Διεθνές οργανωμένο έγκλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Σχετικά έγγραφα
Η απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου σχετικά με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος: Με ποιον τρόπο μπορεί να ενισχυθεί η νομοθεσία στον τομέα;

Το ασιατικό οργανωμένο έγκλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Εκτιμώμενο κόστος των μέτρων της ΕΕ για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας

Ο ρόλος των πόλεων στην πολιτική συνοχής

Τελωνειακή συνεργασία στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης

Αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις

Η λειτουργία του ΚΕΔΠ στο πλαίσιο του κανονισμού Ρώμη Ι

ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ : ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΚΕΔΠ: ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ

ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΣΥΜΦΩΝΙΩΝ ΕΤΑΙΡΙΚΗΣ ΣΧΕΣΗΣ

Το μέλλον της Eurojust

Ο ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΣΤΟΝ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟ ΤΟΜΕΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ

Προτάσεις κανονισμών σχετικά με το περιουσιακό καθεστώς των συντρόφων

12650/17 ΓΕΧ/νκ 1 DGD 1C

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΜΝΗΜΗ: ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ, ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

14929/14 ΑΒ/νικ 1 DG D 1C

15615/17 ΠΜ/γομ 1 DGD 1C

Η επιλογή της προσήκουσας νομικής βάσης για το οικογενειακό δίκαιο Μελλοντικές προοπτικές

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ: ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΑΤΗΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

Συγκριτική μελέτη για το καθεστώς της παρένθετης μητρότητας στα κράτη μέλη της ΕΕ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. του ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΕΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΟΒΑΡΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ

ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση κανονισμού σχετικά με τη θέσπιση κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων: από την πλευρά ενός δικηγόρου

Πρόταση κανονισμού σχετικά με τη θέσπιση κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων: απλούστευση και αποσαφήνιση της πρότασης

Έγγραφα προσωπικής κατάστασης - προκλήσεις για τα ληξιαρχεία με σκοπό την υπέρβαση προβλημάτων που οφείλονται σε νομοθετικά κενά

Η Σύμβαση της Χάγης της 13 ης Ιανουαρίου 2000 σχετικά με τη διεθνή προστασία των ενηλίκων

Η Eurojust υπέβαλε την ετήσια έκθεση για το 2016 (έγγρ. 7971/17) στις 31 Μαρτίου 2017.

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ο ΚΥΚΛΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΕΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΟΒΑΡΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ

10139/17 ΜΑΠ/μκ 1 DG D 2B

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΕΚΔΟΣΗ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΠΙΒΑΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2017 (OR. en)

ΤΙΤΛΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ: ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

Αντιμετώπιση διασυνοριακών καταστάσεων στην ΕΕ

10062/19 ΘΚ/γπ 1 JAI.1

B8-0551/2018 } B8-0552/2018 } RC1/Τροπ. 47

9935/16 ΔΑ/γπ 1 DG D 2B

Γιατί η διαμεσολάβηση δεν χρησιμοποιείται συχνότερα ως εναλλακτικό μέσο επίλυσης διαφορών;

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗ ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ: ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

ΟΔΙΚΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ: ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΕ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΤΑ ΦΟΡΤΗΓΑ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΤΡΕΝΩΝ

10025/16 ΘΚ/μκ 1 DG D 2B

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

9720/19 ΘΚ/μγ 1 JAI.1

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 31 Μαρτίου 2017 (OR. en)

ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ CULT ΜΕΙΟΝΟΤΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: ΒΕΛΤΙΣΤΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΑΓΙΔΕΣ

14288/16 ΕΜ/μκρ/ΔΛ 1 DGD 1C

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

7417/12 ΘΚ/νκ 1 DG H 1C

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/2110(INI)

9798/15 ΔΛ/μκ 1 DGD 1C

14220/6/16 REV 6 ΕΜ/μκρ/ΔΛ 1 DG G 3 B

10159/17 ΧΓ/μκ 1 DGD 1C

Ζητείται επομένως από την ΕΜΑ να καλέσει το Συμβούλιο να εγκρίνει το ανωτέρω σχέδιο συμπερασμάτων του Συμβουλίου όπως διατυπώνεται στο παράρτημα.

15413/16 ΠΜ/γπ 1 DGD 1C

Ο ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΜΙΑΣ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΕΠΕΚΤΑΣΗΣ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΕ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΘΕΙΟΥ ΣΕ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΚΤΟΓΡΑΜΜΗ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2077(INI) Σχέδιο έκθεσης Sajjad Karim (PE v01-00)

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B8-0477/ σύμφωνα με το άρθρο 197 του Κανονισμού

8185/11 ΚΣ/γομ 1 DG H 3A

Η πρόταση για τη θέσπιση κοινού ευρωπαϊκού δικαίου των πωλήσεων: η προοπτική του ηλεκτρονικού επιχειρείν

* ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/0809(CNS)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ΠΟΔΗΛΑΤΟΔΡΟΜΩΝ EUROVELO

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

15412/16 ΔΙ/ακι 1 DGD 1C

9688/14 ΑΣ,ΠΧΚ/νικ 1 DG G 3 B

13268/16 ΓΕΧ/μκρ 1 DGD 1C

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΝΤΑΞΗ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΤΗΣ ΕΕ

Περιεχόμενα. Πρόλογος...4. Περίληψη...6. ΕΣΣΚ - Ετήσια Έκθεση 2011 Περιεχόμενα

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

15516/14 ΔΠ/γπ 1 DG D 1C

(2), ,. 1).

ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΟΔΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

Τα αποτελέσµατα θα παρουσιαστούν στις 6 Οκτωβρίου 2010, στις Βρυξέλλες, στη διάρκεια της 8 ης εκδήλωσης Open Days (

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL B8-0230/1. Τροπολογία. Sophia in t Veld εξ ονόματος της Ομάδας ALDE

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Σχέδιο γνωμοδότησης Juan Fernando López Aguilar (PE582.

10125/16 ΔΑ/σα 1 DGD 1C

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 25 Οκτωβρίου 2010 (26.10) (OR. en) 15358/10 COSI 69 ENFOPOL 298 CRIMORG 185 ENFOCUSTOM 94

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΥ

DGD 2 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 26 Οκτωβρίου 2017 (OR. en) 2016/0261 (COD) PE-CONS 26/17 CORDROGUE 72 DROIPEN 77 JAI 562 SAN 228 CODEC 959

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - SWD(2015) 275 final.

ιαβούλευση των ενδιαφεροµένων κατά τη χάραξη πολιτικής για τις µικρές επιχειρήσεις σε εθνικό/περιφερειακό επίπεδο

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 4 Οκτωβρίου 2012 (09.10) (OR. en) 14232/12 ENFOPOL 292 CULT 116 ENFOCUSTOM 93

10003/16 ΔΑ/γπ 1 DG D 2B

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 2 Δεκεμβρίου 2016 (OR. en)

EL Eνωµένη στην πολυµορφία EL B8-0350/1. Τροπολογία

Η ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΕΡΟΜΕΤΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥ ΦΟΡΤΙΟΥ ΑΠΟ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0146(COD)

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

III ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 5 Μαΐου 2011 (06.05) (OR. en) 9618/11 SOC 376

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στον Πρόταση. Κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. για τη θέσπιση του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας

Transcript:

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ Γ: ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ, ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ Διεθνές οργανωμένο έγκλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ΣΥΝΟΨΗ Περίληψη Επιστημονικές έρευνες καταδεικνύουν ότι το οργανωμένο έγκλημα δεν είναι ούτε τόσο διεθνές ούτε τόσο οργανωμένο όπως παρουσιάζεται συχνά από τα μέσα ενημέρωσης και τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Στόχος του παρόντος σημειώματος είναι να παρουσιάσει μια διαφορετική εικόνα του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος. Στο πρώτο μέρος, αναλύονται τα κριτήρια που σχετίζονται με τον ορισμό του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος και εκφράζεται η άποψη ότι, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο όρος «σοβαρό έγκλημα» ενδεχομένως να είναι πιο ακριβής. Στο δεύτερο μέρος, εξετάζεται και αξιολογείται κριτικά η σχέση μεταξύ των ευρωπαϊκών δομών αστυνόμευσης, των επιλογών και των περιορισμών τους. Εκφράζονται επιφυλάξεις σχετικά με την αύξηση νέων αναλυτικών μεθόδων και προτύπων όπως η «αστυνόμευση βάσει εμπιστευτικών πληροφοριών» και προτείνονται εναλλακτικές λύσεις. Συνιστάται να ξεπεραστεί η αποκλειστική εξάρτηση από εσωτερικές πληροφορίες και δεδομένα της αστυνομίας, αντλώντας έμπνευση από άλλα πρότυπα αστυνόμευσης και συμπεριλαμβάνοντας ανεξάρτητες προσωπικότητες στις ειδικές ομάδες ανάλυσης για τη σύνταξη μελλοντικών εκθέσεων αξιολόγησης απειλών όσον αφορά το σοβαρό έγκλημα. PE 462.420 EL

