Ο δείκτης μη: άρνηση ή συμπληρωματικός δείκτης;

Σχετικά έγγραφα
Κεφάλαιο 8. Αριστερή περιφέρεια ΙΙ: ερωτήσεις και Ā-εξαρτήσεις

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΤΑΣΗ. Η οργανωμένη ομάδα λέξεων που εκφράζει μόνο ένα νόημα, με σύντομη συνήθως διατύπωση, λέγεται πρόταση.

ΓΛΩ 386 Ζητηματα Νεοελληνικής Σύνταξης

ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑ 13 (2001) Η ΑΡΝΗΣΗ ΣΤΙΣ ΜΙΚΡΕΣ ΠΡΟΤΑΣΙΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ ΣΥΛΑ ΚΛΕΙΔΗ & ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΤΣΟΚΟΓΛΟΥ. 0. Εισαγωγή

[+εαυτό / +Α] Αναφορικές εκφράσεις: δεδομένα από τα Νέα Ελληνικά. Brian D. Joseph Πανεπιστήμιο της Πολιτείας του Οχάιο

Δείκτες εισαγωγής συμπληρωματικών προτάσεων στη Νέα Ελληνική ως Γ2: πειραματική προσέγγιση με ρωσόφωνους μαθητές

«Η τροπικότητα στην Νέα Ελληνική» Ανάλυση βάσει του Επικοινωνιακού Δοµολειτουργικού Προτύπου

Κεφάλαιο 2. Συντακτικές κατηγορίες

Ερωτηματικές προτάσεις. Ερωτηματικές λέγονται οι προτάσεις που στον προφορικό λόγο συνοδεύονται από ανέβασμα της φωνής και στο γραπτό με ερωτηματικό.

Ερωτηματικές προτάσεις ( Μέρος 2 ο )

Ιδιαιτερότητες και δυσκολίες στη διδακτική της ελληνικής: η άρνηση

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΑΝΑΜΟΡΦΩΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΗΜΑΤΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Β ΤΑΞΗ (Σ. Καρύπη, Μ. Χατζοπούλου) Ι.Ε.Π. 2018

5. Γενικά συμπεράσματα σχόλια ανοικτά ερωτήματα

Οι σύνθετες προτάσεις αποτελούνται από δύο ή περισσότερες απλές προτάσεις που συνδέονται μεταξύ τους με συνδετικά στοιχεία.

Κεφάλαιο 3. Από τη λέξη στη φράση: φραστική δομή

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ Ο. ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΝΟΥ

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΘ. ΚΡΟΝΤΣΟΥ ΘΕΜΑ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ-ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΦΑΝΙΔΗΣ

3ο Κεφάλαιο: Η Δομή των Φράσεων και η Πρόταση

ΕΝΟΤΗΤΑ Γ. Κατηγορίες (Μέρη του Λόγου)

Ενότητες Α και Β (Α' Μέρος). Από τη γραμμικότητα στη συστατικότητα. Δομή και συστατικότητα. Δομικοί κανόνες.

Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΦΩΝΗΤΙΚΗ-ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ (Ι)

International Conference of Greek Linguistics. the 10th. DEMOCRITUS UNIVERSITY of THRACE

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι. Μορφολογία

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ. Γραμματική της Νέας Ελληνικής

ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΘΥ ΣΤΟΝ ΠΛΑΓΙΟ ΛΟΓΟ

ΤΕΧΝΟΓΛΩΣΣΙΑ VIII ΛΟΓΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: ΜΑΪΣΤΡΟΣ ΓΙΑΝΗΣ, ΠΑΠΑΚΙΤΣΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΣΚΗΣΗ: ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΕΚΦΡΑΣΕΩΝ (Β )

8 η Ενότητα. Κατάκτηση του σημασιολογικού τομέα

8. Η γλώσσα ως κώδικας επικοινωνίας

Με την προσδοκία ότι το βιβλίο αυτό θα αποβεί χρήσιμο σε μαθητές και συναδέλφους φιλολόγους, εύχομαι καλή επιτυχία στο έργο τους.

ΕΙΔΗ ΔΕΥΤΕΡΕΥOΥΣΩΝ ΠΡOΤΑΣΕΩΝ Τη θεωρία της ύλης θα τη βρείτε: Βιβλίο μαθητή σελ και Βιβλίο Γραμματικής σελ

Για κάθε φάση του σχεδίου διδασκαλίας προτείνονται δύο στάδια δραστηριοτήτων:

ΦΟΡΜΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ. 1) Στάση του μαθητή/τριας κατά τη διάρκεια του μαθήματος: Δεν την κατέχει. Την κατέχει μερικώς. επαρκώς

Holton, D., P. Mackridge & E. Φιλιππάκη-Warburton. Γραμματική της ελληνικής γλώσσας.


HY118-Διακριτά Μαθηματικά

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ -

Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ-ΓΛΩΣΣΑ *ΘΕΩΡΙΑ

Μοντέλα γλωσσικής επεξεργασίας: σύνταξη

Διακριτά Μαθηματικά ΙΙ Χρήστος Νομικός Τμήμα Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 2018 Χρήστος Νομικός ( Τμήμα Μηχανικών Η/Υ Διακριτά

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

2 Composition. Invertible Mappings

ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ Βασίλης Αναστασίου

Ενότητα 2 η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

2. ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΝΓ

Homomorphism in Intuitionistic Fuzzy Automata

Η ρηματική όψη στη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας

4. Ο,τιδήποτε δεν ορίζεται με βάση τα (1) (3) δεν είναι προτασιακός τύπος.

ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. 1 η ΕΝΟΤΗΤΑ Οι πρώτες μέρες σε ένα νέο σχολείο

ΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ

Κεφάλαιο 5. Γραμματικές λειτουργίες και (κενά) ορίσματα

Proceedings of the ICGL12 Πρακτικά του ICGL12

Χρήστος Κλαίρης - Γεώργιος Μπαμπινιώτης. Γραμματική της Νέας Ελληνικής. Δομολειτουργική - Επικοινωνιακή.

Θέµατα Μορφολογίας της Νέας Ελληνικής Ι. Κώστας Δ. Ντίνας Πανεπιστήµιο Δυτικής Μακεδονίας

ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΟΣ ΛΟΓΙΣΜΟΣ Ι

Ο ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΘΥ ΣΕ ΠΛΑΓΙΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΛΑΓΙΟ ΣΤΟΝ ΕΥΘΥ

Υπολογιστικά & Διακριτά Μαθηματικά

::: Τα σημεία στίξης :::..

Η πρόταση. Πρόταση λέγεται ένα σύντομο κομμάτι του λόγου, που περιλαμβάνει μια σειρά από λέξεις με ένα τουλάχιστον ρήμα και έχει ολοκληρωμένο νόημα.

Σταυρούλα Τσιπλάκου Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου

Υποθετικές προτάσεις και λογική αλήθεια


ΑΝΣΩΝΤΜΙΕ Είναι κλιτές λέξεις που αντικαθιστούν ονοματικές φράσεις και κάνουν την ίδια «δουλειά» με αυτές.

