ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Ο ΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ Ο δευτερογενής τομέας συχνά ταυτίζεται με τη μεταποίηση. Ωστόσο το αντικείμενο του είναι σαφώς ευρύτερο αφού εκτός από τη μεταποιητική δραστηριότητα περιλαμβάνει και την παραγωγή ενέργειας και τις κατασκευές. Η μεταποιητική δραστηριότητα προσθέτει χρησιμότητα και αξία σε υλικά αλλάζοντας τη μορφή τους (επεξεργασία - processing) ή συνδυάζοντας τα με άλλα υλικά (συναρμολόγηση - assembling). Η μεταποιητική επεξεργασία μπορεί να γίνει με τη χρήση μηχανικών μέσων, ηλεκτρικής ενέργειας ή χημικών διεργασιών. Χρησιμοποιεί πρώτες ύλες - εισροές, που μπορεί να είναι είτε ακατέργαστα προϊόντα του αγροτικού τομέα είτε μεταποιημένα προϊόντα, τις οποίες επεξεργάζεται για την παραγωγή μεταποιητικών προϊόντων - εκροές. Κάθε μεταποιητική επιχείρηση διαθέτει μια ή περισσότερες παραγωγικές μονάδες - εργοστάσια. Οι κύριες δραστηριότητες του τομέα παραγωγής ενέργειας είναι η παραγωγή και διανομή ενεργειακών καυσίμων. Τέλος, ο κλάδος των κατασκευών περιλαμβάνει τα δημόσια και ιδιωτικά κτιριακά έργα και έργα τεχνικής υποδομής (οδικοί άξονες, γέφυρες, δίκτυα ύδρευσης / αποχέτευσης, αεροδρόμια, λιμάνια, κ.α.). Στα πλαίσια της Βιομηχανικής Γεωγραφίας η βιομηχανία πρακτικά ταυτίζεται με τη μεταποίηση αφού το ενδιαφέρον για τις άλλες δυο δραστηριότητες είναι ουσιαστικά ανύπαρκτο. Συχνά λοιπόν η Βιομηχανική Γεωγραφία αναφέρεται και ως Γεωγραφία της Μεταποίησης 1. 1 Πρέπει να σημειωθεί ότι στην ελληνική γλώσσα οι όροι μεταποίηση και βιομηχανία σχεδόν ταυτίζονται. Ωστόσο στην αγγλική υπάρχει σαφής διάκριση. Ο όρος manufacturing αναφέρεται στη βιομηχανική παραγωγή ενώ ο όρος industry είναι σαφώς ευρύτερος και περιλαμβάνει το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας.
6.1 ΤΥΠΟΛΟΓΙΕΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑ ΩΝ Ο μεταποιητικός τομέας χαρακτηρίζεται από εξαιρετική ανομοιογένεια. Οι μεταποιητικές δραστηριότητες εκτείνονται από την απλή χειροτεχνική παραγωγή (παραγωγή ξυλόγλυπτων διακοσμητικών, γλυκών κουταλιού, κ.α) που ολοκληρώνεται χωρίς καθόλου ή με στοιχειώδη μηχανολογικό εξοπλισμό μέχρι πολύπλοκες διαδικασίες έντασης τεχνολογίας όπως, η παραγωγή αυτοκινήτων, ηλεκτρικών συσκευών και ηλεκτρονικών. Έχουν γίνει διάφορες απόπειρες κατάταξης των μεταποιητικών μονάδων σε ειδικότερες κατηγορίες που παρουσιάζουν κάποια στοιχειώδη συνοχή με βάση μια σειρά από κριτήρια. Οι πλέον δόκιμες κατατάξεις (τυπολογίες) είναι οι ακόλουθες: Η διαχείριση του τεράστιου όγκου των ετερόκλητων δραστηριοτήτων του μεταποιητικού τομέα επιβάλλει την κατάταξη τους σ ένα ενιαίο σύστημα Στατιστικής Ταξινόμησης. Οι Στατιστικές Υπηρεσίες των διεθνών οργανισμών (ΟΟΣΑ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΟΗΕ, EΕ, κ.α) και των εθνικών κρατών εφαρμόζουν, κατά κύριο λόγο, το κριτήριο της κλαδικής ειδίκευσης. Οι κλάδοι περιλαμβάνουν ένα σύνολο μεταποιητικών επιχειρήσεων που παράγουν συναφή προϊόντα, π.