Δημοσίευμα στον ολλανδικό τύπο, σχετικά με ελληνικά κρασιά 03/12/2008 Έκδοση Γραφείο Ο.Ε.Υ. Χάγης Πηγή Rerswijn Magazine Κείμενο Ελληνικά διλήμματα Όποιος έχει πάει, το γνωρίζει. Όποιος μπορεί και δοκιμάζει χωρίς προκαταλήψεις, επίσης το γνωρίζει. Οι πεφωτισμένοι sommeliers βραβευμένων με αστέρια εστιατορίων το γνωρίζουν κι αυτοί. Η Ελλάδα χτυπάει την πόρτα με υπέροχα κρασιά που ανατρέπουν κάθε προκατάληψη. Είναι πλέον καιρός για μία ευρύτερη αντιπροσώπευση των ελληνικών κρασιών στις ξένες αγορές. Αυτό που παρεμποδίζει ακόμα την ανακάλυψη των ελληνικών κρασιών είναι η αβεβαιότητα, του τι μπορείτε να περιμένετε από αυτά. Η ερώτηση τι είναι ένα κλασικό ελληνικό κρασί είναι δύσκολο να απαντηθεί. Οι Έλληνες φαίνεται να μην ξέρουν ακόμα πολύ καλά τι θέλουν και με ποια κρασιά επιθυμούν να παρουσιαστούν διεθνώς. Αυτό είναι κατανοητό, λαμβάνοντας υπόψη την «ανάλαφρη» αντιμετώπιση του προϊόντος που επικρατούσε για πολύ καιρό και ότι η ελληνική οινοπαραγωγή είναι σχετικά πρόσφατης ημερομηνίας. Πρώτα όμως κάποια θετικά σημεία. Η ελλιπής τεχνική αποθήκευσης και διατήρησης στα κελάρια και η αποκτηθείσα γνώση, έπαψαν να είναι πλέον αδύναμα σημεία. Αντίθετα, η Ελλάδα έχει παρουσιάσει μεγάλη πρόοδο πάνω σε αυτό το θέμα, που συγκρίνεται με αυτή της Ισπανίας, αλλά σε ακόμα ταχύτερο ρυθμό. Χάρη σε ένα μεγάλο κύμα επενδύσεων οφειλόμενο κυρίως στην ΕΕ τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί εγκαταστάσεις του πλέον σύγχρονου εξοπλισμού. Και όπου χρειάζεται, ο εξοπλισμός αντέχει και στους σεισμούς. Πολλοί οινοπαραγωγοί σπούδασαν οινολογία σε σχολές του Montpellier ή του Bordeaux, έχουν αποκτήσει εμπειρία στο εξωτερικό και προσέχουν την καθημερινή τους προσωπική υγιεινή. Από τεχνικής άποψης, πηγαίνουν όλα καλά. Το κυριότερο σημείο εστίασης της προσοχής, είναι πλέον αυτό που πρέπει να συμβεί στον αμπελώνα. Σε αυτό το θέμα, οι οινοπαραγωγοί βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα σοβαρό δίλημμα. Το θέμα γίνεται όλο και πιο επίκαιρο, γιατί η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως αντιπροσωπευτικά κρασιά (κρασιά-εικόνες, λέξη όπως και το «δίλημμα», και οι δύο ελληνικής προέλευσης). Τρεις επιλογές Κανείς πλέον δεν συμβουλεύεται τα μαντεία των Δελφών, των Διδύμων ή της Δωδώνης. Η Πυθία αντικαταστήθηκε από τους γκουρού του μάρκετινγκ. Αλλά, είναι οι χρησμοί τους πιο διαφωτιστικοί από εκείνους των μάντεων του καιρού εκείνου; Όπως όλες οι άλλες χώρες που βιώνουν μία δεύτερη νεότητα, μετά από ένα παρελθόν με αμφιλεγόμενες παραδόσεις, η Ελλάδα έχει τρεις επιλογές. Την παραγωγή κρασιών από εγχώριες ποικιλίες σταφυλιών, την παραγωγή κρασιών από «διεθνείς» ποικιλίες 1