Το παρόν έγγραφο εκπονήθηκε κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. ΣΥΝΤΑΚΤΕΣ Καθ. James SHEPTYCKI Hager BEN JAFFEL Καθ. Didier BIGO Υπό τον συντονισμό του «Centre d Etudes sur les Conflits (C&C)» και του «Centre for European Policy Studies» (κέντρο μελετών ευρωπαϊκής πολιτικής, CEPS). ΑΡΜΟΔΙΟΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ Andreas HARTMANN Τμήμα Πολιτικής Γ: Δικαιώματα των πολιτών και συνταγματικές υποθέσεις Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B-1047 Βρυξέλλες E-mail: andreas.hartmann@europarl.europa.eu ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΕΚΔΟΧΕΣ Πρωτότυπο: EN Σύνοψη: BG, CS, DA, DE, EL, ES, ET, FI, FR, HU, IT, LT, LV, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, SV ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΚΔΟΤΗ Για να επικοινωνήσετε με το Τμήμα Πολιτικής ή για να εγγραφείτε συνδρομητής στο μηνιαίο ενημερωτικό δελτίο του, απευθυνθείτε στη διεύθυνση: poldep-citizens@europarl.europa.eu Το χειρόγραφο ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του 2011. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Βρυξέλλες, 2011. Το παρόν έγγραφο διατίθεται στο διαδίκτυο στη διεύθυνση: http://www.europarl.europa.eu/studies ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ Οι απόψεις που διατυπώνονται στο παρόν έγγραφο αποτελούν αποκλειστική ευθύνη του συντάκτη και δεν εκφράζουν κατ ανάγκην την επίσημη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και η μετάφραση για μη εμπορικούς σκοπούς, με την προϋπόθεση να αναφέρεται η πηγή, να έχει ενημερωθεί εκ των προτέρων ο εκδότης και να του έχει αποσταλεί αντίτυπο.

Διεθνές οργανωμένο έγκλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ΣΥΝΟΨΗ Σκοπός Το παρόν σημείωμα εξετάζει τις αναλύσεις του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος στην ΕΕ. Στόχος του είναι να παρουσιάσει μια διαφορετική εικόνα του εγκλήματος από αυτήν που αποτυπώνουν συνήθως οι αναφορές στον Τύπο και οι άτλαντες με τους γεωπολιτικούς τους χάρτες. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι δημιουργοί αυτών των χαρτών προσπάθησαν να εφαρμόσουν στο οργανωμένο έγκλημα το είδος της συλλογιστικής που αναπτύχθηκε στον τομέα της στρατιωτικής στρατηγικής. Υπέθεσαν ότι οι εγκληματικές ομάδες είχαν δομή και στρατηγικούς στόχους, όπως για παράδειγμα να εισβάλουν σε περιφέρειες και αγορές. Εφαρμόζοντας αυτήν τη συλλογιστική, οι εν λόγω αναλυτές «ομογενοποίησαν» τις διάφορες ομάδες που εμπλέκονται σε εγκληματικές δραστηριότητες σαν να ήταν όργανα υπό την εξουσία μιας ξένης διοίκησης. Οι χάρτες που καταρτίστηκαν με αυτόν τον τρόπο πολλαπλασιάστηκαν σε βάθος χρόνου και, δεδομένης της «απλότητάς» τους, χρησιμοποιήθηκαν ως αποδείξεις εγκληματικών δραστηριοτήτων. Κατά συνέπεια, τείνουν να δικαιολογούν αιτήματα προς τις αστυνομικές υπηρεσίες να βρουν τις ρίζες και τις διαδρομές του οργανωμένου εγκλήματος. Ωστόσο, αυτοί οι χάρτες στρεβλώνουν εκ θεμελίων την εμπεριστατωμένη απεικόνιση των σοβαρών εγκληματικών δραστηριοτήτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως εκ τούτου, η παρουσίαση αναλύσεων που βασίζονται σε λεπτομερείς εγκληματολογικές γνώσεις, αλλά και στις κριτικές σκέψεις των ίδιων των αστυνομικών υπηρεσιών είναι καίριας σημασίας για την παροχή χρήσιμων συμβουλών στα θεσμικά όργανα που είναι αρμόδια για τα θέματα αυτά στο επίπεδο της ΕΕ. ΚΥΡΙΑ ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ Η εμπεριστατωμένη απεικόνιση του σοβαρού οργανωμένου εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να απαγκιστρωθεί από τις απλουστεύσεις της στρατηγικής χαρτογράφησης. Πρώτον, αυτοί οι χάρτες δεν απεικονίζουν τις εγκληματικές δραστηριότητες λεπτομερώς και με όλες τις επιμέρους διαφορές τους. Το έγκλημα υπερεκπροσωπείται σε αυτές τις απεικονίσεις, προκαλώντας αντιδράσεις παρόμοιες με αυτές που προκαλούνται κατά την αντιμετώπιση μιας οιονεί στρατιωτικής απειλής. Στην πραγματικότητα, οι ικανότητες των εγκληματικών στοιχείων απέχουν πολύ από αυτές που αποδίδονται σε ξένους στρατούς (ενότητα 1.1). Δεύτερον, αυτοί οι χάρτες σπάνια αναφέρονται στις εγκληματικές οργανώσεις με το όνομά τους αντιθέτως τις συνδέουν συνήθως με μια συγκεκριμένη εθνικότητα ή ακόμη και εθνοτική ομάδα. Κατά συνέπεια, τροφοδοτούν υποψίες σε βάρος ολόκληρων κοινοτήτων, αν και οι άνθρωποι που ευθύνονται για εγκληματικές δραστηριότητες είναι ελάχιστοι. Αυτή η πρακτική είναι ακόμη πιο προβληματική καθώς ομογενοποιεί μυριάδες μικρές ομάδες με εσφαλμένο τρόπο και αποκρύπτει το βασικό γεγονός, ότι δηλαδή η σύνθεση των ενεργών εγκληματικών οργανώσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι σχεδόν ποτέ μονοεθνοτική ούτε βασίζεται στην εθνικότητα. Επιπλέον, οι πιο επικερδείς δραστηριότητες ασκούνται από τοπικές ομάδες που μετρούν πολλά χρόνια ζωής και γνωρίζουν πολύ καλά τα δίκτυα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή/και τις υπάρχουσες τοπικές, περιφερειακές ή ακόμη και εθνικές μορφές προστασίας (ενότητα 1.3). 3

