19. ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΗΜΟΣΙΕΥΣΕΩΝ



Σχετικά έγγραφα
«το νερό δεν αποτελεί ένα απλό εμπορικό προϊόν όπως οποιοδήποτε άλλο, αλλά, είναι μια κληρονομιά που πρέπει να προστατευθεί...»

Παρουσίαση της μεθοδολογίας επισκόπησης υδρόβιων μακροφύτων ως μέσου για την αξιολόγηση της οικολογικής κατάστασης των ελληνικών λιμνών

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 10 η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ ΒΛΑΣΤΗΣΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΗΜΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΟΝ ΜΑΛΙΑΚΟ ΚΟΛΠΟ. Αν. Καθηγητης Μ.Δασενακης. Δρ Θ.Καστριτης Ε.Ρουσελάκη

ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ

Η μελέτη χρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα INTERREG IIIB- MEDOCC Reseau Durable d Amenagement des Ressources Hydrauliques (HYDRANET) (

Οδηγία Πλαίσιο για τα νερά 2000/60/ΕΕ και ευτροφισμός

Εργασία στο μάθημα: ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥΣ. Θέμα: ΕΥΤΡΟΦΙΣΜΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς

Αξιολόγηση οικολογικής ποιότητας τεσσάρων ελληνικών λιμνών με βάση τα υδρόβια μακρόφυτα πρώτα αποτελέσματα.

Περιβαλλοντική Διαχείριση Εκβολών & Παράκτιας Ζώνης π. Νέστου

ACTION 3: RIVER BASIN FUNCTIONS AND VALUES ANALYSIS AND WATER QUALITY CRITERIA DETERMINATION

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

(LIFE00/GR/NAT/7242) Χημική ανάλυση ιζήματος από θέσεις περιφερειακά της λίμνης Χειμαδίτιδας Ν. Φλώρινας. Γεωπόνος

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Τυπολογία ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

ΥΨΗΛΗ ΚΑΛΗ ΜΕΤΡΙΑ ΕΛΛΙΠΗΣ ΚΑΚΗ

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

AND014 - Εκβολή όρμου Λεύκα

Κωνσταντίνος Στεφανίδης

ΤΡΟΦΙΣΜΟΣ (Trophy ΤΩΝ ΛΙΜΝΩΝ

Υ Α Δ Τ Α ΙΝΑ ΟΙΚ ΙΝΑ ΟΙΚ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑ Α Κ Ποϊραζ Ποϊραζ δης Χειμερινό

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Πολυτεχνείο Κρήτης Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος. Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών Ινστιτούτο Αστικής & Αγροτικής Kοινωνιολογίας Ομάδα Περιβάλλοντος

Υ Α Δ Τ Α ΙΝΑ ΟΙΚ ΙΝΑ ΟΙΚ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΥΣΤΗΜΑ Α Κ Ποϊραζ Ποϊραζ δης Εαρινό

LIFE ENVIRONMENT STRYMON

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Λειτουργίες και αξίες των υγροτόπω. Εαρινό

6 CO 2 + 6H 2 O C 6 Η 12 O O2

Πρόγραμμα Παρακολούθησης Υδάτων Λίμνης Παμβώτιδας. (Lake Pamvotis Water Monitoring Programm) ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. Μαρία Κιτριλάκη ΠΕ04.04

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

AND016 - Εκβολή Πλούσκα (Γίδες)

Η οδηγία για τα νερά κολύμβησης και η επίδραση της μυδοκαλλιέργειας στην ποιότητα νερών του Θερμαϊκού κόλπου (Βόρειο. Αιγαίο)

ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

Η ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ Η ΒΛΑΣΤΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΜΝΩΝ ΒΟΛΒΗΣ ΚΑΙ ΚΟΡΩΝΕΙΑΣ

εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου για την

ΑΛΛΑΓΏΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΙΑ

«Βελτίωση της γνώσης σχετικά με τον καθορισμό της ελάχιστα

AND019 - Έλος Κρεμμύδες

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 9 η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ Εαρινό

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 03/06/2011 Προς: Σύλλογο Φίλων Πηνειού και του Παραποτάμιου Πολιτισμού του Υπόψη Δ.Σ.

THA001 - Φραγμολίμνη Μαριών

ΦΑΣΗ 5. Ανάλυση αποτελεσμάτων αλιευτικής και περιβαλλοντικής έρευνας- Διαχειριστικές προτάσεις ΠΑΡΑΔΟΤΕΑ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΛΕΚΑΝΩΝ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΥΓΡΟΤΟΠΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΗΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ

ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗ ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΤΗΣ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ. Μ.Δασενάκης ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 3 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα ΕΑΡΙΝΟ

SAM010 - Εκβολή Κερκητείου Ρέματος

LIFE STRYMON «Διαχείριση των υδατικών πόρων στη λεκάνη του Στρυμόνα για τη μείωση των επιπτώσεων από τη γεωργία με τη χρήση σύγχρονων μεθόδων»

Ηεκτίμηση των αναγκών των οικοσυστημάτων σε νερό: μέσο για τη διαχείριση των υδάτων στη λεκάνη απορροής τους. Η περίπτωση της λίμνης Χειμαδίτιδας

MIL006 - Εκβολή Αγκάθια

Δρ. Γεώργιος Γκίκας. Τηλ./Fax: Εργαστήριο Οικολογικής Μηχανικής και Τεχνολογίας. Πολυτεχνική Σχολή Δ.Π.Θ.

AND008 - Εκβολή Ζόρκου (Μεγάλου Ρέματος)

ΠΟΣΟΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ. (μέρος 2 ο )

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

Προστατεύει το. υδάτινο περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

Συνολικός Προϋπολογισμός: Χρηματοδότηση Ευρωπαϊκής Ένωσης: Ελλάδα Ισπανία. Ιταλία

AND011 - Έλος Καντούνι

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΤΡΟΦΙΣΜΟΣ (Trophy ΤΩΝ ΛΙΜΝΩΝ ΤΡΟΦΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ (TROPHIC STATE) ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ ΡΟΜΗ. Ευτροφισμός: 30/12/2014 ΕΥΑ ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΑΔΟΥ 1

ΥΠΟΕΡΓΟ 6 Αξιοποίηση βιοχημικών δεδομένων υποδομής Αξιολόγηση κλιματικών και βιογεωχημικών μοντέλων. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Τμήμα Χημείας

Στοιχεία από το ερευνητικό έργο «Υγρότοποι Αττικής» ΕΛΚΕΘΕ / ΕΟΕ 2010

1. Δομή του μορίου : (δεσμοί υδρογόνου)

Υδατικοί Πόροι -Ρύπανση

ΔΑΣΙΚΑ & ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 13/06/2013 Δήμος Βισαλτίας

Δρ Παρισόπουλος Γεώργιος. Πολιτικός Μηχανικός Α.Π.Θ., M.Sc., Ph.D. Water Resources & Environmental Eng., I.C., U.K.

ιαχείριση Παράκτιων Υδατικών Συστημάτων

ΣΥΝΟΨΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ: «ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ»

SAM003 - Έλος Γλυφάδας

SAM009 - Εκβολή Ποτάμι Καρλοβάσου

Ποιοτική κατάσταση υδάτων λεκάνης Ανθεμούντα. Ανδρέας Ανδρεαδάκης Καθηγητής ΕΜΠ

«Μετρήσειςρύπανσηςποταμώνκαιδιακρατική συνεργασία:ο ρόλος του διαβαλκανικού Κέντρου Περιβάλλοντος»

ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΑΣΤΙΚΩΝ ΡΕΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: ΚΗΦΙΣΟΣ- ΠΟΔΟΝΙΦΤΗΣ- ΠΙΚΡΟΔΑΦΝΗ

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

Ανθρωπογενής επιβάρυνση της θαλάσσιας περιοχής του κόλπου της Παλαιόχωρας

Εαρινό εξάμηνο ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΑΣΚΟΛΙΑ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΤΜΗΜΑ Φ.Π.Ψ.

AND003 - Λίμνη Ατένη. Περιγραφή. Γεωγραφικά στοιχεία. Θεμελιώδη στοιχεία. Καθεστώτα προστασίας

Πρόλογος Οργανισμοί...15

Ελληνικοί Υγρότοποι και η Πρωτοβουλία MedWet για τους Μεσογειακούς Υγρoτόπους

AND007 - Εκβολή Γιάλια (Ρύακα Αφουρσές)

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

ΕΠΑΝ II, KOYΠΟΝΙΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Κωδικός Αριθμός Κουπονιού:

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

Newsletter ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ CONDENSE: ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙΝΟΤΟΜΩΝ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΚΟΠΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΣΙΓΑΡΟ ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ

AND002 - Έλος Άχλα. Περιγραφή. Γεωγραφικά στοιχεία. Θεμελιώδη στοιχεία

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Οδηγίας της Επιτροπής

Τι θα έπρεπε κάθε βιολόγος να ξέρει για τον ανθρώπινο πληθυσμό. Λίγοι επιστήμονες. ανθρώπινο πληθυσμό ως τη ρίζα της υποβάθμισης του περιβάλλοντος

ΛΙΜΝΟΛΟΓΙΑ. Αποτελεί υποσύνολο της επιστήμης της Θαλάσσιας Βιολογίας και της Ωκεανογραφίας.

Η παράκτια ζώνη και η ανθεκτικότητα στην αύξηση στάθμης της θάλασσας.

AIG001 - Εκβολή Μαραθώνα (Βιρού)

AND018 - Εκβολή ρύακα Άμπουλου (όρμος Μεγάλη Πέζα)

ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΑΣΤΙΚΩΝ ΡΕΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: ΚΗΦΙΣΟΣ- ΠΟΔΟΝΙΦΤΗΣ- ΠΙΚΡΟΔΑΦΝΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Η έννοια του οικοσυστήματος 11

Παρόχθιες Ζώνες. Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών. Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων. Δρ.

E1K206. ΧΩΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΕΠΙ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΣΤΗ ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΠΑΠΠΑ (Β /κή ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ)

Γ ΚΠΣ ΕΠΕΑΕΚ ΙΙ ΜΕΤΡΟ 2.2, ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΡΑΞΗΣ ια. ΕΡΓΟ: «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ - ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ-Ενίσχυση ερευνητικών ομάδων του ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ»

Συστηματική παρακολούθηση της ποιότητας του θαλασσίου περιβάλλοντος στη θέση Βούδια, Ν. Μήλου, για τα έτη

SAT010 - Λιμνοθάλασσα Κουφκή (η Κουφκή)

Transcript:

19. ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΗΜΟΣΙΕΥΣΕΩΝ A. Ι ΑΚΤΟΡΙΚΗ ΙΑΤΡΙΒΗ 1. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΑ ΟΥ, Ε. (1990): Φυτοκοινωνιολογική και Οικολογική Μελέτη των Υδροβίων Μακροφύτων (Υδροφύτων), στη Βόρεια Ελλάδα. ιδακτορική ιατριβή. Επετηρίδα της Σχολής Θετικών Επιστημών Α.Π.Θ. Παράρτημα 24. Θεσσαλονίκη 1990, 266 σελίδες+69σελ. Παράρτημα. Η Βόρεια Ελλάδα θεωρείται η πλουσιότερη σε υδάτινα συστήματα περιοχή της Ελλάδας. Το κύριο αντικείμενο της έρευνας αυτής είναι η μελέτη της χλωρίδας και της βλάστησης των υδροφύτων (εφυδατικών, υφυδατικών και ελεύθερα πλεόντων μακροφύτων) από φυτοκοινωνιολογική και οικολογική σκοπιά, στους σημαντικότερους υγροβιότοπους της Β. Ελλάδας. Αρχικά προσδιορίστηκαν τα taxa των υδροβίων μακροφύτων που απαρτίζουν τη χλωρίδα της περιοχής και δόθηκε η κατανομή τους στην περιοχή μελέτης. Αναγνωρίστηκαν 48 taxa υδροφύτων και 40 taxa υπερυδατικών μακροφύτων. Δύο από αυτά η Marsilea quadrifolia και το Najas graccilima, αναφέρονται για πρώτη φορά, ενώ τρία ακόμη σπάνια είδη τα Azolla filiculoides, Riccia natans και Ricciocarpos natans, συλλέχθηκαν από νέους βιοτόπους. Εγινε με βάση τη χλωριδική ανάλυση δομής, ο προσδιορισμός των φυτοκοινωνιών που απαρτίζουν την υδρόβια μακροφυτική βλάστηση της περιοχής, με χρήση των μεθόδων της φυτοκοινωνιολογικής σχολής BRAUN-BLANQUET. Ακόμη με βάση τους φυτοκοινωνιολογικούς πίνακες που καταρτίστηκαν δίνονται ως συνθετικά γνωρίσματα τα βιοτικά και χωρολογικά φάσματα των φυτοκοινωνιών. Από την επεξεργασία των φυτοληψιών που έγιναν διαπιστώθηκαν 24 συνολικά φυτοκοινωνίες. Η χλωριδική τους δομή καθώς και η σταθερότητα των ειδών που συμμετέχουν δίνονται σε ιδιαίτερους φυτοκοινωνιολογικούς πίνακες. Οι φυτοκοινωνίες ανήκουν σε 3 κλάσεις και σε 6 ενώσεις. Η κλάση Potametea περιλαμβάνει τις κοινωνίες των υφυδατικών και των εφυδατικών μακροφύτων και διαιρείται σε τρεις ενώσεις: τη Ν ymphaeion, τη Ranuncullion fluitantis και την Eu-Potamion. Στην ένωση Nymphaeion ανήκουν οι ακόλουθες κοινωνίες: - Trapetum natantis - Nymphoidetum peltatae - Myriophyllo-Nupharetum - Polygonetum amphibii - Nymphaeetum albae - Potametum natantis Στην ένωση Ranunculion fluitantis, η οποία περιλαμβάνει κοινωνίες με ριζωμένα, συνήθως βυθισμένα είδη που έχουν σημαντική θέση στα ρέοντα νερά, ανήκει μία κοινωνία, η Ranunculetum fluitantis. Στην ένωση Eu-Potamion ανήκουν οι κοινωνίες: - Potametum lucentis - Potametum perfoliati - Potamo-Vallisnerietum - Najadetum marinae 49

- Potametum pectinati - Potametum crispi - Myriophylletum spicati - Zannichelietum palustris - Potemetum graminei - Potametum trichoides Η κλάση Ceratophylletea περιλαμβάνει μία ένωση, την Ceratophyllion, στην οποία ανήκει η κοινωνία Ceratophylletum demersi. Η κλάση Lemnetea, που περιλαμβάνει κοινωνίες των ελεύθερα πλεόντων ειδών, έχει δύο ενώσεις: τη Lemnion minoris και την Hydrocharition. Στη Lemnion minoris ανήκουν οι παρακάτω κοινωνίες: - Lemnetum minoris - Lemnetum gibbae - Salvinio Spirodeletum polyrhizae - Lemno-Azolletum filiculoides - Spirodelo-Lemnetum minoris Τέλος στην ένωση Hydrocharition ανήκει μία κοινωνία, η Hydrocharitetum morsus-ranae. Η μελέτη των βιοτικών φασμάτων δείχνει ότι υπάρχει συμμετοχή σχεδόν όλων των βιομορφών, εκτός από τις βιομορφές των πλευστοφύτων, (με επικράτηση της βιομορφής του χαρακτηριστικού είδους κάθε κοινωνίας), στις κοινωνίες της Potametea και Ceratophylletea. Στις κοινωνίες της Lemnetea κυριαρχούν οι βιομορφές lemnids και salviniids, ενώ υπάρχει γενικότερα συμμετοχή των graminids στις κοινωνίες και των τριών κλάσεων. Από τη μελέτη των χωρολογικών φασμάτων προκύπτει ότι γενικά στη βλάστηση της περιοχής επικρατεί μεν ο κοσμοπολιτικός χαρακτήρας, αλλά φαίνεται ότι υπάρχει και μία σημαντική επίδραση που προέρχεται κυρίως από τον ευρασιατικό χώρο. Οι σταθμοί ανάπτυξης κάθε φυτοκοινωνίας ελέγχθηκαν ως προς τους φυσικοχημικούς παράγοντες του νερού και μετρήθηκαν η θερμοκρασία και η διαφάνεια του νερού, το διαλυμένο στο νερό οξυγόνο, το ph, η αγωγιμότητα, η αλκαλικότητα (CO = 3, HCO3 - ), τα θρεπτικά άλατα του φωσφόρου (ΡΟ4 -Ρ) και του αζώτου (ΝΟ 3 -Ν, ΝΟ 2 -Ν, ΝΗ 4 -Ν) και τα μακροθρεπτικά κατιόντα των μετάλλων νατρίου (Na + ), καλίου (Κ + ), ασβεστίου (Ca ++ ) και μαγνησίου (Mg ++ ). Ετσι για κάθε φυτοκοινωνία δίνεται η οικολογική της ταυτότητα σ'ότι αφορά τους φυσικοχημικούς παράγοντες των υδάτων όπου αναπτύσσεται. Από τη συγκριτική μελέτη μεταξύ των φυτοκοινωνιών προέκυψε ότι οι κοινωνίες των ειδών της Lemna, Lemnetum minoris, L. gibbae και Lemno-Azolletum filiculoides διαφοροποιούνται σαφώς από τις άλλες κοινωνίες λόγω του ότι αναπτύσσονται σε πιο πλούσια σε θρεπτικά νερά. Η θερμοκρασία του νερού είναι ευνοϊκή για την ανάπτυξη των κοινωνιών, μερικές από τις οποίες θεωρούνται θερμοφωτόφιλες. Τα νερά όλων σχεδόν των σταθμών είναι καλά οξυγονωμένα και εμφανίζουν υψηλό pη (>7). Οικολογικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των διαφόρων κοινωνιών παρατηρήθηκαν για τους περισσότερους παράγοντες του νερού, ενώ τα χαρακτηριστικά είδη των αντίστοιχων κοινωνιών Lemna minor, Potamogeton perfoliatus, Vallisneria spiralis και Ceratophyllum demersum έδειξαν μία πιο ευρύοικη συμπεριφορά και τα είδη Lemna gibba, Azolla filiculoides, Najas marina κ.λπ. μια πιο στενόοικη. Ακόμη οι ακόλουθες ενότητες βλάστησης φαίνεται να έχουν μεγάλη ενδεικτική αξία για ορισμένους υδροχημικούς παράγοντες: 50

- Η Potamo-Vallisnerietum για νερά πλούσια σε ανόργανο άζωτο. -Η PotamoVallisnerietum-potametosum perfoliati για νερά πλούσια σε ανόργανο άζωτο, ιδιαίτερα νιτρικό, και φτωχά σε φωσφορικά. -Οι Lemnetum gibbae και Lemno-Azolletum filiculoides για νερά πλούσια σε φωσφορικά και αμμωνιακά. -Οι Myriophylletum spicati και Najadetum marinae για νερά πλούσια σε νάτριο και μαγνήσιο. Β. ΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ ΣΕ ΙΕΘΝΗ ΠΕΡΙΟ ΙΚΑ Β.1. ΒABALONAS, D. & E. PAPASTERGIADOY (1989): The Water-fern Salvinia natans (L.) All. in the Kerkini Lake. Arch. Hydrobiol. 116(4): 487-498. Παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της έρευνας των συνθηκών ανάπτυξης του υδρόβιου πτεριδόφυτου Salvinia natans L. στην τεχνητή λίμνη Κερκίνη Σερρών. Το είδος αυτό, που παρουσιάζει πολύ καλή ανάπτυξη στην Κερκίνη, είναι το μοναδικό απο τα 13 είδη του γένους, που εξαπλούται στον ευρασιατικό χώρο. Σε δείγματα νερού που συλλέχθηκαν από 6 διαφορετικές περιόδους (μηνιαίες δειγματοληψίες Μάιος- Οκτώβριος 1987 και Μάρτιος 1988), προσδιορίστηκαν τα θρεπτικά άλατα του φωσφόρου (oρθοφωσφορικά PO 4 -P) και του αζώτου (αμμωνιακό, νιτρικό και νιτρώδες άζωτο), τα ανθρακικά και διττανθρακικά ιόντα, καθώς και οι συγκεντρώσεις των κατιόντων των μετάλλων Na, K, Ca, Mg και άλλων. Επίσης ελέγχθηκαν επι τόπου η θερμοκρασία νερού και αέρα, το διαλυμένο στο νερό οξυγόνο, το ph και η αγωγιμότητα. Τα μακροθρεπτικά (Na, K, Ca, Mg), καθώς και τα Fe, Mn, Zn προσδιορίστηκαν και σε φυτικά δείγματα τριών περιόδων. Συμπεραίνεται ότι το είδος Salvinia natans, ως θερμόφιλο είδος είναι καλά προσαρμοσμένο σε ρηχά νερά, που προστατεύονται απο τον άνεμο και τον κυματισμό, οι δε σταθμοί του είναι πλούσιοι σε θρεπτικά συστατικά. Οι τιμές του ph και της αγωγιμότητας είναι τέτοιες που συναντώνται σε ελαφρώς εύτροφα έως εύτροφα ύδατα. Η έντονη μείωση του οξυγόνου και των διττανθρακικών συμπίπτει χρονικά με την αύξηση της φυτικής βιομάζας. Τα θρεπτικά P και N βρίσκονται σε χαμηλές συγκεντρώσεις κατά την κύρια βλαστητική περίοδο του φυτού, λόγω έντονης βιολογικής κατανάλωσης. Τα πλέον άφθονα κατιόντα είναι το Ca και το Na ακολουθεί το Μg, ενώ το Κ υπάρχει σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις. Οι εντός του φυτού συγκεντρώσεις των μακροθρεπτικών θεωρούνται υψηλές και όπως και άλλα υδρόφυτα η Salvinia natans παίζει το ρόλο "αποθήκης θρεπτικών". Τέλος η βιομάζα του φυτού αυξάνει κατακόρυφα απο Ιούλιο μέχρι Αύγουστο. Β.2. BABALONAS, D. & E. PAPASTERGIADOU (1990): Ein Halopliles Gesellschaftsrelikt im Griechiscen Binnehland. Tuexenia 10: 115-121. 51

