ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΔΙΑΠΛΑΙΣΙΑΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΤΩΝ ΑΝΑΣΤΑΛΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΣΕ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΘΛΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΨΥΧΗΣ

Σχετικά έγγραφα
Οργάνωση Προγραμμάτων Αναψυχής Ι

17/12/2007. Βασιλική Ζήση, PhD. Ποιότητα ζωής. Είναι ένα συναίσθημα που σχεδόν όλοι καταλαβαίνουμε, αλλά δεν μπορούμε να ορίσουμε (Spirduso, 1995)

Οργάνωση Προγραμμάτων Αναψυχής Ι

Περιοδικό Αθλητικού Τουρισµού και Αναψυχής

Οργάνωση Προγραμμάτων Αναψυχής ΙΙ

Adoption of Exercise & Health behaviors in clinical populations

Σχεδιασμός, εφαρμογή και καθοδήγηση προγραμμάτων άσκησης

Άσκηση Υγεία και Ποιότητα Ζωής. Εισαγωγή. Γιάννης Θεοδωράκης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

ΦΥΣΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ. Σακελλαρίου Κίμων Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΤΕΦΑΑ, Τρίκαλα

Γιάννης Θεοδωράκης (2010). ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ

ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΠΡΟΑΓΟΥΝ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ; Γιάννης Θεοδωράκης Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας

Οργάνωση Προγραμμάτων Αναψυχής ΙΙ

ΠΑΙΔΙΚΗ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΚΟΥΜΠΟΥΡΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ. Συνεργάτης ΤΕΙ ΛΑΡΙΣΑΣ. Τμήμα Νοσηλευτικής

Πρόλογος Οδηγίες για εφαρμογή Επίλογος Θέματα για έρευνα Θέματα για συζήτηση... 32

Άσκηση, υγεία και χρόνιες παθήσεις

Θέµατα που θα αναπτυχθούν ΣΤΙΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ. Που εστιάζονται οι έρευνες; Επιδηµιολογία - Συµπεριφορά

Αξιολόγηση του Προγράμματος Εισαγωγικής Επιμόρφωσης Μεντόρων - Νεοεισερχομένων

Ανάπτυξη θετικών στάσεων προς τη Φυσική Αγωγή

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Ο Διαβήτης στα παιδιά και στους εφήβους

ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΖΩΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ. Σακελλαρίου Κίμων Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΤΕΦΑΑ, Τρίκαλα

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΕΠΙΔΗΜΙΑ ΔΙΑΒΗΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΑΠ ΑΥΤΟΝ ΑΤΟΜΩΝ ΝΕΑΡΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

Μάριος Γούδας Θέματα Διάλεξης. Ένας κοινά αποδεκτός ορισμός για τον όρο Θετική Ανάπτυξη είναι ο παρακάτω:

«Κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες που επηρεάζουν την παχυσαρκία στην προσχολική ηλικία»

«Μαζί για την γυναίκα» Κακοποίηση: Ισότητα και Ενεργή Κοινωνία

ΣΤΙΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

Εκπαιδευτικές παρεµβάσεις για πρόληψη καπνίσµατος: Σχεδιασµός και αποτελέσµατα εφαρµογών. Μαρία Χασάνδρα, Λέκτορας ΤΕΦΑΑ, Π.Θ.

Βασιλική Ζήση, PhD. Πυραμίδα του πληθυσμού στο μέσο του έτους 2004

Μάρκετινγκ και Συμπεριφορά Πελατών Αναψυχής Ι

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής & Αθλητισμού. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ & ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ Γ Εξάμηνο

Αρχική διαγνωστική αξιολόγηση, σύναψη συμβολαίου, και διερεύνηση. Διδάσκουσα: Δέσποινα Σιδηροπούλου-Δημακάκου

Σκοποί και στόχοι της Φυσικής Αγωγής

Περιγραφή Μαθήµατος. Άσκηση και Αγωγή Υγείας. Σκοπός Μαθήµατος Οι φοιτητές: Τι είναι Υγεία; Προαγωγή της Υγείας & Αγωγή Υγείας

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗ Η ΟΜΑΔΑ ΜΑς : ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ, ΚΟΛΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ, ΚΟΤΤΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ, ΛΑΖΑΝΗ ΚΩΝ/ΝΑ Η ΥΠΕΥΘΥΝΗ

24/4/19. Τύποι έρευνας ανάλογα με τη φύση του προβλήματος ΕΡΕΥΝΑ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ

Οι γνώμες είναι πολλές

Άσκηση και κατάθλιψη. Γιάννης Θεοδωράκης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

Κοινωνιογνωστική θεωρία Social Cognitive Theory

Οργάνωση Προγραμμάτων Αναψυχής ΙΙ

Τα Μοντέλα Αλλαγής Ή Πώς αλλάζουν οι άνθρωποι;

Παρουσίαση του προβλήματος

Φυσική δραστηριότητα. Μάνου Βασιλική, Ph.D Διδάσκουσα στο ΤΕΦΑΑ Τρικάλων

ΣΧΟΛΙΑΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΘΛΗΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΚΑΛΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ. Γιώργος Τζέτζης Αναπ. Καθηγητής ΤΕΦΑΑ/ΑΠΘ

Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

H παρούσα έρευνα έχει συγχρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο - ΕΚΤ) και από εθνικούς πόρους μέσω του Επιχειρησιακού

Η οικολογία μάθησης για τους υπολογιστές ΙII: Η δική σας οικολογία μάθησης

ΕΠΕΑΕΚ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΥ Τ.Ε.Φ.Α.Α.ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ

Θεοδωράκης, Γ., & Χασάνδρα, Μ. (2006). Θεσσαλονίκη. Εκδ. Χριστοδουλίδη

Σχεδιασμός, εφαρμογή και καθοδήγηση προγραμμάτων άσκησης

Μεταπτυχιακή φοιτήτρια: Τσιρογιαννίδου Ευδοξία. Επόπτης: Πλατσίδου Μ. Επίκουρη Καθηγήτρια Β Βαθμολογητής: Παπαβασιλείου-Αλεξίου Ι.

« Δημογραφικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των αποφοίτων

Αιμιλίζα Στεφανίδου 1, Δημοσθένης Μπούρος 2, Μιλτιάδης Λειβαδίτης 2, Αθανασία Πατάκα 1, Παρασκευή Αργυροπούλου 1

Πρώιμα δυσλειτουργικά σχήματα και εκδηλώσεις θυμού σε ενήλικο πληθυσμό Έφη Αλεξανδρή, Σοφία Βασιλειάδου, Όλγα Πάβλοβα, Γρηγόρης Σίμος

Ψυχολογική υποστήριξη παιδικού αθλητισμού

ΑΘΛΗΤΙΚΟ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ Τρισέλιδες εργασίες που παρουσιάστηκαν κατά το 18 ο Διεθνές Συνέδριο Φυσικής Αγωγής & Αθλητισμού

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Το Κέντρο Πρόληψης «ΦΑΕΘΩΝ» των δήµων Ιλίου, Πετρούπολης, Καµατερού, Αγίων Αναργύρων σε συνεργασία µε τον Οργανισµό κατά των Ναρκωτικών,

Άδειες Χρήσης. Μοντέλο προαγωγής προγραμμάτων αγωγής υγείας μέσω της φυσικής αγωγής. Χρηματοδότηση. Σκοποί ενότητας. Οι παρακάτω θεωρίες

Υπαίθριες Δραστηριότητες Αναψυχής

Υπαίθριες Δραστηριότητες Αναψυχής

Οργάνωση Προγραμμάτων Αναψυχής Ι

Οργάνωση Προγραμμάτων Αναψυχής Ι

Άσκηση και Αγωγή Υγείας

Ερώτηση. Ποιο μέτρο συχνότητας υπολογίστηκε;

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

Τα αποτελέσματα της έρευνας σε απόφοιτους του τμήματος

12/11/16. Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 1/2. Τι είναι «ερευνητικό πρόβλημα» 2/2

Ανάπτυξη ψυχολογικών δεξιοτήτων μέσα από τον αθλητισμό. Ψούνη Λίνα ΚΦΑ, Ψυχολόγος. MSc, υποψήφια διδάκτωρ Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Γεωργία Ζαβράκα, MSc. Ψυχολόγος Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ

Σκοποί και στόχοι της Φυσικής Αγωγής

Προσανατολισμός των Millennials απέναντι στην καριέρα σε περίοδο οικονομικής κρίσης

Άσκηση στις αναπτυξιακές ηλικίες

Αφορά γονείς-παιδιά Εκµάθηση χρήσης του Η/Υ από την προσχολική ηλικία Συµβολή γονέων στην χρήση του Η/Υ από τα παιδιά

«Μαθησιακές δυσκολίες και παραβατική συμπεριφορά»

Specific and Generic Questionnaires for the assessment of Health Related Quality of Life in adult asthmatics

Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΑΣ 2019 ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΩΝ ΠΑΘΗΣΕΩΝ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ. ΡΟΥΜΤΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ Νοσηλεύτρια CPN, MSc Α Παιδιατρικής κλινικής ΑΠΘ

Πυξιδίσματα: Ένα καινοτόμο πρόγραμμα πρόληψης και αγωγής υγείας για τους βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Σχέση αυτεπάρκειας και πληροφοριακής συµπεριφοράς των χρηστών της βιβλιοθήκης του ΤΕΙ ΑΘΗΝΑΣ

Δρ. Νικόλαος Τσιγγίλης Σχολικός Σύμβουλος Φυσικής Αγωγής

ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΘΛΗΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΚΑΛΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ. Γιώργος Τζέτζης Αναπ. Καθηγητής ΤΕΦΑΑ/ΑΠΘ

Θέματα που θα αναπτυχθούν. Θεωρία. Αλληλεπιδράσεις. Θεωρία. Άσκηση και σχέσεις υγιεινών και ανθυγιεινών συμπεριφορών. Θεοδωράκης Γιάννης

Διαταραχές Πρόσληψης Τροφής στην Εφηβεία

Η οικονομική κρίση & η σεξουαλική υγεία των νέων

Θέμα Διπλωματικής Εργασίας: Διοικητική ενδυνάμωση στους αθλητικούς οργανισμούς των δήμων

Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών Φυσικής Αγωγής στο Λύκειο. Δρ. Απόστολος Ντάνης Σχολικός Σύμβουλος Φυσικής Αγωγής

Σε αυτή την θεµατική ενότητα οι φοιτητές γνωρίζουν :