χ. υφαντουργία, υπόδημα, ηλεκτρικές συσκευές, κ.ο.κ.. Το Σύστημα Στατιστικής Ταξινόμησης που τηρούν όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ονομάζεται NACE (Nomenclature Generale des Activities Economiques dans les Communautes Europeeenes). Η υιοθέτηση του από όλες τις χώρες-μέλη έχει σκοπό να δημιουργήσει ένα ενιαίο περιβάλλον ταξινόμησης της οικονομικής δραστηριότητας. Το σύστημα NACE ταξινομεί την οικονομική δραστηριότητα σε 4 επίπεδα κωδικών ταξινόμησης. Ειδικότερα, το σύνολο της μεταποιητικής δραστηριότητας (μονοψήφιος κωδικός στατιστικής ταξινόμησης) υποδιαιρείται σε μια σειρά από διψήφιους κλάδους οι οποίοι με τη σειρά τους αναλύονται σε πιο εξειδικευμένους υποκλάδους σε τριψήφιο επίπεδο, και ακόμη αναλυτικότερα σε τεραψήφιο επίπεδο. Π.χ. σύμφωνα με το σύστημα NACE, η βιομηχανία τροφίμων και ποτών (διψήφιος κλάδος 15) περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων υποκλάδων, τη παρασκευή ζωικών και φυτικών ελαίων και λιπών (τριψήφιος υποκλάδος 154) η οποία με τη σειρά της περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων και τα ελαιοτριβεία (τετραψήφιος υποκλάδος 1541). Μια άλλη κατηγοριοποίηση βασίζεται στα χαρακτηριστικά των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών / εισροών παραγωγής από τις μεταποιητικές μονάδες. Με κριτήριο το είδος των χρησιμοποιούμενων εισροών παραγωγής διακρίνονται σε κλάδους πρωτογενούς και δευτερογενούς μεταποίησης. Ως γνωστόν (βλ. ενότητα 5.2) οι κλάδοι
πρωτογενούς μεταποίησης χρησιμοποιούν ακατέργαστες πρώτες που προμηθεύονται απευθείας από τον πρωτογενή τομέα ενώ, οι κλάδοι δευτερογενούς μεταποίησης επεξεργάζονται ενδιάμεσα προϊόντα που αποτελούν εκροές άλλων μεταποιητικών κλάδων κυρίως πρωτογενούς μεταποίησης. Επίσης με κριτήριο το βάρος των χρησιμοποιούμενων εισροών παραγωγής οι κλάδοι διακρίνονται σε βαριά και ελαφριά βιομηχανία. Η βαριά βιομηχανία, που σε μεγάλο βαθμό ταυτίζεται με τους κεφαλαιουχικούς κλάδους, περιλαμβάνει βιομηχανίες που χρησιμοποιούν πρώτες ύλες μεγάλου βάρους, π.χ. μεταλλεύματα, σίδηρο, χάλυβα, κ.α. Οι κλάδοι της βαριάς βιομηχανίας (χαλυβουργία, μεταλλουργία, κ.α.) απαιτούν μεγάλες επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό και υποδομές και κατείχαν παραδοσιακά κεντρική θέση στα εθνικά βιομηχανικά συστήματα. Η ελαφριά βιομηχανία χρησιμοποιεί ελαφριές πρώτες ύλες, π.χ. υφάσματα, δέρματα, κ.α. και σε μεγάλο βαθμό ταυτίζεται με τη βιομηχανία καταναλωτικών ειδών. Με κριτήριο τον προορισμό των παραγόμενων προϊόντων οι μεταποιητικοί κλάδοι διακρίνονται σε καταναλωτικούς και κεφαλαιουχικούς. Τα προϊόντα των καταναλωτικών κλάδων προορίζονται για τελική κατανάλωση από τα νοικοκυριά (π.χ. τρόφιμα, απορρυπαντικά, ρούχα, έπιπλα, κ.α.) ενώ τα προϊόντα των κεφαλαιουχικών κλάδων είναι ενδιάμεσα προϊόντα που προορίζονται για περαιτέρω βιομηχανική επεξεργασία, π.