K15 Ψηφιακή Λογική Σχεδίαση 6: Λογικές πύλες και λογικά κυκλώματα

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΑΡΘΡΑ. Μικρές λέξεις που μπαίνουν μπροστά από ουσιαστικά, επίθετα, τις κλιτές μετοχές και ορισμένες αντωνυμίες. ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ

K15 Ψηφιακή Λογική Σχεδίαση 4+5: Άλγεβρα Boole

Διάγραμμα Μαθήματος. Σελίδα1 5

Διάγραμμα Μαθήματος. Σελίδα1 5

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΣ

Holton, D., P. Mackridge & E. Φιλιππάκη-Warburton. Greek: An Essential Grammar of the Modern Language.

Στάσεις σπουδαστών με Γ1 την Τουρκική προς τη γραμματική της Νέας Ελληνικής και η διδασκαλία αυτής ως ΞΓ

Λογισμικό για την εκμάθηση της Ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας στα μειονοτικά σχολεία της Θράκης

Μελέτη και συντακτική ανάλυση των πουσυμπληρωματικών. πλαίσιο της LFG. Μία προσέγγιση με βάση το «χρόνο». Κωλέττη Ερασμία

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΣ

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

Αρχαία Ελληνικ ή Γλώσσα. ο:3ο Γυμνάσιο Καρδίτσας

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2007 ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΥΠΟΤΡΟΦΩΝ ΚΑΘΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΑΤΑΛΑ Α ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Κατερίνα Κωνστάντζου

Λέξεις, φράσεις και προτάσεις

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ Χ --Η ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΡΦ, ΠΡΦ, ΕΦ, ΟΦ

PRAGMATIQUE ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Αγγελική Αλεξοπούλου

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ -

Γ μέρος. 7. Ανάλυση των αποτελεσμάτων σε κύρια θέματα γραμματικής

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ. Opinion Mining

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

Κατηγορηματικός Λογισμός (ΗR Κεφάλαιο )

Εισαγωγή στη Γλωσσολογία Ι

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΑΠΡΟΣΩΠΗ ΣΥΝΤΑΞΗ. α. απρόσωπου ρήματος δηλ. ενός ρήματος στο γ' ενικό πρόσωπο

K15 Ψηφιακή Λογική Σχεδίαση 7-8: Ανάλυση και σύνθεση συνδυαστικών λογικών κυκλωμάτων

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ. Λογική. Δημήτρης Πλεξουσάκης

Το Ελληνικό Βλέμμα Revista de Estudos Helênicos da UERJ no.4 ISSN Separata Athanásios Michális Universidade de Atenas

Γιώργος Καρανάσιος ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Γλωσσικές ασκήσεις. Με ανθολόγηση κειμένων

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ. Η σύνταξη μιας πρότασης

Transcript:

Α. Ρούσσου Ο δείκτης μη: άρνηση ή συμπληρωματικός δείκτης; Abstract In this paper we consider the properties of the element mi in Modern Greek, as a negator, a question particle, and a complementizer. It is argued that there is a single mi which is the equivalent of an indefinite pronoun, with the properties of a polarity item. It occurs in contexts where alternative propositions or properties are introduced, such as matrix and embedded questions (selected by certain predicates). The negative reading is attributed to the presence of focus in the relevant environments. As a negator then under focus, the alternatives take the form of opposition. 1. Οι δείκτες μη και δεν στην ελληνική Η νέα ελληνική διαθέτει δύο δείκτες προτασιακής άρνηση, το δεν και το μη. Σύμφωνα με τις σύγχρονες γραμματικές (Holton, Μackridge & Philippaki-Warburton 1997 Κλαίρης & Μπαμπινιώτης 2005), η επιλογή τού ενός έναντι του άλλου έχει να κάνει με την τροπικότητα της πρότασης. O Βελούδης (2005) αναλύει το δεν ως άρνηση κρίσεως, και το μη ως άρνηση επιθυμίας, όπως φαίνεται παρακάτω: [1] α. Δεν έφυγε / Δε θα έρθει. β. Να μη φύγουμε / Ας μη φύγουμε / Μη φύγουμε. Η θέση της άρνησης σχετίζεται και με την κατανομή των λεγόμενων τροπικών μορίων όπως είναι τα θα, να και ας. Ειδικότερα, το δεν προηγείται του θα, ενώ το μη έπεται των να και ας. Αντίστοιχα τα να και ας συντάσσονται μόνο με άρνηση μη και το θα μόνο με άρνηση δεν. Στο πλαίσιο αυτό και λαμβάνοντας υπόψη τη σχέση που έχουν οι εν λόγω δείκτες άρνησης με την έκφραση της τροπικότητας, η Roussou (2000) προτείνει την προβολή της Φράσης Άρνησης (NegP), ανάμεσα στις δύο προβολές του Συμπληρωματικού Δείκτη (Complementizer, ΣΔ), όπως στο [2]. Το C Op χαρακτηρίζει το είδος της πρότασης (Operator), ενώ το C M την τροπικότητα της πρότασης (Modality). Οι προβολές αυτές, κατά μία έννοια, αντιστοιχούν στις θέσεις Force και Fin(iteness) του Rizzi (1997). [2] [C Op [Neg δεν/μην [C M [I.]]]] Όταν το μη είναι παρόν, τα μόρια να/ας συγχωνεύονται απευθείας στην υψηλότερη κεφαλή του ΣΔ, καθώς το μη συμφωνεί με τη χαμηλότερη κεφαλή του ΣΔ ως προς την τροπικότητα. Η θέση του θα δεν επηρεάζεται, αφού σε κάθε [ 490 ]