Λειτουργία και Δραστηριότητες Κατασκηνώσεων

Μελέτη απορρόφησης αποφοίτων του Α.Π.Θ. στην αγορά εργασίας

ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ

Χαράλαµπος Τσορµπατζούδης Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης Τµήµα Επιστήµης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισµού

Γράφει: Δανιηλίδου Νικολίνα, Ψυχολόγος, MSc στην Ψυχολογία της Υγείας

WHO. Atlas of health organization, 2008

Αειφόρα σχολεία και προαγωγή της Υγείας

Δεύτερη Συνάντηση ΜΑΘΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΟΜΑΔΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Κάππας Σπυρίδων

Διοίκηση Αθλητισμού και Αναψυχής

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΦΥΣΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ» ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΔΙΑΠΛΑΙΣΙΑΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΤΩΝ ΑΝΑΣΤΑΛΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΣΕ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΘΛΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΨΥΧΗΣ Μεταπτυχιακή διατριβή ΜΠΑΛΑΣΚΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ Επιβλέποντες Καθηγητές: Αλεξανδρής Κωνσταντίνος, Λέκτορας ΤΕΦΑΑ-ΑΠΘ Τζέτζης Γεώργιος, Επίκουρος Καθηγητής ΤΕΦΑΑ-ΑΠΘ Κουθούρης Χαρίλαος, Επίκουρος Καθηγητής ΤΕΦΑΑ-ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Θεσσαλονίκη, 2007

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΦΥΣΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ» ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΔΙΑΠΛΑΙΣΙΑΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΤΩΝ ΑΝΑΣΤΑΛΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΣΕ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΘΛΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΨΥΧΗΣ Μεταπτυχιακή διατριβή ΜΠΑΛΑΣΚΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ Επιβλέποντες Καθηγητές: Αλεξανδρής Κωνσταντίνος, Λέκτορας ΤΕΦΑΑ-ΑΠΘ Τζέτζης Γεώργιος, Επίκουρος Καθηγητής ΤΕΦΑΑ-ΑΠΘ Κουθούρης Χαρίλαος, Επίκουρος Καθηγητής ΤΕΦΑΑ-ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Θεσσαλονίκη, 2007

Ευχαριστίες Ευχαριστώ τον κύριο επιβλέποντα Δρ. Αλεξανδρή Κωνσταντίνο, λέκτορα του Τ.Ε.Φ.Α.Α. του Α.Π.Θ., για την πολύτιμη βοήθεια και καθοδήγηση στην ολοκλήρωση της μεταπτυχιακής μου εργασίας. Επίσης τους επ. καθηγητές της τριμελούς επιτροπής Δρ. Τζέτζη Γεώργιο και Δρ. Κουθούρη Χαρίλαο για την βοήθεια τους.

Αφιερώνω την μεταπτυχιακή μου εργασία στην οικογένεια μου και στα παιδιά μου Ανδρέα και Βαγγέλη.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα έρευνα είχε ως στόχο τη διερεύνηση της συμπεριφοράς και τους παράγοντες που συντελούν στην λήψη της απόφασης των γονέων για συμμετοχή σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής. Στην έρευνα συμμετείχαν 300 γονείς (59% άνδρες, 41% γυναίκες) που τα παιδιά τους συμμετείχαν συστηματικά σε αθλητικές δραστηριότητες. Για την διερεύνηση της συμπεριφοράς εφαρμόστηκε η θεωρία του Διαπλαισιακού Μοντέλου (Prochaska & DiClemente, 1982), ενώ για τα εμπόδια συμμετοχής εφαρμόστηκε η θεωρία των Ανασταλτικών Παραγόντων (Crawford & Godbey, 1987). Τα αποτελέσματα από την διερεύνηση της συμπεριφοράς υποστήριξαν και τα πέντε στάδια αλλαγής και έδειξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ όλων των διαστάσεων της διαδικασίας αλλαγής και των σταδίων αλλαγής της συμπεριφοράς (p<.001). Τα αποτελέσματα από τις αναλύσεις των διαστάσεων των ανασταλτικών παραγόντων ανέδειξαν πως οι ενδοπροσωπικοί ανασταλτικοί παράγοντες όπου εντάσσεται και η διάσταση <έλλειψη χρόνου> είναι αρνητικά πιο ισχυροί σε σχέση με τους δομικούς ανασταλτικούς παράγοντες. Στατιστικά σημαντικές διαφορές σημείωσαν οι διαστάσεις <Γνώσεις/Ενημέρωση>, <Έλλειψη χρόνου> και Έλλειψη παρέας> (p<.05) στα πέντε στάδια αλλαγής της συμπεριφοράς. Οι θεωρητικές προεκτάσεις των αποτελεσμάτων θα συζητηθούν. Λέξεις κλειδιά: Διαπλαισιακό μοντέλο, Ανασταλτικοί παράγοντες, συμμετοχή σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής i

ABSTRACT The present study aimed to investigate factors that influence parents decision making in relation to their participation in recreational sport programs. Three hundred (N=300) parents (59% males and 41% females) participated in the study. The Transtheoretical Model (Prochaska & DiClemente, 1982), used to measure exercise behavior and the hierarchal model of leisure constraints (Crawford & Godbey, 1987) used to measure constraints. The results confirmed the five stages of behavior change. Furthermore, the results revealed statistical significant differences between all dimensions of process of changes and stages of chances (p<.001). The results from constraints dimensions revealed the intrapersonal constraints, including the dimension <lack of time>, were more negatively related with frequency of participation. Furthermore, statistical significant differences were found in all three constraints dimensions <Lack of knowledge>, < Lack of time> and <Lack of partners> in relation to the five stages of change. The practical and theoretical implications of these results for participation on recreational physical activities are discussed. Key words: Trantheoretical Model, Perceived Constraints, Physical activity participation ii

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗ... i ABSTRACT... ii ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...iii ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΙΝΑΚΩΝ... v ΚΕΦΑΛΑΙΟ I. Εισαγωγή... 1 Φορείς σχεδιασμού και υλοποίησης προγραμμάτων μαζικού αθλητισμού... 2 Άλλες Χώρες... 2 Στην Ελλάδα... 4 Στον Δήμο Εύοσμου... 5 ΚΕΦΑΛΑΙΟ II. Θεωρία Διαπλαισιακού Μοντέλου... 7 Διαπλαισιακό Μοντέλο Έρευνες διερεύνησης συμπεριφοράς... 15 ΚΕΦΑΛΑΙΟ III. Θεωρία Ανασταλτικών παραγόντων... 25 Ανασταλτικοί παράγοντες Έρευνες διερεύνησης εμποδίων... 27 ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV. Σύνδεση των δυο θεωριών... 32 Σκοπός της έρευνας... 32 Σημασία της έρευνας... 33 Οριοθέτηση της έρευνας... 33 Περιορισμοί της έρευνας... 34 Λειτουργικοί ορισμοί... 34 Διαπλαισιακού Μοντέλου... 34 Μοντέλου Ανασταλτικών Παραγόντων... 35 Υποθέσεις της έρευνας... 35 Μηδενικές υποθέσεις... 35 Εναλλακτικές υποθέσεις... 36 ΚΕΦΑΛΑΙΟ V. Μεθοδολογία... 37 Συμμετέχοντες... 37 iii

Ερωτηματολόγια... 37 Διαδικασία συλλογής δεδομένων... 38 Στατιστική ανάλυση... 39 ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI. Αποτελέσματα... 40 ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII. Συζήτηση... 52 Δημογραφικά χαρακτηριστικά προφίλ δείγματος... 52 Διαπλαισιακό Μοντέλο... 53 Ανασταλτικοί Παράγοντες... 56 Σχέση ανάμεσα στα στάδια αλλαγής και τους ανασταλτικούς παράγοντες... 58 Προτάσεις για την προώθηση των προγραμμάτων αθλητικής αναψυχής... 59 Συμπέρασμα- Μελλοντικές έρευνες... 60 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 62 Ηλεκτρονικές πηγές... 74 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ερωτηματολόγια... 75 Διαπλαισιακού Μοντέλου... 75 Μοντέλου Ανασταλτικών Παραγόντων... 77 iv

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΙΝΑΚΩΝ Πίνακας Α. Στατιστικά στοιχεία προγραμμάτων μαζικού αθλητισμού πανελλαδικά... 4 Πίνακας Β. Στατιστικά στοιχεία προγραμμάτων μαζικού αθλητισμού Δήμου Εύοσμου... 5 Πίνακας 1. Δημογραφικά χαρακτηριστικά δείγματος... 40 Πίνακας 2. Ποσοστιαία αναλογία στα Στάδια Αλλαγής των συμμετεχόντων... 41 Πίνακας 3. Κλίμακες Ανασταλτικών Παραγόντων για τη συμμετοχή σε δραστηριότητες... αθλητικής αναψυχής... 42 Πίνακας 4. Αποτελέσματα ανάλυσης διακύμανσης ανασταλτικών παραγόντων και... συχνότητα συμμετοχής... 43 Πίνακας 5. Κλίμακες διαστάσεων διαδικασίας αλλαγής συμπεριφοράς ως προς... τη συμμετοχή σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής... 45 Πίνακας 6. Αποτελέσματα ανάλυσης διακύμανσης σταδίων αλλαγής και... διαδικασίας αλλαγής... 48 Πίνακας 7. Αποτελέσματα ανάλυσης διακύμανσης σταδίων αλλαγής και ανασταλτικών... παραγόντων... 50 Πίνακας 8. Αποτελέσματα για πρόβλεψη πρόθεσης συμμετοχής σε δραστηριότητες... αθλητικής αναψυχής... 51 v

