ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΤΡΩΤΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΒΟΡΕΙΩΝ ΑΚΤΩΝ (ΑΝΤΙΡΡΙΟ- ΕΡΑΤΕΙΝΗ) ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗ ΑΝΟΔΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΣΤΑΘΜΗΣ



Σχετικά έγγραφα
Χαρτογράφηση Δείκτη Παράκτιας Τρωτότητας

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΩΤΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΑΚΤΩΝ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΣΤΑΘΜΗΣ

ΜεταβολΕς της θαλασσιας σταθμης στο ΑιγαΙο τα τελευταια 6000 χρονια: ΑποτελΕσματα απο καταγραφες σε ιζηματα και beachrocks σε παρακτια περιβαλλοντα

ΔΘΡΗΚΖΠΖ ΡΖΠ ΡΟΥΡΝΡΖΡΑΠ ΡΖΠ ΞΑΟΑΘΡΗΑΠ ΞΔΟΗΝΣΖΠ ΡΥΛ Α ΘΑΗ ΒΑ ΑΘΡΥΛ ΡΖΠ ΑΡΡΗΘΖΠ ΠΔ ΠΣΔΠΖ ΚΔ ΚΗΑ ΚΔΙΙΝΛΡΗΘΖ ΑΛΝΓΝ ΡΖΠ ΘΑΙΑΠΠΗΑΠ ΠΡΑΘΚΖΠ

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

Εκτίμηση επικινδυνότητας της παράκτιας περιοχής Αγίου Κωνσταντίνου- Αρκίτσας (Ν. Φθιώτιδας) στους παράκτιους κινδύνους

Παράκτια διάβρωση: Μέθοδοι ανάσχεσης μιας διαχρονικής διεργασίας

ΠΕ4 : ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΤΡΩΤΟΤΗΤΑ ΣΕ ΚΑΤΑΚΛΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΒΡΩΣΗ

A study of the erosion of the beach zones of the N/NW Coast of samos Island

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

Διάβρωση ακτών με έμφαση στις παραλίες: Φυσικές διεργασίες, ανθρώπινη παρέμβαση και κλιματική αλλαγή

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657

Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΕΛΤΑ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ, ΩΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΙΕΡΓΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ.

Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΙΓΙΑΛΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΣΤΗ ΣΚΑΛΑ ΕΡΕΣΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Δελτίο Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας τομ.xliv, 2011 Bulletin of the Geological Society of Greece vol. XLIV, 2011

Κλιματική Αλλαγή. Χρήστος Σπύρου ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ 70, ΑΘΗΝΑ.

CLIMATE CHANGE IMPACTS ON THE WATER BALANCE OF SMALL SCALE WATER BASINS

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΕΛΤΑ ΤΩΝ ΠΟΤΑΜΩΝ ΠΗΝΕΙΟΥ, ΚΑΛΑΜΑ, ΕΥΗΝΟΥ ΚΑΙ ΜΟΡΝΟΥ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Δράση 2.2: Συσχέτιση μετεωρολογικών παραμέτρων με τη μετεωρολογική παλίρροια - Τελικά Αποτελέσματα

Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι

Ανθρωπογενείς και Φυσικές Αιτίες της Διάβρωσης των Ακτών Διαχειριστικό Θεσμικό Πλαίσιο

4.3 ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗ ΠΑΡΚΩΝ ΥΠΕΡΑΚΤΙΩΝ ΑΝΕΜΟΓΕΝΝΗΤΡΙΩΝ (OWF)

ιάβρωση στις Παράκτιες Περιοχές

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 733

Μελέτη των οριζόντιων μεταβολών της διαχωριστικής λωρίδας της λιμνοθάλασσας Κορισσίων, με την χρήση μεθόδων τηλεπισκόπησης

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ & ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ

ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΚΤΩΝ ΚΟΛΠΟΥ ΧΑΝΙΩΝ

ΠΟΤΑΜΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΤΙΕΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΑΛΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΔΙΕΡΓΑΣΙΩΝ

Ευστατισµός (παγκόσµιο. αίτιο) Ισοστασία (τοπικό. Τεκτονισµός (τοπικό

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς

ΟΙ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΕΓΚΟΠΕΣ ΩΣ ΔΕΙΚΤΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ ΤΗΣ ΣΤΑΘΜΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΑΠΟ ΣΕΙΣΜΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΧΙΛΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΒΟΙΑ 1

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ

Αναπτυξη τηλεμετρικου συστηματος για την παρακολουθηση περιβαλλοντικων παραμετρων του αιγιαλου

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

Γεωτεχνική Έρευνα και Εκτίμηση Εδαφικών παραμέτρων σχεδιασμού Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΙΤΟΝΟΕΙΔΗ ΚΑΜΠΥΛΗ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΩΣ ΔΕΙΚΤΗ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα).

Η ΜΟΡΦΟΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΤΗΝΟΥ (ΚΥΚΛΑΔΕΣ) ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΚΤΩΝ ΤΗΣ

ΔΡΑΣΗ A1 : ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΣΤΕΡΕΟΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΚΤΩΝ

ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ CLIMATOLOGY

Επιστημονικά Υπεύθυνος: Συλαίος Γιώργος Ομάδα Εργασίας: Πρίνος Παναγιώτης, Σαμαράς Αχιλλέας

Τηλεπισκόπηση και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (ΓΣΠ) στη διαχείριση περιβαλλοντικών κινδύνων πλημμύρες

ΦΥΣΙΚΗ ΧΗΜΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

«ΠΡΟΒΛΕΨΕΙ ΟΠΙΘΟΧΩΡΙΗ ΣΩΝ ΠΑΡΑΛΙΩΝ ΛΟΓΩ ΣΗ ΑΝΟΔΟΤ ΣΗ ΘΑΛΑΙΑ ΣΑΘΜΗ ΣΟ ΝΟΜΟ ΔΩΔΕΚΑΝΗΟΤ»

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΩΝ ΑΚΤΩΝ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ ΛΟΓΩ ΚΥΜΑΤΙΚΗΣ ΡΑΣΗΣ 1

ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΡΟΔΟΥ (22 ΝΟΕ 2013)

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Η παράκτια ζώνη και η ανθεκτικότητα στην αύξηση στάθμης της θάλασσας.