Στην εργασία αυτή μελετάται η αλοφυτική βλάστηση στην περιμετρική περιοχή της λίμνης Πικρολίμνης που βρίσκεται σε υψόμετρο 47m κοντά στο Γαλλικό ποταμό. Με φυτοκοινωνιολογική ανάλυση δομής της βλάστησης διαπιστώνεται ότι αυτή απαρτίζεται από 7 φυτοκοινωνίες. Αυτές είναι οι: Crypsidetum aculatae Suaedetum maritimae Camphorosmetum annuae Plantaginetum coronopi Limonio-Spergularietum Elymetum elongati Puccinellietum convolutae Οι τρείς από τις κοινωνίες αυτές είναι νέες και περιγράφονται για πρώτη φορά. Από τις εδαφικές συνθήκες ανάπτυξης των φυτοκοινωνιών ελέγχθηκαν σε εδαφικά δείγματα το ph, το ανθρακικό ασβέστιο και τα ιόντα χλωρίου, που εκφράζονται ως χλωριούχο νάτριο. Βρέθηκε ότι τα εδάφη είναι ισχυρώς αλκαλικά (ph>9) και ότι σε όλες τις περιπτώσεις είναι ανεπαρκώς εφοδιασμένα σε CaCO 3 (<2%). Τέλος η αλατότητα βρέθηκε μεγαλύτερη στα υποστρώματα της φυτοκοινωνίας Camphorosmetum annuae (NaCl: 1,01 %), ενώ σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις είναι <1 %. Β.3. PAPASTERGIADOU, E. & D. BABALONAS (1992): Ecological Studies on Aquatic Macrophytes of a Dam Lake-Lake Kerkini, Greece. Arch. Hydrobiol 90(2): 187-206. Η εργασία αυτή αφορά τη μελέτη της υδρόβιας μακροφυτικής βλάστησης της τεχνητής λίμνης Κερκίνης Σερρών κατά την περίοδο 1986-1988. H λίμνη Κερκίνη, πού είναι σχετικά καινούρια λίμνη, δημιουργήθηκε το 1932 και πήρε τη σημερινή της μορφή το 1982, μετά την κατασκευή νέου φράγματος στη ροή του ποταμού Στρυμόνα, κοντά στο χωριό Λιθότοπος. Τα τελευταία 8 χρόνια παρατηρήθηκαν ακραίες διακυμάνσεις της υδάτινης στάθμης κατά τη διάρκεια της αυξητικής περιόδου των φυτικών ειδών. Eξετάστηκε η μακροφυτική βλάστηση των κυρίαρχων ειδών της λίμνης σε σχέση με τους φυσικοχημικούς παράγοντες του νερού: διαφάνεια, θερμοκρασία, διαλυμένο οξυγόνο, ph, αγωγιμότητα, αλκαλικότητα, τα θρεπτικά άλατα του φωσφόρου και του αζώτου, καθώς και τα μακροθρεπτικά κατιόντα των μετάλλων νατρίου, καλίου, ασβεστίου και μαγνησίου. Διερευνήθηκαν επίσης η επίδραση της ξηρασίας και της μη κανονικής πλημμύρας πάνω στα φυτικά είδη. Δίνονται ακόμη η χλωρίδα της λίμνης και των γειτονικών της καναλιών καθώς και η χαρτογράφηση της βλάστησης. Σ' ότι αφορά τα μακροθρεπτικά, υψηλές συγκεντρώσεις του αζώτου των νιτρικών καταγράφηκαν την άνοιξη, οι οποίες αποδίδονται στην κατάκλυση με νερό των καλλιεργούμενων εκτάσεων που για ένα μέρος του έτους γίνονται τμήμα της λίμνης, ενώ οι συγκεντρώσεις του φωσφόρου παραμένουν υψηλές όλο το έτος. Η υδρόβια βλάστηση της λίμνης κυριαρχείται απο τα είδη Nymphaea alba στις βαθύτερες θέσεις και Salvinia natans στα αβαθή νερά του βορειοανατολικού τμήματος. Οι περιοχές που καταλαμβάνουν αυτά τα είδη είναι μοναδικές ως προς τη 52

μεγάλη τους έκταση σ' ολόκληρη την Ελλάδα. Τα δύο αυτά είδη εμφανίζονται περισσότερο ανθεκτικά στο "stress" της αυξομείωσης της υδάτινης στάθμης, λόγω των διαφόρων προσαρμογών τους. Η αύξηση του βάθους του νερού ακόμη, οδήγησε στην εξαφάνιση ενός σημαντικού αριθμού υπερυδατικών μακροφύτων (π.χ. Phragmites, Typha, Scirpus κ.λπ.), καθώς και σε σημαντική μείωση του είδους Trapa natans που επικρατούσε στην περιοχή. Β.4. PYROVETSI, MYRTO & EVANTHIA PAPASTERGIADOU (1992): Biological Conservation Implications of Water level Fluctuations in a Wetland of International Importance, Kerkini, Macedonia, Greece. Environ. Conserv. 19(3): 235-244. Η λίμνη Κερκίνη, ένας υδάτινος ταμιευτήρας για αρδευτικούς σκοπούς των γεωργικών εκτάσεων, κατά μήκος του ποταμού Στρυμώνα, έχει ταξινομηθεί ως "Υγρότοπος Διεθνούς Σημασίας" σύμφωνα με τη σύμβαση Ramsar. Οι υδρολογικές συνθήκες της περιοχής ευνόησαν το σχηματισμό μιας αβαθούς, πολύ παραγωγικής λίμνης, πλούσιας σε ποικιλία και αφθονία ειδών. Η σπουδαιότητα του υγροτόπου έγκειται στην ύπαρξη συμπλέγματος ζωνών διαφόρων ενδιαιτημάτων, που κυρίως αποτελούνται από: αβαθή ανοικτά νερά με αμμολωρίδες, ακτές και λασπώδεις παραλίες, αβαθή νερά με φυτοκοινωνίες ειδών αναδυομένων μακροφύτων (ελοφύτων ή καλαμώνων), περιοχές με παρόχθια δάση κυρίως των ειδών Salix και Tamarix, ελώδεις περιοχές με θαμνώδη βλάστηση και εκτεταμένα υγρολίβαδα. Η ποικιλία αυτή των ενδιαιτημάτων υποστηρίζει μια πλούσια υδρόβια ορνιθοπανίδα για αναπαραγωγή και ξεκούραση, κατά τη διάρκεια της μετανάστευσης, και ξεχειμώνιασμα. Το 1982 κτίστηκε ένα καινούριο φράγμα, ανυψώθηκαν τα φραγματικά αναχώματα κατά μήκος των οχθών της λίμνης και έγιναν και άλλες εργασίες με σκοπό την αύξηση της χωρητικότητας του ταμιευτήρα, για να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες αρδευτικές ανάγκες. Δεν έγινε όμως καμία μελέτη για τις επιπτώσεις στούς φυσικούς πόρους του υγροτόπου. Η λειτουργία του καινούργιου φράγματος είχε ως αποτέλεσμα την αλλαγή στην υδροπερίοδο, με αρκετές επιδράσεις στις βιοτικές πηγές του υγροτόπου. Το επίπεδο του νερού αυξάνει περισσότερο από 5 m σε διάστημα λιγότερο από 4 μήνες, κατά τη διάρκεια της άνοιξης, που είναι η κρισιμότερη αυξητική και αναπαραγωγική περίοδος. Η εργασία αυτή αφορά την μελέτη της επίδρασης της αλλαγής της υδροπεριόδου και των επιπτώσεων στα βιοτικά στοιχεία του υγροτόπου. Η ετερογένεια καθώς και η μωσαϊκή δομή νερού- βλάστησης-ξηράς έχουν χαθεί. Το παραποτάμιο δάσος μειώνεται σε έκταση και αλλά και αριθμό ειδών. Οι ελώδεις εκτάσεις με καλαμώνες και άλλα αναδυόμενα μακρόφυτα εξαφανίστηκαν όπως επίσης και τα υγρολίβαδα που καταλάμβαναν μεγάλες εκτάσεις στο παρελθόν. Οι βαθιές πλημμύρες και η απώλεια αυτών των ενδιαιτημάτων αντανακλά στη μείωση των πληθυσμών των μεταναστευτικών ειδών και ακόμη πιο σημαντικό, στη συρρίκνωση της ποικιλίας των αναπαραγόμενων ειδών, καθώς και στη δραματική μείωση της αφθονίας και ποικιλότητας των ιχθυοπληθυσμών. 53

Γενικά, σήμερα η Κερκίνη παρουσιάζει μια ανησυχητική απώλεια της βιοποικιλότητάς της και μια συνεχή υποβάθμιση των φυσικών της πόρων. Στη σχεδιαζόμενη αύξηση της υδατοχωρητικότητας της λίμνης με την περαιτέρω αύξηση του επιπέδου του νερού χρειάζονται επειγόντως μέτρα: και (α) για να εμποδιστούν τέτοιου είδους ενέργειες, (β) για να αποκατασταθούν και να διατηρηθούν ελώδεις συνθήκες (γ) για ορθή οικολογική διαχείριση και συνετή χρήση του υγροτόπου. Β.5. PAPASTERGIADOU, E. & D. BABALONAS (1993): Aquatic Flora of Northern Greece. I. Hydrophytes. Willdenowia, 23: 137-142. Η εργασία αυτή αποτελεί μέρος της διδακτορικής διατριβής. Αναφέρεται στην υδρόβια χλωρίδα των λιμνών καθώς και άλλων σημαντικών υγροβιοτόπων της Βόρειας Ελλάδας. Σε πρώτο στάδιο καταγράφηκαν τα ελεύθερα πλέοντα μακρόφυτα (free floating macrophytes), τα βυθισμένα (submerged) και τα μακρόφυτα με επιπλέοντα στο νερό φύλλα (floating-leaved). Συνολικά προσδιορίστηκαν 48 taxa υδροφύτων τα οποία ανήκουν σε 21 οικογένειες και δόθηκε η κατανομή τους στη Β. Ελλάδα. Απο αυτά τα είδη το Νajas graccilima, αναφέρεται ως νέο για τον ελληνικό χώρο, ενώ τέσσερα ακόμη σπάνια είδη τα Azolla filiculoides, Marsilea quadrifolia, Riccia fluitans και Ricciocarpos natans, συλλέχθηκαν απο νέους βιοτόπους. Β.6. PAPASTERGIADOU, E. & D. BABALONAS (1993): The Relationships between Hydrochemical Environmental Factors and the Aquatic Macrophytic Vegetation in Stagnant and Slow Flowing Waters. I. Water Quality and Distribution of Aquatic Associations. Arch. Hydrobiol 90(4): 475-491. Η εργασία αυτή αποτελεί μέρος της διδακτορικής διατριβής με μερικά επιπρόσθετα στοιχεία. Αφορά τη διερεύνηση των σχέσεων ανάμεσα στις υδροχημικές παραμέτρους και τη μακροφυτική βλάστηση, σε στάσιμα και αργά ρέοντα νερά της Βόρειας Ελλάδας. Σε πρώτο στάδιο εξετάζεται η κατανομή των υδρόβιων φυτοκοινωνιών σε σχέση με την ποιότητα του νερού, η οποία μελετήθηκε σε 16 λίμνες και κανάλια της Βόρειας Ελλάδας. Προσδιορίστηκαν οι ακόλουθες παράμετροι του νερού: αγωγιμότητα, αλκαλικότητα (περιεχόμενο διττανθρακικών), θρεπτικά άλατα του αζώτου (NH 4 -N, NO 3 -N, NO 2 -N), και του φωσφόρου (PO 4 -P). Ακόμη εντοπίστηκε η φυσική εμφάνιση των φυτοκοινωνιών και η κατανομή τους σε σχέση με κάθε υδροχημικό παράγοντα χωριστά. Απο τη συγκριτική μελέτη ανάμεσα στις φυτοκοινωνίες 54