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I Εισαγωγή Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Υγείας της Αμερικής, φυσική δραστηριότητα ορίζεται ως <<όλες οι κινήσεις της καθημερινότητας, συμπεριλαμβανομένης της δουλειάς, της αναψυχής, της άσκησης και των δραστηριοτήτων των σπορ>> (P.A.H.O., 2003, pp.11). Η κατάλληλη φυσική δραστηριότητα μπορεί να είναι ευχάριστη, διασκεδαστική και ωφέλιμη. Συνδέεται με σημαντικές βελτιώσεις στη λειτουργική ικανότητα, την κατάσταση υγείας και την ποιότητα ζωής (Bouchard, Shephard & Stephens, 1994) και μπορεί συχνά να προλάβει ή να περιορίσει τη σοβαρότητα πολλών νόσων. Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι αυτά τα πλεονεκτήματα απαιτούν τακτική και συνεχόμενη συμμετοχή και μπορούν γρήγορα να αντιστραφούν όταν κάποιος επιστρέψει στον προηγούμενο παθητικό τρόπο ζωής, (Buchner, Beresford, Larson, LaCroix, Wagner & 1992). Φαίνεται, λοιπόν, πως η συμμετοχή σε φυσικές δραστηριότητες εκτός από την αξία τους ως πολιτιστικά και κοινωνικά δρώμενα αποτελούν επίσης σημαντικό μέτρο στην προαγωγή της υγείας σε όλες τις ηλικίες και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής (US Department of Health and Human Services, 1996). Εντούτοις, μεγάλη μερίδα του πληθυσμού δεν συμμετάσχει σε φυσικές δραστηριότητες σε τέτοιο βαθμό που να επιτυγχάνονται αυτά τα οφέλη (National Heart Foundation, 1990; Stephens & Craig, 1990; Department of the Arts, Sport, Environment & Territories [DASET], 1992; Pinto & Marcus, 1995; Pinto, Cherico, Szymanski & Marcus, 1998; Woods, Mutric & Scott, 1999; Leslie, Owen, Salmon, Bauman & Kailo, 1999) και δυστυχώς, ελάχιστοι ενήλικοι μπορούν να συνειδητοποιήσουν τα οφέλη που προέρχονται από τον ενεργό τρόπο ζωής (Caspersen, Merritt & Stephens, 1994). Έτσι λοιπόν, δημιουργείται το πρόβλημα της 1

διατήρησης της συμμετοχής της άσκησης, καθώς και το ερώτημα γιατί τα άτομα συμμετέχουν ή όχι σε συστηματική άσκηση (Dishman, 1994). Φορείς σχεδιασμού και υλοποίησης προγραμμάτων Μαζικού Αθλητισμού I. Άλλες χώρες Η πλειοψηφία των αναπτυγμένων χωρών μεριμνά για την δημόσια υγεία και χαράζει στρατηγικές για την προώθηση ενός υγιεινού και ενεργού τρόπου ζωής (health and active life style) παρέχοντας προγράμματα άθλησης και δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής στους πολίτες, για την πρόληψη, διατήρηση και αποκατάσταση της ψυχικής και σωματικής τους υγείας. Οι παροχές που προσφέρονται περιλαμβάνουν ποικιλία δραστηριοτήτων αθλητικής αναψυχής τόσο σε κλειστούς (αίθουσες γυμναστηρίων, πισίνες) όσο και σε ανοικτούς χώρους (στάδια, υπαίθριες δραστηριότητες σε βουνό, ποτάμια, λίμνες) για όλες τις ηλικίες και για ατομική, ομαδική ή οικογενειακή συμμετοχή. Την οργάνωση και υλοποίηση αυτών των προγραμμάτων αναλαμβάνουν τα αρμόδια Γραφεία Αθλητισμού και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης όπως λόγου χάρη το Sport England στο Ηνωμένο Βασίλειο, το National Recreation and Park Association στην Αμερική και το Federal Office of Public Health στην Ελβετία (www.sportengland.org; www.nrpa.org, www.bag.admin.ch/index). Το National Recreation and Park Association στην Αμερική για πάνω από 40 χρόνια σχεδιάζει προγράμματα μαζικού αθλητισμού για την προαγωγή του υγιεινού τρόπου ζωής των πολιτών και την ενίσχυση του ενεργού και δραστήριου τρόπου ζωής, προσφέροντας ποικίλα προγράμματα αθλητικής αναψυχής σε διαφορετικές τοποθεσίες. Έτσι, εκτός από τα προγράμματα που πραγματοποιούνται στις αίθουσες των γυμναστήριων υλοποιούνται και προγράμματα σε εξωτερικούς χώρους όπως στα 2

πάρκα εντός και εκτός πόλης, στο βουνό, στις λίμνες με τη δυνατότητα συμμετοχής όλων των πολιτών από τα μικρά παιδιά ως τους ηλικιωμένους. Ακόμη, το National Recreation and Park Association παρέχει την δυνατότητα επιμόρφωσης στους πολίτες σε θέματα σχετικά με τον αθλητισμό και τον υγιεινό τρόπο ζωής, διοργανώνοντας συνέδρια και ημερίδες σε συνεργασία με τους φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης οι οποίοι είναι αρμόδιοι για την υλοποίηση των παραπάνω προγραμμάτων. Το Sport England στο Ηνωμένο Βασίλειο προωθεί τα προγράμματα μαζικού αθλητισμού και προτρέπει τους πολίτες για συμμετοχή σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής χρησιμοποιώντας τρεις φράσεις <play sport, get fit, have fun>. Αποστολή και στόχος του Sport England είναι να συνεργαστεί με τους αρμόδιους φορείς ώστε να δοθεί η ευκαιρία προώθησης του αθλητισμού και να αναχθεί ο υγιεινός και αθλητικός τρόπος ζωής σε όλους τους τομείς, δημιουργώντας μια χώρα με ενεργή και επιτυχημένη αθλητική πορεία. Έτσι, από τον Απρίλιο του 2000 εφαρμόζεται το πρόγραμμα <Best Value> όπου οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης που είναι αρμόδιοι για την υλοποίηση των προγραμμάτων, να προωθούν τις δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής χρησιμοποιώντας τις αθλητικές εγκαταστάσεις με τέτοιο τρόπο ώστε η τοπική κοινωνία να απολαμβάνει υψηλής ποιότητας υπηρεσίες. Η συνεχή βελτίωση στην απόδοση όλων των παραγόντων και των υπηρεσιών από τους φορείς που υλοποιούν τα προγράμματα αυξάνει τον αριθμό των συμμετεχόντων και τον βαθμό ικανοποίησης τους και δίνει την δυνατότητα σχεδίασης νέων προγραμμάτων. Η καλή συνεργασία του Sport England και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης εξασφαλίζουν την ποιότητα των προγραμμάτων μαζικού αθλητισμού τόσο στη σχεδίαση καινούριων και καινοτόμων προγραμμάτων όσο και στην ποιότητα των παροχής υπηρεσιών. 3

II. Στην Ελλάδα Στην Ελλάδα, αρμόδια υπηρεσία για την οργάνωση των προγραμμάτων μαζικού αθλητισμού είναι η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού και στη συνέχεια οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, οι οποίοι υλοποιούν τα προγράμματα Άθληση για Όλους, σύμφωνα με τον κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (Ν.3463/2006, ΦΕΚ Α 114, Αρ.75). Τα προγράμματα απευθύνονται σε όλες τις ηλικίες, σε γενικό και ειδικό πληθυσμό και περιλαμβάνουν ποικίλες δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής τόσο σε κλειστούς όσο και σε ανοιχτούς χώρους, για την δυνατότητα συμμετοχής περισσοτέρων πολιτών. Τα περισσότερα προγράμματα που υλοποιούνται αφορούν τα παιδιά σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού (www.sport.gov.gr), ενώ ανά έτος εγκρίνονται περίπου 8000 τμήματα. Στοιχεία όμως αναλυτικά για κάθε τμήμα και για κάθε Δήμο πανελλαδικά δεν υπάρχουν, έτσι οι συμμετέχοντες υπολογίζονται με 18 άτομα για κάθε τμήμα. Πίνακας Α. Στατιστικά στοιχεία προγραμμάτων μαζικού αθλητισμού πανελλαδικά. ΕΤΟΣ ΑΠδΗ ΑΠ ΑΕΗ ΑΓ ΑΕ ΑΤΗ ΑΠρ Η ΔΙΑΦ ΣΥΝ ΣΥΝ ΣΥΜ/ΝΤΩΝ 2002-03 859 2235 762 2220 411 508 579 350 7924 142632 2003-04 885 2482 817 2326 465 539 666 418 8600 154800 2005-06 757 2413 737 2161 479 543 679 366 8102 145836 2006-07 713 2405 778 2064 484 535 705 359 8042 144756 ΣΥΝΟΛΟ 3214 9535 3094 8771 1839 2125 2629 1463 32668 588024 ΣΥΜ/ΧΟΝΤΕΣ 57852 171630 55692 157878 33102 38250 47322 26334 588024 ΑΠ= Αθλ. & παιδί, ΑΠδΗ= Αθλ. & παιδική ηλικία, ΑΠρΗ= Αθλ. & προσχολική ηλικία, ΑΓ= Αθλ. & Γυναίκα, ΑΤΗ= Αθλ. στην Γ ηλικία, ΑΕ= Αθλ. Ενηλίκων, ΑΕΗ= Αθλ. στην Εφηβική ηλικία, ΔΙΑΦΟΡΑ= Αθλ. & οικογένεια, καινοτόμα. Σύμφωνα με τον Nassis (1996) οι εκάστοτε κυβερνήσεις δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον προς τον πρωταθλητισμό και τον επαγγελματικό αθλητισμό σε σχέση με 4

τον μαζικό αθλητισμό. Έτσι, υπάρχει έλλειψη δεδομένων που αφορούν τη συμμετοχή των πολιτών σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής. Τοπικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν έδειξαν περιορισμένη συμμετοχή ενηλίκων σε προγράμματα αθλητικής αναψυχής (Alexandris & Carroll, 1997), με μικρότερα ποσοστά συμμετοχής να καταλαμβάνουν οι γυναίκες λόγο ηθικοκοινωνικών αξιών (Harahousou, 1996). III. Στον Δήμο Εύοσμου Ο Δήμος Εύοσμου είναι ένας από τους πλέον αναπτυσσόμενους δήμους του νομού Θεσσαλονίκης, με 150.000 κατοίκους περίπου και με μικρό μέσο όρο ηλικίας λόγω της συνεχόμενης πολεοδομικής και οικονομικής ανάπτυξης. Τα προγράμματα που υλοποιούνται σε συνεργασία με την Γενική Γραμματεία Αθλητισμού απευθύνονται σε όλες τις ηλικίες, σε γενικό και ειδικό πληθυσμό. Μεγάλη συμμετοχή παρατηρείται στα παιδικά προγράμματα, ενώ ανά έτος συμμετέχουν περίπου 3000 άτομα στα προγράμματα που υλοποιούνται.. Πίνακας Β. Στατιστικά στοιχεία προγραμμάτων μαζικού αθλητισμού Δήμου Εύοσμου. ΕΤΟΣ ΑΠ ΑΕΗ ΑΓ ΑΕ ΑΤΗ ΑΠρΗ ΔΙΑΦ ΣΥΝ ΣΥΝΟΛΟ ΣΥΜ/ΝΤΩΝ 2003-04 43 10 19 10 7 9 7 105 1890 2004-05 66 17 33 22 10 22 9 180 3240 2005-06 72 22 33 23 8 23 8 189 3402 2006-07 72 22 33 23 8 23 8 189 3402 ΣΥΝΟΛΟ 253 71 118 78 33 77 32 633 11943 ΣΥΜ/ΧΟΝΤΕΣ 4554 1278 2124 624 594 1386 576 11943 ΑΠ= Αθλ. & παιδί, ΑΠδΗ= Αθλ. & παιδική ηλικία, ΑΠρΗ= Αθλ. & προσχολική ηλικία, ΑΓ= Αθλ. & Γυναίκα, ΑΤΗ= Αθλ. στην Γ ηλικία, ΑΕ= Αθλ. Ενηλίκων, ΑΕΗ= Αθλ. στην Εφηβική ηλικία, ΔΙΑΦΟΡΑ= Αθλ. & οικογένεια, καινοτόμα. 5