Ο δείκτης μη: άρνηση Ή συμπληρωματικός δείκτης; περίπτωση συγχωνεύεται στον χαμηλότερο ΣΔ ανεξάρτητα από την παρουσία ή όχι του δεν. Ο δείκτης μη συμπεριφέρεται με τρόπο παρόμοιο προς τα τροπικά μόρια που αναφέραμε παραπάνω. Ειδικότερα, σχηματίζει ένα σύμπλεγμα με το ρήμα, από το οποίο διαχωρίζεται μόνο από τα κλιτικά, όπως στο [3α], ή λειτουργεί ως αναφορική άρνηση (απαγόρευση), όπως στο [3β] (βλ. Veloudis 1982). [3] α. Μη μιλάς / Μην του μιλάς / *Μη στον Κώστα μιλάς. Να μιλάς / να του μιλάς / *να στον Κώστα μιλάς. β. Μή! Να! (Δείξη) Ο δείκτης δεν έχει επίσης την ιδιότητα να σχηματίζει ένα σύμπλεγμα με το ρήμα, π.χ. δεν του μίλησα, αλλά δεν μπορεί να αντιστοιχηθεί σε εκφώνημα, π.χ. *Δεν! Οι ερμηνείες που προκύπτουν από τον συνδυασμό του μη με το ρήμα έχουν να κάνουν με τον χαρακτηρισμό του ρήματος ως προς τον χρόνο και τη ρηματική όψη: [4] α. Μη φεύγεις [ παρελθόν, συνοπτικό] β. Μη φύγεις [ παρελθόν, + συνοπτικό] γ. Μην έφευγε [+ παρελθόν, συνοπτικό] δ. Μην έφυγε [+ παρελθόν, + συνοπτικό] Η παρουσία [ παρελθοντικού] χρόνου, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό της ρηματικής όψης, δίνει ερμηνείες όπως αυτή της αποτροπής, απαγόρευσης, απευχής, που σχετίζονται με τον αποφατικό χαρακτήρα του μη. Από την άλλη, η παρουσία [+ παρελθοντικού] χρόνου, όπως στα [4γ δ], προσδίδει και άλλες ερμηνευτικές δυνατότητες. Πιο συγκεκριμένα, το [4γ] μπορεί να ερμηνευθεί ως Θα μπορούσε να μην έχει φύγει/ Είχε τη δυνατότητα να μη φύγει, με επιστημική τροπικότητα, ενώ το [4δ] μπορεί να εκφράσει ευχή ή απευχή, όπως Μακάρι να μην έφυγε (χωρίς λόγο). Επιπλέον, τα συγκεκριμένα παραδείγματα μπορούν να ερμηνευθούν ως ερωτήσεις, όπως Μην έφευγε (την ώρα που τον είδες);, Μην έφυγε (και γι αυτό δεν τον βρίσκουμε);, Σε αυτή την περίπτωση αίρεται πλήρως ο αποφατικός χαρακτήρας του μη, το οποίο συμπεριφέρεται ως ένας ερωτηματικός δείκτης που εκφράζει την απορία του ομιλητή. Στο πλαίσιο της ερώτησης, το μη μπορεί να παραφραστεί με το μήπως.1 Ανάλογη, κατά κάποιον τρόπο, είναι η παρουσία του μη σε συγκεκριμένες συμπληρωματικές προτάσεις, κυρίως μετά από ρήματα που εκφράζουν φόβο ή ανησυχία (verba timendi), όπως στο [4α]: [4] α. Φοβάμαι/ανησυχώ [μη φύγει] β. Πρόσεξε [μη σε γελάσουν]. γ. Αναρωτιέμαι [μην έφυγε]. Το μη σε αυτές τις δομές εμφανίζεται να λειτουργεί ως ένας ΣΔ. Στα [4β] και 1 Η ερωτηματική χρήση του μη είναι κατεξοχήν αντιληπτή όταν το ρήμα είναι σε παρελθοντικό χρόνο, αλλά μπορεί, κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις, να προκύψει και με μη παρελθοντικό χρόνο, π.χ. Μην είναι τάχα Χίμαιρα; (παρατίθεται στον Τζάρτζανο 1946 [1989], 203, 1). [ 491 ]

Α. Ρούσσου [4γ] παρατηρούμε ότι μπορεί να εισάγει και πλάγιες ερωτήσεις. Στο [4], το μη δεν έχει αποφατικό χαρακτήρα. Όπως και στις κύριες ερωτήσεις, έτσι και εδώ το μη μπορεί να εναλλάσσεται με το μήπως: [5] α. Μήπως έφυγε; β. Φοβάμαι/ανησυχώ [μήπως φύγει]. γ. Πρόσεξε [μήπως σε γελάσουν]. Θα δούμε στη συνέχεια ποιες είναι οι ομοιότητες και οι διαφορές του μη με το μήπως. Τέλος, το μη, σε αντίθεση με το δεν, λειτουργεί και ως λεξική άρνηση, όπως στα παρακάτω παραδείγματα: [6] μη καπνιστής, μη ειδικός, μη καθορισμένος, μη ανανέωση, Το μη επιλέγει επίθετα, ουσιαστικά (αρκεί να μην είναι συγκεκριμένα, π.χ. *μη καρέκλα), και μετοχές (Veloudis 1982 Μαρκαντωνάτου & Ταμπουρατζής 2001 Efthimiou 2008). Μια βασική διαφορά είναι ότι το μη όταν συνδυάζεται με ρήματα μπορεί να εμφανίζεται με το τελικό [-n], δηλαδή μην, όταν ακολουθεί φωνήεν ή κλειστό (μη εξακολουθητικό) σύμφωνο, δηλαδή [k], [p], [t]. Σύμφωνα με τον Joseph (2002), αυτό ισχύει κατ αναλογία με το δεν, το οποίο επίσης είναι δείκτης προτασιακής άρνησης. Αντίθετα, ο τύπος μην δεν εμφανίζεται στη λεξική χρήση ή όταν το μη αντιστοιχεί από μόνο του σε εκφώνημα, όπως στο [3β]. Η γενική εικόνα που έχουμε μέχρι στιγμής για το μη συνοψίζεται ως εξής: [7] α. μη = δείκτης άρνησης. β. μη = ερωτηματικός δείκτης (κύριες προτάσεις). γ. μη = ΣΔ (χωρίς αποφατικό περιεχόμενο). δ. μη = λεξική άρνηση. Με βάση τα παραπάνω, μια σειρά από ερωτήματα προκύπτουν. Είναι το μη δείκτης άρνησης, και αν ναι, τότε έχουμε άλλο μη στις κύριες ερωτήσεις και στις συμπληρωματικές προτάσεις; Αν έχουμε το ίδιο μόρφημα, τότε σε ποια συντακτική κατηγορία ανήκει και πώς προκύπτουν οι διαφορετικές του σημασίες; Σε αυτή την περίπτωση, η κατηγοριοποίησή του ως κεφαλή της ΑρνΦ στο [3] δεν καλύπτει την κατανομή του ως ΣΔ. Επιπλέον, δεν καλύπτει το εύρος των ερμηνειών που συνδέονται με το μη, σύμφωνα με την παρουσία του σε αποφατικές, ερωτηματικές, συμπληρωματικές προτάσεις αλλά και στον σχηματισμό λέξεων. Ο Veloudis (1982) υποστηρίζει, με βάση τη συντακτική κατανομή των αρνητικών μορίων, ότι υπάρχουν τρία διαφορετικά μη: το αποφατικό μη, που σχηματίζει αντιθετικό ζεύγος με την άρνηση δεν, το λεξικό μη, που σχηματίζει ζεύγος με το όχι (π.χ., όχι εμένα μη εμένα, Όχι! Μη!), και το ερωτηματικό μη, που εμφανίζεται στις ενδοιαστικές προτάσεις. Τα δύο τελευταία έχουν το χαρακτηριστικό ότι δεν μπορούν να έχουν τη μορφή μην (βλ. επίσης Philippaki-Warburton 1970). Από την άλλη, με βάση τις διαφορετικές ερμηνείες, οι Janda & Joseph (1999), υποστηρίζουν ότι η περίπτωση του μη (μην, μη-) αναλύεται ως ένα παρά- [ 492 ]