Τμήμα Πολιτικής Γ: Δικαιώματα των πολιτών και συνταγματικές υποθέσεις Τρίτον, αυτές οι απεικονίσεις τονίζουν μια περιθωριακή πτυχή των φαινομένων, όπως π.χ.. τα εγκλήματα που διαπράττονται από αλλοδαπούς, συγκαλύπτοντας ωστόσο το πιο σημαντικό τους στοιχείο, δηλαδή τις σχέσεις με τις τοπικές κοινωνίες, ιδίως στην κλίμακα των δήμων (ενότητες 1.2 και 1.3). Οι διασυνοριακές εγκληματικές δραστηριότητες δεν μπορούν να περιορίζονται μόνο στις πράξεις των αλλοδαπών, στη χώρα όπου ασκούνται και στην ΕΕ. Τα δίκτυα οργανωμένου εγκλήματος, όταν υφίστανται και όταν διατηρούνται σε βάθος χρόνου (κάτι που είναι σπάνιο), δεν δημιουργούνται μόνο από αλλοδαπούς. Τα δίκτυα αυτά δημιουργούνται από τοπικά εγκληματικά στοιχεία που γνωρίζουν καλά τις κοινωνίες τους και συνάπτουν προσωρινές συμμαχίες γύρω από «επιχειρηματικές ευκαιρίες» με τους διανομείς ενός δεδομένου προϊόντος. Βρίσκονται επίσης σε συνεχή ανταγωνισμό μεταξύ τους. Οι περισσότερες από τις οργανωμένες εγκληματικές δραστηριότητες, όπως αυτές που ασκούνται από μαφίες, δεν εισήχθησαν στην ΕΕ από το εξωτερικό, παρά τις απόψεις ορισμένων που αντιτίθενται στην ελεύθερη κυκλοφορία και στη συμφωνία του Σένγκεν και προέβλεπαν τα χειρότερα (ενότητα 1). Οι μαφίες δεν έστειλαν μέλη τους ως προγεφυρώματα, ως στρατιώτες του εγκλήματος, αλλά προσπάθησαν, με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία, να χρησιμοποιήσουν υφιστάμενα τοπικά δίκτυα ως ερείσματα. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, ο ανταγωνισμός, που εκδηλώνεται ενίοτε με βίαιο τρόπο, υπερισχύει κάθε σταθερής δομής συμμαχίας (ενότητα 1.4 και 1.5). Επομένως, το σοβαρό έγκλημα στην Ευρώπη είναι πιο αποδιοργανωμένο απ ό,τι οργανωμένο, κάτι που εξηγεί τον λόγο για τον οποίο οι εμπειρογνώμονες δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε έναν ακριβή ορισμό του οργανωμένου εγκλήματος (ενότητα 1.1) ή σχετικά με την προστιθέμενη αξία μιας παραδοσιακής χαρτογράφησης αυτών των δραστηριοτήτων, η οποία αδυνατεί να καταδείξει τον βαθμό στον οποίο τα εγκλήματα είναι ασταθή και προσωρινά, παρότι είναι σοβαρά. Το βασικό συμπέρασμα εν προκειμένω είναι ότι η ιδέα του σταθερού οργανωμένου εγκλήματος, που διαπράττεται μεταξύ ισχυρών οργανώσεων που βασίζονται σε διασυνοριακές εθνοτικές συμμαχίες και το οποίο ευθύνεται για το σοβαρό οργανωμένο έγκλημα συνολικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν τεκμηριώνεται βάσει ακριβούς ανάλυσης των δεδομένων που συλλέγουν οι τοπικές αστυνομικές αρχές ή των δικαστικών στοιχείων που στηρίζουν συγκεκριμένες υποθέσεις, και των μελετών που διεξαγάγουν εγκληματολόγοι, οι οποίοι, βάσει των ερευνών τους, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο στρατηγικός και γεωπολιτικός προσδιορισμός της εγκληματικότητας είναι εσφαλμένος. Αυτές οι μελέτες και τα αναλυτικά μοντέλα αμφισβητούν τα αποτελέσματα των δημοσιογραφικών πλαισίων και της «στρατηγικοποίησης» του σοβαρού οργανωμένου εγκλήματος. Το τελευταίο συνεπάγεται μια διόλου πιθανή ιεραρχία και συντονισμό κατά την άσκηση εγκληματικών δραστηριοτήτων, ενώ επιπλέον αποδέχεται μια επίσης απίθανη συνέχεια μεταξύ απειλών σε βάρος της εξωτερικής ασφάλειας και απειλών σε βάρος της εσωτερικής ασφάλειας. Αυτή η συνέχεια οδηγεί εντέλει στην υπεραπλούστευση περίπλοκων και ρευστών εγκληματικών φαινομένων, αντί να περιγράφει την αμοιβαιότητά τους και την πτυχή της οργάνωσής τους σε δίκτυα. Περιγράφοντας λεπτομερώς τις πιο ακριβείς και αξιόπιστες προσεγγίσεις στο σοβαρό διεθνές έγκλημα, ή για να είμαστε πιο ακριβείς στο διακρατικό έγκλημα, το παρόν σημείωμα καταδεικνύει ότι οι εγκληματικές δραστηριότητες δεν λαμβάνουν σταθερές μορφές. Οι περισσότερες από αυτές τις δραστηριότητες συνδέονται με τοπικές ευκαιρίες. Αυτές οι τοπικές ευκαιρίες σπάνια είναι μόνιμες. Προκύπτουν, συχνά λόγω αλλαγών στη 4