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Γκαλά Ελένη Α.Μ.: Τριμελής Επιτροπή. Καθηγητής Νάστος Παναγιώτης (επιβλέπων) Αναπλ. Kαθηγητής Καρύμπαλης Ευθύμιος

Εφαρμογή των σύγχρονων τεχνολογιών στην εκτίμηση των μεταβολών στη παράκτια περιοχή του Δέλτα Αξιού

ΔΙΑΣΤΗΜΙΚΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ

Ποτάμια Υδραυλική και Τεχνικά Έργα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ιαχείριση Παράκτιων Υδατικών Συστημάτων

Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών και θαλάσσιο αιολικό - κυματικό δυναμικό. Παρασκευή Δρακοπούλου, Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας, ΕΛΚΕΘΕ

Newsletter # 2. Οι Πιλοτικές περιοχές στην Ελλάδα. 1. Όνομα και τοποθεσία των πιλοτικών τοποθεσιών. Ιανουάριος 2019

Τηλ Ε-mail:

ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ Ενότητα 11a: Εφαρμογές τηλεπισκόπησης ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ. Δρ. Ν. Χρυσουλάκης Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας

ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ ΣΤΟ ΑΝΩΤΕΡΟ ΟΛΟΚΑΙΝΟ: ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ. 1

ΔΗΜΟΣ ΡΟΔΟΥ Παρασκευοπούλου Άννα Ζαχαρόπουλος Θανάσης Καραγιάννη Δέσποινα

ελτίο Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας τοµ. ΧΧΧΙΧ/ΙΙΙ, 2006 Bulletin of the Geological Society of Greece vol. ΧΧΧΙΧ/ΙΙΙ, 2006

Βύρων Μωραΐτης, Φυσικός MSc.

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία της Καραγεωργίου Μελαχροινής- Μιχαέλας

Υπολογισμός του δείκτη τρωτότητας των παραλιακών ζωνών της Ελλάδος με βάση ωκεανογραφικά και γεωλογικά στοιχεία

ΜΑΘΗΜΑ ΠΛΗΜΜΥΡΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΑ ΕΡΓΑ

Ανάπτυξη Ολοκληρωμένου Γεωγραφικού Πληροφοριακού Συστήματος Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Δέλτα Έβρου

Το κλίµα της Ανατολικής Μεσογείου και της Ελλάδος: παρελθόν, παρόν και µέλλον

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΟΥ ΕΛΤΑ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟ ΕΥΤΕΡΟ ΜΙΣΟ ΤΟΥ 20 ΟΥ ΑΙΩΝΑ 1

Πανελλήνιο Συµπόσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας

ΥΚΦ_Ελεύθερο Ύψος Φράγματος 1

,.,,,.,..,,,,,.,.,.,.,.,.,.,.,.,..,.,,,,.,

Ι ΑΣΚΩΝ. Αντώνης Τουµαζής. Τηλ Ε-mail:

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΤΙΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Χ. Κοκκώσης 1, Κ. Δημητρίου 2, Μ.

Τα φαινόμενα ρευστοποίησης, ο ρόλος τους στα Τεχνικά Έργα και τη σύγχρονη αστικοποίηση

Γεωμορφολογική Μελέτη και Εκτίμηση Ανθρώπινων Επεμβάσεων τμήματος της παράκτιας ζώνης του Ν. Πιερίας.

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 637

Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ

A study of the distribution of the suspended matter in the Korintiakos Gulf with the use of optical methods

Εκτίμηση Των Επιπτώσεων Της Κλιματικής Αλλαγής Και Αναβάθμισης Λιμενικών Και Παράκτιων Κατασκευών. Παναγιώτης Πρίνος Θεοφάνης Καραμπάς Θεοχάρης Κόφτης

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΑΝΟ Ο ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΣΤΑΘΜΗΣ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ ΜΥΚΟΝΟ ΗΛΟ ΡΗΝΕΙΑ 1

LIFE STRYMON «Διαχείριση των υδατικών πόρων στη λεκάνη του Στρυμόνα για τη μείωση των επιπτώσεων από τη γεωργία με τη χρήση σύγχρονων μεθόδων»

ASPROFOS ENGINEERING S.A.

ΔιερεΥνηση του υδρολογικου ισοζυγιου του κορινθιακου ΚΟλπου

ΧΩΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΓΕΩΧΗΜΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΩΧΗΜΙΚΟ ΑΤΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στο σχεδιασμό των παράκτιων έργων Πρόβλεψη και Αντιμετώπιση

Μελέτη κατανομής των επιφανειακών ιζημάτων και των λιβαδιών Posidonia oceanica στην υποθαλάσσια δελταϊκή περιοχή του ποταμού Αχελώου.

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Transcript:

ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΤΡΩΤΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΒΟΡΕΙΩΝ ΑΚΤΩΝ (ΑΝΤΙΡΡΙΟ- ΕΡΑΤΕΙΝΗ) ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗ ΑΝΟΔΟ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΑΣ ΣΤΑΘΜΗΣ Νασοπούλου Ι. 1, Πούλος Σ.Ε. 2, Καρύμπαλης Ε. 3, Γάκη-Παπαναστασίου Κ. 2 1 Σχολή Θετικών Επιστημών, Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Ωκεανογραφίας & Διαχείρισης Θαλάσσιου Περιβάλλοντος, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πανεπιστημιούπολις - Ζωγράφου, Αθήνα 15784 joanna.nasopoulou@gmail.com 2 Τομέας Γεωγραφίας και Κλιματολογίας, Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ζωγράφου, Αθήνα 15784 poulos@geol.uoa.gr & gaki@geol.uoa.gr 3 Τμήμα Γεωγραφίας, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Ελ.Βενιζέλου 70, Καλλιθέα, Αθήνα 17671 karymbalis@hua.gr Περίληψη Η παρούσα εργασία διερευνά την τρωτότητα της παράκτιας περιοχής από το Αντίρριο έως και την Ερατεινή (Κορινθιακός Κόλπος) ως προς την αναμενόμενη άνοδο της θαλάσσιας στάθμης. Για τον λόγο αυτό εφαρμόστηκε ο δείκτης παράκτιας τρωτότητας (CVI) των Pendleton et al. (2004). Ο υπολογισμός του δείκτη περιλαμβάνει την ποσοτικοποίηση έξι μεταβλητών: 1) της παράκτιας γεωμορφολογίας, 2) της παράκτιας κλίσης, 3) του μέσου σημαντικού ύψους των προσερχόμενων κυμάτων, 4) της οριζόντιας μετατόπισης της ακτογραμμής κατά τις τελευταίες δεκαετίες, 5) της σχετικής μεταβολής της θαλάσσιας στάθμης, και 6) του εύρους της παλίρροιας. Για την εφαρμογή του δείκτη, η ακτογραμμή κατηγοριοποιήθηκε σε επιμέρους τμήματα ως προς τις παραπάνω μεταβλητές και έτσι υπολογίστηκαν οι αντίστοιχες τιμές του δείκτη για κάθε ένα από τα τμήματα αυτά. Διαπιστώθηκε ότι για το μεγαλύτερο τμήμα της ακτογραμμής μήκους 44,35 km (~70%) η τιμή της τρωτότητας είναι χαμηλή, ενώ υψηλή τιμή τρωτότητας παρουσιάζει τμήμα μήκους 1,11 km (~2%). Το υπόλοιπο της ακτογραμμής που έχει μήκος 18,16 km (~28%) παρουσιάζει μέση τιμή τρωτότητας. Λέξεις κλειδιά: δείκτης τρωτότητας, παράκτια γεωμορφολογία. COASTAL VULNERABILITY ASSESSMENT OF THE NORTHERN COAST (ANTIRRIO-ERATINI) OF THE WESTERN CORINTH GULF TO THE ANTICIPATED SEA-LEVEL RISE Nasopoulou I. 1, Poulos S.E. 2, Karymbalis E. 3, Gaki-Papanastassiou K. 2 1 School of Science, Interdepartmental Master in Oceanography & Management of Marine Environment, National and Kapodistrian University of Athens, Panepistimioupolis 15784 joanna.nasopoulou@gmail.com 2 Department of Geography and Climatology, Faculty of Geology and geoenvironment, National and Kapodistrian University of Athens, Panepistimioupolis 15784 poulos@geol.uoa.gr & gaki@geol.uoa.gr 3 Department of Geography, Harokopio University, 70 El. Venizelou Str. 17671 Athens karymbalis@hua.gr Abstract The concept of the present investigation is the assessment of the vulnerability of the coastal zone from Antirio to Eratini (NW coast of the Gulf of Corinth) to the anticipated sea-level rise. For this purpose, the coastal vulnerability index (CVI) proposed by Pendleton et al. (2004) has been applied. This index is based on the quantification of the following variables: 1) geomorphology, 2) coastal slope, 3) significant wave height, 4) horizontal displacement of the coastline, 5) relative sealevel change, and 6) tidal range. The index has been estimated for successive segments along the 64.6 km of the coastline. According to the derived values, the larger part of the coastline with a length of 44.35 km (~70%) presents low vulnerability, while high vulnerability characterizes only the 1.11 km (~2%) of the coastline. The remaining part of the coastline with a length of 18.16 km (~28%) demonstrates moderate vulnerability to the future sea-level rise. Keywords: vulnerability index, coastal geomorphology 1. Εισαγωγή

Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC: Intergovernmental Panel on Climate Change) στην έκθεση της το 2007 προβλέπει άνοδο της μέσης θερμοκρασίας παγκοσμίως κατά 1.1-6.4 o C μέχρι το έτος 2100. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του παγκοσμίου ευστατικού μέσου επιπέδου της θάλασσας από 18 έως και 58 cm, ενώ μπορεί να υπάρξει και μια επιπλέον αύξηση κατά 10 έως 20 cm αν η πρόσφατη ταχεία τήξη των πολικών πάγων συνεχιστεί (Pfeffer 2008). Είναι προφανές ότι μια τέτοια άνοδος της θαλάσσιας στάθμης θα επηρεάσει άμεσα την παράκτια ζώνη προκαλώντας εκτός από τις γεωμορφολογικές περιβαλλοντικές μεταβολές και σημαντικές κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις, το κόστος για την αντιμετώπιση των οποίων θα είναι πιθανότατα εξαιρετικά υψηλό. Στο πλαίσιο αυτό, αναπτύχθηκαν και οι δείκτες τρωτότητας των παράκτιων περιοχών (CVI: Coastal Vulnerability Index), όπως αυτός των Pendleton et al. (2004) που χρησιμοποιήθηκε από τους Τhieler & Hammar-Klose (1999) για την εκτίμηση της τρωτότητας των ακτών των ΗΠΑ στην επικείμενη άνοδο της θαλάσσιας στάθμης. Η IPCC (2007), όρισε ως τρωτότητα (vulnerability) «το βαθμό κατά τον οποίον η κλιματική αλλαγή μπορεί να καταστρέψει ή να βλάψει ένα σύστημα και ο οποίος δεν εξαρτάται μόνο από την ευαισθησία του συστήματος αλλά και από την ικανότητα του να προσαρμόζεται στις νέες κλιματικές συνθήκες». Στην εργασία αυτή, ο όρος τρωτότητα υιοθετείται όπως χρησιμοποιείται από τους εμπνευστές του δείκτη CVI, θεωρώντας ότι εκτιμάται μόνο από μεταβλητές που αφορούν τα φυσικο-γεωγραφικά χαρακτηριστικά της περιοχής και όχι κοινωνικοοικονομικές παραμέτρους (πληθυσμιακά δεδομένα, χρήσες γης κα). Πρόσφατα ο δείκτης CVI εφαρμόστηκε στη κλίμακα του Αιγαίου Πελάγους (Alexandrakis et al. 2010) αλλά και στην περίπτωση του Αργολικού Κόλπου (Gaki et al. 2010). Στην παρούσα εργασία επιχειρείται η εκτίμηση της τρωτότητας των βορείων ακτών του δυτικού Κορινθιακού Κόλπου στην επικείμενη άνοδο της θαλάσσιας στάθμης. Βασικά κριτήρια για την επιλογή της περιοχής μελέτης απετέλεσαν η ποικιλία και η εναλλαγή των παράκτιων γεωμορφών, η διαφοροποίησή της σχετικά με την ήδη εκδηλούμενη διάβρωση, το τεκτονικό καθεστώς, καθώς και οι κοινωνικές και οικονομικές παράμετροι αφού οι χαμηλές περιοχές των αλλουβιακών ριπιδίων φιλοξενούν αρκετούς οικισμούς και καλλιέργειες. 2. Περιοχή μελέτης Η περιοχή μελέτης βρίσκεται στις βόρειες ακτές της δυτικής πλευράς του Κορινθιακού Κόλπου (Εικ. 1). Εκτείνεται από το Αντίριο μέχρι την Ερατεινή και έχει συνολικό μήκος ακτογραμμής περίπου 64 km. Ο Κορινθιακός Κόλπος είναι μια ασύμμετρη τεκτονική τάφρος του Ανώτερου Καινοζωικού (Brooks & Ferentinos 1984, Armijo et al. 1996) με μήκος 130 km και διεύθυνση ΔΒΔ ΑΝΑ. Διαμορφώθηκε κατά τη βύθιση του βόρειου τμήματος του Νεογενούς Κορινθιακού παλαιοκόλπου, που συνέβη κατά το Τεταρτογενές. Το μέγιστο βάθος του Κόλπου φθάνει τα 910 m, ενώ οι ορεινοί όγκοι της Βόρειας Πελοποννήσου (νότια πλευρά του κόλπου) ανυψώθηκαν εξαιτίας του ενεργού τεκτονισμού κατά πάνω από 950 m από την περίοδο του Πλειστοκαίνου (Armijo et al. 1996). Αντίθετα, η βύθιση των Βόρειων ακτών του Κορινθιακού Κόλπου συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Γεωμορφολογικά η περιοχή μελέτης περιλαμβάνει παραλιακές ζώνες μικρού πλάτους που εκτείνονται μπροστά από αλλουβιακές πεδιάδες χαμηλού αναγλύφου μέχρι του υψομέτρου των 4 m, χαμηλούς κρημνούς (< 1 m), αλλουβιακά ριπίδια που έχουν αναπτυχθεί στις εκβολές χειμάρων (Karymbalis et al. 2011), κρημνούς μεγάλης κλίσης (> 1,2%), και την δελταϊκή πεδιάδα του Ποταμού Μόρνου (Karymbalis et al. 2007). Σε ότι αφορά τα ωκεανογραφικά χαρακτηριστικά της

ακτής, το ύψος της παλίρροιας (άθροισμα αστρονομικής και μετεωρολογικής) είναι <1 m, ενώ είναι εκτεθειμμένη σε κύματα σχετικά μικρού ύψους (<3 m), λόγω των μικρών αποστάσεων ανάπτυξής τους (Γκιώνης & Φερεντίνος 2002), με τα μεγαλύτερα από αυτά να προσέρχονται από τα Δ/ΝΔ (Στενό Ρίου-Αντιρρίου) και από ΝΑ. Εικ. 1: Γεωγραφική θέση και βασικά γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής μελέτης (Αντίρριο-Ερατεινή). 3. Συλλογή και επεξεργασία δεδομένων Για την αξιολόγηση της τρωτότητας τμημάτων της περιοχής μελέτης εφαρμόστηκε ο δείκτης τρωτότητας (CVI) των Pendleton et al. (2004), o οποίος περιλαμβάνει έξι μεταβλητές οι οποίες συσχετίζονται μέσω της εξίσωσης: όπου, a: γεωμορφολογία, b: παράκτια κλίση, c: ρυθμός σχετικών μεταβολών της θαλάσσιας στάθμης, d: ρυθμός οπισθοχώρησης/προέλασης ακτογραμμής, e: μέσο σημαντικό ύψος κυμάτων, και f: μέσο εύρος παλίρροιας. Οι μεταβλητές λαμβάνουν μια τιμή τρωτότητας από 1 έως 5 σύμφωνα με τον Πίνακα 1, ενώ ανάλογα διαμορφώνονται και οι τιμές του δείκτη CVI που αντιστοιχούν σε πέντε κατηγορίες τρωτότητας (πολύ χαμηλή, χαμηλή, μέτρια, υψηλή, και πολύ υψηλή).