χ. ο χάλυβας αποτελεί εισροή παραγωγής για την αυτοκινητοβιομηχανία, τη βιομηχανία μεταλλικών κατασκευών, κ.α. Συχνά ένα προϊόν είναι και καταναλωτικό και ενδιάμεσο, π.χ. το αλεύρι προορίζεται και για τελική κατανάλωση, πωλείται σε μικρές συσκευασίες στα super markets αλλά αποτελεί και ενδιάμεσο προϊόν εισροή για τη βιομηχανία μπισκότων. Με κριτήριο τα τεχνικά χαρακτηριστικά της διαδικασίας παραγωγής οι μεταποιητικές μονάδες διακρίνονται σε επιχειρήσεις έντασης εργασίας, όπου η παραγωγική διαδικασία βασίζεται κατά κύριο λόγο την ανθρώπινη εργασία (π.χ. κοσμήματα, κεραμικά, ενδύματα πολυτελείας, έπιπλα πολυτελείας) και σε επιχειρήσεις έντασης τεχνολογίας όπου η παραγωγική διαδικασία βασίζεται κατά κύριο λόγο σε μηχανήματα (π.χ. μαζική παραγωγή ρούχων, υφαντουργία, παραγωγή τσιγάρων, επεξεργασία ζάχαρης). Με κριτήριο το γεωγραφικό εύρος των παραγωγικών δραστηριοτήτων τους οι μεταποιητικές μονάδες διακρίνονται σε εγχώριες και πολυεθνικές (ΠΕ Πολυεθνικές Εταιρίες). Οι εγχώριες επιχειρήσεις διατηρούν όλες τις παραγωγικές τους εγκαταστάσεις (ένα ή περισσότερα εργοστάσια) μόνο σε μια χώρα. Οι εγχώριες επιχειρήσεις μπορεί να έχουν εμπορική παρουσία και σε άλλες χώρες μέσω εξαγωγών τελικών προϊόντων αλλά διατηρούν παραγωγικές εγκαταστάσεις μόνο σε μια
χώρα. Αντίθετα, οι ΠΕ διατηρούν παραγωγικές εγκαταστάσεις και έχουν παραγωγική δραστηριότητα σε περισσότερες της μιας χώρες. Τέλος, με κριτήριο το μέγεθος οι μεταποιητικές επιχειρήσεις διακρίνονται σε μεγάλες και μικρομεσαίες. Το μέγεθος μια επιχείρησης μπορεί να προσδιοριστεί από μια σειρά δείκτες, π.χ. το ύψος των ετήσιων πωλήσεων (turnover annual sales - revenue) της επιχείρησης, την αξία των περιουσιακών της στοιχείων (ενεργητικό), το εμβαδόν των κτιρίων που χρησιμοποιεί, τον αριθμό των απασχολουμένων, κ.α. Το συχνότερα χρησιμοποιούμενο κριτήριο διάκρισης των μεταποιητικών επιχειρήσεων σε διάφορα μεγέθη είναι το κριτήριο της απασχόλησης. Η ευρεία χρήση του αποδίδεται σε μια σειρά πλεονεκτήματα που συγκεντρώνει. Μεταξύ άλλων, υπολογίζεται εύκολα, δεν επηρεάζεται από συναλλαγματικές ισοτιμίες και από το ρυθμό του πληθωρισμού όπως επηρεάζονται τα χρηματικά μεγέθη. Άρα, σε αντίθεση με άλλα κριτήρια που εκφράζονται σε νομισματικές μονάδες, π.χ. το ύψος των πωλήσεων, προσφέρεται για διακρατικές και διαχρονικές συγκρίσεις. Ωστόσο η χρήση του δεν εξασφαλίζει αντικειμενικότητα σε όλες τις περιπτώσεις. Ο αριθμός των απασχολούμενων δεν ευρίσκεται πάντα σε θετική συσχέτιση με το μέγεθος των επιχειρήσεων. Ο μικρός αριθμός εργαζομένων δεν συμβαδίζει απαραίτητα με μικρό μέγεθος μεταποιητικής επιχείρησης. Μπορεί να οφείλεται σε υψηλό βαθμό αυτοματοποίησης της παραγωγής, ή εκτεταμένη αποκαθετοποίηση, π.