σταφυλιών, ή την παραγωγή κρασιών που αποτελούν ένα μείγμα και των δύο. Από τις εγχώριες ποικιλίες σκεφτόμαστε το ασύρτικο, τη μαλαγουζιά, ή το ξινόμαυρο, ενώ από τις διεθνείς ποικιλίες, το αναπόφευκτο τρίο, chardonnay, cabernet και merlot. Δικαίως, αλλά, υπάρχουν κι άλλα. Και πάνω απ όλα πιο ταιριαστά, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες καταστάσεις. Σκεφτείτε το sauvignon, viognier, ή και το «ανερχόμενο» στην Ελλάδα syrah. Και ακόμη, στη συνέχεια το tannat, tempranillo, grenache, montepulciano, sangiovese και το nebbiolo ακόμα. Τα μπουκέτα ποικίλουν από ασύρτικο με sémillom, μέχρι syrah και merlot με ξινόμαυρο. Το πρόβλημα στην αναζήτηση ταυτότητας είναι ότι η Ελλάδα η ίδια, στο θέμα της κατανάλωσης κρασιού, είναι αναπτυσσόμενη χώρα. Μέχρι πρόσφατα, οι Έλληνες δεν ήξεραν άλλο από το κρασί που οι ίδιοι έφτιαχναν, ή που αγόραζαν σε μεγάλες ποσότητες από τον ίδιο τον αγρότη. Χωρίς να ξέρουν ούτε τι ακριβώς έπιναν, ούτε εάν υπήρχαν και άλλα κρασιά να αγοράσουν. Σχετικά με το θέμα των ποικιλιών, δεν ασχολιόταν κανείς. Ίσως αυτό να αλλάξει σιγά σιγά λόγω των νέων συνηθειών της μέσης τάξης στα μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Θεσσαλονίκη και η Αθήνα. Επιπλέον, η σύγχρονη ελληνική κουζίνα προσφέρεται για εξευγενισμένα κρασιά. Και από αυτή την άποψη η Ισπανία προσφέρεται ως μέτρο σύγκρισης. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι Έλληνες δεν παραμένουν φανατικοί οπαδοί των αποσταγμένων. Από το εγχώριο τσίπουρο και ούζο, μέχρι σκοτσέζικο ουίσκι. Αυθεντικά ή εύγευστα; Οι λάτρεις του κρασιού και σίγουρα οι επαγγελματίες του χώρου από κράτη με μικρή ή σχεδόν ανύπαρκτη παραγωγή κρασιού, θα προτείνουν με θέρμη στους παραγωγούς την χρήση των εγχώριων, των τυπικών για την περιοχή ειδών σταφυλιού, λόγω της «αυθεντικότητάς» τους. Οι παραγωγοί με τη σειρά τους, σε αντίθεση με τους ξένους επισκέπτες οι οποίοι είναι ριζωμένοι στις παραδόσεις της περιοχής τους, έχουν άλλες απόψεις. Θέλουν να είναι «in» και να δείχνουν κοσμοπολίτες. Να εντυπωσιάζουν με ένα «trendy» είδος σταφυλιού, αντί της δύσκολης εγχώριας ποικιλίας. Το ερώτημα είναι εάν τα χαρακτηριστικά κρασιά της περιοχής είναι καλύτερα, πιο εύγευστα και πιο εύκολα προς πώληση κρασιά. Η απάντηση είναι λίγο δυσάρεστη: όχι πάντα. Το ότι είναι χαρακτηριστικά, δεν είναι εγγύηση ότι είναι καλά, γιατί η «παράδοση» συμβαδίζει μερικές φορές με την ανέμελη αντιμετώπιση των εγχώριων ποικιλιών. Οι ποικιλίες αυτές θεωρούταν τόσο δεδομένες, ώστε δίνονταν ελάχιστη προσοχή στην επιλογή και την ποιότητα των νέων καλλιεργειών, για να μην αναφερθούμε στην αντίληψη της διατήρησης των παλιών κλημάτων. Από