Τρωτότητα (μεταβλητές) Πολύ χαμηλή 1 Χαμηλή 2 Μέση 3 Υψηλή 4 Πολύ υψηλή 5 a Βραχώδεις κρημνώδεις ακτές Μέσου ύψους κρημνοί Χαμηλοί κρημνοί, αλλουβιακές πεδιάδες Παραλίες με κροκάλες, lagoons Παραλίες νησιωτικών φραγμάτων ενδοπαλιρροιακής ζώνης, αμμώδεις παραλίες, δέλτα b (%) > 1,2 1,2-0,9 0,9 0,6 0,6 0,3 < 0,3 c (mm/yr) < 1,8 1,8 2,5 2,5 3,0 3,0 3,4 > 3,4 d (m/yr) > 2,0 1,0-2,0-1,0 1,0-2,0-1,0 <-2,0 e (m) < 0,55 0,55 0,85 0,85 1,05 1,05 1,25 > 1,25 f (m) > 6,0 4,0 6,0 2,0 4,0 1,0 2,0 < 1,0 CVI < 0,4 0,4 3,3 3,3-11 11-26 > 26 Πίνακας 1. Ταξινόμηση των μεταβλητών του δείκτη τρωτότητας (CVI) αλλά και του ίδιου του δείκτη με βάση τους Pendleton et al. (2004) Εικ. 2: Χάρτης με δαίρεση της ακτογραμμής της περιοχής μελέτης σε 15 κύρια τμήματα κάθε ένα από τα οποία διαιρέθηκε ξανά σε επιμέρους μικρότερου μήκους υποπεριοχές. Πρέπει να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση της τρωτότητας με βάση αυτού του τύπου τους δείκτες αδυνατούν να εκτιμήσουν το μέγεθος του κονωνικο-οικονομικού κόστους από την ακύρωση κάποιων ανθρωπίνων δραστηριοτήτων, την καταστροφή υποδομών, και την απώλεια γης. Ένα επιπλέον μειονέκτημα της μεθόδου των Pendleton et al (2004) είναι ότι οι μεταβλητές στην μαθηματική φόρμουλα δεν έχουν και τον ανάλογο συντελεστή βαρύτητας (weighting factor) έτσι ώστε να είναι και πιο ρεαλιστική η εκτίμηση της τρωτότητας. Παρ όλα αυτά η εφαρμογή του

δείκτη CVI παρέχει μια πρώτη εκτίμηση των υποπεριοχών που αναμένεται να αντιμετωπίσουν σημαντικότερες αρνητικές επιπτώσεις από την μελλοντική άνοδο της στάθμης. Για την εφαρμογή του CVI η ακτογραμμή (μήκους 63,62 km) διαιρέθηκε σε 15 περιοχές με την κάθε μια από αυτές να διαιρείται επιπλέον σε επιμέρους υποπεριοχές μικρότερου μήκους, όπως φαίνεται στην Εικ. 2. Η απεικόνιση της παράκτιας γεωμορφολογίας από το Αντίρριο έως την Ερατεινή βασίστηκε σε υπαίθρια λεπτομερή (σε κλίμακα 1:5000) γεωμορφολογική χαρτογράφηση και σε αξιοποίηση των πληροφοριών τοπογραφικών χαρτών (έκδοσης ΓΥΣ) και των αντίστοιχων γεωλογικών χαρτών (έκδοσης ΙΓΜΕ) κλίμακας 1:50000). Η παράκτια κλίση υπολογίστηκε από τα τοπογραφικά διαγράμματα της ΓΥΣ (κλίμακας 1:5000) με βάση τις ισοϋψείς των 2 και 4 m και επεξεργασία σε περιβάλλον ΓΠΣ με τη χρήση του λογισμικού Arc GIS. Η σχετική άνοδος της στάθμης της θάλασσας στην περιοχή μελέτης, με βάση τις εκτιμήσεις για την πρόσφατη ευστατική άνοδο στον Ελλαδικό χώρο (Lambeck 1996, Fouache et al. 2005, Vouvalidis et al. 2005), υπολογίστηκε σε περίπου 1 mm/yr, και έτσι για όλη την περιοχή μελέτης αξιολογήθηκε ως παράγων πολύ χαμηλής τρωτότητας. Επίσης, τοπικά, αξιοποίηθηκαν υφιστάμενες μελέτες όπως αυτή για τη βύθιση της δελταϊκής πεδιάδας του Ποταμού Μόρνου λόγω συμπύκνωσης των ιζημάτων (Karympalis et al. 2007), καθώς και αυτών που αφορούν την τεκτονική βύθιση της περιοχής του Κόλπου της Ερατεινής από τους μεγάλους σεισμούς που έλαβαν χώρα το 1965 (6,5 R.) (Soter 1999) και το 1995 (6,1 R) (Papatheodorou & Ferentinos 1997), αντίστοιχα. Ο προσδιορισμός της σχετικής οριζόντιας προέλασης ή οπισθοχώρησης των επιμέρους τμημάτων της ακτογραμμής πραγματοποιήθηκε με τη συγκριτική παρατήρηση ορθοφωτοχαρτών του 1996 και τοπογραφικών διαγραμμάτων του 1972. Μετά από την ψηφιοποίηση των ακτογραμμών των δύο χρονολογιών σε περιβάλλον ΓΣΠ μετρήθηκε (σε m) η μεταβολή που παρατηρήθηκε κατά το χρονικό διάστημα των 24 ετών, και στην συνέχεια υπολογίστηκε ο αντίστοιχος μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής. Το ύψος κύματος για την περιοχή μελέτης υπολογίστηκε με βάση τις προγνωστικές εξισώσεις του CERC (1984) και αξιοποιώντας τις μετρήσεις διεύθυνσης και έντασης του πνέοντος ανέμου, όπως αυτές μετρήθηκαν στο Μετεωρολογικό σταθμό της ΕΜΥ στη Ναυπάκτο και μετρώντας τις αποστάσεις ανάπτυξης του κυματισμού (προς Δ, ΝΔ, ΝΑ και Α). Το μέσο παλιρροιακό εύρος, λαμβάνοντας υπόψη τα διαθέσιμα στοιχεία της Υδρογραφικής Υπηρεσίας για την περιοχή του Κορινθιακού Κόλπου (Σταθμός Ποσειδωνίας), σε καμία περίπτωση δεν ξεπερνά το 1 m και θεωρήθηκε ότι είναι το ίδιο για όλο το μήκος της ακτογραμμής μελέτης. Συνεπώς, στην μεταβλητή αυτή δόθηκε η τιμή τρωτότητας 5 για το σύνολο της ακτογραμμής, αξιολόγηθηκε δηλαδή ως παράγων πολύ υψηλής τρωτότητας. Για την ανάλυση, επεξεργασία, και παρουσίαση των δεδομένων δημιουργήθηκε μια ψηφιακή βάση δεδομένων για την περιοχή μελέτης σε περιβάλλον ΓΣΠ (GIS), αποτελούμενη από τοπογραφικούς και γεωλογικούς χάρτες διαφόρων κλιμάκων, δορυφορικές εικόνες και ορθοφωτοχάρτες διαφορετικών ετών λήψης, και παρατηρήσεις πεδίου. Με την χρήση του λογισμικού ArcGIS τα δεδομένα οργανώθηκαν σε ένα κοινό γεωγραφικό σύστημα αναφοράς (ΕΓΣΑ 87) με κοινη χωρική και χρονική κάλυψη και κλίμακα. Για κάθε μεταβλητή του CVI δημιουργήθηκε ένα θεματικό επίπεδο γραμμικού τύπου μέσω της χρήσης του εργαλείου ArcCatalog του ArcGIS.