προκύπτει ότι η κατανομή των κοινωνιών των ειδών του γένους Lemna (Lemnetum minoris, Lemnetum gibbae, Lemno-Azolletum filiculoides), διαφέρει σαφώς απο την κατανομή των άλλων κοινωνιών, λόγω του ότι αυτές εποικίζουν τα πιο εύτροφα νερά. Οικολογικές διαφορές ανάμεσα στις φυτοκοινωνίες παρατηρήθηκαν για τους περισσότερους υδροχημικούς παράγοντες, ενώ τα χαρακτηριστικά είδη αντίστοιχα των κοινωνιών Lemna minor, Potamogeton perfoliatus, Vallisneria spirallis και Ceratophyllum demersum εμφανίζουν μια πιο ευρύοικη συμπεριφορά και τα είδη Lemna gibba, Azolla filiculoides, Najas marina, Potamogeton gramineus μια πιό στενόοικη. Β.7. PAPASTERGIADOU, E. & D. BABALONAS (1993): The Relationships between Hydrochemical Environmental Factors and the Aquatic Macrophytic Vegetation in Stagnant and Slow Flowing Waters. II. Evaluation of Plant Associations Indicative Value. Arch. Hydrobiol 90(4): 493-506. Η εργασία αυτή αποτελεί μέρος της διδακτορικής διατριβής με μερικά επιπρόσθετα στοιχεία. Αντιπροσωπεύει το δεύτερο μέρος της μελέτης της υδρόβιας μακροφυτικής βλάστησης στη Βόρεια Ελλάδα, σε σχέση με μερικούς φυσικούς και χημικούς παράγοντες του νερού, που διεξήχθη κατά τη διάρκεια της περιόδου Ιούλιος 1986 - Μάρτιος 1988. Οι φυτοκοινωνίες περιγράφηκαν σ' ότι αφορά τα υδροχημικά χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος τους και "η τιμή δείκτου" της κάθε μιας, υπολογίστηκε με βάση τη βοήθεια διαγραμμάτων και στατιστικής ανάλυσης. Σ' ότι αφορά τη μελέτη των υδροχημικών παραγόντων, το ποσό του διαθέσιμου ανόργανου άνθρακα των διττανθρακικών ιόντων είναι καθοριστικό για τη σύνθεση των υδρόβιων φυτοκοινωνιών. Στις μελετούμενες περιοχές της Β. Ελλάδας απουσιάζουν φυτοκοινωνίες που αναπτύσσονται σε νερά με έλλειψη ή απουσία διττανθρακικών. Οι περισσότερες από τις ερευνηθείσες φυτοκοινωνίες προτιμούν νερά περισσότερο ή λιγότερο πλούσια σε διττανθρακικά, με σημαντικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στις διάφορες ομάδες. Στα πλουσιότερα νερά βρέθηκαν οι φυτοκοινωνίες Lemno-Azolletum filiculoides, Lemnetum minoris και Lemnetum gibbae, οι οποίες διακρίνονται σαφώς έναντι όλων των άλλων, ενώ στα φτωχότερα νερά οι Najadetum marinae και Potametum graminei. Η αγωγιμότητα του νερού μαζί με τις ενώσεις του ανόργανου αζώτου (νιτρικό και αμμωνιακό άζωτο) και του φωσφόρου, είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη των μακροφύτων. Συγκεκριμένα υπάρχουν σχέσεις ανάμεσα στις υψηλές συγκεντρώσεις του νιτρικού και αμμωνιακού αζώτου και στην παρουσία συγκεκριμένων φυτοκοινωνιών. Επιπρόσθετα η έλλειψη φωσφόρου είναι ιδιαίτερα σημαντική για ορισμένες κοινωνίες. Ακόμη οι φυτοκοινωνίες που ακολουθούν βρέθηκε ότι έχουν μεγάλη ενδεικτική αξία για συγκεκριμένους υδροχημικούς παράγοντες. - Η Potamo- Vallisnerietum για νερά πλούσια σε ανόργανο άζωτο. - Η Potamo-Vallisnerietum potametosum perfoliati για νερά πλούσια σε ανόργανο άζωτο, συγκεκριμένα για νιτρικό άζωτο και φτωχά σε φωσφορικά. 55

- Η Lemnetum gibbae και η Lemno-Azolletum filiculoides για νερά πλούσια σε φωσφορικά και σε αμμωνιακό άζωτο. Β.8. BABALONAS, D., K. SYKORA & E. PAPASTERGIADOU (1995): Review of Plant Communities from Greek Dunes and Salt Marshes, a Preliminary Summarising List. Annali di Botanica LIII: 107-117. Η εργασία αυτή αναφέρεται στην επεξεργασία μετρήσεων πεδίου (1290 releves) από βιβλιογραφικές πηγές, που αφορούν κυρίως τη βλάστηση των αμμοθινών και των αλατούχων ελών των ακτών της Ελλάδας. Στην παρούσα εργασία δίνεται ο προκαταρκτικός κατάλογος των κοινωνιών που εμφανίζονται στον πίνακα, ο οποίος προέκυψε από την επεξεργασία των μετρήσεων με τη μέθοδο TWINSPAN. Οι κοινωνίες που προέκυψαν ανήκουν κυρίως στις κλάσεις Ammophiletea, Cakiletea, Thero-Salicornietea και Arthrocnemetea. Αναφέρονται ακόμη και κοινωνίες άλλων κλάσεων οι οποίες όμως αντιπροσωπεύονται με μικρό αριθμό releves. Β.9. PAPASTERGIADOU E. (1995): Aquatic Vegetation of the Greek Wetlands. Annali di Botanica LIII: 81-85. Η εργασία αυτή αναφέρεται στην απογραφή της υδρόβιας βλάστησης των Ελληνικών υγροτόπων με βάση τη δημοσιευμένη μέχρι σήμερα, πληροφορία. Ο σκοπός της εργασίας αυτής είναι να αναγνωριστούν οι αντιπροσωπευτικές φυτοκοινωνίες ο οποίες συνιστούν τη βλάστηση των υγροτόπων των γλυκέων υδάτων στην Ελλάδα και να γίνει η συνταξονομική τους επισκόπηση. Ο αριθμός των φυτοκοινωνιολογικών μετρήσεων (releves) που έχουν δημοσιευτεί μέχρι σήμερα στην Ελλάδα ανέρχεται σε 540. Αυτές περιορίζονται κυρίως σε υγροτόπους της Βόρειας Ελλάδας και σε μερικούς της Κρήτης. Οι μετρήσεις αυτές εισήχθησαν στη βάση δεδομένων Turboveg και στη συνέχεια θα επεξεργαστούν με χρήση πολυμεταβλητών τεχνικών ανάλυσης (Multivariate Analysis Techniques) για να γίνει η συνταξονομική τους θεώρηση, να εκτιμηθεί η παρούσα κατάσταση, και να εντοπιστούν τα κενά για περαιτέρω μελέτη. Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα έδειξαν ότι στη βλάστηση των υγροτόπων των γλυκέων υδάτων της Ελλάδας υπάρχουν 4 κλάσεις. Η κλάση Lemnetea με δύο ενώσεις και 6 κοινωνίες, η κλάση Ceratophylletea με μία ένωση και μία κοινωνία, η κλάση Potametea με 3 ενώσεις και 19 κοινωνίες και η κλάση Phragmitetea με 2 ενώσεις και 10 κοινωνίες. Β.10. PAPASTERGIADOU, E., S. DAFIS, P. DIMOPOULOS, & E. LAZARIDOU (1997): Syntaxonomic Typology of the Greek Habitats. Folia Geobot. Phytotax. 32: 335-341. 56

Η εργασία αυτή περιλαμβάνει ανασκόπηση της βλάστησης -υγροτοπικής, χερσαίας και θαλάσσιας- της Ελλάδας, σύμφωνα με το ιεραρχικό σύστημα των 4 κύριων συνταξονομικών επιπέδων (κοινωνία, ένωση, τάξη, κλάση). Διερευνήθηκε η αντιστοίχηση των syntaxa ανώτερου επιπέδου με τους τύπους οικοτόπων του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Ο συνταξινομικός κατάλογος των μονάδων βλάστησης της Ελλάδας που προέκυψε περιλαμβάνει 41 κλάσεις, 56 τάξεις και 91 ενώσεις. Από τους 226 τύπους οικοτόπων του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας, 111 απαντούν στην Ελλάδα, από τους οποίους οι 26 είναι προτεραιότητας. Η δημιουργία της συνταξινομικής τυπολογίας για τους τύπους οικοτόπων της Ελλάδας, είναι το σημαντικότερο βήμα για τη χαρτογράφηση της βλάστησης και την λήψη μέτρων για τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος. Στην εργασία αναπτύχθηκε επίσης ένα ανοικτό σύστημα κωδικοποίησης των τύπων οικοτόπων που απαντούν στην Ελλάδα, με επέκταση του 4-ψήφιου κωδικού σε 6- ψήφιο το οποίο προτείνεται να ακολουθηθεί στην χαρτογράφηση των τύπων οικοτόπων. Β.11. DIMOPOULOS, P., E. BERGMEIER, K. SYKORA, & E. PAPASTERGIADOU (2000): Evaluation System of the Relative Importance of Vegetation Syntaxa for Nature Conservation in Greece. Biologia/ Bratislava 55(1): 57-67. Στην παρούσα εργασία προτείνεται ένα ολοκληρωμένο σύστημα οικολογικής αξιολόγησης των χαρτών βλάστησης (υγροτοπικών, χερσαίων και παράκτιων) που βασίζονται σε syntaxa, με σκοπό τη χρησιμοποίησή του στη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα. Βάσει της υπάρχουσας δημοσιευμένης φυτοκοινωνιολογικής πληροφορίας, εφαρμόστηκαν τα κριτήρια αξιολόγησης Φυσικότητα, Απειλές, Σπανιότητα, Χλωριδική-Φυτοκοινωνική αξία, Αντικατάσταση και το αποτέλεσμα εκφράστηκε με τη μορφή περιβαλλοντικών δεικτών. Δίνεται επίσης ένα αναλυτικό σύστημα βαθμολόγησης των διαφόρων ενοτήτων βλάστησης, με κλίμακα που κυμαίνεται μεταξύ 0 και 10, για την εκτίμηση του κάθε οικολογικού κριτηρίου, και γίνεται αντιστοίχιση με τα syntaxa της Ελλάδας σε επίπεδο κλάσης. Προτείνεται ένας τύπος για την εκτίμηση του Συνολικού Ενδιαφέροντος Διατήρησης των χαρτογραφημένων μονάδων ή συμπλόκων βλάστησης, με σκοπό τον καθορισμό των προτεραιοτήτων για την προστασία τους. Β.12. KAGALOU, I., PAPASTERGIADOU, E. & M. TSOUMANI (2002): Monitoring of Water Quality of Kalamas River, Epirus Greece. Fresenius Environ. Bulletin 11: 788-794. Η εργασία αυτή αναφέρεται στην παρακολούθηση της ποιότητας του νερού και των υδροβίων μακροφύτων κατά τη διάρκεια της βλαστητικής περιόδου, κατά μήκος του ποταμού Καλαμά. 57