Έχει προταθεί στη διεθνή βιβλιογραφία ότι η προώθηση του οικογενειακού αθλητισμού μπορεί να συνεισφέρει στην αύξηση της συμμετοχής σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής. Έρευνες έδειξαν τη θετική επίδραση της οικογένειας στη συμμετοχή των παιδιών σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής, όπου οι γονείς διευκολύνουν τα παιδιά σε παράγοντες μη ελεγχόμενους από τα ίδια, όπως η μεταφορά τους σε χώρους άσκησης καθώς βέβαια και στην ψυχολογική υποστήριξη και ενθάρρυνση τους (Hoefer, Mckenzie, Sallis, Marshal & Conway, 2001). Στην Ελλάδα τα προγράμματα οικογενειακού αθλητισμού είναι περιορισμένα και είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως οι γονείς παρόλο που παροτρύνουν και ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των παιδιών τους οι ίδιοι δεν συμμετέχουν σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής (Afthinos, 1993). Συνεπώς, πρόκληση για τους ερευνητές αποτελεί η διερεύνηση της συμπεριφοράς και των παραγόντων που συντελούν στην λήψη της απόφασης των γονέων για τη συμμετοχή τους σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής. Για την διερεύνηση της συμπεριφοράς των ατόμων έχουν αναπτυχθεί πολλά θεωρητικά μοντέλα, ένα από αυτά είναι το Διαπλαισιακό Μοντέλο (Prochaska & DiClemente, 1982), ενώ για τα εμπόδια συμμετοχής έχει αναπτυχθεί το Μοντέλο των Ανασταλτικών Παραγόντων (Crawford & Godbey, 1987), τα δυο προαναφερθέντα μοντέλα θα εφαρμοστούν στην παρούσα έρευνα. 6

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II Θεωρία Διαπλαισιακού Μοντέλου Το Διαπλαισιακό Μοντέλο είναι ένα μοντέλο σκόπιμης αλλαγής της συμπεριφοράς που αναπτύχθηκε για να εξηγήσει, να προβλέψει και να προσδιορίσει τις διαδικασίες αλλαγής της συμπεριφοράς των ατόμων (Prochaska & DiClemente, 1982, 1983, 1986; Prochaska, DiClemente & Norcross, 1992; Prochaska & Velicer, 1997; Velicer, Prochaska, Fava, Laforge & Rossi, 1998), επικεντρώνεται στην δυναμική φύση της αλλαγής της συμπεριφοράς και υποστηρίζει ότι κάθε αλλαγή της συμπεριφοράς διατρέχει μια σειρά από αλληλένδετα στάδια (Marcus et al, 1992b; Cardinal, 1997; Petrocelli, 2002). Αποτελείται από τρία επίπεδα τα οποία ενοποιούν την αλλαγή στην συμπεριφορά (Prochaska & DiClemente, 1983, 1984, 1985, 1986; DiClemente, Prochaska, Velicer, Fairhurst, Rossi et al., 1991; Prochaska et al., 1992). I) Το πρώτο επίπεδο περιγράφει τα έξι στάδια αλλαγής. Τα στάδια εκφράζουν κατάλληλα επίπεδα αφηρημένων εννοιών για την κατανόηση χρόνιων επικίνδυνων συμπεριφορών όπως είναι το κάπνισμα, η παχυσαρκία και ο καθιστικός τρόπος ζωής. Τα στάδια εμπεριέχουν χαρακτηριστικά και σταθμούς. Τα χαρακτηριστικά είναι σταθερά και δεν επιδέχονται αλλαγές, ενώ οι σταθμοί επιδέχονται αλλαγές. Τα στάδια μπορεί να είναι σταθερά αλλά και δυναμικά και γι αυτό το λόγο αν και μπορεί να διαρκούν μεγάλο χρονικό διάστημα εντούτοις επιδέχονται αλλαγές. Αυτό είναι και ένα στοιχείο των περισσοτέρων επικίνδυνων συμπεριφορών, σταθερότητα αλλά και περιθώρια αλλαγών. Τα στάδια αλλαγής (stages of change) της συμπεριφοράς είναι: α) το στάδιο απουσίας πρόθεσης για αλλαγή της συμπεριφοράς (precontemplation); όπου τα άτομα δεν σκέφτονται να αλλάξουν την συμπεριφορά τους για τους επόμενους έξι μήνες. Τα άτομα βρίσκονται σε αυτό το στάδιο γιατί:1) 7

είναι απληροφόρητα για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες της συμπεριφοράς τους, 2) αποθαρρύνονται από την έλλειψη ικανότητας να αλλάξουν και δεν θέλουν να το σκέφτονται και 3) έχουν αμυντική στάση εξαιτίας της κοινωνικής πίεσης για αλλαγή. Εάν τα άτομα που βρίσκονται στο στάδιο απουσίας πρόθεσης για αλλαγή συμπεριφοράς μετακινούνται από τον ενεργό στον καθιστικό τρόπο ζωής και από τον καθιστικό στον ενεργό τρόπο ζωής, τότε δεν μπορούν να έχουν σταθερή συμπεριφορά, λόγου χάριν η συμπεριφορά τους απέναντι στην συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες. Τα άτομα του σταδίου αυτού πιστεύουν πως τα οφέλη από την βλαβερή συμπεριφορά τους είναι περισσότερα από το κόστος (Velicer, et al., 1985; Prochaska & Marcus, 1993; Prochaska & Velicer, 1997). β) το στάδιο πρόθεσης για αλλαγή της συμπεριφοράς (contemplation), όπου τα άτομα σκοπεύουν να αλλάξουν την συμπεριφορά τους στους επόμενους έξι μήνες. Ανεξάρτητα από την πρόθεσή τους μένουν σε αυτό το σχετικά σταθερό στάδιο κατά μέσο όρο δύο χρόνια. Στη διάρκεια αυτού του σταδίου επισημαίνουν στον εαυτό τους ότι θα αλλάξουν συμπεριφορά αλλά αναβάλλουν διαρκώς την αλλαγή. Τα άτομα του σταδίου αυτού θεωρούν ισοσκελισμένα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της επικίνδυνης συμπεριφοράς τους. Συνεπώς, υπάρχει αμφιβολία για την αλλαγή της συμπεριφοράς τους (Prochaska & Marcus, 1993; Prochaska & Velicer, 1997 ). γ) το στάδιο της προετοιμασίας (preparation), τα άτομα σχεδιάζουν να αλλάξουν την συμπεριφορά τους στον επόμενο μήνα ή έχουν ξεκινήσει τις προσπάθειες και κάποιες μικρές αλλαγές. Τυπικά τα άτομα έχουν ένα σχέδιο δράσης που εφάρμοσαν άλλα χρονικά διαστήματα ή έκαναν ορισμένες αλλαγές στη συμπεριφορά τους, χωρίς όμως να έχουν συγκεκριμένους στόχους. Στο στάδιο αυτό το κόστος της βλαβερής συμπεριφοράς είναι περισσότερο από το όφελος. Το στάδιο της προετοιμασίας δεν είναι σταθερό και τα άτομα που βρίσκονται σε αυτό είναι 8

πιθανό να έχουν κάποια πρόοδο στην αλλαγή της συμπεριφοράς τους μέσα στους επόμενους έξι μήνες σε σχέση με τα άτομα των δύο προηγούμενων σταδίων (Prochaska & Marcus, 1993; Prochaska & Velicer, 1997). δ) το στάδιο της δράσης (action), όπου το άτομο έχει αλλάξει την συμπεριφορά του και έχουν σημειωθεί σημαντικές αλλαγές στη συμπεριφορά του στη διάρκεια των έξι τελευταίων μηνών. Στο στάδιο αυτό λαμβάνουν χώρα οι περισσότερες διαδικασίες αλλαγής οι οποίες δεν διαφέρουν από τον πρώτο έως τον έκτο μήνα. Τα άτομα πιστεύουν πως τα οφέλη από την αλλαγή της συμπεριφοράς είναι περισσότερα από το κόστος (Prochaska & Marcus, 1993). Είναι το στάδιο με σημαντικούς βαθμούς σταθερότητας και τα άτομα που βρίσκονται σε αυτό έχουν την τάση να επιστρέψουν στις προηγούμενες βλαβερές συμπεριφορές τους (Prochaska & DiClemente, 1983; Prochaska & Velicer, 1997). ε) το στάδιο της διατήρησης (maintenance), όπου το άτομο διατηρεί τις αλλαγές στη συμπεριφορά του για έξι και περισσότερους μήνες Υποστηρίζεται ότι χρειάζονται πέντε χρόνια συνεχούς διατήρησης της νέας συμπεριφοράς για να αποκλειστεί κάθε κίνδυνος επιστροφής στην παλιά. προβληματική συμπεριφορά (relapse), (Prochaska & DiClemente, 1983; Prochaska & Velicer, 1997) και στ) το στάδιο της ολοκλήρωσης (termination), όπου το άτομο για πάνω από πέντε χρόνια διατηρεί τις αλλαγές στη συμπεριφορά του. Στο στάδιο αυτό δεν υπάρχουν περιθώρια επιστροφής στην παλιά συμπεριφορά, ενώ η αυτοαποτελεσματικότητα αγγίζει την υψηλότερη τιμή της. (Prochaska & DiClemente, 1983; Prochaska & Velicer, 1997). Αξιοσημείωτο είναι πως πολλές φορές το άτομο επιστρέφει στην προηγούμενη συμπεριφορά (relapse) για κάποιο χρονικό διάστημα όπου είτε μένει εκεί, είτε περνά στο επόμενο στάδιο και συνεχίζει κυκλικά ως την ολοκλήρωση της 9