Διεθνές οργανωμένο έγκλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση νομοθεσία (π.χ. κατάργηση χρηματοπιστωτικών ρυθμίσεων) που δημιουργούν ενδεχόμενα νομικά κενά για παράνομες αγορές και παράνομα προϊόντα. Πολύ σπάνια είναι το αποτέλεσμα εμφύτευσης νέων εγκληματικών στοιχείων από το εξωτερικό δημιουργώντας οδούς και μορφές πολυετούς συνεργασίας. Τα πορώδη όρια μεταξύ του τι είναι νόμιμο και τι είναι παράνομο στις εγκληματικές δραστηριότητες και, πρωτίστως, η διαπερατότητα μεταξύ των εγκληματιών ή του υποκόσμου και των νομιμοφρόνων παρεμποδίζουν προσπάθειες πρόληψης των παράνομων συναλλαγών πριν από τη διάπραξή τους, παρά τις αξιοσημείωτες προσπάθειες στον συγκεκριμένο τομέα. Πράγματι, σοβαρές αναλύσεις που αφορούν το παράνομο εμπόριο υπογραμμίζουν πώς, μέσω συμπαιγνιών και σιωπηρών συμφωνιών, απόλυτα νόμιμες τοπικές εταιρείες συνιστούν τους σημαντικότερους φορείς διευκόλυνσης του εγκλήματος. Ως εκ τούτου, η καταπολέμηση αυτών των εγκληματικών δραστηριοτήτων πρέπει να συνδυάζει τουλάχιστον τρία επίπεδα: πρώτον, το επίπεδο της γενικής νομοθεσίας το οποίο, πλήττοντας τις νόμιμες ροές, επιτρέπει σε παράνομες ροές να περνούν, χωρίς να ανιχνεύονται, από διαύλους που έχουν δημιουργηθεί νόμιμα (για παράδειγμα, μεταρρυθμίσεις που επηρεάζουν το τραπεζικό σύστημα ή μετατροπή ορισμένων περιοχών σε φορολογικούς παραδείσους) δεύτερον, το επίπεδο των δραστηριοτήτων της αστυνομίας, ιδίως των υπηρεσιών που ειδικεύονται στην καταπολέμηση του σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος, όπως η Ευρωπόλ και οι εθνικοί ανταποκριτές της τρίτον, το επίπεδο της αστυνομίας και των διοικητικών υπηρεσιών που διαχειρίζονται την καθημερινή ζωή στις πόλεις (ενότητα 2) και την ανάπτυξη ενεργειών αστυνόμευσης πλήρους φάσματος ως εναλλακτικής επιλογής στην αστυνόμευση βάσει εμπιστευτικών πληροφοριών. Αυτά τα επίπεδα συνδέονται και οι πληροφορίες πρέπει να κυκλοφορούν. Ο περιορισμός της καταπολέμησης του σοβαρού εγκλήματος στο δεύτερο επίπεδο (Ευρωπόλ και ανταποκριτές της) παραβλέποντας, αφενός, την ανάγκη για βελτίωση της ρύθμισης των χρηματοοικονομικών ροών (για παράδειγμα, φορολογικοί παράδεισοι) και αδιαφορώντας, αφετέρου, για τον καθημερινό αγώνα των τοπικών αστυνομικών δυνάμεων κατά της εγκληματικότητας οδηγεί στο εξής παράδοξο: ειδικευμένες αστυνομικές δυνάμεις απαιτείται να επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους σε ένα περιθωριακό φαινόμενο, η αξιολόγηση των οποίων είναι συχνά μεροληπτική, ενώ ταυτόχρονα είναι υπεύθυνες για την απουσία αποτελεσμάτων. Τους ζητείται να συντάσσουν εκθέσεις που ενισχύουν τα στερεότυπα, παρά το γεγονός ότι σημαντικό ποσοστό αυτών των αστυνομικών εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις για τη χρησιμότητα των εν λόγω εγγράφων και τα αποτελέσματα που μπορούν να επιτευχθούν μέσω αυτών. Αυτές οι μονάδες ζητούν να τους δοθεί περισσότερος χρόνος ώστε να παρέχουν χρήσιμες επιχειρησιακές εικόνες οι οποίες θα αντικατοπτρίζουν την περιπλοκότητα του καθήκοντός τους, και όχι απλώς ορισμένες εξαιρετικά απλουστευτικές συνθέσεις. Επομένως, όπως προτείνεται «Η αξιολόγηση απειλών όσον αφορά το οργανωμένο έγκλημα (ΟCTA) στη σημερινή μορφή της δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του επιδιωκόμενου κύκλου πολιτικής, που απαιτεί μια πιο ενδελεχή ανάλυση η οποία να λειτουργεί ως αξιόπιστη πηγή πληροφοριών». 1 1 Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (25 Οκτωβρίου 2010) «Αποτελέσματα του προγράμματος Harmony - Ένα γενικό ευρωπαϊκό πρότυπο πληροφοριών για την εγκληματικότητα - Συνένωση των υφιστάμενων μέσων και ενίσχυση του κεντρικού ρόλου της Ευρωπόλ», έγγραφο Συμβουλίου: 14851/10 σ.71. 5