Ο ποταμός Καλαμάς είναι ένα από τα σημαντικότερα υδάτινα οικοσυστήματα της Δυτικής Ελλάδας, με τη λεκάνη απορροής του εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα. Η παρακολούθηση της ποιότητας του νερού διεξήχθη σε σταθμούς κατά μήκος του ποταμού ως τις εκβολές του και περιελάμβανε φυσικοχημικές παραμέτρους του νερού (ph, θερμοκρασία, D.O., αγωγιμότητα), περιεχόμενο θρεπτικών αλάτων του αζώτου (NH 4 -N, NO 3 -N, NO 2 -N) και του φωσφόρου (PO 4 -P), περιεχόμενο χλωροφύλλης (Chl-α), καθώς και την κατανομή των υδρόβιων μακρόφυτων. Η συσχέτιση της κατανομής των ειδών με τις παραμέτρους του νερού έγινε με πολυμεταβλητές τεχνικές ανάλυσης, με χρήση του πακέτου CANOCO. Ο αριθμός των ειδών των υδροβίων μακροφύτων που βρέθηκαν μέσα στην κοίτη του ποταμού, είναι σχετικά μικρός και αποδίδεται κυρίως στις ανθρωπογενείς επιδράσεις και τη ρύπανση. Παρατηρήθηκε επίσης διαφοροποίηση των σταθμών με βάση τα υδροχημικά χαρακτηριστικά η οποία χαρακτηρίζεται από διαφορές και στην επικράτηση των ειδών των υδρόβιων μακρόφυτων. Η προστασία και η διαχείριση του ποταμού έχει μεγάλη οικονομική και οικολογική σημασία για την ευρύτερη περιοχή και πρέπει να βασίζεται σε ολοκληρωμένη περιβαλλοντική μελέτη. Η εργασία αποτελεί την πρώτη προσέγγιση που γίνεται όσον αφορά το βιοτικό στοιχείο του ποταμού Καλαμά. Β.13. SYKORA K., D. BABALONAS & E. PAPASTERGIADOU (2003): Strandline and Sand-dune Vegetation of Coasts of Greece and of some other Aegean countries. Phytocoenologia 33 (2-3): 409-446. Στην εργασία αυτή παρουσιάζεται η βλάστηση των ακτών και των αμμοθινών της Ελλάδας η οποία προέκυψε με χρήση αριθμητικών μεθόδων επεξεργασίας των φυτοκοινωνιολογικών δεδομένων. Δίνονται επίσης το συνταξινομικό σύστημα της βλάστησης της ακτογραμμής (drift line) και των αμμοθινών (sand dunes) της Ελλάδας και υπό μορφή συνοπτικών πινάκων τα Syntaxa που προέκυψαν. Περιγράφονται τα χαρακτηριστικά και διαγνωστικά taxa για κάθε syntaxon και η συνοικολογία και συνχωρολογία τους. Στους τελικούς πίνακες που προέκυψαν περιλαμβάνονται συνολικά 816 μετρήσεις πεδίου (releve s). Η βλάστηση της ακτογραμμής αντιπροσωπεύεται από την Κλάση Cakiletea, ενώ η αμμοθινική από της Κλάσεις Ammophiletea και Cisto- Micromerietea. Πέντε τάξεις και αρκετές κοινωνίες και υπο-κοινωνίες διακρίθηκαν και ερμηνεύτηκαν σε ότι αφορά τις οικολογικές απαιτήσεις και την γεωγραφική τους κατανομή. Συζητούνται ακόμη οι ανθρωπογενείς επιδράσεις στην παράκτια ζώνη, η υποβάθμιση και διατάραξη της δομής των φυτοκοινωνιών και η διατήρηση της βλάστησης των ακτών της Ελλάδας. Β.14. KAGALOU, I., PAPASTERGIADOU, E. TSIMARAKIS G. & D. PETRIDIS (2003): Evaluation of the trophic state of Lake Pamvotis Greece, a shallow urban lake. Hydrobiologia 506-509: 745-752. 58

Στην εργασία αυτή διερευνήθηκε η τροφική κατάσταση της ρηχής λίμνης Παμβώτιδας και διατυπώθηκαν προτάσεις στρατηγικής αποκατάστασης της οικολογικής της ισορροπίας. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών η λίμνη Παμβώτιδα έχει επηρεαστεί από ποικίλες ανθρωπογενείς επιδράσεις, όπως η εισροή λυμάτων και η διακύμανση της στάθμης του νερού. Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1998-1999, πραγματοποιήθηκε παρακολούθηση των φυσικοχημικών παραμέτρων του νερού, της χλωροφύλλης α, της φυτοπλαγκτικής βιομάζας και των υδροβίων μακροφύτων. Στην εργασία μελετώνται ακόμη οι στατιστικές σχέσεις μεταξύ της χλωροφύλλης-α και της φυτοπλαγκτονικής βιομάζας, καθώς και οι σχέσεις μεταξύ των βιοτικών και αβιοτικών παραμέτρων ενδεικτικών της τροφικής κατάστασης του λιμναίου οικοσυστήματος. Σημαντικές συσχετίσεις βρέθηκαν μεταξύ των φυσικοχημικών και βιολογικών παραμέτρων σύμφωνα με τα αποτελέσματα της πολυμεταβλητής ανάλυσης. Επίσης διερευνήθηκαν οι οικολογικές συνθήκες των οικοτόπων και των υδροβίων μακροφύτων και ερμηνεύθηκαν οι σχέσεις τους με τις υπόλοιπες παραμέτρους. Η λίμνη Παμβώτιδα, είναι ένα ευτροφικό οικοσύστημα, το οποίο παρουσιάζει μεγάλη υποβάθμιση της βλάστησης των βυθισμένων μακροφύτων και επικράτηση του φυτοπλαγκτού. Σχετικά με το φυτοπλαγκτό, είναι αξιοσημείωτο ότι η υψηλή βιομάζα κυανοφυκών έρχεται σε ακολουθία με χαμηλές τιμές του λόγου DIN/SRP, γεγονός που φανερώνει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των αζωτοδεσμευτικών φυκών σε περιοριστικές συνθήκες αζώτου. Η λειτουργία μονάδας βιολογικού καθαρισμού είναι ένα πρώτο βήμα για τη μείωση των επιπέδων θρεπτικών στην υδάτινη στήλη. Στα πλαίσια αυτής της εργασίας διαπιστώθηκε σημαντική μείωση των επιπέδων φωσφόρου και χλωροφύλλης-α σε σχέση με τις προϋπάρχουσες συγκεντρώσεις πριν την έναρξη λειτουργίας της μονάδας βιολογικού καθαρισμού. Ωστόσο, απαιτείται η λήψη περαιτέρω μέτρων για την πλήρη αποκατάσταση της τροφικής κατάστασης. Η στρατηγική αποκατάστασης απαιτεί μείωση του εσωτερικού και εξωτερικού φορτίου, έλεγχο του υδρολογικού καθεστώτος και εγκαθίδρυση τεχνικών βιοδιαχείρισης. Β.15. KAGALOU, I., PAPASTERGIADOU, E., P. BEZA, & E. GIANNOURIS. (2006): Assessment of the Trophic State of Kalodiki Wetland, Western Greece. Fresenius Environmental Bulletin 15(2): 136-140. Οι τυρφώνες αποτελούν ευαίσθητα υγροτοπικά οικοσυστήματα, με ιδιαίτερο οικολογικό ενδιαφέρον τα οποία δέχονται έντονες ανθρωπογενείς πιέσεις. Ο ευτροφισμός έχει αναγνωριστεί ως μια από τις σημαντικότερες απειλές για τους τυρφώνες σε όλη την Ευρώπη, με αποτέλεσμα μείωση των ασβεστούχων τυρφώνων και εισβολή πιό ανθεκτικών ειδών σε θρεπτικά. Στην Ελλάδα, οι τύποι οικοτόπων των τυρφώνων, οι οποίοι προστατεύονται κατά προτεραιότητα από την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ έχουν καταγραφεί σε πολύ λίγες περιοχές, μία από τις σημαντικότερες είναι το έλος Καλοδικίου. Το έλος Καλοδικίου τις τελευταίες δεκαετίες δέχεται πληθώρα ανθρωπογενών επιδράσεων όπως καταπάτηση των εκτάσεων του για 59

γεωργική χρήση, υπεράντληση νερού για άρδευση και εγκατάσταση κτηνοτροφικών μονάδων. Στην παρούσα εργασία διερευνήθηκε, η τροφική κατάσταση του οικοσυστήματος χρησιμοποιώντας παραμέτρους-κλειδιά όπως τα θρεπτικά στοιχεία του αζώτου και του φωσφόρου, η χλωροφύλλη-α, σε συνδυασμό με τις φυσικοχημικές παραμέτρους του νερού, θερμοκρασία, ph και διαλυμένο οξυγόνο. Πραγματοποιήθηκαν μηνιαίες δειγματοληψίες κατά τη χρονική περίοδο από το Μάρτιο του 2003 μέχρι τον Ιούνιο του 2004, σε 4 σταθμούς του έλους Καλοδικίου. Το εύρος διακύμανσης των μέσων τιμών της συγκέντρωσης της Chl-a κυμάνθηκε από 1.85-33.6 mg/m 3, της θερμοκρασίας από 11 o C ως 37 o C και του ph από 6.9 ως 8.8. Οι μέσες τιμές των συγκεντρώσεων του διαλυμένου ανόργανου αζώτου(0.78-1.39 mg/l), του ενεργού διαλυμένου φωσφόρου (0.03-2.61mg/l) και της Chll-a κατατάσσουν το έλος Καλοδικίου στους μεσοτροφικούς προς ευτροφικούς υγροτόπους. Οι συνθήκες στο έλος είναι μεσοτροφικές εκτός από τις περιοχές που γειτνιάζουν με ανθρωπογενείς δραστηριότητες οι οποίες εμφανίζονται ευτροφικές καθ όλη την διάρκεια του έτους. Επίσης η μείωση της στάθμης και του όγκου του νερού την θερινή περίοδο προκαλεί ένταση των ευτροφικών συνθηκών ενώ παρατηρείται αύξηση της φυτοπλαγκτικής βιομάζας. Οι εισροές που μεταφέρονται από τις παρακείμενες αγροτικές καλλιέργειες αποτελούν την κύρια πηγή θρεπτικών. Β.16. CHRISTIA, C. & PAPASTERGIADOU, E. (2006): Ecological Study of three Lagoons of Amvrakikos Ramsar Site, Greece. Fresenius Environmental Bulletin 15 (9B): 1208-1215. Ο Αμβρακικός κόλπος βρίσκεται στην Δυτική Ελλάδα και μαζί με το σύνθετο σύστημα των λιμνοθαλασσών του συμπεριλαμβάνεται στα σημαντικότερα οικοσυστήματα της παράκτιας ζώνης στην Ελλάδα. Ο Αμβρακικός κόλπος προστατεύεται από τη συνθήκη Ραμσάρ και περιλαμβάνεται στο δίκτυο ΦΥΣΗ 2000. Από τον Μάρτιο του 2003 μέχρι τον Οκτώβριο του 2004, πραγματοποιήθηκε παρακολούθηση των παραμέτρων της ποιότητας του νερού στις τρεις λιμνοθάλασσες του Αμβρακικού κόλπου, Ροδιά, Τσουκαλιό και Λογαρού με σκοπό τον καθορισμό της τροφικής τους κατάστασης. Οι δυο λιμνοθάλασσες Τσουκαλιό και Ροδιά συνδέονται μεταξύ τους, αλλά διαχωρίζονται από την Λογαρού μέσω μιας λεπτής λωρίδας γης. Η λιμνοθάσσα Λογαρού έχει καλύτερη επικοινωνία με τη θάλασσα. Η εργασία αυτή βασίστηκε στα δεδομένα από την εποχική παρακολούθηση, των θρεπτικών αλάτων αζώτου και φωσφόρου και των φυσικοχημικών παραμέτρων του νερού (θερμοκρασία, ph, αλατότητα και διαλυμένο οξυγόνο) κατά τη διάρκεια της βλαστητικής περιόδου. Η υφυδατική βλάστηση στις λιμνοθάλασσες Ροδιά και Τσουκαλιό κυριαρχείται από το χαρόφυτο Lamprothamnium papulosum και το αγγειόσπερμο Zostera noltii. Στη λιμνοθάλασσα Λογαρού τα μακροφύκη Gracilariabursa pastoris και Acetabularia mediterranea βρέθηκαν σε αφθονία, ενώ η παρουσία του αγγειόσπερμου Zostera noltii ήταν περιορισμένη. Εξετάζονται περαιτέρω η κατανομή των ειδών των υφυδατικών μακροφύτων στις τρεις λιμνοθάλασσες σε σχέση με τις συγκεντρώσεις των θρεπτικών αλάτων του νερού. 60