4.Αποτελέσματα Συζήτηση Σε ότι αφορά την μεταβλητή της γεωμορφολογίας, αναγνωρίστηκαν 6 χαρακτηριστικές παράκτιες γεωμορφές (Α-ΣΤ) των οποίων το συνολικό μήκος και τα αντίστοιχα ποσοστά τους στο συνολικό μήκος της ακτογραμμής δίνονται στον Πίνακα 2. Πίνακας 2. Mήκος και ποσοστό των βασικών γεωμορφών που συνθέτουν την περιοχή μελέτης. Τύπος Γεωμορφή Μήκος (km) Ποσοστό (%) Α Παράκτιες προσχωσιγενείς πεδιάδες με 8,05 12,65 παραλιακές ζώνες Β Παραλίες με κροκάλες 9,77 15,35 Γ Αλλουβιακά ριπίδια 12,07 18,97 Παράκτιοι κρημνοί 25,49 40,06 Δ Παράκτιοι κρημνοί με Παράκτιοι κρημνοί 0,18 25,31 0,70 39,36 ίζημα χωρίς ίζημα Ε Παράκτια έλη και λιμνοθάλασσες 1,92 3,01 ΣΤ Ποτάμιο δέλτα 6,32 9,93 Σύνολο 63,62 100,00 Όπως φαίνεται το μεγαλύτερο μέρος της ακτογραμμής καταλαμβάνεται από παράκτιους κρημνούς (25,5 km) ενώ το μικρότερο από παράκτια έλη και λιμνοθάλασσες (1,92 km). Το ποσοστό που καταλαμβάνουν οι κρημνοί αντιστοιχεί περίπου στο 40% του συνόλου της ακτογραμμής σε αντίθεση με τα έλη που καταλαμβάνουν μόλις το 3%. Επίσης, το ποσοστό των κρημνών με παραλία είναι ελάχιστο (0,70%) συγκριτικά με τις περιοχές που καταλαμβάνονται από παράκτιους κρημνούς χωρίς να αναπτύσσεται μπροστά από αυτούς παραλία. Ένα σημαντικό ποσοστό της ακτογραμμής, που ανέρχεται στο 19% του συνόλικού της μήκους, καταμβάνεται από μέτωπα αλλουβιακών ριπιδίων (με τις ενεργές και μη ενεργές εκβολές τους). Τα αλλουβιακά αυτά ριπίδια αναπτύσσονται σε περιοχές όπου χείμαρροι περιοδικής κυρίως ροής καταλήγουν στην ακτογραμμή. Μεγάλο ποσοστό, περίπου στο 15,4%, καταλαμβάνουν και οι παραλίες με κροκάλες (και χαλικώδεις αιγιαλοί). Τέλος, ακολουθούν οι προσχωσιγενείς πεδιάδες με παραλιακές ζώνες με μεικτό υλικό που αναπτύσσονται μπροστά από τις αλλουβιακές πεδιάδες (12,7%) και το δέλτα του Ποταμού Μόρνου το οποίο καταλαμβάνει περίπου το 10% της περιοχή μελέτης. Οι περισσότερες τιμές της παράκτιας κλίσης (μεταβλητή b) αντιστοιχούν σε πολύ χαμηλή τρωτότητα (τιμή 1) ενώ χαμηλή τρωτότητα (τιμή 2) αποδίδεται σε ελάχιστες περιπτώσεις. Στις περιοχές των ελών λιμνοθαλασσών η παράκτια κλίση παίρνει τιμές μέσης τρωτότητας (τιμή 3), ενώ στη δελταϊκή περιοχή του Μόρνου αντιστοιχεί η τιμή 5 (πολύ υψηλή τρωτότητα). Όλες οι επιμέρους διαβαθμίσεις που αφορούν την παράκτια κλίση δίνονται στον Πίνακα 3. Ο μέσος ρυθμός της σχετικής ανόδου της θαλάσσιας στάθμης για τον Ελληνικό θαλάσσιο χώρο υπολογίζεται περίπου σε 1 mm/yr (Poulos et al. 2008) και αξιολογείται ως παράγων πολύ χαμηλής τρωτότητας (τιμή 1). Ωστόσο, εξαίρεση αποτελούν το δελταϊκό πεδίο του Μόρνου στο ανενεργό του μέρος που παίρνει την τιμή 2 (χαμηλή τρωτότητα), κυρίως λόγω ανόδου της σχετικής θαλάσσιας στάθμης πάνω από 2 mm/yr εξαιτίας της καθίζησης των δελταϊκών ιζημάτων (Karymbalis et al. 2007), και η περιοχή της Ερατεινής που παίρνει την τιμή 5 (πολύ υψηλή τρωτότητα) λόγω της απότομης βύθισης της παράκτιας ζώνης που συντελέστηκε από τις υποθαλάσσιες κατολισθήσεις που προκλήθηκαν από τους δυο μεγάλους σεισμούς του 1965 (Soter 1999) και του 1995 (Papatheodorou & Ferentinos 1997).