Ο δείκτης μη: άρνηση Ή συμπληρωματικός δείκτης; δειγμα μορφολογικού αστερισμού (morphological constellation), ένα σύνολο στοιχείων δηλαδή, που μοιράζονται μια βασική ιδιότητα, ενώ ταυτόχρονα διατηρούν την αυτοτέλειά τους, αφού δεν μπορούν να περιοριστούν σε έναν βασικό τύπο. Διακρίνουν δέκα μη, τα οποία μοιράζονται έναν κοινό τύπο (μη, πρβ. μη, μην, μη-πως, μη-τε) και μια κεντρική (core) σημασία που σχετίζεται με την άρνηση. Στην παρούσα μελέτη προτείνεται ότι υπάρχει ένα μόρφημα μη και μια βασική σημασία. Οι επιμέρους σημασίες προκύπτουν είτε συντακτικά είτε πραγματολογικά. Το γεγονός ότι το μη φορτίζεται σε κάποια περιβάλλοντα αρνητικά και σε άλλα θετικά, όπως στην περίπτωση των ερωτήσεων και των συμπληρωματικών προτάσεων, παραπέμπει σε ένα στοιχείο που έχει τα χαρακτηριστικά δείκτη πολικότητας (πρβ. Chatzopoulou 2012 2013). Το μη χαρακτηρίζεται ως το αντίστοιχο μιας αόριστης αντωνυμίας που σε συγκεκριμένες συνθήκες μπορεί να εκφράσει αρνητικό περιεχόμενο. Με αυτό τον τρόπο δίνεται και μια απάντηση στο είδος της συντακτικής κατηγορίας στην οποία ανήκει το μη, χωρίς να θεωρείται απαραίτητη η προβολή της κεφαλής της Άρνησης. 2. Οι ιδιότητες του μη ως ΣΔ Ας εξετάσουμε τώρα λίγο πιο προσεκτικά τις ιδιότητες του μη στις συμπληρωματικές προτάσεις, είτε πρόκειται για ενδοιαστικές είτε πρόκειται για μια μορφή πλάγιων ερωτήσεων. Το πρώτο βασικό χαρακτηριστικό είναι ότι σε αυτή την περίπτωση ο αρνητικός δείκτης είναι το δεν, όπως στο [8], όπου η ακολουθία μη δεν δεν οδηγεί σε διπλή άρνηση. Επιπλέον, το δεν είναι απαραίτητο για τη νομιμοποίηση ενός αρνητικού δείκτη πολικότητας (π.χ. ΚΑΝΕΝΑΣ, ΤΙΠΟΤΑ, όπου τα κεφαλαία δηλώνουν έμφαση), όπως δείχνει η αντίθεση ανάμεσα στο [8β] και στο [8γ] παρακάτω: [8] α. Φοβάμαι [μη δε γυρίσει] β. Φοβάμαι [μην καταλάβει τίποτα/*τιποτα] γ. Φοβάμαι [μη δεν καταλάβει τίποτα / ΤΙΠΟΤΑ] Όταν η δευτερεύουσα εισάγεται και με το να, τότε προκύπτουν δύο διαφορετικές ερμηνείες: [9] α. ΦΟΒΑΜΑΙ να μη φύγει. (μη = άρνηση) β. Φοβάμαι να μη ΦΥΓΕΙ. (μη άρνηση) Όπως παρατηρεί ο Βελούδης (2005), αν έχουμε έμφαση στο ρήμα της κύριας πρότασης, όπως στο [9α], τότε το μη ερμηνεύεται ως άρνηση. Αν έχουμε έμφαση στο ρήμα της δευτερεύουσας, όπως στο [9β], τότε το μη δεν ερμηνεύεται ως άρνηση (πρβ. φοβάμαι μη φύγει).2 Υπάρχει επομένως ένας συσχετισμός ανάμεσα στην αποφατική ερμηνεία του μη και στην παρουσία έμφασης. Τουλάχιστον 2 Το μη στις τελικές προτάσεις μπορεί επίσης να οδηγήσει σε αμφισημία ανάμεσα στην αποφατική και μη αποφατική χρήση, π.χ. Η γριά συγκρατιόταν μη δείξει την τρεμούλα της = για να μην δείξει/μήπως δείξει (Τζάρτζανος 1953 [1989], 282, 4, σημ. β). [ 493 ]

Α. Ρούσσου σε σχέση με τα παραπάνω παραδείγματα, όταν το μη είναι στην εμβέλεια ενός τελεστή έμφασης (Focus), τότε προκρίνεται η αποφατική ερμηνεία. Πώς εξηγείται η παρουσία του μη σε αυτά τα περιβάλλοντα; Η Θεοδωροπούλου (1999) υποστηρίζει ότι τα ρήματα φόβου εκφράζουν ουσιαστικά την επιθυμία να μην υπάρξει αναίρεση της επιθυμίας. Κατά τον Joseph (2002), η συμπληρωματική πρόταση με μη αξιολογείται αρνητικά. Τέλος, η Yoon (2010), στο πλαίσιο μιας συγκριτικής ανάλυσης, ισχυρίζεται ότι το μη λειτουργεί ως πλεοναστική άρνηση (expletive negation, EN), δηλαδή χωρίς σημασιολογικό αποφατικό περιεχόμενο. Αντίθετα, η πλεοναστική άρνηση μειώνει ή ενισχύει την προσλεκτική ισχύ της πρότασης. Σε αυτό το πλαίσιο αναλύεται ως το αντίστοιχο της υποτακτικής έγκλισης, ένας δείκτης πολικότητας που νομιμοποιείται σε μη αληθειακά (non-veridical) περιβάλλοντα. Ωστόσο, το μη δεν εμφανίζεται μόνο σε ενδοιαστικές προτάσεις αλλά μπορεί να εισαγάγει συμπληρώματα και άλλων κατηγορημάτων όπως είναι αυτά που εκφράζουν αμφιβολία, ερώτηση (γνήσια ή πλασματική) κ.ά. Σύμφωνα με τη Makri (2013), ο παραλληλισμός με την υποτακτική έγκλιση δεν υφίσταται. Ένα στοιχείο υπέρ αυτής της ανάλυσης είναι το γεγονός ότι ενώ τα συμπληρώματα με να (τα οποία θεωρούνται ως έκφραση της υποτακτικής) στα αντίστοιχα περιβάλλοντα παρουσιάζουν δεσμευμένη ή εξαρτημένη χρονική αναφορά από την κύρια πρόταση, αυτό δεν ισχύει για τα συμπληρώματα με μη: [10] α. Φοβήθηκα μη φύγει / μην έφυγε. β. Φοβήθηκα να φύγω / * να έφυγα. Η παρουσία παρελθοντικού χρόνου δεν αποκλείεται στο [10α], σε αντίθεση με το [10β]. Η Makri υποστηρίζει ότι το μη, ως πλεοναστική άρνηση, είναι δείκτης επιστημικής τροπικότητας, στηριζόμενη στο γεγονός ότι εμφανίζεται με κατηγορήματα που εισάγουν εναλλακτικές λογικές προτάσεις (alternative propositions). Για παράδειγμα, το φοβάμαι μη φύγει ο Γιάννης εκφράζει την πιθανότητα να φύγει ή να μη φύγει ο Γιάννης. Έχουμε επομένως πάνω από μία δοξαστική πιθανότητα. Ωστόσο και οι δύο εναλλακτικές προτάσεις είναι εξίσου πιθανές. Αυτό γίνεται σαφές εάν αντί για μη έχουμε ότι ή πως: φοβάμαι ότι θα φύγει ο Γιάννης (υπονοεί ως πιο πιθανό, πιο βέβαιο, ότι ο Γιάννης θα φύγει). Αυτή η διαφοροποίηση φαίνεται και με άλλα κατηγορήματα, όπως το προσέχω κτλ. Η Makri δεν εξετάζει τη σχέση ανάμεσα στο πλεοναστικό και το αποφατικό μη και αναφέρει μόνο ότι είναι ομόφωνα. Ας θεωρήσουμε ότι η παραπάνω ανάλυση είναι προς τη σωστή κατεύθυνση όσον αφορά τις ιδιότητες του ΣΔ μη. Όπως είδαμε το μη στις κύριες προτάσεις, όπως στα [4γ] και [4δ] της προηγούμενης ενότητας, μπορεί επίσης να μην είναι αποφατικό. [11] α. Μην έφυγε και δεν τον είδα; β. Αναρωτιέμαι μην έφυγε και δεν τον είδα. Αναρωτιέμαι αν έφυγε. [ 494 ]