Β.17. PAPASTERGIADOU, E.S., A. RETALIS, P. KALLIRIS & TH. GEORGIADIS. (2007): Land use changes and associated environmental impacts on the Mediterranean shallow Lake Stymfalia, Greece. Hydrobiologia 584: 361-372. Οι αλλαγές καλύψεων-χρήσεων γης επηρεάζουν τις οικολογικές λειτουργίες και τις διεργασίες του τοπίου. Οι αλλαγές στις χρήσεις γης οι οποίες προκαλούνται κυρίως από ανθρωπογενείς επιδράσεις, είναι μια συνήθης αιτία υποβάθμισης των υγροτόπων παγκοσμίως. Η λίμνη Στυμφαλία η οποία βρίσκεται στην Πελοπόννησο, αποτελεί έναν υγρότοπο με αρχαιολογική σημασία και εξαιρετική οικολογική αξία. Η λίμνη Στυμφαλία έχει υποβαθμιστεί και τροποποιηθεί σημαντικά κατά τη διάρκεια των τελευταίων 60 ετών λόγω της αύξησης των γεωργικών δραστηριοτήτων στις γύρω περιοχές, καθώς επίσης και της υπεράντλησης του νερού για υδροδότηση των γειτονικών αστικών περιοχών. Στην παρούσα εργασία ερευνήθηκαν οι αλλαγές στις καλύψεις και χρήσεις γης και ο ρόλος των καλαμώνων στην διεργασία χερσοποίησης αυτής της ρηχής λίμνης. Για την εκτίμηση των αλλαγών των χρήσεων γης για την περίοδο 1945 ως 1996, χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα τηλεπισκόπησης και τεχνικές Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών (GIS). Για την ανάλυση της ετερογένειας του τοπίου χρησιμοποιήθηκαν οι δείκτες χωρικής ετερoγένειας σε επίπεδο στοιχειώδους τμήματος (patch metrics) με χρήση του προγράμματος χωρικών προτύπων FRAGSTATS. Χωρικές και θεματικές πληροφορίες που αφορούν την έκταση και τους κύριους τύπους κάλυψης / χρήσης γης της λίμνης για τα έτη 1945, 1960, 1972, 1987, 1992 και 1996 αποκτήθηκαν από αεροφωτογραφίες και από έρευνα στο πεδίο, και αποθηκεύτηκαν στην βάση δεδομένων του GIS. Ο χάρτης του 1996, επαληθεύτηκε και διορθώθηκε με έρευνα στο πεδίο σύμφωνα με τις συνθήκες του 2004. Από την χωροχρονική ανάλυση των δεδομένων, καταγράφηκε μία συνεχιζόμενη μείωση της επιφάνειας των ανοιχτών υδάτων μεταξύ των ετών 1945 και 1996. Τα αποτελέσματα έδειξαν μια δραματική αύξηση σε ποσοστό 89.3% των καλαμώνων οι οποίοι αποτελούν την κυρίαρχη μορφή υδρόβιας βλάστησης του υγροτόπου. Οι περιοχές των ανοιχτών υδάτων και τα υγρά λιβάδια μειώθηκαν κατά 53.7% και 96.5% αντίστοιχα. Η ανάλυση του τοπίου και ειδικότερα η χρήση των επιλεγμένων μετρικών στοιχειώδους τμήματος, αποδείχθηκε χρήσιμη στην ανίχνευση και τον ποσοτικό χαρακτηρισμό των δυναμικών οικολογικών διεργασιών. Καθώς η ανάλυση των καλύψεων και χρήσεων γης του υγροτόπου και των μετρικών τοπίου έδειξαν σοβαρή οικολογική υποβάθμιση, πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα διατήρησης και αποκατάστασης της λίμνης. Β.18. STEFANIDIS K. & E.S. PAPASTERGIADOU (2007): Aquatic Vegetation and Related αbiotic Environment in a Shallow Urban Lake of Greece. Belgian Journal of Botany 140(1): 25-38. Η λίμνη Παμβώτιδα είναι μια ρηχή αστική Μεσογειακή λίμνη της βορειοδυτικής Ελλάδας (Ήπειρος). Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών δεκαετιών, η τροφική 61

κατάσταση της λίμνης έχει μεταβληθεί ως αποτέλεσμα της ανθρωπογενούς δραστηριότητας και συγκεκριμένα λόγω των εισροών αποχετευτικών λυμάτων, γεγονός που οδήγησε σε σοβαρή υποβάθμιση του οικοσυστήματος. Κατά τη δεκαετία του 80, προστέθηκαν στη λίμνη αρκετά ιχθυοαποθέματα τόσο ιθαγενών όσο και εξωτικών ειδών (π.χ Ctenopharygodon idella), που συνέβαλαν στη δραματική μείωση της βλάστησης των βυθισμένων μακροφύτων. Τα τελευταία 10 χρόνια λειτουργεί μονάδα βιολογικού καθαρισμού με σκοπό τη μείωση των εξωτερικών θρεπτικών φορτίων και τη βελτίωση της ποιότητας των υδάτων. Σήμερα, η υδρόβια βλάστηση εντοπίζεται κυρίως στη βόρεια παρόχθια ζώνη της λίμνης, και εκτιμάται πως καταλαμβάνει περίπου μόνο το 5-10% της συνολικής επιφάνειας. Ο κύριος σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να αξιολογηθεί η υδρόβια μακροφυτική βλάστηση της λίμνης Παμβώτιδας και να διερευνηθεί η χωρική κατανομή της υδάτινης ποιότητας μεταξύ των εναπομεινάντων ομάδων υδρόβιας βλάστησης. Από την εφαρμογή της ταξινόμησης TWINSPAN (Ανάλυση ειδών διπλής κατεύθυνσης) προέκυψαν 5 κύριες ομάδες και 6 υποομάδες βλάστησης. Προσδιορίστηκαν παράμετροι που περιγράφουν την υδάτινη ποιότητα (νιτρώδη, νιτρικά, αμμωνιακά, διαλυμένο ανόργανο άζωτο, διαλυμένος ενεργός φώσφορος, ανθρακικά, όξινα ανθρακικά, χλωροφύλλη-α) ενώ μετρήθηκαν στο πεδίο το ph, η αγωγιμότητα, το επιφανειακό διαλυμένο οξυγόνο και το η διαφάνεια Secchi του νερού σε μηνιαία βάση κατά τη βλαστητική περίοδο του 2004 και 2005. Εφαρμόστηκε ανάλυση διακύμανσης ANOVA και κανονική κατάταξη αντιστοιχιών CCA από όπου προέκυψαν σημαντικές διαφορές και συσχετίσεις όσο αφορά τις περιβαλλοντικές παραμέτρους ανάμεσα στις διακριτές ομάδες βλάστησης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο διαλυμένος ενεργός φώσφορος, το ph, η διαφάνεια, ο λόγος διαφάνειας προς βάθος και ο συνολικός ανόργανος άνθρακας διέφεραν σημαντικά ανάμεσα σε αυτές τις ομάδες βλάστησης υποδεικνύοντας την πιθανή ύπαρξη διαφορετικών μηχανισμών σχετιζόμενων με τα μακρόφυτα που επηρεάζουν κύριες παραμέτρους της ποιότητας του νερού. Επίσης συζητάται ο εν δυνάμει λειτουργικός ρόλος των εφυδατικών μακροφύτων στη λίμνη Παμβώτιδα για την αποκατάστση της οικολογικής ισορροπίας. Β.19. CHRISTIA C. & E.S. PAPASTERGIADOU (2007): Spatial and Temporal Variations of Aquatic Macrophytes and Water Quality in Six Coastal Lagoons of Western Greece. Belgian Journal of Botany 140(1): 39-50. Τα υδρόβια μακρόφυτα αποτελούν σημαντικό συστατικό των λιμνοθαλάσσιων οικοσυστημάτων. Τα οικοσυστήματα αυτά παρουσιάζουν υψηλή πρωτογενή παραγωγικότητα κυρίως σαν αποτέλεσμα των κοινωνιών των υδροβίων μακροφύτων. Στην παρούσα εργασία εξετάστηκε η σχέση μεταξύ της αφθονίας των μακροφύτων και των παραμέτρων της ποιότητας του νερού σε 6 λιμνοθάλασσες της Δυτικής Ελλάδας κατά τη διάρκεια της βλαστητικής περιόδου του 2004. Σε 24 επιλεγμένες θέσεις δειγματοληψίας μετρήθηκαν το βάθος νερού, η διαφάνεια, η θερμοκρασία, το ph, το DO, η αλατότητα και η αγωγιμότητα του νερού, μηνιαία. Σε όλες τις λιμνοθάλασσες παρατηρήθηκαν εποχικές διακυμάνσεις στις φυσικοχημικές παραμέτρους του νερού, ενώ στη λιμνοθάλασσα του Αράξου καταγράφηκαν σημαντικές διακυμάνσεις του διαλυμένου οξυγόνου και της αλατότητας. Συνολικά 62

αναγνωρίστηκαν εφτά ομάδες μακροφύτων με TWINSPAN (Ανάλυση ειδών διπλής κατεύθυνσης) και NMDS (μη μετρική πολυδιάστατη τεχνική). Η κανονική κατάταξη αντιστοιχιών CCA έδειξε ότι το βάθος και η αλατότητα παίζουν σημαντικό ρόλο στην παρουσία ή την απουσία των ειδών και στην δομή των μακροφυτικών συναθροίσεων. Τα αποτελέσματα της παρούσας εργασίας θα συμβάλλουν περαιτέρω στην καλύτερη διαχείριση των λιμνοθαλασσών της Ελλάδας. Β.20. PAPASTERGIADOU, E., RETALIS A., APOSTOLAKIS A., & GEORGIADIS T. (2008): Environmental monitoring of spatio-temporal changes using remote sensing and GIS in a Mediterranean wetland of Northern Greece. Water Resources Management 22: 579-594. Η απώλεια και υποβάθμιση των χερσαίων και υδάτινων ενδιαιτημάτων, καθώς και η υποβάθμιση της ποιότητας των υδάτων αποτελούν κύρια περιβαλλοντικά ζητήματα διεθνώς. Ειδικά, οι υγρότοποι είναι ευαίσθητα οικοσυστήματα τα οποία υπόκεινται σε πιέσεις προερχόμενες κυρίως από ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Τεχνικές τηλεπισκόπησης έχουν χρησιμοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό για την εξαγωγή πληροφοριών πάνω στις αλλαγές των καλύψεων/χρήσεων γης των υγροτόπων. Τα Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (GIS) και η τηλεπισκόπηση μπορούν να χρησιμοποιηθούν ώστε να παρέχουν μια ταχεία ή μεγάλη σε κλίμακα προσέγγιση των αλλαγών της λίμνης και της ανάπτυξης διαχειριστικών στρατηγικών. Οι βασικοί στόχοι αυτής της εργασίας είναι η παρακολούθηση και αξιολόγηση των χωρικών και χρονικών αλλαγών των καλύψεων/χρήσεων γης με τη χρήση GIS, και ο καθορισμός των κύριων περιβαλλοντικών παραγόντων που επηρεάζουν αυτές τις αλλαγές. Αυτή η εργασία παρουσιάζει την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου συστήματος τηλεπισκόπησης και χρήσης δεδομένων GIS για την ταξινόμηση και την παρακολούθηση των χωρικών και χρονικών αλλαγών των τύπων καλύψεων/ χρήσεων γης. Η έρευνα διεξήχθη σε ένα μικρό φυσικό υγρότοπο τη λίμνη Χειμαδίτιδα, στην Βόρεια Ελλάδα. Η ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας λογισμικό GIS (ArcView). Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών ο υγρότοπος της λίμνης Χειμαδίτιδας έχει επηρεαστεί από πολλές ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Οι μεταβλητές που επιλέχθηκαν για την αξιολόγηση του περιλαμβάνουν την κατάσταση του υγροτόπου και περιοχών της λίμνης, τη σημερινή έκταση του υγροτόπου σε σχέση με παλαιότερες εκτάσεις, την κάλυψη του φυσικού ενδιαιτήματος, τις διαταραχές του υγροτόπου κλπ. Αυτές οι μεταβλητές αναφέρονται σε ιδιότητες της λεκάνης απορροής που είναι σημαντικές για τη διατήρηση και τη βελτίωση των ενδιαιτημάτων και της ποιότητας των υδάτων και τη διαχείριση των τάσεων που είναι χρήσιμες για την περιβαλλοντική παρακολούθηση. Πρότυπα καλύψεων/ χρήσεων γης αξιολογήθηκαν και συγκρίθηκαν χρησιμοποιώντας αεροφωτογραφίες που ελήφθηκαν τα έτη 1945, 1969, 1982 και 1996. Κατα τη διάρκεια αυτής της περιόδου οι καλαμώνες αυξήθηκαν σε τεράστιο βαθμό κατά 1655.19 %, ενώ οι περιοχές με ανοικτά νερά και τυρφώνες μειώθηκαν κατά 74.05 και 99.5 % αντίστοιχα. Η σημαντικότητα των αλλαγών στην κατανομή των καλύψεων/ χρήσεων γης της λίμνης Χειμαδίτιδας συζητείται σε σχέση με τα παλαιότερα πρότυπα εποικισμού των καλαμώνων και τη σπουδαιότητα του Phragmites australis για τη διεργασία και τις 63