την άλλη πλευρά φαίνεται ότι τα εισαγόμενα είδη δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στις κλιματολογικές συνθήκες, που ποικίλλουν από μεσογειακές μέχρι καθαρά ηπειρωτικές, κυρίως σε ότι αφορά στην επίτευξη της καλύτερης φυσιολογικής ωρίμανσης, ενώ η ζύμωση των κρασιών πρέπει να παρακολουθείται επιμελώς και τακτικά. Για να γίνει ακόμα πιο πολύπλοκο, οι επίσημες ονομασίες προέλευσης έχουν μείνει πίσω από την πραγματικότητα. Έτσι λοιπόν και στην Ελλάδα, το όνομα του παραγωγού είναι η σημαντικότερη αναγραφόμενη πληροφορία στην ετικέτα. Ανάμεσα στον Άθω και το Αμύνταιο Τον Ιούνιο ταξίδεψα μία εβδομάδα στην Βόρεια Ελλάδα, συντροφιά με Άγγλους «Masters of Wine», οπότε δεν έλειπαν οι απορίες και οι ερωτήσεις (στις 12 το βράδυ ακόμα ρωτούσαν για τα επίπεδα του ΡΗ της κάθε ποικιλίας), εμμονή με τις τιμές (δεν είναι μόνο ολλανδικό!!!) και προβληματική καταναλωτική συμπεριφορά. Ευτυχώς η γεύση των κρασιών ήταν υπέροχη. Καθημερινά τα κρασιά ήταν θεσπέσια. Ο πρωτοπόρος Γεροβασιλείου Από την Θεσσαλονίκη βρίσκεσαι γρήγορα στην Επανομή. Σε μία ελάχιστα ενδιαφέροντος τοπίου περιοχή, κοντά στην θάλασσα, ο Ευάγγελος Γεροβασιλείου 2
δημιούργησε ένα θαύμα φτιάχνοντας στην γενέτειρά του μία επιχείρηση από το τίποτα που από πολλές απόψεις είναι μοναδική στην Ελλάδα. Ο Γεροβασιλείου σπούδασε στην Γαλλία και εργάστηκε ως οινοπαραγωγός στον Domaine Carras, το πιο σύγχρονο κάποτε οινοποιείο στην Ελλάδα, που σήμερα όμως έχει παρακμάσει. Στην επιχείρησή του, όπου η τελειότητα και η ανάγκη για καινοτομία συμβαδίζουν, κάνει τα πάντα ταυτόχρονα. Μερικές φορές, καθαρά ελληνικά, άλλες φορές διεθνή και άλλες, ένα μείγμα «αλά Γεροβασιλείου». Τα κρασιά είναι αξιοπρόσεχτα λόγω της σταθερής τους ποιότητας και είναι «ευκολόπιωτα». Προτείνονται μεταξύ άλλων, το Λευκό (ασύρτικο και μαλαγουζιά), Μαλαγουζιά, Chardonnay, Viognier, Κόκκινο (syrah και merlot), Syrah και Avaton (ένα ελληνικό μείγμα από λημνιό το οποίο αναφέρεται ήδη από τον Αριστοτέλη! μαυρούδι και μαυροτράγανο). Ο Γεροβασιλείου είναι επίσης πρωτοπόρος στον τομέα της εκπαίδευσης και διάδοσης. Κάθε χρόνο δέχεται σχολεία στο κτήμα για να γνωρίσουν τα παιδιά κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, το κρασί και τον τρόπο παραγωγής του. Ακόμα, οι «φετιχιστές» των φελλών μπορούν να θαυμάσουν μία συλλογή 2500 κομματιών. Ο ανδρικός Άθως Μετά από ένα διάλειμμα στου Τσάνταλη, τον μεγαλύτερο οίκο στην Βόρεια Ελλάδα, ακολουθεί μία επίσκεψη στα κτήματα του Άθους. Μία ιδιαίτερη εμπειρία. Τα κτήματα προσφέρουν υπέροχη θέα στη θάλασσα και έχουν πάντα αέρα. Λόγω της απομόνωσης δεν είναι δύσκολη η βιολογική καλλιέργεια. Κρίμα όμως που οι