Τμήμα Πολιτικής Γ: Δικαιώματα των πολιτών και συνταγματικές υποθέσεις Βάσει των συνεντεύξεων που πραγματοποιήθηκαν για τους σκοπούς του παρόντος σημειώματος, και των διαθέσιμων γνώσεων σχετικά με διεθνείς δραστηριότητες της αστυνομίας, ιδίως όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών, προκύπτει ότι οι τοπικές αστυνομικές δυνάμεις κατά πάσα πιθανότητα επιτελούν πολύ καλύτερο έργο από αυτό που πιστεύεται συνήθως. Συλλαμβάνουν σημαντικό αριθμό μικροεγκληματιών και παρεμποδίζουν ενεργά δραστηριότητες λαθρεμπορίου. Η αδυναμία τους να κόψουν το κεφάλι της «Λερναίας Ύδρας» ή να βρουν τον «εγκέφαλο του εγκλήματος» οφείλεται στο ότι αυτές οι προσωπικότητες δεν υπάρχουν. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω αστυνομικοί ενίοτε ενοχλούνται όταν λαμβάνουν γενικές εκθέσεις, ιδίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι οποίες δεν τους βοηθούν στον καθημερινό τους αγώνα και οι οποίες, παρουσιάζοντας «συνθέσεις» δεδομένων, παραβλέπουν την περιπλοκότητα των καταστάσεων που επικρατούν σε τοπικό επίπεδο. Συγκεκριμένα, οι εν λόγω εκθέσεις, όπως οι OCTA και, πλέον, οι αξιολογήσεις απειλών όσον αφορά το σοβαρό και το οργανωμένο έγκλημα (SOCTA) της Ευρωπόλ, δεν κάνουν διάκριση μεταξύ των τοπικών παραλλαγών των μορφών εγκληματικών δραστηριοτήτων, κάτι που θα αποτελούσε χρήσιμο αποτέλεσμα, και αναπαράγουν χρόνο με τον χρόνο τους ίδιους χάρτες παραθέτοντας τα σημαντικότερα «κέντρα εγκληματικότητας» (παραρτήματα στην ενότητα 5). Η έλλειψη εμπιστοσύνης αυτών των αστυνομικών έχει σοβαρές επιπτώσεις, στον βαθμό που απαντούν στα αιτήματα παροχής πληροφοριών της Ευρωπόλ με αυξανόμενο σκεπτικισμό. 6