II) Το δεύτερο επίπεδο του Μοντέλου περιλαμβάνει τρία στοιχεία που πιθανολογείτε πως επηρεάζουν την αλλαγή στην συμπεριφορά: α) τις διαδικασίες αλλαγής (processes of change) (Prochaska & DiClemente, 1983) όπου τα άτομα για να τροποποιήσουν την προβληματική σκέψη και συμπεριφορά τους ή τις ανεπιθύμητες επιρροές συμμετέχουν ή δοκιμάζουν μια σειρά από λύσεις. Οι διαδικασίες της αλλαγής έχουν προσδιοριστεί ως τρόποι με τους οποίους τα άτομα προσπαθούν να αλλάξουν με τη βοήθεια ή όχι θεραπείας. Είναι καλυμμένες ή φανερές ενέργειες που χρησιμοποιούν τα άτομα για να αλλάξουν το περιβάλλον και τις εμπειρίες τους με σκοπό να τροποποιήσουν και την συμπεριφορά τους (Prochaska & DiClemente, 1983, 1992; Marcus & Simkin, 1994). Οι διαδικασίες αλλαγής προσδιορίστηκαν από τον Prochaska (1979), όπου ο ερευνητής διέκρινε δέκα διαδικασίες αλλαγής που χρησιμοποιούνται για την τροποποίηση της συμπεριφοράς (Prochaska et al., 1988; Marcus, Rossi et al., 1992; Prochaska & DiClemente, 1992; Prochaska & Marcus, 1993; Petrocelli, 2002 ) και τις χώρισε σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία αναφέρεται στη βίωση εμπειριών (experiential processes) και περιέχει τις διαδικασίες αλλαγής για: την αύξηση συνειδητότητας (consciousness raising), την ανακούφιση (dramatic relief), την επαναξιολόγηση του 10

περιβάλλοντος (environmental reevalution), την επαναξιολόγηση του εαυτού (self reevalution) και την κοινωνική απελευθέρωση (social liberation). Συγκεκριμμένα, η διαδικασία της αύξησης συνειδητότητας αναφέρεται στις προσπάθειες του ατόμου να έχει πρόσβαση στη νέα πληροφόρηση και να αντιληφθεί και να λάβει ανατροφοδότηση για το πρόβλημα. Η διαδικασία της ανακούφισης αναφέρεται στους συναισθηματικούς παράμετρους της αλλαγής που συχνά περιλαμβάνουν έντονες συναισθηματικές εμπειρίες, οι οποίες σχετίζονται με την προβληματική συμπεριφορά. Η διαδικασία της επαναξιολόγησης του περιβάλλοντος αναφέρεται στην εκτίμηση και στην αξιολόγηση, από το άτομο, του τρόπου με τον οποίο το πρόβλημα επηρεάζει το φυσικό και το κοινωνικό περιβάλλον. Η διαδικασία της επαναξιολόγησης του εαυτού αναφέρεται στην συναισθηματική και γνωστική επαναξιολόγηση των αξιών από το άτομο όσον αφορά την προβληματική συμπεριφορά, και η διαδικασία της κοινωνικής απελευθέρωσης αναφέρεται στην συνειδητοποίηση, στην διαθεσιμότητα και στην αποδοχή από το άτομο ενός εναλλακτικού χωρίς προβλήματα τρόπου ζωής στην κοινωνία. Η δεύτερη κατηγορία αναφέρεται στις αλλαγές συμπεριφοράς (behavioral processes) και περιλαμβάνει: την διαδικασία των υποκατάστατων συμπεριφορών (counterconditioning), των σχέσεων υποστήριξης (helping relationships), των στρατηγικών ενίσχυσης (reinforcement management), του αυτό-προσδιορισμού (self liberation) και του ελέγχου ερεθίσματος (stimulus control). Συγκεκριμένα, η διαδικασία των υποκατάστατων συμπεριφορών αναφέρεται στην αντικατάσταση της προβληματικής συμπεριφοράς με εναλλακτικές. Η διαδικασία των σχέσεων υποστήριξης αναφέρεται στην εμπιστοσύνη, στην αποδοχή και στην χρήση της υποστήριξης από άτομα που ενδιαφέρονται κατά την διάρκεια προσπαθειών για την αλλαγή της προβληματικής συμπεριφοράς. Η διαδικασία των στρατηγικών ενίσχυσης 11

αναφέρεται στην αλλαγή των δεδομένων που ελέγχουν ή διατηρούν την προβληματική συμπεριφορά. Η διαδικασία του αυτό-προσδιορισμού αναφέρεται στην επιλογή και στην δέσμευση του ατόμου να αλλάξει την προβληματική συμπεριφορά συμπεριλαμβάνοντας την πεποίθηση ότι κάποιος μπορεί να αλλάξει. Τέλος, η διαδικασία του ελέγχου ερεθίσματος αναφέρεται στον έλεγχο των καταστάσεων και άλλων αιτιών που ενεργοποιούν την προβληματική συμπεριφορά (Marcus et al., 1992c). Η χρήση των διαδικασιών αλλαγής εξαρτάται σημαντικά από το στάδιο αλλαγής που βρίσκεται το κάθε άτομο (DiClemente et al., 1991; Prochaska & DiClemente, 1983; Prochaska, Velicer et al., 1991). Στα αρχικά στάδια, όπως στο στάδιο της απουσίας πρόθεσης για αλλαγή συμπεριφοράς και στο στάδιο πρόθεσης αλλαγής συμπεριφοράς, οι διαδικασίες αλλαγής που ανήκουν στην κατηγορία της βίωσης εμπειριών είναι πιο σημαντικές από τις διαδικασίες της κατηγορίας της συμπεριφοράς για την κατανόηση και την πρόβλεψη των αλλαγών (DiClemente et al., 1991; Nigg & Courneya, 1998; Prochaska & DiClemente, 1983; Prochaska et al., 1988). Αντίθετα, οι διαδικασίες αλλαγής της συμπεριφοράς χρησιμοποιούνται πιο συχνά στα τελευταία στάδια αλλαγής, όπως στα στάδια της δράσης και της διατήρησης (Prochaska & Marcus, 1994; Prochaska & Velicer, 1997). β) την αυτο-αποτελεσματικότητα (self-efficacy), όπου σύμφωνα με τον Bandura (1977) μπορεί να επηρεάσει τις προτιμήσεις των ατόμων, τις σκέψεις, τις συναισθηματικές αντιδράσεις και την απόδοση της συμπεριφοράς. Ως αυτοαποτελεσματικότητα ορίζεται η πίστη ενός ατόμου στην ικανότητα του να πραγματοποιήσει κάποιους στόχους (Bandura, 1977, 1986, 1997). Αντιπροσωπεύει τον βαθμό αυτοπεποίθησης ενός ατόμου σε μια συγκεκριμένη περίσταση. Έχει αποδειχθεί ότι ο βαθμός της αυτο-αποτελεσματικότητας είναι από τους πιο 12

σημαντικούς παράγοντες για την πρόβλεψη μελλοντικής συμπεριφοράς από ότι η προηγούμενη απόδοση (Bandura, Adams, Hardy & Howells, 1980; DiClemente, 1981). Από τα αποτελέσματα ερευνών φάνηκε ότι η αυτο-αποτελεσματικότητα σχετίζεται με τα στάδια αλλαγής (DiClemente, 1981) και αυξάνεται από το ένα στάδιο στο άλλο (DiClemente, 1981; Marcus & Owen, 1992; Marcus, Selby et al., 1992; DiClemente et al., 1985; Prochaska et al., 1985). Η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται μεταξύ των σταδίων της πρόθεσης για αλλαγής της συμπεριφοράς και της δράσης (DiClemente et al., 1985). Αυτό είναι σύμφωνο με τους διαφορετικούς στόχους που απαιτούνται για την μετακίνηση από το στάδιο της απουσίας πρόθεσης αλλαγής συμπεριφοράς στο στάδιο της πρόθεσης για αλλαγή και από το στάδιο της πρόθεσης για αλλαγή στο στάδιο της προετοιμασίας και της δράσης. Στην πρώτη μετακίνηση, η αλλαγή της συμπεριφοράς που απαιτείται είναι κατά ένα μεγάλο μέρος μετατόπιση από μια στάση και λήψη απόφασης με απουσία πρόθεσης για αλλαγή τρόπου σκέψης και δημιουργία πρόθεσης για αλλαγή συμπεριφοράς. Η δεύτερη μετακίνηση απαιτεί φανερές προσπάθειες για αλλαγή συμπεριφοράς, οι οποίες είναι πιθανότερο να επηρεαστούν από τις προσδοκίες αποτελεσματικότητας για την δημιουργία και την διατήρηση τέτοιων αλλαγών (DiClemente et al., 1985). γ) την ισορροπία στην λήψη αποφάσεων (decisional balance) που βασίζεται στο μοντέλο σύγκρουσης των Janis και Mann (1977). Στη λήψη αποφάσεων συμμετέχουν οκτώ βασικά στοιχεία: 1) τα λειτουργικά οφέλη για τον εαυτό, 2) τα λειτουργικά οφέλη για τους άλλους, 3) το λειτουργικό κόστος για τον εαυτό, 4) το λειτουργικό κόστος για τους άλλους, 5) η επιδοκιμασία για τον εαυτό, 6) η επιδοκιμασία για τους άλλους, 7) η αποδοκιμασία για τον εαυτό και 8) η αποδοκιμασία για τους άλλους (Prochaska & Marcus, 1993). Στην προσπάθεια να 13

