Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εθνομεθοδολογία Διδάσκων: Δρ. Βασίλης Ντακούμης 1
Διάγραμμα της παρουσίασης Μάθημα 9ο (σελ. 197 207) 2
Η Εθνομεθοδολογία Βασικές Θέσεις Η εθνομεθοδολογία, αποτελεί έκφραση της φαινομενολογίας. Η κοινωνική πραγματικότητα δομείται και αναδομείται, σε κάθε στιγμή της εξέλιξης της, με βάση την καθημερινή δράση των ατόμων. Οι εθνομεθοδολόγοι, ακολουθώντας τους φαινομενολόγους, αποδέχονται ότι τα μέλη της κάθε κοινωνίας διαθέτουν ένα κοινό απόθεμα γνώσεων (μια κοινωνική εμπειρία), το οποίο χρησιμοποιούν όταν καλούνται να αναγνωρίσουν, να κατανοήσουν, ή να χειριστούν τα νοήματα που διαμορφώνονται στο κοινό πλαίσιο ανάπτυξης και εξέλιξης των δραστηριοτήτων τους. Το συγκεκριμένο απόθεμα της γνώσης συγκρατεί και, ως ένα βαθμό, αναπαράγει τις διαμορφωμένες και θεωρούμενες σταθερές κοινωνικές σχέσεις. Παράλληλα, δημιουργεί την αίσθηση ύπαρξης κάποιας σταθερής κοινωνικής τάξης. Η εθνομεθοδολογία από τη μια μεριά αμφισβητεί την ύπαρξη μιας συγκεκριμένης και σταθερής κοινωνικής τάξης και, από την άλλη, μελετά τις στρατηγικές ή τα μέσα (τις μεθόδους) που χρησιμοποιούν τα υποκείμενα προκειμένου να αναπαραγάγουν ή να δημιουργήσουν μια κοινωνική τάξη. Αφού οι ατομικές στρατηγικές μπορούν να δημιουργήσουν «κοινωνική τάξη», αυτή δεν μπορεί να είναι δοσμένη και σταθερή. Η εθνομεθοδολογία επιδιώκει να διερευνήσει και να αποκαλύψει τους τρόπους και τις στρατηγικές που χρησιμοποιούν τα μέλη της κοινωνίας στην αέναη προσπάθεια τους, για τη δόμηση, την αναδόμηση και την αποσαφήνιση της κοινωνικής πραγματικότητας. Η διαμόρφωση της υποτιθέμενης σταθερής κοινωνικής τάξης είναι μια δυναμική πορεία δράσεων και αναγκαίων στιγμιαίων συγκροτήσεων, ανασυγκροτήσεων και αποσαφηνίσεων, οι οποίες προκύπτουν μέσα από ατομικές στρατηγικές και μεθοδικές διαδικασίες διαχείρισης της πραγματικότητας. Η εθνομεδοδολογία θεωρήθηκε «ενοχλητική», αφού άρχισε να αμφισβητεί τις παγιωμένες παραδοχές των διαμορφωμένων ρευμάτων της επιστήμης της Κοινωνιολογίας. 3
Harold Garfinkel (1917-σήμερα) Θέσεις του Garfinkel Η εθνομεθοδολογία δημιουργήθηκε από τον Garfinkel, με σκοπό την άσκηση κριτικής στις «βεβαιότητες» της παραδοσιακής κοινωνιολογίας. Τα δρώντα υποκείμενα, μολονότι λειτουργούν στο πλαίσιο μιας υποτιθέμενης σταθερής κοινωνικής τάξης, δεν είναι «πολιτιστικά» ντοπαρισμένα» άτομα, αλλά ενεργητικά υποκείμενα, τα οποία, αξιοποιώντας την κοινωνική εμπειρία, ερμηνεύουν, κατανοούν και ορίζουν καταστάσεις, δίνοντας το δικό τους νόημα σ' αυτές. Η αποκαλούμενη «κοινή γνώση» αποτελεί ένα πρώτο σημείο εκκίνησης για την ανάπτυξη της ανθρώπινης δράσης και την κατανόηση της κοινωνικής πραγματικότητας. Ωστόσο, τα