Διεθνές οργανωμένο έγκλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω συμπεράσματα, φαίνεται ότι η Ευρωπόλ, με τη δημοσίευση των εκθέσεων OCTA που συντάσσει, αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα όσον αφορά την τοποθέτησή της. Προσπαθώντας να αντεπεξέλθει στις προσδοκίες του πολιτικού κόσμου και των μέσων ενημέρωσης για να κερδίσει αναγνώριση έχοντας ταυτόχρονα επίγνωση των ορίων των δραστηριοτήτων της, η Ευρωπόλ χάνει την αξιοπιστία της σε τοπικό επίπεδο, με παρόμοιο τρόπο όπως χάνει επί του παρόντος την αξιοπιστία της η υπηρεσία δίωξης του σοβαρού οργανωμένου εγκλήματος στη Μεγάλη Βρετανία. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτό που αμφισβητείται είναι η ορθότητα ενός προτύπου αστυνόμευσης βάσει εμπιστευτικών πληροφοριών. Αυτό το πρότυπο μπορεί να λειτουργήσει μόνο εάν παρέχονται ισχυρές πληροφορίες επιτόπου, κάτι που με τη σειρά του επιτρέπει μια εμπεριστατωμένη ανάλυση ακριβών και πραγματικών δεδομένων. Εάν αυτό το πρότυπο υποβαθμιστεί, χάνει την ορθότητά του, ιδίως εάν η προσέγγιση «από τη βάση προς την κορυφή» αντικατασταθεί με μια προσέγγιση «από την κορυφή προς τη βάση». Το σημείωμα συνιστά να αντληθεί έμπνευση από άλλες τυπολογίες και άλλα πρότυπα για την αντιμετώπιση αυτών των δυσκολιών. Ένα πλήρες φάσμα αστυνόμευσης το οποίο θα συνδυάζει τα τρία επίπεδα του αγώνα κατά του σοβαρού εγκλήματος είναι ένα από αυτά. Μία από τις σημαντικότερες εναλλακτικές λύσεις είναι αυτή που αναπτύχθηκε από τον διοικητή Sleipnir της βασιλικής έφιππης αστυνομίας του Καναδά, που τονίζει τη διαφορά μεταξύ των διαφόρων ειδών σοβαρών εγκλημάτων και εμμένει στη σημασία της καταπολέμησης του εγκλήματος που διαπράττεται από υψηλόβαθμα στελέχη καθώς και του περιβαλλοντικού εγκλήματος. Αυτές οι εγκληματικές δραστηριότητες δεν ανιχνεύονται εύκολα μέσω των σημερινών δεικτών σοβαρού εγκλήματος, παρά το γεγονός ότι συνεπάγονται το μεγαλύτερο κόστος για την κοινωνία συνολικά και η καταπολέμησή τους μέσω της αστυνόμευσης ενέχει επίσης τις περισσότερες δυσκολίες. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την κεντρική τους σημασία, η καταπολέμηση αυτών των εγκλημάτων μπορεί να επιτευχθεί μέσω μιας συντονισμένης προσέγγισης στη δράση της αστυνομίας, της συμπερίληψής τους στην ημερήσια διάταξή της, καθώς και μέσω συνδυασμού με τοπικές δημόσιες πολιτικές και ευρωπαϊκές συστάσεις και δράσεις. Εδώ η Ευρωπαϊκή Ένωση θα είχε ένα σαφές πλεονέκτημα χάρη στη δομή της, καθώς οι αρμόδιες υπηρεσίες δεν βασίζονται σε ένα εθνικό πολιτικό σύστημα. Η Ευρωπόλ θα μπορούσε να αναλάβει την ευθύνη για αυτές τις δραστηριότητες χωρίς να αυξήσει το συνολικό επίπεδο παρέμβασής της. Όσον αφορά τα πρότυπα, πρέπει να δοθεί περισσότερος χρόνος στην Ευρωπόλ για να συντάσσει τις εκθέσεις της, προβλέποντας ενδεχομένως τη σύνταξη μίας έκθεσης κάθε τέσσερα έτη. Ωστόσο, αυτή η έκθεση θα πρέπει να είναι εξαιρετικά λεπτομερής, προκειμένου να αποφεύγονται οι συνδυασμοί ετερόκλητων χαρακτηριστικών και οι μεροληψίες που διαπιστώσαμε. Οι ετήσιες εκθέσεις πρέπει να επικεντρώνονται σε έναν συγκεκριμένο τομέα για να έχουν προστιθέμενη αξία. Πρέπει να ξεκινήσουν με την εξέταση σοβαρών μορφών εγκληματικότητας που μέχρι σήμερα βρίσκονταν στο περιθώριο (περιβαλλοντικό έγκλημα, εγκληματικότητα υψηλόβαθμων στελεχών). Για να είναι αυτές οι εκθέσεις συνεκτικές, το πεδίο των πληροφοριών και των απόψεων των εμπειρογνωμόνων που συγκεντρώνονται πρέπει να διευρυνθεί προκειμένου να αποφευχθεί η ανάπτυξη 7