χ. ανάθεση υπεργολαβιών, ή προσφυγή σε εξωτερικές υπηρεσίες (διαφήμιση, λογιστική παρακολούθηση, marketing). Επίσης το σύστημα καταγραφής των διάφορων τύπων απασχόλησης (πλήρης, εποχιακή, άτυπη, μερική) δεν είναι πάντοτε αξιόπιστο (Monsted, 1983). Το κατώφλι της απασχόλησης πέρα από το οποίο μια μεταποιητική επιχείρηση θεωρείται μεγάλη διαφοροποιείται από χώρα σε χώρα. Σύμφωνα με την κατάταξη της ΕΕ οι μικρομεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις (στο εξής ΜΜΕ) (Small and Medium Size Enterprises SMEs) είναι οι ιδιωτικές επιχειρήσεις με απασχόληση μικρότερη από 250 εργαζόμενους/ες. ιακρίνονται σε 3 υποκατηγορίες: πολύ μικρές επιχειρήσεις (αναφέρονται και ως νανο-επιχειρήσεις και μικροεπιχειρήσεις) με απασχόληση 0-9 εργαζομένους/ες, μικρές επιχειρήσεις με απασχόληση 10-49 εργαζόμενους/ες και μεσαίες επιχειρήσεις με απασχόληση 50-249 εργαζόμενους/ες. 6.2 Η ΓΕΝΙΚH ΕΙΚΟΝΑ: ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΟ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ Η οργανωμένη μεταποιητική δραστηριότητα με τη χρήση μηχανών άρχισε με τη βιομηχανική επανάσταση στα μέσα του 18 ου αιώνα στην Αγγλία. Έκτοτε η συμμετοχή του μεταποιητικού τομέα ήταν σημαντική στη διαμόρφωση του
προϊόντος και της απασχόλησης του συνόλου της οικονομικής δραστηριότητας των αναπτυγμένων χωρών. Όπως δείχνουν τα δεδομένα του πίνακα που ακολουθεί για μια μακρά περίοδο, που εκτείνεται από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία 1960, ο δευτερογενής τομέας αύξανε διαρκώς το ποσοστό συμμετοχής του στην απασχόληση του συνόλου της οικονομίας. Πίνακας 6.1: Μακροχρόνιες μεταβολές της σχετικής απασχόλησης στους τρεις τομείς παραγωγής σε επιλεγμένες χώρες Πηγή: εδουσόπουλος 2002 Η συμβολή του ήταν καθοριστική στην απορρόφηση του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού που οδηγήθηκε σε έξοδο από τον αγροτικό τομέα λόγω τεχνολογικής υποκατάστασης (βλ. ενότητα 4.2.2). Ειδικότερα, οι πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες ήταν περίοδος ευημερίας και υψηλών ρυθμών ανάπτυξης για όλες τις αναπτυγμένες χώρες. Η περίοδος 1950-1973 ονομάζεται και χρυσή εποχή του καπιταλισμού ή μεταπολεμική περίοδος ραγδαίας ανάπτυξης (postwar boom). Ο κινητήριος τομέας της ανάπτυξης εκείνης της περιόδου ήταν η μεταποίηση. Η κατάσταση αλλάζει άρδην από τις αρχές της δεκαετίας 1970 οπότε σημειώνεται υποχώρηση του μεταποιητικού τομέα σε πολλές αναπτυγμένες χώρες. Η διαδικασία αυτή ονομάστηκε
αποβιομηχάνιση (deindustrialization). ιακρίνουμε δυο εκδοχές αποβιομηχάνισης: την απόλυτη και τη σχετική. Στην περίπτωση της απόλυτης αποβιομηχάνισης συγκεκριμένες επιχειρήσεις και βιομηχανικοί κλάδοι δοκιμάζονται από ταυτόχρονη μείωση της απασχόλησης και του προϊόντος. Μια σειρά σημαντικοί βιομηχανικοί κλάδοι της βαριάς βιομηχανίας κυρίως, η σιδηρουργία, η χαλυβουργία, τα ναυπηγεία, τα ανθρακωρυχεία καθώς και η υφαντουργία, δοκιμάστηκαν σκληρά από απόλυτη αποβιομηχάνιση, κατά κύριο λόγο στη διάρκεια της περιόδου 1973-85. Επιχειρήσεις διέκοψαν τη λειτουργία τους και το ποσοστό ανεργίας του ενεργού πληθυσμού σε παραδοσιακές βιομηχανικές περιοχές αυξήθηκε με γρήγορους ρυθμούς. Στο ΗΒ η κατάρρευση των ανθρακωρυχείων στις