μοναχοί φοβούνται τις γυναίκες περισσότερο από το Ανώτερο Ον! Γι αυτό απαγόρευσαν στις γυναίκες την είσοδο στην δημοκρατία τους γιατί αυτό είναι ο Άθως. Μειονέκτημα λοιπόν. Αλλά είναι όμορφος. Οι μοναχοί συνειδητοποίησαν ότι η προσευχή είναι σωματικά λιγότερο κουραστική από την καλλιέργεια αμπέλων και για αυτό ανέθεσαν την καλλιέργεια, καθώς και την οινοπαραγωγή, στον Τσάνταλη. Γι αυτό τους αφιερώθηκαν κάποιες ειδικές ετικέτες, με τα ονόματα Αγιοργίτικο (λευκό από ασύρτικο, αθήρι και ροδίτη, κόκκινο από cabernet sauvignon και λημνιό) και Μετόχι (επίσης cabernet και λημνιό). Ένα άλλο κόσμημα του Τσάνταλη είναι η Ραψάνη, ένα κρασί DOC, φτιαγμένο από ξινόμαυρο, κρασάτο και σταυρωτό, προερχόμενο από τις πλαγιές του Ολύμπου. Ελληνικότερο, δεν γίνεται. Τα κρασιά είναι χαρακτηριστικά, αλλά θα μπορούσαν να ήταν πιο εκλεπτυσμένης γεύσης. Θα μπορούσαν να είναι πιο «θηλυκά»... Η εύθυμη Δράμα Συνεχίζουμε για τη Δράμα, το αδιαμφισβήτητο κέντρο κρασιού της Θράκης. Σε αντίθεση με αυτό που υπονοεί το όνομα, εδώ συμβαίνουν ενδιαφέροντα πράγματα. Παρόλο που η ιστορία έχει βαθιές ρίζες, δεν φαίνεται κανείς να επηρεάζεται από τις παραδόσεις. Όλα είναι σύγχρονα. Η τοπική ταυτότητα μπορεί να μην υπάρχει, αλλά τα κρασιά είναι καλά. Καλά εξοπλισμένα οινοποιεία όπως ο Παυλίδης και η Τέχνη Οίνου, εκπλήσσουν με την ευρεία γκάμα τους. Ο πρώτος, με το ωραίο Tempranillo και Syrah, ο δεύτερος με Merlot, Nebbiolo και Sangiovese. Στην Τέχνη Οίνου δεν φοβούνται τις γυναίκες. Από το 2007 η Αγγελική Μπίμπα είναι η οινοπαραγωγός, η οποία έμαθε την τέχνη στη Νέα Ζηλανδία. Προς την Καβάλα υπάρχει το ολοκαίνουργιο συγκρότημα Βίβλια Χώρα, ένα joint venture στο οποίο συμμετέχει και ο Γεροβασιλείου. Τα κρασιά είναι καλά από τεχνικής άποψης, αλλά προς το παρόν βρίσκονται πολύ πίσω από αυτά της Επανομής. Το λευκό, όπου το ασύρτικο παίζει σημαντικό ρόλο, φαίνεται να έχει «καλύτερα χαρτιά» από το κόκκινο, από cabernet ή και από merlot, εξαιτίας ενός προβλήματος στην φυσιολογική ωρίμανση. Τα περισσότερα αμπέλια είναι ακόμα μικρά, οπότε..., ποιος ξέρει. Η Νάουσα εκτιμάει το ξινόμαυρο 3
Η Νάουσα είναι μία από τις ελάχιστες σημαντικές ελληνικές επωνυμίες, της οποίας η ιδιαιτερότητα συνδέεται άρρηκτα με ένα είδος σταφυλιού, το ξινόμαυρο. Το όνομα σημαίνει «ξινό μαύρο». Η ποικιλία αυτή είναι ιδιαίτερα απαιτητική, ως προς την παραγωγή της. Η παλαιότητά του είναι υπέροχη, αλλά δεν πρέπει να είναι σε βάρος της γεύσης. Στο τοπικό παράρτημα του Μπουτάρη προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το θέμα αυτό, κάνοντας καλύτερη διαχείριση των διαφορών του εδάφους και του υψόμετρου του αμπελώνα και αναμειγνύοντας βασικά κρασιά