Τμήμα Πολιτικής Γ: Δικαιώματα των πολιτών και συνταγματικές υποθέσεις συνήθων μεθόδων εργασίας και η ανάπτυξη εξάρτησης από μία και μόνο συγκεκριμένη πρακτική σε βάθος χρόνου. Αυτές οι εκθέσεις δεν πρέπει να επικεντρώνονται αποκλειστικά στις αστυνομικές υπηρεσίες που ειδικεύονται στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος ή των ναρκωτικών. Η συμμετοχή πρέπει να διευρυνθεί ώστε να περιλαμβάνει τις αστυνομικές υπηρεσίες μεγάλων πόλεων και βασικών χρηματοπιστωτικών κέντρων. Συνεπώς, η τοπική αξιοπιστία θα ενισχυόταν μέσω λεπτομερών παραδειγμάτων. Το ευρωπαϊκό κέντρο παρακολούθησης ναρκωτικών και τοξικομανίας (ΕΚΠΝΤ) που βρίσκεται στην Πορτογαλία χρησιμοποιεί αυτήν τη μεθοδολογία. Οι εκθέσεις θα συνίστανται σε γνώμες εμπειρογνωμόνων πέραν των αστυνομικών δυνάμεων (για παράδειγμα, γιατρών, κοινωνιολόγων ή εθνολόγων) προκειμένου να αποφεύγεται ο τροπισμός που χαρακτηρίζει την εργασία ειδικευμένων αστυνομικών μονάδων. Η συνεισφορά προσωπικοτήτων από τον χώρο της πολιτικής και της οικονομίας στις ειδικές ομάδες ανάλυσης που οργανώνονται για τη σύνταξη της έκθεση θα είναι επίσης αποφασιστική, προκειμένου να παρέχεται μια γενική εικόνα των διεθνών χρηματοδοτικών μηχανισμών τους οποίους χρησιμοποιεί το οργανωμένο έγκλημα, και να εξετάζονται εναλλακτικές αντιδράσεις πέραν της επιβολής του νόμου. Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να προβλεφθεί στο πλαίσιο του προγράμματος «Harmony» που εξετάζεται από τη μόνιμη επιτροπή όσον αφορά την επιχειρησιακή συνεργασία για την εσωτερική ασφάλεια (COSI) υπό την προϋπόθεση ότι η συγκεκριμένη επιτροπή θα είναι ανοικτή σε μεγαλύτερο αριθμό συμμετεχόντων, προκειμένου να ενισχυθεί η γενική συνοχή της και η εις βάθος εμπειρογνωμοσύνη. Προς το παρόν, το πρόγραμμα «Harmony» έχει πράγματι υπερβολικά διοικητικό χαρακτήρα και περιορίζεται σε αλληλεπιδράσεις μεταξύ μειωμένου αριθμού ομάδων με κοινές απόψεις 2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι συννομοθέτης και μία από τις αρμόδιες για τον προϋπολογισμό αρχές στον συγκεκριμένο τομέα. Ωστόσο, δεν παρίσταται ποτέ στη διαδικασία διαβούλευσης που προβλέπεται για το Harmony. Για ποιον λόγο συμβαίνει αυτό; Το ΕΚ θα μπορούσε να εκφράσει μια εναλλακτική άποψη σε αυτούς τους τομείς συνεισφέροντας, για παράδειγμα, στην ποιότητα των εκθέσεων της Ευρωπόλ. Για τον σκοπό αυτόν, θα μπορούσε να προβλεφθεί η συμμετοχή εκπροσώπων τους οποίους θα ορίζει η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE). Αυτοί οι εκπρόσωποι θα έχουν καθήκον να επιχειρούν μια ευρύτερη προσέγγιση, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο της γενικής νομοθεσίας και τις επιπτώσεις της, την οποία ενδεχομένως οι ειδικευμένες υπηρεσίες και οργανισμοί να μην μπορούν να υιοθετήσουν πλήρως. Επιπλέον, πρέπει να ζητηθεί από τον πρόεδρο της COSI να παρουσιάζεται ενώπιον του Κοινοβουλίου και να εξηγεί τις απόψεις του σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών και την πρόοδό τους στον συγκεκριμένο τομέα, καθώς και σχετικά με την ειδική αρμοδιότητα της COSI κατά την παρακολούθηση του προγράμματος Harmony. 2 Το σημείο αυτό συμφωνεί εν μέρει με την έρευνα που διεξήγαγαν η Madalina Busuioc και η Deirdre Curtin για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (Busuioc and Curtin, 2011) και την έρευνα των Amandine Scherrer, Julien Jeandesboz και Emmanuel-Pierre Guittet (υπό κατάρτιση έγγραφο σχετικά με τη στρατηγική εσωτερικής ασφάλειας), όπου, μέσω διεξοδικών συνεντεύξεων, εκφράζονται περισσότερες επιφυλάξεις σχετικά με την «κοινή» μεθοδολογία, η οποία είναι μια προληπτική μεθοδολογία από την κορυφή προς τη βάση που αποκλείει ορισμένους φορείς. Αυτό το έγγραφο συμπληρώνει επίσης την έρευνα που διεξήγαγε ο Valsamis Mitsilegas και αναλύει την «απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου σχετικά με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος: Με ποιον τρόπο μπορεί να ενισχυθεί η νομοθεσία στον τομέα» έγγραφο που συντάχθηκε κατόπιν εντολής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (PE453.195). 8