εκτιμηθεί η ισορροπία στη λήψη αποφάσεων στις προβληματικές συμπεριφορές αναπτύχθηκε η δομή δύο απλών παραγόντων που ονομάστηκαν οφέλη (pros) και κόστος (cost) των ιδιαίτερων συμπεριφορών και λαμβάνουν χώρα στο αποτέλεσμα συγκεκριμένης απόφασης (Velicer, DiClemente, Prochaska & Brandenburg, 1985). Στο Διαπλαισιακό Μοντέλο υπάρχει η υπόθεση ότι ένα άτομο δεν θα αποφασίσει να αλλάξει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά ή να συνεχίσει μια δραστηριότητα εάν δεν προσδοκά ότι τα οφέλη από αυτήν θα είναι περισσότερα από το κόστος (Velicer et al., 1985; Prochaska et al., 1994; Gorely & Gordon, 1995). Τα οφέλη και το κόστος της συμπεριφοράς μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση και στην πρόβλεψη της μεταφοράς στα τρία πρώτα στάδια αλλαγής της συμπεριφοράς (Prochaska et al., 1985; Velicer et al., 1985; DiClemente, et al., 1991; Laffrey et al., 2005). Αντίθετα, οι εκτιμήσεις της ισορροπίας στη λήψη αποφάσεων αποδείχθηκαν λιγότερο σημαντικές στην πρόβλεψη της μεταφοράς στα στάδια της δράσης και της διατήρησης. Tα οφέλη είναι υψηλότερα στο στάδιο της διατήρησης από ότι στο στάδιο της απουσίας πρόθεσης και στο στάδιο της πρόθεσης, υψηλότερα στο στάδιο της δράσης από ότι στα στάδια της απουσίας πρόθεσης, της πρόθεσης και της προετοιμασίας και τέλος τα οφέλη είναι υψηλότερα στα στάδια της προετοιμασίας και της πρόθεσης από ότι στο στάδιο της απουσίας πρόθεσης. Όσο αφορά το κόστος φάνηκε να είναι χαμηλότερο στο στάδιο της διατήρησης από ότι στο στάδιο της δράσης, χαμηλότερο στα στάδια της δράσης και της διατήρησης από ότι στο στάδιο της προετοιμασίας, χαμηλότερο στο στάδιο της διατήρησης από ότι στο στάδιο της απουσίας πρόθεσης και τέλος χαμηλότερο σε όλα τα στάδια σε σχέση με το στάδιο της πρόθεσης αλλαγής συμπεριφοράς. Επίσης, η ισορροπία στην λήψη αποφάσεων φάνηκε να διαφέρει από στάδιο σε στάδιο, με χαμηλότερο ποσοστό στα άτομα που βρίσκονται στο στάδιο 14

απουσίας πρόθεσης για αλλαγή της συμπεριφοράς και υψηλότερο στα άτομα που βρίσκονται στο στάδιο της διατήρησης (Marcus, Rakowski & Rossi, 1992). II) Το τρίτο επίπεδο του Διαπλαισιακού Μοντέλου αναφέρεται στο γενικό πλαίσιο στο οποίο εμφανίζεται η συμπεριφορά. Καθορίζεται από το τι χρειάζονται τα άτομα για να αλλάξουν ολοκληρωτικά και να ξεπεράσουν την προβληματική τους συμπεριφορά (Prochaska & DiClemente, 1986). Αυτό το στοιχείο της αλλαγής αντιπροσωπεύει 5 ξεχωριστά αλλά αλληλένδετα επίπεδα ψυχολογικών προβλημάτων πάνω στα οποία μπορεί να στηριχθεί η θεραπεία: 1) τα συμπτωματικά/περιστασιακά, 2) τα δυσπροσαρμοστικά γνωστικά σχήματα, 3) τις τρέχουσες διαπροσωπικές συγκρούσεις, 4) τις οικογενειακές/κοινωνικές συγκρούσεις και 5) τις ενδοπροσωπικές συγκρούσεις. Θεωρείται ουσιώδης το πρόγραμμα αλλαγής να ταιριάξει με το επίπεδο του προβλήματος όπως το αντιλαμβάνεται το άτομο (Prochaska & DiClemente, 1986). Διαπλαισιακό Μοντέλο Έρευνες Διερεύνησης συμπεριφοράς Το μοντέλο εφαρμόστηκε σε ποικίλες συμπεριφορές με διαφορετικά θέματα διερεύνησης και τα αποτελέσματα φανέρωσαν εγκυρότητα και αξιοπιστία (Velicer et al., 1998; Donovan, Jones, Holman & Corti, 1998). Μελετήθηκε η αλλαγή της συμπεριφοράς σε σχέση με τις διατροφικές διαταραχές, την παχυσαρκία και την απώλεια βάρους (Campbell, DeVellis, Strecher, Ammerman, Sandler et al., 1994; Glanz, Patterson, Kristal, DiClemente, Heimendinger et al., 1994; Logue, Sutton, Jarjoura, Smucker, Boughman et al., 2005; Vet, Nooijer, Vries & Brug, 2006). Μελετήθηκε η αλλαγή στη συμπεριφορά ως προς την αποφυγή του καπνίσματος (Prochaska, DiClemente, Velicer & Rossi, 1993; Mendelsohn & Richmond, 1994; Richmond, Mendelsohn & Kehoe, 1998; Prochaska, Velicer, Fava, 15

Ruggerio, Laforge et al., 1998; Velicer, Prochaska, Fava, Laforge & Rossi, 1998), την αποτοξίνωση από το αλκοόλ (Heather, Rollnick, Bell & Richmond, 1996; Richmond, G-Novak, Kehoe, Calfas, Mendelsohn et al, 1998) και σε ασθενείς με χρόνιες ασθένειες όπως διαβήτη (Jackson, Asimakopoulou, & Scammell, 2007), με καρδιαγγειακές παθήσεις (Maxwell, Onysko, Bancej, Nichol & Rakowski, 2006; McKee, Bannon, Kerins, & FitzGerald, In Press), σε ασθενείς με AIDS (Naar-King, Wright, Parson, Frey & Templin, 2006; Highstein, Willey, & Mundy, 2006) και σε ασθενείς με πόνους (Nour, Laforest, Gauvin & Gignac, 2006; Basler, Bertalanffy, Quint, Wilke & Wolf, 2007). Επίσης, το μοντέλο εφαρμόστηκε και στον τομέα της ψυχολογίας για τη μελέτη προβληματικών συμπεριφορών και τη στάση των ατόμων ως προς τη σεξουαλική παρενόχληση (Deristey & Reynolds, 2002), την ψυχοθεραπεία (McConnaughy, Prochaska & Velicer, 1983; Kaldo, Richards, & Andersson, 2006), την προβληματική συμπεριφορά των εφήβων (Tierney & McCade, 2001; Kidd, Reed, Weaver, Westneat & Rayens, 2003), την οικογενειακή βία (Chang, Dado, Ashton, Hawker, Cluss et al., 2006; Cluss, Chang, Hawker, Scholle, Dado et al., 2006;) και την συμπεριφορά των αστέγων (Maguire, 2006). Μελέτες υποστηρίζουν την δυνατότητα εφαρμογής του Διαπλαισιακού Μοντέλου, των σταδίων αλλαγής της συμπεριφοράς στην μελέτη της συμμετοχής σε αθλητικές δραστηριότητες (Armstrong et al., 1993; Booth et al., 1993; Cardinal, 1995a, 1995b, 1995c; Cardinal & Sachs, 1995; Marcus et al., 1992c; Marcus & Simkin, 1993). Σε έρευνα τους οι Gorely και Bruce (2000) εξέτασαν εάν στο στάδιο της πρόθεσης για αλλαγή της συμπεριφοράς υπάρχουν υποκατηγορίες και αν η αυτόαποτελεσματικότητα και η ισορροπία στην λήψη αποφάσεων άλλαξαν με τον τρόπο που προβλέπεται από το Διαθεωρητικό Μοντέλο στα άτομα που αποδέχτηκαν την 16

σωματική δραστηριότητα χωρίς παρέμβαση. Το δέιγμα αποτέλεσαν 118 άτομα από την Αυστραλία, οι οποίοι βρίσκονταν όλοι στο στάδιο της πρόθεσης. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν δυο ερωτηματολόγια ένα στην αρχή της έρευνας και το δεύτερο μετά από 6 μήνες. Από τα αποτελέσματα επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη υποομάδων μέσα στα στάδια, οι οποίες υποδεικνύουν την χρονική λειτουργία των σταδίων και είναι υπεύθυνες για την προσαρμογή των μέτρων της επέμβασης στις ανάγκες του ατόμου. Βρέθηκαν τρεις υποομάδες: α)το αρχικό στάδιο της πρόθεσης, β)το μεσαίο στάδιο της πρόθεσης και γ)το προστάδιο της προετοιμασίας. Στη διάρκεια των 6 μηνών αυξήθηκε η αυτό-αποτελεσματικότητα για αυτούς που αύξησαν την συμμετοχή τους σε αθλητικές δραστηριότητες και συγκριτικά με τους πιο αρδανείς αυξήθηκαν τα σκορ από τα οφέλη. Έτσι η αύξηση στην αυτόαποτελεσματικότητα και στα οφέλη και η μείωση του κόστους βοηθούν στην διευκόλυνση της μετακίνησης μέσα στο στάδιο της πρόθεσης από υποομάδα σε υποομάδα και στην μετακίνηση από το στάδιο αυτό, στο στάδιο της δράσης/διατήρησης. Ακόμη, σύμφωνα με έρευνες βρέθηκε πως και στο στάδιο της προετοιμασίας υπάρχουν υποστάδια με βάση τον βαθμό της πρόθεσης ως προς την συμμετοχή σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής (Booth et al., 1993; Nguyen, Potvin & Otis, 1997; Potvin, Gauvin & Nguyen, 1997). Πολλές έρευνες μελέτησαν τα πέντε πρώτα στάδια της αλλαγής της συμπεριφοράς (Cardinal, 1997; Marcus et al., 1992c; Nigg & Courneya, 1998) όμως το έκτο στάδιο της ολοκλήρωσης της αλλαγής της συμπεριφοράς ως προς την συμμετοχή στην άσκηση δεν έχει μελετηθεί εκτενέστερα. Σύμφωνα με την βιβλιογραφία τα αποτελέσματα των ερευνών είναι αντιφατικά (Cardinal, 1999, 2000; Courneya & Bobick, 2000; Fallon & Hausenblas 2001; Fallon, Hausenblas, & Nigg, 2005). 17