δρώντα υποκείμενα, χρησιμοποιώντας τις δικές τους στρατηγικές, ερμηνεύουν, κατανοούν και ορίζουν με διαφοροποιημένους τρόπους την «πραγματικότητα». Τελικά, η εθνομεθοδολογία διερευνά τον τρόπο, με τον οποίο τα υποκείμενα δρουν και συγκροτούν «κοινωνική τάξη» στον δικό τους μικρόκοσμο. Ο εθνομεθοδολόγος διερευνά τις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής ως μεθόδους των μελών της κοινωνίας με τη βοήθεια των οποίων καθιστούν αυτές ακριβώς τις δραστηριότητες εμφανείς, λογικές και ανακοινώσιμες για κάθε πρακτικό σκοπό, τις καθιστούν δηλαδή δυνατές να γίνουν κατανοητές ως οργανωτικές μορφές συνηθισμένων δραστηριοτήτων στην καθημερινότητα 4
Θέσεις του Garfinkel Οι άνθρωποι συγκροτούν κοινωνία, επειδή, με βάση μια κοινά αποδεκτή γνώση, αντιλαμβάνονται τα νοήματα των επιμέρους ατομικών δράσεων. Όμως, τα νοήματα δημιουργούνται, κατανοούνται και αλλάζουν, με την έννοια ότι δημιουργούν άλλης υφής «κοινωνική τάξη», από τα δρώντα σε κοινωνικές καταστάσεις υποκείμενα. Δεν υπάρχουν «εκεί έξω» αντικειμενοποιημένες κανονικότητες, οι οποίες επιβάλλουν ή ρυθμίζουν κάποιες τελικά ομοιόμορφες συμπεριφορές. Οι συμπεριφορές των υποκειμένων, τα οποία σε κάθε στιγμή και σε κάθε περίσταση ερμηνεύουν τις ανθρώπινες δράσεις, μπορεί να αλλάξουν, όταν τα νοήματα που αποκωδικοποιούν δεν εναρμονίζονται με τους τρόπους που τα ίδια ορίζουν την κατάσταση. Πείραμα: Κοινωνική τάξη στηριγμένη στην «κοινά αποδεκτή» γνώση, θεωρούμενη απόλυτα σταθερή κοινωνική κανονικότητα: Σχέση μεταξύ γονιών και παιδιού. Υπόθεση: Η σχέση αυτή είναι πολύ εύκολο να διαταραχθεί, όταν διαφοροποιηθούν οι επιμέρους ατομικές δράσεις. Αλλαγή δράσεων: Συμπεριφορά φοιτητών στους δικούς τους, για ένα διάστημα, όπως ακριβώς θα συμπεριφερόταν ένας ενοικιαστής. Αποτέλεσμα: Διαταραχή θεωρούμενων ως δεδομένων στενών σχέσεων αγάπης και μετατροπή τους, ακόμη και σε εχθρικές σχέσεις. 5
Ποικιλία μεθόδων των εθνομεθοδολόγων για τη διερεύνηση των στρατηγικών με τις οποίες τα μέλη μιας κοινωνίας δρουν και συγκροτούν τον κόσμο τους Ανάλυση των διαλογικών συζητήσεων (Sacks): Μια συνομιλία κατανοείται μόνο στο πλαίσιο της περίστασης που πραγματοποιείται. Αν κάποιος ακούσει ή διαβάσει αποκομμένες από την περίσταση εκφράσεις, θα είναι πολύ δύσκολο να βγάλει νόημα, αφού πολλά νοήματα, που είναι απαραίτητα για την κατανόηση της συνομιλίας, υπονοούνται. Μελέτη ανάλυσης τηλεφωνικών συνομιλιών (Schegloff): Οι συνομιλητές προσπαθούν να αποκαταστήσουν την «τάξη» της συνομιλίας τους, όταν για κάποιους π.