Ο δείκτης μη: άρνηση Ή συμπληρωματικός δείκτης; Η πρόταση με το μη στο [11α] βρίσκεται στην εμβέλεια του ερωτηματικού τελεστή, κατά τρόπο ανάλογο με την πλάγια ερώτηση στο [11β], όπου η ερώτηση εισάγεται από το κύριο κατηγόρημα αναρωτιέμαι. Αν θεωρήσουμε ότι μια ερώτηση δηλώνει το σύνολο όλων των λογικών προτάσεων (propositions) που είναι δυνατές απαντήσεις στην ερώτηση αυτή, σύμφωνα με την κλασική ανάλυση του Hamblin (1958), τότε και στην περίπτωση του μη στις κύριες προτάσεις έχουμε ένα σύνολο πιθανών εκδοχών. Η ερώτηση στο [11α] διατηρεί την επιστημική τροπικότητα. Συνοπτικά, παρατηρούμε ότι το μη συνδέεται με τροπικότητα και σε συνδυασμό με την ερώτηση εισάγει ένα σύνολο εναλλακτικών προτάσεων, ή πιο συγκεκριμένα κόσμων (alternative worlds), απέναντι στις οποίες ο ομιλητής εκφράζει τη στάση του. Πριν κλείσουμε αυτή την ενότητα, θα εξετάσουμε σύντομα τη σχέση του μη με το μήπως που φαίνεται να είναι σε ελεύθερη εναλλαγή: [12] α. Φοβάμαι μήπως έφυγε. β. Αναρωτιέμαι μήπως έφυγε. γ. Μήπως έφυγε; Μορφολογικά το μήπως αποτελείται από το μη και το ερωτηματικό πώς, επομένως θα μπορούσε να θεωρηθεί μια επαυξημένη μορφή του μη. Από την άλλη, παρά τις ομοιότητες, τα δύο στοιχεία παρουσιάζουν και αρκετές διαφορές. Για παράδειγμα, το μη περιορίζεται στην αρχή της πρότασης, με πεδίο εμβέλειας σε ολόκληρη την πρόταση που ακολουθεί, ενώ το μήπως μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορα σημεία, έχοντας ως πεδίο εμβέλειας διαφορετικά συστατικά κάθε φορά: [13] α. Μη σε ξέχασε (*μη); β. Μήπως σε ξέχασε (μήπως); γ. (μήπως) ξέχασε (μήπως) τα κλειδιά του (μήπως); Επιπλέον το μη δεν μπορεί να συνδυαστεί με το θα ενώ το μήπως μπορεί. [14] α. Μήπως/*μη θα έρθεις αύριο; β. Ανησυχώ μήπως δε θα έρθει / *Ανησυχώ μη δε θα έρθει. γ. Μήπως/*μη να μου έλεγες ένα παραμύθι; (πρβ. να μη μου έλεγες ένα παραμύθι;) Όπως δείχνουν τα [14α] και [14β], η παρουσία του μη αποκλείει το θα (ή αντίστροφα), όπως ακριβώς συμβαίνει και με το αποφατικό μη. Το παράδειγμα στο [14γ] δείχνει ότι το μήπως μπορεί να προηγείται του να, ενώ κάτι τέτοιο δεν ισχύει για το μη, όπου η σειρά να-μη είναι η μόνη δυνατή. Αυτό επιβεβαιώνει ότι το μη έχει μια σταθερή θέση στην προτασιακή δομή και συγκεκριμένους περιορισμούς επιλογής. Τα παραπάνω δεδομένα δείχνουν ότι το μήπως συμπεριφέρεται ως προς την κατανομή του όπως ένα επίρρημα. Μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες θέσεις μέσα στην πρόταση, ενώ το μη ταυτίζεται κατ αποκλειστικότητα με την αριστερή περιφέρεια. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι όταν το μήπως εισάγει δευτερεύουσα πρόταση όπως στο [12α β], επίσης εμφανίζεται υποχρεωτικά [ 495 ]

Α. Ρούσσου στην αριστερή περιφέρεια, όπου καλύπτει τους επιλογικούς περιορισμούς του κατηγορήματος από το οποίο εξαρτάται. 3. Οι ιδιότητες του μη ως δείκτη άρνησης Μέχρι στιγμής είδαμε ότι η παρουσία του μη στις συμπληρωματικές προτάσεις αλλά και στις κύριες ερωτήσεις συνδέεται με τη δυνατότητα επιλογής εναλλακτικών (λογικών) προτάσεων. Όσον αφορά τη συντακτική θέση του μη, απλά θεωρήσαμε ότι πραγματώνει τη θέση του ΣΔ. Θα επανέλθουμε σε αυτό το θέμα. Ας εξετάσουμε τώρα την περίπτωση του μη έναντι του δεν. Στην παραδοσιακή λογική, η άρνηση είναι ένας αντι-αληθειακός τελεστής, καθώς αντιστρέφει την τιμή αληθείας μιας λογικής πρότασης (βλ. Giannakidou 1997). Αυτή η ιδιότητα φαίνεται να επαληθεύεται στην περίπτωση του δεν, ενώ είναι προβληματική για την περίπτωση του μη: [15] α. Δεν είδα τον Γιάννη = (είδα τον Γιάννη) β. Μη δεις τον Γιάννη (να δεις / δες τον Γιάννη) Ενώ το δεν λειτουργεί πάνω σε μια λογική πρόταση, δεν ισχύει το ίδιο για το μη. Στο [15β] έχουμε ουσιαστικά την άρνηση μιας προστακτικής (προσταγή, παράκληση, απαγόρευση). Σε αντίθεση με τις αποφαντικές προτάσεις (declaratives), στις προστακτικές (ανεξάρτητα από τη μορφοσυντακτική τους πραγμάτωση), δεν υπάρχει κάποια λογική πρόταση της οποίας η τιμή αληθείας να αντιστρέφεται. Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι, στις κλασικές αναλύσεις (βλ. Horn 1989, κεφ. 1), η άρνηση ερμηνεύεται ως αντιφατική (contradictory) ή αντιθετική (contrary), ακολουθώντας τη βασική αριστοτελική διάκριση. Και οι δύο περιπτώσεις βασίζονται στην έννοια της αντωνυμίας (opposition) μεταξύ δύο καταστάσεων. Σε αυτό τον βαθμό, η δυνατότητα εναλλαγής (alternatives) φέρνει την άρνηση στο ίδιο περίπου επίπεδο με τις ερωτήσεις. Επομένως, η άρνηση εισάγει μια αντιφατική ή αντιθετική σχέση, ανάμεσα σε αυτό που ισχύει και σε αυτό που δεν ισχύει σε σχέση πάντα με τον ισχυρισμό (assertion) που εισάγει η καταφατική πρόταση (Lyons 1977, κεφ. 16). Στην περίπτωση της προστακτικής, υπάρχει επιπλέον ο τροπικός τελεστής, ο οποίος επηρεάζει την τιμή αληθείας της πρότασης. Πιο συγκεκριμένα, το περιεχόμενο της πρότασης δεν μπορεί να πάρει τιμή αληθείας και η ερμηνεία του (πιθανότητα, αναγκαιότητα) καθορίζεται από τον τροπικό τελεστή. Με αυτό τον τρόπο η άρνηση βρίσκεται άμεσα υπό την εμβέλεια αυτού του τελεστή, και δεν μπορεί να συσχετιστεί με κάποιον ισχυρισμό.3 H Zanuttini (2008) υποστηρίζει ότι οι προστακτικές (στις διάφορες ερμηνείες τους) έχουν στην αριστερή περιφέρεια έναν τελεστή λάμδα (λ-operator) που λειτουργεί πάνω στο υποκείμενο και μετατρέπει τη λογική πρόταση (υποκείμενο κατηγόρημα) σε ιδιότητα (property) (σε αυτό οφείλεται και το γεγονός ότι 3 Σύμφωνα με τον Lyons (1977, 774), η ερμηνεία μπορεί να είναι η άρνηση της τροπικότητας ( I say so let it not be that p ) ή η άρνηση της λογικής πρότασης ( I say so let it be that not p). [ 496 ]