Πίνακας 3. Γεωμορφολογικός χαρακτηρισμός, διαβάθμιση παράκτια κλίσης και τελική διαβάθμιση του δείκτη τρωτότητας (CVI) ανά περιοχή και υποπεριοχή κατά μήκος της ακτογραμμής από Αντίρριο μέχρι Ερατεινή. Περιοχές Μήκος Γεωμορφή Παράκτια κλίση CVI (km) α 3,9 Παραλία με κροκάλες 1 2 1 β Παραλία με κροκάλες 1 2 α Αλλουβιακό ριπίδιο 2 3 β 4,52 Παραλία με κροκάλες 1 3 2 γ Αλλουβιακό ριπίδιο 2 2 δ Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 3 0,44 Παραλία με κροκάλες 1 3 4. 0,66 Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 α Ποτάμιο δέλτα Μόρνος 3 3 5 β Ποτάμια δέλτα Μόρνος 4 3 γ 7,75 Ποτάμια δέλτα Μόρνος 5 3 δ Παράκτιο έλος 3 4 ε Παραλία με κροκάλες 5 3 6 α Παράκτιοι κρημνοί 1 2 β Παράκτιο έλος 3 3 γ 7,08 Παράκτιος κρημνός 1 2 7 α Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 β 3,54 Παραλία με κροκάλες 1 2 γ Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 8 α Παράκτιος κρημνός 1 2 β 4,49 Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 γ Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 δ Προσχωσιγενής πεδιάδα με παραλιακή ζώνη 3 3 9 α Παράκτιος κρημνός 1 2 β 3,04 Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 γ Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 10 α Παράκτιος κρημνός 1 2 β Παραλία με κροκάλες 1 3 γ 4,55 Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 δ Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 11 α Παράκτιος κρημνός 1 2 β 5,78 Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 γ Παράκτιος κρημνός 1 2 δ Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 12 α Αλλουβιακό ριπίδιο 1 2 β Προσχωσιγενής πεδιάδα με παραλιακή ζώνη 1 2 γ Παράκτιος κρημνός 1 2 δ 8,27 Ποσχωσιγενείς πεδιάδες με παραλιακές ζώνες 1 2 ε Παράκτιος κρημνός 1 2 στ Προσχωσιγενής πεδιάδα με παραλιακή ζώνη 1 3 ζ Παράκτιος κρημνός 1 2 13 α 1,42 Παράκτιο έλος 3 3 β Προσχωσιγενής πεδιάδα με παραλιακή ζώνη 1 3 14 α Προσχωσιγενής πεδιάδα με παραλιακή ζώνη 2 3 β Αλλουβιακό ριπίδιο 3 3 γ 3,85 Προσχωσιγενής πεδιάδα με παραλιακή ζώνη 2 3 15 0,90 Παράκτιος κρημνός 1 2

Η οριζόντια μεταβολή της ακτογραμμής βαθμονομήθηκε στις περισσότερες περιοχές με τη τιμή 3 (μέση τρωτότητα) έχοντας ρυθμό μεταβολής μεταξύ 1 και +1 m/yr. Τη μεγαλύτερη τιμή 5 (πολύ υψηλή τρωτότητα) πήρε το ανενεργό δέλτα του Μόρνου λόγω της ραγδαίας οπισθοχώρισης της ακτογραμμής του. Το μέσο σημαντικό ύψος των προσερχομένων κυμάτων βρέθηκε να είναι <0,55 m και έτσι με βάση τον Πίνακα 1 βαθμονομείται για το σύνολο της παραλιακής ζώνης με τη τιμή 1 (πολύ χαμηλή τρωτότητα). Σχετικά με την μεταβλητή του μέσου παλιρροιακού εύρους, όλη η περιοχή χαρακτηρίζεται ως μικροπαλιρροϊκή καθώς το εύρος παλίρροιας στον Κορινθιακό Κόλπο είναι <1 m (συμπεριλαμβανομένων και των μετεωρολογικών συνιστωσών της). Έτσι βαθμονομείται ως πολύ υψηλής τρωτότητας (τιμή 5). Πίνακας 4. Μήκος και ποσοστό ακτογραμμής που αντιστοιχούν στις πέντε κατηγορίες του δείκτη τρωτότητας (CVI). CVI (τιμές) Μήκος Ποσοστό (km) (%) Πολύ Υψηλή (5) 0,00 0,00 Υψηλή (4) 1,11 1,74 Μέση (3) 18,16 28,54 Χαμηλή (2) 44,35 69,71 Πολύ Χαμηλή (1) 0,00 0,00 Σύνολο 63,62 100,00 Εικ. 3: Γραφική απεικόνιση των τιμών των επιμέρους μεταβλητών και του δείκτη τρωτότητας (CVI) στη περιοχή μελέτης.