χ. τεχνικούς λόγους διαταράσσεται. Ερμηνεία της μοναχικής βάδισης (Ryave και Schenkein): Σε βιντεοταινίες δείχνουν ότι ο μοναχικός πεζός, όταν πλησιάζει κάποιον άλλο που βαδίζει προς την ίδια κατεύθυνση, επιδιώκει να τον προσπεράσει και επιταχύνει το βηματισμό του κατά τη στιγμή ακριβώς της προσπέρασης. Στη συνέχεια, το βάδισμα του επανέρχεται στον ίδιο ρυθμό. Αυτός είναι ένας τρόπος αποσαφήνισης της κατάστασης, προκειμένου ο μοναχικός πεζός να κάνει γνωστό ότι δεν ακολουθεί αυτόν που βαδίζει προς την ίδια κατεύθυνση, ή ότι δεν αποτελεί απειλή για το ίδιο πρόσωπο, ή ότι δεν βαδίζουν μαζί κ.λπ. 6
Η εθνομεθοδολογία ως μέθοδος κατανόησης και αποκάλυψης των στρατηγικών των εκπαιδευτικών δράσεων Αποσαφήνιση των λεπτών διαφορών φαινομενολογίας εθνομεθοδολογίας (Craib) με παράδειγμα τη σχολική τάξη: Φαινομενολόγος Schutz: Η ομαλή λειτουργία της σχολικής τάξης στηρίζεται στη βασική υπόθεση ότι στις δραστηριότητες που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της συμμετέχουν στοιχειωδώς ευφυή άτομα. Αντίθετα, για τους εθνομεθοδολόγους, σε κάθε σχολική τάξη συνωμοτούμε από κοινού με τους άλλους, με έναν αναπόφευκτο όσο και αυτονόητο τρόπο, προκειμένου να δώσουμε ο ένας στον άλλο την εντύπωση ότι οι εν λόγω υποθέσεις υφίστανται: «Κάνουμε» μια τάξη, οι μαθητές μου «κάνουν» ότι είναι μαθητές και εγώ «κάνω» ότι είμαι δάσκαλος. Τελικά, η εθνομεθοδολογία έχει στόχο να αποκαλύψει τις «συνωμοσίες» που γίνονται, προκειμένου να γίνει πιστευτό ότι στα ποικίλα πεδία των κοινωνικών δράσεων υπάρχει διαμορφωμένη μια κοινή γνώση, η οποία στηρίζεται στην κοινή λογική και διαμορφώνει ή αλλάζει την «κοινωνική τάξη». Για τους εθνομεθοδολόγους, η μελέτη του τρόπου χρήσης της γλώσσας αποκαλύπτει τις στρατηγικές και τις μεθόδους που χρησιμοποιούν τα άτομα, προκειμένου να ορίσουν ή να κατασκευάσουν όψεις της «κοινωνικής τάξης». 7
Μια εθνομεθοδολογική ανάλυση της έναρξης ενός μαθήματος (Payne, 1976) Ο Payne επιχειρεί να αναλύσει το ρόλο που παίζει η γλώσσα στη διαδικασία συγκρότησης ενός μαθήματος, το οποίο θεωρεί ότι δεν «συμβαίνει απλώς», αλλά πραγματοποιείται ή συγκροτείται ως κοινωνικό γεγονός και ως «κοινωνική τάξη» από τα «μέλη» που συμμετέχουν σ' αυτό, μέσα από συγκεκριμένες και «μεθοδικές» δράσεις. Υποστηρίζει ότι οι δρώντες (ο εκπαιδευτικός και οι μαθητές) διαθέτουν «κοινή γνώση» και μπορούν με σχετική ευκολία να δώσουν νόημα στις συγκεκριμένες εκφράσεις, ακόμα και αν αυτές είναι κάθε φορά διαφορετικές. Αναδεικνύει τη σημασία της γλώσσας, μελετά τη χρήση της, καθώς και τη μέθοδο, μέσα από την οποία παράγει αποτελέσματα (ανάλυση λόγου). Ειδικότερα, καταγράφει, περιγράφει και αναλύει κάποιες εκφράσεις που διατυπώνονται κατά την έναρξη ενός μαθήματος. Η πρώτη έκφραση του εκπαιδευτικού είχε τη μορφή: «Ε... ελάτεεε, ησυχάστε... Να μην καθίσει κανείς στη θέση του μέχρι να ετοιμαστούμε όλοι». 8
9
10
11