Ο δείκτης μη: άρνηση Ή συμπληρωματικός δείκτης; το υποκείμενο της προστακτικής σχετίζεται άμεσα με το περικείμενο). Ας δούμε λίγο τι σημαίνει αυτή η ανάλυση για τα δεδομένα μας, σε μια πρόταση όπως Μη βλέπεις τον Γιάννη. Η ακολουθία βλέπεις τον Γιάννη μας δίνει τη συντακτική πληροφορία ότι υπάρχει ένα κατηγόρημα και ένα υποκείμενο, το οποίο δηλώνεται μέσα από τη ρηματική κατάληξη. Επομένως η Αρχή της Διευρυμένης Προβολής (Chomsky 1982) που επιβάλλει κάθε πρόταση να έχει ένα (συντακτικό) υποκείμενο ικανοποιείται. Αν η άρνηση ήταν δεν (δεν βλέπεις τον Γιάννη), θα είχαμε αντιστροφή της τιμής αληθείας. Αντίθετα, η παρουσία ενός τροπικού μορίου, όπως τα να/ας ή το μη, ανοίγει τη λογική πρόταση, δημιουργώντας μια μεταβλητή, και τη μετατρέπει σε ιδιότητα (property). Το μη διαφοροποιείται από τα να/ας, καθώς εισάγει αντίθεση ανάμεσα στο Βλέπε τον Γιάννη και Μη βλέπεις τον Γιάννη. Η ίδια έννοια της αντίθεσης προκύπτει και σε επίπεδο λεξικής άρνησης. Σύμφωνα με την Efthimiou (2008), το μη κατασκευάζει κατηγορήματα, επιλέγοντας ένα ουσιαστικό, επίθετο ή μετοχή δεν αρνείται την ύπαρξη μιας οντότητας, όπως κάνει το στερητικό α- (π.χ. ανίκανος), το οποίο δηλώνει την απουσία μιας οντότητας, κατάστασης ή ιδιότητας, αλλά εισάγει την αντίθεση μεταξύ δύο οντοτήτων (βλ. επίσης Κλαίρης & Μπαμπινιώτης 2005, 375). Επομένως στα παρακάτω παραδείγματα, έχουμε την εξής αντίθεση, σε σχέση με τα μέλη των αντίστοιχων συνόλων: [16] καπνιστής = το x που έχει την ιδιότητα να καπνίζει μη καπνιστής = το x που έχει την ιδιότητα να μην καπνίζει Σε λεξικό επίπεδο λοιπόν, το μη σχηματίζει κατηγορήματα που εκφράζουν αντίθεση, ή αλλιώς εναλλακτικά σύνολα ιδιοτήτων. Αν αυτή είναι η σημασία του μη στον σχηματισμό λέξεων, τότε τόσο το ερωτηματικό /ΣΔ μη όσο και το αποφατικό έχουν ως κοινό σημείο το ότι εισάγουν εναλλαγές, σε επίπεδο προτάσεων (ΣΔ, ερωτηματικός δείκτης), ή ιδιοτήτων (προστακτικές, λεξικός σχηματισμός). Παρόλο που η επιλογή ανάμεσα σε εναλλακτικές προτάσεις/ιδιότητες υπάρχει σε όλες τις παρουσίες του μη, ο αποφατικός χαρακτήρας με την έννοια της αντίθεσης υπάρχει μόνο στις προστακτικές και στους λεξικούς σχηματισμούς. Όπως είδαμε, στο ερωτηματικό μη οι διαφορετικές εκδοχές εμφανίζονται ως εξίσου πιθανές. Ωστόσο το αποφατικό μη φαίνεται να αποκλείει κάποια εκδοχή. Το ερώτημα επομένως είναι πώς προκύπτει αυτή η διαφοροποίηση. Στην παρούσα ανάλυση, θα εστιάσουμε μόνο στο μη, αφήνοντας ανοιχτές τις πιθανές συνέπειες για το δεν. Η ιεράρχηση των πιθανών εναλλαγών στο αποφατικό μη, παραπέμπει στην περίπτωση της έμφασης (focus). Σύμφωνα με τον Rooth (1985 1992), η έμφαση δημιουργεί ένα πεδίο εμβέλειας μέσα στο οποίο δεσμεύεται μια μεταβλητή, όπως παρακάτω: [17] α. Ο Γιάννης είδε [τη Μαρία] F (F = Focus) β. Ο Γιάννης είδε x, όπου x = τη Μαρία Η έμφαση στο αντικείμενο εισάγει μια μεταβλητή, η οποία παίρνει μία και μο- [ 497 ]

