξικού, πολεοδοµικού και περιβαλλοντικού σχεδιασµού, η τοποθέτηση και συµµετοχή µη κατάλληλων ανώτερων διοικητικών στελεχών σε όργανα συναφών συντονιστικών και διαχειριστικών αρµοδιοτήτων, ή ακόµη παρασκευής ή ερµηνείας νοµοθεσίας, καθώς και γενικότερες οργανωτικές, λειτουργικές και γραφειοκρατικές ελλείψεις έχουν οδηγήσει σε παραβάσεις στην έκδοση ατοµικών ή κανονιστικών πράξεων και στη δηµιουργία αντισυνταγµατικών, δηλαδή τελικά µη εφαρµόσιµων, διατάξεων. Έτσι, απαραίτητη καθίσταται η νέα οριοθέτηση καθηκόντων σε συνδυασµό µε περισσότερο ολοκληρωµένη αντιµετώπιση προστασίας και αξιοποίησης των ακτών, ακολουθώντας τις επιταγές ενός άρτια διατυπωµένου, συµπληρωµένου και κατάλληλα τροποποιηµένου θεσµικού πλαισίου [ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ 2001, 2002]. 7. Συµπεράσµατα Η εξέλιξη της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία αποτελεί µείζον ζήτηµα του πολεοδοµικού, του χωροταξικού και του περιβαλλοντικού σχεδιασµού. Η διαπιστωµένη αναγκαιότητα συντονισµένης και ολοκληρωµένης πολιτικής για τις ακτές συνδέεται µε την προβληµατική που απορρέει, κυρίως, από την εξέλιξη της οικιστικής εξάπλωσης στον παράκτιο χώρο, και λιγότερο από άλλες αιτίες, σύµφωνα µε τις επισηµάνσεις και προτάσεις επιστηµονικών φορέων, διεθνών οργανισµών, κλπ. Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 2003, 9(22)

530 Ελένη Σταµατίου Η κριτική θεώρηση των προγραµµάτων διαχείρισης και προστασίας ακτών οδηγεί στο ακόλουθο συµπέρασµα: ο τρόπος που διαχειρίστηκε και υλοποίησε ο κρατικός µηχανισµός τις κοινοτικές πρωτοβουλίες και τα περιβαλλοντικού και χωροταξικού περιεχοµένου προγράµµατα (INTERREG, TERRA, άρθρο 10, URBAN, LIFE, κ.ά.), έως σήµερα, αποδείχθηκε συγκεντρωτικός και µη διαφανής, χωρίς κατευθύνσεις εθνικού επιπέδου, ενώ δεν έχει αξιοποιήσει τη διακρατική και διασυνοριακή εµπειρία για τη βελτίωση των ακτών µε συγκεκριµένα µέτρα και τον περιορισµό της ρύπανσής τους. Από τη διερεύνηση του ρόλου του Ν. 2971/2001 σε θέµατα παράκτιας δόµησης και ιδιοκτησίας επισηµαίνονται προβλέψεις, αλλά και παραβλέψεις και επιπτώσεις από αδυναµίες και κενά και αυτής, της ισχύουσας, νοµοθεσίας. Μεταξύ των κυριότερων προτεινόµενων βελτιώσεων του θεσµικού πλαισίου συγκαταλέγονται : η προκαρτική χάραξη του αιγιαλού στο σύνολο της επικράτειας, η αντιµετώπιση της χάραξης σε περιπτώσεις µεταβλητότητας της ακτής, η θέση συγκεκριµένου χρονικού ορίου για την έκδοση ανάλογων προβλεπόµενων κοινών Υπουργικών Αποφάσεων, η προτεραιότητα κατά την οριστική χάραξη του αιγιαλού σε περιοχές ιδιαίτερης οικολογικής αξίας µε πιέσεις χρήσεων γης, µε τουριστική ανάπτυξη, σε µικρά νησιά µε ανάγκες έργων υποδοµής, και σε διαβρωµένες ζώνες, κλπ. Ο εκσυγχρονισµός του θεσµικού πλαισίου προκειµένου να συµπεριλάβει επιπλέον κατηγορίες έργων και δραστηριοτήτων, µε την πραγµατοποίησή του σύµφωνη προς τις σηµερινές αλλά και τις αναµενόµενες απαιτήσεις της βιώσιµης ανάπτυξης θα είχε, επίσης, σηµαντική συµβολή. Συνοδευτικά, η δηµιουργία κατάλληλων µηχανισµών ελέγχου για την τήρηση των προδιαγραφών στην υλοποίηση έργων στην παράκτια ζώνη και ο