περιφέρειες North East και Wales, της χαλυβουργίας στο Sheffield, της ναυπηγικής στο Wearside άφησαν εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους. Στη Γερμανία η απασχόληση στη χαλυβουργία στην περιοχή του Rurh μειώθηκε στο μισό την περίοδο 1961-1988. Ενώ ο ίδιος κλάδος στο Pittsburgh των ΗΠΑ έχασε 130.000 θέσεις εργασίας την εικοσαετία 1965-1985 (Row, 1997:14). Οι κυριότερες αιτίες της αποβιομηχάνισης πρέπει να αναζητηθούν, μεταξύ άλλων, στην αναχρονιστική οργάνωση της παραγωγής και διοίκησης των επιχειρήσεων, στην τεχνολογική απαξίωση των προϊόντων, στην οικονομική ύφεση της περιόδου και στον αυξημένο ανταγωνισμό από τις χώρες χαμηλού κόστους παραγωγής. Όπως δείχνουν τα δεδομένα του πίνακα η ελληνική βιομηχανία δοκιμάστηκε από την κρίση με σημαντική καθυστέρηση στη διάρκεια της δεκαετίας 1980. Η υστέρηση οφείλεται στη μακροχρόνια ειδίκευση της χώρας σε καταναλωτικούς κλάδους και στην απουσία σημαντικών ειδικεύσεων της βαριάς βιομηχανίας που ήταν οι κλάδοι που δοκιμάστηκαν κατεξοχήν από την κρίση. Ωστόσο η μείωση της απασχόλησης στη μεταποίηση δεν συμβαδίζει απαραίτητα με παρακμή και υποβάθμιση του τομέα. Η σχετική αποβιομηχάνιση εκδηλώνεται όταν η μείωση της απασχόλησης στη μεταποίηση συνοδεύεται από αύξηση του μεταποιητικού προϊόντος. Αυτή είναι η κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι περισσότερες αναπτυγμένες βιομηχανικές χώρες στη διάρκεια των τελευταίων 30 ετών. Οι εγχώριοι μεταποιητικοί τομείς δεν έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν, ούτε καν να διατηρήσουν, τις θέσεις εργασίας που προσφέρουν. Βιομηχανικές μονάδες μειώνουν, πολλές φορές δραστικά, τον αριθμό των εργαζομένων τους προκειμένου να μειώσουν το κόστος λειτουργίας τους και να παραμείνουν ανταγωνιστικές. Η μείωση όμως της απασχόλησης συχνά συνοδεύεται από αύξηση του μεταποιητικού προϊόντος και της κερδοφορίας των μεμονωμένων επιχειρήσεων. Παρά τις τάσεις σχετικής και απόλυτης αποβιομηχάνισης που εκδηλώθηκε με διαφορετική ένταση σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες του πλανήτη, η μεταποίηση εξακολουθεί να συμμετέχει με υψηλά ποσοστά στη διαμόρφωση
του ΑΕΠ. Ωστόσο είναι φανερή μια σαφής διαχρονική τάση μείωσης της συμμετοχής της στη συνολική απασχόληση και, δευτερευόντως, στο ΑΕΠ, προς όφελος του τομέα των υπηρεσιών. 6.3 Ο ΠΑΓΚOΣΜΙΟΣ ΧAΡΤΗΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟIΗΣΗΣ εν υπάρχει χώρα στον κόσμο χωρίς μεταποιητική δραστηριότητα. Ωστόσο, σε παγκόσμιο επίπεδο η μεταποιητική παραγωγή είναι εξαιρετικά πολωμένη γεωγραφικά. Όπως δείχνουν τα δεδομένα του χάρτη που ακολουθεί η μεταποιητική δραστηριότητα δείχνει μια σαφώς εντονότερη χωρική συγκέντρωση σε παγκόσμιο επίπεδο συγκριτικά με την αγροτικό τομέα. Πίνακας 6.2: Οι 15 κορυφαίες χώρες στη μεταποιητική παραγωγή, 1997 Παγκόσμια Κατάταξη Χώρα Προστιθέμενη Αξία Μεταποίησης (m. US$) Συμμετοχή στην παγκόσμια ΠΑ 1 ΗΠΑ 1.696.955 24,8 2 Ιαπωνία 1.365.523 20,0 3 Γερμανία 808.320 11,8 4 Γαλλία 297.536 4,3 5 Βραζιλία 277.242 4,1 6 Ην. Βασίλειο 266.606 3,9 7 Νότια Κορέα 196.400 2,9 8 Κίνα 186.952 2,7 9 Ιταλία 156.300 2,3 10 Καναδάς 119.348 1,7 11 Ισπανία 95.386 1,4 12 Ταϊβάν 77.097 1,1 13 Ελβετία 69.457 1,0 14 Αυστρία 65.859 1,0 15 Ολλανδία 56.417 0,8 Πηγή: Dicken, 2003:37