σε ένα περίπλοκο cuvée το οποίο ωριμάζει σε δέκα, δεκαπέντε χρόνια. Ο συνδυασμός των δροσερών ξινών με μέτριες ποσότητες αλκοόλ και καλή τανίνη κάνουν το Νάουσα ένα αναγνωρισμένης αξίας, κρασί. Στον Κυρ-Γιάννη, το καλύτερο ιδιωτικό οινοποιείο της περιοχής, πραγματοποιείται εκτεταμένη έρευνα στον πειραματισμό των διασταυρώσεων των ποικιλιών, με στόχο την καλυτέρευση της ποιότητας του αμπελιού. Μετά από καλλιέργειες διασταυρώσεων που πραγματοποιήθηκαν σε 33 αγροτεμάχια διαπιστώθηκε ότι σε μόνο δύο περιπτώσεις είχε σημασία το φύτεμα, ενώ το άρωμα και η μορφή, στο ελαφρύ, ή βαρύ υπέδαφος. Στην εταιρία αυτή του Γιάννη Μπουτάρη, γόνο της διάσημης οικογένειας, που προτίμησε να ανοίξει την δικιά του επιχείρηση και που το 1997 παρήγαγε το πρώτο του κρασί, αποδεικνύεται ότι ακόμα και τα δύσκολα σταφύλια μπορούν να παράγουν ισορροπημένα κρασιά. Για παράδειγμα, το θεαματικό Νάουσα Ραμνίστα. Εκτός αυτού, υπάρχουν και τα κρασιά από συνδυασμό ποικιλιών, όπως το Kir-Yianni Estate (60% merlot), το Paranga (merlot και syrah) και ο Διάπορος (10% syrah), τα οποία εμφιαλώνονται ως τοπικός οίνος, ή ως Vin de Pays d Imathia. Ο ξεχωριστός, πολυτάλαντος ιδρυτής δεν μπορεί να τα απολαύσει, γιατί μετά από ένα πολυτάραχο παρελθόν οινοποσίας, δεν πίνει πλέον. Για τον υιό του Στέλιο, τα πράγματα είναι ευτυχώς αλλιώς. Alpha Estate: Πρότυπο σε εξέλιξη Στο Αμύνταιο, έναν απόμακρο τόπο στα βορειοδυτικά της Ελλάδας, βρίσκεται ένα από τα πιο εντυπωσιακά κτήματα της χώρας. Είναι το Alpha Estate που ιδρύθηκε το 1997 από τον Μάκη Μαυρίδη, καλλιεργητή σταφυλιών και των οινοπαραγωγό Άγγελο Ιατρίδη. Όπως ο Γεροβασιλείου, έτσι κι ο Ιατρίδης μαθήτευσε στο Bordeaux, όπου για ένα χρονικό διάστημα εργάστηκε στο Cheval Blanc. Επίσης, συμμετείχε στην πρώτη συγκομιδή του Κυρ-Γιάννη. Το Αμύνταιο βρίσκεται σε υψηλό υψόμετρο, πάνω από 700μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και έχει ηπειρωτικό κλίμα με μεγάλες διαφορές θερμοκρασίας το πρωί και το βράδυ. Το αμμώδες έδαφος είναι φτωχό, αλλά πλούσιο σε ασβέστιο. Η ωρίμανση είναι κατά κανόνα αργή και δίνει ένα φρούτο με πολύ έντονη γεύση. Συμπληρώνουμε ότι ο Ιατρίδης διαθέτει τα πιο σύγχρονα τεχνικά μέσα, όπως υπόγεια ύδρευση. Στο κτήμα συναντάς την μία έκπληξη μετά την άλλη. Υπάρχουν τα πάντα: ξινόμαυρο, syrah, tannat, montelpuciano, μαυροδάφνη, pinot noire, negroamaro, sauvignon, gewürztraminer, σύνολο, δεκατρείς ποικιλίες. Ο χρόνος θα δείξει ποιες θα αναπτυχθούν καλύτερα. Μία οινογευσία απέδειξε ότι υπάρχει μεγάλη εξέλιξη στα κρασιά και ότι το Alpha ανακαλύπτει όλο και περισσότερο το δικό του στυλ. Προτείνονται το εξαίρετο Sauvignon, το Ξινόμαυρο, το Syrah και το ανερχόμενο Alpha Estate, ένα καταπληκτικό, πλούσιου συνδυασμού, αλλά ισορροπημένο μείγμα από 60% syrah, 20% merlot και 20% ξινόμαυρο. Ίσως όχι καθαρά ελληνικό, αλλά ένα πολύ καλό κρασί κτήματος. Δυναμική ομάδα οινοπαραγωγών Η Ελλάδα δεν έχει μία δυνατή εθνική οργάνωση που να στηρίζει τα συμφέροντα των οινοπαραγωγών και να φροντίζει για την αποτελεσματική προώθηση. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει κινητικότητα. Υπάρχει ένας ενεργός σύνδεσμος οινοπαραγωγών στην Βόρεια Ελλάδα. Ιδρύθηκε το 1993 από δεκατρείς εταιρίες με 4
στόχο να δραστηριοποιηθεί στην Μακεδονία. Ο αριθμός των μελών αυξήθηκε από τότε σε περίπου σαράντα, διασκορπισμένους στην Μακεδονία και στους γειτονικούς νομούς της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Θράκης. Είναι μία δυναμική ομάδα με καλές ιδέες και πρωτοβουλίες, όπως την προώθηση στην εγχώρια και διεθνή αγορά, την οργάνωση του μοναδικού ελληνικού διαγωνισμού κρασιού, την ανάπτυξη του αγροτο-οινό τουρισμού. Οχτώ δρόμοι σε οδηγούν στα τοπία του Ολύμπου και της υπέροχης χερσονήσου της Χαλκιδικής, κατά μήκος οινοποιείων, κέντρων εστίασης και αναψυχής και πολιτιστικών αξιοθέατων (www.wineroads.gr). Ελληνικά κρασιά στην Ολλανδία Το ποσοστό καλών ελληνικών κρασιών στην ολλανδική αγορά είναι περιορισμένο, όπως και ο αριθμός των εξειδικευμένων εισαγωγέων. Στην ουσία είναι μόνο δύο: ο Aridjis (www.aridjis.com) και ο Weterings Wijnen (www.weteringswijnen.nl). O πρώτος είναι ελληνικής καταγωγής και εδώ και πολλά χρόνια χονδρέμπορος ελληνικών προϊόντων και κρασιών, η γκάμα των οποίων είναι αρκετά παραδοσιακή. Ο Aridjis εισάγει από την Βόρεια Ελλάδα κρασιά του Τσάνταλη και της κοινοπραξίας του Αμύνταιου. Ο Ruud Weterings είναι σχετικά νέος στην αγορά, αφού η «επιφοίτηση» για τα ελληνικά κρασιά του ήρθε μόλις έξι χρόνια πριν. Ο Weterings προτιμάει το avantgarde, δηλαδή το υψηλό ποιοτικό δυναμικό κρασί, κυρίως της Μακεδονίας. Στην αρχή φαινόταν δύσκολο να πείσει τους παραγωγούς να ενδιαφερθούν για την ολλανδική αγορά. «Όλοι είχαν τις τρελές ψευδαισθήσεις για τα βουνά χρυσού σε χώρες όπως η Γερμανία και οι ΗΠΑ. Και όταν επιτέλους ενέδιδαν, ήθελαν αμέσως την υψηλότερη τιμή». Μέσω προσωπικών επαφών και ένα καλό πρόγραμμα προώθησης ο Weterings κατάφερε να πείσει μεγάλα ονόματα όπως τον Γεροβασιλείου, το Alpha και τον Κυρ-Γιάννη. Πιστεύει ακράδαντα στο χτίσιμο μίας δυνατής εικόνας και γι αυτό προωθεί τα ελληνικά κρασιά στα 100 καλύτερα εστιατόρια. Μέχρι στιγμής έχει περίπου 25 με 30 πελάτες, μεταξύ αυτών τα εστιατόρια Le Défi, Cordial, De Zwetheul και το Oud Sluis (καταχωρημένα στον οδηγό Michelin, ή βραβευμένα με σκούφους εστιατόρια). 5