Στον Πίνακα 4 και την Εικ. 3 παρουσιάζονται συγκεντρωτικά τα αποτελέσματα της αξιολόγησης της τρωτότητας της παράκτιας ζώνης Αντιρρίου Ερατεινής, ως προς την επικείμενη άνοδο της θαλάσσιας στάθμης. Παρατηρείται ότι χαμηλή τρωτότητα χαρακτηρίζει το ~70% της περιοχής μελέτης, ενώ μέση και υψηλή τρωτότητα χαρακτηρίζει το ~28% και ~2%, αντίστοιχα. 5. Συμπεράσματα Οι κύριοι παράγοντες που διαμορφώνουν την τρωτότητα της ακτογραμμής από το Αντίρριο έως την Ερατεινή είναι η παράκτια γεωμορφολογία και η παράκτια κλίση. Ωστόσο, τοπικά, σημαντικό ρόλο παίζουν η σχετική μεταβολή της θαλάσσιας στάθμης λόγω τεκτονικής δραστηριότητας όπως και η οπισθοχώρηση της ακτογραμμής λόγω φυσικών αιτίων (π.χ. δυτική δελταϊκή πεδιάδα Μόρνου και μέτωπο δελταϊκού ριπιδίου Ερατεινής) και ανθρώπινης παρέμβασης (π.χ. ανάσχεση των φερτών υλικών από φράγματα, άλλες παράκτιες κατασκευές) ή συνδυασμού φυσικών και ανρωπογενών αιτιών (π.χ. χώρος παλαιών εκβολών Μόρνου). Το ~70% της ακτογραμμής που παρουσιάζει τη μικρότερη τρωτότητα (CVI=2) αντιστοιχεί κυρίως σε παράκτιους κρημνούς. Μέση τρωτότητα (CVI=3) εμφανίζει το ~28% της ακτογραμμής όπου ανήκουν κάποιες παραλίες με κροκάλες μπροστά από παράκτιες προσχωσιγενείς πεδιάδες και αλλουβιακά ριπίδια. Επίσης, μέσης τρωτότητας είναι οι περιοχές γύρω από την Ερατεινή, όπου τα φαινόμενα υποχώρησης της ακτογραμμής είναι έντονα ως συνέπεια σεισμικών επεισοδίων, καθώς και οι περιοχές των παραλιακών φραγμών μπροστά από τα έλη και τις λιμνοθάλασσες. Τέλος, υψηλή τρωτότητα (CVI=4) χαρακτηρίζει μόνο την περιοχή του δέλτα του Ποταμού Μόρνου λόγω κυρίως της ανθρώπινης παρέμβασης (αποστραγγιστικά έργα που ενισχύουν την βύθιση της δελταϊκής πεδιάδας). 6. Βιβλιογραφικές αναφορές Alexandrakis, G., Karditsa, A., Poulos, S., Ghionis, G. & Kampanis, N.A., 2010. An assessment of the vulnerability to erosion of the coastal zone due to a potential rise of sea level: The case of the Hellenic Aegean coast. In: Environmental Systems, A. Sydow (Ed.), Encyclopedia of Life Support Systems (EOLSS), Developed under the Auspices of the UNESCO, Oxford, EOLSS Publishers. Armijo, R., Meyer, B., King, G., Rigo, A. & Papanastassiou, D., 1996. Quaternary evolution of the Corinth Rift and its implications for the Late Cenozoic evolution of the Aegean. Geophysical Journal Interantional, 126: 11-53. Brooks, M. & Ferentinos, G., 1984. Tectonics and sedimentation in the Gulf of Corinth and the Zakynthos and Kefallinia channels, western Greece. Tectonophysics, 101: 25-54. CERC (Coastal Engineering Research Centre), 1984. Shore Protection Manual. US Army Corps of Engineers. Γκιώνης, Γ. & Φερεντίνος, Γ., 2002. Μεταβολές των ακτών της Αιγιαλείας λόγω κυματικής δράσης. 6 ο Πανελλήνιο Γεωγραφικό Συνέδριο, Θεσσαλονίκη, Ι: 46-53. Fouache, E., Desruelles, St., Pavlopoulos, K., Dalongeville, R. Coquinot, Y., Peulvast, J.-P. & Potdevin, J.L., 2005. Using beachrocks as sea level indicators in the insular group of Mykonos, Delos and Rhenia (Cyclades, Greece). Z. Geomorphologie N.F., 137(Suppl.): 37-43. Gaki-Papanastassiou, K., Karymbalis, E., Poulos, S.E., Seni, A. & Zouva, Ch., 2010. Coastal vulnerability assessment to sea-level rise in the case of Argolikos Gulf (Greece). Hellenic Journal of Geosciences 45: 109-121. Gornitz, V.M., Daniels, R.C., White, T.W. & Birdwell, K.R., 1994. The development of a coastal risk assessment database: Vulnerability to sea-level rise in the U.S. southeast. Journal of Coastal Research, Special Issue No. 12: 327-338. IPCC (Intergovernmental Panel on Climate Change), 2007. Climate Change 2007: Impacts, Adaptation and Vulnerability, Contribution of Working Group II to the Fourth Assessment Report of the Intergovernmental Panel on Climate Change. Cambridge, Cambridge University Press. Karymbalis, E., Gaki-Papanastassiou, K. & Maroukian, H., 2007. Recent geomorphic evolution of the fan delta of the Mornos river, Greece: Natural processes and human impacts. Proceedings of the 11 th International Congress, Athens. Karymbalis, E., Gaki-Papanastassiou, K. & Ferentinou, M., 2011. Fan deltas classification coupling morphometric analysis ans artificial neural networks: The case of NW coast of Gulf of Corinth, Greece. Hellenic Journal of Geosciences, 45: 133-146.

Lambeck, K., 1996. Sea-level changes and shoreline evolution in Aegean Greece since Upper Paleolithic time. Antiquity, 70: 588-611. Papatheodorou, G. & Ferentinos, G., 1997. Submarine and coastal sediment failure triggered by the 1995, MS=6.1 R Aegion earthquake, Gulf of Corinth, Greece. Marine Geology, 137: 287-304. Pendleton, E.,Williams, S. & Thieler, E.R., 2004. Coastal vulnerability assessment of assateague island national seashore (asis) to sea- level rise. U.S. Geological Survey, Open-File Report 2004-1020. Pfeffer, W.Y., Harper, J.T. & O Neel, S., 2008. Kinematic constrains on Glacier Contributions to 21 st Century Sea-Level Rise. Science, 321(No 5894): 1340-1343. Poulos, S.E., Ghionis, G. & Maroukian,H., 2008. Sea-level rise trends in the Attico-Cycladic region (Aegean Sea) during the last 5000 years. Journal of Geomorphology, 107(1-2): 10-17. Soter, S., 1999. Macroscopic seismic anomalies and pockmarks in the Corinth-Patras rift, Greece. Tectonophysics, 308: 275-290. Thieler, E.R. & Hammar-Klose, E.S., 1999. National Assessment of Coastal Vulnerability to Future Sea-Level Rise: Preliminary Results for the U.S. Atlantic Coast. U.S. Geological Survey, Open-File Report 99-593. Vouvalidis, K.G., Syrides, G.E. & Albanakis, K.S., 2005. Holocene morphology of the Thessaloniki Bay: Impact of sea level rise. Z. Geomorphologie N.F., 137(Suppl.): 147-158.