Σχήμα 6.1: Ο παγκόσμιος χάρτης της μεταποιητικής παραγωγής Πηγή: Dicken, 2003: p.36 Τα δεδομένα του Σχήματος και του πίνακα που προηγούνται είναι αποκαλυπτικά: Παρατηρείται πολύ ισχυρή συγκέντρωση της μεταποιητικής παραγωγής σε παγκόσμιο επίπεδο. εκαπέντε χώρες συγκεντρώνουν ποσοστό 83,8% της παγκόσμιας μεταποιητικής παραγωγής. Μάλιστα, οι τρεις πρώτες, κατά σειράν οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία και η Γερμανία, παράγουν περισσότερο από το μισό (56.6%) της προστιθέμενης αξίας της παγκόσμιας μεταποιητικής παραγωγής (1997). Η ΕΕ, αθροιστικά, είναι ο μεγαλύτερος παγκόσμιος παραγωγός. Ο κατάλογος των 15 χωρών που προηγούνται στη μεταποιητική παραγωγή περιλαμβάνει, σχεδόν αποκλειστικά, τις πλέον αναπτυγμένες χώρες του κόσμου. Εξαίρεση αποτελούν η Βραζιλία, η Κίνα και η Ταϊβάν. Αν συγκρίνουμε τα δεδομένα του παραπάνω πίνακα με την κατάσταση που επικρατούσε πενήντα χρόνια πριν θα διαπιστώσουμε σημαντικές ανακατατάξεις στον παγκόσμιο χάρτη της μεταποιητικής παραγωγής. Οι κυριότερες από αυτές εντοπίζονται στην ανάδυση της Ιαπωνίας σε μεγάλη βιομηχανική δύναμη, την ανάδυση Νέων Βιομηχανικών Χωρών στη ΝΑ Ασία και τη Λατινική Αμερική και στην ολοένα και εντονότερη οργάνωση της μεταποιητικής δραστηριότητας σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι δυο πρώτες έγιναν
φανερές ήδη από την πρώτη μεταπολεμική περίοδο και τα τέλη της δεκαετίας 1960 ενώ, η τρίτη είναι πιο πρόσφατη. Όροι κλειδιά Σύστημα Στατιστικής Ταξινόμησης Οικονομικής ραστηριότητας Καταναλωτικοί κεφαλαιουχικοί μεταποιητικοί κλάδοι Ενδιάμεσα μεταποιητικά προϊόντα Βιομηχανίες έντασης εργασίας έντασης τεχνολογίας Εγχώριες Πολυεθνικές μεταποιητικές εταιρίες Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις Νανο πολύ μικρές επιχειρήσεις Μεταπολεμική περίοδος ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης Απόλυτη Σχετική αποβιομηχάνιση Ερωτήσεις επισκόπησης 1) Ποια είναι η ακριβής μετάφραση των όρων industry και manufacturing; 2) Πολυεθνικές Επιχειρήσεις ονομάζονται οι επιχειρήσεις που έχουν εμπορική παρουσία σε περισσότερες από μια χώρες. Σωστό Λάθος 3) Ποιό είναι το συχνότερα χρησιμοποιούμενο κριτήριο για την κατάταξη των μεταποιητικών επιχειρήσεων σε τάξεις μεγέθους; Σε ποιες περιπτώσεις, η κατάταξη με βάση αυτό το κριτήριο δεν μας οδηγεί σε αξιόπιστα συμπεράσματα; 4) Σύμφωνα με τον ορισμό της ΕΕ οι επιχειρήσεις με. ονομάζονται μικρομεσαίες (ΜΜΕ). 5) Ποιά είναι η κρίσιμη διαφορά ανάμεσα στην Απόλυτη και τη Σχετική Αποβιομηχάνιση; 6) Ποιά είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του παγκόσμιου χάρτη της μεταποιητικής παραγωγής;