Οι Courneya και Bobick (2000) στην έρευνα τους βρήκαν ότι μόνο το 4% των φοιτητών που εξετάστηκαν ταξινομήθηκαν στο στάδιο της ολοκλήρωσης όσο αφορά την συμπεριφορά τους απέναντι στην άσκηση, το οποίο χαρακτηρίζεται από 100% ικανότητα αντιλαμβανόμενου ελέγχου συμπεριφοράς και από 100% θετική στάση απέναντι στην άσκηση. Επειδή το ποσοστό των φοιτητών που άνηκαν στο στάδιο της ολοκλήρωσης για άσκηση ήταν μικρότερο από το ποσοστό (15-17%) των ατόμων που αναφέρθηκε από τους Prochaska και Velicer (1997), τα οποία ανήκαν στο στάδιο της ολοκλήρωσης αλλά είχαν προβλήματα αλκοολισμού και καπνίσματος, οι ερευνητές αρνήθηκαν την ύπαρξη του σταδίου ολοκλήρωσης για την συμπεριφορά απέναντι στην άσκηση. Οι Courneya και Bobick (2000) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα άτομα που γυμνάζονται είναι πιθανό να παραμένουν σταθερά στην κατάσταση του σταδίου της διατήρησης. Επίσης, o Fallon και ο Hausenblas (2001) εξέτασαν την ύπαρξη του σταδίου της ολοκλήρωσης για συμπεριφορά που αφορά την άσκηση. Το δείγμα της έρευνας αποτελούνταν από 178 αθλούμενους σε γυμναστήριο. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια για την συμπεριφορά τους απέναντι στην άσκηση (Godin, Jobin & Bouillon, 1986), για την αυτο-αποτελεσματικότητα (McAuley & Mihalko, 1998), για τα στάδια αλλαγής (Reed et al., 1997) και για τους πειρασμούς που τους αποτρέπουν να ασκούνται (Hausenblas, et al., in press). Τα άτομα που ανήκαν στο στάδιο της ολοκλήρωσης (115) παρουσίασαν σημαντικά μεγαλύτερη αυτό-αποτελεσματικότητα στο να ξεπεράσουν τα εμπόδια για την άσκηση σε σχέση με τα άτομα που βρισκόντουσαν στο στάδιο της διατήρησης (42). Όσο αφορά την συμπεριφορά απέναντι στην άσκηση δεν βρέθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στα άτομα που ανήκαν στο στάδιο της διατήρησης με αυτά που ανήκαν στο 18

στάδιο της ολοκλήρωσης. Τα αποτελέσματα δεν υποστήριξαν πλήρως την ύπαρξη του έκτου σταδίου της ολοκλήρωσης. Ο Cardinal (1999, 2000) εξέτασε το στάδιο της ολοκλήρωσης μετρώντας την αντιλαμβανόμενη σωματική δραστηριότητα, την αντιλαμβανόμενη ικανότητα, την στάση και την συμπεριφορά απέναντι στην άσκηση. Περίπου το 16% των συμμετεχόντων κατανεμήθηκαν στο στάδιο της ολοκλήρωσης της συμπεριφοράς απέναντι στην άσκηση. Το ποσοστό ήταν παρόμοιο με αυτό της έρευνας των Prochaska και Velicer (1997) για την περίπτωση του καπνίσματος και γι αυτόν τον λόγο υποστηρίχθηκε η ύπαρξη του σταδίου της ολοκλήρωσης. Σε μια πιο πρόσφατη έρευνα των Fallon, Hausenblas και Nigg, (2005), μελετήθηκαν τα στάδια της δράσης, της διατήρησης και της ολοκλήρωσης και η επίδραση της αλλαγής της συμπεριφοράς τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες. Το δείγμα αποτέλεσαν 710 άτομα (330 άνδρες και 380 γυναίκες), μελετήθηκαν έξι παράμετροι που επηρεάζουν την συμπεριφορά σε δύο κατηγορίες δράση/διατήρηση και διατήρηση/ολοκλήρωση και στα δύο φύλα. Τα αποτελέσματα δεν έδειξαν πως οι γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες σημείωσαν μικρό σκορ στην αυτό-αποτελεσματικότητα, ενώ αντίθετα υψηλές τιμές ως προς τα οφέλη της άσκησης, την συμπεριφορά και την βίωση εμπειριών. Για τους άνδρες η αφοσίωση είναι το μόνο που σχετίζεται με την κατηγορία δράση/διατήρηση, ενώ η αυτόαποτελεσματικότητα και η αξιολόγηση του περιβάλλοντος συνδέονται με την κατηγορία διατήρηση/ολοκλήρωση. Στις γυναίκες η επαναξιολόγηση περιβάλλοντος και η κοινωνική απελευθέρωση επηρεάζουν την συμπεριφορά στην κατηγορία δράση/διατήρηση, ενώ η αυτό-αποτελεσματικότητα είναι η μόνη αρνητική συσχέτιση στην κατηγορία διατήρηση/ολοκλήρωση. 19

Έρευνες αναφέρουν ότι κάθε διαδικασία αλλαγής χρησιμοποιείται σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό κατά την διάρκεια κάθε σταδίου αλλαγής της συμπεριφοράς που αφορά στην άσκηση (Gorely & Gordon, 1995; Marcus et al., 1992c; Prochaska & DiClemente, 1983; Prochaska et al., 1985). Η χρήση των διαδικασιών αλλαγής εξαρτάται σημαντικά από το στάδιο αλλαγής που βρίσκεται το κάθε άτομο (DiClemente et al., 1991; Prochaska & DiClemente, 1983; Prochaska, Velicer et al., 1991). Έχει παρατηρηθεί πως τα άτομα σε κάποιες περιπτώσεις επιστρέφουν σε προηγούμενο στάδιο της αλλαγής της συμπεριφοράς όπου είτε μένουν για κάποιο μικρό χρονικό διάστημα και μετά συνεχίζουν την κυκλική πορεία σύμφωνα με το Διαπλαισιακό Μοντέλο, είτε μένουν εκεί μόνιμα. Οι Berry, Naylon και Wharf-Higgins (2005), μελέτησαν την αλλαγή της συμπεριφοράς ως προς την συμμετοχή σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής και τους λόγους της διακοπής της συμμετοχής είτε της επιστροφής σε προηγούμενο στάδιο αλλαγής συμπεριφοράς. Το δείγμα αποτέλεσαν 327 έφηβοι ιδιωτικού σχολείου (166 αγόρια και 161 κορίτσια), οι οποίοι συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο του Διαπλαισιακού Μοντέλου και επιπλέον μια ερώτηση με ανοιχτή-ελεύθερη απάντηση όπου έπρεπε να αναφέρουν εάν στο παρελθόν έκαναν άσκηση και για ποιο λόγο σταμάτησαν. Οι απαντήσεις της ανοιχτής ερώτησης χωρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες: α)τις υποδομές, β)επίδραση της κουλτούρας και γ)τον κοινωνικό περίγυρο. Τα αποτελέσματα έδειξαν την ισχυρή επίδραση των εμποδίων σε όλα τα στάδια αλλαγής της συμπεριφοράς με την αυτόαποτελεσματικότητα να σημειώνει τις μεγαλύτερες τιμές σε σχέση με τα εμπόδια. Πάνω από το 30% των εφήβων αποκλείουν την συμμέτοχη τους σε αθλητικές δραστηριότητες είτε διακόπτουν την συμμετοχή τους κυρίως λόγου έλλειψη χρόνου και προσωπικών περιορισμών. 20

Η ισορροπία στη λήψη αποφάσεων ως προς την συμμετοχή σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής και κυρίως η εκτίμηση για τα οφέλη και το κόστος μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση και στην πρόβλεψη της μεταφοράς στα τρία πρώτα στάδια αλλαγής της συμπεριφοράς (DiClemente et al., 1991; Prochaska et al., 1985; Velicer et al., 1985). Στην έρευνα που πραγματοποίησαν οι Marcus, Rakowski και Rossi (1992) εξετάστηκε κατά πόσο τα οφέλη και το κόστος που προσδοκούν τα άτομα ότι θα έχουν από την άσκηση μπορούν να επηρεάσουν την απόφαση να ξεκινήσουν την άσκηση και πόσο αυτοί οι δύο παράγοντες διαφέρουν στα διαφορετικά στάδια αλλαγής. Το δείγμα της έρευνας αποτελούνταν από 778 άνδρες και γυναίκες. Από τα αποτελέσματα φάνηκε ότι τα οφέλη και το κόστος συνδέονται σημαντικά με την απόφαση των ατόμων να ξεκινήσουν την άσκηση. Επίσης, τα οφέλη είναι υψηλότερα στο στάδιο της διατήρησης από ότι στο στάδιο της απουσίας πρόθεσης και στο στάδιο της πρόθεσης, υψηλότερα στο στάδιο της δράσης από ότι στα στάδια της απουσίας πρόθεσης, της πρόθεσης και της προετοιμασίας και τέλος τα οφέλη είναι υψηλότερα στα στάδια της προετοιμασίας και της πρόθεσης από ότι στο στάδιο της απουσίας πρόθεσης. Όσο αφορά το κόστος φάνηκε να είναι χαμηλότερο στο στάδιο της διατήρησης από ότι στο στάδιο της δράσης, χαμηλότερο στα στάδια της δράσης και της διατήρησης από ότι στο στάδιο της προετοιμασίας, χαμηλότερο στο στάδιο της διατήρησης από ότι στο στάδιο της απουσίας πρόθεσης και τέλος χαμηλότερο σε όλα τα στάδια σε σχέση με το στάδιο της πρόθεσης αλλαγής συμπεριφοράς. Επίσης, η ισορροπία στην λήψη αποφάσεων φάνηκε να διαφέρει από στάδιο σε στάδιο, με χαμηλότερο ποσοστό στα άτομα που βρίσκονται στο στάδιο απουσίας πρόθεσης για αλλαγή της συμπεριφοράς και υψηλότερο στα άτομα που βρίσκονται στο στάδιο της διατήρησης. 21

Τα αντιληπτικά εμπόδια φαίνεται να έχουν ισχυρή επίδραση στη σχέση μεταξύ των προσωπικών παραγόντων (π.χ. αυτο-αποτελεσματικότητα), των περιβαλλοντικών παραγόντων (π.χ. εμπόδια), και της συμπεριφοράς (υψηλή σωματική δραστηριότητα), (Cardinal & Sachs, 1995; Prochaska & Velicer, 1997; Marcus, Emmons, Simkin, Taylor, Linnan et al., 1998). Από την έρευνα του Hofstetter και των συνεργατών του (1990a,b), φάνηκε ότι υπάρχει ισχυρή συσχέτιση των αντιληπτών εμποδίων με την αυτό-αποτελεσματικότητα. Η εμπιστοσύνη που έχει ένα άτομο στην ικανότητα του να συμμετάσχει σε υψηλή σωματική δραστηριότητα όταν έρχεται αντιμέτωπο με συγκεκριμένα αντιληπτά εμπόδια παίζει σημαντικό ρόλο στην συμπεριφορά του απέναντι στην άσκηση (Dwyer, Allison & Makin, 1998; Jordan, Nigg, Norman, Rossi & Benisovich, 2002; Miller, Stewart, Trost, & Brown, 2002). Τα αντιληπτά εμπόδια απέναντι στη σωματική δραστηριότητα έχουν εξεταστεί σε πολλές έρευνες και αποτελούν τον ισχυρότερο παράγοντα πρόβλεψης της στάσης των ατόμων που κάνουν ελαφρύ τρέξιμο κατά των ατόμων που δεν ασκούνται (Slenker et al., 1984) και των ατόμων που συμμετέχουν σε υψηλής έντασης σωματικές δραστηριότητες (Sallis et al, 1989; Cardinal & Sachs, 1995; Prochaska & Velicer, 1997; Lewis, Marcus, Pate, & Dunn, 2002; Orti, & Donaghy, 2004). Οι Buckworth, Lee, Regan, Schneider και DiClemente (in press) πραγματοποίησαν δύο έρευνες για την μελέτη της εσωτερικής και εξωτερικής παρακίνησης σε σχέση με την αλλαγή της συμπεριφοράς ως προς την συμμετοχή σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής. Η μια έρευνα έγινε με μια μέτρηση (crosssectional survey), ενώ η δεύτερη ήταν διαχρονική (longitudinal survey). Στην πρώτη έρευνα συμμετείχαν 184 σπουδαστές (101 γυναίκες και 83 άνδρες), ενώ στην δεύτερη το δείγμα αποτέλεσαν 220 σπουδαστές (144 γυναίκες και 76 άνδρες). Τα αποτελέσματα έδειξαν πως και στα δύο δείγματα η εσωτερική παρακίνηση επηρέασε 22