απαιτούμενες ενέργειες που πρέπει να ληφθούν για αποτελεσματική στρατηγική διαχείρισης των πόρων του υγροτόπου. Β.21. KAGALOU, I., E. PAPASTERGIADOU & I. LEONARDOS. (2008): Long term changes on eutrophication process in a shallow Mediterranean lake ecosystem of W. Greece: response after the reduction of external load. Journal of Environmental Management 87: 497-506. Η λίμνη Παμβώτιδα είναι μια ρηχή Μεσογειακή λίμνη της Δυτικής Ελλάδας, κοντά στην πόλη των Ιωαννίνων. Η λίμνη έχει αναγνωριστεί ως διεθνώς σημαντική περιοχή διατήρησης και βρίσκεται υπό καθεστώς προστασίας από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης λόγω της πλούσιας βιοποικιλότητας της. Εντούτοις, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών η τροφική κατάσταση της λίμνης έχει αλλάξει ως αποτέλεσμα κυρίως της εισροής λυμάτων και ανθρωπογενών δραστηριοτήτων (μεταξύ άλλων άρδευση και απόθεση οικιακών λυμάτων), με αποτέλεσμα τη δημιουργία σοβαρών προβλημάτων. Χρησιμοποιώντας ως μοντέλο ρηχής, ευτροφικής, Μεσογειακής λίμνης την Παμβώτιδα μελετήσαμε την εξέλιξη των τροφικών συνθηκών πριν την παροχέτευση των αστικών λυμάτων προς τον ποταμό Καλαμά, καθώς και μετά την παρέλευση πέντε και δέκα χρόνων. Συλλέχθησαν και αναλύθηκαν δείγματα νερού (θερμοκρασία νερού, ph, DO, θρεπτικά και χλωροφύλλη-α) κατά τη διάρκεια τριών δειγματοληπτικών περιόδων: 1985-1989, 1998-1999 και 2004-2005. Από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι αμέσως μετά την μείωση των εισερχομένων ποσοτήτων οργανικού φορτίου ακολουθεί σαφής και στατιστικά σημαντική βελτίωση της ποιότητας του νερού, ενώ παραμένουν οι ευτροφικές συνθήκες. Μετά την παρέλευση της δεκαετίας οι ευτροφικές συνθήκες εντείνονται, ιδιαίτερα οι συγκεντρώσεις φωσφόρου, γεγονός που αποδεικνύει ότι επι-μέρους διαδικασίες (όπως η εσωτερική τροφοδοσία από τον πυθμένα, η κακή διαχείριση του βιοτικού στοιχείου, η δυναμική του αζώτου) είναι σημαντικές παράμετροι που καθορίζουν την λειτουργία του οικοσυστήματος. Η εφαρμογή σχεδίου αποκατάστασης κατά την χρονική περίδιο 1995-1996 η οποία περιελάμβανε εκτροπή των λυμάτων, οδήγησε στη μείωση του φορτίου των εισρεόμενων θρεπτικών και κατά συνέπεια στη μείωση των συγκεντρώσεων των θρεπτικών και των συγκεντρώσεων της Chll-a στη λίμνη. Η συγκέντρωση των ορθοφωσφορικών μειώθηκε κατά 87%, η συγκέντρωση των νιτρικών ιόντων έπεσε κάτω από 1.20 mg/l ενώ η συνολική μείωση των ανόργανων ενώσεων του αζώτου έδειξε ασθενέστερη καθοδική τάση, κυμαινόμενη μεταξύ 0.39 και 1.24mg N/l, με μέση τιμή 0.76 mgn/l. Εντούτοις, μετά από βραχυχρόνια αποκατάσταση η ευτροφική κατάσταση της λίμνης παραμένει 8 χρόνια μετά (2004 2005), υποδηλώνοντας τη σημασία των εσωτερικών διεργασιών του εσωτερικού φορτίου και την απουσία της επίδρασης των ψαριών. Πιθανά μέτρα αποκατάστασης που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στην περίπτωση της λίμνης Παμβώτιδας, εκτός από την περαιτέρω μείωση των εξωτερικών φορτίων, αφορούν τη μείωση των ιχθυοαποθεμάτων των κυπρινοειδών, καθώς και την αφαίρεση ιζημάτων που συμβάλλουν στην αύξηση του εσωτερικού φορτίου φωσφόρου ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες. Μια τέτοια προσέγγιση πρέπει να γίνει ύστερα από προσεκτικό σχεδιασμό μιας και η Παμβώτιδα παρουσιάζει ιδιαιτερότητες (π.χ το ενδημικό είδος ψαριού Phoxinellus epiroticus) που θα 64

μπορούσαν να αποτελούν εμπόδιο σε εφαρμογή πρωτοποριακών τεχνικών αποκατάστασης. Η εργασία αυτή προσφέρει στοιχεία που υποδεικνύουν την ανάγκη μεγαλύτερης προσπάθειας αποκατάστασης στις λίμνες της Μεσογείου. Η μεθοδολογία αποκατάστασης οφείλει να λαμβάνει υπ όψιν την αλληλεπίδραση βιοτικών και αβιοτικών παραμέτρων όπως και την προβλεπόμενη εξέλιξή τους. Β.22. PAPASTERGIADOU E., KAGALOU, I., STEFANIDIS, K., RETALIS A. & I. LEONARDOS (2010): Effects of anthropogenic influences on the trophic state, land uses and aquatic vegetation in a shallow Mediterranean lake: implications for restoration. Water Resources Management 24: 415-435. Οι διακυμάνσεις της υδάτινης στάθμης θεωρούνται ως ένας σημαντικός οικολογικός παράγοντας για τη λειτουργία ενός λιμναίου οικοσυστήματος που επηρεάζει επίσης την αξία διατήρησης του. Η λίμνη Παμβώτιδα στη ΒΔ Ελλάδα είναι μια ρηχή Μεσογειακή ευτροφική λίμνη η οποία έχει αλλάξει δραστικά τα τελευταία 50 χρόνια. Χρησιμοποιήθηκε ένα σύνολο αεροφωτογραφιών που ελήφθησαν από το 1945 ως και το 1996 για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των χωρικών και χρονικών αλλαγών στις καλύψεις/χρήσεις γης, κυρίως στην επιφάνεια της λίμνης και στα οικοσυστήματα της παραλίμνιας περιοχής. Με τη χρήση Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών (GIS) διερευνήθηκαν οι διακυμάνσεις της στάθμης του νερού και οι αλλαγές στις καλύψεις/χρήσεις γης. Η σπουδαιότητα των αλλαγών της κατανομής των καλύψεων/χρήσεων γης στην Παμβώτιδα συζητείται περαιτέρω υποδεικνύοντας το ρόλο της ανθρωπογενούς επίδρασης στο ευαίσθητο οικοσύστημα που οδήγησε στη μείωση της έκτασης των ενδιαιτημάτων της λίμνης. Ο σκοπός αυτής της ανάλυσης ήταν να εξεταστούν οι μακροπρόθεσμες αλλαγές στη σύνθεση της μακροφυτικής κοινότητας, στην παρουσία των ειδών και στη σχετική αφθονία σε συνδυασμό με τις αλλαγές στην ποιότητα των υδάτων και στις διακυμάνσεις της στάθμης, χρησιμοποιώντας ιστορικά δεδομένα, αεροφωτογραφίες και τεχνικές GIS. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι για τα τελευταία 25 χρόνια οι ετήσιες διακυμάνσεις της στάθμης κυμαίνονται από 70 ως 159 cm. Το επίπεδο της στάθμης του νερού αρχίζει να ελαττώνεται στα μέσα Ιουνίου και αυξάνεται σταδιακά ξανά από το Νοέμβριο ως και το Μάρτιο-Απρίλιο. Οι διακυμάνσεις της στάθμης ανάμεσα στα έτη φαίνεται να επηρεάζονται από τη χρήση γης για αγροτική χρήση, μέσω της εντατικής άρδευσης, καθώς και από τη θερινή ξηρασία. Η δραματική μείωση της υδρόβιας βλάστησης και ιδιαίτερα της υφυδατικής είναι προφανής. Ωστόσο η μείωση αυτή δεν μπορούσε να συσχετιστεί με τις διακυμάνσεις της στάθμης πέρα ίσως από την επέκταση των καλαμώνων και της ελοφυτικής βλάστησης, η οποία φαίνεται να ανταποκρίνεται περισσότερο αποτελεσματικά σε αυξομειώσεις του υδρολογικού ισοζυγίου. Σχετικά με τις αλλαγές στις καλύψεις/χρήσεις γης, οι περισσότερο αξιοσημείωτες και σημαντικές μεταβολές αφορούν την αστική ανάπτυξη γύρω από τη λίμνη, την εξαφάνιση των υγρών λιβαδιών και την επέκταση των καλαμώνων. Η επίδραση της διακύμανσης της στάθμης στο οικοσύστημα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο αφού φαίνεται πως εντείνει το φαινόμενο του ευτροφισμού. Κατά τη διάρκεια της θερινής ξηρασίας εκτεθειμένα ιζήματα σε υψηλές θερμοκρασίες συμβάλλουν σε μεγαλύτερο 65