Α. Ρούσσου ναδική τιμή τη Μαρία και αποκλείει άλλες δυνατές τιμές. Αυτό ισχύει τόσο στην περίπτωση που η έμφαση αφορά νέα πληροφορία (identificational) όσο και στην περίπτωση που αφορά αντιδιαστολή (contrastive) (βλ. Kiss 1998;) για τη διαφοροποίηση μεταξύ των δύο). Ο αποκλεισμός εναλλακτικών τιμών από ένα σύνολο οντοτήτων είναι αρκετά σαφής όταν η έμφαση συνοδεύεται από τον προσδιορισμό μόνο (only), όπως Ο Γιάννης είδε μόνο τη Μαρία (John saw only Mary). Σύμφωνα με τους Fox & Katzir (2011), το only λογικά συνεπάγεται την άρνηση (αποκλεισμό, μέσω της αντίθεσης) άλλων εναλλακτικών. Με βάση τα παραπάνω μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η βασική (core) σημασία του μη είναι η δημιουργία εναλλακτικών προτάσεων/ιδιοτήτων. Αυτό εξηγεί την παρουσία του σε όλα τα περιβάλλοντα που έχουμε δει μέχρι στιγμής. Ωστόσο ο αποφατικός του χαρακτήρας ( άρνηση ) προκύπτει από την παρουσία έμφασης, η οποία δημιουργεί την αντίθεση και οδηγεί στον αποκλεισμό (ή όχι) άλλων εναλλακτικών. Κατά συνέπεια, η άρνηση δεν αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό του μη, αλλά καθορίζεται από το (μορφο-)συντακτικό περιβάλλον. Κάτι ανάλογο παρατηρείται και με τις αόριστες αντωνυμίες κανένας, τίποτα που λειτουργούν ως δείκτες πολικότητας: [18] α. Ο Γιάννης δεν είδε κανέναν/κανεναν. β. Είδε κανέναν/*κανεναν ο Γιάννης; γ. *Ο Γιάννης είδε κανέναν/κανεναν. δ. ΚΑΝΕΝΑΣ / *κανένας. Η παρουσία της άρνησης δεν στο [18α], όπως και της ερώτησης στο [18β], δημιουργεί το περιβάλλον μέσα στο οποίο μπορεί να εμφανιστεί η αντωνυμία κανέναν, σε αντίθεση με το [18γ] (βλ. ενδεικτικά Veloudis 1982 Tsimpli & Roussou 1996 Giannakidou 1997). Ωστόσο η άρνηση από μόνη της δεν επαρκεί για να προσδώσει αρνητικό περιεχόμενο στο κανέναν. Η μετατροπή της αόριστης αντωνυμίας σε αρνητικό (καθολικό) ποσοδείκτη επιτυγχάνεται μέσω της έμφασης. Σε αυτό συνηγορεί και το παράδειγμα στο [18δ], όπου η ελλειπτική πρόταση έχει αρνητική ερμηνεία μόνο όταν φέρει έμφαση, παρά την απουσία της άρνησης. Τέλος, σε αυτή την προσέγγιση συνηγορεί και η διαχρονική εξέλιξη των δεικτών της άρνησης. Όπως παρατηρούν οι Kiparsky & Condoravdi (2006), ένα βασικό στοιχείο στη δημιουργία αρνητικών εκφράσεων είναι η παρουσία έμφασης είτε σε φωνολογικό (επιτονισμός) είτε σε μορφο-συντακτικό (μόρια, επιρρήματα) επίπεδο. Η διαχρονική εξέλιξη του δεν από τον αρνητικό ποσοδείκτη οὐδέν, έναν σύνθετο μορφολογικά τύπο που περιέχει άρνηση οὐ, το εμφατικό δε και το αόριστο ἕν, είναι ένα παράδειγμα αυτού του είδους. 4. Η γραμματική κατηγορία του μη Είδαμε ότι το μη λειτουργεί ως ένας δείκτης πολικότητας. Φορτίζεται θετικά ή αρνητικά ανάλογα με το συντακτικό περιβάλλον. Όταν υπάρχει ένας ερωτηματικός τελεστής φορτίζεται θετικά, ενώ όταν υπάρχει έμφαση φορτίζεται αρνη- [ 498 ]

Ο δείκτης μη: άρνηση Ή συμπληρωματικός δείκτης; τικά. Η Chatzopoulou (2012 2013) εξετάζει το αποφατικό α.ελλ. μη και αποδίδει το αρνητικό περιεχόμενο στη συντακτική προβολή της Άρνησης αλλά και της μη-αληθειακής (non-veridical) φράσης. Στην παρούσα ανάλυση, διατηρούμε μόνο το χαρακτηριστικό του μη ως δείκτη πολικότητας κατ αντιστοιχία με τις αόριστες αντωνυμίες. Εφόσον οι αντωνυμίες αυτές δεν έχουν ποσοδεικτική ισχύ εγγενώς, μπορούν να χαρακτηριστούν ως Ν (nominal) (Roussou 2007), σε αντίθεση με τους ποσοδείκτες που χαρακτηρίζονται ως Q (quantifier). Σύμφωνα με τους Manzini & Savoia (2011) ο δείκτης άρνησης στις ρομανικές γλώσσες είναι επίσης ένας αντωνυμικός (ονοματικός) τύπος, ο οποίος αντιστοιχεί είτε στο εσωτερικό όρισμα (N) του ρήματος είτε σε ένα επιμεριστικό (partitive) όρισμα με ποσοδεικτικά χαρακτηριστικά (Q). Αυτή η προσέγγιση έχει επιπτώσεις και στην παρουσία της Φράσης Άρνησης στη φραστική δομή, η οποία καθίσταται περιττή εφόσον τα εν λόγω στοιχεία πραγματώνουν λεξικά άλλες γραμματικές κατηγορίες η άρνηση αυτή καθαυτή στην ανάλυσή τους εισάγεται στη Λογική Μορφή. Μέχρι τώρα έχουμε υποστηρίξει ότι τουλάχιστον το μη δεν είναι εγγενώς αποφατικό και ότι η παρουσία του σχετίζεται με περιβάλλοντα που νομιμοποιούν τους δείκτες πολικότητας. Από αυτή την άποψη, η προτεινόμενη ανάλυση συμφωνεί με αυτή των Manzini & Savoia (2011). Επιπλέον υποστηρίξαμε ότι ο αποφατικός χαρακτήρας των προτάσεων με μη, όπου αυτός προκύπτει, είναι αποτέλεσμα της λεξικής σημασίας του μη σε περιβάλλοντα που εισάγουν εναλλακτικές (alternatives) και της παρουσίας της έμφασης που του προσδίδει την ισχύ της άρνησης, όπως συμβαίνει και με την περίπτωση του κανένας. Αν θεωρήσουμε λοιπόν, ότι η παρουσία μιας φράσης Άρνησης είναι περιττή και ότι το μη ανήκει στην κατηγορία N, τότε το σχήμα στο [2] τροποποιείται όπως στο [19α] για την προτασιακή άρνηση και όπως στο [19β) για τη λεξική άρνηση: [21] α. [ N μη [ Ι φύγεις ]] β. [ Ν μη [ Ν καπνιστής ]] Εξακολουθούμε να θεωρούμε ότι το μη στο [21α] εμφανίζεται στην αριστερή περιφέρεια της πρότασης. Το αμέσως επόμενο ζητούμενο είναι κατά πόσο η δομή στο [21α] καλύπτει το μη που λειτουργεί ως ερωτηματικό ή συμπληρωματικός δείκτης. Σύμφωνα με τους Manzini & Savoia (2007 2011) για τις ρομανικές γλώσσες και Roussou (2010) για την ελληνική, οι ΣΔ έχουν ονοματικά χαρακτηριστικά, όπως μαρτυρά και η διαχρονική τους προέλευση από ερωτηματικές ή αόριστες αντωνυμίες. Οι αναλύσεις αυτές προσδίδουν στους ΣΔ τη γραμματική κατηγορία Ν και υποστηρίζουν ότι ο ΣΔ λειτουργεί ως συμπλήρωμα του κατηγορήματος που τον επιλέγει και παίρνει ως συμπλήρωμα την πρόταση που ακολουθεί. Σε αυτό το πλαίσιο, η συμπληρωματική πρόταση που εισάγεται με το μη θα έχει την παρακάτω δομή (όπως και αυτή με το ότι): [22] [ V φοβάμαι [ N μην/ότι [ I έφυγε ]]] [ 499 ]