καταµερισµός ευθυνών και αρµοδιοτήτων των φορέων συντονισµού και διαχείρισης αποτελούν βασικούς παράγοντες ικανοποιητικής εφαρµογής της νοµοθεσίας, ειδικά υπό το πρίσµα των ακόλουθων αρχών: α) το ενιαίο οικοσύστηµα αιγιαλού-παραλίας επιβάλλει την περιβαλλοντική προστασία τους στα πλαίσια της οικείας συνταγµατικής επιταγής, β) το γενικότερο συµφέρον υπερτερεί του δικαιώµατος της ατοµικής ιδιοκτησίας. Η θέση κριτηρίων χάραξης θα πρέπει ν ακολουθήσει τη θεώρηση του παράκτιου χώρου ως ενιαίου συνόλου επιµέρους αλληλεπιδρώντων τµηµάτων. Παράλληλα, η διαµόρφωση νέων µηχανισµών πολιτικών γης και χωροταξικού σχεδιασµού για τις παράκτιες περιοχές αποτελεί προϋπόθεση για την επίτευξη άρτιας και αποτελεσµατικής διαχείρισης και προστασίας τους. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εξελίξεις της νοµοθεσίας για τον αιγιαλό και την παραλία 531 Βιβλιογραφία ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΣ Αθ. (1997), Πολεοδοµικός Σχεδιασµός. Για µια βιώσιµη ανάπτυξη του αστικού χώρου, εκδόσεις Συµµετρία, Αθήνα. ΓΚΕΣΚΟΥ Ιφ. (2002), ιαχείριση παράκτιου χώρου, γενική θεώρηση-ειδικά θέµατα, σηµειώσεις παραδόσεων, ΤΜΧΠΠΑ, Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας, Βόλος. COCCOSSIS H., MEXA A. (1996), National Report of Greece, Workshop on policies on sustainable Development of Mediterranean coastal areas, Santorini Island Greece, 20-27 April, Ministry of the Environment Planning and Republic Works, Athens. COMMISSION EUROPEENNE (1999), Les enseignements du programme de demonstration de la Commission Europeenne sur l amenagement integre des zones cotieres (AIZC), Le programme de demonstration de l UE pour l amenagement integre des zones cotieres 1997-1999, Luxembourg. ΕΣΥΕ (1972), Πραγµατικός Πληθυσµός της Ελλάδος 1971, Αθήνα. ΕΣΥΕ (1982), Πραγµατικός Πληθυσµός της Ελλάδος 1981, Αθήνα. ΕΣΥΕ (1992), Πραγµατικός Πληθυσµός της Ελλάδος 1991, Αθήνα. GRENON M., BATISSE M. (Eds) (1989), Future for the Mediterranean Basin - The Blue Plan, Oxford, 1989. ΚΑΡΥ ΗΣ., ΜΑΥΡΙ ΟΥ Μ., ΠΟΛΥΖΟΣ Ι. (1994), ιερεύνηση µεθόδου διαχείρισης, προστασίας και ανάδειξης παράκτιων µητροπολιτικών περιοχών µε εντατική χρήση. Η περίπτωση του Σαρωνικού - Κοινοτικό Πρόγραµµα Envireg, ΕΜΠ, Τοµέας Πολεοδοµίας - Χωροταξίας - Οργανισµός Αθήνας, Αθήνα. ΚΕΠΕ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ-ΤΜΧΠΠΑ (1997), Παραθεριστική κατοικία και οικιστική ανάπτυξη στην Ελλάδα, Αθήνα. ΚΟΚΚΩΣΗΣ Χ. (επιµ.) (1995), Συνολική αντιµετώπιση διαχείρισης του παράκτιου χώρου και τυπολογία ακτών µε περιβαλλοντικά, λειτουργικά και οικονοµικά κριτήρια. Έµφαση στις επιπτώσεις τουριστικών δραστηριοτήτων, Πανεπιστήµιο Αιγαίου, Τµήµα Περιβάλλοντος, ΥΠΕΧΩ Ε, Μυτιλήνη. ΛΑΓΟΣ., (1998α), Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση και ελληνική Τουριστική Πολιτική. ERSA-ελληνικό τµήµα, 5ο Εθνικό Συνέδριο: Ευρωπαϊκή ιεύρυνση και Μεσογειακή Πολιτική, 22-25 Απριλίου 1998, Κύπρος. ΛΑΓΟΣ., (1998β), Tourism and sustainable development at regional level: The case of greek island regions, Κέντρο PRELUDE και Πανεπιστήµιο Αιγαίου, ιεθνές Επιστηµονικό Συνέδριο: Αειφόρος Ανάπτυξη στα νησιά: Ο ρόλος της έρευνας και της εκπαίδευσης, 30.04 04.05.1998, Ρόδος. ΛΑΓΟΣ., ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ Ε. (2001), Η χωρική διάρθρωση των πολιτικών διαστάσεων του τουρισµού, ΤΕΕ-Ελληνικό τµήµα UIA, ιεθνές Συνέδριο: Πολιτιστικό περιβάλλον και Τουρισµός: Ο ρόλος του αρχιτέκτονα, 20-23.09.2001, Καβάλα. ΛΑΠΠΑΣ ΗΜ. (1993), Οικοδοµικοί Συνεταιρισµοί εν αναµονή, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής, 16.05.1993. ΜΙΧΑΗΛ Ι.Μ. (1984), Προστασία Περιβάλλοντος και Πολεοδοµία, ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, τοµ. 4, τ. 1-2: 167-182. ΝΙΚΟΛΑΟΥ Α. (1994α), Η αναγκαιότητα και συγκρότηση της ευρωπαϊκής χωροταξικής πολιτικής, ΤΟΠΟΣ, τ.8. ΝΙΚΟΛΑΟΥ Α. (1994β), Η εξέλιξη της περιβαλλοντικής διάστασης στο χωροταξικό σχεδιασµό: η περίπτωση της ΖΟΕ, ΕΜΠ, Εναλλακτικές Εκδόσεις/ Οικολογική Σκέψη 9. NICOLAOU A. (1995), Environmental Aspects in the planning of coastal areas, in: SALMAN, A.H.P.M. (ed) (1995), Coastal Management and Habitat Conservation, Proceedings of the 4 th EUCC Congress, EUCC, Leiden, Volume 2. Σειρά Ερευνητικών Εργασιών, 2003, 9(22)

532 Ελένη Σταµατίου ΝΙΚΟΛΑΟΥ Α., ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ Ε. (1999), Η εξέλιξη της οικιστικής ανάπτυξης στον παράκτιο χώρο, Πανελλήνιο Συνέδριο ιαχείριση και βελτίωση παράκτιων ζωνών, ΕΜΠ - Εργαστήριο Λιµενικών Έργων, Αθήνα, 22-25/11/1999, Πρακτικά Συνεδρίου: 19-26. OCDE (1993), Gestion des zones cotieres. Politiques integrees, Paris. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ Ε. (1993), Ιδιωτική πολεοδόµηση - εφαρµογή του Ν. 1947/91 - Επιπτώσεις στην πόλη και την περιφέρεια, ιπλ. Εργασία, Μsc Thesis ΙΠΑ-ΠΑΣΠΕ, Αθήνα. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ Ε. (1997), ιαχείριση Περιβάλλοντος-Πολιτικές για την προστασία των ακτών της Ελλάδας-Η εµπειρία από το χώρο της Μεσογείου, ιδακτορική ιατριβή, Τ.Α.Π.Α., Πάντειο Πανεπιστήµιο, Αθήνα. ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ (2000), Ετήσια Έκθεση 1999, κεφ.ε : 221. ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ (2001), Ετήσια Έκθεση 2000, κεφ.στ : 256. ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ (2002), Ετήσια Έκθεση 2001. ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (εφηµ.), 04.08.1996: 18. UNEP, (1991) Integrated Planning and Management of the Mediterranean coastal zones, MAP, Technical Reports Series 61, Split 1991. UNEP, (1996) The state of the Marine and Coastal Environment in the Mediterranean Region, MAP Technical Reports Series 100, Athens, 1996. ΥΠΕΧΩ Ε (1997), Αιγιαλός. Τελικό κείµενο οµάδας εργασίας, Αθήνα ΥΠΕΧΩ Ε, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ - ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, Εργαστήριο Περιβαλλοντικού Σχεδιασµού, Εθνική µονάδα ακτών (1998), Πρόγραµµα για τη βιώσιµη ανάπτυξη των ακτών και νησιών, Χωροταξία - Οικιστική-παραθεριστική κατοικία, τελικό κείµενο οµάδας εργασίας. ΦΕΚ Α 285, 19.12.2001, Ν. 2971/2001, Αιγιαλός, Παραλία και άλλες διατάξεις. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης