Περίληψη: Ένορκη βεβαίωση υποβάλλεται όταν δεν εκδίδεται πιστοποιητικό αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής. Επομένως μαζί με την ένορκη βεβαίωση πρέπει να προσκομίζεται και το έγγραφο της δικαστικής ή διοικητικής αρχής που βεβαιώνει την αδυναμία αυτή, διαφορετικά η ένορκη βεβαίωση δεν γίνεται δεκτή. Σημείωση: Τα νομολογιακώς κριθέντα με την Πράξη 283/2010 δύναται να θεωρηθεί ότι συνιστούν ερμηνεία του νυν ισχύοντος άρθρου 73 2 (β) Ν.4412/16, λόγω εννοιολογικής ταύτισης των διατάξεών του με αυτές του καταργηθέντος άρθρου 6 2 Π.Δ 118/07 (ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ Π.Δ 118/07 ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 377 περ.(59) Ν.4412/16). Δείτε το πλήρες κείμενο: ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ Ζ ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΠΡΑΞΗ 283/2010 Αποτελούμενο από την Πρόεδρο αυτού Γαρυφαλλιά Καλαμπαλίκη, Σύμβουλο και τα μέλη Ευάγγελο Καραθανασόπουλο (εισηγητή) και Ιωάννη Βασιλόπουλο, Παρέδρους. Συνήλθε στην αίθουσα διασκέψεων του Καταστήματός του, που βρίσκεται στην Αθήνα, στις 29 Νοεμβρίου 2010. Για να ελέγξει τη νομιμότητα του σχεδίου σύμβασης και της διαδικασίας ανάδειξης αναδόχου του έργου «Επικοινωνιακό πρόγραμμα γενικών απογραφών οικοδομών κτιρίων του έτους 2010 και πληθυσμού κατοικιών του έτους 2011». Το ανωτέρω σχέδιο σύμβασης καθώς και τα λοιπά έγγραφα της διαδικασίας υποβλήθηκαν στο Ελεγκτικό Συνέδριο με το 11514/Α2-2742/9.11.2010 έγγραφο του Προϊσταμένου του Τμήματος Προμηθειών της Διεύθυνσης Οικονομικής Διοίκησης της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης και Οργάνωσης της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το οποίο πρωτοκολλήθηκε στο Δικαστήριο στις 10.11.2010 (αριθμ. πρωτ. Ε.Σ. 58954) και συμπληρώθηκε, με τη μέθοδο της τηλεμοιοτυπίας, με το Α2-2878/18.11.2010 έγγραφο του ως άνω Προϊσταμένου (αριθμ. πρωτ. Ε.Σ. 60836/18.11.2010). Άκουσε την εισήγηση του Παρέδρου Ευάγγελου Καραθανασόπουλου. Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα Σκέφθηκε κατά το νόμο με την παρουσία των ανωτέρω μελών και έκρινε τα ακόλουθα: Ι. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 19 του Οργανισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου (π.δ. 774/1980, ΦΕΚ Α 189), η οποία προστέθηκε με το άρθρο 15 του ν.2145/1993 (ΦΕΚ Α 88) και ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 8 του ν.2741/1999 (ΦΕΚ Α 199) και την τροποποίησή της με τα άρθρα 2 του ν.3060/2002 (ΦΕΚ Α 242), 9 του ν.3090/2002 (ΦΕΚ Α 329), 12 παρ. 27(α) του ν.3310/2005 (ΦΕΚ Α 30) και 21 του ν.3345/2005 (ΦΕΚ Α 138), καθώς
και του ν.3414/2005 (ΦΕΚ Α 279), ορίζεται ότι για τις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών που συνάπτουν το Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ. και οι δημόσιες επιχειρήσεις ή οργανισμοί, η προϋπολογιζόμενη δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000,00) ευρώ, διενεργείται υποχρεωτικά έλεγχος νομιμότητας της οικείας σύμβασης, πριν από τη σύναψή της, από Κλιμάκια του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Περαιτέρω, με τις ίδιες διατάξεις ορίζεται ότι «( ) Εάν δεν διενεργηθεί ο έλεγχος, η σύμβαση που συνάπτεται είναι άκυρη. Για το σκοπό του ελέγχου υποβάλλεται στο Κλιμάκιο από τον αρμόδιο Υπουργό ή φορέα ο φάκελος με όλα τα σχετικά έγγραφα και στοιχεία, ιδίως δε αυτά των οποίων η έλλειψη επιφέρει κατά την κείμενη νομοθεσία τον αποκλεισμό της συμμετέχουσας στο διαγωνισμό επιχείρησης ( ). Ο έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ολοκληρώνεται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη διαβίβαση σε αυτό του σχετικού φακέλου ( )». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχει τη νομιμότητα των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, πριν την υπογραφή τους, εφόσον η προϋπολογιζόμενη γι αυτές δαπάνη, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο αναλογών φόρος προστιθέμενης αξίας (βλ. άρθρο 19 του ν.3193/2003, ΦΕΚ Α 266), υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000,00) ευρώ. Ο έλεγχος αυτός αποβλέπει στη διαπίστωση τυχόν νομικών πλημμελειών σε πράξεις της διαδικασίας που προηγείται της κατάρτισης της σχετικής σύμβασης. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο του ανωτέρω ελέγχου νομιμότητας το Κλιμάκιο δεν υποκαθιστά τα διοικητικά όργανα στην ουσιαστική εκτίμηση των πραγμάτων ούτε ερευνά την ορθότητα των τεχνικών κρίσεων της Διοίκησης ή τις κρίσεις σκοπιμότητας, αρκούμενο στον έλεγχο της αιτιολογίας των σχετικών διοικητικών πράξεων, καθώς και στον έλεγχο της υπέρβασης ή μη από τα διοικητικά όργανα των άκρων ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας. Περαιτέρω, με τις προαναφερόμενες διατάξεις γίνεται έντονη υπόμνηση ταχείας διεκπεραίωσης του ελέγχου νομιμότητας, η δε τριακονθήμερη προθεσμία που τάσσεται για την ολοκλήρωσή του δεν έχει αποκλειστικό, αλλά ενδεικτικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, η τυχόν υπέρβασή της δε συνεπάγεται ακυρότητα της Πράξης του Κλιμακίου (βλ. Πρ. Ζ Κλιμ. Ελ. Συν. 271/2010, 134/2007, 31/2006, 158/2005 κ.ά.). Ενόψει όσων εκτέθηκαν, το υπό έλεγχο σχέδιο σύμβασης με αντικείμενο την εκτέλεση του έργου «Επικοινωνιακό πρόγραμμα γενικών απογραφών οικοδομών κτιρίων του έτους 2010 και πληθυσμού κατοικιών του έτους 2011», προϋπολογιζόμενης δαπάνης 2.000.000,00 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., με αναθέτουσα αρχή την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ), που ιδρύθηκε με το ν.3832/2010 (ΦΕΚ Α 38) ως Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή, με σκοπό τη συστηματική παραγωγή επίσημων στατιστικών, καθώς και τη διενέργεια επιστημονικών ερευνών και την κατάρτιση μελετών, παραδεκτώς εισάγεται ενώπιον του Κλιμακίου για την άσκηση ελέγχου νομιμότητας (πρβλ. Πράξη Ζ Κλιμ. Ελ. Συν. 153/2006), καθόσον εφαρμοστέος τυγχάνει ο προαναφερθείς νόμος, ο οποίος διέπει τη διαγωνιστική διαδικασία, δημοσιεύτηκε δε σε χρόνο προγενέστερο του χρόνου δημοσίευσης της διακήρυξης. Ειδικότερα, στις διατάξεις του άρθρου 21 του ως άνω νόμου ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι η Ελληνική Στατιστική Αρχή υποκαθίσταται ως ειδικός διάδοχος στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του Ελληνικού Δημοσίου που πηγάζουν από συμβάσεις, το αντικείμενο των οποίων εμπίπτει ή αφορά στη δραστηριότητα, τις αρμοδιότητες ή το έργο της καταργούμενης με το παρόν Γενικής Γραμματείας της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε.), καθώς και ότι οι δαπάνες λειτουργίας της Ε.Σ.Υ.Ε., που προβλέπονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών μεταφέρονται στον προϋπολογισμό της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ενώ στις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 23 του ίδιου νόμου ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι: α) όπου στις ισχύουσες διατάξεις αναφέρεται η Γενική Γραμματεία Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε.), η οποία καταργήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 22 του ίδιου ως άνω νόμου, νοείται εφεξής η Ελληνική Στατιστική Αρχή και β) όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται ο
Υπουργός Οικονομικών, ως αρμόδιος για την έκδοση διοικητικών πράξεων ή την άσκηση αρμοδιοτήτων σχετικών με τις υπηρεσίες, την εσωτερική οργάνωση, τη ρύθμιση ζητημάτων προσωπικού και την εν γένει λειτουργία της Ε.Σ.Υ.Ε., νοείται εφεξής ο Πρόεδρος της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. ΙI. Η ελεγχόμενη διαδικασία διέπεται, ως εκ του αντικειμένου της, του φορέα διενέργειάς της και του ύψους της προϋπολογιζόμενης γι αυτή δαπάνης, από τις διατάξεις του π.δ. 60/2007 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2005/51/ΕΚ της Επιτροπής και την Οδηγία 2005/75/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2005» (ΦΕΚ Α 64), τις διατάξεις του ν.3832/2010 (ΦΕΚ Α 38/9.3.2010), καθώς και από τους όρους της οικείας διακήρυξης. ΙII. Με την 2475/A2-499/9.3.2010 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών εγκρίθηκε η διενέργεια ανοικτού δημόσιου διεθνούς διαγωνισμού με κριτήριο κατακύρωσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά για την ανάδειξη αναδόχου του έργου «Επικοινωνιακό πρόγραμμα γενικών απογραφών οικοδομών κτιρίων του έτους 2010 και πληθυσμού κατοικιών του έτους 2011». Περίληψη της διακήρυξης απεστάλη προς δημοσίευση στην Υπηρεσία Επίσημων Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 16.3.2010, ενώ δημοσιεύθηκε στο Τεύχος Διακηρύξεων Δημοσίων Συμβάσεων της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ 91/19.3.2010) και καταχωρήθηκε στις εφημερίδες Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ και ΕΞΠΡΕΣ στις 17.3.2010. ΙV. Κατά την καθορισθείσα από τη διακήρυξη ημερομηνία διενέργειας του διαγωνισμού (11.5.2010) προσήλθαν και κατέθεσαν προσφορά οι ανώνυμες εταιρείες με την επωνυμία «..». Ακολούθως η αρμόδια για την εν γένει διεξαγωγή του διαγωνισμού Επιτροπή Διαγωνισμού, που συγκροτήθηκε με την 4198/Α2-879/30.4.2010 απόφαση του Προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, αφού προέβη σε έλεγχο των δικαιολογητικών συμμετοχής, γνωμοδότησε αιτιολογημένα με το 1/11.5.2010 πρακτικό της υπέρ της αποδοχής των προσφορών όλων των ως άνω εταιρειών. Το ανωτέρω πρακτικό εγκρίθηκε με την 4725/Α2-1044/14.5.2010 απόφαση του Προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Ακολούθως, η Επιτροπή Διαγωνισμού επελήφθη του ελέγχου των τεχνικών προσφορών των διαγωνιζομένων, προκειμένου να προβεί σε αξιολόγηση και βαθμολόγησή τους. Με τα πρακτικά 2/7.7.2010, 3/15.7.2010, 4/16.7.2010 και 5/23.7.2010, η ως άνω Επιτροπή, αφού προηγουμένως δέχθηκε ότι η τεχνική προσφορά των υποψηφίων αναδόχων «..» είναι σύμφωνη με τους όρους της διακήρυξης, γνωμοδότησε αιτιολογημένα υπέρ της αποδοχής της τεχνικής προσφοράς των εταιρειών αυτών, βαθμολογώντας, περαιτέρω, τις προσφορές τους με βάση τα προβλεπόμενα από τη διακήρυξη κριτήρια αξιολόγησης με διατύπωση ειδικής αιτιολογίας, όπου απαιτείτο, ως ακολούθως: α) «και γ). Επίσης, η Επιτροπή έκρινε ότι η τεχνική προσφορά της εταιρείας «.» δεν πληροί τους στόχους του έργου, όπως αναλύονται στο παράρτημα Ε της διακήρυξης, διότι τόσο από την προτεινόμενη στρατηγική επικοινωνίας, όσο και από τις δημιουργικές προτάσεις της, προκύπτει ότι «δεν υπήρξε κατανόηση του έργου της Γενικής Απογραφής Οικοδομών-Κτιρίων». Τα ως άνω πρακτικά εγκρίθηκαν με την 8374/Α2-1833/6.8.2010 απόφαση του Προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. V. Στη συνέχεια, η Επιτροπή Διαγωνισμού, αφού προέβη, στις 3.9.2010, στην αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών των συμμετεχόντων εκείνων που είχαν γίνει αποδεκτές οι τεχνικές προσφορές τους, στον υπολογισμό του Συνολικού Βαθμού Οικονομικής Προσφοράς
(ΣΒΟΠ) και στη σύνταξη του πίνακα συνολικής αξιολόγησης των οικονομικών προσφορών, σύμφωνα με τον οποίο η εταιρεία λαμβάνει το μεγαλύτερο βαθμό ανηγμένης προσφοράς (99,67), εισηγήθηκε την κατακύρωση του διαγωνισμού στην ως άνω εταιρεία, ως την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, με συνολικό κόστος προσφοράς 1.471.074,38 ευρώ, μη συμπεριλαμβανομένου του αναλογούντος Φ.Π.Α., με την προϋπόθεση της έγκαιρης προσκόμισης των δικαιολογητικών της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του π.δ. 118/2007 (βλ. το 6/3.9.2010 πρακτικό της Επιτροπής και το συνημμένο πίνακα). Το τελευταίο πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού εγκρίθηκε με την 9242/Α2-2112/9.9.2010 απόφαση του Προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Μετά τον έλεγχο των υποβληθέντων δικαιολογητικών, η Επιτροπή Διαγωνισμού εισηγήθηκε, με το 7/12.10.2010 πρακτικό της, την ανάθεση του έργου στην εταιρεία, καθόσον υπέβαλε πλήρη όλα τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά. Ακολούθως, με την 10818/Α2-2522/ 18.10.2010 απόφαση του Προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής εγκρίθηκε το ανωτέρω πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού και κατακυρώθηκε στην ως άνω εταιρεία το αποτέλεσμα του διαγωνισμού, έναντι αμοιβής 1.809.421,49 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. 23%. Τέλος, επισημαίνεται ότι με την 20836/ 7.9.2009 απόφαση της Γενικής Γραμματέα Επικοινωνίας και την 116/14.10.2010 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού εγκρίθηκε το πρόγραμμα διαφημιστικής προβολής της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για τα έτη 2010 και 2011, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 του ν.2328/1995 (ΦΕΚ Α 159) και 4 του π.δ. 261/1997(ΦΕΚ Α 186), ενώ με το Α2-2878/18.11.2010 έγγραφο του Προϊσταμένου του Τμήματος Προμηθειών της Διεύθυνσης Οικονομικής Διοίκησης της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης και Οργάνωσης της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής βεβαιώνεται ότι «δεν έχουν ασκηθεί ούτε εκκρεμούν ενστάσεις, προσφυγές, ένδικα μέσα ή βοηθήματα κατά του κύρους της διαδικασίας του διαγωνισμού για την εκτέλεση του έργου «Επικοινωνιακό πρόγραμμα των Γενικών Απογραφών Οικοδομών Κτιρίων έτους 2010 και Πληθυσμού Κατοικιών έτους 2011». VI. Επί της ανωτέρω περιγραφείσας διαδικασίας, το Κλιμάκιο επισημαίνει τις ακόλουθες πλημμέλειες: α) Στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 του π.δ.118/2007, το οποίο διέπει, σύμφωνα με τη διακήρυξη, τη διαδικασία του ελεγχόμενου διαγωνισμού, ορίζεται ότι: «Μετά την αξιολόγηση των προσφορών, κατά το άρθρο 20 του παρόντος, ο προσφέρων στον οποίο πρόκειται να γίνει η κατακύρωση, εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής έγγραφης ειδοποίησης σ` αυτόν, με βεβαίωση παραλαβής ή σύμφωνα με το ν.2672/1998 (Α` 290), οφείλει να υποβάλει, σε σφραγισμένο φάκελο, τα εξής έγγραφα και δικαιολογητικά, τα οποία αποσφραγίζονται και ελέγχονται κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 19 παρ. 6 του παρόντος: ( ) γ. Τα νομικά πρόσωπα ημεδαπά ( ) (2) Πιστοποιητικό αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής, έκδοσης του τελευταίου εξαμήνου, πριν από την κοινοποίηση της ως άνω έγγραφης ειδοποίησης της παρ. 2, από το οποίο να προκύπτει ότι δεν τελούν υπό ( ) ειδική εκκαθάριση του ν.1892/1990 (Α` 101), όπως εκάστοτε ισχύει, ( ) και, επίσης, ότι δεν τελούν υπό διαδικασία έκδοσης απόφασης ( ) ειδικής εκκαθάρισης ( ). (4) Επί ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών τα προαναφερόμενα πιστοποιητικά της εκκαθάρισης της περίπτωσης (2) του εδ. γ της παρ. 2 του παρόντος, εκδίδονται ( ), όσον αφορά στην ειδική εκκαθάριση του ν.1892/1990, όπως εκάστοτε ισχύει, από το αρμόδιο Εφετείο της έδρας της ανωνύμου εταιρείας που τελεί υπό ειδική εκκαθάριση ( ). Οι διατάξεις αυτές επαναλαμβάνονται στο άρθρο 3 του παραρτήματος Β της οικείας διακήρυξης, στο οποίο, κατ αντιστοιχία προς τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παρ. 3 του π.δ. 118/2007, ορίζεται, επίσης, ότι: «3. Εάν σε κάποια Χώρα βεβαιώνεται από οποιαδήποτε αρχή της ότι δεν εκδίδονται τα παραπάνω έγγραφα ή πιστοποιητικά, ή που αυτά δεν καλύπτουν
όλες τις ως άνω αναφερόμενες περιπτώσεις της παρ. 3.1.6. της παρούσας διακήρυξης, δύναται να αντικατασταθούν από ένορκη βεβαίωση του ενδιαφερομένου ή όπου δεν προβλέπεται η ένορκη βεβαίωση από υπεύθυνη δήλωση ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής, ( ). Στην κατά τα άνω υπεύθυνη δήλωση θα δηλώνεται ότι στη συγκεκριμένη χώρα δεν εκδίδονται τα συγκεκριμένα έγγραφα και ότι δεν συντρέχουν στο συγκεκριμένο πρόσωπο οι ανωτέρω νομικές καταστάσεις». Στην προκειμένη περίπτωση, κατά παράβαση των προαναφερόμενων διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 6 του Κανονισμού Προμηθειών του Δημοσίου και του άρθρου 3 του παραρτήματος Β της διακήρυξης, δεν προκύπτει ότι προσκομίσθηκε από την ανάδοχο εταιρεία πιστοποιητικό έκδοσης του κατά τόπον αρμόδιου Εφετείου ότι δεν τελεί υπό ειδική εκκαθάριση του ν.1892/1990 ούτε υπό διαδικασία έκδοσης σχετικής απόφασης. Αντιθέτως, στα στοιχεία του φακέλου υπάρχει η 5885/5.10.2010 ένορκη βεβαίωση της Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου, Διευθύνουσας Συμβούλου και Νομίμου Εκπροσώπου της αναδόχου εταιρείας, με την οποία δηλώνεται ότι η εταιρεία «δεν τελεί υπό καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης του Ν.1892/1990 (ΦΕΚ Α 101), όπως εκάστοτε ισχύει, και δεν τελεί υπό διαδικασία έκδοσης απόφασης ειδικής εκκαθάρισης του ανωτέρω νομοθετήματος, ( )», ενώ, περαιτέρω, αναφέρεται στην ίδια βεβαίωση ότι αυτή θα χρησιμοποιηθεί κατά την υποβολή του φακέλου δικαιολογητικών της εταιρείας, στην οποία πρόκειται να γίνει η κατακύρωση, συμπληρωματικά προς τα εκάστοτε συνυποβαλλόμενα κατάλληλα πιστοποιητικά και βεβαιώσεις των αρμοδίων δικαστικών και διοικητικών Αρχών, «καθώς για τα πιο πάνω βεβαιωθέντα δεν εκδίδονται ή/και δεν δύνανται να εκδοθούν τα αντίστοιχα πιστοποιητικά ή βεβαιώσεις των αρμοδίων δημοσίων (δικαστικών ή διοικητικών ) αρχών». Πλην όμως, η προσκομισθείσα ένορκη βεβαίωση δεν καλύπτει τις απαιτήσεις της διακήρυξης και του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος, δεδομένου ότι η δήλωση περί αδυναμίας έκδοσης του αντίστοιχου πιστοποιητικού δε βεβαιώνεται από διοικητική ή δικαστική αρχή, ούτε χρησιμοποιείται συμπληρωματικά προς συνυποβαλλόμενα κατάλληλα πιστοποιητικά και βεβαιώσεις των δικαστικών και διοικητικών αρχών ότι δε χορηγούν παρόμοια δικαιολογητικά, προκειμένου να προσφύγει ο υποψήφιος ανάδοχος στη δυνατότητα που του παρέχει η διακήρυξη να αντικαταστήσει το ανωτέρω πιστοποιητικό από ένορκη βεβαίωση. Επομένως, καθίσταται μη νόμιμη η απόφαση κατακύρωσης από την αναθέτουσα αρχή των αποτελεσμάτων του ελεγχόμενου διαγωνισμού στην ως άνω εταιρεία, καθόσον η υποβολή των δικαιολογητικών κατακύρωσης δεν ήταν η προσήκουσα. β) Στο παράρτημα Γ της διακήρυξης με τον τίτλο «Αξιολόγηση Προσφορών», κατ αντιστοιχία προς τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 20 του π.δ. 118/2007, ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι: «Στο στάδιο αυτό θα αξιολογηθεί το περιεχόμενο των τεχνικών προσφορών και θα γίνει βαθμολόγηση των κριτηρίων τεχνικής αξιολόγησης, τα οποία δίνονται στον Πίνακα Τεχνικής Αξιολόγησης. Τέλος θα γίνει ο υπολογισμός του Συνολικού Βαθμού Τεχνικής Αξιολόγησης (ΣΒΤΑ) κάθε προσφοράς, από τον οποίο θα κριθεί η τεχνική ικανότητα και καταλληλότητα του κάθε προσφέροντα. Αποκλίσεις από τις τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές». Ενόψει των ανωτέρω, η απόφαση 8374/Α2-1833/6.8.2010 του Προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, με την οποία εγκρίνεται το πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού, που κρίνει, μεταξύ άλλων, μη αποδεκτή την τεχνική προσφορά της εταιρείας, με την αιτιολογία ότι δεν πληροί τους στόχους του έργου, όπως αναλύονται στο παράρτημα Ε της διακήρυξης, διότι τόσο από την προτεινόμενη στρατηγική επικοινωνίας, όσο και από τις δημιουργικές προτάσεις της, προκύπτει ότι «δεν υπήρξε κατανόηση του έργου της Γενικής Απογραφής Οικοδομών-Κτιρίων», δεν αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς, καθόσον δεν προσδιορίζονται στο εγκριθέν πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού οι τεχνικές
προδιαγραφές, από τις οποίες, σε σχέση με την προσφορά της αποκλεισθείσας εταιρείας, εμφανίζεται απόκλιση από τις τεχνικές προδιαγραφές της διακήρυξης. Με δεδομένο δε ότι η ορθότητα των τεχνικών κρίσεων της Διοίκησης δεν ελέγχεται, η αιτιολογημένη κρίση της Επιτροπής Διαγωνισμού σε σχέση με την μη αποδοχή της τεχνικής προσφοράς της εταιρείας, που συνεπάγεται τον αποκλεισμό της από την περαιτέρω διαδικασία του διαγωνισμού, είναι απαραίτητη τόσο για την υποβολή αντιρρήσεων από τον ίδιο το διαγωνιζόμενο όσο και για τον έλεγχο του αιτιολογημένου της κρίσης κατά τον προβλεπόμενο έλεγχο νομιμότητας της διαδικασίας του διαγωνισμού και του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης από το Ελεγκτικό Συνέδριο. γ) Στην παράγραφο 3.3. του παραρτήματος Β της διακήρυξης, που φέρει τον τίτλο «Κατάρτιση Σύμβασης», ορίζεται ότι: «Η σύμβαση καταρτίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 23 & 24 του π.δ. 118/2007. Τυχόν υποβολή σχεδίων σύμβασης από τους υποψηφίους μαζί με τις προσφορές τους, δε δημιουργεί καμία δέσμευση για την αναθέτουσα Αρχή ( ). Η σύμβαση θα καταρτισθεί στην ελληνική γλώσσα με βάση τους όρους που περιλαμβάνονται στη διακήρυξη και την προσφορά του Αναδόχου, θα διέπεται από το ελληνικό δίκαιο και δεν μπορεί να περιέχει όρους αντίθετους προς το περιεχόμενο της παρούσας διακήρυξης ( )». Περαιτέρω, στην παράγραφο 1 του άρθρου 24 του π.δ. 118/2007 ορίζεται ότι: «1. Μετά την ανακοίνωση κατακύρωσης ή ανάθεσης υπογράφεται και από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη η σύμβαση το κείμενο της οποίας επισυνάφθηκε στη διακήρυξη. Η Υπηρεσία συμπληρώνει στο κείμενο της σύμβασης τα στοιχεία της προσφοράς του προμηθευτή με την οποία συμμετείχε αυτός στον διαγωνισμό και η οποία προσφορά έγινε αποδεκτή με την κατακύρωση του διαγωνισμού σε αυτόν. Δεν χωρεί οποιαδήποτε διαπραγμάτευση στο κείμενο της σύμβασης που επισυνάφθηκε στην διακήρυξη του διαγωνισμού, ούτε καθ οιονδήποτε τρόπο τροποποίηση ή συμπλήρωση της προσφοράς του προμηθευτή». Από την αντιπαραβολή του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης με το κείμενο που επισυνάφθηκε στη διακήρυξη προκύπτει ότι το κείμενο του σχεδίου δεν είναι το ίδιο με το επισυναφθέν στη διακήρυξη, αφού στο κείμενο του σχεδίου της σύμβασης δε συμπληρώθηκαν απλώς τα στοιχεία της προσφοράς της αναδόχου εταιρείας με την οποία συμμετείχε αυτή στο διαγωνισμό, αλλά προστέθηκαν σ αυτό ορισμοί (βλ. άρθρο 1) και επιπλέον άρθρα (βλ. άρθρα 3,4, 5 κ. ά.), ενώ με το άρθρο 7 του σχεδίου, που φέρει τον τίτλο «Χρόνος ισχύος σύμβασης-παράταση», έχει τροποποιηθεί και το αντίστοιχο άρθρο 3 του επισυναφθέντος στη διακήρυξη κειμένου, με τον τίτλο «Παράδοση-Τόπος και Χρόνος Παράδοσης-Παραλαβής, καθόσον το άρθρο αυτό έχει διατυπωθεί χωρίς να αναφέρεται ο όρος που προβλέπει ότι το έργο θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέσα σε διάρκεια έξι (6) μηνών από την ημερομηνία έναρξης των διαδικασιών των γενικών απογραφών Οικοδομών- Κτιρίων και Πληθυσμού-Κατοικιών. Η κατά παράβαση της διακήρυξης και του προεδρικού διατάγματος τροποποίηση του σχετικού άρθρου ισχύει ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η εξάμηνη διάρκεια ολοκλήρωσης του έργου είναι ενδεικτική, όρος που επαναλαμβάνεται και στο υποβληθέν προς έλεγχο σχέδιο. Επομένως, μη νομίμως υποβάλλεται προς έλεγχο σχέδιο σύμβασης το κείμενο της οποίας διαφέρει από αυτό που επισυνάφθηκε στη διακήρυξη. δ) Στην παράγραφο 1.8. του παραρτήματος Β της διακήρυξης, που φέρει τον τίτλο «Περιεχόμενα φακέλου οικονομικής προσφοράς», ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι «Η Γ.Γ. ΕΣΥΕ διατηρεί το δικαίωμα να αυξήσει ή να μειώσει τις παρεχόμενες υπηρεσίες αυξάνοντας ή μειώνοντας αντίστοιχα το τίμημα σύμφωνα με τους ισχύοντες τιμοκαταλόγους». Περαιτέρω, στο άρθρο 2.2. του υποβληθέντος προς έλεγχο σχεδίου σύμβασης ορίζεται ότι «Το έργο θα υλοποιηθεί από τον ανάδοχο σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που περιγράφονται αναλυτικά, στην παρούσα Σύμβαση, στην Προσφορά του αναδόχου, η οποία είναι δεσμευτική, καθώς και στη διακήρυξη του έργου». Με δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι είναι μη νόμιμος ο προβλεπόμενος στο άρθρο 1.8. του παραρτήματος Β της
διακήρυξης όρος, ο οποίος αποτελεί και όρο του ελεγχόμενου συμβατικού κειμένου, σύμφωνα με το προαναφερθέν άρθρο 2.2. του σχεδίου σύμβασης, καθώς πάσχει αοριστίας, εφόσον δεν εξειδικεύει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα διενεργηθεί η αύξηση ή η μείωση των παρεχομένων υπηρεσιών που θα έχει ως συνέπεια την αύξηση ή μείωση του τιμήματος. VII. Κατ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Κλιμάκιο αποφαίνεται ότι όλες οι προαναφερόμενες νομικές πλημμέλειες είναι ουσιώδεις και κωλύουν την υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης. Για τους λόγους αυτούς Κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης μεταξύ της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και της εταιρείας με την επωνυμία.