Α. Ρούσσου Λόγω έλλειψης χώρου δεν θα αναλύσουμε περαιτέρω τις δομές αυτές. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι μπορούμε να έχουμε μια κοινή ανάλυση για το μη τόσο στις χρήσεις του ως ΣΔ (ή ερωτηματικού δείκτη γενικότερα) όσο και στις αποφατικές του λειτουργίες (σε προτασιακό ή λεξικό επίπεδο). Κλείνοντας την ενότητα αυτή, αξίζει να αναφέρουμε ότι εφόσον το δεν έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, στον βαθμό που δεν συμπεριφέρεται ως δείκτης πολικότητας, έχει κάποια ποσοδεικτική ισχύ και θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι ανήκει στην κατηγορία Q. Αν το μη στο [22] είναι ουσιαστικά το συμπλήρωμα του ρήματος φοβάμαι, τότε το δεν μπορεί να εμφανιστεί στην αριστερή περιφέρεια της συμπληρωματικής πρότασης και επομένως αποκλείεται η διπλή άρνηση. Μια πιο λεπτομερή παρουσίαση των συνδυασμών του μη τόσο με το δεν όσο και το να είναι ωστόσο απαραίτητη. 5. Συμπεράσματα Το μη στις διάφορες λειτουργίες του αποτελεί το ίδιο στοιχείο που έχει τα χαρακτηριστικά μιας αόριστης αντωνυμίας (N), επιλέγει λογικές προτάσεις ή κατηγορήματα και εισάγει την έννοια της εναλλαγής (alternatives). Όταν τελεί υπό την εμβέλεια της έμφασης αποκτά αποφατικό χαρακτήρα. Βιβλιογραφία Βελούδης, Γ. 2005. Η άρνηση. Αθήνα: Πατάκης. Chatzopoulou, K. 2012. Negation and Non-Veridicality in the History of Greek. Διδ. διατρ. University of Chicago.. 2013. The Ηistory of the Greek NEG2: Two Parameter Resets Linked to a Syntactic Status Shift, Journal of Historical Syntax 2(5), 1 48. Chomsky, N. 1982. Some Concepts and Consequences of the Theory of Government and Binding. Cambridge Ma.: MIT Press. Efthimiou, A. 2008. Negative Morphemes in Modern Greek: The Case of a- and mi, στο B. Fradin (επιμ.), La raison morphologique. Άμστερνταμ: John Benjamims, 55 68. Fox, D. & R. Katzir. 2011. On the Characterization of Alternatives, Natural Language Semantics 19, 87 107. Giannakidou, A. 1997. The Landscape of Polarity Items (Groningen Dissertations in Linguistics 18). Διδ. διατρ. Hamblin, C. L. 1958. Questions, Australasian Journal of Philosophy 36, 159 68. Holton, D., P. Mackridge & Ι. Philippaki-Warburton. 1997. Greek: A Comprehensive Grammar of the Modern Greek Language. Λονδίνο: Routledge. Horn, L. 1989. A Natural History of Negation. CSLI Publications. Θεοδωροπούλου, Μ. 1999. Γλώσσα και συναίσθημα. Τα αντικείμενα του φόβου, στο Δ. Κατή, Μ. Κονδύλη & Κ. Νικηφορίδου (επιμ.), Γλώσσα και νόηση. Επιστημονικές και φιλοσοφικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 207 24. Janda, R. & B. Joseph. 1999. The Modern Greek mi(n) as a Morphological Constellation, Greek Linguistics 97 (Proceedings of ICGL3). Αθήνα, 341 51. Joseph, B. 2002. Balkan Insights into the Syntax of *mē in Indo-European, στο M. Southern (επιμ.), Indo-European Perspectives. Washington, 103 20. [ 500 ]

Ο δείκτης μη: άρνηση Ή συμπληρωματικός δείκτης; Kiparsky, P. & C. Condoravdi. 2006. Tracking Jespersen s Cycle, Proceedings of the 2nd International Conference of Modern Greek Dialects and Linguistic Theory. Πανεπιστήμιο Πατρών, 172 97. Kiss, É. K. 1998. Identificational Focus versus Information Focus, Language 74, 245 73. Κλαίρης, Χ. & Γ. Μπαμπινιώτης. 2005. Γραμματική της νέας ελληνικής. Δομολειτουργική-επικοινωνιακή. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Lyons, J. 1977. Semantics, 2ος τ. Κέμπριτζ: Cambridge University Press. Makri, M. 2013. Expletive Negation beyond Romance. Clausal Complementation and Epistemic Modality. Mεταπτ. εργ. University of York. Manzini, M. R. & L. M. Savoia. 2007. A Unification of Morphology and Syntax. Investigations into Romance and Albanian Dialects. Λονδίνο: Routledge.. 2011. Grammatical Categories. Variation in Romance Languages. Κέμπριτζ: Cambridge University Press. Μαρκαντωνάτου, Σ. & A. Ταμπουρατζής. 2001. Μερικές ποσοτικές παρατηρήσεις για τη χρήση της γραμματικής άρνησης στη νέα ελληνική, Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα 21, 436 47. Philippaki-Warburton, I. 1970. On the Verb in Modern Greek. Χάγη: Mouton. Rizzi, L. 1997. The Fine Structure of the Left Periphery, στο L. Haegeman (επιμ.), Elements of Grammar. Dordrecht: Kluwer, 281 337. Rooth, M. 1985. Association with Focus. Διδ. διατρ. University of Massachusetts.. 1992. A Theory of Focus Interpretation, Natural Language Semantics 1, 75 116. Roussou, A. 2000. On the Left Periphery: Modal Particles and Complementizers, Journal of Greek Linguistics 1, 65 94.. 2007. Minimalism and Diachronic Syntax: The Development of Negative Expressions, Proceedings of ISTAL17: Selected Papers on Theoretical and Applied Linguistics, 1ος τ. Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 11 17.. 2010. Selecting Complementizers, Lingua 120, 582 603. Τζάρτζανος, Α. 1946 [1989]. Νεοελληνική σύνταξις, 1ος τ. Θεσσαλονίκη: Κυριακίδη.. 1953 [1989]. Νεοελληνική σύνταξις, 2ος τ. Θεσσαλονίκη: Κυριακίδη. Tsimpli, I. M. & Roussou, A. 1996. Negation and Polarity Items in Modern Greek, The Linguistic Review 13, 49 81. Veloudis, I. 1982. Negation in Modern Greek. Διδ. διατρ. University of Reading. Yoon, S. 2010. Not in the Mood. The Syntax, Semantics and Pragmatics of Evaluative Negation. Διδ. διατρ. University of Chicago. Zanuttini, R. 2008. Encoding the Addressee in the Syntax: Evidence from English Imperative Subjects, Natural Language and Linguistic Theory 26, 185 218. Λέξεις-κλειδιά: άρνηση, αντίθεση, δείκτης πολικότητας, έμφαση, εναλλακτικές προτάσεις/ιδιότητες, συμπληρωματικός δείκτης. [ 501 ]