σε μεγάλο βαθμό τα άτομα που ήταν στο στάδιο της διατήρησης και λιγότερο τα άτομα που ήταν στο στάδιο της πρόθεσης. Η εξωτερική παρακίνηση σημείωσε υψηλότερο σκορ στο στάδιο της διατήρησης σε σχέση με τα άλλα στάδια. Στη δεύτερη έρευνα οι σπουδαστές που παρακολουθούσαν πρακτικά μαθήματα σημείωσαν υψηλότερες τιμές τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική παρακίνηση σε σχέση με τους σπουδαστές που παρακολουθούσαν θεωρητικά μαθήματα. Αναφορικά με τους συμμετέχοντες σε αθλητικές δραστηριότητες η εσωτερική παρακίνηση ήταν πιο ισχυρή από την εξωτερική καθώς διατηρούσαν την συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες, ενώ αντίθετα ελαττώνονταν στα άτομα που δεν ήταν δραστήρια. Σε έρευνα των Riebe, Blissmer, Greene, Caldweell, Ruggiero et al. (2005) για την μακροπρόθεσμη διατήρηση της άσκησης και του υγιεινού τρόπου ζωής εξετάστηκαν 144 υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα. Οι συμμετέχοντες παρακολούθησαν ένα πρόγραμμα διατροφής και άσκησης για 6 μήνες και στη συνέχεια το υποστήριξαν με ένα δεύτερο πρόγραμμα για άλλους 18 μήνες. Πραγματοποιήθηκαν τέσσερις μετρήσεις συμπληρώνοντας ερωτηματολόγια στην αρχή, στους 6, 12 και 24 μήνες. Στους 24 μήνες οι συμμετέχοντες μείωσαν το ποσοστό λίπους, τις θερμίδες που λάμβαναν και το ποσοστό των κορεσμένων λιπών, ενώ αύξησαν τον εβδομαδιαίο χρόνο άσκησης. Τα άτομα που ασκούνταν κατά την διάρκεια των 24 μηνών σημείωσαν υψηλά σκορ στην αυτό-αποτελεσματικότητα και στην διαδικασία αλλαγής τόσο στη βίωση εμπειριών όσο και στην συμπεριφορά. Τα άτομα που διατήρησαν κυρίως την υγιεινή διατροφή σημείωσαν χαμηλό σκορ στην αυτό-αποτελεσματικότητα και υψηλό στην βίωση εμπειριών και στην συμπεριφορά. Για μακροπρόθεσμα οφέλη στην υγεία ο συνδυασμός άσκησης και υγιεινής διατροφής βοηθά σε επιτυχημένα αποτελέσματα. 23

Σε μια διαχρονική έρευνα των Plotnikoff, Hotz, Birkett και Courneya (2001) εξετάστηκε η δυνατότητα για πρόβλεψη συμμετοχής σε δραστηριότητες αθλητικής αναψυχής με την εφαρμογή του Διαπλαισιακού Μοντέλου. Το δείγμα αποτέλεσαν 683 ενήλικες Καναδοί (18-65 ετών). Οι ερωτηθέντες συμπλήρωσαν τα ερωτηματολόγια την πρώτη φορά στην αρχή (time 1), σε διάστημα 6 μηνών (time 2) και σε 1 χρόνο (time 3) σε τηλεφωνική έρευνα. Εξετάστηκαν δυο περίοδοι από την αρχή στους 6 μήνες και από τους 6 μήνες στον 1 χρόνο (time1-2; time 2-3), σύμφωνα με τις απαντήσεις χωρίστηκαν σε 3 κατηγορίες: α) αυτούς που γύρισαν ένα στάδιο πίσω, β) αυτούς που έμειναν στο ίδιο στάδιο και γ) αυτούς που προχώρησαν ένα στάδιο μπροστά. Ξεκινώντας από την πρώτη μέτρηση μελετήθηκαν τα εμπόδια για την αλλαγή της συμπεριφοράς ως προς την άσκηση και η δυνατότητα πρόβλεψης της συμπεριφοράς στις δύο περιόδους. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως από τις 40 προβλέψεις (20 για κάθε περίοδο) οι 18 δηλαδή το 45% επαληθεύτηκαν. Έτσι υποστηρίζεται η εγκυρότητα στην πρόβλεψη συμμετοχής στην άσκηση με την χρήση του Διαπλαισιακού Μοντέλου. 24

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III Θεωρία Ανασταλτικών Παραγόντων Ανασταλτικοί παράγοντες ως προς την συμμετοχή έχουν ορισθεί «οι παράγοντες που λαμβάνονται υπ όψιν από τους ερευνητές και έχουν γίνει αντιληπτοί από τα ίδια τα άτομα ώστε να αναστείλουν ή να αποτρέψουν την συμμετοχή τους σε δραστηριότητες αναψυχής» (Jackson, 1993, pp. 279). Ένα μοντέλο που παρουσιάσθηκε από τους Crawford και Godbey (1987) εστίασε στην ύπαρξη εμποδίων κατά την διαδικασία λήψης απόφασης του ατόμου για συμμετοχή στην αναψυχή. Σύμφωνα με το μοντέλο οι ανασταλτικοί παράγοντες μπορούν εννοιολογικά να χωρισθούν σε τρεις κατηγορίες σύμφωνα με τον τρόπο που αυτοί επηρεάζουν την σχέση μεταξύ προτιμήσεων του ατόμου και τελικής του συμμετοχής ή μη συμμετοχής. Οι κατηγορίες αυτές είναι: 1) Οι εσωτερικοί / ατομικοί ανασταλτικοί παράγοντες που αναφέρονται ότι «περιλαμβάνουν αρνητικές ατομικές ψυχολογικές καταστάσεις και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ίδιου του ατόμου, που μάλλον αλληλεπιδρούν με τις προσωπικές του προτιμήσεις» (Crawford & Godbey, 1987, pp. 122). Παραδείγματα εσωτερικών /ατομικών εμποδίων είναι οι αντιλαμβανόμενες ικανότητες και δεξιότητες του ατόμου, η αντιλαμβανόμενη υγεία, η κόπωση, το στρες, η κατάθλιψη, το άγχος, η αρνητική προγενέστερη επαφή με συγκεκριμένες δραστηριότητες αναψυχής, η αυτοεκτίμηση, η έλλειψη ενδιαφέροντος και η έλλειψη γνώσεων κτλ. 2) Οι διαπροσωπικοί ανασταλτικοί παράγοντες που αναφέρονται ως «το αποτέλεσμα της διαπροσωπικής αλληλεπίδρασης ανάμεσα στα άτομα που συμμετέχουν ή της μη ύπαρξης διαπροσωπικών σχέσεων» (Crawford & Godbey, 1987, pp. 123). Στην κατηγορία των διαπροσωπικών ανασταλτικών παραγόντων περιλαμβάνονται η ανικανότητα εύρεσης παρέας ή συντρόφου για την συμμετοχή σε 25

μία δραστηριότητα αναψυχής, το κοινωνικό περιβάλλον και η κοινωνική απομόνωση κτλ. 3) Τα δομικά / εξωτερικά εμπόδια που αναφέρονται στους ανασταλτικούς παράγοντες κυρίως εκλαμβάνονται ως «παρέμβαση ανάμεσα στην προτίμηση του ατόμου για συμμετοχή σε δραστηριότητες αναψυχής και την συμμετοχή ή μη συμμετοχή του» (Crawford & Godbey, 1987, pp. 124). Παραδείγματα δομικών εμποδίων αποτελούν: η έλλειψη οικονομικών πόρων, η έλλειψη ή τα προβλήματα σχετίζονται με τις εγκαταστάσεις, η απουσία κατάλληλων προγραμμάτων, ο χρόνος εργασίας και οι μειωμένες ευκαιρίες, η απουσία μέριμνας από το κράτος κτλ. Οι Crawford, Jackson και Godbey (1991), βασιζόμενοι στην προηγούμενη δουλειά των Crawford και Godbey (1987), παρουσίασαν ένα πιο αναλυτικό μοντέλο, στο οποίο πρότειναν ότι οι ανασταλτικοί παράγοντες επιδρούν σε διαφορετικά στάδια της διαδικασίας λήψης της απόφασης του ατόμου για αθλητική συμμετοχή στην αναψυχή και βιώνονται από το άτομο ιεραρχικά. Το μοντέλο του Crawford και των συνεργατών του (1991) εδραίωσε την ύπαρξη τριών διαστάσεων εμποδίων (ενδοπροσωπικά, διαπροσωπικά και δομικά) που επηρεάζουν την διαδικασία λήψης απόφασης ενός ατόμου για συμμετοχή και περαιτέρω υποστήριξε ότι εμπόδια ενεργούν ιεραρχικά. Τα ενδοπροσωπικά εμπόδια, σαν εγγύτερα στο άτομο, εκλαμβάνονται ως αυτά με την μεγαλύτερη ισχύ, ενώ αντιδιαμετρικά, τα δομικά εμπόδια σαν μακρύτερα στο άτομο, λαμβάνονται ως αυτά με την μικρότερη ισχύ επιρροής στην απόφασης του ατόμου. Η θεωρητική ανάπτυξη αυτού του μοντέλου (Crawford, Jackson & Godbey, 1991) άνοιξε νέες ερευνητικές προοπτικές στο χώρο του αθλητισμού αναψυχής. 26