βαθμό στην απελευθέρωση δεσμευμένου φωσφόρου κατά την περίοδο επαναπλημμυρισμού. Επιπλέον, λίμνες με έντονη εποχική διακύμανση φαίνεται πως λειτουργούν ως αποδέκτες φωσφόρου το χειμώνα που οι εισρροές είναι έντονες, ενώ κατά το καλοκαίρι τα αποθέματα φωσφόρου αυξάνονται λόγω εσωτερικών διεργασιών. Τέλος, φαίνεται πως το ισοζύγιο του νερού της λίμνης, καθώς και οι αποκρίσεις σημαντικών παραμέτρων του ευτροφισμού επηρεάζονται από τις υδρολογικές μεταβολές. *Β.23. Lengyel S., Déri E., Varga Z., Horváth R., Tóthmérész B., Henry P-Y., Kobler A., Kutnar L., Babij V., Seliskar A., Christia C., Papastergiadou E., Gruber B., Henle K. 2008. Habitat monitoring in Europe: a description of current practices. Biodivers Conserv 17: 3327 3339. Η παρακολούθηση της βιοποικιλότητας στο επίπεδο των τύπων οικοτόπων γίνεται όλο και περισσότερο επιτακτική. Στην παρούσα εργασία περιγράφονται οι τρέχουσες πρακτικές για την παρακολούθηση των τύπων οικοτόπων οι οποίες βασίζονται σε 150 «σχήματα» παρακολούθησης σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τα περισσότερα σχήματα παρακολούθησης άρχισαν τη λειτουργία τους μετά το 1990 με σκοπό να ανταποκριθούν στις Οδηγίες για τη Φύση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις δράσεις διαχείρισης των οικοτόπων και στις ενέργειες που απαιτούνται για την αποκατάστασή τους. Η χρηματοδότησή τους προέρχεται κυρίως από Ευρωπαϊκές ή Εθνικές πηγές. Τα σχήματα παρακολούθησης ελέγχουν συνήθως και τη χωρική κατανομή και την ποιότητα των οικοτόπων, και συλλέγουν συχνά δεδομένα που αφορούν τόσο τις περιβαλλοντικές παραμέτρους, όσο και τις πιθανές αιτίες των μεταβολών στη δομή και τη σύνθεση των τύπων οικοτόπων. Πολλά σχήματα παρακολούθησης έχουν μάλλον τοπική ή περιφερειακή δράση, παρά εθνική ή διεθνή. Ο σχεδιασμός της δειγματοληψίας τους ποικίλλει πολύ τόσο στις χωρικές όσο και στις χρονικές κλίμακες. Ο πειραματικός σχεδιασμός χρησιμοποιείται περίπου στα μισά από τα σχήματα παρακολούθησης, εντούτοις, τα δεδομένα τους αναλύονται σπάνια με προηγμένες στατιστικές επεξεργασίες. Τα περισσότερα σχήματα παρακολούθησης απαιτούν δύο ανθρωπομήνες ή λιγότερους ετησίως στο ανθρώπινο δυναμικό τους και οργανώνονται κυρίως με ειδικούς επιστήμονες και σε μικρότερο βαθμό σε εθελοντές. Οι κατ' εκτίμηση αμοιβές συν τις δαπάνες πειραματικού εξοπλισμού υπολογίζονται κατά μέσο όρο περί τις 650.000 ετησίως, ανά σχήμα παρακολούθησης, και συνολικά ανέρχονται περίπου στα 80 εκατομμύρια ετησίως. Οι δαπάνες είναι ιδιαίτερα υψηλές τόσο για τα σχήματα παρακολούθησης που δημιουργήθηκαν βασιζόμενα στο Ευρωπαϊκό ή Διεθνές Δίκαιο όσο και για τα σχήματα παρακολούθησης που χρηματοδοτούνται από Ευρωπαϊκές ή Εθνικές πηγές. Οι δαπάνες είναι επίσης υψηλές και στα σχήματα παρακολούθησης στα οποία οι περιοχές δειγματοληψίας επιλέγονται μάλλον υποκειμενικά παρά βασίζονται στη θεωρία δειγματοληψίας, καθώς και στα σχήματα παρακολούθησης τα οποία δεν χρησιμοποιούν εργασία πεδίου για τη χαρτογράφηση 66

ή τεχνικές τηλεπισκόπησης για την απεικόνιση των χωρικών μεταβολών των οικοτόπων. Η έρευνά μας καταδεικνύει τις ελπιδοφόρες εξελίξεις στην παρακολούθηση των τύπων οικοτόπων στον Ευρωπαϊκό χώρο, αλλά επίσης υπογραμμίζει την ανάγκη για καλύτερη χωρική κάλυψη, την τεκμηρίωση της χωρικής διακύμανσης, το βελτιωμένο σχεδιασμό της δειγματοληψίας, και την προηγμένη στατιστική ανάλυση των δεδομένων. Τέτοιες βελτιώσεις είναι ουσιαστικές για να σημειώσουμε ουσιαστική πρόοδο, έτσι ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι της Ευρωπαικής Επιτροπής για τη βιοποικιλότητα ως το 2010. *Β.24. Schmeller DS, Henry P-Y, Julliard R, Clobert J, Gruber B, Dziock F, Lengyel S, Nowicki P, Déri E, Budrys E, Kull T, Tali K, Bauch B, Settele J, van Swaay C, Kobler A, Babij V, Papastergiadou E, Henle K. 2009. Advantages of volunteer - based biodiversity monitoring in Europe. Conserv Biol 23(2): 307-316. Τα ισχυρά και αμερόληπτα συστήματα για την παρακολούθηση της βιοποικιλότητας, είναι απαραίτητα αφενός μεν για την τεκμηρίωση των αλλαγών στα φυσικά οικοσυστήματα που είναι αποτέλεσμα των συνεπειών των περιβαλλοντικών πολιτικών και αφετέρου για τους φορείς χάραξης πολιτικής, Γενικά, οι δραστηριότητες παρακολούθησης της βιοποικιλότητας δεν είναι ενσωματωμένες ή αξιολογημένες σε μεγάλες γεωγραφικές περιοχές. Το ερευνητικό πρόγραμμα EuMon- FP6 πραγματοποίησε την πρώτη μεγάλης κλίμακας αξιολόγηση των πρακτικών παρακολούθησης στην Ευρώπη μέσω ενός ερωτηματολογίου στο διαδίκτυο και έχει υποβάλλει αναφορές στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας. Τον Σεπτέμβριο του 2007 το πρόγραμμα EuMon είχε τεκμηριώσει 395 σχήματα παρακολούθησης για τα είδη, τα οποία αντιπροσωπεύουν ένα συνολικό ετήσιο κόστος περίπου 4 εκατομμύρια, εμπλέκοντας περισσότερα από 46.000 άτομα που αφιερώνουν πάνω από 148.000 ανθρωποημέρες ανά έτος σε δραστηριότητες παρακολούθησης της βιοποικιλότητας. Στην παρούσα εργασία εστιάσαμε στην ανάλυση των διαφορών των πρακτικών παρακολούθησης σε ένα σύνολο ταξινομικών ομάδων (φυτά, πουλιά, αμφίβια και ερπετά, θηλαστικά, πεταλούδες, και άλλα έντομα) και σε 5 ευρωπαϊκές χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Ουγγαρία, Λιθουανία, και Πολωνία). Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι η συνολική προσπάθεια δειγματοληψίας ενός σχήματος συνδέεται με το ποσοστό των εθελοντών που συμμετέχουν σ αυτό το σχήμα. Επειδή η ακρίβεια αποτελεί συνάρτηση του αριθμού των περιοχών παρακολούθησης και ο αριθμός των περιοχών παρακολούθησης μεγιστοποιείται με τη συμμετοχή εθελοντών, τα αποτελέσματά μας δεν υποστηρίζουν την κοινή πεποίθηση ότι τα σχήματα που βασίζονται στον εθελοντισμό είναι πάρα πολύ θορυβώδη για να είναι αποτελεσματικά στο επίπεδο των πληροφοριών. Στην παρούσα εργασία με βάση τα αποτελέσματα της καταγραφής σε Ευρωπαικό επίπεδο τεκμηριώνεται ότι τα σχήματα που βασίζονται στον εθελοντισμό παρέχουν αξιόπιστα στοιχεία, όταν βασίζονται σε καλά σχεδιασμένες καταγραφές και μεθόδους ανάλυσης των δεδομένων τους, και συνεπώς μπορούν να παράγουν 67

αμερόληπτα αποτελέσματα. Η ποιότητα των στοιχείων που συλλέγονται από τους εθελοντές είναι πιθανότερο να καθορίζεται από το πρωτόκολλο καταγραφής, την αναλυτική μεθοδολογία, και τις δεξιότητες επικοινωνίας μέσα στα σχήματα παρά από την εθελοντική συμμετοχή ανά σχήμα. *Β.25. Moss B., Hering D., Green A., Adoud A., Becares E., Beklioglu M., Bennion H., Boix D., Brucet S., Carvalho L., Clement B., Davidson T., Declerck S., Dobson M., van Donk E., Dudley B., Feuchtmayr H., Friberg N., Grenouillet G., Hillebrand H., Hobaek A., Irvine K., Jeppesen E., Johnson R., Jones I., Kernan M., Lauridsen T., Manca M., Meerhof M., Olafsson J., Ormerod S., Papastergiadou E., Penning E., Ptacnik R., Quintana X., Sandin L., Seferlis M., Simpson G., Trigal C., Verdonschot P., Verschoor A., Weyhenmeyer G. 2009. Climate change and the future of freshwater biodiversity in Europe: a primer for policy-makers. Freshwater reviews 2: 103-130. Το κλίμα της γης αλλάζει, και μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα στην Ευρώπη, οι μέσες θερμοκρασίες είναι πιθανό να έχουν αυξηθεί τουλάχιστον 2 C, και πιθανότερα 4 C, με αντίστοιχα αποτελέσματα στην ένταση της βροχόπτωσης και της συχνότητας των ακραίων καιρικών φαινομένων. Η προσοχή στο στρατηγικό σχεδιασμό της πολιτικής εστιάζεται κυρίως στο πώς να ελαχιστοποιηθεί η αλλαγή, πώς να μετριαστούν τα αποτελέσματά της, πώς να διατηρηθούν οι φυσικοί πόροι από τους οποίους εξαρτώνται οι κοινωνίες και πώς να προσαρμοστούν οι ανθρώπινες κοινωνίες στις αλλαγές. Τα φυσικά συστήματα φαίνεται ακόμα ότι υπόκεινται στην προσαρμοστική διαχείριση και τη βιοποικιλότητα, η οποία είναι συνήθως αντιληπτή ως η αφθονία των φυτικών και των ζωικών κοινοτήτων των σπονδυλωτών, στα οποία εστιάζεται συχνότερα ο στρατηγικός σχεδιασμός. Στην παρούσα εργασία υποστηρίζεται ότι η πρόβλεψη των ιδιαίτερων αλλαγών των ειδών μορεί να είναι δυνατή μόνο σε λίγες περιπτώσεις. Αντίθετα είναι εφαρμόσιμη η πρόβλεψη των τάσεων στη δομή και τη λειτουργία τεσσάρων κατηγοριών οικοσυστημάτων του γλυκού νερού (ποταμοί διάβρωσης, ποταμοί των πλημμυρικών πεδιάδων με αποθέσεις, ρηχές λίμνες και βαθιές λίμνες) σε τρεις ευρείες γεωγραφικές ζώνες της Ευρώπης (Μεσογειακή, Κεντρική και Αρκτική - Βόρεια). Η διατήρηση και η αποκατάσταση των οικολογικών δομών και των λειτουργιών των υδάτινων συστημάτων είναι απαραίτητη και θα συμβάλλει ουσιαστικά στην αποκατάσταση των διαφόρων επιπέδων βιοποικιλότητας των ειδών. Στην παρούσα εργασία περιγράφονται τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα αυτών των οικοσυστημάτων κάτω από ανεπηρέαστες συνθήκες, η οικολογική τους κατάσταση κάτω από τις τρέχουσες ανθρώπινες επιδράσεις, οι τάσεις μεταβολής της οικολογικής κατάστασης με μια αύξηση της θερμοκρασίας από 2 C ως 4 C, καθώς και το τι θα μπορούσε να γίνει για να μετριαστούν αυτές οι επιδράσεις. Τα αποτελέσματα της παρούσας εργασίας τα οποία βασίζονται σε μια εκτεταμένη βιβλιογραφία και χρησιμοποιούν την κρίση των ειδικών σε Ευρωπαικό επίπεδο, θα συμβάλλουν περαιτέρω στην καλύτερη κατανόηση των μηχανισμών των υδάτινων συστημάτων, στην ορθολογική διαχείριση, καθώς και στην ευρεία χάραξη πολιτικής. 68